Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 459/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης 459 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

  ——————————————-

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών  και τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΑΦΟΥ   ΜΕΛΕΤΗΣΕ   ΤΗ  ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΣΥΜΦΩΝΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΝΟΜΟ

 Η κρινόμενη από 4-5-2017 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……….), έφεση της ενάγουσας, που ηττήθηκε μερικώς στην πρωτοβάθμια δίκη, κατά της υπ’ αριθ. 1494/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών (άρθρα 647 και επ. του ΚΠολΔ), και δέχθηκε εν μέρει την από 5-7-2016 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……….) αγωγή της κατά της εναγομένης, περί καταβολής οφειλομένων μισθωμάτων μετά του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ), και έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρο 495 § 1 εδ.α΄του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015), που εφαρμόζεται για τις εφέσεις  που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), 499, 500, 511, 513 § 1 εδαφ.β΄, 516 § 1, 517 και 520 § 1 του ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 § 2 του ΚΠολΔ, όπως ήδη ισχύει, κατά τα άνω, αφού το εμπρόθεσμο της έφεσης κρίνεται από τον νόμο που ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της εκκαλουμένης (άρθρο 24 § 1 εδ.α΄ του ΕισΝΚΠολΔ), δηλαδή πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευσή της,  εφόσον δεν γίνεται επίκληση ούτε προκύπτει επίδοσή της προς ή από την εκκαλούσα, ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου, και για το παραδεκτό της καταβλήθηκε κατά την κατάθεσή της το προβλεπόμενο παράβολο (σχετ. η από 19-5-2017 απόδειξη πληρωμής e-παραβόλου της Τράπεζας Πειραιώς). Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, εντός των ορίων που καθορίζονται με αυτούς (άρθρα 522, 533 § 1 του ΚΠολΔ), κατά την αυτή διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη.

Η εκκαλούσα ισχυρίστηκε με την αγωγή της, ότι τυγχάνει συγκυρία σε ποσοστό 7/16 εξ αδιαιρέτου του ειδικότερα περιγραφόμενου ακινήτου (καταστήματος), στο παλαιό λιμάνι των Σπετσών, και ότι δυνάμει του από 11-5-2012

ιδιωτικού συμφωνητικού, το εκμίσθωσε από κοινού με την ……., επίσης συνιδιοκτήτρια, κατά το ποσοστό των 8/16 εξ αδιαιρέτου, για το χρονικό διάστημα από τις 15-6-2012 έως τις 30-5-2024, στην εναγομένη, της οποίας ο διαχειριστής είναι και αυτός συνιδιοκτήτης του, κατά το απομένον ποσοστό του 1/16 εξ αδιαιρέτου, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ως εστιατόριο-καφετέρια, με μηνιαίο μίσθωμα ύψους 1.300 ευρώ, εκ του οποίου στο ποσοστό συνιδιοκτησίας της αναλογούσαν 625 ευρώ. Ότι με το νεώτερο από 9-11-2012 ιδιωτικό συμφωνητικό, μειώθηκε το μίσθωμα στο ποσό των 875 ευρώ, και, επομένως, το ποσό που αντιστοιχούσε στο ποσοστό συνιδιοκτησίας της, σε 525 ευρώ. Ότι η εναγομένη αν και έκανε ανενόχλητη χρήση του μισθίου, δεν της έχει καταβάλει μέρος του μισθώματος του μηνός Νοεμβρίου 2014, ύψους 85 ευρώ και τα μισθώματα των μηνών Δεκεμβρίου 2014 έως και Ιουλίου 2016, κατά το μέρος που της αναλογεί, ύψους 10.580 ευρώ, καθώς και το αναλογούν τέλος χαρτοσήμου, ύψους 737,10 ευρώ, Ακολούθως, ζητούσε να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 11.317,10 ευρώ, όπως ανωτέρω αναλύεται, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη που κάθε επιμέρους μίσθωμα κατέστη απαιτητό και μέχρι την εξόφληση, με βάση τη μισθωτική σχέση και επικουρικά κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, και να επιβληθούν σε αυτήν τα δικαστικά της έξοδα.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού απέρριψε την αγωγή ως προς την επικουρική της βάση, δέχθηκε εν μέρει αυτήν ως προς την κύρια βάση της, και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 2.765 ευρώ, για μέρος του μισθώματος Νοεμβρίου 2014 και για μισθώματα Δεκεμβρίου 2014, μέρος του μισθώματος Μαρτίου 2016 και μισθώματα Απριλίου, Μαΐου, Ιουνίου και Ιουλίου 2016, καθώς και το ποσό των 737,10 ευρώ, για τέλος χαρτοσήμου των μηνών Μαΐου 2013 έως και τον Ιούλιο του 2016, με τον νόμιμο τόκο από την έκτη ημέρα του αντίστοιχου ημερολογιακού μήνα και μέχρι την εξόφληση, ενώ καταδίκασε αυτήν και στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία προσδιόρισε στο ποσό των 200 ευρώ.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται η εκκαλούσα με τους λόγους της έφεσής της, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, και την εν όλω αποδοχή της αγωγής.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 416 και 422 του ΑΚ συνάγεται ότι, εναγόμενος ο οφειλέτης προς πληρωμή ορισμένου χρέους και ισχυριζόμενος απόσβεση αυτού με καταβολή, αρκεί να αποδείξει την καταβολή αυτή, χωρίς να είναι ανάγκη να αποδείξει και ότι η εν λόγω καταβολή αφορά το επίδικο χρέος (γιατί τούτο εξυπακούεται αφού σ` αυτό αναφέρεται η δίκη (ΑΠ 1221/2017, ΑΠ 575/2015 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Ο δανειστής, αμυνόμενος, δικαιούται, κατ’ αντένσταση, να ισχυριστεί ότι η προβαλλόμενη από τον οφειλέτη καταβολή δεν αφορά στο επίδικο, αλλά σε άλλο χρέος του προς αυτόν. Στην τελευταία περίπτωση, εφόσον ο οφειλέτης αρνείται την ύπαρξη του άλλου χρέους, ο δανειστής είναι υποχρεωμένος ν’ αποδείξει τα παραγωγικά του χρέους αυτού γεγονότα (ΑΠ 1221/2017, ΑΠ 575/2015, ό.π, ΑΠ 531/2015 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), ο δε οφειλέτης ν’αποκρούσει την αντένσταση προβάλλοντας, κατ’ επανένσταση, και αποδεικνύοντας, ότι η καταβολή έγινε για την εξόφληση του επίδικου χρέους με βάση τον μονομερή καθορισμό του εξοφλητέου (από τα περισσότερα) χρέους είτε βάσει της διατάξεως του άρθρου 422 εδ. β΄ του ΑΚ (ΑΠ 1221/2017 όπ. ΑΠ 234/2014, ΕΠΙΣΚΕΔ 2014.316).  Περαιτέρω, αναγκαίες είναι οι δαπάνες οι οποίες είναι απαραίτητες για τη διατήρηση του μισθίου κατάλληλου για τακτική εκμετάλλευση και χρήση. Ο μισθωτής έχει δικαίωμα να προβεί ο ίδιος κατά τη διάρκεια της μίσθωσης στις αναγκαίες δαπάνες, οπότε ο εκμισθωτής έχει υποχρέωση να του τις αποδώσει. Την αξίωσή του αυτή ο μισθωτής μπορεί, ως εναγόμενος, για ικανοποίηση αξίωσης του εκμισθωτή- για φθορές που προκλήθηκαν στο μίσθιο και για την ταυτότητα του νομικού λόγο για καταβολή οφειλόμενων μισθωμάτων- να επιδιώξει και με την προβολή ένστασης συμψηφισμού, κατά τις διατάξεις των άρθρων 440 και 441 του ΑΚ (ΑΠ 65/2008 αδημ.ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Η ένσταση αυτή, πρέπει κατά το άρθρο 262 παρ. 1 του ΚΠολΔ να περιλαμβάνει ορισμένη αίτηση και σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν (ΑΠ 65/2008, ό.π, ΕφΘεσ 1275/2008 Αρμ 2009.1167). Είναι δηλαδή αναγκαίο για το ορισμένο της να προσδιορίζεται η αιτία γένεσης της ανταπαίτησης (ΕφΛαρ 377/2011 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2012.101, ΕφΑθ 3060/2007, ΕλλΔνη 2007.1709). Η παράλειψη αυτή δεν μπορεί να αναπληρωθεί και για το λόγο αυτό η άνω αοριστία να θεραπευτεί με την αναφορά σε έγγραφα που περιέχουν τα περιστατικά αυτά, με ανάλογη εφαρμογή των όσων γίνονται δεκτά σε σχέση με το ορισμένο της αγωγής (ΕφΛαρ 377/2011 ό.π). Έτσι, στην περίπτωση που ο μισθωτής, ως εναγόμενος, προτείνει σε συμψηφισμό  ανταπαίτησή του για αναγκαίες δαπάνες που έκανε στο μίσθιο, θα πρέπει για την πληρότητά της να επικαλεστεί την ποιότητα και ποσότητα των υλικών που απαιτήθηκαν καθώς και τις δαπάνες για τις επιμέρους εργασίες αποκατάστασης (ΕφΠατρ 153/2011, ΑΧΑΝΟΜ 2012.91 με σχετ. σκέψη και στην ΕφΠειρ (Μον) 562/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).

Από την εκτίμηση της κατάθεσης του μάρτυρα αποδείξεως που εξετάστηκε ενόρκως ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση, πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, μεταξύ των οποίων οι προσκομιζόμενες από την εφεσίβλητη-τρεις συνολικά-φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 § 1 περ. γ΄, 448 § 2, 457 § 4 του ΚΠολΔ), και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § § 3 και 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης : Με το από 11-5-2012 ιδιωτικό συμφωνητικό επαγγελματικής μίσθωσης που συνυπέγραψαν, αφενός η ………., η ενάγουσα και ο …………., ως συνιδιοκτήτες, κατά το ποσοστό των 8/16, των 7/16 και του 1/16 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, ενός καταστήματος, κειμένου στο Παλαιό Λιμάνι Σπετσών, αποτελούμενου από έναν κύριο χώρο, κουζίνα και WC, και αφετέρου η εναγομένη, καταρτίστηκε μεταξύ αυτών σύμβαση επαγγελματικής μίσθωσης και παραχωρήθηκε η χρήση του παραπάνω καταστήματος στην τελευταία, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως εστιατόριο-καφετέρια. Η διάρκεια της μίσθωσης ορίσθηκε δωδεκαετής, αρχόμενη από τις 15-6-2012 και το μηνιαίο μίσθωμα καθορίστηκε στο ποσό των 1.300 ευρώ, καταβαλλόμενο, μετά του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου (3,6 %), εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε ημερολογιακού μήνα, για τα δύο πρώτα μισθωτικά έτη και αναπροσαρμοζόμενο έκτοτε κατά τα ειδικότερα οριζόμενα. Συμφωνήθηκε, επίσης, επιμερισμός του μισθώματος ανά συγκυρία, ώστε η ενάγουσα να λαμβάνει μηνιαίως το ποσό των 650 ευρώ. Στη συνέχεια, με το από 9-11-2012 νεώτερο ιδιωτικό συμφωνητικό, οι συμβαλλόμενοι συμφώνησαν μείωση του μηνιαίου μισθώματος στο ποσό των 825 ευρώ, εκ του οποίου η ενάγουσα θα ελάμβανε το ποσό των 525 ευρώ μηνιαίως, πλέον του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου (3,6 %), δηλαδή 18,9 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από την 1-11-2012 έως τις 31-5-2014, και συνολικά 543,9 ευρώ. Νεώτερη συμφωνία, όπως ισχυρίζεται η εναγομένη, για μεταβολή και δη μείωση της αναλογίας επί του μισθώματος που δικαιούτο η ενάγουσα, ουδόλως αποδείχθηκε. Η προσκομιζόμενη από την εναγομένη, από 29-2-2016 απόδειξη υποβολής δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακινήτων της, λαμβάνεται μεν υπόψη (άρθρα 524 παρ.1 σε συνδυασμό με 270 παρ.2 εδ.β΄του ΚΠολΔ), ως μη πληρούν τους όρους του νόμου αποδεικτικό μέσο, εφόσον αποτελεί ιδιωτικό έγγραφο αποδεικνύον υπέρ του εκδότη του (ΑΠ 1402/2015 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΛαρ 91/2016, ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2016.665), αλλά δεν αποδεικνύει τέτοια μεταβολή, καθώς μάλιστα δεν ενισχύεται από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Περαιτέρω, η εναγομένη, με τις προτάσεις της, παραδεκτώς ως εφεσίβλητη (άρθρο 527 αρ.1 του ΚΠολΔ), προτείνει  ουσιαστικά το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου-καθώς δεν προκύπτει η πρότασή του με σχετική σημείωση στα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης (ΕφΛαρ 161/2015 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2015.633)-την εκ του άρθρου 416 του ΑΚ ένσταση μερικής εξόφλησης, αναφορικά με το μίσθωμα των μηνών Νοεμβρίου 2014 έως και Ιανουαρίου 2015, συνομολογώντας κατά τα λοιπά ρητώς, όπως και πρωτοδίκως, κατά τον βάσιμο σχετικό λόγο έφεσης, ότι εξακολουθεί να οφείλει στην εκκαλούσα το ποσό των 9.406,20 ευρώ για μισθώματα του απομένοντος χρονικού διαστήματος, δηλαδή από τον Φεβρουάριο 2015 έως τον Ιούλιο 2016. Παράλληλα, η ίδια, καθ’υποφοράν, παραθέτει την υφιστάμενη οφειλή της και τις συνολικές καταβολές στις οποίες έχει προβεί έναντι της ενάγουσας ανά έτος, δηλαδή επικαλείται την ύπαρξη και άλλων χρεών και μάλιστα παλαιότερων των επίδικων, με αποτέλεσμα, ελλείψει επικλήσεως άλλης συμφωνίας μεταξύ των μερών, την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 422 του ΑΚ, σύμφωνα με τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε, χωρίς μάλιστα την προβολή και σχετικής αντένστασης εκ μέρους της ενάγουσας. Έτσι, το έτος 2012, από τη συνολική οφειλή των 4.454,80 ευρώ, για μισθώματα και αναλογούν τέλος χαρτοσήμου, δηλώνει ότι έχει καταβάλει 3.240 ευρώ, απομένοντας υπόλοιπο 1.214,80 ευρώ, για το έτος 2013, από τη συνολική οφειλή των 6.526,80 ευρώ, δηλώνει ότι έχει καταβάλει 2.775 ευρώ, απομένοντας υπόλοιπο 3.751,80 ευρώ, για το έτος 2014, από τη συνολική οφειλή των 6.526,80 ευρώ, ότι έχει καταβάλει 4.420 ευρώ και απομένει υπόλοιπο 2.106,80 ευρώ, για το έτος 2015, από τη συνολική οφειλή των 6.526,80 ευρώ, ότι έχει καταβάλει 4.320 ευρώ και απομένει υπόλοιπο 2.206,80 ευρώ και για το 2016 μέχρι και τον Ιούλιο, από τη συνολική οφειλή των 3.626 ευρώ, την οποία υπολογίζει με μειωμένο μίσθωμα, ύψους 500 ευρώ, με την επίκληση σχετικής συμφωνίας που δεν αποδείχθηκε, κατά τα προεκτεθέντα, ότι έχει καταβάλει 3.500 ευρώ, και απομένει υπόλοιπο 126 ευρώ. Συνεπώς, με τις  καταβολές αυτές, ύψους 18.255  (3.240 + 2.775 + 4.420 + 4.320 + 3.500) ευρώ συνολικά, τις οποίες η ενάγουσα δεν αμφισβήτησε ούτε πρωτοδίκως ούτε και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από τα παραπάνω ληξιπρόθεσμα χρέη εξοφλήθηκαν διαδοχικά τα παλαιότερα χρέη, δηλαδή όλα τα μισθώματα του έτους 2012, 2013 και 2014, συνολικού ποσού 17.508,4 (4.454,80 + 6.526,80+ 6.526,80) ευρώ, αφού οι καταβολές αυτές τα υπερκαλύπτουν και, επιπλέον, μέρος των μισθωμάτων του έτους 2015, ύψους 746,6 (18.255 -17.508,4) ευρώ, και συγκεκριμένα, το αρχαιότερο χρέος (άρθρο 422 του ΑΚ), δηλαδή το μίσθωμα του μηνός Ιανουαρίου και μέρος του μισθώματος του Φεβρουαρίου, ύψους 202,7 (746,6 – 543,90) ευρώ, απομένοντας υπόλοιπο 341,2 (543,90 – 202,7) ευρώ. Επομένως, η εναγομένη εξακολουθεί να οφείλει στην ενάγουσα, μέρος του μισθώματος του μηνός Φεβρουαρίου 2015, καθώς και τα μισθώματα των μηνών Μαρτίου 2015 έως και Ιουλίου 2016, δηλαδή συνολικά 9.587,5 [341,2 + 9.246,3 (543,90 Χ 17)] ευρώ, με βάση υπολογισμού, και για το έτος 2016, το μίσθωμα των 525 ευρώ, και όχι των 500 ευρώ, που ισχυρίστηκε η εναγομένη, με βάση το οποίο το οφειλόμενο ποσό θα ήταν 9.406,20 [341,2 + 5.439 (543,90 Χ 10) + 3.626 (518 Χ 7)] ευρώ. Πλέον αυτών,  όπως προκύπτει από τις προτάσεις της ήδη εφεσίβλητης – εναγομένης που κατατέθηκαν πρωτοδίκως και ενσωματώνονται στο δικόγραφο των προτάσεών της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, αυτή ισχυρίστηκε επί λέξει τα εξής: «… η εταιρεία μας ενημέρωσε την ενάγουσα… ότι είναι αναγκαίο να διενεργηθούν επισκευές στο μίσθιο, ιδία υπερύψωση του στηθαίου της οροφής του κτιρίου περιμετρικά, αλλαγή των ηλεκτρολογικών καλωδιώσεων, ανακατασκευή των τουαλετών και αλλαγή όλων των υδραυλικών σωληνώσεων… Η ενάγουσα παρά το ότι γνώριζε τις επισκευές αυτές και της γνωστοποιήθηκε …..το συνολικό κόστος αυτών εξ ευρώ 10.395,19 ευρώ, αδιαφόρησε…προτείνουμε σε συμψηφισμό με την ένδικη οφειλή μας από μισθώματα …… την απαίτηση της εταιρείας μας κατά της ενάγουσας εξ ευρώ 4.547,89». Η ένσταση όμως αυτή συμψηφισμού, έτσι όπως προτάθηκε, δηλαδή χωρίς σαφή έκθεση στις προτάσεις της εφεσίβλητης – εναγομένης των περιστατικών που θεμελιώνουν κατά τον νόμο την παραπάνω ανταπαίτησή της, που προβλήθηκε σε συμψηφισμό εναντίον της ήδη εκκαλούσας-ενάγουσας, είναι αόριστη. Το πρωτοβάθμιο επομένως Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε την ανωτέρω ένσταση, αν και ως κατ’ουσίαν αβάσιμη και όχι ως αόριστη, δεν έσφαλε κατ’αποτέλεσμα.

Κατόπιν, επομένως, όλων όσων προεκτέθηκαν, η εκκαλουμένη απόφαση που δέχθηκε την αγωγή εν μέρει και επιδίκασε στην ενάγουσα, συνολικά, το ποσό των 3.502,1 (2.765 + 737,10) ευρώ, έσφαλε κατά την εκτίμηση των σχετικών αποδείξεων και πρέπει κατά παραδοχή του σχετικού λόγου εφέσεως, να εξαφανιστεί αυτή, στο σύνολό της, διότι τούτο επιβάλλεται για την ενότητα της εκτέλεσης, η οποία θα επιτευχθεί μόνο με την εκτέλεση της παρούσας αποφάσεως (ΕφΑνΚρ 79/2014, ΕφΠειρ (Μον) (Ναυτ) 619/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), αναγκαίως δε και κατά την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της  που θα καθορισθεί από την αρχή (ΕφΑνΚρ 79/2014 ό.π, ΕφΑθ 1404/2014, Αρμ 2015.208). Ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 § 1 του ΚΠολΔ),  πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν, κατά παραδοχή της προταθείσας εκ μέρους της εναγομένης, ένστασης μερικής εξόφλησης, ως εν μέρει βάσιμης και κατ’ουσίαν και να υποχρεωθεί η τελευταία να καταβάλει στην ενάγουσα, για τη μνημονευόμενη στο σκεπτικό αιτία, ήτοι για αναλογία μισθώματος του χρονικού διαστήματος από τον Φεβρουάριο 2015 έως τον Ιούλιο του έτους 2016, το ποσό των 9.587,50 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο για κάθε επιμέρους ποσό, από την έκτη ημέρα του αντίστοιχου ημερολογιακού μήνα και μέχρι την εξόφληση. Επίσης, λόγω της μερικής νίκης της εκκαλούσας, πρέπει να διαταχθεί, κατ’άρθρο 495 παρ. 4 εδ.ε΄ του ΚΠολΔ, η επιστροφή του παραβόλου ποσού εκατό (100) ευρώ, που καταβλήθηκε κατά την κατάθεση της έφεσης, και να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης-εφεσίβλητης, μέρος των δικαστικών εξόδων της, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, λόγω της νίκης της και ανάλογα προς την έκταση αυτής, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρα 106, 176, 183 και 191 § 2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 63 § 1i περ.α, 68 § 1 και 69 του ν.4194/2013).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 4-5-2017 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………..) έφεση της ενάγουσας, κατά της υπ’αριθμ. 1494/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ  αυτήν τυπικά και κατ’ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, που κατέβαλε η εκκαλούσα κατά την κατάθεσή της.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει αυτήν κατ’ουσίαν.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 5-7-2016 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. …………) αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων ογδόντα επτά ευρώ και πενήντα λεπτών (9.587,50), με τον νόμιμο τόκο, για κάθε επιμέρους οφειλόμενο ποσό του χρονικού διαστήματος, από Φεβρουάριο 2015 έως και Ιούλιο 2016, από την έκτη ημέρα του αντίστοιχου ημερολογιακού μήνα και μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης-εφεσίβλητης, μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας-εκκαλούσας, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται  οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 13-7-2018.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ