Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 461/2020

ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Περίληψη

Ανάκληση άδειας ασφαλιστή και θέση του σε ασφαλιστική εκκαθάριση. Κατά το χρονικό διάστημα, που η ασφαλιστική ανώνυμη εταιρία βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης. Πράξεις που λαμβάνουν χώρα παρά την ως άνω απαγόρευση είναι αυτεπαγγέλτως άκυρες. Άσκηση καταψηφιστικής προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής από ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια εταιρία, για καταβολή ασφαλιστικού ποσού, λόγω επέλευσης ασφαλιστικού κινδύνου, κατά ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας, η οποία τέθηκε σε καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθάρισης κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας και πριν τη συζήτηση της υπόθεσης. Η παρεμπιπτόντως ενάγουσα δεν είχε δικαίωμα να συνεχίσει τη δίκη, που κίνησε κατά της παρεμπιπτόντως εναγομένης με την έγερση καταψηφιστικής αγωγής. Δέχεται έφεση. Εξαφανίζει εκκαλουμένη, καθ’ ο μέρος παρέπεμψε στο Μονομελές Πρωτοδικείο -διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων- την προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή και κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση.

 

Αριθμός   461/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

[ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ]

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Δήμητρα Τσουτσάνη, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Κωττάκη, Εφέτη και Ευγενία Τσιώρα, Εφέτη – Εισηγήτρια, που όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τη με αριθμ. ………/02-10-2019 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα την Αθήνα, ……., σε συνδυασμό με την από 02/10/2019 βεβαίωση του Αξιωματικού Υπηρεσίας του Α.Τ. Καμινίων – Ν. Φαλήρου Πειραιά ………., Αστ/κος και την από 03/10/2019 βεβαίωση του ιδίου ως άνω Δικαστικού Επιμελητή, που προσκομίζει νόμιμα με επίκληση η εκκαλούσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση έφεσης, με σχετική πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην πρώτη των εφεσιβλήτων (άρθρα 128 παρ. 1, 4 και 136 παρ. 2 ΚΠολΔ). Η τελευταία, ωστόσο, δεν εμφανίστηκε στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συνεπώς, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν και αυτή παρούσα, καθώς η εκκαλούσα προσκόμισε εμπρόθεσμα αντίγραφα του εφετήριου, των πρωτοδίκως κατατεθεισών προτάσεων της παραπάνω εφεσίβλητης, καθώς και τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης (άρθρο 524 παρ. 4 ΚΠολΔ).

Η από 27/09/2019 έφεση, η οποία κατατέθηκε, στις 27-09-2019, στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …/2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …./2019, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε, στις 27-09-2019, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …/2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019, κατά της με αριθμ. 2418/30-07-2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και της συμπροσβαλλομένης με αριθμ. 351/17-01-2018 μη οριστικής απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου, οι οποίες εκδόθηκαν, κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 12.1.2017, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης …./16-1-2017 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης δικογράφου …./16-1-2017 αγωγής της δεύτερης των εφεσιβλήτων, εναντίον της πρώτης των εφεσιβλήτων, της από 22.2.2017, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης …./2017 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης …./2017 ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης σε απλή πρόσθετη παρέμβαση – παρεμπίπτουσας αγωγής της πρώτης των εφεσιβλήτων εναντίον της εκκαλούσας και της από 13/04/2017, με γενικό αριθμό κατάθεσης …./2017 και ειδικό αριθμό κατάθεσης …………/2017 πρόσθετης παρέμβασης της εκκαλούσας εναντίον της δεύτερης των εφεσιβλήτων και υπέρ της πρώτης των εφεσιβλήτων, έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 144, 147 παρ. 2, 495 παρ. 1, 2, 511, 513, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 και 520 ΚΠολΔ, εφόσον η εκκαλουμένη επιδόθηκε στην εκκαλούσα στις 07/08/2019 (βλ. σχετ. από 07/08/2019 επισημείωση του Δικαστικού Επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………. επί φωτ/φου της εκκαλουμένης) και η υπό κρίση έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 27/09/2019. Επομένως, εφόσον κατατέθηκε από την εκκαλούσα στο δημόσιο ταμείο το απαιτούμενο με αριθμ. . …. ./2019 e-παράβολο, ύψους εκατό πενήντα (150) ευρώ, για την άσκηση αυτής (βλ. άρθρο 495 § 3 Α περ. γ΄ ΚΠολΔ), η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, από το παρόν Δικαστήριο, το οποίο είναι αρμόδιο,  κατά τα άρθρα 19 ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α’ του ν. 2172/1993, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, για να κριθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολ).

Με την από 12.1.2017, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης …./16-1-2017 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης δικογράφου …./16-1-2017 αγωγή της, η κυρίως ενάγουσα και ήδη δεύτερη των εφεσιβλήτων, Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «……….» και δ.τ. «……….», που εδρεύει στο Δήμο …. και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία άσκησε εναντίον της κυρίως εναγομένης και ήδη πρώτης των εφεσιβλήτων, Ναυτικής Εταιρείας με την επωνυμία «…. ..», που εδρεύει στο Δήμο …. και εκπροσωπείται νόμιμα, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την τακτική διαδικασία, ζητούσε να υποχρεωθεί η τελευταία να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 343.251,59 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, ως αποζημίωση, συνεπεία της αδικοπραξίας, που τέλεσε ο προστηθείς της κυρίως εναγομένης και πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία Φ/Γ πλοίου, με το όνομα «Κ», Ν.Π. …., πλοίαρχος αυτού, υπό τις συνθήκες, που αναφέρονται ειδικότερα στην αγωγή, σε βάρος της κυρίως ενάγουσας, πλέον χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Εν συνεχεία, η κυρίως εναγομένη και ήδη πρώτη των εφεσιβλήτων, Ναυτική Εταιρεία με την επωνυμία «…………», που εδρεύει στο Δήμο Πειραιώς και εκπροσωπείται νόμιμα,  άσκησε την από 22.2.2017, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης ……./2017 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης ……/2017 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε απλή πρόσθετη παρέμβαση – παρεμπίπτουσα αγωγή της εναντίον της εκκαλούσας, Ασφαλιστικής Εταιρείας με την επωνυμία «…………», που εδρεύει στο Δήμο …., νομίμως εκπροσωπουμένης, με την οποία εξέθετε ότι έχει ασκηθεί εναντίον της η ως άνω κύρια, από 12.1.2017 (γεν. αριθμ. καταθ. …/2017, ειδικ. αριθμ. καταθ. …../2017) αγωγή της κυρίως ενάγουσας, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτει αυτολεξεί και με την οποία η τελευταία ζητούσε να υποχρεωθεί αυτή να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 343.251,59 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, ως αποζημίωση, συνεπεία της αδικοπραξίας, που τέλεσε ο προστηθείς της εναγομένης, πλοίαρχος του Φ/Γ πλοίου «Κ», σε βάρος της ενάγουσας, πλέον χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, για την αιτία, που λεπτομερώς περιγράφεται στο δικόγραφο της προσεπικλήσεως, ότι, περαιτέρω, η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, δυνάμει του υπ’ αριθμ. …… ασφαλιστηρίου συμβολαίου της (με αριθμό ανανέωσης 2113005808 και ημερομηνία καταχώρησης 16.6.2015) είχε αναλάβει την ασφάλιση του ένδικου πλοίου κατά ασφαλιστικών κινδύνων, μεταξύ των οποίων και ο περιγραφόμενος στην κύρια αγωγή, μέχρι του ποσού των 6.500.000 ευρώ για κάθε ατύχημα ή περιστατικό, εκπιπτομένου του ποσού των 20.000 ευρώ, ότι η προσάραξη και ακυβερνησία του πλοίου, που περιγράφεται στην κύρια αγωγή, συνιστά ναυτικό ατύχημα, οφειλόμενο σε αμέλεια του πλοιάρχου, επομένως, το περιστατικό που περιγράφεται στην αγωγή συνιστά επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, που καλύπτεται από το προαναφερόμενο ασφαλιστήριο συμβόλαιο, αφαιρουμένου του εκπιπτόμενου ποσού των 20.000 ευρώ, ότι με βάση τα ανωτέρω, η καθ’ ης η προσεπίκληση είναι, κατά νόμο, υπόχρεη να παρέμβει, ως δικονομική εγγυήτρια της προσεπικαλούσας – εναγομένης στην ανοιγείσα (κύρια) εκκρεμή δίκη μεταξύ αυτής και της εκεί ενάγουσας. Για τους λόγους αυτούς ζητούσε να υποχρεωθεί η εναγομένη να παρέμβει στην εκκρεμή δίκη μεταξύ αυτής και της ενάγουσας στην κυρία αγωγή εταιρίας, σε περίπτωση δε ήττας της στην κυρία δίκη να υποχρεωθεί η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη ασφαλιστική εταιρία να της καταβάλει οποιοδήποτε ποσό υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει στην κυρίως ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία, με την επωνυμία «…………», αφαιρουμένου του ποσού της δικής της συμμετοχής, ύψους 20.000 ευρώ, κατά τα προαναφερόμενα, με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επίδοση της αγωγής σε αυτήν (30.1.2017) μέχρι την εξόφληση, καθώς και να καταδικαστεί η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη στην καταβολή της εν γένει δικαστικής της δαπάνης. Κατόπιν, η καθ’ ης η ανακοίνωση – προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη και ήδη εκκαλούσα, Ασφαλιστική Εταιρεία, με την επωνυμία «……………..», που εδρεύει στο Δήμο Γλυφάδας, νομίμως εκπροσωπουμένης, με την από 13/04/2017, με γενικό αριθμό κατάθεσης …../2017 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ……/2017 (επικουρική) πρόσθετη παρέμβασή της, την οποία άσκησε εναντίον της κυρίως ενάγουσας (δεύτερης των εφεσιβλήτων) και υπέρ της κυρίως εναγομένης (πρώτης των εφεσιβλήτων), για την περίπτωση, που γίνει δεκτή η ως άνω προσεπίκληση, επικαλούμενη έννομο συμφέρον της, ως εκ της ιδιότητάς της ως κατ’ αρχήν δικονομικής εγγυήτριας της κυρίως εναγομένης, την οποία ενδέχεται να υποχρεωθεί να αποζημιώσει εάν γίνει δεκτή η κύρια αγωγή, ζήτησε την απόρριψη της ως άνω κύριας αγωγής, καθώς και της ως άνω ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης σε απλή πρόσθετη παρέμβαση – παρεμπίπτουσας αγωγή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με τη συμπροσβαλλόμενη με αριθμ. 351/17-01-2018 μη οριστική απόφασή του, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 06/06/2017, κατά την τακτική διαδικασία, αφού συνεκδίκασε: α) την από 12.1.2017, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης …../2017 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης ……/2017, κύρια αγωγή, β) την από 22.2.3017, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης ……/2017 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης …../2017 ανακοίνωση δίκης, προσεπίκληση σε απλή πρόσθετη παρέμβαση, παρεμπίπτουσα αγώγι) και γ) την από 13.4.2017, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης ……/2017 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης ………./2017 πρόσθετη παρέμβαση, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, έκρινε δε παραδεκτές και νόμιμες την κύρια αγωγή, την ανωτέρω προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή (με εφαρμοστέο δίκαιο επί της διαφοράς το αγγλικό ασφαλιστικό – Marine Insurance Act 1906), καθώς και την ανωτέρω πρόσθετη παρέμβαση, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και διέταξε την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, προκειμένου να διενεργηθεί η αναφερόμενη σε αυτήν τεχνική πραγματογνωμοσύνη, για να κριθεί η ύπαρξη ή μη συνυπαιτιότητας της ενάγουσας στην επικαλούμενη ζημία κατ’ άρθρο 254 ΚΠολΔ. Μετά δε τη διεξαγωγή της διαταχθείσας πραγματογνωμοσύνης και τη συζήτηση της υποθέσεως, που έγινε, κατόπιν της από 03/09/2018, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης ……./16-10-2018 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης ……../16-10-2018 κλήσεως της κυρίως ενάγουσας, αντιμωλία των διαδίκων, στις 04/12/2018, κατά την τακτική διαδικασία, εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εκκαλουμένη με αριθμ. 2418/30-07-2019 οριστική απόφαση, δυνάμει της οποίας ανακλήθηκε η διάταξη της αριθμ. 351/2018 μη οριστικής αποφάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, περί συνεκδίκασης α) της από 12.1.2017, με Γενικό – Ειδικό Αριθμό ………../2017, κύριας αγωγής της ενάγουσας κατά της εναγόμενης β) της από 22.2.2017, με Γενικό – Ειδικό Αριθμό ………./2017, ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής της εναγομένης κατά της καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης και γ) της από 12.4.2017, με Γενικό – Ειδικό Αριθμό …………/2017, πρόσθετης παρέμβασης της παρεμπιπτόντως εναγομένης υπέρ της κυρίως εναγομένης και εναντίον της κυρίως ενάγουσας και διετάχθη ο χωρισμός αυτών, παραπέμφθηκε δε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς (ναυτικό τμήμα – διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) α) η από 22.2.2017, με Γενικό – Ειδικό Αριθμό …………./2017 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της κυρίως εναγομένης κατά της καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης και β) η από 12.4.2017, με Γενικό – Ειδικό αριθμό …………/2017 πρόσθετη παρέμβαση της παρεμπιπτόντως εναγομένης υπέρ της κυρίως εναγομένης και εναντίον της κυρίως ενάγουσας και εκδικάστηκε, αντιμωλία των διαδίκων η από 12.1.2017 και με γενικό – ειδικό αριθμό ………./2017 κύρια αγωγή, η οποία έγινε δεκτή εν μέρει, υποχρεώθηκε δε η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριακοσιων δέκα οκτώ χιλιάδων διακοσιων πενήντα ενός ευρώ και πενήντα εννέα λεπτών (318.251,59 ευρώ), εντόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και καταδικάστηκε η εναγόμενη στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της εναγόμενης, το ύψος των οποίων ορίστηκε στο ποσό των δέκα τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων (14.500) ευρώ. Κατά της οριστικής αυτής αποφάσεως, καθώς και της συμπροσβαλλομένης μη οριστικής αποφάσεως, παραπονείται η εκκαλούσα, με την από 27/09/2019 έφεση, η οποία κατατέθηκε, στις 27-09-2019, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……/2019, για τους αναφερομένους στην έφεσή της, λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Ζητά δε να γίνει δεκτή η έφεσή της, να εξαφανιστεί, άλλως μεταρρυθμιστεί, η εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 2418/2019 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς καθ’ όσον την αφορά και να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση (α) της από 22.02.2017 με ΓΑΚ …../22.02.2017 και ΕΑΚ ……./22.022017 ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης σε απλή πρόσθετη παρέμβαση – παρεμπίπτουσας αγωγή της κυρίως εναγομένης εναντίον της και (β) της από 12.04.2017 με ΓΑΚ ……../13.04.2017 και ΕΑΚ ……/13.04.2017 πρόσθετης παρέμβασης αυτής (εκκαλούσας), ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, υπέρ της ασφαλισμένης της και κατά της κυρίως ενάγουσας και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητες στη δικαστική της δαπάνη και την αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου της και για τους δύο βαθμούς, διότι, μετά την έκδοση της ως άνω με αριθμ. 351/17-01-2018 μη οριστικής απόφασης και προ της συζητήσεως, στις 04/12/2018, της υποθέσεως, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη με αριθμ. 2418/30-07-2019 οριστική απόφαση, με την υπ’ αριθμ. 261/1/23.2.2018 (ΦΕΚ- ΠΡΑ.ΔΙ.Τ. 165/23.2.2018) Απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος, ανακλήθηκε οριστικά η άδεια λειτουργίας της καθ’ ης η ανακοίνωση – προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης – προσθέτως παρεμβαίνουσας και ήδη εκκαλούσας ασφαλιστικής εταιρίας και τέθηκε αυτή σε καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθάρισης, απαγορεύθηκε δε η ελεύθερη διάθεση του συνόλου των περιουσιακών της στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4364/2016 (ΦΕΚΑΊ 3/5.2.2016).

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 235 του Ν. 4364/2016: “1. Η Εποπτική Αρχή είναι η μόνη αρμόδια να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης του άρθρου 220 του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή ακολουθεί το στάδιο ασφαλιστικής εκκαθάρισης, εκτός αν άλλως ορίζεται στην απόφαση… 2… 3. Στην περίπτωση ασφαλιστικής εκκαθάρισης εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα, και επί ζητημάτων, που δεν ρυθμίζονται από τον Πτωχευτικό Κώδικα, οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και του ΚΠολΔ. Παράβαση των διατάξεων αυτών επιφέρει τις ίδιες κυρώσεις και πρόστιμα στο πρόσωπο του ασφαλιστικού εκκαθαριστή όπως στην περίπτωση του Διοικητικού Συμβουλίου.” Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 239 παρ. 3 του ίδιου νόμου: “Κατά το χρονικό διάστημα που η ασφαλιστική επιχείρηση βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση αναστέλλεται κάθε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της και σε βάρος των ασφαλισμένων της για ασφαλίσεις αστικής ευθύνης, μέχρι το ποσό για το οποίο ευθύνεται εις ολόκληρο η ασφαλιστική επιχείρηση. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης.” Kατά τις διατάξεις δε του άρθρου 25 του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3788/2007) “1. Με επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 26, από την κήρυξη της πτώχευσης αναστέλλονται αυτοδικαίως όλα τα ατομικά καταδιωκτικά μέτρα των πιστωτών κατά του οφειλέτη προς ικανοποίηση ή εκπλήρωση πτωχευτικών απαιτήσεών τους. Ιδίως απαγορεύεται η έναρξη ή συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης, η άσκηση αναγνωριστικών ή καταψηφιστικών αγωγών, η συνέχιση των δικών επ’ αυτών, η άσκηση ή εκδίκαση ένδικων μέσων, η έκδοση πράξεων διοικητικής ή φορολογικής φύσεως, ή η εκτέλεσή τους σε στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας. 2. Πράξεις κατά παράβαση της κατά την παράγραφο 1 αναστολής είναι απολύτως άκυρες”. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι αν ανακληθεί η άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής επιχειρήσεως (με απόφαση της αρμόδιας Εποπτικής Αρχής), ακολουθεί, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στην απόφαση, το στάδιο της ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως, η οποία, αντιθέτως με ότι συμβαίνει στην πτώχευση, συνιστά συλλογική διαδικασία διοικητικής φύσεως, που κινείται από την Εποπτική Αρχή (και όχι με πρωτοβουλία των πιστωτών), οδηγεί δε στη ρευστοποίηση της περιουσίας της ασφαλιστικής επιχειρήσεως, με σκοπό την ικανοποίηση, αποκλειστικά με τη ρευστοποίηση της περιουσίας της ασφαλιστικής επιχειρήσεως, των πιστωτών, ανάλογα με το ύψος των κατά της τελευταίας υφισταμένων απαιτήσεών τους. Επί της εκκαθαρίσεως αυτής είναι δυνατή η συμπληρωματική, ευθεία και όχι αναλογική, εφαρμογή εκείνων μόνον των διατάξεων του Πτωχευτικού Κώδικα, οι οποίες δεν αντίκεινται στον επιδιωκόμενο με την ως άνω εκκαθάριση σκοπό. Μεταξύ των εφαρμοστέων διατάξεων περιλαμβάνεται και εκείνη του άρθρου 25 του Πτωχευτικού Κώδικα, η οποία προβλέπει την αυτοδίκαιη αναστολή, από την κήρυξη της πτωχεύσεως, όλων των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων των πιστωτών κατά του οφειλέτη προς εκπλήρωση ή ικανοποίηση των πτωχευτικών απαιτήσεών τους (έναρξη, συνέχιση αναγκαστικής εκτελέσεως, άσκηση, εκδίκαση ενδίκων μέσων κ.λπ.), όσες δε πράξεις ενεργηθούν κατά παράβαση της αναστολής αυτής είναι απολύτως άκυρες. Κατ’ ακολουθίαν αυτών, θα πρέπει – αναφορικά με τα, κατά της ασφαλιστικής επιχειρήσεως, ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα – να γίνει δεκτό ότι, στο πλαίσιο της ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως, επέρχονται ειδικότερα οι ακόλουθες έννομες συνέπειες: Η συζήτηση κάθε είδους, αναγνωριστικού ή καταψηφιστικού χαρακτήρα, αγωγών, που ασκήθηκαν από πιστωτές της εκκαθαρίσεως κηρύσσεται απαράδεκτη. Η συνέχιση εκκρεμών δικών επί αγωγών αντίστοιχου χαρακτήρα αναστέλλεται αυτοδικαίως. Η έναρξη διαδικασιών αναγκαστικής εκτελέσεως με την επίδοση επιταγής προς πληρωμή θεωρείται άκυρη. Η διενέργεια πράξεων συντηρητικής ή αναγκαστικής εκτελέσεως και η συνέχιση αντίστοιχων διαδικασιών κατά της περιουσίας της ασφαλιστικής επιχειρήσεως, ακόμη κι αν έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση, αναστέλλονται. Η άσκηση και η εκδίκαση ενδίκων μέσων επί αποφάσεων, που εκδόθηκαν κατόπιν αγωγής ή άλλου ενδίκου βοηθήματος από πιστωτές της εκκαθαρίσεως, απαγορεύεται, ενώ η έναρξη ή συνέχιση διαδικασιών εκτελέσεως εκ μέρους του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ εις βάρος της ασφαλιστικής επιχειρήσεως αναστέλλονται ομοίως. Σε περίπτωση δε που, παρά την ανωτέρω απαγόρευση, ασκηθούν αγωγές, ένδικα μέσα ή άλλου είδους έννομα βοηθήματα, το δικαστήριο, που επιλαμβάνεται αυτών, οφείλει και αυτεπαγγέλτως, κατ’ άρθρο 239 παρ. 3 εδ. τελ. του ν. 4364/2016, να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση (ΑΠ 1218/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1254/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1413/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 672/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1942/2017 Δημ. Νόμος, ΤριμΕφΔωδ 246/2018 Δημ. Νόμος, ΕφΛαρ 564/2018 ΤΝΠΔΣΑθ, ΤριμΕφΚρητ 42/2017 Δημ. Νόμος). Η, κατά τα ανωτέρω, απαγόρευση άσκησης και εκδίκασης ενδίκων μέσων επί αποφάσεων, που εκδόθηκαν, κατόπιν αγωγής ή άλλου ενδίκου βοηθήματος από πιστωτές της εκκαθάρισης, πρέπει να γίνει δεκτό ότι αφορά τόσο αυτά, που στρέφονται κατά της επιχείρησης, όσο και αυτά, που στρέφονται σε βάρος των ασφαλισμένων της, για ασφαλίσεις αστικής ευθύνης, μέχρι το ποσό για το οποίο ευθύνεται εις ολόκληρο η ασφαλιστική επιχείρηση (εννοείται για τις αξιώσεις των ζημιωθέντων τρίτων), έτσι ώστε να προστατεύονται και οι δύο από τις αξιώσεις τρίτων. Επομένως, υπό το καθεστώς του νέου νόμου 4364/2016 για εκκαθαρίσεις, που έλαβαν χώρα από 1.1.2016 και μετά, όταν μία ασφαλιστική εταιρία τίθεται υπό ασφαλιστική εκκαθάριση και για όσο διάστημα διαρκεί αυτή, αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις κατά της εταιρίας όλων όσων έχουν απαίτηση από ασφάλιση κατά αυτής. Με την παραπάνω διαδικασία, που ομοιάζει με την πτωχευτική διαδικασία, κατά το χρόνο της πτωχευτικής απαλλοτρίωσης, προστατεύεται και η ασφαλιστική εταιρία από τη διατήρηση των ενεργητικών στοιχείων της περιουσίας της, αλλά και οι ασφαλισμένοι από τις ατομικές διώξεις των ζημιωθέντων τρίτων, εφόσον η ασφαλιστική τους εταιρία προέκυψε αφερέγγυα, όλα δε αυτά ισχύουν για τις νέες ασφαλιστικές εκκαθαρίσεις, που άρχισαν μετά την 1/1/2016 (ΑΠ 672/2019 ό.π., ΑΠ 1254/2019 ό.π., ΑΠ 1413/2019 ό.π., ΑΠ 1942/2017 ό.π.). Ο ασφαλισμένος, επομένως, που άσκησε αναγνωριστική αγωγή κατά ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας -η οποία βρί­σκεται σε καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθάρισης-, για να ικανο­ποιήσει απαίτησή του από τη σύμβαση ασφάλισης, εμποδίζε­ται να συνεχίσει την εκκρεμή αυτή δίκη εναντίον της. Η θέση αυτή προκύπτει, πρώτον, από το σαφές γράμμα των διατάξεων, που προαναφέρθηκαν. Συνάγεται, δεύτερον, και από την ό­μοια ερμηνεία που δίδεται στη διάταξη του άρθρου 145 του ν. 4261/2014, η οποία ρυθμίζει θέματα, που αφορούν στην ειδική εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων και παραπέμπει, επίσης, ρητά στις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα (βλ. ΑΠ 822/2015 ό.π., ΤριμΕφΚρητ 42/2017 ό.π.). Αν, συνεπώς, οι δύο (2) αυτές διατάξεις, οι οποίες υπηρετούν τον ίδιο σκοπό, ερμηνεύονταν με διαφορετικό η καθεμία τρόπο, θα υπήρχε κίνδυνος να υπάρχουν αντιφάσεις στην έννομη τάξη, μολονότι το άρθρο 4 παρ. 1 Συντ. επιβάλ­λει όμοιες καταστάσεις να αντιμετωπίζονται με όμοιο τρόπο (αρχή της ενότητας της έννομης τάξης). Η ίδια ερμηνευτική εκδοχή στηρίζεται, τρίτον, και σε τελολογικό επιχείρημα. Ο θε­σμός, ειδικότερα, της ασφαλιστικής εκκαθάρισης, που εισάγει ο ν. 4364/2016, προστατεύει τόσο την ασφαλιστική επιχείρηση όσο και τους δανειστές της. Η εταιρία, συγκεκριμένα, προστατεύεται, επειδή διατηρεί τα στοιχεία του ενεργητικού της και μπορεί για το λόγο αυτό να συνεχίσει να ασκεί την εμπορική της δραστηριότητα. Αν η επιχείρηση εξακολουθεί να λειτουρ­γεί παραγωγικά, δημιουργείται ασφάλεια και στα πολλά, συνή­θως, φυσικά και νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν συναλλαχθεί μαζί της, επειδή οι απαιτήσεις των ασφαλισμένων για ασφαλι­στική κάλυψη και καταβολή ασφαλίσματος δεν τίθενται σε ά­μεσο κίνδυνο, όπως, ενδεχομένως, θα γινόταν αν ο ασφαλιστής περιερχόταν σε κατάσταση πτώχευσης (πρβλ. ΑΠ 336/2016 ΤΝΠ Νόμος, ως προς τον όμοιο σκοπό του προγενέστερου ν.δ. 400/1970, ΤριμΕφΚρητ 42/2017 ό.π., και Μάζη, Η ειδική εκκαθάριση των προβληματικών επιχειρήσεων, β΄ έκδοση, 2005, παράγραφος 1, σελ. 1-2). Το ίδιο νομοθέτημα, εξάλλου, παρέχει στους δανειστές της ασφαλιστικής επιχείρησης αποτελεσματικότερη προστασία από το – ήδη καταργημένο – ν.δ. 400/1976, επειδή προβλέπει διαδικασία ελέγχου απαιτήσεων σε βάρος του ασφαλιστή, που τίθεται σε καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθάρισης (άρθρο 242 επ. ν. 4364/2016). Ο α­σφαλισμένος, συνεπώς, δεν βλάπτεται από την αδυναμία του να συνεχίσει εκκρεμή δίκη κατά του ασφαλιστή, με αντικείμενο την παροχή οριστικής δικαστικής προστασίας (πρβλ. όμως για το καθεστώς των άρθρων 46 και 46α του ν. 1892/1990 Κοτσίρη/Χατζηνικολάου-Αγγελίδου, Δίκαιο εξυγίανσης και εκκαθάρισης προβληματικών επιχειρήσεων, β΄ έκδοση, 2002, αριθμός 114, σελ. 157-158, βλ. σχετ. ΤριμΕφΚρητ 42/2017 ό.π.). Εξάλλου, κατά τις διατάξεις των παρ. 4 και 5 του άρθρου 239 του Ν. 4364/2016, «4. Αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών εισάγονται και εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. 5. Εκκρεμείς διαφορές στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας εισάγονται, με κλήση οποιουδήποτε νομιμοποιουμένου, στο μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης ανεξάρτητα από το ποσό.». Τέλος, στις μεν διατάξεις του άρθρου 248 του Ν. 4364/2016, προβλέπεται ότι: «1. Από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διέπονται οι υφιστάμενες κατά την 31-12-2015 ασφαλιστικές εκκαθαρίσεις, 2. Στις εκκαθαρίσεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή τα άρθρα 235 παρ. 1, 2, 3, 5 και 6, 236 έως 239, 242 παρ. 1 και 4, 243 παρ. 1 και 3, 246 και 247 του παρόντος …», στις δε διατάξεις του άρθρου 284 του ίδιου ως άνω Ν. 4364/2016 (ΦΕΚ Α 13 5.2.2016), ως προς την έναρξη ισχύος αυτού, ορίζεται ότι «…Α. … Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων των Μερών Πρώτου έως και Έκτου του παρόντος νόμου έχουν ισχύ από 1η Ιανουαρίου 2016, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 144, 221 έως και 248 και 272 που ισχύουν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού…» (ΤριμΕφΠειρ 88/2020 Δημ.Ιστοσελ.ΕφΠειρ.). Στην Αιτιολογική Έκθεση του Ν. 4364/2016, στο Ειδικό Μέρος (επί των άρθρων του σχεδίου νόμου) αναφέρεται, για το άρθρο 235, ότι «Στο άρθρο 235 προβλέπεται ότι η ασφαλιστική επιχείρηση τίθεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση με απόφαση της Εποπτικής Αρχής για τους λόγους και με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 114 του νόμου…. Προφανής σκοπός της διάταξης είναι η κατοχύρωση, μέσω των ανωτέρω διαδικασιών, της ομαλής εκκαθάρισης της ασφαλιστικής επιχείρησης προς το συμφέρον των ασφαλισμένων», για το άρθρο 239, ότι «Στο άρθρο 239 προβλέπεται ότι για την εξυπηρέτηση του σκοπού της διασφάλισης της ικανοποίησης των δικαιούχων από ασφάλιση, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ενημερώνει τακτικά με τον πλέον πρόσφορο τρόπο τους δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση και τους λοιπούς πιστωτές σχετικά με την πορεία της εκκαθάρισης. Όλες οι αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών εισάγονται και εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, για τη συντόμευση των δικαστικών εκκρεμοτήτων και τη διευκόλυνση της περάτωσης της εκκαθάρισης. Αντιστοίχως, εκκρεμείς διαφορές στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας εισάγονται, με κλήση οποιουδήποτε νομιμοποιουμένου, στο μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης ανεξάρτητα από το ποσό…». Από τις παραπάνω διατάξεις, σε συνδυασμό και με την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4364/2016, προκύπτει ότι οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 239 του Ν. 4364/2016 αποτελούν μεταφορά της καταργηθείσας διάταξης της παραγράφου 6 του άρθρου 12α παρ. 6 του ΝΔ 400/1970 αποτελουμένης από δύο εδάφια (δηλαδή τα δύο εδάφια της παραγράφου 6 του άρθρου 12α του ΝΔ 400/1970, έγιναν παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 239 του Ν. 4364/2016), συγχρόνως, όμως, με τις νέες αυτές διατάξεις προσδιορίζεται με σαφήνεια σε ποιες συγκεκριμένες διαφορές αναφέρονται οι ρυθμίσεις των διατάξεων αυτών. ΄Ετσι,  οι διατάξεις αυτές, όπως ρητά ορίζεται στην παράγραφο 4 («Αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών») αφορούν μόνο, στις αγωγές ασφαλιστικής εταιρίας, οι οποίες είχαν ασκηθεί πριν την ανάκληση της άδειας λειτουργίας και την υπαγωγή της σε ασφαλιστική εκκαθάριση, κατά των οφειλετών αυτής (ασφαλισμένων, πρακτόρων κλπ), και εκκρεμούν  (ανεξάρτητα αν στο πρώτο ή δεύτερο βαθμό), και στις αγωγές που ασκούνται από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή, μετά την υπαγωγή της ασφαλιστικής επιχείρησης σε ασφαλιστική εκκαθάριση, επίσης, κατά των οφειλετών της εταιρίας. Καθιερώνεται, λοιπόν, η διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ως αποκλειστική για την εκδίκαση μόνο των αγωγών αυτών του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά των οφειλετών, είτε είναι εκκρεμείς (σε οποιοδήποτε βαθμό) είτε ασκούνται το πρώτον, και ορίζεται για όσες από τις αγωγές αυτές εκκρεμούν στον πρώτο βαθμό, ως αποκλειστικά αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκασή τους καθ’ ύλην το μονομελές πρωτοδικείο, ανεξαρτήτως ποσού, και κατά τόπον αυτό της έδρας της επιχείρησης. Από τη γραμματική και τελολογική ερμηνεία των διατάξεων των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 239 του Ν. 4364/2014, σε συνδυασμό με την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, στην οποία, εκτός των άλλων, αναφέρεται, ως σκοπός θέσπισης των διατάξεων αυτών, η ομαλή εκκαθάριση της ασφαλιστικής επιχείρησης προς το συμφέρον των ασφαλισμένων, αλλά και με το περιεχόμενο της καταργηθείσας διάταξης της παραγράφου 6 του άρθρου 12α του ΝΔ 400/1970,  προκύπτει ότι: α) μετά την ανάκληση της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης και τη θέση της υπό ασφαλιστική εκκαθάριση την διοίκηση και εκπροσώπηση αυτής αναλαμβάνει ο εκκαθαριστής, β) προς αποφυγή οποιασδήποτε αμφιβολίας, σχετικά με τις υποθέσεις, που υπάγονται στις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 239 (αμφιβολία την οποία, ενδεχομένως, θα μπορούσε να δημιουργήσει η διατύπωση της καταργηθείσας πλέον διάταξης της παραγράφου 6 του άρθρου 12α του Ν.Δ. 400/1970, στην οποία χρησιμοποιούνταν οι φράσεις «εκκρεμείς δίκες» και «εκκρεμείς διαφορές»), διευκρινίζεται, πλέον, με σαφήνεια ότι πρόκειται μόνο για τις «αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών», γ) το γεγονός ότι ο νομοθέτης, κατά την μεταφορά των δύο εδαφίων της παραγράφου 6 του άρθρου 12α του ΝΔ 400/1970, στο άρθρο 239 του Ν. 4366, προτίμησε την διατύπωσή τους σε δύο παραγράφους, 4 (στην οποία μεταφέρθηκε το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 12α του ΝΔ 400/1970, με την προσθήκη της φράσης «Αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά των οφειλετών», προς διευκρίνιση και προσδιορισμό των φράσεων «εκκρεμείς δίκες» και «εκκρεμείς διαφορές») και 5  (στην οποία μεταφέρθηκε ως είχε το περιεχόμενο του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 12α του ΝΔ 400/1970), δεν μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετική ερμηνεία (ότι δηλαδή οι ρυθμίσεις αυτές δεν αφορούν μόνον αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών),  δ) αν ο νομοθέτης ήθελε να περιλάβει στην διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 239 και τις εκκρεμείς αγωγές κατά της ασφαλιστικής εταιρίας, που ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της και τέθηκε σε ασφαλιστική εκκαθάριση, θα το όριζε ρητά (όπως ρητά όρισε στην παράγραφο 4 «αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών») και ως εκ τούτου η σωστή ερμηνεία της διάταξης αυτής είναι ότι αφορά αποκλειστικά και μόνο τις διαφορές που αναφέρονται στην παράγραφο 4, ε) επίσης, δεν είναι τυχαίο ότι στην αιτιολογική έκθεση οι δύο αυτές παράγραφοι συνδέονται μεταξύ τους με το επίρρημα «Αντιστοίχως» (= αναλόγως), που σημαίνει ότι ο νομοθέτης, με την παράγραφο 5, αναφέρεται στις εκκρεμείς στον πρώτο βαθμό διαφορές (αγωγές) της παραγράφου 4 («αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών»), ανεξάρτητα βέβαια από το γεγονός ότι στο κείμενο του νόμου έχει παραληφθεί (ως περιττή) η λέξη «αντιστοίχως». Για τις αγωγές αυτές, που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5 (αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών), 1) είτε ασκούνται το πρώτον είτε είναι εκκρεμείς (σε οποιοδήποτε βαθμό)  ορίζεται, ως διαδικασία για την εκδίκασή τους  αυτή των ασφαλιστικών μέτρων και  2) εφόσον είναι εκκρεμείς στον πρώτο βαθμό, ορίζεται ως αποκλειστικά αρμόδιο καθ’ ύλην δικαστήριο, το Μονομελές Πρωτοδικείο (ανεξαρτήτως ποσού), και κατά τόπο αυτό της έδρας της ασφαλιστικής επιχείρησης (ενώπιον του οποίου εισάγονται με κλήση), ο λόγος δε θέσπισης των διατάξεων αυτών είναι η  ομαλή και ταχεία εκκαθάριση της ασφαλιστικής επιχείρησης, όσον αφορά τις απαιτήσεις της έναντι των οφειλετών της, έτσι ώστε να έχει τη δυνατότητα ο εκκαθαριστής να συγκεντρώσει έγκαιρα χρήματα  και να περατώσει την εκκαθάριση προς το συμφέρον των ασφαλισμένων, στο οποίο αποσκοπεί η ασφαλιστική εκκαθάριση, σύμφωνα και με την αιτιολογική έκθεση του νόμου. Περαιτέρω καταστρατηγείται ο σκοπός θέσπισης των νέων ρυθμίσεων του ΚΠολΔ με τον Ν. 4335/2015, ο οποίος, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεσή του είναι η έκδοση ορθής και δίκαιης αποφάσεως, σε συνδυασμό με την ανάγκη για απονομή της δικαιοσύνης σε εύλογο χρόνο με βάση την αρχή της οικονομίας της δίκης (βλ. σχετ., Ι. Γ. Μανουσάκη, Οι ρυθμίσεις του άρθρου 239 παρ. 4 και 5 του Ν. 4364/2016, σε σχέση με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών για ζημιές από αυτοκίνητα του άρθρου  614 αρ. 4 ΚΠολΔ, ΕΣΔ 2017 σελ. 354-361). Στην προκειμένη περίπτωση, από την επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων προκύπτει ότι, μετά την έκδοση της ως άνω με αριθμ. 351/17-01-2018 μη οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και προ της συζητήσεως, στις 04/12/2018, της υποθέσεως, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη με αριθμ. 2418/30-07-2019 οριστική απόφαση, δυνάμει της υπ’ αριθ. 261/23.02.2018 (Φ.Ε.Κ. 165/23.02.2018, Τεύχος ΠΡΑ.Δ.Ι.Τ) αποφάσεως της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΕΠΑΘ) της Τράπεζας της Ελλάδος,  ανακλήθηκε οριστικώς η άδεια της εκκαλούσας ασφαλιστικής επιχειρήσεως και τέθηκε αυτή υπό καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως, κατά τις διατάξεις των άρθρων 109, 110, 114, 220, 221 και 235 ν. 4364/2016 και με την ίδια απόφαση διορίσθηκε ασφαλιστικός εκκαθαριστής αυτής η ……….., Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής (βλ. & ΑΠ 1218/2019 ό.π.). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η συζήτηση της (α) της από 22.02.2017 με ΓΑΚ …./22.02.2017 και ΕΑΚ …../22.022017 ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης σε απλή πρόσθετη παρέμβαση – παρεμπίπτουσας αγωγής της κυρίως εναγομένης εναντίον της παρεμπιπτόντως εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, με αντικείμενο την καταψήφιση ασφαλιστικού ποσού, λόγω επελεύσεως του ασφαλιστικού κινδύνου, που τυχόν επιδικασθεί σε βάρος της και (β) της από 12.04.2017 με ΓΑΚ …./13.04.2017 και ΕΑΚ …./13.04.2017 πρόσθετης παρέμβασης αυτής (εκκαλούσας), ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, υπέρ της ασφαλισμένης και κατά της κυρίως ενάγουσας, έπρεπε να κηρυχθεί απαράδεκτη, κατά το βάσιμο περί τούτου αίτημα του ασφαλιστικού εκκαθαριστή της εκκαλούσας, που προεβλήθη με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου του, καταχωριζομένης στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της 04/12/2018, καθώς και με τις έγγραφες προτάσεις, ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, επαναφέρεται δε παραδεκτά με λόγο έφεσης, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, γεγονός, το οποίο, άλλωστε, εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (βλ. ΑΠ 672/2019 ό.π., ΑΠ 1413/2019 ό.π., ΑΠ 1254/2019 ό.π., ΑΠ 1942/2017 ό.π.), διότι ο ασφαλισμένος, ο οποίος άσκησε καταψηστική αγωγή κατά ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας -η οποία βρί­σκεται σε καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθάρισης-, για να ικανο­ποιήσει απαίτησή του από τη σύμβαση ασφάλισης, λόγω επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου, εμποδίζε­ται να συνεχίσει την εκκρεμή αυτή δίκη εναντίον της (ΑΠ 1218/2019 ό.π., ΑΠ 1942/2017 ό.π., ΤριμΕφΚρητ 42/2017 ό.π.). Στην προκειμένη, επομένως, περίπτωση, η παρεμπιπτόντως ενάγουσα δεν είχε δικαίωμα να συνεχίσει τη δίκη, που κίνησε, κατά της παρεμπιπτόντως εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας, με την έγερση της από 22.02.2017 με ΓΑΚ …./22.02.2017 και ΕΑΚ …../22.022017 ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης σε απλή πρόσθετη παρέμβαση – παρεμπίπτουσας καταψηφιστικής αγωγής εναντίον της, όπως βάσιμα επικαλείται και η ασφαλιστική εται­ρία τόσο με την έφεσή της όσο και με τις προτάσεις της στην παρούσα δίκη. Σημειώνεται ότι, το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 239 § 4 και 5 του Ν. 4364/2016, δεν συμπεριλαμβάνει τις υποθέσεις, που αφορούν στη δικαστική διεκδίκηση, με αντικείμενο την καταψήφιση ασφαλιστικού ποσού, λόγω επελεύσεως του ασφαλιστικού κινδύνου, από τη σύμβαση ασφάλισης, που τυχόν επιδικασθεί σε βάρος του ασφαλισμένου (βλ. σχετ. ΑΠ 1218/2019 ό.π.), ώστε να δύναται παραδεκτώς να εισαχθεί προς συζήτηση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Ναυτικό Τμήμα), κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας, που προηγήθηκε, όπως κρίθηκε με την εκκαλουμένη, πολλώ δε μάλλον, που, εν προκειμένω, το άρθρο 248 του ως άνω νόμου περί υφισταμένων εκκαθαρίσεων, το οποίο εσφαλμένα εφάρμοσε η εκκαλουμένη, εφαρμόζεται, κατά τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου αυτού, στις υφιστάμενες κατά την 31.12.2015 ασφαλιστικές εκκαθαρίσεις, ενώ, εν προκειμένω, η άδεια της εκκαλούσας ασφαλιστικής επιχειρήσεως ανακλήθηκε οριστικώς και τέθηκε αυτή υπό καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως, δυνάμει της υπ` αριθ. 261/23.02.2018 (Φ.Ε.Κ. 165/23.02.2018, Τεύχος ΠΡΑ.Δ.Ι.Τ) αποφάσεως της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΕΠΑΘ) της Τράπεζας της Ελλάδος και δεν υφίστατο, κατά την 31.12.2015, ασφαλιστική εκκαθάριση. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση παρέπεμψε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς (ναυτικό τμήμα – διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) α) την από 22.2.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό …………../2017 ανακοίνωση δίκης — προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της κυρίως εναγομένης κατά της δεύτερης καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης (ήδη εκκαλούσας) και β) την από 12.4.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό ………./2017 πρόσθετη παρέμβαση της καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης (ήδη εκκαλούσας) εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 239 § 4 και 5 και 248 του Ν. 4364/2016, ενώ έπρεπε να εφαρμόσει και αυτεπαγγέλτως τις διατάξεις των άρθρων 239 παρ. 3 του Ν. 4364/2016 και 25 του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3788/2007) και να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση αυτών. Κατόπιν των ανωτέρω, δεκτού γενομένου ως βασίμου του μοναδικού λόγου εφέσεως, πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσία βάσιμη, η από 27/09/2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …/2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 έφεση, κατά της με αριθμ. 2418/30-07-2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως άνω με αριθμ. 2418/30-07-2019 οριστική απόφαση, καθ’ ο μέρος παραπέμπει στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς (ναυτικό τμήμα – διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) α) την από 22.2.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό ……./2017 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της εναγομένης – πρώτης των καθ’ών η κλήση κατά της δεύτερης καθ’ής η προσεπίκληση — παρεμπιπτόντως εναγομένης και β) την από 12.4.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό ………/2017 πρόσθετη παρέμβαση της δεύτερης των καθ’ών η κλήση, να διαταχθεί δε η απόδοση στην εκκαλούσα του παραβόλου, το οποίο κατατέθηκε από αυτήν για την άσκηση αυτής (άρθρ. 495 § 3 Κ.Πολ.Δ.) και να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση: α) της από 22.2.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό ………../2017 ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής της εναγομένης κατά της καθ’ ης η προσεπίκληση — παρεμπιπτόντως εναγομένης και β) της από 12.4.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό ………../2017 ασκηθείσας επικουρικώς, σε περίπτωση, που κριθεί νόμιμη η ως άνω προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, πρόσθετης παρέμβασης της εκκαλούσας. Για την περίπτωση δε άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας, πρέπει να οριστεί προκαταβλητέο παράβολο σε βάρος της ερημοδικαζομένης πρώτης των εφεσιβλήτων (άρθρα 501,  502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 περ. γ΄ ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, περίπτωση επιβολής δικαστικών εξόδων, σε βάρος κάποιου διαδίκου, δεν συντρέχει, εν προκειμένω, διότι η παρούσα δεν είναι οριστική,  εφόσον δεν τέμνει ολοκληρωτικά τη διαφορά της δίκης μεταξύ αυτών (βλ. άρθρα 183, 191 § 1 του ΚΠολΔ) (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 4/2013 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1254/2019 Δημ. Νόμος, ΤριμΕφΚρητ 42/2017 Δημ. Νόμος).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πρώτης των εφεσιβλήτων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 27/09/2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ……./2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. 603/2019 έφεση, κατά της με αριθμ. ……/30-07-2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Ναυτικό Τμήμα), η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ τη με αριθμ. 2418/30-07-2019 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Ναυτικό Τμήμα), καθ’ ο μέρος παραπέμπει στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς (ναυτικό τμήμα – διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) α) την από 22.2.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό ………../2017 ανακοίνωση δίκης — προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της εναγομένης κατά της καθ’ ης η προσεπίκληση — παρεμπιπτόντως εναγομένης και β) την από 12.4.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό ………./2017 πρόσθετη παρέμβαση της εκκαλούσας.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος από την εκκαλούσα παραβόλου σε αυτήν.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση: α) της από 22.2.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό …………/2017 ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής της εναγομένης κατά της καθ’ ης η προσεπίκληση — παρεμπιπτόντως εναγομένης και β) της από 12.4.2017 με γενικό – ειδικό αριθμό …………/2017 πρόσθετης παρέμβασης της εκκαλούσας.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στις 09/06/2020 στον Πειραιά και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 30/06/2020, στον ίδιο τόπο, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ