Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 608/2018

Αριθμός απόφασης       608/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ειδική Διαδικασία

 Αποτελούμενο από τη Δικαστή Θεοκτή Νικολαϊδου, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και τη γραμματέα Γ. Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την υπ΄αριθμ. ……… έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………., την οποία προσκομίζει νόμιμα με επίκληση η εκκαλούσα, αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση έφεσης με πράξη ορισμού συζήτησης την ανωτέρω αναφερθείσα δικάσιμο (17-5-2018) και κλήση προς συζήτηση νόμιμα και εμπρόθεσμα επιδόθηκε στην εφεσίβλητη, η οποία, όπως αποδεικνύεται από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου, δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο. Επομένως πρέπει η εφεσίβλητη να δικαστεί ερήμην και η διαδικασία να προχωρήσει σαν να ήταν αυτή παρούσα (άρθρ. 524§4 εδ. α ΚΠολΔ).

Η κρινόμενη από 26-10-2017 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως …. και ορισμού δικασίμου στο παρόν Δικαστήριο ……) έφεση της ηττηθείσας καθής η ανακοπή κατά της υπ΄αριθμ. 4343/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία), η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων και με αυτή έγινε δεκτή   ανακοπή ακύρωσης επιταγής προς πληρωμή (άρθρ. 933 ΚΠολΔ), αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρ. 19 ΚΠολΔ). Επίσης η υπό κρίση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα δοθέντος ότι από τη δικογραφία δεν αποδεικνύεται ούτε άλλωστε η εκκαλούσα επικαλείται επίδοση της εκκαλουμένης και η δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης έλαβε χώρα στις 26-9-2017 ενώ η υπό κρίση έφεση στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου κατατέθηκε στις 27-10-2017 (βλ. σχετ. την έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου της γραμματείας του Πρωτοδικείου Πειραιά), για δε το παραδεκτό της καταβλήθηκε κατά την κατάθεση της το προβλεπόμενο παράβολο (άρθρ. 495§§1,3 511, 513, 516, 517 και 518§2 ΚΠολΔ). Επομένως πρέπει η υπό κρίση έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 522, 533§1 ΚΠολΔ) κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση.

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία) ασκήθηκε η από 2-2-2016 και υπ΄ αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως ………… ανακοπή της μονοπρόσωπης   εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ‘…….’’, με την οποία η ανακόπτουσα και ήδη εφεσίβλητη  για το λόγο που ειδικότερα αναφέρει σε αυτή, ζήτησε να ακυρωθεί η από 5-1-2016 επιταγή προς πληρωμή, που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου του υπ΄αριθμ. …………… αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πειραιά Στεφάνου Βασιλάκη, με το οποίο επιτάσσεται να καταβάλει στην καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα το ποσό των 171.072,24 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων για απαίτηση της τελευταίας, που απορρέει από την από 21-10-2010 σύμβαση πώλησης των αναφερομένων στο δικόγραφο τεσσάρων αυτοτελών και ανεξαρτήτων οριζοντίων ιδιοκτησιών πολυώροφης οικοδομής, που ανεγέρθηκε σε οικόπεδο στον Πειραιά επί της οδού . …… Επί της ανακοπής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία την έκανε δεκτή. Κατά της απόφασης παραπονείται με την υπό κρίση έφεση της η εκκαλούσα για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί την κατά παραδοχή αυτής εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης ώστε να απορριφθεί η ασκηθείσα σε βάρος της ανακοπή.

Με τον τέταρτο λόγο της έφεσης (για τους λοιπούς λόγους θα γίνει λόγος παρακάτω) η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και να απορριφθεί η ασκηθείσα σε βάρος της ανακοπή λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης της ανακόπτουσας. Ότι ειδικότερα η τελευταία ήδη πριν τη συζήτηση της ανακοπής ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ήτοι στις 10-8-2016 είχε λυθεί και τεθεί σε εκκαθάριση με την υπ΄αριθμ. …….. πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών Μαρουλιώς Βελωνιά, ορίστηκε δε εκκαθαριστής ο ………….. Ότι επομένως κατά το χρόνο συζήτησης της ανακοπής ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (23-9-2016) ήτοι μετά την παρέλευση ενός μήνα από την ανακοίνωση του ΓΕΜΗ περί καταχώρησης της λύσης της εταιρίας, η τελευταία στερούνταν ενεργητικής νομιμοποίησης και ο ενεργών για λογαριασμό της εταιρίας ήταν ο ορισθείς εκκαθαριστής ήτοι ο ………….., ο οποίος έπρεπε να υποστηρίξει την εν λόγω ανακοπή στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρίας. Ότι παρόλα αυτά η εταιρία ουδεμία τέτοια μνεία έκανε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της ‘’δημιουργώντας σε όλους τους παράγοντες της δίκης την εντύπωση ότι η εταιρία εξακολουθεί να υφίσταται’’ (βλ. σχετ. σελ. 15 της υπό κρίση έφεσης). Ο λόγος αυτός της έφεσης κρίνεται απορριπτέος καθώς: α) η λύση της εταιρίας και η θέση της σε εκκαθάριση ουδόλως σημαίνει ότι αυτή παύει να υφίσταται αλλά αυτή υπάρχει για τις ανάγκες της εκκαθάρισης και επομένως δεν μπορεί να γίνει λόγος για έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης, β) όπως αποδεικνύεται από τα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου παραστάθηκε για την ανακόπτουσα ο νόμιμος εκπρόσωπος της …………., ήτοι ο ορισθείς εκκαθαριστής, ο οποίος διόρισε τον πληρεξούσιο δικηγόρο Ιωάννη Βούτα, γ) το γεγονός ότι δεν έγινε μνεία της εκκαθάρισης ουδεμία έννομη επιρροή ασκεί δοθέντος ότι η παράσταση της ανακόπτουσας τελούσας υπό εκκαθάριση εταιρίας ήταν, όπως προαναφέρθηκε, η προσήκουσα.

Από τις διατάξεις των άρθρων 904, 915 και 916 ΚΠολΔ προκύπτει ότι δεν μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση με βάση εκτελεστό τίτλο, όπως κατά το άρθρο 904 ιδίου Κώδικα είναι και το συμβολαιογραφικό έγγραφο, αν από τον τίτλο δεν προκύπτει το βέβαιο και εκκαθαρισμένο της απαίτησης. Διαφορετικά ο εκτελεστός τίτλος δεν είναι νόμιμος και θεωρείται ανύπαρκτος (ΑΠ 1336/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Δεν είναι βέβαιη η  απαίτηση όταν από τον τίτλο προκύπτει ότι αυτή τελεί υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία πριν την πλήρωση της αίρεσης ή την πάροδο της προθεσμίας, αφού μέχρι τη συντέλεση των γεγονότων αυτών δεν υφίσταται υποχρέωση του οφειλέτη και αντίστοιχο δικαίωμα του δανειστή προς ικανοποίηση, του οποίου αποσκοπεί η αναγκαστική εκτέλεση. Η πλήρωση της αίρεσης ή η πάροδος της προθεσμίας, εφόσον στην τελευταία αυτή περίπτωση δεν μπορεί να βρεθεί ημερολογιακά, πρέπει να αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, που έχει αποδεικτική δύναμη έναντι του οφειλέτη σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 432 επ. ΚΠολΔ και το οποίο πρέπει να επιδίδεται στον καθού η εκτέλεση οφειλέτη ως συμπλήρωμα του εκτελεστού τίτλου μαζί με την επιταγή προς εκτέλεση προκειμένου αυτός να μπορεί να εναντιωθεί ασκώντας ανακοπή κατά της εκτέλεσης (ΑΠ 1099/2010 ΝοΒ 2011 114). Η παράβαση της διατύπωσης αυτής, με την οποία σκοπείται η αποτροπή αναγκαστικής εκτέλεσης προς ικανοποίηση επισφαλών ή αβέβαιων και γενικά μη εγγράφως αποδεικνυομένων αμέσως απαιτήσεων, επάγεται απόλυτη ακυρότητα και μάλιστα ανεξάρτητα από τη συνδρομή βλάβης του καθού η εκτέλεση τόσο της επιταγής προς εκτέλεση, η οποία ελλιπώς επιδόθηκε όσο και της εκτέλεσης, η οποία   άρχισε με βάση αυτή (ΑΠ 1559/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, AΠ 189/1998 ΕΕΝ 1999 454 ή Δίκη 1998 1124) και ότι, όταν για την πλήρωση της ως άνω αίρεσης, υπάρχει ομολογία του καθού η εκτέλεση, που έχει διατυπωθεί σε οποιοδήποτε έγγραφο, που έχει υπογραφεί από αυτόν και έχει συνταχθεί σε χρόνο προγενέστερο της επίδοσης του εκτελούμενου τίτλου, τότε, ως αποδεικνυομένης της πλήρωσης της αίρεσης, υπό την οποία τελεί η προβαλλομένη απαίτηση του επισπεύδοντος, από την ως άνω ομολογία του καθού η εκτέλεση, παρέλκει η επίδοση προς τον καθού η εκτέλεση μαζί με το κοινοποιούμενο σε αυτόν αντίγραφο από απόγραφο με επιταγή προς εκτέλεση, και του ως άνω εγγράφου ομολογίας, το οποίο συντάχθηκε από τον καθού και αποδεικνύει την πλήρωση της αίρεσης.

Με το μοναδικό λόγο της ανακοπής, η οποία ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, η ανακόπτουσα ισχυρίστηκε ότι στις 21-10-2010 οι διάδικοι δυνάμει του υπ΄αριθμ. …….. συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πειραιά Στεφάνου Βασιλάκη συνήψαν σύμβαση, με την οποία η καθής η ανακοπή μεταβίβασε λόγω πώλησης την κυριότητα τεσσάρων αυτοτελών και ανεξαρτήτων οριζοντίων ιδιοκτησιών και συγκεκριμένα των υπ΄αριθμ. 1, 2, 3 γραφείων του 6ου ορόφου και του υπ΄αριθμ. 1 γραφείου του 7ου ορόφου πολυώροφης οικοδομής στον Πειραιά επί της οδού ……… έναντι συνολικού τιμήματος ποσού 171.072,24 ευρώ. Ότι το εν λόγω τίμημα πιστώθηκε και ορίστηκε καταβλητέο μέχρι τις 21-10-2013 υπό την προϋπόθεση μέχρι τον προαναφερθέντα χρόνο θα είχαν εξοφληθεί τα χορηγηθέντα από την εταιρία με την επωνυμία ‘………… δάνεια προς την καθής η ανακοπή όπως και τις εταιρίες ‘………… και ‘……….., για τα οποία εγγυήθηκε η καθής η ανακοπή, προς εξασφάλιση των οποίων δυνάμει της υπ΄αριθμ. 1687/2002 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, όπως αυτή διορθώθηκε με την υπ΄αριθμ. 7790/2006 απόφαση του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου, ενεγράφησαν συναινετικές προσημειώσεις υποθήκης υπέρ της δανείστριας μέχρι του ποσού των 50.000 δολαρίων ΗΠΑ επί του ως άνω υπ΄αριθμ. 1 γραφείου του 6ου ορόφου, μέχρι του ποσού των 50.000 δολαρίων ΗΠΑ επί του ως άνω υπ΄αριθμ. 2 γραφείου του 6ου ορόφου, μέχρι του ποσού των 100.000 δολαρίων ΗΠΑ επί του ως άνω υπ΄αριθμ. 3 γραφείου του 6ου ορόφου, και μέχρι του ποσού των 50.000 δολαρίων ΗΠΑ επί του ως άνω υπ΄αριθμ. 1 γραφείου του 7ου ορόφου. Ότι στις 11-1-2016 η καθής η ανακοπή της επέδωσε ακριβές αντίγραφο από απόγραφο πρώτο εκτελεστό του υπ΄αριθμ. …………. αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πειραιά Στεφάνου Βασιλάκη με την τεθείσα παρά πόδας αυτού από 5-1-2016 επιταγή προς πληρωμή. Ότι η καθής η ανακοπή ουδέποτε την όχλησε για την καταβολή του πιστωθέντος τιμήματος ούτε της προσκόμισε κάποιο έγγραφο, από το οποίο να αποδεικνύεται η εξόφληση των ανωτέρω δανείων και η ανάκληση των αποφάσεων, με τις οποίες ενεγράφησαν οι εν λόγω προσημειώσεις, οι οποίες εξακολουθούν να παραμένουν εγγεγραμμένες στα οικεία βιβλία του υποθηκοφυλακείου Πειραιά μέχρι την άσκηση της υπό κρίση ανακοπής. Με ιστορική βάση αυτά τα περιστατικά η ανακόπτουσα ζήτησε την ακύρωση της προσβαλλομένης επιταγής προς πληρωμή ισχυριζόμενη ότι κατά το χρόνο της επίδοσης της δεν είχε πληρωθεί η αίρεση, από την οποία είχε εξαρτηθεί η πίστωση του καταβληθέντος τιμήματος.

Στην υπό κρίση περίπτωση από όλα ανεξαιρέτως τα νομίμως προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από την εκκαλούσα έγγραφα, για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία παρακάτω χωρίς πάντως να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, (με την αναγκαία μνεία ότι μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται και η προσκομισθείσα υπ΄αριθμ. 54/2016 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά, για την οποία καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο ότι ελήφθη υπόψη από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού ρητώς αναφέρεται στην εκκαλουμένη απόφαση ότι ελήφθησαν υπόψη τα έγγραφα, που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι επισημαίνοντας ότι η καθής η ανακοπή αν και επικαλέστηκε την υπ΄αριθμ. 299/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά –διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων-, δεν την προσκόμισε, το δε γεγονός ότι το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν κατέληξε σε τέτοια δικανική πεποίθηση ώστε να κάνει δεκτούς τους ισχυρισμούς της καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσας δε σημαίνει ότι η εν λόγω απόφαση του Ειρηνοδικείου, αν και προσκομίστηκε νόμιμα με επίκληση, δεν ελήφθη υπόψη, όπως η τελευταία αβασίμως διατείνεται) αποδείχθηκαν τα ακόλουθα:   Στις 21-3-2002 συνήφθησαν μεταξύ αφενός μεν του ………….., αφετέρου δε των εταιριών με τις επωνυμίες           ‘………..’’ (καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα), ‘……….’’, ‘…………’’, ‘………… συμβάσεις, με βάση τις οποίες ο πρώτος χορήγησε στην εταιρία με την επωνυμία ‘……….. (καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα) δάνειο ποσού 195.000 δολαρίων ΗΠΑ, στην εταιρία με την επωνυμία ‘………….. δάνειο ποσού 115.000 δολαρίων ΗΠΑ,  στην εταιρία με την επωνυμία ‘…………’’ δάνειο ποσού 340.000 δολαρίων ΗΠΑ, στην εταιρία με την επωνυμία ‘. ……. δάνειο ποσού 350.000 δολαρίων ΗΠΑ. Σε κάθε επιμέρους δανειακή σύμβαση συνεβλήθησαν ως εκ τρίτου συμβαλλόμενες εγγυήτριες οι λοιπές εταιρίες. Προς εξασφάλιση όλων των ανωτέρω απαιτήσεων του ………. μεταξύ άλλων η καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα ‘………….’’ συνήνεσε στην εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί τριών αυτοτελών και ανεξαρτήτων οριζοντίων ιδιοκτησιών της αποκλειστικής της κυριότητας στον 6ο όροφο και μίας αυτοτελούς και ανεξάρτητης οριζόντιας ιδιοκτησίας επίσης της αποκλειστικής της κυριότητας στον 7ο όροφο πολυώροφης οικοδομής, που βρίσκεται στον Πειραιά επί της οδού …………. Εκδόθηκε δε σχετικά η υπ΄αριθμ. 1687/2002 απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), με την οποία επετράπη η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί του υπ΄αριθμ. 1 γραφείου του 6ου ορόφου εμβαδού 28,90 τ.μ. μέχρι του ποσού των 50.000 δολαρίων ΗΠΑ,  επί του υπ΄αριθμ. 2 γραφείου του 6ου ορόφου εμβαδού 25,80 τ.μ. μέχρι του ποσού των 50.000 δολαρίων ΗΠΑ,  επί του υπ΄αριθμ. 3 γραφείου του 6ου ορόφου εμβαδού 64,10 τ.μ. μέχρι του ποσού των 100.000 δολαρίων ΗΠΑ, και επί του υπ΄αριθμ. 1 γραφείου του 7ου ορόφου εμβαδού 11,90 τ.μ. μέχρι του ποσού των 50.000 δολαρίων ΗΠΑ. ΟΙ εν λόγω προσημειώσεις ενεγράφησαν στα οικεία βιβλία του υποθηκοφυλακείου Πειραιά στον τόμο 943 φύλλο 76, 77, 78 και 79 αριθμ. 1. Δυνάμει συμβάσεων εκχώρησης και αναδοχής χρεών, οι οποίες καταρτίσθηκαν την 1η Μαρτίου 2006 η εταιρία με την επωνυμία ‘………. . υπεισήλθε στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, που απέρρεαν από τις ανωτέρω από 21-3-2002 δανειακές συμβάσεις, όπως και στις ανωτέρω με ίδια ημερομηνία συμβάσεις εγγύησης. Επί της από 5-4-2006 αίτησης της εταιρίας με την επωνυμία ‘………….’’ κατά του ……….., και των εταιριών με τις επωνυμίες ‘………….’’ (καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα), ‘………….’’, ‘………….’’, ‘……… …, εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 7790/2006 απόφασης του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων). Με την απόφαση αυτή μεταρρυθμίστηκε η ως άνω υπ΄αριθμ. 1687/2002 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου έτσι ώστε οι ανωτέρω εγγραφείσες προσημειώσεις υποθήκης μεταξύ άλλων και επί των ανωτέρω αυτοτελών και ανεξαρτήτων οριζοντίων ιδιοκτησιών της εταιρίας με την επωνυμία ‘…………..’’ να ισχύουν μόνο υπέρ της αιτούσας. Η εν λόγω μεταρρύθμιση της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων υπέρ της εταιρίας με την επωνυμία ‘………… σημειώθηκε στο περιθώριο των ανωτέρω προσημειώσεων στα βιβλία υποθηκών του υποθηκοφυλακείου Πειραιά στις 6-10-2006. Στις 21-10-2010 καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων σύμβαση πώλησης δυνάμει του υπ΄αριθμ. …………. συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πειραιά Στεφάνου Βασιλάκη, με την οποία η καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα μεταβίβασε αιτία πώλησης την κυριότητα τεσσάρων αυτοτελών και ανεξαρτήτων οριζοντίων ιδιοκτησιών και συγκεκριμένα των υπ’ αριθμ. 1, 2 και 3 γραφείων του 6ου ορόφου και του υπ΄αριθμ. 1 γραφείου του 7ου ορόφου πολυώροφης οικοδομής, που βρίσκεται στον Πειραιά επί της οδού ………. έναντι συνολικού τιμήματος ποσού 171.072,24 ευρώ. Το ποσό αυτό πιστώθηκε και ορίστηκε καταβλητέο μέχρι τις 27-10-2013 υπό την προϋπόθεση ότι μέχρι τον προαναφερθέντα χρόνο θα είχαν εξοφληθεί όλα τα ανωτέρω δάνεια συνολικού ποσού 1.000.000 ευρώ. Ειδικότερα στο ανωτέρω αγοραπωλητήριο συμβόλαιο αναφέρεται κατά λέξη: ‘’Ολόκληρο το τίμημα της παρούσας αγοραπωλησίας πιστώνεται και η πωλήτρια εταιρία δέχεται να λάβει και η αγοράστρια εταιρία αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει το αργότερο εντός τριών (3) ετών από σήμερα ήτοι το αργότερο μέχρι την 21-10-2013 και υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι θα έχουν εν τω μεταξύ εξοφληθεί πλήρως και ολοσχερώς τα προαναφερόμενα δάνεια, προς εξασφάλιση της αποπληρωμής των οποίων έχουν εγγραφεί οι άνω προσημειώσεις υποθήκης’’. Ταυτόχρονα στο ανωτέρω συμβόλαιο ορίστηκε ότι: ‘’Σε κάθε περίπτωση η πωλήτρια εταιρία χορηγεί στην αγοράστρια εταιρία με το παρόν την πληρεξουσιότητα και το δικαίωμα όπως αυτή εξοφλήσει τα άνω χρέος και προβεί στο όνομα και για λογαριασμό της στην εξάλειψη των άνω προσημειώσεων υποθήκης’’. Επιπροσθέτως συμφωνήθηκε ότι: ‘’Για μεγαλύτερη ασφάλεια της πωλήτριας εταιρίας ότι θα καταβληθεί το πιστωμένο τίμημα, η αγοράστρια εταιρία διά του νομίμου εκπροσώπου της παρέχει σε αυτή το δικαίωμα όπως εγγράψει υπέρ της και κατά της αγοράστριας εταιρίας και με έξοδα της στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά υποθήκη στις άνω περιγραφόμενες οριζόντιες ιδιοκτησίες για ολόκληρο το πιστωμένο μέρος του τιμήματος ή οποιοδήποτε ποσό οφειλόμενο κατά την ημερομηνία της εγγραφής της, πλέον τυχόν τόκων και εξόδων, χωρίς να την ειδοποιήσει και χωρίς να της κοινοποιήσει τη μία από τις περιλήψεις’’. Ακολούθως στο ανωτέρω συμβόλαιο ορίστηκε ότι: ‘’Η καταβολή του πιστωμένου τιμήματος θα αποδεικνύεται από ιδιωτικές έγγραφες αποδείξεις της πωλήτριας εταιρίας ή αντίστοιχα γραμμάτια του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων στο όνομα της αποκλειομένου κάθε άλλου αποδεικτικού μέσου, και αυτού ακόμη του όρκου. Μόλις εξοφληθεί ολοσχερώς το τίμημα, η πωλήτρια εταιρία  υποχρεούται με δαπάνη της αγοράστριας εταιρίας να υπογράψει ενώπιον συμβολαιογράφου πράξη εξόφλησης του τιμήματος και εξάλειψης της κατά τα προαναφερόμενα τυχόν εγγραφείσης υποθήκης. Σε κάθε περίπτωση η αγοράστρια εταιρία δικαιούται να υπογράψει την πράξη αυτή οποτεδήποτε, παριστάμενη κατ΄ εντολή και για λογαριασμό της πωλήτριας εταιρίας δυνάμει εντολής και πληρεξουσιότητας, η οποία της παρέχεται με το παρόν ανέκκλητα, αφού αφορά και το συμφέρον της και ισχύει και για τις περιπτώσεις των άρθρων 223 και 726 του Αστικού Κώδικα, υπό την προϋπόθεση ότι η αγοράστρια εταιρία θα καταθέσει στο συμβολαιογράφο τα αποδεικτικά της εξοφλήσεως έγγραφα σύμφωνα με τα προαναφερόμενα. Με την προϋπόθεση αυτή η πωλήτρια, όπως παρίσταται, αναγνωρίζει την υπογραφή της άνω πράξης ως συνισταμένη αποκλειστικώς σε εκπλήρωση υποχρέωσης της, την οποία αναλαμβάνει με το παρόν, τη δε πράξη αυτή ως έγκυρη, ισχυρή και απρόσβλητη’’. Στις 11-11-2015 η καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα άσκησε το προαναφερθέν δικαίωμα της και ενέγραψε υποθήκη σε καθένα από τα ως άνω ακίνητα μέχρι του ποσού των 171.072,24 ευρώ. Όπως δεν αμφισβητείται, δεν έχει λάβει χώρα καταβολή του τιμήματος της ανωτέρω πώλησης. Η ανακόπτουσα και ήδη εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι η αντίδικος της ουδέποτε την όχλησε για την καταβολή του τιμήματος ούτε της γνωστοποίησε την αποπληρωμή των ανωτέρω δανείων ούτε της προσκόμισε κάποιο έγγραφο, από το οποίο να προκύπτει η αποπληρωμή τους και ως εκ τούτου καλόπιστα έχει την πεποίθηση ότι δεν έχει πληρωθεί η αίρεση. Η καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα αρνήθηκε ότι στο προαναφερθέν αγοραπωλητήριο συμβόλαιο εξαρτήθηκε η καταβολή του τιμήματος από την πλήρωση αναβλητικής αίρεσης ενώ παράλληλα ισχυρίστηκε ότι βάσει αυτού (δηλ. του συμβολαίου) η αντίδικος της είχε τη δυνατότητα να προβεί η ίδια στην εξόφληση των ανωτέρω δανείων, να επιμεληθεί της ανάκλησης, των αποφάσεων, που επέτρεψαν την εγγραφή προσημειώσεων υποθήκης και ακολούθως να καταβάλει το οφειλόμενο τίμημα μέχρι την 21η Οκτωβρίου 2013. Από το ίδιο το αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, όπως τα κρίσιμα σημεία αυτού παρατέθηκαν αυτολεξεί ανωτέρω, προκύπτει ότι η καταβολή του τιμήματος εξαρτήθηκε από αναβλητική προθεσμία ήτοι ορισμένο χρονικό σημείο (21-10-2013) συναρτώμενη με μελλοντικό γεγονός ‘’μεμειγμένον αιρέσεως’’ ήτοι αναβλητική αίρεση (την αποπληρωμή από τις εταιρίες με τις επωνυμίες ‘………… -καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα-, ‘…………, ‘…………….., και ‘…………..ή τις εγγυήτριες κάθε μίας από αυτές των δανείων τους ύψους 195.000 δολαρίων ΗΠΑ, 115.000 δολαρίων ΗΠΑ, 340.000  δολαρίων ΗΠΑ και 350.000 δολαρίων ΗΠΑ αντίστοιχα προς τη δανείστρια εταιρία με την επωνυμία ‘……………….) με αποτέλεσμα να χρήζει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 915 ΚΠολΔ. Ειδικότερα αφού η καταβολή του τιμήματος εξαρτήθηκε τόσο από αναβλητική προθεσμία όσο και από αναβλητική αίρεση, η καθής η ανακοπή δανείστρια κατά το χρόνο επίδοσης της προσβαλλομένης από 5-1-2016 επιταγής προς εκτέλεση, που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου του ως άνω αγοραπωλητηρίου συμβολαίου όφειλε να συγκοινοποιήσει στην αντίδικο της δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα έχοντα αποδεικτικά δύναμη έναντι αυτής (δηλ. της ανακόπτουσας και ήδη εφεσίβλητης), τα οποία να αποδεικνύουν ότι σε προγενέστερο χρόνο έλαβε χώρα εξόφληση των δανείων των δανειοληπτριών εταιριών με τις επωνυμίες ‘……….. (καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα), ‘………….., ‘………., και ‘……………..’ ύψους 195.000 δολαρίων ΗΠΑ, 115.000 δολαρίων ΗΠΑ, 340.000  δολαρίων ΗΠΑ και 350.000 δολαρίων ΗΠΑ αντίστοιχα προς τη δανείστρια εταιρία με την επωνυμία ‘………………’’ και ανακλήθηκαν οι αποφάσεις, με τις οποίες επετράπη η εγγραφή προσημειώσεων επί των ανωτέρω πωληθέντων ακινήτων. Η καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα ισχυρίστηκε ότι δυνάμει της υπ΄αριθμ. 299/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών διατάχθηκε η ανάκληση των ανωτέρω υπ΄αριθμ. 1687/2002 και 7790/2006 αποφάσεων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με τις οποίες είχαν εγγραφεί οι ανωτέρω προσημειώσεις υποθήκης λόγω εξόφλησης των απαιτήσεων, για την εξασφάλιση των οποίων αυτές είχαν εγγραφεί. Παρατηρείται ωστόσο ότι η καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα αν και επικαλέστηκε την ως άνω απόφαση τόσο ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου όσο και ενώπιον του παρόντος Δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου δεν τη προσκόμισε κατά την πρωτοβάθμια δίκη, όπως βεβαιώνεται στην εκκαλουμένη απόφαση, ούτε την προσκομίζει κατά τη δευτεροβάθμια δίκη. Επιπλέον δε παρατηρείται ότι το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών ουδόλως είναι αρμόδιο για την ανάκληση απόφασης, που εκδόθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά εκτός αν πρόκειται περί παραδρομής και αναγράφηκε εσφαλμένα ως εκδόν Δικαστήριο της ως άνω απόφασης το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών αντί του ορθού το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, κάτι που ευχερώς θα μπορούσε να αποσαφηνιστεί αν η εν λόγω απόφαση είχε προσκομιστεί. Περαιτέρω η ανακόπτουσα και ήδη εφεσίβλητη με την προσθήκη των προτάσεων της ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ισχυρίστηκε ότι η προαναφερθείσα απόφαση δημοσιεύθηκε στις 17-6-2016 ήτοι σε χρόνο μεταγενέστερο σε σχέση με την επίδοση σε αυτή της από 5-1-2016 επιταγής προς πληρωμή. Η αντίδικος της προσκομίζει με επίκληση το υπ΄αριθμ. …………… πιστοποιητικό του Υποθηκοφύλακα Πειραιά με ημερομηνία έκδοσης 22-6-2016, από το οποίο προκύπτει ότι την προαναφερθείσα ημερομηνία καταχωρήθηκε στα βιβλία υποθηκών του εν λόγω Υποθηκοφυλακείου στον τόμο ……., φύλλο ……. και …….. με αύξοντες αριθμούς ………. περίληψη της υπ΄αριθμ. 299/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά της εταιρίας με την επωνυμία ‘…………. και υπέρ …………. με αντικείμενο την ολική εξάλειψη ‘’του περιγραφομένου σε αυτή ακινήτου’’. Κατά συνέπεια δεν αποδείχθηκε ότι στις 11-1-2016, ήτοι τον κρίσιμο χρόνο επίδοσης της προσβαλλομένης από 5-1-2016 επιταγής προς πληρωμή, είχε λάβει χώρα εξόφληση των δανείων των εταιριών με τις επωνυμίες ‘……………’’,  ‘…… ., ‘………., και ‘……… ύψους 195.000 δολαρίων ΗΠΑ, 115.000 δολαρίων ΗΠΑ, 340.000  δολαρίων ΗΠΑ και 350.000 δολαρίων ΗΠΑ αντίστοιχα προς τη δανείστρια εταιρία με την επωνυμία ‘…………. και ανάκληση των αποφάσεων, βάσει των οποίων επετράπη η εγγραφή προσημειώσεων υποθήκης επί των ανωτέρω πωληθέντων ακινήτων. Δηλαδή δεν αποδείχθηκε η πλήρωση της ανωτέρω αναφερθείσας αναβλητικής αίρεσης και η επίδοση στην ανακόπτουσα και ήδη εφεσίβλητη όλων των σχετικών αποδεικτικών εγγράφων. Εξάλλου η καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα δεν επικαλείται ούτε προσκομίζει έγγραφη εξώδικη ομολογία του νομίμου εκπροσώπου της αντιδίκου της συνταχθείσα σε προγενέστερο της επίδοσης της επιταγής, από την οποία να αποδεικνύεται ότι αυτός είχε λάβει γνώση της πλήρωσης της  αναβλητικής αίρεσης. Η παράλειψη επίδοσης με την ανακοπτόμενη πράξη εκτέλεσης (επιταγή προς πληρωμή) αντιγράφου του αποδεικτικού της πλήρωσης της αίρεσης εγγράφου επάγεται ακυρότητα τόσο της επιταγής όσο και της εκτέλεσης, που έλαβε χώρα με βάση αυτή ανεξαρτήτως της βλάβης της καθής η εκτέλεση (άρθρ. 159 αριθμ. 1 ΚΠολΔ). Η καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η αντίδικος της βάσει του ανωτέρω αγοραπωλητηρίου συμβολαίου είχε τη δυνατότητα να εξοφλήσει η ίδια τα εν λόγω δάνεια, να επιμεληθεί της ανάκλησης των αποφάσεων, με βάση τις οποίες έγινε η εγγραφή των προσημειώσεων υποθήκης και ακολούθως να προβεί στην καταβολή του τιμήματος μέχρι τις 21-10-2013. Ωστόσο ο ισχυρισμός αυτός αλυσιτελώς προβάλλεται στα πλαίσια της παρούσας δίκης περί την εκτέλεση αφού ουδεμία έννομη επιρροή ασκεί, σε κάθε δε περίπτωση από το κείμενο του εκτελεστού τίτλου ευχερώς συνάγεται η απλή δυνατότητα της καθής η εκτέλεση να προβεί στην εξόφληση των δανείων, να επιμεληθεί της ανάκλησης των αποφάσεων, με τις οποίες ενεγράφησαν προσημειώσεις υποθήκης και να καταβάλει το συμφωνηθέν τίμημα και όχι ανάληψη συμβατικής υποχρέωσης. Κατά συνέπεια εν όψει όλων αυτών δεν μπορεί να γίνει λόγος για πλασματική πλήρωση αίρεσης κατ΄ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 207 ΑΚ.

Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο ομοίως έκρινε και έκανε δεκτή την ανακοπή ως κατ΄ ουσία βάσιμη   ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, δεν έσφαλε περί την  εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του και επιπλέον διέλαβε ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία (άρθρ. 93§3 εδ. α του Συντάγματος, 340§2 ΚΠολΔ), όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζεται η εκκαλούσα με τους σχετικούς λόγους έφεσης κρίνονται απορριπτέα. Επομένως αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, πρέπει η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί ως κατ΄ ουσία αβάσιμη και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρ. 495§3 ΚΠολΔ) όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος δεν θα περιληφθεί διάταξη περί επιβολής δικαστικών εξόδων λόγω της ερημοδικίας της εφεσίβλητης ούτε θα οριστεί παράβολο ερημοδικίας λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της εφεσίβλητης.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την έφεση.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις  1 Οκτωβρίου 2018.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ