Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 207/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 Αριθμός     207/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Δ.Π.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι υπό κρίση: α) από 24-6-2020 και με ΓΑΚ …. και ΑΚ …./25-6-2020 έφεση του …………. κατά της ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας «……….» (στο εξής: Α έφεση) και β) από 20-7-2020 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./20-7-2020 έφεση της ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας «………» κατά του ………….. (στο εξής: Β έφεση), οι οποίες στρέφονται κατά της ίδιας πρωτόδικης απόφασης (και δη κατά της με αριθ. 830/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών  – εργατικών διαφορών, επί της από 10-12-2018 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …/10-12-2018 αγωγής του εκκαλούντος στην Α έφεση) είναι συναφείς και πρέπει να συνεκδικαστούν, γιατί έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επιτυγχάνεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 και 246 του Κ.Πολ.Δ). Οι άνω εφέσεις έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα, ενόψει του ότι δεν επικαλείται κάποιος διάδικος την επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε προκύπτει αυτή από κάποιο στοιχείο (άρθρα 19, 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ, όπως τα άρθρα 495, 518 και 591 ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο τρίτο και τέταρτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, αντίστοιχα). Επομένως, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου εκ μέρους των εκκαλούντων, λόγω της φύσης της προκείμενης διαφοράς ως εργατικής (άρθρο 495 παρ. 3 εδάφ. τελευτ. Κ.Πολ.Δ. – Εφ.Δωδ. 225/2018, Εφ.Πειρ. 166/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Ο ενάγων και ήδη εκκαλών στην Α’ έφεση – εφεσίβλητος στη Β’ έφεση, με την προαναφερθείσα αγωγή του ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη, ως πλοιοκτήτρια των Ε/Γ-Ο/Γ πλοίων «ΝΜ» και «ΝΧ», να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 21.834,26 ευρώ, το οποίο ισχυρίζεται ότι του οφείλει λόγω της απασχόλησής του στα ως άνω πλοία της με την ειδικότητα του ναύτη κατά τα χρονικά διαστήματα από 1-1-2017 έως 6-10-2017 στο πρώτο πλοίο και από 5-1-2018 έως 25-5-2018 στο δεύτερο πλοίο, όπως ειδικότερα κάθε επιμέρους κονδύλι εκτίθεται στην αγωγή, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε κονδύλι κατέστη απαιτητό, άλλως από εκάστη  απόλυσή του, άλλως από την επίδοση της αγωγής. Για τη θεμελίωση του αιτήματός του επικαλέστηκε έγκυρες συμβάσεις ναυτικής εργασίας, άλλως τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Με την εκκαλούμενη απόφαση η αγωγή αυτή έγινε εν μέρει δεκτή κατά την άνω κύρια βάση της και υποχρεώθηκε η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 12.249,60 ευρώ, με το νόμιμο τόκο για όλα τα επιμέρους επιδικασθέντα κονδύλια από την επομένη ημέρα εκάστης απολύσεώς του, εκτός από τα κονδύλια για αναλογία δώρων Χριστουγέννων 2017 και 2018, τα οποία επιδικάστηκαν με το νόμιμο τόκο από 1-1-2018 και 1-1-2019 αντίστοιχα. Κατά της ως άνω απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου παραπονούνται με τις κρινόμενες εφέσεις ο ενάγων και η εναγόμενη, για λόγους που στο σύνολο τους ανάγονται σε μη ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και σε εσφαλμένη εκτίμηση των σχετικών αποδείξεων, όπως ειδικότερα εκτίθεται σ’ αυτές, αιτούμενοι την εξαφάνισή της κατά το μέρος που την προσβάλλει ο καθένας, ήτοι την παραδοχή της αγωγής ως βάσιμης κατ’ ουσία κατά το μέρος της που απορρίφθηκε και την απόρριψη της αγωγής κατά τα αναφερόμενα μέρη της που έγιναν δεκτά αντίστοιχα.

Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος απόδειξης ……….., η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από το σύνολο των εγγράφων που οι διάδικοι νομότυπα προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, ακόμη κι αν δεν πληρούν τους όρους του νόμου, καθώς και από τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν διαδοχικά μεταξύ των διαδίκων στον Πειραιά στις 1-1-2017 και 5-1-2018, ο ενάγων, που είναι απογεγραμμένος ναυτικός, κάτοχος του με αριθ. …… ελληνικού ναυτικού φυλλαδίου, προσλήφθηκε και στη συνέχεια ναυτολογήθηκε, αντίστοιχα, ως ναύτης, στα υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοία «ΝΜ» (αριθ. νηολογίου Πειραιώς ……., κ.ο.χ. 8.128,98) και «ΝΧ» (αριθ. νηολογίου Πειραιώς ………., κ.ο.χ. 8.125,72), πλοιοκτησίας της εναγομένης. Ειδικότερα, βάσει των ως άνω συμβάσεων, ο ενάγων απασχολήθηκε με την ως άνω ναυτική ειδικότητά του Α) στο πλοίο «ΝΜ», κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2017 έως 6-10-2017, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου και Β) στο πλοίο «ΝΧ», κατά το χρονικό διάστημα από 5-1-2018 έως 25-5-2018, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά και πάλι «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου. Επίσης, με τις ανωτέρω συμβάσεις ναυτικής εργασίας συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων ότι ο ενάγων θα λαμβάνει για τη σχετική απασχόλησή του το μισθό και τα λοιπά επιδόματα που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (Σ.Σ.Ν.Ε.) που αφορά την κατηγορία των άνω πλοίων. Συγκεκριμένα, όπως συμφωνήθηκε από τους διαδίκους, κατά τη διάρκεια των ανωτέρω ναυτολογήσεων του ενάγοντος, οι αποδοχές και οι όροι της εργασίας του καθορίζονταν, κατά μεν την περίοδο ναυτολόγησής του στο πλοίο «ΝΜ» από την από 23-8-2016 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2016, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/72672/16-6-2016 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Φ.Ε.Κ. Β’ 2796/5-9-2016), κατά δε την περίοδο ναυτολόγησής του στο πλοίο «ΝΧ» από την από 27-10-2017 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2017, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/77056/17-8-2017 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Φ.Ε.Κ. Β’4005/17-11-2017). Σημειωτέον ότι στις άνω Σ.Σ.Ν.Ε. ετών 2016 και 2017 αναγράφεται ότι αυτές έχουν αναδρομική ισχύ από την 1-1-2016 και 1-1-2017 αντίστοιχα, όμως, ανεξαρτήτως του εάν η εναγόμενη και ο ενάγων είναι μέλη των οργανώσεων που συμβλήθηκαν κατά τη σύναψή των ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., αυτές δεν εφαρμόζονται αναδρομικά, αλλά από τις προαναφερθείσες ημερομηνίες δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των προαναφερθέντων Υπουργικών Αποφάσεων (Υ.Α.) που τις κύρωσαν (τις Σ.Σ.Ν.Ε. ετών 2016 και 2017), γιατί οι τελευταίες κανονιστικές διοικητικές πράξεις (Υ.Α.) δεν μπορούν να αποκτήσουν αναδρομική ισχύ λόγω έλλειψης σχετικής νομοθετικής εξουσιοδότησης (κατά τις διατάξεις του Α.Ν. 3276/1944 – Α.Π. 1267/1987, Ε.Εργ.Δ. 1988, 1128, Εφ.Πειρ. 368/2019, Εφ.Πειρ. 122/2019, Εφ.Πειρ. 494/2018, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 218/2016, Εφ.Πειρ. 740/2015, T.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, π.ρ.β.λ. και Α.Π. 87/2000, ΕλλΔνη 2000, 967, Α. Καρδαρά, Δ.Ε.Ε. 2008, 447). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια των ως άνω ναυτολογήσεων του ενάγοντος, τα άνω πλοία εκτελούσαν κυκλικά ακτοπλοϊκά δρομολόγια σε νησιά του Αιγαίου, διάρκειας μεγαλύτερης των 12 ωρών. Ειδικότερα:

 

 

Α) Το πλοίο «ΝΜ»   Εξαιρουμένων των περιόδων από 15-2-2017 έως 24-3-2017 που βρισκόταν για επισκευές στο Πέραμα και από 25-3-2017 έως 29-3-2017 που βρισκόταν για επισκευές στη Χαλκίδα, το άνω πλοίο εκτελούσε τακτικά τα ακόλουθα κυκλικά δρομολόγια: α) Κατά τις περιόδους από 1-1-2017 έως 14-2-2017, από 30-3-2017 έως 10-4-2017 και από 19-4-2017 έως 11-6-2017, κάθε Δευτέρα αναχωρούσε στις 16.00’ από τον Πειραιά για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο, Καρλόβασι και Βαθύ, με επιστροφή στον Πειραιά από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα. Κατέπλεε στον Πειραιά (λιμάνι αφετηρίας) στις 12.30’ κάθε Τρίτη και αναχωρούσε και πάλι στις 16.00’ για Σύρο, Μύκονο, Άγιο Κήρυκο, Φούρνους, Καρλόβασι, Βαθύ, Χίο, Μυτιλήνη, Λήμνο και Καβάλα, με επιστροφή από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα στον Πειραιά, όπου κατέπλεε στις 23.25’ το βράδυ κάθε Πέμπτης. Κάθε Παρασκευή αναχωρούσε και πάλι στις 16.00’ το απόγευμα για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο, Φούρνους, Καρλόβασι, Βαθύ, Χίο, Μυτιλήνη, Λήμνο και Καβάλα, με επιστροφή στον Πειραιά από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα, όπου κατέπλεε στις 23.25’ το βράδυ κάθε Κυριακής. β) Κατά το χρονικό διάστημα από 10-4-2017 έως 19-4-2017 το άνω πλοίο εκτέλεσε τα εξής δρομολόγια: Αναχώρησε τη Μεγάλη Δευτέρα στις 16.00’ από τον Πειραιά για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο, Καρλόβασι, Βαθύ, Χίο, Λέσβο, Μύρινα και Καβάλα, με επιστροφή από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα στον Πειραιά, όπου κατέπλευσε στις 22.20’ το βράδυ της Μεγάλης Τετάρτης. Τη Μεγάλη Πέμπτη αναχώρησε στις 07.35’ για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο, Καρλόβασι με επιστροφή στον Πειραιά από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα, όπου κατέπλευσε στις 0.55’ τη Μεγάλη Παρασκευή. Τη Μεγάλη Παρασκευή στις 16.00’ αναχώρησε και πάλι από τον Πειραιά για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο, Άγιο Κήρυκο, Καρλόβασι, Βαθύ, Χίο, Λέσβο, Μύρινα και Καβάλα, με επιστροφή από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα στον Πειραιά, όπου κατέπλευσε την Τετάρτη 19-4-2017 στις 23.05’. γ) Κατά την περίοδο από 12-6-2017 μέχρι 10-9-2017, κάθε Δευτέρα, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή, αναχωρούσε από τον Πειραιά στις 07.35’ για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο και Καρλόβασι, με επιστροφή από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα στον Πειραιά, όπου κατέπλεε στις 23.55’ το βράδυ της ίδιας ημέρας. Κάθε Τρίτη αναχωρούσε από τον Πειραιά στις 07.35’ για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο, Καρλόβασι, Βαθύ, Χίο, Λέσβο, Μύρινα και Καβάλα, με επιστροφή από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα στον Πειραιά, όπου κατέπλεε στις 05.00’ το πρωί της Πέμπτης και δ) Κατά την περίοδο από 11-9-2017 έως 6-10-2017 αναχωρούσε καθημερινά από τον Πειραιά στις 07.35’ για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο και Καρλόβασι, με επιστροφή από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα στον Πειραιά, όπου κατέπλεε στις 23.55’ το βράδυ της ίδιας ημέρας.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 παρ. 1 των άνω Σ.Σ.Ν.Ε, οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες την ημέρα από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, της εργασίας του Σαββάτου αμειβομένης υπερωριακώς. Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι – πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, περιλαμβανομένων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου – θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή. Σύμφωνα δε με το άρθρο 1 παρ. 3 των προαναφερθέντων Σ.Σ.Ν.Ε, η προβλεπομένη σ’ αυτές ιδιαίτερη αμοιβή για τη μέχρι της οκταώρου εργασίας την Κυριακή καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού υπηρεσίας, μάλιστα η παρασχεθείσα εντός του οκταώρου εργασία κατά την ημέρα αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά μόνον η πλέον του οκταώρου. Σημειωτέον ότι οι ως άνω διατάξεις των άνω Σ.Σ.Ν.Ε, ως ειδικότερες και νεώτερες, κατισχύουν των αντίστοιχων διατάξεων του άρθρου 137 παρ. 2 του Β.Δ. 683/1960 «κανονισμός εσωτερικής υπηρεσίας επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων» και οι τελευταίες διατάξεις δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω. Σημειωτέον επίσης ότι οι ώρες ευθύνης ή ετοιμότητας του ναυτικού στο πλοίο δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως χρόνος υπερωριακής εργασίας, εφόσον ο ναυτικός, λόγω της φύσης του επαγγέλματός του, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε διαρκή ετοιμότητα παροχής υπηρεσιών, υπακούοντας στις διαταγές των προϊσταμένων του, κατ’ άρθρον 57 παρ 1 του Κ.Ι.Ν.Δ. (Εφ.Πειρ. 200/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 45/2010, Ε.Ν.Δ. 2010, 405, Εφ.Πειρ. 231/2013, Ε.Ν.Δ. 2013, 220, Εφ.Πειρ. 548/2001, Ε.Εργ.Δ. 61, 340, Ι. Ληξουριώτη «Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις», έκδ. 3η, σ. 160). Στην προκείμενη περίπτωση, αποδείχθηκε ότι κατά τα ως άνω χρονικά διαστήματα που το άνω πλοίο «ΝΜ» εκτελούσε ακτοπλοϊκά δρομολόγια, είχε ναυτολογημένους ως προσωπικό καταστρώματος, δώδεκα ναύτες, ένα ναύκληρο, δύο υποναύκληρους και δύο ναυτόπαιδες. Οι ναύτες  εναλλάσσονταν σε ζεύγη στις φυλακές του πλοίου, είτε εργάζονταν ως ημερεργάτες (ντεϊμάνηδες), λαμβάνοντας μέρος στις εργασίες κατάπλου και απόπλου του πλοίου και συμμετέχοντας σε εργασίες καθαρισμού στα καταστρώματα και τα γκαράζ του πλοίου. Ως προς τις βάρδιες των ναυτών αποδείχθηκε ότι επρόκειτο για κυλιόμενες τετράωρες βάρδιες, όπου εναλλάσσονταν ζεύγη ναυτών, που αναλάμβαναν εκ περιτροπής κάθε τετράωρη βάρδια, επιπλέον δε εφαρμοζόταν το σύστημα «2 ώρες πριν / μετά», δηλαδή οι παραπάνω βάρδιες επεκτείνονταν κατά δύο ώρες πριν την έναρξη ή μετά τη λήξη τους, όταν συνέπιπταν με τον κατάπλου του πλοίου σε κάποιο λιμάνι. Επιπροσθέτως, ο ενάγων απασχολείτο στο λιμάνι αφετηρίας του Πειραιά, κατά τη φόρτωση των οχημάτων, η οποία ξεκινούσε  περίπου δυο ώρες πριν την έναρξη του δρομολογίου και συμμετείχε στις εργασίες φόρτωσης των οχημάτων και ασφάλισης αυτών σε συγκεκριμένες θέσεις, όταν τούτο χρειαζόταν. Εξάλλου, τις περιόδους που ο ενάγων εργαζόταν ως ημερεργάτης (dayman) συμμετείχε στις εργασίες απόπλου, κατάπλου, φορτοεκφόρτωσης και έχμασης που εκτελούνταν σε κάθε λιμάνι που προσέγγιζε το πλοίο, ενώ απασχολείτο σε εργασίες καθαριότητας στους χώρους των καταστρωμάτων και σε μικροσυντηρήσεις, εφόσον τούτο απαιτείτο κατά τη διάρκεια των πλόων και συνηθίζεται άλλωστε σε ναυτικούς της ειδικότητάς του. Ενόψει των ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι η χρονική διάρκεια της καθ’ ημέρα εργασίας του ενάγοντος κατά τα παραπάνω διαστήματα που το «ΝΜ» εκτελούσε ακτοπλοϊκά δρομολόγια δεν ήταν επακριβώς καθορισμένη, αλλά επηρεαζόταν από την αυξομείωση της κίνησης των επιβατών, από την πραγματοποίηση συγκεκριμένων ανά ημέρα δρομολογίων, από την προσέγγιση περισσότερων ή λιγότερων λιμένων, καθώς και από τις συνθήκες κάθε φορά της ναυτικής αποστολής του πλοίου. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το ανωτέρω πλοίο εξυπηρετούσε ακτοπλοϊκές γραμμές στις οποίες ήταν ενταγμένα πολλά ενδιάμεσα λιμάνια με αυξημένη επιβατική κίνηση, ακόμη και τους χειμερινούς μήνες, τις περιόδους κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, τη φύση και το αντικείμενο της απασχόλησής του, τις ανάγκες που κάλυπτε το ανωτέρω πλοίο και το μέγεθός του και συνεκτιμώμενου ακόμη του ότι η εναγόμενη δεν προσκόμισε τις «καταστάσεις μηνιαίων υπερωριών πληρώματος» και τις «καταστάσεις ανάπαυσης ναυτικών» για τις ανωτέρω περιόδους εργασίας του ενάγοντος, καθώς και του ότι του κατέβαλε σταθερά κάθε μήνα διάφορα χρηματικά ποσά για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, η διάρκεια της οποίας, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ήταν μεγαλύτερη κατά τη θερινή περίοδο και μικρότερη τη χειμερινή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου αποδείχθηκε ότι ο ενάγων απασχολούνταν, υπό την ιδιότητα του ναύτη, κατ’ εντολή του πλοιάρχου του πλοίου, κατά μέσο όρο α) κατά τις χρονικές περιόδους πλόων από 1-1-2017 έως 14-2-2017 και από 30-3-2017 έως 6-10-2017 επί 12 ώρες ημερησίως, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, όπως ορθά δέχθηκε και η εκκαλούμενη απόφαση και όχι επί 14 ώρες ημερησίως, όπως ισχυρίζεται ο εκκαλών-ενάγων, ούτε επί 10 ώρες ημερησίως, όπως ισχυρίζεται η εκκαλούσα-εναγόμενη, ο καθένας με τον πρώτο λόγο αντίστοιχα των εφέσεών τους και β) κατά τη χρονική περίοδο επισκευών από 15-2-2017 έως 29-3-2017 επί 8 ώρες ημερησίως, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, όπως  ισχυρίζεται ο εκκαλών – ενάγων και δέχθηκε και η εκκαλούμενη απόφαση και όχι ότι δεν απασχολήθηκε καθόλου, όπως ισχυρίζεται η εκκαλούσα-εναγόμενη με τον πρώτο λόγο της έφεσής της. Η κατά την άνω διάρκεια των πλόων απασχόληση επί 14 ώρες ημερησίως, για εργασία κυρίως σωματική, παρεχόμενη επί σειρά μηνών επί καθημερινής βάσης, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας θα οδηγούσε άλλωστε ένα ναυτικό σαν τον ενάγοντα, ηλικίας κατά το επίδικο διάστημα 54 ετών (γεννημένο το έτος 1963), στα όρια της σωματικής του αντοχής. Η δε μαρτυρία του ενόρκως καταθέσαντος για λογαριασμό του ενάγοντος, ναυτικού   ……. που υπηρέτησε στο ίδιο πλοίο, περί απασχόλησης του ενάγοντος κατά μέσο όρο επί 14 ώρες ημερησίως κατά τη διάρκεια των άνω πλόων του πλοίου δεν κρίνεται πειστική, δεδομένου ότι ο άνω μάρτυρας, που ήταν ναυτολογημένος ως θαλαμηπόλος στο άνω πλοίο, δεν εργαζόταν στον ίδιο χώρο μαζί με τον ενάγοντα, ώστε να έχει ιδία γνώση για τις ώρες εργασίας του. Επισημαίνεται δε ότι η εναγόμενη πλοιοκτήτρια δεν εξέτασε μάρτυρα προς απόδειξη των ισχυρισμών της ότι κατά τις άνω περιόδους των πλόων του πλοίου ο ενάγων εργαζόταν το μέγιστο επί 10 ώρες ημερησίως και ότι κατά την άνω περίοδο επισκευών αυτός δεν εργάστηκε καθόλου. Την κρίση του Δικαστηρίου τούτου περί του ότι ο ενάγων παρείχε δώδεκα ώρες εργασίας ημερησίως κατά τις άνω περιόδους των πλόων δεν αναιρεί το προβαλλόμενο από την εκκαλούσα με τον πρώτο λόγο έφεσής της γεγονός ότι η οργανική σύνθεση του κατώτερου προσωπικού καταστρώματος του άνω πλοίου στο οποίο ανήκε και ο ενάγων ως ναύτης, όπως αυτή καθορίσθηκε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 87 παρ. 2 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, περιλάμβανε δέκα επτά συνολικά άτομα και συγκεκριμένα ένα ναύκληρο, δύο υποναύκληρους, δώδεκα ναύτες και δύο ναυτόπαιδες. Τούτο, καθώς, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ΝΔ 187/1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλειά του κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν συνεπάγεται αυτονόητα την ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (Εφ.Πειρ. 304/2020, Εφ.Πειρ. 274/2019, www.efeteio-peir.gr). Επίσης, το προβαλλόμενο με τον πρώτο λόγο έφεσης της εκκαλούσας ότι ο εφεσίβλητος σε κάθε περίπτωση έχει θέσει στους λογαριασμούς μισθοδοσίας που λάμβανε την ιδιόχειρη και ανεπιφύλακτη υπογραφή του, με αποτέλεσμα να αποδεικνύεται ότι έλαβε το σύνολο των οφειλόμενων αποδοχών για τις υπερωρίες που πραγματοποίησε, δεν συνιστά απόδειξη σε βάρος του. Τούτο διότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή των αποδείξεων πληρωμής μισθοδοσίας του, καθώς και των καταστάσεων με τις υπερωρίες που πραγματοποίησε, δεν ενέχει, χωρίς άλλο, παραίτηση αυτού από τα νόμιμα δικαιώματά του (Εφ.Πειρ. 304/2020, ό.α, Εφ.Πειρ. 274/2019, ό.α), επιπλέον δε, δεν είναι σύνηθες οι ναυτικοί που υπηρετούν σε ένα πλοίο να διατυπώνουν επιφυλάξεις στις σχετικές μισθοδοτικές καταστάσεις, όπως τούτο κατέθεσε και ο μάρτυρας απόδειξης θαλαμηπόλος στο ένδικο πλοίο …. . κατά την κατάθεσή του πρωτοδίκως, προφανώς από φόβο ότι μπορεί να δυσαρεστήσουν τον εργοδότη και να διακινδυνεύσουν τη θέση εργασίας τους. Εξάλλου, κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, η οποία συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3, 174, 180, 679 Α.Κ, 8 ν. 2112/1920 και 8 παρ. 4 Ν. 4020/1959, κάθε παραίτηση του εργαζόμενου από το δικαίωμα λήψης των νόμιμων αποδοχών, επιδομάτων ή άλλων από την εργασία του παροχών, έστω και υπό τη μορφή άφεσης χρέους κατ’ άρθρο 454 ΑΚ, είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη (Α.Π. 587/2006, Εφ.Πειρ. 18/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 304/2020, ό.α.). Από τις δώδεκα ώρες ημερήσιας εργασίας του ενάγοντος, οι τέσσερις μετά το νόμιμο οκτάωρο της καθημερινής και κυριακάτικης εργασίας έπρεπε να πληρωθούν με απλή υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 25% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης, ενώ για τα Σάββατα και τις αργίες έπρεπε να πληρωθούν όλες οι ώρες με υπερωριακή αμοιβή, ίση με το 1/173 του βασικού μισθού, προσαυξημένου κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης. Συγκεκριμένα α) κατά τις χρονικές περιόδους από 1-1-2017 έως 14-2-2017 και από 30-3-2017 έως 6-10-2017, ο ενάγων εργάσθηκε, κατόπιν σχετικής εντολής του πλοιάρχου του άνω πλοίου 33 Σάββατα και 9 αργίες, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται και δεν αμφισβητείται ειδικά από την εναγόμενη, δικαιούμενος για την εν λόγω υπερωριακή του απασχόληση, σύμφωνα με την ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2016, το συνολικό ποσό των (42 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες= 504 ώρες Χ 10,05 ευρώ την ώρα) 5.065,20 ευρώ. Κατά τις ίδιες άνω χρονικές περιόδους, ο ενάγων εργάσθηκε, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται και δεν αμφισβητείται ειδικά από την εναγόμενη, 194 καθημερινές και Κυριακές, δικαιούμενος για την πέραν του 8ώρου υπερωριακή του απασχόληση των 4 ωρών ημερησίως, με βάση την προαναφερόμενη Σ.Σ.Ν.Ε, το συνολικό ποσό των (194 καθημερινές και Κυριακές Χ 4 ώρες= 776 ώρες Χ 8,38 ευρώ την ώρα) 6.502,88 ευρώ. Ακόμη, κατά τη χρονική περίοδο επισκευής του άνω πλοίου από 15-2-2017 έως 29-3-2017, ο ενάγων εργάσθηκε, κατόπιν σχετικής εντολής του πλοιάρχου 5 Σάββατα και 2 αργίες, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται και δεν αμφισβητείται ειδικά από την εναγόμενη, δικαιούμενος για την εν λόγω υπερωριακή του απασχόληση, σύμφωνα με την ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε, το συνολικό ποσό των [(7 Σάββατα και αργίες Χ 8 ώρες= 56 ώρες Χ 10,05 ευρώ την ώρα) 562,80 ευρώ. Σημειωτέον ότι για την αμέσως ανωτέρω περίοδο επισκευών δεν αξιώνεται από τον ενάγοντα πρόσθετη αμοιβή για καθημερινές και Κυριακές. Επομένως, για το σύνολο της υπερωριακής εργασίας του στο άνω πλοίο ο ενάγων δικαιούται το συνολικό ποσό των (5.065,20 + 6.502,88 + 562,80 ευρώ) 12.130,88 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγόμενη, όπως ο ίδιος συνομολογεί και δεν αμφισβητείται ειδικά από την εναγόμενη, το συνολικό ποσό των 6.361,87 ευρώ, απομένοντος υπολοίπου (12.130,88 – 6.361,87) 5.769,01 ευρώ. Επιδικάζοντας τα ίδια ως άνω ποσά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και το νόμο εφάρμοσε, παρά τις αιτιάσεις των εκκαλούντων με τους παραπάνω λόγους των εφέσεών τους αντίστοιχα.

Επίσης, κατά το άρθρο 16 των προαναφερθεισών Σ.Σ.Ν.Ε, 1. Κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει την υπηρεσία των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά το μήνα κατά τους μήνες Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους υπόλοιπους μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμένα αφετηρίας ή στο λιμένα προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν. 2. Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο, δηλαδή, το 1/22 του μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1. 3. Για την παρεχομένη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή. Στην προκείμενη περίπτωση, από τα ως άνω στοιχεία αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια των προαναφερθεισών κυκλικών δρομολογίων του πλοίου «ΝΜ», δεν χορηγούνταν στον ενάγοντα οι ως άνω καθοριζόμενες διανυκτερεύσεις εκτός πλοίου που δικαιούταν ανά μήνα, ως άλλωστε δεν αμφισβητεί η εναγόμενη. Επομένως, ενόψει του ότι η εναγομένη δεν είχε ρυθμίσει τις υπηρεσίες των μελών του πληρώματος κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η χορήγηση των ως άνω διανυκτερεύσεων του ενάγοντος σε κάποιο λιμένα (ιδίως αφετηρίας ή προορισμού) του δρομολογίου του πλοίου, οφείλεται σ’ αυτόν η προβλεπόμενη αποζημίωση διανυκτέρευσης (άρθρο 16 παρ. 2 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. για το έτος 2016) για μία φορά το μήνα κατά τους μήνες Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα καθ’ έκαστο των υπολοίπων μηνών. Ειδικότερα, για τις επίδικες άνω χρονικές περιόδους της θαλάσσιας υπηρεσίας του (εξαιρουμένης της περιόδου από 15-2-2017 έως 29-3-2017 που διήρκεσε η επισκευή του πλοίου), κατά τις οποίες δεν έλαβε τις 12 διανυκτερεύσεις που δικαιούταν, έπρεπε να λάβει, ως αποζημίωση διανυκτέρευσης το συνολικό ποσό των [1.157,99 ευρώ μισθός ενεργείας Χ 1/22 = 52,63 ευρώ Χ 12 διανυκτερεύσεις] 631,56 ευρώ, έναντι του οποίου ουδέν έλαβε, ως δεν αμφισβητεί η εναγόμενη. Η τελευταία όμως βασίμως παραπονείται για το ότι με την εκκαλούμενη απόφαση επιδικάστηκαν στον ενάγοντα δυο διανυκτερεύσεις για το μήνα Φεβρουάριο 2017, καίτοι κατά το μήνα αυτό ο ενάγων υπηρέτησε στο πλοίο μόνο 14 ημέρες και συνεπώς δικαιούταν μία μόνο διανυκτέρευση. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του επιδίκασε στον ενάγοντα ως αποζημίωση διανυκτέρευσης το μεγαλύτερο συνολικό ποσό των 684,19 ευρώ, επειδή δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούταν για το μήνα Φεβρουάριο 2017 δυο διανυκτερεύσεις αντί μιας, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, λόγω εσφαλμένου υπολογισμού του αριθμού διανυκτερεύσεων που ο ενάγων δικαιούταν για τον άνω μήνα, όπως βάσιμα παραπονείται η εκκαλούσα – εναγόμενη με το δεύτερο λόγο της έφεσής της.

Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 14 των προαναφερθεισών Σ.Σ.Ν.Ε, σε συνδυασμό προς εκείνες των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 της υπ’ αριθ. 70109/8008/14-12-1982 απόφασης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (Φ.Ε.Κ. Β’ 1/7-1-1982), προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών, αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα, αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκησε καθ’ όλο το ως άνω διάστημα, αντιστοίχως. Επίσης, για τον υπολογισμό των προαναφερθέντων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός τη 10η Δεκεμβρίου και τη 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται κάθε παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικώς κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (Α.Π. 1224/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1013/2003, Δ.Ε.Ε. 2004, 214, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 397/2020, efeteio-peir.gr). Μάλιστα, ως τέτοιες, προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην ως άνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσον όρο αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς και γ) το επίδομα αδείας και οι λοιπές τακτικές παροχές. Δεν συνυπολογίζεται όμως το επίδομα ιματισμού, γιατί δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθώς και λόγω της παροχής σε είδος αυτού (Α.Π. 774/2003, Ε.Εργ.Δ. 2005, 237, Α.Π. 226/2003, Ε.Εργ.Δ. 2004, 790, Εφ.Πειρ. 397/2020, ό.α, Ι. Κοροτζή, Ναυτικό Δίκαιο, τ. 1ος, υπ’  άρθρο 60, σ. 332 και υπ’ άρθρο 76, σ. 387). Επομένως, ο ενάγων, για τη ναυτική εργασία του κατά τα άνω χρονικά διαστήματα στο πλοίο «ΝΜ», δικαιούται ως επιδόματα εορτών τα ακόλουθα ποσά: α) για επίδομα δώρου εορτών Χριστουγέννων 2017, που αφορά το χρονικό διάστημα από 1-5-2017 έως 6-10-2017, το ποσό των 2.355,44 ευρώ, ήτοι 3.521,90 ευρώ πάγιες τακτικές μηνιαίες αποδοχές [βασικός μισθός 1.157,99 ευρώ + επίδομα Κυριακών 254,76 ευρώ + τροφοδοσία 576,30 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 ευρώ + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής υπερωριών (12.130,88 ευρώ οφειλόμενες υπερωρίες / 243 ημέρες συνολικού χρόνου ναυτολόγησης Χ 30) 1.497,63 ευρώ = 3.521,90 ευρώ] Χ 2 / 25 Χ 8,36 δεκαεννεαήμερα (159 ημέρες ναυτολόγησης /19) = 2.355,44 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού έλαβε από την εναγόμενη συνολικό ποσό 2.006,52 ευρώ, ως δεν αμφισβητεί και προκύπτει και από την αντίστοιχη απόδειξη πληρωμής μισθοδοσίας του, κατά συνέπεια δικαιούται τη σχετική διαφορά ποσού (2.355,44 – 2.006,52) 348,92 ευρώ και β) για αναλογία δώρου εορτών Πάσχα 2017, που αφορά το χρονικό διάστημα από 1-1-2017 έως 30-4-2017 (συνολικά για το χρόνο που το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε πλόες και για το χρόνο που επισκευαζόταν), το ποσό των 1.760,95 ευρώ, ήτοι 3.521,90 πάγιες τακτικές μηνιαίες αποδοχές του / 2  = 1.760,95 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού έλαβε από την εναγόμενη συνολικό ποσό 1.035,20 ευρώ, ως προκύπτει από τις αντίστοιχες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του, κατά συνέπεια δικαιούται τη σχετική διαφορά ποσού (1.760,95  – 1.035,20) 725,75 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του κατέληξε στην κρίση ότι οφείλονται στον ενάγοντα, για αναλογία δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων 2017, τα ίδια άνω υπόλοιπα, ορθά το νόμο εφήρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι ο δεύτερος λόγος της έφεσης του ενάγοντος και ο τρίτος λόγος της έφεσης της εναγομένης, κατά το μέρος τους με το οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα.

Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 33 των Σ.Σ.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατικών Πλοίων ετών 2016 και 2017, υπό τον τίτλο «Δρομολόγια Εξπρές», προκύπτει ότι: α) σε κάθε περίπτωση, κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση δρομολογίων πρέπει να προνοείται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και από τους πλοιοκτήτες η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον 6 ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο, εάν δε αυτό, κατ’ εξαίρεση, δεν καθίσταται δυνατό, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως αυτή καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους του άρθρου αυτού, β) ως δρομολόγια, για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα η πρόσθετη αυτή αμοιβή θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον 6 ώρες από τον κατάπλου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, γ) η πρόσθετη αυτή αμοιβή προβλέπεται για όλα τα «εξπρές» δρομολόγια, με την ως άνω έννοια, που αναφέρονται σε ακτοπλοϊκά – επιβατηγά πλοία που δεν έχουν τακτικές καθημερινές, τουλάχιστον έξι αναχωρήσεις (δρομολόγια) την εβδομάδα από το λιμάνι αφετηρίας, και υπολογίζεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις παραγράφους 4 και 7 του ως άνω άρθρου, βάσει των ωρών πρόωρης αναχωρήσεως του πλοίου εβδομαδιαίως, τακτικά δε θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα, κατά τα οποία το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη κάθε ημέρα ώρα, έστω και αν η ώρα απόπλου δεν είναι η ίδια κάθε ημέρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, δ) ειδικώς, προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, η πρόσθετη αυτή αμοιβή καταβάλλεται για τα πέραν των πέντε δρομολόγια την εβδομάδα (παρ. 5, που αποτελεί διάταξη ειδικότερη εκείνης της παρ. 3), ε) τέλος, κατ’ εξαίρεση, που εισάγεται με την παράγραφο 6 του αυτού άρθρου, οι διατάξεις του δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται, έτσι, οι ναυτικοί δεν δικαιούνται την πρόσθετη αυτή αμοιβή για δρομολόγια «εξπρές» σε ημερόπλοια, δηλαδή σε πλοία που εκτελούν πλόες κατά τις ώρες από 07.00 έως 23.00, και σε πλοία τοπικών γραμμών, εκτός εάν, κατ’ εξαίρεση, δηλαδή της εξαίρεσης αυτής (επάνοδο στον κανόνα), τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή κατά τις ώρες από 23.00 μέχρι 07.00 της επομένης ημέρας. Ειδικότερα, οι ναυτικοί, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις των ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., δικαιούνται πρόσθετης αμοιβής για εξπρές δρομολόγια. Για τον υπολογισμό της αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκο αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή (παρ. 4). Ακολούθως, η πρόσθετη αυτή αμοιβή υπολογίζεται ως εξής (παρ. 7): Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή μετάβαση στο λιμένα ή τους λιμένας προορισμού και επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών. Εάν είναι μικρότερη των 12 ωρών, είναι ίση προς το ήμισυ της προβλεπόμενης αμέσως παραπάνω αμοιβής. Εάν είναι μικρότερη των 6 ωρών η αμοιβή είναι ίση προς το ήμισυ της προβλεπόμενης από το παραπάνω εδάφιο. Σημειωτέον ότι στις άνω αποδοχές, βάσει των οποίων υπολογίζεται η πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων «εξπρές», συμπεριλαμβάνεται κάθε παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (Α.Π. 1224/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1013/2003, Δ.Ε.Ε. 2004, 214, Εφ.Πειρ. 284/2020, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 200/2016, Εφ.Πειρ. 442/2015, Εφ.Πειρ. 618/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Έτσι, στις εν λόγω αποδοχές συμπεριλαμβάνονται η αμοιβή για την υπερωριακή εργασία, οι αποδοχές αδείας με το αντίτιμο τροφής (Εφ.Πειρ. 397/2020, Εφ.Πειρ. 368/2019, www.efeteio-peir.gr) και το ημερήσιο αντίτιμο τροφής, το οποίο αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ναυτικού, ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτούσια (Εφ.Πειρ. 231/2013, Ε.Ν.Δ. 2013, 220, Εφ.Πειρ. 377/2011, Ε.Ν.Δ. 2011, 262), ενώ το επίδομα ιματισμού δεν συγκαταλέγεται στις πάγιες και σταθερές, τακτικές αποδοχές, επί των οποίων υπολογίζεται, μεταξύ άλλων, η οφειλόμενη κατά τα ανωτέρω αποζημίωση, αφού τούτο δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθόσον, κατά τα προλεχθέντα, η κύρια και βασική αιτία χορηγήσεώς του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (Α.Π. 774/2003, Ε.Εργ.Δ. 2005, 237, Α.Π. 226/2003, Ε.Εργ.Δ. 2004, 790, Εφ.Πειρ. 48/2021, ό.α, Εφ.Πειρ. 397/2020, ό.α.). Σημειωτέον ότι όσες τυχόν πρόσθετες αμοιβές («έκτακτες αμοιβές», κ.λ.π.), ο ενάγων, κατά το σχετικό υπολογισμό στην αγωγή, δεν συμπεριλαμβάνει στις μηνιαίες αποδοχές του, θεωρείται ότι έτσι συνομολογεί το γεγονός ότι οι παροχές αυτές δεν καταβάλλονταν σ’ αυτόν παγίως και σταθερώς ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του (Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 433/2019, www.efeteio-peir.gr). Στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τα ανωτέρω αναλυτικά εκτιθέμενα δρομολόγιά του, το πλοίο «ΝΜ», καθ’ όλο το χρονικό διάστημα των πλόων του εκτελούσε κυκλικά ταξίδια στα νησιά του Αιγαίου διάρκειας μεγαλύτερης των 12 ωρών. Ως εκ τούτου α) κατά τις χρονικές περιόδους από 1-1-2017 έως 14-2-2017, από 30-3-2017 έως 10-4-2017 και από 19-4-2017 έως 11-6-2017 πραγματοποίησε συνολικά 4,86 δρομολόγια εξπρές, ως ισχυρίζεται ο ενάγων και δεν αμφισβητεί η εναγόμενη, δοθέντος ότι δεν εκτελούσε άνω των 5 δρομολογίων εβδομαδιαίως, αναχωρούσε δε από το λιμάνι αφετηρίας προ της συμπλήρωσης έξι (6) ωρών από της αφίξεως στο αυτό λιμάνι. Συνακόλουθα, δικαιούται [2,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης/8 = 0,31 δρομολόγια Χ (βασικός μισθός 1.157,99 + επίδομα Κυριακής 254,76 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 35,22  ευρώ + μέσος όρος υπερωριακής εργασίας 1.497,63 ευρώ + τροφοδοσία 576,3 + αποζημίωση αδείας 321,08 + τροφή αδείας 96,05 ευρώ + αναλογία Χριστουγέννων / Πάσχα 2017 [2.355,44 + 1.760,75/279 ημέρες απασχόλησης Χ 30 =]442,6 = 4.381,63/30=) Χ 15,55 εβδομάδες = 704,05 ευρώ, β) κατά τη χρονική περίοδο από 12-6-2017 έως 10-9-2017, εκτελούνταν εβδομαδιαίως έξι (6) κυκλικά δρομολόγια άνω των 12 ωρών. Συνεπώς, ο ενάγων δικαιούται για 1 δρομολόγιο πέραν των πέντε δρομολογίων ανά εβδομάδα (ως ισχυρίζεται ο ίδιος και δεν αμφισβητεί η εναγόμενη) Χ 12,7 εβδομάδες Χ (4.381,63/30) = 1.854,89 ευρώ και γ) κατά τη χρονική περίοδο από 11-9-2017 έως 6-10-2017 το πλοίο εκτέλεσε επτά κυκλικά ταξίδια εβδομαδιαίως και άρα ο ενάγων δικαιούται για 2 επιπλέον δρομολόγια (ως ισχυρίζεται ο ίδιος και δεν αμφισβητεί η εναγόμενη) Χ 3,71 εβδομάδες Χ (4.381,63/30)= 1.083,72 ευρώ. Έναντι των ποσών αυτών, σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες από την εναγόμενη αποδείξεις πληρωμής, έλαβε απ’ αυτή το συνολικό ποσό των 1.671,69 ευρώ (και όχι το ποσό των 1.485,95 ευρώ που δέχθηκε εσφαλμένα η εκκαλούμενη απόφαση) και του οφείλεται διαφορά ποσού 704,05 + 1.854,89 + 1.083,72 = 3.642,66 – 1.671,69 = 1.970,97 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του επιδίκασε στον ενάγοντα μεγαλύτερο ποσό και δη αυτό των 2.156,71 ευρώ, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως βάσιμα εν μέρει παραπονείται η εκκαλούσα – εναγόμενη με τον τέταρτο λόγο της έφεσής της. Μετά ταύτα, το σύνολο, των αξιώσεων του ενάγοντος από την προαναφερθείσα απασχόλησή του στο πλοίο «ΝΜ» ανέρχεται στο συνολικό ποσό των (5.769,01 + 631,56 + 348,92 + 725,75 + 1.970,97) 9.446,21 ευρώ.

Β) Το πλοίο «ΝΧ»:   Το άνω πλοίο, εξαιρουμένης της περιόδου από 5-1-2018 έως 7-1-2018 που βρισκόταν για επισκευές στο Πέραμα, εκτελούσε τακτικά τα ακόλουθα κυκλικά δρομολόγια: α) Κατά την περίοδο από 8-1-2018 έως 4-2-2018 αναχωρούσε κάθε Δευτέρα στις 22.00’ από το Λαύριο για Άγιο Ευστράτιο, Μύρινα, Καβάλα, με επιστροφή στο Λαύριο από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα, όπου κατέπλεε στις 05.30’ το πρωί της Τετάρτης. Κάθε Τετάρτη αναχωρούσε στις 22.00’ το βράδυ από το Λαύριο για Άγιο Ευστράτιο, Μύρινα, Καβάλα, με επιστροφή στο Λαύριο από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα, όπου κατέπλεε στις 05.30’ το πρωί της Παρασκευής. Κάθε Παρασκευή αναχωρούσε από το Λαύριο στις 15.30’ και πάλι για Άγιο Ευστράτιο, Μύρινα, Καβάλα, με επιστροφή στο Λαύριο από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα, όπου κατέπλεε στις 05.30 το πρωί της Δευτέρας. β) Κατά την περίοδο από 5-2-2018 μέχρι 29-3-2018 αναχωρούσε κάθε Δευτέρα στις 16.00’ από τον Πειραιά για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο, Καρλόβασι και Βαθύ, με επιστροφή στον Πειραιά από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα. Κατέπλεε στον Πειραιά (λιμάνι αφετηρίας) στις 12.30’ κάθε Τρίτη και αναχωρούσε και πάλι στις 16.00’, δηλαδή αναχωρούσε πρόωρα κατά 2,5 ώρες (πριν συμπληρωθούν 6 ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας) για Σύρο, Μύκονο, Άγιο Κήρυκο, Φούρνους, Καρλόβασι, Βαθύ, Χίο, Μυτιλήνη, Μύρινα και Καβάλα, με επιστροφή από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα στον Πειραιά, όπου κατέπλεε στις 23.25’ το βράδυ της Πέμπτης. Κάθε Παρασκευή αναχωρούσε και πάλι στις 16.00’ το απόγευμα για Σύρο, Μύκονο, Εύδηλο, Φούρνους, Καρλόβασι, Βαθύ, Χίο, Μυτιλήνη, Μύρινα και Καβάλα, με επιστροφή στον Πειραιά από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα, όπου κατέπλεε στις 23.25’ το βράδυ της Κυριακής. γ) Κατά την περίοδο από 30-3-2018 μέχρι 25-5-2018 αναχωρούσε κάθε Δευτέρα από τον Πειραιά στις 16.30’ για Πάρο, Νάξο, Ίο και Θήρα, με επιστροφή στον Πειραιά από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα, όπου κατέπλεε στις 19.30’ το απόγευμα της Τρίτης. Κάθε Τετάρτη αναχωρούσε από τον Πειραιά στις 16.30’ για Πάρο, Νάξο, Ίο και Θήρα, με επιστροφή από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα στον Πειραιά (λιμάνι αφετηρίας), όπου κατέπλεε στις 12.55’ κάθε Πέμπτη και αναχωρούσε και πάλι στις 16.30’ (ήτοι πρόωρα κατά 2,25 ώρες πριν συμπληρωθούν 6 ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας) για Πάρο, Νάξο, Ίο και Θήρα, με επιστροφή στον Πειραιά από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα. Κατέπλεε στον Πειραιά (λιμάνι αφετηρίας) στις 12.55’ κάθε Παρασκευή και αναχωρούσε και πάλι στις 16.30’ (ήτοι πρόωρα κατά 2,25 ώρες πριν συμπληρωθούν 6 ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας) για Πάρο, Νάξο, Ίο και Θήρα, με επιστροφή στον Πειραιά από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα, όπου κατέπλεε στις 19.30 της Κυριακής. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά τα ως άνω χρονικά διαστήματα που το άνω πλοίο εκτελούσε ακτοπλοϊκά δρομολόγια, είχε ναυτολογημένους ως προσωπικό καταστρώματος, δώδεκα ναύτες, ένα ναύκληρο, δύο υποναύκληρους και δύο ναυτόπαιδες. Οι ναύτες  εναλλάσσονταν σε ζεύγη στις φυλακές του πλοίου είτε εργάζονταν ως ημερεργάτες (ντεϊμάνηδες) λαμβάνοντας μέρος στις εργασίες κατάπλου και απόπλου του πλοίου και συμμετέχοντας σε εργασίες καθαρισμού στα καταστρώματα και τα γκαράζ. Ως προς τις βάρδιες των ναυτών αποδείχθηκε ότι επρόκειτο για τις συνήθεις κυλιόμενες τετράωρες βάρδιες, όπου εναλλάσσονταν ζεύγη ναυτών, που αναλάμβαναν εκ περιτροπής κάθε τετράωρη βάρδια, επιπλέον δε εφαρμοζόταν το προαναφερθέν σύστημα «2 ώρες πριν / μετά», δηλαδή οι παραπάνω βάρδιες επεκτείνονταν κατά δύο ώρες πριν την έναρξη ή μετά τη λήξη τους, όταν συνέπιπταν με τον κατάπλου του πλοίου σε κάποιο λιμάνι. Επιπροσθέτως, ο ενάγων απασχολείτο στα λιμάνια αφετηρίας (Λαυρίου ή Πειραιά) κατά τη φόρτωση των οχημάτων, η οποία ξεκινούσε  περίπου δυο ώρες πριν την έναρξη εκάστου δρομολογίου και συμμετείχε στις εργασίες φόρτωσης των οχημάτων και ασφάλισης αυτών σε συγκεκριμένες θέσεις, όταν τούτο χρειαζόταν. Εξάλλου, τις περιόδους που ο ενάγων εργαζόταν ως ημερεργάτης (dayman) συμμετείχε στις εργασίες απόπλου, κατάπλου, φορτοεκφόρτωσης και έχμασης που εκτελούνταν σε κάθε λιμάνι που προσέγγιζε το πλοίο, ενώ απασχολείτο σε εργασίες καθαριότητας στους χώρους των καταστρωμάτων και σε μικροσυντηρήσεις, εφόσον κάτι τέτοιο απαιτείτο κατά τη διάρκεια των πλόων, όπως είθισται να κάνουν οι ναυτικοί της ειδικότητάς του. Ενόψει των ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι η χρονική διάρκεια της καθ’ ημέρα εργασίας του ενάγοντος κατά τα παραπάνω διαστήματα που το «ΝΧ» εκτελούσε ακτοπλοϊκά δρομολόγια δεν ήταν επακριβώς καθορισμένη, αλλά επηρεαζόταν από την αυξομείωση της κίνησης των επιβατών, από την πραγματοποίηση συγκεκριμένων ανά ημέρα δρομολογίων, από την προσέγγιση περισσότερων ή λιγότερων λιμένων, καθώς και από τις συνθήκες κάθε φορά της ναυτικής αποστολής του πλοίου. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το ανωτέρω πλοίο εξυπηρετούσε ακτοπλοϊκές γραμμές στις οποίες ήταν ενταγμένα λιγότερα ενδιάμεσα λιμάνια απ’ ότι κατά την άνω υπηρεσία του στο πλοίο «ΝΜ», με σημαντική πάντως επιβατική κίνηση ακόμη και τους χειμερινούς μήνες, τις περιόδους κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, τη φύση και το αντικείμενο της απασχόλησής του, τις ανάγκες που κάλυπτε το ανωτέρω πλοίο, το μέγεθός του, το ότι η εναγόμενη δεν προσκόμισε για τον ενάγοντα τις «καταστάσεις μηνιαίων υπερωριών πληρώματος» για τις ανωτέρω περιόδους εργασίας του (παρά μόνο προσκόμισε τις καταστάσεις ανάπαυσης ναυτικών μηνών Φεβρουαρίου, Μαρτίου και Απριλίου 2018, που εμφανίζουν κατά μέσον όρο 14ωρη ανάπαυσή του ημερησίως), το ότι του κατέβαλε σταθερά κάθε μήνα διάφορα χρηματικά ποσά για αμοιβή υπερωριακής εργασίας και το ότι ο ενάγων δεν εξακολούθησε να απασχολείται κατά τη θερινή περίοδο, κατά την οποία, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, λόγω αυξημένης επιβατικής κίνησης, αυξάνονται ανάλογα οι λειτουργικές ανάγκες του πλοίου και άρα ο φόρτος εργασίας των ναυτικών, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου αποδείχθηκε ότι ο ενάγων απασχολούνταν, υπό την ιδιότητα του ναύτη, κατ’ εντολή του πλοιάρχου του πλοίου, κατά μέσο όρο επί 10 ώρες ημερησίως, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, καθώς και του 3ήμερου διαστήματος που εκτελούνταν εργασίες επισκευής, όπως ορθά δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση (χωρίς να αμφισβητείται μάλιστα η κρίση της αυτή από την εναγόμενη – εκκαλούσα) και όχι επί 12 ώρες ημερησίως κατά τις περιόδους από 8-1-2018 έως 4-2-2018 και από 30-3-2018 έως 25-5-2018 και επί 14 ώρες ημερησίως κατά την περίοδο από 5-2-2018 έως 29-3-2018, όπως ισχυρίζεται ο εκκαλών-ενάγων με τον πρώτο λόγο της έφεσής του. Σε άλλη κρίση δεν οδηγεί το Δικαστήριο η μαρτυρία του ενόρκως καταθέσαντος για λογαριασμό του ενάγοντος ναυτικού ………., δεδομένου ότι ο άνω μάρτυρας δεν συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα στο άνω πλοίο, ώστε να έχει ιδία γνώση για τις ώρες εργασίας του. Περαιτέρω, από τις δέκα ώρες ημερήσιας εργασίας του ενάγοντος, οι τέσσερις μετά το νόμιμο οκτάωρο της καθημερινής και κυριακάτικης εργασίας έπρεπε να πληρωθούν με απλή υπερωριακή αμοιβή, ίση με το 1/173 του βασικού μισθού, προσαυξημένο κατά 25% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης, ενώ για τα Σάββατα και τις αργίες έπρεπε να πληρωθούν όλες οι ώρες με υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού, προσαυξημένου κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης. Επομένως, για το σύνολο της υπερωριακής εργασίας του στο άνω πλοίο, κατά την οποία ο ενάγων εργάσθηκε, κατόπιν σχετικής εντολής του πλοιάρχου, επί 114 συνολικά καθημερινές και Κυριακές και επί 27 Σάββατα και αργίες, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται και δεν αμφισβητείται ειδικά από την εναγόμενη, δικαιούται για την πέραν του 8ώρου υπερωριακή του απασχόληση των 2 ωρών ημερησίως, με βάση τη Σ.Σ.Ν.Ε. των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων 2017, για 114 συνολικά καθημερινές και Κυριακές (114 Χ 2 ώρες υπερωρίας Χ 8,54 =) 1.947,12 ευρώ και για 27 Σάββατα και αργίες (27 Χ 10 Χ 10,25 =) 2.767,50 ευρώ και συνολικά (1.947,12 + 2.767,50) 4.714,62 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγόμενη, όπως ο ίδιος συνομολογεί και δεν αμφισβητείται ειδικά από την τελευταία, το συνολικό ποσό των (66,91 + 659,56 + 1.295,46 + 1.294,78) 3.316,71 ευρώ, απομένοντος υπολοίπου (4.714,62 – 3.316,71) 1.397,91 ευρώ. Επιδικάζοντας το ίδιο ως άνω ποσό το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και το νόμο εφάρμοσε και είναι αβάσιμες και απορριπτέες οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις του εκκαλούντος με τον πρώτο λόγο της έφεσής του.

Περαιτέρω, από τα ως άνω στοιχεία αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια των προαναφερθεισών κυκλικών δρομολογίων του πλοίου «ΝΧ», δεν χορηγούνταν στον ενάγοντα οι ως άνω καθοριζόμενες διανυκτερεύσεις εκτός πλοίου που δικαιούταν ανά μήνα, ως δεν αμφισβητείται από την εναγόμενη. Επομένως, ενόψει του ότι η εναγομένη δεν είχε ρυθμίσει τις υπηρεσίες των μελών του πληρώματος κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η χορήγηση των ως άνω διανυκτερεύσεων του ενάγοντος σε κάποιο λιμένα (ιδίως αφετηρίας ή προορισμού) του δρομολογίου του πλοίου, οφείλεται σ’ αυτόν η προβλεπόμενη αποζημίωση διανυκτέρευσης (άρθρο 16 παρ. 2 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε). Ειδικότερα, για τις επίδικες άνω χρονικές περιόδους της θαλάσσιας υπηρεσίας του στο άνω πλοίο (εξαιρουμένης της περιόδου από 5-1-2018 έως και 7-1-2018 που διήρκεσε η επισκευή του), κατά τις οποίες δεν έλαβε τις 10 διανυκτερεύσεις που δικαιούταν, έπρεπε να λάβει, ως αποζημίωση διανυκτέρευσης το αιτούμενο συνολικό ποσό των [1.181,15 ευρώ μισθός ενεργείας Χ 1/22 = 53,68 ευρώ Χ 10 διανυκτερεύσεις] 536,89 ευρώ, έναντι του οποίου ουδέν έλαβε και συνεπώς η εναγόμενη εξακολουθεί να του οφείλει το άνω ποσό, το οποίο του επιδίκασε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, χωρίς η εναγόμενη να παραπονείται για τούτο ως εφεσίβλητη.             Περαιτέρω, για τη ναυτική εργασία του κατά τα άνω χρονικά διαστήματα στο πλοίο «ΝΧ», ο ενάγων δικαιούται ως επιδόματα εορτών τα ακόλουθα ποσά: α) για αναλογία δώρου εορτών Χριστουγέννων 2018, που αφορά το χρονικό διάστημα από 1-5-2018 έως 25-5-2018, το ποσό των 321,47 ευρώ, ήτοι πάγιες τακτικές μηνιαίες αποδοχές 3.067,74 ευρώ [ήτοι, βασικός μισθός 1.181,15 ευρώ + επίδομα Κυριακών 259,86 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 ευρώ + τροφοδοσία 587,70 + μηνιαίος μέσος όρος αμοιβής υπερωριών (4.714,62 ευρώ οφειλόμενες υπερωρίες / 141 ημέρες συνολικού χρόνου ναυτολόγησης Χ 30) 1.003,11 ευρώ = 3.067,74 ευρώ] Χ 2 / 25 Χ 1,31 δεκαεννεαήμερα (25 ημέρες ναυτολόγησης /19) = 321,47 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού έλαβε από την εναγόμενη συνολικό ποσό 224,40 ευρώ, ως ο ίδιος δεν αμφισβητεί και προκύπτει και από την αντίστοιχη απόδειξη πληρωμής μισθοδοσίας του, κατά συνέπεια δικαιούται τη σχετική διαφορά ποσού (321,47 – 224,40) 97,07 ευρώ και β) για αναλογία δώρου εορτών Πάσχα 2018, που αφορά το χρονικό διάστημα από 5-1-2018 έως 30-4-2018 (συνολικά για το χρόνο που το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε πλόες και για το χρόνο που επισκευαζόταν), το ποσό των 1.175,87 ευρώ [ήτοι 3.067,74 ευρώ πάγιες τακτικές μηνιαίες αποδοχές του / 2 Χ 1/15 Χ 14,5 οκταήμερα (116 ημέρες ναυτολόγησης / 8)   = 1.482,62 ευρώ]. Έναντι του ποσού αυτού έλαβε από την εναγόμενη συνολικό ποσό 1.175,87 ευρώ, ως ο ίδιος δεν αμφισβητεί και προκύπτει και από τις αντίστοιχες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του, κατά συνέπεια δικαιούται τη σχετική διαφορά ποσού (1.482,62 – 1.175,87) 306,75  ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του κατέληξε στην κρίση ότι οφείλονται στον ενάγοντα, για αναλογία δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων 2018, τα ίδια άνω υπόλοιπα, ορθά το νόμο εφήρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι ο δεύτερος λόγος της έφεσης του ενάγοντος και ο τρίτος λόγος της έφεσης της εναγομένης, κατά το μέρος τους με το οποίο υποστηρίζουν τα αντίθετα, με επίκληση ειδικότερα του ότι δεν συνυπολογίστηκε η ορθή αναλογία της πραγματοποιηθείσας υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τα ανωτέρω αναλυτικά εκτιθέμενα δρομολόγιά του, το πλοίο «ΝΧ», κατά τα άνω χρονικά διαστήματα των πλόων του, εκτελούσε κυκλικά ταξίδια στα νησιά του Αιγαίου, διάρκειας μεγαλύτερης των 12 ωρών. Ως εκ τούτου α) κατά τη χρονική περίοδο από 5-2-2018 έως 29-3-2018, εκτελούσε εβδομαδιαίως τρία κυκλικά δρομολόγια διάρκειας άνω των 12 ωρών, εκ των οποίων το ένα εξπρές, με 2,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης / 8 = 0,31 δρομολόγια εβδομαδιαίως, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή X 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών  ποσού 3.877,00 ευρώ [ήτοι, βασικός μισθός 1.181,15 ευρώ + επίδομα Κυριακών  259,86 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 ευρώ + αναλογία υπερωριακής εργασίας 1.003,11 ευρώ + τροφοδοσία 587,70 ευρώ + αναλογία αδείας 327,50 ευρώ + τροφή αδείας 97,95 ευρώ + αναλογία δώρων {(321,47+ 1.482,62)/141 ημέρες ναυτολόγησης Χ 30}= 383,84 ευρώ =  3.877,03 ευρώ] / 30 X 0,31 δρομολόγια εβδομαδιαίως X 7,56 εβδομάδες] 302,87 ευρώ και β) κατά τη χρονική περίοδο από 30-3-2018 μέχρι 25-5-2018, επί συνόλου τριών κυκλικών δρομολογίων, εκτελούσε εβδομαδιαίως δύο δρομολόγια εξπρές, με 2,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης έκαστο, διάρκειας άνω των 12 ωρών [4,50 ώρες πρόωρης αναχώρησης / 8 = 0,56 δρομολόγια εβδομαδιαίως για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή X 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών ] 3.877,03 ευρώ/30 Χ 0,56 Χ 8,13 εβδομάδες) = 588,36 ευρώ και συνολικά (302,87+588,36) 891,23 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού έλαβε από την εναγόμενη συνολικό ποσό 344,96 ευρώ, ως δεν αμφισβητεί ο ίδιος και προκύπτει και από τις αντίστοιχες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του, κατά συνέπεια δικαιούται τη σχετική διαφορά ποσού (891,23 – 344,96) 546,27  ευρώ, η οποία αποδεικνύεται ότι παραμένει ανεξόφλητη, παρά τον περί του αντιθέτου ισχυρισμό της εναγομένης με τον τέταρτο λόγο της έφεσής της. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του επιδίκασε στον ενάγοντα μικρότερο ποσό και δη αυτό των 226,40 ευρώ (υπολογίζοντας εσφαλμένα το συνολικό οφειλόμενο ποσό αμοιβής για διαφορές δρομολογίων εξπρές κατά το διάστημα από 30-3-2018 έως 25-5-2018 σε αναλογία 3,71 εβδομάδων, παρότι στο άνω διάστημα, κατ’ ορθό αριθμητικό υπολογισμό, αντιστοιχούν 8,13 εβδομάδες) έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως βάσιμα παραπονείται ο ενάγων με το σχετικό σκέλος του τρίτου λόγου της έφεσής του. Περαιτέρω, ο ενάγων αξιώνει για την περίοδο εργασίας του από 5-1-2018 έως 25-5-2018 διαφορές νομίμων αποδοχών ποσού 137,07 ευρώ και διαφορά αποζημίωσης αδείας ποσού 38,96 ευρώ, πλην όμως ως προς τα αιτήματα  αυτά η υπόθεση δεν μεταβιβάστηκε στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο τούτο, διότι τα άνω αιτήματα απορρίφθηκαν πρωτοδίκως, χωρίς να παραπονείται για τούτο ο ενάγων ως εκκαλών (Β. Βαθρακοκοίλη, Η έφεση, έκδ. 2015, υπ’ άρθρο 522, αριθ. 1484, σ. 373). Μετά απ’ αυτά το σύνολο των αξιώσεων του ενάγοντος από την προαναφερθείσα απασχόλησή του στο πλοίο «ΝΧ» ανέρχεται στο ποσό των (1.397,91 + 536,89 + 97,07 + 306,75 + 546,27) 2.884,89 ευρώ και συνολικά για την προαναφερθείσα απασχόλησή του και στα δυο άνω πλοία στο ποσό των (7.166,92 ευρώ για διαφορές υπερωριακής εργασίας, 1.168,45 ευρώ για αποζημίωση διανυκτέρευσης, 445,99 ευρώ για διαφορές επιδομάτων Χριστουγέννων, 1.032,50 ευρώ για διαφορές επιδομάτων Πάσχα και 2.517,24 ευρώ διαφορές δρομολογίων εξπρές) 12.331,10 ευρώ. Το τελευταίο αυτό ποσό οφείλει να του καταβάλει η εναγόμενη, υπό την ιδιότητά της ως πλοιοκτήτρια των άνω πλοίων, με το νόμιμο τόκο α) για τις διαφορές αμοιβής υπερωριακής εργασίας, πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές και πρόσθετης αμοιβής για τη μη χορήγηση διανυκτερεύσεων, από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα κατά τον οποίον κάθε επιμέρους κονδύλι ήταν καταβλητέο (άρθρο 10 παρ. 1 των άνω Σ.Σ.Ν.Ε, σε συνδυασμό με άρθρα 11, 13 παρ. 1, 16 παρ. 1 και 33 παρ. 1 των ιδίων ΣΣΝΕ, άρθρο 655 παρ. 1 Α.Κ, σε συνδ. με άρθρα 341 παρ. 1, 345, 648, 649 του ιδίου κώδικα και άρθρο 1 της υπ’ αριθ. 95 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας, που κυρώθηκε με το Ν. 3245/1955) και όχι από την επομένη εκάστης απολύσεώς του, όπως, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των άνω διατάξεων, κρίθηκε με την εκκαλουμένη και βάσιμα παραπονείται περί τούτου ο ενάγων με τον τέταρτο λόγο της έφεσής του και β) για τις διαφορές επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, από την 30η Απριλίου και 31η Δεκεμβρίου του αντίστοιχου έτους, ενόψει του ότι για όλες τις ανωτέρω αξιώσεις προβλέπεται από το νόμο δήλη ημέρα καταβολής (Ολ.Α.Π. 39 – 40/2002, Α.Π. 796/2011, Α.Π. 360/2002, Α.Π. 233/2004, Α.Π. 235/2004, Εφ.Θεσ. 713/2017, Εφ.Πειρ. 321/2016, Εφ.Πειρ. 192/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Λεων. Ντάσιου, Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο, Τόμος Α/1, έκδ. 4η, παρ. 194, σ. 288 και παρ. 341, σ. 435). Ακολούθως, μη υπάρχοντος άλλου λόγου των υπό κρίση εφέσεων προς εξέταση, πρέπει να γίνουν δεκτές αυτές ως βάσιμες και κατ’ ουσία και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της και δη τόσο ως προς τα προσβαλλόμενα με τις εφέσεις κονδύλια, όσο και ως προς τα λοιπά κονδύλια που δεν προσβάλλονται με τις εφέσεις, χάριν της ενότητας της εκτέλεσης (Α.Π. 748/1984, ΕλλΔνη 26, 642, Εφ.Πατρ. 50/2020, Τ.Ν.Π. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Εφ.Πειρ. 155/2019, Εφ.Πατρ. 21/2019, Εφ.Δωδ. 309/2019, Εφ.Θεσ. 174/2018, Εφ.Πατρ. 279/2018, Εφ.Πειρ. 16/2017, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Σ. Σαμουήλ, «Η έφεση», έκδ. Ε’, σ. 430-431, παρ. 1143), αναγκαίως δε και ως προς τη διάταξη περί δικαστικής δαπάνης που θα καθοριστεί εξαρχής. Στη συνέχεια, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση προς εκδίκαση κατ’ ουσία στο Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία η από 10-12-2018 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …../10-12-2018 αγωγή κατά την κύρια βάση της από έγκυρες συμβάσεις ναυτικής εργασίας (κατά την οποία είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις που αναφέρθηκαν στις ανωτέρω νομικές σκέψεις, καθώς και σ’ αυτές των άρθρων 1, 2, 53, 54, 60 εδ. α, 84 παρ. 1 Κ.Ι.Ν.Δ, 361, 648, 649, 653, 655, 341, 345 Α.Κ) και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 12.331,10 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις και μέχρι την εξόφληση. Τέλος, η εναγόμενη πρέπει να καταδικαστεί στο ανάλογο της ήττας της μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (άρθρο 183, σε συνδ. με άρθρα 178 παρ. 1, 189 παρ. 1 και 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), κατά παραδοχή του σχετικού νομίμου αιτήματός του (άρθρο 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει τις Α και Β εφέσεις αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται αυτές τυπικά και κατ’ ουσία.

Εξαφανίζει τη με αριθ. 830/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την αναφερθείσα στο σκεπτικό από 10-12-2018 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./10-12-2018 αγωγή.

Δέχεται εν μέρει αυτή.

Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των δώδεκα χιλιάδων, τριακοσίων τριάντα ενός ευρώ και δέκα λεπτών (12.331,10), με το νόμιμο τόκο, κατά τις διακρίσεις που γίνονται στο σκεπτικό και μέχρι την εξόφληση.

Καταδικάζει την εναγόμενη στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων (900,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 5 Απριλίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ