Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 201/2021

Αριθμός  201/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών,  Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη και Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ……….,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας……………. εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό της Δικηγόρο Μιχαήλ Μυγιάκη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:  Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» («ΛΑΓΗΕ ΑΕ»),  η οποία ιδρύθηκε με βάση το Ν. 4001/2011 και ασκεί τις δραστηριότητες που ασκούνταν από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΕ»  και το διακριτικό τίτλο «ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ», η οποία εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκε δε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Σπυριδούλα Μαμαρέλη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  26.3.2014 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2014) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2906/2015 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η  ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από 24.5.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2017) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………../2017) αρχικά η 1η.3.2018, μετά δε από αναβολή, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε   τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και η πληρεξούσια Δικηγόρος  της εφεσίβλητης, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Η κρινόμενη από 24-5-2017 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. ……../2017 έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 2906/2015 αποφάσεως του  Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων και  κατά την τακτική διαδικασία, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (άρθρ. 19 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3994/2011,                                                                                                     έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε τριετία από τη δημοσίευσή της έως την άσκηση αυτής (έφεσης, άρθρ.  495 παρ.1, 498, 511, 513 παρ.1, 516 παρ.1, 517,  518 παρ. 2, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, αφού η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, δηλαδή, πριν από την 1-1-2016 (ΑΠ 933/2020 και ΑΠ 712/2019δημ.ΝΟΜΟΣ) και 591 παρ.1 Κ.Πολ.Δ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρ.533 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.), δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής έχει  κατατεθεί  από  την εκκαλούσα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4, όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 4055/2012, το νόμιμο παράβολο, όπως προκύπτει  από τη με ημερομηνία 30-5-2017 πράξη κατάθεσης παραβόλων του αρμόδιου Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Η ενάγουσα με την από 26-3-2014 και υπ’ αριθμ.   εκθ. καταθ. ………../26-3-2014 αγωγή, που άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ισχυρίστηκε, κατ΄ ορθή εκτίμηση του περιεχομένου της, τα εξής: Η ίδια είναι παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας και  δυνάμει της από 5-7-2011 έγγραφης σύμβασης πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, που καταρτίσθηκε στον Πειραιά, μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» και το διακριτικό τίτλο «ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.» και της νομίμου εκπροσώπου της, η τελευταία εταιρεία συμφώνησε και ανέλαβε την υποχρέωση να αγοράζει από αυτή (ενάγουσα – παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας) ηλεκτρική ενέργεια και η ενάγουσα ανέλαβε αντίστοιχα την υποχρέωση να πωλεί στην ως άνω εταιρία ηλεκτρική ενέργεια, η οποία παράγεται από τον αναφερόμενο στην αγωγή φωτοβολταϊκό σταθμό της, κατά τους όρους και συμφωνίες που περιλαμβάνονται στην ανωτέρω σύμβαση, που είναι ενσωματωμένη στην αγωγή. Η εναγόμενη ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» (ΛΑΓΗΕ Α.Ε.) ιδρύθηκε με βάση το Ν. 4001/2011 για τη λειτουργία ενεργειακών αγορών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου για έρευνα, παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς υδρογονανθράκων (ΦΕΚ 179/22-8-2011) και ασκεί τις δραστηριότητες που ασκούσε η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία  «Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» (ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.»), της οποίας, σύμφωνα με τον ως άνω νόμο αποτελεί καθολικό διάδοχο, πλην των δραστηριοτήτων εκείνων, οι οποίες σύμφωνα με τον ίδιο νόμο μεταφέρονται στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» (ΑΔΜΗΕ Α.Ε.). Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 12 της ως άνω σύμβασης πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας «Ο υπολογισμός του τιμήματος της ηλεκτρικής ενέργειας που εγχύθηκε στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο και απορροφήθηκε από αυτό γίνεται από το ΔΕΣΜΗΕ σύμφωνα με τον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, το Ν. 3468/2006, το άρθρο 27Α του Ν. 3734/2009, το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010 και τη λοιπή κείμενη νομοθεσία. Προς τούτο αποστέλλεται στον Παραγωγό σχετικό σημείωμα στο οποίο αναφέρονται και τυχόν χρέωση αέργου ισχύος και τυχόν απαιτήσεις του ΔΕΣΜΗΕ κατ’ αυτού. Ο Παραγωγός βάσει του πιο πάνω σημειώματος εκδίδει τιμολόγιο στο οποίο οι απαιτήσεις αυτές συμψηφίζονται με το τίμημα που ο ΔΕΣΜΗΕ πρέπει να καταβάλει στον παραγωγό. Το τιμολόγιο αποστέλλεται στο ΔΕΣΜΗΕ για εξόφληση και είναι πληρωτέο μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την κατάθεσή του στο ΔΕΣΜΗΕ». Η ενάγουσα ως παραγωγός άρχισε να πωλεί αρχικά στον ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε. και στη συνέχει μετά το Ν. 4001/2011 στην εναγομένη ηλεκτρική ενέργεια, την ποσότητα της οποίας και την τιμή μονάδος καθόριζε πάντα το αντισυμβαλλόμενο μέρος, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 12 της πιο πάνω σύμβασης. Η εναγομένη δεν έχει καταβάλει στην ενάγουσα τα ποσά που αντιστοιχούν στην πώληση ηλεκτρικής ενέργειας προς αυτήν για τους μήνες από Ιούλιο του έτους 2013 έως και Φεβρουάριο του έτους 2014. Τα ποσά που αντιστοιχούν στους μήνες αυτούς, η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που πωλήθηκε, η τιμή μονάδας με βάση την οποία έγινε ο υπολογισμός, ο αναλογών Φ.Π.Α. (ο οποίος έχει πληρωθεί από την ενάγουσα ολοσχερώς), καθώς και οι κρατήσεις από το τίμημα για την Έκτακτη Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης που τη βαρύνει, ποσοστού 37%, αναγράφονται στα εκδοθέντα από την ενάγουσα τιμολόγια, τα οποία συνοδεύονται καθένα χωριστά από το αντίστοιχο ενημερωτικό σημείωμα της εναγομένης προς αυτήν (ενάγουσα) ανά μήνα για την έκδοση του κάθε τιμολογίου. Τα τιμολόγια που έχουν εκδοθεί από την ενάγουσα προς την εναγόμενη και που αφορούν τους παραπάνω μήνες και συναλλαγή, ήτοι την πώληση των σ’ αυτά αναγραφόμενων ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας, είναι τα υπ’ αριθ. 6/31-7-2013 ποσού 72.185,80 ευρώ, 7/31-8-2013, ποσού 84.628,59 ευρώ, 8/30-9-12013, ποσού 70.398,59 ευρώ, 9/31-10-2013, ποσού 60.916,7 ευρώ, 10/30-11-2013, ποσού 38.638,35 ευρώ, 11/31-12-2013, ποσού 38.610,79 ευρώ, 12/31- 1-2014, ποσού 28.869,19 ευρώ και 13/28-2-2014, ποσού 38.079,17 ευρώ, που είναι ενσωματωμένα στην αγωγή, τα οποία σε πρωτότυπο έχουν ήδη αποσταλεί στην εναγόμενη, η οποία όφειλε εντός 20 ημερών να τα εξοφλήσει. Ενόψει των ανωτέρω η εναγόμενη της οφείλει συνολικά το ποσό των 432.327,05 ευρώ, στο οποίο περιλαμβάνεται και ο αναλογών Φ.Π.Α., ο οποίος εξ ολοκλήρου έχει αποδοθεί στο Δημόσιο από αυτή (ενάγουσα). Με βάση το παραπάνω περιεχόμενο της αγωγής, η ενάγουσα, μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος, όσον αφορά τα ποσά των 72.185,80 ευρώ, 84.628,59 ευρώ και 70.398,59 ευρώ,  που αντιστοιχούν στα υπ’ αριθ. …../31-2013, ……./31-8-2013 και ……../30-9-2013 τιμολόγιά της, συνολικού ποσού 227.212,98 ευρώ,  λόγω εξόφλησης τούτων από την εναγομένη, ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το ποσό των 205.114,07 ευρώ, που ενσωματώνουν τα ως άνω υπόλοιπα πέντε τιμολόγια, με το νόμιμο τόκο από την πάροδο 20ημέρου από την έκδοση του κάθε τιμολογίου, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στα δικαστικά της έξοδα. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε την αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την υπό κρίση έφεση η εκκαλούσα για τους λόγους που αναφέρονται σ’ αυτή και ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, προκειμένου να  γίνει δεκτή η αγωγή.  Οι λόγοι της έφεσης είναι παραδεκτοί και επομένως πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω κατ΄ ουσίαν.

Κατά το άρθρο 5 παρ. 1 και 106 παρ. 2 του Συντάγματος είναι επιτρεπτή νομοθετική παρέμβαση στην εξέλιξη συνεστημένης συμβατικής σχέσης ως εξαιρετικό μέτρο, εφόσον δικαιολογείται για σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος και εφόσον το εξαιρετικό αυτό νομοθετικό μέτρο προβλέπεται με βάση γενικά αντικειμενικά και πρόσφορα κριτήρια και λαμβάνεται στο πλαίσιο της αρχής της αναλογικότητας. Εξάλλου είναι σύμφωνη με τις προβλέψεις του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ επέμβαση σε περιουσιακής φύσης αγαθό, που προβλέπεται από νομοθετικές ή άλλου είδους κανονιστικές διατάξεις, εφόσον δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος, στους οποίους περιλαμβάνονται κατ’ αρχήν και λόγοι συναπτόμενοι προς την αντιμετώπιση ενός ιδιαιτέρως σοβαρού κατά την εκτίμηση του εθνικού νομοθέτη, δημοσιονομικού ή άλλου προβλήματος, εφόσον η επέμβαση στην περιουσία είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από το νομοθέτη σκοπού γενικού συμφέροντος και εφόσον υφίσταται αναλογία μεταξύ του σκοπού και της επέμβασης (ΟλΣτΕ 3409/2013, ΟλΣτΕ 1685/2013, ΟλΣτΕ 1972/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά την «Υποπαράγραφο ΙΓ3: Παροχή έκπτωσης» του άρθρου Πρώτου του Ν. 4254/2014 «Μέτρα Στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4046/2012 και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ τεύχος Α’ 85/7-4-2014) «Εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, οι παραγωγοί ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, πλην των περιπτώσεων που εντάσσονται στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β’ 1079/2009), προβαίνουν στην έκδοση και παράδοση πιστωτικού τιμολογίου με βάση το Ειδικό Ενημερωτικό Σημείωμα που θα εκδώσουν ο ΛΑΓΗΕ για το Διασυνδεδεμένο Σύστημα και ο ΔΕΔΔΗΕ για το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών. Οι παραγωγοί ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ υποχρεούνται να εκδώσουν πιστωτικό τιμολόγιο κατά τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ) (ν. 4093/2012), με το οποίο παρέχουν έκπτωση επί της συνολικής αξίας της εγχεόμενης κατά το 2013 ενέργειας: α) σε ποσοστό 34% για φωτοβολταϊκούς σταθμούς που συνδέθηκαν έως 31.12.2009, β) σε ποσοστό 35% για φωτοβολταϊκούς σταθμούς που συνδέθηκαν από 1.1.2010 έως 31.12.2011, γ) σε ποσοστό 37% για φωτοβολταϊκούς σταθμούς που συνδέθηκαν από 1.1.2012 έως 31.12.2012, δ) σε ποσοστό 37,5% για φωτοβολταϊκούς σταθμούς που συνδέθηκαν από 1.1.2013 έως 31.12.2013, ε) σε ποσοστό 20% ειδικά για φωτοβολταϊκούς σταθμούς έως και 100 ΚW (συμπεριλαμβανομένων των σταθμών που ανήκουν σε κατ’ επάγγελμα αγρότες), στ) σε ποσοστό 10% για τις υπόλοιπες ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ. 2. Μέχρι την έκδοση και παράδοση στο ΛΑΓΗΕ του πιστωτικού τιμολογίου που αναφέρεται στην περίπτωση αυτή, αναστέλλεται η υποχρέωση, του ΛΑΓΗΕ για το Διασυνδεδεμένο Σύστημα και του ΔΕΔΔΗΕ για το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, καταβολής τιμήματος για την ποσότητα ενέργειας που έχει παραδοθεί και δεν έχει εξοφληθεί. Τα ακριβή οικονομικά και φορολογικά στοιχεία του πιστωτικού τιμολογίου θα παρέχονται στους παραγωγούς ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ από το ΛΑΓΗΕ και το ΔΕΔΔΗΕ μέσω του Ειδικού Ενημερωτικού Σημειώματος. Όσον αφορά στα λοιπά θέματα φορολογικής απεικόνισης πιστωτικών τιμολογίων, ισχύουν οι διατάξεις του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000) και του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ), ν. 4093/2012 με επιφύλαξη των ακόλουθων περιπτώσεων 4, 5 και 6. 3…». Η ως άνω διάταξη, με την οποία α) επανακαθορίστηκαν οι τιμές αποζημίωσης εν λειτουργία σταθμών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και Μονάδων Συμπαραγωγής και Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (ΣΗΘΥΑ) και β) προβλέφθηκε η έκδοση πιστωτικού – εκπτωτικού τιμολογίου από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ προς την «ΛΑΓΗΕ Α.Ε.» (εναγομένη), η οποία ως ανώνυμη εταιρία ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και έχει κατ’ εφαρμογή του άρθρου 96 παρ. 6 του Ν. 4011/2011 τη γενική αρμοδιότητα εφαρμογής των κανόνων για τη λειτουργία της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, για την παροχή έκπτωσης επί της ηλεκτρικής ενέργειας που τιμολογήθηκε εντός της διαχειριστικής χρήσης του 2013, έχει θεσπιστεί για λόγους προστασίας της εθνικής οικονομίας και του δημοσίου συμφέροντος. Συγκεκριμένα θεσπίστηκε για την εξυγίανση, την εξασφάλιση της βιωσιμότητας και της αποτροπής κατάρρευσης του Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του Ν. 2773/1999, ο οποίος αποτελεί το βασικό μηχανισμό στήριξης των ΑΠΕ, διότι η έως τότε ελλειμματική λειτουργία του Ειδικού Λογαριασμού έχει αποσταθεροποιήσει και διακυβεύει τόσο την αγορά των ΑΠΕ (λόγω των καθυστερήσεων πληρωμών των παραγωγών), όσο και το σύνολο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (λόγω των προβλημάτων που προκαλούνται στο ΛΑΓΗΕ-διαχειριστή του Λογαριασμού και Λειτουργό της όλης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Ταυτόχρονα εξυπηρετείται και ο λόγος επιτακτικού γενικού συμφέροντος υπό τις παρούσες συνθήκες οικονομικής κρίσης, να μην υπάρξει υπέρμετρη αύξηση του τέλους που πληρώνουν οι τελικοί καταναλωτές (οικιακοί, βιοτεχνικοί, βιομηχανικοί) για τις ΑΠΕ (ΕΤΜΕ-ΑΡ), το οποίο έχει ήδη τετραπλασιαστεί από το 2011 (από 5,43 Ε/mwh το 2011 σε 19,76 Ε/mwh κατά τη συζήτηση της αγωγής στον πρώτο βαθμό) και το οποίο κατά τις αποφάσεις της ΡΑΕ θα έπρεπε περαιτέρω να διπλασιαστεί χωρίς τις ρυθμίσεις του Ν. 4254/2014). Περαιτέρω, η ανωτέρω νομοθετική επέμβαση σε συνεστημένη συμβατική σχέση, ως εξαιρετικό μέτρο, ελήφθη βάσει γενικών, αντικειμενικών και πρόσφορων κριτηρίων, τηρώντας την αρχή της αναλογικότητας των τιμών αποζημίωσης έγινε με εύλογα και δίκαια κριτήρια (τεχνολογία, κόστος κατασκευής, μέγεθος εγκαταστάσεων, χορήγηση ή μη επιδότησης, χρόνος λειτουργίας κ.λ.π.), ώστε να υπάρξει δίκαιη και αναλογική κατανομή του οικονομικού βάρους στους παραγωγούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ με τήρηση του κανόνα της κοινής οικονομικής απόδοσης (ομογενοποίηση αποδόσεων διαφορετικών τεχνολογιών και εγκαταστάσεων, αποκλεισμός/περιορισμός περιπτώσεων «υπεραποδόσεων») (βλ. αιτιολογική έκθεση του ως άνω Ν. 4254/2014). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω με τις προαναφερόμενες ρυθμίσεις δεν τίθεται ζήτημα παραβίασης των άρθρων 2 παρ. 1 και 4 αρ. 1 του Συντάγματος, του άρθρου 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974, έχοντας υπερνομοθετική ισχύ (άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος) και άρθρου 1 του (επίσης κυρωθέντος με το ν.δ. 53/1974 και την αυτή υπερνομοθετική ισχύ έχοντος) Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής αυτής Σύμβασης. Περαιτέρω, κατά τα άρθρα 440 και 441 ΑΚ «ο συμψηφισμός επιφέρει απόσβεση των μεταξύ δύο προσώπων αμοιβαίων απαιτήσεων, όσο καλύπτονται, αν είναι ομοειδείς κατά το αντικείμενο και ληξιπρόθεσμες. Ο συμψηφισμός επέρχεται αν ο ένας τον επικαλεσθεί με δήλωση προς τον άλλο. Η πρόταση του συμψηφισμού επιφέρει την απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων από τότε που συνυπήρξαν». Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, το διαπλαστικό δικαίωμα της πρότασης του συμψηφισμού δημιουργείται από τη στιγμή που δύο αντίθετες απαιτήσεις, που πληρούν τις προϋποθέσεις του συμψηφισμού θα συνυπάρξουν, οπότε υφίσταται δικαίωμα πρότασης συμψηφισμού των δύο αντίθετων απαιτήσεων. Ο δικαιούχος της κάθε απαίτησης έχει συνεπώς από το χρονικό αυτό σημείο το δικαίωμα να αποσβέσει την απαίτηση του δανειστή του προτείνοντας την ανταπαίτησή του σε συμψηφισμό. Με την πρόταση αυτού, που είναι αδιάφορο πότε θα γίνει, οι αμοιβαίες απαιτήσεις, εφόσον διατηρούνται κατά το χρονικό αυτό σημείο, αποσβήνονται αναδρομικά, δηλαδή από το χρονικό σημείο που συνυπήρξαν (ΑΠ 1235/2012 ΕλΔ/νη 2014. 64). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 513 του ΑΚ με τη σύμβαση της πώλησης ο πωλητής έχει την υποχρέωση να μεταβιβάσει την κυριότητα του πράγματος, που αποτελεί αντικείμενο της πώλησης και να παραδώσει το πράγμα και ο αγοραστής να πληρώσει το τίμημα που συμφωνήθηκε. Η πληρωμή του τιμήματος που αποτελεί την κύρια υποχρέωση του αγοραστή, γίνεται, σύμφωνα με τα άρθρα 416 και 417 του ΑΚ, με την καταβολή χρημάτων στον πωλητή. Ωστόσο, η εκπλήρωση της παροχής του τιμήματος δεν αποκλείεται να γίνει χωρίς την καταβολή χρημάτων με κάποιο άλλο τρόπο από τους προβλεπόμενους στο κεφάλαιο απόσβεσης των ενοχών (άρθρα 416 – 454 του ΑΚ), όπως ο μονομερής συμψηφισμός (άρθρο 440 επ. του ΑΚ), εφόσον εννοείται συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτού, μεταξύ των οποίων και το αμοιβαίο των απαιτήσεων μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή, πράγμα που συμβαίνει όταν ο προβαίνων στη δήλωση συμψηφισμού αγοραστής, οφειλέτης της επί του τιμήματος απαίτησης του πωλητή, είναι συγχρόνως και δανειστής της απαίτησής του κατά του πωλητή, την οποία προτείνει σε συμψηφισμό (ΑΠ 1562/2008 ΕλΔ/νη 2008. 1684). Στην προκείμενη περίπτωση η εναγόμενη προέβαλε παραδεκτά πρωτόδικα ένσταση συμψηφισμού, ισχυριζόμενη ότι η ένδικη απαίτηση της ενάγουσας που απορρέει από παραπάνω τιμολόγια, ποσού 205.114,07 ευρώ (60.916,57 + 38.638,35 + 38.610,79 + 28.869,19 + 38.079,17) αποσβέστηκε με το συμψηφισμό μέρους της απαίτησής της  κατά της ενάγουσας δυνάμει του υπ’ αριθ. 1/30-4-2014 πιστωτικού τιμολογίου, με το οποίο παρασχέθηκε σ’ αυτήν (εναγόμενη) έκπτωση συνολικού ποσού 256.691,83 ευρώ, κατ’ εφαρμογή της Υποπαραγράφου ΙΓ.3 (παροχή έκπτωσης) του άρθρου Πρώτου του Ν. 4254/2014.  Η ένσταση αυτή, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ανωτέρω οικεία μείζονα νομική σκέψη, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 440, 441, 442 του ΑΚ και άρθρο Πρώτο υποπαράγραφος ΙΓ.3 του Ν. 4254/2014. Επομένως το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση κατέληξε στην ίδια κρίση  δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και  ο περί του αντιθέτου συναφής λόγος της εφέσεως πρέπει να απορριφθεί ως  αβάσιμος.

Από τις καταθέσεις των μαρτύρων, που εξετάστηκαν ενόρκως στο ακροατήριο του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδριάσεως αυτού,  και τα έγγραφα τα οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα ανώνυμη εταιρία δραστηριοποιείται πολλά έτη στον τομέα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ως παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία παράγεται από το Φωτοβολταϊκό Σταθμό αυτής, που είναι εγκατεστημένος στη θέση «Σκούπα Δ.Ε. Καρυών» του Δήμου Σπάρτης του Νομού Λακωνίας. Η εναγομένη ιδρύθηκε με βάση το Ν. 4001/2011 για τη λειτουργία ενεργειακών αγορών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου για έρευνα, παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς υδρογοναναθράκων (ΦΕΚ τεύχος Α’ 179/22-8-2011) και ασκεί τις δραστηριότητες που ασκούσε η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» (ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.»), της οποίας, σύμφωνα με τα άρθρα 117 παρ. 1, 2, 3 και 118 του ανωτέρω Νόμου, αποτελεί καθολικό διάδοχο, πλην των δραστηριοτήτων εκείνων, οι οποίες σύμφωνα με το άρθρο 99 του εν λόγω νόμου, μεταφέρθηκαν στην «Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» (ΑΔΜΗΕ Α.Ε.). Δυνάμει της από 5-7-2011 έγγραφης σύμβασης πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία καταρτίσθηκε  στον Πειραιά μεταξύ της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» (ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.»), εκπροσωπούμενη στην εν λόγω σύμβαση από το ………….. (Προϊστάμενο του Τμήματος Στελέχους Στάθμης), η οποία, όπως προαναφέρθηκε, αντικαταστάθηκε από την κατά νόμο καθολική διάδοχο ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» (ΛΑΓΗΕ Α.Ε.), ήτοι την εναγομένη και της ενάγουσας (παραγωγός), η οποία εκπροσωπήθηκε από τη ………, η ανωτέρω «ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.» συμφώνησε και ανέλαβε την υποχρέωση να αγοράζει από την ενάγουσα (παραγωγό) ηλεκτρική ενέργεια και η τελευταία ανέλαβε αντίστοιχα την υποχρέωση να πωλεί στην ως άνω «ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.» ηλεκτρική ενέργεια, η οποία παράγεται από τον προαναφερόμενο φωτοβολταϊκό σταθμό της, κατά τους όρους και συμφωνίες που περιλαμβάνονται στην ανωτέρω σύμβαση, που είναι ενσωματωμένη στην ένδικη αγωγή. Η διάρκεια της σύμβασης συμφωνήθηκε για είκοσι (20) έτη από την ημερομηνία έκδοσης της άδειας λειτουργίας του σταθμού του παραγωγού (η ενάγουσα κατέχει την υπ’ αριθ. πρωτ. ………./2010 Άδεια Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. 7483/10/28-1-2011 Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων της Περιφέρειας Πελοποννήσου). Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 12 της ως άνω σύμβασης «Ο υπολογισμός του τιμήματος της ηλεκτρικής ενέργειας, που εγχύθηκε στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο και απορροφήθηκε από αυτό γίνεται από το ΔΕΣΜΗΕ, σύμφωνα με τον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, το Ν. 3468/2006, το άρθρο 27Α του Ν. 3734/2009, το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010 και τη λοιπή κείμενη νομοθεσία. Προς τούτο αποστέλλεται στον Παραγωγό σχετικό σημείωμα στο οποίο αναφέρονται και τυχόν χρέωση αέργου ισχύος και τυχόν απαιτήσεις του ΔΕΣΜΗΕ κατ’ αυτού. Ο Παραγωγός βάσει του πιο πάνω σημειώματος εκδίδει τιμολόγιο στο οποίο οι απαιτήσεις αυτές συμψηφίζονται με το τίμημα που ο ΔΕΣΜΗΕ πρέπει να καταβάλει στον Παραγωγό. Το τιμολόγιο αποστέλλεται στο ΔΕΣΜΗΕ για εξόφληση και είναι πληρωτέο μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την κατάθεσή του στο ΔΕΣΜΗΕ». Η ενάγουσα, ως παραγωγός, άρχισε να πωλεί αρχικά στον ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε. και εν συνεχεία μετά το Ν. 4001/2011 στην εναγομένη ηλεκτρική ενέργεια, την ποσότητα της οποίας και την τιμή μονάδας αυτής καθόριζε πάντα το αντισυμβαλλόμενο μέρος, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 12 της ως σύμβασης. Η εναγόμενη μέχρι την επίδοση σ’ αυτήν της ένδικης αγωγής την, 26-3-2014, δεν είχε καταβάλει στην ενάγουσα τα ποσά που αντιστοιχούν στην πώληση ηλεκτρικής ενέργειας προς αυτήν για τους μήνες από Ιούλιο του έτους 2013 έως και Φεβρουάριο του έτους 2014. Τα ποσά που αντιστοιχούν στους μήνες αυτούς, η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που πωλήθηκε, η τιμή μονάδας, με βάση την οποία έγινε υπολογισμός, ο αναλογών Φ.Π.Α. (ο οποίος είχε πληρωθεί από την ενάγουσα ολοσχερώς), καθώς και οι κρατήσεις από το τίμημα για την Έκτακτη Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης που τη βαρύνει, ποσοστού 37%, αναγράφονται στα εκδοθέντα από την ενάγουσα τιμολόγια, τα οποία συνοδεύονται χωριστά από το αντίστοιχο ενημερωτικό σημείωμα της εναγομένης προς αυτήν (ενάγουσα) ανά μήνα για την έκδοση του κάθε τιμολογίου. Τα τιμολόγια που έχουν εκδοθεί από την ενάγουσα προς την εναγομένη και που αφορούν τους παραπάνω μήνες και συναλλαγή, ήτοι την πώληση των σ’ αυτά αναγραφόμενων ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας, είναι τα υπ’ αριθ. ……./31-7-2013, ποσού 72.185,80 ευρώ, …/31-8-2013, ποσού 84.628,59 ευρώ, ……./30-9-2013 ποσού 70.398,59 ευρώ, …./31-10-2013 ποσού 60.916,7 ευρώ, …../30-11- 2013 ποσού 38.638,35 ευρώ, ……/31-12-2013 ποσού 38.610,79 ευρώ, …./31- 1-2014 ποσού 28.869,19 ευρώ και ……/28-2-2014 ποσού 38.079,17 ευρώ, τα οποία σε πρωτότυπο απεστάλησαν στην εναγομένη, η οποία όφειλε εντός 20 ημερών να τα εξοφλήσει. Η τελευταία  την 2-4-2014, 22-4-2014 και 14-5-2014 κατέβαλε στον τραπεζικό λογαριασμό που τηρεί η ενάγουσα στην Εθνική Τράπεζα τα ποσά των 72.185,80 ευρώ, 84.628,59 ευρώ και 70.398,59 ευρώ, που αντιστοιχούν στην αγορασθείσα ηλεκτρική ενέργεια των μηνών Ιουλίου 2013, Αυγούστου 2013 και Σεπτεμβρίου 2013 αντίστοιχα, για τα οποία (ποσά) η ενάγουσα είχε εκδώσει τα υπ’ αριθ. …//31-7-2013, ……/31-8- 2013 και …./30-9-2013 τιμολόγια, συνολικού ποσού 227.212,98 ευρώ. Για το λόγο αυτό η ενάγουσα, όπως προαναφέρθηκε, περιόρισε το αίτημα της ένδικης αγωγής της στο ποσό των 205.114,07 ευρώ (432.327 ευρώ – 227.212,98 ευρώ), που αφορά τα εκδοθέντα από αυτή υπ’ αριθ. ……/31- 10 – 2013, …../30-11-2013, …./31-12-2013, …../31-1-2014 και ……/28-2-2014 τιμολόγια, ποσού 60.916,7 ευρώ, 38.638,35 ευρώ, 38.610,79 ευρώ, 28.869,19 ευρώ και 38.079,17 ευρώ αντίστοιχα. Μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4254/2014 (ΦΕΚ τεύχος Α’ 85/7-4-2014) και σύμφωνα με την Υποπαράγραφο ΙΓ.3 (Παροχή έκπτωσης) του άρθρου Πρώτου του ως άνω νόμου, κατά την οποία εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, οι παραγωγοί ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, πλην των εντασσόμενων στο ειδικό πρόγραμμα Φ/Β στεγών, υποχρεούνταν να προβούν στην έκδοση και παράδοση πιστωτικού τιμολογίου με βάση το Ειδικό Ενημερωτικό Σημείωμα που έπρεπε να εκδώσει η εναγόμενη για τους αντισυμβαλλομένους της ηλεκτροπαραγωγούς, καθώς και με το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης 2 της ανωτέρω υποπαραγράφου κατά την οποία μέχρι την έκδοση και παράδοση στο ΛΑΓΗΕ του πιστωτικού τιμολογίου, που αναφέρεται στην περίπτωση αυτή, αναστέλλεται η υποχρέωση, του ΛΑΓΗΕ για το Διασυνδεδεμένο Σύστημα και του ΔΕΔΔΗΕ για το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, καταβολής τιμήματος για την ποσότητα ενέργειας που έχει παραδοθεί και δεν έχει εξοφληθεί, η εναγομένη προέβη στην έκδοση για την ενάγουσα Πιστωτικού Σημειώματος για το έτος 2013, ύψους 256.691,83 ευρώ και στη συνέχεια η ενάγουσα εξέδωσε το υπ’ αριθ. ……./30-4-2014 πιστωτικό τιμολόγιο, με το οποίο παρασχέθηκε στην εναγόμενη έκπτωση, συνολικού ποσού 256.691,83 ευρώ. Σημειωτέον ότι ειδικά για το σταθμό ηλεκτροπαραγωγής της ενάγουσας ισχύος άνω των 100 KW, που συνδέθηκε στο δίκτυο μέσης τάσης μετά την 1-1-2013, προβλέφθηκε έκπτωση σε ποσοστό 37,5% επί της συνολικής αξίας της εγχεόμενης κατά το 2013 ενέργειας,  Το ως άνω πιστωτικό τιμολόγιο καταχωρίσθηκε την 28-5-2014 στο λογιστικό λογαριασμό που τηρεί η εναγόμενη για την ενάγουσα και το αναγραφόμενο σ’ αυτό πληρωτέο ποσό συμψηφίσθηκε με υποχρεώσεις της εναγόμενης έναντι της ενάγουσας για την πιστωθείσα ενέργεια των μηνών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου, Δεκεμβρίου 2013 και Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου, Μαρτίου και Απριλίου 2014. Έτσι, η συνολική ένδικη απαίτηση της ενάγουσας, ποσού 205.114,07 ευρώ, που απορρέει από τα υπ’ αριθ. …../31-10-2013, …../30-11-2013, ……/31-12-2013, ……/31-1-2014 και …../28-2-2014 τιμολόγια, ποσού 60.916,7 ευρώ, 38.638,35 ευρώ, 38.610,79 ευρώ, 28.869,19 ευρώ και 38.079,17 ευρώ αντίστοιχα αποσβέστηκε με το μονομερή συμψηφισμό μέρους της απαίτησης της εναγομένης κατά της ενάγουσας εκ του προαναφερθέντος πιστωτικού τιμολογίου έκπτωσης, ποσού 256.691,83 ευρώ. Κατόπιν τούτων η παραδεκτώς προβληθείσα, πρωτοδίκως, ένσταση συμψηφισμού της εναγομένης είναι ουσιαστικά βάσιμη. Επομένως,  το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε τα ίδια  και εφάρμοσε τις ανωτέρω διατάξεις του Ν. 4254/2014,  ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και οι περί του αντιθέτου σχετικοί λόγοι της εφέσεως, με τους οποίους η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι η διάταξη της υποπαραγράφου ΙΓ.3 του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/2014 είναι αντισυνταγματική, διότι παραβιάζει την αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων (άρθρ. 5 παρ.  Ι του Συντ.), την αρχή της ισότητας (άρθρ. 4 παρ. 1 του Συντ.), την αρχή της αναλογικότητας και της εμπιστοσύνης του διοικούμενου, καθώς επίσης είναι αντίθετη προς το άρθρο 14 της Ε.Σ.Δ.Α., 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της  Ε.Σ.Δ.Α., 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στο άρθρο 108 παρ. 3 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.Λ.Ε.Ε.), είναι απορριπτέοι ως κατ’ ουσίαν αβάσιμοι, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην ανωτέρω οικεία μείζονα νομική σκέψη.

Από τη διάταξη του άρθρου 223 του Κ.Πολ.Δ. σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 216 και 295 του ιδίου Κώδικα συνάγεται ότι ο περιορισμός του αιτήματος της αγωγής θεωρείται ως μερική παραίτηση από το δικόγραφο αυτής κατά το μέρος που περιορίστηκε, το οποίο θεωρείται από την αρχή ότι δεν ασκήθηκε  (ΟλΑΠ 30/2007, ΑΠ 32/2013 (www.areiospagos. gr ). Eπομένως, το αίτημα της ενάγουσας, που υπέβαλε με τις προτάσεις της πρώτης συζητήσεως, για καταβολή τόκων υπερημερίας από την εναγόμενη επί των ποσών των 72.185,80 ευρώ, 84.628,59 ευρώ και 70.398,59 ευρώ των υπ’ αριθ. …./31-7-2013, ……/31-8-2013 και ……/30-9-2013 εξοφληθέντων τιμολογίων την 2-4-2014, 22-4-2014 και 14-5-2014 αντίστοιχα, ενώ έπρεπε να εξοφληθούν εντός 20ημέρου από την έκδοσή τους, είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθόσον η ένδικη αγωγή, ως προς τα ως άνω ποσά επί των οποίων ζητείται η επιδίκαση τόκων, θεωρείται ότι δεν έχει ασκηθεί, αφού το αίτημά της περιορίστηκε παραδεκτά ως προς αυτά και ο περιορισμός αυτός συνιστά μερική παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής. Επίσης και για τα λοιπά τιμολόγια δεν οφείλονται τόκοι υπερημερίας, λόγω μη εξόφλησής του εντός 20ημέρου από την έκδοσή τους, αφού η μη εμπρόθεσμη πληρωμή τους οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη η εναγόμενη (άρθρ. 342 Α.Κ.), καθόσον, σύμφωνα με την περίπτωση 2 της υποπαραγράφου ΙΓ.3 του άρθρου Πρώτου του Ν. 4254/2014 επήλθε η αναστολή των υποχρεώσεων της εναγομένης για την καταβολή του τιμήματος για την ποσότητα της ενέργειας που είχε παραδοθεί και δεν είχε εξοφληθεί μέχρι την παράδοση σε αυτή του πιστωτικού τιμολογίου από την ενάγουσα. Επομένως,  το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση, κατέληξε στην ίδια κρίση  δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και οι περί του αντιθέτου συναφής λόγος της εφέσεως πρέπει να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος. Συνεπώς, επειδή δεν υπάρχει άλλος λόγος της έφεσης προς έρευνα,  πρέπει να απορριφθεί η τελευταία  ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, επειδή η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαίτερα  δυσχερής (άρθρ. 179 Κ.Πολ.Δ.) και να διαταχθεί, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ. η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των  παραβόλων, που κατατέθηκαν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 20-5-2017 και υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. ………./30-5-2017 έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 2906/2015 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Διατάσσει την εισαγωγή των παραβόλων, που κατατέθηκαν,  στο Δημόσιο Ταμείο.

Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 2α.12.2020  και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού στις 31 Μαρτίου 2021 με άλλη σύνθεση λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Προέδρου Εφετών Αμαλίας Μήλιου, αποτελούμενη από τους Δικαστές, Αικατερίνη Κοκόλη, Προεδρεύουσα Εφέτη, Ευαγγελία Πανταζή και Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτες και με Γραμματέα την Γεωργία Λογοθέτη, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών Δικηγόρους.

Η   ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΕΦΕΤΗΣ                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ