Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 243/2021

Αριθμός  243/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών,  Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη και Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη-Εισηγήτρια   και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ……………………..,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ-ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ:   1) ………, 2) ………. και 3) ………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Ευαγγελία Σδούκου.

  ΚΑΘ΄ ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………, ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Οι καλούντες-εκκαλούντες άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  24.5.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………./2013) αίτηση αναψηλάφησης προς εξαφάνιση της υπ΄ αριθμ. 437/1975 απόφασης  αυτού, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 572/2015 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αίτηση.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι ενάγοντες και ήδη καλούντες-εκκαλούντες με την από  5.1.2015 και με αριθμ. εκθ. καταθ. …/2016  έφεσή τους, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 275/2017 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που διέταξε την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριό του προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη.

Με την, κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από 11.4.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2019) κλήση των  καλούντων-εκκαλούντων, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιόν του στη δικάσιμο  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος των καλούντων-εκκαλούντων, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την από 11.4.2019 (αριθ.καταθ. ………/2019) κλήση των καλούντων – εκκαλούντων νόμιμα φέρεται και πάλι προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η κρινόμενη υπόθεση κατά την (μετ’ αναβολή) δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής, μετά την έκδοση της με αριθ. 275/2017 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, η οποία, έκανε τυπικά δεκτή την έφεση και, χωρίς να εξαφανίσει την προσβαλλόμενη με αριθ. 572/2015 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ανέβαλε την έκδοση της οριστικής του απόφασης και διέταξε την διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης από δύο μοριακούς βιολόγους που περιλαμβάνονται στον κατάλογο πραγματογνωμόνων του Δικαστηρίου τούτου. Επομένως, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω η υπόθεση αντιμωλία των διαδίκων, αφού ληφθεί υπόψη ότι: α)Η επαναλαμβανόμενη συζήτηση θεωρείται κατ’ άρθρο 254 εδ.β΄ ΚπολΔ συνέχεια της προηγουμένης, με την έννοια ότι πρόκειται για δύο συνεχόμενα δικονομικά στάδια που συνθέτουν μια και μόνο συζήτηση, ένα αδιάσπαστο δικονομικό σύνολο, ως εκ τούτου δε και όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 254, 271 επ., 280 ΚπολΔ, εάν κάποιος παρέστη κανονικά κατά την προηγουμένη συζήτηση, κατά την οποία διατάχθηκε επανάληψη, όπως και στην αντίστροφη περίπτωση, όταν δηλ.δεν παρέστη  στην αρχική αλλά μόνο στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, δικάζεται  κατ’ αντιμωλία (Εφ.Ανατ.Κρήτης 23/2016, δημ.ΝΟΜΟΣ, Κεραμέως/Κονδύλης/Νίκας Ερμηνεία ΚπολΔ άρθ. 254 σελ. 530 παρ. 7, 8, 9), β)Κατά τη δικάσιμο 12.1.2017 κατά την οποία εκδόθηκε η προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου τούτου (275/2017), οι εκκαλούντες καθώς και ο εφεσίβλητος δικάσθηκαν αντιμωλία, παρασταθείς ο τελευταίος δια πληρεξουσίου δικηγόρου και έχοντας καταθέσει νομότυπα γραπτές προτάσεις, γ)Μετά την έκδοση της ως άνω απόφασης, που διέταξε τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, την επαναλαμβανόμενη συζήτηση επέσπευσαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι καλούντες – εκκαλούντες με την ανωτέρω κλήση την οποία κατέθεσαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού και ορίσθηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης, για την οποία. Ο καθ’ ου η κλήση – εφεσίβλητος κλήθηκε να παραστεί με την με αριθ. ……. Β΄/13.5.2019 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Δωδεκανήσου,  ………, δ)Κατά την ήδη επαναλαμβανόμενη συζήτηση που επισπεύδεται από τους εκκαλούντες (καθολικούς διαδόχους του ………….) δεν παραστάθηκε. Παρά ταύτα πρέπει να δικασθεί αντιμωλία, αφού, όπως προαναφέρθηκε, είχε παραστεί κανονικά κατά την συζήτηση της εφέσεως, κατά την οποία αναβλήθηκε η έκδοση της οριστικής απόφασης και διατάχθηκε η διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης. Με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 του ΕισΝΚΠολΔ ορίζεται ότι το παραδεκτό των ενδίκων μέσων, το επιτρεπτό των προβαλλομένων λόγων τους και ο χρόνος ασκήσεως τους κρίνονται σύμφωνα με το νόμο που ίσχυε κατά το χρόνο δημοσιεύσεως της απόφασης που προσβάλλεται. Εξάλλου με το άρθρο 25 παρ. 1 ΕισΝΚΠολΔ ορίζεται περαιτέρω ότι οι διατάξεις των άρθρων 538 έως 543 που αφορούν την αναψηλάφηση εφαρμόζονται στις αποφάσεις που εκδίδονται από την εισαγωγή του (ΑΠ 798/2018, Εφ.Θρ. 598/2009 δημ. ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη από 24.5.2013 (αριθ.καταθ. ………./2013) αίτηση αναψηλάφισης οι αιτούντες και ήδη εκκαλούντες εκθέτουν ότι κατόπιν άσκησης από τη μητέρα του καθ’ ου …….. της με αριθ.καταθ. ………./30-5-1972 αγωγής, εκδόθηκε, μετά τη διεξαγωγή των αποδείξεων, η με αριθμό 437/1975 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία ο εναγόμενος της παραπάνω αγωγής ……….., σύζυγος της πρώτης αιτούσας και πατέρας των λοιπών αιτούντων, ο οποίος απεβίωσε την 2.7.2012 αναγνωρίστηκε πατέρας του τέκνου της ………… ήτοι του καθ’ ου η αίτηση αναψηλάφισης, ο οποίος γεννήθηκε εκτός γάμου την 11 Δεκεμβρίου 1971. Ότι η ως άνω απόφαση, κατά της οποίας ουδέν ένδικο μέσο ασκήθηκε, καταχωρήθηκε κατόπιν της υπ’ αριθ. ………/06-00-1975 παραγγελίας του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιώς, την 9 Ιουνίου 1975, στο ληξιαρχικό βιβλίο του Δήμου Νίκαιας. Ότι προσφάτως ο καθ’ ου δέχθηκε την πρόταση των αιτούντων να υποβληθούν και οι τρεις σε εξέταση DNA με γενετικό υλικό του θανόντος ………… προκειμένου να διερευνηθεί αν υπάρχει συγγενική σχέση μεταξύ των εξεταζομένων υλικών. Ότι από τη διενεργηθείσα εξέταση αποδέχθηκε ότι ο καθ’ ου δεν είναι φυσικό τέκνο του συζύγου και πατέρα των αιτούντων, …… με πιθανότητα 100%, συντάχθηκε δε η από 1.4.2013 έκθεση του Δρ. ………. μοριακού βιολόγου-γενετιστή, της οποίας οι αιτούντες έλαβαν γνώση την 2.4.2013. Επικαλούμενοι δε ότι για λόγους ανωτέρας βίας δεν μπορούσαν να κατέχουν το ανωτέρω αποδεικτικό έγγραφο, αφού κατά τα έτη πριν την τελεσιδικία της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ήταν γνωστή η επιστημονική μέθοδος εξέτασης DNA σε δίκες αναγνωρίσεως πατρότητας και δεν γνώριζαν αυτοί το εσφαλμένο πόρισμα της εν λόγω απόφασης, ζήτησαν να εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη με αριθμό 437/1975 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, προκειμένου να  απορριφθεί η με αριθμό κατάθεσης ………./30.5.1972 αγωγή της ………. κατά του ……….. Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η με αριθ. 572/2015 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η οποία απέρριψε ως απαράδεκτη την ως άνω αίτηση αναψηλάφισης. Κατά της αποφάσεως αυτής οι ηττηθέντες αιτούντες άσκησαν την υπό κρίση από 5/1/2015 (αριθ.καταθ. …/2016) έφεση και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης για τους αναφερομένους σε αυτή (έφεση) λόγους, με σκοπό να γίνει δεκτή η αίτηση αναψηλάφισης ώστε στη συνέχεια να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη με αυτή με αριθμό 437/1975 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και να απορριφθεί η με αριθμ.καταθ. ……../30.5.1972 αγωγή της ……… κατά του ……….. Επί της ως άνω έφεσης εκδόθηκε η με αριθ. 275/2017 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, η οποία έκρινε  ότι η κρινόμενη αίτηση αναψηλάφισης είναι εμπρόθεσμη, παραδεκτή και νόμιμη κατ’ εφαρμογή του άρθρου 544 αρ. 7 ΚπολΔ, διέταξε δε πριν την ουσιαστική έρευνα του λόγου της αναψηλάφισης και χωρίς να εξαφανίσει την προσβαλλόμενη απόφαση, την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από δύο μοριακούς βιολόγους, που περιλαμβάνονται στον κατάλογο πραγματογνωμόνων, διόρισε πραγματογνώμονες τους: 1)………. και 2)……….,  Αστυνόμο Α΄ πτυχιούχο της Βιολογικής και φαρμακευτικής Χημείας του Πανεπιστημίου του ESSEX και βιολόγο αντιστοίχως, για να αποφανθούν με ειδικά αιτιολογημένη έκθεση, περί «του αν αποκλείεται ο ………. να είναι βιολογικός πατέρας του καθ’ ου η αίτηση – εφεσιβλήτου ……….», ώστε με βάση όλο το αποδεικτικό υλικό, στο οποίο περιλαμβάνεται, εκτός από εκείνο που προσκομίσθηκε στην προσβαλλόμενη με την υπό κρίση αναψηλάφιση δίκη και η διαταχθείσα  από το Δικαστήριο, πραγματογνωμοσύνη  να ερευνηθεί η ουσιαστική βασιμότητας της υπό κρίση αναψηλάφησης ως προς το ζήτημα της αναγνώρισης της πατρότητας του καθ’ ου η αίτηση – εφεσιβλήτου. Οι τελευταίοι, έδωσαν τον όρκο του πραγματογνώμονα την 21.2.2019 στο Δικαστήριο τούτο (βλ.με αριθ. 26/21.2.2019 Πρακτικά Δημόσιας Συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού). Όμως η πραγματογνωμοσύνη που διατάχθηκε, δεν έγινε δυνατό να διεξαχθεί, διότι ο καθ’ ου η αίτηση – εφεσίβλητος, καίτοι δεν επικαλέστηκε ειδικό λόγο υγείας εμποδίζοντα την αιμοληψία, αρνήθηκε να υποβληθεί στην αιματολογική εξέταση, για την οποία αυτός κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως να παραστεί.

1.Από τις διατάξεις των άρθρων 538 επ. Κ.Πολ.Δ, συνάγεται ότι η δίκη ενώπιον του δικαστηρίου της αναψηλαφήσεως διέρχεται συνολικά τέσσερα στάδια. Στο πρώτο, το δικαστήριο εξετάζει το παραδεκτό της αναψηλαφήσεως, αν δηλαδή αυτή έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και κατά τις νόμιμες διατυπώσεις. Στο δεύτερο στάδιο εξετάσει το παραδεκτό και νόμιμο καθενός από τους λόγους της αναψηλαφήσεως, ενώ στο τρίτο εξετάζει την ουσιαστική βασιμότητά τους. Μετά ταύτα, αν κάποιος λόγος κριθεί ουσιαστικά βάσιμος, επακολουθεί η εξαφάνιση της προσβαλλομένης αποφάσεως. Στο τελευταίο στάδιο, το δικαστήριο εξετάζει την ουσία της υποθέσεως μέσα στα όρια που καθορίζονται από την αναψηλάφηση (βλ. ΑΠ 1365/2005 ΝοΒ 2006.545, Εφ.Δωδ. 200/2014, ΤΝΠ “ΝΟΜΟΣ”, Εφ.Δυτ.Μακ. 105/2007 Αρμ. 2008/106 και ΤΝΠ “ΝΟΜΟΣ”, Εφ.Αθ. 15819/1989 ΕλλΔνη 31.1503). Με το προβλεπόμενο από τα άρθρα 538 επ. Κ.Πολ.Δ ως άνω έκτακτο ένδικο μέσο της αναψηλάφησης θεσπίζεται η δυνατότητα ανατροπής του δεδικασμένου απόφασης πολιτικού δικαστηρίου σε ορισμένες – ρητώς οριζόμενες – εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου κρίθηκε ότι η διατήρησή του προσκρούει είτε σε θεμελιώδεις δικονομικές αρχές – αναγόμενες ιδίως στην εκπροσώπηση και παράσταση των διαδίκων – είτε στο ουσιαστικό δίκαιο, λόγω αναμφισβήτητου σφάλματος στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού της προσβαλλόμενης απόφασης, οφειλόμενου, μάλιστα και σε αξιόποινες πράξεις παραγόντων της δίκης ή τρίτων. Στο άρθρο 544 Κ.Πολ.Δ απαριθμούνται οι περιπτώσεις που επιτρέπεται η αναψηλάφηση στο επόμενο δε άρθρο (545) ορίζονται οι σχετικές προθεσμίες, καθώς και το “γεγονός που αποτελεί την αφετηρία της προθεσμίας σε κάθε επιμέρους περίπτωση. Οι προθεσμίες αυτές είναι προσαρμοσμένες στις ιδιαιτερότητες του συγκεκριμένου ενδίκου μέσου και, ως εκ τούτου, δεν αντιστοιχούν πλήρως προς τις προθεσμίες της έφεσης και της αναίρεσης (άρθρα 518 και 564 Κ.Πολ.Δ), ακόμα και εκείνες που θεσπίζονται υπό ταυτόσημη διατύπωση. Τούτο δε, διότι οι προθεσμίες της έφεσης και της αναίρεσης έχουν πάντοτε ως αφετηρία την επίδοση ή τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, ενώ οι προθεσμίες της αναψηλάφησης άλλοτε έχουν ως αφετηρία την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθρα 544 αριθ. 2,3,4,5 και 9) και άλλοτε συναρτώνται προς άλλα (ή και άλλα), πέρα από την επίδοση της απόφασης, πραγματικά γεγονότα (άρθρο 544 αριθμ. 1, 6, 7 και 8). Στις τελευταίες αυτές περιπτώσεις το δικαίωμα της αναψηλάφησης γεννάται από τη στιγμή που επισυμβαίνει το οικείο γεγονός, το οποίο αποτελεί και την αφετηρία της αντίστοιχης προθεσμίας, ήτοι από τη στιγμή που εκδίδεται δεύτερη αντιφατική απόφαση για την ίδια υπόθεση ή που καθίσταται αμετάκλητη η καταδίκη για ψευδορκία ή πλαστογραφία ή που περιέρχονται στην κατοχή του διαδίκου τα νέα κρίσιμα έγγραφα ή που ανατρέπεται η απόφαση πολιτικού, ποινικού ή διοικητικού δικαστηρίου, στην οποία στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (Εφ.Θεσσαλ. 910/2016 δημ.ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη αίτηση αναψηλάφησης στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 437/1975 τελεσίδικης απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία δικάζοντας την με αρ.καταθ. ……./30.5.1972 αγωγή της ……. κατά του …….. . κατά την διαδικασία των άρθρων 635 επ.του ισχύοντος κατά το χρόνο έκδοσης αυτής (απόφασης) Κ.Πολ.Δ (από 11.9.1968) έκανε δεκτή την αγωγή αναγνώρισης πατρότητας της ενάγουσας ……… Η αίτηση αναψηλάφησης (όπως ήδη κρίθηκε με την με αριθ. 275/2017 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου) : α)είναι νόμιμη διότι θεμελιώνεται στη διάταξη του άρθρου 544 αρ. 7 Κ.Πολ.Δ (όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο Ν. 4335/2015, ΑΠ 793/2018, Εφ.Θρ. 598/2009 ο.π), καθόσον συντρέχει ανώτερη βία που εξ αντικειμένου παρεμπόδιζε την έγκαιρη αξιοποίηση της νεότερης επιστημονικής μεθόδου και το προφανές σφάλμα της προσβαλλόμενης απόφασης (ΑΠ 905/2005 Χρ.ΙΔ 5 (2005) 993, Εφ.Θρακ. 598/2009 δημ. ΝΟΜΟΣ, Χαρούλα Απαλλαγάκη Κ.Πολ.Δ, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, άρθρο 544, σελ. 1505 αρ. 24), β) είναι παραδεκτή, διότι οι αιτούντες επικαλούνται έννομο συμφέρον, που θεμελιώνεται στην ιδιότητά τους, ως καθολικών διαδόχων του εναγομένου …….., γ)υπάρχει παθητική νομιμοποίηση της αίτησης αναψηλάφησης, διότι αυτή στρέφεται κατά του καθολικού διαδόχου της ενάγουσας, ……….., δ)είναι ορισμένη διότι αναφέρει τα γεγονότα που θεμελιώνουν τον νόμιμο λόγο αναψηλάφησης ,το έννομο συμφέρον των αιτούντων, και τα γεγονότα που κινούν την προθεσμία ασκήσεώς της και ε)είναι εμπρόθεσμη (βλ. 275/2017 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου). Επομένως,  το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε την αίτηση αναψηλάφησης ως απαράδεκτη  έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση και να δικαστεί στην ουσία της η αίτηση αναψηλάφησης.

ΙΙ) Η έννοια του με το άρθρο 615 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 39 του ν. 1329/1983, θεσπιζομένου τεκμηρίου, σε περίπτωση που ο εναγόμενος στη δίκη αναγνωρίσεως πατρότητας τέκνου που γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων του, ως πατέρας, αρνείται, χωρίς να έχει λόγους υγείας, να υποβληθεί στις πρόσφορες ιατρικές εξετάσεις με γενικά αναγνωρισμένες επιστημονικές μεθόδους που του επιβλήθηκαν από το δικαστήριο ως αναγκαίο αποδεικτικό μέσο για τη διαπίστωση της πατρότητας, είναι ότι θεωρούνται ότι έχουν αποδειχθεί οι ισχυρισμοί του αντιδίκου του για την ύπαρξη στο αίμα του εναγομένου στοιχείων τα οποία καθιστούν κατά την επιστήμη πιθανή ή σφόδρα πιθανή την πατρότητά του και όχι η πατρότητα αυτού (Ολ ΑΠ 32/1990).  β) Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 339, 107, 340, 341 και 393 του Κ.Πολ.Δ προκύπτει ότι για την απόδειξη πραγματικών γεγονότων, για την οποία ο νόμος δεν προβλέπει κάποιο περιορισμό ως προς τα αποδεικτικά μέσα, με μόνη εξαίρεση τα επικουρικά, δηλαδή τον όρκο (άρθρο 421 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ, που ήδη καταργήθηκε με το άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 2915/2001 και ισχύει από  1.1.2002 κατ’ άρθρο 15 ν. 2943/2001) και την εξέταση των διαδίκων (άρθρο 415 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), δεν επιτρέπεται στο δικαστή να περιορίσει αυτά και να μορφώσει έτσι τη δικανική του πεποίθηση από ένα ή και περισσότερα αποδεικτικά μέσα, κατ’ επιλογή του και κατ’ αποκλεισμό έστω και ενός, στη χρήση του οποίου είχε δικαίωμα ο διάδικος. Η έκθεση της πραγματογνωμοσύνης, που διατάσσεται ως αποδεικτικό μέσο κατά το άρθρο 268 Κ.Πολ.Δ, είτε όταν το δικαστήριο κρίνει ότι τα αποδεικτέα θέματα απαιτούν, για να γίνουν αντιληπτά, τη γνώμη προσώπων που έχουν ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης  είτε υποχρεωτικά, ύστερα από αίτηση κάποιου από τους διαδίκους, όταν κατά την κρίση του δικαστηρίου για την απόδειξη ορισμένου θέματος χρειάζονται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, εκτιμάται σύμφωνα με το άρθρο 387 Κ.Πολ.Δ ελευθέρως και δεν έχει αυξημένη έναντι των άλλων αποδεικτικών μέσων, δύναμη, που να δεσμεύει το δικαστήριο να δεχθεί την απόδειξη που προκύπτει από αυτήν. Η ,με την τελευταία αυτή διάταξη καθιερούμενη αρχή, ως προς την αποδεικτική δύναμη της πραγματογνωμοσύνης, ισχύει και όταν διατάσσεται ως αποδεικτικό μέσο η εξέταση, από ειδικούς επιστήμονες, του αίματος εκείνου ο οποίος φέρεται στη δίκη της αναγνωρίσεως της πατρότητας τέκνου, που γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων του, ως πατέρας αυτού, εις τρόπον ώστε το πόρισμα της εξετάσεως αυτής, που θα εκτιμηθεί ελεύθερα, σε συνδυασμό με τα άλλα αποδεικτικά μέσα, να οδηγήσει το δικαστήριο στο σχηματισμό δικανικής πεποίθησης για την αμφισβητούμενη πατρότητα. Με τα δεδομένα αυτά το (με τη διάταξη του άρθρου 615 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 3089/2003), που ορίζει ότι: «Αν στις διαφορές της πρώτης παραγράφου του προηγούμενου άρθρου» στις οποίες περιλαμβάνεται και η αναγνώριση της πατρότητας  «ένας διάδικος, χωρίς να έχει ειδικούς λόγους υγείας, αρνείται να υποβληθεί στις πρόσφορες ιατρικές εξετάσεις με γενικά αναγνωρισμένες επιστημονικές μεθόδους, που του επιβλήθηκαν από το δικαστήριο ως αποδεικτικό μέσο για τη διαπίστωση της πατρότητας, οι ισχυρισμοί του αντιδίκου του λογίζονται ότι έχουν αποδειχθεί»), καθιερούμενο αμάχητο τεκμήριο για την απόδειξη των ισχυρισμών του αντιδίκου εκείνου που αρνήθηκε, χωρίς να συντρέχουν δικαιολογητικοί της αρνήσεως λόγοι, να υποβληθεί στις εξετάσεις που διατάχθηκαν από το δικαστήριο, πρόδηλη έχει την έννοια, όταν εκείνος που αρνήθηκε είναι ο φερόμενος ως πατέρας εναγόμενος, ότι λογίζονται ότι έχουν  αποδειχθεί οι ισχυρισμοί του αντιδίκου του, όχι για την πατρότητα του εναγομένου, αλλά για την ύπαρξη στο αίμα του τελευταίου στοιχείων τα οποία καθιστούν, κατά την επιστήμη, σφόδρα πιθανή την πατρότητά του. Τεκμαίρεται δηλαδή αμάχητα, από την άρνηση εκείνου, που υποχρεώθηκε σε εξετάσεις, να υποβληθεί σ’ αυτές, ό,τι ευνοϊκό για τον αντίδικο του θα περιείχε η έκθεση των ιατρών αν η πραγματογνωμοσύνη που διατάχθηκε γινόταν κανονικά. Από το  στοιχείο δε αυτό, συνεκτιμώμενο ελεύθερα μαζί με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, μπορεί το δικαστήριο να οδηγηθεί σε θετική ή αρνητική για την πατρότητα του εναγομένου κρίση, αναλόγως αν από τις άλλες αποδείξεις προκύπτει ή όχι η έλλειψη αναγκαίας για την πατρότητα προϋποθέσεως (ΑΠ 133/2017, ΑΠ 1601/2013, ΑΠ 908/2011, ΑΠ 3/2005, Εφ.Ανατολ.Κρ. 23/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

ΙΙΙ) Επειδή κατ’ άρθρο 1540 Κ.Πολ.Δ (ως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το ν. 1329/1983 και εφαρμόζεται στην προκείμενη περίπτωση κατ’ άρθρο 91 παρ. 1 εδ.β΄ ν.1329/83), η μητέρα ενός εξώγαμου παιδιού μπορεί να ζητήσει με αγωγή, που στρέφει κατά του φερόμενου σαν πατέρα, την αναγνώριση της πατρότητας. Για να επιτύχει την παραδοχή της αγωγής αυτής, αρκεί να επικαλεστεί και αποδείξει ότι κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης ο εναγόμενος ήλθε σε σαρκική συνάφεια με αυτή, από την οποία ήταν δυνατό, κατά τους κανόνες της κοινής πείρας να συλλάβει. Τότε η πατρότητα του τεκμαίρεται (άρθρ. 1541 ΑΚ υπό παλαιά αρίθμηση – βλ. ΑΠ 1574/1979 ΝοΒ 23.1106, ΑΠ 1069/76 ΝοΒ 25.513, Μπαλή, Οικογ.Δίκ.Παρ. 163). Κρίσιμο για τη σύλληψη είναι το χρονικό διάστημα που παρεμβάλλεται μεταξύ 300 και 180 ημερών πριν τη γέννηση του παιδιού (άρθρο 1465 εδ.β). Αν η σύλληψη έγινε  μετά από μνηστεία (άτυπη, δηλαδή, σύμβαση αμοιβαίας υπόσχεσης γάμου – βλ. ΑΠ 173/81, 330/81 ΝοΒ 29.1383, 525, ΑΠ 36/79 ΝοΒ 27.959) της μητέρας με τον πατέρα, τότε η δικαστική αναγνώριση έχει όλα τα αποτελέσματα της εκούσιας αναγνώρισης, εφόσον η έγερση της αγωγής έγινε όταν ζούσε ο πατέρας (άρθρ. 1555 ΑΚ με παλιά αρίθμηση). Η αγωγή αυτή θα απορριφθεί όταν η ενάγουσα μητέρα δεν αποδείξει τη βάση του τεκμηρίου, του οποίου φέρει το βάρος της απόδειξης (βλ.Ροϊλού-Κουμάντου, Οικογ.Δικ. 1541 αριθμ.5, Μπαλή, Οικογ.Δικ.παρ. 163). Αυτό είναι σύμφωνο προς τη ρύθμιση του άρθρου 338 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ και προς τις αρχές περί κατανομής του αντικειμενικού βάρος απόδειξης (βλ.Εφ.Αθ. 739/1983 ΕλλΔνη 1983.527 όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νομική φιλολογία και νομολογία). Ενόψει της μεγάλης προόδου η οποία έχει συντελεσθεί σήμερα στην ιατρική επιστήμη ως προς την εξακρίβωση της πατρότητας με βάση την ανάλυση του αίματος, δεν πρέπει να αποκλείεται η διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης προς υποβοήθηση της κρίσης του δικαστηρίου σε περιπτώσεις όπου υπάρχει θέμα πατρότητας. Οι επιφυλάξεις που υπήρχαν στην παλαιότερη νομολογία και νομική φιλολογία σχετικά με την αποδεικτική αξία των αιματολογικών εξετάσεων στις δίκες όπου υπήρχε θέμα απόδειξης της πατρότητας, οφείλονταν κατά βάση στην αμφιβολία για την ασφάλεια των πορισμάτων της χρησιμοποίησης των αιματολογικών εξετάσεων και στην έλλειψη ενός νομοθετικού κειμένου που να την ρυθμίζει. Ειδικά με τη συγκριτική εξέταση του αίματος, δεν υπήρχε στην Ελλάδα, μέχρι 18.2.1983 (χρονολογίας δημοσίευσης του ν. 1329/1983) διάταξη αναφερόμενη στην εξέταση του αίματος σαν μέσου δυνάμενου να βοηθήσει τη θετική ή αρνητική βεβαίωση της πατρότητας. Η παλαιότερη Ελληνική νομολογία δεχόταν σχεδόν ομόφωνα (βλ. Εφ.Αθ. 1543/1953 Ε.Ε.Ν 1953.478, Εφ.Αθ. 937/1962, ΝοΒ 1963.1144), ότι η εξέταση αυτή αποβαίνει ανεπίτρεπτη, όταν ο διάδικος αρνηθεί να υποβληθεί σε αυτήν εκούσια, διότι κάθε άσκηση βίας θα προσέβαλε το απαραβίαστο του ανθρώπινου σώματος και συνεπώς θα έθιγε, σε δίκη περί ιδιωτικών δικαιωμάτων, την ελευθερία του ατόμου και το σεβασμό της προσωπικότητας. Η δικαστική αυτή νομολογία, που ενισχύθηκε με τη γνώμη κλασσικού αστικολόγου (βλ. Μπαλή, Οικογ.Δικ. 1961 παρ. 127.3 σελ. 268) επικαλείται και το επιχείρημα ότι η εξέταση των ομάδων του αίματος, μπορεί να οδηγήσει μόνο σε αρνητική βεβαίωση της πατρότητας. Αντίθετα, άλλοι σύγχρονοι συγγραφείς [(βλ. Μιχαηλίδου-Νουάρου, Η απόδειξις δια της εξετάσεως το αίματος ΕΕΝ 1955.295, 296 Τούση, Αι επιστημονικοί πρόοδοι και τα αποδεικτικά μέσα Νδικ 1954, 369-372, Γ. Καραμάνου, Η ανάλυση του αίματος ως μέσον αποδείξεως ΝοΒ 1964, 65-70, Ξυπολιά, Η αποκήρυξη τέκνου κατά τον ΑΚ, Α΄ μέρος (διδακτορική διατριβή Αθηνών 1965), σελ. 109-149, Μαίρη Τζουγανάτου-Γασπαρινάτου, Η δικαστική αναγνώρισις της πατρότητας 1974 σελ. 165, 166, Χριστίνα Σταμπέλλου, Αιματολογικές εξετάσεις και διαπίστωση της πατρότητας ΝοΒ 1984.132 επ., Αγαλοπούλου-Ζερβογιάννη). Η προστασία της αγάμου μητρός 1971 σελ. 51-53)], δείχνουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα πορίσματα της υπό συζήτηση αποδεικτικής μεθόδου και αποδίδουν τη  θέση της μεταπολεμικής γερμανικής νομικής φιλολογίας και νομολογίας (βλ. Gunteher-Beitzke, Gamilienrecht 21h Schawab, 13η έκδ.παρ. 170 σελ. 1063, 1064, BGH, NJW 1978, 1684, Konrad Hummel, Das Blutgruppengutachten, Seine…………..vor Gericht, NJW 1981 σελ. 605 επ.). Ήδη, το νέο άρθρο 615 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ ορίζει ότι, αν διάδικος αρνηθεί να υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις που του επιβλήθηκαν για τη διαπίστωση της πατρότητας, “οι ισχυρισμοί του  αντιδίκου του λογίζονται αποδειγμένοι”. Αναγνωρίζεται δηλαδή στην ουσία πατέρας του παιδιού. Η ρύθμιση αυτή κρίθηκε απαραίτητη, ως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του ν. 1329/83, παρά την ύπαρξη ορισμένων επιφυλάξεων, λόγω της σπουδαιότητας του θέματος και της σύγχρονης εξέλιξης των επιστημονικών μεθόδων ώστε εξασφαλίζεται με αυτές σε υψηλό βαθμό η απόδειξη της πατρότητας. Η σύγχρονη εξέλιξη των επιστημονικών μεθόδων εξακρίβωσης της πατρότητας, που σήμερα αγγίζει και την πλήρη θετική απόδειξη της πατρότητας, κατέστησε, τα τελευταία χρόνια, πιο συχνή την προσφυγή και των ελληνικών δικαστηρίων στη θετική απόδειξη πατρότητας με βάση την ανάλυση του αίματος (βλ.ΕφΑθ 5937/1983 ΝοΒ 1984.1375, ΕφΑθ 739/1983, ΕλλΔνη 24.527, ΕφΑθ 1135/79 ΕλλΔνη 20.360). Μεταξύ των πλέον γνωστών επιστημονικών μεθόδων για την απόδειξη της πατρότητας είναι η μέθοδος των χρωματοσωμάτων και η αποτελούσα προέκταση αυτής μέθοδος αντιγόνων ιστοσυμβατότητας H.L.A. Στη δικαστηριακή πρακτική της Δυτικής Γερμανίας, η μέθοδος που εφαρμόζεται περισσότερο είναι η μέθοδος  Essen – Mailer (για την αξία των παραπάνω μεθόδων, βλ. Χριστίνας Σταμπέλου, ό.π ΝοΒ 1984.1324, Μ.Στρατάκη-Μπενέτου, Συμβολή του φθορισμού των χρωμοσωμάτων εις την μελέτην οικογενειών 1977, Κ. Τριανταφυλλίδη-Λ.Καπλάνογλου, Η δικαστική αξία του γενετικού πολυμορφισμού σε περιπτώσεις αμφισβητούμενης πατρότητας, Ιατρική 1981 σελ. 284, Αγιουτάντη, Ιατροδικαστικά θέματα 1980 σελ. 131, Konrad Hummel, ό.π, NJW 1981 σελ. 605 επ., ΕφΑθ 1311/1987, Εφ.Θεσσαλ. 2583/1999 δημ.ΝΟΜΟΣ)

ΙV)Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1481, 1482 ΑΚ συνάγεται σαφώς ότι ο ΑΚ μοναδικό κριτήριο της τεκμαιρόμενης πατρότητας αναγνωρίζει την ύπαρξη σαρκικής συνάφειας με τη μητέρα του τέκνου (ΑΠ 14/2004 ΝοΒ 2005.82) κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της σύλληψης, που κατ’ άρθρο 1468 θεωρείται εκείνο που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοσιοστή και την εκατοστή ογδοηκοστή ημέρα πριν από τον τοκετό (ΑΠ 1813/2005 ΕλλΔνη 206.822). Αρκεί μάλιστα και μια μόνον σαρκική συνάφεια κατά το κρίσιμο διάστημα, χωρίς μάλιστα να χρειάζεται να προσδιοριστεί η συγκεκριμένη ημέρα για το ορισμένο της οικείας αγωγής της μητέρας (ΑΠ 1813/2005 όπ.παρ. ΑΠ 1071/1995 ΕλλΔνη 1996.1604). Ανατροπή δε του άνω τεκμηρίου της πατρότητας επέρχεται αν από τις αποδείξεις προκύπτουν σοβαρές αμφιβολίες, οι οποίες θεωρείται ότι υπάρχουν μόνον όταν η πιθανότητα αυτή (της πατρότητας) είναι, σύμφωνα με τα πορίσματα των ιατρικών εξετάσεων, αλλά και του συνόλου του αποδεικτικού υλικού, μικρότερη από την πιθανότητα να είναι κάποιος άλλος πατέρας (έτσι Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, ΟικΔικ ΙΙ, σελ. 90-106 ,Γεωργιάδης Σταθόπουλος, ΑστΚωδ., 2007, υπ’ άρθρο 1482 αρ. 11), όπως και όταν η μητέρα είχε σαρκικές επαφές με περισσότερους άνδρες, χωρίς όμως αυτό και μόνον το γεγονός να είναι αρκετά από μόνο του για την ανατροπή του τεκμηρίου (Εφ.Ανατολ.Κρήτης 23/2016 ό.π).

Από όλα τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι με τις κατατεθείσες ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προτάσεις τους, κάποια από τα οποία ειδικώς κατωτέρω αναφέρονται, χωρίς όμως να παραλείπεται οποιοδήποτε για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς και χωρίς η ρητή αναφορά ορισμένων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά έγγραφα για τα οποία δεν γίνεται ειδική μνεία, αφού όλα είναι ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την εκφορά της δικαστικής κρίσης (ΑΠ 16283/2003, ΑΠ 1068/2002),  την υπ’ αριθ. ……/25.11.2014 ένορκη βεβαίωση της συμβολαιογράφου Πατρών ………….., που λήφθηκε με επιμέλεια των αιτούντων-εκκαλούντων κατόπιν νόμιμης κλήτευσης του αντιδίκου (βλ. Την υπ’ αριθμ. ……../19.11.2014 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Κω, ………..), η οποία επιτρέπεται να προσαχθεί ως νέο αποδεικτικό μέσο (άρθρο 548 Κ.Πολ.Δ), καθώς και από την από 1.4.2013 έκθεση ελέγχου συγγενείας του εργαστηρίου “……….” και τις με αριθ. ……./11.4.2019 και με αριθμό κατάθεσης …/2020 εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, αποδεικνύονται, ως προς τον λόγο της αίτησης αναψηλάφησης που είναι νόμιμος τα ακόλουθα: Η ενάγουσα, ………., η οποία ήταν άγαμος, και ο επίσης άγαμος ……. (εναγόμενος) την 11.5.1969 έδωσαν αμοιβαία υπόσχεση μέλλοντος γάμου. Μετά την σύνδεση αυτών με τον δεσμό της μνηστείας, ο …….. (εναγόμενος) από τον Οκτώβριο 1970 διέμενε συνεχώς και συζούσε με την ………. στην οικία της τελευταίας στην ………, φοιτώντας στην νυκτερινή σχολή μηχανικών του Εμπορικού Ναυτικού και συντηρούμενος από τη μητέρα αυτής (……….). Η μνηστεία όμως δεν ευοδώθηκε με τη τέλεση γάμου, αφού ο ….. .. (εναγόμενος) στις αρχές Ιουλίου 1971 αποχώρησε από την οικία στην οποία διέμενε και συζούσε με την ενάγουσα και εγκατέλειψε την τελευταία (……….). Όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα (Οκτώβριος 1970-αρχές Ιουλίου 1971) η ενάγουσα ήλθε κατ’ επανάληψη σε σαρκική συνάφεια με τον εναγόμενο με συνέπεια να καταστεί έγκυος και την 11.12.1971 γέννησε άρρεν τέκνο. Το κρίσιμο δηλαδή για τη σύλληψη χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται μεταξύ 300 και 180 ημερών πριν τη γέννηση του άρρενος τέκνου της, ήτοι από 14 Φεβρουαρίου μέχρι 14 Ιουνίου 1971, ο εναγόμενος (………..), ο οποίος συμβίωνε με την ενάγουσα, ήλθε κατ’ επανάληψη σε σαρκική συνάφεια με αυτή (ενάγουσα) από την οποία ήταν δυνατό να συλλάβει αυτή (ενάγουσα – …………) δεν συνευρίσκονταν με άλλον  ή άλλους άνδρες αλλά ήταν απόλυτα και αποκλειστικά αφοσιωμένη στον εναγόμενο όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα που διατηρούσε σχέσεις μετ’ αυτού συνδεόμενη με μνηστεία. Όλα τα ανωτέρω προκύπτουν αποκλειστικά από την με αρ. 437/1975 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε βάσει της από 30.5.1972 (αριθ.καταθ. …./1972) αγωγής που άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η …………, εναντίον του ……… ζητώντας την αναγνώριση της πατρότητας του εξώγαμου τέκνου της, για την ουσιαστική βασιμότητα της οποίας (αγωγής) διατάχθηκαν αποδείξεις με την με αριθ. 16/10.1.1973 προδικαστική απόφαση του ιδίου ως άνω δικαστηρίου, μετά την διεξαγωγή των οποίων, εκδόθηκε η ως άνω οριστική απόφαση, καθόσον η με αριθ. ……./1974 Εισηγητική Έκθεση, οι προτάσεις και τα σχετικά της με αριθ. 16/1973 προδικαστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της με αριθ. 437/1975 απόφασης του ιδίου ως άνω δικαστηρίου πολτοποιήθηκαν (βλ.με αριθ. ……./30.4.2013 πιστοποιητικό της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά). Μετά την έκδοση της ως άνω με αριθ. 437/1975 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά εκδόθηκε η με αριθ. ………/9.6.1975 ληξιαρχική πράξη γέννησης του Ληξίαρχου Νίκαιας στην οποία αναγράφεται ότι το εξώγαμο άρρεν κατέστη νόμιμο τέκνο του ‘…………, κατοίκου Πειραιώς, επαγγέλματος ναυτικού, δυνάμει της υπ’ αριθ. 473/75 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ης το διατακτικό έχει………”, και την 15.8.1975 βαπτίσθηκε ονομάσθεν ……….. Επομένως, εφόσον κατά τη διάρκεια του κρίσιμου χρονικού διαστήματος της σύλληψης η …… …….. (μητέρα του εφεσίβλητου – καθ’ ου η αίτηση) ήλθε κατ’ επανάληψη σε σαρκική συνάφεια με τον ………. (εναγόμενος της από 30.5.1972) τεκμαίρεται κατά νόμο (1541, 1555 ΑΚ, ως ίσχυαν πριν την τροποποίηση τους από το ν.1329/1983, βλ.υπό στοιχείο Ι νομική σκέψη, «1481 ΑΚ ισχύον) ότι ο τελευταίος (……….) είναι πατέρας του …… (εφεσίβλητου – καθ’ ου η αίτηση αναψηλάφησης). Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου, ενισχύεται και από τα ακόλουθα: α) Κατά της ως άνω οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (437/1975) ο ……. (εναγόμενος της από 30.5.1972) αγωγής, δεν άσκησε ένδικα μέσα και έτσι έως σήμερα ο καθ’ ου η αναψηλάφηση-εφεσίβλητος φέρεται ως γνήσιο αυτού τέκνο (………….), αλλά ούτε, μετά την 18.1.1983 (χρονολογία δημοσίευσης του ν. 1329/1983), όταν ο νομοθέτης επέτρεψε με τη διάταξη του άρθρου 615 Κ.Πολ.Δ την διενέργεια εξέτασης γενετικού υλικού για τη διαπίστωση της πατρότητας με τις γενικά αναγνωρισμένες επιστημονικές μεθόδους, επιδίωξε, έως και το θάνατό του (Ιούλιος 2012), την διενέργεια της εν λόγω εξέτασης προκειμένου να προσβάλει την ως άνω απόφαση και να αιτηθεί και την διόρθωση της προαναφερόμενης ληξιαρχικής πράξης γέννησης που φέρει τον καθ’ ου-εφεσίβλητο ως γνήσιο αυτού τέκνο, β) Στην ως άνω ενέργεια προέβησαν μετά τον θάνατό του (2.7.2012) οι καθολικοί διάδοχοί του (αιτούντες – εκκαλούντες), με επιμέλεια των οποίων διενεργήθηκε ο έλεγχος συγγένειας με μοριακή ανάλυση DNA και συντάχθηκε η από 1.4.2013 έκθεση του εργαστηρίου “………..” που υπογράφεται από τον Μοριακό Βιολόγο-Γενετιστή ……….. Όμως, από τον από 1.4.2013 έλεγχο συγγένειας δεν δύναται αναμφίβολα και με ασφάλεια να αποκλεισθεί η πατρότητα του ……., καθόσον α)δεν προκύπτει με βεβαιότητα η γνησιότητα των δειγμάτων και η ταυτοποίησή του με τα πρόσωπα που υποβλήθηκαν στον γενετικό έλεγχο και ειδικότερα δεν είναι σαφές ότι τα δείγματα που αναφέρονται με αριθμούς παραπεμπτικού ………. ως προσκομισθέντα υλικά προς εξέταση με τα πρόσωπα που αναφέρονται μέσα στην παρένθεση και κυρίως το δείγμα κύβου παραφίνης που φέρεται ότι ανήκει στο ……., όπως και ο χρόνος και ο τρόπος περιέλευσης αυτού τον διενεργήσαντα τον γενετικό έλεγχο, β)δεν συνάγεται λεπτομερής γενετικός έλεγχος, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται και η αναφορά του φύλου των συμμετασχόντων, από τον οποίο θα μπορούσε το Δικαστήριο ευχερώς και χωρίς αμφιβολίες να οδηγηθεί στον αποκλεισμό της πατρότητας του ……….., γ)ούτε συνάγεται χωρίς αμφιβολία και με ασφάλεια εάν λόγω της έλλειψης του δείγματος της μητέρας, έπρεπε να αυξηθεί ο αριθμός των δεικτών DNA που εξετάζονται ή να ελεγχθούν επιπλέον άτομα. Περαιτέρω, όπως ήδη προεκτέθηκε, με την υπ’ αρ. 275/2017 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου, διατάχθηκε η διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης από τους ……… (Αστυνόμος Α΄ πτυχιούχος Βιολογικής και φαρμακευτικής Χημείας) και ………. (Βιολόγο), οι οποίοι, αφού έδωσαν τον όρκο του πραγματογνώμονα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με τις αντιστοίχως (……….., ………) α)με την από 28/2/2019 και από 1/3/2019 κλήσεις για αιμοληψία, κοινοποιήθηκαν στον καθ’ ου η αίτηση – εφεσίβλητο, με τις υπ’ αρ. ..…/5.4.2019 και …../5.4.2019 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Κω, ………, κάλεσαν τον τελευταίο να προσέλθει για αιμοληψία την 7.3.2019, ημέρα Τετάρτη και ώρα 14:00, στο Ιατρικό Διαγνωστικό Κέντρο και Πολυϊατρείο «……….» ………, στον ……. Αττικής. Όπως προκύπτει όμως από τις υπ’ αρ. .. και …./11.4.2019 εκθέσεις των ως άνω πραγματογνωμόνων ο καθ’ ού η αίτηση εφεσίβλητος δεν εμφανίστηκε κατά την ανωτέρω ημέρα και ώρα στο παραπάνω Κέντρο. Κατόπιν τούτου, κλήθηκε από τους πραγματογνώμονες τηλεφωνικά «με σκοπό να διερευνηθεί εάν ο ίδιος θα παρουσιαζόταν στο προγραμματισμένο ραντεβού. Σε σχετική ερώτηση, δηλώθηκε από τον …… ρητά και κατηγορηματικά ότι δεν θα προσερχόταν στο εν λόγω ραντεβού……20 λεπτά αργότερα και περί ώρας 14:30 (της 27.3.2019), κοινή συναινέσει των δύο ορισμένων πραγματογνωμόνων, το προγραμματισμένο ραντεβού ολοκληρώθηκε». Η μη προσέλευση του καθ’ ου η αίτηση – εφεσίβλητου στους πραγματογνώμονες, παρά την εμπρόθεσμη, προ δέκα ημερών, κλήτευσή του, ισοδυναμεί με αδικαιολόγητη άρνηση, με συνέπεια να λογίζεται ότι έχουν αποδειχθεί οι ισχυρισμοί των αιτούντων – εκκαλούντων, όχι για την αποκλεισμό της πατρότητας του ……., αλλά για την μη ύπαρξη στο αίμα του τελευταίου (………, καθ’ ου η αίτηση – εφεσίβλητου) τα οποία καθιστούν πιθανό ή σφόδρα πιθανό τον αποκλεισμό της πατρότητας του ……… Το παραπάνω στοιχείο, συνεκτιμώμενο ελεύθερα με όλα τα ανωτέρω αναφερόμενα αποδεικτικά στοιχεία, από τα οποία συνάγεται, όπως προαναφέρθηκε, το τεκμήριο πατρότητας του άρθρου 1341 ΑΚ (ισχύον 1481 ΑΚ), ουδεμία αμφιβολία καταλείπει στο Δικαστήριο ότι ο ……… (εναγόμενος στην από 30/5/1972 αγωγή) είναι πατέρας του τέκνου που γέννησε η ……… (ενάγουσα της από 30.5.1972 αγωγής) χωρίς γάμο την 11.12.1971 και που ονομάζεται ……… Από μόνη τη συμπεριφορά της αδικαιολόγητης άρνησης υποβολής του καθ’ ου η αίτηση – εφεσίβλητου να υποβληθεί στη διαταχθείσα από το Δικαστήριο τούτο εξέταση αιμοληψίας στα πλαίσια ελέγχου πραγματογνωμοσύνης ελέγχου πατρότητας, το Δικαστήριο δεν οδηγείται με ασφάλεια στην ανατροπή του τεκμηρίου της πατρότητας (ΑΚ 1541, 1465 εδ.β΄, 1555 ως ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους από το ν. 1329/1983)  Κατά συνέπεια, η διαταχθείσα ιατρική πραγματογνωμοσύνη, προκειμένου οι διορισθέντες πραγματογνώμονες εφαρμόζοντας τη μέθοδο της ανάλυσης των πολυμορφικών συστημάτων να αποφανθούν περί του αποκλεισμού της πατρότητας του ……, στις εξετάσεις της οποίας δεν υποβλήθηκε, χωρίς επίκληση λόγου υγείας, ο καθ’ ού η αίτηση – εφεσίβλητος, δεν θεμελιώνει τον επικαλούμενο λόγο αναψηλάφησης, καθόσον η έλλειψη αυτής και η επέλευση των συνεπειών της (Κ.Πολ.Δι,. 615 παρ. 1 ως ίσχυε κατά τον χρόνο άσκησης της κρινόμενης αναψηλάφησης) δεν επηρέασε αρνητικά τον σχηματισμό πλήρους, δικανικής κρίσης ως προς το αποδεικτέο ζήτημα της πατρότητας, ενόψει του ότι τα προσαχθέντα αποδεικτικά μέσα (μάρτυρες – έγγραφα) ήταν επαρκή για τον σχηματισμό της πεποίθησης του δικαστηρίου ως προς την πατρότητα του ….., πεποίθηση η οποία ενισχύεται και από τη μεταγενέστερη συμπεριφορά αυτού (μη άσκηση ενδίκων μέσων – μη διενέργεια ιατρικής εξέτασης προς αποκλεισμό της πατρότητάς του). Πρέπει, επομένως, ο λόγος αυτός να απορριφθεί ως αβάσιμος και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα να απορριφθεί ως αβάσιμη η αίτηση αναψηλάφησης. Τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου-καθ΄ ου η αίτηση αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν στους εκκαλούντες-αιτούντες λόγω της ήττας τους (αρθρ 176, 183, 191 πα 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος το παράβολο που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης πρέπει να επιστραφεί στον καταθέσαντα  κατά τα αναφερόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την από 5/1/2015 (αρ.καταθ. ……../7.1.2016) έφεση κατά της υπ’ αρ. 572/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Εξαφανίζει την υπ’ αρ. 572/2015 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Δικάζει την από 24/5/2013 (αρ.καταθ. ………../27.5.2013) αίτηση αναψηλάφησης.

Απορρίπτει κατ’ ουσία την αίτηση αναψηλάφησης.

Καταδικάζει τους εκκαλούντες-αιτούντες στα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου-καθ΄ου η αίτηση αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου (με αριθμούς ……….. παράβολο Δημοσίου, ……… παράβολο Δημοσίου, …….. παράβολο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ, ………. παράβολο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ)  στον καταθέσαντα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 8η Απριλίου 2021 και δημοσιεύθηκε στις   21 Απριλίου 2021 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και  την πληρεξούσια δικηγόρο των καλούντων-εκκαλούντων.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ