Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 612/2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Αποφάσεως  612/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Μαρία Κωττάκη, Εφέτη, που όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Εφετείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ

                        Ι. Οι υπό κρίση από  16-1-2018 (….) και από 12-2-2018 (ΓΑΚ ……)  αντίθετες εφέσεις, κατά της 4083/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,  που δίκασε την ένδικη διαφορά αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 663επ ΚΠολΔ, έχουν ασκηθεί νομότυπα, με κατάθεση του δικογράφου τους στη Γραμματεία του εκδόντος την εκκαλουμένη δικαστηρίου και εμπρόθεσμα, εντός τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης, που έλαβε χώρα στις 18-1-2018 (βλ. επισημείωση επιδόσεως επί του προσκομιζομένου επιδοθέντος αντιγράφου αυτής). Πρέπει, επομένως, αφού  συνεκδικασθούν (246 ΚΠολΔ), να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (αρθρ. 495 επ., 511, 513, 516, 517, 518, 520 § 1, 532, 533 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Με την από 14-12-2015 (ΓΑΚ ………..) αγωγή του, ο ενάγων και ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος, εργαζόμενος με την ειδικότητα του Μηχανοδηγού Β’  στο υπό ελληνική σημαία δεξαμενόπλοιο “Σ.”, νηολογίου Πειραιώς, με αριθμό …., κ.ο.χ. 986,41 και κ.κ.χ. 657,64, πλοιοκτησίας της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας – εφεσίβλητης, ζήτησε να υποχρεωθεί η τελευταία να του καταβάλει συνολικό ποσό 57.158,21 ευρώ για υπερωριακή αμοιβή του του χρονικού διαστήματος από  1-1-2014 έως 31-12-2014, νομιμοτόκως από την  απόλυσή του άλλως από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή  και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα συνολικό ποσό 12.062,06 ευρώ νομιμοτόκως από την επομένη της απολύσεώς του.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται, για κακή εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, αμφότερα τα διάδικα μέρη και ζητούν την εξαφάνισή της ώστε κατά τον μεν ενάγοντα να γίνει ολικά δεκτή η αγωγή κατά δε την  εναγομένη να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της.

ΙΙΙ. Από τη διάταξη του άρθρου 216 § 1 ΚΠολΔ, με την οποία ορίζεται ότι το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 ή 117 του ίδιου Κώδικα, πρέπει να περιέχει: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με τον νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα, προκύπτει ότι η μη πλήρης αναφορά των περιστατικών αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και οδηγεί στην απόρριψή της ως απαράδεκτης, λόγω ελλείψεως διαδικαστικής προϋποθέσεως, η οποία αποτελεί και προϋπόθεση του παραδεκτού της (ΑΠ 1611/2008 Δ 2008.1131, 187/2006 Δ 2006.907). Ειδικότερα, όταν πρόκειται για αγωγή με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση δεδουλευμένων αποδοχών ναυτικού, στοιχεία της ιστορικής της βάσεως, που πρέπει ο ενάγων να αποδείξει, είναι κατά τη διάταξη του άρθρου 53 ΚΙΝΔ, η σύμβαση ναυτολογήσεως, η παροχή από τον ναυτικό της εργασίας του στον εργοδότη (πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή) και ο συμβατικός ή νόμιμος μισθός, σε συνδυασμό με τη χωρητικότητα του πλοίου, ώστε να εφαρμοστεί η προσήκουσα συλλογική σύμβαση εργασίας. Εξάλλου, για την κατ` άρθρο 216 § 1 ΚΠολΔ πληρότητα του δικογράφου της αγωγής, με την οποία ζητείται η καταβολή διαφοράς αποδοχών για παρασχεθείσα κατά τις καθημερινές, τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες υπερωριακή εργασία συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται οι συγκεκριμένες ημέρες και ο αριθμός αυτών, αλλά αρκεί να αναφέρεται ο αριθμός των ωρών εργασίας που παρέσχε ο εργαζόμενος κατά το ένδικο διάστημα. Περαιτέρω, δεν αποτελεί αναγκαίο στοιχείο για το ορισμένο της αγωγής να αναφέρεται σ` αυτήν ο χρόνος, από τον οποίο αρχίζει η υπερωρία κάθε ημέρας, αφού αυτός ορίζεται από τον νόμο, ούτε η ανάγκη η οποία παρέστη για την εκτέλεσή της όπως και το πρόσωπο από το οποίο δόθηκε η σχετική εντολή ούτε οι ειδικότερες εργασίες που ο εργαζόμενος εκτελούσε κατά την παροχή της υπερωριακής εργασίας (ΕφΠειρ 168/2014, 207/2016 κ.α- “Νόμος”).  Με τον πρώτο λόγο της εφέσεώς της η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι κακώς η εκκαλουμένη  απέρριψε τον ισχυρισμό της περί αοριστίας της αγωγής γιατί στο δικόγραφό της δεν αναφέρονται ειδικότερα περιστατικά σχετικά με την αναγκαιότητα παροχής από τον ενάγοντα υπερωριακής εργασίας ούτε ποιες ειδικότερα εργασίες εκτελούσε αυτός κατά την παροχή της. Ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι αβάσιμος διότι για την πληρότητα του δικογράφου της αγωγής με την οποία αξιώνεται αμοιβή λόγω παροχής υπερωριακής εργασίας εκ μέρους ναυτικού, πρέπει σ` αυτό (δικόγραφο) να αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά τα οποία προσδιορίζονται ανωτέρω και πράγματι περιέχει η ως άνω κριθείσα αγωγή και όχι περισσότερα, όπως εσφαλμένως υπολαμβάνει η εκκαλούσα.

  1. IV. Η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, που στη ναυτική πρακτική ονομάζεται «κλειστός» και στον οποίο περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές, που προβλέπονται από τη σχετική ναυτική συλλογική σύμβαση εργασίας, είναι έγκυρη (άρθρο 361 ΑΚ), με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον «κλειστό» μισθό που συμφωνήθηκε. Διαφορετικά, αν ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελαχίστων νόμιμων αποδοχών, η συμφωνία αυτή δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003 ΕΝΔ 2003.345, 225/2002 ΔΕΝ 2002.1314, ΕφΠειρ 391/2009 ΕΝΔ 2009.283, 429/2008 ΕΝΔ 2008.284, 30/2008 ΕΝΔ 2008.106). Η έννοια του κλειστού μισθού περιλαμβάνει και τη συμφωνία ότι οι υπέρτερες αποδοχές καταλογίζονται στα τυχόν ήδη καταβαλλόμενα ή και μελλοντικά επιδόματα, χωρίς ανάγκη άλλου ειδικού καθορισμού τους, ενώ το τυχόν καταβαλλόμενο επιμίσθιο πρέπει να καταβάλλεται τακτικά και παγίως, ώστε να υπολογισθεί στον καταλογισμό (ΕφΠειρ 568/2009 ΕΝΔ 2009.267). Αλλιώς, εάν δηλαδή δεν συμφωνήθηκε κάτι τέτοιο, με τρόπο ορισμένο και ειδικό, μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, ο εργοδότης δεν έχει την δυνατότητα να προβεί στον ανωτέρω συμψηφισμό περιορίζοντας έτσι μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζόμενου (ΑΠ 1089/1987 ΕΝΔ 1988.114, ΕφΠειρ 640/2009 ΕΝΔ 2010.39, 465/2009 ΕΝΔ 2009.276). Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που δεν εξειδικεύονται οι αποδοχές που καλύπτει ο κλειστός μισθός και υπάρχει κενό στη σύμβαση εργασίας ή γεννάται αμφιβολία σχετικά με το περιεχόμενο των βουλήσεων που δηλώθηκαν, αν δηλαδή περιλαμβάνονται ή όχι σ` αυτόν ορισμένες από τις νόμιμες απαιτήσεις του ναυτικού ανακύπτει θέμα ερμηνείας της συμβάσεως κατά τα άρθρα 173 και 200ΑΚ, δηλαδή χωρίς προσήλωση στις λέξεις και σύμφωνα με την καλή πίστη λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών (ΑΠ 1700/1998 ΕΝΔ 1999.465, ΕφΠειρ 457/2000 ΔΕΕ 2000.895, 213/2016, 207/2016, 321/2016, κ.α.- “Νόμος”).
  2. V. Στην προκειμένη περίπτωση, από την εκτίμηση της ένορκης καταθέσεως του μάρτυρα ανταποδείξεως (ο ενάγων δεν εξέτασε μάρτυρα στο ακροατήριο) που περιέχεται στα ταυτάριθμα της εκκαλουμένης πρακτικά, τα οποία προσκομίζονται με επίκληση σε νομίμως επικυρωμένο αντίγραφο, της υπ΄αριθ. ……… ενόρκου βεβαιώσεως ενώπιον του Συμβολαιογράφου …….. ….., που με επίκληση επαναπροσκομίζει ο ενάγων και της οποίας προηγήθηκε νόμιμη κλήτευση της εναγομένης (βλ. … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή …….) και όλων ανεξαιρέτως των νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομιζομένων εγγράφων, σε μερικά από τα οποία ενδεικτικώς μόνο γίνεται μνεία κατωτέρω, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων, ΄Ελληνας απογεγραμμένος ναυτικός με αριθμό μητρώου ………, δυνάμει γραπτής συμβάσεως ναυτικής εργασίας που συνήψε με την εναγομένη στον Πειραιά, στις 17-9-2011, ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο πλοίο της  τελευταίας με την ονομασία “Σ..”, που είναι δεξαμενόπλοιο, νηολογίου Πειραιώς με αριθμό ………., κ.ο.χ. 986,41 και κ.κ.χ. 657,64,  DWT: 2147 t, για να εργασθεί ως Μηχανοδηγός Β΄. Εκεί εργάσθηκε συνεχώς μέχρι τις 18-11-2015 οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί. Οι μηνιαίες αποδοχές του συμφωνήθηκε ότι θα ορίζονταν από τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Μεσογειακών Φορτηγών Πλοίων από 501-3.000 κοχ έτους 2010 που κυρώθηκε με την ΥΑ 3525.14/1/2011 (ΦΕΚ 127/9-2-2011). Ειδικότερα, συμφωνήθηκε αυτός να λαμβάνει α) ως  “κλειστό μισθό” ποσό 1.657,48 ευρώ μηνιαίως στο οποίο περιλαμβάνονταν, κατά ρητή πρόβλεψη στο άρθρο  3 της εν λόγω ατομικής συμβάσεως, όλα τα επιδόματα και οι παροχές της ανωτέρω σσνε και τυχόν υπερωρίες καθώς και το bonus του πλοιοκτήτη και β) ποσό 549,20 ευρώ μηνιαίως για επίδομα αδείας και τροφοδοσία αδείας, με αποτέλεσμα οι μηνιαίες αποδοχές του να ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 2.206,68 ευρώ. Σύμφωνα με την ανωτέρω ΣΣΝΕ, ο μηνιαίος μισθός του διαμορφωνόταν ως εξής: 916,07 βασικός + 201,54 Κυριακές + 91,61 ευρώ επίδομα πετρελαιοφόρου =1.209,22 ευρώ. Επομένως, ο ενάγων ελάμβανε, πλέον των ανωτέρω νομίμων αποδοχών του, ποσό 448,26 ευρώ μηνιαίως (1.657,48-1.209,22), το οποίο κατά τη συμφωνία των μερών αντιστοιχούσε στην αμοιβή για την υπερωριακή του απασχόληση. Επιπροσθέτως, όπως αποδεικνύεται από τις μηνιαίες καταστάσεις πληρωμών του ενάγοντος, αυτός κατά το ένδικο χρονικό διάστημα λάμβανε ακόμα, σταθερά κατά μήνα (επί 23 μήνες),  ποσό 150 ευρώ ως bonus πλοιοκτήτη καθώς και ποσό από 300 έως 350 ευρώ κατά μήνα, σταθερά, ως έξτρα μισθό. Επίσης, λάμβανε ποσό 13, 69 ημερησίως ως αντίτιμο τροφής. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 της ανωτέρω σσνε, οι ώρες εργασίας των ανδρών της βάρδιας μηχανοστασίου και λεβητοστασίου κατά το ταξίδι ορίζονται σε σαράντα (40) την εβδομάδα δηλαδή σε οκτώ (8) ώρες κάθε μέρα από την Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή, ενώ το Σάββατο και η Κυριακή θεωρούνται σαν ημέρες αργίας. Οι ώρες εργασίας των μελών του πληρώματος που απασχολούνται σε κάθε είδους εργασίες ημέρας μηχανής και λεβητοστασίου ορίζονται σε σαράντα (40) κάθε εβδομάδα, δηλαδή σε οκτώ (8) ώρες κάθε μέρα από τη Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή ενώ το Σάββατο και η Κυριακή θεωρούνται σαν ημέρες αργίας. Το ανωτέρω πλοίο είναι δεξαμενόπλοιο, διαθέτει 15 δεξαμενές και εκτελεί ανεφοδιασμούς πλοίων με καύσιμα. Ειδικότερα,  κατά τον ένδικο χρόνο, το πλοίο αυτό ναυλοχούσε τον λιμένα Ερμουπόλεως Σύρου και πραγματοποιούσε καθημερινώς πλόες από  εκεί προς πλοία που ήταν αγκυροβολημένα “αρόδου” έξω από το λιμάνι μεταφέροντας σε αυτά καύσιμα, που προηγουμένως είχε φορτώσει από τις δεξαμενές του Σταθμού Ανεφοδιασμού, που διατηρεί η εταιρεία “Σ.  Πρατήρια Σταθμοί Ανεφοδιασμού ΑΕ” , σε νησίδα πλησίον του ανωτέρω λιμένος διανύοντας σχετικά μικρή απόσταση κάθε φορά, η δε διάρκεια του πλού προς το κάθε πλοίο δεν υπερέβαινε τη μισή ώρα. Το πλήρωμα μηχανής αποτελούσαν ο Α΄ Μηχανικός, ο Β΄ Μηχανικός και ο ενάγων. Το πλοίο εκτελούσε κατά μέσο όρο δύο φορτοεκφορτώσεις ημερησίως, με μέσο χρόνο εκφορτώσεως περί τις δυόμιση ώρες ενώ η φόρτωση στη νησίδα διαρκούσε περί τη μιάμιση ώρα. Ο ενάγων ξεκινούσε την εργασία του μία ώρα πριν τον απόπλου του πλοίου για τη νησίδα φορτώσεως εκτελώντας προπαρασκευαστικές εργασίες στο μηχανοστάσιο ενώ κατά τη διάρκεια της φορτώσεως των καυσίμων στο πλοίο εκτελούσε βοηθητικές εργασίες στα πλαίσια της ειδικότητάς του. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια της φορτώσεως λειτουργούσε μια μεγάλη ηλεκτρομηχανή κατερπίλαρ για την παραγωγή ρεύματος, η οποία ήταν εγκατεστημένη εκτός μηχανοστασίου, στην πρύμνη του πλοίου, την οποία τροφοδοτούσε το πλήρωμα μηχανής με πετρέλαιο, με μία αντλία που συνδεόταν με το μηχανοστάσιο, της οποίας η στάθμη έπρεπε να ελέγχεται. Κατά τη διάρκεια της εκφορτώσεως λειτουργούσε, εκτός από την ηλεκτρομηχανή και η κύρια μηχανή του πλοίου, από την οποία αποσυνδεόταν η προπέλα και συνδεόταν η αντλία προκειμένου να πραγματοποιείται αφενός η άντληση του φορτίου από τις δεξαμενές του πλοίου αφετέρου  η τροφοδοσία του εφοδιαζόμενου πλοίου, συγχρόνως δε λειτουργούσαν και οι άλλες δύο μικρότερες ηλεκτρομηχανές του πλοίου. Ο ενάγων καθόλη τη διάρκεια της φορτοεκφορτώσεως ήταν επιφορτισμένος με τον έλεγχο της λειτουργίας των ηλεκτρομηχανών και της κύριας μηχανής, την παρακολούθηση της στάθμης του πετρελαίου της ηλεκτρομηχανής, την πίεση του λαδιού, προσέθετε λιπαντικά όποτε χρειαζόταν και προέβαινε σε καθαρισμούς. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι οι βάρδιες μηχανής εκτελούνταν από τον ενάγοντα και τον Δεύτερο μηχανικό ενώ ο Πρώτος δεν εκτελούσε βάρδιες. Μετά το πέρας του ανεφοδιασμού, το πλοίο παρέμενε στο λιμάνι, στη θέση προσδέσεώς του έως τον επόμενο ανεφοδιασμό. Κατά τη διάρκεια αυτής της παραμονής του, λειτουργούσε για κάποιες ώρες η ηλεκτρομηχανή του πλοίου προκειμένου να υπάρχει ζεστό νερό και ηλεκτρικό ρεύμα για τις ανάγκες του πληρώματος. Οι μηχανικοί του πλοίου διανυκτέρευαν εκτός του πλοίου, ο δε ενάγων ήταν υπεύθυνος για τη φύλαξη και την ασφάλεια του μηχανοστασίου κατά τις ώρες που λειτουργούσε η ηλεκτρομηχανή. Το καλοκαίρι του 2015, από 5-6-2015 έως 7-7-2015, που το πλοίο βρισκόταν για επισκευή στο Πέραμα, ο ενάγων εργαζόταν, μαζί με το εξωτερικό συνεργείο επισκευής, απασχολούμενος σε βοηθητικές εργασίες στα πλαίσια της ειδικότητάς του και επίσης, εκτελούσε μαζί με τον Δεύτερο μηχανικό φυλακή ασφαλείας στο μηχανοστάσιο από τις 18.00 έως τις 08.00 της επομένης. Επομένως, καθόλο το ένδικο χρονικό διάστημα, ο ενάγων παρείχε την εργασία του κατά μέσο όρο επί δώδεκα ώρες ημερησίως και όχι επί 16 που ο ίδιος ισχυρίζεται με την αγωγή του ούτε επί 10 που ισχυρίζεται η εναγομένη. Ισχυρή απόδειξη γι’ αυτό αποτελεί το γεγονός ότι είχε προβλεφθεί στη σύμβασή του το ανωτέρω μηνιαίο κονδύλι ως σταθερή πάγια αμοιβή για υπερωρίες καθώς και το γεγονός ότι πέραν του ανωτέρω κονδυλίου καταβαλλόταν σε αυτόν παγίως κάθε μήνα σταθερό ποσό 150 ευρώ ως επιμίσθιο (πλέον του ποσού των 300-350 ευρώ που καταβαλλόταν επίσης παγίως και σταθερά κάθε μήνα για έξτρα εργασίες).  Οι 4 ώρες εργασίας μετά το νόμιμο οκτάωρο σε καθημερινές και Κυριακές πρέπει να πληρωθούν με απλή υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 25% για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας του ενώ για τα Σάββατα και τις αργείς πρέπει να πληρωθούν όλες οι ώρες εργασίας με υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας (άρθρο 5 της ανωτέρω σσνε). Ειδικότερα, για το χρονικό διάστημα από 1-1-2014 έως 18-11-2015, ο ενάγων εργάσθηκε 466 καθημερινές και 97 Κυριακές επί 12 ώρες ημερησίως και δικαιούται ποσό (563 ημέρες Χ 4 ώρες= 2.252 ώρες Χ 6,62 ευρώ = )14.908,24 ευρώ. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα εργάσθηκε 96 Σάββατα και 21 αργίες (γιατί το πλοίο δεν πραγματοποίησε καμία εργασία κατά τις ακόλουθες αργίες :6-1-14, 2-4-14, 15-8-14, 10-4-15, 31-5-15 και 15-8-15) και δικαιούται ποσό (117 ημέρες Χ 12 ώρες= 1.404 ώρες Χ 7,94 ευρώ=) 11.147,76 ευρώ. Συνολικά δηλαδή η αμοιβή του για την παρασχεθείσα υπερωριακή εργασία του ανέρχεται στο ποσό των 26.056 ευρώ. ‘Οπως προαναφέρεται, ο ενάγων έχει λάβει σταθερά κάθε μήνα ποσό 448,27 ευρώ και συνολικά για 22 μήνες (από Ιανουάριο 2014 έως και Οκτώβριο 2015) έλαβε ποσό 9.861,94 ευρώ, το οποίο, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, καταλογίζεται στην υπερωριακή αμοιβή του με βάση τη σχετική συμφωνία των μερών, όπως ορθώς έκρινε η εκκαλουμένη, απορριπτομένου ως αβάσιμου του δεύτερου λόγου εφέσεως του ενάγοντος, με τον οποίο αυτός παραπονείται για το αντίθετο. Επίσης, για τον ίδιο λόγο, στο ανωτέρω ποσό καταλογίζεται και το ποσό των 150 ευρώ μηνιαίως που, όπως προαναφέρεται, έλαβε  ο ενάγων επί 23 μήνες (από Ιανουάριο έως και Νοέμβριο 2015) και συνολικά ποσό (150 Χ 23 μήνες =) 3.450 ευρώ και το οποίο αποτελεί “επιμίσθιο” που, σύμφωνα με την ένδικη ατομική σύμβαση εργασίας, ερμηνευομένη σύμφωνα με την καλή πίστη λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών, συμψηφίζεται με την οφειλομένη, από την εναγομένη, αμοιβή για υπερωριακή εργασία, δεκτής γενομένης εν μέρει ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της προβληθείσας από την τελευταία ενστάσεως περί αποσβέσεως της οφειλής, η οποία επαναφέρεται με το εισαγωγικό τμήμα της εφέσεώς της. Επομένως, απομένει οφειλόμενο ποσό στον ενάγοντα (26.056 – 9.861,94 – 3.450 =) 12.744,06 ευρώ. Αντιθέτως, το συνολικό ποσό των 6.850 ευρώ που έλαβε ο ενάγων για “έξτρα” μισθό δεν δύναται να καταλογισθεί στο ποσό που αυτός δικαιούται από την υπερωριακή εργασία του γιατί δεν αποδεικνύεται ότι αυτό περιλαμβανόταν στην προαναφερόμενη συμφωνία. Τέλος, ο προβαλλόμενος με τον δεύτερο λόγο εφέσεώς της ισχυρισμός της εναγομένης ότι το ένδικο πλοίο επί πολλές ημέρες κάθε μήνα παρέμενε χωρίς καμία δραστηριότητα και επομένως δεν δικαιολογείται η υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αποδεικνύεται βάσιμος γιατί από το προσκομιζόμενο ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου που επικαλείται η εναγομένη προς απόδειξη του εν λόγω ισχυρισμού της αποδεικνύεται το αντίθετο αφού τις ημέρες που η εναγομένη ισχυρίζεται ότι το πλοίο ήταν “εν αναμονή” , προσδεδεμένο στην προβλήτα, αυτό φαίνεται ότι πραγματοποιούσε φορτοεκφορτώσεις (μία έως δυο ημερησίως) και μάλιστα συχνά κατά τις νυκτερινές ώρες (βλ. ενδεικτικώς την 1-1-2014, την 4-1-2014 κ.α).
  3. VI. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση από 16-1-2018 έφεση του ενάγοντος πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη κατά μερική αποδοχή του πρώτου λόγου της με τον οποίο αυτός παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τις ώρες της υπερωριακής εργασίας του. Η δε από 12-2-2018 έφεση της εναγομένης πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη κατά μερική αποδοχή του λόγου που περιλαμβάνεται στο εισαγωγικό τμήμα της κατά το σκέλος του με τον οποίο, κατά προσήκουσα εκτίμησή του, αυτή επαναφέρει την προβληθείσα πρωτοδίκως ένσταση αποσβέσεως (“εξοφλήσεως-συμψηφισμού”) της οφειλής της. Στη συνέχεια πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη κι αφού κρατηθεί η αγωγή και δικασθεί κατ΄ουσίαν, πρέπει αυτή να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα συνολικό ποσό ευρώ 12.744,06, νομιμοτόκως από την απόλυσή του και να καταδικασθεί σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος ανάλογο της νίκης του αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό (176, 178 παρ.1 , 183, 191 παρ 2 ΚΠολΔ).

 

 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

-Συνεκδικάζει την από  16-1-2018 (ΓΑΚ ..…) έφεση και την από 12-2-2018 (ΓΑΚ ……….)  έφεση κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

-Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν τις εφέσεις.

-Εξαφανίζει την 4083/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

-Κρατεί και δικάζει την από 14-12-2015 (ΓΑΚ ………..) αγωγή.

-Δέχεται αυτή εν μέρει.

-Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα ποσό δώδεκα χιλιάδων επτακοσίων σαράντα τεσσάρων ευρώ και έξι λεπτών (12.744,06), νομιμοτόκως από την απόλυσή του.

-Καταδικάζει την εναγομένη σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των 800 ευρώ.

-Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις  4 Οκτωβρίου 2018.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ