Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 198/2019

Αριθμός  198/2019

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών,  Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη και Γεώργιο Βερούση, Εφέτη-Εισηγητή,   και από τη Γραμματέα Γ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από  23.3.2017 (γεν. αριθ. καταθ. ……., ειδ. αριθ. καταθ. ……) έφεση της εναγομένης της από 10.11.2014 (αριθ. εκθ. καταθ. …….) αγωγής ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά της με αριθμό 352/2016 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου, το οποίο δίκασε αντιμωλία των διαδίκων την προαναφερόμενη αγωγή κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, στις 4.4.2017, καθόσον από τα έγγραφα που περιέχονται στη δικογραφία δεν προκύπτει επίδοση  της εκκαλουμένης και από τη δημοσίευσή της δεν έχει παρέλθει διετία. Επιπλέον, έχει κατατεθεί το οριζόμενο παράβολο, σύμφωνα με επισημείωση του  γραμματέα του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου επί του εφετηρίου. Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να εξεταστεί, περαιτέρω, ως προς τη βασιμότητα των λόγων  της με την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Κατά το άρθρο 1765 παρ. 1, 2 ΑΚ ιδιόγραφη διαθήκη μπορεί να ανακληθεί και αν ο διαθέτης με πρόθεση ανάκλησης καταστρέψει το έγγραφό της, εάν δε, κατέστρεψε το έγγραφο της διαθήκης τεκμαίρεται, ότι είχε σκοπό να ανακαλέσει την διαθήκη (ΑΠ 484/2013 ΕλΔνη 2015.451).

Στην προκειμένη περίπτωση, με την από 10.11.2014 (αριθ. εκθ. καταθ. ………) αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η ενάγουσα-ήδη εφεσίβλητη ιστορούσε ότι κατά την αναγραφόμενη στην αγωγή ημεροχρονολογία απεβίωσε η γιαγιά της από τη μητρική γραμμή, η οποία (αποβιώσασα) δυνάμει της με  αριθμό …….. δημόσιας διαθήκης της συμβολαιογράφου Νίκαιας …….. είχε εγκαταστήσει αυτήν (ενάγουσα), κληρονόμο επί του ακινήτου που περιγράφεται  στην αγωγή. Ότι μετά τον θάνατο της προαναφερομένης κληρονομουμένης, δημοσιεύτηκε  με επιμέλεια  της εναγομένης-εκκαλούσας και κηρύχθηκε κυρία η από 14.1.1999 ιδιόγραφη διαθήκη της  ως άνω κληρονομουμένης, δυνάμει της οποίας η τελευταία κατέλιπε στην ίδια (ενάγουσα) την ψιλή κυριότητα του προαναφερομένου ακινήτου και στην εναγομένη την επικαρπία του. Ότι η σύνταξη της παραπάνω ιδιόγραφης διαθήκης έγινε κατόπιν υπαγόρευσης από την  εναγομένη και η διαθέτιδα αμέσως μετά τη σύνταξή της τεμάχισε το φύλλο χάρτου, επί  του οποίου είχε αποτυπωθεί η διαθήκη, δηλώνοντας την ανάκλησή της, ενώ η εκκαλούσα,  μετά το θάνατο της κληρονομουμένης προέβη στη συγκόλληση των τεμαχίων και στη συνέχεια εμφάνισε το έγγραφο προς δημοσίευση  ως διαθήκη της αποβιώσασας. Ζήτησε δε με την αγωγή της, να αναγνωρισθεί ότι η από 14.1.1999 ιδιόγραφη διαθήκη της ως άνω διαθέτιδας δεν αποτελεί διαθήκη και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα άλλως να αναγνωρισθεί ότι ο τεμαχισμός της από τη διαθέτιδα συνιστά ανάκλησή της, καθώς και να καταδικαστεί η εναγομένη στη δικαστική δαπάνη. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού  έκρινε την αγωγή νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1718 επ., 1763 επ. του ΑΚ, και 70 του ΚΠολΔ, έκανε δεκτή την αγωγή ως βάσιμη κατ΄ ουσίαν και αναγνώρισε ότι η από 14.1.1999 ιδιόγραφη διαθήκη που δημοσιεύτηκε  με βάση τα με αριθμό 287/2007 πρακτικά και απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά δεν αποτελεί διαθήκη και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα, ενώ επέβαλε σε  βάρος της εναγομένης-εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας-εφεσίβλητης, τα οποία όρισε στο ποσό των 600 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται με την κρινόμενη έφεση η εναγομένη-εκκαλούσα για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή  εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, να  απορριφθεί η αγωγή και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στη καταβολή της δικαστικής της δαπάνης.

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και επαναπροσκομίζουν είτε ως αυτοτελή  αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά  περιστατικά: Στις 16.4.2000 απεβίωσε στο Κορυδαλλό Αττικής η ………., η οποία ήταν μητέρα της εκκαλούσας και γιαγιά, από τη μητρική γραμμή, της εφεσίβλητης. Η παραπάνω κληρονομουμένη, με την με αριθμό ……… δημόσια διαθήκη της ενώπιον της συμβολαιογράφου Νίκαιας ………,  κατέλιπε στην εφεσίβλητη ένα ισόγειο κατάστημα, που βρισκόταν στη Νίκαια Αττικής επί  της διασταύρωσης των οδών …….. καθώς και το ½  εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου, επί του οποίου βρισκόταν το ως άνω κατάστημα.  Η παραπάνω διαθήκη δημοσιεύτηκε με τα με αριθμό 933/2000 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και στη συνέχεια η εφεσίβλητη αποδέχθηκε την κληρονομία με την με αριθμό ….. πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Νίκαιας ………., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Νίκαιας, στον τόμο .. και με αριθμό …. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι, δυνάμει των με αριθμό 287/2007 πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, δημοσιεύτηκε και κηρύχθηκε κυρία  η από 14.1.1999 ιδιόγραφη διαθήκη της προαναφερομένης κληρονομουμένης, δυνάμει της  οποίας η εφεσίβλητη εγκαθίστατο ως κληρονόμος στην ψιλή κυριότητα του παραπάνω  ακινήτου και η εκκαλούσα εγκαθίστατο ως  κληρονόμος  στην επικαρπία του. Από τα  προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι κατά το χρόνο σύνταξη της παραπάνω ιδιόγραφης διαθήκης, η κληρονομουμένη διέμενε στην οικία της θυγατέρας της, ……. και, σύμφωνα με την κατάθεση της τελευταίας, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η εκκαλούσα με φορτικότητα απαίτηση από τη μητέρα της τη σύνταξη  ιδιόγραφης διαθήκης, γεγονός το οποίο πέτυχε με κείμενο που η διαθέτης έγραψε με  υπαγόρευσή της (της εκκαλούσας). Ειδικότερα, αποδεικνύεται ότι, στις 14.1.1999, ενώ η  κληρονομουμένη βρισκόταν σε δωμάτιο της οικίας της θυγατέρας της ……, στο οποίο είχε προηγουμένως εισέλθει η εκκαλούσα, η τελευταία με φορτικότητα και  εκμεταλλευόμενη την ευάλωτη ψυχική της υγεία, καθόσον είχε κατάθλιψη, της υπαγόρευσε  το κείμενο της διαθήκης, που τελικά δημοσιεύτηκε με τα με αριθμό 287/2007 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Μετά δε την είσοδο της  παραπάνω θυγατέρας της στο δωμάτιο και την επίπληξή της προς την εκκαλούσα για τη  συμπεριφορά  αυτής (εκκαλούσας) προς τη μητέρα τους, η διαθέτης άμεσα τεμάχισε τη  συνταχθείσα διαθήκη, ενώ στη συνέχεια αποχώρησε από τον παραπάνω χώρο. Μετά δε την αποχώρηση της κληρονομουμένης και της θυγατέρας της (……..), η  εκκαλούσα συνέλεξε τα τεμάχια της διαθήκης, τα οποία μετά από συρραφή τους εμφάνισε ως διαθήκη ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά προς δημοσίευση. Ο  άμεσος τεμαχισμός της από την κληρονομουμένη αποδεικνύεται  από την προαναφερόμενη κατάθεση της ……, η οποία καταθέτει ότι, αν  και η μητέρα της (κληρονομουμένη) αρνούνταν να γράψει επαναλαμβάνοντας τη φράση «δεν μπορώ» η εκκαλούσα συνέχιζε να την πιέζει, πιάνοντας τα χέρια της, για να γράφει όσα η ίδια της υπαγόρευε, μετά δε την εμφάνιση  αυτής (……..) και την παρατήρηση, που απεύθυνε στην εκκαλούσα-αδελφή της, η μητέρα τους έσκισε το έγγραφο. Τα παραπάνω δεν αναιρούνται από άλλα αποδεικτικά μέσα, δεδομένου ότι η μάρτυρας, που εξετάστηκε με επιμέλεια της εκκαλούσας στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου δεν είχε προσωπική αντίληψη για τα γεγονότα, τα οποία κατέθετε και τα οποία (γεγονότα) γνώριζε από διηγήσεις της εκκαλούσας.  Από τα παραπάνω τεκμαίρεται ότι η διαθέτης με τον παραπάνω τεμαχισμό είχε σκοπό να ανακαλέσει την διαθήκη. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε την αγωγή ως  κατ΄ ουσία βάσιμη έστω και με διαφορετική αιτιολογία, που αντικαθίσταται από την προαναφερόμενη  δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και τα  αντιθέτως υποστηριζόμενα με την έφεση είναι απορριπτέα ως κατ΄ ουσία αβάσιμα. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση ως κατ΄ ουσία  αβάσιμη και να καταδικαστεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για  τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 183, 176 του ΚΠολΔ και 22 παρ 2 ν.  3696/1957), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η  κατάπτωση του κατατεθέντος από την εκκαλούσα, κατά την κατάθεση της έφεσής της,  παραβόλου, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ του ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 23.3.2017 (γεν. αριθ. καταθ. ……., ειδ. αριθ. καταθ. ……..) έφεση  της εναγομένης της από 10.11.2014 (αριθ. εκθ. καταθ. ………) αγωγής ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά της με αριθμό 352/2016 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσία την  έφεση.

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης του  παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

Διατάσσει την κατάπτωση του κατατεθέντος  από την εκκαλούσα, κατά την κατάθεση της έφεσής της, παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 7 Φεβρουαρίου 2019.

 

Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις   5 Απριλίου 2019, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως του Εφέτη Γεωργίου Βερούση, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών,  Αικατερίνη Κοκόλη και Ευαγγελία Πανταζή,  Εφέτες, και με Γραμματέα τη Γεωργία Λογοθέτη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και   των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ