Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 174/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αριθμός     174/2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

           Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη και Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

           Με την από 14-5-2018 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ….. κλήση του εφεσίβλητου – ενάγοντος νόμιμα φέρεται προς περαιτέρω συζήτηση η από 18-12-1981 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …….. αγωγή του (διεκδικητική κυριότητας ακινήτου), μετά τη διεξαγωγή των αποδείξεων που διατάχθηκαν με τη με αριθ. 730/2008 εν μέρει προδικαστική – εν μέρει οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε σε συνέχεια της από 2-4-2005 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ….. έφεσης και των από 16-9-2005 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …… πρόσθετων λόγων αυτής ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου των καθολικών διαδόχων της αποβιωσάσης αρχικώς εναγομένης (εξ αδιαιρέτου και κατ’ ισομοιρίαν κληρονόμων της εκ διαθήκης), οι οποίοι (έφεση και πρόσθετοι λόγοι) είχαν παραπεμφθεί στο Δικαστήριο τούτο, κατ’ άρθρο 581 Κ.Πολ.Δ, μετά από αναίρεση, με τη με αριθ. 1719/2007 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, της με αριθ. 44/2006 οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία. Με την αμέσως ανωτέρω απόφαση απορρίφθηκαν κατ’ ουσία η άνω έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής, που στρέφονταν κατά της με αριθ. 1275/2004 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), με την οποία απορρίφθηκε η από 19-9-2002 και με αριθ. κατάθ. ………. ανακοπή ερημοδικίας της αποβιωσάσης αρχικώς εναγομένης αμέσου δικαιοπαρόχου των ήδη εκκαλούντων κατά της με αριθ. 1045/1982 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε ερήμην της άνω εναγομένης και λόγω τεκμηρίου ομολογίας από την ερημοδικία της, δέχθηκε ολικά την άνω αγωγή. Ήδη, με την προαναφερθείσα με αριθ. 730/2008 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου της παραπομπής, συνεκδικάστηκαν, αντιμωλία των διαδίκων, η άνω έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής, έγιναν δεκτοί αυτοί από τυπική άποψη και από ουσιαστική άποψη ο πρώτος λόγος έφεσης και ο πρώτος πρόσθετος λόγος αυτής (που αφορούν το νομότυπο, εμπρόθεσμο και ουσία βάσιμο της άνω ανακοπής ερημοδικίας), έγινε δεκτή από τυπική και ουσιαστική άποψη η άνω ανακοπή ερημοδικίας, εξαφανίστηκε η ανακοπτόμενη με αριθ. 1045/1982 οριστική απόφαση ως προς όλες τις διατάξεις της, εκτός από εκείνη που αναφέρεται στα έξοδα και τέλη της ερήμην συζήτησης και στο παράβολο ερημοδικίας και διατάχθηκε η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου σ’ εκείνον που το προκατέβαλε. Το Δικαστήριο τούτο, ακολούθως, δίκασε επί της άνω αγωγής, απέρριψε ως μη νόμιμη τη βάση της, με την οποία επιχειρείται  θεμελίωση της κυριότητας του ενάγοντος σε τακτική χρησικτησία με τίτλο εκ κληρονομίας υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, ανέβαλε κατά τα λοιπά την έκδοση οριστικής του απόφασης και διέταξε τη διεξαγωγή αποδείξεων με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο και με μάρτυρες αναφορικά με τα αμφισβητούμενα από τους διαδίκους πραγματικά περιστατικά, που στοιχειοθετούν τις λοιπές βάσεις της αγωγής (παράγωγο τρόπο κτήσης κυριότητας και πρωτότυπο τρόπο κτήσης κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία) και την προβληθείσα από την εναγόμενη ένσταση ιδίας κυριότητας, καθώς και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης για τα αναφερόμενα θέματα.

Οι εκκαλούντες, στην από 13-11-2018 προσθήκη των με ίδια ημερομηνία προτάσεών τους, ισχυρίζονται ότι η παράσταση του εφεσίβλητου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης είναι απαράδεκτη και πρέπει να δικαστεί ερήμην λόγω εκπρόθεσμης υποβολής των προτάσεών του, αφού αυτός τις κατέθεσε μια ημέρα πριν την πρώτη συζήτηση, στις 10-4-2008, της έφεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου της παραπομπής (ήτοι στις 9-4-2008) και όχι (20) ημέρες πριν από τη συζήτηση. Το άρθρο 237 του Κ.Πολ.Δ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε αρχικά με το άρθρο 7 παρ. 1 του Ν. 2915/2001 και στη συνέχεια με το άρθρο 7 του Ν. 3043/21-8-2002, το οποίο εφαρμόζεται και στη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης, ορίζει: «Ενώπιον του μονομελούς και πολυμελούς πρωτοδικείου οι διάδικοι πρέπει να καταθέσουν το αργότερο είκοσι ημέρες πριν από τη δικάσιμο προτάσεις, επί των οποίων ο γραμματέας σημειώνει τη χρονολογία κατάθεσης». Με το άρθρο 8 παρ. 3 του Ν. 3043/2002 προστέθηκε στην παράγραφο 1 του άρθρου 524 του Κ.Πολ.Δ. δεύτερο εδάφιο που έχει ως εξής: «Ειδικώς στις περιπτώσεις που δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 528 η κατάθεση των προτάσεων γίνεται έως την έναρξη της συζήτησης και η κατάθεση της προσθήκης σ’ αυτές έως τη δωδέκατη ώρα της τρίτης εργάσιμης ημέρας μετά τη συζήτηση». Τέλος, το άρθρο 528 του ίδιου κώδικα, όπως ίσχυε μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 16 παρ. 4 του Ν. 2915/2001, ορίζει: «Αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάσθηκε σαν να ήταν παρών, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Από το συνδυασμό των άνω διατάξεων προκύπτει ότι, στην περίπτωση που η απουσία του διαδίκου στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο εκτιμήθηκε με το σύστημα των επαχθών συνεπειών της ερημοδικίας και αυτός δικάστηκε ερήμην και όχι με εκείνο της μονομερούς συζήτησης, που υιοθετείτο μετά το Ν. 2915/2001 από το άρθρο 270 παρ. 1 εδ. 5 του Κ.Πολ.Δ. και επέτρεπε την πρόοδο της διαδικασίας σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, η κατάθεση των προτάσεων ενώπιον του Εφετείου γίνεται έως την έναρξη της συζήτησης και η κατάθεση της προσθήκης σ’ αυτές έως τη δωδέκατη ώρα της τρίτης εργάσιμης ημέρας μετά τη συζήτηση (Εφ.Δωδ. 337/2006, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Αθ. 7786/2004, ΕλλΔνη 2006, 905, Εφ.Αθ. 1456/2003, ΕλλΔνη 2004, 1510). Κρίσιμο δε γεγονός για την εφαρμογή του άρθρου 270 Κ.Πολ.Δ., με τη μορφή που του έδωσε ο ν. 2915/2001, δεν είναι η δικάσιμος, κατά την οποία πράγματι συζητήθηκε η υπόθεση αλλά η αρχικώς προσδιορισθείσα (Α.Π. 1047/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Στην κρινόμενη περίπτωση, η κρινόμενη έφεση στρέφεται κατά οριστικής απόφασης, η οποία εκδόθηκε ερήμην της ήδη αποβιωσάσης αρχικώς εναγομένης (της οποίας καθολικοί διάδοχοι, λόγω κληρονομικής διαδοχής εκ διαθήκης, είναι οι εκκαλούντες) και οι ισχυρισμοί, που περιέχονταν στο δικόγραφο της αγωγής του εφεσίβλητου – ενάγοντος, θεωρήθηκαν ως ομολογημένοι και έγινε δεκτή η αγωγή του. Ίσχυσε δηλαδή το τεκμήριο ομολογίας και δεν εκδικάστηκε η υπόθεση σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες. Ορθά, συνεπώς, ο εφεσίβλητος κατέθεσε προτάσεις την παραμονή της δικασίμου (9-4-2008) και ο σχετικός ισχυρισμός των εκκαλούντων πρέπει ν’ απορριφθεί ως νομικά αβάσιμος.

Επί των θεμάτων της ανωτέρω με αριθ. 730/2008 προδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου οι μεν εκκαλούντες – καθολικοί διάδοχοι της αρχικώς εναγομένης εξέτασαν τους μάρτυρες, που γνωστοποίησαν νόμιμα, ………, ο δε εφεσίβλητος – ενάγων τους μάρτυρες, που γνωστοποίησε νόμιμα, ……… Από τις ένορκες καταθέσεις των ανωτέρω μαρτύρων, που περιέχονται στη με Α.Μ. ……. εισηγητική έκθεση του Εισηγητή  Δικαστή του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ο οποίος διορίστηκε με την ανωτέρω προδικαστική απόφαση, εκτιμώμενες κατά το λόγο γνώσεως και το βαθμό αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα, σε συνδυασμό και με όλα τα έγγραφα, που παραδεκτά και νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, λαμβανόμενα υπόψη το μεν προς άμεση απόδειξη, το δε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αφού επιτράπηκε η απόδειξη με μάρτυρες [στα οποία περιλαμβάνονται και οι υπ’ αριθ. …….. ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον των συμβολαιογράφων Αθηνών …..και Ύδρας …… αντίστοιχα, των μαρτύρων των εκκαλούντων – καθολικών διαδόχων της αρχικώς εναγομένης ……., που δόθηκαν ύστερα από νομότυπη κλήτευση του εφεσίβλητου – ενάγοντος πριν από δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες (βλ. τις υπ’ αριθ. ………. εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …….. και την υπ’ αριθ. …….. έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών …….), η υπ’ αριθ. ……. ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών του μάρτυρος των εκκαλούντων – καθολικών διαδόχων της αρχικώς εναγομένης ……., που δόθηκε μετά νομότυπη κλήτευση του εφεσίβλητου (βλ. την  υπ’ αριθ. ……. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …….) και οι υπ’ αριθ. …….. ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων του εφεσίβλητου – ενάγοντος ……., που δόθηκαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών …… οι δύο πρώτες και του Ειρηνοδίκη Πειραιά η τελευταία, ύστερα από νομότυπη κλήτευση της αρχικώς εναγομένης πριν από δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες (βλ. τις υπ’ αριθ. …….. εκθέσεις επίδοσης των ……, αντίστοιχα, δικαστικών επιμελητών στο Πρωτοδικείο Αθηνών)], από την …. έκθεση πραγματογνωμοσύνης της αγρονόμου – τοπογράφου μηχανικού Ε.Μ.Π. …, που διορίστηκε πραγματογνώμονας με τη με αριθ. 730/2008 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου και από τις άμεσες ή έμμεσες ομολογίες των διαδίκων, όπου ειδικά και περιοριστικά αναφέρονται παρακάτω, αποδεικνύονται τα εξής:

Με αγορά, κατά μεν τα 15/16 εξ αδιαιρέτου από τους ……, δυνάμει του υπ’ αριθ. ……. συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών ……., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, στον τόμο .. και με α.α. …, κατά δε το 1/16 εξ αδιαιρέτου από την ……., δυνάμει του υπ’ αριθ. ….. συμβολαίου του ιδίου συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, στον τόμο … και με α.α. …, περιήλθε στον ενάγοντα …… κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή ένα αγροτικό και μη κτήμα (στο εξής: πρώην κτήμα κληρονόμων …..), κείμενο στη θέση «..» ή «…» της νήσου Ύδρας, της περιφέρειας του ομώνυμου Δήμου, εν μέρει εντός οικισμού της νήσου αυτής, έκτασης 38 στρεμμάτων ή όσης εκτάσεως και εάν ήτο πλέον ή έλαττον και κατά νεότερη καταμέτρηση έκτασης 30 στρεμμάτων ή όσης έκτασης και εάν είναι, περιμανδρωμένο και εμφαινόμενο στο προσαρτώμενο στο πρώτο άνω συμβόλαιο από Φεβρουαρίου 1980 σχεδιάγραμμα του μηχανικού …. υπό τα κεφαλαία στοιχεία ΑΒΓΔΕΖΗΘ ΠΡΣΤΥΦΧΨΩΜΝΞΟΑ και συνορευόμενο ανατολικώς με κτήματα κληρονόμων …. και αγνώστων άλλων, δυτικώς με ρέμα, βορείως με κοινοτική οδό (μονοπάτι) και πέραν τούτου με ιδιοκτησία αγνώστων και νοτίως με κοινοτική οδό. Το κτήμα αυτό είχε περιέλθει στους άνω άμεσους δικαιοπαρόχους του ενάγοντος κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, κοινά και αδιαίρετα, κατά τα κατωτέρω ποσοστά εξ αδιαιρέτου στον καθένα απ’ αυτούς, ως εξής: Α) Στον ……. κατά τα 7/16 εξ αδιαιρέτου και δη: α) κατά μεν τα 3/6 εξ αδιαιρέτου τούτου εκ κληρονομίας εξ αδιαθέτου του, την 11-12-1955, αποβιώσαντος πατρός του ……. και β) κατά τα 4/16 εξ αδιαιρέτου τούτου εκ κληρονομίας της την 7-11-1957 αποβιώσασας προς πατρός μάμμης του ……, δυνάμει της από 8-6-1956 ιδιόγραφης διαθήκης της, δημοσιευθείσας από το Πρωτοδικείο Αθηνών κατά τη συνεδρίασή του, της 27-11-1957, δια του υπ’ αριθ. 7457/1957 πρακτικού και κηρυχθείσας κυρίας δια της υπ’ αριθ. 16.174/1957 αποφάσεώς του, αμφότερες τις οποίες (κληρονομίες) και κατά το συνολικό ποσοστό εξ αδιαιρέτου του άνω κτήματος απεδέχθη ο ……. δια της υπ’ αριθ. ….. πράξεως αποδοχής κληρονομίας του συμβολαιογράφου Αθηνών ……, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, στον τόμο .. και με α.α. …, Β) Στους ……., κατά τα 2/6 εξ αδιαιρέτου εις έκαστον αυτών και σε αμφοτέρους κατά τα 4/16 εξ αδιαιρέτου, εκ κληρονομίας εξ αδιαθέτου της, την 6-6-1954, αποβιωσάσης μητρός των …….., την οποία κληρονομία αμφότεροι και κατά τα ποσοστά αυτά εξ αδιαιρέτου του άνω κτήματος απεδέχθησαν δια της υπ’ αριθ. …… πράξεως του συμβολαιογράφου ……, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, στον τόμο .. και με αυξ. αριθ. …. Γ) Στον …… κατά τα 4/16 εξ αδιαιρέτου εκ κληρονομίας εξ αδιαθέτου της, την 16-3-1965, αποβιωσάσης μητρός του ……., την οποία κληρονομία της και κατά το ποσοστό τούτο εξ αδιαιρέτου του άνω κτήματος αποδέχθηκε αυτός δια της υπ’ αριθ. ….. πράξεως του συμβολαιογράφου Αθηνών ……, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, στον τόμο … και με α.α. .., δια της οποίας διορθώθηκε και η προγενέστερη υπ’ αριθ. ….. πράξη του συμβολαιογράφου Αθηνών .. .., που μεταγράφηκε νόμιμα στα ίδια βιβλία μεταγραφών. Και Δ) Στην ……., κατά το 1/16 εξ αδιαιρέτου, εκ κληρονομίας εξ αδιαθέτου του, την 11-10-1955, αποβιώσαντος συζύγου της ……, την οποίαν κληρονομίαν του και κατά το ποσοστό τούτο εξ αδιαιρέτου του άνω κτήματος αποδέχθηκε αυτή δια της υπ’ αριθ. …… πράξεως αποδοχής κληρονομίας του συμβολαιογράφου Αθηνών ……., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, στον τόμο .. και με α.α. …. Στους ανωτέρω δικαιοπαρόχους των άνω άμεσων δικαιοπαρόχων του ενάγοντος, ήτοι στους ……, το άνω κτήμα είχε περιέλθει κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, κοινώς και αδιαιρέτως και κατά τα 4/16 εξ αδιαιρέτου εις έκαστον τούτων εκ κληρονομίας του, την 22-8-1935, αποβιώσαντος ……., συζύγου της πρώτης και πατρός των λοιπών, δυνάμει της από 15-11-1926 ιδιογράφου διαθήκης του, που δημοσιεύτηκε νόμιμα από το Πρωτοδικείο Αθηνών, κατά τη συνεδρίασή του, της 22-5-1936, δια του υπ’ αριθ. 1184/1936 πρακτικού του και η οποία κηρύχθηκε κυρία δια της υπ’ αριθ. 4755/1936 αποφάσεώς του, την οποία (κληρονομία του) αυτοί αποδέχθηκαν και υπεισήλθαν σ’ αυτή. Στο δε …….. (πρώτο Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας) το άνω κτήμα είχε περιέλθει κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή εν μέρει εκ κληρονομιών εξ αδιαθέτου των προ του 1908 αποβιωσάντων πατρός του ……., των αδελφών του πατρός του ……. και του αδελφού του …….., τις οποίες κληρονομίες αυτός αποδέχτηκε και υπεισήλθε σ’ αυτές και εν μέρει εκ δωρεών εκ μέρους των συγκληρονόμων  – αδελφών του …….., δυνάμει των υπ’ αριθ. …….συμβολαίων δωρεάς εν ζωή του συμβολαιογράφου Πειραιώς ….. αντίστοιχα). Περαιτέρω, σύμφωνα με το από Ιουνίου 2017 τοπογραφικό διάγραμμα (σχέδιο 1) και το από Ιουνίου 2017 κτηματολογικό διάγραμμα (σχέδιο 2) της διορισθείσας με την 730/2008 προδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου πραγματογνώμονος αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού ……., τα οποία συνοδεύουν την από Ιουνίου 2017 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της, το άνω πρώην κτήμα κληρονόμων ……., περιγραφόμενο ακριβέστερα, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην παρ. 2.3 της άνω έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, έχει πραγματική έκταση 36.107,11 τ.μ, εμφαίνεται υπό τα στοιχεία Α1, Α2, Α3,…Α58, Α59, Α1, με συντεταγμένες κορυφών στο Σύστημα Αναφοράς Ε.Γ.Σ.Α. ’87 τις αναγραφόμενες στο σχετικό πίνακα του άνω τοπογραφικού διαγράμματος και συνορεύει: Προς Βορρά: επί τεθλασμένου προσώπου Α32 – Α33 – Α34 – Α35 – Α36 – Α37 – Α38 – Α39 – Α40 – Α41 – Α42 -Α43 – Α44, μήκους 202,09 μέτρων με δημοτική οδό και επί τεθλασμένης πλευράς Α12 – Α13, μήκους 37,51 μέτρων, με ιδιοκτησία …….. Προς Νότο: επί τεθλασμένου προσώπου Α1 – Α2 – Α3 -Α4  -Α5 – Α6 – Α7, μήκους 161,99 μέτρων με δημοτική οδό. Προς Ανατολάς: επί τεθλασμένης πλευράς Α7 – Α8 – Α9 – Α10, μήκους 23,65 μέτρων, με ιδιοκτησία αγνώστου, επί τεθλασμένης πλευράς Α10 – Α11 – Α12, μήκους 60,56 μέτρων, με ιδιοκτησία ……, επί τεθλασμένης πλευράς Α13 – Α14 – Α15 – Α16 – Α17 – Α18 – Α19 – Α20 – Α20 – Α21 – Α22 -Α23 – Α24 – Α25 – Α26 – Α27, μήκους 95,56 μέτρων, με ιδιοκτησία ………, επί τεθλασμένης πλευράς Α27 – Α28 – Α29, μήκους 21,05 μέτρων, με ιδιοκτησία …… και επί τεθλασμένης πλευράς Α29 – Α30 – Α31 – Α32, μήκους 23,73 μέτρων, με ιδιοκτησία πρώην …… Και προς Δυσμάς: επί τεθλασμένης πλευράς Α44 – Α45 – Α46 – Α47 – Α48 – Α49 – Α50 – Α51 – Α52 – Α53 – Α54 – Α55 -Α56 – Α57 – Α58 – Α59 -Α1, μήκους 248,72 μέτρων, με ρέμα. Οριοθετείται δε αυτό, νότια από χαμηλό μαντρότοιχο από αργολιθοδομή, επί της οποίας πακτώνεται περίφραξη (φωτογραφίες 12 και 13 της άνω έκθεσης), ανατολικά από ξηρολιθοδομές και περιφράξεις από συρματοπλέγματα (φωτογραφίες 1 και 4 της άνω έκθεσης), βόρεια είναι ανοικτό προς το δημοτικό δρόμο, και δυτικά, εφάπτεται στο ρέμα κατά μήκος του ορίου Α44 – Α45 – Α46 -…Α59 – Α1, το δε πρανές του ρέματος προς την πλευρά του άνω κτήματος  προστατεύεται από τη διάβρωση της ροής του νερού με αναλληματική (φέρουσα) λιθοδομή, ιδίας υφής και υλικών, όπως η νότια περιμάνδρωση (φωτογραφίες 6, 14 και 15 της άνω έκθεσης), εκτός του βόρειου τμήματος, μήκους 10 περίπου μέτρων, το οποίο φαίνεται να έχει καταστραφεί και ανακαινισθεί (φωτογραφία 7 της άνω έκθεσης). Το ανωτέρω κτήμα βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της νήσου Ύδρας και περίπου στο μέσον της βόρειας πλευράς της, έχει πρόσωπο σε δημοτική οδό (μονοπάτι) πλάτους δυο μέτρων, το οποίο απέχει κατ’ ελάχιστον απόσταση 60 – 70 μέτρων από τη βραχώδη ακτή των Καμινίων, όπου βρίσκεται το παλαιό ελαιοτριβείο «….». Η βορεινή πλευρά του είναι άγονη, με βραχώδεις εξάρσεις και επιφανειακές εμφανίσεις βράχων και βρίσκεται σε πλαγιά λόφου, με υψόμετρα κορυφογραμμής της τάξης των + 58 – 60 μέτρων, που είναι και τα μεγαλύτερα στο κτήμα, τα δε υπόλοιπα τμήματά του είναι κατάλληλα για γεωργική και κτηνοτροφική εκμετάλλευση και υπάρχουν αρκετά κτίσματα στη νότια πλευρά του, που χρησιμοποιούνται ως αποθήκες και στάβλοι (φωτογραφίες 2 και 4 της άνω έκθεσης). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το κτήμα αυτό νεμήθηκε  με διάνοια κυρίου και καλή πίστη ο …….. εν μέρει από έτους 1908, το όλο δε άνω κτήμα από έτους 1920 συνεχώς και αδιαλείπτως μέχρι του ανωτέρω θανάτου του, ενεργώντας επ’ αυτού διάφορες διακατοχικές πράξεις και συγκεκριμένα το είχε περιμαντρωμένο, διατηρούσε επ’ αυτού κτίσμα και ανεμόμυλο, εγκατέστησε επ’ αυτού κολίγο (……), στον οποίο ανέθεσε να το επιτηρεί και να το καθαρίζει, του επέτρεπε να καλλιεργεί τα καλλιεργήσιμα τμήματά του και να βόσκει το ποίμνιό του και εν γένει ζώα του στα μη καλλιεργήσιμα βραχώδη τμήματα αυτού και εν γένει ενεργούσε δια του άνω κολίγου επί του άνω κτήματος όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση και στον προορισμό του διακατοχικές πράξεις νομής. Μετά δε το θάνατο του ……., την 22-8-1935, το άνω κτήμα νεμήθηκαν με καλή πίστη και διάνοια κυρίων η σύζυγός του …….. και τα τέκνα του …….. μέχρι των αναφερθέντων θανάτων τους και μετέπειτα αλληλοδιαδόχως οι αναφερθέντες άμεσοι δικαιοπάροχοι του ενάγοντος (………), οι οποίοι το διαχειρίζονταν δια του πρώτου εξ αυτών, που ήταν μόνιμος κάτοικος Ύδρας και συγκεκριμένα είχαν εγκαταστήσει επ’ αυτού διαδοχικώς κολίγους – φύλακες (………), στους οποίους είχαν αναθέσει να το προσέχουν, να το φροντίζουν, να το καθαρίζουν από θάμνους και αγριόχορτα, να περιποιούνται τα δέντρα που είχε μέσα (αμυγδαλιές, ελιές, οξιές, χαρουπιές, μουριά, κ.ά.), ενώ επέτρεπαν σ’ αυτούς να καλλιεργούν τα καλλιεργήσιμα τμήματα τούτου (με λαχανικά, βρώμη, κ.ά.) και να διατηρούν σε μη καλλιεργήσιμα τμήματα τα ποίμνια και εν γένει ζώα τους και εν γένει ενεργούσαν δι’ αυτών όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση και στον προορισμό του διακατοχικές πράξεις νομής. Ο διαχειριστής του κτήματος …… είχε μάλιστα επιτρέψει στον προαναφερθέντα κολίγα ……, το έτος 1954, που του είχε αναθέσει τη φύλαξη του άνω κτήματος, να βάλει σε ένα τμήμα του, που δεν ήταν καλλιεργήσιμο, μια πρόχειρη κατασκευή από συρματόπλεγμα και ένα πρόχειρο ξύλινο κάγκελο για να κλείνει μέσα τα ζώα του (πρόκειται για το επίδικο εδαφικό τμήμα, το οποίο κατέλαβε το 1976 άνευ νομίμου δικαιώματος έναντι των άνω συγκληρονόμων η αρχικώς εναγόμενη, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στη συνέχεια). Διαπραγματευθέντες δε οι άνω άμεσοι δικαιοπάροχοι του ενάγοντος και συμφωνήσαντες δια προσυμφώνων συμβολαίων, μνημονευομένων στα ανωτέρω αναφερόμενα αγοραπωλητήρια συμβόλαια, την πώληση του άνω κτήματος στον ενάγοντα ………, δι’ αυτού και δια διαφόρων μηχανικών και συνεργείων, προέβησαν σε καταμετρήσεις και σχεδιαγραφήσεις του άνω κτήματος. Κατόπιν όλων αυτών, οι άνω άμεσοι δικαιοπάροχοι του ενάγοντος, δια προσμετρήσεως στο χρόνο νομής αυτών και του χρόνου νομής των δικαιοπαρόχων τους τουλάχιστον από έτους 1954, κατέστησαν κύριοι του άνω κτήματος πρώην κληρονόμων …….., εκτός από τον προαναφερθέντα παράγωγο τρόπο (κληρονομία) και με έκτακτη χρησικτησία (συμπλήρωση το έτος 1974 είκοσι ετών με διάνοια κυρίων), ο δε ενάγων, ο οποίος αγόρασε το άνω κτήμα απ’ αυτούς (αληθείς κυρίους, νομείς και κατόχους) δια των αναφερομένων παραπάνω συμβολαίων και νεμηθείς τούτο από των προδιαληφθεισών αγορών του, δια καλλιεργειών των καλλιεργησίμων τμημάτων του, περιμανδρώσεων, αναστηλώσεως και συντηρήσεως της εν αυτώ οικοδομής και περιμανδρώσεων, καταμετρήσεων, σχεδιαγραφήσεων, εκπονήσεως μελετών εκμεταλλεύσεως τούτου και εφαρμογής των επ’ αυτού και λοιπών προσηκουσών στη φύση του κτήματός του διακατοχικών πράξεων νομής, κατέστη κύριος, νομέας και κάτοχος αυτού, ως αγοράσας από τους άνω αληθείς κυρίους, νομείς και κατόχους δια των προαναφερθέντων συμβολαίων που μεταγράφηκαν νόμιμα. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, περί τα μέσα Ιανουαρίου 1976, ενώ οι δικαιοπάροχοι του ενάγοντος απουσίαζαν από την Ύδρα και εν τελεία αγνοία τούτων, η αρχικώς εναγόμενη …….. προέβη «εν μια νυκτί» στην κατάληψη και περίφραξη δια συρματοπλέγματος βορειοδυτικού τμήματος του άνω κτήματος, εκτάσεως (του καταληφθέντος) 1.170,00 τ.μ, σύμφωνα με το από 15-11-1971 τοπογραφικό του μηχανικού ……, συνορευομένου, κατά τον ενάγοντα, ανατολικώς με υπόλοιπο κτήμα του ιδίου, πρώην των δικαιοπαρόχων του κληρονόμων … επί πλευράς 47 περίπου μέτρων, δυτικώς με υπόλοιπο κτήμα του ιδίου, πρώην των δικαιοπαρόχων του κληρονόμων …, αυθαιρέτως, παρανόμως και άνευ δικαιώματος κατεχόμενον κατ’ έκταση 4.000,00 τ.μ. υπό του … .., επί πλευράς 48,50 περίπου μέτρων, αρκτικώς με μονοπάτι επί τεθλασμένης πλευράς προσώπου 40,50 περίπου μέτρων και μεσημβρινώς με υπόλοιπον κτήμα του ιδίου, πρώην των δικαιοπαρόχων του κληρονόμων …, επί πλευράς 6,80 περίπου μέτρων. Το άνω καταληφθέν εδαφικό τμήμα (επίδικο) περιγράφεται με ακρίβεια στην παρ. 2.4 της άνω έκθεσης πραγματογνωμοσύνης της διορισθείσας πραγματογνώμονος ……, εμφαινόμενο στο από Ιουνίου 2017 τοπογραφικό διάγραμμα αυτής υπό τα στοιχεία Α35, Ε1, Ε2, Ε3, Ε4… Ε10, Ε11, Ε12, Α37, Α36, Α35, με συντεταγμένες κορυφών στο Σύστημα Αναφοράς Ε.Γ.Σ.Α. ’87 τις αναγραφόμενες στο σχετικό πίνακα του διαγράμματος, έχει πραγματική έκταση 1.191,26 τ.μ, και συνορεύει: προς βορρά, επί τεθλασμένου προσώπου Α35-Α36 – Α37, μήκους 39,67 μέτρων, με δημοτική οδό, προς νότο, επί πλευράς Ε6-Ε7, μήκους 7,47 μέτρων, με φερόμενη ιδιοκτησία πρώην …, προς ανατολάς, επί τεθλασμένης πλευράς Α35-Ε1- Ε2- Ε3-Ε4-Ε5-Ε6, μήκους 48,13 μέτρων, με φερόμενη ιδιοκτησία πρώην … και δυτικά, επί τεθλασμένης πλευράς Ε7-Ε8- Ε9-Ε10-Ε11-Ε12-Α37, μήκους 43,41 μέτρων, ομοίως με φερόμενη ιδιοκτησία πρώην …. Εντάσσεται δε στη βορεινή πλαγιά του λόφου, που αποτελεί, κατά την ανάλυση της άνω έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, το προς βορρά τελείωμα του πρώην κτήματος … .., η οποία (πλαγιά) είναι άγονη, με βραχώδεις εξάρσεις και επιφανειακές εμφανίσεις βράχων (φωτογραφία 1 της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης) και κλίσεις των εδάφους που κυμαίνονται μεταξύ 35% και 40% και είναι αποτρεπτικές για γεωργική εκμετάλλευση. Κατά την αυτοψία της άνω πραγματογνώμονος διαπιστώθηκε ότι το επίδικο δεν είναι περιφραγμένο, ότι οριοθετείται από το υπόλοιπο κτήμα πρώην κληρονόμων ………, στο δυτικό του όριο, με λίθους παραταγμένους στη σειρά, ότι η διάταξη των λίθων είναι πρόχειρη (φωτογραφίες 8 και 9 της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης), ότι με το δρόμο οριοθετείται με χαμηλή μάνδρα ύψους 30 εκατοστών περίπου, επί της οποίας πακτώνονται σιδηροπάσσαλοι (στις κορυφές της) ύψους 10 εκατοστών (φωτογραφία 10 της άνω έκθεσης), ότι παράλληλα με το ανατολικό του όριο βαίνει χαμηλός λιθόκτιστος μαντρότοιχος, ώστε να σχηματίζεται διάδρομος πλάτους περίπου 1,50 μέτρων, ο οποίος οδηγεί στον ερειπωμένο ανεμόμυλο (φωτογραφία 11 της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης) και ότι δεν υπάρχουν ίχνη από παλαιά περίφραξη, περιτοίχιση. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το επίδικο είναι το προαναφερθέν πρόχειρα περιφραγμένο από τον κολίγα ……… μη καλλιεργήσιμο τμήμα του πρώην κτήματος κληρονόμων .. ….., όπου από έτους 1954 φύλασσε αυτός το ποίμνιό του και του οποίου η πρόχειρη περίφραξη το έτος 1970 είχε στα περισσότερα σημεία της καταρρεύσει, καθώς ο άνω κολίγας είχε σταματήσει να διατηρεί εκεί ζώα. Να σημειωθεί εδώ ότι την επόμενη ημέρα της άνω καταπάτησης ο άνω κολίγας – φύλακας αντιλήφθηκε την καινούργια περίφραξη, η οποία είχε στηθεί στους πασσάλους, που είχε βάλει το 1954 για τα ζώα του, και ρώτησε τους γείτονες ποιος είχε δώσει τη σχετική εντολή, αφού, εάν την είχε δώσει ο άνω συγκληρονόμος και διαχειριστής του κτήματος …….., θα τον είχε ενημερώσει. Μόλις έμαθε από το ……., που έμενε στην περιοχή, ότι η περίφραξη είχε τοποθετηθεί με εντολή της …….., ο άνω κολίγας  – φύλακας ενημέρωσε σχετικά τον ……. και αυτός τους λοιπούς συνιδιοκτήτες και αργότερα ο ……. του είπε ότι ήλθαν σε συνεννόηση με τη …. και ίσως είχε γίνει λάθος. Έτσι, ο ……., με την άδεια του άνω  συγκληρονόμου – διαχειριστή του κτήματος, συνέχισε να χρησιμοποιεί και να καθαρίζει το επίδικο, όπως και πριν περιφραχθεί, καθώς αυτό δεν είχε πόρτα και κλειδαριά, αλλά είχε τοποθετηθεί μόνο ένα παλιό κάγκελο στη θέση της πόρτας για να κλείνει. Στη συνέχεια, δυνάμει των άνω υπ’ αριθ. ……. συμβολαίων του συμβολαιογράφου Αθηνών ……., ο ενάγων αγόρασε όλο το κτήμα πρώην κληρονόμων …… και διατήρησε ως φύλακα αυτού το …….. Η περίφραξη του επιδίκου παρέμεινε ως είχε μέχρι το 1985, οπότε, ενόψει του ότι η …… δεν την είχε απομακρύνει και ο ενάγων σχεδίαζε να πουλήσει ολόκληρο το κτήμα, προέβη σε αποβολή της από το επίδικο με δικαστικό επιμελητή, ενώ αυτή απουσίαζε από το νησί (βλ. σχετ. την από 18-3-1985 έκθεση βίαιης αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών … .). Το 1987 αποχώρησε ο κολίγας – φύλακας του κτήματος ….. και ο ενάγων όρισε νέο φύλακα τον κολίγα ……, στον οποίο επέτρεψε να διατηρεί ένα μικρό κοπάδι 20 περίπου προβάτων στο κτήμα και να καλλιεργεί κάποια κομμάτια του, για να υπάρχει τροφή για τα ζώα του. Ο ….. εκδίωξε άμεσα κάποιους που έβοσκαν ή φύλαγαν τα ζώα τους στο άνω κτήμα, εκτός από τον αδελφό του μπατζανάκη του, ……., στον οποίον επέτρεψε χαριστικά να βάζει στο επίδικο το κοπάδι με τα κατσίκια του, ώστε να μην περιφέρονται στο υπόλοιπο κτήμα. Ακολούθως, δυνάμει του υπ’ αριθ. …… αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών …… που μεταγράφηκε νόμιμα, ο ενάγων πώλησε το άνω κτήμα στην εταιρία «…….», η οποία διατήρησε στο κτήμα ως φύλακα τον … ………. (αυτός παρέμενε φύλακας του κτήματος το έτος 2011 που εξετάστηκε ως μάρτυρας στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης). Στις 17-5-2004 απεβίωσε η ……. στη Μασαχουσέτη Η.Π.Α. και περί τα τέλη Μαρτίου του επομένου έτους οι κληρονόμοι εκ διαθήκης αυτής (εκκαλούντες), δια της πληρεξούσιας δικηγόρου τους ………, κατήγγειλαν στην Πολεοδομία Πειραιά ότι ξηλώθηκε η περίφραξη από συρματόπλεγμα του επιδίκου και ότι καθαιρέθηκε η χαμηλή λίθινη περιμάντρωσή του, αμφισβητώντας το δικαίωμα κυριότητας του ενάγοντος και προβάλλοντες δικαίωμα κυριότητας επί του επιδίκου, ως καθολικοί διάδοχοι της αποβιωσάσης αρχικώς εναγομένης. Οι τελευταίοι ισχυρίζονται με τις προτάσεις τους ότι η άνω άμεση δικαιοπάροχός τους απέκτησε το επίδικο κατά πλήρη κυριότητα λόγω αγοράς από τον ……, δυνάμει του …. πωλητηρίου συμβολαίου του Προξένου της Ελλάδος στη Γενεύη ……, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Ύδρας, ο οποίος (…….) το απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα λόγω αγοράς από τον …… δυνάμει του …… συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών …… που μεταγράφηκε νόμιμα, ο οποίος (…..) το απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα λόγω αγοράς από τους ……., δυνάμει του ….. συμβολαίου της συμβολαιογράφου Ύδρας …… που μεταγράφηκε νόμιμα, άλλως ότι το απέκτησαν η άνω αρχικώς εναγόμενη και οι άνω δικαιοπάροχοί της κατά πλήρη κυριότητα με πρωτότυπο τρόπο και δη με τα προσόντα της τακτικής, άλλως της έκτακτης χρησικτησίας, ενόψει του ότι: α) η αρχικώς εναγόμενη είχε ασκήσει συνεχώς στο επίδικο από το έτος 1971 με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, άλλως με διάνοια κυρίου μόνο, διακατοχικές πράξεις νομής, ήτοι προσωπικά, κατά την κατ’ έτος επί 4 ή 5 μήνες παραμονή της στην Ύδρα ή μέσω τρίτων κατά την απουσία της, φύλαξη και εποπτεία του επιδίκου, διατήρηση ή επιδιόρθωση της περιφράξεως, καθαρισμό αυτού και κατάρτιση τοπογραφικού διαγράμματος με τοπογράφο μηχανικό, β) πριν απ’ αυτήν είχαν ασκήσει όμοιες διακατοχικές πράξεις νομής με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, άλλως με διάνοια κυρίου μόνο, κατ’ ανάστροφη σειρά: ο άμεσος δικαιοπάροχός της ………., από την αγορά του από τον ………. δυνάμει του υπ’  αριθ. …….. συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών …., μέχρι τη μεταβίβασή του στην εναγομένη, ο δε προκάτοχος αυτού ………., από την αγορά του από τους …….. δυνάμει του υπ’ αριθ. …. συμβολαίου της συμβολαιογράφου Ύδρας .. .., μέχρι την άνω μεταβίβασή του στον ………. και οι προκάτοχοι αυτού ……., από την περιέλευσή του σ’ αυτούς δυνάμει του υπ’ αριθ. ….. προικοσυμβολαίου του συμβ/φου Ύδρας …., από τους ……. – ., μέχρι την πώλησή του στον ……….. Από το άνω αποδεικτικό υλικό, όμως, δεν αποδείχθηκε ότι το επίδικο περιέχεται στους άνω τίτλους κτήσης κυριότητας των δικαιοπαρόχων της αρχικώς εναγομένης ……, είτε του αμέσου ………., είτε των απώτερων ………., …… και ότι αυτή και οι άνω δικαιοπάροχοί της νεμήθηκαν το επίδικο με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, άλλως με διάνοια κυρίου μόνο, από τον άνω επικαλούμενο χρόνο περιέλευσής του σ’ αυτούς και εντεύθεν, ενώ, αντίθετα, αποδείχθηκε ότι το επίδικο περιέχεται στους άνω τίτλους κτήσης κυριότητας των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος (οι οποίοι, κατά τα προεκτεθέντα, το νέμονταν τουλάχιστον από έτους 1954 και εντεύθεν με διάνοια συγκυρίων). Στην κρίση του αυτή άγεται το Δικαστήριο: Α) Όσον αφορά  στο ότι το επίδικο δεν περιέχεται στους τίτλους κτήσης κυριότητας των δικαιοπαρόχων της ……….και ότι δεν το νεμήθηκε αυτή και οι άνω δικαιοπάροχοί της με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, άλλως με διάνοια κυρίου μόνο, από τον άνω επικαλούμενο χρόνο περιέλευσής του σ’ αυτούς, εκ του ότι: 1) Το επίδικο δεν περιέχεται στο προικοσυμβόλαιο …… των …. και …., αφού η οικία .. είχε όριο το δρόμο (βλ. ιδίως τις υπ’ αριθ. ….. βεβαιώσεις του Δήμου Ύδρας) και το επίδικο δεν είχε επαφή με την άνω οικία και δεν αποτελούσε ενιαία ιδιοκτησία με αυτή. 2) Με το συμβόλαιο …. ο …. μεταβίβασε στο ……. το ακίνητο με στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Α (κτηματολογικό διάγραμμα – σχέδιο 2 της πραγματογνώμονος ……), ενώ με το συμβόλαιο ……. μεταβίβασε και στον …… το ίδιο ακίνητο, 3) το ακίνητο που αναφέρεται στο συμβόλαιο …., με το οποίο ο ….. μεταβίβασε το ανωτέρω ακίνητο στον ………., δεν έχει σχέση με το επίδικο (αφού έχει την ίδια περιγραφή με το ακίνητο που αναφέρεται στο άνω με αριθ. …… συμβόλαιο), ενώ δεν ταυτίζεται με το οικόπεδο του συμβολαίου …., με το οποίο ο ………. πώλησε στην ……. Άλλωστε, με εξαίρεση τη θέση και την ενορία, που είναι κοινά και για τα δύο ακίνητα, όπως αυτά αναφέρονται στα άνω με αριθ. …. συμβόλαια, δεν υπάρχει άλλο δηλωτικό στοιχείο ότι πρόκειται για το ίδιο ακίνητο, αφού διαφέρουν οι ιδιοκτήτες των ομόρων οικοπέδων (πλην του νοτίου) και το εμβαδόν των οικοπέδων έχει μεγάλη διαφορά (2.000 – 1.170 = 830,00 μ2)], 4) το επίδικο δεν έχει σχέση ούτε με το ακίνητο που περιγράφεται στο συμβόλαιο …., αφού, μόνο το εμβαδόν και το σχήμα του επιδίκου, όπως εμφαίνεται στο από 1971 τοπογραφικό διάγραμμα του …., συμφωνούν με τα αντίστοιχα του συμβολαίου …… Επίσης, τα ονόματα των ιδιοκτητών των ομόρων οικοπέδων, εκτός από το βορινό, είναι διαφορετικά και δεν είναι δυνατό να αναγνωρισθεί και να ταυτοποιηθεί το επίδικο με μόνο το συμβόλαιο ….., χωρίς το άνω τοπογραφικό διάγραμμα του …….. Από τη σύγκριση δε του τοπογραφικού της πραγματογνωμοσύνης με το τοπογραφικό διάγραμμα …… προκύπτει αναντιστοιχία στα ονόματα των ομόρων ιδιοκτητών και στον προσανατολισμό του επιδίκου ακινήτου, του οποίου η διεύθυνση του βορρά είναι στραμμένη κατά 150 μοίρες, 5) σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο φωτοερμηνευτικό απόσπασμα 3 της άνω έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, το οποίο αφορά στην ερμηνεία του ζεύγους αεροφωτογραφιών με κωδικούς ….., λήψης 12-6-1972, το επίδικο δεν ήταν περιφραγμένο το έτος 1971, όπως (εσφαλμένα) αναγράφεται στο …. συμβόλαιο και στο συνοδευτικό αυτού άνω τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού ….., παρά μόνο στη μέση περίπου του επιδίκου υπήρχε ένα μικρό «τοιχίο» (στην πραγματικότητα πεζούλα), εμφαινόμενο υπό τα στοιχεία β2-β4, το οποίο είχε χτιστεί, σύμφωνα και με την προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα από 12-11-2018 τεχνική έκθεση του τοπογράφου μηχανικού …., προκειμένου να συγκρατεί το έδαφος, λόγω της κλίσης του κτήματος (λόφου). Σημειωτέον ότι το τοιχίο αυτό (πεζούλα) εκτείνεται όχι μόνον εντός, αλλά και πέρα από το επίδικο, εντός του πρώην κτήματος κληρονόμων … ………., ενώ απαντάται και σε άλλα τμήματα του κτήματος αυτού και είναι εμφανές ότι έχει κατασκευαστεί προς συγκράτηση του εδάφους, λόγω της μεγάλης κλίσης του και όχι προς οριοθέτηση του επιδίκου. Μάλιστα, κατά την από 12-11-2018 τεχνική έκθεση ….. – που συντάχθηκε ύστερα και από μελέτη και ερμηνεία της αεροφωτογραφίας του 1973 της Γ.Υ.Σ, την οποία δεν είχε στη διάθεσή της η άνω πραγματογνώμονας – το επίδικο δεν είχε περίφραξη ούτε το έτος 1973, παρά μόνο την ανωτέρω αναφερόμενη πεζούλα, που το χώριζε σε δυο μέρη που ήταν απερίφρακτο, ως τμήμα του λόφου – κτήματος ……….. 6) Εάν θεωρηθεί ότι το ακίνητο, που αγόρασε η αρχικώς εναγόμενη …. από τον ………., δυνάμει του ….. πωλητηρίου συμβολαίου, βρισκόταν νότια και «εντός» του κτήματος πρώην ………. – ………., τότε θα έπρεπε και το ακίνητο, που αγόρασε ο …… από το ζεύγος …. με το …… συμβόλαιο (ήτοι το υπόλοιπο τμήμα 2 στρεμμάτων εκ των συνολικά 4 στρεμμάτων), να βρισκόταν νότια, εντός του κτήματος πρώην ………. (κοντά μάλιστα στον ερειπωμένο ανεμόμυλο που υπάρχει εντός του κτήματος αυτού) και όχι βόρεια, κοντά στην παραλία, όπου βρίσκεται στην πραγματικότητα [βλ. το τοπογραφικό διάγραμμα της διορισθείσας πραγματογνώμονος (σχέδιο 1)]. 7) Εάν το ακίνητο, που αγόρασε η αρχικώς εναγόμενη …… από τον ………., δυνάμει του …… πωλητηρίου συμβολαίου, ήταν όντως το επίδικο, το οποίο δεν ήταν περιφραγμένο ούτε το έτος 1972 (σύμφωνα με την πραγματογνώμονα), ούτε όμως και το έτος 1973 (σύμφωνα με την αεροφωτογραφία του 1973 της Γ.Υ.Σ. και την από 12-11-2018 τεχνική έκθεση του ……..), τότε λογικά θα έπρεπε η εναγόμενη να είχε προβεί άμεσα σε περίφραξη αυτού και στις αντίστοιχες αεροφωτογραφίες να εμφανίζονται υλοποιημένα τα όριά του και να μην εξακολουθεί να εμφανίζεται ως τμήμα του κτήματος κληρονόμων ………. ……….. 8) Σύμφωνα με την υπ’ αριθ. ….. βεβαίωση του Δήμου Ύδρας, το μονοπάτι – δημοτική οδός στην περιοχή …., ενορία Ιερού Ναού …., που οδηγεί από τη ράχη (… Ύδρας) προς το γεφυράκι πλησίον …, σύμφωνα με το συνημμένο απόσπασμα χάρτη, είναι δημοτικό και προϋφίσταται του έτους 1955  (το μονοπάτι αυτό – δημοτική οδός χώριζε την οικία …., το έτερο τμήμα δυο στρεμμάτων που απέκτησε ο ….. από την οικογένεια … και το παλαιό ελαιοτριβείο …, που βρίσκεται στην παραλία, βόρεια από το γήπεδο των κληρονόμων ………. ……….). Να σημειωθεί εδώ ότι, σύμφωνα και με την υπ’ αριθ. …… βεβαίωση του Δήμου Ύδρας, μεταξύ του επίδικου και της οικίας ….. υπάρχει όχι μόνο η πιο πάνω δημοτική οδός, αλλά και δημοτικός χώρος, έκτασης περίπου 70 τ.μ, ο οποίος εμφαίνεται στα αποσπάσματα της άνω έκθεσης πραγματογνωμοσύνης της …… και προϋπήρχε του έτους 1955. Δυνάμει δε του υπ’ αριθ. …… συμβολαίου της συμβολαιογράφου Ύδρας …. …, το οποίο ο ενάγων προσάγει και επικαλείται, μετά του συνημμένου σε αυτό τοπογραφικού σχεδιαγράμματος του πολιτικού μηχανικού ……., η …… (θυγατέρα του ζεύγους ….) μεταβίβασε στην αρχικώς εναγόμενη ….. την άνω οικία, που είχε λάβει ως προίκα – η οποία ήταν όμορη της πρώτης οικίας, που η …..  είχε αγοράσει το 1961. Την ίδια ημέρα η …. μεταβίβασε άκυρα στη ……., δυνάμει του υπ’ αριθ. ……. συμβολαίου της άνω συμβολαιογράφου (το οποίο ο ενάγων προσάγει και επικαλείται, μετά του συνημμένου σε αυτό τοπογραφικού του πολιτικού μηχανικού …….) και όμορο χώρο έκτασης 40 τ.μ, ο οποίος, σύμφωνα με την άνω με αριθ. …… βεβαίωση του Δήμου Ύδρας, είναι τμήμα δημοτικού χώρου συνολικής έκτασης 70 τ.μ, προϋφιστάμενου του έτους 1955. Στο ανωτέρω συμβόλαιο αναφέρεται ρητά ότι, μεταξύ του μεταβιβαζόμενου (μη νόμιμα, κατά τα προαναφερθέντα) χώρου επιφάνειας 40 τ.μ  και της οικίας …. (που επίσης μεταβιβάστηκε εκείνη την ημέρα), υπήρχε δημοτικός χώρος, αφού ρητά αναφέρεται ότι το μεταβιβαζόμενο οικόπεδο συνορεύει στην πλευρά μήκους 5,30 μ. με δημοτικό χώρο. Όμως, εφόσον η …… και η ……….  δέχονται με το άνω συμβόλαιο, ότι μεταξύ του επίδικου, του (μη νόμιμα) μεταβιβαζόμενου δημοτικού χώρου 40 τ.μ. και της οικίας ………. (που επίσης μεταβιβάστηκε εκείνη την ημέρα) υπήρχε δημοτικός χώρος, ότι δηλαδή το επίδικο και η οικία ………. χωρίζονταν όχι μόνο με δημοτικό δρόμο αλλά και με δημοτικό χώρο, δεν μπορεί το ακίνητο που αγόρασε η ……….  να είναι στη θέση του επιδίκου, αλλά βρισκόταν βόρεια, κοντά στο ακίνητο πρώην …… που βρίσκεται στην παραλία, όπως αναφέρεται στα συμβόλαια των δικαιοπαρόχων της, αλλά και σύμφωνα με το τοπογραφικό …., διότι συνορεύει με το ….., το οποίο βρίσκεται και αυτό στην παραλία (είναι εκτός του οικοπέδου πρώην κληρονόμων ………. ……….) και συμφωνεί με τον προσανατολισμό του άνω τοπογραφικού. 9) Εάν το ακίνητο που αγόρασε το 1971 η ……….ήταν όντως το επίδικο, το οποίο δεν ήταν περιφραγμένο το έτος 1972 (σύμφωνα με την πραγματογνώμονα), ούτε το έτος 1973 (σύμφωνα και με τη σχετική αεροφωτογραφία και την τεχνική έκθεση του ……..), τότε θα ήταν αναμενόμενο να ασκήσει αυτή άμεσα εμφανείς πράξεις νομής και ιδίως να προβεί άμεσα σε περίφραξη αυτού και να εμφανίζονται στις άνω αεροφωτογραφίες υλοποιημένα τα όριά του και όχι να εμφανίζεται ως τμήμα του τότε κτήματος κληρονόμων ………. ………., πλην όμως αποδείχθηκε ότι αυτή ουδέν έπραξε μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου 1976. Και 10) Ακόμα και αν το ακίνητο που αγόρασε η ……….ήταν το επίδικο, δεν θα αποκτούσε την κυριότητά του η τελευταία έναντι των αληθών κυρίων (δηλαδή των κληρονόμων ………. ………. και ακολούθως έναντι του ενάγοντος που το αγόρασε εξ αυτών), ενόψει του ότι, ναι μεν η πώληση ξένου ακινήτου είναι έγκυρη, διότι μόνο η έλλειψη κυριότητας στο ακίνητο δεν έχει ως συνέπεια την ακυρότητα της σύμβασης, πλην όμως, έναντι του αληθινού κυρίου η μεταβίβαση αυτή δεν είναι ισχυρή, αφού γι’ αυτήν απαιτείται ο μεταβιβάζων να είναι κύριος (Α.Π. 20/2017, Α.Π. 642/2016, Α.Π. 1338/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Και Β) Όσον αφορά στο ότι το επίδικο περιέχεται στους τίτλους κτήσης κυριότητας των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος, εκ του ότι: Σύμφωνα με την άνω διορισθείσα πραγματογνώμονα, το επίδικο περιέχεται στις αποδοχές κληρονομιάς ……….του συμβολαιογράφου Αθηνών ………. και στα πωλητήρια συμβόλαια …… του ιδίου άνω συμβολαιογράφου, τα οποία εμπεριέχουν όλο το φερόμενο ως πρώην κτήμα ………. ………., όπως η άνω πραγματογνώμονας το προσδιόρισε ακριβέστερα στην παρ. 2.3. της άνω έκθεσής της. Επειδή όμως προηγήθηκαν οι αποδοχές κληρονομιάς της ….. ………. ………. με αριθ. ……. του συμβολαιογράφου Αθηνών ……., οι οποίες αφενός δεν παρέχουν κάποιο στοιχείο, το οποίο να καθιστά το κτήμα κληρονόμων ………. ………. αναγνωρίσιμο, και αφετέρου το αναφερόμενο εμβαδόν (12 στρέμματα) είναι πολύ μικρό σε σχέση με το πραγματικό εμβαδόν του κτήματος αυτού (36.107,11 τ.μ.), καθώς και σε σχέση με το εμβαδόν του, που ορίζουν οι νεότερες αποδοχές, η άνω πραγματογνώμονας, επικαλούμενη τα παρακάτω στοιχεία – επιχειρήματα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το σύνολο του κτήματος (αγρού), που θεώρησε στην έκθεσή της, ως πρώην φερόμενου ιδιοκτήτη ………. ………., ανήκε πράγματι σ’ αυτόν και επομένως, νόμιμα και με ιδιοκτησίας δικαίωμα έγιναν οι διορθώσεις των αποδοχών κληρονομιάς ……. με τις προαναφερθείσες ……… πράξεις αντίστοιχα. Τα στοιχεία αυτά είναι: α) Ότι ο πέτρινος μαντρότοιχος, που υλοποιεί το δυτικό όριο του κτήματος και άγεται στο πόδι της όχθης του ρέματος μεταξύ των δημοτικών οδών, στις οποίες έχει πρόσωπο το κτήμα βόρεια και νότια (μαντρότοιχος Α43-Α44…. Α-59 Α1 – σχέδιο: 1), έχει ενιαία εικόνα καθ’ όλο το μήκος του, γεγονός που καταδεικνύει ότι ήταν ένας ο κατασκευαστής του, ο οποίος περιτοίχιζε το κτήμα, προφανώς με «διάνοια κυρίου». Ότι ακόμη ο άνω πέτρινος μαντρότοιχος προϋφίσταται του έτους 1961, όπως αναφέρεται στην τεχνική έκθεση  φωτοερμηνείας της άνω πραγματογνώμονος, β) Ότι στα συμβόλαια ……. των δικαιοπαρόχων της αρχικώς εναγομένης ……., αναγράφεται ότι η πρώην οικία ………. νότια συνορεύει με «τόπον κληρονόμων …. ……….», παππού του ………. ………. (πρώτου Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας), αναφορά που υποδηλώνει ότι οι απώτεροι και άμεσοι δικαιοπάροχοι της αρχικώς εναγομένης, δηλαδή οι ………αναγνώριζαν την οικογένεια ………. ως ιδιοκτήτη του ακινήτου νότια του οικοπέδου υπ’ αριθ. 09 του κτηματολογικού διαγράμματος της πραγματογνωμοσύνης (σχέδιο 2), γ) Ότι οι ……………., στο με αριθ. 875/1962 πωλητήριο συμβόλαιο προς το ……., αναφέρουν ότι η νότια ευρισκόμενη έκταση, στην οποία περιλαμβάνεται και το επίδικο, είναι ιδιοκτησίας ………. (βλ. σχετική ανάλυση στην παράγραφο 2.4. της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης) και δ) Ότι το συμβόλαιο ….., που αφορά στο οικόπεδο 13 στο κτηματολογικό διάγραμμα της πραγματογνωμοσύνης (σχέδιο 2), ορίζει ότι το πωλούμενο οικόπεδο συνορεύει δυτικά «με δρόμο και γήπεδον κληρονόμων ……….» και συνεπώς, ήδη από το έτος 1886 υπήρχε συνείδηση ότι δυτικά του οικοπέδου 13 υπήρχε η ιδιοκτησία ………. (βλ. σχετική ανάλυση στην παράγραφο 7.2 της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης). Με βάση τα παραπάνω αναφερόμενα η άνω πραγματογνώμονας καταλήγει πειστικά στο συμπέρασμα ότι: α) η άνω ιδιοκτησία εμβαδού 36.107,11 τ.μ. που έχει προσδιορίσει στην παράγραφο 2.3 της πραγματογνωμοσύνης ως «φερόμενη» πρώην ………. ………. (η οποία περιλαμβάνει το άνω επίδικο τμήμα, εμβαδού 1.191,26 τ.μ, όπως περιγράφεται στην  παράγραφο 2.4 της πραγματογνωμοσύνης) ανήκε πράγματι σ’ αυτόν και περιλαμβάνεται συνεπώς στους τίτλους όλων των κατιόντων διαδόχων αυτού, ήτοι: α. Στη διαθήκη της … ………., β. Στις αποδοχές κληρονομιάς ……, γ. Στις αποδοχές κληρονομιάς ……. των εγγονών και δ. Στα πωλητήρια συμβόλαια …….., με τα οποία μεταβιβάστηκε η άνω πρώην ιδιοκτησία ………. ………. στον ενάγοντα. Η άποψη αυτή ενισχύεται: 1) από τις προσκομιζόμενες αεροφωτογραφίες και ιδίως: α) από το απόσπασμα αεροφωτογραφίας …/15-5-1961 (ΥΠΕΧΩΔΕ), β) από το απόσπασμα αποτύπωσης περιοχής Ύδρας έτος 1967 (Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού), γ) από το απόσπασμα αεροφωτογραφίας …/12-6-1972 (ΥΠΕΧΩΔΕ) και δ) από το απόσπασμα αεροφωτογραφίας λήψεως 1973 (Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού), στα οποία το επίδικο δεν φαίνεται να είναι περιφραγμένο και ε) από το απόσπασμα – μεγέθυνση αεροφωτογραφίας λήψεως 1988 (Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού) και από το απόσπασμα αποτύπωσης περιοχής Ύδρας έτους 1985  (Πολεοδομίας Πειραιά), στα οποία το επίδικο φαίνεται για πρώτη φορά περιφραγμένο, 2) από την υπ’ αριθ. …… πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Ύδρας … .., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Ύδρας, στον τόμο .. και με αριθ. …, δυνάμει της οποίας οι εκκαλούντες καθολικοί διάδοχοι εκ κληρονομίας της αρχικώς εναγομένης αποδέχθηκαν (σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. ….. πράξη της ιδίας συμβολαιογράφου) την κληρονομία της. Στην άνω πράξη αποδοχής κληρονομίας αναφέρεται ότι το επίδικο συνορεύει ανατολικά, νότια και δυτικά με ιδιοκτησία .., ήτοι με το υπόλοιπο τμήμα πρώην κληρονόμων ………. ………., το οποίο πώλησε και μεταβίβασε σ’ αυτήν ο ενάγων το έτος 1988, δυνάμει του άνω …… αγοραπωλητηρίου συμβολαίου (βλ. σ. 6 της άνω πράξης αποδοχής). Με την περιγραφή όμως αυτή οι άνω καθολικοί διάδοχοι της αρχικώς εναγομένης φαίνεται να τοποθετούν το επίδικο εντός της ιδιοκτησίας που ο ενάγων είχε αγοράσει και να δέχονται ότι τα προς βορρά όρια του υπόλοιπου κτήματος είναι ο παραπάνω αναφερόμενος δημοτικός δρόμος και 3) από την από 12-11-2018 τεχνική έκθεση του τοπογράφου μηχανικού ……, που επιβεβαιώνει το ανωτέρω συμπέρασμα της διορισθείσας πραγματογνώμονος, επισημαίνοντας ειδικότερα ότι: α) υπήρχε προ του έτους 1945 (σύμφωνα με την Α/Φ του 1945) και σε κάθε περίπτωση προ του 1955 (σύμφωνα με την …. βεβαίωση του Δήμου Ύδρας) δημοτικός δρόμος, που αφενός οριοθετούσε το κτήμα ………. και αφετέρου χώριζε το επίδικο από την οικία ………., β) ότι η πεζούλα που εμφαίνεται στην αεροφωτογραφία έτους 1972 και βρίσκεται εντός του επιδίκου (με τα στοιχεία β2-β4 στο φωτοερμηνευτικό απόσπασμα της πραγματογνωμοσύνης) εκτεινόταν πέρα απ’ αυτό και στην υπόλοιπη ιδιοκτησία ………. ως τμήμα αυτής (όπως η πεζούλα αυτή εμφαίνεται στο απόσπασμα 3 της άνω τεχνικής έκθεσης) και γ) ότι η πεζούλα αυτή δεν οριοθετούσε το επίδικο, αλλά εκτεινόταν και πέρα απ’ αυτό, εντός της υπόλοιπης ιδιοκτησίας ………., διότι είχε κατασκευαστεί για τη συγκράτηση του εδάφους, λόγω της κλίσης του στη συγκεκριμένη θέση. Η άνω άποψη της πραγματογνώμονος ενισχύεται έτι περαιτέρω από τις καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης … ………. και ………. …, οι οποίοι είναι αμφότεροι Υδραίοι και από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 μέχρι και το 2011 διενήργησαν διαδοχικά, ως κολίγοι – φύλακες στο κτήμα πρώην κληρονόμων ………. (στο οποίο περιλαμβάνεται το επίδικο), διακατοχικές πράξεις νομής, στο όνομα και για λογαριασμό αρχικά των κληρονόμων ………. ………. και στη συνέχεια του ενάγοντος και της εταιρίας «…….», σύμφωνα με όσα αναλυτικά εκτέθηκαν ανωτέρω. Οι μάρτυρες αυτοί, έχοντας ιδία αντίληψη, κατέθεσαν μετά λόγου γνώσης, μεταξύ άλλων: α) ότι το κτήμα πρώην κληρονόμων ………. ………. περιλαμβάνει το επίδικο, β) ότι τόσο η οικογένεια ………. όσο και ο ενάγων (και στη συνέχεια η εταιρία «…….») ασκούσαν συνεχώς διακατοχικές πράξεις νομής με διάνοια κυρίου σε ολόκληρο το πρώην κτήμα ………. ………. και συγκεκριμένα είχαν προβεί σε ανέγερση περιμανδρώσεως, ανέγερση οικήματος και μύλου, συντήρηση αυτών, εγκατάσταση διαδοχικά διαφόρων κολίγων – φυλάκων του κτήματος (συμπεριλαμβανομένων και των ιδίων) και γ) ότι το έτος 1976 η ……….κατέλαβε και περιέφραξε το επίδικο. Σε άλλη κρίση δεν οδηγείται το Δικαστήριο από τις καταθέσεις των μαρτύρων των καθολικών διαδόχων της αρχικώς εναγομένης ……. (εκ των οποίων η πρώτη είναι Αγγλίδα φίλη και γειτόνισσά της, που δεν έμενε στην Ύδρα πριν το 1961, ενώ ο δεύτερος είναι Υδραίος εργολάβος οικοδομών, μόνιμος κάτοικος Ύδρας από το 1960 και δημοτικός σύμβουλος Ύδρας της δεκαετία του 1980, ο οποίος γνώρισε την ……….το 1975 και στη συνέχεια έκανε διάφορες εργασίες στην οικία της), οι οποίοι κατέθεσαν, μεταξύ άλλων: α) η πρώτη ότι εκπροσωπούσε την ……….και επέβλεπε τα περιουσιακά στοιχεία της, όποτε αυτή απουσίαζε από την Ύδρα, ότι υπήρχε περίφραξη στο επίδικο από το 1971 και ότι η ίδια συμβλήθηκε για λογαριασμό της ……….με τον …… για να μισθώσει το επίδικο και β) ο δεύτερος ότι το κτήμα ………. δεν κατέβαινε κάτω από το λοφίσκο προς τη μεριά του Καμινίου, ότι το επίδικο δεν ανήκε στο κτήμα ………., γιατί ήταν περιφραγμένο με συρματόπλεγμα και όχι περιμανδρωμένο και ότι ο ίδιος και τα παιδιά του καθάριζαν το επίδικο από τα χόρτα, με εντολή της ………. ή της ……. ως εκπροσώπου αυτής και στη συνέχεια των κληρονόμων της. Και τούτο, ενόψει του ανωτέρω αναφερθέντος αντίθετου αποδεικτικού υλικού, από το οποίο ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στις αεροφωτογραφίες των ετών 1961 και 1972, από τις οποίες προκύπτει ότι το επίδικο όχι μόνο δεν ήταν περιφραγμένο, αλλά αντίθετα, το έτος 1972 υπήρχε πεζούλα εντός αυτού, που εκτείνονταν μάλιστα και στην υπόλοιπη έκταση – κτήμα ………., και των παραδοχών, μεταξύ άλλων: Α) της πρώτης άνω μάρτυρος: α) ότι από τότε που πήγε η ίδια στην Ύδρα, ήτοι τη δεκαετία του 1960, το επίδικο, στο οποίο υπήρχε μια μουριά, δεν ήταν περιφραγμένο, β) ότι δεν μπορεί να διακρίνει περίφραξη στην αεροφωτογραφία του 1972, όπως της επιδεικνύεται, γ) ότι δεν έχει άμεση γειτνίαση με το επίδικο η ιδιοκτησία ….. (η  οποία φαίνεται να συνορεύει με το επίδικο στο τοπογραφικό …, που συνοδεύει το συμβόλαιο αγοράς της ……….), δ) ότι η οικία ………. «έχει πρόσωπο στο μονοπάτι» (τον πιο πάνω αναφερόμενο δημοτικό δρόμο) και ε) ότι στη ράχη, εκεί που είναι η ιδιοκτησία της ίδιας και της ……, δεν υπάρχει ιδιοκτησία …., διότι η ιδιοκτησία αυτή ήταν «κάτω στη θάλασσα, κάτω από το κτήμα που ήταν προίκα της ….» (η ιδιοκτησία … αναφέρεται ως σύνορο του επιδίκου ακινήτου στα ανωτέρω συμβόλαια που επικαλούνται οι καθολικοί διάδοχοι της αρχικώς εναγομένης ως τίτλους κτήσης του άμεσου και του απώτερου δικαιοπαρόχου της) και Β) του δεύτερου άνω μάρτυρος, ότι είχε ακούσει ότι ο … ήταν φύλακας του κτήματος ………., ότι τη δεκαετία του 1980 πήγε φύλακας στο κτήμα αυτό ο ……….., τον οποίο έβαλε ο ……., ο εγγονός του προέδρου, ότι μετά το ………. φύλακας ήταν ο ………., ότι μέσα στην ιδιοκτησία ………. δεν παρεμβάλλεται άλλη ιδιοκτησία, ότι στο κτήμα ………. υπήρχαν πεζουλάκια, ότι στην Ύδρα υπήρχε η ιδιοκτησία … η οποία απέχει περίπου 50 μέτρα από το επίδικο και τώρα έχει πουληθεί, ότι υπήρχε και ιδιοκτησία …., η οποία αποτελείται από ένα κτίριο – λιοτρίβι (ήτοι το πιο πάνω αναφερόμενο «..») και ένα οικόπεδο, τα οποία τα χωρίζει ο δρόμος προς το Βλυχό, ότι το οικόπεδο απέχει από το επίδικο περίπου 30 μέτρα, ότι το επίδικο δεν γνωρίζει εάν ήταν περιφραγμένο τις δεκαετίες 1950 – 1960, διότι αυτός δεν ήταν στην Ύδρα, ότι δεν γνωρίζει εάν ο ….. καλλιεργούσε το επίδικο πριν το μεταβιβάσει στους δικαιοπαρόχους της ….., ότι το σπίτι ………. βρίσκεται σε διαγώνια γραμμή σε σχέση με το επίδικο και υπήρχε μεταξύ τους δρόμος, ότι δεν γνωρίζει για ιδιοκτησία …. κοντά στο επίδικο, ούτε για ιδιοκτησία … στη ….. που είναι το επίδικο, ενώ γνωρίζει για ιδιοκτησία ….. που βρίσκεται μακριά, στον Άγιο Φανούριο. Ελάχιστα πειστικές, ενόψει του αντίθετου άνω αποδεικτικού υλικού, κρίνονται και οι ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ανταπόδειξης ………. και ….., στις οποίες αναφέρουν: α) ο πρώτος ότι το 1971 είχε περιφράξει το επίδικο, με βάση το από 15-11-1971 τοπογραφικό του τοπογράφου μηχανικού ……, που επισυνάπτεται στο πωλητήριο συμβόλαιο προς τη ……….και β) ο δεύτερος ότι επί 30 χρόνια, με άδεια της αρχικώς εναγομένης, χρησιμοποιούσε το επίδικο για τα κατσίκια του, χωρίς κανείς να τον ενοχλήσει και ότι, όταν ο ενάγων αγόρασε το κτήμα κληρονόμων ………. ………., το κτήμα αυτό δεν ήταν περιφραγμένο. Να αναφερθεί εδώ ότι οι καθολικοί διάδοχοι της αρχικώς εναγομένης αλυσιτελώς ισχυρίζονται στις προτάσεις τους ότι η πραγματογνωμοσύνη δεν έλαβε υπόψη την υπ’ αριθ. …… πράξη του συμβολαιογράφου Αθηνών ……., η οποία είναι μεταγραμμένη στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, στον τόμο … και με αριθ. …., δυνάμει της οποίας ο ενάγων, από την αγορασθείσα με τα παραπάνω συμβόλαια ……. του συμβολαιογράφου Αθηνών …… έκταση των 30 στεμμάτων, αποχώρισε τμήμα επιφανείας 9.499,50 τ.μ. Και τούτο διότι, ανεξάρτητα από το ότι ουδέποτε υλοποιήθηκε ο διαχωρισμός του άνω τμήματος, αφού δεν μεταβιβάστηκε χωριστά αυτό σε τρίτους, ο αποχωρισμός τμήματος δεν σημαίνει μεταβίβαση σε τρίτον, ενώ οι καθολικοί διάδοχοι της αρχικώς εναγομένης δεν ισχυρίζονται ότι ο ενάγων μεταβίβασε στην εταιρία «………..» έκταση περιτετμημένη κατά 9.499,50 τ.μ, ούτε ότι η άνω δικαιοπάροχός τους απέκτησε τμήμα των εκτάσεων που παρέμειναν εκτός αγοραπωλησίας από τους κληρονόμους ………. ………., με συνέπεια να έχει έννομη επιρροή στην παρούσα υπόθεση η μετά την άσκηση της αγωγής έκταση του κτήματος αυτού. Σε διαφορετική άποψη δεν οδηγεί το Δικαστήριο η από 13-11-2018 έκθεση του τεχνικού συμβούλου των κληρονόμων της αρχικώς εναγομένης αγρονόμου – τοπογράφου μηχανικού ……… (όπως και η ιδίου περιεχομένου και ημερομηνίας ένορκη βεβαίωσή του), κατά τις οποίες έγινε λανθασμένη εφαρμογή από τη διορισθείσα πραγματογνώμονα των επισυναπτομένων στην έκθεσή της εγγράφων, τοπογραφικών και κτηματολογικών διαγραμμάτων και φωτογραφιών, για τη θέση του επιδίκου εντός του κτήματος πρώην κληρονόμων ………. ………., με αποτέλεσμα να είναι λανθασμένη η γνωμοδότησή της: Α) ως προς τη φύση, το είδος και το ακριβές εμβαδόν του επιδίκου και Β) ως προς το ότι αυτό περιλαμβάνεται μέσα στα όρια του κτήματος πρώην κληρονόμων ………. ………., ενόψει του ότι: « 1) Στο συμβόλαιο δωρεάς εν ζωή υπ’ αρ. ….. του συμβολαιογράφου Πειραιά ….., στο οποίο περιγράφεται το κτήμα ………., αναφέρεται το έτος 1919 περιμανδρωμένο και πανταχόθεν οριζόμενο από βραχώδεις γαίες και από άλλα καλλιεργήσιμα κτήματα. Στις Α/Φ του 1961 αλλά και τις μεταγενέστερες, φαίνονται δια γυμνού οφθαλμού τόσο οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις της υπό εξέταση περιοχής, όσο και οι βραχώδεις γαίες. Το κτήμα ………. λοιπόν, συνορεύει με βραχώδεις γαίες – ξερολιθιά στο βόρειο τμήμα του, ανατολικά και νότια με καλλιεργήσιμες εκτάσεις και δυτικά με ρέμα. Στους ορθοφωτοχάρτες της ΕΚΧΑ (2010), εφαρμόζοντας το τοπογραφικό διάγραμμα της πραγματογνωμοσύνης (μπλε περίγραμμα) και μεταβάλλοντας φωτοερμηνευτικά το βόρειο όριο της ιδιοκτησίας ………. ώστε βόρεια να συνορεύει με βραχώδη έκταση, στην περίπτωση που η εμφανώς βραχώδης έκταση δεν περιλαμβάνεται στο ακίνητο, αυτό έχει έκταση περίπου 23 στρ. (κόκκινο περίγραμμα). Σε περίπτωση που βραχώδης έκταση περιλαμβάνεται στο ακίνητο, αυτό έχει έκταση περίπου 28 στρ. (πορτοκαλί περίγραμμα). 2) Στις αεροφωτογραφίες του 1945 η κλίμακα είναι τέτοια (1:42000) που δεν επιτρέπει την παρατήρηση λεπτομερειών εδάφους. Στις Α/Φ του 1962 το επίδικο εμφαίνεται ως αυτοτελές ακίνητο. Περιμετρικά, η χρωματική αντίθεση στο έδαφος, που διακρίνεται αχνά δια γυμνού οφθαλμού και πολύ ξεκάθαρα με τη βοήθεια υψηλής ανάλυσης επιτραπέζιου φωτογραμμετρικού σταθμού, καταμαρτυρά την αυτοτέλεια της ιδιοκτησίας το έτος 1961. Στις Α/Φ του 1972 φαίνεται καθαρά διαχωρισμένο το επίδικο ( στη σελ.20 αναφέρεται το αντίθετο). Ομοίως και στις μεταγενέστερες Α/Φ. 3) Στην περιγραφή των τίτλων αποκρύπτονται κάποιοι τίτλοι με περιγραφές που βοηθούν την  αρχικώς εναγόμενη (π.χ. στον τίτλο κτήσης … δεν αναφέρεται, ως όμορο  ακίνητο ιδιοκτησίας ………., αλλά ακίνητο ιδιοκτησίας …. (απώτατου δικαιοπαρόχου της αρχικώς εναγομένης). 4) Στο τοπογραφικό του 1971 το επίδικο εμφαίνεται ελαφρώς διαφοροποιημένο ως προς το εμβαδό και τις πλευρές, σε σχέση με αυτό που του αποδίδεται στην πραγματογνωμοσύνη. Η αποτύπωσή του δηλαδή επί του τοπογραφικού της πραγματογνωμοσύνης δεν είναι απολύτως ακριβής αναφορικά με την εφαρμογή του τίτλου (με την επισήμανση ότι στο τοπογραφικό του 1971 ο βορράς είναι λάθος σχεδιασμένος) ».  Και τούτο διότι ο άνω τεχνικός τους σύμβουλος δεν προκύπτει ότι έλαβε υπόψη του όλους τους τίτλους, τα τοπογραφικά και τα έγγραφα που αναφέρονται στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης (βεβαιώσεις Δήμου, κ.λ.π.), δεν αναφέρεται σε ουσιώδη ευρήματα – πορίσματα της έκθεσης αυτής που είναι δυσμενή για τους εντολείς του, ενώ δεν αναφέρει και ότι προέβη σε αυτοψία για την έρευνα, μελέτη και ερμηνεία των αεροφωτογραφιών και το σχολιασμό της άνω έκθεσης. Ειδικότερα, όσον αφορά στο επικαλούμενο απ’ αυτόν συμβόλαιο δωρεάς εν ζωή ……., κατά το οποίο το κτήμα (πρώην κληρονόμων ………. ……….) συνορεύει με βραχώδεις γαίες και καλλιεργήσιμα κτήματα, ο …….. κάνει εφαρμογή των ανωτέρω, για να βγάλει το πόρισμά του, συγκρίνοντας την περιγραφή του ακινήτου στο συμβόλαιο αυτό με την αεροφωτογραφία του έτους 1961 (ήτοι 40 και πλέον έτη μετά), χωρίς όμως να αναφερθεί στα συμβόλαια των δικαιοπαρόχων της αρχικώς εναγομένης, τα οποία καταρτίστηκαν 40 και 50 χρόνια αργότερα, από τα οποία προκύπτει ότι το επίδικο, ακόμη και εάν δεν ήταν τμήμα του πρώην κτήματος κληρονόμων ………. ………., δεν μπορούσε να είναι τμήμα της ιδιοκτησίας ………., ούτε της ……., σύμφωνα με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν. Παραλείπει ακόμα να αναφέρει ότι στην αεροφωτογραφία του 1961 εμφαίνεται ο πιο πάνω πέτρινος μαντρότοιχος, που υλοποιεί το δυτικό όριο του κτήματος και άγεται στο πόδι της όχθης του (μαντρότοιχος Α43-Α44…. Α-59 Α1, σχέδιο 1 της πραγματογνωμοσύνης) και έχει ενιαία εικόνα καθ’ όλο το μήκος του. Να προστεθεί εδώ ότι, κατά τη συμπληρωματική τεχνική έκθεση του …….., ότι ο ……. δεν θα μπορούσε να έχει κάνει εφαρμογή του τοπογραφικού διαγράμματος της πραγματογνωμοσύνης με ορθομετρικούς χάρτες της ΕΚΧΑ έτους 2010, διότι για τη νήσο Ύδρα η ΕΚΧΑ έχει πραγματοποιήσει φωτοληψία για την περίοδο 2007-2009 και όχι για το 2010. Να προστεθεί ακόμη ότι οι καθολικοί διάδοχοι της αρχικώς εναγομένης δεν προσκόμισαν το (αναφερόμενο ως συνημμένο στην τεχνική έκθεση του ………) απόσπασμα της έγχρωμης αεροφωτογραφίας, με εφαρμογή των τίτλων των κληρονόμων ………. ………. και του βορείου ορίου με βραχώδη έκταση, ώστε να μπορεί να ελεγχθεί η ορθότητα ή μη της εφαρμογής των άνω τίτλων από τον άνω τεχνικό σύμβουλο και εάν και ποιά αεροφωτογραφία έλαβε υπόψη του. Εξάλλου, από την φωτοερμηνεία του 1961 της πραγματογνωμοσύνης (βλ. σελίδες 6 και 7 της ενότητας Γ της τεχνικής έκθεσης φωτοερμηνείας αυτής) προκύπτει ότι η διορισθείσα πραγματογνώμονας έλαβε υπόψη τα υλοποιημένα σύνορα της ιδιοκτησίας ………. και ότι ορθώς προκύπτουν τα εμβαδά της αποτύπωσης της πραγματογνωμοσύνης. Και ναι μεν ο …….. ερμηνεύει τις αεροφωτογραφίες του 1961 και του 1972 και καταλήγει ότι, κατά την κρίση του, αποδεικνύουν την αυτοτέλεια της ιδιοκτησίας λόγω της χρωματικής αντίθεσης στο έδαφος περιμετρικά, που διακρίνεται αχνά δια γυμνού οφθαλμού και πολύ ξεκάθαρα με τη βοήθεια υψηλής ανάλυσης φωτογραμμετρικού σταθμού, παραλείπει όμως να αναφέρει ότι δεν διακρίνεται περίφραξη του επίδικου ούτε το 1961 ούτε το 1972 και κυρίως ότι υπήρχε εντός αυτού πεζούλα (που μάλιστα διακρίνεται δια γυμνού οφθαλμού), η οποία: 1) ήταν κατασκευασμένη από σειρά από πέτρες, 2) είχε χτιστεί με σκοπό να συγκρατεί το έδαφος λόγω της κλίσης του (αναβαθμός) και 3) «διέσχιζε το επίδικο» και εκτεινόταν και πέρα από αυτό στην υπόλοιπη έκταση πρώην ………., γεγονός που καταδεικνύει ότι το ακίνητο ήταν τμήμα αυτής, διότι αν ήταν αυτοτελής ιδιοκτησία δεν θα υπήρχε λόγος να υπάρχει συνέχεια στην πεζούλα και πέρα του επίδικου. Σε σχέση δε με την άνω επισήμανσή του (……….) για χρωματική αντίθεση στο έδαφος περιμετρικά, κατά την από 19-11-2018 συμπληρωματική τεχνική έκθεση του …….. δεν διακρίνεται (ούτε το 1961 ούτε το 1972) αντίθεση και κλιμάκωση του τόνου του γκρι και ούτε εναλλαγή του, αλλά αντίθετα ενιαία υφή του τόνου του γκρι, το οποίο (σε συνδυασμό και με την ανωτέρω πεζούλα) αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει αυτοτελής ιδιοκτησία στην περιοχή του επιδίκου. Περαιτέρω, ο ………. ισχυρίζεται στην άνω τεχνική του έκθεση ότι στο τοπογραφικό του 1971 το επίδικο εμφαίνεται ελαφρώς διαφοροποιημένο, ως προς το εμβαδό και τις πλευρές, σε σχέση με αυτό που του αποδίδεται στην πραγματογνωμοσύνη. Όπως, όμως, εξηγεί στην ως άνω συμπληρωματική τεχνική του έκθεση ο …….., όταν συντάχθηκε το έτος 1971 το τοπογραφικό του ………, οι μέθοδοι και τα μηχανήματα αποτύπωσης (τοπογραφικά όργανα) της εποχής ήταν ο θεοδόλιχος, η πυξίδα και η μετροταινία και ως εκ τούτου ο άνω τεχνικός σύμβουλος του ενάγοντος συμπεραίνει ότι, κατά την διάρκεια της αποτύπωσης το 1971, ή δεν έγινε καν χρήση έστω του πιο απλού οργάνου, της πυξίδας, ή για κάποιο άλλο άγνωστο λόγο τοποθετήθηκε ο βορράς σε λάθος θέση και ότι, εάν είχε γίνει χρήση θεοδόλιχου για την αποτύπωση του συγκεκριμένου τοπογραφικού, δεν θα είχαν αποδοθεί με λάθος κλίμακα και γεωμετρία οι δρόμοι, οι γειτονικές ιδιοκτησίες και το επίδικο τμήμα. Επιπρόσθετα, ο άνω τεχνικός σύμβουλος  του ενάγοντος αναφέρει ότι την εποχή εκείνη μπορεί να είχε χρησιμοποιηθεί κάποια άλλη πρόχειρη μέθοδος αποτύπωσης και απόδοσης του σχεδίου, το οποίο δεν αντιστοιχεί με την πραγματικότητα και προσθέτει ότι οι χάρτες 1:5000 της Γ.Υ.Σ. είναι γνωστό στους τοπογράφους ότι κατασκευάστηκαν με βάση το αεροφωτογραφικό υπόβαθρο του έτους 1960 και άρα υπήρχαν στην διάθεση του τοπογράφου μηχανικού …….. το έτος 1971, για να βασιστεί σ’ αυτούς και να προβεί σε ορθή αποτύπωση του επιδίκου, κάτι που όμως δεν έπραξε. Ο ίδιος τεχνικός σύμβουλος αναφέρει ακόμα ότι η όποια σύγκριση ή εφαρμογή του ως άνω τοπογραφικού (για την εκπόνηση του οποίου δεν χρησιμοποιήθηκαν ούτε οι ενδεδειγμένες μέθοδοι αποτύπωσης της εποχής) με αυτό της πραγματογνωμοσύνης (για την εκπόνηση του οποίου χρησιμοποιήθηκαν αυτοματοποιημένες και ακριβέστερες μέθοδοι αποτύπωσης) θα οδηγούσε ούτως ή άλλως σε αποκλίσεις και υπενθυμίζει  ότι ο ……… δεν έχει προβεί σε αυτοψία και δεν προσδιορίζει επακριβώς ποιες είναι οι διαφορές στις πλευρές και στο εμβαδόν του επίδικου, όπως αυτές προκύπτουν, κατά την κρίση του, από την σύγκριση του τοπογραφικού του 1971 και του ακίνητου όπως αποδίδεται στην πραγματογνωμοσύνη, με συνέπεια το πόρισμά του να μην είναι ορθά επιστημονικά τεκμηριωμένο, αφού (όπως προαναφέρθηκε), στην αποτύπωση του τοπογραφικού του 1971 χρησιμοποιήθηκαν ατελή τεχνικά μέσα, αλλά κυρίως είναι αόριστο, γιατί δεν προσδιορίζει ακριβώς τις διαφορές, ώστε να μπορεί να αξιολογηθεί επιστημονικά. Περαιτέρω, ο ……. επικαλείται τον τίτλο με αριθ. ……., όπου αναφέρεται ως όμορη η ……….και ο …. Πλην όμως το έτος 1977 το επίδικο είχε ήδη καταπατηθεί από τη ……….(αφού είχε τοποθετήσει την παράνομη περίφραξη το έτος 1976) και κατά συνέπεια από το άνω συμβόλαιο (……..) δεν μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα. Πάντως, από τα αναγραφόμενα σύνορα του περιγραφόμενου στο άνω συμβόλαιο ακίνητου, προκύπτει αφενός ότι υπήρχε ο δημοτικός δρόμος, που χώριζε αυτό από την οικία ………. και αφετέρου ότι το ακίνητο αυτό συνορεύει με τις αναφερόμενες και στα συμβόλαια υπ’ αριθ. ……. της συμβολαιογράφου Ύδρας .. …. και υπ’ αριθ. ….. του συμβολαιογράφου Αθηνών …….. ιδιοκτησίες του …, του … και τον Ναό της … (ο οποίος είναι όμορος της οικίας ……….). Όπως εκθέτει μάλιστα ο …… στην από 12-11-2018 τεχνική του έκθεση (βλ. σ. 34 αυτής), το ακίνητο που περιγράφεται στα υπ’ αριθ. …….. άνω συμβόλαια (δυνάμει των οποίων το ζεύγος ………. το μεταβίβασε στο ……. και αυτός στον ……….) βρισκόταν στην περιοχή μεταξύ της δημοτικής οδού και της παραλίας (αφού συνόρευε με την παραλιακή οικία ….. και τον …), όπου βρίσκεται και το ακίνητο που αναφέρεται στο …….. συμβόλαιο. Περαιτέρω, όσον αφορά στον ισχυρισμό των καθολικών διαδόχων της αρχικώς εναγομένης ότι αλλού βρίσκεται η θέση «…», που αναφέρεται στους παλιούς τίτλους των δικαιοπαρόχων του ενάγοντος, και αλλού η θέση «….», η οποία προστέθηκε στη θέση «….» ενόψει της μεταβίβασης στον ενάγοντα της ιδιοκτησίας κληρονόμων ………. ………., πρέπει να σημειωθεί, πέραν όσων ανωτέρω εκτέθηκαν, ότι από την προσαγόμενη από τον ενάγοντα με αριθ. πρωτ. ……. βεβαίωση του Δημάρχου Ύδρας, η οποία εκδόθηκε μετά από αίτηση της πληρεξούσιας δικηγόρου των καθολικών διαδόχων της αρχικώς εναγομένης, προκύπτει ότι «η θέση “.. ή του ..” βρίσκεται στη ράχη … (Αγ. Φανούριος) και η εκκλησία είναι ο ……», η οποία ράχη είναι ο πιο πάνω αναφερόμενος λόφος, όπου βρίσκεται το κτήμα πρώην κληρονόμων ………. ………. και το επίδικο. Προκύπτει, επομένως, και από την άνω βεβαίωση ότι η συγκεκριμένη περιοχή βρίσκεται στη γενικότερη περιοχή των … Ύδρας, που εκτείνονται και πέρα από τον ως άνω λόφο μέχρι την παραλία (όπου βρίσκεται η πρώην ιδιοκτησία … και το …, κατά τα ανωτέρω και σύμφωνα με την άνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Αλλά και σύμφωνα με το επισυναπτόμενο στην πιο πάνω βεβαίωση απόσπασμα, η θέση … βρίσκεται ακριβώς όπου και το επίδικο. Με βάση όσα προαναφέρθηκαν αποδεικνύεται ότι το επίδικο περιλαμβάνεται στα όρια του πρώην κτήματος κληρονόμων ………. ………., που αγόρασε ο ενάγων δυνάμει των με αριθ. ………. συμβολαίων και ως εκ τούτου κατέστη κύριος αυτού με παράγωγο τρόπο (αγορά), ενώ αντιθέτως δεν αποδεικνύεται ότι περιλαμβάνεται στους τίτλους κυριότητας των δικαιοπαρόχων της αρχικώς εναγομένης, η οποία ως εκ τούτου δεν κατέστη κυρία αυτού με τον επικαλούμενο κυρίως παράγωγο τρόπο, αλλά και με τον επικαλούμενο επικουρικά πρωτότυπο (τακτική, άλλως έκτακτη χρησικτησία). Κατόπιν τούτων πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο το αίτημα των συνεχιζόντων τη δίκη κληρονόμων της αρχικώς εναγομένης να διαταχθεί νέα πραγματογνωμοσύνη για τα ταχθέντα στην πραγματογνώμονα ερωτήματα (ήτοι για τη φύση, το είδος και το ακριβές εμβαδόν του επιδίκου, καθώς και για το εάν αυτό περιλαμβάνεται ολικά ή μερικά στα όρια του μεγάλου ακινήτου του ενάγοντος, όπως αυτό περιγράφεται στους τίτλους αυτού και των δικαιοπαρόχων του), ζήτημα άλλωστε που εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (Α.Π. 780/2015, Α.Π. 1025/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), αφού το Δικαστήριο σχημάτισε πλήρη δικανική πεποίθηση περί των ζητημάτων της ταυτότητας και της κυριότητας του επιδίκου από τα προσκομιζόμενα με επίκληση αποδεικτικά στοιχεία και δεν κρίνει αναγκαία την επανάληψη της αρχικής πραγματογνωμοσύνης από άλλο πραγματογνώμονα. Στη συνέχεια, εφόσον δεν αποδεικνύεται κτήση κυριότητας επί του επίδικου από την αρχικώς εναγόμενη με παράγωγο αλλά και με πρωτότυπο τρόπο (τακτική, άλλως έκτακτη χρησικτησία), η προβληθείσα απ’ αυτή νόμιμη ένσταση ιδίας κυριότητας επί του επιδίκου πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσία. Αντιθέτως, αποδεικνυομένης, σύμφωνα με τα παραπάνω, της κυριότητας του ενάγοντος επί του επιδίκου, πρέπει η αγωγή να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσία κατά την κυρία βάση της που επιχειρεί θεμελίωση σε παράγωγο τρόπο κτήσης κυριότητας, να αναγνωριστεί ο ενάγων ως κύριος του επιδίκου ακινήτου και να υποχρεωθούν οι συνεχίζοντες τη δίκη, ως εξ αδιαιρέτου και κατ’ ισομοιρίαν κληρονόμοι της αποβιώσασας αρχικώς εναγομένης, να το αποδώσουν στον ενάγοντα. Τα δικαστικά έξοδα του τελευταίου και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματός του, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των ηττηθέντων καθολικών διαδόχων της αποβιώσασας αρχικώς εναγομένης (άρθρα 106, 176, 183, 189 παρ. 1 και 191 παρ 2 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, την από 18-12-1981 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ……… αγωγή  του εφεσίβλητου στην από 2-4-2005 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ……… έφεση / καθ’ ου στους από 16-9-2005 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …….. πρόσθετους λόγους αυτής κατά της με αριθ. 1275/2004 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), μετά τη διεξαγωγή των αποδείξεων που διατάχθηκαν επί της άνω αγωγής με τη με αριθ. 730/2008 εν μέρει προδικαστική – εν μέρει οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία.

Δέχεται την άνω αγωγή.

Αναγνωρίζει τον ενάγοντα ……. ………. κύριο του επιδίκου ακινήτου, ήτοι αγροτεμαχίου άγονης γης, εμφαινομένου υπό τα στοιχεία Α35, Ε1, Ε2, Ε3, Ε4… Ε10, Ε11, Ε12, Α37, Α36, Α35, στο από Ιουνίου 2017 τοπογραφικό διάγραμμα (σχέδιο 1), που συνοδεύει τη με ίδια χρονολογία τεχνική έκθεση πραγματογνωμοσύνης της διορισθείσας πραγματογνώμονος αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού ……., εμβαδού 1.191,26 τ.μ, με συντεταγμένες κορυφών στο Σύστημα Αναφοράς Ε.Γ.Σ.Α. ’87 τις αναγραφόμενες στο σχετικό πίνακα του άνω διαγράμματος, το οποίο συνορεύει: προς βορρά, επί τεθλασμένου προσώπου Α35 – Α36 – Α37, μήκους 39,67 μέτρων, με δημοτική οδό, προς νότο, επί πλευράς Ε6-Ε7, μήκους 7,47 μέτρων, με φερόμενη ιδιοκτησία πρώην ………., προς ανατολάς, επί τεθλασμένης πλευράς Α35 – Ε1 – Ε2 –  Ε3 – Ε4 – Ε5 – Ε6, μήκους 48,13 μέτρων, με φερόμενη ιδιοκτησία πρώην ………. και δυτικά, επί τεθλασμένης πλευράς Ε7 – Ε8 – Ε9 – Ε10 – Ε11 – Ε12 – Α37, μήκους 43,41 μέτρων, ομοίως με φερόμενη ιδιοκτησία πρώην ………..

Υποχρεώνει τους συνεχίζοντες τη δίκη, ως εξ αδιαιρέτου και κατ’ ισομοιρίαν κληρονόμους της αποβιώσασας αρχικώς εναγομένης ….: 1) ……, 2) ……… και 3) ……….να αποδώσουν το ανωτέρω ακίνητο στον ενάγοντα.

Καταδικάζει τους ανωτέρω καθολικούς διαδόχους της αποβιώσασας αρχικώς εναγομένης στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 7 Μαρτίου 2019 και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, στις 27 Μαρτίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ