Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 511/2018

ΕΦΕΤΕΙΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός αποφάσεως

511/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 

Αποτελούμενον από τον Δικαστή Παναγιώτη Χουζούρη και από την Γραμματέα Δ. Π.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΣΚΕΦΘΗ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΝ

Ι. Οι υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. ……. και …… αντίθετες εφέσεις κατά της κατ’ αντιμωλίαν εκδοθείσης υπ’ αριθ. 2156 /2013  οριστικής αποφάσεως διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως [άρθρα 19, 495 επ. , 511επ., 518§1, 520§1, 741 και 760επ. ΚΠολΔ (όπως το άρθρο 19 έχει αντικατασταθεί διά του άρθρου 4§2 Ν. 3994 /2011)], δεδομένου ότι  η εκκαλουμένη επεδόθη εις τον καθ’ ού την 29η Δεκεμβρίου 2015 (βλ. υπ’ αριθ. 7661β /29-12-2015 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητού της περιφερείας του Πρωτοδικείου Πειραιώς …….). Κρίνονται, επομένως, τυπικώς δεκτές, αφού αφ’ ενός έχει καταβληθεί υπό της εκκαλούσης της δευτέρας εφέσεως το εκ του άρθρου 495§3Αβ ΚΠολΔ προβλεπόμενον παράβολο (βλ. υπ’ αριθ. 179 /8604453/2018 /21-1-2016 σειράς Η΄ διπλότυπο Δ.Ο.Υ. Ηλιουπόλεως) και αφ’ ετέρου δεν απαιτείται, κατά τα άρθρα 28§4 Ν. 2579 /1998 και 22§4 Ν. 1868 /1080, η καταβολή παραβόλου υπό του εκκαλούντος της πρώτης εφέσεως ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (βλ. ΜονΕφλαρ 240 /2016, ΤΝΠΔΣΑ) και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτόν, το νόμω και ουσία βάσιμον των επί μέρους λόγων αυτών (άρθρα 522 και 533§1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες λόγω της προδήλου συναφείας μταξύ αλλήλων (άρθρα 246 και 741 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Διά της υπ’ αριθ. καταθ. …….. αιτήσεως διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η  αιτούσα (ήδη εφεσίβλητος – εκκαλούσα) ανώνυμος εταιρεία ισχυρίσθη τα ακόλουθα: α) ότι τυγχάνει ιδιοκτήτρια των διά του ως άνω δικογράφου επαρκώς περιγραφομένων αυτοτελών καθέτων ιδιοκτησιών, β) ότι προς εφαρμογήν του ρυμοτομικού σχεδίου του τόπου του ως άνω ακινήτου εντός του καθ’ ού Δήμου εξεδόθη η αναφερομένη μεμονωμένη πράξις εφαρμογής (κυρωθείσα αρμοδίως και καταχωρηθείσα στα οικεία βιβλία καταχωρήσεων του Κτηματολογικού Γραφείου ……), δυνάμει της οποίας το επαρκώς περιγραφόμενον τμήμα (εμβαδού 1.299,33 μ2) των ως άνω ιδιοκτησιών της ερυμοτομήθη και παρεδόθη εις τον καθ’ ου (υπόχρεον προς αποζημίωσιν) και γ) ότι εντός του προαναφερθέντος εδαφικού τμήματος υπήρχαν τα διά του ως άνω δικογράφου περιγραφόμενα επικείμενα, διά τα οποία η Επιτροπή Προσδιορισμού Αξίας Ακινήτων της Διευθύνσεως Πολεοδομίας Νομαρχίας Πειραιώς καθώρισεν ως αποζημίωσιν τα διά της ενδίκου αιτήσεως αναφερόμενα χρηματικά ποσά. Βάσει δέ του ως άνω ιστορικού και λόγω διαφωνίας προς την εκτίμησιν της προαναφερομένης Επιτροπής, εζήτησε: α΄) να καθορισθεί ως τιμή μονάδος αποζημιώσεως δι’ έκαστον των ως άνω επικειμένων η διά της ενδίκου αιτήσεως (βάσει της αξίας αυτών κατά τον χρόνον ασκήσεως της αιτήσεως άλλως κατά τον χρόνον υποβολής της αιτήσεως προς την προαναφερομένην Επιτροπήν) αναφερόμενη αντίστοιχος και β΄) να υποχρεωθεί ο καθ’ ου να καταβάλει ως αποζημίωσιν προς αυτήν τα διά της εκδοθησομένης αποφάσεως καθορισθησόμενα ποσά αποζημιώσεως νομιμοτόκως κατά τα εν τη ενδίκω αιτήσει διαλαμβανόμενα. Επί της ως άνω αιτήσεως εξεδόθη η υπ’ αριθ. 2156 /2013  απόφασις διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διά της οποίας η αίτησις έγινε εν μέρει δεκτή. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται διά των ενδίκων εφέσεων ο καθ’ ού και η αιτούσα, ο οποίος και η οποία διά τους εν εκατέρα αυτών αναφερομένους λόγους ζητούν την εξαφάνισιν, άλλως την μεταρρύθμισιν της εκκαλουμένης και τον καθορισμόν τιμής μονάδος αποζημιώσεως διά τα επίδικα εις τα δι’ αυτών αναφερόμενα χρηματικά ποσά.

ΙΙΙ. Διά του άρθρου 12 Ν. 1337 /1983 ορίζονται οι όροι και η διαδικασία εκδόσεως και κυρώσεως της διά των άρθρων 6 και 7 του αυτού νόμου προβλεπομένης πράξεως εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης. Ειδικώτερον, διά της παραγράφου 7εδ. δ` του άρθρου 12 ορίζεται ότι δένδρα, φυτείες, μανδρότοιχοι, συρματοπλέγματα, πηγάδια και λοιπές εγκαταστάσεις και κατασκευές νομίμως υφιστάμενες σε ιδιοκτησίες, οι οποίες διά της πράξεως εφαρμογής μεταβάλλουν ιδιοκτήτην, αποζημιώνονται υπό του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως. Το ποσόν της αποζημιώσεως καθορίζεται υπό της επιτροπής του ΠΔ 5 /1936 (όπως ισχύει εκάστοτε) και καταβάλλεται εις τον δικαιούχο. Εν περιπτώσει διαφωνίας ως προς την αξία των ανωτέρω αποφαίνεται το καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο κατά την διαδικασίαν της εκουσίας δικαιοδοσίας.  Από τις προεκτεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι ο καθορισμός του ποσού της αποζημιώσεως των επικειμένων των ως άνω ακινήτων, τα οποία διά της πράξεως εφαρμογής αλλάζουν ιδιοκτήτη, δεν ανετέθη εις το δικαστήριον αλλά εις την επιτροπήν του ΠΔ 5 /1986, ενώ στο δικαστήριο (μονομελές πρωτοδικείο κατά τα άρθρα 739 και 740 ΚΠολΔ) ανετέθη ο καθορισμός του ποσού αυτού εν περιπτώσει διαφωνίας ως προς την διά της ως άνω επιτροπής καθορισθείσαν αξίαν (βλ. ΟλΑΠ 19 /2002, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 312641 και ΑΠ 563 /2006, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 393673). Διά των ως άνω, όμως, διατάξεων δεν ορίζεται ο χρόνος, ο οποίος λαμβάνεται υπ’ όψιν διά τον καθορισμό της αξίας των επικειμένων. Διά την ταυτότητα του νομικού λόγου το κενό αυτό πρέπει να καλυφθεί δι’ αναλόγου εφαρμογής των διατάξεων περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων. Σε αντιστοιχία, επομένως, προς τις διατάξεις αυτές κρίσιμος χρόνος διά τον προσδιορισμόν της αξίας των επικειμένων είναι ο χρόνος συνεδριάσεως της επιτροπής του ΠΔ 5 /1986, η οποία είναι και το αρμόδιον όργανον (προσωρινού) προσδιορισμού της αποζημιώσεως, όπως κρίσιμος χρόνος προσδιορισμού της αξίας απαλλοτριωθέντος ακινήτου είναι ο αντίστοιχος της συζητήσεως της αιτήσεως προσωρινού προσδιορισμού της αποζημιώσεως (άρθρα 17§2 Ελληνικού Συντάγματος και 13§1 εδάφιο πρώτο Ν. 2882 /2001 – βλ. ΕφΠατρ 69 /2007, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 519804, Εφ Πατρ 419 /2006, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 474726 και ΕφΠατρ 953 /2002, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 504290). Εάν, όμως από τον χρόνο συνεδριάσεως της εν λόγω επιτροπής μέχρι τον αντίστοιχο συζητήσεως της υποθέσεως ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου μεσολαβήσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερον του έτους, κρίσιμος χρόνος διά τον προσδιορισμό της ανωτέρω αξίας είναι ο χρόνος συζητήσεως της υποθέσεως ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 17§2 του Ελληνικού Συντάγματος και 13§1 εδ.β΄ Ν. 2882 /2001).

ΙV. Εις την προκειμένην περίπτωσιν, από την επανεκτίμησιν των ενόρκων καταθέσεων των εκατέρωθεν εξετασθέντων μαρτύρων, οι οποίες εμπεριέχονται στα ταυτάριθμα προς την εκκαλουμένην απόφασιν πρακτικά, από τα εκ μέρους των διαδίκων νομίμως επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα και από τις ομολογίες αυτών, όπως αυτές ειδικώς και περιοριστικώς αναφέρονται κατωτέρω, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: προς εφαρμογήν του ρυμοτομικού σχεδίου του τέως Δήμου Αγίου Ιωάννου Ρέντη εξεδόθη η υπ’ αριθ.   Μ19 /2006 πράξις εφαρμογής της Διευθύνσεως Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχίας Πειραιώς, η οποία εκυρώθη διά της υπ’ αριθ. 8899 /Β1207 /10-6-2008 αποφάσεως του Νομάρχου Πειραιώς και κατεχωρήθη νομίμως στα Βιβλία Καταχωρήσεων του Κτηματολογικού Γραφείου Νίκαιας υπό αριθμόν 2491 /12-3-2010. Από  την έκταση αυτή αφηρέθη, ως εισφορά σε γή, εδαφικόν τμήμα εμβαδού 3.592,30 μ2, από το οποίον επιφάνεια 1.299,93 μ2 ερυμοτομήθη διά την δημιουργία κοινοχρήστων χώρων, και η υπόλοιπη επιφάνεια 2.292,37 μ2 μετετράπη σε εισφορά χρηματικήν. Όπως προκύπτει διά του από 25-6-2008 κτηματολογικού πίνακος κτισμάτων και επικειμένων της ως άνω πράξεως εφαρμογής και δια του υπ’ αριθ. …….. πρακτικού συνεδριάσεως της Επιτροπής του ΠΔ 5 /1986 της Διευθύνσεως Πολεοδομίας της Νομαρχίας Πειραιώς, επί της ως άνω ρυμοτομουμένης εκτάσεως των 1.299,93 μ2,  η οποία αφηρέθη από την αιτούσα, υπήρχαν τα ακόλουθα επικείμενα, διά τα οποία υπόχρεος προς αποζημίωσιν είναι ο καθ’ ού: α) μάνδρα (καλής καταστάσεως) από τσιμεντολίθους (λίθους εκ σκυροδέματος) ύψους 2,70 μέτρων και μήκους 137 μέτρων ανερχομένη σε συνολικήν επιφάνειαν 370 (= 369,9) μ2, β) συρομένη μεταλλική θύρα («στράντζα») καλής καταστάσεως ύψους 2,70 μέτρων και μήκους 17 μέτρων, ήτοι συνολικής επιφανείας 46 (= 45,9) μ2, γ) περίφραξις εκ συρματοπλέγματος μετά στύλων (πασσάλων) καλής καταστάσεως ύψους 1,50 μέτρου και μήκους 120 μέτρων, ήτοι συνολικής επιφανείας 180 μ2 και δ) επικάλυψις ακαλύπτου χώρου διά σκυροδέματος καλής καταστάσεως πάχους 0,12 μέτρου και επιφανείας 1.300 μ2, ήτοι συνολικού όγκου 156 μ3. Την ύπαρξη των ως άνω επικειμένων ουδόλως αμφισβητεί αλλά αντιθέτως συνομολογεί διά των προτάσεων αυτού ο καθ’ ού. Κατά την συνεδρίασιν της 10ης Δεκεμβρίου 2010 η Επιτροπή του ΠΔ 5 /1986 της Διευθύνσεως Πολεοδομίας της Νομαρχίας Πειραιώς διά του υπ’ αριθ. ……. πρακτικού αυτής, καθώρισε την τιμή αποζημιώσεως των ως άνω επικειμένων ως ακολούθως: α΄) διά το πρώτον εξ αυτών (βάσει τιμή μονάδος αποζημιώσεως 15 Ε /μ2) σε 5.550 ευρώ, β΄) διά το δεύτερον εξ αυτών (βάσει τιμής μονάδος αποζημιώσεως 30 Ε/μ2) σε 1.380 ευρώ, γ΄) διά το τρίτον εξ αυτών  (βάσει τιμής μονάδος αποζημιώσεως 3 Ε /μ2) σε 540 ευρώ και δ΄) διά το τέταρτον εξ αυτών (βάσει τιμής μονάδος 20 Ε /μ3) σέ 3.120 ευρώ. Δηλαδή, καθώρισε συνολική αποζημίωσιν ύψους 10.590 ευρώ. Από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα κρίνεται ότι η πραγματική αξία των ανωτέρω επικειμένων, κατά τον κρίσιμο χρόνο πρωτοβαθμίου συζητήσεως της ενδίκου αιτήσεως, δεδομένου ότι κατά τον χρόνον αυτόν (15η Φεβρουαρίου 2013) είχε παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του έτους από τον χρόνο συνεδριάσεως της ως άνω Επιτροπής του ΠΔ 5 /1986 και λαμβανομένων υπ’ όψιν της παλαιότητάς αυτών (σαράντα περίπου ετών), των υλικών κατασκευής αυτών, της καταστάσεως αυτών, καθώς και των, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρον 336§4 ΚΠολΔ), εν γένει οικονομικών και νομισματικών συνθηκών, ανέρχεται αναλυτικώς στα ακόλουθα ποσά, στα οποία πρέπει και να καθορισθεί η υπό του καθ’ ού οφειλομένη αποζημίωσις: α΄΄) διά το πρώτον εξ αυτών σε 20 Ε /μ2  και συνολικώς εις το ποσόν των 7.400 ευρώ, β΄΄) διά το δεύτερον εξ αυτών σε 30 Ε /μ2 και συνολικώς εις το ποσόν των 1.380 ευρώ, γ΄΄) διά το τρίτον εξ αυτών σε 6 Ε /μ2 και συνολικώςω εις το ποσόν των 1.080 ευρώ και δ΄΄) διά το τέταρτον εξ αυτών σε 25 Ε /μ3 και συνολικώς εις το ποσόν των 3.900 ευρώ. Επομένως, η εκκαλουμένη,  εφ’ όσον εις την αυτήν κρίσιν κατέληξε, καθορίσασα στα ανωτέρω ποσά την τιμή μονάδος αποζημιώσεως των ως άνω επικειμένων βάσει κρισίμου χρόνου υπολογισμού του αντιστοίχου συζητήσεως της ενδίκου υποθέσεως ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ορθώς τον νόμο εφήρμοσε και τις αποδείξεις εξετίμησεν, άπαντες δέ οι αναφορικώς προς το ύψος της αποζημιώσεως και τον ως άνω κρίσιμο χρόνον αντίθετοι ισχυρισμοί των διαδίκων, οι οποίοι συγκροτούν τους λόγους των ενδίκων εφέσεων [πρώτον και τρίτον της (συνεκδικαζομένης δευτέρας) εφέσεως (της αιτούσης) και μοναδικόν λόγον της (συνεκδικαζομένης πρώτης) εφέσεως (του καθ’ ού)] είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Όσον αφορά ειδικώς το παράπονο, το οποίον προβάλλεται διά του δευτέρου λόγου της συνεκδικαζομένης δευτέρας εφέσεως (της αιτούσης), ότι δηλαδή η εκκαλουμένη παρέλειψε να επιδικάσει τόκους επί του ποσού της αποζημιώσεως, είναι επίσης αβάσιμον και ο αντίστοιχος λόγος απορριπτέος, διότι η απόφασις επί της αιτήσεως περί επιλύσεως της διαφωνίας εκ του προσδιορισμού της τιμής των επικειμένων υπό της επιτροπής του ΠΔ 5 /1986  δεν έχει καταψηφιστικό χαρακτήρα (πρβλ. Κωνσταντίνου Χορομίδη, «Η Αναγκαστική Απαλλοτρίωση», Β΄ έκδοσιν,  σελ. 569επ. και 937). Πρέπει, επομένως, οι ένδικες εφέσεις να απορριφθούν ως αβάσιμες κατ’ ουσίαν, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου εις το Δημόσιον Ταμείον (άρθρον 495§3 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί εις βάρος εκάστης διαδίκου πλευράς λόγω της ήττας της η δικαστική δαπάνη της αντιδίκου πλευράς διά τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 176, 183, 189, 191§2, 741 και 746 ΚΠολΔ), μειωμένη κατά τα άρθρα 276§1 Ν. 3463 /2006 και 22 Ν. 3693 /1957 (βλ. ΑΠ 1992 /2017, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 723250 και ΑΠ 1733 /2012, ΒΝΔΝΟΜΟΣ: 600544), κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα στο διατακτικό.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δικάζει  αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικώς και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν τις υπ’ αριθ. καταθ. …………. και …….. εφέσεις κατά της υπ’ αριθ. 2156 /2013  αποφάσεως διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του εις το σκεπτικό αναφερομένου παραβόλου εφέσεως.

Επιβάλλει εις βάρος του εκκαλούντος της υπ’ αριθ. καταθ. ……….. εφέσεως την δικαστική δαπάνη της εφεσιβλήτου, την οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.

Επιβάλλει εις βάρος της εκκαλούσης της υπ’ αριθ. καταθ. ……… εφέσεως την δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου, την οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.

Εκρίθη, απεφασίσθη και εδημοσιεύθη σε έκτακτη δημοσία συνεδρίαση στο ακροατήριό του εν Πειραιεί την  14ην Αυγούστου 2018, δίχως να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι αυτών.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΥΣ