Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 201/2019

Αριθμός    201/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τη με αριθμό ………. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά ….. που ο εκκαλών ναυτικός επικαλείται και προσκομίζει, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο του με αριθμό …… δικογράφου εφέσεως (κατά της με αριθμό 3856/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ), αντιμωλία των διαδίκων, επί της με αριθμό ……. αγωγής του ήδη εκκαλούντος ναυτικού με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε νόμιμα πριν τριάντα ημέρες, κατ’άρθρο 498 παρ. 2 του ΚΠολΔ στην πρώτη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «……..» που εδρεύει στη …. αλλά διατηρεί υποκατάστημα στον Πειραιά, η οποία δεν εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά της εκ του οικείου πινακίου. Το Δικαστήριο ωστόσο πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν και αυτή παρούσα (άρθρο 524 παρ. 4 ΚΠολΔ).

Κατά το άρθρο 528 ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει, μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 44 παρ. 2 του ν. 3994/2011, από την 25.7.2011, σύμφωνα με το άρθρο 77 του ιδίου νόμου, αν ασκηθεί έφεση από το διάδικο, που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο της εφέσεως και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται δηλαδή η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, αλλά δικάστηκε ως εάν ήταν παρών, όπως, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, ακουστεί και προβάλει στο εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως επανορθώνοντας με την έφεση τις συνέπειες που η απουσία του ενδεχομένως επέφερε. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς τη βάσει της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και πρέπει να εξαφανιστεί ως προς όλες τις διατάξεις της (ΑΠ 1015/2005 ΕλλΔικ 46.1100, ΑΠ 886/2007 Δημοσ. Νόμος).

Με τη με αριθμό …… ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά αγωγή του ο ενάγων και ήδη εκκαλών εξέθετε ότι με σύμβαση ναυτικής εργασίας που κατέρτισε στις 3.6.2011 με την πρώτη εφεσίβλητη εφοπλίστρια του υπό ελληνική σημεία επιβατηγού οχηματαγωγού πλοίου «Μ.» ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του ναύτη στο παραπάνω πλοίο αντί κλειστού μηνιαίου μισθού 2.834,60 ευρώ με τη συμφωνία να εφαρμόζεται κατά τα λοιπά η ισχύουσα ΣΣΝΕ των πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων. Ότι παρείχε τις υπηρεσίες του στο προαναφερόμενο πλοίο έως την 13.8.2011 οπότε και απολύθηκε στο λιμάνι της Νάξου λόγω τραυματισμού του κατά τη διάρκεια της εργασίας του και υπό τις συνθήκες που εξέθετε στην αγωγή του και ότι λόγω του εργατικού αυτού ατυχήματος κατέστη πλήρως ανίκανος προς εργασία. Ότι το παραπάνω ατύχημα οφείλεται στην υπαίτια εξ αμελείας παράβαση των ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων εκ μέρους του δεύτερου εφεσίβλητου πλοιάρχου του παραπάνω πλοίου και των λοιπών προστηθέντων της εφοπλίστριας δηλαδή του ανθυποπλοιάρχου και ναυκλήρου του πλοίου υπόλογου αξιωματικού για την υπηρεσία του καταστρώματος. Ακολούθως αιτήθηκε να υποχρεωθούν η εφοπλίστρια κατά το χρόνο του ατυχήματος του πλοίου που ήδη έχει μετονομαστει σε Τ. και ο πλοίαρχος να του καταβάλουν εις ολόκληρον κυρίως με τις διατάξεις του κοινού δικαίου (914επ. ΑΚ) το ποσό των 100.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης την οποία υπέστη λόγω της αδικοπροακτικής συμπεριφοράς των προστηθέντων της εφοπλίστριας ποσό από το οποίο είχε ήδη αφαιρέσει όπως δήλωσε το ποσό των 44 ευρώ που θα ζητούσε από το ποινικό δικαστήριο, ποσό ύψους 50.000 ευρώ ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της καταληφθείσης σε αυτόν μόνιμης αναπηρίας που επιδρά δυσμενώς σε οποιαδήποτε μελλοντική επαγγελματική ή κοινωνική και προσωπική πρόοδο και εξέλιξη του καθώς και το ποσό των 783.238,37 ευρώ, ως αποζημίωση λόγω στέρησης του εισοδήματός του, ήτοι των αποδοχών που θα λάμβανε από την εργασία του, μετά βεβαιότητος και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, μέχρι και τη συμπλήρωση του 650υ έτους της ηλικίας του, το οποίο αιτήθηκε να του καταβληθεί εφάπαξ, επικαλούμενος προς τούτο την ύπαρξη σπουδαίου λόγου, ήτοι προκειμένου να μην εξαρτάται η καταβολή του από τη φερεγγυότητα των εναγομένων, αλλά και για να έχει ο ίδιος τη δυνατότητα κατάλληλης επένδυσης του εφάπαξ επιδικασθησόμενου χρηματικού  ποσού, άλλως σε μηνιαίες δόσεις και τέλος αιτήθηκε να του καταβληθεί εις ολόκληρον από τους εναγόμενους η περιορισμένη αποζημίωση των άρθρων 1 και 3 του ν. 551/1915, δηλαδή ποσό των 64.335,40 ευρώ. Αιτήθηκε όλα τα παραπάνω ποσά νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού απέρριψε ως απαράδεκτο ως προς το δεύτερο εφεσίβλητο πλοίαρχο λόγω ελλείψεως παθητικής νομιμοποίησης το κονδύλι της περιορισμένης αποζημίωσης του ν. 551/1915, έκρινε ότι η αγωγή είχε νομικό έρεισμα ως προς την κύρια βάση της στις διατάξεις των άρθρων 914, 922, 929εδ.α, 930§1, 931, 932, 297, 299, 340, 345, 346, 481 επ., 662 ΑΚ, και σε αυτή του άρθρου 13 του Π.Δ. 1349/1981 «κανονισμού προλήψεως εργατικών ατυχημάτων στα πλοία», 907, 908§1 περ. δ’, 176 και 191§2 Κ.Πολ.Δ.  Στη συνέχεια δε δέχθηκε κατ’ουσίαν μόνο τα αγωγικά αιτήματα περί καταβολής χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, περί καταβολής αποζημίωσης λόγω επελθούσης λόγω του εργατικού ατυχήματος αναπηρίας και επιπλέον ως προς την εφοπλίστρια δέχθηκε κατά ένα μέρος κατ’ουσίαν το αγωγικό επικουρικό αίτημα της περιορισμένης αποζημίωσης επιδικάζοντας ποσό ύψους 53.223,83 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες ναυτικός και πλοίαρχος παραπονούμενοι για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση της ο ενάγων ήδη εκκαλών προκειμένου να γίνει δεκτή στο σύνολο της αγωγή, ο δε εκκαλών πλοίαρχος να απορριφθεί στο σύνολο της ως προς αυτόν η αγωγή.

Η με αριθμό ….. έφεση του εκκαλούντος πλοιάρχου κατοίκου …… κατά της οριστικής με αριθμό 3856/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ) με τη δικονομική απουσία των εναγομένων ήδη εφεσιβλήτων της επί της με αριθμό ……. αγωγής του ενάγοντος ήδη εκκαλούντος της με αριθμό ….. εφέσεως, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις με κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αρμοδίως (άρθρο 19 του ΚΠολΔ όπως ίσχυε κατά το χρόνο κατάθεσης του ενδίκου μέσου) και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εντός της τριακονθήμερης προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τη σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή Αθηνών ……… σε αντίγραφο της εκκαλουμένης προκύπτει ότι αυτή επιδόθηκε στις 7.11.2017. Ακολούθως η προαναφερόμενη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος δεδομένου ότι ως προς τις διαφορές αυτές υπάρχει απαλλαγή από το παράβολο εφέσεως του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 και να ερευνηθεί κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 524 του ΚΠολΔ). Λόγω της ερημοδικίας του εκκαλούντος πλοιάρχου ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και αφού αυτός προβάλει όχι μόνο ισχυρισμό περί αοριστίας αλλά και περί εσφαλμένης εκτίμησης αποδείξεων πλήττει δηλαδή την απόφαση στο σύνολο της θα πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη στο σύνολό της, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην άνω νομική σκέψη, ανεξαρτήτως της κατ΄ουσίαν βασιμότητας ή μη των λόγων εφέσεως, με τους οποίους προβάλλεται εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ακολούθως να κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό και να ερευνηθεί περαιτέρω η με αρ. καταθ. …….., ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά αγωγή του εκκαλούντος ναυτικού με τη δικονομική απουσία και πάλι της πρώτης εφεσίβλητης εφοπλίστριας και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, κατά την ίδια ειδική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση. Να σημειωθεί ότι με την έφεση αυτή συνεκδικάζεται η ασκηθείσα προ πάσης επιδόσεως με αριθμό ……. έφεση του εκκαλούντος ναυτικού λόγω της προφανούς συνάφειας αφού πλήττει την ίδια απόφαση (άρθρα 246 και 591 ΚΠολΔ), αλλά επειδή ήδη εξαφανίστηκε η εκκαλουμένη κατά τα ανωτέρω αυτή θα απορριφθεί διότι δεν συντρέχει πλέον στο πρόσωπο του εκκαλούντος ναυτικού η διαδικαστική προϋπόθεση του εννόμου συμφέροντος (άρθρο 68 του ΚΠολΔ), ενώ θα συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα που αφορούν αυτή (άρθρα 183 και 179 του ΚΠολΔ).

Από τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 551/1915, όπως τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε με το ΒΔ της 24/7-25/8/1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ, κατά το άρθρο 38 εδ. α Εισ.Ν.ΑΚ, έχει δε εφαρμογή και στη σύμβαση ναυτολογήσεως, κατά το άρθρο 2 του ίδιου νόμου και το άρθρο 66 του ν. 3816/1958 «περί κυρώσεως του Κωδ. Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου», προκύπτει ότι αυτός που έπαθε ανικανότητα από εργατικό ατύχημα ή σε περίπτωση θανάτου του, οι κατά το άρθρο 6 του ίδιου νόμου συγγενείς του, έχουν δικαίωμα να εγείρουν την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσουν, σύμφωνα με τα άρθρα 297, 298 και 914 ΑΚ, πλήρη αποζημίωση μόνο όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων ή όταν δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων σ` αυτές, βρίσκεται δε σε αιτιώδη συνάφεια με την μη τήρηση των διατάξεων τούτων. Τέτοιες διατάξεις είναι εκείνες οι οποίες ειδικώς προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων, δηλ. προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφάλειας των εργαζομένων. Δεν αρκεί δηλαδή ότι το ατύχημα επήλθε από την μη τήρηση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση προνοίας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (ΟλΑΠ 26/1995 ΕλλΔνη 37.38 , ΑΠ 274/2000 ΕλλΔνη 39.105, ΑΠ 1858/2011, ΑΠ 11/2012, ΕφΠειρ 281/2011 δημ. νόμος). Οι αξιώσεις συρρέουν διαζευκτικά, με την έννοια ότι σε περίπτωση επιλογής της μιας απ` αυτές τις αξιώσεις αποζημίωσης αποκλείεται να ζητήσει ταυτόχρονα ή διαδοχικά την άλλη, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 306 ΑΚ, που αφορά την διαζευκτική ενοχή. Οι διατάξεις των άρθρων του Β.Δ/τος 806/16.12.1970 περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού «περί εργασίας επί των ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητας 800 κόρων και άνω» (ΦΕΚ Α 275), εκδοθέντος κατ` εξουσιοδότηση του άρθρου 67 του ν. 6392/1934 «περί Ποινικού και Πειθαρχικού Κώδικος του Εμπορικού Ναυτικού» και των άρθρων 1 παρ. 1και 8 του ν. 3141/1955 «περί συστάσεως παρά τω ΥΕΝ Συμβουλίου Εμπορικού Ναυτικού», αναφέρονται στα καθήκοντα και την εν γένει ευθύνη του πλοιάρχου και των λοιπών προστηθέντων της πλοιοκτήτριας και δεν προβλέπουν ειδικώς όρους ασφαλείας του προσωπικού του πλοίου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 16 παρ. 1 ν. 551/1915 (ΑΠ ολομ. 26/1995 Ελλ Δικ. 37 σελ. 38). Σε κάθε, όμως, περίπτωση, δηλαδή και όταν ακόμη ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση για αποζημίωση, ο παθών από εργατικό ατύχημα διατηρεί την αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά του εργοδότη, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα (δόλο ή αμέλεια οποιασδήποτε μορφής) αυτού ή των προστηθέντων απ` αυτόν προσώπων, που κρίνεται κατά το κοινό δίκαιο (άρθρα 914, 922, 932 ΑΚ), μη απαιτουμένης της συνδρομής του ειδικού πταίσματος της μη τηρήσεως επιβαλλομένων όρων ασφαλείας (ΟλΑΠ 1117/1986 ΝοΒ 35. 891, ΑΠ 1438/2002 ΕλλΔνη 45. 716), ενώ η αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη κατά το ν. 551/1915 δεν επεκτείνεται και στη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, καθόσον γι` αυτήν απαιτείται υπαιτιότητα (ΑΠ 274/2000 ό.π.). Είναι βέβαια δυνατή η σώρευση στο ίδιο δικόγραφο αγωγής, εφόσον συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις για τη γένεση καθεμίας, τόσο της αξιώσεως για επιδίκαση αποζημιώσεως του ν. 551/1915, όσο και της αξιώσεως για χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη ο παθών από εργατικό ατύχημα (ΑΠ 1438/2002 ο.π., ΑΠ 1373/2002 ΕλλΔνη 44. 420, ΕφΠειρ 281/2011 ΕΝΔ 2011/304, ΕφΠειρ 155/2014 δημ. νόμος). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ η αναπηρία ή παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης αν επιδρά στο μέλλον του. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 298, 299, 914, 929 και 932 ΑΚ, προκύπτει ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση που προξενείται στον παθόντα, ανεξαρτήτως φύλου, εκτός από την επίδραση που μπορεί να ασκήσει, στο ύψος των οποιωνδήποτε χρηματικών ποσών που θα στερείται ο παθών στο μέλλον ή θα ξοδεύει επί πλέον εξαιτίας της αύξησης των δαπανών του, σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας του (άρθρ. 929 ΑΚ) ή στη χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ηθικής βλάβης από τη σωματική του  αναπηρία ή παραμόρφωση (αρθ. 932 ΑΚ) μπορεί να θεμελιώσει και ιδιαίτερη αξίωση αποζημίωσης αν επιδρά στο κοινωνικό μέλλον του, υπό την έννοια της κοινωνικής του εξέλιξης και της κοινωνικής του ένταξης, που δεν καλύπτεται με τις παροχές που προβλέπονται από τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 929 και 932 ΑΚ. Έτσι, η εκ του άρθρου 931 ΑΚ αξίωση, που δεν καλύπτεται από τις αξιώσεις των άρθρων 929 και 932 ΑΚ, είναι αξίωση χρηματικής ικανοποίησης του παθόντος κατά το μέτρο αποκατάστασης της κοινωνικής του απαξίωσης από την αναπηρία ή παραμόρφωση που υπέστη και πρέπει το εύλογο προς τούτο χρηματικό ποσό να επιδικάζεται παράλληλα με τη χρηματική ικανοποίηση του άρθρου 932 ΑΚ, στα πλαίσια της οποίας εντάσσεται χωρίς και να καλύπτεται από αυτήν, όπως και δεν καλύπτεται από την περιουσιακή ζημία του άρθρου 929 ΑΚ. Επιδικάζεται δε από το δικαστήριο η αποζημίωση αυτή με τη μορφή ενός προσθέτου συνολικού κεφαλαίου, χωρίς να γίνεται μερικότερη διάκριση, κατά ποσό, για τη μείωση των δυνατοτήτων της επαγγελματικής και οικονομικής εξέλιξης του παθόντος. Εξάλλου, η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης δεν αποκλείεται και στην περίπτωση του εργατικού ατυχήματος από την ειδική ρύθμιση του ν. 551/1915 γιατί δεν αποτελεί αποζημίωση για περιουσιακή ζημία. Αρκεί, στην επέλευση του εργατικού ατυχήματος να συντέλεσε και αδικοπραξία του κυρίου της επιχειρήσεις ή των υπ` αυτού προστηθέντων προσώπων με την έννοια της διάταξης του άρθρου 914 ΑΚ, δηλ. της υπαίτιας ζημιογόνου πράξεως. Και τέτοια αδικοπραξία μπορεί να υπάρχει και στην περίπτωση που δε συντρέχει η ειδική αμέλεια του άρθρου 16 παρ. 1 του ν. 551/1915 η οποία θεμελιώνει την από τους κανόνες του κοινού αστικού δικαίου αξίωση αποζημιώσεως. Επομένως, η αξίωση για τη χρηματική ικανοποίηση μπορεί να συρρέει με την περιορισμένη αποζημίωση του άρθρου 3 του ν. 551/1915. Αξίωση δε χρηματικής ικανοποίησης που μπορεί να συρρέει με την περιορισμένη αποζημίωση του άρθρου 3 ν. 551/1915 είναι και εκείνη εκ του άρθρου 931 ΑΚ, υπό την έννοια που αναφέρθηκε, έτσι ώστε αυτή να επιδικάζεται παράλληλα με τη χρηματική ικανοποίηση του άρθρου 932 ΑΚ (ΑΠ 289/2004 δημ. Νόμος). Για την πληρότητα του δικογράφου της αγωγής με την οποία επιδιώκεται αποζημίωση με βάση το άρθρο 931 Α.Κ. πρέπει να αναφέρεται σ` αυτή, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο η ζημία την οποία έπαθε ο ενάγων, πέραν απ` αυτή που ζήτησε ή πρόκειται να υποστεί στο μέλλον κατ` άρθρα 929 και 932 Α.Κ. Ιδιαίτερα πρέπει να τονίζεται ότι η αποζημίωση που επιδιώκεται είναι συνέπεια όχι απλώς της ανικανότητας για εργασία και απόκτησης από αυτή εισοδημάτων, εφόσον η αποκατάσταση της ζημίας αυτής επιδιώκεται μέσω της αξίωσης αποζημίωσης από το άρθρο 929 Α.Κ. αλλά ειδικά συνέπεια της αναπηρίας ή παραμόρφωσης. Πρέπει δηλαδή να εκτίθενται συγκεκριμένα στοιχεία που συγκροτούν την έννοια της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης, ο τρόπος με τον οποίο τέτοια συνέπεια αποκλείει ή περιορίζει την επαγγελματική, οικονομική ή κοινωνική εξέλιξη του παθόντος, καθώς και ποια και πόση είναι η ζημιά που παθαίνει αυτός εξαιτίας της αναπηρίας ή της παραμόρφωσής του (ΑΠ 330/2005 δημ. Νόμος).  Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ήδη εκκαλών ναυτικός δεν εξειδίκευε στο δικόγραφο της αγωγής του με ποιο τρόπο ο τραυματισμός του (κάταγμα και κακώσεις) του προκάλεσαν αναπηρία και παραμόρφωση με τρόπο που του στέρησαν την επαγγελματική του εξέλιξη δεδομένου ότι αυτός ήταν ήδη 46 ετών και είχε την ειδικότητα του ναύτη. Επομένως το σχετικό αγωγικό αίτημα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο λόγω της αοριστίας του, ενώ ομοίως κρίνεται απαράδεκτο (όπως κρίθηκε και από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο) το επικουρικό αγωγικό αίτημα περί καταβολής της περιορισμένης αποζημίωσης του ν. 551/1914 από τον δεύτερο εφεσίβλητο – εκκαλούντα πλοίαρχο του πλοίου.

Από την ένορκη εξέταση του μάρτυρα του εκκαλούντος δεύτερου εφεσίβλητου ………. πλοιάρχου εμπορικού ναυτικού ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου που εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του δικαστηρίου, τη με αριθμό ………. ένορκη Βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, η οποία δόθηκε κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήσης των αρχικά εναγομένων και ήδη εφεσίβλητων σύμφωνα με τη με αριθμό ….. έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά ……… και τη με αριθμό ……… έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Χίου ……., και όλα τα προσκομιζόμενα έγγραφα πλήρως αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: την  03.06.2011 καταρτίστηκε μεταξύ του εκκαλούντος ναυτικού και της πρώτης εφεσίβλητης εταιρίας με την επωνυμία «……….», εφοπλίστριας κατά το χρόνο εκείνο του, υπό ελληνική σημαία με αριθμό νηολογίου Πειραιά ….., Φ/Γ – Ο/Γ πλοίου «M» κόρων ολικής χωρητικότητας 1.717,80, κυριότητας της «……….», σύμβαση εξαρτημένης ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου, με διάρκεια έως την 03.09.2011, δυνάμει της οποίας ο πρώτος προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ως άνω πλοίο, με την ειδικότητα του Ναύτη, αντί συμφωνηθέντος «κλειστού» μηνιαίου μισθού συνολικού ποσού [1.129,57 ευρώ (βασικός μισθός) + 248,51 ευρώ  (επίδομα Κυριακών) + 443,96 ευρώ (Σάββατα και αργίες) + 34,35€ (επίδομα βαρύ και ανθυγιεινό) + 571,31 ευρώ (υπερωρίες) + 313,20 ευρώ (άδεια)+ 93,70 ευρώ (τροφή αδείας) ]= 2:834,60 ευρώ. Ο προσληφθείς ναυτικός παρείχε τις υπηρεσίες του στο ως άνω πλοίο, το οποίο έχει ήδη μεταβιβασθεί, λόγω πωλήσεως, στην εταιρεία με την επωνυμία «……..», στην οποία ανήκει πλέον κατά πλοιοκτησία και έχει μετονομασθεί σε «T», έως την 13.08.2011, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι της Νάξου, λόγω τραυματισμού του κατά τη διάρκεια της εργασίας του. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι κατά την ανωτέρω ημέρα και περί ώρα 08.50 – 08.55 το πλοίο το πλοίο είχε καταπλεύσει στο λιμάνι της Νάξου και ο εκκαλών ναυτικός συμμετείχε, κατ’ εντολήν του Πλοιάρχου, στη διαδικασία πρόσδεσης του στην προβλήτα, βρισκόμενος στο πρυμνιαίο τμήμα του καταστρώματος με έναν ακόμη ναύτη, τον ………., εκτελώντας εργασίες πρυμνοδέτησης του πλοίου υπό την επίβλεψη του Ανθυποπλοιάρχου. Όταν το πλοίο πλεύρισε με τη δεξιά του πλευρά στην προβλήτα και σε απόσταση 15 μέτρων από αυτήν, κατόπιν εντολής του Πλοιάρχου και του Ανθυποπλοιάρχου, ο εκκαλών ναυτικός με τον προαναφερόμενο συνάδελφο του έριξαν το δεξιό πρυμναίο κάβο του, τον οποίο έδεσε λιμενεργάτης στη «μπιντα», ενώ στη συνέχεια ο εκκαλών ναυτικός πάντα μετά από σχετική εντολή του ανθυποπλοιάρχου πέρασε τον κάβο στο μηχανισμό περιτύλιξης («βιντσι») του πλοίου. Την ώρα εκείνη οι επικρατούντες άνεμοι ανέρχονταν σε 5 με 6 μποφόρ ωστόσο όταν το πλοίο απομακρύνθηκε από την προβλήτα  μετά από σχετικό χειρισμό του πλοιάρχου και το σκοινί του μηχανισμού περιτύλιξης στο οποίο ήταν περασμένος ο κάβος τεντώθηκε ο κάβος έσπασε απότομα και έπεσε πάνω στο εκκαλούντα ναύτη πλήττοντας με σφοδρότητα τα πόδια του και ρίχνοντας τον με σφοδρότητα στο κατάστρωμα. Ο ναυτικός διεκομίσθη με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο της Νάξου, όπου διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί κάκωση γονάτων άμφω, στην περιοχή του κνημιαίου κυρτώματος, εκχύμωση δεξιού έσω κνημιαίου ποδός και κάταγμα κεφαλής περόνης δεξιού ποδιού το οποίο ετέθη σε γύψο καθώς και θλαστικό τραύμα τριχωτού κεφαλής του οποίου έγινε συρραφή. Του χορηγήθηκε η δέουσα φαρμακευτική αγωγή και του συνεστήθη να μεταφερθεί σε νοσοκομείο της Αθήνας για περαιτέρω εξετάσεις και διάγνωση. Ακολούθως μεταφέρθηκε στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου Ελευσίνας «ΘΡΙΑΣΙΌ», όπου μετά την υποβολή του σε περαιτέρω εξειδικευμένες κλινικές και εργαστηριακές εξετάσεις και δη, σε ακτινογραφία δεξιού γόνατος, θώρακος, αριστερής κνήμηs και κρανίου, διαπιστώθηκε και αντικειμενικά η προαναφερόμενη διάγνωση ότι δηλαδή είχε υποστεί κάκωση των γονάτων άμφω και κάταγμα κεφαλήs περόνης δεξιού ποδιού, το οποίο αντιμετωπίσθηκε συντηρητικά, τέθηκε σε μηροκνημοποδικό νάρθηκα, και του συνεστήθη επανεξέταση. Στις 16.8.2011 ο χειρουργός – ορθοπεδικός ….., του ιατρείου πληρωμάτων πλοίων της εταιρείας «……..», επειδή διέγνωσε και κάκωση οσφυικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, κάκωση αυχενικής μοίρας και κάκωση κεφαλής του συνέστησε αξονική τομογραφία εγκεφάλου, μαγνητική τομογραφία δεξιού γόνατος και σε νευροχειρουργική εξέταση, ενώ έκρινε. ότι είναι ανίκανος για εργασία για χρονικό διάστημα 6 εβδομάδων από. της εξετάσεως. Στις 19.9.2011 ο εκκαλών ναυτικός εξετάστηκε στα εξωτερικά ιατρεία του Γενικού Νοσοκομείου Ξάνθης στην οποία επέστρεψε αφού εκεί ήταν η κατοικία του. Πέραν των προαναφερόμενων  κακώσεων και του κατάγματος κεφαλής περόνης δεξιά, διαπιστώθηκε οίδημα δεξιού γόνατος, μετά συνοδού αστάθειας. Η πραγματοποιηθείσα μαγνητική τομογραφία δεξιού γόνατος στις 19.9.2011 κατέδειξε ρήξη του οπίσθιου κέρατος του έσω μηνίσκου, μερική ρήξη του έσω και του έξω πλαγίου συνδέσμου, μερική ρήξη του προσθίου χιαστού συνδέσμου, ρήξη οπισθίου χιασμού συνδέσμου, οστεοχονδρινό κάταγμα του έσω κνημιαίου κονδύλου, στοιχεία οστικής θλάσης στην πρόσθια μοίρα αμφοτέρων των κνημιαίων κονδύλων, ενδοαρθρική συλλογή στον οπισθοεπιγονατιδικό και υπερεπιγονατιδικό θύλακο, με περιορισμένης έκτασης κύστη Baker στην ιγνυακή χώρα και οίδημα στην ευρύτερη περιοχή του δεξιού γόνατος. Κατά την επανεξέταση του στις 21.9.2011 ο ορθοπεδικός ……. του συνέστησε  περαιτέρω αρθροσκοπικό έλεγχο και παρακολούθηση από τους θεράποντες ιατρούς στο Γενικό Νοσοκομείο της Ξάνθης ενώ επί πλέον, έκρινε ότι είναι ανίκανος για εργασία επί ένα μήνα ακόμη. Ο εκκαλών μέχρι και το τέλος του 2013 υπέφερε από έντονα άλγη και δυσκαμψία του δεξιού γόνατος και από συνοδό αστάθεια, η οποία του προκαλεί δυσχέρεια στάσης και βάδισης ενώ στις 18.10.2013 η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του Πολεμικού Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε), στην οποία αυτός παραπέμφθηκε διαπιστώθηκε ότι παρουσιάζει «Συνδεσμική αστάθεια προσθίου χιαστού δεξιού γόνατος, από διετία με κλινικά ευρήματα» και έκρινε ότι είναι ακατάλληλος για τη συνέχιση του ναυτικού επαγγέλματος, για ένα ακόμη έτος. Ήδη δε, την 02.07.2014, υποβλήθηκε εκ νέου σε εξέταση από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή, η οποία έκρινε ότι «παρουσιάζει : α. Μετατραυματική αστάθεια (ΔΕ) γόνατος, που περιλαμβάνει αστάθεια τρίτου Βαθμού προσθίου, οπισθίου χιαστών και έσω πλαγίων συνδέσμων. Β) Στεφανιαία νόσο – ιστορικό αγγειοπλαστικής προσθίου κατιόντα κλάδου, Μικρή. υπολειπόμενη ισχαιμία κατωτέρου τοιχώματος και ήπια συστολική δυσλειτουργία αριστερής κοιλίας και σταθερή στηθάγχη υπό φαρμακευτική αγωγή, γ) Σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ υπό αντιδιαβητική αγωγή με δισκία, χωρίς ικανοποιητική ρύθμιση, ενώ αναγράφεται ότι μόνο η πρώτη πάθηση του συνδέεται αιτιωδώς με την εργασία του στο πλοίο Μ. Ακολούθως ο εκκαλών κρίθηκε σχετικώς διαρκώς ανίκανος για το ναυτικό επάγγελμα και συνταξιοδοτήθηκε και από την 01.12.2013 λαμβάνει από το Ν.Α.Τ. σύνταξη λόγω ατυχήματος (Βλ. την υπ’ αρ. 2089/22.07.2014 απόφαση του Διευθυντού Παροχών Ν.Α.Τ. για την απονομή σύνταξης λόγω ναυτεργατικού ατυχήματος). Από τα προαναφερόμενα αποδεικνύεται πλήρως κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου ότι ο τραυματισμός του εκκαλούντος κατά τη διάρκεια της εργασίας του συνιστά εργατικό ατύχημα δηλαδή έκτακτο και βίαιο συμβάν κατά την άσκηση των εργασιακών του καθηκόντων που μάλιστα δεν οφείλεται σε τυχηρό, όπως αβασίμως καταθέτει ο μάρτυρας ανταπόδειξης, αλλά οφείλεται στην αμέλεια των προστηθέντων της εφοπλίστριας του πλοίου και ειδικότερα στους αμελείς χειρισμούς του πλοιάρχου κατά τη διαδικασία πρόσδεσης στο λιμάνι της Νάξου σε συνδυασμό με τις οδηγίες που λάμβανε από τον προϊστάμενο του που επέβλεπε σε συνεννόηση με τον πλοίαρχο τη διαδικασία πρόσδεσης και από αμέλεια του δεν προφύλαξε τον εργαζόμενο από τις επικίνδυνες συνθήκες που δημιουργήθηκαν κατά τη διαδικασία πρόσδεσης και είχαν ως αποτέλεσμα το σπάσιμο του κάβου. Η δικανική αυτή κρίση στηρίζεται στο γεγονός ότι ο κάβος είχε ελεγχθεί ενώ τα πιστοποιητικά δεν είχαν λήξει και έληγαν μετά από εξάμηνο. Επομένως  δεν μπορεί να εξαχθεί ασφαλώς συμπέρασμα περί αστοχίας υλικού όπως αβασάνιστα καταθέτει ο μάρτυρας αφού σε αυτή την περίπτωση μόνη η ενασχόληση των ναυτικών με τόσο επικίνδυνα και ασταθή αντικείμενα (κάβους) θα ήταν επικίνδυνη. Επιπλέον επειδή αντιθέτως οι καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν κατά την πρόσδεση του πλοίου στο λιμάνι (άνεμοι 5 με 6 μποφόρ) δεν ήταν τόσο δυσμενείς το παρόν Δικαστήριο καταλήγει ασφαλώς στο συμπέρασμα ότι το σπάσιμο του κάβου οφείλεται στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Επιπλέον αποδεικνύεται από την περιγραφή των συνθηκών του ατυχήματος και σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας ότι το τέντωμα του μηχανισμού περιτύλιξης στο οποίο περάστηκε ο κάβος την ώρα του ατυχήματος ήταν εσφαλμένος και συνεπώς τον Πλοίαρχο βαρύνει αμέλεια ως προς το επελθόν αποτέλεσμα που δε συνιστά βέβαια την ειδική αμέλεια του άρθρου 16 παρ. 1 του ν. 551/1915 η οποία θεμελιώνει την από τους κανόνες του κοινού αστικού δικαίου αξίωση αποζημιώσεως, αλλά θεμελιώνει δικαίωμα του ναυτικού να λάβει εκτός από την περιορισμένη αποζημίωση του ν. 551/1915 και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

Κατά το άρθρο 254 ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην κατ` έφεση δίκη (άρθρο 524 § 1 ΚΠολΔ): «το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζητήσεως στο ακροατήριο η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υποθέσεως ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Η απόφαση μνημονεύει απαραιτήτως τα ειδικά θέματα που αποτελούν αντικείμενο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης. Η συζήτηση αυτή θεωρείται συνέχεια της προηγούμενης». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η επαναλαμβανόμενη συζήτηση θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης, με την έννοια ότι πρόκειται για δύο συνεχόμενα δικονομικά στάδια που συνθέτουν μία και μόνη συζήτηση, ένα αδιάσπαστο δικονομικό σύνολο, ως εκ τούτου δε και όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 254, 271 επ., 280 ΚΠολΔ εάν κάποιος παρέστη κανονικά κατά την προηγουμένη συζήτηση, κατά την οποία διατάχθηκε η επανάληψη, όπως και στην αντίστροφη περίπτωση, όταν δηλ. δεν παρέστη στην αρχική αλλά μόνο στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση δικάζεται κατ` αντιμωλία (β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική-νομολογιακή ανάλυση, τ. Β`, σ. 165). Ισχυρισμοί μπορούν να προβληθούν παραδεκτώς για πρώτη φορά και κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, αφού έως τη δεύτερη εκφώνηση της υπόθεσης αυτή θεωρείται ότι διαρκεί (ΕφΔωδ 212/2009 ΤΝΠ-Νόμος). Κατά συνέπεια δεν απαιτείται η κατάθεση νέων προτάσεων ούτε η επίκληση νέων αποδεικτικών μέσων ή η επανυποβολή των ενστάσεων. Επιπλέον, δεν είναι αναγκαία η παράσταση του διαδίκου στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση. Ο διάδικος που παρίσταται νόμιμα σε ένα από τα δύο στάδια, ενώ απουσιάζει από το άλλο δικάζεται κατ`αντιμωλία (βλ. ΕφΠατρ. 463/2009, ΕφΘεσ.2976/2005 δημ. ΝΟΜΟΣ).

Από το άρθρο 3 παρ. 1 – 5 του ν. 551/1915, αναγνωρίζονται πέντε διακεκριμένες περιπτώσεις αποζημίωσης, η οποία χορηγείται στον παθόντα (ή τους κληρονόμους του) από βίαιο συμβάν κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή εξ αφορμής αυτής, εργάτη ή υπάλληλο, δηλαδή λόγω: α) θανάτου του παθόντος, β) πλήρους και διαρκούς ανικανότητας προς εργασία, γ) πλήρους αλλά πρόσκαιρης ανικανότητας, δ) μερικής διαρκούς ανικανότητας και ε) μερικής αλλά πρόσκαιρης ανικανότητας. Για κάθε μία από τις παραπάνω περιπτώσεις αποζημίωσης ο νόμος αναγράφει ιδιαίτερο συνδυασμό, με βάση τον οποίο υπολογίζεται η εφάπαξ και όχι σε περιοδικές παροχές προηγούμενη αποζημίωση, χωρίς να προβλέπεται περίπτωση μικτής αποζημίωσης, αποτελούμενης δηλαδή από αποζημιώσεις διαφόρων, που δυνατόν να συντρέχουν, περιπτώσεων από αυτές που παραπάνω διακεκριμένα αναφέρονται. Αντίθετα, από τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 3, κατά τις οποίες, όταν η μερική ή ολική ανικανότητα, που εμφανίστηκε στην αρχή ως πρόσκαιρη, αποδείχθηκε στη συνέχεια διαρκής, η αποζημίωση που καταβλήθηκε για πρόσκαιρη (ολική ή μερική) ανικανότητα, εκπίπτεται από το οφειλόμενο ποσό αποζημίωσης για τη διαρκή ανικανότητα (μερική ή ολική), προκύπτει πρόθεση του νομοθέτη για τη χορήγηση μιας και ενιαίας μορφής αποζημίωσης για κάθε διακεκριμένη περίπτωση από τις παραπάνω αναφερόμενες και με βάση την ανικανότητα η οποία τελικά θα παραμείνει στον παθόντα εργάτη ή υπάλληλο σαν αποτέλεσμα του ατυχήματος. Σημειωτέον ότι από τα πιο πάνω εκτιθέμενα παρέπεται ότι δεν είναι επιτρεπτή η αθροιστική επιδίκαση αποζημίωσης για ολική και μερική ανικανότητα και συνεπώς ο εργάτης ή υπάλληλος, ο οποίος συνεπεία ατυχήματος κατέστη προσκαίρως ολικά ανίκανος και στη συνέχεια μερικά αλλά διαρκώς, θα πάρει μόνο μία αποζημίωση, δηλαδή εκείνη που αντιστοιχεί στην τελική μερική διαρκή ανικανότητα για εργασία, όχι δε και αυτή που αντιστοιχεί στην πρόσκαιρη ολική ανικανότητα (ΕφΠειρ 648/2008 ΕΝΔ 36.388, ΕφΠειρ 162/2003 ΕΝΔ 31.104, Εφ Πειρ 587/1997 και Εφ Πειρ 548/1994, Νομολογία Ναυτικού Τμήματος Εφετείου Πειραιά, τόμοι 1996-1997 και 1994 – 1995 αντίστοιχα, ΕφΠειρ 84/1992 ΕΝΔ 21.191 ΕφΠειρ 897/1990 ΕΝΔ 18.466). Ως βάση για τον υπολογισμό της πιο πάνω αποζημίωσης λαμβάνονται οι πραγματικές αποδοχές που καταβάλλονταν στον παθόντα μέσα στο πριν από το ατύχημα δωδεκάμηνο και, αν η εργασία του δεν διήρκεσε σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, αυτές τις οποίες ο παθών θα εισέπραττε με βάση την ειδικότητα του και το είδος της εργασίας του (ΕφΠειρ 407/2013 δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 648/2008 ο.π., Εφ Πειρ 84/1992 ο.π.). Στη συγκεκριμένη περίπτωση από τα προσκομιζόμενα πιστοποιητικά προκύπτει ότι η διαρκής ανικανότητα του εκκαλούντος προς άσκηση του  ναυτικού επαγγέλματος είναι μερική και όχι πλήρης, αφού η καρδιακή νόσος και το διαβήτης δεν συνδέονται αιτιωδώς με το εργατικό ατύχημα και το Δικαστήριο αυτό δεν μπορεί να προσδιορίσει το ποσοστό της διότι απαιτούνται ειδικές γνώσεις ιατρικής επιστήμης (άρθρο 368επ. του ΚΠολΔ). Επομένως θα πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 354 του ΚΠολΔ, να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης της έχουσας έρεισμα επί των διατάξεων των άρθρων 914, 922, 932, 340, 345, 346, 481 επ., ΑΚ και 16 του ν. 551/1914 με αριθμό ……… αγωγής, το καταψηφιστικό αίτημα της οποίας απαλλάσσεται από το δικαστικό ένσημο ως προς όλα τα αιτήματα της (ΑΠ 691/2006 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΔυτΜακ 36/2007 Αρμ 2008,936, ΜΠΘεσ 9663/2015 ΤΝΠ Νόμος), προκειμένου να διοριστεί ιατρός πραγματογνώμονα (σύμφωνα και με το αίτημα του εκκαλούντος δευτέρου εφεσιβλήτου πλοιάρχου) ο οποίος αφού δώσει τον απαιτούμενο όρκο σύμφωνα με το άρθρο 385 του ΚΠολΔ, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης διορισμού από το Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου σύμφωνα με το άρθρο 375 του ΚΠολΔ, θα γνωμοδοτήσει με αιτιολογημένη έκθεση του την οποία θα καταθέσει στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου εντός ενενήντα (90) ημερών από την ορκομωσία του, μετά από εξέταση του εκκαλούντος ναυτικού και από μελέτη των ιατρικών πιστοποιητικών της δικογραφίας για το αν ο οφειλόμενος σε εργατικό ατύχημα τραυματισμός του εκκαλούντος ναυτικού έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη ή μερική διαρκή ανικανότητα του προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος και σε περίπτωση μερικής διαρκής ανικανότητας του προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος να προσδιορίσει το ποσοστό αυτής. Δε θα γίνει λόγος για δικαστικά έξοδα ως προς την έφεση που έγινε δεκτή, διότι η παρούσα δεν είναι οριστική. Δεν θα οριστεί παράβολο ερημοδικίας λόγω της ερημοδικίας της πρώτης εφεσίβλητης της με αριθμό …….. εφέσεως, αν και με ανακοπή ερημοδικίας προσβάλλεται και η μη οριστική απόφαση (Βαρθακοκοίλης ΕρμΚΠολΔ άρθρο 501, 113), διότι η μετά από επανάληψη  συζήτηση θεωρείται συνέχεια της πρώτης, όπως ήδη προαναφέρθηκε, και η απολιπομένη εφεσίβλητη μπορεί να εμφανίσει και να καταθέσει προτάσεις στη συζήτηση που θεωρείται συνέχεια της προηγούμενης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει με τη δικονομική απουσία της πρώτης εφεσίβλητης και με τη δικονομική παρουσία των λοιπών διαδίκων τις με αριθμό ……… εφέσεις κατά της με αριθμό 3856/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ), ερήμην των εναγομένων, επί της με αριθμό 11925/11.11.2015  αγωγής

Απορρίπτει τη με αριθμό ……. έφεση

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων μερών

Δέχεται τυπικά και κατ’ουσίαν τη με αριθμό …….. έφεση

Εξαφανίζει τη με αριθμό 3856/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ), ερήμην των εναγομένων, επί της με αριθμό ……….  αγωγής

Κρατεί και δικάζει την υπόθεση επί της με αριθμό ……….  αγωγής

Απορρίπτει ό,τι έκρινε ως απορριπτέο στο σκεπτικό

Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να διενεργηθεί ιατρική πραγματογνωμοσύνη: Ορίζει πραγματογνώμονα τον ………. χειρουργό ορθοπεδικό, …….Πειραιάς ΤΚ 18535, ……..,  ο οποίος θα γνωμοδοτήσει με αιτιολογημένη έκθεση του την οποία θα καταθέσει στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου εντός ενενήντα (90) ημερών από το νόμιμο όρκο που θα δώσει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της παρούσας επιμελεία της γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου, μετά από εξέταση του εκκαλούντος ναυτικού και από μελέτη των ιατρικών πιστοποιητικών της δικογραφίας : για το αν ο οφειλόμενος σε εργατικό ατύχημα τραυματισμός του εκκαλούντος ναυτικού έχει ως αποτέλεσμα α) την πλήρη διαρκή ή β) την μερική διαρκή ανικανότητα του προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος και σε περίπτωση μερικής διαρκούς ανικανότητας του προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος να προσδιορίσει το ποσοστό αυτής.

Διατάσσει το Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου να προβεί στις απαιτούμενες από το νόμο κοινοποιήσεις της παρούσας στα διάδικα μέρη και στο διορισθέντα πραγματογνώμονα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  5 Aπριλίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων   δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ