Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 455/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός Απόφασης   455/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 315, 317 και 318 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι για τη συζήτηση στο ακροατήριο αιτήσεως διορθώσεως μιας αποφάσεως, που μπορεί να προκληθεί αυτεπαγγέλτως ή με αίτηση των διαδίκων, πρέπει όλοι οι διάδικοι που αναφέρονται σ` αυτή να κληθούν οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση και ότι, αν οι απόντες κατά την εκφώνηση της υποθέσεως κλητεύθηκαν νόμιμα, η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι και, αν δεν κλητεύθηκαν νόμιμα, η συζήτηση αναβάλλεται και το δικαστήριο διατάζει την κλήτευση τους. Στην περίπτωση όμως κατά την οποία οι μη κληθέντες και μη παραστάντες διάδικοι της αρχικής δίκης δεν έχουν άμεσο ή έμμεσο έννομο συμφέρον από τη διωκόμενη διόρθωση της αποφάσεως, δεν πρέπει να αναβάλλεται η συζήτηση για να κληθούν οι διάδικοι της υπό διόρθωση απόφασης και η συζήτηση προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (ΑΠ 1856/1999 ΕλΔνη 41,1307).

Εξάλλου, κατά μεν το άρθρο 143 παρ. 1 ΚΠολΔ, ο κατά το άρθρο 96 διορισμένος δικαστικός πληρεξούσιος είναι αυτοδικαίως και αντίκλητος για όλες τις επιδόσεις που αναφέρονται στη δίκη, στην οποία είναι πληρεξούσιος, έως και την έκδοση αμετάκλητης απόφασης (όπως η παρ. 1 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο πρώτο παρ. 2 του Ν.4335/2015 – ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015, με έναρξη ισχύος από 1.1.2016 σύμφωνα με άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 Ν 4335/2015), κατά δε το άρθρο 100 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, η πληρεξουσιότητα παύει και όταν περατωθεί η δίκη ή η πράξη για την οποία είχε δοθεί η πληρεξουσιότητα. Από τις διατάξεις αυτές σαφώς συνάγεται ότι για την έγκυρη συζήτηση της αίτησης διόρθωσης απόφασης, σε περίπτωση που απουσιάζει κάποιος από τους διαδίκους, είναι αναγκαίο να έχει προκληθεί εμπρόθεσμη και νομότυπη επίδοση της προς αυτούς και κλήτευση τους και δεν αρκεί η επίδοση της αιτήσεως με την κλήση προς συζήτηση στον δικηγόρο που είχε παρασταθεί, ως πληρεξούσιος δικηγόρος του στη δίκη στην οποία εκδόθηκε η προς διόρθωση απόφαση, γιατί η πληρεξουσιότητα αυτού, όπως και η εξουσία του ως αυτοδικαίως αντικλήτου, ισχύει για την δίκη επί της οποίας εκδόθηκε η προς διόρθωση απόφαση μέχρι της αμετακλήτου περατώσεως αυτής, ενώ η αίτηση διόρθωσης ανοίγει νέα αυτοτελή δίκη, για την οποία ουδεμία πληρεξουσιότητα ή εξουσία αντικλήτου αυτού υφίσταται ή τεκμαίρεται (ΑΠ 795/2012 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 26/2013 ΠειρΝομ 2013, 145).

Στην προκειμένη περίπτωση με την από 19.9.2019 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………../19.9.2019, νόμιμα εισάγεται για συζήτηση η από 8.5.2019 πράξη της Εφέτη Πειραιώς, Χαρίκλειας Σαραμαντή, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης οίκοθεν δικογράφου ………/8.5.2019, για αυτεπάγγελτη διόρθωση της υπ’αριθμ. 490/2018 απόφασης του Ναυτικού Τμήματος του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε ερήμην των εφεσιβλήτων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, επί της από 31.10.2017 με αριθμό κατάθεσης ………./2017 έφεσης των εκκαλούντων-εναγόντων, που στρέφεται κατά της υπ’αριθμ.3124/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εξαφανίστηκε κατά παραδοχή της, δικαζομένης της από 7.12.2015 αγωγής τους, διότι από παραδρομή κατά τη σύνταξη της απόφασης, εχώρησαν στο διατακτικό τα αναφερόμενα λάθη σε ασυμφωνία με το σκεπτικό του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου.

Η κρινόμενη ως άνω πράξη-αίτηση περί της αυτεπάγγελτης διορθώσεως της προαναφερθείσας αποφάσεως, παραδεκτώς εισάγεται στο Δικαστήριο τούτο και πρέπει να ερευνηθεί κατ’ ουσίαν, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η προς διόρθωση απόφαση (άρθρα 315, 317 παρ. 2 και 318 ΚΠολΔ), ερήμην των διαδίκων, που αναφέρονται σ’αυτήν και κλητεύθηκαν. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τις από 25.9.2019 δύο εκθέσεις επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων του Εφετείου Πειραιώς, ……………, ακριβές αντίγραφο της ανωτέρω από 19.9.2019 πράξης, με ορισμό δικασίμου, καθώς και της κλήσης της Γραμματέως του Δικαστηρίου τούτου για συζήτηση της ως άνω υπόθεσης, κατά την στην αρχή της παρούσας αναφερομένη δικάσιμο, επιδόθηκε με επιμέλεια της γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου, στον δικηγόρο ……………, υπό την ιδιότητα του, ως πληρεξουσίου δικηγόρου των εκκαλούντων και για λογαριασμό τούτων, πλην όμως από κανένα στοιχείο του φακέλου της δικογραφίας δεν προκύπτει η ιδιότητα του εν λόγω δικηγόρου, ως αντίκλητου, των μη εμφανισθέντων ανωτέρω διαδίκων, καθόσον σύμφωνα με τα προεκτεθέντα δεν αρκεί η επίδοση της ως άνω πράξης, μετά της κλήσης προς συζήτηση της, στον δικηγόρο, που είχε παραστεί στη δίκη, στην οποία εκδόθηκε η προς διόρθωση απόφαση, εφόσον δεν θεωρείται πληρεξούσιος και αντίκλητος των εν λόγω διαδίκων και για την παρούσα έτερη αυτοτελή δίκη. Ενόψει των ανωτέρω, οι απολειπόμενοι διάδικοι αυτοί δεν θεωρείται ότι κλητεύθηκαν νόμιμα δια του ανωτέρω πληρεξουσίου δικηγόρου, πλην όμως, κατ’οικονομία της δίκης, δεν χρειάζεται να αναβληθεί αυτή προκειμένου να κλητευθούν, κατ’άρθρο 318 παρ.2 ΚΠολΔ, ελλείψει εννόμου συμφέροντος, ενόψει του ότι την διωκόμενη διόρθωση προκάλεσε το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως προς όφελος τους και συνεπώς, πρέπει να δικαστούν ερήμην. Περαιτέρω, από τις από 25.9.2019 δύο εκθέσεις επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων του Εφετείου Πειραιώς, ……………, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της ανωτέρω από 19.9.2019 πράξης, με ορισμό δικασίμου, καθώς και της κλήσης της Γραμματέως του Δικαστηρίου τούτου για συζήτηση της κρινόμενης υπόθεσης, κατά την στην αρχή της παρούσας αναφερομένη δικάσιμο, επιδόθηκαν, επιμέλεια της γραμματείας του Δικαστηρίου, νομότυπα και εμπρόθεσμα, στις εφεσίβλητες εταιρείες, πλην όμως, αυτές δεν εμφανίστηκαν στη δικάσιμο αυτή, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του πινακίου, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο και συνεπώς, πρέπει να δικαστούν ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (318παρ.2 ΚΠολΔ).

Από τα έγγραφα που υπάρχουν στη δικογραφία αποδεικνύεται ότι, κατά την σύνταξη της υπ’αριθμ.490/2018 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε ερήμην των εφεσιβλήτων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, επί της από 31.10.2017 με αριθμό κατάθεσης ………../2017 έφεσης των εκκαλούντων-εναγόντων, που στρέφεται κατά της υπ’αριθμ.3124/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εξαφανίστηκε κατά παραδοχή της, ως βάσιμη κατ’ουσίαν, κατά τους αναφερόμενους λόγους και ακολούθως, κρατήθηκε και δικάστηκε η από 7.12.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2015 αγωγή των εναγόντων-εκκαλούντων κατά των εναγομένων-εφεσιβλήτων, που έγινε εν μέρει δεκτή επιδικαζομένων σ’αυτούς των αναφερομένων ποσών για τις ένδικες απαιτήσεις τους από τις συμβάσεις ναυτικής εργασίας τους, από παραδρομή εμφιλοχώρησαν δύο σφάλματα στην διατύπωση του διατακτικού. Ειδικότερα, ενώ, σύμφωνα με την οικεία διαλαμβανόμενη στο σκεπτικό κρίση του Δικαστηρίου, αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της δεύτερης εναγομένης να καταβάλει επιπλέον στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 29.153,32 ευρώ για τις κρινόμενες αιτίες, στο διατακτικό στην σχετική αναγνωριστική διάταξη (9ο φύλλο, σελ.18) αναγράφηκε εκ παραδρομής  «δεύτερο ενάγοντα» αντί του ορθού: «πρώτο ενάγοντα». Επίσης, ενώ σύμφωνα με την σχετική κρίση του Δικαστηρίου, που περιλαμβάνεται με σαφήνεια στο σκεπτικό της απόφασης, αναγνωρίστηκε ότι αμφότερες οι εναγόμενες εταιρείες ευθυνόμενες εις ολόκληρον υποχρεούνται να καταβάλουν στον δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 5.826,22 ευρώ, ως διαφορά δεδουλευμένων αποδοχών, εντούτοις στην οικεία αναγνωριστική διάταξη  (10ο φύλλο, σελ.20) αναγράφηκε εσφαλμένα: «πρώτο ενάγοντα» αντί του ορθού: «δεύτερο ενάγοντα». Τα εν λόγω λάθη προκύπτουν από το ίδιο το κείμενο της απόφασης, οφείλονται δε σε προφανή ασυμφωνία μεταξύ αυτού που θέλησε το Δικαστήριο και εκείνου που τελικά διατυπώθηκε στο διατακτικό και, επομένως, πρέπει αυτό να διορθωθεί, δεκτής γενομένης της υπό κρίση πράξης-αίτησης και, ως κατ’ουσίαν βάσιμης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Δεν ορίζεται παράβολο ερημοδικίας, καθόσον η παρούσα δεν μπορεί να προσβληθεί με ανακοπή ερημοδικίας (319ΚπολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην των διαδίκων.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη διόρθωση του διατακτικού της υπ’αριθ.490/2018 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς Ναυτικού Τμήματος, αφενός, ως προς την αναγνωριστική διάταξη ποσού 29.153,32 ευρώ, στο 9ο φύλλο, σελίδα 18 αυτής, με την απαλοιφή της λέξης «δεύτερο» (ενάγοντα) και την αναγραφή του ορθού: «πρώτο» (ενάγοντα) και αφετέρου, ως προς την αναγνωριστική διάταξη ποσού 5.826,22 ευρώ, στο 10ο φύλλο, σελίδα 20 αυτής, με την απαλοιφή της λέξης «πρώτο» (ενάγοντα) και την αναγραφή του ορθού: «δεύτερο» (ενάγοντα).

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη δημοσίευση της παρούσας στο πρωτότυπο της διορθωμένης υπ’αριθ.490/2018 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς Ναυτικού Τμήματος.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, στις 29 Ιουνίου 2020.

  Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ