Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 161/2021

Αριθμός     161/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  17 Ιανουαρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ : ……. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο, Γεώργιο Σταμαδιάνο  (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:  …………….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο, Δημήτριο Καλλίγερο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Β.  ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας …….. εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο, Αντώνιο Σεμιτέκολο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:  ……….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο, Δημήτριο Καλλίγερο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν α) οι υπό στοιχ Α και Β εφεσίβλητοι  την από 19.7.2011  και υπ΄ αριθμ. εκθ. καταθ…../2011  αγωγή, β) ο υπό στοιχ Α εκκαλών την από 28.5.2012   και υπ΄ αριθμ. εκθ. καταθ. …./2012  αγωγή και γ) η υπό στοιχ Β εκκαλούσα την από  19.11.2012 και υπ΄ αριθμ. εκθ. καταθ. …/2013-εξαιρ. …/2013 αγωγή. Επί των αγωγών αυτών εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ.  6941/2013 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  ανέβαλλε την έκδοση οριστικής επί της ουσίας απόφασης και διέταξε την επανάληψη  της συζήτησης στο ακροατήριο, προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη και η υπ΄ αριθμ. 3375/2017 απόφαση αυτού, που δέχθηκε εν μέρει την υπό στοιχ α ως άνω αγωγή, απέρριψε την υπό στοιχ β ως άνω  αγωγή και δέχθηκε εν μέρει την υπό στοιχ γ ως άνω αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου α) ο εναγόμενος της υπό στοιχ α αγωγής, ενάγων της υπό στοιχ β αγωγής και ήδη υπό στοιχ Α εκκαλών με την από  21.2.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2018) έφεσή του και β) η εναγόμενη της υπό στοιχ α αγωγής, ενάγουσα της υπό στοιχ γ αγωγής και ήδη υπό στοιχ Β εκκαλούσα με την από 22.2.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……/2018) έφεσή της.  Δικάσιμος των ως άνω εφέσεων ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……/2018 και …../2018 αντίστοιχα).

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την από 19-7-2011 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. …./20-7-2011 αγωγή, που άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι ……….. κατά των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………» και ……….., ισχυρίσθηκαν ότι, κατέστησαν συγκύριοι, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή ποσοστά, του λεπτομερώς περιγραφομένου στην αγωγή, κατά θέση έκταση και όρια ακινήτου, με παράγωγο τρόπο και δη με κληρονομική διαδοχή, δυνάμει των υπ’ αριθμ. …./2010 και …./2011 πράξεων αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Κυθήρων ………., που μεταγράφηκαν νομίμως σε συνδυασμό με δωρεά, δυνάμει του υπ’ αριθ. ………./2011 συμβολαίου της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νομίμως. Ότι παράλληλα κατέστησαν συγκύριοι του ακινήτου, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή ποσοστά, με έκτακτη χρησικτησία, διότι για χρόνο μεγαλύτερο της εικοσαετίας τόσο οι ίδιοι, όσο και οι δικαιοπάροχοί τους, από το έτος 1953, που η νομή του ανωτέρω ακίνητου περιήλθε στη αρχική δικαιοπάροχό τους, …… χήρα ……, το γένος ………., σε εφαρμογή άτυπης διανομής με την αδερφή της ……. σύζυγο ………., των ακινήτων που κατέλειπε ο πατέρας αυτών ……….., που απεβίωσε το έτος 1946, νέμονταν και κατείχαν, διανοία κυρίων, το επίδικο ακίνητο, ασκώντας σ’ αυτό τις προσιδιάζουσες στη φύση του διακατοχικές πράξεις, που αναφέρουν στην αγωγή.  Ότι ο δεύτερος εναγόμενος, παρά τη γνώση του για το αναφερόμενο δικαίωμα συγκυριότητας των εναγόντων επί του ακινήτου, συνέπραξε δολίως με την πρώτη εναγόμενη εταιρία, προκειμένου να συνταχθεί το υπ’ αριθ. ………./2010 πωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., με το οποίο ο ίδιος μεταβίβασε, λόγω πωλήσεως, στην πρώτη εναγόμενη το περιγραφόμενο στην αγωγή, κατά θέση, όρια και έκταση, τμήμα του ανωτέρω ακινήτου, η αξία του οποίου, ανέρχεται στο ποσό των 200.000 ευρώ και ότι από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια προσβολή του απολύτου δικαιώματος συγκυριότητάς τους επί του ως άνω τμήματος του ακινήτου τους υπέστησαν ηθική βλάβη. Ζήτησαν δε, ν’ αναγνωρισθεί η συγκυριότητά τους, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή ποσοστά εξ αδιαιρέτου, επί του ανωτέρω τμήματος του ακινήτου, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, εις ολόκληρον έκαστος, να τους καταβάλουν, κατά την αναλογία των εξ αδιαιρέτου ποσοστών συγκυριότητας, το ποσό των 10.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστησαν από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά τους, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά τους έξοδα.

Με την από 28-5-2012 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. …../1-6-2012 αγωγή, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ο ενάγων και ήδη εκκαλών ……….. κατά των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων …………, εκθέτει ότι είχε καταστεί αποκλειστικός κύριος του λεπτομερώς περιγραφομένου στην αγωγή, κατά θέση, όρια και έκταση, ακινήτου, με παράγωγο τρόπο και δη λόγω γονικής παροχής από τον πατέρα του ……….., δυνάμει του υπ’ αριθ. ……../9-10-2001 συμβολαίου γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Κυθήρων ……….., που μεταγράφηκε νομίμως. Ότι η νομή του ανωτέρω ακινήτου περιήλθε στον δικαιοπάροχο πατέρα του, το έτος 1945, λόγω άτυπης δωρεάς από την μητέρα του … σύζυγο ……… Ότι στην ως άνω απώτερη δικαιοπάροχό του το ανωτέρω ακίνητο περιήλθε δυνάμει άτυπης δωρεάς, από τον πατέρα της …………, το έτος 1940. Ότι παράλληλα κατέστη αποκλειστικός κύριος του ανωτέρω ακινήτου, με έκτακτη χρησικτησία, διότι για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας, τόσο ο ίδιος, όσο και οι δικαιοπάροχοί του, νέμονταν το εν λόγω ακίνητο, ασκώντας σ’ αυτό τις προσιδιάζουσες στη φύση του διακατοχικές πράξεις, που αναφέρει στην αγωγή. Ότι δυνάμει του υπ’ αριθ. ……/10-3-2010 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Αθηνών …….., που μεταγράφηκε νομίμως, μεταβίβασε λόγω πωλήσεως το ανωτέρω ακίνητο στην ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «………….». Ότι οι εναγόμενοι, αμφισβητώντας το ανωτέρω δικαίωμά του, άσκησαν εναντίον του την από 19-7-2011 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ…………/20-72011 αγωγή, με την οποία ζητούν να αναγνωρισθούν συγκύριοι τμήματος του ακινήτου, όπως αυτό περιγράφεται αναλυτικά κατά θέση, όρια και έκταση, που ο ίδιος μεταβίβασε, η αξία του οποίου ανέρχεται στο ποσό των 200.000 ευρώ. Ζήτησε δε να αναγνωρισθεί ότι μέχρι και τη μεταβίβαση του ανωτέρω ακινήτου ήταν αποκλειστικός κύριος αυτού και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά του έξοδα.

Με την από 19-11-2012 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. …./3-1-2013 εξ 4/2013 αγωγή, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……..» κατά των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων . ……….., ισχυρίσθηκε ότι έχει καταστεί αποκλειστική κυρία των λεπτομερώς περιγραφομένων στην αγωγή, κατά θέση, όρια και έκταση, δύο ακινήτων, με παράγωγο τρόπο και δη λόγω πώλησης από τους ………, δυνάμει του υπ’ αριθ. ………./1-9-2006 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών …….., όσον αφορά το πρώτο ακίνητο και λόγω πώλησης από τον ………, δυνάμει του υπ’ αριθ. ……../10-3-2010 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Αθηνών ……. …….., όσον αφορά το δεύτερο ακίνητο, που μεταγράφηκαν νομίμως. Ότι το πρώτο ακίνητο περιήλθε στους δικαιοπαρόχους της, λόγω πώλησης από τον ………. δυνάμει του υπ’ αριθ. ……/4-12-1992 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κυθήρων ……., που μεταγράφηκε νομίμως. Ότι στον ανωτέρω ………, το ανωτέρω ακίνητο περιήλθε λόγω κληρονομίας από τον πατέρα του ………, ο οποίος απεβίωσε στα …… Κυθήρων, στις 19-4-1961 και ο οποίος με την ……./1951 δημόσια διαθήκη, που συντάχθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου Κυθήρων ……. ……, που δημοσιεύτηκε με το υπ’ αριθ. 389/1975 πρακτικό του Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατέλειπε το ακίνητο αυτό στον ανωτέρω υιό του, ο οποίος δυνάμει της υπ’ αριθ. …./1989 πράξης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Κυθήρων ……….., που μεταγράφηκε νομίμως, αποδέχθηκε της επαχθείσα σ’ αυτόν κληρονομία. Ότι στον ανωτέρω …….. το ανωτέρω ακίνητο περιήλθε λόγω κληρονομίας σε συνδυασμό και με τους κανόνες της έκτακτης χρησικτησίας, καθώς νεμόταν αυτό, συνεχώς και αδιαλείπτως, για χρονικό διάστημα 60 ετών μέχρι το θανατό του. Ότι το δεύτερο ακίνητο περιήλθε στον δικαιοπάροχό της, λόγω γονικής παροχής από τον πατέρα του …….. ., δυνάμει του υπ’ αριθμ. ……./9-10-2001 συμβολαίου γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Κυθήρων ……., που μεταγράφηκε νομίμως. Ότι στον ανωτέρω ………. περιήλθε η νομή του δευτέρου ακινήτου, από το έτος 1945, λόγω άτυπης δωρεάς από την μητέρα του ………… Ότι στην ως άνω απώτερη δικαιοπάροχο, το ανωτέρω ακίνητο περιήλθε δυνάμει άτυπης δωρεάς από τον πατέρα της ………, το έτος 1940. Ότι παράλληλα κατέστη αποκλειστική κυρία των ανωτέρω ακινήτων, με τακτική χρησικτησία, γιατί για διάστημα μείζον της δεκαετίας η ίδια και οι δικαιοπάροχοί της τα νέμονταν με καλή πίστη και νόμιμο τίτλο, όσο και με έκτακτη χρησικτησία, διότι για χρονικό διάστημα μείζον της εικοσαετίας, τόσο η ίδια, όσο και οι δικαιοπάροχοί της, τα νέμονταν και τα κατείχαν, διανοία κυρίων, ασκώντας επ’ αυτών τις προσιδιάζουσες στη φύση τους διακατοχικές πράξεις, που αναφέρει στην αγωγή. Ότι οι εναγόμενοι, αμφισβητώντας το ανωτέρω δικαίωμά της άσκησαν εναντίον της την από 19-7-2011 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. …………/20-7- 2011 αγωγή, με την οποία ζητούν να αναγνωρισθούν συγκύριοι του περιγραφόμενου στην αγωγή τους τμήματος ευρύτερου ακινήτου, που όμως καταλαμβάνει (το ευρύτερο ακίνητο) τα περιγραφόμενα στην αγωγή, κατά θέση, όρια και έκταση, τμήματα των περιγραφομένων ανωτέρω ακινήτων της. Ζήτησε δε να αναγνωριστεί αποκλειστική κυρία των ανωτέρω εδαφικών τμημάτων, η αξία των οποίων ανέρχεται στο ποσό των 169.526,40 ευρώ και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά της έξοδα.

Επί των αγωγών αυτών, οι οποίες συνεκδικάσθηκαν, εκδόθηκε αρχικά, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων,  κατά την τακτική διαδικασία, η υπ’ αριθ. 6491/2013 εν μέρει μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, η οποία απέρριψε την ένσταση των εναγομένων της από 19-7-2011 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. …../20-7-2011 αγωγής περί αοριστίας αυτής, ανέβαλε την έκδοση της οριστικής αποφάσεως και διέταξε την επανάληψη της συζητήσεως προκειμένου να διενεργηθεί  πραγματογνωμοσύνη και ο διορισθείς πραγματογνώμονες να γνωμοδοτήσει αιτιολογημένα για τα ερωτήματα που του έθεσε η ανωτέρω απόφαση. Με την από 9-10-2015 και υπ΄αριθμ. εκθεσ. καταθ. …../2015 κλήση η ενάγουσα της από 19-11-2012  αγωγής, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………..», επανέφερε νόμιμα τις αγωγές προς περαιτέρω συζήτηση ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου, μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την υπ’ αριθμ. 3375/2017 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, α) δέχθηκε εν μέρει ως κατ΄ουσίαν βάσιμη την από  19-7-2011 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. ………/20- 7-2011 αγωγή και αναγνώρισε τους ενάγοντες συγκυρίους και ειδικότερα κατ’ ιδανικό μερίδιο 320/960 τον πρώτο, 320/960 τη δεύτερη, 76/960 τον τρίτο, 61/960 την τέταρτη, 61/960 τον πέμπτο, 61/960 την έκτη και 61/960 την έβδομη τμήματος ενός αγροτεμαχίου, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή ….. του Δήμου Κυθήρων της περιφέρειας Αττικής, το οποίο έχει έκταση 8.519 τμ. και εμφαίνεται περιμετρικά με τα στοιχεία Ε1-Ε2-Ε3-Ε4-Ε5-Ε6-Ε7-Ε8-Ζ-Ε9-Ε10-Ε11-Ε12-Ε13-Ε14- Ε15-Ε16-Ε17-Ν-Ξ-Ο-Ε29-Ε30-Ε1 στο με στοιχεία ΠΡ-4 τοπογραφικό διάγραμμα του πραγματογνώμονα ……….., β) απέρριψε ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη την από 28-5-2012 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. ……./1-6-2012 αγωγή και γ) δέχθηκε εν μέρει ως κατ’ ουσίαν βάσιμη την από 19-11-2012 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. …/3-1-2013 εξ. …./2013 αγωγή και αναγνώρισε την ενάγουσα κυρία τμήματος ενός αγροτεμαχίου, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή ….. του Δήμου Κυθήρων της περιφέρειας Αττικής, το οποίο έχει έκταση 1.944 τ.μ. και εμφαίνεται περιμετρικά με τα στοιχεία Ε25-Ε26-Ε27-Ε28-Ε28α- Ω-Ψ-Χ-Θ-Υ-Ε25 στο με στοιχεία ΠΡ-5 τοπογραφικό διάγραμμα του πραγματογνώμονα ……….. Κατά των αποφάσεων αυτών  και ειδικότερα  κατά της υπ’ αριθμ. 6491/2013 εν μέρει μη οριστικής αποφάσεως  και μόνο ως προς τις διατάξεις της, που έκρινε ορισμένη την από 19-7-2011 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. …../20-7-2011 αγωγή  και κατά της υπ’ αριθμ. 3375/2017 οριστικής αποφάσεως παραπονούνται οι ενάγοντες των από 28-5-2012 και υπ΄αρθμ. εκθ. καταθ. …../1-6-2012  και από 19-11-2012 και αρθμ. εκθεσ. καταθ. …/3-1-2013 εξ…../2013 αγωγών και εναγόμενοι της από  19-7-2011 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. …./20-7-2011 αγωγής με τις υπό κρίση από 21-2-2018 και υπ’ αριθμ. καταθ. ……./22-2-2018 και από 22-10-2018 και υπ’ αριθμ. καταθ. ………./22-2-2018 εφέσεις τους, για τους λόγους που αναφέρονται σ’ αυτές και ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν δε  να γίνουν δεκτές καθ’ ολοκληρίαν οι αγωγές τους και  να απορριφθεί η 19-7-2011 αγωγή. Οι εφέσεις έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση των εκκαλουμένων αποφάσεων, ούτε παρήλθε τριετία από τη δημοσίευσή τους έως την άσκηση αυτών (άρθρ. 495 παρ.1, 498,  511, 513 παρ.1, 516 παρ.1, 517,  518 παρ. 2, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015  και 591 παρ.1 Κ.Πολ.Δ). Πρέπει, επομένως, αφού διαταχθεί η συνεκδίκασή τους  λόγω της προφανούς μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 246 και 524 παρ.1 και 591  Κ.Πολ.Δ.), να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξεταστούν, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρ.533 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.), δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτών έχει  κατατεθεί  από  τους  εκκαλούντες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4, όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 4055/2012, το νόμιμο παράβολο, όπως προκύπτει  από τις με ημερομηνίες 22-2-2018 και 22-2-2018 πράξεις κατάθεσης παραβόλων αντιστοίχως του αρμόδιου Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 1045 Α.Κ., εκείνος που έχει στη νομή του για μια εικοσαετία πράγμα κινητό ή ακίνητο γίνεται κύριος αυτού με έκτακτη χρησικτησία, κατά δε το άρθρο 974 του ιδίου Κώδικα όποιος απέκτησε τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα (κατοχή) είναι νομέας, αν ασκεί την εξουσία αυτή με διάνοια κυρίου. Με τις διατάξεις αυτές, για την κτήση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία, απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με τη δυνατότητα εκείνου που απέκτησε τη νομή του πράγματος με καθολική ή με ειδική διαδοχή να συνυπολογίσει στο χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου του κατ’ άρθρο 1051 ΑΚ. Άσκηση νομής, προκειμένου για ακίνητο, συνιστούν οι εμφανείς υλικές ενέργειες επάνω σ’ αυτό που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, με τις οποίες εκδηλώνεται η βούληση του νομέα να το εξουσιάζει. Εξάλλου, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1094 ΑΚ, 70, 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι αναγκαία στοιχεία της διεκδικητικής ή αναγνωριστικής κυριότητας ακινήτου αγωγής είναι, εκτός των άλλων, η κυριότητα του ενάγοντος επί του επιδίκου ακινήτου, του οποίου πρέπει να γίνεται ακριβής περιγραφή, με προσδιορισμό του κατά θέση, έκταση, ιδιότητα και όρια, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία ως προς την ταυτότητά του, αν δε αυτό φέρεται ως τμήμα μεγαλυτέρου ακινήτου, ο προσδιορισμός της θέσης του μέσα στο μεγαλύτερο ακίνητο και των ορίων του (Α.Π. 760/2013). Στην προκείμενη περίπτωση η από 19-7-2011 αγωγή, έχοντας το περιεχόμενο και αίτημα που προαναφέρθηκε, είναι πλήρως ορισμένη, επειδή περιέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που απαιτούνται για την πληρότητά της και ειδικότερα περιγράφεται σ’ αυτή σαφώς και ορισμένως το  επίδικο κατά θέση, έκταση και όρια και ο προσδιορισμός της θέσης του μέσα στο μεγαλύτερο ακίνητο, του οποίου αποτελεί τμήμα, καθώς και ο τρόπος κτήσεως της κυριότητας αυτού από τους ενάγοντες. Επομένως το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 6491/2013 εν μέρει μη οριστική απόφαση, κατέληξε στην ίδια κρίση και απέρριψε την ένσταση αοριστίας των εναγομένων, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση του δικογράφου της άνω  αγωγής και ως προς την ερμηνεία και  εφαρμογή του νόμου και οι περί του αντιθέτου συναφείς λόγοι των  εφέσεων πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμοι.

Από τις καταθέσεις των μαρτύρων, που εξετάστηκαν ενόρκως στο ακροατήριο του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται στα υπ’ αριθμ. 6491/25-6-2013  πρακτικά συνεδριάσεως αυτού, τα έγγραφα τα οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, για να χρησιμεύσουν είτε προς άμεση απόδειξη, στα οποία περιλαμβάνονται και οι επικαλούμενες και προσκομιζόμενες φωτογραφίες, εφόσον δεν αμφισβητείται η γνησιότητα αυτών (άρθρα 444 αρ. 3, 449 παρ. 2 ΚΠολΔ),  είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τις νόμιμα προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους διαδίκους  ένορκες βεβαιώσεις, την υπ’ αριθμ. …../2015 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ………., τοπογράφου-μηχανικού, που διορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 6491/2013 μη οριστική απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, τις νόμιμα προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους διαδίκους τεχνικές εκθέσεις, που εκτιμώνται ελεύθερα, ως γνωμοδοτήσεις προσώπων που έχουν ειδικές γνώσεις επιστήμης και τέχνης και από τα διδάγματα της κοινής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο και χωρίς απόδειξη,  αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Τα επίδικα, τρία τμήματα ακινήτων, ανήκουν σε ακίνητα, τα οποία αποτελούν συνεχόμενα αγροτεμάχια, που βρίσκονται στην περιοχή ….. του Δήμου Κυθήρων της περιφέρειας Αττικής. Από τα ανωτέρω επίδικα τμήματα, το πρώτο, έχει έκταση, σύμφωνα με το υπό στοιχεία ΠΡ-4 τοπογραφικό διάγραμμα του διορισθέντος με την υπ’ αριθμό 6491/2013 απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου πραγματογνώμονος, αγρονόμου-τοπογράφου-μηχανικού, ………., 8.519 τ.μ. και εμφαίνεται στο ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα περιμετρικά με τα στοιχεία Ε1-Ε2-Ε3- Ε4-Ε5 -Ε6-Ε7-Ε8-Ζ-Ε9-Ε10-Ε11-Ε12-Ε13-Ε14-Ε15-Ε16-Ε17-Ν-Ξ-Ο-Ε29-Ε30-Ε1. Το δεύτερο έχει έκταση, σύμφωνα με το ως άνω υπό στοιχεία ΠΡ-4 τοπογραφικό διάγραμμα 4.910 τμ. (13.429 τ.μ. – 8.519 τ.μ.) και εμφαίνεται στο ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα περιμετρικά με τα στοιχεία Ν-Ε18-Ε19-Ε20-Ε21-Ε22-Ε23-Ε24-Ε25-Ε26-Ε27-Ε28-Ε29-Ο-Ξ-Ν. Το τρίτο έχει έκταση 912,26 τμ. και εμφαίνεται περιμετρικά, σύμφωνα με το από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού δομικών έργων ………., με τα στοιχεία Σ-Υ-Τ-Ζ- Ε-Σ και σύμφωνα με το ως άνω υπό στοιχεία ΠΡ-4 τοπογραφικό διάγραμμα με τα στοιχεία Ε1-Ε2-Ε3-Β-Α-Ε1. Τα ανωτέρω επίδικα νεμόταν αρχικά, κατά μείζονα έκταση, ο …….., αρχικός δικαιοπάροχος όλων των διαδίκων, ο οποίος απεβίωσε την 14-7-1911 και κληρονομήθηκε δυνάμει της υπ’ αριθμ. ……/16-1-1910 δημόσιας διαθήκης του, που συντάχθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου Κυθήρων ……., κατ’ ιδανικό μερίδιο 1/2 εξ αδιαιρέτου, από τους υιούς του …….. και …….., στους οποίους ως κληρονόμους του προηγουμένου νομέα, μεταβιβάσθηκε η νομή – μεταξύ άλλων ακινήτων – και μείζονος έκτασης, τμήματα της οποίας αποτελούσαν τα ως επίδικα τμήματα. Ακολούθως, μεταξύ των εν λόγω συγκληρονόμων έλαβε χώρα άτυπη διανομή του ως άνω μείζονος ακινήτου σε δύο τμήματα κατά την κατεύθυνση βορράς-νότος με λιθορριπή που τοποθετήθηκε στο κοινό όριο και έλαβε το μεν δυτικό τμήμα ο ……. το δε ανατολικό ο ………. Ειδικότερα, σε ότι αφορά στο πρώτο επίδικο σημειώνονται τα εξής: Ο ……., ο οποίος ήταν αγρότης και κατοικούσε  μόνιμα στα ….. Κυθήρων, απεβίωσε στα Κύθηρα στις 6-1-1946 και κληρονομήθηκε δυνάμει της με αριθ. ………./1941 δημόσιας διαθήκης του, που συντάχθηκε ενώπιον  του συμβολαιογράφου Κυθήρων …….. και δημοσιεύθηκε νόμιμα με το υπ’ αριθ. 475/1980 πρακτικό δημοσιεύσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Με την ως άνω διαθήκη ο κληρονομηθείς εγκατέστησε κληρονόμους του την σύζυγό του …….. το γένος …….. και τα νόμιμα τέκνα του ……… και συγκεκριμένα την εν λόγω σύζυγό του, επί δήλων κληρονομιαίων ακινήτων και τους γιούς του, …. και ….., στην υπόλοιπη περιουσία του, στην οποία περιλαμβανόταν και το δυτικό τμήμα του αρχικώς μείζονος ακινήτου, τμήμα του οποίου αποτελούσε το πρώτο επίδικο, με τον όρο να αποδώσουν, από τα χρήματα της κληρονομίας σε καθεμία των προαναφερόμενων αδελφών τους το ποσό των 4.000 δραχμών, αμέσως μετά το θάνατό του. Ωστόσο, οι ως άνω κληρονόμοι, …. … και ……., μετά το θάνατο του πατέρα τους, αναχώρησαν για μόνιμη εγκατάσταση στην Αυστραλία, οι δε αδελφές τους ……… και ………. εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Αθήνα. Ακολούθως, όλα τα ως άνω τέκνα του ……….., συμφώνησαν άτυπα να παραχωρηθούν τα παραπάνω κληρονομικά τους μερίδια, επί όλης της καταλειφθείσας ακίνητης περιουσίας του πατέρα τους στα Κύθηρα, στις εναπομείνασες στα Κύθηρα αδελφές τους, ……… σύζυγο ……. και …….. σύζυγο …….., κατά το μισό στην καθεμιά τους, τόσο λόγω της μόνιμης παραμονής τους στα Κύθηρα, όσο και λόγω του ότι οι οικογένειές τους ασχολούνταν με αγροτικές εργασίες. Έκτοτε, οι προαναφερόμενες αδελφές, νέμονταν και συνεκμεταλλεύονταν από κοινού και αδιαιρέτως, όλη την κληρονομιαία περιουσία του πατέρα τους ………., η οποία βρισκόταν στις περιοχές των …….. και της ………. των Κυθήρων. Κατά το έτος 1953, υπήρξε διένεξη μεταξύ των δύο προαναφερόμενων οικογενειών, λόγω της προκύψασας διαφοράς τους για την εκμετάλλευση ενός ελαιοφύτου αγροτεμαχίου στη θέση «……….» ……. Με την παρέμβαση του τότε Προέδρου της Κοινότητας Φρατσίων αλλά και του Ειρηνοδίκη Κυθήρων, επιτεύχθηκε τότε συμβιβασμός και ταυτόχρονα άτυπη διανομή της όλης κληρονομιαίας περιουσίας, που περιελάμβανε τη ρητή συμφωνία, ότι η …….. σύζυγος ……… θα ελάμβανε όλα τα ακίνητα της περιοχής ….. των Κυθήρων, στα οποία ανήκε και η πατρική κατοικία και σημαντικός αριθμός μελισσοσμηνών, ενώ, αντίστοιχα, η ……. σύζυγος ….. ……. θα ελάμβανε όλα τα ακίνητα της περιοχής ….. των Κυθήρων, στα οποία ανήκε και το πρώτο των επιδίκων. Εν συνεχεία την 5-3-1987 απεβίωσε η ………….., χωρίς να αφήσει διαθήκη, κληρονομηθείσα από τους μόνους πλησιέστερους και εξ αδιαθέτου συγγενείς της, κατά το χρόνο θανάτου της, δηλαδή τα τέσσερα τέκνα της και συγκεκριμένα τον πρώτο ενάγοντα, τη δεύτερη ενάγουσα, τον ………. και την μεταποβιώσασα θυγατέρα της ……….. σύζυγο …………., κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου από έκαστο, επί της καταλειφθείσας κληρονομιαίας περιουσίας της, μεταξύ της οποίας ήταν και το πρώτο επίδικο. Την 19-8-2010 απεβίωσε η …….. συζ. ………, χωρίς να αφήσει διαθήκη, κληρονομηθείσα εξ αδιαθέτου από τους μόνους πλησιέστερους συγγενείς της, κατά το χρόνο θανάτου της, δηλαδή το νόμιμο σύζυγό της, τρίτο ενάγοντα, κατά ποσοστό 1/4 επί της καταλειφθείσας κληρονομιαίας περιουσίας της, στην οποία περιλαμβανόταν και το κληρονομικό μερίδιό της του 1/4 εξ αδιαιρέτου επί του ως άνω πρώτου επιδίκου, δηλαδή κατά ποσοστό (1/4 του 1/4) 1/16 ή 4/64 εξ αδιαιρέτου επί του εν λόγω ακινήτου και κατά ποσοστό επίσης 1/4 εξ αδιαιρέτου, επί της καταλειφθείσας περιουσίας της, από καθένα των τεσσάρων τέκνων της, δηλαδή τους τέταρτη, πέμπτο, έκτη και έβδομη των εναγόντων και συγκεκριμένα κατά ποσοστό (3/4 του 1/4 : 4) 3/64 εξ αδιαιρέτου από έκαστο αντίστοιχα. Άπαντες οι ανωτέρω κληρονόμοι αποδέχθησαν τις επαχθείσες σε αυτούς κληρονομίες και ειδικότερα την κληρονομία της αποβιωσάσης ……. χήρας …….., με την υπ’ αριθμό ……../2010 πράξη δηλώσεως αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Κυθήρων ……., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων στον τόμο ….. και με α.α. ….. και την κληρονομία της αποβιωσάσης …. συζύγου ……. το γένος ………, με την αντίστοιχη υπ’ αριθμό ……./2011 πράξη της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων στον τόμο ……. και με α.α. ……….. Ακολούθως, την 13-4-2011, δυνάμει του υπ’ αριθ. ……./2011 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κυθήρων ………, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων στον τόμο … και με α.α. …, ο ……… μεταβίβασε, λόγω δωρεάς, το 1/4 ή τα 15/60 εξ αδιαιρέτου του ως άνω κληρονομιαίου ακινήτου, κατά ποσοστό 5/60 εξ αδιαιρέτου σε έκαστο των πρώτου και δεύτερης των εναγόντων και κατά ποσοστό 1/60 σε έκαστο των τρίτου, τέταρτης, πέμπτου, έκτης και έβδομης των εναγόντων, αντίστοιχα. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι τόσο η …… σύζυγος …….., μετά την ως άνω άτυπη διανομή, ακολούθως μετά το θάνατό της οι κληρονόμοι της και δη ο πρώτος ενάγων, η δεύτερη ενάγουσα, και η …… σύζυγος ………, μετά το θάνατο αυτής οι κληρονόμοι της, τρίτος, τέταρτη, πέμπτος, έκτη και έβδομη των εναγόντων, και ο ……….. μέχρι τη δωρεά, στους ενάγοντες, νεμήθηκαν το ως άνω τμήμα, έκαστος κατά το ιδανικό του μερίδιο, ασκώντας, διανοία κυρίων, όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση και τον προορισμό του, υλικές, εμφανείς, διακατοχικές πράξεις, δηλωτικές εξουσίασης και ειδικότερα η …. σύζυγος …….., τόσο η ίδια αυτοπροσώπως, όσο και ο πρώτος ενάγων, ο οποίος ήταν κτηνοτρόφος, ως βοηθός νομής αυτής, το όργωναν, το έσπερναν με ζωοτροφές, έβοσκαν ζώα επ’ αυτού, το επέβλεπαν, μετά δε το θάνατό της ο πρώτος ενάγων ενεργώντας για τον εαυτό του αλλά και για λογαριασμό των λοιπών συγκληρονόμων το έσπερνε με ζωοτροφές, έβοσκε τα ζώα του επ’ αυτού, το επιτηρούσε, το επέβλεπε, το εκμίσθωσε για δέκα έτη το έτος 1997 δυνάμει του από 23-7­-1997 ιδιωτικού συμφωνητικού βέβαιης χρονολογίας στον υιό του ………, επίσης κτηνοτρόφο, για τη βόσκηση των ζώων του, όλοι δε οι συννομείς έδωσαν εντολή το έτος 1999 για την επιμέτρησή του και την περιγραφή του σε τοπογραφικό στον μηχανικό ……., ο οποίος μετά από υποδείξεις των ορίων συνέταξε το από το μήνα Απρίλιο του έτους 1999 τοπογραφικό διάγραμμα, το δήλωναν στις δηλώσεις ακίνητης περιουσίας που υπέβαλαν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Ο ισχυρισμός της εναγομένης-ενάγουσας ότι η ως άνω τοπογράφηση δεν έλαβε χώρα το έτος 1999, καθώς το ως άνω τοπογραφικό δεν φέρει βέβαιη χρονολογία, από κανένα από τα προσκομιζόμενα και προσαχθέντα από την ίδια αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε, εκ μόνου δε του γεγονότος ότι δεν φέρει βέβαιη χρονολογία, δεν προσαρτήθηκε σε κάποιο συμβόλαιο και ότι δεν προσκομίζονται τα τοπογραφικά και των λοιπών κληρονομιαίων ακινήτων, δεν συνάγεται ότι δεν συντάχθηκε κατά το μήνα  Απρίλιο του έτους 1999, τα όσα δε ισχυρίζεται η εναγομένη -ενάγουσα συνιστούν απλώς επιχειρήματα που δεν δύνανται να ανατρέψουν τη δήλωση του συντάκτη του ως άνω τοπογραφικού σχετικά με τη σύνταξή του κατά μήνα  Απρίλιο του έτους 1999. Συνεπώς, οι ενάγοντες κατέστησαν συγκύριοι, έκαστος κατά τα προαναφερόμενα ιδανικά μερίδια, του ανωτέρω πρώτου επιδίκου τμήματος, με παράγωγο τρόπο, ως αποκτήσαντες αυτό από κύριο, δεδομένου ότι η δικαιοπάροχός τους, … χήρα ………., απέκτησε την κυριότητα του ως άνω επιδίκου ακινήτου με πρωτότυπο τρόπο και συγκεκριμένα με έκτακτη χρησικτησία, καθόσον από το έτος 1953, ήτοι μετά την άτυπη διανομή του μείζονος ακινήτου, και εφεξής νεμήθηκε το επίδικο, ήτοι για χρονικό διάστημα πλέον της εικοσαετίας, ασκώντας, διανοία κυρίας, όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση και τον προορισμό του υλικές, εμφανείς, διακατοχικές πράξεις, δηλωτικές εξουσίασης. Πέραν του παραγώγου τρόπου οι ενάγοντες κατέστησαν συγκύριοι του ως άνω επιδίκου και πρωτοτύπως, με έκτακτη χρησικτησία, λόγω ασκήσεως επ’ αυτού εμφανών, υλικών, διακατοχικών πράξεων δηλωτικών εξουσιάσεώς για χρονικό διάστημα πλέον των είκοσι (20) ετών, αντίστοιχα, συνυπολογίζοντας στο χρόνο νομής της και τον αντίστοιχο χρόνο, που χρησιδέσποζαν επ’ αυτού οι δικαιοπάροχοί τους. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά το έτος 2001 ο …….., πατέρας του εναγομένου- ενάγοντος, ………., μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής στον τελευταίο, δυνάμει του υπ’ αριθ. ………./9-10-2001 συμβολαίου γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Κυθήρων …….., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων στον τόμο …….. και με α.α. ………., ένα ακίνητο επιφάνειας 10.070 τμ., στην έκταση του οποίου συμπεριέλαβε και το ως άνω επίδικο τμήμα καθ’ όλη την επιφάνεια αυτού. Ακολούθως, το έτος 2010, ο εναγόμενος-ενάγων μεταβίβασε, λόγω πώλησης, στην εναγομένη-ενάγουσα, ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «…………..» δυνάμει του υπ’ αριθ. ……./10-3-2010 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Αθηνών ……….., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων στον τόμο … και με α.α. …. το ως άνω ακίνητο, που του είχε μεταβιβάσει λόγω γονικής παροχής ο πατέρας του. Στο ανωτέρω συμβόλαιο γονικής παροχής η κυριότητα του παρέχοντος πατέρα του εναγομένου-ενάγοντος επί του μεταβιβαζομένου ακινήτου θεμελιώνεται στην έκτακτη χρησικτησία, καθόσον, όπως αναγράφεται σε αυτό από το έτος 1945 και για χρονικό διάστημα πλέον των πενήντα πέντε ετών ο παρέχων νεμόταν και κατείχε αυτό με διάνοια κυρίου, συνεχώς, αδιαλείπτως και αδιαταράκτως, ασκώντας επ’ αυτού τις πράξεις νομής που προσιδίαζαν  στη φύση του. Ωστόσο, διενέργεια πράξεων νομής επί του επιδίκου από τον ανωτέρω, παρέχοντα, ……, σε προγενέστερο του έτους 2000 χρόνο, οπότε δόθηκε εντολή για την επιμέτρησή του και την περιγραφή του σε τοπογραφικό στη μηχανικό ………. και δόθηκε εντολή για τον καθαρισμό αυτού στον ………. με γεωργικό ανελκυστήρα, για συνεχές χρονικό διάστημα είκοσι ετών, ώστε να καταστεί κύριος αυτού με τους όρους της έκτακτης χρησικτησίας, όπως απαιτείται σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1045 του ΑΚ, προκειμένου να αποκτήσει και ο εναγόμενος-ενάγων κυριότητα επί του ακινήτου αυτού και ακολούθως η εναγομένη-ενάγουσα, δεν αποδείχθηκε. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι μετά την ως άνω πρώτη μεταβίβαση ο εναγόμενος-ενάγων κατέλαβε κατά το έτος 2001 το ως άνω επίδικο τμήμα, ασκώντας έκτοτε και μέχρι τη μεταβίβαση αυτού, ακολούθως η εναγομένη-ενάγουσα πράξεις νομής και ειδικότερα ο εναγόμενος-ενάγων υπέβαλε την από 12-3-2002 αίτηση προς το Δασαρχείο Πειραιά για χαρακτηρισμό του ακινήτου που του είχε μεταβιβασθεί, όπως περιγραφόταν στο από Μαρτίου 2010 τοπογραφικό της μηχανικού ………., το καθάριζε, το δήλωνε στις δηλώσεις ακίνητης περιουσίας που υπέβαλε στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Ακολούθως η εναγομένη-ενάγουσα από τη μεταβίβαση σε αυτή το επέβλεπε, το επιτηρούσε, το επιστατούσε με εγκατεστημένο σε παρακείμενο ακίνητό της υπάλληλό της, υπέβαλε αίτηση για άδεια περιτοίχισης, κατασκεύασε περιμετρικό τοιχίο, κατέβαλε όλες τις δαπάνες, τέλη και φόρους που το αφορούσαν. Πλην όμως, από το έτος 2001 μέχρι τη μεταβίβαση του ακινήτου στην εναγομένη-ενάγουσα δεν παρήλθε συνεχές χρονικό διάστημα δέκα ετών, ώστε να καταστεί ο εναγόμενος-ενάγων κύριος αυτού με τους όρους της τακτικής χρησικτησίας, όπως απαιτείται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1045 του ΑΚ και αυτό ανεξαρτήτως της συνδρομής ή μη της προϋποθέσεως της καλής πίστης, στο πρόσωπο του. Συνεπώς, ο ισχυρισμός των εναγομένων-εναγόντων ότι ο εναγόμενος-ενάγων όταν πώλησε το ακίνητο στην εναγομένη -ενάγουσα ήταν κύριος αυτού και ότι η εναγομένη-ενάγουσα κατέστη κυρία αυτού λόγω πώλησης από τον προηγούμενο κύριο αυτού, εναγόμενο-ενάγοντα, δυνάμει του υπ’ αριθ. ……../10-3-2010 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Αθηνών ……….. πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ΄ ουσίαν.  Ομοίως,  απορριπτέος ως αβάσιμος κατ΄ ουσίαν κρίνεται  και ο ισχυρισμός της εναγομένης-ενάγουσας ότι κατέστη κυρία αυτού με τακτική χρησικτησία, καθόσον από τη μεταβίβαση του ακινήτου στην ίδια μέχρι την άσκηση της πρώτης από 19-7-2011 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. ………/20-7-2011 αγωγής, συνυπολογίζοντας και το χρόνο που ο δικαιοπάροχός της το νεμόταν με νόμιμο τίτλο και αυτό ανεξαρτήτως της συνδρομής ή μη της προϋποθέσεως της καλής πίστης, στο πρόσωπο του, δεν παρήλθε συνεχές χρονικό διάστημα δέκα ετών και κατά λογική ακολουθία απορριπτέος κρίνεται και ο ισχυρισμός της εναγομένης-ενάγουσας ότι κατέστη κυρία αυτού με έκτακτη χρησικτησία. Περαιτέρω, σε ότι αφορά το δεύτερο επίδικο σημειώνονται τα εξής: Αποδείχθηκε ότι ο …….., ο οποίος απεβίωσε στα Κύθηρα στις 19-4­-1961 κληρονομήθηκε από τον υιό του ………., δυνάμει της υπ’ αριθ. ……./1951 δημόσιας διαθήκης του, που συντάχθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου Κυθήρων …….., η οποία δημοσιεύθηκε νόμιμα με το υπ’ αριθ. 389/1975 πρακτικό δημοσιεύσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Ο ως άνω κληρονόμος αποδέχθηκε με την υπ’ αριθ. ……../19-12-1989 πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Κυθήρων ………., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων στον τόμο ……. και με α.α. …., την επαχθείσα σε αυτόν κληρονομία, στην οποία περιλαμβανόταν και το ανατολικό ακίνητο, το οποίο είχε περιέλθει στον ……., κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα, κατόπιν της άτυπης διανομής με τον αδελφό του …….., συνολικής έκτασης, κατά τα αναφερόμενα στην ως άνω πράξη, 18.570 τμ. Στη συνέχεια ο …………. παραχώρησε ατύπως στην αδελφή του …. συζ. ………, τμήμα του ως άνω μείζονος ακινήτου, επιφανείας 2.728,50 τμ. Ακολούθως, την 4-12-1992, δυνάμει του υπ’ αριθ. …./1992 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κυθήρων …….., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων στον τόμο … και με α.α. …, ο …….., μεταβίβασε, λόγω πώλησης στους ……….., κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου σε έκαστο, το περιελθόν στον ίδιο από την κληρονομία του πατέρα του ακίνητο, έκτασης, μετά την ως άνω παραχώρηση στην αδελφή του, 15.841,80 τμ. Εν συνεχεία την 1-9-2006, δυνάμει του υπ’ αριθ. ………/2006 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών ……….., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων στον τόμο ….. και με α.α. …….., οι ………., μεταβίβασαν, λόγω πώλησης, το ακίνητο που είχαν αποκτήσει στην πρώτη εναγόμενη. Το επίδικο δεύτερο τμήμα περιλαμβάνεται εν μέρει στο ανωτέρω υπ’ αριθ. ………../1992 πωλητήριο συμβόλαιο και συγκεκριμένα κατά το τμήμα αυτού το     εμφαινόμενο στο συνοδεύον την έκθεση πραγματογνωμοσύνης υπό στοιχεία ΠΡ-5 τοπογραφικό διάγραμμα με τα στοιχεία Ε25-Ε26-Ε27-Ε28-Ε28α-Ω-Ψ-Χ-Θ-Υ-Ε25, έκτασης 1.944 τ.μ., ενώ το υπόλοιπο τμήμα δεν περιλαμβάνεται στον προαναφερόμενο τίτλο κτήσης κυριότητας, όπως αναφέρεται στην κατατεθείσα έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Επίσης, περιλαμβάνεται εν μέρει στο ανωτέρω ………../2006 πωλητήριο συμβόλαιο και συγκεκριμένα κατά το τμήμα αυτού το εμφαινόμενο στο συνοδεύον την έκθεση πραγματογνωμοσύνης υπό στοιχεία ΠΡ-6 τοπογραφικό διάγραμμα με τα στοιχεία Ε25-Ε26- Ε27-Ε28-Υ-Φ-Χ-Ψ-Ω-Ε21α-Ε22-Ε23-Ε24-Ε25, έκτασης 3.841 τ.μ., ενώ το υπόλοιπο τμήμα δεν περιλαμβάνεται στον προαναφερόμενο τίτλο κτήσης κυριότητας, όπως αναφέρεται στην κατατεθείσα έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Μετά δε την επίθεση των ως άνω τοπογραφικών διαγραμμάτων ο εν λόγω πραγματογνώμονας διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει ταύτιση των απεικονιζόμενων ορίων και συγκεκριμένα του βορείου- βορειοδυτικού και του νοτίου-νοτιοδυτικού λόγω μεταβολής από τη θέση Φ1-Ψ-Χ-Θ-Υ (τίτλος ………./1992) στη θέση Φ1-Χ-Ψ-Ω-Α1-Β1-Γ1-Υ (τίτλος ……./2006), η οποία δημιουργεί επιφάνεια με τα στοιχεία Φ1-Χ-Ψ-Ω-Α1-Β1-Γ1-Υ-Θ-Ψ-Φ1, εμβαδού 1.897 τμ., σύμφωνα με το στοιχεία ΠΡ-8 τοπογραφικό του ως άνω πραγματογνώμονα, η οποία περιλαμβάνεται στον ………./1992 τίτλο. Καθίσταται συνεπώς σαφές ότι με το ως άνω ………/2006 συμβόλαιο οι δικαιοπάροχοι της εναγομένης -ενάγουσας πώλησαν σε αυτή τμήμα του επιδίκου που δεν περιλαμβανόταν στον αρχικό τους ………./1992 τίτλο, εμβαδού 1.897 τμ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι επί του τμήματος του δευτέρου επιδίκου το οποίο εμφαίνεται με τα στοιχεία Ε25-Ε26-Ε27-Ε28-Ε28α-Ω-Ψ-Χ-Θ-Υ-Ε25, έκτασης 1.944 τ.μ., στο ΠΡ-5 τοπογραφικό διάγραμμα, τόσο ο ……., όσο και οι διάδοχοί του, …………, ακολούθως μετά την πώληση σε αυτή η εναγομένη, νεμήθηκαν το ως άνω τμήμα του επιδίκου, κατά το ιδανικό τους μερίδιο, ασκώντας, διανοία κυρίων, με καλή πίστη, όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση και τον προορισμό του, υλικές, εμφανείς, διακατοχικές πράξεις, δηλωτικές εξουσίασης και ειδικότερα ο ……….., τόσο ο ίδιος αυτοπροσώπως όσο και η αδελφή του ……. …., ως βοηθός νομής αυτού, έβοσκε ζώα, το καθάριζε, το όργωνε, το καλλιεργούσε κατά διαστήματα, έδωσε εντολή το έτος 1989 για την επιμέτρησή του και την περιγραφή του σε τοπογραφικό στον μηχανικό ………., υπέβαλε την από 18-2-1989 αίτηση προς το Δασαρχείο Πειραιά να του χορηγηθούν πληροφορίες για το ακίνητο ιδιοκτησίας του, όπως αυτό περιγραφόταν στο ως άνω τοπογραφικό του ………., ακολούθως οι …………. το φύλασσαν, το καθάριζαν, το όργωναν, το δήλωναν στις δηλώσεις ακίνητης περιουσίας που υπέβαλαν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., κατέβαλαν δαπάνες που απαιτούνταν για τη φύλαξή του, υπέβαλαν αίτηση προς την Επιτροπή Εγχωρίου Περιουσίας για έκδοση βεβαίωσης περί μη προβολής ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, συνυποβάλλοντας το τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού ………, το οποίο είχε προσαρτηθεί στο ως άνω υπ’ αριθ. ………./1992 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Κυθήρων …….., η εναγομένη-ενάγουσα το επέβλεπε, το επιτηρούσε με εγκατεστημένο σε παρακείμενο ακίνητο υπάλληλό της, το καθάριζε, το όργωνε, το δήλωνε στις δηλώσεις ακίνητης περιουσίας που υπέβαλε στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Συνεπώς, η εναγομένη-ενάγουσα κατέστη κυρία του ως άνω τμήματος του δευτέρου επιδίκου, το οποίο εμφαίνεται με τα στοιχεία Ε25-Ε26-Ε27-Ε28-Ε28α- Ω-Ψ-Χ-Θ-Υ-Ε25, έκτασης 1.944 τ.μ., στο ΠΡ-5 τοπογραφικό διάγραμμα, με παράγωγο τρόπο, ως αποκτήσασα από κυρίους, δεδομένου ότι οι δικαιοπάροχοί της απέκτησαν την κυριότητα του πωληθέντος επιδίκου τμήματος με πρωτότυπο τρόπο και συγκεκριμένα με τακτική χρησικτησία, καθόσον από το έτος 1992, ήτοι μετά την αγορά από αυτούς του μείζονος ακινήτου στο οποίο περιλαμβάνετο το ως άνω επίδικο τμήμα και εφεξής νεμήθηκαν το μεταβιβασθέν σε αυτούς συνεχώς και αδιατάρακτα, μέχρι τη μεταβίβαση αυτού στην ενάγουσα το έτος 2006, ήτοι για χρονικό διάστημα πλέον της δεκαετίας, με καλή πίστη, δηλαδή με την ειλικρινή πεποίθηση ότι δεν προσβάλλουν δικαίωμα άλλου και τον προαναφερόμενο νόμιμο τίτλο, ασκώντας, διανοία συγκυριών, όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση και τον προορισμό του υλικές, εμφανείς, διακατοχικές πράξεις, δηλωτικές εξουσίασης, αλλά και με έκτακτη χρησικτησία, λόγω ασκήσεως επ’ αυτού εμφανών, υλικών, διακατοχικών πράξεων δηλωτικών εξουσιάσεως για χρονικό διάστημα πλέον των είκοσι ετών συνυπολογίζοντας στο χρόνο νομής της και τον αντίστοιχο χρόνο, που χρησιδέσποζε επ’ αυτού ο δικαιοπάροχός τους.   Πέραν του παραγώγου τρόπου η ενάγουσα κατέστη κυρία του ως άνω τμήματος του δευτέρου επιδίκου πρωτοτύπως, με την συνδρομή των όρων της τακτικής χρησικτησίας, λόγω ασκήσεως επ’αυτού εμφανών, υλικών διακατοχικών πράξεων δηλωτικών εξουσιάσεως για χρονικό διάστημα πλέον των δέκα ετών, με καλή πίστη, δηλ. με την ειλικρινή πεποίθηση ότι δεν προσβάλλει δικαίωμα άλλου και νόμιμο τίτλο, συνυπολογίζοντας στο χρόνο νομής της και τον αντίστοιχο χρόνο, που χρησιδέσποζαν επ’ αυτού με τα ίδια προσόντα οι δικαιοπάροχοί της, αλλά και με έκτακτη χρησικτησία, λόγω ασκήσεως επ’αυτού εμφανών, υλικών, διακατοχικών πράξεων δηλωτικών εξουσιάσεως για χρονικό διάστημα πλέον των είκοσι ετών, συνυπολογίζοντας στο χρόνο νομής της και τον αντίστοιχο χρόνο, που χρησιδέσποζαν επ’ αυτού οι δικαιοπάροχοί της. Περαιτέρω, η εναγομένη-ενάγουσα ισχυρίζεται ότι έχει καταστεί αποκλειστική κυρία και του υπολοίπου τμήματος του επιδίκου δεύτερου ακινήτου. Ωστόσο, ο ισχυρισμός της αυτός ουδόλως αποδείχθηκε. Ειδικότερα, δεν αποδείχθηκε ότι η εναγομένη απέκτησε κυριότητα επί του υπολοίπου τμήματος με παράγωγο τρόπο από κύριο, δεδομένου ότι οι δικαιοπάροχοί της μέχρι τη μεταβίβαση σε αυτή του ως άνω υπολοίπου τμήματος του δευτέρου επιδίκου το 2006 δεν ήσαν κύριοι, καθώς ουδόλως προέκυψε διενέργεια πράξεων νομής επ’ αυτού από τους ανωτέρω και τον άμεσο δικαιοπάροχό τους ……, για συνεχές χρονικό διάστημα είκοσι ετών, ώστε να καταστούν συγκύριοι αυτού με τους όρους της έκτακτης χρησικτησίας, ούτε και διενέργεια πράξεων νομής επ’ αυτού από τους ανωτέρω για χρονικό διάστημα πλέον της δεκαετίας, με καλή πίστη, δηλ. με την ειλικρινή πεποίθηση ότι δεν προσβάλλουν δικαίωμα άλλου και νόμιμο τίτλο, δεδομένου ότι το υπόλοιπο τμήμα δεν περιλαμβανόταν  στον τίτλο τους και δη στο υπ’ αριθ. ……../1992 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Κυθήρων ………, ώστε να καταστούν κύριοι αυτού με τους όρους της τακτικής χρησικτησίας, όπως απαιτείται σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1041 του ΑΚ, προκειμένου να αποκτήσουν κυριότητα επί αυτού. Εξάλλου, η ενάγουσα δεν κατέστη κυρία αυτού ούτε με πρωτότυπο τρόπο, δεδομένου ότι από το 2006, που το ως άνω υπόλοιπο τμήμα περιήλθε στη νομή της, ναι μεν άσκησε επ’ αυτού εμφανείς υλικές διακατοχικές πράξεις νομής και δη το επέβλεπε, το επιτηρούσε, το επιστατούσε, πρέβη στη φύτεση σειράς κυπαρρισίων στο με βάση τον ………/2006 τίτλο της όριο, πλην όμως, δεν παρήλθε συνεχές χρονικό διάστημα δέκα ετών, ώστε να καταστεί κυρία αυτού με τους όρους της τακτικής χρησικτησίας. Η μη άσκηση από τους δικαιοπαρόχους της ενάγουσας διακατοχικών πράξεων νομής στο υπόλοιπο τμήμα του επιδίκου τεκμαίρεται και από το ότι, όπως αποδείχθηκε, όταν το έτος 1989 ο ……….. καθάρισε με εκσκαπτικό μηχάνημα το ακίνητο του πατέρα του, παρεμβαίνοντας και στο όμορο ακίνητο καταστρέφοντας το μεταξύ των ακινήτων όριο, οι . …. ήρθαν σε συμφωνία προκειμένου να επαληθεύσουν τα μεταξύ των όμορων ακινήτων σύνορα, και έκαναν επαλήθευση των συνόρων, στα όρια που υπήρχαν από τους ……. και ……., τοποθέτησαν δε πασσάλους στην οριογραμμή και με βάση το όριο αυτό συνάχθηκε κατά το έτος 1989 τοπογραφικό του μηχανικού ………., με εντολή του ……. ……, το οποίο υπέγραψε η …….., δηλώνοντας ότι τα όρια υπεδείχθησαν από τους αντιπροσώπους της. Το ως άνω τοπογραφικό συνυποβλήθηκε από τον ….., με την από 18-2-1989 αίτησή του προς το Δασονομείο Κυθήρων με την οποία ζητούσε πληροφορίες για το ακίνητό του και επιπλέον προσαρτήθηκε στο ως άνω με αριθμό ……./1992 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Κυθήρων ……….. Συνεπώς, το ως άνω όριο, όπως έχει αποτυπωθεί στο τοπογραφικό του …….., αποδεικνύεται ότι αποτελούσε και το όριο μεταξύ των αρχικών ιδιοκτησιών του ………. και του ……….. Προς επίρρωση των ανωτέρω σαφής είναι η κατάθεση του μάρτυρα …………, ο οποίος ήταν ένας εκ των πωλητών στην εναγομένη-ενάγουσα, ο οποίος κατέθεσε «αυτά τα όρια υπήρχαν από παλιά από το 1880, 1860 κάπου εκεί, από τον προπάππο…ήταν αυτά τα σύνορα. Απλά το 1989 πήγαμε και κάναμε επαλήθευση των συνόρων γιατί ήθελα να καταθέσω εγώ χαρτιά στο δασαρχείο…και πήγαμε εγώ, ο ……., ο πατέρας μου ….., ο θείος μου ……., ο ……, ο ……….. γιός του και κάναμε επαλήθευση συνόρων και από εκεί προχώρησαν τα χαρτιά για το δασαρχείο». Ο ίδιος δε μάρτυρας καταθέτει ότι «να σας πω ειλικρινά είχα συμφωνήσει με ……. Α.Ε. θα πάρει 16 στρέμματα…πήρε η …… τα 16 στρέμματα… ότι μεγεθύνθηκε περίπου ένα στρέμμα μεγεθύνθηκε». Σαφής και πειστική είναι και η κατάθεση του μάρτυρα ………., ο οποίος κατέθεσε «έβαλαν ξανά κάποια όρια με πασσάλους, έβαλαν κάποιες μπετόβεργες και βάσει αυτών των ορίων έκαναν μια τοπογράφηση μετά, που αυτό σεβάστηκαν τα επόμενα χρόνια». Ο ισχυρισμός της εναγομένης-ενάγουσας ότι το κοινό όριο μεταξύ των ιδιοκτησιών ήταν μέχρι το έτος 2006 αυτό στο οποίο η ίδια  προέβη στη φύτευση σειράς κυπαρισσιών, αναιρείται πλήρως από τα συμπεράσματα του πραγματογνώμονα, ότι δεν υπάρχει ταύτιση των απεικονιζομένων ορίων και συγκεκριμένα του βορείου-βορειοδυτικού και του νοτίου-νοτιοδυτικού λόγω μεταβολής από τη θέση Φ1-Ψ-Χ-Θ-Υ (τίτλος ……./1992) στη θέση Φ1-Χ-Ψ-Ω-Α1-Β1-Γ1-Υ (τίτλος ………./2006), η οποία δημιουργεί επιφάνεια με τα στοιχεία Φ1-Χ-Ψ-Ω- Α1-Β1-ΓΊ-Υ-Θ-Ψ-Φ1, εμβαδού 1.897 τμ., σύμφωνα με το υπό στοιχεία ΠΡ-8 τοπογραφικό του ως άνω πραγματογνώμονα και σε καμία περίπτωση δεν επιβεβαιώνεται από την κατάθεση του μάρτυρα ………, ο οποίος εξάλλου κατέθεσε ότι «δεν ξέρω αν είναι πάνω στα όρια τώρα ή να πήγαν λίγο πιο εκεί ή πιο εδώ», αναιρείται δε και από την κατάθεση του μάρτυρα ……….ο οποίος καταθέτει ότι «αυτή τι στιγμή τα κυπαρίσσια δεν είναι πάνω στο κοινό όριο». Συνεπώς, σύμφωνα με τα ανωτέρω η εναγομένη-ενάγουσα δεν έχει καταστεί κυρία του υπολοίπου τμήματος του δευτέρου επιδίκου. Σημειωτέον ότι εκ τους γεγονότος ότι ο ……… και ο ……… μετείχαν στην ως άνω συμφωνία δεν αποδεικνύεται δίχως άλλο ότι οι ως άνω είχαν καταλάβει το επίδικο πρώτο τμήμα ήδη από το έτος 1989, και είχαν αποβάλει τους ενάγοντες-εναγομένους καθώς καμία απολύτως εμφανής διακατοχική πράξη νομής δεν αποδείχθηκε εντός αυτού από τους ίδιους πριν από το έτος 2000, όπως προεκτέθηκε. Μόνη δε η συμμετοχή τους στην ανωτέρω συμφωνία δεν αρκεί προκειμένου να καταδειχθεί ότι ήδη από το έτος 1989 είχαν αποβάλει τους ενάγοντες -εναγομένους, και νέμονταν έκτοτε και το πρώτο επίδικο. Εξάλλου, ο ισχυρισμός των εναγόντων-εναγομένων ότι μόνο αν συμπεριληφθεί το ως άνω τμήμα με τα στοιχεία Ε25-Ε26-Ε27-Ε28-Ε28α-Ω-Ψ-Χ-Θ-Υ-Ε25, έκτασης 1.944 τ.μ., στην ιδιοκτησία τους θα προκύπτει ισότητα επιφάνειας μεταξύ των δύο τμημάτων της αρχικής διανομής μεταξύ των αδελφών ……..και ……….., δεν μπορεί να ανατρέψει όσα ως άνω έγιναν δεκτά. Περαιτέρω, σε ότι αφορά στο τρίτο επίδικο σημειώνονται τα εξής: Οι εναγόμενοι – ενάγοντες ισχυρίζονται ότι ο εναγόμενος-ενάγων ήταν κύριος, μέχρι το 2010, ενός τρίτου τμήματος, το οποίο έχει έκταση 912,26 τμ. και εμφαίνεται, σύμφωνα με το από Νοεμβρίου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού δομικών έργων …….., με τα στοιχεία Σ-Υ-Τ-Ζ-Ε-Σ και σύμφωνα με το υπό στοιχεία ΠΡ-4 τοπογραφικό διάγραμμα του διορισθέντος με την υπ’ αριθμό 6491/2013 απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου πραγματογνώμονος με τα στοιχεία Ε1-Ε2-Ε3-Β-Α-Ε1, το οποίο δυνάμει του υπ’ αριθμό ………./10-3-2010 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Αθηνών ……, που μεταγράφηκε νόμιμα, μεταβίβασε στην εναγομένη-ενάγουσα. Ωστόσο, ουδόλως προέκυψε ο λόγος, που να δικαιολογεί την ύπαρξη στο πρόσωπο των εναγομένων-εναγόντων εννόμου συμφέροντος, για τη ζητούμενη αναγνώριση της κυριότητάς τους επί αυτού, καθώς δεν αποδείχθηκε αβεβαιότητα της σχέσης, από την οποία δημιουργείται κίνδυνος για τα συμφέροντα των ιδίων, είτε άμεσος, είτε επικείμενος, είτε εξαρτώμενος από τη συνδρομή και άλλου μελλοντικού περιστατικού, σε αποτροπή κινδύνου του οποίου τείνει η αιτούμενη αναγνώριση, μόνο η δε αιτούμενη δικαστική προστασία δεν είναι ικανή να συμβάλει στην προστασία των δικαιωμάτων αυτών που ζητούν τη δικαστική προστασία και στην πραγμάτωση του δικαίου και στην αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης, με άρση της αβεβαιότητας στις σχέσεις των διαδίκων και αποτροπή κινδύνου βλάβης των συμφερόντων της εναγομένων-εναγόντων, δεδομένου ότι οι ενάγοντες-εναγόμενοι δεν ισχυρίζονται ότι το εν λόγω τμήμα του ακινήτου ανήκει στους ιδίους, ουδέποτε δε   προέκυψε ότι το έχουν διεκδικήσει. Εκ μόνου δε του γεγονότος ότι οι ενάγοντες -εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι το ως άνω τρίτο τμήμα ανήκει στο μη διάδικο …….. δεν δικαιολογείται έννομο συμφέρον των εναγομένων-εναγόντων να ζητήσουν προστασία. Συνεπώς, δεν υφίσταται στην προκειμένη περίπτωση αμφισβητούμενη έννομη σχέση αλλά βεβαίωση απλού πραγματικού γεγονότος, χωρίς να συνδέεται με συγκεκριμένη έννομη σχέση της οποίας να ζητείται με την αγωγή η προστασία (ΑΠ 1914/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη είναι και η ένσταση της εναγομένης-ενάγουσας, που προέβαλε παραδεκτά πρωτοδίκως και επαναφέρει με σχετικό λόγο της εφέσεώς της, περί καταχρηστικής ασκήσεως του ενδίκου δικαιώματος των εναγόντων-εναγομένων, διότι μόνη η παρέλευση του χρονικού διαστήματος από το 2001, που κατά ανωτέρω ο εναγόμενος-ενάγων, ………. κατέλαβε αυθαιρέτως το πρώτο επίδικο, μέχρι την άσκηση της ένδικης πρώτης αγωγής δεν καθιστά την άσκηση αυτής καταχρηστική, ως υπερβαίνουσα καταφανώς τα όρια που επιβάλλει η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος (ΑΠ 480/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 3375/2017 οριστική απόφαση έκρινε τα ίδια και α) δέχθηκε εν μέρει ως κατ΄ουσίαν βάσιμη την από  19-7-2011 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. ………/20- 7-2011 αγωγή και αναγνώρισε τους ενάγοντες συγκυρίους και ειδικότερα κατ’ ιδανικό μερίδιο 320/960 τον πρώτο, 320/960 τη δεύτερη, 76/960 τον τρίτο, 61/960 την τέταρτη, 61/960 τον πέμπτο, 61/960 την έκτη και 61/960 την έβδομη τμήματος ενός αγροτεμαχίου, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή …. του Δήμου Κυθήρων της περιφέρειας Αττικής, το οποίο έχει έκταση 8.519 τμ. και εμφαίνεται περιμετρικά με τα στοιχεία Ε1-Ε2-Ε3-Ε4-Ε5-Ε6-Ε7-Ε8-Ζ-Ε9-Ε10-Ε11-Ε12-Ε13-Ε14- Ε15-Ε16-Ε17-Ν-Ξ-Ο-Ε29-Ε30-Ε1 στο με στοιχεία ΠΡ-4 τοπογραφικό διάγραμμα του πραγματογνώμονα ……….., β) απέρριψε ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη την από 28-5-2012 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. …………/1-6-2012 αγωγή και γ) δέχθηκε εν μέρει ως κατ’ ουσίαν βάσιμη την από 19-11-2012 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. …../3-1-2013 εξ. …./2013 αγωγή και αναγνώρισε την ενάγουσα κυρία τμήματος ενός αγροτεμαχίου, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή ….. του Δήμου Κυθήρων της περιφέρειας Αττικής, το οποίο έχει έκταση 1.944 τ.μ. και εμφαίνεται περιμετρικά με τα στοιχεία Ε25-Ε26-Ε27-Ε28-Ε28α- Ω-Ψ-Χ-Θ-Υ-Ε25 στο με στοιχεία ΠΡ-5 τοπογραφικό διάγραμμα του πραγματογνώμονα ………., ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και οι περί του αντιθέτου συναφείς λόγοι των  εφέσεων πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμοι. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και δεδομένου ότι δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθούν οι εφέσεις ως κατ’ ουσίαν αβάσιμες να καταδικασθούν οι εκκαλούντες κάθε έφεσης στα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας(άρθρ. 176, 183, 189, 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.) και να διαταχθεί, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ. η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των  παραβόλων, που κατατέθηκαν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν τις από 21-2-2018 και υπ’ αριθμ. καταθ. ……./22-2-2018 και από 22-2-2018 και υπ’ αριθμ. καταθ. ……../22-2-2018  εφέσεις  κατά της υπ’ αριθμ. 6491/2013 εν μέρει οριστικής αποφάσεως και 3375/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Διατάσσει την εισαγωγή των παραβόλων, που κατατέθηκαν,  στο Δημόσιο Ταμείο.

Καταδικάζει τους εκκαλούντες κάθε έφεσης στα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 16 Μαρτίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ