Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 450/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης 450/2018

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

——————————————-

Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη, Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη- Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα, Κ.Δ.

 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

          Ι. Η υπό κρίση, από 22-12-2014 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………) έφεση του καθολικού διαδόχου της αρχικώς ενάγουσας, ως ηττηθέντος διαδίκου, η οποία επαναφέρεται νομίμως προς συζήτηση, κατόπιν ματαιώσεως, με την από 30-11-2015 (με αύξ. αριθμ. εκθ.καταθ. …….) κλήση του, κατά της υπ’αριθμ. 3097/2014 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 4-4-2011 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ……..) αγωγής της …….., περί ανακλήσεως δωρεάς ακινήτου, αναμεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου ακινήτου και καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ), και έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρο 495 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυε προ της αντικαταστάσεώς του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015), που εφαρμόζεται για τις εφέσεις  που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), 499, 500, 511, 513 παρ. 1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 παρ.2 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυε προ της αντικατάστασής του από το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015, αφού το εμπρόθεσμο της έφεσης κρίνεται από το νόμο που ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της εκκαλουμένης (άρθρο 24 παρ.1 εδ.α΄του ΕισΝΚΠολΔ), δηλαδή πριν την παρέλευση τριετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης και προ της θέσεως σε ισχύ του ν.4335/2015, εφόσον δεν γίνεται επίκληση ούτε προκύπτει επίδοσή της προς ή από τον εκκαλούντα, ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου, και για το παραδεκτό της καταβλήθηκε κατά την κατάθεσή της το προβλεπόμενο παράβολο (υπ’αριθμ. …….. σειρά Α΄παράβολα του Δημοσίου και ……… σειρά Α΄παράβολα του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ). Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, εντός των ορίων που καθορίζονται με αυτούς (άρθρα 522, 533 § 1 του ΚΠολΔ), κατά την αυτή διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη.

Η αρχικώς ενάγουσα, εξέθετε στην αγωγή της, ότι το έτος 1993, προέβη στις μνημονευόμενες δωρεές, συνολικού ποσοστού ¾ εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του περιγραφόμενου ακινήτου της προς το εναγόμενο, που αποτελεί εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο, χωρίς να έχει ιδιαίτερη ηθική υποχρέωση ή από καθήκον ευπρέπειας, λαμβάνοντας, κατά την κατάρτισή τους, τη διαβεβαίωση του τότε Μητροπολίτη των εν Ελλάδι Ορθοδόξων Αρμενίων, ως εκπροσώπου του, αλλά και άλλων μελών του, ότι θα ήταν στη διάθεσή της, οτιδήποτε χρειαζόταν στο μέλλον και θα της παρείχετο φιλοξενία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στο γηροκομείο που διατηρούσε, γεγονός που επηρέασε αποφασιστικά τον σχηματισμό της βούλησής της, λόγω του ήδη προχωρημένου της ηλικίας της και της έλλειψης κοντινών συγγενικών της προσώπων. Ότι όταν, τον Νοέμβριο του έτους 2010, μετά από χειρουργική επέμβαση στο ισχίο στην οποία υποβλήθηκε, φιλοξενήθηκε πράγματι στο γηροκομείο του, το εναγόμενο φάνηκε αχάριστο απέναντί της με βαρύ του παράπτωμα, συνιστάμενο στην αδιαφορία προς το πρόσωπό της και την έναντι αυτής προσβλητική και εξευτελιστική συμπεριφορά του προσωπικού και των υπευθύνων του γηροκομείου, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα, γεγονός που δικαιολογεί την ανάκληση των δωρεών. Ακολούθως ζητούσε να ανακληθούν οι επίδικες δωρεές, να επανέλθουν σε αυτήν τα ¾ εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του ακινήτου, να υποχρεωθεί το εναγόμενο σε καταδίκη σε δήλωσης βουλήσεως περί αναμεταβιβάσεως προς αυτήν των ανωτέρω ποσοστών εξ αδιαιρέτου, με την απειλή χρηματικής ποινής, ύψους 500 ευρώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης, και επικουρικά να επιτραπεί στην ίδια να το πράξει με δαπάνη του, και να καταδικαστεί αυτό στα δικαστικά της έξοδα. Επί της αγωγής αυτής και ενώ εν τω μεταξύ, στις 5-2-2012 απεβίωσε η ενάγουσα, η οποία εγκατέστησε κληρονόμο με την από 5-3-2011 ιδιόγραφη διαθήκη της που δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με την υπ’αριθμ. 559/11-5-2012 απόφασή του, τον ήδη εκκαλούντα, εκδόθηκε η εκκαλουμένη με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή, ως μη νόμιμη καθ’όλα της τα αιτήματα και επιβλήθηκαν στον τελευταίο, ως καθολικό της διάδοχο, τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου.

Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται ο εκκαλών για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της με σκοπό να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή η αγωγή.

Κατά το άρθρο 505 του ΑΚ, ο δωρητής έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ του παράπτωμα αχάριστος απέναντι στον δωρητή ή στον σύζυγο ή σε στενό συγγενή του και ιδίως αν αθέτησε την υποχρέωσή του να διατρέφει τον δωρητή. Η ανάκληση γίνεται, κατ’άρθρο  509 παρ.1 του ΑΚ, με άτυπη σχετική δήλωση του δωρητή προς τον δωρεοδόχο, συνεπώς και με αγωγή, (ΑΠ 655/2014, ΕφΠειρ 295/2016 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») και όχι με δικαστική απόφαση μετά από άσκηση διαπλαστικής αγωγής (ΑΠ 419/2016, ΕφΔυτΜακ 10/2016 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») πρέπει δε να αναφέρεται σε αυτήν και ο λόγος της ανακλήσεως της δωρεάς για τη συγκεκριμένη αιτία, δηλαδή τα πραγματικά γεγονότα, που συνιστούν το βαρύ παράπτωμα του δωρεοδόχου, τα οποία, βεβαίως, δύναται να αμφισβητήσει ο δωρεοδόχος ενώπιον του δικαστηρίου, οπότε και θα αποτελέσουν το αντικείμενο της αποδείξεως και της κρίσης του (ΑΠ 1439/2017, ΑΠ 1832/2011 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Τα αποτελέσματά της επέρχονται ευθύς ως περιέλθει η δήλωση σ’ αυτόν περί ανακλήσεως ή τον νόμιμο αντιπρόσωπό του και εφόσον ο λόγος της ανάκλησης είναι αληθινός και δύναται να δικαιολογήσει την ανάκληση. Για την ευδοκίμηση της αγωγής περί ανακλήσεως της δωρεάς πρέπει, αφενός, ο λόγος αχαριστίας να υπάρχει κατά τον χρόνο της ανάκλησης, αφετέρου, να αποδείξει ο ενάγων-αν αμφισβητηθεί- την αλήθεια του αναφερόμενου στη δήλωση ανάκλησης λόγου και αν αυτός αφορά στην επιδειχθείσα από το δωρεοδόχο αχαριστία να αποδείξει το έναντί του βαρύ παράπτωμα από το οποίο προήλθε αυτή (ΑΠ 655/2014, ΕφΠειρ 295/2016 όπ.), ενώ ο δωρεοδόχος βαρύνεται με την απόδειξη της ελλείψεως υπαιτιότητάς του (ΕφΘεσ 1490/2011, Αρμ 12.49, Α.Γεωργιάδης-Μ.Σταθόπουλος «αστικός κώδιξ», τόμος ΙΙΙ, σελ. 24, αρ.2) ). Αν ανακληθεί νόμιμα η δωρεά, από την περιέλευση στον δωρεοδόχο της δήλωσης του δωρητή για ανάκληση της δωρεάς, δεν μεταβάλλεται μ’αυτήν αυτοδικαίως η εμπράγματη κατάσταση του δωρηθέντος, το οποίο αναζητείται ενοχικώς κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού και, ειδικότερα, λόγω λήξης της αιτίας για την οποία δόθηκε το πράγμα (ΑΠ 419/2016, ΑΠ 545/2013, ΕφΔυτΣτΕλ 10/2016, ΕφΠειρ 544/2015, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΘεσ 1490/2011, Αρμ 2012.49, ΕφΛαρ 232/2011, ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2012.30). Αν αυτό είναι ακίνητο και μεταβιβάστηκε στον δωρεοδόχο κατά κυριότητα, η αναμεταβίβαση της κυριότητας, μετά τη νόμιμη ανάκληση της δωρεάς, που αποτελεί προδικαστικό ζήτημα στη σχετική δίκη, εφόσον αρνείται αυτήν ο δωρεοδόχος, επιτυγχάνεται με την καταδίκη του τελευταίου σε δήλωση βουλήσεως κατ’ άρθρο 949 του ΚΠολΔ και τη μεταγραφή της σχετικής τελεσίδικης απόφασης και της δήλωσης του δωρητή ενώπιον συμβολαιογράφου για αποδοχή της απόφασης αυτής κατ’ άρθρα 1192 αρ. 4 και 1198 του ΑΚ (ΑΠ 545/2013, ΕφΠειρ 544/2015, ΕφΘεσ 1490/2011, ΕφΛαρ 232/2011, ό.π). Κατά ρητή δε πρόβλεψη του άρθρου 509 του ΑΚ, στην περίπτωση της ανάκλησης της δωρεάς, υπάρχει αδικαιολόγητος  πλουτισμός και, συνεπώς, η παραπομπή γίνεται μόνο στα  άρθρα 908 επ. προκειμένου να προσδιοριστεί η έκταση της ευθύνης του λήπτη και όχι στις διατάξεις των άρθρων 904-907 ΑΚ που ρυθμίζουν τις προϋποθέσεις για τη γέννηση της αξίωσης του αδικαιολόγητου πλουτισμού (ΑΠ 1470/1998 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») και ως εκ τούτου, όταν, μετά τη δήλωση ανάκλησης, αναζητείται με αγωγή η εκπληρωθείσα από τον δωρητή παροχή, δηλαδή η αναμεταβίβαση του πράγματος ή, σε περίπτωση αρνήσεως του οφειλέτη, η καταδίκη του σε δήλωση βουλήσεως, δεν απαιτείται, για την επαρκή θεμελίωσή της, η παράθεση όλων των στοιχείων της διάταξης του άρθρου 904 του ΑΚ.

Επομένως, η αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας σωρεύονται, κατ’εκτίμηση του περιεχομένου και των αιτημάτων της : Α/ αναγνωριστική αγωγή περί της αναγνώρισης ότι είναι έγκυρη η γενόμενη με αυτήν δήλωση ανάκλησης των επίδικων δωρεών, ως προς το οποίο δεν προσαπαιτείται η επίκληση ιδιαίτερου λόγου που δικαιολογεί την άσκησή της, αφού, όπως ήδη εκτέθηκε στην οικεία σκέψη, η δήλωση βουλήσεως περί ανάκλησης της δωρεάς μπορεί να γίνει και με αγωγή, και, επομένως το έννομο συμφέρον συνάγεται από την ίδια τη φύση της επιδιωκόμενης έννομης σχέσης (Β.Βαθρακοκοίλης «ΚΠολΔ», τόμος Α΄, σελ. 445, αρ.25), συνιστάμενο στην από τα πράγματα δημιουργούμενη αντικειμενικά αβεβαιότητα ως προς την ύπαρξη της επίδικης έννομης σχέσης (ΑΠ 856/2010 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), ως προς την εγκυρότητα δηλαδή της δωρεάς, από την οποία δημιουργείται κίνδυνος για τα συμφέροντα του ενάγοντος, σε αποτροπή του οποίου τείνει η αιτούμενη αναγνώριση (ΑΠ 1914/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΘεσ 387/2016 ΑΡΜ 2016.1165, ΕφΑΘ 2588/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), καθόσον απειλείται η ανάκτηση των δωρηθέντων ποσοστών εξ αδιαιρέτου εκ μέρους του, Β/ καταψηφιστική αγωγή περί αναμεταβίβασης του ακινήτου, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού και, επικουρικά, σε περίπτωση δηλαδή που η εναγομένη δεν το πράξει, καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως, η οποία είναι ενοχική, κατά τα άνω, και δεν εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων. Είναι δε ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 505, 509, 510, 904 επ. του ΑΚ, 69 παρ. 1 ε΄, 70, 176 και 949 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με τις σχετικές σκέψεις που προεκτέθηκαν, πλην των παρεπομένων αιτημάτων, περί απειλής χρηματικής ποινής και επιχείρησης της αναμεταβίβασης από τον ίδιο τον ενάγοντα με δαπάνες του εναγομένου, διότι από τις διατάξεις που προβλέπουν τα παραπάνω μέσα έμμεσης εκτέλεσης (άρθρα 945, 946 του ΚΠολΔ), η μεν πρώτη κατευθύνεται στην ικανοποίηση απαιτήσεως που απαιτεί θετική ενέργεια και όχι δήλωση βουλήσεως, όπως εν προκειμένω, η δε δεύτερη αναφέρεται στη ρύθμιση περίπτωσης όπου υφίσταται υποχρέωση προς εκτέλεση αναντικατάστατης υλικής και όχι νομικής πράξης (Β.Βαθρακοκοίλης «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας», τόμος Ε΄, σελ. 544, αρ.1 και 549, αρ. 1, αντίστοιχα). Σύμφωνα με τα παραπάνω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη, έσφαλε στην ερμηνεία και εφαρμογή των προεκτεθέντων διατάξεων, και πρέπει, δεκτών γενομένων του πρώτου και δεύτερου λόγου εφέσεως, να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση ως ουσιαστικά βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, αναγκαίως δε, και κατά την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της που θα καθορισθεί από την αρχή, με αποτέλεσμα ο τρίτος λόγος της έφεσης που πλήττει τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων να κρίνεται αλυσιτελής (ΕφΠειρ 90/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠατρ 5/2011 ΑΧΑΝΟΜ 2012.148). Στη συνέχεια, αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί η αγωγή από το παρόν Δικαστήριο, πρέπει αυτή να κριθεί ως νόμιμη, κατά τα άνω, και, εφόσον έχει καταβληθεί το απαιτούμενο για τη συζήτησή της τέλος δικαστικού ενσήμου, ως προς το καταψηφιστικό σκέλος της, με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις, το οποίο προσκομίστηκε κατόπιν προσκλήσεως, κατ’άρθρο 227 του ΚΠολΔ, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του εκκαλούντος (υπ’αριθμ. ……. σειρά VI διπλότυπο είσπραξης της Δ.Ο.Υ Γ΄Πειραιά), να ερευνηθεί και κατ’ουσίαν.

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων, που εξετάστηκαν με επιμέλεια των διαδίκων, ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων,  χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, των υπ’αριθμ. ……. ένορκων βεβαιώσεων των μαρτύρων, ………… ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, που ελήφθησαν με επιμέλεια του ενάγοντος, και των υπ’αριθμ. ……… ένορκων βεβαιώσεων των μαρτύρων ………., αντίστοιχα, ενώπιον της συμβολαιογράφου Μεγάρων, ……………., που ελήφθησαν με επιμέλεια του εναγομένου, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη-προ δύο τουλάχιστον εργασίμων ημερών, κατ’άρθρο 270 παρ.2 εδ.β΄ του ΚΠολΔ- κλήτευση του εναγομένου και του πληρεξουσίου δικηγόρου της αρχικώς ενάγουσας, που υπογράφει το δικόγραφο της αγωγής (άρθρο 143 παρ.1 του ΚΠολΔ), αντίστοιχα (υπ’αριθμ. ………, αντίστοιχα, εκθέσεις επιδόσεως των δικαστικών επιμελητών στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……….), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης : Η αρχικώς ενάγουσα, αποβιώσασα στις 5-2-2012, ………, η οποία ήταν αρμενικής καταγωγής, όπως και ο σύζυγός της, ήταν βαθιά θρησκευόμενα άτομα και διατηρούσαν από πολλών ετών δεσμό με την εκκλησιαστική κοινότητα των Αρμενίων στην Ελλάδα, μέλη της οποίας ενίσχυαν οικονομικά. Περί το έτος 1955, μάλιστα, είχαν φιλοξενηθεί για χρονικό διάστημα οκτώ περίπου ετών στην Αρμενική Ευαγγελική Εκκλησία που βρίσκεται δίπλα στον Ιερό Ναό του Αγίου Ιακώβου στον Πειραιά, όπου εργάζονταν μέχρι τη συνταξιοδότηση τους, ως επιστάτες. Το έτος 1993, λίγο μετά τον θάνατο του συζύγου της, σε ηλικία ήδη 72 περίπου ετών, δυνάμει των υπ’αριθμ……….. συμβολαίων της συμβολαιογράφου Αθηνών, ………., που έχουν νόμιμα μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά (τ. … και τ. …., α.α … και …., αντίστοιχα), μεταβίβασε στο εναγόμενο, αιτία δωρεάς, το ½  εξ αδιαιρέτου και στη συνέχεια, επιπλέον 1/4 εξ αδιαιρέτου, ήτοι συνολικά τα ¾ εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας ενός οικοπέδου, κειμένου στη θέση «….» της περιφέρειας του Δήμου Πειραιά, εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως και επί της οδού …….., εκτάσεως 192,60 τμ, μετά των επ’αυτού κτισμάτων και, συγκεκριμένα, μίας ισόγειας οικίας, 93,79 τμ, δύο ισόγειων καταστημάτων, επιφάνειας 19,8 και 18 τμ και ενός διαμερίσματος του α΄ορόφου, επιφάνειας 44,05 τμ. Στο κείμενο αμφοτέρων των συμβολαίων, έγινε μνεία, ότι οι δωρεές έγιναν από ιδιαίτερο ηθικό και θρησκευτικό καθήκον και ευπρέπεια, καθώς και ότι η δωρήτρια παραιτείται από κάθε δικαίωμά της να τις ανακαλέσει. Μόνη, όμως, αυτή η δήλωσή της δεν ασκεί επιρροή, αφού η φύση της συμβάσεως που κάθε φορά συνάπτεται δεν εξαρτάται από την ονομασία την οποία της δίνουν οι συμβαλλόμενοι και ο χαρακτηρισμός αποτελεί έργο του Δικαστηρίου. Άλλωστε, δεν εκτίθενται σε αυτά τα πραγματικά εκείνα περιστατικά, τα οποία, αληθινά υποτιθέμενα, θα μπορούσαν να θεμελιώσουν την κρίση του Δικαστηρίου, ότι η δωρεά έγινε από τέτοιο καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας, ούτε αποδείχθηκαν άλλα περιστατικά που να δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό αυτό (ΕφΠειρ 544/2015, ό.π, ΕφΑθ 1501/2009 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΛαρ 120/2005 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2005.350). Δεν αποδείχθηκε δηλαδή ότι οι δωρεές οφείλονταν στις ιδιαίτερες σχέσεις της δωρήτριας με το δωρεοδόχο, αφού δεν υπήρχαν σχέσεις συγγένειας ή φιλίας με τους εκπροσώπους του, ούτε επιχειρήθηκαν ως έκφραση ευγνωμοσύνης ή ανταμοιβής τυχόν υπηρεσιών του δωρεοδόχου προς αυτήν, χωρίς να ζητήσει ή να λάβει αμοιβή, ώστε να δικαιολογείται ο χαρακτήρας των δωρεών ότι έγινε από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον και, επομένως, ότι αυτές είναι αμετάκλητες (ΕφΛαρ 120/2005 ό.π). Στην πραγματικότητα, οι δωρεές υποκινήθηκαν, πέραν της  επιθυμίας της για φιλανθρωπία, από την ελπίδα ότι, όταν παρίστατο ανάγκη στο μέλλον, θα της παρείχετο φροντίδα από τα μέλη της αρμένικης κοινότητας και τους εκπροσώπους του εναγομένου, ανεξαρτήτως του εάν υπήρξε ή όχι και σχετική προτροπή από τον τότε Μητροπολίτη του ή σχετική υπόσχεση μετά την κατάρτισή τους. Σ’αυτό συντείνει ο χρόνος κατάρτισής τους, λίγο δηλαδή μετά τον θάνατο του συζύγου της (1992), που της δημιουργήθηκαν, όπως είναι ευνόητο, λόγω και του προχωρημένου της ηλικίας της, αισθήματα ανασφάλειας και φόβου για το μέλλον, και το γεγονός ότι δεν είχε αποκτήσει παιδιά από τον γάμο της και πλησιέστεροι συγγενείς της ήταν τα ανήψια της, παιδιά του αδελφού της, που ζούσαν στην Αρμενία. Αντιθέτως, η έκφραση τυχόν ευγνωμοσύνης για τη φιλοξενία που της είχε παρασχεθεί  και την εργασία που της έχει προσφερθεί ανάγονται στο απώτερο παρελθόν και ήταν δευτερεύουσα, με δεδομένο μάλιστα ότι με τη φιλανθρωπική δραστηριότητα που διαρκώς ανέπτυσσε προς μέλη της αρμένικης κοινότητας, ανταπέδιδε τη βοήθεια που η ίδια και ο σύζυγός της είχαν δεχθεί. Εκτιμάται, επίσης, ότι, αν αυτός ήταν ο βασικός λόγος των δωρεών, η θανούσα, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, θα επιθυμούσε να τον εκφράσει και ρητά στα δωρητήρια συμβόλαια. Αποδείχθηκε, επιπλέον, ότι μετά τις επίδικες δωρεές, η ενάγουσα διατήρησε τις επαφές με την Αρμένικη κοινότητα και το εναγόμενο, επισκεπτόμενη τακτικά το γηροκομείο του, όπου προσέφερε διάφορα χρηματικά ποσά αλλά και τρόφιμα. Περί το έτος 1994-1995 γνωρίστηκε με το ζεύγος ….., δηλαδή τον εκκαλούντα και μετέπειτα ορισθέντα με διαθήκη κληρονόμο της και τη σύζυγό του, στους οποίους εκμίσθωσε την ισόγεια οικία, που βρισκόταν στο δωρηθέν ακίνητό της. Προϊόντος του χρόνου αναπτύχθηκε στενή σχέση μεταξύ τους, παρά τη μεγάλη διαφορά ηλικίας τους- η σύζυγος του εκκαλούντος έχει γεννηθεί το έτος 1963-με αποτέλεσμα το έτος 2009 να καταβάλει η ίδια εξ ολοκλήρου το τίμημα αγοράς ακινήτου τους. Περί τον Οκτώβριο του έτους 2010, μετά από πτώση, υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση ισχίου και, μετά την έξοδό της από το νοσοκομείο, επέστρεψε στην οικία της. Το βράδυ της ίδιας ημέρας, μετά από παρότρυνση της κουμπάρας της και εξετασθείσας ενώπιον συμβολαιογράφου, ….., έγινε δεκτή και μεταφέρθηκε στο γηροκομείο του εναγομένου, που λειτουργούσε υπ’ευθύνη του στον ……, καθόσον σε αυτό είχε δοθεί η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας του από τον Νομάρχη Πειραιά (σχετ. η υπ’αριθμ. πρωτ. ……. απόφασή του), διότι λόγω της προχωρημένης ηλικίας της αλλά και της κατάστασής της δεν μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί και εκεί υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες και προϋποθέσεις για τη φροντίδα της. Κατά τη διάρκεια της παραμονής της, την επισκεπτόταν καθημερινά η σύζυγος του εκκαλούντος, κάποιες φορές η κουμπάρα της και δύο φορές η μάρτυρας …. …., φίλη της, με την οποία είχε σχεδόν καθημερινή επικοινωνία μέχρι τότε, τηλεφωνική ή δια ζώσης, μαζί με την αδερφή της. Κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, η ενάγουσα, το χρονικό διάστημα των είκοσι τριών ημερών που παρέμεινε στο γηροκομείο, δεν έτυχε της αναμενόμενης περιποίησης και φροντίδας αντιθέτως μάλιστα υπήρξε αποδέκτρια αδιαφορίας και προσβλητικής συμπεριφοράς εκ μέρους του προσωπικού του. Ειδικότερα, της έδιναν καθημερινά να φάει λαπά, ενώ δεν υπήρχε σύσταση συγκεκριμένης τροφής ούτε αυτό δικαιολογείτο από το είδος της επέμβασης στην οποία είχε υποβληθεί, δεν της επέτρεπαν να κάθεται καθιστή στο κρεβάτι, ενώ ο θεράπων ιατρός της είχε δώσει εντολή για κινητοποίησή της, δεν της επέτρεπαν επισκέψεις τρίτων, την άφηναν για αρκετή ώρα με ακαθαρσίες στην πάνα που φορούσε, γεγονός που έπληττε την αξιοπρέπειά της, την επέπλητταν, ενώ απαίτησαν την καταβολή των εξόδων μετάβασής της στο νοσοκομείο με ασθενοφόρο στις 27-11-2010, ύψους 70 ευρώ, και την πληρωμή κάποιων φαρμάκων, που της είχαν χορηγήσει. Παράλληλα, ισχυρίστηκε, ότι κατά τη διάρκεια της παραμονής της, δεν την επισκέφθηκε κανένας εκ των υπευθύνων του εναγομένου ούτε μεταγενέστερα επικοινώνησαν τηλεφωνικά μαζί της, σε ένδειξη στοιχειώδους ενδιαφέροντος. Γεγονός είναι ότι, μετά τη μετάβασή της στο νοσοκομείο «Τζάνειο» για ακτινολογικό έλεγχο στις 27-11-2010, δεν επέστρεψε στο γηροκομείο, παρ’ότι η υγεία της δεν είχε αποκατασταθεί και εξακολουθούσε να έχει ανάγκη φροντίδας, το οποίο η ίδια αποδίδει σε σχετική άρνησή της. Αρχικά επέστρεψε στην οικία της, όπου δεχόταν τη βοήθεια τρίτου προσώπου για είκοσι ημέρες και στη συνέχεια φιλοξενήθηκε στην οικία του ζεύγους ……, για την περίοδο των εορτών των Χριστουγέννων αλλά τελικώς παρέμεινε μαζί τους μέχρι τον θάνατό της, αφού, πέραν της βοήθειας που της προσέφεραν, αισθανόταν ότι βρισκόταν σε οικείο περιβάλλον. Σε αυτούς μάλιστα, δυνάμει του από 21-11-2011 ιδιωτικού συμφωνητικού μισθώσεως εκμίσθωσε τα δύο ισόγεια καταστήματα το δωρηθέντος ακινήτου, προς λειτουργία επιχείρησης, αλλά και το διαμέρισμα του α΄ορόφου, προφανώς για να μην είναι δυνατή η άμεση εκμετάλλευσή του από το εναγόμενο, σε περίπτωση θανάτου της και πριν κριθεί το ζήτημα της ανακλήσεως των δωρεών. Λίγο αργότερα, φέρεται ότι συνέταξε την με ημερομηνία 5-3-2011 ιδιόγραφη διαθήκη της, με την οποία, όπως προεκτέθηκε, εγκατέστησε κληρονόμο ολόκληρης της περιουσίας της τον εκκαλούντα, συμπεριλαμβανομένου και του ποσοστού που είχε μεταβιβάσει με δωρεές στο εναγόμενο, τις οποίες δήλωνε ότι ανακάλεσε-ενώ στην πραγματικότητα η άσκηση της υπό κρίση αγωγής, που περιέχει τη δήλωση ανακλήσεως, έπεται κατά τι χρονικά αλλά λογικά είχε ήδη δοθεί σχετική εντολή στον πληρεξούσιο δικηγόρο της. Στο κείμενό της, που χαρακτηρίζεται από συνοχή, γίνεται αναφορά στην υπόσχεση των εκπροσώπων του εναγομένου, κατά την κατάρτιση των δωρεών, για φροντίδα της, και στην αχαριστία που επέδειξαν όταν μετά την επέμβαση που υποβλήθηκε φιλοξενήθηκε στο γηροκομείο του, οπότε όπως λέει χαρακτηριστικά «όλα άλλαξαν με το ζόρι με κοιτούσαν και κατάλαβα ότι είναι αχάριστοι, με ταϊζανε με λαπά… (ακολουθεί δυσανάγνωστη λέξη) και γι’αυτό έφυγα». Μάλιστα, σύμφωνα με τη μαρτυρία της ως άνω, …….., αλλά και της στενής φίλης της, όπως τουλάχιστον η ίδια δηλώνει, με γνωριμία άνω των 20 ετών, ………, που επιβεβαιώνουν πλήρως τους αγωγικούς ισχυρισμούς, η ενάγουσα αναφερόταν με πικρία στο συγκεκριμένο ζήτημα μέχρι τον θάνατό της. Από την άλλη πλευρά, δύο μάρτυρες (……….), συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα των οποίων φιλοξενούντο ή φλοξενήθηκαν την ίδια εποχή ή μεταγενέστερα στο γηροκομείο, κάνουν λόγο για καλή οργάνωση, καθαριότητα των χώρων και των τροφίμων και περιποίησή τους από το προσωπικό με πραγματικό ενδιαφέρον. Αντίστοιχες δε ήταν και οι επισημάνσεις της κουμπάρας της θανούσας, η οποία ήταν αναμφισβήτητα  ένα οικείο της πρόσωπο, αφού με την από 4-10-1996 εξουσιοδότησή της, την είχε εξουσιοδοτήσει να μεριμνήσει για την περιέλευση των υπαρχόντων της εντός της οικίας της στα ανήψια της στην Αρμενία, μετά τον θάνατό της, την είχε συνοδεύσει κατά την υπογραφή των δωρεών σε συμβολαιογράφο, αλλά και την αγορά του ακινήτου της οικογένειας ,,,,,, και την είχε επισκεφθεί στο νοσοκομείο. Αυτή, σε αντίθεση με τους μάρτυρες απόδειξης, στην μακροσκελή κατάθεσή της επιβεβαιώνει τα θετικά σχόλια της θανούσας για τις συνθήκες διαμονής της στο γηροκομείο και δικαιολογεί την επιθυμία της να επιστρέψει στην οικία της, στον υπερήφανο και ανεξάρτητο χαρακτήρα της, πλην όμως, προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι δεν προτάθηκε η ίδια ως μάρτυρας ανταπόδειξης προκειμένου να εξεταστεί στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αλλά επελέγη ένα τρίτο πρόσωπο για να καταθέσει γενικά για τις συνθήκες φιλοξενίας εντός του γηροκομείου. Μετά από αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού, το Δικαστήριο, το οποίο δεν έχει λόγο να αμφιβάλλει για την πνευματική διαύγεια της θανούσας, η οποία άλλωστε δεν αμφισβητήθηκε, πέραν της αναμενόμενης για την ηλικία της μερικής έκπτωσης των νοητικών και πνευματικών της λειτουργιών, κρίνει ότι, έστω και καθ’υπερβολήν-φερ’ειπείν αληθές είναι ότι η θανούσα έτρωγε λαπά πολύ συχνά και όχι κάθε μέρα, ενώ είναι δεδομένο ότι κάποιες τουλάχιστον επισκέψεις τις δέχθηκε και, επομένως, δεν της απαγορεύτηκαν- οι αιτιάσεις της ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Για τον σχηματισμό της κρίσης του, βαρύνουσας σημασίας στοιχεία αποτελούν, το γεγονός της μη επιστροφής της θανούσας στο γηροκομείο στις 27-11-2010, παρ’ότι ήταν δεδομένη η ανάγκη υποβοήθησής της από τρίτο πρόσωπο καθώς και το σύντομο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την έξοδό της και μέχρι τη φερόμενη ημερομηνία σύνταξης της διαθήκης αλλά και της αγωγής της, που κατατέθηκε στις 7-4-2011, δηλαδή περί τους τρεις και τέσσερις αντίστοιχα μήνες αργότερα. Ακόμα, θα ήταν παράδοξο ένα πρόσωπο βαθιά θρησκευόμενο, με φιλάνθρωπη δράση, που διατηρούσε δεσμούς με την Αρμένικη κοινότητα και το εναγόμενο επί δεκαετίες, να προφασιστεί ανύπαρκτους λόγους αχαριστίας, μόνον και μόνον για να ευνοήσει την οικογένεια ….., την οποία ήδη είχε ενισχύσει σημαντικά, όπως προεκτέθηκε. Όλα τα παραπάνω αποδειχθέντα περιστατικά καταδεικνύουν ότι οι εκπρόσωποι του εναγομένου, όποιοι ήταν αυτοί,  παρ’ότι  μετά βεβαιότητας γνώριζαν τη μεταφορά και παραμονή της στο γηροκομείο, που λειτουργούσε υπ’ευθύνη του, αφού είχε προηγηθεί σχετικό αίτημα από την πλευρά της θανούσας ή οικείου της προσώπου, παρέλειψαν να δώσουν τις απαραίτητες εντολές και υποδείξεις για τη φροντίδα της, που, λόγω και της προσφοράς της, δικαιολογείτο να είναι ακόμη και αυξημένη σε σχέση με τους λοιπούς τροφίμους. Παράλληλα, δεν την επισκέφθηκαν ώστε να εκφράσουν εμπράκτως το ενδιαφέρον τους για την πορεία της υγείας της ούτε τότε αλλά ούτε και στην οικία της. Έτσι, η θανούσα δεν εισέπραξε τη φροντίδα, στοργή και το ενδιαφέρον που ανέμενε. Λαμβάνοντας υπόψη και τη σημαντική αξία των δωρηθέντων, φερόμενης αντικειμενικής αξίας 123.989 ευρώ και εμπορικής τουλάχιστον 155.000 ευρώ, οι εξακολουθητικές αυτές ενέργειές τους, αποτελούν, κατά κοινή αντίληψη, βαριά αντικοινωνική συμπεριφορά, που αποδεικνύει έλλειψη ευγνωμοσύνης προς τη δωρήτρια, διότι αντιβαίνουν στις κρατούσες στην κοινωνία αντιλήψεις περί ηθικής και ευπρέπειας και στοιχειοθετούν την κατά την έννοια του άρθρου 505 του ΑΚ αχαριστία, που δικαιολογούν την ανάκληση των δωρεών (ΑΠ 1439/2017, ΑΠ 655/2014 ό.π). Οι ενέργειες αυτές, τοποθετούνται χρονικά από τις αρχές περίπου Νοεμβρίου του έτους 2010, όταν δηλαδή η δωρήτρια εισήχθη στο νοσοκομείο, και εντεύθεν, συνεπώς, μέχρι την άσκηση της αγωγής, που ολοκληρώθηκε με την επίδοσή της στο εναγόμενο, στις 12-4-2011 (υπ’αριθμ. …….. έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ………..), δεν είχε συμπληρωθεί η ετήσια αποσβεστική προθεσμία, που ορίζεται στο άρθρο 510 του ΑΚ και ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 280 του ΑΚ, ΕφΠειρ 295/2016, ΕφΠειρ 544/2015 ό.π, ΕφΔωδ (ΜεταβΚω) 184/2013, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).

Κατ’ακολουθίαν όσων προεκτέθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και αφενός μεν να  αναγνωριστεί ως νόμιμη η δι’αυτής ανάκληση εκ μέρους της δωρήτριας των δωρεών προς το εναγόμενο, των ¾ εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του ακινήτου (οικοπέδου μετά των επ’αυτού κτισμάτων), που περιγράφεται στο σκεπτικό, αφετέρου δε να υποχρεωθεί το τελευταίο να το αναμεταβιβάσει στον ενάγοντα, και, σε περίπτωση αρνήσεώς του, να καταδικαστεί σε σχετική δήλωση βουλήσεως. Επίσης, λόγω της νίκης του εκκαλούντος, πρέπει να διαταχθεί, κατ’άρθρο 495 παρ. 4 εδ.ε΄ του ΚΠολΔ, η επιστροφή του παραβόλου ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που καταβλήθηκε κατά την κατάθεσή της, και να επιβληθούν σε βάρος του εναγομένου-εφεσίβλητου, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος-εκκαλούντος, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 106, 176, 180 § 1,  183 και 191 § 2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 63 § 1i περ.α, 68 § 1 και 69 του ν.4194/2013).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 22-12-2014 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………) έφεση του ενάγοντος, κατά της υπ’αριθμ. 3097/2014 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν τυπικά  και κατ’ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου, ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που κατέβαλε ο εκκαλών κατά την κατάθεσή της.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει αυτήν κατ’ουσίαν

ΔΕΧΕΤΑΙ την από 4-4-2011 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ……..) αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ως νόμιμη την δι’αυτής ανάκληση των μνημονευόμενων στο σκεπτικό δωρεών.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ το εναγόμενο να αναμεταβιβάσει στον ενάγοντα την ψιλή κυριότητα των ¾ εξ αδιαιρέτου του περιγραφόμενου στο σκεπτικό ακινήτου και, συγκεκριμένα, ενός οικοπέδου, κειμένου στη θέση «….» της περιφέρειας του Δήμου Πειραιά, εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως και επί της οδού ………, εκτάσεως 192,60 τμ, μετά των επ’αυτού κτισμάτων και, συγκεκριμένα, μίας ισόγειας οικίας, 93,79 τμ, δύο ισόγειων καταστημάτων, επιφάνειας 19,8 και 18 τμ και ενός διαμερίσματος του α΄ορόφου, επιφάνειας 44,05 τμ., και, σε περίπτωση αρνήσεώς του, καταδικάζει αυτό σε σχετική δήλωση βουλήσεως.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγομένου-εφεσίβλητου τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος-εκκαλούντος, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτώ χιλιάδων (8.000) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στις 21-6-2018.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

 

Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις, με την παρουσία της Γραμματέως, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 10-7-2018.

               Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ