Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 285/2021

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός   285/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

[ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ]

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ευγενία Τσιώρα, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, την ………., στον Πειραιά, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

Α) ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………., ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Βασιλείου Σαξώνη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρείας …………. η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Ανδρέα – Κωνσταντίνου Τζήμα (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Β) ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Εταιρείας …………… η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Ανδρέα – Κωνσταντίνου Τζήμα (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……………, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Βασιλείου Σαξώνη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Ο ενάγων, ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος, άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, την από 03.09.2018, με Γεν. Αριθμ. ………/2018 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …………/2018 αγωγή του, ζητώντας να γίνει αυτή δεκτή.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη με αριθμ. 2419/10-07-2019 οριστική απόφασή του, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 23-10-2018 κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή.

΄Ηδη εναντίον της ως άνω με αριθμ. 2419/10-07-2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήματος Ναυτικών Διαφορών) ασκήθηκαν: Α) η από 26-09-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ……./01-10-2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ………./01-10-2019 έφεση του ενάγοντος, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, στις 08-10-2019 στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ………./2019 και Β) η από 22-01-2020, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ………./2020 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ………/2020 έφεση της εναγομένης, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, στις 23-01-2020 στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ………/2020 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ………./2020, με τις οποίες προσεβλήθη η εκκαλουμένη, κατά τ’ αναφερόμενα σ’ εκάστη έφεση κεφάλαια, δικάσιμος των οποίων ορίστηκε αυτή, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη σημερινή δημόσια συζήτηση της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το οικείο πινάκιο, παραστάθηκαν οι διάδικοι με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως σημειώνεται παραπάνω και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, ανέπτυξαν τις απόψεις των διαδίκων, που έκαστος εκπροσωπούσε, με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, προς συζήτηση: Α) η από 26-09-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ………./01-10-2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……../01-10-2019 έφεση, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, στις 08-10-2019 στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ……./2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……../2019 και Β) η από 22-01-2020, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ……./2020 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……/2020 έφεση, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, στις 23-01-2020 στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ……./2020 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……./2020, οι οποίες (εφέσεις) στρέφονται, αμφότερες, κατά της με αριθμ. 2419/10-07-2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήματος Ναυτικών Διαφορών)), η οποία εκδόθηκε, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 23-10-2018 κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών και οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ).

Α) Η υπό κρίση από 26-09-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ……/01-10-2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……./01-10-2019 έφεση, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, στις 08-10-2019 στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ……/2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019, κατά της με αριθμ. 2419/10-07-2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήματος Ναυτικών Διαφορών), η οποία εκδόθηκε, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 23-10-2018 κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα από τον εν μέρει ηττηθέντα ενάγοντα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1 εδ. β΄, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 520 ΚΠολΔ, εφόσον από το φάκελλο της δικογραφίας δεν προκύπτει η επίδοση της εκκαλουμένης και η υπό κρίση έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 01/10/2019, ήτοι εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης στις 10/07/2019. Επομένως, εφόσον δεν απαιτείται η κατάθεση από τον εκκαλούντα στο δημόσιο ταμείο παραβόλου για την άσκηση αυτής [βλ. άρθρο 495 § 3 τελ. εδ. ΚΠολΔ, όπως ισχύει), η υπό κρίση έφεση, η οποία παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011 και 51 παρ. 6 στοιχ. α’ του ν. 2172/1993), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, για να κριθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ).

Β) Η υπό κρίση από 22-01-2020, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ………./2020 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……../2020 έφεση, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, στις 23-01-2020 στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ……/2020 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……./2020, κατά της με αριθμ. 2419/10-07-2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήματος Ναυτικών Διαφορών), η οποία εκδόθηκε, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 23-10-2018 κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα από την ηττηθείσα εναγομένη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1 εδ. β΄, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 520 ΚΠολΔ, εφόσον από το φάκελλο της δικογραφίας δεν προκύπτει η επίδοση της εκκαλουμένης και η υπό κρίση έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 22/01/2020, ήτοι εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης στις 10/07/2019. Περαιτέρω, με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 –ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015-, με έναρξη ισχύος 1/1/2016 –άρθρο ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015- και μετά την τροποποίηση του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 της διατάξεως του άρθρου 495 ΚΠολΔ με το άρθρο 35 παρ. 2 του Ν. 4446/2016 (ΦΕΚ Α΄ 240/22.12.2016), με έναρξη ισχύος ένα μήνα μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού (άρθρο 45 Ν. 4446/2016 -βλ. σχετ. μεταβατική διάταξη του άρθρου 44 του Ν. 4446/2016 -ΦΕΚ Α΄ 240/22.12.2016-) (ΑΠ 319/2017 Δημ. Νόμος), προβλέπεται η καταβολή παραβόλου από εκείνον που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης, της αναίρεσης και της αναψηλάφησης (και επί περισσοτέρων ομοδίκων ενός παραβόλου), το οποίο ανερχόταν, κατά το χρόνο κατάθεσης της υπό κρίση εφέσεως (22-01-2020), στο ποσό των εκατό (100) ευρώ, για την περίπτωση της έφεσης κατά αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου, που επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο Γραμματέας, με κύρωση, σε περίπτωση μη καταβολής αυτού, την απόρριψη του ενδίκου μέσου ως απαράδεκτου από το Δικαστήριο. Σύμφωνα, όμως, με το τελευταίο εδάφιο της διάταξης αυτής, όπως αυτή ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο κατάθεσης της υπό κρίση εφέσεως, η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για τις διαφορές των άρθρων 614 αριθμ. 3 και 5 (εργατικές διαφορές και διαφορές από αμοιβές αντίστοιχα) και 592 αριθμ. 1 (γαμικές διαφορές) και αριθμ. 3 (διαφορές που αφορούν διατροφή, επιμέλεια, επικοινωνία τέκνων, χρήση οικογενειακής στέγης, κατανομή κινητών μεταξύ συζύγων και κάθε άλλη περιουσιακού δικαίου διαφορά που απορρέει από τη σχέση των συζύγων ή των γονέων και τέκνων). Συνεπώς, λόγω της φύσεως της επίδικης διαφοράς, ως αφορώσας εργατική διαφορά (άρθρο 614 παρ. 3 ΚΠολΔ), δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου από την εκκαλούσα στο δημόσιο ταμείο για το παραδεκτό της (βλ. άρθρο 495 § 3 τελ. εδ. Κ.Πολ.Δ., όπως η § 3 ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015 –ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015-, με έναρξη ισχύος 1/1/2016 –άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 του Ν. 4335/2015- και την τροποποίηση του α΄ εδ. της παρ. 3 με το άρθρο 35 παρ. 2 του Ν. 4446/2016, ΦΕΚ Α΄, 240/22.12.2016 –έναρξη ισχύος ένας μήνας από τη δημοσίευση – άρθρο 45 του Ν. 4446/2016). Στη προκειμένη περίπτωση, όμως, κατά την κατάθεση, ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, της ένδικης υπό κρίση υπό στοιχείο Β΄ από 22-01-2020 έφεσης της ηττηθείσας εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, η τελευταία προέβη στην επισύναψη παραβόλου ύψους εκατό (100) ευρώ για την άσκηση της υπό κρίση έφεσης, όπως προκύπτει από την έκθεση κατάθεσης της Γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ενώ, η ως άνω διαφορά, κατά τ’ ανωτέρω, ως αφορώσα εργατική διαφορά, απαλλάσσεται της καταβολής παραβόλου για το παραδεκτό της έφεσης και κατά συνέπεια το καταβληθέν παράβολο πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα, ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης επί της ως άνω έφεσής του (βλ. σχετ. ΑΕΔ 3/3014 Δημ. Νόμος, ΑΕΔ 4/2014 Δημ. Νόμος, ΑΠ 319/2017  Δημ. Νόμος, ΑΠ 791/2017 Δημ. Νόμος). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η υπό στοιχείο Β΄ από 22/01/2020 έφεση, η οποία παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011 και 51 παρ. 6 στοιχ. α’ του ν. 2172/1993) και να ερευνηθεί, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, για να κριθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ).

Με την υπό κρίση από 03.09.2018, με Γεν. Αριθμ. ………./2018 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ………./2018 αγωγή του ο ενάγων, κατ’ ορθή εκτίμηση αυτής, εξέθετε ότι, δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, στις 26.05.2017, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο, υπό ελληνική σημαία και με αριθμό νηολογίου Πειραιά …………, Ε/Γ- Ο/Γ πλοίο, με το όνομα «ΣΦII», κ.ο.χ. 4.985,75, από την εναγόμενη εταιρεία, πλοιοκτήτρια αυτού, προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, σύμφωνα με τους όρους και συμφωνίες της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. Ότι υπηρέτησε στο πλοίο, υπό την προαναφερόμενη ειδικότητα, έως την 30.11.2017, οπότε απολύθηκε από την εναγομένη εικονικά λόγω αδείας, στην πραγματικότητα δε μετά από μονομερή και αναίτια καταγγελία της σύμβασής του από τον Πλοίαρχο, επαναπροσλήφθηκε δε στο ίδιο πλοίο, με την ίδια ειδικότητα και τις ίδιους όρους, την 12.02.2018 και απολύθηκε την 13.03.2018, εικονικά αμοιβαία συναινέσει, στην πραγματικότητα, όμως, μετά από μονομερή και αναίτια καταγγελία της σύμβασής του από τον Πλοίαρχο. Ότι, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του στο ένδικο πλοίο, πραγματοποιούσε υπερωριακή απασχόληση, κατόπιν σχετικής εντολής του Πλοιάρχου, εργαζόμενος, επί 14, 15, 16 και 17 ώρες ημερησίως, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, ανάλογα με τα δρομολόγια που εκτελούσε το πλοίο, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή, χωρίς να λαμβάνει τη νόμιμη υπερωριακή αμοιβή. Ότι, επίσης, η εναγομένη παρέλειπε να του χορηγεί διανυκτερεύσεις, καθ’ όλο το διάστημα της ναυτολόγησής του στο πλοίο, ενώ, αν και το πλοίο πραγματοποιούσε εβδομαδιαίως πέραν των πέντε (τουλάχιστον έξι) κυκλικά δρομολόγια, δεν του κατέβαλε την προσήκουσα πρόσθετη αμοιβή για την αιτία αυτή. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, ο ενάγων, ζητούσε, κύρια με βάση τη σύμβαση εργασίας του και επικουρικά, για την περίπτωση που αυτή κριθεί ολικά ή μερικά άκυρη, σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού: Α. να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 12.245,88 ευρώ, ως υπόλοιπο υπερωριακής αμοιβής, το συνολικό ποσό των 684,19 ευρώ, ως αποζημίωση λόγω μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων και το συνολικό ποσό των 6.311,32 ευρώ, ως αποζημίωση για τις απολύσεις του και Β. να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγόμενης να του καταβάλει για διαφορές δώρων εορτών το συνολικό ποσό των 1.509,65 ευρώ, για διαφορές αμοιβής δρομολογίων εξπρές το συνολικό ποσό των 9.937,53 ευρώ, όλα δε τα ανωτέρω νομιμότοκα σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στην αγωγή επιμέρους διακρίσεις, έως την εξόφληση. Ζητούσε, επίσης, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, με την εκκαλουμένη με αριθμ. 2419/10-07-2019 οριστική απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήματος Ναυτικών Διαφορών), η οποία εκδόθηκε, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 23-10-2018 κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, αφού έκρινε ότι η εν λόγω αγωγή είναι αρκούντως ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη, στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 361, 648, 653, 655 ΑΚ, 176, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε’ ΚΠολΔ, άρθρα 1, 2, 53, 54, 72 επ., 82, 84 του ΚΙΝΔ, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς» (ΦΕΚ ΒΊ/1982), 904 επ. ΑΚ (ως προς την επικουρική της βάση), των διατάξεων της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2017, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/77056/2017 ΥΑ (ΦΕΚ Β 4005/17.11.2017) και των διατάξεων της όμοιας ΣΣΝΕ του έτους 2018, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5- 1.5/ 80350/ 2018 ΥΑ (ΦΕΚ Β 5084/14.11.2018), έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή, ως κατ’ ουσία βάσιμη, υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων εξήντα έξι ευρώ και είκοσι επτά λεπτών (8.466,27 ευρώ), για διαφορά υπερωριακής αμοιβής και το ποσό των δύο χιλιάδων εκατόν εξήντα ενός ευρώ και έξι λεπτών (2.161,06 ευρώ) για αποζημίωση απόλυσης, νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό της διακρίσεις, έως την πλήρη εξόφληση, κηρύχθηκε η ανωτέρω διάταξή της προσωρινός εκτελεστή εν μέρει και δη για το ποσό των έξι χιλιάδων ευρώ (6.000,00 ευρώ) και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των χιλίων τριακοσίων δέκα έξι ευρώ και ενενήντα επτά λεπτών (1.316,97 ευρώ) για διαφορά Δώρου Χριστουγέννων 2017 και το ποσό των εβδομήντα ενός ευρώ και είκοσι έξι λεπτών (71,26 ευρώ) για διαφορά Δώρου Πάσχα 2018, νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό της εκκαλουμένης διακρίσεις, έως την πλήρη εξόφληση, επιβλήθηκε δε σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, το οποίο ορίσθηκε στο ποσό των τριακοσίων ογδόντα ευρώ (380,00 ευρώ). Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ο μεν εκκαλών με την υπό στοιχείο Α΄ έφεσή του, η δε εκκαλούσα με την υπό στοιχείο Β΄ έφεσή της, για τους αναφερομένους σε εκάστη έφεση λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητά δε έκαστος των εκκαλούντων να γίνει δεκτή η έφεσή του και ο μεν εκκαλών της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης, να μεταρρυθμισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, ώστε να γίνει δεκτή στο σύνολό της η ως άνω αγωγή του, όπως παραδεκτά περιορίστηκε, η δε εκκαλούσα της υπό στοιχείο Β΄ έφεσης, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, ώστε ν’ απορριφθεί η ως άνω αγωγή.

Από την εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού που προσκομίστηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ιδίως από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από τα οποία άλλα λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τα οποία, ορισμένα αναφέρονται ειδικώς κατωτέρω, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την ου­σιαστική διάγνωση της διαφοράς και χωρίς η ρητή αναφορά μερικών να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη, σε σχέση με τα λοιπά έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική μνεία, αφού όλα είναι ισοδύναμα και όλα, αδιακρίτως, συνεκτιμώνται για την εκφορά της δικαστικής κρίσης (βλ. ΑΠ 1628/2003 ΕλΔνη 2004. 723, ΑΠ 1068/2002 ΑρχΝ 2004. 70), από όσα βάσει της αγωγής και των προτάσεων των διαδίκων συνομολογούνται (άρθρο 261 ΚΠολΔ), τα διδάγματα της κοινής λογικής και εμπειρίας, καθώς και την εν γένει αποδεικτική διαδικασία, αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων κατήρτισε με εκπρόσωπο της εναγόμενης ναυτικής εταιρείας, την 26.05.2017, στον Πειραιά, προσύμφωνο ναυτικής εργασίας, δυνάμει του οποίου προσελήφθη και ναυτολογήθηκε την ίδια ημέρα στο, υπό ελληνική σημαία και με αριθμό νηολογίου Πειραιά ……….., Ε/Γ – Ο/Γ πλοίο «ΣΦII», κ.ο.χ. 4.985,75, πλοιοκτησίας της εναγομένης, προκειμένου να απασχοληθεί σε αυτό, με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, σύμφωνα με τους όρους και τις συμφωνίες της ισχύουσας τότε ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2017. Ο ενάγων υπηρέτησε στο ως άνω πλοίο, υπό την προαναφερόμενη ειδικότητα, έως την 30.11.2017, οπότε φέρεται ότι απολύθηκε, στο λιμάνι της Ραφήνας, λόγω αδείας. Ωστόσο, η ως άνω αναγραφόμενη στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος αιτιολογία απόλυσης κρίνεται προσχηματική, δεδομένου ότι, αφενός μεν δεν αποδείχθηκε ότι ο ενάγων αιτήθηκε κατά το χρόνο εκείνο αδείας, αφετέρου δε διότι αυτός δεν επαναπροσλήφθηκε στο πλοίο μετά τη λήξη της αδείας του ή εντός ευλόγου χρόνου από αυτήν, αλλά την 12.02.2018, η επαναπρόσληψη δε αυτού σε χρόνο μεταγενέστερο της λήξης της αδείας του ήταν απόφαση της εναγόμενης εταιρείας. Επομένως, η απόλυση του ενάγοντος, κατά τον ως άνω χρόνο, έγινε στην πραγματικότητα με καταγγελία του Πλοιάρχου, χωρίς να δικαιολογείται από παράπτωμα του ενάγοντος, ο οποίος συνεπώς δικαιούται τη νόμιμη αποζημίωση απόλυσης. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων προσελήφθη στο ίδιο πλοίο, από εκπρόσωπο της εναγομένης, όπως προεκτέθηκε, στις 12.02.2018, με σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, με την ίδια ως άνω ειδικότητα και με τους όρους και τις συμφωνίες της ισχύουσας τότε ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018, απασχολήθηκε δε σε αυτό έως την 13.03.2018, οπότε απολύθηκε, αμοιβαία συναινέσει. Ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι στην πραγματικότητα απολύθηκε, κατά τον ανωτέρω χρόνο, μετά από μονομερή και αναίτια καταγγελία της σύμβασής του από τον Πλοίαρχο δεν αποδείχθηκε, καθώς ήδη είχε προηγηθεί ισχυρισμός της εναγομένης περί ατασθαλιών του ενάγοντος στο ταμείο, όπου ασκούσε τα συμβατικά του καθήκοντα και, εν συνεχεία, απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει, απορριπτομένου, συνεπώς, αυτού του κονδυλίου αποζημίωσης απόλυσης, ως κατ’ ουσίαν αβασίμου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι καθ’ όλο το διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος στο ένδικο πλοίο, αυτό εκτελούσε το δρομολόγιο Ραφήνα – Άνδρο – Τήνο – Μύκονο και επιστροφή στη Ραφήνα, μέσω προσέγγισης των ίδιων λιμένων, ειδικότερα δε το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι της Ραφήνας καθημερινά στις 07.50′ και επέστρεφε σε αυτό περί τις 18.30′ (και περί τις 19.25′ κατά το χρονικό διάστημα από 12.02.2018 έως 13.03.2018). Επιπλέον, κάθε Παρασκευή και Κυριακή για τα χρονικά διαστήματα από 26.05.2017 έως 04.06.2017 και από 05.09.2017 έως 31.10.2017, κάθε Δευτέρα, Παρασκευή και Κυριακή, για το χρονικό διάστημα από 05.06.2017 έως 13.08.2017 και κάθε Δευτέρα, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή, για το χρονικό διάστημα από 14.08.2017 έως 04.09.2017, το ένδικο πλοίο, μετά τον κατάπλου αυτού στο λιμάνι της Ραφήνας, στις 18.30′, αναχωρούσε άμεσα, στις 19.15′, με προορισμό την Άνδρο και επιστροφή πάλι στη Ραφήνα, όπου κατέπλεε περί τις 23.30′ – 23.40′. Κατά τη χειμερινή περίοδο στο πλοίο λειτουργούσαν τρία μπαρ και κατά τη θερινή τέσσερα, ενώ σύμφωνα με την οργανική σύνθεση του πλοίου, υπηρετούσαν σε αυτό, πέραν του Προϊσταμένου Αρχιθαλαμηπόλου, του Αρχιθαλαμηπόλου και του Βοηθού Αρχιθαλαμηπόλου, τρεις θαλαμηπόλοι και ένας επιπλέον θαλαμηπόλος για κάθε κυλικείο, ήτοι συνολικά τέσσερις επιπλέον κατά τη θερινή περίοδο (01.04 – 31.10) και τρεις τον υπόλοιπο χρόνο, καθώς και δύο ακόμη θαλαμηπόλοι κατά την περίοδο από 01.04 έως 30.09, ήτοι κατά τα διαστήματα από 26.05.2017 έως 30.09.2017 υπηρετούσαν στο πλοίο εννέα θαλαμηπόλοι, από 01.10.2017 έως 31.10.2017 επτά θαλαμηπόλοι, από 01.11.2017 έως 30.11.2017 και από 12.02.2018 έως 13.03.2018 έξι θαλαμηπόλοι, ενώ απασχολούνταν, επίσης, σε αυτό και δύο επίκουροι. Ο ενάγων απασχολείτο κατά κύριο λόγο στο πρυμναίο μπαρ – κυλικείο του πλοίου, το οποίο παρέμενε ανοιχτό καθ’ όλη τη διάρκεια του δρομολογίου, εργαζόμενος σε αυτό με έναν ακόμη θαλαμηπόλο. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων ξεκινούσε την εργασία του καθημερινά περί τις 05.30, αφού, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο από την εναγόμενη απόσπασμα του ημερολογίου γέφυρας του πλοίου, κατά το επίδικο διάστημα, στις 06.00 ξεκινούσε η επιβίβαση των επιβατών και των οχημάτων, της οποίας έπρεπε να προηγηθεί η προετοιμασία και η τροφοδοσία του κυλικείου, η οποία διαρκούσε περί τη μισή ώρα. Ο ενάγων εργαζόταν στο μπαρ μέχρι και τον κατάπλου του πλοίου στη Μύκονο, μετά τον οποίο λάμβανε δίωρη ανάπαυση, αφού προηγουμένως απασχολείτο στο καθάρισμα των καμπινών και μετά το πέρας της ανάπαυσης συνέχιζε την εργασία του στο μπαρ μέχρι την ολοκλήρωση του δρομολογίου. Ο ισχυρισμός της εναγομένης, κατά τον οποίο ο ενάγων ελάμβανε ανάπαυση τεσσάρων ωρών, κρίνεται αβάσιμος, καθώς στα κυλικεία του πλοίου ήταν απαραίτητη η παρουσία δύο μελών του πληρώματος για την εξυπηρέτηση των επιβατών (ο ένας ήταν επιφορτισμένος με την παρασκευή των ροφημάτων, καθώς και την τήρηση της καθαριότητας στους χώρους του πρυμναίου σαλονιού και ο άλλος με τη διάθεση του πρόχειρου φαγητού και τη διαχείριση του ταμείου), με βάση δε την προαναφερόμενη σύνθεση του πληρώματος της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων του πλοίου, δεν υπήρχε δυνατότητα για τετράωρη αντικατάσταση των θαλαμηπόλων των μπαρ, δεδομένου και ότι οι (2) επίκουροι ήταν επιφορτισμένοι με το καθάρισμα των τουαλετών και των κοινόχρηστων χώρων του ξενοδοχειακού τμήματος του πλοίου. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι μετά τον κατάπλου του πλοίου στη Ραφήνα, στις 18.30, ο ενάγων, από κοινού με τον έτερο θαλαμηπόλο, απασχολείτο με τον καθαρισμό του κυλικείου και του σαλονιού, που βρισκόταν μπροστά από αυτό. Η διάρκεια της εργασίας αυτής διαρκούσε, περί τη μία ώρα και όχι τέσσερις ώρες, όπως αβασίμως διατείνεται ο ενάγων. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα συνάγεται ότι η διάρκεια εργασίας του ενάγοντος δεν ήταν επακριβώς καθορισμένη, ενόψει του είδους αυτής και της ιδιαιτερότητας εξωγενών παραγόντων, συνδεόμενων προς τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, της εξυπηρέτησης των συγκεκριμένων δρομολογίων, αλλά και της αυξομειούμενης επιβατικής κίνησης κατά τη διάρκεια του έτους. Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει α) των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν, κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του πλοίου, β) των χρονικών περιόδων, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων και των πρόσθετων δρομολογίων, που εκτελούσε το πλοίο (προς Άνδρο και επιστροφή), όπως αυτά ανωτέρω εκτέθηκαν και γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο ενάγων εργαζόταν, υπό την προαναφερόμενη ειδικότητα, κατ’ εντολήν του Πλοιάρχου του πλοίου και του αμέσου Προϊσταμένου του, κατά μέσον όρο, ημερησίως, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, επί 13 ώρες, κατά το χρονικό διάστημα από 26.05.2017 έως 04.06.2017 και από 05.09.2017 έως 31.10.2017, επί 14 ώρες από 05.06.2017 έως 13.08.2017, επί 15 ώρες από 14.08.2017 έως 04.09.2017, επί 12 ώρες κατά το χρονικό διάστημα από 01.11.2017 έως 30.11.2017 και επί 12 ώρες κατά το χρονικό διάστημα από 12.02.2018 έως 13.03.2018, ήτοι κατά τη δεύτερη περίοδο ναυτολόγησής του. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς, που αφορούν οι εν λόγω ΣΣΝΕ ορίζονται σε (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή (8) ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι Παρασκευής, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς. Κάθε εργασία, που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 αυτών, περιλαμβανομένων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολουμένους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής: Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της εκάστοτε ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173). Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία, περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακής αμοιβής του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%. Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρο 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών. Το ωρομίσθιο του ναυτικού με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου ορίζεται σε 6,69 €, ήτοι το προσαυξημένο κατά 25% ωρομίσθιο ανέρχεται σε 8,37 € και το προσαυξημένο κατά 50% ωρομίσθιο σε 10,04 €. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, ο ενάγων δικαιούται, ως υπερωριακή αμοιβή: -για το χρονικό διάστημα από 26.05.2017 έως 04.06.2017, κατά το οποίο εργάστηκε 8 καθημερινές και Κυριακές και 2 Σάββατα, το ποσό των [(8 ημέρες X 5 ώρες = 40 ώρες X 8,37€=) 334,80€ + (2 Σάββατα X 13 ώρες= 26 ώρες X 10,04€=) 261,04€=] 595,84€, έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις αποδείξεις πληρωμής αποδοχών, που φέρουν την υπογραφή του και, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, το ποσό των 193,55€ και συνεπώς δικαιούται ακόμη για την αιτία αυτή, το ποσό των 402,29€ – για το χρονικό διάστημα από 05.06.2017 έως 13.08.2017, κατά το οποίο εργάστηκε 60 καθημερινές και Κυριακές και 10 Σάββατα, το ποσό των [(60 ημέρες X 6 ώρες = 360 ώρες X 8,37€=) 3.013,20€ + (10 Σάββατα X 14 ώρες= 140 ώρες X 10,04€=) 1.405,60€=] 4.418,80€, έναντι του οποίου έλαβε συνολικά, όπως ο ίδιος συνομολογεί, το ποσό των 1.335,49€ και, συνεπώς, δικαιούται ακόμη, για την αιτία αυτή, το ποσό των 3.083,31€ – για το χρονικό διάστημα από 14.08.2017 έως 04.09.2017, κατά το οποίο εργάστηκε 18 καθημερινές και Κυριακές και 3 Σάββατα και 1 αργία (15 Αυγούστου), το ποσό των [(18 ημέρες X 7 ώρες = 126 ώρες X 8,37€=) 1.054,62€ + (4 Σάββατα και αργίες X 15 ώρες= 60 ώρες X 10,04€=) 602,40€=] 1.657,02€, έναντι του οποίου έλαβε, όπως ο ίδιος συνομολογεί, το ποσό των 406,46€ και, συνεπώς, δικαιούται ακόμη για την αιτία αυτή, το ποσό των 1.250,56€ – για το χρονικό διάστημα από 05.09.2017 έως 31.10.2017, κατά το οποίο εργάστηκε 48 καθημερινές και Κυριακές, 7 Σάββατα και 2 αργίες (14η Σεπτεμβρίου και 28η Οκτωβρίου), το ποσό των [(48 ημέρες X 5 ώρες = 240 ώρες X 8,37€=) 2.008,80€ + (9 Σάββατα και αργίες X 13 ώρες= 117 ώρες X 10,04€=) 1.174,68€=] 3.183,48€, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.083,88€ και συνεπώς δικαιούται ακόμη για την αιτία αυτή, το ποσό των 2.099,60€ – για το χρονικό διάστημα από 01.11.2017 έως 30.11.2017, κατά το οποίο εργάστηκε 26 καθημερινές και Κυριακές και 4 Σάββατα, το ποσό των [(26 ημέρες X 4 ώρες =104 ώρες X 8,37€=) 870,48€ + (4 Σάββατα X 12 ώρες= 48 ώρες X 10,04€=) 481,92€=] 1.352,40€, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 580,65€ και, συνεπώς, δικαιούται ακόμη για την αιτία αυτή, το ποσό των 771,75€ και -για το χρονικό διάστημα από 12.02.2018 έως 13.03.2018, ήτοι κατά τη δεύτερη περίοδο ναυτολόγησης του ενάγοντος στο ένδικο πλοίο, κατά το οποίο εργάστηκε 25 καθημερινές και Κυριακές, 4 Σάββατα και 1 αργία (Καθαρά Δευτέρα), το ποσό των [(25 ημέρες X 4 ώρες = 100 ώρες X 8,37€=) 837,00€ + (5 Σάββατα και αργίες X 12 ώρες= 60 ώρες X 10,04€=) 602,40€=] 1.439,40€, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 580,64€ και συνεπώς δικαιούται ακόμη για την αιτία αυτή, το ποσό των 858,76€. Επομένως, συνολικά, ως υπόλοιπο υπερωριακής αμοιβής, ο ενάγων δικαιούται το ποσό των 8.466,27 €. Σημειώνεται ότι την ανάγκη παροχής εργασίας πέραν των καθορισμένων ορίων δεν απέκλειε το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση και οι θαλαμηπόλοι απασχολούντο σε συγκεκριμένα καθήκοντα βάσει προγράμματος. Ισχυρή απόδειξη περί της πραγματοποιήσεως υπερωριακής τούτου απασχολήσεως αποτελεί το γεγονός ότι στον ενάγοντα κατεβάλλοντο καθ’ έκαστον μήνα χρηματικά ποσά δι’ «υπερωρίες», ως επίσης και «υπερωρίες Σαββάτων και αργιών», ως τούτο προκύπτει εκ των μετ’ επικλήσεως προσκομιζομένων λογαριασμών μισθοδοσίας τούτου (βλ. σχετ. ΜονΕφΠειρ 252/2013 Δημ. Νόμος). Το γεγονός δε της άσκησης αγωγής εναντίον της εναγομένης από το μάρτυρα, που εξετάστηκε με επιμέλεια του ενάγοντος, δεν δύναται ν’ αποκλείσει την αλήθεια της μαρτυρίας του, ως αβασίμως ισχυρίζεται αύτη, αλλ’ απλώς, η μαρτυρία αυτή λαμβάνεται υπ’ όψιν κατά το μέτρον αξιοπιστίας του βεβαιώσαντος, συνεκτιμώμενη ελευθέρως μετά των λοιπών αποδεικτικών μέσων (βλ. σχετ. ΜονΕφΠειρ 252/2013 ό.π.). Επιπροσθέτως, ο ενάγων έπρεπε να λάβει για επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα τα παρακάτω αναφερόμενα ποσά και συγκεκριμένα: α) για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2017, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 26.05.2017 έως και 04.06.2017, το ποσό των [1.157,99€ μισθός ενεργείας + 254,766 επίδομα Κυριακών + 35,22€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € X 30) + 1.787,52€ μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής 595,84€ (σύνολο δικαιούμενης αμοιβής υπερωριών κατά τη χρονική διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος από 26.05.2017 έως και 04.06.2017) : 10 ημέρες= 59,58€ X 30} = 3,811,796 μηνιαίες αποδοχές X 2/25 = 304,94€ X 0,53 δεκαεννεαήμερα =] 161,62€, έλαβε δε για την αιτία αυτή το ποσό των 193,55€ και συνεπώς ουδέν του οφείλεται, β) για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2017, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 05.06.2017 έως 13.08.2017, το ποσό των [1.157,99€ μισθός ενεργείας + 254,766 επίδομα Κυριακών + 35,22€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21€ X 30) + 1.893,90€ μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής 4.418,80€ (σύνολο δικαιούμενης αμοιβής υπερωριών κατά τη χρονική διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος από 05.06.2017 έως 13.08.2017) : 70 ημέρες= 63,13€ X 30} = 3.918,17 € μηνιαίες αποδοχές X 2/25 = 313,45€ X 3,68 δεκαεννεαήμερα =] 1.153,50€, έναντι του οποίου έλαβε το συνολικό ποσό των 530,35 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 623,15 ευρώ, γ) για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2017, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 14.08.2017 έως 04.09.2017, το ποσό των [1.157,99€ μισθός ενεργείας + 254,76€ επίδομα Κυριακών + 35,22€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € X 30) + 2.259,60€ μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής {:1.657,02€ (σύνολο δικαιούμενης αμοιβής υπερωριών κατά τη χρονική διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος από 14.08.2017 έως 04.09.2017) : 22 ημέρες= 75,32€ X 30} = 4.283,87 € μηνιαίες αποδοχές X 2/25 = 342,71€ X 1,16 δεκαεννεαήμερα =] 397,54€, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 229,21 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 168,33 ευρώ, δ) για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2017, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 05.09.2017 έως 31.10.2017, το ποσό των [1.157,99€ μισθός ενεργείας + 254,76€ επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21€ X 30) + 1.110,60€ μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής {:3.183,48€ (σύνολο δικαιούμενης αμοιβής υπερωριών κατά τη χρονική διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος από 05.09.2017 έως 31.10.2017) : 86 ημέρες = 37,02€ X 30} = 3.134,87€ μηνιαίες αποδοχές X 2/25 = 250,79€ X 4,53 δεκαεννεαήμερα =] 1.136,07€, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 724,61 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 411,46 ευρώ, ε) για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2017, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 01.11.2017 έως 30.11.2017, το ποσό των [1.157,99€ μισθός ενεργείας + 254,76€ επίδομα Κυριακών + 35,22€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21€ X 30) + 1.352,40€ μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής {: 1.352,40€ σύνολο δικαιούμενης αμοιβής υπερωριών κατά τη χρονική διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος από 01.11.2017 έως 30.11.2017} = 3.376,67€ μηνιαίες αποδοχές X 2/25 = 270,13€ X 1,58 δεκαεννεαήμερα =] 426,81€, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 312,78 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 114,03 ευρώ και στ) για αναλογία Δώρου Πάσχα 2018, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 12.02.2018 έως 13.03.2018, το ποσό των [1.157,99€ μισθός ενεργείας + 254,76€ επίδομα Κυριακών + 35,22€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21€ X 30) + 1.239,40€ μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής {1.439,40€ σύνολο δικαιούμενης αμοιβής υπερωριών κατά τη χρονική διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος από 12.02.2018 έως 13.03.2018} = 3.263,67€ μηνιαίες αποδοχές: 2 = 1.631,84€ : 15 ημέρες = 108,79€ ανά οκταήμερο X 3,75 οκταήμερα] 407,96€, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 336,70 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 71,26€. Συνολικά, επομένως, για διαφορά Δώρου εορτών Χριστουγέννων 2017 ο ενάγων δικαιούται το ποσό των 1.316,97€ και για διαφορά Δώρου Πάσχα 2018 το ποσό των 71,26€. Περαιτέρω, από το άρθρο 33 της ΣΣΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων  έτους 2016, που κυρώθηκε με την Υ.Α 2242.5-1.5/72672/2016 (ΦΕΚ Β΄2796/5-9-2016), και της αντίστοιχης έτους 2017 που κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/77056/2017 (ΦΕΚ Β΄ 4005/17-11-2017), το οποίο τιτλοφορείται «Δρομολόγια εξπρές», προκύπτει ότι (α) σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση δρομολογίων πρέπει να προνοείται από την αρμόδια υπηρεσία (του ΥΕΝΑΝΠ ή ΥΘΥΝΑΛ) και από τους πλοιοκτήτες η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον 6 ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης, καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο, εάν δε αυτό κατ’ εξαίρεση δεν καθίσταται δυνατό, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο αυτό (§§1 και 2) (β) ως δρομολόγια, για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα η πρόσθετη αυτή αμοιβή, θεωρούνται εκείνα, για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον 6 ώρες από τον κατάπλου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού (§3, δρομολόγια εξπρές) (γ) η πρόσθετη αυτή αμοιβή προβλέπεται για όλα τα εξπρές δρομολόγια, με την παραπάνω έννοια, που αναφέρονται σε ακτοπλοϊκά – επιβατηγά πλοία, που δεν έχουν τακτικές καθημερινές, τουλάχιστον 6 αναχωρήσεις (δρομολόγια) την εβδομάδα από το λιμάνι αφετηρίας, και υπολογίζεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις §§4 και 7, τακτικά δε θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα, κατά τα οποία το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη, κάθε ημέρα, ώρα, έστω και αν η ώρα απόπλου δεν είναι η ίδια κάθε ημέρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου (δ) ειδικά, προκειμένου περί πλοίων, τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, η πρόσθετη αυτή αμοιβή καταβάλλεται για τα πέραν των 5 δρομολόγια την εβδομάδα (§5, που αποτελεί διάταξη ειδικότερη εκείνης της §3), οι ναυτικοί δηλ. που εργάζονται σε ακτοπλοϊκά επιβατηγά πλοία, που έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις και εκτελούν περισσότερα από 5 κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα, είτε παραμένουν στο λιμάνι αφετηρίας 6 ώρες είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην προαναφερθείσα §7 του άρθρου αυτού, με τη διαφορά ότι ο αριθμός των δρομολογίων εξπρές δεν υπολογίζεται κατά την §4, αλλά κατά τα οριζόμενα στην §5 του ίδιου άρθρου (ε) τέλος, κατ’ εξαίρεση, που εισάγεται με την §6 του αυτού άρθρου οι διατάξεις του δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται, οι ναυτικοί δηλαδή δεν δικαιούνται την πρόσθετη αυτή αμοιβή για δρομολόγια εξπρές, σε ημερόπλοια δηλαδή τα πλοία που εκτελούν πλόες από 07.00` έως 23.00` και σε πλοία τοπικών γραμμών, εκτός εάν, κατ’ εξαίρεση δηλαδή της εξαίρεσης αυτής (επάνοδο στον κανόνα) τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλ. 23.00` μέχρι 07.00` ώρας (της επομένης ημέρας) (ΑΠ 259/2014 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΠειρ 216/2021 Δημ. Ιστοσελ. ΕφΠειρ, ΜονΕφΠειρ 50/2016 Δημ. Νόμος). Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε, επίσης, ότι το ένδικο πλοίο εκτελούσε καθημερινές τακτικές αναχωρήσεις από το λιμάνι της Ραφήνας, που ήταν λιμάνι αφετηρίας, πραγματοποιώντας προγραμματισμένα επτά κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, πλην όμως οι πλόες του ήταν κατά κύριο λόγο ημερήσιοι (από 07.00-23.00), εκτός των ανά εβδομάδα εκτελούμενων από Ραφήνα προς Άνδρο (και επιστροφή) δρομολογίων, που αναφέρθηκαν ανωτέρω, τα οποία ολοκληρώνονταν περί τις 23.30, στοιχείο που δεν αναιρεί το ως άνω χαρακτηρισμό του πλοίου, στο οποίο απασχολούνταν ο ενάγων, ως ημερόπλοιου, ήτοι ως επιβατηγό ακτοπλοϊκό πλοίο, που πραγματοποιεί καθημερινά τακτικούς πλόες σε εκτέλεση δρομολογίων,  σε προκαθορισμένη ώρα, μεταξύ του διαστήματος από ώρα 7.00 έως 23.00 ή  κατ’ ελάχιστο έως 23.30. Επομένως, και σύμφωνα με τα όσα ορίζεται στο άρθρο 33 των εφαρμοστέων ΣΣΝΕ, το πλήρωμα αυτών δικαιούται αμοιβής για δρομολόγια εξπρές μόνο όταν το πλοίο εκτελεί ή επεκτείνει τους πλόες του κατά τις νυκτερινές ώρες,  πέραν της 23ης ώρας έως την 7η ώρα και αφού πρόκειται για τακτικούς πλόες, για τα πέραν των πέντε κυκλικά ταξίδια. Αμοιβή για κάθε δρομολόγιο εξπρές δικαιούται το μέλος πληρώματος πλοίου, που εκτελεί τέτοιο δρομολόγιο, αλλά δεν έχει τακτικές καθημερινές, τουλάχιστον 6, αναχωρήσεις (δρομολόγια) την εβδομάδα από το λιμάνι αφετηρίας (βλ. σχετ. ΜονΕφΠειρ 216/2021 ό.π.). Επομένως, πρέπει, κατά τ’ ανωτέρω, να απορριφθεί κατ’ ουσίαν το κονδύλιο της αγωγής για πρόσθετη αμοιβή λόγω εκτέλεσης δύο -πέραν των πέντε- πρόσθετων δρομολογίων εβδομαδιαίως, που ερείδεται στη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 33 της οικείας ΣΣΝΕ. Επίσης, ο ενάγων δικαιούται, όπως προεκτέθηκε, αποζημίωση λόγω της απόλυσής του, στις 30.11.2017, η οποία είναι ίση προς τις αποδοχές δεκαπέντε (15) ημερών, με βάση τον καταβαλλόμενο σε αυτόν μισθό, κατά τον τελευταίο μήνα απασχόλησής του, ήτοι ανέρχεται στο ποσό των [1.157,99€ μισθός ενεργείας + 254,76€ επίδομα Κυριακών + 35,22€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 321,08€ άδεια + 96,05€ τροφή αδείας + 528,31€ αναλογία δώρων {:3.275,54€ Δ.Χρ. : 6,2 μήνες} + 576,30 € τροφοδοσία + 1.352,40 € υπερωριακή αμοιβή Νοεμβρίου 2017=] 4.322,11€ : 30 X 15=] 2.161,06€. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων λάμβανε διανυκτερεύσεις από τον Πλοίαρχο του πλοίου, μία με δύο φορές την εβδομάδα και για τον λόγο τούτο πρέπει να απορριφθεί το κονδύλιο αποζημίωσης λόγω μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο. Τέλος, ορθώς η εκκαλουμένη δεν έλαβε υπόψη για τον υπολογισμό των πρόσθετων αμοιβών και επιδομάτων εορτών το επίδομα ιματισμού, διότι  το προβλεπόμενο στο άρθρο 5 των οικείων ΣΣΝ επίδομα ιματισμού δεν θεωρείται αντάλλαγμα της εργασίας, που παρέχει ο ναυτικός – μέλος πληρώματος, αλλά κύρια αιτία έχει την εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003 ΔΕΝ 59.1300, ΑΠ 226/2003 ΔΕΝ 59.1138, ΕφΠειρ 216/2021 Δημ. Ιστοσελ. ΕφΠειρ, ΜονΕφΠειρ 50/2016 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 53/2013, ΜονΕφΠειρ 661/2012, ΕφΠειρ 517/2011, ΕφΠειρ 500/2011, ΕφΠειρ 55/2011, ΕφΠειρ 54/2011 αδημ. σε νομικό τύπο, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝΔ 2011.262, ΕφΠειρ 723/2010 αδημ. σε νομικό τύπο, ΕφΠειρ. 283/2009 ΕΝΔ 37.102, ΜονΕφΠειρ 50/2016 ό.π., ΜονΕφΠειρ 434/2013 Δημ. Νόμος) και, επομένως, ορθά δεν  συνυπολογίστηκε από την εκκαλουμένη στις τακτικές αποδοχές για τον καθορισμό  των επιδομάτων εορτών, που δικαιούται  ο ενάγων. Επισημαίνεται ενταύθα ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα επί των δελτίων λογαριασμών μισθοδοσίας δεν ενέχει άνευ άλλου τινός παραίτηση των ως άνω νομίμων δικαιωμάτων του. Και εάν ακόμη ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτος υπογραφή των δελτίων μισθοδοσίας ενείχε παραίτηση εκ μέρους του των επιδίκων αξιώσεων του εκ της προσφοράς εργασίας του, η παραίτηση αύτη (άφεση χρέους) είναι άνευ νομίμου επιρροής, εφ’ όσον τοιαύτη συμφωνία δεν είναι επιτρεπτή υπό του νόμου (βλ. ΕφΠειρ 252/2013 ό.π., ΕφΠειρ 660/2012, 704/2002, ΕφΠειρ 27/2001 ΕΝΔ 30, σελ. 370,19 αντιστ.). Σημειώνεται, επίσης, ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όπως και το παρόν, προκειμένου να σχηματίσει την δικανική του πεποίθηση έχει τη δυνατότητα, με βάση το άρθρο 336 ΚΠολΔ, να εκτιμήσει τις ενώπιόν του αποδείξεις, με βάση τις γενικές και αφηρημένες γνώσεις, που έχει αποκτήσει για την εμπειρική πραγματικότητα, για την εξέλιξη των πραγμάτων, τόσο από την παρατήρηση της καθημερινής ζωής, όσο και από την επαγγελματική ενασχόληση και την επιστημονική έρευνα και έχουν έτσι καταστεί οι γνώσεις αυτές κοινό κτήμα και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διαπιστωθεί έμμεσα η βασιμότητα των αποδεικτέων πραγματικών περιστατικών στη συγκεκριμένη δίκη, απορριπτομένου του περί αντιθέτου ισχυρισμού της εκκαλούσας – εφεσίβλητης (βλ. σχετ. ΜονΕφΠειρ 216/2021 Δημ. Ιστοσελ ΕφΠειρ). Συνεπώς, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να γίνει δεκτή, εν μέρει, ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και Α. να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα, για υπόλοιπο υπερωριακής αμοιβής το ποσό των 8.466,27 ευρώ και για αποζημίωση απόλυσης το ποσό των 2.161,06 ευρώ και Β. να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα, για διαφορά Δώρου Χριστουγέννων 2017 το ποσό των 1.316,97 ευρώ και για διαφορά Δώρου Πάσχα 2018 το ποσό των 71,26 ευρώ, τα ανωτέρω δε νομιμότοκα ως ακολούθως: για την υπερωριακή αμοιβή εντόκως από την επομένη της (πρώτης) απόλυσης του ενάγοντος, ήτοι από την 01.12.2017, για την αναλογία Δώρου Χριστουγέννων από την 01.01.2018, για την αναλογία Δώρου Πάσχα από την 01.05.2018 και για την αποζημίωση απόλυσης από την επομένη επίδοσης της αγωγής, καθώς η αποζημίωση αυτή δεν θεωρείται μισθός και δεν υφίσταται ως προς αυτή δήλη ημέρα καταβολής, αλλά ο τόκος άρχεται από της οχλήσεως και κατά πάσα περίπτωση από της επιδόσεως της αγωγής, έως την πλήρη εξόφληση. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων εξήντα έξι ευρώ και είκοσι επτά λεπτών (8.466,27 ευρώ) για διαφορά υπερωριακής αμοιβής και το ποσό των δύο χιλιάδων εκατόν εξήντα ενός ευρώ και έξι λεπτών (2.161,06 ευρώ) για αποζημίωση απόλυσης, νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό της παρούσας διακρίσεις, έως την πλήρη εξόφληση, αναγνώρισε δε την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των χιλίων τριακοσίων δέκα έξι ευρώ και ενενήντα επτά λεπτών (1.316,97 ευρώ) για διαφορά Δώρου Χριστουγέννων 2017 και το ποσό των εβδομήντα ενός ευρώ και είκοσι έξι λεπτών (71,26 ευρώ) για διαφορά Δώρου Πάσχα 2018, νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό της παρούσας διακρίσεις, έως την πλήρη εξόφληση, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, ούτε απαίτησε περισσότερα στοιχεία, ούτε αρκέσθηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα, που απαιτεί ο νόμος, αλλά ούτε και προσέδωσε σ’ αυτές έννοια διαφορετική από την αληθινή, αναφορικά με τα ουσιώδη για την έκβαση της δίκης ζητήματα της συνδρομής των θεμελιωτικών του αγωγικού αιτήματος πραγματικών περιστατικών (προϋποθέσεων) και ορθά εκτίμησε, κατά τα ανωτέρω, τις αποδείξεις. Συνεπώς, πρέπει ν’ απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμοι όλοι οι λόγοι των υπό στοιχεία Α΄ και Β΄ εφέσεων, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, παρέλκει δε η εξέταση της υποβαλλόμενης δια των προτάσεων της εκκαλούσας – εφεσίβλητης (εναγομένης) αίτησης επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.

Κατόπιν των ανωτέρω, μη υπάρχοντος άλλου παραπόνου κατά της εκκαλουμένης, πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμες: Α) η από 26-09-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ……../2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2019, έφεση και Β) η από 22-01-2020, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ………./2020 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ………../2020 έφεση, κατά της με αριθμ. 2419/10-07-2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τμήματος ναυτικών διαφορών), η οποία εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών. Τέλος, πρέπει να συμψηφισμούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά τ’ άρθρα 179 και 183 ΚΠολΔ, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων: Α) την από 26-09-2019, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ………./2019 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……../2019, έφεση και Β) την από 22-01-2020, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. ……../2020 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……./2020 έφεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά τις ως άνω εφέσεις και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτές κατ’ ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την απόδοση στην εκκαλούσα της υπό στοιχείο Β΄ από 22-01-2020 έφεσης του παραβόλου, το οποίο κατέθεσε για την άσκηση αυτής.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 26/05/2021, στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ