Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 355/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης 355/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη, Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Με την από 7.6.2019 κλήση της εφεσίβλητης,………….., νόμιμα φέρεται για συζήτηση, η από 28.9.2011 έφεση των εκκαλούντων………….. και………….., η οποία στρέφεται κατά της απόφασης 3840/2011 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, μετά τον ορισμό νέας δικασίμου, ύστερα από την απόφαση 902/2018 του Αρείου Πάγου, με την οποία αναιρέθηκε η απόφαση 447/2016 του Δικαστηρίου τούτου (που είχε κάνει δεκτή την ως άνω έφεση, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, δεχόμενη εν μέρει την από 4.6.2007 αγωγή, κατά την επικουρική της βάση, μόνο ως προς τη δεύτερη ενάγουσα) και παραπέμφθηκε η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, αποτελούμενο από άλλους δικαστές (άρθρο 580 §3 του Κ.Πολ.Δ.).

ΙΙ. Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 579 §1 του Κ.Πολ.Δ., αν αναιρεθεί η απόφαση, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση, που υπήρχε πριν από την απόφαση που αναιρέθηκε και η διαδικασία πριν από την απόφαση αυτή ακυρώνεται, μόνον εφόσον στηρίζεται στην παράβαση, για την οποία έγινε δεκτή η αναίρεση, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 581 §2 του ίδιου Κώδικα, στο δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 580 §3 του Κ.Πολ.Δ., αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2 (δηλαδή για υπέρβαση δικαιοδοσίας ή παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα), παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο δικαστήριο, ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε ή στο ίδιο, αν είναι δυνατή η σύνθεση του από άλλους δικαστές. Από τις παραπάνω διατάξεις, προκύπτει ότι η αναίρεση της απόφασης και επομένως και η εξαφάνισή της, μπορεί να είναι ολική ή μερική. Τούτο θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο έχουν προσβληθεί όλα ή κάποιο από τα περισσότερα κεφάλαια αυτής. Ειδικότερα, η απόφαση αναιρείται κατά το μέτρο παραδοχής της αναίρεσης, δηλαδή κατά τα κεφάλαια (αιτήσεις παροχής έννομης προστασίας), τα οποία αφορά ο λόγος της αναίρεσης, που έγινε δεκτός, καθώς και εκείνα που συνάπτονται άρρηκτα προς τα αναιρεθέντα. Η έκταση αυτή της αναίρεσης προκύπτει από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της αναιρετικής απόφασης, κατισχύει δε, από κάθε αντίθετη γενική διατύπωση αυτής και μάλιστα, του τυχόν χαρακτηρισμού της από την ίδια της έκτασης της αναίρεσης της προσβαλλομένης απόφασης ως ολικής. Επομένως, στο δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση. Αν η απόφαση αναιρεθεί μερικώς, ως προς ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης, τότε, μόνο ως προς αυτά εξαφανίζεται η απόφαση και η εξουσία του δικαστηρίου της παραπομπής δεν εκτείνεται στα άλλα κεφάλαια, ως προς τα οποία διατηρείται το δεδικασμένο της απόφασης, το οποίο λαμβάνεται υπόψη και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, εκτός από τα κεφάλαια που συνδέονται άρρηκτα με τα αναιρεθέντα, οπότε συναναιρούνται. Αν η απόφαση αναιρεθεί στο σύνολο της, αποβάλλει την ισχύ της, οι δε διάδικοι επανέρχονται στην πριν από αυτήν κατάσταση. Στο σύνολο της θεωρείται ότι αναιρείται μία απόφαση, όταν η αναιρούσα αυτήν απόφαση δεν περιορίζει με σχετική διάταξη την αναίρεση σε ορισμένο ή ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης ή ως προς μερικούς από τους διαδίκους. Περίπτωση εν όλω αναίρεσης συντρέχει και όταν ο αναιρετικός λόγος που έγινε δεκτός, πλήττει κατά νομική ακολουθία το κύρος της όλης απόφασης, σύμφωνα με το διατακτικό της αναιρετικής, αλλά σε συνδυασμό και με το αιτιολογικό της (Α.Π. 1282/2018, Α.Π. 711/2018, Α.Π. 1150/2017 και Α.Π. 304/2016 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Με την αναίρεση της απόφασης, κατά το μέτρο παραδοχής της αντίστοιχης αίτησης, ως προς το σύνολο του ενός ενιαίου κεφαλαίου ή των πλειόνων κεφαλαίων, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από τη συζήτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η αναιρεθείσα, δηλαδή αναβιώνει η αίτηση παροχής έννομης προστασίας, έφεση, αγωγή κλπ. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων, προκύπτει ότι ο Άρειος Πάγος, κρίνοντας επί ορισμένου αναιρετικού σφάλματος και θεωρώντας βάσιμο το σχετικό λόγο αναίρεσης, εφόσον συντρέχουν οι όροι των άρθρων 579 §1 και 581 §2 του Κ.Πολ.Δ., τα οποία προβλέπουν και περί μερικής αναίρεσης της απόφασης, όταν ο δεκτός γενόμενος αναιρετικός λόγος δεν πλήττει ευθέως ή κατά νομική ακολουθία το κύρος της όλης απόφασης, αναιρεί μερικώς την απόφαση. Η μερική αυτή αναίρεση αναφέρεται σε ολόκληρο το κεφάλαιο της υπόθεσης, στο οποίο αφορά ο γενόμενος δεκτός αναιρετικός λόγος. Το δικαστήριο, συνεπώς, της παραπομπής ερευνά μόνον τους ισχυρισμούς, που είναι σχετικοί με τα κεφάλαια της δίκης, για τα οποία αναιρέθηκε η εφετειακή απόφαση, ως προς τα οποία μόνο επανακρίνεται (Α.Π. 1282/2018 και Α.Π. 711/2018 ό.π.). Κατά τη νέα εκδίκαση της έφεσης, οι μη αναιρεθείσες διατάξεις διατηρούν την ισχύ τους και δεσμεύουν το τμήμα της παραπομπής, λόγω του υπάρχοντος και μη ανατραπέντος με την αναιρετική απόφαση δεδικασμένου, από την αμετάκλητη ήδη απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, χωρίς να εξετάζονται εκ νέου τα κεφάλαια της διαφοράς που αντιστοιχούν σ’ αυτές (Α.Π. 1282/2018, Α.Π. 711/2018 ό.π. και Α.Π. 404/2018 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Τέλος, οι διάδικοι ενώπιον του δικαστηρίου της παραπομπής, προτείνουν όποιους ισχυρισμούς μπορούσαν να προτείνουν και κατά τη συζήτηση που εκδόθηκε η απόφαση που αναιρέθηκε. Το δικαστήριο αυτό, ερευνώντας μόνο τους λόγους της έφεσης που είναι σχετικοί με τα κεφάλαια της δίκης, για τα οποία αναιρέθηκε η εφετειακή απόφαση, δεν δεσμεύεται να κρίνει διαφορετικά επί της ουσίας, δεσμευόμενο μόνο για τα νομικά ζητήματα που επέλυσε η αναιρετική απόφαση με το λόγο αναίρεσης που έκανε δεκτό και όχι από τις διαπιστώσεις της απόφασης που αναιρέθηκε ως προς τα πραγματικά γεγονότα, δυνάμενο να εκτιμήσει διαφορετικά τις αποδείξεις – εφόσον δεν εθίγησαν με την αναίρεση (Α.Π. 886/2017 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, Α.Π. 921/2015 Νο.Β. 2016, σελ. 96, Α.Π. 738/2012 και Α.Π. 1614/2008 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Ανάλογα δε με το σημείο εκκίνησης της διαδικασίας στο δικαστήριο της παραπομπής καθορίζονται και οι δικονομικές δυνατότητες των διαδίκων, μεταξύ των οποίων και αυτή της άσκησης πρόσθετων λόγων έφεσης. Έτσι, αν πριν από την αναιρεθείσα οριστική απόφαση του Εφετείου είχε εκδοθεί προδικαστική απόφαση τούτου, με την οποία, αφού έγινε τυπικά δεκτή η έφεση, αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης και διατάχθηκε επανάληψη της συζήτησης για αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων στο Εφετείο ή για συμπληρωματικές αποδείξεις, χωρίς όμως η τελευταία αυτή απόφαση να αναιρεθεί, σημείο εκκίνησης της διαδικασίας ενώπιον του Εφετείου, μετά την παραπομπή σ’ αυτό, είναι εκείνο, σε συνέχεια της προηγηθείσας διαδικασίας, κατά την οποία είχε αρχίσει η συζήτηση της έφεσης (Α.Π. 1411/1999 Ελλ. Δ/νη 2000, σελ. 739 και Εφ.Λαρ. 216/2013 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Εξάλλου, η ανατροπή της άστοργης δωρεάς γίνεται με δικαστική απόφαση, που είναι διαπλαστική. Αποτέλεσμα της ανατροπής της δωρεάς είναι η γέννηση ενοχικής απαίτησης του νόμιμου μεριδούχου, που ενήγαγε για την ανατροπή, κατά του δωρεοδόχου, προς απόδοση της παροχής που δωρήθηκε, σε έκταση τόση, ώστε να καλύπτεται η νόμιμη μοίρα εκείνου. Αν η παροχή που δωρήθηκε έχει χορηγηθεί σε άλλον έναντι ανταλλάγματος, η απόδοση αφορά το αντάλλαγμα, τούτο δε κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 908 εδ α´ του Α.Κ. Ο νόμιμος μεριδούχος, που ενάγει για ανατροπή της δωρεάς, μπορεί στη σχετική αγωγή να ενσωματώσει καταψηφιστική αγωγή, που να αφορά στην ως άνω απόδοση (Α.Π. 430/2000 Ελλ.Δ/νη 2000, σελ. 1625). Για το ορισμένο όμως, της σωρευμένης αυτής επικουρικής αξίωσης, θα πρέπει να γίνεται αναφορά στο δικόγραφο του λόγου για τον οποίο δεν σώζεται το αντικείμενο της ανατραπείσας παροχής, ώστε να προκύπτει η αποκόμιση ή μη ανταλλάγματος, καθώς και το είδος αυτού, δεδομένου ότι η παροχή μπορεί να μη σώζεται εξαιτίας χαριστικής αιτίας (λ.χ. δωρεάς), οπότε, στην περίπτωση αυτή, δεν υφίσταται πλουτισμός του εναγομένου – δωρεοδόχου (Εφ.Αθ. 4060/2006 Ελλ.Δ/νη 2008, σελ. 278, σχετ. και Εφ.Αθ. 1431/2007 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”).

ΙΙΙ. Στην προκείμενη περίπτωση, οι ενάγοντες, με την από 19.1.2004 αγωγή τους, την οποία άσκησαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ισχυρίστηκαν ότι ο ………… – πατέρας του πρώτου ενάγοντος και σύζυγος της δεύτερης, ο οποίος αποβίωσε στις 3.12.2006, συνέταξε την από 3.9.2006 ιδιόγραφη διαθήκη, με την οποία κατέλειπε στην εναγομένη – κόρη του, το ιδανικό του μερίδιο (ψιλή κυριότητα των 2/3 εξ αδιαιρέτου), επί των ειδικά αναφερόμενων στην αγωγή τεσσάρων οριζόντιων ιδιοκτησιών, που βρίσκονται στην επί της οδού ………….. πολυκατοικία, στο Κερατσίνι Αττικής. Ότι με τη σύνταξη της ως άνω διαθήκης ανακάλεσε την προηγούμενη ιδιόγραφη διαθήκη του, με ημερομηνία 21.7.2004, με την οποία εγκαθιστούσε μοναδικούς κληρονόμους, των ίδιων ως άνω ακινήτων, τους ενάγοντες. Ότι επιπλέον, με το συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο ……./8.9.2006, ο ……………… παρείχε στην εναγομένη την πληρεξουσιότητα να μεταβιβάσει με αυτοσύμβαση, στον εαυτό της, την ψιλή κυριότητα των ιδανικών του μεριδίων επί των ανωτέρω τεσσάρων οριζόντιων ιδιοκτησιών, λόγω γονικής παροχής, ενώ η επικαρπία αυτών θα παρακρατούνταν από τον τελευταίο εφ’ όρου ζωής, όπως και έπραξε η εναγομένη, με το συμβόλαιο ……./2.10.2006 της συμβολαιογράφου Πειραιά ………….., που μεταγράφηκε νόμιμα. Ότι τόσο η από 3.9.2006 ιδιόγραφη διαθήκη, όσο και η ως άνω πληρεξουσιότητα ήταν προϊόντα απατηλής συμπεριφοράς της εναγομένης προς τον πατέρα της, σε συνδυασμό με τη βεβαρημένη υγεία του και τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής. Ότι επικουρικά ισχυρίστηκαν, πως εκτός των ως άνω παροχών προς την εναγομένη, η αξία των οποίων ανέρχεται στο ποσό των 852.326,42 ευρώ, ο αποβιώσας είχε προβεί και σε άλλες περιουσιακές παροχές, χωρίς αντάλλαγμα, που αναφέρονται ειδικά, τόσο προς τον πρώτο ενάγοντα, όσο και προς την εναγομένη, αλλά και προς τον έτερο γιο του –…………… Ότι με τις προαναφερθείσες παροχές, αφενός μεν εξαντλήθηκε η περιουσία του αποβιώσαντος, αφετέρου δε προσβλήθηκε το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας τους, εν μέρει του πρώτου ενάγοντος, καθόσον η αξία των περιουσιακών στοιχείων, που αυτός έλαβε από τον πατέρα του εν ζωή, υπολείπονται του ποσοστού της νόμιμης μοίρας του και εν όλω της δεύτερης ενάγουσας, αφού δεν είχε λάβει κανένα περιουσιακό στοιχείο από το σύζυγο της, ούτε εν ζωή ούτε από την κληρονομία του. Ότι, με βάση τις αναλυτικά αναφερόμενες αξίες της κάθε μίας από τις ως άνω συνεισακτέες παροχές, κατά τον χρόνο διενέργειας τους, καθώς και το ισάξιό τους σε ευρώ, κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομούμενου, με βάση την μεταβολή του τιμαρίθμου κατά το μεσολαβήσαν διάστημα, η συνολική αξία αυτών των παροχών, μαζί με τις επίδικες, κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομούμενου (πλασματική κληρονομιά), ανερχόταν στο ποσό του 1.736.843,83 ευρώ. Ότι με βάση το τελευταίο ποσό η νόμιμη μοίρα του πρώτου ενάγοντος ανέρχεται σε 145.614,63 ευρώ ή σε ποσοστό 17,084% για κάθε ένα από τα ως άνω τέσσερα ακίνητα και αυτή της δεύτερης (ανέρχεται) σε 217.105,47 ευρώ ή σε ποσοστό 25,472%. Ότι η γονική παροχή που έγινε από τον κληρονομούμενο προς τη μεριδούχο εναγόμενη, με το προαναφερόμενο συμβόλαιο, συνιστά δωρεά στο σύνολο της, αφού υπερβαίνει το μέτρο, το οποίο επιβάλλουν οι περιστάσεις, με βάση την περιουσιακή κατάσταση του κληρονομούμενου γονέα και συζύγου, τον αριθμό και την οικονομική κατάσταση των τέκνων του, καθώς και τις ανάγκες της εναγομένης, όπως ειδικότερα αναλύονται στην αγωγή. Κατόπιν τούτων, ζήτησαν : 1) σύμφωνα με την κύρια βάση της αγωγής, α) να ακυρωθούν, λόγω απάτης, η από 3.9.2006 ιδιόγραφη διαθήκη, το συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο ,…../8.9.2006 της συμβολαιογράφου Πειραιά ………….. και η μεταβίβαση των ακινήτων, που έλαβε χώρα με το συμβόλαιο γονικής παροχής ……/2.10.2006 της ίδιας συμβολαιογράφου, β) να αναγνωρισθεί το κληρονομικό τους δικαίωμα, σύμφωνα με την πρώτη – από 21.7.2004 ιδιόγραφη διαθήκη του ως άνω κληρονομούμενου και γ) να υποχρεωθεί η εναγομένη να τους αποδώσει τα ειδικά αναφερόμενα στον καθένα ιδανικά μερίδια, σύμφωνα με τις διατάξεις της διαθήκης αυτής, 2) επικουρικά δε, α) να ανατραπεί η ως άνω γονική παροχή, κατά το ποσοστό της νόμιμης μοίρας τους (17,084% και 25,472% αντίστοιχα) και να διαταχθεί η απόδοση της νόμιμης μοίρας τους, β) να κηρυχθεί άκυρη η από 3.9.2006 ιδιόγραφη διαθήκη του κληρονομούμενου, κατά το μέρος που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα τους και να αναγνωριστούν νόμιμοι μεριδούχοι, σε ποσοστό 17,084% και 25,472% εξ αδιαιρέτου αντίστοιχα, επί των ως άνω κληρονομιαίων ακινήτων, που μεταβιβάσθηκαν στην εναγόμενη, λόγω της προαναφερόμενης γονικής παροχής και γ) να υποχρεωθεί η τελευταία να προβεί σε δήλωση βούλησης για τη μεταβίβαση της κυριότητας, κατά τα αναφερόμενα παραπάνω ποσοστά εξ αδιαιρέτου (ως προς την υπό στοιχεία Απ1 αποθήκη του υπογείου ορόφου, το υπό στοιχεία Κ3 κατάστημα του ισογείου ορόφου, το υπό στοιχεία Α1 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου και το υπό στοιχεία A3 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου της πολυώροφης οικοδομής, που βρίσκεται στο Κερατσίνι Αττικής, επί της λεωφόρου ……………), άλλως, σε περίπτωση που δεν σώζονται τα ως άνω ακίνητα, να υποχρεωθεί να καταβάλλει στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 145.614,635 ευρώ και στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 217.105,47 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, ποσά ως προς τα οποία έχει καταστεί αδικαιολόγητα πλουσιότερη σε βάρος της περιουσίας τους. Επί της ως άνω αγωγής εκδόθηκε η απόφαση 3840/2011 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία, αφού απορρίφθηκαν, ως απαράδεκτες, όπως αναφερόταν, οι επικουρικά σωρευόμενες περί κλήρου αγωγή και η βάση περί μέμψης άστοργης δωρεάς, επειδή δεν είχαν εγγραφεί στα βιβλία διεκδικήσεων, κρίθηκε νόμιμη, κατά την κύρια βάση της, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 147 επ., 154, 155, 229 επ., 174, 180, 1782 εδ. β´ του Α.Κ., 69 §1 περ. δ´ και 70 του Κ.Πολ.Δ., απορρίφθηκε όμως, ως ουσιαστικά αβάσιμη. Την πρωτόδικη αυτή απόφαση προσέβαλαν οι ενάγοντες, με την από 28.9.2011 έφεση, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την παραδοχή της αγωγής τους. Επί της έφεσης αυτής, εκδόθηκε κατ’ αρχήν η απόφαση 285/2014 του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία, αφού έγινε τυπικά δεκτή η έφεση, απορρίφθηκε κατ’ ουσία, ως τους λόγους που αφορούσαν στην κύρια βάση της αγωγής, έγινε δε, δεκτή κατ’ ουσία ως προς τον λόγο που αφορούσε στην επικουρική βάσης αυτής, το οποίο κρίθηκε νόμιμο (άρθρα 1509, 1831, 1833, 1835, 1871 και 1895 του Α.Κ.), εξαφανίστηκε η πρωτόδικη ως προς το κεφάλαιο περί μέμψης άστοργης δωρεάς και περί κλήρου αγωγής, όπως ανέφερε, και διατάχθηκε η επανάληψη της περαιωμένης συζήτησης, ώστε : α) να προσκομισθούν στοιχεία για τη μεταβολή του τιμάριθμου, με βάση το Δ.Τ.Κ., μεταξύ των ετών 1990, 2003 και 2006 και β) να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη για την πραγματική αξία των συνεισεκτέων ακινήτων, κατά τα έτη 1990 και 2003 και αυτών που μεταβιβάστηκαν στην εναγομένη, με το συμβόλαιο γονικής παροχής ……/2006. Μετά την επανάληψη της περαιωμένης συζήτησης, με την απόφαση 447/2016 του Δικαστηρίου τούτου, κρατήθηκε η υπόθεση ως προς το κεφάλαιο που είχε εξαφανιστεί η πρωτόδικη (της μέμψης άστοργης δωρεάς), δικάστηκε η αγωγή ως προς αυτό και, αφού απορρίφθηκε ως προς τον πρώτο ενάγοντα, έγινε εν μέρει δεκτή ως προς τη δεύτερη ενάγουσα. Επίσης, αναγνωρίστηκε η τελευταία ως νόμιμη μεριδούχος του αποβιώσαντος συζύγου της, ανατράπηκε, κατά ποσοστό 12,5% εξ αδιαθέτου, η γονική παροχή που έγινε προς την εναγομένη με το ως άνω συμβόλαιο και υποχρεώθηκε η τελευταία να αποδώσει στη δεύτερη ενάγουσα, κατά το ως άνω ποσοστό, τα ιδανικά μερίδια των ακινήτων που της μεταβιβάστηκαν, καταδικάστηκε δε, προς τούτο σε δήλωση βούλησης. Στη συνέχεια, μετά την άσκηση της από 30.1.2017 αίτησης αναίρεσης από τους ενάγοντες, εκδόθηκε η απόφαση 902/2018 του Αρείου Πάγου (Γ´ Τμήμα), με την οποία, αναιρέθηκε μερικά η τελευταία απόφαση του Εφετείου και παραπέμφθηκε η υπόθεση, κατ’ άρθρο 580 §3 του Κ.Πολ.Δ., για περαιτέρω εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, συγκροτούμενου από άλλους δικαστές. Ειδικότερα, με την απόφαση αυτή του Αρείου Πάγου, έγιναν δεκτοί οι δεύτερος και τρίτος λόγοι της αναίρεσης από το άρθρο 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., για ευθεία παράβαση των ουσιαστικών διατάξεων των άρθρων 1825, 1827, 1831 §§1, 2 και 1834 του Α.Κ., με εσφαλμένη εφαρμογή, επειδή, κατά τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας των αναιρεσειόντων – εναγόντων, η απόφαση 447/2016 του Δικαστηρίου τούτου, ενώ δέχθηκε, ερμηνεύοντας ορθά τις ως άνω διατάξεις, ότι για τον υπολογισμό της πλασματικής κληρονομικής ομάδας της νόμιμης μοίρας προστίθενται στην πραγματική κληρονομία και οι συνεισεκτέες παροχές, στις οποίες προέβη προς τους μεριδούχους ο κληρονομούμενος, δεν προσέθεσε τις εν ζωή γονικές παροχές προς τα τέκνα του, ήτοι στον πρώτο αναιρεσείοντα . ………….., στο μη διάδικο . ………….. και στην αναιρεσίβλητη . ………….. και επομένως, οδηγήθηκε σε εσφαλμένο υπολογισμό της πλασματικής ομάδας της κληρονομίας και εντεύθεν της αξίας της νόμιμης μοίρας των διαδίκων. Περαιτέρω, απέρριψε ως αβάσιμο πρώτο λόγο της αναίρεσης από το άρθρο 559 αρ. 1 και 19 του Κ.Πολ.Δ., δεχόμενη ότι το Δικαστήριο τούτο, με την απόφασή του 285/2014, κρίνοντας ότι ο αποβιώσας ……… δεν παρασύρθηκε με απάτη στη σύνταξη της από 3.9.2006 ιδιόγραφης διαθήκης του, ούτε στην, δυνάμει του συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου ……./8.9.2006 της συμβολαιογράφου Πειραιά …………, παροχή πληρεξουσιότητας προς την εναγομένη – ήδη αναιρεσίβλητη, προκειμένου αυτή, ενεργώντας στο όνομα και για λογαριασμό του, να συστήσει γονική παροχή προς τον εαυτό της και να μεταβιβάσει με αυτοσύμβαση την ψιλή κυριότητα των ιδανικών του μεριδίων, επί των ειδικά αναφερόμενων αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών, απορρίπτοντας την αγωγή, κατά την κύρια βάση της ως ουσιαστικά αβάσιμη, δεν παραβίασε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 147 και 1782 §2 του Α.Κ. Επιπλέον, δέχθηκε ότι η ίδια απόφαση περιείχε σαφείς, πλήρεις και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που καθιστούσαν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς τα ανωτέρω ουσιώδη ζητήματα της σύνταξης της ιδιόγραφης διαθήκης και του ειδικού πληρεξουσίου και τη συναρτώμενη με αυτήν έλλειψη κύρους των ίδιων δικαιοπραξιών και έτσι, δεν στερούνταν νόμιμης βάσης. Επομένως, ο Άρειος Πάγος έκρινε δεσμευτικά για το παρόν Δικαστήριο ως προς την κύρια βάση της αγωγής, ότι είναι ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ, ως προς την επικουρική, σχετικά με τη μέμψη άστοργης δωρεάς, ότι για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας πρέπει, σύμφωνα και με τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1827, 1831 §§1, 2 και 1834 του Α.Κ., για τον υπολογισμό της πλασματικής κληρονομικής ομάδας της νόμιμης μοίρας να προστεθούν στην πραγματική κληρονομία και οι συνεισεκτέες παροχές, στις οποίες προέβη ο κληρονομούμενος προς τους μεριδούχους. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, οι διάδικοι επανέρχονται στη δικονομική κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που αναιρέθηκε και πρέπει η υπόθεση να ερευνηθεί μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση (άρθρα 579 και 581 §2 του Κ.Πολ.Δ.). Ειδικότερα, η έφεση, η οποία, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, έγινε ήδη τυπικά δεκτή (με την απόφαση του Δικαστηρίου τούτου 285/2014, που δεν αναιρέθηκε) και εξαφανίστηκε η εκκαλουμένη, κατά το μέρος που απέρριψε την επικουρική βάση της αγωγής (όπως ανέφερε αφορούσε στην περί κλήρου αγωγή και στο αίτημα περί μέμψης άστοργης δωρεάς), γενομένου δεκτού του πρώτου λόγου της έφεσης, πρέπει, να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και βάσιμο του λόγου αυτού, σε συνδυασμό με τον Β-6 λόγο της έφεσης. Και τούτο, εφόσον το Εφετείο επανεκδικάζει αυτήν (έφεση), ως προς ολόκληρο το κεφάλαιο, στο οποίο αναφέρεται η παράβαση, για την οποία έγινε δεκτή η αναίρεση, δοθέντος ότι τα κεφάλαια της απόφασης που δεν αναιρέθηκαν, δεν εξετάζονται εκ νέου, ούτε θίγονται, διότι, ως προς αυτά, η απόφαση έχει καταστεί πλέον αμετάκλητη, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη που προηγήθηκε. Σημειωτέον ότι, όσον αφορά στα αιτήματα, για τα οποία δεν αποφάνθηκε το Δικαστήριο τούτο, με την απόφασή του 285/2014, α) το αίτημα περί καταδίκης της εναγομένης σε δήλωση βούλησης (άρθρα 69 §1δ´ και 949 του Κ.Πολ.Δ.), είναι νόμιμο, ενώ β) αυτό περί υποχρέωσης της εναγομένης να καταβάλει στους ενάγοντες, σε περίπτωση που δεν σώζονται τα πιο πάνω ακίνητα, τα ποσά των 145.614,63 και 217.105,47 ευρώ αντίστοιχα, με το νόμιμο τόκο, ως προς αυτά η εναγομένη έχει καταστεί αδικαιολόγητα πλουσιότερη, είναι αόριστο, διότι, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, δεν γίνεται αναφορά στο δικόγραφο, του λόγου για τον οποίο δεν σώζεται το αντικείμενο της ανατραπείσας παροχής, ώστε να προκύπτει η αποκόμιση ή μη ανταλλάγματος, καθώς και το είδος αυτού. Ως προς το τελευταίο αυτό όμως, αίτημα, δεν θα εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, αλλά θα αντικατασταθούν οι αιτιολογίες της (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.), αφού είχε απορριφθεί από το πρωτόδικο δικαστήριο ως απαράδεκτο και η νέα αιτιολογία δεν επάγεται δυσμενέστερες συνέπειες για τον εκκαλούντα. Επιπλέον, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής των νέων διατάξεων του ν. 4335/2015, κατά το μέρος που τροποποίησαν τις διατάξεις του τρίτου βιβλίου του Κ.Πολ.Δ. (άρθρα 495 – 590 του ίδιου Κώδικα), οι οποίες αφορούν και τα ένδικα μέσα, δεδομένου ότι, κατά τη μεταβατική διάταξη του άρθρου ένατου παρ. 2 του ως άνω νόμου, οι διατάξεις αυτές τυγχάνουν εφαρμογής για τα ένδικα μέσα τα κατατιθέμενα από την 1.1.2016 και εφεξής, ενώ η υπό κρίση έφεση κατατέθηκε πριν την 1.1.2016.

ΙV. Από τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1827, 1831 και 1834 του Α.Κ. συνάγεται ότι για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας οποιουδήποτε μεριδούχου, η οποία συνίσταται στο ήμισυ της εξ αδιαθέτου μερίδας, λαμβάνεται ως βάση η κατάσταση και η αξία της κληρονομίας κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου δηλαδή όλα τα, κατά το χρόνο αυτόν, υπάρχοντα στην κληρονομία περιουσιακά στοιχεία, δεκτικά κληρονομικής διαδοχής (πραγματική κληρονομική ομάδα), από την οποία αφαιρούνται τα χρέη της κληρονομίας, οι δαπάνες κηδείας του κληρονομουμένου, καθώς και οι δαπάνες απογραφής της κληρονομίας, προστίθενται δε ακολούθως, σε αυτά και θεωρούνται, ως υπάρχουσες στην κληρονομία (πραγματική κληρονομική ομάδα), κατά την αξία του χρόνου της πραγματοποίησής τους, οι παροχές των άρθρων 1831 §2 και 1833 του Α.Κ., που έγιναν από τον κληρονομούμενο, όσο ζούσε, χωρίς αντάλλαγμα προς τους μεριδούχους, είτε με δωρεά είτε με άλλο τρόπο και επίσης, οποιαδήποτε δωρεά, που αυτός έκανε στα τελευταία δέκα χρόνια πριν από το θάνατό του, εκτός αν την επέβαλαν λόγοι ευπρέπειας ή ιδιαίτερο καθήκον, επί δε της κατά τον τρόπο αυτό προσδιοριζόμενης αυξημένης (πλασματικής) κληρονομικής ομάδας εξευρίσκεται η νόμιμη μοίρα του κληρονομουμένου. Ειδικότερα, για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας του μεριδούχου: α) εκτιμάται η αξία όλων των αντικειμένων της κληρονομιαίας περιουσίας, κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, β) αφαιρούνται από την αξία αυτή της πραγματικής ομάδας της κληρονομίας τα χρέη της και οι δαπάνες κηδείας του κληρονομουμένου και απογραφής της κληρονομίας, γ) στο ποσό που απομένει, μετά την αφαίρεση των παραπάνω χρεών, προστίθενται, με την αξία που είχαν κατά το χρόνο που πραγματοποιήθηκαν, οι πιο πάνω παροχές του κληρονομουμένου προς τους μεριδούχους ή τρίτους, δ) με βάση την αυξημένη (πλασματική) κληρονομική ομάδα, που προσδιορίζεται, κατά τον προαναφερόμενο τρόπο, εξευρίσκεται η νόμιμη μοίρα του μεριδούχου, ε) από το ποσό αυτής (νόμιμης μοίρας) αφαιρείται η αξία των πραγμάτων, στα οποία τυχόν έχει εγκατασταθεί ο μεριδιούχος, καθώς και η αξία της παροχής που τυχόν είχε λάβει και υπόκειται σε συνεισφορά και στ) σχηματίζεται ένα κλάσμα με αριθμητή το ποσό της εξευρισκόμενης με τον πιο πάνω τρόπο νόμιμης μοίρας του και παρονομαστή την αξία εκείνων των στοιχείων της πραγματικής ομάδας, από τα οποία, χωρίς αφαίρεση χρεών και δαπανών, θα λάβει ο μεριδούχος το απαιτούμενο ποσοστό για τη νόμιμη μοίρα του. Το κλάσμα αυτό ή δεκαδικός αριθμός, που προκύπτει από τη διαίρεση του αριθμητή με τον παρονομαστή, παριστά το ποσοστό που πρέπει να πάρει ο μεριδούχος αυτούσιο σε κάθε αντικείμενο της πραγματικής ομάδας της κληρονομίας (Α.Π. 5/2019, Α.Π. 902/2018 και Α.Π. 23/2015 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”), πέραν εκείνων που τυχόν είχαν καταληφθεί σε αυτόν, για να ληφθεί ή συμπληρωθεί η νόμιμη μοίρα του. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει κανένα περιουσιακό στοιχείο στην κληρονομία, τότε η αξία της κληρονομίας θα προσδιορισθεί από την αξία που είχε η άστοργη δωρεά, κατά το χρόνο που έγινε και το ποσοστό της νόμιμης μοίρας θα υπολογισθεί στην παραπάνω αξία, δηλαδή στην αξία που είχε η δωρεά κατά το χρόνο που έγινε (Α.Π. 902/2018 ό.π. και 2014/2014 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Ως προς τη γονική παροχή του κληρονομουμένου, αυτή υπολογίζεται λογιστικά στην κληρονομία για τον προσδιορισμό της νόμιμης μοίρας, ως αποτελούσα παραχώρηση του κληρονομουμένου όσο ζούσε προς μεριδούχο, χωρίς αντάλλαγμα, για να ανατραπεί όμως, κατ’ άρθρο 1835 Α.Κ., η παραχώρηση αυτή, λόγω ανεπάρκειας της κληρονομίας για την κάλυψη της νόμιμης μοίρας άλλου μεριδούχου, πρέπει να αποτελεί δωρεά και ανατρέπεται μόνο ως προς το ποσόν που υπερβαίνει το μέτρο, το οποίο επιβάλλουν οι περιστάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 1509 Α.Κ. (Α.Π. 2014/2014 ό.π.). Τέλος, σε περίπτωση που μετά την παροχή και μέχρι τον χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου, ο οποίος είναι και ο κρίσιμος, κατά το άρθρο 1831 Α.Κ., για τον υπολογισμό της αξίας της κληρονομίας, μεσολάβησε νομισματική έκπτωση ή ουσιώδης υποτίμηση της δραχμής, πρέπει, κατ’ εφαρμογή της καθιερούμενης με το άρθρο 288 Α.Κ. αρχής της καλής πίστης, η αξία της παροχής, κατά το χρόνο πραγματοποιήσεώς της, να αναχθεί στο ισάξιό της, κατά τον χρόνο του θανάτου του κληρονομούμενου, οπότε και αποτιμάται η κληρονομία, αφού ληφθεί υπόψη η τιμή και η αγοραστική αξία της χρυσής λίρας Αγγλίας σε κυκλοφορούσες δραχμές, τόσο κατά το χρόνο της παροχής, όσο και κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου και γίνει η μεταξύ τους σύγκριση, αλλά και η αύξηση του τιμαρίθμου που επήλθε στο μεταξύ. Για το σκοπό αυτό η αξία της παροχής σε δραχμές, που κυκλοφορούσαν κατά τον χρόνο της συστάσεώς της, πρέπει να αναχθεί σε χρυσές λίρες Αγγλίας, με την τιμή τους στον ίδιο χρόνο, έπειτα δε, να καθοριστεί η σχέση της αγοραστικής αξίας της χρυσής λίρας του χρόνου αυτού προς την αγοραστική αξία της χρυσής λίρας του χρόνου του θανάτου του κληρονομούμενου και αφού βρεθεί έτσι, το αντίστοιχο ποσό χρυσών λιρών του τελευταίου αυτού χρόνου, να μετατραπεί αυτό σε δραχμές (ήδη σε ευρώ) με την τιμή της χρυσής λίρας, κατά το χρόνο επίσης του θανάτου του κληρονομουμένου (Α.Π. 1081/2017, Α.Π. 23/2015, Α.Π. 502/2014 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Α.Π. 1176/2002 Νο.Β. 2003, σελ. 1010).

  1. Στην προκείμενη περίπτωση, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, τις ένορκες βεβαιώσεις …… και ………/12.1.2011 ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών . …., τις οποίες επικαλούνται οι ενάγοντες και λήφθηκαν μετά από νομότυπη κλήτευση της εναγομένης, σύμφωνα με την έκθεση επίδοσης ……/7.1.2011 του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ………., τις ένορκες βεβαιώσεις …./17.7.2007 ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά και …./21.12.2009 ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ……….., τις οποίες επικαλείται η εναγομένη και λήφθηκαν η πρώτη μετά από νομότυπη κλήτευση των εναγόντων, σύμφωνα με την έκθεση επίδοσης …./ 6.7.2007 της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών …………, ενώ για τη δεύτερη, παραστάθηκαν οι ενάγοντες, εκπροσωπούμενοι από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους (Α.Π. 1266/2005 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Α.Π. 1429/1997 Ελλ.Δ/νη 1998, σελ. 823), όπως προκύπτει από τη σχετική βεβαίωση της ως άνω συμβολαιογράφου ενώπιον της οποίας λήφθηκε η ένορκη βεβαίωση αυτή, την από Οκτώβριος 2014 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πολιτικού μηχανικού …………, που διατάχθηκε με την απόφαση 285/2014 του Δικαστηρίου τούτου, καθώς και απ’ όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη, είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα ανωτέρω έγγραφα είναι ενδεικτική, αφού δεν παραλήφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς – Α.Π. 1001/2012 Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ» και Α.Π. 1628/2003 Ελλ.Δ/νη 2004, σελ. 724), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 3.12.2006 αποβίωσε, στον Πειραιά, ο …………, σύζυγος εν ζωή της δεύτερης ενάγουσας και πατέρας του πρώτου ενάγοντος, της εναγομένης και του μη διάδικου –…………… Ο ως άνω αποβιώσας, με το ειδικό πληρεξούσιο ……./8.9.2006 της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., παρέσχε την πληρεξουσιότητα, στην εναγομένη, ενεργώντας στο όνομα και για λογαριασμό του, να συστήσει γονική παροχή προς τον εαυτό της. Ειδικότερα, να μεταβιβάσει με αυτοσύμβαση την ψιλή κυριότητα των ιδανικών του μεριδίων (ποσοστού 2/3 εξ αδιαιρέτου) επί των πιο κάτω αναφερόμενων αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών της οικοδομής που έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου, εμβαδού 778,45 τ.μ., κείμενου στη συνοικία …… του Δήμου Κερατσινίου και μεταξύ των οδών ……. ., παρακρατώντας για τον εαυτό του την εφ’ όρου ζωής επικαρπία εκείνων. Οι οριζόντιες αυτές ιδιοκτησίες, είναι : α) το υπό στοιχεία Α1 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου της ως άνω οικοδομής, εμβαδού 58,71 τ.μ., β) το υπό στοιχεία Α3 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου της ίδιας οικοδομής, εμβαδού 122,98 τ.μ., γ) η υπό στοιχεία Απ1 αποθήκη του υπογείου ορόφου της ίδιας οικοδομής, εμβαδού 279,13 τ.μ. και δ) το υπό στοιχεία Κ3 κατάστημα του ισογείου ορόφου της οικοδομής αυτής, εμβαδού 225,60 τ.μ. Κατόπιν τούτων, η εναγόμενη, ενεργούσα ως πληρεξούσια και αντιπρόσωπος του πατέρα της………….., καθ’ ο χρόνο αυτός βρισκόταν εν ζωή, προέβη στη μεταβίβαση, λόγω γονικής παροχής προς τον εαυτό της (αυτοσύμβαση), της ψιλής κυριότητας των ως άνω αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών, παρακρατώντας για τον τελευταίο την εφ’ όρου ζωής επικαρπία τους, δυνάμει του συμβολαίου …../2.10.2006 γονικής παροχής ψιλής κυριότητας ποσοστού εξ αδιαιρέτου οριζοντίων ιδιοκτησιών και παρακράτησης επικαρπίας εφ’ όρου ζωής του παρέχοντος της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς. Στο ως άνω συμβόλαιο περιλήφθηκαν οι όροι ότι η παραπάνω περιουσιακή παροχή γινόταν προς εκπλήρωση ιδιαίτερου ηθικού καθήκοντος, που συνίστατο στη συνεχή και επιμελή φροντίδα της εναγομένης προς τον παρέχοντα και από πραγματικό γονικό ενδιαφέρον, που δεν ξεπερνάει το λογικό μέρος και ότι δεν θα υπολογισθεί στην κληρονομική της μερίδα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι με την προγενέστερη των παραπάνω, συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου και συμβολαίου γονικής παροχής, από 3.9.2006 ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία δημοσιεύθηκε κατά τη συνεδρίαση της 9.2.2007 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και κηρύχθηκε κύρια με την 194/2007 απόφαση του ιδίου δικαστηρίου, ο ως άνω αποβιώσας κατέλιπε στην εναγομένη τα ιδανικά του μερίδια επί των προαναφερομένων αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών. Μάλιστα, ανέφερε στη διαθήκη του αυτή, ότι ο λόγος που εγκαθιστούσε την εναγόμενη κληρονόμο του ήταν ότι τον φρόντισε, κατά τη νοσηλεία του στο νοσοκομείο και συμπαρίστατο, τόσο σε αυτόν, όσο και στη μητέρα του και γιαγιά της εναγόμενης, όταν αυτοί ήταν ασθενείς. Στα ίδια ως άνω ιδανικά του μερίδια επί των εν λόγω αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών, είχε εγκαταστήσει κληρονόμους του ο αποβιώσας τους ενάγοντες με την προγενέστερη, από 21.7.2004, ιδιόγραφη διαθήκη του. Ειδικότερα, με την τελευταία, κατέλιπε στον πρώτο ενάγοντα τα ιδανικά του μερίδια επί της υπό στοιχεία Απ1 αποθήκης του υπογείου ορόφου της προαναφερόμενης οικοδομής, εμβαδού 279,13 τ.μ. και του υπό στοιχεία Κ3 καταστήματος του ισογείου ορόφου της ιδίας οικοδομής εμβαδού 225,60 τ.μ., στη δε δεύτερη ενάγουσα, τα ιδανικά του μερίδια επί του υπό στοιχεία Α1 διαμερίσματος του πρώτου ορόφου της οικοδομής αυτής, εμβαδού 58,71 τ.μ. και του υπό στοιχεία Α3 διαμερίσματος του πρώτου ορόφου της ίδιας οικοδομής, εμβαδού 122,98 τ.μ. Σύμφωνα, όμως με τη διάταξη του άρθρου 1764 εδ. α΄ του Α.Κ., η πρώτη χρονικά, από 21.07.2004, διαθήκη καταργήθηκε με τη μεταγενέστερη από 3.9.2006 διαθήκη, που αφορούσε στα ίδια κληρονομιαία αντικείμενα. Αλλά και η δεύτερη αυτή διαθήκη κατέστη άνευ αντικειμένου, δεδομένου ότι, κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου, τα ως άνω ιδανικά μερίδια επί των προαναφερόμενων αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών είχαν πάψει να αποτελούν κληρονομιαία αντικείμενα, ενόψει του ότι μεσολάβησε από τη σύνταξή της μέχρι το θάνατο του κληρονομουμένου, η μεταβίβασή τους στην εναγομένη, με το προαναφερόμενο συμβόλαιο γονικής παροχής ……/02.10.2006, ενώ η παρακρατηθείσα υπέρ του αποβιώσαντος επικαρπία αποσβέσθηκε με το θάνατο αυτού (άρθρο 1167 του Α.Κ.). Για τα ανωτέρω, όπως και ότι ο ως άνω αποβιώσας δεν παρασύρθηκε με απάτη στη σύνταξη της από 3.9.2006 ιδιόγραφης διαθήκης και στην παροχή πληρεξουσιότητας προς την εναγομένη με το συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο ……./8.9.2006 της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………….., που κρίθηκαν με την απόφαση 285/2014 του Δικαστηρίου τούτου και αποτελούν μη αναιρεθέντα κεφάλαια με την απόφαση 902/2018 του Αρείου Πάγου, υπάρχει δεδικασμένο, που δεν ανατράπηκε με την αναίρεση και δεσμεύει έτσι το Δικαστήριο τούτο, ως δικαστήριο της παραπομπής. Κατόπιν τούτων, το επικουρικό αίτημα της αγωγής, με το οποίο ζητείται να κηρυχθεί άκυρη η από 3.9.2006 ιδιόγραφη διαθήκη του κληρονομούμενου, κατά το μέρος που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα των εναγόντων και να αναγνωριστούν νόμιμοι μεριδούχοι, σε ποσοστό 17,084% και 25,472% εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, επί των ως άνω κληρονομιαίων ακινήτων, που μεταβιβάστηκαν στην εναγόμενη, είναι αβάσιμο, αφού, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου, τα ως άνω ιδανικά μερίδια επί των προαναφερόμενων αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών είχαν πάψει, λόγω της προγενέστερης μεταβίβασής τους, να αποτελούν κληρονομιαία, απορριπτομένου του Β-6 λόγου της έφεσης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η αξία των ως άνω ακινήτων, που μεταβίβασε ο κληρονομούμενος στην εναγόμενη θυγατέρα του με το ως άνω συμβόλαιο γονικής παροχής (……../02.10.2006), ανερχόταν, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, όχι σε 145.226,77 ευρώ, όπως καθορίστηκε σ’ αυτό, για τον υπολογισμό του φόρου, των τελών και των δικαιωμάτων του, αλλά στο ποσό των 362.400 ευρώ. Ειδικότερα, σύμφωνα με την από Οκτώβριος 2014 πραγματογνωμοσύνη του πολιτικού μηχανικού …………, που διατάχθηκε με την απόφαση 285/2014 του Δικαστηρίου τούτου, η αξία της πλήρους κυριότητας των 2/3 εξ αδιαιρέτου ανέρχεται σε 453.000 ευρώ (111.400 ευρώ για τη με στοιχεία Απ1 αποθήκη του υπογείου, 219.300 ευρώ για το με στοιχεία Κ3 κατάστημα του ισογείου, 35.600 ευρώ για το υπό στοιχεία Α1 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου και 86.700 ευρώ για το με στοιχεία Α3 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου), ποσό που πρέπει να μειωθεί όμως, εφόσον δεν επρόκειτο για δωρεά της πλήρους κυριότητας, αλλά της ψιλής κυριότητας προς την εναγομένη από τον παρακρατήσασα εφ’ όρου ζωής την επικαρπία πατέρα της. Η μείωση δε αυτή θα λάβει χώρα κατά 2/10, λόγω της ηλικίας του παρέχοντος, που ήταν 76 ετών (γεν. το 1932). Σημειωτέον ότι για τον υπολογισμό της αξίας των ακινήτων αυτών, λαμβάνεται υπ’ όψη μόνο η αξία της ψιλής κυριότητας κατά τον χρόνο της δωρεάς (Α.Π. 23/2015 ό.π.), ακόμη και αν η επικαρπία αποσβέσθηκε αργότερα προς όφελος του δωρεοδόχου ψιλού κυρίου (ad hoc Α.Π. 968/2017 στην ιστοσελίδα www.areiospagos.gr). Σημειωτέον ότι και η αξία των τελευταίων ακινήτων (της άστοργης δωρεάς) δεν χρειάζεται να υπολογιστεί εκ νέου, με βάση την καλή πίστη, αφού στο διάστημα των δύο μηνών περίπου, που μεσολάβησε από αυτήν μέχρι το θάνατο του κληρονομουμένου, δεν επήλθε ουσιώδης υποτίμηση του νομίσματος. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο …………., όταν αποβίωσε, στις 3.12.2006, δεν είχε περιουσία (όπως αναφέρθηκε παραπάνω, τα μοναδικά περιουσιακά στοιχεία, που διέθετε, τα είχε μεταβιβάσει με παροχή εν ζωή στην εναγομένη θυγατέρα του, δύο μήνες περίπου πριν από το θάνατό του, η δε από 3.9.2006 διαθήκη του, που αφορούσε στα ίδια (περιουσιακά στοιχεία) κατέστη άνευ αντικειμένου, διότι, λόγω της μεταβίβασής τους, είχαν πάψει να αποτελούν κληρονομιαία). Επίσης, αποδείχθηκε ότι ο κληρονομούμενος, κατά τα έτη 1990 και 2003, είχε μεταβιβάσει στα παραπάνω τέκνα του, ως γονική παροχή τις πιο κάτω οριζόντιες ιδιοκτησίες, που βρίσκονται σε οικοδομή επί της οδού …………., εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κερατσινίου, στη θέση “…..”, ήδη συνοικία “….” και ειδικότερα : 1) στον υιό του . ………….. : Α) Με το συμβόλαιο παροχής γονέων προς τέκνο …/31.7.1990 της συμβολαιογράφου Πειραιά …………, που μεταγράφηκε νόμιμα (μεταβίβασε), κατά πλήρη κυριότητα, τα 2/3 εξ αδιαιρέτου α) του με αριθμό 5 καταστήματος του ισόγειου ορόφου, που έχει πρόσοψη προς τη …………., αποτελείται από ένα ενιαίο χώρο και WC, έχει επιφάνεια 110,37 τ.μ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο 61/1000 και β) του με αριθμό 6 καταστήματος (μελλοντικό) του πρώτου (Α) ορόφου υπέρ το ισόγειο ορόφου, που έχει πρόσοψη προς την οδό ……….., θα αποτελείται από ένα ενιαίο χώρο και WC, θα έχει επιφάνεια 235,54 τμ και ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο 131/1000. Η πραγματική αξία των ανωτέρω ακινήτων, κατά το χρόνο μεταβίβασής τους (31.7.1990), λαμβάνοντας υπόψη τη θέση, το μέγεθος, το ποσοστό συνιδιοκτησίας, το χρόνο κατασκευής, το κόστος κατασκευής και το είδος της χρήσης, ανερχόταν στο ποσό των 14.209.275 δρχ. ή 41.700 ευρώ και 6.508.325 δρχ. ή 19.100 ευρώ αντίστοιχα. Όμως, από τότε και μέχρι το θάνατο του παρέχοντος (3.12.2006), το νόμισμα είχε υποστεί ουσιώδη υποτίμηση, ώστε να επιβάλλεται από την αρχή της καλής πίστης ο υπολογισμός της αξίας της παροχής αυτής (των δύο ακινήτων) για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας να γίνει στο νόμισμα (ήδη ευρώ) της ίδιας πραγματικής αξίας με εκείνη που αυτές είχαν κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου. Για τον υπολογισμό αυτό το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την τιμή της χρυσής λίρας Αγγλίας κατά το χρόνο που έγινε η παροχή και κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου. Ειδικότερα η τιμή της χρυσής λίρας Αγγλίας ανερχόταν στις 31.7.1990, που είναι ο χρόνος της παροχής, σε 13.810 δρχ. ή 40,53 ευρώ (η τιμή της χρυσής λίρας στις 31.7.1990 είναι η ίδια με αυτή της 27.7.1990, όπως προσδιορίζεται βάση του εβδομαδιαίου δελτίου τιμών της Τ.Τ.Ε, για την εβδομάδα 25.7.1990 έως 2.8.1990, το οποίο την καταλαμβάνει, εφόσον δεν μεταβλήθηκε ενδιάμεσα η αξία της) και στις 3.12.2006, που απεβίωσε ο κληρονομούμενος, σε 116,52 ευρώ. Ενόψει αυτού, η αξία της παροχής που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της πλασματικής κληρονομίας και την εξεύρεση της νόμιμης μοίρας των εναγόντων, ανέρχεται στο ποσό των 105.670,40 ευρώ [(= 116,52 : 40,53 = 1,738 Χ 60.800 (41.700 + 19.100)]. Β) με το συμβόλαιο γονικής παροχής ……./12.5.2003 της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………, που μεταγράφηκε νόμιμα, μεταβίβασε κατά πλήρη κυριότητα τα 2/3 εξ αδιαιρέτου του με στοιχεία Γ3 διαμερίσματος του μελλοντικού Γ) υπέρ το ισόγειο ορόφου, που θα αποτελείται από καθιστικό – κουζίνα – γραφείο, τρεις κοιτώνες, οφφίς, δύο λουτρά και W.C., θα έχει επιφάνεια 197,36 τ.μ., πρόσοψη μόνο επί της οδού ….. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 75/1000 εξ αδιαιρέτου. Η πραγματική αξία του ανωτέρω ακινήτου, κατά το χρόνο μεταβίβασής του (12.5.2003), αφού ληφθούν υπόψη η θέση, το μέγεθος, το ποσοστό συνιδιοκτησίας, ο χρόνος κατασκευής, το κόστος κατασκευής και το είδος της χρήσης του, ανερχόταν στο ποσό των 65.100 ευρώ. Εξάλλου, 2) στη θυγατέρα του ………… μεταβίβασε τις πιο κάτω οριζόντιες ιδιοκτησίες, που βρίσκονται στην ίδια ως άνω οικοδομή : A) με το συμβόλαιο παροχής γονέων προς τέκνο ………./27.7.1990 της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………. που μεταγράφηκε νόμιμα, (μεταβίβασε) κατά πλήρη κυριότητα, τα 2/3 εξ αδιαιρέτου α) του με αριθμό 4 καταστήματος του ισογείου ορόφου, που αποτελείται από ένα ενιαίο χώρο και WC, έχει επιφάνεια 101,04 τ.μ., πρόσοψη μόνο στη λεωφόρο ……….. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 56/1000 εξ αδιαιρέτου και β) του υπό στοιχεία Α2 διαμερίσματος του πρώτου υπέρ το ισόγειο ορόφου, που αποτελείται από χωλ, σαλόνι, δύο κοιτώνες, διάδρομο, κουζίνα και λουτρό, έχει επιφάνεια 101,86 τ.μ., πρόσοψη μόνο προς τη λεωφ. ………… και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 43/1000 εξ αδιαιρέτου. Η πραγματική αξία των ανωτέρω ακινήτων, κατά το χρόνο μεταβίβασής τους (27.7.1990), λαμβάνοντας υπόψη τη θέση, το μέγεθος, το ποσοστό συνιδιοκτησίας, το χρόνο κατασκευής, το κόστος κατασκευής και το είδος της χρήσης, ανερχόταν στο ποσό των 13.834.450 δρχ. ή 40.600 ευρώ και 8.109.850 δρχ. ή 23.800 ευρώ αντίστοιχα. Όμως, από τότε και μέχρι το θάνατο του παρέχοντος (3.12.2006), το νόμισμα είχε υποστεί ουσιώδη υποτίμηση ώστε να επιβάλλεται από την αρχή της καλής πίστης ο υπολογισμός της αξίας της παροχής αυτής (των δύο ακινήτων) για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας να γίνει στο νόμισμα (ήδη ευρώ) της ίδιας πραγματικής αξίας με εκείνη που αυτές είχαν κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου. Για τον υπολογισμό αυτό το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την τιμή της χρυσής λίρας Αγγλίας κατά το χρόνο που έγινε η παροχή και κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου. Ειδικότερα, η τιμή της χρυσής λίρας Αγγλίας ανερχόταν στις 27.7.1990, που είναι ο χρόνος της παροχής, σε 13.810 δρχ. ή 40,53 ευρώ και στις 3.12.2006, που απεβίωσε ο κληρονομούμενος, σε 116,52 ευρώ. Ενόψει αυτού, η αξία της παροχής που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της πλασματικής κληρονομίας και την εξεύρεση της νόμιμης μοίρας των εναγόντων, ανέρχεται στο ποσό των 185.150 ευρώ [(= 116,52 : 40,53 Χ 64.400 (40.600 + 23800)]. Β) με το συμβόλαιο γονικής παροχής ……./12.5.2003 της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………, που μεταγράφηκε νόμιμα (μεταβίβασε), κατά πλήρη κυριότητα, τα 2/3 εξ αδιαιρέτου : α) του με στοιχεία Β1 διαμερίσματος του μελλοντικού δεύτερου (Β) υπέρ το ισόγειο ορόφου, που θα αποτελείται από καθιστικό, τρεις κοιτώνες, διάδρομο, κουζίνα και δύο λουτρά, θα έχει επιφάνεια 121,65 τμ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 65/1000 εξ αδιαθέτου και β) του με στοιχείο Β2 διαμερίσματος του μελλοντικού δεύτερου (Β) υπέρ το ισόγειο ορόφου, που θα αποτελείται από καθιστικό – κουζίνα, γραφείο, δύο κοιτώνες, οφφίς, αποθήκη, λουτρό και WC, θα έχει επιφάνεια 119,20 τ.μ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 65/1000 εξ αδιαιρέτου.

Η πραγματική αξία των ανωτέρω ακινήτων, κατά το χρόνο μεταβίβασής τους (12.5.2003), λαμβάνοντας υπόψη τη θέση, το μέγεθος, το ποσοστό συνιδιοκτησίας, το χρόνο κατασκευής, το κόστος κατασκευής και το είδος της χρήσης, ανερχόταν στο ποσό των 70.100 ευρώ (35.400 ευρώ και 34.700 ευρώ αντίστοιχα). Τέλος, 3) στον υιό του . ………….. (α´ ενάγοντα) ο ……….. μεταβίβασε τις πιο κάτω οριζόντιες ιδιοκτησίες, που βρίσκονται στην ίδια ως άνω οικοδομή και ειδικότερα, με το συμβόλαιο γονικής παροχής ……./12.5.2003 της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……………., που μεταγράφηκε νόμιμα (μεταβίβασε), κατά πλήρη κυριότητα, τα 2/3 εξ αδιαιρέτου: α) του με στοιχεία Κ5 καταστήματος του μελλοντικού δεύτερου (Β) υπέρ το ισόγειο ορόφου, που θα αποτελείται από ένα ενιαίο χώρο και WC, θα έχει επιφάνεια 197,36 τ.μ., με πρόσοψη μόνο στην οδό ….. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 75/1000 εξ αδιαιρέτου, β) του υπό στοιχεία Γ1 διαμερίσματος του μελλοντικού τρίτου (Γ) υπέρ το ισόγειο ορόφου, που θα αποτελείται από καθιστικό, τρεις κοιτώνες, διάδρομο, κουζίνα και δύο λουτρά, θα έχει επιφάνεια 121,65 τ.μ., πρόσοψη στη ………….. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 65/1000 εξ αδιαιρέτου και γ) του υπό στοιχεία Γ2 διαμερίσματος του μελλοντικού τρίτου (Γ) υπέρ το ισόγειο ορόφου, που θα αποτελείται από καθιστικό – κουζίνα, γραφείο, δύο κοιτώνες, αποθήκη, οφφίς, κουζίνα, λουτρό και WC, θα έχει επιφάνεια 119,20 τ.μ., πρόσοψη επίσης στη …………. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 64/1000 εξ αδιαιρέτου. Η πραγματική αξία των ανωτέρω ακινήτων, κατά το χρόνο μεταβίβασής τους (12.5.2003), λαμβάνοντας υπόψη τη θέση, το μέγεθος, το ποσοστό συνιδιοκτησίας, το χρόνο κατασκευής, το κόστος κατασκευής και το είδος της χρήσης, ανερχόταν στο ποσό των 138.700 ευρώ (59.200 ευρώ, 40.100 ευρώ και 39.400 ευρώ αντίστοιχα). Οι αξίες των παραπάνω συνεισεκτέων ακινήτων, κατά το χρόνο μεταβίβασής τους, προκύπτουν από την από Οκτώβριος 2014 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πολιτικού μηχανικού …………., η διενέργεια της οποίας διατάχθηκε με την απόφαση 285/2014 του Δικαστηρίου τούτου. Η έκθεση αυτή, πλην του γεγονότος ότι αποδίδει την αξία της πλήρους κυριότητας των οριζόντιων ιδιοκτησιών, που μεταβιβάστηκαν στην εναγομένη με το συμβόλαιο ………/2006 και όχι αυτή της ψιλής κυριότητας (αξία η οποία ωστόσο προκύπτει με μια απλή μαθηματική πράξη) είναι αναλυτική, λεπτομερής και πλήρως εμπεριστατωμένη, σε αντίθεση με την από Νοέμβριος 2014 τεχνική έκθεση του αρχιτέκτονα – μηχανικού ……….., την οποία προσκομίζουν οι ενάγοντες, με αποτέλεσμα να μην απαιτείται η διενέργεια νέας πραγματογνωμοσύνης, απορριπτομένου του αιτήματος των τελευταίων. Σημειωτέον ότι για τις μεταβιβάσεις που έγιναν στις 12.5.2003 δεν απαιτείται να γίνει αναγωγή της αξίας τους με βάση τη χρυσή λίρα Αγγλίας, διότι δεν επήλθε ουσιώδης υποτίμηση του νομίσματος, από την ως άνω ημερομηνία μέχρι και το χρόνο θανάτου του παρέχοντος…………… Μάλιστα, κατά το χρονικό αυτό διάστημα, η χώρα είχε εισέλθει στην Οικονομική Νομισματική Ένωση, έχοντας αποκτήσει, από την 1.1.2002, σταθερό νόμισμα (ευρώ), που αποτρέπει τέτοιες μεγάλες υποτιμήσεις, όπως όταν το νόμισμα της χώρας ήταν η δραχμή. Εξάλλου, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκε ότι και η προαναφερόμενη γονική παροχή του συζύγου και πατέρα των διαδίκων προς την εναγομένη θυγατέρα του, με το συμβόλαιο γονικής παροχής ………/02.10.2006 της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., αποτελούσε στο σύνολο της δωρεά, καθόσον υπερέβαινε το μέτρο που επέβαλαν οι περιστάσεις, αν ληφθεί υπόψη η κοινωνική και οικονομική κατάσταση της εναγομένης. Ειδικότερα, ο παρέχων ήταν συνταξιούχος του Τ.Σ.Α. και τα μόνα περιουσιακά στοιχεία, που του είχαν απομείνει, ήταν τα ακίνητα της προαναφερόμενης γονικής παροχής, ενώ, όπως ήδη αναφέρθηκε, είχε σύζυγο και άλλα δύο τέκνα. Άλλωστε, η γονική αυτή παροχή δεν επιβαλλόταν από λόγους ευπρέπειας, καθόσον τα παραπάνω περιουσιακά στοιχεία του παρέχοντος έπρεπε να μοιραστούν στη σύζυγο και τα δύο τέκνα του και να μην ευνοηθεί μονομερώς η εναγομένη. Σημειωτέον ότι η τελευταία ήταν ήδη αποκατεστημένη επαγγελματικά και οικονομικά και συγκεκριμένα μέχρι το έτος 2001 εργαζόταν ως αεροσυνοδός στην Ο.Α., οπότε και συνταξιοδοτήθηκε, εισπράττοντας αποζημίωση ύψους 35.000.000 δρχ. ή 102.714,60 ευρώ. Εξάλλου, η σύνταξή της, κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, ανερχόταν στο ποσό των 1.100 ευρώ περίπου, ενώ δεν είχε οικογενειακές υποχρεώσεις, καθώς δεν είχε δημιουργήσει δική της οικογένεια και συνεπώς, δεν συνέτρεχε κάποια περίπτωση ανάγκης για να λάβει χώρα η υπό κρίση γονική παροχή. Επιπλέον, ήταν ιδιοκτήτρια σημαντικών περιουσιακών στοιχείων, που όπως προαναφέρθηκε, είχαν μεταβιβαστεί σ’ αυτήν από τον πατέρα της, κατά τα έτη 1990 και 2003 (τα 2/3 εξ αδιαιρέτου : α) του με αριθμό 4 καταστήματος του ισογείου ορόφου, επιφανείας 101,04 τ.μ., β) του υπό στοιχεία Α2 διαμερίσματος του πρώτου υπέρ το ισόγειο ορόφου επιφανείας 101,86 τ.μ., γ) του με στοιχεία Β1 διαμερίσματος του μελλοντικού δεύτερου (Β) υπέρ το ισόγειο ορόφου, επιφάνειας 121,65 τ.μ. και δ) του με στοιχείο Β2 διαμερίσματος του μελλοντικού δεύτερου (Β) υπέρ το ισόγειο ορόφου, επιφάνειας 119,20 τ.μ., που βρίσκονται σε οικοδομή επί της οδού ……….., στο Κερατσίνι Αττικής), καθώς και ενός διαμερίσματος εμβαδού 103 τ.μ. του τέταρτου ορόφου της πολυκατοικίας που βρίσκεται στην οδό ……….., στον Πειραιά και ενός ακόμη διαμερίσματος επιφάνειας 75 τ.μ., που βρίσκεται στην οδό …………, στην Αθήνα. Εξάλλου, η παραπάνω γονική παροχή δεν επιβαλλόταν από ιδιαίτερο καθήκον του παρέχοντος προς την εναγομένη θυγατέρα του για τις πράγματι αυξημένες φροντίδες της τελευταίας προς αυτόν, μετά τη δυσμενή εξέλιξη της υγείας του (έπασχε από μεταστατικό καρκίνο), καθώς τα τέκνα έχουν νομική και ηθική υποχρέωση να περιθάλπουν τους γονείς τους, ιδίως σε περιπτώσεις ασθένειας και δεν πρέπει να αξιώνουν παροχές οποιουδήποτε είδους για την επιβεβλημένη αναγκαία φροντίδα προς αυτούς. Επομένως, η από το άρθρο 1831 εδ. β´ του Α.Κ. προβληθείσα από την εναγομένη ένσταση, ότι η επίμαχη γονική παροχή έγινε από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον, που συνίσταται στη συνεχή και επιμελή φροντίδα της προς τον πατέρα της και δεν αποτελεί δωρεά προς αυτήν, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Άλλες δωρεές εν ζωή από τον………….., εκτός των ανωτέρω δεν αποδείχθηκαν. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι η δεύτερη ενάγουσα έλαβε ως δωρεά από τον θανόντα σύζυγό της και πατέρα των λοιπών διαδίκων, το 1/3 εξ αδιαιρέτου σε όλα τα οικήματα της ανωτέρω οικογενειακής οικοδομής, που βρίσκεται στη λεωφόρο …………., στο Κερατσίνι Αττικής. Αντίθετα, από το συμβόλαιο ……/18.11.1966 του συμβολαιογράφου Πειραιώς ………….., που μεταγράφηκε νόμιμα, το οποίο επικαλούνται και προσκομίζουν οι ενάγοντες, αποδεικνύεται ότι η δεύτερη ενάγουσα …………και η μητέρα της ………….., προς ανακούφιση από τα βάρη του γάμου του………….. (ο οποίος είχε τελεστεί πρόσφατα) και σε εκπλήρωση σχετικής υπόσχεσής τους, που δόθηκε σ’ αυτόν κατά την τέλεση του γάμου, περί συστάσεως προς αυτόν και υπέρ της συζύγου του προίκας, του κατέβαλαν η μεν πρώτη το ποσό των 150.000 δρχ., η δε δεύτερη το ποσό των 70.000 δρχ και συνολικά 220.000 δρχ. Στο ίδιο ως άνω συμβόλαιο τέθηκε ο όρος όπως, αντί του ποσού αυτού, το οποίο θα κρατούσε ο ίδιος, καταστήσει προικώο της συζύγου του, δια μεταβιβάσεως σ’ αυτήν κατά ψιλή κυριότητα και παρακρατώντας υπέρ αυτού κατά διοίκηση, πλήρη κάρπωση και διαχείριση, το 1/3 εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου, επί του οποίου έχει ανεγερθεί η επίδικη οικογενειακή οικοδομή. Μετά δε, την έναρξη της ισχύος του ν. 1329/1983, η δεύτερη ενάγουσα απέκτησε αυτοδίκαια την πλήρη κυριότητα του 1/3 εξ αδιαιρέτου του παραπάνω οικοπέδου και κατά το ποσοστό αυτό, κατέστη συγκυρία της ανεγερθείσας οικοδομής. Επομένως, η ανωτέρω μεταβίβαση δεν αφορούσε σε χαριστική παροχή του κληρονομούμενου προς τη δεύτερη ενάγουσα και ο ισχυρισμός της εναγομένης για το συνυπολογισμό στη νόμιμη μοίρα της δεύτερης ενάγουσας του ποσού των 321.031 ευρώ, στο οποίο εκτιμά (η εναγομένη) την αξία του παραπάνω ποσοστού (1/3 εξ αδιαιρέτου), είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι οι οριζόντιες ιδιοκτησίες, που ανεγέρθηκαν στο ως άνω ακίνητο, συνιδιοκτησίας της δεύτερης ενάγουσας, έγιναν μόνο με δαπάνες του κληρονομουμένου, ούτε και κατ’ επέκταση ο αορίστως προβληθείς ισχυρισμός της εναγομένης ότι κατά τούτο αποτελούν δωρεά, που καλύπτει τη νόμιμη μοίρα της ενάγουσας αυτής. Σημειωτέον ότι η δεύτερη ενάγουσα, μαζί με το μη διάδικο υιό της………….., μέχρι το έτος 1995 ασκούσε επιχείρηση φασόν και εμπορίου μοκετών – επενδυτικών υλικών (σύμφωνα με το από 22.7.1988 ιδιωτικό συμφωνητικό σύστασης Ε.Ε.) και από το 1995 έως το 2006 συμμετείχε, με τον ίδιο υιό της, σε επιχείρηση Ο.Ε. αλουμινίων, με ποσοστό 35%, συνεισφέροντας με την προσωπική της εργασία στις επιχειρήσεις αυτές, έκτοτε δε (2006) είναι συνταξιούχος του ΤΕΒΕ. Ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι πρέπει να συνυπολογιστεί στη νόμιμη μοίρα της δεύτερης ενάγουσας και το ποσό που κατέβαλε ο κληρονομούμενος στην ως άνω Ο.Ε., το 1993 ως δάνειο, είναι αβάσιμος. Και τούτο, αφού, εκτός του ότι και υπό τα εκτιθέμενα, αφορούσε σε δάνειο προς το νομικό πρόσωπο της εταιρείας, που έπρεπε να επιστραφεί μέχρι την ενηλικίωση του πρώτου ενάγοντος (το 1998), δεν αποδείχθηκε ότι δωρήθηκε στην δεύτερη ενάγουσα. Έτσι, η αξία της πλασματικής κληρονομίας, επί της οποίας υπολογίζεται η νόμιμη μοίρα των εναγόντων, ανέρχεται στο ποσό των 927.120,40 ευρώ (προς τον………….. 105.670,40 ευρώ στις 31.7.1990 + 65.100 ευρώ στις 12.5.2003 + προς την………….. (εναγομένη) 185.150 ευρώ στις 27.7.1990 + 70.100 ευρώ στις 12.5.2003 + προς τον………….. (α´ ενάγοντα) 138.700 ευρώ στις 12.5.2003 + 362.400 ευρώ η γονική παροχή – δωρεά προς την εναγομένη στις 2.10.2006), δεδομένου ότι δεν υπάρχει κληρονομιαία περιουσία, όπως προαναφέρθηκε, ούτε χρέη της κληρονομίας, δαπάνες κηδείας του κληρονομούμενου και δαπάνες απογραφής της κληρονομίας. Εξάλλου, ο κληρονομούμενος, κατά το χρόνο θανάτου του, κατέλιπε μοναδικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους του τον πρώτο ενάγοντα υιό του (ήδη α΄ εκκαλούντα), τη δεύτερη ενάγουσα σύζυγό του (ήδη β΄ εκκαλούσα), την εναγομένη θυγατέρα του (ήδη εφεσίβλητη) και το μη διάδικο υιό του………….., οι οποίοι είναι μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του, κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου (άρθρα 1813 §3 και 1820 §1 του Α.Κ.) και νόμιμοι μεριδούχοι του αντίστοιχα, στο μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας, ήτοι κατά ποσοστό 1/8 εξ αδιαιρέτου (άρθρο 1825 §2 Α.Κ.). Επίσης, η νόμιμη μοίρα του πρώτου ενάγοντος (…………..) ανέρχεται στο ποσό των 115.890,05 ευρώ [(927.120,40 ευρώ η πλασματική αξία Χ 1/4 = 231.780,10 ευρώ : 2 = 115.890,05 ευρώ) (για το τρόπο υπολογισμού της νόμιμης μοίρας βλ. και Α.Π. 23/2005 και Α.Π. 1081/2017 ό.π.)]. Εξάλλου, οι παροχές που έλαβε ο τελευταίος, με το πιο πάνω συμβόλαιο ……/12003, ανέρχονταν, κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, στο ποσό των 138.700 ευρώ. Επομένως, η νόμιμη μοίρα του ενάγοντος αυτού έχει καλυφθεί με τις ως άνω εν ζωή παροχές, που έλαβε χωρίς αντάλλαγμα από τον αποβιώσαντα πατέρα του. Αντίθετα, η νόμιμη μοίρα της δεύτερης ενάγουσας, εφόσον δεν έχει λάβει καμία παροχή, ανέρχεται στο πιο πάνω ποσό των 115.890,05 ευρώ. Για την κάλυψη της νόμιμης μοίρας της τελευταίας, επειδή ο ……… δεν κατέλιπε περιουσία, πρέπει να ανατραπεί η τελευταία γονική παροχή του κληρονομουμένου προς την εναγομένη, η οποία ήταν άστοργη και συνιστά δωρεά, κατά τα προαναφερθέντα, ήτοι αυτή της ψιλής κυριότητας των οριζόντιων ιδιοκτησιών, που έγιναν με το συμβόλαιο ………/2.10.2006, η αξία της οποίας (ψιλής κυριότητας) ανέρχεται σε 362.400 ευρώ και συγκεκριμένα, να ανατραπεί κατά το ποσοστό (115.890,05 Χ 100 : 362.400 =) 31,978%. Ωστόσο, από το ποσοστό αυτό η δεύτερη ενάγουσα ζητεί μόνο αυτό του 25,472%, το οποίο και μόνο θα της επιδικαστεί. Σημειωτέον ότι η εναγομένη είχε λάβει παροχές, που ανέρχονται στο ποσό των 617.650 ευρώ (από τις ως άνω συνεισεκτέες παροχές 185.150 ευρώ στις 27.7.1990 και 70.100 ευρώ στις 12.5.2003, καθώς και 362.400 ευρώ με την υπό κρίση γονική παροχή – άστοργη δωρεά, ήτοι περισσότερο από την ως άνω εξ αδιαθέτου μερίδα της (231.780,10 ευρώ), μετά δε, την αφαίρεση της νόμιμης μοίρας της δεύτερης ενάγουσας, ανέρχεται σ’ αυτό των 501.759,95 ευρώ.

VΙ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, ως προς το κεφάλαιο που εξετάζεται μετά την αναίρεση της απόφασης 447/2016 του Δικαστηρίου τούτου, πρέπει να γίνει δεκτή η από 28.9.2011 έφεση (ως προς τον πρώτο λόγο της), ως ουσιαστικά βάσιμη και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη οριστική απόφαση 3840/2011 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά το μέρος που αφορά στα επικουρικά αιτήματα της από 4.6.2007 αγωγής. Ακολούθως, πρέπει, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.), να ερευνηθεί η από 4.6.2007 αγωγή, κατά το ανωτέρω μέρος της, να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, ως προς τον πρώτο ενάγοντα, να απορριφθεί και ως προς τη δεύτερη ενάγουσα ως προς το αίτημα κήρυξης άκυρης της από 3.9.2006 ιδιόγραφης διαθήκης, λόγω προσβολής της νόμιμης μοίρας της, να γίνει κατά τα λοιπά δεκτή ως και κατ’ ουσία βάσιμη ως προς την ενάγουσα αυτή, να ανατραπεί κατά ποσοστό 25,472%, υπέρ της τελευταίας, η γονική παροχή του κληρονομούμενου προς την εναγομένη, που έλαβε χώρα με το συμβόλαιο γονικής παροχής ……/02.10.2006 της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………., να υποχρεωθεί η εναγομένη να μεταβιβάσει στη δεύτερη ενάγουσα, κατά ψιλή κυριότητα, τα 2/3 εξ αδιαιρέτου των πιο πάνω οριζόντιων ιδιοκτησιών, κατά το προαναφερόμενο ποσοστό (25,472%) και σε περίπτωση άρνησής της, να καταδικαστεί σε δήλωση βούλησης, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό. Σημειωτέον ότι, η εκκαλούμενη απόφαση πρέπει να εξαφανιστεί ως προς τη διάταξή της για τη δικαστική δαπάνη για όλα τα κεφάλαια της απόφασης, που αφορά στην ίδια ως άνω αγωγή, ενόψει της αναγκαιότητας ενιαίου καθορισμού αυτής (Α.Π. 192/1998 Ελλ.Δ/νη 1998, σελ. 825, Α.Π. 748/1984 Ελλ.Δ/νη 1985, σελ. 642, Μαργαρίτης σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα Ερμηνεία ΚΠΟΛΔ, Τόμος Ι, άρθρα 535 αρ. 1 και 522 αρ. 13 και Βασ. Βαθρακοκοίλης ΚΠΟΛΔ Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση (κατ’ άρθρο), Τόμος Γ, άρθρο 535, αρ. 4) και να συμψηφιστεί, στο σύνολό της, η μεταξύ των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (άρθρα 179 και 183 εδ. β´ Κ.Πολ.Δ.), λόγω του ότι πρόκειται για διαφορά μεταξύ συγγενών εξ αίματος έως και το δεύτερο βαθμό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την από 28.9.2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2011 έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 3840/2011 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, κατά το μέρος που εκδίκασε τα επικουρικά αιτήματα της αγωγής περί : α) ανατροπής της γονικής παροχής, του κληρονομούμενου………….. προς την εναγομένη………….., που έλαβε χώρα με το συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Πειραιώς …….. …/02.10.2006 κατά το ποσοστό της νόμιμης μοίρας τους και απόδοσής της, β) κήρυξης άκυρης της από 3.9.2006 ιδιόγραφης διαθήκης του κληρονομούμενου, κατά το μέρος που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα των εναγόντων και αναγνώρισης τους ως νόμιμων μεριδούχων, κατά τα ίδια ποσοστά εξ αδιαιρέτου, επί των ως άνω κληρονομιαίων ακινήτων, που μεταβιβάσθηκαν στην εναγόμενη, λόγω της προαναφερόμενης γονικής παροχής και γ) υποχρέωσης της εναγομένης να προβεί σε δήλωση βούλησης.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 4.6.2007 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2007 αγωγή, ως προς τα ανωτέρω αιτήματα.

Απορρίπτει την αγωγή ως προς τον πρώτο ενάγοντα.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

Δέχεται αυτήν, ως προς τη δεύτερη ενάγουσα, ως προς το αίτημά της περί μέμψης άστοργης δωρεάς και περί υποχρέωσης για καταδίκη σε δήλωση βούλησης.

Ανατρέπει, κατά ποσοστό 25,472% υπέρ της δεύτερης ενάγουσας – …………, τη γονική παροχή του κληρονομούμενου………….. προς την εναγομένη………….., που έλαβε χώρα με το συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Πειραιώς .. ……/02.10.2006, με το οποίο μεταβιβάστηκαν στην εναγομένη, κατά ψιλή κυριότητα, τα 2/3 εξ αδιαιρέτου επί των πιο κάτω αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών οικοδομής, που έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου, κείμενου στη συνοικία ……. του Δήμου Κερατσινίου και μεταξύ των οδών ……….., και ειδικότερα: α) του υπό στοιχεία Α1 διαμερίσματος του πρώτου ορόφου εμβαδού 58,71 τ.μ., β) του υπό στοιχεία Α3 διαμερίσματος του πρώτου ορόφου, εμβαδού 122,98 τ.μ., γ) της υπό στοιχεία Απ1 αποθήκης του υπογείου ορόφου, εμβαδού 279,13 τ.μ. και δ) του υπό στοιχεία Κ3 καταστήματος του ισογείου ορόφου, εμβαδού 225,60 τ.μ.

Υποχρεώνει την εναγομένη………….. να μεταβιβάσει στη δεύτερη ενάγουσα -………….., κατά ψιλή κυριότητα, τα 2/3 εξ αδιαιρέτου των πιο πάνω (α, β, γ και δ) οριζόντιων ιδιοκτησιών, κατά το προαναφερόμενο ποσοστό (25,472%) και σε περίπτωση άρνησής της, καταδικάζεται (εναγομένη) σε δήλωση βούλησης. Και

Συμψηφίζει στο σύνολό της τη δικαστική δαπάνη, μεταξύ των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 30 Απριλίου 2020.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 11 Μαΐου 2020.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ