Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 210/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 Αριθμός απόφασης 210 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

———————————————————–

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Κ.Δ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η ένδικη έφεση της εν μέρει ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό ενάγουσας της ασκηθείσας κατά των εφεσιβλήτων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς από 18.6.2014 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……….) αγωγής, διώκουσας την επιδίκαση σ’αυτήν, ατομικά και ως ασκούσα τη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων της .. και .. .., αφενός μεν απαιτήσεων του αποβιώσαντος συζύγου και πατρός τους …., του οποίου τυγχάνουν μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι, απορρεουσών από σύμβαση παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας, με την ειδικότητα του Γ΄Μηχανικού, αορίστου χρόνου στο αναφερόμενο στο αγωγικό δικόγραφο πλοίο, πλοιοκτησίας της πρώτης των εναγομένων, της δεύτερης εξ αυτών αλλοδαπής εταιρίας, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος είναι ο τρίτος εναγόμενος, συμβληθείσας στην ανωτέρω σύμβαση ναυτολόγησης υπό την ιδιότητα της αντιπροσώπου της πλοιοκτήτριας, αφετέρου δε ίδιων απαιτήσεών τους αποζημίωσης για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας τους από τη στέρηση της διατροφής, που εδικαιούντο από τον αποβιώσαντα, και χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ψυχικής οδύνης, που υπέστησαν εξαιτίας του θανάτου του σε εργατικό ατύχημα υπό την έννοια του ν. 551/1915, που έλαβε χώρα κατά την εκτέλεση της εργασίας του ως Γ΄Μηχανικός στο συγκεκριμένο πλοίο, όπου είχαν επίσης ναυτολογηθεί οι τέταρτος, πέμπτος και έκτος εναγόμενοι ως πλοίαρχος, Α΄και Β΄μηχανικός αντίστοιχα, και οφείλεται στη μη τήρηση από τους εναγομένους των ειδικότερα διαλαμβανομένων στην αγωγή διατάξεων νόμων, που προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων σ’αυτό, άλλως σε αμέλειά τους κατά τις κοινές διατάξεις, καθώς και απαιτήσεών τους, που αφορούν στην περιορισμένη κατ’αποκοπή αποζημίωση του άρθρου 3 του ν.551/1915 λόγω του θανάτου του ανωτέρω, κατά της υπ’αριθμ.1020/2015 οριστικής απόφασης του προαναφερθέντος Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία απάντων των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, και με την οποία η αγωγή απορρίφθηκε καθ’ολοκληρίαν ως προς τους τέταρτο, πέμπτο και έκτο των εναγομένων ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ έγινε εν μέρει δεκτή και κατ’ουσίαν ως προς τους τρεις πρώτους εξ αυτών κατά την επικουρική της βάση, και υποχρεώθηκαν οι ανωτέρω να της καταβάλουν, καθώς και εις έκαστο των ανηλίκων τέκνων της ως εξ αδιαθέτου κληρονόμους του θανατωθέντος, τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της χρηματικά ποσά, ως την προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 3 του ν.551/1915 περιορισμένη κατ’αποκοπή αποζημίωση εκ του ναυτεργατικού ατυχήματος, που αναλογεί στον καθέναν τους με βάση την κληρονομική του μερίδα, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511, 513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ.2, 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 30.4.2015 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …….), χωρίς να προηγηθεί επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλούνται οι διάδικοι, ούτε άλλωστε προκύπτει οίκοθεν από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα, αλλά εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ προθεσμίας των τριών (3) ετών από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 27.3.2015 (όπως η ανωτέρω διάταξη ίσχυε πριν από την τροποποίησή της με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87), καθώς η ένδικη έφεση ασκήθηκε στις 30.4.2015, ήτοι προ της 1ης.1.2016 (άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του ίδιου νόμου), και η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε, χωρίς να επιδοθεί στις 27.3.2015, όπως προεκτέθηκε, δηλαδή προ της έναρξης ισχύος του ανωτέρω νόμου (στις 23.7.2015), και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, αρμόδια δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 522 και 533 παρ.1 του ΚΠολΔ).

Η ενάγουσα με την από 18.6.2014 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……..) αγωγή της, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, επικαλούμενη ότι ο ……, σύζυγος της ιδίας και πατέρας των υπ’αυτής αντιπροσωπευομένων ανηλίκων τέκνων τους .. και … …, ως ασκούσας τη γονική τους μέριμνα, σε εκτέλεση σύμβασης παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που κατήρτισε ατύπως στις 14.6.2012, με τη δεύτερη των εναγομένων, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος είναι ο τρίτος εξ αυτών, και η οποία εν προκειμένω συμβλήθηκε ως αντιπρόσωπος της πρώτης εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία δεξαμενοπλοίου με την ονομασία «ΟΛ», για να παρέχει τις υπηρεσίες του στο εν λόγω πλοίο με την ειδικότητα του Γ΄Μηχανικού, αντί των όρων και των αποδοχών, που προβλέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες Σ.Σ.Ν.Ε. για τα μέλη των πληρωμάτων φορτηγών πλοίων άνω των 4.500 τόνων D.W., επιβιβάσθηκε στο πλοίο αυθημερόν και ναυτολογήθηκε με την ανωτέρω ειδικότητα από τον πλοίαρχό του, απασχολήθηκε δε σ’αυτό έκτοτε, ότι στις 12.7.2012 ο προαναφερθείς απεβίωσε σε ατύχημα του ν.551/1915, που έλαβε χώρα υπό τις αναλυτικά εκτιθέμενες στην αγωγή συνθήκες, κατά την εκτέλεση της εργασίας του στο μηχανοστάσιο του πλοίου, όπου είχαν επίσης ναυτολογηθεί οι τέταρτος, πέμπτος και έκτος εναγόμενοι ως Πλοίαρχος, Α΄και Β΄Μηχανικός αντίστοιχα, και οφείλεται κυρίως μεν στη μη τήρηση από τους τελευταίους, ως προστηθέντες των λοιπών, των επίσης ειδικότερα διαλαμβανομένων στην αγωγή διατάξεων νόμων, καθώς και του εκπονηθέντος Συστήματος Ασφαλούς Διαχείρισης (Σ.Α.Δ.) του ως άνω πλοίου,  που προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων σ’αυτό, μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη αυτής και αποφυγή ατυχημάτων, βρίσκεται δε σε αιτιώδη συνάφεια με τη μη τήρηση των παρατιθέμενων διατάξεων, άλλως επικουρικώς στην ωσαύτως εκτιθέμενη στο δικόγραφο αμελή συμπεριφορά των προστηθέντων των τριών πρώτων εναγομένων τετάρτου πέμπτου και έκτου εξ αυτών, ότι ο αποβιώσας, ηλικίας κατά το χρόνο του ατυχήματος 41 ετών, με μηνιαίες αποδοχές ποσού 5.751.02 ευρώ, θα ζούσε με πιθανότητα μέχρι το 80ο έτος του, αποκομίζοντας κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων εκ της εργασίας του το εν λόγω ποσό, και θα δαπανούσε, για μεν τη διατροφή της ιδίας το ποσό των 2.000 ευρώ μηνιαίως μέχρι τη συνταξιοδότησή του, και για το μεταγενέστερο χρονικό διάστημα το ποσό των 1.400 ευρώ μηνιαίως, για δε τη διατροφή των ανηλίκων τέκνων τους ……., τα οποία αδυνατούν να αυτοδιατραφούν, μέχρι τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας τους, ήτοι μέχρι την ολοκλήρωση των σπουδών τους και την επαγγελματική τους αποκατάσταση, το ποσό των 1.000 ευρώ και των 750 ευρώ μηνιαίως αντίστοιχα, ποσά ανάλογα των συνθηκών της ζωής τους, και συνολικά το ποσό των 828.000 ευρώ, των 165.000 ευρώ και των 151.500 ευρώ αντίστοιχα, καθώς και ότι λόγω του θανάτου του συζύγου και πατρός τους υπέστησαν ψυχική οδύνη, ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν, ο καθένας εξ αυτών εις ολόκληρον, ατομικά και για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της, το ποσό των 751,02 ευρώ, ως υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών του θανόντος, κατά το λόγο της κληρονομικής μερίδας εκάστου, καθώς και, κυρίως μεν, σε περίπτωση, που ήθελε κριθεί ότι το ατύχημα του ανωτέρω οφείλεται στη μη τήρηση από τους εναγομένους των αναφερομένων στην αγωγή διατάξεων περί των επιβαλλομένων όρων ασφαλείας των εργαζομένων στο πλοίο, α) το ποσό των 200.000 ευρώ στον καθέναν τους ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση της ψυχικής τους οδύνης, και β) εφάπαξ το ποσό των 828.000 ευρώ, το ποσό των 165.000 ευρώ και το ποσό των 151.000 ευρώ αντίστοιχα, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της περιουσιακής τους ζημίας, λόγω της στέρησης της διατροφής, που εδικαιούντο από το θανόντα, άλλως, για την ίδια αιτία, το ποσό των 2.000 ευρώ, των 1.000 ευρώ και των 750 ευρώ μηνιαίως για τον καθέναν τους, την πρώτη ημέρα εκάστου μηνός, αρχής γενομένης από την 12η.7.2012, προσαυξημένων των ποσών αυτών κατά ποσοστό 10% ετησίως, άλλως επικουρικώς, σε περίπτωση απόρριψης της κύριας βάσης της αγωγής της, και εφόσον κριθεί ότι το ατύχημα οφείλεται σε αμέλεια των εναγομένων του κοινού δικαίου, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν, υπό τη διττή ιδιότητα, υπό την οποία έχει ασκήσει την αγωγή, έκαστος εις ολόκληρον, το ποσό των 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, για την ίδια, καθώς και για το κάθε τέκνο της, ήτοι συνολικά για την αιτία αυτή το ποσό των 600.000 ευρώ, άλλως επικουρικότερα, ανεξαρτήτως υπαιτιότητας των εναγομένων στην πρόκληση του προαναφερθέντος νατεργατικού ατυχήματος, την περιορισμένη κατ’αποκοπή αποζημίωση του άρθρου 3 του ν.551/1915, που προβλέπεται για την περίπτωση θανάτου εργαζομένου, συνολικού ποσού εν προκειμένω 88.465,80 ευρώ, εκ του οποίου στην ίδια αναλογεί το ποσό των 35.386,32 ευρώ (τα 4/10) και εις έκαστο των τέκνων της το ποσό των 26.539,74 ευρώ (τα 3/10 αυτής) αντίστοιχα, κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, η υπ’αριθμ. 1050/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία, αφού κρίθηκε η αγωγή ως πλήρως και επαρκώς ορισμένη, και οι περί αοριστίας του δικογράφου της αναφορικά με το κονδύλιο της αποζημίωσης της συζύγου και των τέκνων του αποβιώσαντος για τη ζημία τους λόγω της στέρησης της διατροφής, που εδικαιούντο απ’αυτόν, προβληθείσες αιτιάσεις των εναγομένων απορρίφθηκαν ως αβάσιμες, και νόμιμη, με την επισήμανση ότι οι επικαλούμενες στο αγωγικό δικόγραφο διατάξεις του Διεθνούς Κώδικα Διαχείρισης Ασφαλούς Λειτουργίας των πλοίων και πρόληψης ρύπανσης του περιβάλλοντος, όπως αυτός ορίζεται στην Απόφαση Α.741.(18)/4.11.93 του ΙΜΟ (ΙSM CODE), και τέθηκε σε ισχύ στην Ελλάδα με την υπ’αριθμ. 1218.78/1/95 Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας (ΦΕΚ Β΄709/1995) δε τυγχάνουν εφαρμογής εν προκειμένω, διότι, όπως έγινε δεκτό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, η ανωτέρω κυρωθείσα Διεθνής Σύμβαση αποσκοπεί στο να καθιερώσει ένα διεθνές πρότυπο για την ασφαλή διαχείριση και λειτουργία των πλοίων, και την πρόληψη της ρύπανσης, δίνοντας κατευθύνσεις στις ναυτικές εταιρίες για τη διασφάλιση της ασφάλειας στη θάλασσα, της πρόληψης ανθρώπινου τραυματισμού, ή απώλεια ζωής, χωρίς να θεσπίζει ειδικούς κανόνες ασφαλείας στη ναυτική εργασία, και επομένως, δεν εμπίπτει στην έννοια των νόμων, διδαγμάτων και κανονισμών περί ειδικών όρων ασφαλείας των εργαζομένων κατά την έννοια του άρθρου 16 του ν.551/1915, η μη τήρηση των οποίων από τον εργοδότη ή τους προστηθέντες του παρέχει στον εργαζόμενο (ή σε περίπτωση θανάτου του στην οικογένειά του) το δικαίωμα να αξιώσουν την πλήρη αποζημίωση της εν λόγω διάταξης προς αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας τους, στη συνέχεια έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας ως προς τους τρεις πρώτους εναγομένους, οι οποίοι και υποχρεώθηκαν, ο καθένας εξ αυτών εις ολόκληρον, να καταβάλουν στην ενάγουσα, για την ίδια ατομικά και για τα απ’αυτήν εκπροσωπηθέντα ανήλικα τέκνα της, τα αναφερόμενα στο διατακτικό της χρηματικά ποσά, ως υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών του αποβιώσαντος κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας, καθώς και ως το αναλογούν στην κληρονομική μερίδα του καθενός τμήμα της περιορισμένης κατ’αποκοπήν αποζημίωσης του άρθρου 3 του ν.551/1915, που οφείλεται σε κάθε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, ανεξαρτήτως υπαιτιότητας του εργοδότη, όπως επικουρικότερα ζητήθηκε στην αγωγή, καθώς κρίθηκε ότι ουδεμία αμέλεια των εναγομένων συνετέλεσε στην πρόκληση του θανάτου του . … (συζύγου της ενάγουσας και πατρός των ανηλίκων τέκνων τους), ήτοι ούτε η προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 16 του ανωτέρω νόμου ειδική αμέλεια, συνιστάμενη στην παράβαση των επικαλουμένων στην αγωγή διατάξεων περί των όρων ασφαλείας των εργαζομένων στο πλοίο, ούτε, όμως, και αμέλεια του κοινού δικαίου ως προς την τήρηση των επιβαλλομένων από την κοινή αντίληψη, τη γενική υποχρέωση πρόνοιας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια όρων, και, συνακόλουθα, απορρίφθηκε η αγωγή ως προς τους τρεις πρώτους εναγομένους αναφορικά με τα κονδύλια της αποζημίωσης λόγω στέρησης διατροφής και της χρηματικής ικανοποίησης της ψυχικής οδύνης της ενάγουσας και των τέκνων της, και ως προς τους τρεις λοιπούς εναγομένους (απορρίφθηκε) καθ’ολοκληρίαν ως κατ’ουσίαν αβάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η ενάγουσα με την κρινόμενη έφεσή της, την οποία έχει ασκήσει  ατομικά για τον εαυτό της, αλλά και ως εκ του νόμου αντιπρόσωπος των ανηλίκων τέκνων της (ως ασκούσα τη γονική τους μέριμνα), προσβάλλοντας τα κεφάλαια της εκκαλουμένης απόφασης που την βλάπτουν, με τα οποία απορρίφθηκαν τα κονδύλια της αποζημίωσης προς αποκατάσταση της ζημίας της ιδίας και των τέκνων της λόγω της στέρησης της διατροφής, που εδικαιούντο από τον αποβιώσαντα σύζυγο και πατέρα τους, και της χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής τους βλάβης, τόσο με βάση την κύρια, όσο και κατά την επικουρικά προβληθείσα βάση, για τους λόγους, που ειδικότερα περιέχονται στο εφετήριο, και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες, στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται, αφενός μεν σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως προς την κρίση του περί μη εφαρμογής εν προκειμένω των διατάξεων του Διεθνούς Κώδικα Διαχείρισης Ασφαλούς Λειτουργίας των πλοίων και πρόληψης ρύπανσης του περιβάλλοντος, όπως αυτός ορίζεται στην Απόφαση Α.741.(18)/4.11.93 του ΙΜΟ (ΙSM CODE), και τέθηκε σε ισχύ στην Ελλάδα με την υπ’αριθμ. 1218.78/1/1995 Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας (ΦΕΚ Β΄709/1995), ως διατάξεων, που προβλέπουν ειδικούς όρους ασφαλείας των εργαζομένων στο πλοίο, η παράβαση των οποίων παρέχει στον παθόντα εργατικού ατυχήματος, ή σε περίπτωση θανάτου του στους συγγενείς του το δικαίωμα να ζητήσουν πλήρη αποζημίωση προς αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας τους σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 του ν.551/1915, αφετέρου δε σε μη ορθή εκτίμηση των αποδείξεων αναφορικά με τις παραδοχές του επί της ουσίας της υπόθεσης, ζητώντας να γίνει δεκτή η έφεσή της και ως ουσιαστικά βάσιμη, ούτως ώστε, αφού εξαφανισθεί η πρωτόδικη απόφαση κατά τα εκκληθέντα κεφάλαια (η περιληφθείσα στην απόφαση αυτή κρίση επί του κονδυλίου του οφειλομένου υπολοίπου δεδουλευμένων αποδοχών του αποβιώσαντος από τη σύμβαση ναυτολόγησής του, ως προς το οποίο η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή κατ’ουσίαν, δεν πλήττεται με την έφεση, και, επομένως, πρόκειται περί κεφαλαίου της εκκαλουμένης, που δεν έχει μεταβιβασθεί ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου), και κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να γίνει δεκτή η αγωγή της ως ουσιαστικά βάσιμη καθ’ολοκληρίαν, κατά την κύρια, άλλως κατά την επικουρική της βάση, ως προς όλους τους εναγομένους, και ως προς τα κονδύλια, που απορρέουν από το επισυμβάν εργατικό ατύχημα, και να της επιδικασθούν τα αιτούμενα για τις συγκεκριμένες αιτίες χρηματικά ποσά, υπό την προαναφερθείσα διττή της ιδιότητα, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής της μέχρι την εξόφληση. Σημειωτέον ότι το αίτημα της εκκαλούσας περί καταβολής τόκων επί των επιδικασθησομένων σ’αυτήν χρηματικών ποσών από την επίδοση της αγωγής, που υποβάλλεται το πρώτον με το δικόγραφο της έφεσης, αφού τέτοιο αίτημα δεν περιλαμβάνεται στην αγωγή, ούτε στις κατατεθείσες κατά τη συζήτηση αυτής προτάσεις της, είναι παραδεκτό για το από τη συζήτηση της αγωγής στον πρώτο βαθμό (2.10.2014) και εφεξής χρονικό διάστημα, και όχι και για τον προγενέστερο χρόνο, καθώς στην περίπτωση αυτή πρόκειται περί παρεπόμενης απαίτησης, που γεννήθηκε μετά τη συζήτηση, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 525 παρ.3 του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. ΑΠ 1572/2013 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑθ 6967/1982 Αρμ.1984.813).

Κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν.551/1915, όπως τροποποιήθηκε με το από 24.7/25.8.1920 β.δ. «περί κωδικοποιήσεως των νόμων περί ευθύνης προς αποζημίωση των εξ ατυχήματος εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων», που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ κατ’άρθρο 38 του ΕισΝΑΚ, ισχύει δε και επί ναυτικής εργασίας, κατά τα άρθρα 2 του ιδίου νόμου και 66 περ.β΄ του κυρωθέντος με τον ν. 3816/1958 Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (ΚΙΝΔ), ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, που επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας του, ή εξ αφορμής αυτής, σε ναυτικό, και θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης, θεωρείται κάθε βλάβη που είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, μη αναγομένου αποκλειστικά σε οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος, που δε θα υπήρχε χωρίς την εργασία και την εκτέλεσή της κάτω από τις δεδομένες περιστάσεις (ΟλΑΠ 1287/1986 ΝοΒ 35.160, ΑΠ 1616/2003 ΕλλΔνη 45.767). Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 16 ν. 551/1915 προκύπτει ότι ο παθών από εργατικό ατύχημα έχει δικαίωμα να ασκήσει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει, σύμφωνα με τα άρθρα 297, 298 και 914 του ΑΚ, πλήρη αποζημίωση, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν έλαβε χώρα σε εργασία ή επιχείρηση, στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων, βρίσκεται δε σε αιτιώδη συνάφεια με τη μη τήρηση των διατάξεων αυτών, διαφορετικά, εάν δηλαδή δε συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να ασκήσει μόνο την αγωγή από τον ν. 551/1915. Τέτοιες διατάξεις είναι εκείνες, οι οποίες ειδικά προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και ειδικότερα προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη αυτής (ασφαλείας των εργαζομένων). Δεν αρκεί δηλαδή ότι το ατύχημα επήλθε από την μη τήρηση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση προνοίας και την απαιτουμένη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (ΟλΑΠ 26/1995 ΕλλΔνη 37.38, ΑΠ 274/2000 ΕλλΔνη 39.105). Τέτοιες διατάξεις περιέχονται στο Π.Δ. 1349/1981 «Κανονισμός προλήψεως εργατικών ατυχημάτων εις τα πλοία» (ΑΠ 274/2000 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 598/2002 ΕΝΔ 30,377). Στη διάταξη 6 παρ.1 του τελευταίου αυτού Π.Δ. (1349/1981), η οποία εφαρμόζεται επί των υπό ελληνική σημαία πλοίων ολικής χωρητικότητας άνω των διακοσίων κόρων ορίζεται ότι: «Τα καταστρώματα, κύτη, διάδρομοι και προσβάσεις εις τα κύτη, όπου εργάζονται ή διέρχονται άνθρωποι φωτίζονται επαρκώς και διατηρούνται καθαροί και ελεύθεροι αντικειμένων δυναμένων να προκαλέσουν ολίσθησιν ή πτώσιν. Τα μόνιμα εμπόδια χρωματίζονται δι ευδιακρίτων χρωμάτων» ενώ στο άρθρο 16 του ίδιου ΠΔ ορίζεται ότι «1. Στα πλοία υπάρχουν, εις επαρκή αριθμόν, μέσα δια την προσωπικήν προστασία του πληρώματος, εις τα οποία περιλαμβάνονται ομματοϋάλια ή προσωπίδες δια την προστασίαν των οφθαλμών και χειρόκτια, υποδήματα εξ ελαστικού, ωτοασπίδες δια την προστασίαν εκ κονιορτού και αναπνευστικαί συσκευαί. 2. Άπαντα τα μέλη του πληρώματος καταστρώματος φέρουν προστατευτικόν κράνος κατά την φορτοεκφόρτωσιν, τα δε μέλη του πληρώματος μηχανοστασίου καθ΄ όλην την διάρκειαν της εργασίας των εις το μηχανοστάσιον ή κατά την εργασίαν εις το κατάστρωμα, εφ΄ όσον διενεργείται φόρτωσις». Σημειωτέον ότι, σε κάθε περίπτωση, δηλαδή και όταν ακόμη ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση για αποζημίωση, ο παθών από εργατικό ατύχημα διατηρεί την αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά του εργοδότη, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα (δόλο ή αμέλεια οποιασδήποτε μορφής) αυτού ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, που κρίνεται κατά το κοινό δίκαιο (άρθρα 914, 922, 932 του ΑΚ), μη απαιτουμένης της συνδρομής του ειδικού πταίσματος της μη τήρησης των επιβαλλομένων όρων ασφαλείας (ΟλΑΠ 1117/1986 ΝοΒ 35.891, ΑΠ 1438/2002 ΕλλΔνη 45. 716), ενώ η αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη κατά τον ν. 551/1915 δεν επεκτείνεται και στη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, καθόσον γι’αυτή απαιτείται υπαιτιότητα (ΑΠ 274/2000 οπ.π.). Οι συγγενείς του παθόντος διατηρούν και την αξίωση κατά του εργοδότη για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα αυτού ή προστηθέντος υπό τούτου προσώπου (ΑΠ Ολ 1117/1986 ΕλλΔνη 28.113, ΑΠ 600/1996 ΕλλΔνη 40.117, ΑΠ 1486/1995 ΕΝΔ 24.222, ΑΠ Ολ 444/64 ΕΕΝ 1968.16, ΕφΠειρ 109/95 ΕΝΔ 23.206, ΕφΠειρ 83/94 ΕΝΔ 22.261). Είναι βέβαια δυνατή η σώρευση στο ίδιο δικόγραφο αγωγής, εφόσον συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις για την γένεση καθεμίας, τόσο της αξίωσης για επιδίκαση αποζημίωσης του ν. 551/1915, όσο και της αξίωσης χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη, που υπέστη ο παθών από εργατικό ατύχημα. Σε περίπτωση λοιπόν ναυτεργατικού ατυχήματος ο παθών έχει το επιλεκτικό δικαίωμα να αξιώσει έναντι του κυρίου της επιχείρησης, είτε την περιορισμένη κατ’αποκοπή αποζημίωση του άρθρου 3 ν. 551/1915, είτε την πλήρη αποζημίωση του κοινού δικαίου κατά τα άρθρα 297, 298, 914,922,928-932 του ΑΚ, εφόσον, όμως, στη δεύτερη περίπτωση, το ατύχημα οφείλεται στην μη τήρηση των διατάξεων ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών περί ειδικών όρων ασφαλείας των εργαζομένων ή σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του. Συνεπώς, ο παθών έχει επιλεκτικό δικαίωμα να ασκήσει τη μία ή την άλλη αξίωση, οι αξιώσεις δηλαδή αυτές συρρέουν διαζευκτικά, με την έννοια ότι σε περίπτωση επιλογής της μίας από αυτές τις αξιώσεις αποζημίωσης (κοινού δικαίου ή  ν. 551/1915) αποκλείεται να ζητήσει ο δικαιούχος ταυτόχρονα ή διαδοχικά την άλλη, κατ’ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 306 ΑΚ, που αφορά τη διαζευκτική ενοχή, χωρίς, όμως, να αποκλείεται η επικουρική άσκηση της μίας σε σχέση με την άλλη, που ασκείται κυρίως (βλ. ΑΠ 1132/1997 ΕλλΔνη 40.621, ΑΠ 600/1996 ΕλλΔνη 40.117). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 84 εδαφ. β΄, 86, 105, 106 του ΚΙΝΔ, 914 και 922 του ΑΚ προκύπτει ότι ο πλοιοκτήτης (προστήσας) ευθύνονται για τις αδικοπραξίες που διέπραξε ο πλοίαρχος ή το πλήρωμα (προστηθέντες) κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που τους έχει ανατεθεί, όταν η αδικοπραξία βρίσκεται σε εσωτερική αιτιώδη σχέση με αυτήν (ΑΠ 776/2010 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, οι διατάξεις των άρθρων 67 παρ.1 εδαφ.α΄, 72 παρ. 1 και 77 παρ. 1 και 3 του Β.Δ/τος 806/16.12.1970 περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού «περί εργασίας επί των ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητας 800 κόρων και άνω» (ΦΕΚ Α 275), εκδοθέντος κατ` εξουσιοδότηση του άρθρου 67 του ν. 6392/1934 «περί Ποινικού και Πειθαρχικού Κώδικος του Εμπορικού Ναυτικού» και των άρθρων 1 παρ. 1και 8 του ν. 3141/1955 «περί συστάσεως παρά τω ΥΕΝ Συμβουλίου Εμπορικού Ναυτικού», περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο IV υπό τον τίτλο «Περί του Προσωπικού Μηχανής», αναφέρονται στα καθήκοντα και την εν γένει ευθύνη του Α΄ Μηχανικού, και ορίζουν ότι: (άρθρο 67 παρ. 1 εδαφ. α΄) « Ο Α΄Μηχανικός προκειμένου να αναλάβει την διεύθυνση της υπηρεσίας μηχανής οφείλει α) να προβεί εις την επιθεώρηση των μηχανών, μηχανημάτων και εξαρτημάτων εν γένει της δικαιοδοσίας του και των λεβήτων τη βοήθεια του Β` Μηχανικού, οδηγούμενος προς τούτο εκ του ημερολογίου της μηχανής και των σχεδιαγραμμάτων του μηχανοστασίου και λεβητοστασίου…» (άρθρο 72 παρ. 1)» Ο Α` Μηχανικός επιμελείται της εκτελέσεως εν πλω και εν όρμω πασών των επισκευών μηχανικής φύσεως των δυναμένων να εκτελεσθώσι, δια του υπ’αυτόν προσωπικού και των μέσων τα οποία διαθέτει το πλοίον. Προς τούτο δέον να συνεννοείται μετά του πλοιάρχου, ώστε να προτιμώνται οι επειγούσης φύσεως και μη απαιτούσαι χρόνον περισσότερον του διατιθεμένου…» (άρθρο 77 παρ. 1) «Ο Α` Μηχανικός κατανέμει το προσωπικόν μηχανής εις τας διαφόρους εργασίας και είναι υπεύθυνος δια την εργασίαν, απόδοσιν, συμπεριφοράν, διαγωγήν, πειθαρχίαν και καλήν εν γένει διοίκησιν αυτού…» (παρ. 3)  «Ευθύνεται δια την λήψιν των εκάστοτε ενδεικνυόμενων μέτρων αερισμού, φωτισμού και ασφαλείας εν γένει της εργασίας, εις τρόπον ώστε οι κατά την διάρκειαν της ημέρας ή της νυκτός εργαζόμενοι να προφυλλάσονται πλήρως εκ παντός κινδύνου, δυναμένου να προέλθει εκ δηλητηριωδών αερίων ως και εκ θραύσεως, εμπλοκής, αποσυνθέσεως ή πλημμελούς εν γένει λειτουργίας των μηχανών, μηχανημάτων και εξαρτημάτων της δικαιοδοσίας του..». Περαιτέρω στη διάταξη του  άρθρου 4 του ιδίου Β.Δ/τος ορίζεται ότι:  «1. Ο πλοίαρχος είναι ο κυβερνήτης και διοικητής του πλοίου. 2. Εχει εξουσίαν επί παντός επιβαίνοντος.3. Είναι υπεύθυνος δια την καλήν διοίκησιν και την ασφάλειαν του πλοίου, των επιβαινόντων και του φορτίου ως και δια την εν αυτώ  ευταξίαν, δικαιούμενος χάριν της ασφαλείας τούτων ή εν περιπτώσει ανάγκης, όπως, εν παντί χρόνω, διατάξη και επιβάλη παν ό,τι η ναυτική τέχνη, η ειδική αυτού πείρα και οι νόμοι και οι κανονισμοί επιβάλλουν, δυνάμενος, εφόσον κρίνει τούτο αναγκαίον, να ζητήση την γνώμην του Α΄μηχανικού και του Υποπλοιάρχου. Η ενάσκησις της εξουσίας ταύτης απόκειται εις την απόλυτον κρίσιν του πλοιάρχου υποχρέου εις λογοδοσίαν και κατάχρησιν εξουσίας μόνον ενώπιον των αρμοδίων Αρχών. 4. Είναι υπεύθυνος απέναντι του Κράτους δια την καλήν και ακριβή τήρησιν των περί εμπορικής ναυτιλίας διατάξεων και δια την εκτέλεσιν των διαταγών των αρμοδίων Αρχών, απέναντι δε του πλοιοκτήτου και παντός ενδιαφερομένου δια παν ό,τι γίνεται εν τω πλοίω και αφορά τα συμφερόντα αυτών. 5. Οφείλει να εξασφαλίζη την τήρησιν των νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών και την εκτέλεσιν των διαταγών των αρμοδίων ημεδαπών και αλλοδαπών Αρχών και των διαταγών του, μη καλυπτόμενος δια των ευθυνών τας οποίας υπέρχουν απέναντι αυτού οι υφισταμένοι του, υπέχων ευθύνην εαν παραλείψη να δώση τας επιβαλλομένας εις εκάστην περίπτωσιν διαταγάς». Οι διατάξεις αυτές δεν προβλέπουν ειδικώς όρους ασφαλείας των επιβαινόντων του πλοίου εν γένει και του προσωπικού της μηχανής του πλοίου ειδικότερα, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 16 παρ. 1 ν. 551/1915, δηλαδή δεν προσδιορίζουν συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφαλείας των προσώπων αυτών. Το άρθρο 4 αναφέρεται στην εν γένει εξουσία και την ευθύνη του πλοιάρχου, ενώ η συντήρηση και η καλή λειτουργία των μηχανημάτων για τις οποίες είναι υπεύθυνος ο Α΄Μηχανικός, δεν είναι ειδικά μέτρα ασφαλείας αλλά αποτελούν το σκοπό για την επίτευξη του οποίου πρέπει να λαμβάνονται τα εξειδικευμένα κατάλληλα μέτρα, ώστε από την καλή λειτουργία των μηχανημάτων να υπάρχει ασφάλεια στους εργαζομένους (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 26/1995 ΕλλΔνη 37.38, ΑΠ 289/2004 ΕλλΔνη 2005.787, ΑΠ 1132/1997 ΕλλΔνη 1999.622). Επιπλέον, στον «Κανονισμό περί εργασίας επί ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητας 800 κόρων και άνω», που εγκρίθηκε με το ΒΔ 806/1970, και ειδικότερα στο άρθρο 10 αυτού ορίζεται: «1. Ο Πλοίαρχος λαμβάνων γνώσιν ασθενείας ή ατυχήματος τινός των επιβαινόντων μεριμνά ίνα παρασχεθώσιν αμελλητί εις τον πάσχοντα αι πρώται βοήθειαι. 2. Παρέχει την κατά τον πρόχειρον ιατρικόν οδηγόν ενδεικνυομένην βοήθειαν και ζητεί, εν ανάγκη, δια του ασυρμάτου του πλοίου ιατρικήν συνδρομήν τηλεγραφών τα συμπτώματα της νόσου. 3. Εν περιπτώσει βαρείας ασθενείας η ατυχήματος οφείλει συν τη παροχή των πρώτων βοηθειών να επιζητήση την προσέγγισιν μεθ’ ετέρου πλοίου διαθέτοντος ιατρόν ή την αποστολήν καταλλήλων μέσων μεταφοράς του πάσχοντος ή να καταπλεύση, εφ’ όσον είναι δυνατόν, εις τον πλησιέστερον λιμένα και να συνεννοηθή μετά της Λιμενικής ή Προξενικής και της Υγειονομικής Αρχής δια την εισαγωγήν του πάσχοντος εις νοσοκομείον ή κλινικήν …». Με την τελευταία διάταξη, θεσμοθετούνται ειδικοί κανόνες ασφαλείας των απασχολουμένων στο πλοίο ναυτικών, η μη τήρηση των οποίων παρέχει σ’ εκείνον που έγινε ανίκανος προς εργασία από ατύχημα που συνδέεται αιτιωδώς με τη μη τήρησή τους, ή σε περίπτωση θανάτου αυτού, στα κατά νόμο δικαιούμενα πρόσωπα, αξίωση πλήρους αποζημίωσης. Η λήψη καθενός συγκεκριμένου, των προβλεπομένων από τη διάταξη του άρθρου 10 του ΒΔ 806/1970 μέτρων, εξαρτάται από την προηγουμένη διάγνωση της κατάστασης του πάσχοντος. Η ορθή διάγνωση αυτής δεν είναι βεβαίως μεταξύ των υποχρεώσεων του πλοιάρχου, αφού κάτι τέτοιο αποτελεί έργο (και μάλιστα από τα δυσχερέστερα) των ειδικών ιατρών. Εκείνο όμως που επιβάλλεται να πράξει ο πλοίαρχος είναι να διακρίνει ως μέσος συνετός άνθρωπος, αν πρόκειται για συνήθη περίπτωση ή αν επιβάλλεται να ζητήσει, προς αντιμετώπιση αυτής, ιατρική συνδρομή προβαίνοντας στις καθοριζόμενες από την παρ. 1 και 2 ενέργειες, ή αν πρόκειται για βαρεία ασθένεια να προβεί και στις καθοριζόμενες από την παρ. 3 του άρθρου αυτού ενέργειες (βλ. ΑΠ 1690/2013 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 81 του ανωτέρω Β.Δ/τος ορίζεται ότι: «1. Οι Γ΄ Μηχανικοί εκτελούν φυλακήν και οιανδήποτε άλλην εργασίαν σχετικήν προς την ειδικότητά των ανατιθεμένην εις αυτούς  υπό του Β΄ Μηχανικού.  2. Έχουν την επιμέλειαν συντηρήσεως των βοηθητικών μηχανημάτων σωληνώσεων, οργάνων, εργαλείων και αμοιβών αυτών υπό τας οδηγίας του Β΄ Μηχανικού και την εποπτείαν του Α΄ Μηχανικού. 3. Οφείλουν να εκτελούν περιοδικήν επιθεώρησιν όλων των σωληνώσεων  και να επισκευάζουν τας διαφυγάς αυτών ειδοποιούντες περί τούτου ως και πάσης ετέρας τυχόν ανωμαλίας τον Β΄ Μηχανικόν. 4. Μετέχουν των κατά το άρθρον 72 επισκευών μηχανικής φύσεως. 5. Λαμβάνουν επίσης μέρος εις εργασίας παραλαβής καυσίμων κατά τα ειδικώτερον εκάστοτε οριζόμενα υπό του Α΄ Μηχανικού», ενώ στο άρθρο 123 ότι «οι κατανεμόμενοι εις γενικάς εργασίας μηχανής ασχολούνται υπό τας οδηγίας του Α΄μηχανικού και την εποπτείαν του Β΄μηχανικού εις συντήρησιν, επισκευάς και επιδιορθώσεις μηχανών και μηχανημάτων, αποσκωριάσεις και καθαρισμούς εν γένει διαμερισμάτων μηχανής, μεταγγίσεις καυσίμων και λοιπάς εργασίας ενδεικτικώς αναφερομένας εις τα άρθρα 89-91 ως και ετέρας τοιαύτας παρεμφερείς ή συναφείς προς τας ειδικότητάς των αρμοδίως εις αυτούς ανατιθεμένας». Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 του παραρτήματος της υπ’αριθμ. 3232/41/89 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Εμπορικής Ναυτιλίας (ΦΕΚ 400/26.5.1989), που αφορά στον έλεγχο επικίνδυνων αερίων σε πλοία και πλωτά ναυπηγήματα: «Οι πιο κάτω διατάξεις εφαρμόζονται σε ελληνικά ή ξένα πλοία και πλωτά ναυπηγήματα τα οποία ευρίσκονται στον Ελληνικό χώρο και ειδικότερα: α) Όταν μεταφέρουν ή μετέφεραν καύσιμα, εύφλεκτα υγρά, εύφλεκτα αέρια υπό πίεση, χύμα χημικά προϊόντα και στερεά φορτία που έχουν ή απέκτησαν επικίνδυνες φυσιοχημικές ιδιότητες. β) Ανεξάρτητα από το φορτίο το οποίο μετέφεραν όταν εκτελούνται εργασίες στις δεξαμενές καυσίμων και σε άλλους κλειστους χώρους, όπως ειδικότερα ορίζεται στο άρθρο 2 παρ. 10. Ισχύουν: Για επιθεώρηση, επισκευή, δεξαμενισμό, μετατροπή, κατασκευή, διάλυση, αγκυροβόλιο, παροπλισμό και οποιαδήποτε άλλη εργασία που από την Ελληνική Νομοθεσία προκύπτει ότι πρέπει να αρθεί η επικινδυνότητα ορισμένων χώρων του πλοίου», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 2 του ιδίου παραρτήματος: «ΟΡΙΣΜΟΙ. Για την εφαρμογή του παρόντος Παραρτήματος νοούνται: …7. Θερμή εργασία: Η εργασία συγκόλλησης, κοπής, πυράκτωσης και γενικά κάθε εργασία που συνεπάγεται τη χρήση οργάνων ή συσκευών, που παράγουν φωτιά, φλόγα, θερμότητα, σπινθήρες ή ηλεκτρικά τόξα. 8. Ψυχρή εργασία : Κάθε εργασία που δεν είναι θερμή…9…10. Κλειστός χώρος: Ο χώρος, που από την φύση του είναι πανταχόθεν κλειστός ή έχει περιορισμένη δυνατότητα φυσικού αερισμού. Ενδεικτικά αναφέρονται: στεγανό σύγκρουσης (FOREPEAK) χώρος ασφαλείας (COFFERDAM), δεξαμενές φορτίου, διπύθμενα, αντλιοστάσιο, αγωγοί διέλευσης σωληνώσεων (τουνέλια), δεξαμενές έρματος, δεξαμενές καυσίμων, δεξαμενές λιπαντικών, δεξαμενές καταλοίπων». Τέλος στο άρθρο 8 του ιδίου παραρτήματος «Ελάχιστες απαιτήσεις για την εκτέλεση εργασιών επί πλοίων σε επισκευαστική βάση» ορίζεται ότι: «Για την εκτέλεση των παρακάτω περιγραφομένων εργασιών επί πλοίων, όταν αυτά ευρίσκονται σε επισκευαστική βάση, απαιτείται έκδοση πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια σύμφωνα με το υπόδειγμα 1. 1. Δεξαμενόπλοια… 1.5. Εργασίες στο μηχανοστάσιο-λεβητοστάσιο, χώρους μηχανημάτων (MACHINERY SPACES), σήραγγα (ΤΟΥΝΕΛ) του άξονα, πτερύγιο πηδαλίου. α) Εάν σε ένα από τους παραπάνω χώρους γίνουν θερμές εργασίες πρέπει ο χώρος αυτός να είναι “ασφαλής για τον άνθρωπο-ασφαλής για θερμές εργασίες”. Εφόσον οι πιο πάνω χώροι γειτονεύουν με χώρους φορτίου οι συγκεκριμένοι χώροι φορτίου πρέπει να είναι τουλάχιστον “ασφαλείς για τον άνθρωπο-μη ασφαλείς για θερμές εργασίες” και οι υπόλοιποι χώροι φορτίου τουλάχιστον “ασφαλείς για τον άνθρωπο-μη ασφαλείς για θερμές  εργασίες” ή αδρανοποιημένοι.  β) Δεν απαιτείται έκδοση πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια (GAS-FREE) για ψυχρές εργασίες στους χώρους αυτούς, ενώ στο άρθρο 9  «Ελάχιστες απαιτήσεις για εργασίες σε αγκυροβόλιο» ότι: «Ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 8…».

Το παρόν Δικαστήριο εκτιμά: α) Τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων της ενάγουσας ……… και των εναγομένων ……., που δόθηκαν κατά τη συζήτηση της αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, β) την προσκομιζόμενη, με πρωτοβουλία της ενάγουσας, κατάθεση του εξετασθέντος μάρτυρος ……, η οποία λήφθηκε κατόπιν εμπρόθεσμης (άρθρο 671 παρ.1 εδαφ. τελευταίο του ΚΠολΔ), και νομότυπης κλήτευσης των εναγομένων να παραστούν, σύμφωνα με τις προσαγόμενες υπ’αριθμ. ……. έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Αθηνών Δικαστικού Επιμελητή ……., υπ’αριθμ. …… έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Χαλκιδικής Δικαστικού Επιμελητή ……,  υπ’αριθμ….. έκθεση επίδοσης της διορισμένης στο Πρωτοδικείο Αθηνών Δικαστικής Επιμελήτριας ……, και υπ’αριθμ. ….. έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Πατρών Δικαστικού Επιμελητή ….., περιέχεται δε στην υπ’αριθμ……. ένορκη βεβαίωση, δοθείσα ενώπιον της Συμβολαιογράφου Λίμνης ….., καθώς και τις επίσης προσκομιζόμενες, με πρωτοβουλία των εναγομένων, καταθέσεις των εξετασθέντων μαρτύρων …….. και ., που λήφθηκαν κατόπιν εμπρόθεσμης, κατά την προαναφερθείσα διάταξη του ΚΠολΔ, και νομότυπης κλήτευσης της ενάγουσας να παραστεί, σύμφωνα με την προσαγόμενη υπ’αριθμ. .. έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Δικαστικού Επιμελητή ……, περιέχονται δε στις υπ’αριθμ. ……. αντίστοιχα ένορκες βεβαιώσεις, δοθείσες ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, γ) όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, προκειμένου απ’όσα δεν οδηγούν σε άμεση απόδειξη να συναχθούν δικαστικά τεκμήρια, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, στα οποία περιλαμβάνονται και οι προσκομιζόμενες από την ενάγουσα υπ’αριθμ…….. ένορκες βεβαιώσεις των εξετασθέντων μαρτύρων …….. και ….. αντίστοιχα, δοθείσες ενώπιον της αυτής ως άνω Συμβολαιογράφου, και προσκομισθείσες στα πλαίσια άλλης δίκης (ασφαλιστικών μέτρων) μεταξύ των ιδίων διαδίκων, καθώς και τα έγγραφα των σχηματισθεισών επί της υπόθεσης ποινικών δικογραφιών, αλλά και τα ξενόγλωσσα έγγραφα, και δη ακόμη και όσα εξ αυτών δεν προσκομίζονται νομίμως μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα στο σύνολό τους, αλλά μόνο εν μέρει, ως μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, που επίσης λαμβάνονται υπόψη στην προκείμενη ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, κατά την οποία εκδικάζεται η υπόθεση (άρθρο 671 παρ.1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ), και δ) τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 παρ.4 του ΚΠολΔ). Από την επανεκτίμηση και συνεκτίμηση του ανωτέρω αποδεικτικού υλικού το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Ο …….., Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, κάτοχος του υπ’αριθμ. …. ναυτικού φυλλαδίου, κατήρτισε εγγράφως στις 14.6.2012 στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, προκαταρκτική σύμβαση ναυτικής εργασίας, για να εργασθεί για αόριστο χρόνο με την ειδικότητα του Γ΄Μηχανικού, στο υπό ελληνική σημαία δεξαμενόπλοιο με την ονομασία «ΟL», ολικής χωριτικότητας 139.736,05 κόρων, πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης, με τη δεύτερη εναγόμενη, διαχειρίστρια του πλοίου αυτού, η οποία συμβλήθηκε στην ανωτέρω σύμβαση ως αντιπρόσωπος της πλοιοκτήτριας, και της οποίας (δεύτερης εναγομένης) νόμιμος εκπρόσωπος είναι ο τρίτος εναγόμενος, αντί των όρων και των αποδοχών της τότε ισχύσασας Συλλογικής Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας για τα μέλη των πληρωμάτων σε φορτηγά πλοία από 4500 ΤDW και άνω. Σε εκτέλεση της εν λόγω προκαταρκτικής σύμβασης ο ανωτέρω ναυτολογήθηκε αυθημερόν στον Πειραιά στο συγκεκριμένο πλοίο και υπηρέτησε σ’αυτό ανελλιπώς, εκτελώντας τα καθήκοντα της ειδικότητάς του, μέχρι και τις 12.7.2012, όταν και τραυματίσθηκε θανάσιμα εντός του πλοίου, στο οποίο είχαν επίσης ναυτολογηθεί και εργάζονταν κατά το χρόνο του συμβάντος οι τέταρτος, πέμπτος και έκτος εναγόμενοι, με την ειδικότητα του Πλοιάρχου, του Α΄ και του Β΄Μηχανικού αντίστοιχα, σε εργατικό ατύχημα, υπό την έννοια του ν.551/1915, για το οποίο θα γίνει λόγος κατωτέρω, χωρίς διαθήκη, καταλείποντας μοναδικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τους πλησιέστερους κατά το χρόνο του θανάτου του συγγενείς του, και δη την ενάγουσα σύζυγό του και τα απ’αυτήν νομίμως εκπροσωπούμενα ανήλικα τέκνα τους ………., γεννηθέντα στις 23.4.2001 και 8.5.2004 αντίστοιχα, έκαστον εξ αυτών (σύζυγο και τέκνα) κατά ποσοστό 2/10, 3/10 και 3/10 εξ αδιαιρέτου αντίστοιχα, στο σύνολο της κληρονομιαίας περιουσίας του. Αποδείχθηκε επίσης ότι στις 12.7.2012 και περί ώρα 2.00, και αφού, ήδη από τις 00.30 το εν λόγω πλοίο είχε καταπλεύσει κενό φορτίου και σε κατάσταση ερματισμού στο αγκυροβόλιο του λιμένος της Fujairah (Φουτζάϊρα) των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, σε απόσταση 9 ναυτικών μιλίων απ’αυτόν, ο έκτος εναγόμενος, Β΄ Μηχανικός του πλοίου, ξύπνησε τον ανωτέρω ……, ο οποίος κοιμόταν στην καμπίνα του, και δεν είχε εργασθεί την προηγούμενη ημέρα (11.7.2012), όπως και ο έτερος ναυτολογημένος Γ΄Μηχανικός του πλοίου ……, για λόγους ανάπαυσης και αναψυχής, με οδηγίες να μεταβεί πάραυτα στο χώρο του μηχανοστασίου, προκειμένου να εκτελέσει μαζί με τον Πολωνικής υπηκοότητας εφαρμοστή …… εργασίες συντήρησης στα δύο ψυγεία ψύξης της κύριας μηχανής του, και συγκεκριμένα να εξαρμώσει τους σωλήνες των ψυγείων αυτών και να καθαρίσει διαδοχικά τα φίλτρα τους, από τα οποία διέρχεται θαλασσινό νερό, αρχικά του πρώτου, και ακολούθως και του δεύτερου, διότι είχαν «βουλώσει», όπερ απαιτείτο να διενεργηθεί και να ολοκληρωθεί άμεσα, ούτως ώστε το πλοίο να είναι σε θέση να αποπλεύσει τις πρωϊνές ώρες της ίδιας ημέρας. Πράγματι περί ώρα 2.10 της 12ης.7.2012 ο …. πήγε στο θάλαμο ελέγχου μηχανοστασίου και παρέμεινε εκεί για περίπου 20 λεπτά, συνομιλώντας σε ευχάριστο κλίμα, όντας ξεκούραστος και ευδιάθετος, με τον έκτο εναγόμενο, και με τον επίσης παρόντα εκεί Γ΄Μηχανικό …. ., μέχρι και τις 2.30, όταν, ειδικότερα ενημερωθείς περί των συγκεκριμένων καθηκόντων, που θα έπρεπε να εκτελέσει, και με τα εργαλεία του και τον εφαρμοστή ….., μετέβη στο χώρο του μηχανοστασίου, όπου πράγματι επικρατούσε υψηλή θερμοκρασία 37-38 βαθμών Κελσίου, η χαμηλότερη όμως κατά τη διάρκεια του εικοσιτετραώρου για την περιοχή, όπου βρισκόταν το πλοίο, εξ ου και επελέγη από  το Β΄Μηχανικό η συγκεκριμένη ώρα, ώστε οι συνθήκες εργασίας των ναυτικών να είναι οι καλύτερες δυνατές τηρουμένων των αναλογιών, προκειμένου να διεκπεραιώσει τις ανατεθείσες εργασίες στα ψυγεία του πλοίου. Σημειωτέον ότι ο συγκεριμένος χώρος του μηχανοστασίου, όπου θα εργαζόταν ο …., ήτοι αυτός των ψυγείων της κύριας μηχανής του πλοίου, βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο του ανωτέρω θαλάμου ελέγχου, η δε πρόσβαση σ’αυτόν είναι άμεσα δυνατή σε πολύ σύντομο χρόνο (1 – 2 περίπου λεπτών) μέσω υφισταμένης στο σημείο κλίμακος, όπως εμφαίνεται στα προσκομιζόμενα από τους εναγομένους σχέδια του μηχανοστασίου του πλοίου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στη συνέχεια ο ανωτέρω …….., εκτελώντας τις οδηγίες του έκτου εναγομένου, πράγματι εισήλθε στο χώρο του μηχανοστασίου του πλοίου για να εργασθεί, φέροντας τον απαραίτητο ατομικό φορητό εξοπλισμό ασφαλείας και τα προβλεπόμενα μέσα προσωπικής προστασίας (κράνος, αντιολισθητικά υποδήματα, γάντια και φόρμα εργασίας), όπως έπραττε πάντοτε, όντας εμπειρότατος, συνεπής στην εργασία του, ιδιαίτερα προσεκτικός, και τυπικός ως προς την τήρηση των επιβαλλομένων κανονισμών ασφαλείας, αλλά και απολύτως ενημερωμένος ως προς αυτούς και την αναγκαιότητα συνεχούς και απαρέγκλιτης εφαρμογής τους ναυτικός, κατά τις περιγραφές των μελών του πληρώματος στις καταθέσεις τους, τα οποία του είχαν χορηγηθεί κατά την επιβίβαση και ναυτολόγησή του, όπως άλλωστε και σε όλο το πλήρωμα του συγκεκριμένου πλοίου, και για την παράδοση και παραλαβή των οποίων (πλην του κράνους) είχε υπογράψει το προσκομιζόμενο από 28.6.2012 σχετικό έγγραφο, η γνησιότητα της επί του οποίου υπογραφής του ουδόλως αμφισβητήθηκε, ενώ το ενός μεγέθους για όλο το πλήρωμα προστατευτικό κράνος, το οποίο ειδικά τα μέλη του πληρώματος του μηχανοστασίου του πλοίου πρέπει να φορούν υποχρεωτικά καθόλη τη διάρκεια της εργασίας τους σ’αυτό, όπως επιβάλλεται από τη διάταξη του άρθρου 16 παρ.2 του ν.1349/1981 «Κανονισμός προλήψεως εργατικών ατυχημάτων εις τα πλοία», κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, αλλά επίσης προβλέπεται ως υποχρεωτικός ατομικός εξοπλισμός ασφαλείας των εργαζομένων στο μηχανοστάσιο και στο Σύστημα Ασφαλούς Διαχείρισης (Σ.Α.Δ.), που είχε εκπονήσει και εφήρμοζε στο εν λόγω πλοίο η διαχειρίστρια αυτού δεύτερη εναγόμενη,  βάσει των διατάξεων του Διεθνούς Κώδικα Διαχείρισης Ασφαλούς Λειτουργίας των πλοίων και πρόληψης ρύπανσης του περιβάλλοντος, όπως αυτός ορίζεται στην Απόφαση Α.741.(18)/4.11.93 του ΙΜΟ (ΙSM CODE), και τέθηκε σε ισχύ στην Ελλάδα με την υπ’αριθμ. 1218.78/1/1995 Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας (ΦΕΚ Β΄709/1995), είχε παραδοθεί σ’αυτόν, όπως και στα υπόλοιπα μέλη του πληρώματος του μηχανοστασίου, κατά τον ίδιο χρόνο (άμα τη επιβιβάσει του στο πλοίο) από τον Α΄Μηχανικό, ως αξιωματικό Προϊστάμενο της Υπηρεσίας μηχανής και του προσωπικού αυτής, όπως δε προβλέπεται στο ανωτέρω Σ.Α.Δ. πρέπει να φυλάσσεται (καθώς και τα υποδήματα) από το κάθε μέλος του πληρώματος με δική του ευθύνη και επιστρέφεται στον Υποπλοίαρχο ή στο Β΄Μηχανικό με την απόλυσή τους από το πλοίο. Η κρίση του παρόντος Δικαστηρίου περί του εφοδιασμού του ανωτέρω ναυτικού από τον εργοδότη του με προστατευτικό κράνος ασφαλείας επιρρωνύεται ιδίως, πέραν των ληφθεισών μετά το συμβάν από 15.7.2012 καταθέσεων των μελών του πληρώματος ……….., επίσης ναυτολογημένων στο εν λόγω πλοίο με την ειδικότητα του Υποπλοιάρχου και του Γ΄Μηχανικού αντίστοιχα, οι οποίοι, έχοντες ίδιαν αντίληψη, περιγράφουν τον αποβιώσαντα  ….. ως συνεπή στην εκτέλεση της εργασίας του, και προσεκτικό ναυτικό όσον αφορά την τήρηση των κανονισμών ασφαλείας, ο οποίος πάντοτε έφερε στο κατάστρωμα ή στο μηχανοστάσιο τον προστατευτικό ατομικό εξοπλισμό του, και από τις καταθέσεις των μαρτύρων των εναγομένων, που δόθηκαν εκτός δίκης, υπό μορφήν ένορκων βεβαιώσεων, ….., Ναυπηγού – Μηχανολόγου Μηχανικού, Υπεύθυνης Ποιότητας και Ασφάλειας της διαχειρίστριας του πλοίου εταιρίας/δεύτερης εναγομένης και Πλοιάρχου του Εμπορικού Ναυτικού, Υπεύθυνου Πληρωμάτων της ιδίας εταιρίας αντίστοιχα, αμφότεροι οι οποίοι μετά λόγου γνώσεως αναφέρουν ότι σε όλα τα μέλη των πληρωμάτων των πλοίων, που διαχειρίζεται η ανωτέρω εταιρία, πάντοτε παραδίδεται κατά τη ναυτολόγησή τους εκ των προτέρων καθορισμένος ατομικός εξοπλισμός ασφαλείας, ως προς τη σωστή χρήση του οποίου οι ναυτικοί ενημερώνονται προηγουμένως επισταμένα, και στον οποίο περιλαμβάνονται προστατευτικά της κεφαλής κράνη, που τους παραδίδονται από τον Α΄Μηχανικό, εκ του νόμου υπεύθυνο για την τήρηση των μέτρων ασφαλείας στο χώρο του μηχανοστασίου, και αντιολισθητικά υποδήματα, και δεν αναιρείται από κανένα άλλο εκ των προσκομιζομένων αποδεικτικών μέσων. Μάλιστα αποδείχθηκε ότι εν προκειμένω της ναυτολόγησης του ανωτέρω εμπειρότατου ναυτικού …. και ενόψει αυτής είχε προηγηθεί διαδικασία ενημέρωσής του από το αρμόδιο προσωπικό της διαχειρίστριας του πλοίου εταιρίας ως προς τα καθήκοντά του της ειδικότητας του Γ΄Μηχανικού, τα τηρούμενα στο πλοίο μέτρα ασφαλείας, τον ατομικό προστατευτικό εξοπλισμό του, και την ορθή χρήση του, όπως, κατά τους μάρτυρες ………, συμβαίνει πάντοτε και υποχρεωτικά σε όλα τα μέλη των πληρωμάτων των πλοίων διαχείρισης της δεύτερης εναγομένης προ της επιβίβασής τους στο πλοίο, στο οποίο πρόκειται να ναυτολογηθούν, ούτως ώστε να εξοικειωθούν με τα μέσα προσωπικής προστασίας, που τους παρέχονται, και να γνωρίζουν τον ενδεδειγμένο τρόπο χρήσης τους, αλλά και να εμπεδώσουν την αναγκαιότητα της τήρησής τους, όταν απαιτείται, και τους κινδύνους, που εγκυμονεί η παράλειψη εφαρμογής τους, υπογράφοντας μάλιστα (ο ….) στις 8.6.2012 σχετικό έντυπο, στο οποίο δηλώνει ότι έχει πλήρως κατανοήσει τα θέματα, τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της ενημέρωσης, και στα οποία περιλαμβάνονται και τα προβλεπόμενα μέσα προσωπικής προστασίας του (το κράνος και τα υποδήματα ασφαλείας αναγράφονται μεταξύ αυτών), χωρίς επίσης να αμφισβητηθεί από την ενάγουσα η γνησιότητα της επί του εν λόγω εγγράφου τεθείσας υπογραφής του. Σημειωτέον επίσης ότι της εισόδου των ανωτέρω ναυτικών στο μηχανοστάσιο του πλοίου και της έναρξης εκτέλεσης στο χώρο αυτού των εργασιών, που τους είχαν ανατεθεί από το Β΄Μηχανικό, δεν απαιτείτο να προηγηθεί έλεγχος ανίχνευσης στην ατμόσφαιρα τυχόν επιβλαβών αερίων και οξυγονομέτρηση (μέτρηση της περιεκτικότητας της ατμόσφαιρας σε οξυγόνο), για την ασφάλεια των εργαζομένων, ή ο εφοδιασμός τους με ειδική αναπνευστική συσκευή, την οποία και θα έπρεπε να φορούν καθόλη τη διάρκεια της παραμονής τους εκεί, ή έστω να βρίσκεται πλησίον τους ανά πάσα στιγμή σε ετοιμότητα προς χρήση, διότι εξ ουδεμίας διάταξης νόμου προβλέπεται η υποχρέωση εγκατάστασης τέτοιου συστήματος στα μηχανοστάσια των πλοίων, ούτε για την είσοδο σ’αυτά απαιτείται να λαμβάνει χώρα προηγουμένως έλεγχος για επικίνδυνα αέρια, όπως επιβάλλεται για τις δεξαμενές (άρθρο 6 παρ.2 του π.δ. 1349/1981), διότι δεν αποτελούν «κλειστό» χώρο, όπως αυτός προσδιορίζεται ειδικότερα στην προαναφερθείσα υπ’αριθμ.3232/41/89 Κοινή Υπουργική Απόφαση ως «ο χώρος, που είναι πανταχόθεν κλειστός ή έχει περιορισμένη δυνατότητα φυσικού αερισμού», ούτε το μηχανοστάσιο περιλαμβάνεται στους ενδεικτικά αναφερομένους στην ίδια Υπουργική Απόφαση ως «κλειστούς» χώρους του πλοίου. Επιπροσθέτως, και στην απόφαση υπό στοιχεία Α.1050 (27)/20.12.2011 του ΙΜΟ (Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού) ως κλειστοί χώροι επί πλοίων χαρακτηρίζονται α) χώροι με περιορισμένα ανοίγματα για την είσοδο και έξοδο σ’αυτά, β) χώροι με ανεπαρκή εξαερισμό, και γ) χώροι που δεν έχουν σχεδιασθεί για να βρίσκονται σ’αυτούς συνεχώς εργαζομένοι, ενώ επακολουθεί ενδεικτική αναφορά τέτοιων χώρων στο πλοίο, στους οποίους δεν περιλαμβάνεται το μηχανοστάσιο. Μάλιστα θα πρέπει να λεχθεί ότι, ενόψει της καθοριστικής σημασίας του μηχανοστασίου για την όλη λειτουργία του πλοίου, αλλά και της συνεχούς παρουσίας σ’αυτό μελών του πληρώματος επί 24ώρου βάσεως, είναι βέβαιον ότι εάν ο νομοθέτης επιθυμούσε να εντάσσεται και αυτό στους κλειστούς χώρους του πλοίου, για την ασφάλεια των εργαζομένων στους οποίους θα έπρεπε να διενεργείται οξυγονομέτρηση και ανίχνευση επικινδύνων αερίων στην ατμόσφαιρα, οπωσδήποτε θα το είχε συμπεριλάβει στην ενδεικτική απαρίθμηση. Πολλώ δε μάλλον, που στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τα προσκομιζόμενα από τους εναγομένους σχέδια, ο χώρος του μηχανοστασίου του συγκεκριμένου πλοίου, ο οποίος δε συνορεύει με τις δεξαμενές φορτίου του πλοίου, είναι ένας ενιαίος, τεράστιος χώρος, όπου βρίσκεται και ο χώρος των μηχανημάτων ψύξης της κύριας μηχανής του, που υπερβαίνει σε όγκο τα 26.500 κυβικά μέτρα, μήκους 34 μέτρων, μέσου πλάτους 25 μέτρων και ύψους 31,25 μέτρων, με συνεχή εξαερισμό και αερισμό (φυσικό και μη), μέσω οχετών, που έχουν εγκατασταθεί σε πάρα πολλά σημεία του, συνολικής παροχής αέρα 364.000 κ.μ. ανά ώρα, όπερ ισοδυναμεί με 13,5 περίπου εναλλαγές ατμόσφαιρας ανά ώρα, όπως καταθέτουν οι μάρτυρες ….., ενώ ειδικά στο τμήμα του μηχανοστασίου, στο οποίο θα εργαζόταν ο ….., βρίσκονται δύο οχετοί, οι οποίοι τροφοδοτούν το χώρο με 3.000 και 4.000 κυβικά μέτρα αέρα ανά ώρα, καθώς και ένας αγωγός εξαερισμού χωρίς σιγαστήρα, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα σχέδια της διάταξης του μηχανοστασίου, και ιδίως το διάγραμμα εξαερισμού, στο οποίο εμφαίνονται όλοι οι οχετοί φρέσκου αέρα, και η ισχύς τους σε κ.μ. ανά ώρα, και, συνεπώς, δεν πρόκειται περί χώρου «με περιορισμένη δυνατότητα φυσικού αερισμού», δηλαδή περί κλειστού χώρου υπό την έννοια της προαναφερθείσας Κοινής Υπουργικής Απόφασης, στον οποίο απαιτείται η διενέργεια μέτρησης του οξυγόνου στην ατμόσφαιρα. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι ο αερισμός και εξαερισμός του μηχανοστασίου του εν λόγω πλοίου, όπου και ο χώρος εργασίας του θανόντος, επιτυγχάνεται με σύστημα, που λειτουργεί ανεξάρτητα της λειτουργίας των μηχανών του πλοίου, ώστε το μηχανοστάσιο, όπου πάντοτε βρίσκονται μέλη του πληρώματος, να τροφοδοτείται συνεχώς και αδιαλείπτως με επαρκή φρέσκο αέρα του εξωτερικού περιβάλλοντος με βάση τις αρχές της υγιεινής, όπως εκ των πραγμάτων απαιτείται, ώστε οι ναυτικοί να μπορούν να εργασθούν εντός αυτού, όπερ διαφορετικά θα ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατο, ακόμη και όταν για λόγους βλάβης ή συντήρησης δε λειτουργούν οι μηχανές του πλοίου, αλλά πρέπει παρόλα αυτά να εκτελεστούν εργασίες, όπως στην προκειμένη περίπτωση, που κατά τη στιγμή του συμβάντος η κύρια μηχανή του πλοίου ήταν πράγματι εκτός λειτουργίας, σύμφωνα με την κατάθεση της …… Μάλιστα ουδείς εκ των μελών του πληρώματος κατέθεσε ότι κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή το σύστημα αερισμού/εξαερισμού του μηχανοστασίου δε λειτουργούσε, ή ότι υπολειτουργούσε για οποιονδήποτε λόγο. Λεκτέον επίσης ότι οι εργασίες, που επρόκειτο να εκτελέσει ο …… στο χώρο του μηχανοστασίου του πλοίου, και ενώ αυτό βρισκόταν σε αγκυροβόλιο, δεν εμπίπτουν στην έννοια των θερμών εργασιών, όπως αυτή ειδικότερα προσδιορίζεται στην προαναφερθείσα Κοινή Υπουργική Απόφαση, ώστε να απαιτείται η προηγούμενη έκδοση πιστοποιητικού απαλλαγής του χώρου από επικίνδυνα αέρια, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, ούτε άλλωστε η ενάγουσα ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Επιπροσθέτως, ουδεμία διάταξη νόμου επιβάλλει στα μέλη του πληρώματος, που εισέρχονται στο μηχανοστάσιο του πλοίου, να φορούν ειδική αναπνευστική συσκευή (μάσκα), όπως αντίθετα σαφώς προβλέπεται για το προστατευτικό της κεφαλής κράνος, και έχει ήδη αναφερθεί, ή έστω μία τέτοια συσκευή να βρίσκεται διαθέσιμη πλησίον τους ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της εργασίας τους εκεί για την περίπτωση ανάγκης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι στις 2.45, ήτοι μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) λεπτών από τη μετάβαση του ….. στο χώρο του μηχανοστασίου, ο έκτος εναγόμενος, αφού ολοκλήρωσε την κίνηση αναπόδησης της κύριας μηχανής για αγκυροβολία, μετέβη και ο ίδιος στο μηχανοστάσιο, στο χώρο, όπου εργάζονταν ο …… και ο εφαρμοστής ….., οι οποίοι κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή κατέβαζαν ένα σωλήνα με αλυσέλυκτρο, όπου και απομόνωσε το πρυμναίο κεντρικό ψυγείο, κλείνοντας τα επιστόμια, και στη συνέχεια αποχώρησε, αφού ενημέρωσε τον … ότι το ψυγείο είναι απομονωμένο και ότι μπορεί να προβεί σε εξυδάτωση θαλασσινού νερού, για να επιστρέψει στον άνωθεν του σημείου εργασίας των ανωτέρω θάλαμο ελέγχου μηχανοστασίου για το πέρας ετοιμότητας μηχανής, ως όφειλε εκ των καθηκόντων του να πράξει, κατά τη διάταξη του άρθρου 80 παρ.2 του Β.Δ/τος 806/1970, αφού το σκάφος βρισκόταν σε διαδιακασία αγκυροβολίας. Στις 2.50 ο ….., που εργαζόταν μαζί με τον ….. στον ίδιο χώρο, του απηύθυνε το λόγο, ενώ αυτός είχε γονατίσει για να ανοίξει ένα επιστόμιο, πλην όμως δεν έλαβε απάντηση, και στη συνέχεια τον είδε να γέρνει προς τα δεξιά, οπότε και αντιλήφθηκε ότι είχε απωλέσει τις αισθήσεις του. Αμέσως, και ενώ ο ….. εκείτετο λιπόθυμος στο δάπεδο, ο ανωτέρω εφαρμοστής, σπεύδοντας σε βοήθεια του συναδέλφου του, κατευθύνθηκε στο θάλαμο ελέγχου μηχανοστασίου, που βρίσκεται εγγύτατα, και δη, όπως έχει ήδη αναφερθεί, άνωθεν του σημείου εργασίας τους, όπου έφθασε σε ελάχιστο χρόνο, και συγκεκριμένα εντός 2 λεπτών της ώρας (στις 2.52), μέσω της υφισταμένης κλίμακος, και ενημέρωσε τον έκτο εναγόμενο, άμεσο προϊστάμενό τους, ότι ο … είχε λιποθυμήσει. Χωρίς καθυστέρηση ο έκτος εναγόμενος, καθώς και ο Γ΄Μηχανικός …., που επίσης βρισκόταν στον ανωτέρω θάλαμο, μετέβησαν στο χώρο του μηχανοστασίου για να προσφέρουν στον .. τις πρώτες βοήθειες, όπου και τον είδαν στο δάπεδο ξαπλωμένο ανάσκελα, με τα γόνατα λυγισμένα, με πρόσωπο κόκκινο και με μάτια ανοικτά, ακίνητο, με μισάνοικτο στόμα, να προσπαθεί να αναπνεύσει (ο .. στην από 15.7.2012 κατάθεσή του αναφέρει ότι δεν είχε τις αισθήσεις του). Ο έκτος εναγόμενος προσπάθησε να τον διευκολύνει στην αναπνοή ελέγχοντας αν υπάρχει κάτι στο στόμα του, που να τον εμποδίζει, ενώ με το φορητό ανεμιστήρα, που έφερε στο μεταξύ ο επίσης προστρέξας στο σημείο Δόκιμος Μηχανικός …., του έκαναν αέρα και τον δρόσιζαν στο κεφάλι με κρύο νερό, παράλληλα δε αυτός (ο έκτος εναγόμενος) του μιλούσε και τον κουνούσε για να συνέλθει, πλην όμως ο … δεν ανταποκρινόταν. Τότε ήταν που ο έκτος εναγόμενος έψαυσε το σφιγμό του στο λαιμό και διεπίστωσε ότι ήταν πολύ ασθενής. Ακολούθως και εντός ολίγου κατέφθασε στο σημείο και ο πέμπτος εναγόμενος, Α΄Μηχανικός, ειδοποιηθείς από τον Γ΄ Μηχανικό ……., κατ’εντολήν του έκτου εναγομένου, όπου ήδη βρίσκονταν ο τελευταίος, και οι ανωτέρω εφαρμοστής και δόκιμος μηχανικός … και … πλησίον του … και του παρείχαν τις πρώτες βοήθειες, κατά τα προεκτεθέντα, και είδε τον … ξαπλωμένο και αναίσθητο. Πάραυτα περί ώρα 3.00 ο ανωτέρω Α΄Μηχανικός ειδοποίησε μέσω φορητού ασυρμάτου τον πλοίαρχο, τέταρτο εναγόμενο, και τον ενημέρωσε για το συμβάν, ζητώντας την άμεση αποστολή στο σημείο φορείου και οξυγόνου, και, αφού διεπίστωσε ότι η αναπνοή του … ήταν ασθενής «έως μηδενική», όπως και ο σφυγμός του, άρχισαν με τον έκτο εναγόμενο να του κάνουν καρδιοαναπνευστική ανάνηψη (πιέσεις στο στήθος του και τεχνητή αναπνοή), ώστε να ανακτήσει τις αισθήσεις του. Μετά την πάροδο 2-3 λεπτών κατέφθασε στο σημείο και ο Υποπλοίαρχος ……. με πλήρη εξοπλισμό ιατρικού οξυγόνου και με φορείο, με το οποίο και με τη βοήθεια δύο ναυτών ο …. μεταφέρθηκε αμέσως στο δροσερότερο χώρο του θαλάμου ελέγχου μηχανοστασίου, όπου διαπιστώθηκε από το ….. ότι δεν ανέπνεε, οι κόρες των οφθαλμών του ήταν διεσταλμένες, και δεν είχε καρδιακό σφιγμό στο λαιμό του, ενδείξεις που συνηγορούν υπέρ της παραδοχής ότι ο θάνατός του είχε κατά τα φαινόμενα ήδη τότε επέλθει. Παρόλα αυτά ο ίδιος μαζί με τον έκτο εναγόμενο επιχείρησαν για ακόμη μία φορά καρδιοαναπνευστική ανάνηψη στον .., που διήρκησε περίπου 10 λεπτά της ώρας, ενώ έκαναν χρήση και της ειδικής συσκευής για να του χορηγήσουν οξυγόνο με μάσκα, πλην όμως χωρίς αποτέλεσμα, καθώς αυτός εξακολουθούσε να μην αναπνέει και να μην έχει σφιγμό, όπως ο ίδιος ο …. αναφέρει στην από 15.7.2012 κατάθεσή του. Στη συνέχεια τον μετέφεραν με τον ανελκυστήρα στο νοσοκομείο του πλοίου, και από εκεί στο κατάστρωμα, κατ’εντολήν του Πλοιάρχου, τετάρτου εναγομένου, ο οποίος, ορθά αξιολογώντας το περιστατικό και αντιληφθείς αμέσως τη σοβαρότητα της κατάστασης, ιδίως όταν έμαθε ότι ο …. δεν είχε σφιγμό και δεν ανέπνεε,  αφού είχε ήδη γνωστοποιήσει το συμβάν στις τοπικές αρχές του λιμένος της Fujairah (Φουτζάϊρα), καθώς και στον πράκτορα της πλοιοκτήτριας στον ίδιο λιμένα, ζητώντας επειγόντως ιατρική συνδρομή διά της άμεσης δρομολόγησης διαδικασίας διακομιδής του .. στο πλησιέστερο νοσοκομείο από αέρος (με ελικόπτερο και επιβαίνουσα σ’αυτό ιατρική ομάδα), και ενημερωθεί από τον τοπικό πράκτορα ότι για την άφιξη του ελικοπτέρου στο πλοίο θα απαιτείτο χρόνος τουλάχιστον 3 ωρών, αποφάσισε, ελλείψει άλλης διαθέσιμης επιλογής, και προκειμένου να μεταφερθεί ο … σε νοσοκομείο στο συντομότερο δυνατό – δεδομένων των συνθηκών – χρόνο, να τον παραλάβει και να τον μεταφέρει στην ξηρά η ταχύπλοη λέμβος του πράκτορα, η οποία είχε μόλις πλευρίσει το πλοίο με επιβαίνοντες ναυτικούς, που επρόκειτο να ναυτολογηθούν σ’αυτό, και με εφόδια. Πράγματι από το κατάστρωμα μέλη του πληρώματος επιβίβασαν τον … με το φορείο και το καλάθι ασφαλείας στην εν λόγω λέμβο, η οποία περί ώρα 3.30, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο ημερολόγιο του πλοίου, απέπλευσε με προορισμό το λιμένα της Fujairah (Φουτζάϊρα), όπου είχε προγραμματισθεί, κατόπιν συνεννοήσεων, να αναμένει ασθενοφόρο με ιατρικό πλήρωμα για τη διακομιδή του σε τοπικό νοσοκομείο. Η ανωτέρω λέμβος, στην οποία επίσης επιβιβάσθηκε ο ……., ο οποίος επρόκειτο να ναυτολογηθεί στο πλοίο ως υποπλοίαρχος, για να συνοδεύσει τον …., κατέπλευσε στο λιμένα της Fujairah (Φουτζάϊρα) στις 4.35, ήτοι πλέον της μίας ώρας μετά την αναχώρησή της από το πλοίο, καθώς αυτό ήταν αγκυροβολημένο σε απόσταση 9 περίπου ναυτικών μιλίων στα ανοικτά του λιμένος, άμα δε τη αφίξει του ταχυπλόου στην αποβάθρα ο ιατρός, που είχε ήδη ειδοποιηθεί και ανέμενε το περιστατικό, διαπίστωσε ότι ο …. είχε αποβιώσει. Αποδείχθηκε επίσης ότι η σορός του αποβιώσαντος εξετάσθηκε στις 12.7.2012 από τον αρμόδιο ιατροδικαστή του Ιατροδικαστικού Τμήματος της Fujairah (Φουτζάϊρα) για να δηλώσει την αιτία του θανάτου, καθώς και να διαπιστώσει εάν υπάρχει υποψία εγκληματικής ενέργειας ή όχι, ο οποίος απέδωσε το θάνατο του ναυτικού σε καρδιακή και αναπνευστική ανακοπή συνεπεία λανθάνουσας ασθένειας, αποκλείοντας κάθε μορφή εξωτερικής βίας, εγκληματικής ενέργειας ή δηλητηρίασης, βάσει δε της γνωμάτευσης αυτής εκδόθηκαν από τις αρμόδιες αρχές πιστοποιητικό θανάτου (στο οποίο ως αιτία θανάτου αναφέρεται η καρδιο – αναπνευστική ανακοπή) και πιστοποιητικό ταρίχευσης, έγγραφα απαραίτητα για τον επαναπατρισμό της σορού. Αποδείχθηκε επίσης ότι στις 2.8.2012 διενεργήθηκε στον Πειραιά νεκροψία – νεκροτομή του πτώματος από τον Προϊστάμενο της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πειραιώς Ιατροδικαστή ……., στην οποία παρέστησαν ως τεχνικοί σύμβουλοι από πλευράς της οικογένειας του θανόντος οι Ιατροδικαστές ……. και ……, ενώ από πλευράς της δεύτερης εναγομένης ο Ιατροδικαστής ……….. Σύμφωνα με την προσκομιζόμενη ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας – νεκροτομής ως αιτία θανάτου του …. αναφέρεται «υποσκληρίδιο αιμάτωμα τραυματικής αιτιολογίας». Στην αυτή ως άνω έκθεση αναφέρεται επίσης ότι, όπως διαπιστώθηκε από τη νεκροτομή, στο κρανίο επισκοπείται «υποσκληρίδιο αιμάτωμα ινιακά με επέκταση βρεγματικά άμφω», ότι εκ της νεκροτομής και των εργαστηριακών εξετάσεων  προέκυψε το συμπέρασμα της υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας (συγκεκριμένα αναφέρεται βάρος καρδίας 523 γρ., καθώς και ότι παρατηρείται «μακροσκοπική εικόνα πρόσφατης ισχαιμίας του μυοκαρδίου στο οπίσθιο τοίχωμα της αριστερής κοιλίας, αλλά και ότι «μικροσκοπικώς παρατηρούνται υπερτροφικές αλλοιώσεις των μυοκαρδιακών κυττάρων με διαταραχή της αρχιτεκτονικής και εστιακά αυξημένη διάμεση ίνωση», ενώ στις παρατηρήσεις της μνημονεύεται ότι «η οντότης της υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας είναι κατάσταση, η οποία διεγνώσθη κατά την εργαστηριακή εξέταση βιοψίας (ιστολογική εξέταση) και η οποία δεν αποτελεί αιτία του θανάτου του ….., ο οποίος επήλθε από το υποσκληρίδιο αιμάτωμα τραυματικής αιτιολογίας, αλλά ενδεχομένως επιβάρυνε την κατάσταση της υγείας του». Περαιτέρω, σύμφωνα με την επίσης προσκομιζόμενη υπ’αριθμ….. έκθεση τοξικολογικής εξέτασης της ….. Αναπληρώτριας Καθηγήτριας στο Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο αίμα του αποβιώσαντος ανιχνεύθηκε ανθρακυλαιμοσφαιρίνη, μία τοξική ουσία, επιβλαβής για τον ανθρώπινο οργανισμό με ποικίλες δράσεις ανάλογα με τη συγκέντρωση στο αίμα, όπερ καταδεικνύει ότι αυτός προ του θανάτου του είχε εισπνεύει αέρια, που εμπεριείχαν μονοξείδιο του άνθρακα (CO), δηλαδή ένα δηλητηριώδες αέριο, άχρωμο και άοσμο, το οποίο παράγεται κατά την ατελή καύση οργανικών ουσιών, σε ποσοστό 4,8%. Σημειωτέον ότι ο ….. δεν ήταν καπνιστής, και συνεπώς η οποιαδήποτε συγκέντρωση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του μόνο σε παθητική εισπνοή αερίων θα μπορούσε να αποδοθεί. Λεκτέον επίσης ότι άπαντες οι ιατροδικαστές, που παρέστησαν κατά τη νεκροψία – νεκροτομή του …. συμφωνούν ότι ο θάνατός του προκλήθηκε από το  διαπιστωθέν κατά τη νεκροτομή υποσκληρίδιο αιμάτωμα, εμφανές και εκτεταμένο, το οποίο καταλάμβανε όλη την ινιακή χώρα, καθώς και σχεδόν αμφότερες τις βρεγματικές χώρες, αφορά τον υποσκληρίδιο χώρο του εγκεφάλου (μεταξύ της ξηράς και της αραχνοειδούς μήνιγγας του εγκεφάλου) και προέρχεται από τον τραυματισμό αγγείων, τα οποία διατρέχουν το χώρο αυτό, οφειλόμενο αποκλειστικά στην κρανιοεγκεφαλική κάκωση, που υπέστη προ του θανάτου του. Η βαρεία αυτή κρανιοεκεφαλική κάκωση είναι βέβαιον ότι οφείλεται σε τραυματισμό του, που προκλήθηκε αποκλειστικά από την πτώση του εξ ιδίου ύψους και την ισχυρή πρόσκρουση της οπίσθιας επιφάνειας της κεφαλής του σε ανένδοτη επιφάνεια, το πιθανότερον στο δάπεδο του μηχανοστασίου του πλοίου, όπου προ του θανάτου του εργαζόταν, όπερ καταδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι κατά τη στιγμή της πτώσης του, είτε δε φορούσε καθόλου το κράνος του, ως όφειλε κατά τα προεκτεθέντα, είτε δεν είχε ασφαλίσει αυτό, που φορούσε, δηλαδή δεν είχε δέσει το λουρί, ή δεν είχε προσαρμόσει καλά στην κεφαλή του τα εσωτερικά λουριά, που έχει κάθε κράνος, αφού, όπως έχει ήδη αναφερθεί, τα κράνη ασφαλείας, που χορηγούνται στους ναυτικούς του πλοίου, είναι όλα του ιδίου μεγέθους και πρέπει ο κάθε ναυτικός να προσαρμόζει το κράνος του στο μέγεθος της κεφαλής του, ώστε να απολαύει την κατά τις προδιαγραφές του κράνους μέγιστη προβλεπόμενη προστασία από ατυχήματα, με αποτέλεσμα, μη έχοντας σωστά προσαρμοσμένο το κράνος στην κεφαλή του, κατά την πτώση του, να πέσει πρώτα το μη ορθά ασφαλισμένο κράνος, και στη συνέχεια και ο ίδιος να καταρρεύσει κτυπώντας την ασκεπή και απροστάτευτη πλέον κεφαλή του με δύναμη στην επιφάνεια του δαπέδου. Επομένως, ο θάνατός του οφείλεται στον τραυματισμό της κεφαλής του, η οποία προκλήθηκε από την πτώση του εξ ιδίου ύψους, που αποτέλεσε τη μόνη ενεργό αιτία του θανάτου του, λόγω βαρείας κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης, με ανάπτυξη ενδοκρανιακού αιματώματος υπό τη σκληρά μήνιγγα στον υποκληρίδιο χώρο και κακώσεις στα οστά της βάσης του κρανίου. Εάν έφερε προστατευτικό κράνος σε περίπτωση πτώσης του εξ ιδίου ύψους δεν θα είχε υποστεί τις εξωτερικές, αλλά ούτε και τις εσωτερικές κακώσεις κεφαλής, οι οποίες διαπιστώθηκαν από το σύνολο των ιατροδικαστών, που παρέστησαν κατά την νεκροτομή, και προκάλεσαν αιτιωδώς το θάνατό του, ο οποίος και θα είχε μετά βεβαιότητας αποφευχθεί. Επομένως, ο θάνατος του …. συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με κάκωση/τραυματισμό κεφαλής, λόγω παντελούς έλλειψης εφαρμογής προστατευτικού κράνους κατά την πτώση. Ο αναφερόμενος στην αγωγή ισχυρισμός ότι η πτώση του συζύγου της ενάγουσας και πατρός των τέκνων τους, και, συνακόλουθα, ο θανάσιμος τραυματισμός του, οφείλεται στην ολισθηρότητα του δαπέδου του μηχανοστασίου, όπου εργαζόταν, λόγω της ύπαρξης σ’αυτόν υγρών καταλοίπων, προερχομένων από την εξάρμοση των σωλήνων των ψυγείων της κύριας μηχανής του πλοίου, με την οποία απασχολείτο αυτός κατά τη στιγμή του ατυχήματος, προκειμένου στη συνέχεια να προβεί σε καθαρισμό των φίλτρων τους, κατ’εντολήν του έκτου εναγομένου Β΄Μηχανικού, ενώ θα έπρεπε το δάπεδο να διατηρείται πάντοτε καθαρό και ελεύθερο αντικειμένων δυναμένων να προκαλέσουν ολίσθηση ή πτώση, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν είχε εφοδιασθεί από τους εργοδότες του, ως έδει, με αντιολισθητικά υποδήματα ασφαλείας, τα οποία, εάν φορούσε, θα είχαν οπωσδήποτε αποτρέψει την πτώση του, πρέπει ν’απορριφθεί ως κατ’ουσίαν αβάσιμος, διότι ουδόλως αποδείχθηκε από τα προσκομισθέντα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αποδεικτικά μέσα, της ενάγουσας φέρουσας άλλωστε το δικονομικό βάρος απόδειξής του. Ειδικότερα, όπως έχει ήδη αναφερθεί, στον ανωτέρω αποβιώσαντα κατά την επιβίβασή του στο πλοίο είχαν χορηγηθεί δύο ζεύγη αντιολισθητικών υποδημάτων, όπως άλλωστε και σε όλα τα μέλη του πληρώματος των πλοίων, διαχείρισης της δεύτερης εναγομένης, ως μέρος του ατομικού εξοπλισμού ασφαλείας, που πάντοτε παραλαμβάνουν κατά την εκάστοτε ναυτολόγησή τους από το Τμήμα Προμηθειών της ανωτέρω εταιρίας, και οφείλουν να παραδώσουν με την απόλυσή τους, καθώς δεν αποτελούν προσωπικά τους αντικείμενα, όπως προκύπτει από το υπογραφέν από τον ίδιο από 28.6.2012 έγγραφο, και είχε αυτός επιπροσθέτως αρμοδίως ενημερωθεί περί του τρόπου και της αναγκαιότητας της χρήσης τους, επίσης υπογράφοντας σχετικό έγγραφο, πολλώ δε μάλλον εάν ληφθεί υπόψη ότι επρόκειτο περί εμπειρότατου ναυτικού, που επί 20 χρόνια υπηρετούσε μόνο σε πλοία, που διαχειριζόταν η δεύτερη εναγόμενη, και, επομένως, γνώστη των προβλεπομένων μέσων προσωπικής προστασίας των εργαζομένων σε πλοίο και απόλυτα εξοικειωμένο με τη χρήση τους, τα οποία και πάντοτε φορούσε κατά την εκτέλεση της εργασίας του στο μηχανοστάσιο, έχοντας με την πάροδο του χρόνου απόλυτα εμπεδώσει την υποχρέωσή του αυτή, η οποία ειδικά προβλέπεται στο εκπονηθέν από τη δεύτερη εναγόμενη Σύστημα Ασφαλούς Διαχείρισης (Σ.Α.Δ.) του συγκεκριμένου πλοίου, και υιοθετήσει ως μέρος της εργασιακής του ρουτίνας, καθώς και των όρων και μέτρων ασφαλείας, που πρέπει να τηρούνται απαρέγκλιτα απο τους ναυτικούς κατά την εργασία τους στο πλοίο, σύμφωνα με τις ήδη αναφερθείσες καταθέσεις των μελών του πληρώματος, που τον χαρακτηρίζουν τυπικό, καθώς τον έβλεπαν καθημερινά να εργάζεται φέροντας τον ατομικό εξοπλισμό ασφαλείας του. Τα συγκεκριμένα υποδήματα πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα φορούσε και κατά τη στιγμή του ατυχήματος, ουδείς δε λόγος συνέτρεχε περί του αντιθέτου, δηλαδή να μη χρησιμοποιήσει τα υποδήματα, που του είχαν χορηγηθεί προς όφελός του, μη τηρώντας, παρά την εμπειρία του, στοιχειώδεις κανόνες ασφαλείας, αλλά αντίθετα να επιλέξει να εισέλθει στο χώρο του μηχανοστασίου για την εκτέλεση της εργασίας, που του είχε ανατεθεί, φορώντας άλλα δικά του υποδήματα, κατάλληλα μεν για εκτός πλοίου χρήση, που δεν θα του παρείχαν όμως την απαραίτητη αντιολισθητική προστασία. Εξάλλου και σε κάθε περίπτωση δεν αποδείχθηκε ότι το δάπεδο του μηχανοστασίου στο σημείο που εργαζόταν ήταν κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ολισθηρό, δυνάμενο να προκαλέσει την πτώση του, και, συνεπώς, επικίνδυνο, ουδείς, άλλωστε εκ των μελών του πληρώματος, που εξετάσθηκαν, διάδικοι και μη, αναφέρουν στις καταθέσεις τους το αντίθετο, ει μη μόνον θαλασσινό νερό από την εξάρμωση των σωλήνων. Αντίθετα αποδείχθηκε ότι η πτώση του ανωτέρω οφείλεται σε επεισόδιο ζάλης και λιποθυμίας, που αυτός υπέστη προηγουμένως, και ενώ εργαζόταν στα ψυγεία της μηχανής του πλοίου στο χώρο του μηχανοστασίου του, ως προς τούτο δε λεκτέα τα κάτωθι: Η ενάγουσα στην αγωγή της, προκειμένου να θεμελιώσει ευθύνη των εναγομένων προς καταβολή στην ίδια και τα ανήλικα τέκνα της πλήρους αποζημίωσης για το θάνατο του συζύγου της και πατρός των τέκνων της λόγω εργατικού ατυχήματος, οφειλομένου στην παράβαση από τους αντιδίκους της διατάξεων, που προβλέπουν ειδικούς όρους ασφαλείας των εργαζομένων στο πλοίο, ισχυρίζεται ότι η πτώση του στο δάπεδο του μηχανοστασίου και ο συνακόλουθος θανάσιμος τραυματισμός του θα πρέπει να αποδοθεί σε επεισόδιο στιγμιαίας ζάλης, που υπέστη λόγω της εισπνοής, ενώ εργαζόταν, προϊόντων ατελούς καύσης, και δη αερίων, που εμπεριείχαν μονοξείδιο του άνθρακα, όπως προκύπτει από την ανεύρεση κατά τις διενεργηθείσες τοξικολογικές εξετάσεις ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του σε ποσοστό 4,8%, όπερ επηρέασε την κατάσταση της υγείας του, επισημαίνοντας παράλληλα ότι η ανευρεθείσα περιεκτικότητα της ανωτέρω ουσίας δεν ήταν μεν σε θανατηφόρα ή τοξική συγκέντρωση, ούτε δύναται να συσχετισθεί άμεσα με το θάνατό του, πλην όμως, ενόψει του ότι δεν απεβίωσε στο χώρο του μηχανοστασίου, αλλά μεταφέρθηκε από τα μέλη του πληρώματος άμεσα σε καθαρό και καλά αεριζόμενο χώρο και του χορηγήθηκε οξυγόνο, απομακρύνθηκε σε κάποιο βαθμό το μονοξείδιο από τον οργανισμό του και μειώθηκε η συγκέντρωση της ανθρακυλαιμοσφαιρίνης, η οποία μετά βεβαιότητας ήταν μεγαλύτερη προηγουμένως (σε ποσοστό της τάξης του 10% με 15%), ικανή να του προκαλέσει στιγμιαία ζάλη, σε  συνδυασμό  με τις δυσμενείς συνθήκες, υπό τις οποίες παρείχε την εργασία του, σε ακατάλληλο και ανθυγιεινό περιβάλλον (εξαιρετικά υψηλή θερμοκρασία, πλημμελής αερισμός/εξαερισμός του χώρου, στον οποίο δεν είχε προηγηθεί οξυγονομέτρηση και έλεγχος  ανίχνευσης επιβλαβών αερίων) την παράλειψη εφοδιασμού του με τα κατά νόμο προβλεπόμενα και ενδεδειγμένα μέσα ατομικής προστασίας από ατυχήματα (προστατευτικό κράνος, αντιολισθητικά υποδήματα, αναπνευστική συσκευή) και την έλλειψη εποπτείας και ελέγχου του από τους τέταρτο πέμπτο και έκτο των εναγομένων, Πλοίαρχο, Α΄και Β΄Μηχανικό αντίστοιχα, προστηθέντων των λοιπών, ως προς τη συμμόρφωσή του ή μη με τη χρήση των ανωτέρω μέσων ατομικής προστασίας, κατά παράβαση της υποχρέωσης του εργοδότη πρόνοιας, επίδειξης επιμέλειας, σύνεσης και προσοχής σχετικά με τη διασφάλιση της ζωής, της υγείας και της σωματικής ακεραιότητας του εργαζομένου. Ο ισχυρισμός αυτός της ενάγουσας, η οποία φέρει και το δικονομικό βάρος απόδειξής του, θα πρέπει ν’απορριφθεί ως κατ’ουσίαν αβάσιμος, και μάλιστα ως αναπόδεικτος, διότι δεν προέκυψε σε βαθμό σχηματισμού δικανικής πεποίθησης ότι στο χώρο του μηχανοστασίου του πλοίου, όπου εργαζόταν ο αποβιώσας, τα επίπεδα μονοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα κατά τον προ της πτώσης του και του θανάσιμου τραυματισμού του χρόνο ήταν υψηλά, και δη τόσο υψηλά, που να αντιστοιχούν σε συγκέντρωση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του σε ποσοστό της τάξης του 10% – 15%, μεγαλύτερο του μετά το θάνατό του διαγνωσθέντος ποσοστού του 4,8%, και, επομένως, ικανό να του προκαλέσει στιγμιαίως ζάλη και απώλεια των αισθήσεων. Καταρχάς, πρέπει να σημειωθεί ότι άπαντες οι ιατροδικαστές, που παρέστησαν κατά τη διενέργεια νεκροψίας – νεκροτομίας στη σορό του … (…, και οι τεχνικοί σύμβουλοι των διαδίκων ……), όπως και η ….., Ιατρός – Φαρμακοποιός, Ειδική Ιατροδικαστής και Καθηγήτρια Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, γνωμοδότηση της οποίας προσκομίζεται από τους εναγομένους, συμφωνούν ότι ποσοστό 4,8% ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του ανθρώπου είναι χαμηλό, δεν προκαλεί συμπτώματα, και εν προκειμένω σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατόν να έχει οιαδήποτε συμβολή στην επέλευση και το μηχανισμό του θανάτου του ….. Οι .. και .. αποκλείουν την εμφάνιση συμπτωμάτων (ζάλης, απώλειας συνείδησης και ναυτίας) σε ποσοστό συγκέντρωσης ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του ανθρώπου μικρότερο του 10%, η ….., επικαλούμενη επισυναπτόμενο πίνακα και βιβλιογραφία, αναφέρει ότι σε ποσοστό 10-20% πιθανά συμπτώματα είναι η δύσπνοια σε μέτριο βαθμό και το σφίξιμο στην κεφαλή, ενώ σε ποσοστό 20-30% ο πονοκέφαλος, η κόπωση, η ζάλη και η ναυτία, οι δε .. και … προσδιορίζουν το όριο αυτό σε ποσοστό 15% στην ιατροδικαστική τους έκθεση και σε ποσοστό 10-15% σε έγγραφό τους, που τιτλοφορείται “σύντομη παρουσίαση των νεκροψιακών και νεκροτομικών ευρημάτων, όπως διαπιστώθηκαν κατά την ιατροδικαστική εξέταση της σορού του …..”. Μάλιστα στον περιεχόμενο στη γνωμοδότηση της …. πίνακα συσχετίζεται η συγκέντρωση της ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα με τη συγκέντρωση στον αέρα μονοξειδίου του άνθρακα  (σε σωματίδια ανά εκατομμύριο) και με το χρόνο εισπνοής και αναφέρεται ότι όταν η συγκέντρωση στον αέρα σε μονοξείδιο του άνθρακα είναι υψηλή 200 ppm2 απαιτείται χρόνος εισπνοής 2-3 ώρες ώστε η συγκέντρωση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα να ανέλθει σε ποσοστό 20-30%, ικανό να προκαλέσει τα συμπτώματα, που προαναφέρθηκαν.  Μάλιστα οι τεχνικοί σύμβουλοι της ενάγουσας αναφέρουν ότι σύμφωνα με τη βιβλιογραφία όταν το άτομο, που έχει εισπνεύσει επιβλαβή αέρια απομακρυνθεί εγκαίρως από το ρυπασμένο περιβάλλον και μεταφερθεί σε ελεύθερο αέρα με ταυτόχρονη χορήγηση οξυγόνου μέσα σε μία ώρα μπορεί να απομακρυνθεί το 50% περίπου της αρχικής συγκέντρωσης ανθρακυλαιμοσφαιρίνης. Η εκδοχή, που διατυπώνεται από την ενάγουσα, και υποστηρίζεται και από τους τεχνικούς συμβούλους της οικογένειας του αποβιώσαντος, ότι η συγκέντρωση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του προ της πτώσης του ήταν μεγαλύτερη, όπερ καταδεικνύει ότι τα επίπεδα μονοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα του χώρου εργασίας του ήταν υψηλότερα,  με αποτέλεσμα να υποστεί επεισόδιο ζάλης, αλλά μειώθηκαν στη συνέχεια διότι αυτός μεταφέρθηκε αμέσως από το πλήρωμα σε καθαρό και καλά αεριζόμενο χώρο και του χορηγήθηκε οξυγόνο (ο διενεργήσας τη νεκροψία – νεκροτομή Ιατροδικαστής ….. στην από 4.1.2013 ένορκη κατάθεσή του το αναφέρει ως ενδεχόμενο), δεν επιρρωνύεται, αλλά αντίθετα καταρρίπτεται από τα γεγονότα, τα οποία έχουν ήδη εκτεθεί και έγιναν δεκτά ως αποδειχθέντα από το παρόν Δικαστήριο και τα οποία είτε προηγήθηκαν, είτε επακολούθησαν της πτώσης του ….. στο δάπεδο του μηχανοστασίου. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι η συγκέντρωση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του ανωτέρω ουδέποτε ανήλθε σε υψηλότερο ποσοστό του διαγνωσθέντος από τις διενεργηθείσες μετά το θάνατό του τοξικολογικές εξετάσεις, και δη σε μεγαλύτερο του 10%, ικανό να του προκαλέσει συμπτώματα ζάλης,  το οποίο στη συνέχεια μειώθηκε λόγω της άμεσης απομάκρυνσής του από το χώρο του μηχανοστασίου και της χορήγησης σ’αυτόν οξυγόνου, διότι, σύμφωνα με όσα οι τεχνικοί σύμβουλοι της ενάγουσας ισχυρίζονται, για να μειωθεί κατά το ήμισυ το ποσοστό αυτό θα απαιτείτο, πέραν της μεταφοράς του ….. στον ελεύθερο αέρα, ταυτόχρονη χορήγηση σ’αυτόν οξυγόνου επί μία ώρα, όπερ ουδέποτε συνέβη εν προκειμένω, ούτε άλλλωστε και θα μπορούσε να έχει συμβεί, καθώς, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο ανωτέρω κατέρρευσε στο χώρο του μηχανοστασίου του πλοίου περίπου στις 2.50 και ήταν ήδη νεκρός περί ώρα 3.10 με 3.15 (οι αυτόπτες μάρτυρες αναφέρουν ότι ήδη από τότε δεν είχε σφυγμό στο λαιμό, δεν ανέπνεε και οι κόρες των οφθαλμών του ήταν διεσταλμένες, δηλαδή παρουσίαζε πτωματικά φαινόμενα, και μάλιστα το καταθέτουν σε ανύποπτο χρόνο όταν ουδέν περί εισπνοής απ’αυτόν μονοξειδίου του άνθρακα ήταν γνωστό), και, συνεπώς, ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατον να εισπνεύσει το οξυγόνο, που του χορηγήθηκε μετά τις 3.00, από τον έκτο εναγόμενο και τον Υποπλοίαρχο ….. στο χώρο του θαλάμου ελέγχου μηχανοστασίου, όπου μεταφέρθηκε με φορείο από το χώρο, που εργαζόταν, διά της χρήσης ειδικής αναπνευστικής συσκευής και της εφαρμογής στο πρόσωπό του μάσκας, και μάλιστα για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των δέκα λεπτών, διότι προφανώς κρίθηκε μάταιο απ’αυτούς να συνεχισθεί η διαδικασία για περισσότερο χρόνο και η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε, αφού διαπιστώθηκε ότι δεν είχε αποτέλεσμα, καθώς ο …. εξακολουθούσε να μην αναπνέει, όπερ άλλωστε ο …. είχε αντιληφθεί εξαρχής μόλις τον είδε, ώστε να είναι σε θέση να προσλάβει οξυγόνο, η εισπνοή του οποίου θα μπορούσε να μειώσει την κατά την ενάγουσα μεγαλύτερη συγκέντρωση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του. Μάλιστα ουδείς ανέφερε ότι έκτοτε μετά τη μεταφορά του στις 3.15 περίπου στο νοσοκομείο του πλοίου και στη συνέχεια στο κατάστρωμα, ενόψει επικείμενης επιβίβασής του στην ταχύπλοη λέμβο, που θα τον μετέφερε στην ξηρά, η οποία απέπλευσε στις 3.30, αλλά και κατά τη διάρκεια του πλου με το ανωτέρω σκάφος, εξακολούθησαν να του χορηγούν οξυγόνο, ώστε να μειωθεί η συγκέντρωση της ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του, συνεχώς μέχρι και τις 4.35, όταν η λέμβος κατέπλευσε στο λιμένα της Fujairah (Φουτζάϊρα), όπου και από τον ιατρό, που είχε ειδοποιηθεί και ανέμενε, πιστοποιήθηκε ότι είχε αποβιώσει, δηλαδή προ της άφιξής του στο τοπικό νοσοκομείο, στο οποίο απλώς διαπιστώθηκε ο θάνατός του, και δεν έλαβε χώρα προσπάθεια καρδιοαναπνευστικής αναζωογόνησης, διότι ο θώρακάς του δε φέρει κακώσεις (αιμορραγική διήθηση μαλακών μορίων ή κάταγμα στέρνου ή κακώσεων), ούτε μεταθανάτιες, όπως αναφέρεται στην προσκομισθείσα γνωμάτευση της . ….. Σημειωτέον ότι η τελευταία, εξετασθείσα ως μάρτυρας των εναγομένων στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ανέφερε ότι για να μειωθεί η συγκέντρωση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του κατά το ήμισυ θα απαιτείτο να του χορηγείται οξυγόνο με πίεση 1 ατμόσφαιρας επί 1 ώρα, όπως δέχονται  και οι τεχνικοί σύμβουλοι της ενάγουσας, όπερ δε συνέβη, αλλά και δεν μπορούσε να συμβεί εν προκειμένω, κατά τα προεκτεθέντα, ενώ στον καθαρό αέρα ο χρόνος αυτός ανέρχεται σε 4 ώρες (σύμφωνα με το προσκομιζόμενο από τους εναγομένους απόσπασμα από το βιβλίο Ιατρική Παθολογία των Vincent J. DiMaio και  Dominick DiMaio η ημίσεια ζωή του μονοξειδίου του άνθρακα σε εισπνεύσιμο αέρα δωματίου στο επίπεδο της επιφάνειας της θάλασσας είναι περίπου 4-6 ώρες), όπερ επίσης δε συνέβη στην υπό κρίση περίπτωση, διότι από τις 3.00, όταν ο ….. μεταφέρθηκε από το χώρο, όπου εργαζόταν και εισέπνευσε το μονοξείδιο του άνθρακα στην τοξική, κατά την ενάγουσα, συγκέντρωση, στο θάλαμο ελέγχου μηχανοστασίου, όπου δεν υπήρχε διαρροή μονοξειδίου του άνθρακα, μέχρι τις 4.35,  όταν διαπιστώθηκε από ιατρό ο θάνατός του στο λιμένα της Fujairah (Φουτζάϊρα), δεν είχε παρέλθει χρονικό διάστημα 4 ωρών, ακόμη και εάν ήθελε γίνει δεκτό ότι καθόλο το διάστημα αυτό ήταν εν ζωή, ανέπνεε, και άρα εισέπνεε οξυγόνο, που θα μπορούσε να μειώσει τη συγκέντρωση της ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του, και δη στο μισό, όπως ισχυρίζεται η ενάγουσα ότι συνάγεται από το ότι κατά τη νεκροψία της σορού διαπιστώθηκε εξειδικευμένος ιατρικός βελονονυγμός στην αριστερή υποκλείδια χώρα του …, με ελάχιστη αιμορραγική διήθηση, η οποία αναφέρεται και στην έκθεση νεκροψίας – νεκροτομής του Ιατροδικαστή …., και έλαβε προφανώς χώρα μετά την άφιξη του ταχύπλοου στο λιμένα, από τον ιατρό, που ανέμενε το περιστατικό, σε μία ύστατη και απέλπιδα προσπάθεια ανάνηψης του ναυτικού, προ της ανακοίνωσης στους παρισταμένους του θανάτου του. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι εφόσον ο ….. μέχρι να καταρρεύσει εργαζόταν στο μηχανοστάσιο για χρονικό διάστημα 15 -20 λεπτών, για να εισπνεύσει σε τόσο σύντομο χρόνο ποσότητα μονοξειδίου του άνθρακα τέτοια, ώστε η συγκέντρωση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του να ανέλθει σε ποσοστό ικανό να του προκαλέσει ζάλη και απώλεια αισθήσεων, θα πρέπει η ποσότητα μονοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα του χώρου του μηχανοστασίου, ενός χώρου τόσο μεγάλων διαστάσεων και επαρκώς αεριζόμενου, να ήταν σε τόσο υψηλά επίπεδα, που θα είχε οπωσδήποτε προκαλέσει κάποια συμπτώματα αδιαθεσίας, έστω ηπιότερα, από την εισπνοή του στα πρόσωπα, που βρέθηκαν εκεί πριν από και μετά την κατάρρευσή του, και ιδίως στον εφαρμοστή ……….., που εργαζόταν μαζί του στον ίδιο χώρο και κατά τον ίδιο χρόνο για την εκτέλεση των εργασιών, που τους είχαν ανατεθεί από το Β’ Μηχανικό (όπως προκύπτει από την κατάθεση του ιδίου του εφαρμοστή, ως προς το συγκεκριμένο σημείο της οποίας δεν έχει καταδικασθεί αυτός για ψευδορκία σε πρώτο βαθμό με την υπ’αριθμ.25316/2017 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, αλλά και από τις καταθέσεις των μελών του πληρώματος, διαδίκων και μη,  που δόθηκαν προ της ανεύρεσης ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του αποβιώσαντος από τις διενεργηθείσες τοξικολογικές εξετάσεις μετά τον επαναπατρισμό της σορού), αλλά και σε όσους προσέτρεξαν αμέσως μόλις ενημερώθηκαν για το συμβάν για να παράσχουν τις πρώτες βοήθειες, περί τα έξι άτομα, όπως αναφέρθηκαν ανωτέρω, τινά εκ των οποίων παρέμειναν διαρκώς στο χώρο τουλάχιστον επί 10 λεπτά, όπως ο Β΄Μηχανικός ….., πλησίον του λιπόθυμου ….. μέχρι τη μεταφορά του με φορείο στο θάλαμο ελέγχου μηχανοστασίου, τα οποία όμως ουδέν τέτοιο σύμπτωμα εμφάνισαν. Τέλος, αντίθετη κρίση δε μπορεί να συναχθεί από το γεγονός ότι κατά τη νεκροψία – νεκροτομή διαπιστώθηκαν από το διενεργήσαντα αυτήν Ιατροδικαστή, αλλά και τους Ιατροδικαστές, που παρέστησαν, πτωματικές υποστάσεις στη ραχιαία επιφάνεια του σώματος του ….. ανοικτής ερυθρής χροιάς (κερασόχρου), διότι, όπως όλοι οι ανωτέρω συμφωνούν, τούτο αποτελεί μεν ένδειξη εισπνοής εν ζωή επιβλαβών αερίων, αλλά μπορεί να αποδοθεί και  στη διατήρηση της σορού εντός ψυκτικού θαλάμου σε βαθιά ψύξη ως υποβοήθηση της ταρίχευσης για ικανό χρονικό διάστημα προ της νεκροψίας – νεκροτομής, όπως συνέβη εν προκειμένω, για περίπου 20 ημέρες, στην οποία (ψύξη) οφείλεται και η άριστη κατάσταση της σορού, όπως κατατέθηκε από αμφότερους τους εξετασθέντες στο ακροατήριο του Δικαστηρίου μάρτυρες των διαδίκων. Επομένως, ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι η πτώση του ….. οφείλεται σε ζάλη και απώλεια των αισθήσεών του, που προκλήθηκαν λόγω της εισπνοής απ’αυτόν μονοξειδίου του άνθρακα, που είχε εκλυθεί στο χώρο του μηχανοστασίου σε τοξικά επίπεδα, όπως καταδεικνύει η συγκέντρωση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης στο αίμα του σε ποσοστό 4,8%, που διαπιστώθηκε κατά τις διενεργηθείσες τοξικολογικές εξετάσεις, το οποίο δεν είναι ικανό να προκαλέσει τέτοια συμπτώματα, πλην όμως ήταν υψηλότερο και μειώθηκε στη συνέχεια διότι ο ….. μεταφέρθηκε σε άλλο καθαρό περιβάλλον και του χορηγήθηκε οξυγόνο, πρέπει, εφόσον η ενάγουσα δεν ανταποκρίθηκε στο δικονομικό βάρος απόδειξής του, ν’απορριφθεί ως αναπόδεικτος, και, συνακόλουθα, ως ουσιαστικά αβάσιμος. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι κατά τη νεκροψία – νεκροτομή στη σορό του …. διαπιστώθηκαν ιστολογικώς ευρήματα συμβατά με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια (καρδία αυξημένων διαστάσεων και βάρους 523 γραμμαρίων, καρδιομεγαλία, για τη συγκεκριμένη σωματική διάπλαση το μέγιστο φυσιολογικό βάρος είναι 400 γραμμάρια για άτομο βάρους 100 Κg, πάχος αριστερής κοιλίας 1,6 εκ.) ένα πρωτοπαθές μυοκαρδιακό νόσημα συγγενούς αιτιολογίας, με κληρονομικό χαρακτήρα, το οποίο προκαλεί μεγαλοκαρδία, και αποτελεί αιτία αιφνίδιου θανάτου, σε καρδιακό επεισόδιο με αρρυθμίες, δύσπνοια, και ξαφνική απώλεια συνείδησης.  Σε προηγηθέν αιφνίδιο καρδιακό ισχαιμικό επεισόδιο, οφειλόμενο σε υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια, αποδόθηκε απο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η ζάλη και απώλεια των αισθήσεων του …., που προκάλεσαν την πτώση του στο δάπεδο του μηχανοστασίου και το θανάσιμο τραυματισμό της κεφαλής του (κρανιοεγκεφαλική κάκωση με ανάπτυξη υποκληρίδιου αιματώματος). Αποδείχθηκε επίσης ότι μετά την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης διενεργήθηκαν επαναληπτικές ιστολογικές εξετάσεις σε βιολογικό υλικό του αποβιώσαντος, στο οποίο περιλαμβάνονταν και έξι (6) τμήματα καρδίας – μυοκαρδίου, από το Ερευνητικό Κέντρο Καρδιαγγειακών Επιστημών Αγίου Γεωργίου του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, και από το Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων, με σκοπό την περαιτέρω διερεύνηση του προαναφερθέντος ευρήματος της υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας με τη μικροσκοπική εξέταση της καρδίας, εκ των οποίων δεν προέκυψαν ευρήματα υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας, αλλά αλλοιώσεις συμβατές με υπερτασική μυοκαρδιοπάθεια, δηλαδή υπερτροφία του μυοκαρδίου (καρδία βαρύτερη από την κανονική με αριστερή κοιλιακή υπερτροφία –  αύξηση και πάχυνση των τοιχωμάτων της αριστερής κοιλίας της καρδίας), λόγω αρτηριακής υπέρτασης, από την οποία έπασχε ο …, όπερ και εγνώριζε διότι του είχε συνταγογραφηθεί φαρμακευτική αγωγή, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι μετά το θάνατό του, μεταξύ των προσωπικών αντικειμένων του, που ανευρέθησαν στην καμπίνα του και καταγράφηκαν, περιλαμβάνονται 70 δισκία ΤRIATEC (RAMIPRIL) 5 mg, και 30 δισκία COVERSYL (ACETYLSALICYLIC ACID) 20 mg, δηλαδή φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα, τα οποία προορίζονται κυρίως για τη θεραπεία της υψηλής αρτηριακής πίεσης, αλλά και ένα πιεσόμετρο, που προφανώς χρησιμοποιούσε για να παρακολουθεί ο ίδιος κατά μόνας στην καμπίνα του την πίεσή του, ενώ η κατοχή των φαρμάκων δεν αποδεικνύει άνευ ετέρου ότι ήταν συνεπής στη λήψη τους κατά τις εντολές του ιατρού του, ώστε η πίεσή του να είναι ρυθμισμένη πάντοτε και εντός των φυσιολογικών ορίων, αντίθετα η διαπιστωθείσα κατά τη νεκροψία – νεκροτομή μεγαλοκαρδία του καταδεικνύει ακριβώς το αντίθετο. Επί αριστερής κοιλιακής υπερτροφίας, η οποία συνήθως προκαλείται ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, και υψηλής αρτηριακής πίεσης, ενδέχεται, καθώς η κατάσταση επιδεινώνεται, να εκδηλωθούν συμπτώματα, όπως καρδιακή αρρυθμία και ζάλη ή απώλεια των αισθήσεων (βλ. σχετ. προσκομιζόμενο από τους εναγομένους σε μετάφραση στην ελληνική απόσπασμα από ανάρτηση στην ιστοσελίδα του διαδικτύου “www.heart.org”). Όπως δε αναφέρεται στην προσκομιζόμενη γνωμοδότηση της εξετασθείσας ως μάρτυρος στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ………. όταν η καρδιά έχει βάρος άνω των 500 gr, όπως εν προκειμένω, τότε μπορεί ανά πάσα στιγμή να επέλθει ο θάνατος, επειδή τα στεφανιαία αγγεία, ακόμη και εάν δεν έχουν αθηρωματικές αλλοιώσεις, δεν είναι δυνατόν  να αιματώσουν σωστά το ενδοκάρδιο. Επιπροσθέτως και ο . …., που παρέστη κατά τη νεκροψία – νεκροτομή ως τεχνικός σύμβουλος της δεύτερης των εναγομένων στην επίσης προσκομιζόμενη απ’αυτούς από 13.11.2012 έκθεση, που συνέταξε, αναφέρει ότι, βιβλιογραφικώς, εάν το βάρος της καρδιάς είναι μεγαλύτερο από 500 γραμμάρια, αυτό το εύρημα από μόνο του αποτελεί αιτία αιφνιδίου θανάτου, ενώ η μεγαλοκαρδία του αποβιώσαντος επισημαίνεται και στην ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας – νεκροτομής του Ιατροδικαστή .., αλλά και σε αυτή των τεχνικών συμβούλων της οικογένειας .. και …., όπου επίσης αναφέρεται ότι για τη σωματική του διάπλαση το εκτιμώμενο βάρος είναι 400 gr, αποδιδόμενη όμως τότε σε υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια από την οποία, με βάση τα ιστολογιακά ευρήματα της νεκροψίας – νεκροτομής, είχε αρχικά διαγνωσθεί ότι έπασχε ο αποβιώσας. Ενόψει των ανωτέρω, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου στην προκειμένη περίπτωση η πτώση του …., ενώ εργαζόταν, οφείλεται σε αιφνίδιο καρδιακό επεισόδιο (καρδιακές αρρυθμίες με ζάλη και απώλεια συνείδησης), που υπέστη εξαιτίας της υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας της καρδίας του, προκληθείσας λόγω της υψηλής αρτηριακής πίεσης, από την οποία έπασχε, και την οποία προφανώς επί μακρόν δεν αντιμετώπιζε ή δεν αντιμετώπιζε κατά τον ιατρικώς προσήκοντα και ενδεδειγμένο τρόπο, με αποτέλεσμα την πρόσκρουση της οπίσθιας επιφάνειας της κεφαλής του στο δάπεδο του μηχανοστασίου, και το θανάσιμο τραυματισμό του, σε συνδυασμό με το γεγονός τη μη χρήσης ή της μη ορθής χρήσης απ’αυτόν προστατευτικού κράνους ασφαλείας κατά την εκτέλεση της εργασίας του, το οποίο σε διαφορετική περίπτωση οπωσδήποτε θα είχε αποτρέψει την επέλευση του θανάτου του, που οφείλεται αποκλειστικά στην κρανιοεγκεφαλική κάκωση και το υποσκληρίδιο αιμάτωμα, που δημιουργήθηκε, κατά τα προεκτεθέντα. Σημειωτέον ότι ο αποβιώσας δε χρησιμοποίησε κράνος, προφανώς εκτιμώντας ότι θα τον δυσχέραινε έτι περαιτέρω στην εκτέλεση της εργασίας του λόγω των υψηλών θερμοκρασιών, που επικρατούσαν στο μηχανοστάσιο του πλοίου, ή δεν ασφάλισε σωστά στην κεφαλή του το κράνος, που φορούσε, προκειμένου να αποφύγει το ενοχλητικό αίσθημα, που προκαλεί το λουρί στο λαιμό υπό συνθήκες έντονης ζέστης. Κατά δε την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου αμέλεια των τετάρτου, πέμπτου και έκτου των εναγομένων, Πλοιάρχου, Α΄και Β΄Μηχανικού αντίστοιχα, του πλοίου, όπου έλαβε χώρα το ναυτεργατικό ατύχημα, ως προστηθέντων των λοιπών εναγομένων, ειδικότερα συνιστάμενη στην απ’αυτούς παράλειψη ελέγχου και εποπτείας του θανόντος όσον αφορά την εκ μέρους του υποχρεωτική χρήση του ανωτέρω μέσου ατομικής προστασίας καθόλη τη διάρκεια της εκτέλεσης της εργασίας του στο μηχανοστάσιο, δε στοιχειοθετείται. Ειδικότερα ναι μεν, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, ο Πλοίαρχος του πλοίου είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια όλων των επιβαινόντων στο πλοίο, ο Α΄Μηχανικός ευθύνεται για την λήψη των ενδεικνυόμενων μέτρων ασφαλείας των εργαζομένων στο μηχανοστάσιο και εποπτεύει τις εκεί εκτελούμενες εργασίες, και ο Β΄Μηχανικός εποπτεύει το Γ΄Μηχανικό και του παρέχει οδηγίες για την εκτέλεση των εργασιών, που του αναθέτει, πλην όμως η ευθύνη τους αυτή δε συνεπάγεται σε καμία περίπτωση υποχρέωση συνεχούς και αδιάλειπτης φυσικής παρουσίας τους στο χώρο του μηχανοστασίου, ενώ εκτελούνται εργασίες από το Γ΄Μηχανικό, προς διαρκή επιτήρησή του για την αποφυγή ατυχημάτων, διατηρώντας ανά πάσα στιγμή άμεση οπτική επαφή μαζί του, όπως και σε κάθε άλλο χώρο του πλοίου, όπου εκτελούνται εργασίες από το πλήρωμα, κατά τρόπον ώστε η απουσία τους να ισοδυναμεί με αμελή συμπεριφορά τους λόγω έλλειψης εποπτείας τους, όπερ, άλλωστε, είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο, και αντίκειται στην κοινή πείρα και λογική, δηλαδή να είναι ταυτόχρονα παρόντες σε κάθε επιμέρους χώρο του πλοίου, όπου τυχόν λαμβάνουν χώρα εργασίες από τους υφισταμένους τους ναυτικούς, εποπτεύοντας και επιτηρώντας αυτούς ως προς την άσκηση των καθηκόντων τους, αλλά και τη συμμόρφωσή τους στα κατά νόμο επιβαλλόμενα μέτρα ασφαλείας και τη χρήση των μέσων ατομικής προστασίας, που τους έχουν χορηγηθεί, δηλαδή ο Πλοίαρχος όλους τους επιβαίνοντες στο πλοίο, και οι λοιποί όλα τα μέλη του πληρώματος, που ανήκουν στο προσωπικό του μηχανοστασίου, καθώς είθισται σε ένα πλοίο, που εξ ορισμού λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση, ως σύνθετο σύνολο, για την εκπλήρωση της ναυτικής αποστολής του, να εκτελούνται την ίδια στιγμή εργασίες σε διάφορα σημεία και επίπεδα του τεράστιου χώρου του μηχανοστασίου, αλλά και σε άλλους χώρους του, πολλώ δε μάλλον, που τα ανωτέρω πρόσωπα είναι κατά νόμο επιφορτισμένα και με άλλα καθήκοντα, τα οποία επίσης οφείλουν να διεκπεραιώσουν, πέραν των προεκτεθέντων. Ειδικότερα στην προκειμένη περίπτωση ο τέταρτος εναγόμενος, Πλοίαρχος του πλοίου, βρισκόταν κατά τη στιγμή του ατυχήματος στη γέφυρα, κυβερνώντας το πλοίο, κατά τη διάρκεια της αγκυροβολίας, ενώ ο πέμπτος εναγόμενος, χωρίς να υποχρεούται να είναι συνεχώς παρών κατά την εκτέλεση όλων των εργασιών στο μηχανοστάσιο, όπερ και εκ των πραγμάτων ανέφικτο, και είχε επιμεληθεί ώστε να λειτουργεί το σύστημα εξαερισμού, προκειμένου να τροφοδοτείται επαρκώς ο χώρος συνεχώς με μεγάλες ποσότητες φυσικού αέρα διά οχετών μεγάλης ισχύος, να χορηγηθούν σε όλα τα μέλη του πληρώματος τα κατά νόμο προβλεπόμενα μέσα ατομικής προστασίας, καθώς και να τους δοθούν συγκεκριμένες και αναλυτικές οδηγίες και να ενημερωθούν περί του τρόπου χρήσης τους και της αναγκαιότητάς της, απευθυνόμενος σε ενήλικες, νοήμονες και επαγγελματίες ναυτικούς, πολλώ δε μάλλον όσον αφορά τον ….. και εμπειρότατους, και είχε, επιπροσθέτως, μεριμνήσει για την ανάρτηση πινακίδων σε μόνιμη βάση σε όλους τους χώρους του μηχανοστασίου και σε εμφανή σημεία, αλλά και στις εισόδους του, προς υπόμνηση στους εργαζομένους της υποχρέωσής τους χρήσης των προστατευτικών μέσων, που τους είχαν παραχωρηθεί (όπως εμφαίνεται στις προσκομιζόμενες φωτογραφίες πρόκειται για πινακίδες με παγίως χρησιμοποιούμενα και αναγνωρίσιμα σύμβολα, που απαγορεύουν την είσοδο στο μηχανοστάσιο χωρίς το απαραίτητο προστατευτικό εξοπλισμό, με ειδική αναφορά στη χρήση κράνους, υποδημάτων, γαντιών και ακουστικών, ώστε να γνωρίζουν οι ναυτικοί την εξάρτυση, που πρέπει να φέρουν προς αποφυγή ατυχημάτων καθόλη τη διάρκεια της εργασίας τους εκεί, όπερ επιρρωνύει την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου περί της παράδοσης κράνους στον αποβιώσαντα κατά τη ναυτολόγησή του, όπως και σε όλα τα μέλη του πληρώματος εν γένει και του μηχανοστασίου ειδικότερα), ενώ αμέσως μόλις πληροφορήθηκε το συμβάν έσπευσε να παράσχει στον αναίσθητο ….. κάθε δυνατή βοήθεια. Περαιτέρω, ο έκτος εναγόμενος, Β΄Μηχανικός, ο οποίος και ανέθεσε στον έμπειρο Γ΄ Μηχανικό …., αλλά και στον εφαρμοστή …, την εκτέλεση της συγκεκριμένης εργασίας (τον καθαριασμό των φίλτρων των ψυγείων της κύριας μηχανής του πλοίου), έχοντας προηγουμένως μεριμνήσει, ώστε ο …. να είναι ξεκούραστος, αναπαυθείς την προηγούμενη ημέρα, και επιλέγοντας την ώρα αυτή για την εκτέλεση της εργασίας, διότι η εξωτερική θερμοκρασία ήταν υψηλή μεν, αλλά χαμηλότερη σε σχέση με τις άλλες ώρες της ημέρας στην περιοχή όπου βρισκόταν το πλοίο για τη συγκεκριμένη εποχή του χρόνου, με αποτέλεσμα οι οχετοί να τροφοδοτούν το χώρο με δροσερότερο αέρα, και σε κάθε περίπτωση συνήθης για το χώρο του μηχανοστασίου ενός ποντοπόρου δεξαμενόπλοιου στον Περσικό Κόλπο, ενώ και η μηχανή του πλοίου δε λειτουργούσε, καθώς, σε διαφορετική περίπτωση η θερμοκρασία στο χώρο θα ήταν υψηλότερη, και οι συνθήκες στο μηχανοστάσιο, παρότι αντικειμενικά δυσμενείς, οι κατά το δυνατόν καλύτερες, έδωσε τις απαραίτητες οδηγίες περί των εργασιών, που θα πραγματοποιούντο,  φροντίζοντας μάλιστα να μεταβεί στο σημείο εργασίας τους  μετά από λίγο προς παροχή περαιτέρω ειδικών οδηγιών, επιτηρώντας και εποπτεύοντάς τους, χωρίς η υποχρέωση εποπτείας των υφισταμένων του στο μηχανοστάσιο να συνεπάγεται και την υποχρέωση συνεχούς και διαρκούς παρουσίας του πλησίον τους καθόλη τη διάρκεια εκτέλεσης των ανατεθεισών εργασιών, κατά τα προεκτεθέντα, και στη συνέχεια επέστρεψε στο θάλαμο ελέγχου μηχανοστασίου απασχοληθείς με άλλες εργασίες του μηχανοστασίου, ενόψει και του ότι το πλοίο βρισκόταν σε διαδικασία αγκυροβολίας, άνωθεν του χώρου εργασίας των ανωτέρω, και σε πολύ μικρή απόσταση, όπερ καταδεικνύει και το γεγονός ότι, ενημερωθείς για την κατάρρευση του …., έσπευσε πάραυτα στο σημείο για να τον συνδράμει εντός ολίγων λεπτών με την παροχή πρώτων βοηθειών. Πολλώ δε μάλλον που ο αποβιώσας, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ήταν ένας εμπειρότατος ναυτικός, αξιωματικός του μηχανοστασίου και όχι κατώτερο πλήρωμα αυτού, απασχοληθείς συνεχώς επί χρονικό διάστημα 20 ετών σε πλοία, διαχείρισης της δεύτερης των εναγομένων, άριστος γνώστης, τόσο των αντικειμενικά δύσκολων συνθηκών εργασίας σε μηχανοστάσιο ποντοπόρου δεξαμενόπλοιου, όσο και των μέτρων ασφαλείας, που πρέπει να τηρούνται, καθώς και των προβλεπομένων μέσων ατομικής προστασίας, τα οποία πρέπει να φέρει υποχρεωτικά όποιος εργάζεται στο μηχανοστάσιο, και του ορθού και προσήκοντος τρόπου χρήσης τους. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι αμέσως μόλις ο θανών έχασε τις αισθήσεις του, όλο το πλήρωμα, μεταξύ των οποίων και οι τέταρτος, πέμπτος και έκτος των εναγομένων, κινητοποιήθηκε ταχύτητα και αμεσότατα για να τον συνδράμει, παρέχοντάς του τις πρώτες βοήθειες με τα διαθέσιμα στο πλοίο μέσα, ενώ ο Πλοίαρχος, αντιληφθείς πάραυτα τη σοβαρότητα της κατάστασης, μερίμνησε χωρίς καθυστέρηση για την κατά το δυνατόν ταχύτερη μεταφορά του στη ξηρά, καθώς το πλοίο ήταν αγκυροβολημένο σε απόσταση 9 ναυτικών μιλίων από το λιμένα της Fujairah (Φουτζάϊρα) των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, ώστε να τύχει της δέουσας ιατρικής περίθαλψης στο τοπικό νοσοκομείο, ως όφειλε με βάση τη διάταξη του άρθρου 10 του ΒΔ 806/1970. Τέλος, λεκτέον ότι οι προπεριγραφείσες συνθήκες εργασίας του αποβιώσαντος κατά τη στιγμή του ατυχήματος, αν και και αντίξοες, εντός της βαριάς και εν τινι μέτρω πνιγηρής ατμόσφαιρας του μηχανοστασίου του πλοίου, και ενώ αυτό βρισκόταν αγκυροβολημένο στην περιοχή του Περσικού Κόλπου κατά το μήνα Ιούλιο, όπου και οι κλιματολογικές συνθήκες είναι δυσμενείς (υψηλές θερμοκρασίες και υγρασία) ήταν συμφυείς όμως, και προσιδιάζουσες προς τη φύση της εργασίας του (του μηχανικού του μηχανοστασίου ενός ποντοπόρου δεξαμενόπλοιου, που ναυλοχεί στη συγκεκριμένη περιοχή, τους θερινούς μήνες του έτους), αρρήκτως συνδεδεμένες με το είδος αυτής, η οποία κατ’ανάγκη δε μπορούσε να εκτελεσθεί υπό ευνοϊκότερες περιστάσεις, γνωστές επίσης σ’αυτόν λόγω της εμπειρίας του, συνήθεις και αναμενόμενες σε όσους σταδιοδρομούν σε τέτοια πλοία, και σε καμία περίπτωση δε συνιστούν ανώμαλες, έκτακτες, ή εξαιρετικές συνθήκες εργασίας, πολλώ δε μάλλον που στην προκειμένη περίπτωση πράγματι λήφθηκε μέριμνα από τους πέμπτο και έκτο των εναγομένων Α΄και Β΄ Μηχανικό του πλοίου ώστε η εργασία, που ανατέθηκε στον  αποβιώσαντα, να εκτελεσθεί υπό τις στο μέτρο του δυνατού καλύτερες συνθήκες. Επομένως, σύμφωνα με όσα έχουν ήδη εκτεθεί, ο θανάσιμος τραυματισμός του ….. κατά το προπεριγραφέν ναυτεργατικό ατύχημα, δεν προκλήθηκε λόγω παράβασης από τους τέταρτο, πέμπτο και έκτο των εναγομένων, ως προστηθέντων των λοιπών, των αναφερομένων στο δικόγραφο της αγωγής διατάξεων νόμων, ή του Συστήματος Ασφαλούς Διαχείρισης του εν λόγω πλοίου, που προβλέπουν συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους, για την ασφάλεια των εργαζομένων του πλοίου αυτού,  και την αποφυγή ατυχημάτων, ούτε, όμως, μπορεί να αποδοθεί στη μη τήρηση απ’αυτούς όρων, οι οποίοι επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση προνοίας και την απαιτουμένη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου, με αποτέλεσμα να μη γεννάται υποχρέωση απάντων των εναγομένων προς καταβολή στην ενάγουσα, για τον εαυτό της και για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της, τα οποία εκπροσωπεί, ως ασκούσα τη γονική τους μέριμνα, των αγωγικών κονδυλίων της αποζημίωσης προς αποκατάσταση της ζημίας τους λόγω στέρησης διατροφής, αλλά και της χρηματικής ικανοποίησης της ψυχικής τους οδύνης, αμφότερα τα οποία προϋποθέτουν την παραδοχή ότι οι εναγόμενοι υπήρξαν αμελείς υπό την έννοια του ν.551/1915, το δε κονδύλιο της χρηματικής ικανοποίησης της ψυχικής οδύνης ότι το ατύχημα οφείλεται, είτε στην ειδική αμέλεια του άρθρου 16 του ανωτέρω νόμου, είτε σε αμέλεια του κοινού δικαίου. Συνεπώς, η ενάγουσα δικαιούται εν προκειμένω μόνον την περιορισμένη κατ’αποκοπή αποζημίωση λόγω του θανάτου του συζύγου της και πατρός των τέκνων της του άρθρου 3 του ν.551/1915, την οποία υποχρεούται να καταβάλει ο εργοδότης σε κάθε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, υπολογιζόμενη ανεξαρτήτως υπαιτιότητάς του, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, και την οποία επικουρικότερα αιτήθηκε με την αγωγή της. Σημειωτέον ότι το κεφάλαιο της εκκαλουμένης, που αφορά την επιδικασθείσα περιορισμένη αποζημίωση του άρθρου 3 του ν.551/1915, συνολικού ποσού 88.465,80 ευρώ, ουδόλως προσβάλλεται με την κρινόμενη έφεση, και δη ως προς τον τρόπο υπολογισμού του, και, συνακόλουθα ως προς το ύψος του ποσού, που υποχρεώθηκαν οι τρεις πρώτοι εναγόμενοι να καταβάλουν στην ενάγουσα, ατομικά και για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της, εις ολόκληρον, ούτε με έφεση των ανωτέρω εναγομένων ως προς την κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου περί των υποχρέων σε καταβολή του, όπως σαφώς και πέραν πάσης αμφιβολίας συνάγεται από το περιεχόμενο του εφετηρίου, και, επομένως, το πρώτον προβαλλόμενο στο διατακτικό του αίτημα περί καταβολής τόκων δεν αφορά στο συγκεκριμένο χρηματικό ποσό, αλλά στα λοιπά αγωγικά κονδύλια, ως προς τα οποία απορρίφθηκε η αγωγή κατά την κύρια και την επικουρική της βάση ως κατ’ουσίαν αβάσιμη, και ως προς τα οποία εκκαλείται η πρωτόδικη απόφαση. Σημειωτέον ότι και η σχηματισθείσα επί του συμβάντος ποινική δικογραφία, κατόπιν διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης, τέθηκε στο αρχείο με την υπ’αριθμ.46/2015 Πράξη της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιώς, ως προφανώς αβάσιμη στην ουσία της, ενέργεια, η οποία εγκρίθηκε στη συνέχεια και από την Εισαγγελέα Εφετών Πειραιώς με την υπ’αριθμ. 138/2015 Πράξη της, και δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη για το θανάσιμο τραυματισμό του ……. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του, όσον αφορά τις αγωγικές αξιώσεις, που στηρίζονται στο ναυτεργατικό ατύχημα του ……. (αποζημίωση λόγω στέρησης διατροφής και χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης της ενάγουσας και των απ’αυτήν εκπροσωπηθέντων ανηλίκων τέκνων της) απέρριψε την αγωγή ως κατ’ουσίαν αβάσιμη ως προς άπαντες τους εναγομένους κατά την κύρια και την επικουρική της βάση, διότι δέχθηκε ότι το εν λόγω ατύχημα δε μπορεί να αποδοθεί σε αμέλεια των εναγομένων, ούτε στην ειδική αμέλεια του ν.551/1915, ούτε όμως και σε αμέλεια του κοινού δικαίου, και στη συνέχεια δέχθηκε την αγωγή κατά την επικουρικότερη βάση της ως προς τους τρεις πρώτους των εναγομένων, και υποχρέωσε αυτούς, ως εργοδότες του αποβιώσαντος, να καταβάλουν, εις ολόκληρον, στην ενάγουσα και στα ανήλικα τέκνα της, εις έκαστον εξ αυτών κατά το λόγο της κληρονομικής του μερίδας, τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της χρηματικά ποσά, ως περιορισμένη αποζημίωση του άρθρου 3 του ν.551/1915, ορθά κατ’αποτέλεσμα εκτίμησε τις αποδείξεις και κατέληξε στο σωστό συμπέρασμα, έστω και με συνοπτικότερη αιτιολογία, που αντικαθίσταται με την αιτιολογία της παρούσας απόφασης, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από την ενάγουσα με τους λόγους της ένδικης έφεσής της απορριπτομένων ως αβασίμων. Πρέπει, επομένως, ενόψει των ανωτέρω, ν’απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη έφεση, και να επιβληθεί σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της, η δικαστική δαπάνη των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση της οποίας οι τελευταίοι υπέβαλαν σχετικό αίτημα με τις προτάσεις τους (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την από 29.4.2015 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ……….. και ……..) έφεση κατά της υπ’αριθμ. 1020/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τη δικαστική δαπάνη των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 9 Απριλίου 2019

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ