Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 262/2021

Αριθμός 262/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη και Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την  ………………,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

 Α. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Σταύρο Δήμα.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Γεώργιο Κεφαλιακο.

Β. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ενοριακού Ιερού Ναού …………, ο οποίος εδρεύει στο …………. και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Σταύρο Δήμα.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Γεώργιο Κεφαλιακο.

Ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν α) ο υπό στοιχ Α και Β εφεσίβλητος την από 31.3.2011 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………/2011) αγωγή και β) το υπό στοιχ Β εκκαλούν την από 19.10.2012 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……./2012) πρόσθετη παρέμβαση κατά του ……… (υπό στοιχ Α και Β εφεσιβλήτου) και υπέρ του ……….. (υπό στοιχ Α εκκαλούντος).  Επί αυτών εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ. 2586/2014 μη οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία διέταξε  την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη και η υπ΄ αριθμ. 2916/2019 απόφαση αυτού, που  δέχθηκε την προαναφερόμενη αγωγή και απέρριψε την προαναφερόμενη πρόσθετη παρέμβαση.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) ο εναγόμενος- υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση και ήδη υπό στοιχ Α εκκαλών με την από 24.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2019)  έφεσή του και β) ο προσθέτως παρεμβαίνων και ήδη υπό στοιχ Β εκκαλών με την από 24.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2019) έφεσή του. Δικάσιμος των ως άνω εφέσεων ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς  ………./2019  και ………/2019, αντίστοιχα).

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι κρινόμενες 1) από 24-10-2019 (αρ. καταθ. ……/2019) έφεση του εναγομένου, ήδη εκκαλούντος, ………. και 2) από 24-10-2019 (αρ. καταθ. ………/2019) έφεση του προσθέτως παρεμβαίνοντος, ήδη εκκαλούντος, ενοριακού Ιερού Ναού ………. κατά (και οι δύο εφέσεις) της υπ΄ αρ. 2916/2019 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και κατά της υπ΄ αρ. 2586/2014 μη οριστικής αποφάσεως του ίδιου Δικαστηρίου (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), [η οποία, ως μη οριστική απόφαση (2586/2014), συμπροσβάλλεται αναγκαίως (άρθρο 513 παρ. 2 του ΚΠολΔ], που εκδόθηκαν κατά την τακτική διαδικασία, και αφού συνεκδικάσθηκαν, με την υπ΄ αρ. 2916/2019 απόφαση, αντιμωλία των διαδίκων, η από 31-3-2011 (αρ. καταθ……../2011) αγωγή και η από 19-10-2012 (αρ. καταθ. ……./2012) πρόσθετη παρέµβαση, έγινε δεκτή η από 31-3-2011 (αρ. καταθ. ……/2011) αγωγή και απορρίφθηκε η από 19-10-2012 (αρ. καταθ. ………/2012) πρόσθετη παρέμβαση, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517, 518 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ, πρβλ. ΕφΛαρ 25/2013). Επομένως, είναι παραδεκτές, η δεύτερη από αυτές [από 24-10-2019 (αρ. καταθ. ……../2019) έφεση] αφού η άσκησή της εγκρίθηκε από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο και ο παριστάμενος πληρεξούσιος Δικηγόρος του εκκαλούντος διορίσθηκε νομίμως με την υπ΄ αρ. ……/15-7-2020 πράξη του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του, που, επίσης, εγκρίθηκε από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο, και πρέπει, αφού συνεκδικασθούν, καθόσον είναι συναφείς, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του Δικαστηρίου διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης (άρθρα 31 παρ. 3, 246 και 524 του ΚΠολΔ), να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση και η συμπροσβαλλόμενη (αναγκαίως) απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους, αντίστοιχα, (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό αυτών (εφέσεων) κατατέθηκε από τους εκκαλούντες, αντίστοιχα, κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, παράβολο, ποσού εκατό πενήντα (150) ευρώ (βλ. το e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ  ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ: ……/2019, ποσού 150 ευρώ και είδους παραβόλου e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ και το e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ  ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ: ………./2019, ποσού 150 ευρώ και είδους παραβόλου e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ, αντίστοιχα).

Με την από 31-3-2011 (αρ. καταθ. ……./2011) αγωγή, ο ενάγων, ήδη εφεσίβλητος των δύο ως άνω εφέσεων, κατ΄ εκτίμηση αυτής (αγωγής), ιστορούσε ότι την 27-8-2007 απεβίωσε στην Κόρινθο, η θεία του, αδελφή του πατέρα του ……., ………., το γένος …………., κάτοικος εν ζωή Πειραιά, η οποία δεν είχε τέκνα. Ότι η ως άνω αποβιώσασα φέρεται ότι είχε συντάξει την από 20-7-2006 ιδιόγραφη διαθήκη, που δηµοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία µε τα υπ΄ αρ. 654/2008 πρακτικά και απόφαση του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία η θανούσα φέρεται να διαθέτει ολόκληρη την περιουσία της (η οποία περιλαμβάνει τα περιγραφόµενα δύο ακίνητα) στον ………. Κορινθίας, ορίζοντας ότι ο ήδη εναγόμενος ………. θα πουλάει και θα κατασκευάζει στους ναούς του χωριού ό,τι αυτός νομίζει χωρίς καμία άδεια από Δικαστήριο, Μητρόπολη ή Εκκλησιαστικό Συµβούλιο, σ΄ αυτόν δε τον τελευταίο (εναγόµενο) αφήνει «αυτοκίνητο, καταθέσεις και κλειδιά». Ισχυρίσθηκε δε ότι η ως άνω διαθήκη είναι άκυρη, διότι δεν γράφηκε καθ΄ ολοκληρία ιδιοχείρως από τη φερόµενη ως διαθέτιδα, ούτε χρονολογήθηκε, ούτε υπογράφηκε απ΄ αυτήν µε το χέρι της, αλλά έχει γραφεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί από τρίτο πρόσωπο. Με βάση το ιστορικό αυτό, επικαλούµενος άµεσο έννοµο συµφέρον ως εξ αδιαθέτου κληρονόµος της αποβιώσασας, ζήτησε, µετά τη διενέργεια γραφολογικής πραγµατογνωµοσύνης, να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της ως άνω διαθήκης για τον παραπάνω εκτιθέµενο λόγο και να καταδικασθεί ο εναγόµενος στη δικαστική του δαπάνη.

Με το από 19-10-2012 (αρ. καταθ. ……/2012) δικόγραφο ο Ιερός Ναός ………… άσκησε πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του εναγοµένου της από 31-3-2011 (αρ. καταθ. ……./2011) αγωγής και επικαλούµενος έννοµο συµφέρον συνιστάµενο στην ιδιότητά του ως τιµηθέντος κληρονόµου δια της προσβαλλόµενης διαθήκης, ζήτησε να απορριφθεί η ως άνω ασκούµενη από τον καθ΄ ου η πρόσθετη παρέµβαση …… …… αγωγή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 2586/2014 μη οριστική απόφασή του, αφού συνεκδίκασε κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων, την από 31-3-2011 (αρ. καταθ. ……/2011) αγωγή και την από 19-10-2012 (αριθ. καταθ. ………/2012) πρόσθετη παρέµβαση, διέταξε την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης προκειµένου να διενεργηθεί, µε τη φροντίδα του επιµελέστερου διαδίκου, πραγµατογνωµοσύνη και όρισε πραγματογνώμονα κατά τα ειδικότερα σ΄ αυτήν (απόφαση) αναφερόμενα. Μετά τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης με κλήση του ενάγοντος, φέρθηκαν, στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, οι ως άνω αγωγή και πρόσθετη παρέμβαση προς περαιτέρω συζήτηση. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 2916/2019 οριστική απόφασή του, αφού συνεκδίκασε αντιμωλία των διαδίκων την από 31-3-2011 (αρ. καταθ……./2011) αγωγή και την από 19-10-2012 (αρ. καταθ. ……./2012) πρόσθετη παρέµβαση, δέχθηκε την ως άνω από 31-3-2011 (αρ. καταθ. ……../2011) αγωγή, αναγνώρισε την ακυρότητα της από 20-7-2006 ιδιόγραφης διαθήκης της ………. χήρας …….. το γένος ……….., η οποία δηµοσιεύθηκε στο Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιά µε την υπ΄ αρ. 654/2008 απόφασή του, καταδίκασε τον εναγόµενο στην πληρωµή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία όρισε στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, απέρριψε την ως άνω από 19-10-2012 (αρ. καταθ. ……/2012) πρόσθετη παρέµβαση και καταδίκασε τον προσθέτως παρεμβαίνοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του καθ΄ ου η πρόσθετη παρέμβαση (ενάγοντος), τα οποία όρισε στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την κρινόμενη από 24-10-2019 (αρ. καταθ. …./2019) έφεση με την οποία θεωρείται ότι συμπροσβάλλεται και η υπ΄ αρ. 2586/2014 μη οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), παρ΄ ότι η έφεση δεν απευθύνεται ρητά εναντίον της (άρθρο 513 παρ. 2 του ΚΠολΔ), ο ηττηθείς εναγόμενος και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεσή του, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη (και η αναγκαίως συμπροσβαλλόμενη μη οριστική απόφαση) με σκοπό να απορριφθεί καθ΄ ολοκληρία η ένδικη αγωγή. Επίσης, με την από 24-10-2019 (αρ. καταθ. ……../2019) έφεση παραπονείται ο ηττηθείς προσθέτως παρεμβαίνων και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική της εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεσή του, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη (και η αναγκαίως συμπροσβαλλόμενη μη οριστική απόφαση) με σκοπό να απορριφθεί καθ΄ ολοκληρία η ένδικη αγωγή.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 254 παρ. 1, 368, 387, 388, 522, 527, 529, 533 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι το Εφετείο δεν κωλύεται για την κατά την κρίση του ολοκλήρωση της έρευνας και την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς, χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλούμενη απόφαση, να διατάξει νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις με τα αναφερόμενα στο άρθρο 339 του ίδιου Κώδικα αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και η πραγματογνωμοσύνη, είτε αυτή δεν είχε διαταχθεί, είτε κρίνεται αναγκαία η συμπλήρωσή της ή η επανάληψή της, οσάκις πρόκειται για ζήτημα, για την αντίληψη του οποίου απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, έτσι ώστε μετά τη συνεκτίμηση των αποδείξεων αυτών, που θα διεξαχθούν και εκείνων που η εκκαλούμενη εκτίμησε, να κρίνει αν είναι εσφαλμένη η απόφαση που προσβλήθηκε με την έφεση και σε καταφατική περίπτωση να αποφανθεί για τη βασιμότητα του λόγου έφεσης και ως εκ τούτου, κατά την επιταγή του νόμου (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ) να εξαφανίσει τότε την εκκαλουμένη (ΟλΑΠ 1285/1982 Δ 14.568, ΑΠ 755/2012  ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 2/2006 ΕλλΔνη 47.1047, ΑΠ 527/1985 ΝοΒ 34.196, ΕφΠατρ 166/2019, ΕφΠειρ 409/2018, ΕφΠειρ 678/2015, ΕφΠειρ 277/2014, ΕφΛαρ 2/2014, ΕφΘεσ 2382/2013 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 63/2013 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 24/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 162/2011, ΕφΛαμ 139/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2516/2008 ΝΟΜΟΣ, ΕφΚρητ 93/2008, ΕφΑθ 3671/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 163/2006 ΝΟΜΟΣ, ΕφΙωαν 95/2005 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5827/2004 ΕλλΔνη 46.43, ΕφΑθ 5509/2001 ΕλλΔνη 43.502). Η συμπλήρωση δε της πραγματογνωμοσύνης διατάσσεται όταν, μετά την αποδεικτική διαδικασία, προκύπτει η ανάγκη της επεκτάσεως αυτής και σε άλλα συναφή θέματα στην εν λόγω δε περίπτωση μπορεί να διεξαχθεί αυτή (συμπληρωματική πραγματογνωμοσύνη) είτε από τους αρχικούς πραγματογνώμονες, είτε από καινούργιους (ΕφΘεσ 621/1995 Αρμ 1996.74, ΕφΠειρ 1026/1986 ΕλλΔνη 29.710). Το Δικαστήριο που δικάζει την υπόθεση διατάζει την διεξαγωγή νέας, συμπληρωματικής ή την επανάληψη της πραγματογνωμοσύνης, είτε με αίτηση των διαδίκων ή και αυτεπαγγέλτως (ΕφΠατρ 166/2019, ΕφΠατρ 3992009, ΕφΘεσ 621/1995). Εξάλλου δύναται να διατάξει νέα πραγματογνωμοσύνη και από άλλον πραγματογνώμονα προκειμένου να διασταυρωθεί το  πόρισμα της αρχικής εφόσον καταλείπονται αμφιβολίες για την ορθότητα της κρίσης του σχετικού  πορίσματος (ΕφΑθ 12247/1990). Στην περίπτωση που το Δικαστήριο διατάσσει νέα πραγματογνωμοσύνη, είτε διότι η προηγούμενη είναι ατελής ή ασαφής ή ακόμη, και όταν αντιφάσκει με άλλα αποδεικτικά μέσα, δεν υφίσταται ακυρότητα της προηγούμενης διενεργηθείσας πραγματογνωμοσύνης, αφού στο Δικαστήριο εναπόκειται να προσδώσει σ΄ αυτήν την προσήκουσα αποδεικτική βαρύτητα (ΑΠ 200/2001 ΕλλΔνη 42.732, ΕφΠειρ 277/2014, ΕφΑθ 3482/1999 ΕλλΔνη 41.1688). Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 1718, 1721 παρ. 1 εδ. α΄ και 180 του ΑΚ συνάγεται ότι η ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία δεν έχει γραφεί ολόκληρη, χρονολογηθεί και υπογραφεί με το χέρι του διαθέτη, αλλά με το χέρι άλλου προσώπου, είναι άκυρη (ΑΠ 708/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1912/2014, ΑΠ 609/2014, ΑΠ 1336/2009). Την ακυρότητα αυτής μπορεί να προτείνει καθένας, που έχει άμεσο έννομο συμφέρον, όπως οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του διαθέτη, στους οποίους, λόγω της ακυρότητας της διαθήκης, περιέρχεται η κληρονομία του (ΑΠ 195/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 708/2015, ΑΠ 103/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 729/2011 ΕλλΔνη 2011.1027, ΑΠ 1063/2006 ΕλλΔνη 47.1418, ΕφΠειρ 409/2018, ΕφΑθ 399/2010 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 223/2010 ΝΟΜΟΣ). Ο επικαλούμενος τη διαθήκη δεν αρκεί να αποδείξει τη γνησιότητα της υπογραφής σ΄ αυτή, αλλά πρέπει να αποδείξει ότι και όλο το περιεχόμενο γράφτηκε ιδιοχείρως από τον διαθέτη. Η κήρυξη ως κυρίας της ιδιόγραφης διαθήκης δεν παράγει τεκμήριο γνησιότητας υπέρ εκείνου που την επικαλείται. Τότε μόνο αποτελεί τεκμήριο, μέχρις ανταποδείξεως, όταν από τη δημοσίευση της διαθήκης παρήλθε πενταετία, χωρίς στο μεταξύ να αμφισβητηθεί η γνησιότητα της διαθήκης σε δίκη μεταξύ κάποιου από αυτούς που αντλούν δικαιώματα απ΄ αυτή και κάποιου από αυτούς που βλάπτονται από την ύπαρξή της (άρθρο 1777 του ΑΚ, ΑΠ 707/2015 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 409/2018, ΕφΔωδ 1/2016). Το νόημα του μαχητού αυτού τεκμηρίου γνησιότητας συνίσταται στην ανατροπή του βάρους απόδειξης, δηλαδή, ενώ μέχρι τη συμπλήρωση της πενταετίας όποιος επικαλείται τη γνησιότητα της διαθήκης βαρύνεται και με την απόδειξή της, μετά την πάροδο της πενταετίας ανατρέπεται το βάρος της απόδειξης και αυτός που αμφισβητεί το κύρος της διαθήκης βαρύνεται να αποδείξει την έλλειψη γνησιότητας (ΑΠ 1595/2006 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1377/2006 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 521/2003 ΑχαΝομ 2004/186). Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση της αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής για ακυρότητα της διαθήκης, λόγω της μη ιδιόχειρης γραφής και υπογραφής αυτής, όπου αρκεί μόνο η με την αγωγή αντιτασσόμενη γενική άρνηση του ενάγοντος κατά του προβαλλομένου, από τη διαθήκη, δικαιώματος του εναγομένου. Στην περίπτωση, δηλαδή, αυτή δεν είναι υποχρεωμένος ο ενάγων να αποδείξει την αναλήθεια των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν το δικαίωμα του εναγομένου, αλλά ο τελευταίος είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την αλήθεια των περιστατικών αυτών, δηλαδή την ιδιόχειρη, από τον διαθέτη, γραφή και υπογραφή της διαθήκης (ΑΠ 726/2016, ΑΠ 618/2016 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 708/2015, ΑΠ 1595/2006 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 380/1989 ΕλλΔνη 31.530, ΕφΠειρ 409/2018, ΕφΑθ 399/2010 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2781/2008 ΝΟΜΟΣ). Η προσβολή συγχρόνως της διαθήκης ως πλαστής δεν είναι αναγκαία, αφού αυτή είναι εξίσου άκυρη και όταν δεν είναι πλαστή, όπως συμβαίνει όταν έχει γραφεί από τρίτο με υπαγόρευση του διαθέτη. Όταν, όμως, προβάλλεται αυτοτελής ισχυρισμός για πλαστότητα της ιδιόγραφης διαθήκης, τα πραγματικά περιστατικά που τον στηρίζουν οφείλει να αποδείξει αυτός που τον προβάλλει (ΕφΑθ 399/2010, ΕφΑθ 2781/2008, Αστικός Κώδιξ: Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, άρθρο 1721, αρ. 2, όπου και παραπομπές σε συγγραφείς και στη νομολογία). Στην προκειμένη περίπτωση, το κρίσιμο ζήτημα για τη διάγνωση της ένδικης διαφοράς αναφορικά με την ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής συνίσταται στο εάν η, επίδικη, φερόμενη με ημερομηνία από 20-7-2006 ως ιδιόγραφη διαθήκη της  αποβιώσασας στην Κόρινθο την 27-8-2007 ……. χήρας …….., το γένος ………, κατοίκου, όσο ζούσε, Πειραιώς, θεία του ενάγοντος, η οποία δημοσιεύθηκε με τα υπ΄ αρ. 654/2008 πρακτικά και απόφαση του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, γράφτηκε ολόκληρη, χρονολογήθηκε και υπογράφτηκε με το χέρι της ως άνω διαθέτιδας. Για το εριζόμενο κρίσιμο τούτο θέμα, το οποίο απαιτεί ειδικές γνώσεις επιστήμης, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με  την  υπ΄  αρ.  2586/2014  απόφασή του διέταξε γραφολογική πραγματογνωμοσύνη και όρισε πραγματογνώμονα την ειδικό δικαστική γραφολόγο ………. του Κων/νου. Η ως άνω πραγματογνώμονας μετά τη διενέργεια αυτής, την 22-6-2018 κατέθεσε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την από 16-6-2018 (αρ. καταθ. ……./2018) έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης. Επί της ως άνω εκθέσεως, οι εκκαλούντες επικαλούνται και προσκομίζουν α) την από 5-11-2018 έκθεση γραφολογικών κριτικών παρατηρήσεων του …………, Νομικού-Δικαστικού Πραγματογνώμονος, και β) την από 26-7-2018 έκθεση γραφολογικών κριτικών παρατηρήσεων της ………….., Δικηγόρου Αθηνών-Δικαστικής Γραφολόγου, με τις οποίες οι ως άνω τεχνικοί σύμβουλοι των εκκαλούντων, εναγομένου και προσθέτως παρεμβαίνοντος, αντίστοιχα, μεταξύ άλλων, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι σύμφωνα με όσα αναφέρουν και σύμφωνα με την επιστημονική άποψη καθενός από αυτούς, αντίστοιχα, το τελικό πόρισμα της ……. στη σελίδα 38 της ως άνω έκθεσής της ότι η υπό κρίση διαθήκη δεν έχει συνταχθεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί από την ………. χήρα ……., προκύπτει μεθοδολογικώς και διαγνωστικώς μη τεκμηριωμένο και ως εκ τούτου επιστημονικώς μη ορθό. Στην από 26-7-2018 έκθεση γραφολογικών κριτικών παρατηρήσεων της ………. επισημαίνεται ότι η πραγματογνώμονας δεν εξειδικεύει περιγραφικώς και δεν καταδεικνύει λεπτομερώς σε τι ακριβώς συνίστανται οι επικαλούμενες από εκείνη (πραγματογνώμονα) διαφοροποιήσεις, σε ποια ακριβώς σημεία των συγκρινόμενων χαράξεων τις εντοπίζει και με ποια γραφολογικώς σημαντική συχνότητα, όπως όφειλε να το κάνει μεθοδολογικώς. Επίσης ότι η ως άνω πραγματογνώμονας δεν συνοδεύει, όπως όφειλε μεθοδολογικώς, τους απεικονιστικούς φωτοτεχνικούς πίνακές της με επεξηγηματικές των διαπιστούμενων από εκείνη (πραγματογνώμονα) διαφοροποιήσεων, ούτε έχει θέσει σχετικά επεξηγηματικά σημεία (βέλη, κύκλος κλπ), ώστε να καταδεικνύει τα σημεία, το είδος και τη συχνότητα των παρατηρούμενων από εκείνη διαφορών. Περαιτέρω στην ως άνω επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από 5-11-2018 έκθεση γραφολογικών κριτικών παρατηρήσεων του …………. υπάρχει συνημμένη και η από 15-1-2018 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης του ιδίου επί της επίδικης διαθήκης. Σύμφωνα δε με την ως άνω γραφολογική γνωμοδότηση, κατά την ακλόνητη πεποίθηση του ως άνω τεχνικού συμβούλου η κρινόμενη γραφή και υπογραφή της από 20ης Ιουλίου 2006 συνταχθείσας και υπογραφείσας διαθήκης έχουν χαραχθεί, πέραν πάσης αμφιβολίας, δια χειρός ……… και ότι συνεπώς, κατά την ως άνω γνωμοδότηση, αποτελεί η ελεγχθείσα διαθήκη πράγματι, την ιδιόγραφη διαθήκη της ……… .. Λόγω δε των ως άνω γραφολογικών κριτικών παρατηρήσεων επί της προαναφερομένης έκθεσης πραγματογνωμοσύνης και της ως άνω γραφολογικής γνωμοδότησης, αλλά και σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι προς απόδειξη και ανταπόδειξη των περιστατικών, τα οποία επικαλούνται σε σχέση με το επίδικο ζήτημα της γνησιότητας ή μη της ένδικης διαθήκης, καθίσταται αμφίβολος ο σχηματισμός ασφαλούς δικανικής πεποιθήσεως προς ορθή επίλυση της επίδικης διαφοράς. Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω το Δικαστήριο, προκειμένου να αχθεί σε κρίση για τη βασιμότητα των λόγων των κρινόμενων εφέσεων, που ανάγονται, όπως προαναφέρθηκε, και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, κρίνει αναγκαίο για την πληρέστερη έρευνα των λόγων αυτών των εφέσεων και την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς, κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 254 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης (άρθρο 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ, βλ. και ΑΠ 1088/2018), χωρίς την προηγούμενη εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως (και της αναγκαίως συμπροσβαλλομένης) και την περαιτέρω έρευνα της ένδικης υπόθεσης, να αναβάλει, κατά τα λοιπά, την έκδοση οριστικής αποφάσεως και να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης της ένδικης υπόθεσης, που έχει κηρυχθεί περατωμένη, στο σύνολό της, (οπότε στην επαναλαμβανόμενη δίκη θα ερευνηθούν και όσοι από τους ισχυρισμούς προβλήθηκαν στην πρωτόδικη δίκη και επανυποβάλλονται νομίμως κατ΄ άρθρο 240 του ΚΠολΔ στην παρούσα δίκη ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου), προκειμένου να διεξαχθεί νέα πραγματογνωμοσύνη, κατά τα άρθρα 368 επ. του ΚΠολΔ και σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, για το θέμα που αναφέρεται παρακάτω, για το οποίο απαιτούνται, όπως προαναφέρθηκε, ειδικές γνώσεις επιστήμης (άρθρο 368 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, διάταξη περί δικαστικών εξόδων δεν τίθεται, καθόσον η παρούσα απόφαση δεν είναι οριστική (άρθρο 191 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων τις 1) από 24-10-2019 (αρ. καταθ. ………/2019) και 2) από 24-10-2019 (αρ. καταθ. ………/2019) εφέσεις κατά της υπ΄ αρ. 2916/2019 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, και της αναγκαίως συμπροσβαλλομένης υπ΄ αρ. 2586/2014 μη οριστικής αποφάσεως του ίδιου Δικαστηρίου (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), που εκδόθηκαν κατά την τακτική διαδικασία.

Δέχεται τυπικά τις ως άνω εφέσεις.

Αναβάλλει κατά τα λοιπά την έκδοση οριστικής αποφάσεως.

Διατάσσει την επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, προκειμένου να διενεργηθεί προηγουμένως η αμέσως κατωτέρω πραγματογνωμοσύνη, με την φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων.

Διορίζει πραγματογνώμονα τον …….., Δικαστικό Γραφολόγο, κάτοικο ….., οδός ……..Τ.Κ. …….., τηλ. …………, το όνομα του οποίου περιλαμβάνεται στον κατάλογο πραγματογνωμόνων, που τηρείται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, ο οποίος αφού δώσει το νόμιμο όρκο του πραγματογνώμονα, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη νόμιμη σ΄ αυτόν επίδοση αντιγράφου της παρούσας αποφάσεως, με φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού και σε ημέρα και ώρα που θα οριστεί αρμοδίως, κατόπιν κλήσεως του επιμελέστερου των διαδίκων και αφού λάβει γνώση όλων των κρίσιμων εγγράφων της δικογραφίας, συγκεντρώσει από τους διαδίκους όσες πληροφορίες κρίνει απαραίτητες, καθώς και όσα άλλα στοιχεία θεωρήσει αναγκαία και ενεργήσει κάθε αναγκαία πράξη, να γνωμοδοτήσει με πλήρως αιτιολογημένη έκθεσή του, εάν η (επίδικη)φερόμενη με ημερομηνία από 20-7-2006 ως ιδιόγραφη διαθήκη της αποβιώσασας, την 27-8-2007, στην Κόρινθο, ………. χήρας …….., το γένος …….., κατοίκου, όσο ζούσε, Πειραιά, η οποία (ιδιόγραφη διαθήκη) δηµοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία µε τα υπ΄ αρ. 654/2008 πρακτικά και απόφαση του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, γράφτηκε ολόκληρη µε το χέρι της διαθέτιδας, χρονολογήθηκε και υπογράφηκε από αυτήν (διαθέτιδα). Τη σχετική έκθεση πραγματογνωμοσύνης πρέπει να καταθέσει ο ανωτέρω πραγματογνώμονας ή ειδικά εξουσιοδοτημένο πρόσωπο στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, όπου θα συνταχθεί και η σχετική έκθεση καταθέσεως, μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την όρκισή του. Η νέα δε συζήτηση της υποθέσεως θα προσδιοριστεί με κλήση του επιμελέστερου των διαδίκων μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, με την τήρηση των διατυπώσεων και της προθεσμίας του άρθρου 254 παρ. 2 και 3 του ΚΠολΔ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 22α Απριλίου 2021 και δημοσιεύθηκε στις   14 Μαΐου 2021 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών Δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ