Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 196/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙKΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης:  196/2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη – Εισηγητή και τη Γραμματέα  Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι κρινόμενες εφέσεις κατά της υπ’ αριθμ. 1358/2016 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 1, 520 του ΚΠολΔ και εικοστό τέταρτο του ν. 4411/2016), δοθέντος ότι η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στους εκκαλούντες την 1/8/2016 (υπ’ αριθμ. ……… εκθέσεις επίδοσης της αρμόδιας δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών …….), οι δε εφέσεις κατατέθηκαν στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 28/9/2016 και την 30/9/2016 αντίστοιχα και αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) ενώ καταβλήθηκαν από τον με στοιχείο Α εκκαλούντα και τα νόμιμα παράβολα με αριθμούς ……., συνολικού ποσού 200 ευρώ, τα οποία επισυνάπτονται στην από 28/9/2016 έκθεση που συνέταξε η Γραμματέας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατ’ άρθρο 495 παρ. 2 του ΚΠολΔ, χωρίς να απαιτείται η καταβολή παραβόλου και από το Β εκκαλούν (άρθρα 19 του κ.δ. της 16.6.1944 «Περί Κώδικος Νόμων Δικών του Δημοσίου» και 276 του ν. 3463/2006 «Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων»). Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις, αφού συνεκδικαστούν για λόγους πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, διευκολύνσεως και επιταχύνσεως της δίκης καθώς και μειώσεως των εξόδων (άρθρο 246 του ΚΠολΔ), να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρα 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

Με τις από 20/9/2018 νόμιμα κατατιθέμενες έγγραφες προτάσεις του ο Συντονιστής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής ασκεί πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του με στοιχείου Α εκκαλούντος με την ιδιότητα του εποπτεύοντος τις περιουσίες, που έχουν καταλειφθεί για κοινωφελή σκοπό. Η πρόσθετη παρέμβαση παραδεκτά ασκείται ενώπιον του Εφετείου αυτού (άρθρα 1, 2 παρ. 3 και 69 παρ. 1 εδ. δ΄ του ν. 4182/2013 σε συνδ. με άρθρο 80 του ΚΠολΔ) και πρέπει να εξεταστεί κατ’ ουσία, συνεκδικαζόμενη με τις εφέσεις.

Α) Η αρχική ενάγουσα, …….., κάτοικος εν ζωή …, η οποία απεβίωσε την 6/2/2017 (υπ’ αριθμ. …… ληξιαρχική πράξη θανάτου της ληξιάρχου του Δήμου Αθηναίων) και κατέλιπε ως μοναδικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους της τα τέκνα της, ……… (υπ’ αριθμ. πρωτ. …….. πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών του Δημάρχου Αθηναίων), οι οποίοι με δήλωσή τους ενώπιον του Εφετείου αυτού στη δικάσιμο της 18/5/2017 δήλωσαν ότι συνεχίζουν τη δίκη ως καθολικοί διάδοχοί της, στις από 25/9/2012 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………. αντίστοιχα αγωγές της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, στρεφόμενες κατά του Ιερέα του Ιερού Ναού Αγίου …….. π. ………, του Υπουργείου Οικονομικών, του Υπουργού Οικονομικών, του ……., ήδη εκκαλούντος, του Ιερέα του Ιερού Ναού ….. π. …., του Δήμαρχου ….. και του Δήμαρχου …….., ιστορούσε ότι, την 28/4/2002, απεβίωσε ο αδελφός της …….., κάτοικος εν ζωή ……, ότι κατά το χρόνο του θανάτου του οι πλησιέστεροι συγγενείς του ήταν η ίδια, οι αμφιθαλείς αδελφοί τους ……. και τα τέκνα των προαποβιώσαντων αδελφών τους ………, ότι ο θανών κατέλιπε την από 22/11/1998, 1/2/1998, 25/5/1998 και 22/9/2000 ιδιόγραφη διαθήκη του, που δημοσιεύθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, με την οποία εγκαθιστούσε ως κληρονόμους του τους Δήμους …….. (δια των Δημάρχων τους), καθολικός διάδοχος των οποίων είναι το ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «………» στο εκεί περιγραφόμενο ακίνητό του, ότι στην υπόλοιπη περιγραφόμενη στις αγωγές ακίνητη κληρονομία του αποβιώσαντος υπεισήλθε η ίδια, όπως και οι λοιποί ανωτέρω συγγενείς, ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι, κατά ποσοστό (η ίδια) 1/5 εξ αδιαιρέτου, ότι κάθε ένας των εναγόμενων π. …….. προσκόμισε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς για δημοσίευση την από 26/8/1999 ιδιόγραφη διαθήκη του αποθανόντος ……., οι οποίες (όμοιου περιεχομένου δύο διαθήκες) δημοσιεύτηκαν με τα υπ’ αριθμ. 1287/14.12.2007 και 1288/14.12.2007 πρακτικά δημοσίευσης του ανωτέρω Δικαστηρίου και έχουν το περιεχόμενο, που αναφέρεται στις αγωγές, ότι με αυτές ο αδελφός της εγκαθιστά το …….. κληρονόμο του στο περιγραφόμενο εκεί ακίνητο, εμβαδού 350 στρεμμάτων και ορίζει εκτελεστές των διαθηκών τους ανωτέρω ιερείς και τους Δημάρχους, ώστε να ανεγείρουν εκκλησίες στο έτερο περιγραφόμενο ακίνητό του, εμβαδού 5 στρεμμάτων, με τη σε αυτό ευρισκόμενη διώροφη κατοικία και ότι οι διαθήκες αυτές παράνομα δημοσιεύθηκαν με τα ως άνω πρακτικά και είναι άκυρες, διότι δεν είχαν γραφεί και υπογραφεί εξ ολοκλήρου με το χέρι του διαθέτη, αλλά κατά ένα μέρος τους είναι φωτοτυπία και κατά το υπόλοιπο μέρος τους είναι επίσης φωτοτυπία, στο οποίο όμως υπάρχει ζωήρευση των γραμμάτων με γραφίδα από μελάνη από άγνωστο χέρι. Ζητούσε, επικαλούμενη έννομο συμφέρον, ως έχουσα κληρονομικό δικαίωμα από την κληρονομιαία περιουσία που περιλαμβάνεται στις διαθήκες, να αναγνωριστεί η ακυρότητα των από 26/8/1999 ιδιόχειρων διαθηκών. Β) Η ενάγουσα, ήδη πρώτη εφεσίβλητη, ………, στην από 9/4/2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……. αγωγή της κατά του …… και των Δήμων …….., ιστορώντας τα ίδια ως άνω πραγματικά περιστατικά και επικαλούμενη έννομο συμφέρον ως έχουσα επί των εκεί κληρονομιαίων ακινήτων κληρονομικό δικαίωμα, ως μοναδική κληρονόμος του αποβιώσαντος, την 17/4/2005 συζύγου της και αδελφού του διαθέτη, ……., ζητούσε να ακυρωθούν οι ιδιόγραφες διαθήκες του διαθέτη για τους ανωτέρω λόγους και επικουρικά α) κατά το άρθρο 1765 παρ. 1 του ΑΚ, διότι προκύπτει πρόθεση του διαθέτη να ανακαλέσει τις ιδιόγραφες διαθήκες, καθώς προ του θανάτου του κατέστρεψε και πάντως εξαφάνισε το πρωτότυπο των επίδικων διαθηκών, β) κατά το άρθρο 1764 παρ. 1 του ΑΚ, διότι ο διαθέτης μετά από αυτές συνέταξε την από 22/9/2000 ιδιόγραφη διαθήκη που εκφράζει διαφορετική βούληση και γ) κατά το άρθρο 1781 του ΑΚ, διότι η διάταξη των προσβαλλόμενων διαθηκών ότι ο διαθέτης δωρίζει το περιγραφόμενο σε αυτές ακίνητο στην «…… της 16/1 και …….» είναι αόριστη, διότι το τιμώμενο δεν είναι νομικό πρόσωπο αλλά ένα απλό εικονοστάσιο, ενώ στη συνέχεια κάνει ασαφή και αόριστη αναφορά σε Εκκλησίες ως τιμώμενες και επομένως είναι αδύνατος ο προσδιορισμός του τιμώμενου. Επί των αγωγών αυτών το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού, με την υπ’ αριθμ. 2926/2014 μη οριστική απόφασή του, απέρριψε τις αγωγές της ……. ως προς το Υπουργείο Οικονομικών, τον Υπουργό Οικονομικών, τους Ιερείς π. ….. και π. …. και του Δημάρχους ….. ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης και την αγωγή της …….η κατά τις επικουρικές βάσεις της, στηριζόμενες στις διατάξεις των άρθρων 1764 παρ. 1 και 1781 του ΑΚ ως προς το ……. λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης και διέταξε τη διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης για τις επίδικες διαθήκες, στη συνέχεα με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε τις αγωγές και ακύρωσε τις πιο πάνω διαθήκες. Ήδη οι εκκαλούντες με τις υπό κρίση εφέσεις τους παραπονούνται για κακή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να γίνουν δεκτές οι εφέσεις τους, ώστε να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να απορριφθούν οι αγωγές στο σύνολό τους.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1718 και 1721 παρ. 1α του ΑΚ συνάγεται ότι είναι άκυρη η ιδιόγραφη διαθήκη, εφόσον αυτή δεν έχει γραφεί ολόκληρη με το χέρι του διαθέτη και δεν έχει χρονολογηθεί και υπογραφεί από αυτόν. Ο νόμος απαίτησε την καθ’ ολοκληρίαν γραφή της ιδιόγραφης διαθήκης από το χέρι του ίδιου του διαθέτη, που ο ίδιος προσδιορίζει και διευθύνει την κίνηση προς γραφή προερχόμενη από τη δική του σωματική επάρκεια προς διασφάλιση της γνησιότητας και του περιεχομένου της τελευταίας βούλησης αυτού (διαθέτη), μη επιτρέποντας την επέμβαση ξένης χειρός σ’ αυτήν, και, εφόσον δεν διακρίνει, απαιτείται να είναι ιδιοχείρως γραμμένη ολόκληρη η διαθήκη απ’ αρχής μέχρι τέλους, το οποίο επισημαίνεται με την επίσης ιδιοχείρως γραμμένη υπογραφή του διαθέτη (ΑΠ 855/2018 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 988/2017 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, συστατικά στοιχεία της ιδιόγραφης διαθήκης είναι η εξ ολοκλήρου γραφή της με το χέρι του διαθέτη, η ιδιόχειρη χρονολόγησή της και η επίσης ιδιόχειρη υπογραφή της. Μόνο εάν κάποια από τα στοιχεία αυτά λείπουν, η ιδιόχειρη διαθήκη είναι άκυρη. Η δημοσίευση της διαθήκης δεν είναι συστατικό του τύπου αυτής, η δε παράλειψη της δημοσιεύσεως ουδόλως επιδρά στο κύρος της διαθήκης (άρθρο 1773 του ΑΚ), ούτε η επαγωγή της κληρονομίας εξαρτάται από τη δημοσίευση, διότι η επαγωγή χωρεί και πριν ή χωρίς τη δημοσίευση της διαθήκης (άρθρο 1842 του ΑΚ) (ΑΠ 83/2017 ΝΟΜΟΣ, Νικολόπουλος στον ΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλο, άρθρο 1774, αριθμ. παρ. 14, Βασ. Βαθρακοκοίλη, ΕΡΝΟΜΑΚ 2009, άρθρο 1774 αριθμ. παρ. 16, 21, 23). Σε κάθε περίπτωση, από τη διάταξη του άρθρου 1774 του ΑΚ, κατά την οποία όποιος κατέχει ιδιόγραφη διαθήκη οφείλει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, μόλις πληροφορηθεί το θάνατο του διαθέτη, να την εμφανίσει για δημοσίευση στο πρωτοδικείο είτε της τελευταίας κατοικίας ή διαμονής του διαθέτη είτε της δικής του διαμονής, συνάγεται ότι, για να γίνει δημοσίευση ιδιόγραφης διαθήκης, είναι αναγκαίο να προσκομίζεται το πρωτότυπο της διαθήκης. Αν αυτό έχει χαθεί και είναι ακατόρθωτη η εμφάνιση της διαθήκης, δεν μπορεί να γίνει λόγος για δημοσίευσή της, ο ενδιαφερόμενος, δε, έχει δυνατότητα, κατά το άρθρο 71 του ΚΠολΔ, ν’ ασκήσει αναγνωριστική αγωγή και να ζητήσει δικαστική βεβαίωση ότι υπήρχε διαθήκη, που καταρτίσθηκε νόμιμα και χάθηκε, έχει δε ορισμένο περιεχόμενο. Αν δεν υπάρχει το πρωτότυπο της ιδιόγραφης διαθήκης, δεν δημοσιεύεται αντίγραφό της, έστω και αν αυτό είναι φωτογραφία ή φωτοτυπία του πρωτοτύπου της, της οποίας η ακρίβεια βεβαιώνεται από πρόσωπο αρμόδιο κατά το νόμο για έκδοση αντιγράφων, οπότε έχει αποδεικτική δύναμη ίση με το πρωτότυπο (άρθρο 449 παρ. 2 του ΚΠολΔ). Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να γίνει λόγος για δημοσίευση ιδιόγραφης διαθήκης, όταν δημοσιεύθηκε φωτοτυπία της που μάλιστα δεν φέρει την πιο πάνω βεβαίωση της ακρίβειας του περιεχομένου. Εάν έχει γίνει τέτοια δημοσίευση, αυτός που έχει έννομο συμφέρον, μπορεί και πάλι να ζητήσει με αναγνωριστική αγωγή ν’ αναγνωρισθεί ότι η φωτοτυπία, που δημοσιεύθηκε, είναι άκυρη ως ιδιόγραφη διαθήκη. Ένεκα, δε, του αυστηρά περιορισμένου αναγνωριστικού περιεχομένου της αγωγής αυτής, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι υπάρχει ιδιόγραφη διαθήκη με το περιεχόμενο της φωτοτυπίας, η οποία χάθηκε, δεν ασκεί επιρροή στην έκβαση της δίκης και γι’ αυτό δεν είναι ουσιώδης, αφού η ακυρότητα της φωτοτυπίας, που δημοσιεύθηκε, δεν αποκλείει την ύπαρξη διαθήκης με το περιεχόμενο αυτό (ΑΠ 320/2002 ΕλλΔνη 44, 177, ΑΠ 1111/1985 ΝοΒ 34, 1046, Νικολόπουλος οπ. π,. άρθρο 1774 αριθμ. παρ. 11, Βασ. Βαθρακοκοίλη οπ.π. άρθρο 1774 αριθμ. παρ. 21). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 435 του ΚΠολΔ, που ορίζει ότι, αν ένα έγγραφο χαθεί ή γίνει δυσανάγνωστο ή άχρηστο, σε συνδυασμό με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, συνάγεται ότι, σε περίπτωση απώλειας διαθήκης, επιτρέπεται και η δια μαρτύρων απόδειξη της υπάρξεως αυτής, νομίμως συντεταγμένης και του περιεχομένου της, τα εν λόγω δε περιστατικά, δηλ. η σύνταξη της διαθήκης σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις, το περιεχόμενο αυτής και η απώλειά της ή η τυχαία καταστροφή της αποτελούν τα στοιχεία της βάσεως της σχετικής αγωγής, τα οποία πρέπει να επικαλεστεί ο ενάγων και να τα αποδείξει (ΟλΑΠ 1234/1982 ΝοΒ 31, 1271, ΑΠ 320/2002 ΕλλΔνη 44, 177, Κ. Παπαδόπουλου, Αγωγές Κληρονομικού Δικαίου, έκδ. 1994, παρ. 125). Τέλος, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2011 – 2016 του ΑΚ προκύπτει ότι, τρόπος είναι η υποχρέωση για κάποια παροχή, την οποία επιβάλλει ο διαθέτης σε κληρονόμο ή καταπιστευματοδόχο ή κληροδόχο, χωρίς όμως να δώσει σε άλλον και δικαίωμα στην παροχή αυτή. Συνεπώς, στον τρόπο δεν υπάρχει ορισμένος τετιμημένος ως δικαιούχος, αλλά, και αν κάποιος ευνοείται με τον τρόπο, δεν έχει αγωγή προς εκπλήρωση (ΑΠ 440/1982 ΝοΒ 31, 45, Μπαλή, Κληρ. Δικ., έκδοση πέμπτη, § 351, Α. Τούση, Κληρ. Δικ. § 329, Ν. Παπαντωνίου, Κληρ. Δικ. § 28). Ο τρόπος μπορεί να αφορά το δημόσιο ή ιδιωτικό συμφέρον τρίτου ή του διαθέτη, ή να έχει ταχθεί υπέρ κοινωφελούς σκοπού, οπότε εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 4182/2013 (Κ. Παπαδόπουλος, Αγωγές Κληρονομικού Δικαίου, Αθήνα 1995, τόμος 2ος, σ. 370 επ. όπου και περαιτέρω παραπομπές στη θεωρία και νομολογία).

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά, της υπ’ αριθμ. ……. έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα ……, τη διενέργεια της οποίας διέταξε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμ. 2926/2014 μη οριστική απόφασή του και όλων των εγγράφων, που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως άμεσα αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 28/4/2002 απεβίωσε στη Νίκαια Αττικής ο ……, κάτοικος εν ζωή . …,  καταλείποντας ως πλησιέστερους συγγενείς του την αδελφή του, ….. ., αρχική ενάγουσα, τους αδελφούς του, ……., την …., τέκνο του προαποβιώσαντος αδελφού του …… και τους ………., τέκνα του προαποβιώσαντος αδελφού του ……….. Την 7/6/2002 δημοσιεύθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, με τα υπ’ αριθμ. 502/2002 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, η με ημερομηνίες 22/11/1998, 1/2/1999, 25/5/1999, 22/9/2000 ιδιόγραφη διαθήκη του ως άνω αποβιώσαντος, την οποία αυτός είχε καταθέσει στη συμβολαιογράφο Καλαυρίας ……., συνταχθείσας της υπ’ αριθμ. …… πράξης κατάθεσης. Πρόκειται για μια ιδιόγραφη διαθήκη, που ο διαθέτης συνέταξε κατά τις ανωτέρω διαδοχικές ημερομηνίες. Η διαθήκη που συνέταξε την 22/11/1998 και την 1/2/1999 έχει το ακόλουθο ακριβές περιεχόμενο (η ορθογραφία, ο τονισμός και τα πνεύματα είναι του διαθέτη): «Πρός τούς Δημάρχους ……. ……… Ἰδιόχειρος πρώτη μου Διαθήκη ἔχει ως εξῆς. Δωρίζω τό ὓψωμα τῆς …… τῆς 16/1 και προσκηνύτριας ὡς καί ολόκληρον τόν Λόφον τού …… τῆς 18/1 και 2 Μαΐου, νά γίνη ἐκκλησία στό ὓψωμα αὐτό ὂπου ἔχω φθιάξει καί τό εἰκονοστάσιoν τῆς 16/1 Aνατoλικά του, καί τό Μoναστήρι τοῦ …… νά μπορέση νά φτιαχθεί καί πάλιν καί νά πανηγυρίζουν αὐτές τές ἡμέρες δηλαδή 16/1 – και 18/1 καί νά μήν μπορώ νά ανακαλώ τούς ἀνωτέρω ὂρους μου σέ νεώτερη Διαθήκη μου, ἐνώ τό ὑπόλοιπον κτήμα πού κατέχω μέ τό διανεμητήριον τοῦ 1954 αρ. … τῆς 30/8/1954 ἡμέραν Δευτέρα μέ τούς Συμβολαιογράφους ………, τό Σπίτι μου διώροφον στό κτήμα κλ. άλλα χωράφια, νά μπορώ νά τά πουλάω ὂπως Νομίζω καί νά διαθέτω καί χρήματα διά τούς Ανωτέρω Σκοπούς καί Ανατολικά δίπλα ἀπό τό …. τῆς 16/1 φθιάξω κοιμητήριόν μου καί μέ τά οστά τῆς συζύγου μου ….. μετά τήν 3ετίαν μαζί, το Γένος ……… ή … πού κοιμήθη τήν 24/9/1998 ἡμέραν Πέμπτην τῆς Παναγίας τῆς Μυρτιδιώτισας καί ὢραν 3-4 μ.μ. χειμερινή ὢρα Aπόγευμα. ὂρια Ανατολικά, Δυτικά και γύρωθεν μέ ὀδόν, προς Νότον μέ Δρόμον καί θάλασσαν. Περί τά 100 στρέμματα. ……… Περί τά εκατό στρέμματα. … τῆ 22/11/1998 ημέρα Κυριακή, τα παλαιά σπίτια είναι εκτός. Συνοδεύετε με χάρτι τῆς Περιοχής …… Η Ανωτέρω Δωρεά νά μήν μπορή να πουληθή …….. Νερό ἡ Δωρεά μου νά πέρνη όσο χρειάζετε από τήν Γεώτρησιν τῆς ……. καί ἀφού πληρώνουν τά ἔξοδα του Νεροῦ. ……. 1/2/1999 ἡμέραν Δευτέρα Συνεχίζετε ἡ Διαθήκη μου σέ ἂλλο φύλον. Τέλος εἰς όλα τά ἀνωτέρω δέν θέλω νά βρεθούν εμπόδια». Ακολουθεί το τμήμα της διαθήκης που συνέταξε την 25/5/1999, στο οποίο ο διαθέτης περιγράφει ένα ακίνητό του, εμβαδού 260 στρεμμάτων περίπου, όπως ο ίδιος το προσδιορίζει και το οποίο επρόκειτο να πωλήσει, ενώ με το τμήμα της διαθήκης που συνέταξε την 22/9/2000 αφήνει το αυτοκίνητο του στον εκκαλούντα – εναγόμενο ……… Εκτός από τα πιο πάνω ακίνητα ο διαθέτης κατά το χρόνο του θανάτου του είχε στην κυριότητά του ένα αγρό, εμβαδού 264.647,90 τ.μ., τμήμα του οποίου, εμβαδού 94.350 τ.μ., είναι δασική έκταση και τμήμα του, εμβαδού 170.297,90 τ.μ., είναι αγρός, στο οποίο υπάρχουν περίπου 1.000 ελαιόδεντρα, ένα αγροτεμάχιο, εμβαδού 15.163,04 τ.μ. με τη σε αυτό κείμενη παλαιά, κτισμένη προ του έτους 1950, μονοκατοικία, επιφάνειας 117 τ.μ., με ημιυπόγειο εμβαδού 117 τ.μ. και ένα μη καλλιεργήσιμο βοσκότοπο, εμβαδού 200.000 τ.μ. περίπου, όλα ευρισκόμενα στη θέση «…..» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου …., στα οποία υπεισήλθαν ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του οι ανωτέρω πλησιέστεροι συγγενείς του. Συγκεκριμένα η αδελφή του διαθέτη, αρχική ενάγουσα ……, υπεισήλθε στην εν λόγω κληρονομία κατά ποσοστό 1/5 εξ αδιαιρέτου, αποδεχόμενη αυτή με την υπ’ αριθμ. ….. πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Αθηνών ……., όπως αυτή διορθώθηκε με την υπ’ αριθμ. …… διορθωτική πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών ……, η δε ενάγουσα ……., σύζυγος του αδελφού του διαθέτη, αφού με την υπ’ αριθμ. ….. πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Καλαυρίας …….. αποδέχθηκε για λογαριασμό του συζύγου της την επαχθείσα σε αυτόν κληρονομία κατά ποσοστό 1/5 εξ αδιαιρέτου, με την υπ’ αριθμ. …….. πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της ίδιας συμβολαιογράφου αποδέχθηκε και η ίδια ως εκ διαθήκης κληρονόμος του συζύγου της την ίδια κληρονομία και υπεισήλθε σε αυτή κατά το ίδιο ποσοστό. Όταν όμως το έτος 2007 ο μάρτυρας απόδειξης που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, υιός της αρχικής ενάγουσας και ήδη και ο ίδιος διάδικος, αιτήθηκε υπό τη δικηγορική του ιδιότητα την έκδοση κληρονομητηρίου, πληροφορήθηκε ότι έχει ήδη δημοσιευθεί και άλλη ιδιόγραφη διαθήκη του διαθέτη. Πράγματι ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς προσκομίστηκαν από τη δικηγόρο . …., ενεργούσα ως πληρεξούσια δικηγόρος του εναγόμενου ……. και του Ιερέα του Ιερού Ναού ….. π. ……, οι από 26/8/1999 δύο ιδιόγραφες διαθήκες του ……., οι οποίες δημοσιεύτηκαν στη συνεδρίαση της 14/12/2007 με τα υπ’ αριθμ. 1287/2007 και 1288/2007 αντίστοιχα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης. Η διαθήκη που δημοσιεύτηκε με τα υπ’ αριθμ. 1287/2007 πρακτικά έχει το ακόλουθο ακριβές περιεχόμενο (η διάταξη, ο τονισμός και η ορθογραφία είναι του διαθέτη): «Νά Φυλαχθή ώς κόρη οφθαλμου.

…………

Συνέχεια τῆς ἰδιοχείρου μου Διαθήκης σήμερα 26/8/1999 ἀπό τήν 1/2/1999. Πρώτον τό Σπίτι μου στό κτήμα τό διόροφον τό ἒκτισα μαζί μέ τήν σύζηγόν μου …. το 1950 – 1954 καί μαζί μέ τό ἐκ 5 πέντε Στρεμάτων οἰκόπεδό του τό Δωρίζω εἰς τήν …… τῆς 16/1 καί …… μαζί μέ τήν Δωρεάν μου τῶν 100 Στρεμμάτων που έχω δωρίση την 22/11/1998. Το Κτήμα μου εκ 350. Στρεμάτων Δασική ἒκτασης καί … ἀπό το ….. ἀνέρχετε τού … μέχρι … κατερχετε πρός τήν … τήν ἀκολουθή φθάνη εἰς .. .. τήν Ακολουθή φθάνη είς ….. πρός Βόράν …… + την 27/1 καί την 13/11. καί πρός Νότον τόν …. + 23/4 προχωρεί καί φθάνη εἰς ….. τό παραχωρώ εἰς τόν …… καί διά τήν αμιβήν του νά προσέχει τές ἐκλησίες καί νά καθαρίζη τόν Δρομον πρός αὐτές καί τόν διορίζω καί φύλακα τῶν ἐκλησιών μου καί τού Κτήματός μου ὀλoκλήρoυ.

Τήν Διοίκησιν τῆς Δωρεάς μου πρός τές ἐκλησίες ἀναθέτω εἰς τούς δύο Δημάρχου ……. καί τούς δύο Ἱερείς …… καί …… νά συνεχίσουν τό ἒργον μου μετά ἀπό ἐμένα και Απαρτία θεωρήτε νά εἶναι ἕνας Δημαρχος 1 Ἰερεύς και ὁ Φύλακας τοῦ Κτήματος, ὄταν ὑπάρχη ἐργασία του.

Σημείωσης διά τές …….. πού ἀναφέροντε Ανωτέρω λέω τα ἐξῆς Μέ Ὀραμάτισμό μου ἀπό τό 1980 καί μέ τήν βοήθεια τού Ἰησού Χριστοῦ καί τῶν Αγίων καί τήν βοήθειαν τῆς συζήγου μου … ἐπήγαμε ἐπανηλημένως διότι βρίσκονται στό βράχο ἐπάνω καί τοῦ Δάσους δέν έφένετο τίποτε τί ἐκλησιες ὑπάρχουν στά ἐρήπια ποιοι Ἄγιoι ὑπάρχουν καί μέ τήν βοήθειαν καί πάλιν τού Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας ἒφθιαξα ἐφέτος τό 1999 τές δύο προαναφερθέντας Ἐκλησίες μέ τεχνίτη τόν . … καί ὑπάρχουν σήμερα πάρα πολές ἐλήψεις.

Τήν 9-10/-11

ἒτoς Γενήσ 1913

Θαυμάζω τήν Θαυματουργό Θρεισκία μας

……»

Η διαθήκη που δημοσιεύθηκε με τα υπ’ αριθμ. 1288/2007 πρακτικά έχει το ακόλουθο ακριβές περιεχόμενο (η διάταξη, ο τονισμός και η ορθογραφία είναι του διαθέτη): «Νά Φυλαχθή ως κόρη οφθαλμου.

……..

Συνέχεια τῆς ἰδιοχείρου μου Διαθήκης σήμερα 26/8/1999 ἀπό τήν 1/2/1999. Πρώτον τό Σπίτι μου στό κτήμα τό διόροφον τό ἒκτισα μαζί μέ τήν σύζηγόν μου … το 1950 – 1954 καί μαζί μέ τό ἐκ 5 πέντε Στρεμάτων οἰκόπεδό του τό Δωρίζω εἰς τήν ….. τῆς 16/1 καί ….. μαζί μέ τήν Δωρεάν μου τῶν 100 Στρεμμάτων που έχω δωρίση την 22/11/1998. Το Κτήμα μου εκ 350. Στρεμάτων Δασική ἒκτασης καί … ἀπό το ….. ἀνέρχετε τού …. μέχρι …. κατερχετε πρός τήν … τήν ἀκολουθή φθάνη εἰς ……. τήν Ακολουθή φθάνη είς …. πρός Βόράν …… + την 27/1 καί την 13/11. καί πρός Νότον τόν ……+ 23/4 προχωρεί καί φθάνη εἰς . … τό παραχωρώ εἰς τόν …… καί διά τήν αμιβήν του νά προσέχει τές ἐκλησίες καί νά καθαρίζη τόν Δρομον πρός αὐτές καί τόν διορίζω καί φύλακα τῶν ἐκλησιών μου καί τού Κτήματός μου ὀλoκλήρoυ.

Τήν Διοίκησιν τῆς Δωρεάς μου πρός τές ἐκλησίες ἀναθέτω εἰς τούς δύο Δημάρχου .. καί … καί τούς δύο Ἱερείς …… καί …….. νά συνεχίσουν τό ἒργον μου μετά ἀπό ἐμένα και Απαρτία θεωρήτε νά εἶναι ἕνας Δημαρχος 1 Ἰερεύς και ὁ Φύλακας τοῦ Κτήματος, ὄταν ὑπάρχη ἐργασία του.

Σημείωσης διά τές …… πού ἀναφέροντε ανωτέρω λέω τά ἐξῆς

….. 26/8/1999.

Μέ Ὀραματισμόν μου ἀπό τό 1980 καί μέ τήν βοήθειαν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῶν Αγίων καί τῆς συζήγου μου … ἐπήγαμε ἐπανηλημένως διότι βρίσκοντε στό Βράχο ἐπάνω καί τού Δάσους δέν έφένετο τίποτε τί ἐκλησίες ὑπάρχουν στά ἐρήπεια και ποί Ἄγιoι οι ὑπάρχουν καί μέ τήν βοήθειαν καί πάλιν τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας ἒφθιαξα ἐφέτος 1999 τές δύο προαναφερθέντες ἐκλησίες μέ τεχνίτη τόν ……… καί ὑπάρχου σήμερα πάρα πολές ἐλήψεις.

Γενηθείς

τήν 9-10/-11ου

1913

Θαυμάζω τήν Θαυματουργόν Θρησκείας μας

………».

Καταρχάς δεν αμφισβητείται ότι το περιγραφόμενο στις διαθήκες ακίνητο δασικής έκτασης 350 στρεμμάτων, στο οποίο εγκαθίσταται ως κληρονόμος ο εναγόμενος ……., είναι ο μη καλλιεργήσιμος βοσκότοπος πραγματικής έκτασης 200.000 τ.μ. περίπου, το δε οικόπεδο εμβαδού 5 στρεμμάτων, όπου βρίσκεται η παλιά κατοικία, είναι τμήμα του ακινήτου συνολικού εμβαδού 15.163,04 τ.μ. Επίσης από την αντιπαραβολή των πιο πάνω διαθηκών, οι οποίες έχουν όμοιο περιεχόμενο, με την ιδιόχειρη υπογραφή του διαθέτη …… που υπάρχει στο υπ’ αριθμ. ……. Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητάς του, φωτοτυπία της πρώτης όψης του οποίου υπάρχει μετά το τέλος του μεγαλυτέρου τμήματος αυτών και με τη δημοσιευθείσα με τα υπ’ αριθμ. …… πρακτικά ιδιόγραφης διαθήκης του ίδιου, καθίσταται εμφανές ότι οι επίδικες ιδιόχειρες διαθήκες που δημοσιεύθηκαν με τα υπ’ αριθμ. 1287/2007 και 1288/2007 πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς γράφηκαν, χρονολογήθηκαν και υπογράφηκαν ιδιοχείρως από τον ίδιο το διαθέτη. Άλλωστε ούτε οι αρχικές ενάγουσες, ούτε οι καθολικοί διάδοχοι της αρχικής ενάγουσας …….. αλλά ούτε και ο μάρτυρας απόδειξης, εξεταζόμενος στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ισχυρίστηκαν ότι οι επίδικες διαθήκες γράφηκαν από άλλον και όχι από το ……… Μάλιστα στο κάτω αριστερό τμήμα του κυρίως σώματος της διαθήκης, που δημοσιεύθηκε με τα υπ’ αριθμ. 1287/2007 πρακτικά, υπήρχε κατά το χρόνο της δημοσίευσής της επισυρραμένο τεμάχιο ριγωτού φύλλου χαρτιού, στο οποίο είχε γραφεί από το διαθέτη με τους ίδιους γραφολογικούς χαρακτήρες και με στυλό μπλε χρώματος το ακόλουθο κείμενο: «……….. Γαλατά. …. σού στέλνω και το πρώτο μου χαρτί δηλ. εἳναι Δωρεά μου καί να τά φυλάξης να μην τά χάσης Γιάου. . …….. 15/9/1999». Η ιδιομορφία των επίδικων ιδιόγραφων διαθηκών έγκειται στο γεγονός ότι κατά ένα τμήμα τους είναι φωτοτυπία του ίδιου πρωτότυπου κειμένου και κατά το άλλο μέρος τους είναι πρωτότυπο χειρόγραφο κείμενο, που έχει γραφεί από το διαθέτη με στυλό χρώματος μπλε, με βάση την οποία οι ενάγουσες ισχυρίστηκαν ότι συνιστούν φωτοτυπικά έγγραφα ιδιόχειρης διαθήκης, τα οποία όχι μόνο δεν έπρεπε να δημοσιευθούν, αλλά και δεν συνιστούν έγκυρες διαθήκες. Ειδικότερα και στις δύο διαθήκες η φράση στο 2ο στίχο («………»), ολόκληρο το κείμενο από τον 3ο στίχο («Συνέχεια τῆς ἰδιοχείρου μου Διαθήκης σήμερα 26/8/1999 ἀπό») έως και τον 26ο στίχο («ὁ Φύλακας τοῦ Κτήματος, ὄταν ὑπάρχη ἐργασία του») και ο 28ος στίχος («……… 26/8/1999») είναι πανομοιότυπες και διαλαμβάνονται σε φωτοαντίγραφο, ενώ η γραφή του 1ου στίχου («Νά Φυλαχθή ώς κόρη οφθαλμου), του 27ου στίχου («Σημείωσης διά τές …….. πού ἀναφέροντε ανωτέρω λέω τά ἐξῆς») και του κειμένου από τον 29ο στίχο («Μέ Ὀραματισμόν μου ἀπό τό 1980 καί μέ τήν βοήθειαν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῶν») έως τον τελευταίο στίχο («…….») είναι πρωτότυπη. Καταρχάς επισημαίνεται ότι ναι μεν δεν είναι δυνατή η δημοσίευση φωτοτυπικού αντιγράφου ιδιόχειρης διαθήκης, σύμφωνα με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν, μόνη όμως η μη δημοσίευση δεν επηρεάζει το κύρος της ιδιόγραφης διαθήκης, αφού η επαγωγή επέρχεται είτε έχει δημοσιευθεί είτε όχι. Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι πρωτότυπο έγγραφο είναι εκείνο, που γράφεται για πρώτη φορά και στο οποίο διατυπώνεται πρώτη φορά η σκέψη ή η βούληση του συντάκτη, ενώ αντίγραφο εγγράφου είναι η απλή μίμηση του πρωτότυπου εγγράφου, δηλ. εγγράφου που ήδη υφίσταται. Επομένως, εάν ένα έγγραφο αποτελείται εν μέρει από αντίγραφο άλλου εγγράφου και εν μέρει από πρωτότυπο κείμενο, στο οποίο όμως (έγγραφο) ο διαθέτης θέλει να αποτυπωθεί ένα ενιαίο κείμενο, αυτό έχει την έννοια του πρωτότυπου εγγράφου, διότι δεν αποτελεί μίμηση άλλου προϋφιστάμενου εγγράφου, καθόσον το σε πρωτότυπη γραφή γραμμένο τμήμα του, όπου διατυπώνεται πρώτη φορά η βούληση ή η σκέψη του συντάκτη του, η οποία συμπληρώνεται ως λογικό σύνολο με τα όσα διαλαμβάνονται στο αντίγραφο, δεν υπάρχει σε άλλο έγγραφο. Σύμφωνα με τις σκέψεις αυτές, εν προκειμένω, δεν δημοσιεύθηκαν αντίγραφα των ιδιόγραφων διαθηκών, αλλά οι πρωτότυπες ιδόγραφες διαθήκες του ……….., οι οποίες επειδή έχουν όμοιο περιεχόμενο αποτελούν ουσιαστικά μια ενιαία ιδιόγραφη διαθήκη. Η κρίση αυτή ενισχύεται αφενός μεν από το γεγονός ότι το σε φωτοτυπία διαλαμβανόμενο κείμενο βρίσκεται ανάμεσα σε πρωτότυπες γραφές του διαθέτη (πρώτο και τελευταίο στίχο) και καλύπτεται από την ιδιόγραφη πρωτότυπη υπογραφή του στο τέλος των διαθηκών και αφετέρου από το ανωτέρω εκτεθέν πρωτότυπο ιδιόχειρο σημείωμα του διαθέτη, απευθυνόμενο στον τετιμημένο εναγόμενο ………, που συνόδευε τη δημοσιευθείσα με τα υπ’ αριθμ. 1287/2007 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, όπου ρητά του δίνει εντολή να τη φυλάξει και του εφιστά την προσοχή να μην τη χάσει, εντολή που δεν θα την έδινε αν ήταν αντίγραφο. Πέραν τούτων, όμως, λαμβανομένης της, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, δυνατότητας του κατόχου φωτοτυπικού αντιγράφου ιδιόγραφης διαθήκης να ζητήσει, επικαλούμενος απώλεια ή καταστροφή του πρωτότυπου, να αναγνωριστεί ότι το φωτοαντίγραφο που κατέχει προέρχεται από γνήσια ιδιόγραφη διαθήκη και να αναγνωριστεί το εκ της διαθήκης αυτής κληρονομικό δικαίωμά του, αποδεικνυομένων των ισχυρισμών του με κάθε αποδεικτικό μέσο, οι επίδικες ιδιόγραφες διαθήκες δεν καθίστανται άκυρες, επειδή δημοσιεύθηκαν αντίγραφα των πρωτότυπων διαθηκών (αν ήθελε υποτεθεί βάσιμος ο αγωγικός ισχυρισμός), διότι άκυρες μπορεί να κριθούν μόνο οι δημοσιευθείσες φωτοτυπίες ως διαθήκες και όχι οι διαθήκες αυτές καθ’ εαυτές. Μάλιστα άκυρες δεν θα ήταν οι διαθήκες, ακόμα και αν τα φωτοτυπικά αντίγραφα δεν είχαν δημοσιευθεί. Η κρίση ότι το φωτοαντιγραφικό αντίγραφο ιδιόγραφης διαθήκης συνιστά εκ προοιμίου άκυρη διαθήκη, θα κατέληγε στο αποτέλεσμα, που ούτε η θεωρία ούτε η νομολογία αποδέχεται, ότι ο κάτοχος φωτοτυπικού αντιγράφου διαθήκης δεν θα μπορεί να αναγνωρίσει το κληρονομικό του δικαίωμα που προέρχεται από την εκ διαθήκης και όχι από την εξ αδιαθέτου διαδοχή και το οποίο προϋποθέτει την απόδειξη της ύπαρξης έγκυρης διαθήκης, καθώς δεν είναι αναγκαίο ο τιμώμενος με διαθήκη να ήταν και εξ αδιαθέτου κληρονόμος του διαθέτη. Κατόπιν των ανωτέρω, ανεξάρτητα αν με τα υπ’ αριθμ. 1287/2007 και 1288/2007 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης δημοσιεύτηκαν πρωτότυπες ή φωτοτυπικά αντίγραφα τους, οι από 26/8/1999 δυο ιδιόγραφες διαθήκες του …….., οι οποίες έχουν το ίδιο κατ’ ουσία περιεχόμενο και έχουν γραφεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί ιδιοχείρως από το διαθέτη δεν είναι άκυρες. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφαση του έκρινε ότι, λόγω του κειμένου που διαλαμβάνεται σε φωτοαντίγραφο, οι επίδικες διαθήκες δεν έχουν τα χαρακτηριστικά της ιδιόγραφης διαθήκης και επομένως είναι άκυρες στο σύνολό τους, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και πρέπει ο μοναδικός σχετικός λόγος της έφεσης του ……. και της έφεσης του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «………» να γίνουν δεκτοί και ως ουσιαστικά βάσιμοι όπως και οι εφέσεις το σύνολό τους.

Ακολούθως, πρέπει η προσβαλλόμενη απόφαση να εξαφανιστεί και αφού κρατηθεί η υπόθεση να ερευνηθούν και οι επικουρικές βάσεις της από 9/4/2013 αγωγής της ………, ακόμα και χωρίς ειδικό παράπονο, εφόσον το πρωτόδικο δικαστήριο παρέλειψε να τις εξετάσει.

Σύμφωνα με το άρθρο 1763 του ΑΚ, κάθε διαθήκη μπορεί να ανακληθεί 1) με σχετική δήλωση σε μεταγενέστερη διαθήκη, αν δε αυτή η μεταγενέστερη διαθήκη ανακληθεί, η διαθήκη ενεργεί σαν να μην είχε καταργηθεί και 2) με δήλωση που γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου με την παρουσία τριών μαρτύρων και με τις λοιπές διατυπώσεις των συμβολαιογραφικών εγγράφων, ενώ, αν αυτή η δήλωση ανακληθεί με όμοιο τρόπο, η διαθήκη ενεργεί σαν να μην είχε ανακληθεί. Κατά δε το άρθρο 1764 εδ. α΄ του ιδίου Κώδικα, «Μεταγενέστερη διαθήκη καταργεί με το περιεχόμενό της την προηγούμενη, μόνο κατά το μέρος που εναντιώνεται σ’ αυτήν». Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι κάθε διαθήκη μπορεί να ανακληθεί από το διαθέτη (ως αποτέλεσμα της ελευθερίας που έχει κάθε πρόσωπο να διαθέτει την περιουσία του για το χρόνο μετά το θάνατό του), είτε με ρητή δήλωση της βούλησής του σε νέα διαθήκη περί μερικής ή ολικής ανάκλησης αυτής, είτε σιωπηρώς, εάν το περιεχόμενο της νεότερης διαθήκης εναντιώνεται προς το περιεχόμενο της προγενέστερης, δηλαδή είναι ασυμβίβαστο προς το περιεχόμενο αυτής. Στις περιπτώσεις αυτές, χωρίς ρητή ανακλητική δήλωση, σιωπηρά καταργείται το περιεχόμενο της προγενέστερης, κατά το μέρος που είναι ασυμβίβαστο στο περιεχόμενο της νεότερης. Δηλαδή, ανάκληση της διαθήκης είναι η μονομερής, μη απευθυντέα, ελευθέρα ανακλητή, ανεπίδεκτη αντιπροσώπευσης αιτία θανάτου δήλωση βούλησης του διαθέτη, που εκδηλώνεται σύμφωνα με τους περιοριστικά προβλεπόμενους στο νόμο τρόπους (άρθρα 1763 – 1768 του ΑΚ) και επιφέρει ως αποτέλεσμα την ολική ή μερική μη ισχύ των διατάξεων προγενέστερης διαθήκης (ΑΠ 1150/2011 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 644/2006 ΕλλΔνη 2008, 1054, ΑΠ 1031/2003 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 7481/2006 ΕλλΔνη 2007, 903). Τέλος, κατ’ άρθρο 1765 παρ. 1, 2 του ΑΚ ιδιόγραφη διαθήκη μπορεί να ανακληθεί και αν ο διαθέτης με πρόθεση ανάκλησης καταστρέψει το έγγραφό της, εάν δε, κατέστρεψε το έγγραφο της διαθήκης τεκμαίρεται, ότι είχε σκοπό να ανακαλέσει τη διαθήκη. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 173 και 1781 του ΑΚ συνάγεται ότι, κατά την ερμηνεία των διαθηκών, αναζητείται, χωρίς προσήλωση στις λέξεις, η αληθινή του διαθέτη βούληση, κατά την υποκειμενική τούτου άποψη και όχι κατά την αντικειμενική έννοια, υπό την οποία θα την αντιλαμβάνονταν οι τρίτοι κατά τη συναλλακτική καλή πίστη, πλην έδαφος για τέτοια ερμηνεία παρέχεται, μόνο αν είναι ασαφές το έγγραφο της διαθήκης, οπότε μπορούν να ληφθούν υπόψη και στοιχεία εκτός αυτής κείμενα, όχι δε και όταν, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικώς κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, από το περιεχόμενο της διαθήκης και μόνο και χωρίς τίποτε άλλο, προκύπτει με σαφήνεια αυτό που ο διαθέτης θέλησε. Συνεπώς προσφυγή σε ερμηνεία της διαθήκης συγχωρείται μόνο, εάν το δικαστήριο της ουσίας διαπιστώσει, έστω και εμμέσως, κενό ή ασάφεια στο περιεχόμενο της διαθήκης. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον δεν είναι δυνατή η ανεύρεση της αληθινής βούλησης του διαθέτη, με βάση την πιο πάνω γενική διάταξη του άρθρου 173 του ΑΚ, το δικαστήριο μπορεί να προσφύγει στην εφαρμογή ειδικών ερμηνευτικών κανόνων (άρθρα 1790 επ. ΑΚ), οι οποίοι θεμελιώνονται στην υποθετική βούληση του διαθέτη, ώστε να διασωθεί το κύρος της διάταξης τελευταίας βούλησης αυτού (ΑΠ 512/2018 ΝΟΜΟΣ).

Εν προκειμένω, σύμφωνα με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν, αποδεικνύεται ότι και στις δυο επίδικες διαθήκες ο διαθέτης ……… έθεσε τις φράσεις «Συνέχεια τῆς ἰδιοχείρου μου Διαθήκης σήμερα 26/8/1999 ἀπό τήν 1/2/1999» (3ος και 4ος στίχοι) προκειμένου, κατά την αναμφισβήτητη βούληση του, οι επίδικες διαθήκες να ακολουθούν λογικά και νοηματικά την από 1/2/1999 ιδιόγραφη διαθήκη του και να αποτελούν συμπλήρωμα αυτής. Αληθινή βούληση δηλ. του διαθέτη, όπως εκφράζεται μέσω των διαθηκών αυτών, ερμηνευόμενη με βάση τις διατάξεις του άρθρου 173 του ΑΚ, χωρίς να απαιτείται η προσήλωση στις λέξεις που ο διαθέτης χρησιμοποίησε, αλλά και εκτιμώντας το γεγονός ότι επρόκειτο για βαθειά θρησκευόμενο άτομο, όπως αυτό καταδεικνύεται από το πρωτότυπο γραμμένο κείμενο των διαθηκών, ήταν να διαθέσει στους Δήμους …….. το ακίνητό του που βρίσκεται στο ύψωμα της ……. και στο λόφο του ……., συνολικού εμβαδού 100 στρεμμάτων και επιπλέον την πεπαλαιωμένη κατοικία του με το περιβάλλον αυτή οικόπεδο, εμβαδού 5 στρεμμάτων, με σκοπό στα ακίνητα αυτά, τα οποία είναι συνεχόμενα, να ανεγερθεί μία εκκλησία προς τιμή της ………, η μνήμη της οποίας στην περιοχή αυτή εορτάζεται την 16 Ιανουαρίου και να ανακατασκευαστεί το Μοναστήρι του …….., η μνήμη του οποίου εορτάζεται την 18 Ιανουαρίου. Μάλιστα, όπως ο διαθέτης αναφέρει στο πρωτότυπο γραμμένο κείμενο των διαθηκών, τις δυο αυτές εκκλησίες άρχισε ο ίδιος να κατασκευάζει το έτος 1999, πλην όμως παρέμειναν ημιτελείς. Πρόκειται δηλ. για διάταξη τελευταίας βούλησης, που περιέχει τρόπο και έχει ταχθεί υπέρ κοινωφελούς (θρησκευτικού) σκοπού και ανέθεσε την εκτέλεση του τρόπου στους ανωτέρω Δήμους μέσω των Δημάρχων τους. Συνεπώς, τετιμημένο πρόσωπο δεν είναι η «……..», ούτε δημιουργείται σύγχυση από την αναφορά στις επίδικες διαθήκες για …… και ο ισχυρισμός ότι αυτές είναι άκυρες, διότι δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός του τιμώμενου, πρέπει να απορριφθεί. Επίσης, από κανένα απολύτως αποδεικτικό στοιχείο αποδείχτηκε ότι ο διαθέτης ……… κατέστρεψε και πάντως εξαφάνισε με πρόθεση ανάκλησης το πρωτότυπο των επίδικων διαθηκών, ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί ότι αυτές είναι φωτοτυπικά αντίγραφα, ούτε εξέφρασε βούληση ανάκλησής τους με την από 22/9/2000 ιδιόγραφη διαθήκη του, αφού με αυτή σαφώς καταλείπει στο ……, επιπλέον του ανωτέρω ακινήτου και το αυτοκίνητό του, ενώ το περιεχόμενό της δεν είναι ασυμβίβαστο με το περιεχόμενο των επίδικων διαθηκών.

Πρέπει, επομένως, οι αγωγές να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες και να συμψηφιστούν στο σύνολο τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρα 179, 183 του ΚΠολΔ και  22 παρ. 2 του ν. 3693/1957). Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παράβολου για την άσκηση της από 28/9/2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……. έφεσης στον εκκαλούντα ……… λόγω της νίκης του (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε΄ του ΚΠολΔ).

ΓΙA ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ α) την από 28/9/2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …… έφεση του ……, β) την από 20/9/2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …… έφεση του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «……..» και γ) την πρόσθετη παρέμβαση του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τις εφέσεις τυπικά και κατ’ ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 1358/2016 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε με την τακτική διαδικασία.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει επί των από 25/9/2012 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …….) και 9/4/2013 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …….) αγωγών.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τις αγωγές.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

ΔΙΑΤΑΖΕΙ την επιστροφή του παράβολου για την άσκηση της από 28/9/2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …… έφεσης στον εκκαλούντα ……….

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 21η Φεβρουαρίου 2019 και δημοσιεύθηκε στις 4 Απριλίου 2019 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ