Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 441/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης 441/2020                   

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

————————————————————–

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση του εν μέρει ηττηθέντος στον πρώτο βαθμό ενάγοντος κατά της υπ’αριθμ. 3306/2015 οριστικής απόφασης του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη η σε βάρος της εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας από 9.6.2011 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ…………./24.6.2011) αγωγή του, αρχικά ασκηθείσα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που με την υπ’αριθμ.3342/2014 (ήδη τελεσίδικη) απόφασή του κήρυξε εαυτόν αναρμόδιο προς εκδίκασή της, λόγω της ναυτικής φύσης της με αυτήν εισαχθείσας προς κρίση διαφοράς, και παρέπεμψε την υπόθεση στο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διώκουσα την επιδίκαση στον ανωτέρω του συνολικού χρηματικού ποσού των 34.440 ευρώ, πλέον τόκων, που φέρεται να του οφείλεται, ως, κατά τους ισχυρισμούς του, α) κόστος των προσηκόντως εκτελεσθεισών από την ατομική επιχείρησή του και απαιτουμένων εργασιών προς εξουδετέρωση της προκληθείσης κατά την πετρέλευση πλοίου, προσδεδεμένου σε προβλήτα του Εμπορικού Λιμένα του Βόλου, από υπαιτιότητα προστηθέντος της εναγομένης, οδηγού βυτιοφόρου οχήματός της, ρύπανσης στο χερσαίο και θαλάσσιο χώρο του ως άνω λιμένος, και β) αξία των αναλωθέντων, χρησιμοποιηθέντων ή διατεθέντων κατά περίπτωση από την επιχείρησή του για την απορρύπανση αναγκαίων υλικών, μέσων και εξοπλισμού, σύμφωνα με τα ειδικότερα στο δικόγραφο εκτιθέμενα, και υποχρεώθηκε η αντίδικός του να του καταβάλει για την εν λόγω αιτία το συνολικό ποσό των 6.961,80 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ. 1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.1 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 18.7.2017 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……………/18.7.2017), προ πάσης επίδοσης της πρωτόδικης απόφασης, αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλούνται οι διάδικοι, ούτε άλλωστε προκύπτει οίκοθεν από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα, αλλά σε κάθε περίπτωση εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, που έλαβε χώρα στις 27.8.2015  [όπως η ανωτέρω διάταξη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87), καθώς η ένδικη έφεση ασκήθηκε στις 18.7.2017, ήτοι μετά την 1η.1.2016 (άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ.2 του ίδιου νόμου), αλλά και η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε, χωρίς να επιδοθεί στις 27.8.2015, όπως προεκτέθηκε, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου (στις 23.7.2015)], ενώ επιπροσθέτως έχει καταβληθεί από τον εκκαλούντα κατά την κατάθεσή της το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.3 στοιχ.γ΄ του ΚΠολΔ παράβολο, και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου. Πρέπει, επομένως, η ανωτέρω έφεση, η οποία παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ως το καθ’ύλην και κατά τόπον αρμόδιο προς εκδίκασή της, ενόψει και της ναυτικής φύσης της διαφοράς (άρθρα 19 και 31 παρ.1 του ΚΠολΔ, και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 522 και 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), κατά την αυτή διαδικασία (τακτική), κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πρωτόδικη απόφαση.Ο ενάγων με την από 9.6.2011 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ…………./24.6.2011) αγωγή του, που αρχικά άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, το οποίο με την υπ’αριθμ. 3342/2014 απόφασή του, ήδη καταστάσα τελεσίδικη, κήρυξε εαυτόν αναρμόδιο να επιληφθεί, κρίνοντας την εισαχθείσα προς κρίση διαφορά ως ναυτική, και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ως καθ’ύλην, κατά τόπον, και λειτουργικά αρμόδιο δικαστήριο, επικαλούμενος α) ότι διατηρεί ατομική επιχείρηση με αποκλειστικό αντικείμενο την αντί αμοιβής εξουδετέρωση και αποτροπή της θαλάσσιας ρύπανσης, και τη διαχείριση στερεών και υγρών αποβλήτων, διαθέτοντας όλες τις προς τούτο απαιτούμενες άδειες και πιστοποιητικά, γνώσεις, εμπειρία, αλλά και το κατάλληλο και εξειδικευμένο προσωπικό, και όλα τα απαραίτητα εξοπλισμό, υλικά και μέσα, για την αποτελεσματική άσκηση της εμπορικής του αυτής δραστηριότητας, καθώς και ότι έχει συνάψει σχετική σύμβαση συνεργασίας, που αφορά στο ανωτέρω αντικείμενο εργασιών της επιχείρησής του, με τον Οργανισμό Λιμένος Βόλου, ο οποίος εκμεταλλεύεται και διαχειρίζεται τον Εμπορικό Λιμένα του Βόλου, β) ότι στις 22.2.2011 και περί ώρα 19.20 ειδοποιήθηκε από το Κεντρικό Λιμεναρχείο του Βόλου πως παρατήρηθηκε ρύπανση σε κρηπίδωμα εντός του χώρου του ως άνω λιμένος, προκληθείσα από διαρροή καυσίμων, που επήλθε κατά τη διάρκεια πετρέλευσης πλοίου, το οποίο ναυλοχούσε εκεί, διενεργηθείσας από βυτιοφόρα οχήματα της εναγομένης εταιρίας, όπερ είχε ως αποτέλεσμα συνεργείο της επιχείρησής του να σπεύσει άμεσα στο σημείο μετά του αναγκαίου αντιρρυπαντικού εξοπλισμού και των μέσων, που απαιτούντο για την αποτροπή επέκτασης της ρύπανσης και στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος, προκειμένου να επιληφθεί του συμβάντος, καθώς και ότι εκπρόσωπος της εναγομένης επικοινώνησε αυθημερόν μαζί του και δήλωσε ότι η ανωτέρω εταιρία, ως υπαίτια της πρόκλησης της διαπιστωθείσας ρύπανσης, αναλαμβάνει η ίδια εξ ολοκλήρου τη δαπάνη για την απορρύπανση της ρυπανθείσας περιοχής, γ) ότι, ακολούθως, το προσωπικό της επιχείρησής του εκτέλεσε όλες τις προς τούτο ενδεδειγμένες, με βάση τους οικείους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης, εργασίες, χρησιμοποιώντας τον κατάλληλο εξοπλισμό, και όλα τα απαιτούμενα μέσα και υλικά, και επέτυχε, όχι μόνο να περισυλλέξει την ποσότητα πετρελαιοειδών, που είχε ήδη διαρρεύσει, αλλά και να αποτρέψει τη θαλάσσια ρύπανση του λιμένος, καθώς και ότι το συνολικό κόστος της εν λόγω διεξαχθείσας επιχείρησης, που περιελάμβανε, τόσο την αξία των εργασιών, που διενεργήθηκαν, όσο και των χρησιμοποιηθέντων υλικών και μέσων αντιμετώπισης και αποκατάστασης της ρύπανσης, ανήλθε τελικά στο ποσό των 28.667 ευρώ, το οποίο στη συνέχεια γνωστοποίησε προφορικώς, αλλά και εγγράφως στην εναγόμενη (σχετικός πίνακας εμπεριέχεται στην ενσωματωθείσα στο δικόγραφο της αγωγής από 15.3.2011 επιστολή του προς την ως άνω εταιρία, στον οποίο παρατίθεται αναλυτικά κάθε επιμέρους εκτελεσθείσα εργασία, αλλά και κάθε χρησιμοποιηθέν υλικό, καθώς και το αντίστοιχο κόστος τους), εκδοθέντος σχετικώς από τον ίδιο για τη συγκεκριμένη αιτία του επίσης αναφερομένου στην αγωγή τιμολογίου του παροχής υπηρεσιών, συνολικού ποσού 34.440 ευρώ, του αναλογούντος Φ.Π.Α. συμπεριλαμβανομένου σ’αυτό, δ) ότι η εναγόμενη, παρά τις συνεχείς και επανειλημμένες οχλήσεις του, δεν του έχει καταβάλει το προαναφερόμενο ποσό, το οποίο, συνακόλουθα, εξακολουθεί να του οφείλεται, ζήτησε να υποχρεωθεί σε καταβολή του με την εκδοθησόμενη απόφαση, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφλησή του, καθώς και να καταδικασθεί στη δικαστική του δαπάνη. Επί της εν λόγω αγωγής, ως προς την οποία λεκτέον ότι η εναγόμενη αμφισβήτησε εξαρχής μόνο την έκταση της διαπιστωθείσης ρύπανσης, καθώς και το ύψος της δαπάνης, που απαιτήθηκε για την εξουδετέρωσή της, και συνακόλουθα το ύψος της σε βάρος της απαίτησης του ενάγοντος, και όχι την ευθύνη της αυτή καθεαυτή προς καταβολή της δαπάνης της απορρύπανσης της ρυπανθείσας περιοχής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, η υπ’αριθμ.3306/2015 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε αυτή εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και υποχρεώθηκε η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 6.961,80 ευρώ, του αναλογούντος Φ.Π.Α. συμπεριλαμβανομένου, πλέον τόκων από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση, ως, όπως κρίθηκε, οφειλόμενη σ’αυτόν δαπάνη για την εξουδετέρωση με τον προσήκοντα και κατά τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης ενδεδειγμένο τρόπο της ρύπανσης, που προκλήθηκε στο χερσαίο και θαλάσσιο χώρο του εμπορικού λιμένα του Βόλου, λόγω διαρροής πετρελαίου, η οποία σημειώθηκε κατά την παράδοση σε πλοίο, προσδεδεμένο σε προβλήτα του ως άνω λιμένος, πωληθείσας ποσότητας καυσίμων, με βυτιοφόρο όχημα της εναγομένης, από υπαιτιότητα του οδηγού της τελευταίας, η οποία κρίθηκε ότι επίσης ευθύνεται προς καταβολή του, εις ολόκληρον με τον υπαίτιο οδηγό του οχήματος, ως ιδιοκτήτρια της ρυπογόνου εγκατάστασης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 12 παρ.1 περ.β΄του ν.743/1977, όπως αυτός κωδικοποιήθηκε με το π.δ.55/1998. Ειδικότερα με την προαναφερόμενη απόφαση, αφού κρίθηκε ότι η αγωγή παραδεκτώς εισήχθη προς εκδίκαση ενώπιον του ανωτέρω πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ως καθ’ύλην και κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο, κατόπιν της τελεσιδικίας της παραπεμπτικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών,  στο οποίο αρχικά κατατέθηκε το δικόγραφο, καθώς και ότι τυγχάνει ορισμένη, και απορρίφθηκαν α) ως αβάσιμες οι περί του αντιθέτου προβληθείσες αιτιάσεις της εναγομένης, σύμφωνα με τις οποίες (η αγωγή) θα έπρεπε ν’απορριφθεί ως αόριστη, καθώς δεν αναφέρονται σ’αυτήν κατά τρόπο συγκεκριμένο τα ουσιώδη στοιχεία της σύμβασης έργου, διότι, όπως έγινε δεκτό, η υποχρέωση της εναγομένης προς καταβολή της δαπάνης για την εξουδετέρωση και αποτροπή της προκληθείσης στο λιμένα του Βόλου από δική της εγκατάσταση ρύπανσης, που κατάγεται προς κρίση με την ένδικη αγωγή, σύμφωνα με τα ειδικότερα στο δικόγραφο αυτής εκτιθέμενα για τη θεμελίωση της ιστορικής του βάσης, απορρέει από ενοχή εκ του νόμου, και όχι από σύμβαση έργου, και β) ως νόμω αβάσιμη η προβληθείσα ένσταση της εναγομένης περί παραγραφής της αγωγικής αξίωσης, καθόσον κρίθηκε ότι δεν πρόκειται περί αξίωσης που υπόκειται στην ενιαύσια παραγραφή του άρθρου 289 του ΚΙΝΔ, η οποία εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνον επί των περιοριστικά απαριθμούμενων στη διάταξη του άρθρου αυτού αξιώσεων, αλλά, καθώς ο ενάγων έχει την ιδιότητα του εμπόρου, στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 αριθμ.1 του ΑΚ, που δεν έχει συμπληρωθεί εν προκειμένω, διερευνήθηκε η αγωγή από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας, και, αφού έγινε δεκτό ότι, από υπαιτιότητα οδηγού φορτηγού οχήματος, που χρησιμοποιείτο για την παράδοση ποσότητας πετρελαίου για τον εφοδιασμό πλοίου, το οποίο ναυλοχούσε στο λιμένα του Βόλου, σε εκτέλεση σύμβασης πώλησης, καταρτισθείσης μεταξύ της εναγομένης και της πλοιοκτήτριας του πλοίου αυτού, σημειώθηκε κατά τις απογευματινές ώρες της 22ης.2.2011 διαρροή ναυτιλιακού καυσίμου, εξαιτίας της οποίας παρατηρήθηκε ρύπανση, αρχικά στο χερσαίο χώρο του λιμένος, και δη επί της προβλήτας, όπου είχε σταθμεύσει το όχημα, που διενεργούσε την πετρέλευση και βρισκόταν προσδεδεμένο το πλοίο, ποσότητας 300 περίπου λίτρων πετρελαίου, και στη συνέχεια κατά τις πρωϊνές ώρες της επόμενης ημέρας και στο θαλάσσιο χώρο, μέσω ενός φρεατίου, που βρισκόταν πλησίον του σημείου της διαρροής, και εκτεινόταν κατά μήκος του κρηπιδώματος της προβλήτας, καθώς και μέσω των λόγω διάβρωσης προκληθεισών ρωγμών του κρηπιδώματος, σε έκταση 15-20 τ.μ., ότι η εναγόμενη αυθημερόν ανέλαβε εγγράφως την ευθύνη για την πρόκληση της διαρροής, ως προστήσασα τον οδηγό του ρυπογόνου οχήματος, και την υποχρέωση καταβολής των δαπανών της απορρύπανσης, ότι ουδέποτε συμφωνήθηκε προφορικά μεταξύ των διαδίκων πως η αμοιβή του ενάγοντος για την εκτέλεση των εργασιών εξουδετέρωσης της ρύπανσης στην περιοχή του λιμένος, θα ανερχόταν κατ’αποκοπήν στο συνολικό ποσό των 6.000 ευρώ, του κόστους των υλικών, μέσων και εξοπλισμού που θα απαιτούντο συμπεριλαμβανομένου, και τέλος ότι δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός του ενάγοντος, σύμφωνα με τον οποίο τα πετρελαιοειδή διέρρευσαν προς τη θάλασσα μέσω τριών φρεατίων απορροής ομβρίων υδάτων της προβλήτας του λιμένος του Βόλου, όπου διενεργείτο η πετρέλευση,  που απείχαν μεταξύ τους 30 μέτρα, με αποτέλεσμα η ρύπανση στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος να καταλάβει συνολική έκταση άνω των 200 τ.μ., εντοπισθείσα σε τρία διαφορετικά σημεία αυτού, και συγκεκριμένα στη θαλάσσια περιοχή πέριξ της απόληξης εκάστου φρεατίου, όπερ κατέστησε αναγκαία, για τον εγκλωβισμό της ποσότητας πετρελαίου, που διέρρευσε, την τοποθέτηση στη θάλασσα από την επιχείρησή του τριών (και όχι ενός) πλωτών φραγμάτων, μήκους 25 μέτρων το καθένα, και συνολικά 75 μέτρων (με την εκκαλουμένη έγινε δεκτό ότι χρησιμοποιήθηκε ένα μόνο πλωτό φράγμα, μήκους 25 μέτρων), στη συνέχεια κρίθηκε ότι στην οφειλόμενη στον ενάγοντα από την εναγόμενη δαπάνη για την εξουδετέρωση της προκληθείσας ρύπανσης περιλαμβάνονται τα κάτωθι αναφερόμενα επιμέρους χρηματικά ποσά, τα οποία και πρέπει να του επιδικασθούν: 1) Το ποσό των 900 ευρώ για την χρήση επί 3 ώρες βοηθητικού σκάφους (μηχανοκίνητης λέμβου), με πλήρωμα δύο τεχνικούς της επιχείρησής του (300 ευρώ/ώρα, με βάση δικό του τιμοκατάλογο, που, όπως επίσης έγινε δεκτό, απεστάλη τηλεμοιοτυπικώς στην εναγόμενη προ της έναρξης των εργασιών απορρύπανσης Χ 3 ώρες), που απαιτήθηκε, τόσο για την τοποθέτηση του πλωτού φράγματος και για την ανάκτηση αυτού άλλη ημέρα, όσο και για τη ρίψη διασκορπιστικού υλικού για την απομάκρυνση της εγκλωβισθείσας εντός του φράγματος ποσότητας πετρελαίου, που δεν κατέστη δυνατόν να συλλεγεί με απορροφητικά υλικά, και το ποσό των 1.600 ευρώ για την απασχόληση επί 2 ημέρες των δύο τεχνικών, που αποτελούσαν το πλήρωμα του ανωτέρω σκάφους (400 ευρώ/ημέρα, σύμφωνα με τον προαναφερόμενο τιμοκατάλογο, Χ 2 ημέρες Χ 2 πρόσωπα), ήτοι συνολικά το ποσό των 2.500 ευρώ, εκ του οποίου επιδικάσθηκε το μικρότερο ποσό των 1.760 ευρώ, που ζητείτο με την αγωγή για τις εν λόγω αιτίες, 2) το ποσό των 1.000 ευρώ για τη χρήση του προαναφερθέντος πλωτού φράγματος μήκους 25 μέτρων, το οποίο έγινε δεκτό ότι παρέμεινε τοποθετημένο στη θαλάσσια περιοχή κατά μήκος της προβλήτας του λιμένος του Βόλου, όπου σημειώθηκε η διαρροή, επί 5 συνεχή εικοσιτετράωρα (8 ευρώ/μέτρο/ημέρα, με βάση τις χρεώσεις του ιδίου τιμοκαταλόγου, Χ 5 ημέρες Χ 25 μέτρα), και όχι το ποσό των 3.000 ευρώ, που ζητήθηκε με την αγωγή για την ως άνω αιτία, με την επίκληση της τοποθέτησης 3 πλωτών φραγμάτων, συνολικού μήκους 75 μέτρων, κατά τα προεκτεθέντα, 3) το ποσό των 1.200 ευρώ για την παραμονή σε ετοιμότητα κατά τη διάρκεια των επίμαχων αντιρρυπαντικών εργασιών επί 12 ώρες βυτιοφόρου οχήματος παραλαβής πετρελαιοειδών αποβλήτων, το οποίο, όπως έγινε δεκτό, τελικά δεν χρησιμοποιήθηκε, διότι η ποσότητα καυσίμου, που διέρρευσε στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος, ήταν τέτοιου μεγέθους, που κατέστη δυνατόν να απομακρυνθεί με τη χρήση απορροφητικών μέσων και διασκορπιστικού υλικού (100 ευρώ/ώρα, με βάση την προβλεπόμενη στον ως άνω τιμοκατάλογο χρέωση, Χ 12  ώρες), όπως ζητήθηκε και με την αγωγή, και 4) το ποσό των 500 ευρώ ως αμοιβή για την απασχόληση κατά την εκτέλεση των εργασιών απορρύπανσης επί 1 ημέρα του τεχνικού ασφαλείας της επιχείρησης του ενάγοντος, με βάση την διαλαμβανόμενη στον προαναφερθέντα τιμοκατάλογο χρέωση (500 ευρώ/ημέρα Χ 1 ημέρα Χ 1 πρόσωπο), και όχι το ποσό των 3.000 ευρώ, που ζητήθηκε με την αγωγή να επιδικασθεί ως αμοιβή για την απασχόληση στη συγκεκριμένη περίπτωση, πλην του ανωτέρω προσώπου, και του ιδίου του ενάγοντος, αλλά και μίας γραμματέως, και 5) το ποσό των 1.500 ευρώ για τη χρήση ειδικών απορροφητικών φραγμάτων, τύπου SPC 510, συνολικού μήκους 75 μέτρων, προς συλλογή της διαρρεύσασας στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος του Βόλου ποσότητας πετρελαίου (20 ευρώ/μέτρο, με βάση την αναφερόμενη στον τιμοκατάλογο του ενάγοντος  χρέωση, Χ 75 μέτρα), εκ του οποίου έγινε δεκτό ότι πρέπει να επιδικασθεί μόνον το ποσό των 1.200 ευρώ, το οποίο ζητήθηκε με την αγωγή να καταβληθεί ως το συνολικό κόστος χρήσης όλων των χρησιμοποιηθέντων από το προσωπικό της επιχείρησης του ενάγοντος κατά τη διάρκεια των αναληφθεισών απορρυπαντικών εργασιών απορροφητικών υλικών, ήτοι, πέραν των εν λόγω φραγμάτων, των πετσετών και του πριονιδίου, άπαντα τα ανωτέρω υπό στοιχεία 1-5 ποσά αθροιζόμενα στο συνολικό ποσό των 5.660 ευρώ, επί του οποίου συνυπολογίσθηκε ο αναλογούν Φ.Π.Α., σε ποσοστό 23%, και το ανακύψαν ποσό των 6.961,80 ευρώ, έγινε δεκτό ότι υποχρεούται η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα, πλέον τόκων, κατά τα προεκτεθέντα. Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση απορρίφθηκαν ως ουσιαστικά αβάσιμα 1) το κονδύλιο των 700 ευρώ, που ζητήθηκε να καταβληθεί για τη χρήση από την επιχείρηση του ενάγοντος μισθωθέντος ειδικού αποφρακτικού οχήματος από τρίτη επιχείρηση για τον καθαρισμό του φρεατίου της προβλήτας του λιμένος του Βόλου, μέσω του οποίου κρίθηκε ότι διέρρευσε το πετρέλαιο στο θαλάσσιο χώρο, από εντός αυτού εναπομείναντα υπολείμματα καυσίμου, ως προς το οποίο (αιτούμενο ποσό) έγινε δεκτό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι, ναι μεν συνιστά δαπάνη που συνέχεται με τις εργασίες απορρύπανσης, τις οποίες εκτέλεσε ο ενάγων, και, συνεπώς, η εναγόμενη υποχρεούται σε καταβολή του αντίστοιχου ποσού, πλην όμως ότι δεν αποδείχθηκε το ύψος του μισθώματος, καθώς ούτε ο ίδιος ο ενάγων επικαλέσθηκε, ούτε αποδείχθηκε, ότι πράγματι καταβλήθηκε κάποιο χρηματικό ποσό και ποιο συγκεκριμένα για την αιτία αυτή, και 2) το ποσό των 20.007 ευρώ, το οποίο ζητήθηκε ως καταβληθείσα από τον ενάγοντα αμοιβή προς τρίτη εταιρία για τη διάθεση των αποβλήτων της ρύπανσης, που συνελέγησαν, ως προς τα οποία κρίθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση ότι το βάρος τους ανήλθε σε 14,82 τόνους, διότι έγινε δεκτό, ότι, παρότι, σύμφωνα με τον τιμοκατάλογο της επιχείρησης του ανωτέρω, η χρέωση για την διάθεση των αποβλήτων της ρύπανσης, την αποκατάσταση της οποίας αναλαμβάνει αυτή κάθε φορά, ισούται με το κόστος της διάθεσης, ήτοι την εκάστοτε καταβληθείσα από πλευράς της δαπάνη, που βαρύνει τον υπόχρεο, και ότι στην κρινόμενη περίπτωση όντως τυγχάνει αποδοτέο από την εναγόμενη, ως ιδιοκτήτρια της ρυπογόνου εγκατάστασης, το ποσό, που καταβλήθηκε προς τούτο στην εν λόγω εταιρία από την επιχείρηση του ενάγοντος, ωστόσο εν προκειμένω ουδόλως αποδείχθηκε το ύψος του ως άνω ποσού, ούτε, άλλωστε ο ενάγων επικαλέσθηκε ότι κατέβαλε συγκεκριμένο ποσό για την αιτία αυτή. Κατά της ανωτέρω πρωτόδικης απόφασης ο ενάγων, ως εν μέρει ηττηθείς με αυτήν διάδικος, άσκησε την κρινόμενη έφεση, έχοντας, επομένως, προφανές έννομο συμφέρον προς τούτο, με την οποία πλήττει τα κεφάλαια της εκκαλουμένης που τον βλάπτουν και αφορούν στα επιμέρους κονδύλια του συνολικά αιτουμένου χρηματικού ποσού της οφειλομένης δαπάνης προς εξουδετέρωση της προκληθείσας από υπαιτιότητα προστηθέντος της εναγομένης ρύπανσης στο χερσαίο και θαλάσσιο χώρο του λιμένος του Βόλου, στην καταβολή του οποίου έγινε δεκτό ότι ευθύνεται και η εναγόμενη, εις ολόκληρον με το υπαίτιο φυσικό πρόσωπο, ως ιδιοκτήτρια της ρυπογόνου εγκατάστασης, ως προς τα οποία (προσβαλλόμενα κονδύλια) η αγωγή του έγινε εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη ή απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, και συγκεκριμένα παραπονείται, με τους ειδικότερα αναφερόμενους στο εφετήριο λόγους, που συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες, στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, για τις κρίσεις του τελευταίου επί: 1) Του κονδυλίου για τη χρήση τριών πλωτών φραγμάτων στο θαλάσσιο χώρο του ανωτέρω λιμένος, συνολικού μήκους 75 μέτρων (και όχι ενός, μήκους 25 μέτρων, όπως κρίθηκε  με την  εκκαλουμένη απόφαση ότι χρησιμοποιήθηκε από το προσωπικό της επιχείρησης του ενάγοντος), το οποίο έγινε εν μέρει δεκτό ως ουσιαστικά βάσιμο κατά το ποσό των 1.000 ευρώ, 2) του κονδυλίου των 700 ευρώ, που με την αγωγή φέρεται ως οφειλόμενο για τη χρήση από τον ενάγοντα ειδικού αποφρακτικού μηχανήματος προς καθαρισμό των τριών φρεατίων απορροής των ομβρίων υδάτων, που υφίστανται στο κρηπίδωμα της προβλήτας του λιμένος, όπου αρχικά εντοπίσθηκε η διαρροή του ναυτιλιακού καυσίμου, η οποία έλαβε χώρα κατά την πετρέλευση εκεί προσδεδεμένου πλοίου, από υπολείμματα πετρελαίου, το οποίο (κονδύλιο) απορρίφθηκε στο σύνολό του ως αβάσιμο, 3) του κονδυλίου των 800 ευρώ, το οποίο ζητήθηκε από τον ενάγοντα ως αμοιβή της, κατά τους ισχυρισμούς του, απασχοληθείσας κατά τη διάρκεια των εργασιών απορρύπανσης τριμελούς ομάδας έκτακτης ανάγκης γραφείου της επιχείρησής του, αποτελουμένης από τον ίδιο, έναν τεχνικό ασφαλείας και μία γραμματέα, και έγινε εν μέρει δεκτό ως κατ’ουσίαν βάσιμο κατά το ποσό των 500 ευρώ, καθώς, όπως προεκτέθηκε, κρίθηκε ότι κατά τις εν λόγω εργασίες απασχολήθηκε μόνον ένα άτομο, και δη ο τεχνικός ασφαλείας της εν λόγω επιχείρησης επί μία ημέρα, και τέλος 4) του κονδυλίου των 20.007  ευρώ, που κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, οφείλεται στον ενάγοντα ως καταβληθείσα απ’αυτόν αμοιβή της αναφερομένης στο δικόγραφο τρίτης μη διαδίκου εταιρίας για τη διάθεση των αποβλήτων της επίμαχης ρύπανσης, που συνελέγησαν από το προσωπικό της επιχείρησής του, το οποίο απορρίφθηκε εξ ολοκλήρου ως ουσιαστικά αβάσιμο, και αναφορικά με το οποίο ειδικότερα γίνεται μνεία στην κρινόμενη έφεση ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να επιδικασθεί από το παρόν Δικαστήριο αν όχι στο σύνολό του, τουλάχιστον κατά το ποσό των 4.807,58 ευρώ, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών της ανωτέρω εταιρίας, που φέρεται εκδοθέν για την αιτία αυτή. Ζητείται δε να γίνει δεκτή η ασκηθείσα έφεση και κατ’ουσίαν και να εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να γίνει δεκτή η αγωγή του εκκαλούντος στο σύνολό της ως ουσιαστικά βάσιμη. Σημειωτέον ότι οι παραδοχές του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου αναφορικά με την ευθύνη της εναγομένης προς καταβολή του ποσού που πράγματι δαπανήθηκε για την εξουδετέρωση της εν λόγω διαπιστωθείσης ρύπανσης στο χερσαίο και θαλάσσιο χώρο του λιμένος του Βόλου, τα λοιπά κονδύλια, ως προς τα οποία η αγωγή  έγινε καθ’ολοκληρίαν δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και επιδικάσθηκαν στον ενάγοντα στο σύνολό τους, την ποσότητα των αποβλήτων που συνελέγη από το προσωπικό της επιχείρησης του ενάγοντος μετά το πέρας των απορρυπαντικών εργασιών στη ρυπανθείσα περιοχή, τον (απορριφθέντα) ισχυρισμό της εναγομένης περί συμφωνίας μεταξύ τους, που αφορά στην εκτέλεση από την επιχείρηση του ενάγοντος των απαιτουμένων για την αποκατάσταση της ένδικης ρύπανσης εργασιών αντί του χρηματικού ποσού των 6.000 ευρώ, καθώς και το κεφάλαιο της εκκαλουμένης σχετικά με την απόρριψη της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης παραγραφής της αγωγικής αξίωσης, δεν πλήττονται από τον ενάγοντα με την κρινόμενη έφεση, καθώς δεν τον βλάπτουν, ενώ η εναγόμενη, η οποία προφανώς και θα είχε έννομο συμφέρον να παραπονεθεί σχετικώς, ουδόλως άσκησε έφεση κατά της ιδίας απόφασης.Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 3, 11 και 12 του ν. 743/1977 , όπως αυτά τροποποιήθηκαν με το άρθρο δέκατο παρ. 1, 2, 4, 11 και 12 αντιστοίχως του ν. 2252/1994 και όπως κωδικοποιήθηκαν με το π.δ. 55/1998, λαβόντα τους ιδίους αριθμούς 1, 3, 11 και 12, προκύπτουν τα εξής: Απαγορεύεται η απόρριψη στις ακτές, στα λιμάνια και στα ελληνικά χωρικά ύδατα πετρελαίου πετρελαιοειδών μιγμάτων, επιβλαβών ουσιών ή μιγμάτων αυτών και πάσης φύσεως αποβλήτων, λυμάτων και απορριμμάτων από τα οποία μπορεί να προκληθεί ρύπανση της θάλασσας και των ακτών (αρθρ. 3§1 περ.α΄). Ως πετρέλαιο νοείται κάθε τύπος πετρελαίου που περιλαμβάνει αργό πετρέλαιο, πετρέλαιο εξωτερικής καύσης, στερεά πετρελαιοειδή κατάλοιπα, πετρελαιοειδή απορρίμματα και προϊόντα απόσταξης, καθώς και κάθε άλλος τύπος που, άσχετα από τη σύνθεσή του, χαρακτηρίζεται ειδικά από τη Σύμβαση ως πετρέλαιο, ενώ ως πετρελαιοειδές μίγμα νοείται κάθε μίγμα που περιέχει πετρέλαιο όπως αυτό προσδιορίζεται από τον εν λόγω νόμο ή από τη Σύμβαση (αρθρ. 1 περ. ι΄ και ια΄). Ως απόρριψη νοείται η εκβολή ή διαφυγή οποιασδήποτε ουσίας στη θάλασσα και ως ρύπανση η παρουσία στη θάλασσα κάθε ουσίας, η οποία αλλοιώνει τη φυσική κατάσταση του θαλασσινού νερού ή το καθιστά επιβλαβές στην υγεία του ανθρώπου ή στην πανίδα και χλωρίδα των βυθών και γενικά ακατάλληλο για τις προβλεπόμενες κατά περίπτωση χρήσεις του (αρθρ. 1 περ. γ΄ και ιδ΄). Επίσης, ως εγκαταστάσεις νοούνται, μεταξύ άλλων, οι εταιρίες αποθήκευσης, διακίνησης και εμπορίας πετρελαιοειδών και επιβλαβών ουσιών, οι κάθε είδους λιμενικές εγκαταστάσεις και κάθε είδους επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στη θάλασσα, σε παράκτιους χώρους ή στην ενδοχώρα και χρησιμοποιούν τη θάλασσα και τις ακτές άμεσα ή έμμεσα για τις λειτουργικές τους ανάγκες ή έχουν άμεση ή έμμεση δυσμενή επίδραση στο θαλάσσιο περιβάλλον, ενώ ως Αρχή νοούνται τα Κεντρικά Λιμεναρχεία, Λιμεναρχεία και Υπολιμεναρχεία της Χώρας (αρθρ. 1 περ. δ΄ και στ΄). Σε περίπτωση ρύπανσης ή πιθανού κινδύνου πρόκλησης αυτής, ο προϊστάμενος ή διευθυντής της εγκατάστασης, καθώς και οι τυχόν εντεταλμένοι υποχρεούνται να αναφέρουν αμέσως το περιστατικό στην αρμόδια Λιμενική Αρχή ή στο Υπουργείο και να λάβουν άμεσα κάθε πρόσφορο μέτρο για την αποτροπή, περιορισμό και αντιμετώπιση της ρύπανσης, ενεργώντας σύμφωνα με τα υφιστάμενα σχέδια αντιμετώπισης της ρύπανσης. Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο αυτός που προκάλεσε τη ρύπανση, οι συνυπεύθυνοι και οι τυχόν εντεταλμένοι αδυνατούν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα στην έκταση που απαιτείται, υποχρεούνται να αναθέτουν αμέσως τις εργασίες αυτές σε αναγνωρισμένες επιχειρήσεις αντιμετώπισης της ρύπανσης, ευθυνόμενοι επιπρόσθετα για τις συνέπειες κάθε καθυστέρησης. Η Αρχή, αμέσως μόλις πληροφορηθεί περιστατικό ρύπανσης ή πρόδηλο και επικείμενο κίνδυνο πρόκλησης ρύπανσης, παίρνει κάθε πρόσφορο μέτρο για την αποτροπή, τον περιορισμό και την εξουδετέρωση των συνεπειών της, ενημερώνοντας σχετικά, τον ιδιοκτήτη ή αυτόν που εκμεταλλεύεται την εγκατάσταση. Η Αρχή μπορεί να χρησιμοποιεί και να συντονίζει ιδιωτικά μέσα και να ζητεί τη συνδρομή συναφών οργανισμών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων που διαθέτουν τα αναγκαία μέσα και τη σχετική πείρα για την αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών. Η χρησιμοποίηση των μέσων που ανήκουν σε Οργανισμούς και ιδιώτες γίνεται πάντοτε κάτω από τον έλεγχο της Αρχής, ενώ οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν το πλοίο ή την εγκατάσταση και αυτόν που με οποιονδήποτε τρόπο προκάλεσε τη ρύπανση. Οι εργασίες αντιμετώπισης της ρύπανσης εκτελούνται πάντοτε κάτω από την άμεση εποπτεία της Αρχής, η οποία εξασφαλίζει ότι διενεργούνται με την επιβαλλόμενη ταχύτητα και με αποδεκτές μεθόδους. Οι αναγνωρισμένες επιχειρήσεις καταπολέμησης της ρύπανσης έχουν όλες τις ευθύνες του εντολοδόχου για τη λήψη των προβλεπομένων μέτρων πρόληψης και καταπολέμησης της ρύπανσης και εκτελούν τις σχετικές εργασίες κάτω από την εποπτεία και σύμφωνα με τις υποδείξεις της Αρχής, με ποινή ανάκλησης της άδειας που τους έχει χορηγηθεί (αρθρ. 11§§1-5 και 7). Για την αποκατάσταση ζημιών που έχουν προκληθεί από ρύπανση, καθώς και για τις δαπάνες που έχουν γίνει για την αποτροπή ή την εξουδετέρωση αυτής, υπεύθυνος είναι αυτός που προκάλεσε υπαίτια τη ρύπανση ή τον πιθανό κίνδυνο πρόκλησης αυτής (πταισματική ευθύνη) και μαζί μ’ αυτόν ευθύνονται εις ολόκληρον (αντικειμενική ευθύνη) ο ιδιοκτήτης της εγκατάστασης, αυτός που την εκμεταλλεύεται, αν δε αυτή ανήκει σε εταιρία, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και ο Διευθύνων Σύμβουλος αυτής, καθώς και όποιος γενικά εκπροσωπεί τη μονάδα που ρυπαίνει (αρθρ. 12§1 περ. β΄). Πρόκειται μάλιστα περί υποχρέωσης, που απορρέει από ενοχή εκ του νόμου (βλ. σχετ. ΑΠ 332/2006 ΧρΙΔ 2006.614). Τέλος, οι προαναφερθείσες διατάξεις (ν. 743/1977) εφαρμόζονται (άρθρο 2 παρ. 1 περ. α΄ του νόμου αυτού), μεταξύ άλλων, στις περιπτώσεις ρύπανσης των λιμένων, των ακτών της χώρας και των ελληνικών χωρικών υδάτων από πλοία ή δεξαμενόπλοια με ελληνική ή ξένη σημαία (βλ. σχετ. ΑΠ 332/2006 ΕΕμπΔ 2006.405, ΕφΠειρ(Μον) 83/2015 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ (Μον) 254/2014 ΕλλΔνη 2015.524, ΕφΠειρ 127/2009 ΕΕμπΔ 2010.691, ΕφΠειρ 1000/2006 ΕΝαυτΔ 2007.187, ΕφΠειρ 961/2005 ΕΕμπΔ 2005.799, Ι. Καράκωστα «Περιβάλλον και Δίκαιο» 3η έκδ., σελ. 418).Οι περί αοριστίας της αγωγής αιτιάσεις της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, που προβλήθηκαν στον πρώτο βαθμό, και επαναλαμβάνονται με τις προτάσεις, που η ανωτέρω διάδικος κατέθεσε στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, και ειδικότερα έγκεινται στο ότι στο δικόγραφο της αγωγής δεν περιέχονται τα ουσιώδη στοιχεία της σύμβασης έργου κατά το άρθρο 681 του ΑΚ, τα οποία εν προκειμένω αφορούν στην κατάρτιση και εκτέλεση του αναληφθέντος από την επιχείρηση του ενάγοντος έργου της απορρύπανσης στο λιμένα του Βόλου, και δη στο συγκεκριμένο έργο, που συμφωνήθηκε να εκτελεστεί, στο χρόνο που απαιτήθηκε για την αποπεράτωσή του, στις εργασίες που διενεργήθηκαν, και στις ποσότητες των υλικών και μέσων που χρησιμοποιήθηκαν προς τούτο, επακριβώς προσδιοριζόμενες, καθώς και στη συμφωνία τους επί του τρόπου υπολογισμού της αμοιβής της εργολάβου επιχείρησης, απορριπτέες τυγχάνουν, διότι στην προκειμένη περίπτωση η υποχρέωση της εναγομένης προς καταβολή του αιτουμένου ποσού της δαπάνης για την εξουδετέρωση της προκληθείσης ρύπανσης, σύμφωνα με όσα πραγματικά περιστατικά εκτίθενται στο αγωγικό δικόγραφο για τη στοιχειοθέτηση της ιστορικής του βάσης, και ήδη αναφέρθηκαν και στην παρούσα απόφαση κατά την παράθεση του περιεχομένου της αγωγής, δεν απορρέει από καταρτισθείσα μεταξύ των διαδίκων σύμβαση έργου, ώστε να απαιτείται για το ορισμένο και την πληρότητα του αγωγικού δικογράφου η μνεία των αναγκαίων στοιχείων της σύμβασης αυτής, αλλά από ενοχή εκ του νόμου,  όπως διαλαμβάνεται και στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη, δυνάμει της οποίας ενέχεται αυτή ως ιδιοκτήτρια της ρυπογόνου εγκατάστασης, καθώς η επικαλούμενη ρύπανση στο χώρο του λιμένος του Βόλου φέρεται, κατά τους περιεχόμενους στην αγωγή ισχυρισμούς του ενάγοντος, να προκλήθηκε λόγω διαρροής πετρελαίου κατά την παράδοση για λογαριασμό της μεγαλύτερης ποσότητας του ως άνω καυσίμου σε πλοίο που ναυλοχούσε εκεί με βυτιοφόρα οχήματα, εις ολόκληρον ευθυνόμενη με το υπαίτιο για την πρόκληση της ρύπανσης πρόσωπο.Το παρόν Δικαστήριο εκτιμά: α) Τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων …………… (του ενάγοντος) και …………… (της εναγομένης), οι οποίες δόθηκαν κατά τη συζήτηση της αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που εξέδωσε την εκκαλουμένη απόφαση, και περιέχονται, απομαγνητοφωνηθείσες, στα ταυτάριθμα με την ανωτέρω απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, β) όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, προκειμένου απ’όσα δεν οδηγούν σε άμεση απόδειξη να συναχθούν δικαστικά τεκμήρια, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, στα οποία περιλαμβάνονται και τα ταυτάριθμα με την υπ’αριθμ.3342/2014 παραπεμπτική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στα οποία εμπεριέχονται οι ένορκες καταθέσεις των ιδίων μαρτύρων, που εξετάσθηκαν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο της 13ης.2.2014, και γ) τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 παρ.4 του ΚΠολΔ). Από την επανεκτίμηση και συνεκτίμηση του ανωτέρω αποδεικτικού υλικού το Δικαστήριο τούτο κρίνει ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Η εναγόμενη εταιρία δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στον κλάδο της εμπορίας πετρελαιοειδών και παραγώγων αυτών προϊόντων. Στο πλαίσιο της προαναφερόμενης εμπορικής της δραστηριότητας συνήψε κατά το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2011 σύμβαση πώλησης με την πλοιοκτήτρια εταιρία του υπό σημαία Κομορών φορτηγού πλοίου με την ονομασία «M», δυνάμει της οποίας ανέλαβε τον εφοδιασμό του ως άνω πλοίου στο λιμένα του Βόλου, όπου ναυλοχούσε, με ποσότητα 101,85 μετρικών τόνων πετρελαίου ναυτιλίας τύπου 0,1% (gasoil 0,1%). Σε εκπλήρωση της σχετικής της υποχρέωσης από την ανωτέρω σύμβαση πώλησης, παρέδωσε κατά τις απογευματινές ώρες της 22ης.2.2011, διά των υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας …………….. Δ.Χ. βυτιοφόρων οχημάτων, 25,66, 25,19, 25,68 και 25,32 μετρικούς τόνους αντίστοιχα, και συνολικά 101,85 μετρικούς τόνους, του ως άνω τύπου ναυτιλιακού καυσίμου στο προαναφερόμενο πλοίο, ενώ αυτό ήταν προσδεδεμένο στην υπ’ αριθμ. 1 προβλήτα του εμπορικού λιμένος του Βόλου. Για την εν λόγω πώληση εκδόθηκαν τα υπ’αριθμ. ………… δελτία αποστολής και το υπ’αριθμ. ………. τιμολόγιο πώλησης της εναγομένης. Αποδείχθηκε επίσης ότι κατά τη διαδικασία της παράδοσης της πωληθείσας ποσότητας ναυτιλιακού καυσίμου στο πλοίο, υπήρξε διαρροή πετρελαίου από το σύστημα μετάγγισης του ενός από τα προαναφερόμενα βυτιοφόρα οχήματα, εξαιτίας της οποίας προκλήθηκε ρύπανση, τόσο στο χερσαίο, όσο και στο θαλάσσιο χώρο του ως άνω λιμένος, πέριξ του σημείου της διαρροής. Ειδικότερα, όπως διαπιστώθηκε από τα επιληφθέντα του συμβάντος αρμόδια όργανα του Κεντρικού Λιμεναρχείου Βόλου, συνεπεία της παράλειψης του οδηγού του υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……….βυτιοφόρου οχήματος ………….., να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για τη διενέργεια της ως άνω πετρέλευσης με ασφάλεια, διέρρευσε στην ανωτέρω αναφερόμενη (υπ’ αριθμ. 1) προβλήτα του εμπορικού λιμένος Βόλου κατά τις απογευματινές ώρες της 22ης.2.2011 ποσότητα 300 περίπου λίτρων πετρελαίου ναυτιλίας τύπου 0,1%, από το δίκτυο παροχής καυσίμου του βυτίου του ανωτέρω οχήματος. Στη συνέχεια, όπως διαπιστώθηκε κατά τις πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας (23.2.2011), υπολείμματα της ως άνω ποσότητας πετρελαίου διέρρευσαν, μέσω ενός (1) φρεατίου απορροής ομβρίων υδάτων, το οποίο βρισκόταν πλησίον του σημείου της ανωτέρω διαρροής (σε απόσταση 4 – 5 μέτρων περίπου) και εκτεινόταν κατά μήκος του κρηπιδώματος της εν λόγω προβλήτας, καθώς και μέσω των υπαρχουσών ρωγμών (λόγω διάβρωσης) του κρηπιδώματος αυτού, στη θαλάσσια περιοχή κατά μήκος της προβλήτας, όπου επίσης προκλήθηκε ρύπανση σε έκταση 15 – 20 τ.μ.περίπου (βλ. την προσκομιζόμενη υπ’ αριθμ. 1/11.4.2011 απόφαση του Κεντρικού Λιμενάρχη Βόλου, με την οποία επιβλήθηκε πρόστιμο ύψους 3.000 ευρώ στον υπαίτιο της ρύπανσης οδηγό). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ακολούθως οι οδηγοί των βυτιοφόρων οχημάτων, που πραγματοποιούσαν την πετρέλευση στο ανωτέρω πλοίο, επιχείρησαν αρχικά να αντιμετωπίσουν την εμφανισθείσα στην προβλήτα ρύπανση συνεπεία της διαρροής του καυσίμου, με ίδια μέσα (απορροφητικές πετσέτες, κουβάδες κλπ), πλην όμως η προσπάθειά τους αυτή δεν απέφερε αποτέλεσμα, καθώς η ποσότητα των 300 λίτρων του διαρρεύσαντος πετρελαίου ήταν δυσανάλογα μεγάλη για να εξουδετερωθεί με τα αντιρρυπαντικά μέσα που είχαν στη διάθεσή τους, όπως αποδεικνύεται από τα αναφερόμενα στην ένορκη κατάθεση του εξ αυτών …………., ο οποίος εξετάσθηκε ως μάρτυρας της εναγομένης στο ακροατήριο, τόσο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, όσο και του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στο οποίο αρχικά κατατέθηκε η αγωγή κατά τα προεκτεθέντα. Για το λόγο αυτό, τα αρμόδια όργανα της εταιρίας με την επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Βόλου Α.Ε.», η οποία ασκεί τη διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση των χώρων της ζώνης του λιμένος Βόλου, που ανήκει στη δικαιοδοσία της, μεταξύ των οποίων και αυτού στον οποίο εμφανίσθηκε η επίμαχη ρύπανση, απευθύνθηκαν περί ώρα 19:20 της 22ης.02.2011, αμέσως μόλις ενημερώθηκαν για το περιστατικό της διαρροής από τον πράκτορα του ως άνω πλοίου, στην ατομική επιχείρηση του ενάγοντος, η οποία αντικείμενο δραστηριότητας έχει την καταπολέμηση της θαλάσσιας ρύπανσης και τη διαχείριση στερεών και υγρών αποβλήτων, και με την οποία η ως άνω εταιρία (Ο.Λ.Β. Α.Ε.) έχει καταρτίσει σχετική σύμβαση συνεργασίας, σε εκτέλεση της οποίας η εν λόγω επιχείρηση επιλαμβάνεται τέτοιων περιστατικών, ευθύς αμέσως όταν ειδοποιηθεί σχετικώς, ως, άλλωστε, υποχρεούται συμβατικά. Η ατομική αυτή επιχείρηση, η οποία φέρει το διακριτικό τίτλο «……………», εδρεύει στη Θεσσαλονίκη και διατηρεί υποκατάστημα εντός του λιμένος του Βόλου, αναλαμβάνει την απορρύπανση των χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών με τον ειδικό αντιρρυπαντικό εξοπλισμό, υλικά, και μέσα, και την τεχνογνωσία, που διαθέτει, καθώς και με το έμπειρο και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό της, έναντι αμοιβής. Ειδικότερα για το συμβάν της επίμαχης ρύπανσης ενημερώθηκε ο υπεύθυνος του υποκαταστήματος Βόλου της ως άνω επιχείρησης ……….., εξετασθείς ως μάρτυρας του ενάγοντος  στο ακροατήριο, τόσο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, όσο και του Μονομελούς Πρωτοδικείο Αθηνών, ο οποίος, επιλήφθηκε πάραυτα του περιστατικού και μετέβη άμεσα (ήτοι περί ώρα 20:00 της 22ης.2.2011) στο συγκεκριμένο σημείο της προβλήτας του λιμένος του Βόλου, όπου είχε διαρρεύσει το πετρέλαιο, προκειμένου να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι την ύπαρξη και την έκταση της ρύπανσης και να προβεί στην εκτίμηση των αναγκαίων εργασιών και υλικών για την αντιμετώπισή της, πλην όμως, λόγω του ήδη επελθόντος νυκτερινού σκότους, κάτι τέτοιο δεν κατέστη δυνατόν. Την ίδια ημέρα (22.2.2011), η εναγόμενη ανέλαβε εγγράφως, ως προστήσασα τον οδηγό του ρυπογόνου βυτιοφόρου οχήματος, την ευθύνη, και, συνακόλουθα, τις δαπάνες της αποκατάστασης της προκληθείσας εκ της διαρροής ποσότητας πετρελαίου από το προαναφερόμενο βυτιοφόρο όχημά της κατά τη διαδικασία εφοδιασμού του πλοίου «M» με καύσιμα στην ως άνω προβλήτα του λιμένος του Βόλου ρύπανσης, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από 22.2.2011 επιστολή που απέστειλε τηλεομοιοτυπικά προς την εταιρεία «Οργανισμός Λιμένος Βόλου Α.Ε.». Συγχρόνως, ο εκπρόσωπός της ……… επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον ως άνω μάρτυρα του ενάγοντος ……… και του ζήτησε να προβεί σε εκτίμηση του κόστους των απαιτουμένων εργασιών απορρύπανσης, το οποίο είχε ήδη αναλάβει να καταβάλει η εταιρία του. Ο … .., όμως, αρνήθηκε να προβεί σε τέτοια εκτίμηση, αφού δεν ήταν σε θέση λόγω του σκότους να διαπιστώσει επακριβώς την έκταση της ρύπανσης, όπως προεκτέθηκε, και σε κάθε περίπτωση, διότι για τον καθορισμό του είδους και της χρονικής διάρκειας των αντιρρυπαντικών εργασιών, που επρόκειτο να εκτελεσθούν, αποκλειστικά αρμόδια ήταν τα λιμενικά όργανα σύμφωνα με το νόμο (βλ. τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 743/1977, όπως αυτός κωδικοποιήθηκε με το π.δ. 55/1998). Εν συνεχεία, ο ως άνω εκπρόσωπος της εναγομένης επικοινώνησε τηλεφωνικά και με τον ενάγοντα, ο οποίος τον ενημέρωσε γενικά για τον τρόπο κοστολόγησης των εργασιών που εκτελεί και των υλικών που χρησιμοποιεί η ατομική του επιχείρηση σε κάθε περίπτωση ρύπανσης που καλείται να αντιμετωπίσει, χωρίς όμως να προσδιορίσει το κόστος των εργασιών και υλικών που θα απαιτούντο εν προκειμένω για την εξουδετέρωση της ένδικης ρύπανσης, αφού κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό πριν την ολοκλήρωση των συγκεκριμένων εργασιών, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα. Απέστειλε, όμως, ο ενάγων την ίδια ημέρα στην εναγομένη, επίσης μέσω τηλεομοιοτυπίας, τον επίσης προσκομιζόμενο αναλυτικό τιμοκατάλογο με τις πάγιες χρεώσεις της επιχείρησής του για την εκτέλεση απορρυπαντικών εργασιών και τη χρήση του απαιτούμενου εξοπλισμού, υλικών και μέσων, ως προς το ύψος των οποίων ουδόλως αποδείχθηκε ότι υπήρξε αντίλογος εκ μέρους της εναγομένης, γεγονός από το οποίο συνάγεται ότι οι αναγραφόμενες επιμέρους χρεώσεις έγιναν αποδεκτές απ’ αυτήν ως βάση υπολογισμού του καταβλητέου ποσού. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατά τις πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας (23.2.2011), όταν και διαπιστώθηκε το πρώτον η διαρροή ποσότητας πετρελαίου και στη θάλασσα, δόθηκε εντολή προς τον ενάγοντα από το Γραφείο Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του Κεντρικού Λιμεναρχείου Βόλου να μεριμνήσει για τον άμεσο, εντός της ίδιας ημέρας, καθαρισμό των φρεατίων της ως άνω προβλήτας του λιμένος, προκειμένου να αποτραπεί η κατάληξη στη θάλασσα της συσσωρευθείσας σ’ αυτά ποσότητας πετρελαιοειδών. Επιπλέον, του επισημάνθηκε ότι οποιαδήποτε καθυστέρηση θα είχε ενδεχομένως ως συνέπεια, σε περίπτωση επιδείνωσης των καιρικών συνθηκών, την πρόκληση εκτεταμένης ρύπανσης της θαλάσσιας περιοχής του λιμένος Βόλου από πετρελαιοειδή (βλ. σχετ. το προσκομιζόμενο υπ’ αριθμ. πρωτ. ……………/23.12.2011 έγγραφο της ως άνω Υπηρεσίας που απεστάλη στον ενάγοντα μέσω τηλεομοιοτυπίας την ίδια ημέρα). Εν συνεχεία, ο ανωτέρω εξετασθείς μάρτυρας ………… ειδοποίησε τα μέλη του προσωπικού της επιχείρησης του ενάγοντος, που απασχολούντο στο υποκατάστημά της στο Βόλο, να σπεύσουν, με το σχετικό εξοπλισμό, στο χώρο όπου είχε εκδηλωθεί η ρύπανση, ώστε να ξεκινήσουν άμεσα οι εργασίες αντιμετώπισής της. Με την άφιξη αυτών στον ως άνω χώρο, συγκροτήθηκε ένα τετραμελές συνεργείο, απαρτιζόμενο από τον ίδιο τον …….., ως διευθυντή των επιχειρήσεων, τον ………, οδηγό του οχήματος της επιχείρησης που μετέφερε τον απαραίτητο εξοπλισμό στον ανωτέρω τόπο, και τους ……. και …………, τεχνικούς (εργάτες).  Επιπλέον, την ίδια ημέρα μετέβη στο λιμένα του Βόλου, προερχόμενος από την έδρα της επιχείρησης στη Θεσσαλονίκη, και ο τεχνικός ασφαλείας αυτής. Αποδείχθηκε επίσης ότι έκτοτε, κατά τις ημέρες που επακολούθησαν, το ως άνω συνεργείο της επιχείρησης του ενάγοντος εκτέλεσε, με τη χρήση του κατάλληλου εξοπλισμού, καθώς και όλων των αναγκαίων υλικών και μέσων, προσηκόντως, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης, όλες τις ενδεδειγμένες και απαιτούμενες εργασίες απορρύπανσης της ρυπανθείσας περιοχής, υπό την εποπτεία και σύμφωνα με τις υποδείξεις των αρμοδίων λιμενικών οργάνων, όπως κατά νόμο προβλέπεται. Ειδικότερα, τα μέλη του εν λόγω συνεργείου προέβησαν εξαρχής, με τη χρήση βοηθητικού σκάφους (μηχανοκίνητης λέμβου), στην τοποθέτηση ενός πλωτού φράγματος μήκους 25 μέτρων στη θαλάσσια περιοχή κατά μήκος της ανωτέρω προβλήτας του λιμένος, όπου αρχικά διέρρευσε το πετρέλαιο από το προαναφερθέν βυτιοφόρο όχημα κατά τον εφοδιασμό από την εναγόμενη με καύσιμα του εκεί προσδεδεμένου πλοίου, προκειμένου να εγκλωβίσουν εντός αυτού την ποσότητα πετρελαίου που είχε ήδη διαρρεύσει στο θαλάσσιο χώρο πέριξ της εν λόγω προβλήτας μέσω του υφισταμένου πλησίον του  σημείου της πετρέλευσης φρεατίου απορροής ομβρίων υδάτων, και των διαβρωμάτων του κρηπιδώματος της προβλήτας αυτής. Η τοποθέτηση ενός μόνο πλωτού φράγματος με το προαναφερόμενο μήκος ήταν αρκετή για την αντιμετώπιση της ρύπανσης στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος, διότι η έκταση της εκεί εμφανισθείσας ρύπανσης δεν υπερέβη τα 15 – 20 τ.μ., λαμβανομένου επιπροσθέτως υπόψη και του ότι η διαρροή του πετρελαίου προς τη θάλασσα συντελέσθηκε μέσω ενός μόνο από τα υφιστάμενα στην προβλήτα φρεάτια απορροής, όπως προεκτέθηκε. Η κρίση αυτή του παρόντος Δικαστηρίου επιρρωνύεται ιδίως από την προαναφερόμενη υπ’ αριθμ. 1/11.04.2011 απόφαση του Κεντρικού Λιμενάρχη Βόλου, και δεν αναιρείται από το περιεχόμενο του ανωτέρω υπ’ αριθμ. πρωτ. …………../23.2.2011 εγγράφου του Γραφείου Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του Κεντρικού Λιμεναρχείου Βόλου, στο οποίο γίνεται λόγος περί συσσώρευσης ποσότητας πετρελαιοειδών σε απροσδιόριστο αριθμό φρεατίων (και όχι σε ένα μόνο). Και τούτο διότι η ανωτέρω απόφαση του Κεντρικού Λιμενάρχη Βόλου εκδόθηκε δύο περίπου μήνες μετά το ένδικο συμβάν, σε χρόνο, δηλαδή, κατά τον οποίο είχαν περατωθεί οι σχετικές αντιρρυπαντικές εργασίες και είχε καταστεί εφικτός ο ακριβής προσδιορισμός, τόσο του συγκεκριμένου σημείου διαρροής του πετρελαίου προς τη θάλασσα, όσο και της έκτασης της προκληθείσας θαλάσσιας ρύπανσης, από τα αρμόδια λιμενικά όργανα, ώστε να επιβληθεί και το ανάλογο πρόστιμο στον υπαίτιο οδηγό του βυτιοφόρου οχήματος. Στηριζόμενος στη διατύπωση του ως άνω εγγράφου του Γραφείου Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του Κεντρικού Λιμεναρχείου Βόλου, ο μάρτυρας του ενάγοντος ……….., ενόρκως εξετασθείς στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, κατέθεσε ότι, αφενός μεν τα πετρελαιοειδή διέρρευσαν προς τη θάλασσα μέσω τριών, και όχι ενός μόνο, φρεατίων απορροής ομβρίων υδάτων, τα οποία βρίσκονταν επί της ως άνω προβλήτας και απείχαν, μάλιστα, μεταξύ τους 30 μέτρα το καθένα (ήτοι συνολικά 60 μέτρα), αφετέρου δε θαλάσσια ρύπανση εντοπίσθηκε σε τρεις διαφορετικές περιοχές (και δη πέριξ της απόληξης εκάστου φρεατίου) και είχε έκταση 75 τ.μ. περίπου κάθε φορά, συνολικά, δε, υπερέβαινε τα 200 τ.μ., με αποτέλεσμα για τον εγκλωβισμό της ποσότητας πετρελαίου που πράγματι διέρρευσε στη θάλασσα να απαιτηθεί να χρησιμοποιηθούν από την επιχείρηση του ενάγοντος τρία (και όχι ένα) πλωτά φράγματα, μήκους 25 μέτρων το καθένα, και συνολικού μήκους 75 μέτρων. Πλην, όμως, οι ισχυρισμοί του αυτοί δεν κρίνονται πειστικοί από το Δικαστήριο, καθώς έρχονται σε πλήρη αντίθεση με γεγονότα, την αλήθεια των οποίων διαπίστωσαν και βεβαίωσαν εγγράφως τα καθ’ ύλην αρμόδια λιμενικά όργανα, που αφορούν στην έκταση της προκληθείσας ρύπανσης στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος του Βόλου, και αναφέρονται την προαναφερόμενη υπ’ αριθμ. 1/11.04.2011 απόφαση του Κεντρικού Λιμενάρχη του ανωτέρω λιμένος. Σε κάθε δε περίπτωση εάν η συνολική έκταση της θαλάσσιας ρύπανσης είχε πράγματι υπερβεί τα 200 τ.μ., τούτο θα είχε επισημανθεί κατά τη βεβαίωση της σχετικής παράβασης από τη Λιμενική Αρχή και θα είχε οπωσδήποτε ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό του ύψους του επιβληθέντος προστίμου, το οποίο κατά λογική και νομική αναγκαιότητα συναρτάται με την έκταση της ρυπανθείσας περιοχής. Άλλωστε, ούτε από την επισκόπηση των φωτογραφιών του χώρου της προβλήτας και της θαλάσσιας περιοχής πλησίον αυτής, που προσκομίζονται από τον ενάγοντα, προκύπτει ότι είχαν τοποθετηθεί στον ως άνω θαλάσσιο χώρο περισσότερα του ενός πλωτά φράγματα, αφού στις φωτογραφίες αυτές είναι προφανές ότι απεικονίζεται ένα μόνο φράγμα, το οποίο μάλιστα στη σχετική φωτογραφία εμφαίνεται να συγκρατείται από δύο κάβους, που ήταν δεμένοι σε αντίστοιχες δέστρες της προβλήτας, καθώς και από μία άγκυρα, άλλες δε φωτογραφίες, στις οποίες να απεικονίζονται και τα έτερα δύο φράγματα στα σημεία απόληξης στη θάλασσα και των άλλων δύο φρεατίων που υφίστανται στην εν λόγω προβλήτα, δεν προσκομίσθηκαν, ενώ θα μπορούσαν, εφόσον είχαν πράγματι τοποθετηθεί τέτοια φράγματα, ευχερώς να ληφθούν, προς επίρρωση του αγωγικού ισχυρισμού, και προς απεικόνιση κατά τρόπο αρκούντως αξιόπιστο της πραγματικής κατάστασης στα συγκεκριμένα σημεία, όπως, άλλωστε, συνέβη και με την προσκομισθείσα φωτογραφία του ενός φράγματος. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι τα υπό του ανωτέρω μάρτυρος κατατεθέντα περί τοποθέτησης από το συνεργείο της επιχείρησης του ενάγοντος τριών πλωτών φραγμάτων στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος του Βόλου, γύρωθεν των σημείων απόληξης στη θάλασσα του κάθε φρεατίου της προβλήτας, για την εξουδετέρωση της ήδη εμφανισθείσας στις περιοχές αυτές ρύπανσης, ήτοι για τον εγκλωβισμό εντός εκάστου φράγματος της εκεί διαρρεύσασας μέσω του αντίστοιχου φρεατίου ποσότητας πετρελαίου, έρχονται επίσης σε προφανή αντίθεση και με τα αναφερόμενα στο εφετήριο, στο οποίο το πρώτον ο ενάγων και ήδη εκκαλών, στο πλαίσιο της παράθεσης του πρώτου λόγου της έφεσής του, με τον οποίο παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναφορικά με την κρίση του επί του κονδυλίου της δαπάνης, που αφορά στην επικαλούμενη χρήση από το συνεργείο της επιχείρησής του στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος του Βόλου πλωτών φραγμάτων, συνολικού μήκους 75 μέτρων, το οποίο έγινε εν μέρει δεκτό ως κατ’ουσίαν βάσιμο, διότι κρίθηκε ότι τοποθετήθηκε ένα μόνο πλωτό φράγμα μήκους 25 μέτρων, ισχυρίζεται ότι η χρήση τριών πλωτών φραγμάτων, που κάλυπταν τους αγωγούς εξόδου προς τη θάλασσα των τριών φρεατίων απορροής ομβρίων υδάτων του κρηπιδώματος της προβλήτας του λιμένος, όπου αρχικά σημειώθηκε διαρροή ποσότητας πετρελαίου από το βυτιοφόρο όχημα, το οποίο εφοδίαζε με καύσιμα το προσδεδεμένο στην ανωτέρω προβλήτα πλοίο, υπαγορεύθηκε από την ανάγκη, όχι να αντιμετωπισθεί η ρύπανση στη θαλάσσια περιοχή του λιμένος κατά μήκος της συγκεκριμένης προβλήτας, που υπερέβη σε έκταση τα 200 τ.μ., όπως σαφώς κατατέθηκε από τον εν λόγω μάρτυρα, αλλά να αποτραπεί ο υπαρκτός και επικείμενος κίνδυνος, σε περίπτωση επιδείνωσης των καιρικών φαινομένων, περαιτέρω εξάπλωσης της θαλάσσιας ρύπανσης, διά της διαρροής πετρελαιοειδών προς τη θάλασσα μέσω των τριών αυτών φρεατίων, όπερ κατέστησε επιτακτική τη λήψη και προληπτικών μέτρων, που εν προκειμένω συνίσταντο στην τοποθέτηση πλωτού φράγματος στο σημείο απόληξης στη θάλασσα εκάστου φρεατίου, σύμφωνα με την  έγγραφη εντολή, που είχε λάβει από το Γραφείο Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του Κεντρικού Λιμεναρχείου του Βόλου την επόμενη ημέρα της διαρροής, στις 23.2.2011, και ενώ δεν ήταν ακόμη δυνατός ο προσδιορισμός της ακριβούς έκτασης της θαλάσσιας ρύπανσης, και των συγκεκριμένων φρεατίων της προβλήτας, από τα οποία διέρρευσαν τα πετρελαιοειδή, με βάση την οποία υποχρεούτο να λάβει κάθε πρόσφορο μέτρο, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι η θαλάσσια ρύπανση θα περιορισθεί κατά το ελάχιστον δυνατόν και να αποσοβηθεί διαρροή μεγαλύτερης ποσότητας πετρελαίου στη θάλασσα, ασχέτως του εάν τελικά διαπιστώθηκε ότι το πετρέλαιο κατέληξε τελικά στη θάλασσα μέσω ενός μόνο φρεατίου και η θαλάσσια ρύπανση δεν υπερέβη σε έκταση τα 15-20 τ.μ. Πλην όμως στην προκειμένη περίπτωση, όπως έχει ήδη αναφερθεί, τοποθέτηση πλωτών φραγμάτων στα σημεία απόληξης στη θάλασσα και των άλλων δύο φρεατίων απορροής ομβρίων υδάτων, που βρίσκονται στην εν λόγω προβλήτα, αποδείχθηκε ότι δεν έλαβε χώρα από το συνεργείο του ενάγοντος, ούτε προς εξουδετέρωση ήδη εμφανισθείσας στα ανωτέρω σημεία ρύπανσης, όπως κατέθεσε ο μάρτυράς του, ούτε όμως και προληπτικά, προς αποτροπή κινδύνου έτι περαιτέρω εξάπλωσης της ρύπανσης στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος, όπως το πρώτον αναφέρεται στο εφετήριο, διότι δεν απαιτήθηκε, καθώς το διαρρεύσαν επί της προβλήτας στο σημείο της πετρέλευσης καύσιμο, που από το Κεντρικό Λιμεναρχείο του Βόλου υπολογίσθηκε σε 300 λίτρα, ούτε εξαρχής, ούτε στη συνέχεια επεκτάθηκε, πλην του εγγύτερου στο βυτιοφόρο όχημα φρεατίου, στο οποίο όντως εισχώρησε ποσότητα πετρελαίου, και μέσω αυτού διοχετεύθηκε στη θάλασσα, και το οποίο καθαρίσθηκε από υπολείμματα πετρελαίου από το συνεργείο της επιχείρησης του ενάγοντος με τη χρήση ειδικών απορροφητικών υλικών και αποφρακτικού μηχανήματος κατά τα κατωτέρω εκτιθέμενα, και στα έτερα δύο φρεάτια, τα πλέον απομεμακρυσμένα, ούτε, λαμβανομένης υπόψη και της ποσότητας του διαρρεύσαντος καυσίμου, ανέκυψε ποτέ κίνδυνος να επεκταθεί μέχρι και τα σημεία αυτά, που απέχουν μεταξύ τους, αλλά και από το εγγύτερο στο χώρο της πετρέλευσης φρεάτιο, απόσταση πλέον των 50 μέτρων. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το τοποθετηθέν πλωτό φράγμα παρέμεινε στην ως άνω θαλάσσια περιοχή επί πέντε συνεχή εικοσιτετράωρα μεταξύ της 23ης.2.2011 και της 28ης.2.2011, οπότε και επιτράπηκε η απομάκρυνσή του από τη Λιμενική Αρχή, όταν πλέον κατέστη βέβαιο ότι δεν υπήρχε περίπτωση διαρροής άλλης ποσότητας πετρελαίου στη θάλασσα μέσω του ανωτέρω φρεατίου και των πέριξ αυτού ρωγματώσεων του κρηπιδώματος της προβλήτας. Αποδείχθηκε επίσης ότι το μεγαλύτερο μέρος της εγκλωβισθείσας στο ως άνω φράγμα ποσότητας πετρελαίου περισυνελέγη με τη χρήση απορροφητικών υλικών, και συγκεκριμένα ειδικών φραγμάτων («λουκάνικων») τύπου SPC 510, συνολικού μήκους 75 μέτρων, και πετσετών, ενώ το υπόλοιπο αυτής, που δεν κατέστη δυνατόν να συλλεγεί με τα ανωτέρω απορροφητικά υλικά, απομακρύνθηκε με τη χρήση διασκορπιστικού υλικού. Όσον αφορά δε την ποσότητα πετρελαίου που είχε παραμείνει στην επιφάνεια της προβλήτας χρησιμοποιήθηκε για την απομάκρυνσή της απροσδιόριστη ποσότητα πριονιδίου με πυρηνόξυλο, η οποία, αφού παρέμεινε απλωμένη στην προβλήτα επί μία ημέρα απορροφώντας την ως άνω ρυπογόνα ουσία, συνελέγη την επομένη, μαζί με το χώμα και τα υπολείμματα χύδην φορτίων (σιτηρά, λιπάσματα κλπ), τα οποία είχαν χυθεί επί της προβλήτας κατά τη διάρκεια προηγούμενων φορτοεκφορτώσεων και είχαν εμποτισθεί με το διαρρεύσαν πετρέλαιο, και τοποθετήθηκε σε ειδικό κάδο, που είχε εναποτεθεί για το σκοπό αυτό στο χώρο από την εδρεύουσα στη ΒΙ.ΠΕ. ….. εταιρία διαχείρισης αποβλήτων με την επωνυμία «…………….», στην οποία ο ενάγων είχε αναθέσει περαιτέρω την απομάκρυνση των αποβλήτων που επρόκειτο να συλλεγούν (δηλαδή των απορροφητικών υλικών που θα χρησιμοποιούνταν και των άλλων ρυπανθέντων υλικών) κατά την εκτέλεση των αντιρρυπαντικών εργασιών. Η συλλογή αυτή διενεργήθηκε από τα μέλη του ως άνω συνεργείου, κατά κύριο λόγο μέσω μηχανοκίνητης σκούπας και κατ’ εξαίρεση με τα χέρια στα σημεία της προβλήτας όπου δεν ήταν δυνατή η χρήση μηχανικού μέσου (όπως εκεί όπου υπήρχαν ρωγμές λόγω διάβρωσης ή κατά μήκος των ραγών των γερανών φορτοεκφόρτωσης). Επιπλέον, επειδή εντός του φρεατίου, μέσω του οποίου διέρρευσε το πετρέλαιο στη θάλασσα, είχαν απομείνει υπολείμματα του ως άνω καυσίμου, το συνεργείο της επιχείρησης του ενάγοντος κλήθηκε από τη Λιμενική Αρχή να προβεί στον καθαρισμό του. Προς τούτο χρησιμοποιήθηκαν ειδικές απορροφητικές πετσέτες, και επιπροσθέτως ειδικό αποφρακτικό όχημα τρίτης επιχείρησης, η οποία εδρεύει στο Βόλο, φέρει το διακριτικό τίτλο «……» και ασχολείται με τη διενέργεια αποφράξεων αποχετεύσεων. Στις 25.2.2011, ο ειδικός κάδος της εταιρίας «. ………», στον οποίο είχαν τοποθετηθεί τα απορροφητικά υλικά, που χρησιμοποιήθηκαν (πριονίδι, λουκάνικα, πετσέτες), καθώς και τα υπόλοιπα υλικά που ρυπάνθηκαν (χώμα, υπολείμματα χύδην φορτίων) και συνελέγησαν από τα μέλη του συνεργείου της επιχείρησης του ενάγοντος, παρελήφθη από το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……….. ανατρεπόμενο φορτηγό όχημα της ως άνω εταιρίας και μεταφέρθηκε σε ειδικό χώρο επεξεργασίας εκτός του λιμένος του Βόλου. Το συνολικό βάρος των ως άνω αποβλήτων ανήλθε στους 14,82 τόνους (βλ. σχετ. το προσκομιζόμενο υπ’ αριθμ. ………. έντυπο αναγνώρισης για συλλογή και μεταφορά επικίνδυνων αποβλήτων που συντάχθηκε από την προαναφερόμενη εταιρία). Σημειωτέον ότι η κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου περί της ποσότητας των αποβλήτων της επίμαχης ρύπανσης, η οποία συνελέγη από τα μέλη του συνεργείου της επιχείρησης του ενάγοντος, κατά τη διάρκεια των εργασιών απορρύπανσης, που διενήργησαν στην περιοχή, δεν πλήττεται από τον τελευταίο με την έφεσή του για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ώστε να επανακριθεί από το παρόν Δικαστήριο, όπως έχει ήδη εκτεθεί, η δε εναγόμενη, που την αμφισβήτησε στον πρώτο βαθμό, δεν άσκησε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στις 25.2.2011 ολοκληρώθηκαν οι εργασίες που ανέλαβε να εκτελέσει το συνεργείο της επιχείρησης του ενάγοντος, παραταύτα το πλωτό φράγμα που είχε τοποθετηθεί απ’ αυτό στο θαλάσσιο χώρο πλησίον της ανωτέρω προβλήτας, παρέμεινε εκεί μέχρι τις 28.2.2011, όπως προεκτέθηκε. Μετά το πέρας των εργασιών, που είχαν ως αποτέλεσμα την πλήρη εξουδετέρωση της προκληθείσας ρύπανσης, ο ενάγων απέστειλε στην εναγόμενη, η οποία υποχρεούται σε καταβολή της σχετικής δαπάνης, ως ιδιοκτήτρια της ρυπογόνου εγκατάστασης, εις ολόκληρον ευθυνόμενη, με τον υπαίτιο προστηθέντα της/οδηγό του βυτιοφόρου οχήματος, όπως προεκτέθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, όπερ αποδέχθηκε και η ίδια εγγράφως, την ωσαύτως προσκομιζόμενη από 15.3.2011 επιστολή του, με την οποία την ενημέρωνε ότι το συνολικό κόστος των εργασιών που εκτελέσθηκαν και των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν ανήλθε στο ποσό των 28.667 ευρώ, παραθέτοντας, συγχρόνως και πίνακα με τις επιμέρους χρεώσεις για κάθε εργασία και υλικό. Στις 31.3.2011 ο ενάγων εξέδωσε για τις ανωτέρω αιτίες προς την εναγομένη το υπ’ αριθμ…………/31.3.2011 τιμολόγιο, συνολικού ποσού 34.440 ευρώ, του αναλογούντος Φ.Π.Α. σε ποσοστό 23% συμπεριλαμβανομένου, το οποίο η τελευταία δεν του κατέβαλε, αμφισβητώντας τις χρεώσεις ως υπέρογκες. Επί των προσβαλλομένων με την ένδικη έφεση του ενάγοντος επιμέρους κονδυλίων του συνολικά αιτουμένου απ’αυτόν ποσού, ως δαπάνη για την απορρύπανση της περιοχής, λεκτέα τα κάτωθι: Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το μήκος του πλωτού φράγματος, που παρέμεινε τοποθετημένο στη θαλάσσια περιοχή κατά μήκος της υπ’ αριθμ.1 προβλήτας του λιμένος του Βόλου επί πέντε συνεχή εικοσιτετράωρα (μεταξύ της 23ης.2.2011 και της 28ης.2.2011), ήταν 25 μέτρα. Ενόψει δε του ότι η χρέωση για τη χρήση του ως άνω πλωτού φράγματος γίνεται ανά μέτρο και ανά ημέρα και είναι 8 ευρώ, σύμφωνα με τον προαναφερόμενο τιμοκατάλογο, το συνολικό κόστος χρήσης του φράγματος αυτού ανέρχεται στο ποσό των 1.000 ευρώ (8 ευρώ/μέτρο/ημέρα χ 5 ημέρες χ 25 μέτρα = 1000), και όχι στο ποσό των 3.000 ευρώ που ζητεί ο ενάγων με την αγωγή του για τη συγκεκριμένη αιτία. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του ομοίως δέχθηκε ότι στη θαλάσσια περιοχή κατά μήκος της υπ’αριθμ.1 προβλήτας του λιμένος του Βόλου, επί της οποίας αρχικά διέρρευσε ποσότητα πετρελαίου 300 λίτρων από βυτιοφόρο όχημα κατά την παράδοση, για λογαριασμό της εναγομένης, πωληθείσης μεγαλύτερης ποσότητας του ως άνω καυσίμου σε προσδεδεμένο στην προβλήτα αυτή πλοίο, από υπαιτιότητα του οδηγού του, το οποίο (πετρέλαιο) την επόμενη ημέρα, μέσω φρεατίου απορροής ομβρίων υδάτων, που βρίσκεται πλησίον του σημείου της πετρέλευσης, αλλά και των διαβρωμάτων του κρηπιδώματος της προβλήτας στο σημείο αυτό, διοχετεύθηκε στη θάλασσα πέριξ της απόληξης του εν λόγω φρεατίου, με αποτέλεσμα την πρόκληση ρύπανσης και στο θαλάσσιο χώρο, σε έκταση 15 – 20 τ.μ., τοποθετήθηκε από το συνεργείο της ατομικής επιχείρησης του ενάγοντος, που επιλήφθηκε του συμβάντος, σε εκτέλεση συμβατικής της υποχρέωσης προς την Οργανισμό Λιμένος Βόλου Α.Ε., και διενήργησε τις απαιτούμενες αντιρρυπαντικές εργασίες, ένα πλωτό φράγμα, μήκους 25 μέτρων, για τον εγκλωβισμό εντός αυτού της διαρρεύσασας ποσότητας πετρελαίου, η οποία περισυνελέγη ακολούθως με τη χρήση απορροφητικών υλικών, και τα υπολείμματα των πετρελαιοειδών, που δεν κατέστη δυνατόν να περισυλλεγούν, απομακρύνθηκαν με τη χρήση διασκορπιστικού υλικού, ότι το ως άνω φράγμα παρέμεινε στο σημείο επί 5 συνεχείς ημέρες, καθώς και ότι ο ενάγων δικαιούται να λάβει για τη χρήση του φράγματος το ποσό των 1.000 ευρώ από την εναγόμενη, που με την ίδια απόφαση υποχρεώθηκε σε καταβολή του, όπως το εν λόγω ποσό υπολογίζεται με βάση τον προβλεπόμενο στον αποσταλέντα σ’αυτήν από τον ενάγοντα τιμοκατάλογο τρόπο χρέωσης για την παροχή της συγκεκριμένης υπηρεσίας από την επιχείρησή του, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από τον ενάγοντα με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσής του απορριπτομένων ως αβασίμων. Περαιτέρω, όπως προεκτέθηκε, και έγινε δεκτό και με την πρωτόδικη απόφαση, για τον καθαρισμό του φρεατίου, μέσω του οποίου διέρρευσε το πετρέλαιο στη θάλασσα, από τα υπολείμματα του ως άνω καυσίμου, που είχαν παραμείνει εντός αυτού, ο ενάγων χρησιμοποίησε ειδικό αποφρακτικό όχημα, το οποίο μίσθωσε από τρίτη επιχείρηση (με το διακριτικό τίτλο «……»), τύπου ADR, το οποίο απεικονίζεται και σε προσκομιζόμενη φωτογραφία. Σύμφωνα με τον αποσταλέντα στην εναγόμενη τιμοκατάλογο της επιχείρησης του ενάγοντος, στον οποίο παρατίθενται οι πάγιες χρεώσεις της ως άνω επιχείρησης για τις αντιρρυπαντικές εργασίες που κάθε φορά εκτελεί, και τον εξοπλισμό, υλικά και μέσα, που χρησιμοποιεί προς τούτο, και ως προς τον οποίο (τιμοκατάλογο) η εναγόμενη δεν εξέφρασε αντίρρηση, όπως προεκτέθηκε, το ποσό, που οφείλει να καταβάλει ο εκάστοτε ευθυνόμενος για τη χρήση, εφόσον απαιτηθεί, βυτιοφόρου οχήματος τύπου ADR στο πλαίσιο της εκτέλεσης των εργασιών απορρύπανσης, ορίζεται ειδικότερα σε 200 ευρώ ανά ώρα, και δε συνίσταται στο όποιο ποσό έχει τυχόν συμφωνήσει η ανωτέρω επιχείρηση (του ενάγοντος) να καταβάλει και τελικά κατέβαλε στον οποιοδήποτε τρίτο για την παραχώρηση προς αυτήν της χρήσης του συγκεκριμένου μηχανήματος δυνάμει κάποιας έννομης σχέσης μεταξύ τους (λ.χ. μίσθωσης). Η κρίση αυτή του παρόντος Δικαστηρίου, ότι δηλαδή το ποσό, που δικαιούται να λάβει η επιχείρηση του ενάγοντος για τη χρήση στην κρινόμενη περίπτωση του εν λόγω ειδικού αποφρακτικού μηχανήματος κατά τις εργασίες απορρύπανσης στο λιμένα του Βόλου, προσδιορίζεται κατά τρόπο συγκεκριμένο στον ως άνω κατάλογο, τις περιληφθείσες στον οποίο χρεώσεις ουσιαστικά αναγνώρισε η εναγόμενη ως κοινώς αποδεκτή βάση υπολογισμού του καταβλητέου ποσού, μη εκφράζοντας αντιρρήσεις, και δε συναρτάται με το ποσό, που η ως άνω επιχείρηση δαπάνησε για την εκμίσθωση του οχήματος από την προαναφερθείσα εταιρία, και δη με το ποσό του προς την τελευταία καταβληθέντος μισθώματος, επιρρωνύεται, ως επιχείρημα εξ αντιδιαστολής, και από το ότι, σύμφωνα με τον ίδιο τιμοκατάλογο, ειδικά όσον αφορά τη διάθεση των καταλοίπων της ρύπανσης, που η επιχείρηση αυτή αναλαμβάνει κάθε φορά να αποκαταστήσει, η χρέωση και, συνακόλουθα, το ποσό που δικαιούται να αξιώσει, ισούται στη συγκεκριμένη περίπτωση με το κόστος της διάθεσης, δηλαδή με τη δαπάνη στην οποία υποβλήθηκε για την αιτία αυτή, που συνιστά και το αποδοτέο από τον εκάστοτε ευθυνόμενο ποσό, ενώ τέτοια ρύθμιση δεν προβλέπεται για τη χρέωση της χρήσης, στο πλαίσιο των εργασιών απορρύπανσης, φορτηγών και βυτιοφόρων οχημάτων, που καθορίζεται σε ένα πάγιο ποσό ανά ώρα τέτοιας χρήσης. Στην προκειμένη περίπτωση η επιχείρηση του ενάγοντος πράγματι χρησιμοποίησε για τον καθαρισμό του εν λόγω φρεατίου απορροής ομβρίων υδάτων από υπολείμματα της διαρρεύσασας ποσότητας πετρελαίου, που είχαν εισρεύσει σ’αυτό, και δεν είχαν διοχετευθεί στο θαλάσσιο χώρο του λιμένος, πέριξ του σημείου εξόδου του φρεατίου, μισθωμένο αποφρακτικό όχημα μη διαδίκου εν προκειμένω εταιρίας επί 1 ώρα, όπερ κρίνεται από το παρόν Δικαστήριο ως απολύτως επαρκής χρόνος για τη διεκπεραίωση της συγκεκριμένης εργασίας, με αποτέλεσμα να της οφείλεται για την παροχή της υπηρεσίας αυτής, με βάση την αντίστοιχη χρέωση του τιμοκαταλόγου της, από την εναγόμενη το ποσό των 200 ευρώ (200 ευρώ Χ 1 ώρα), το οποίο η ανωτέρω υποχρεούται να του καταβάλει, κατά μερική παραδοχή της αγωγής ως προς αυτό και από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του, απέρριψε το αντίστοιχο αγωγικό κονδύλιο στο σύνολό του ως κατ’ουσίαν αβάσιμο, διότι δέχθηκε ότι το εν λόγω όχημα είχε εκμισθωθεί στην επιχείρηση του ενάγοντος και ότι η αποδοτέα στον τελευταίο δαπάνη στην περίπτωση αυτή ισούται με το ποσό του καταβληθέντος στην εκμισθώτρια εταιρία μισθώματος, το ύψος του οποίου δεν αποδείχθηκε, ούτε αποδείχθηκε ότι καταβλήθηκε κάποιο χρηματικό ποσό για την αιτία αυτή, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων με το δεύτερο λόγο της κρινόμενης έφεσής του. Ο ενάγων με την αγωγή του ζήτησε την καταβολή συνολικού ποσού 800 ευρώ από την εναγόμενη για την απασχόληση, κατά τη διάρκεια των εργασιών εξουδετέρωσης της επίμαχης ρύπανσης στο χερσαίο και θαλάσσιο χώρο του λιμένος του Βόλου,  τριμελούς ομάδας έκτακτης ανάγκης γραφείου, αποτελουμένης από τον ίδιο ως γενικό διευθυντή/υπεύθυνο περιβάλλοντος, τον τεχνικό ασφαλείας …………. και τη γραμματέα …………. Πέραν, όμως, του ως άνω τεχνικού ασφαλείας, ο οποίος πράγματι μετέβη στη ρυπανθείσα περιοχή από τη Θεσσαλονίκη προκειμένου να εποπτεύσει τις εργασίες απορρύπανσης, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, τα άλλα δύο από τα ανωτέρω πρόσωπα ουδόλως αποδεικνύεται ότι απασχολήθηκαν για την εκτέλεση των εργασιών αυτών, που ανατέθηκαν στην επιχείρηση του ενάγοντος από τη Λιμενική Αρχή. Ειδικότερα, από τα αποδεικτικά στοιχεία που τέθηκαν υπόψη και του παρόντος Δικαστηρίου προκύπτει ότι οι μόνες ενέργειες, στις οποίες προέβη ο ενάγων, ήταν να ενημερώσει τηλεφωνικά τον εκπρόσωπο της εναγομένης για τον τρόπο κοστολόγησης των εργασιών και των υλικών που θα απαιτούνταν για την αποκατάσταση της ρύπανσης και να του αποστείλει μέσω τηλεομοιοτυπίας τον αναλυτικό τιμοκατάλογο με τις πάγιες χρεώσεις της επιχείρησής του για την εκτέλεση αυτού του είδους των εργασιών. Η δε γραμματέας ………, ή οιαδήποτε άλλη διοικητική υπάλληλος της επιχείρησης του ενάγοντος, σε ουδεμία ενέργεια αποδεικνύεται ότι προέβη. Ο ισχυρισμός του μάρτυρα ……….. ότι στο λιμένα του Βόλου αφίχθη από τη Θεσσαλονίκη και μία γραμματέας της επιχείρησης του ενάγοντος για να επιβλέπει το έργο δεν κρίνεται πειστικός, καθώς αντίκειται στα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής η εκτέλεση εργασιών αυτού του είδους να εποπτεύεται από γραμματείς, που δε διαθέτουν τις απαιτούμενες ειδικές τεχνικές γνώσεις. ή, γενικότερα, η γραμματειακή υποστήριξη τέτοιων εργασιών να διενεργείται επί τόπου, στο χώρο εκτέλεσής τους. Ισχυρίζεται επίσης ο ενάγων ότι η παρουσία της γραμματέως της επιχείρησής του στο λιμένα του Βόλου υπαγορεύθηκε από την ανάγκη διεκπεραίωσης της ατέρμονης γραφειοκρατικής διαδικασίας, που τυγχάνει εφαρμογής επί των εργασιών απορρύπανσης, καθώς απαιτείται η υποβολή αναφορών στο οικείο Λιμεναρχείο ως εποπτεύουσα αρχή, με την οποία η επιχείρηση, που αναλαμβάνει να εκτελέσει τέτοιες εργασίες, πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία προς κατάρτιση των απαραίτητων εγγράφων, διατυπώσεις, τις οποίες εν προκειμένω είχε αναλάβει να φέρει εις πέρας το συγκεκριμένο πρόσωπο. Πλην όμως στην κρινόμενη περίπτωση δεν προσκομίσθηκαν τέτοια έγγραφα, που, κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος εκδίδονται σε περίπτωση εκτέλεσης αντιρρυπαντικών εργασιών, στο πλαίσιο της γραφειοκρατικής διαδικασίας, που διέπει αυτού του είδους τις εργασίες, προκειμένου να σχηματισθεί και στο παρόν Δικαστήριο πλήρης δικανική πεποίθηση επί των συγκεκριμένων καθηκόντων, τα οποία αφορούσαν στη διεκπεραίωση των εν λόγω εγγράφων, και με τα οποία (καθήκοντα) φέρεται ότι είχε επιφορτισθεί η ανωτέρω γραμματέας, που μάλιστα απαιτούσαν την παρουσία της στο Βόλο και δε μπορούσαν να εκτελεσθούν από την έδρα της επιχείρησης στη Θεσσαλονίκη. Με βάση τα ανωτέρω, και ενόψει του ότι, σύμφωνα με τον προαναφερόμενο τιμοκατάλογο, η χρέωση για την απασχόληση του τεχνικού ασφαλείας προβλέπεται ανά ημέρα, και ανέρχεται στο ποσό των 500 ευρώ την ημέρα, και του ότι στην προκειμένη περίπτωση η απασχόληση του προσώπου αυτού δεν υπερέβη τη μία ημέρα, δεδομένης και της μικρής επικινδυνότητας των εκτελεσθεισών εργασιών, το κόστος απασχόλησης αυτού ανέρχεται στο ποσό των 500 ευρώ (500 ευρώ/ημέρα Χ 1 ημέρα =500), ως προς το οποίο πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτό το αγωγικό κονδύλιο που αφορά την αμοιβή του ενάγοντος για την απασχόληση τριμελούς ομάδας έκτακτης ανάγκης. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του επίσης δέχθηκε ότι κατά την εκτέλεση των εργασιών απορρύπανσης στο λιμένα του Βόλου, απασχολήθηκε από την επιχείρηση του ενάγοντος ένας μόνο εργαζόμενος, και δη ο τεχνικός ασφαλείας της επιχείρησης αυτής, για την απασχόληση του οποίου ο ενάγων δικαιούται το ποσό των 500 ευρώ, που υποχρεούται να του καταβάλει η εναγόμενη (σημειωτέον ότι η πρωτόδικη κρίση περί της απασχόλησης στην επίμαχη ρύπανση του τεχνικού ασφαλείας της επιχείρησης του ενάγοντος, της διάρκειας της απασχόλησής, του και του τρόπου υπολογισμού της αμοβής του με βάση τον γνωστοποιηθέντα τηλεμοιοτυπικώς στην αντίδικο εταιρία τιμοκατάλογο, δεν πλήττεται από τον ενάγοντα με την έφεσή του), και ουδείς άλλος, και δη ο ίδιος ο ενάγων, και η γραμματέας της επιχείρησής του, για τους οποίους επίσης αξιώθηκε με την αγωγή η επιδίκαση αμοιβής, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από τον ενάγοντα με τον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσής του απορριπτομένων ως αβασίμων.  Τέλος, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, η διάθεση των αποβλήτων που συνελέγησαν (ήτοι των χρησιμοποιηθέντων απορροφητικών υλικών και των υπόλοιπων ρυπανθέντων υλικών), τα οποία είχαν συνολικό βάρος 14,82 τόνους, ανατέθηκε από την επιχείρηση του ενάγοντος σε τρίτη εταιρία, την «. ………..». Όπως έχει επίσης εκτεθεί η κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου επί του βάρους της περισυνελλεγείσας από τον ενάγοντα ποσότητας αποβλήτων της επίμαχης ρύπανσης, που αμφισβητήθηκε πρωτοδίκως από την εναγόμενη, δεν πλήττεται από τον ανωτέρω με την κρινόμενη έφεσή του, όπως απαιτείται, προκειμένου να επανακριθεί από το παρόν Δικαστήριο, στο οποίο η υπόθεση μεταβιβάσθηκε μόνον εντός του πλαισίου, που διαγράφεται από τους λόγους της έφεσης, όπερ και αναφέρεται διότι η εναγόμενη με τις κατατεθείσες κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο δεύτερο βαθμό προτάσεις της εξακολουθεί να αμφισβητεί  το βάρος του συλλεγέντος και απομακρυθέντος από την τρίτη μη διάδικο εταιρία εδαφικού ρυπασμένου υλικού. Σύμφωνα με τον ανωτέρω αναφερόμενο τιμοκατάλογο της επιχείρησης του ενάγοντος, η χρέωση για τη διάθεση των καταλοίπων της εκάστοτε ρύπανσης, την αποκατάσταση της οποίας αναλαμβάνει αυτός, ισούται με το κόστος της εν λόγω διάθεσης, ήτοι με τη δαπάνη στην οποία υποβάλλεται η επιχείρησή του προς το σκοπό αυτόν, ενώ δεν προβλέπεται επιπλέον χρέωση. Επομένως, αποδοτέα εν προκειμένω στον ενάγοντα εκ μέρους της εναγομένης τυγχάνει η αμοιβή που κατέβαλε αυτός προς την εταιρία «……………» για την ανωτέρω αιτία. Η αμοιβή της εταιρίας αυτής για την εκτέλεση του συμφωνηθέντος με τον ενάγοντα έργου της διάθεσης των αποβλήτων της επίμαχης ρύπανσης  ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 4.807,58 ευρώ, του αναλογούντος Φ.Π.Α. συμπεριλαμβανομένου, σύμφωνα με το υπ’αριθμ. ……/8.3.2011 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών της ανωτέρω εταιρίας, στο οποίο η παρασχεθείσα από την εκδότρια του εν λόγω φορολογικού παραστατικού υπηρεσία περιγράφεται ως «διαχείριση χωμάτων ρυπασμένων με πετρελαιοειδή από το λιμάνι του Βόλου, που πραγματοποιήθηκε στις 25.2.2011», παραδεκτά προσκομιζόμενο το πρώτον από τον ενάγοντα στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, καθώς ουδόλως προέκυψε ότι η μη προσκόμισή του στον πρώτο βαθμό οφείλεται σε βαριά του αμέλεια ή πρόθεση στρεψοδικίας  (άρθρο 529 του ΚΠολΔ), των περί του αντιθέτου αιτιάσεων της εφεσίβλητης, που προβάλλονται με τις προτάσεις της στην έκκλητη δίκη, στις οποίες, άλλωστε, ουδόλως διευκρινίζεται σε τι ακριβώς συνίσταται το επικαλούμενο απαράδεκτο της προσκόμισης του εγγράφου αυτού το πρώτον στο δεύτερο βαθμό, απορριπτομένων ως αβασίμων. Το ανωτέρω ποσό των 4.807,58 ευρώ υποχρεούται να καταβάλει η εναγόμενη στον ενάγοντα, ενώ καταβολή από τον τελευταίο επιπλέον χρηματικού ποσού στην εν λόγω εταιρία για την ίδια αιτία δεν αποδείχθηκε (ο ίδιος αξιώνει με την αγωγή του για τη διάθεση των αποβλήτων το ποσό των 20.007 ευρώ, όπερ επαναλαμβάνει και με την έφεσή του), κατά μερική παραδοχή της αγωγής και από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας ως προς το συγκεκριμένο επιμέρους κονδύλιο του συνολικά αιτουμένου ποσού. Επομένως, ενόψει όσων προεκτέθηκαν, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε στο σύνολό του το συγκεκριμένο κονδύλιο ως ουσιαστικά αβάσιμο, διότι έκρινε ότι εκ των προσκομισθέντων ενώπιόν του αποδεικτικών μέσων δεν προέκυψε ότι ο ενάγων πράγματι κατέβαλε κάποιο συγκεκριμένο ποσό στην ανωτέρω εταιρία για την αιτία αυτή, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως βάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων με τον τέταρτο λόγο της κρινόμενης έφεσής του, που πρέπει να γίνει δεκτός και κατ’ουσίαν. Πρέπει, επομένως, ενόψει των ανωτέρω, να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση κατά παραδοχήν των δεύτερου και τέταρτου λόγου αυτής, και αφού εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση μόνον αναφορικά με τα κονδύλια, που αφορούν στο ποσό της χρέωσης για τη χρήση από την επιχείρηση του ενάγοντος βυτιοφόρου οχήματος κατά τις εργασίες απορρύπανσης, που η επιχείρηση αυτή ανέλαβε να εκτελέσει στο λιμένα του Βόλου, για τον καθαρισμό του φρεατίου απορροής ομβρίων υδάτων της προβλήτας του εν λόγω λιμένος από τα υπολείμματα της σ’αυτό εισρεύσασας ποσότητας πετρελαίου, που διέρρευσε στο χώρο της προβλήτας σε μεγαλύτερη ποσότητα από βυτιοφόρο όχημα, το οποίο πραγματοποιούσε πετρέλευση σε πλοίο προσδεδεμένο εκεί για λογαριασμό της εναγομένης, καθώς και στο ποσό της καταβληθείσας από τον ενάγοντα σε τρίτη εταιρία δαπάνης για τη διάθεση των αποβλήτων της επίμαχης ρύπανσης, και κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η αγωγή ως προς τα συγκεκριμένα και μόνο κονδύλια, να γίνει, στη συνέχεια, αυτή εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 5.007,58 ευρώ (4.807,58 ευρώ + 200 ευρώ =5.007,58), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, ευθυνόμενη εις ολόκληρον σε καταβολή του με τον υπαίτιο της πρόκλησης της ρύπανσης, οδηγό του βυτιοφόρου οχήματος, με την ιδιότητα της ιδιοκτήτριας της ρυπογόνου εγκατάστασης, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Λόγω της εν μέρει νίκης του ενάγοντος με τη μερική παραδοχή της έφεσής του πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή σ’αυτόν του κατατεθέντος παραβόλου του ένδικου μέσου (άρθρο 495 παρ.3 προτελευταίο εδάφιο). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρο 178 παρ.1 και 183 του ΚΠολΔ), και να επβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, που περιέχεται στο εφετήριο (άρθρο 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), σε βάρος της εναγομένης, αφού η αγωγή, κατά το μέρος, που κρατήθηκε και εκδικάσθηκε εξαρχής, μετά την μερική εξαφάνιση της εκκαλουμένης, έγινε δεκτή κατά ένα μέρος, σύμφωνα με τα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης αναφερόμενα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και εν μέρει κατ’ουσίαν την από 10.1.2016 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……/18.7.2017 και …../10.5.2018) έφεση κατά της υπ’αριθμ. 3306/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη απόφαση μόνον κατά το μέρος αυτής, που αφορά στα ειδικότερα αναφερόμενα στο αιτιολογικό της παρούσας απόφασης αγωγικά κονδύλια.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει εξαρχής την υπόθεση επί της από 9.6.2011 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………./24.6.2011) αγωγής ως προς τα συγκεκριμένα κονδύλια και μόνον.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την ανωτέρω αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των πέντε χιλιάδων επτά ευρώ και πενήντα οκτώ λεπτών του ευρώ (5.007,58), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ