Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 344/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης

344 /2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα E.T..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ………….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος ενάγοντος: …………… ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο του Άννα Κοντοσέα με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Της εφεσίβλητης εναγομένης: Της ……………. ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «………………», η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Ο ενάγων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 15.12.2016 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ…………/21.12.2016) αγωγή του, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η υπ’αριθμ. 2903/2017 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη.

Ο εν μέρει ηττηθείς στον πρώτο βαθμό ενάγων με την ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου από 10.12.2018 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………../28.12.2018 και …………/17.12.2019) έφεσή του, η οποία προσδιορίσθηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 2ης.4.2020, κατά την οποία η συζήτηση αυτής ματαιώθηκε εξαιτίας της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 για το χρονικό διάστημα από 13.3.2020 έως 31.5.2020, προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση κατά το μέρος που τον βλάπτει.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, που προσδιορίσθηκε αυτεπαγγέλτως με την υπ’αριθμ. 51/2020 Πράξη της ορισθείσας από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή Μαρία Κωττάκη, Εφέτη του ιδίου Δικαστηρίου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 74 παρ.2 του ν.4690/2020, κατόπιν της ματαίωσης της συζήτησής της κατά την αρχικά προσδιορισθείσα δικάσιμο, και εγγράφηκε στο πινάκιο, και την εκφώνησή της με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, η πληρεξουσία δικηγόρος του εκκαλούντος – ενάγοντος δεν εμφανίσθηκε, αλλά παραστάθηκε με δήλωσή της, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ, και προκατέθεσε τις προτάσεις της, με τις οποίες και ζήτησε να γίνουν δεκτά τα ειδικότερα σ’αυτές αναφερόμενα.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στη διάταξη του άρθρου 524 παρ.4 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από τη διάταξη του άρθρου 44 παρ.1 του ν.3994/2011, προβλέπεται ότι: «Σε περίπτωση ερημοδικίας του εφεσίβλητου ως προς την έφεση η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός παρών». Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 74 παρ.2 του ν.4690/2020 (ΦΕΚ Α΄104/30.5.2020) [Κύρωση: α) της από 13.4.2020 Π.Ν.Π. «Μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και άλλες κατεπείγουσες διατάξεις» (A’ 84) και β) της από 1.5.2020 Π.Ν.Π. «Περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και την επάνοδο στην κοινωνική και οικονομική κανονικότητα» (Α’ 90) και άλλες διατάξεις], που αναφέρεται σε διατάξεις για την επαναλειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων και τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, ορίζεται ότι: «1…2.Σε περίπτωση που η συζήτηση υπόθεσης οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας και με οποιαδήποτε διαδικασία ματαιώθηκε διαρκούσης της αναστολής, δηλαδή μέχρι και τις 31.5.2020, ορίζεται αυτεπαγγέλτως, με πράξη του προέδρου του τμήματος ή του δικαστή, ημέρα και ώρα συζήτησης στο ακροατήριο σε σύντομη κατά το δυνατόν δικάσιμο και κατά προτεραιότητα εντός του χρονικού διαστήματος από 1.7.2020 έως 15.7.2020 ή από 1.9.2020 έως 15.9.2020. Η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο ή έκθεμα, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων». Στην προκειμένη περίπτωση από την υπ’αριθμ………/28.2.2020 έκθεση επίδοσης της διορισμένης στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Δικαστικής Επιμελήτριας ………………., που προσκομίζει και επικαλείται ο εκκαλών, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της ένδικης έφεσης, με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικά προσδιορισθείσα, με την επιμέλεια του εκκαλούντος, προς εκδίκαση της υπόθεσης δικάσιμο της 2ης.4.2020, κατά την οποία η συζήτηση αυτής ματαιώθηκε εξαιτίας της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 για το χρονικό διάστημα από 28.3.2020 έως 10.4.2020 με την υπ’αριθμ. Δ1α/Γ.Π.οικ.21159 (ΦΕΚ B’ 1074/27.03.2020) Απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Υγείας και Δικαιοσύνης (και συγκεκριμένα με το άρθρο 4 αυτής ανεστάλη προσωρινά για το ανωτέρω χρονικό διάστημα η λειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας) επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην εφεσίβλητη ναυτική εταιρεία. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, που προσδιορίσθηκε αυτεπαγγέλτως με την υπ’αριθμ. 51/2020 Πράξη της ορισθείσας από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή Μαρία Κωττάκη, Εφέτη του ιδίου Δικαστηρίου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 74 παρ.2 του ν.4690/2020, κατόπιν της ματαίωσης της συζήτησής της κατά την αρχικά προσδιορισθείσα δικάσιμο, και εγγράφηκε στο πινάκιο, και την εκφώνησή της με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, η εφεσίβλητη εταιρεία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Πρέπει, επομένως, να δικασθεί ερήμην, αλλά η διαδικασία να προχωρήσει σαν να ήταν και αυτή παρούσα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ.4 εδαφ.α΄του ΚΠολΔ, με την επισήμανση ότι η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο της δικασίμου, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, στην οποία προσδιορίσθηκε αυτεπάγγελτα να εκδικασθεί με την ανωτέρω Πράξη της Δικαστού του Εφετείου Πειραιώς, κατόπιν της ματαίωσης της συζήτησής της κατά την αρχικά προσδιορισθείσα με την επιμέλεια του εκκαλούντος δικάσιμο, για την οποία η εφεσίβλητη κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα κατά τα προεκτεθέντα, ισχύει ως κλήτευση και της ως άνω απολειπομένης διαδίκου, όπως αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης.

Η κρινόμενη έφεση του εν μέρει ηττηθέντος στον πρώτο βαθμό ενάγοντος κατά της υπ’αριθμ.2903/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη η σε βάρος της εφεσίβλητης ναυτικής εταιρείας ασκηθείσα από 15.12.2016 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ…………/21.12.2016) αγωγή του εκκαλούντος/ ναυτικού, διώκοντος την επιδίκαση διαφόρων χρηματικών απαιτήσεών του, συνολικού ποσού 21.413,55 ευρώ, πλέον τόκων, φερομένων ως απορρεουσών από την εκ μέρους του παροχή εξαρτημένης ναυτικής εργασίας σε πλοίο, πλοιοκτησίας της εναγομένης, με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, για το εκτιθέμενο στο δικόγραφο χρονικό διάστημα, σε εκτέλεση καταρτισθείσας μεταξύ τους σύμβασης ναυτολόγησής του στο εν λόγω πλοίο αορίστου χρόνου, ήδη λυθείσης, και υποχρεώθηκε η εναγόμενη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 5.480,38 ευρώ, ως οφειλόμενα σ’αυτόν από την εργασιακή του σχέση για τις αναλυτικά αναφερόμενες στην απόφαση αιτίες, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του από την εργασία του μέχρι την εξόφληση, και μέρος της δικαστικής του δαπάνης, το ύψος της οποίας προσδιορίσθηκε στο ποσό των 250 ευρώ, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511, 513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.2, 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 28.12.2018 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……………/28.12.2018), προ πάσης επίδοσης της πρωτόδικης απόφασης, αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλείται ο εκκαλών, ούτε άλλωστε προκύπτει οίκοθεν από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα, αλλά σε κάθε περίπτωση εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 16.6.2017 [όπως η ανωτέρω διάταξη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87), καθώς η ένδικη έφεση ασκήθηκε στις 28.12.2018, ήτοι μετά την 1η.1.2016 (άρθρο 1, άρθρο ένατο παρ.2 του ιδίου νόμου), αλλά και η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε, χωρίς να επιδοθεί στις 16.6.2017, όπως προεκτέθηκε, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου (στις 23.7.2015)], και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου. Πρέπει, επομένως, η ανωτέρω έφεση, η οποία παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ως καθ’ύλην, κατά τόπον, και λειτουργικά αρμοδίου προς εκδίκασή της (άρθρα 19 του ΚΠολΔ, και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων της (άρθρα 522 και 533 παρ.1 του ΚΠολΔ), κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πρωτόδικη απόφαση.

Ο ενάγων, Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, με την από 15.12.2016 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ…………../21.12.2016) αγωγή του, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ισχυρίσθηκε ότι στο πλαίσιο σύμβασης παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που συνήψε στο λιμένα του Πειραιά στις 17.12.2014, με την εναγόμενη, ανώνυμη ναυτιλιακή εταιρεία, πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού/οχηματαγωγού ακτοπλοϊκού πλοίου με την ονομασία “ΒΚ”, κόρων ολικής χωρητικότητας (κ.ο.χ.) 6.387, ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ανωτέρω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, αντί των προβλεπομένων από την ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) για τα μέλη των πληρωμάτων επιβατηγών/ ακτοπλοϊκών πλοίων όρων, μηνιαίου μισθού και επιδομάτων, πλέον συμφωνηθείσας πάγιας μηνιαίας αμοιβής για υπερωριακή εργασία κατά τις καθημερινές, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, ανερχομένης στα ειδικότερα αναφερόμενα στο δικόγραφο ποσά, και ποσοστών επί των εισπράξεων των μπαρ και του εστιατορίου του πλοίου, και παρείχε έκτοτε τις υπηρεσίες του σ’αυτό, εργασθείς μέχρι και τις 13.11.2015, όταν και απολύθηκε στο λιμένα του Περάματος λόγω διακοπής των πλόων του πλοίου ενόψει της διενέργειας της ετήσιας επιθεώρησής του, χωρίς να επαναυτολογηθεί στο ίδιο πλοίο εντός εξήντα (60) ημερών. Με βάση αυτό το ιστορικό, και επικαλούμενος περαιτέρω ότι το ανωτέρω πλοίο, κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησής του, εκτελούσε τα αναλυτικά εκτιθέμενα στο δικόγραφο ανά τα επίσης αναφερόμενα χρονικά διαστήματα εντός του έτους 2015 ακτοπλοϊκά δρομολόγια, εκ των οποίων 4,15 κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2015 έως 13.11.2015 συνιστούν “δρομολόγια εξπρές”, τα οποία η εναγόμενη αναγνώρισε και καταχώρησε στους λογαριασμούς μισθοδοσίας του ως τέτοια, πλην των χρονικών διαστημάτων από 26.3.2015 έως 3.4.2015 και από 4.5.2015 έως 7.6.2015, κατά τα οποία δεν πραγματοποίησε δρομολόγια, ότι απασχολείτο κατά μέσο όρο επί δεκατέσσερις (14) ώρες ημερησίως, καθώς και ότι διατηρεί σε βάρος της αντιδίκου του αξιώσεις από την εργασιακή του σχέση λόγω της μη καταβολής σ’αυτόν α) του ποσού των 11.659,42 ευρώ, που αφορά, αφενός μεν σε διαφορά των αποδοχών του, οι οποίες αντιστοιχούν στις αναφερόμενες στο δικόγραφο ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις επίσης προσδιοριζόμενες στην αγωγή κατ’αριθμό καθημερινές ημέρες, Κυριακές, Σάββατα και αργίες των χρονικών διαστημάτων της ναυτολόγησής του, κατά τα οποία το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, αφετέρου δε στο σύνολο της συμφωνηθείσας κατ’αποκοπήν μηνιαίας αμοιβής του για υπερωριακή απασχόληση, που αντιστοιχεί στα χρονικά διαστήματα, κατά τα οποία το πλοίο δεν εκτελούσε δρομολόγια, κατόπιν αφαίρεσης του ήδη καταβληθέντος σ’αυτόν ποσού για την ίδια αιτία, που επίσης διαλαμβάνεται στην αγωγή, β) του ποσού των 347,37 ευρώ, που αφορά σε διαφορά της αμοιβής του για τα δρομολόγια εξπρές, τα οποία εκτέλεσε το πλοίο, αφαιρεθέντος του ομοίως αναφερομένου στο δικόγραφο ποσού, που έχει ήδη εισπράξει για την αιτία αυτή, γ) του ποσού των 589,48 ευρώ, που αφορά στο μη καταβληθέν και προβλεπόμενο από την εφαρμοστέα για τα μέλη των πληρωμάτων της κατηγορίας πλοίων, στην οποία ανήκει και το ανωτέρω πλοίο, ΣΣΝΕ επίδομα ιματισμού, το οποίο δικαιούται, διότι ο απαιτούμενος ιματισμός δεν παρεχόταν από την εναγόμενη στους ναυτικούς του πλοίου της σε είδος, δ) του ποσού των 5.046,92 ευρώ, ως διαφορά επιδόματος Πάσχα του έτους 2015, κατόπιν αφαίρεσης του ήδη καταβληθέντος σ’αυτόν ποσού για την ίδια αιτία, που επίσης διαλαμβάνεται στην αγωγή, και ως αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων του ιδίου έτους, και ε) του ποσού των 3.770,36 ευρώ, που αφορά σε αποζημίωση απόλυσης, ισόποση των αποδοχών του 22 ημερών, την οποία δικαιούται να λάβει με βάση την οικεία ΣΣΝΕ διότι απολύθηκε λόγω διακοπής των πλόων του πλοίου και δεν επαναυτολογήθηκε σ’αυτό εντός 60 ημερών, ζήτησε να υποχρεωθεί η αντίδικός του να του καταβάλει το συνολικό ποσό των ως άνω χρηματικών απαιτήσεών του, ανερχόμενο σε 21.413,55 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από της λύσης της εργασιακής του σύμβασης και της απόλυσής του, που έλαβε χώρα στις 13.11.2015 κατά τα προεκτεθέντα, άλλως επικουρικώς από την επίδοση της αγωγής, μέχρι την εξόφληση, και να καταδικασθεί στη δικαστική του δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η υπ’αριθμ.2903/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία, αφού απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη η προβληθείσα από την εναγόμενη ένσταση κατά τόπον αναρμοδιότητας του ανωτέρω Δικαστηρίου προς εκδίκαση της υπόθεσης, καθώς κρίθηκε άκυρη ως καταχρηστική η ρήτρα παρέκτασης αρμοδιότητας, η οποία περιλήφθηκε στην έγγραφη σύμβαση ναυτικής εργασίας του ενάγοντος, και προέβλεπε αποκλειστική αρμοδιότητα των δικαστηρίων της πόλης των Χανίων για όλες τις προκύπτουσες από τη συγκεκριμένη σύμβαση διαφορές, κατόπιν παραδοχής και κατ’ουσίαν της προταθείσας σχετικής αντένστασης του ενάγοντος, και κρίθηκε η αγωγή ως ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις ειδικότερα αναφερόμενες στο αιτιολογικό της διατάξεις, στις οποίες περιλαμβάνονται αυτές της από 8.4.2014 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2014, η οποία κυρώθηκε με την υπ’αριθμ. 3525.1.5/01.2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄1664/24.6.2014), και κρίθηκε εν προκειμένω εφαρμοστέα επί των αποδοχών του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του στο πλοίο της εναγομένης, στη συνέχεια με τις παραδοχές, μεταξύ άλλων, ότι η ημερήσια απασχόληση του ενάγοντος στο εν λόγω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου ανήλθε σε 10 ώρες, τα δε δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσε το ίδιο πλοίο σε 4,15, ότι ο ενάγων δεν απασχολήθηκε υπερωριακά κατά τα χρονικά διαστήματα, κατά τα οποία το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια, και, επομένως, ότι δε δικαιούται της συμφωνηθείσας μηνιαίας κατ’αποκοπήν αμοιβής για υπερωρίες, καθώς και ότι η εναγόμενη δεν κατέβαλε ιδιαίτερο επίδομα ειδικού ιματισμού στα μέλη του κατώτερου πληρώματος του πλοίου της, διότι τους χορηγούσε εξ ιδίων τον ιματισμό σε είδος, που απαιτείτο να φέρουν ανά ειδικότητα για την εκτέλεση της εργασίας τους, και συνεπώς, ότι δεν οφείλεται στον ενάγοντα το σχετικό προβλεπόμενο στην εν προκειμένω εφαρμοστέα ΣΣΝΕ επίδομα, έγινε κατά ένα μέρος δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, και υποχρεώθηκε η εναγόμενη στην καταβολή στον ενάγοντα των κάτωθι κριθέντων ως οφειλομένων ποσών α) του ποσού των 115,30 ευρώ ως διαφορά αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές ημέρες και Κυριακές (επί 2 ώρες ημερησίως) και κατά τα Σάββατα και τις αργίες (επί 10 ώρες ημερησίως) των χρονικών διαστημάτων της εργασιακής του σχέσης, κατά τα οποία το πλοίο, στο οποίο ναυτολογήθηκε, εκτελούσε δρομολογιακούς πλόες, β) του ποσού των 216,60 ευρώ ως διαφορά πρόσθετης αμοιβής για την εκτέλεση από το ίδιο πλοίο δρομολογίων εξπρές, γ) του ποσού των 782,92 ευρώ ως διαφορά επιδόματος Πάσχα του έτους 2015 και του ποσού των 1.368,54 ευρώ ως διαφορά αναλογίας δώρου Χριστουγέννων του ιδίου έτους, κατόπιν αφαίρεσης των ήδη καταβληθέντων στον ενάγοντα ποσών για τις ανωτέρω αιτίες, κατά παραδοχήν ως κατ’ουσίαν βάσιμης της προβληθείσας ένστασης εξόφλησης της εναγομένης, και αφού λήφθηκαν υπόψη και τα ποσά, που ο ίδιος ο ενάγων καθ’υποφοράν παραθέτει στο δικόγραφο της αγωγής του ως εισπραχθέντα έναντι των αποδοχών του, αφαιρώντας τα από το αιτούμενο να του καταβληθεί ποσό δι’έκαστο κονδύλιο, στο οποίο αφορούν οι επικαλούμενες καταβολές, και δ) του ποσού των 2.997,02 ευρώ ως αποζημίωση απόλυσης, το οποίο, όπως έγινε δεκτό, του οφείλεται με βάση την οικεία ΣΣΝΕ λόγω της απόλυσής του ενόψει διακοπής των πλόων του πλοίου, που διήρκησε (η διακοπή), πέραν των 60 ημερών, απορριφθέντων των αιτουμένων με την αγωγή ποσών για τις ίδιες αιτίες κατά το επιπλέον, καθώς και των επιμέρους κονδυλίων, που αφορούν στο επίδομα ιματισμού, και στην συμφωνηθείσα με την εργασιακή του σύμβαση πάγια μηνιαία αμοιβή υπερωριών για τα χρονικά διαστήματα, που το πλοίο δεν πραγματοποιούσε δρομολόγια, τα οποία έγινε δεκτό ότι δεν οφείλονται, και ως προς τα οποία, συνεπώς, η αγωγή απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, και συνολικά του ποσού των 5.480,38 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τις 14.11.2015, επομένη της απόλυσής του μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση. Κατά της ανωτέρω απόφασης, και δη κατά το μέρος αυτής, που τον βλάπτει, άσκησε ο ενάγων, ως εν μέρει ηττηθείς στον πρώτο βαθμό διάδικος με την κρινόμενη από 10.12.2018 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ………../28.12.2018 και ………../17.12.2019) έφεσή του, με έννομο συμφέρον που απορρέει από τη βλάβη του, η οποία προκύπτει αμέσως από το διατακτικό της ως άνω απόφασης, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο δικόγραφο του ένδικου μέσου, και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων αναφορικά με την περιληφθείσα στην εκκαλουμένη κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου επί της ουσίας της υπόθεσης, και δη επί των παραδοχών, που αφορούν, αφενός μεν στις ώρες της ημερήσιας απασχόλησής του ως θαλαμηπόλου στο πλοίο της εναγομένης κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του σ’αυτό (έγινε δεκτό ότι εργαζόταν επί 10 ώρες ημερησίως αντί 14 κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς), καθώς και, συνακόλουθα στα κονδύλια α) της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα χρονικά διαστήματα, που το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, β) των επιδομάτων εορτών του έτους 2015, γ) της πρόσθετης αμοιβής για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, και δ) της αποζημίωσης απόλυσης, ως προς τα οποία η αγωγή του έγινε εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, επικαλούμενος περαιτέρω αναφορικά με τα υπό στοιχεία β΄, γ΄ και δ΄ κονδύλια ότι δεν συνυπολογίσθηκαν για τον προσδιορισμό τους στο σύνολό τους οι αποδοχές του, που αντιστοιχούν στις πραγματικές ώρες υπερωριακής εργασίας, που πραγματοποίησε στο εν λόγω πλοίο κατά τις καθημερινές ημέρες, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, αλλά αυτές που αντιστοιχούν στις λιγότερες ώρες, κατά τις οποίες έγινε δεκτό ότι εργάσθηκε υπερωριακά, καθώς και το επίδομα ιματισμού (η απορριπτική κρίση της εκκαλουμένης επί του οποίου σημειωτέον ότι δεν πλήττεται ειδικά με λόγο έφεσης), αφετέρου δε στην αξίωσή του καταβολής της συμφωνηθείσας με τη σύμβαση εργασίας του μηνιαίας κατ’αποκοπήν αμοιβής για την παροχή υπερωριακής εργασίας και κατά τα χρονικά διαστήματα, που το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια, ως προς την οποία η αγωγή απορρίφθηκε ως κατ’ουσίαν αβάσιμη, ζητώντας την εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια αυτής, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και αναδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να γίνει καθ’ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του ως κατ’ουσίαν βάσιμη.

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 παρ.1 της  Σ.Σ.Ν.Ε. των Πληρωμάτων Ακτοπλοΐκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2014, η οποία οποία κυρώθηκε με την υπ’αριθμ. 3525.1.5/01.2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄1664/24.6.2014), τυγχάνει εφαρμοστέα εν προκειμένω κατά τα χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του ενάγοντος στο πλοίο της εναγομένης, κατά τα κατωτέρω εκτιθέμενα, οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα για όλους τους ναυτικούς που αφορά, ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού. Όπως διευκρινίζεται δε με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους τούτου υπηρεσίας. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ 328/2014 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΠειρ 626/2014 ΕλλΔνη 2015.508, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νμλγ), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014 ΤΝΠ Νόμος,  ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝαυτΔ 34/351, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝαυτΔ 33/345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες, δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανείων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου, όπως προκύπτει από το σχετικό άρθρο 18 της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε. Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες αμείβεται ανά ώρα με βάση το ωρομίσθιο, που κατ’ άρθρο 13 § 1 των ιδίων Σ.Σ.Ν.Ε. εξευρίσκεται δια της διαίρεσης του μισθού ενεργείας, όπως αυτός καθορίζεται στη διάταξη του άρθρου 1 § 1 αυτής, δια του αριθμού των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης των ναυτικών, δηλαδή δια του αριθμού εκατόν εβδομήντα τρία (52 εβδομάδες του έτους 12 μήνες = 4,33 Χ 40 ώρες εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης = 173). Ακολούθως, το ωρομίσθιο προσαυξάνεται κατά 50% (άρθρο 13 § 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία, που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας), αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 § 2). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 14 της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., σε συνδυασμό προς εκείνες των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 της υπ’αριθμ.70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄1/7.1.1982) προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών, αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα, αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δε διήρκησε καθόλο το ως άνω διάστημα, αντιστοίχως. Επίσης, για τον υπολογισμό των προαναφερθέντων επιδομάτων εορτών λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός τη 10η Δεκεμβρίου και τη 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό η νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που του παρέχει ο ναυτικός, τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’επανάληψη και καθ’ορισμένα διαστήματα του χρόνου. Μάλιστα, ως τέτοιες, προσδιορίζονται ενδεικτικά στην ως άνω Υπουργική Απόφαση: α) Η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004.212 = ΕΝαυτΔ 2003.345, ΜονΕφΠειρ 430/2014, ΜονΕφΠειρ 361/2014, ΜονΕφΠειρ 56/2014, ΜονΕφΠειρ 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012.19, ΕφΠειρ 521/2009 ΕΝαυτΔ 2009.273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ 647/2014, ΜονΕφΠειρ 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ Νόμος) και η αποζημίωση μη πραγματοποίησης αδείας (ΕφΠειρ 506/2011 ΕΝαυτΔ 2011.387). Εξάλλου η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό που στη ναυτική πρακτική ονομάζεται “κλειστός” και στον οποίο περιλαμβάνεται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές που προβλέπονται από τη σχετική συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας είναι έγκυρη (άρθρο 361 του ΑΚ), υπό την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αμοιβές που προβλέπονται στη συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας δεν είναι μεγαλύτερες από το κλειστό μισθό που συμφωνήθηκε. Διαφορετικά, αν ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελαχίστων νομίμων αποδοχών, η συμφωνία δεν είναι έγκυρη κατά το μέρος αυτό και ο ναυτικός δικαιούται της διαφοράς (ΑΠ 516/2017 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1013/2003 ΕΝΔ 2003.345, ΑΠ 225/2002 ΔΕΝ 2002.1314). Περαιτέρω,από τις διατάξεις της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. συνάγεται ότι, προκειμένου περί πλοίου, το οποίο εκτελεί κυκλικά ταξίδια και προς εξυπηρέτηση καθορισμένου δρομολογίου αποπλέει από του αφετηρίου λιμένος ή του λιμένος προορισμού προ της παρέλευσης εξαώρου από του κατάπλου ή έχει τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από του αφετηρίου λιμένος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν εκτελεί κατά κύριο λόγο ημερινούς πλόες (από 7ης πρωινής μέχρι 23ης νυκτερινής – ημερόπλοιο) ή δεν είναι πλοίο τοπικών γραμμών, το οποίο δεν εκτελεί δρομολόγια κατά τις νυκτερινές ώρες (23.00-07.00) ή δεν επεκτείνει τα δρομολόγια κατά τις ώρες αυτές, οι ναυτικοί, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., δικαιούνται αμοιβής ίσης προς το πηλίκο του συνόλου των ωρών των προώρων αναχωρήσεων μέχρι της συμπλήρωσης εξαώρου από του κατάπλου καθ’ εβδομάδα δια του αριθμού 8 ή τον αριθμό των πέραν των πέντε δρομολογίων του πλοίου καθ’εβδομάδα, αντιστοίχως, επί το ένα τριακοστό (1/30) ή το ένα εξηκοστό (1/60) ή το εν εκατοστό εικοστό (1/120) του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, εάν το κυκλικό ταξίδι διαρκεί τουλάχιστον δώδεκα (12) ώρες ή τουλάχιστον έξι (6) ώρες ή μέχρι έξι (6) ωρών αντιστοίχως (ΕφΠειρ 371/2016, ΕφΠειρ 53/2013, ΕφΠειρ 66/2013, αμφότερες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος). Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 27 της ιδίας ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. “σε περίπτωση διακοπής των πλόων για οποιοδήποτε λόγο, πέραν των εξήκοντα (60) ημερών, καταβάλλεται στο πλήρωμα σε περίπτωση απόλυσής του αποζημίωση ίση προς τις αποδοχές είκοσι δύο (22) ημερών”.

Το παρόν Δικαστήριο εκτιμά:α) Τις καταθέσεις των εκτός δίκης εξετασθέντων, με πρωτοβουλία του ενάγοντος, μαρτύρων του, …………., και ……………, που επίσης εργάσθηκαν στο ίδιο πλοίο μαζί με τον ενάγοντα από το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2014 έως και το μήνα Ιούλιο του επόμενου έτους με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου ο πρώτος και του επίκουρου θαλαμηπόλου ο δεύτερος, οι οποίες (καταθέσεις) δόθηκαν κατόπιν εμπρόθεσμης και νομότυπης κλήτευσης της εναγομένης να παραστεί  κατά τη λήψη  τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 422 παρ.1 του ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ. ……./26.1.2017 έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Χανίων Δικαστικού Επιμελητή …………, και περιέχονται στις υπ’αριθμ…../1.2.2017 και …../1.2.2017 αντίστοιχα ένορκες βεβαιώσεις των ανωτέρω προσώπων, που δόθηκαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, οι οποίες εκτιμώνται κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας εκάστου μάρτυρα, χωρίς το γεγονός ότι αμφότεροι οι ανωτέρω μάρτυρες απόδειξης τυγχάνουν αντίδικοι της εναγομένης, επειδή έχουν ασκήσει εναντίον της άλλες, δικές τους, αγωγές με το ίδιο αντικείμενο να αποκλείει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων τους (ΕφΑθ 3879/2012 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ. 698/2003, ΑχΝομ 2004/266), καθόσον, άλλωστε, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 340 παρ.1 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο 2 παρ.2 του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87/23.7.2015, με έναρξη ισχύος από την 1η.1.2016, σύμφωνα με το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ.4 του ιδίου νόμου), που εφαρμόζεται εν προκειμένω, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου, όπως είναι ακόμα και οι εξαιρετέοι μάρτυρες, με την επισήμανση ότι η προσκομισθείσα  στον πρώτο βαθμό από την εναγόμενη κατάθεση του μάρτυρά της ……….., η οποία περιλήφθηκε στην υπ’αριθμ……./1.2.2017 ένορκη βεβαίωση του ανωτέρω ενώπιον του Συμβολαιογράφου Χανίων ……………, και λήφθηκε υπόψη από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης επί των αποδεικτέων θεμάτων, δε θα ληφθεί υπόψη και από το παρόν Δικαστήριο, διότι δεν επαναπροσκομίσθηκε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης από τον παρασταθέντα εκκαλούντα/ενάγοντα, καθώς η εναγόμενη/εφεσίβλητη, με την επιμέλεια της οποίας εξετάσθηκε ο ανωτέρω μάρτυρας, δεν παρέστη και δικάζεται ερήμην, κατά τα προεκτεθέντα, β) όλα τα έγγραφα, που ο εκκαλών/ενάγων επικαλείται και προσκομίζει, προκειμένου απ’όσα δεν οδηγούν σε άμεση απόδειξη να συναχθούν δικαστικά τεκμήρια, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, και γ) τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 παρ.4 του ΚΠολΔ). Από την επανεκτίμηση και συνεκτίμηση του ανωτέρω αποδεικτικού υλικού το Δικαστήριο τούτο κρίνει ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Με σύμβαση παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που συνήφθη άτυπα/προφορικά στον Πειραιά, στις 17.12.2014, μεταξύ του ενάγοντος, Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του υπό στοιχεία ………….. ναυτικού φυλλαδίου, και της εναγομένης, ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρείας, εδρεύουσας στα Χανιά της Κρήτης και νόμιμα εκπροσωπουμένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου με την ονομασία «ΒΚ», με αριθμό νηολογίου Αγίου Νικολάου Κρήτης με αριθμ……., ολικής χωρητικότητας 6387 κόρων και ΔΔΣ …., ο ενάγων προσλήφθηκε, προκειμένου να ναυτολογηθεί από τον πλοίαρχο του ανωτέρω πλοίου και να εργασθεί σ’αυτό με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, αντί των προβλεπόμενων από την οικεία και εκάστοτε ισχύουσα κατά το χρόνο της υπηρεσίας του Σ.Σ.Ν.Ε. για τα μέλη των πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών πλοίων όρων και αποδοχών, πλέον συμφωνηθείσας μηνιαίας κατ’αποκοπήν/πάγιας αμοιβής για την παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές ημέρες, και τις Κυριακές, καθώς και κατά τα Σάββατα και τις αργίες της ναυτολόγησής του, κατά τα κατωτέρω εκτιθέμενα. Σε εκτέλεση της σύμβασης αυτής ο ενάγων επιβιβάσθηκε την ίδια ημέρα της κατάρτισής της στο ανωτέρω πλοίο στο Πέραμα Αττικής, ναυτολογήθηκε αυθημερόν από τον πλοίαρχό του, και παρείχε τις υπηρεσίες του σ’αυτό, με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, μέχρι και τις 13.11.2015,  οπότε και απολύθηκε στο λιμένα του Περάματος Αττικής, λόγω διακοπής των πλόων του πλοίου ενόψει της διενέργειας της ετήσιας επιθεώρησής του. Όλα τα προεκτεθέντα, που συνιστούν ταυτόχρονα παραδοχές και της εκκαλουμένης, οι οποίες δεν πλήττονται ειδικά από τον εκκαλούντα/ενάγοντα, δεν αμφισβητήθηκαν από τους διαδίκους στον πρώτο βαθμό, προκύπτουν άλλωστε σαφώς και από τις σχετικές εγγραφές στο προσκομιζόμενο αντίγραφο του αντίστοιχου τμήματος του ναυτικού του φυλλαδίου. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του ενάγοντος στο συγκεκριμένο πλοίο της εναγομένης τις πάσης φύσης αποδοχές και τους εν γένει όρους της παροχής της εργασίας του ρύθμιζε η Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2014, που κυρώθηκε με την υπ’αριθμ. 3525.1.5./01/2014 Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου, η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 24.6.2014 (τεύχος Β΄, αριθμ.φύλλου 1664/24.6.2014), όπως, άλλωστε, έγινε δεκτό και από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, χωρίς η κρίση του αυτή να πλήττεται ειδικά με την ένδικη έφεση. Σύμφωνα με την ανωτέρω ισχύσασα κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησης του ενάγοντος στο ένδικο πλοίο Σ.Σ.Ν.Ε., ο μηνιαίος μισθός ενεργείας του θαλαμηπόλου, ήτοι της ειδικότητας με την οποία αυτός ναυτολογήθηκε και απασχολήθηκε μέχρι τη λύση της εργασιακής του σύμβασης, ορίσθηκε σε 1.157,99 ευρώ, το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας, δηλαδή σε 254,76 ευρώ, το αντίτιμο της σε είδος παρεχομένης τροφοδοσίας σε 19,21 ευρώ την  ημέρα, δηλαδή σε 576,30 ευρώ το μήνα, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε 35,22 ευρώ, και οι αποδοχές της αδείας μετά τροφοδοσίας στο ποσό των 417,13 ευρώ (1.157,99 ευρώ + 254,74 ευρώ: 22 + 19,21 ευρώ Χ 5 ημέρες = 417,13 ευρώ). Αποδείχθηκε επίσης από τις προσκομιζόμενες από τον ενάγοντα μηνιαίες ατομικές αποδείξεις πλρωμής του, που αφορούν στους μήνες του χρονικού διαστήματος της ναυτολόγησής του  στο ανωτέρω πλοίο Ιανουάριο έως Οκτώβριο του έτους 2015 (πλην του μηνός Μαΐου του ιδίου έτους) ότι δυνάμει συμφωνίας του με την εναγόμενη χορηγείτο σ’αυτόν τακτικά και σε σταθερή βάση κάθε μήνα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό ως κατ’αποκοπήν πάγια αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση στο πλοίο της, και ειδικότερα για υπερωρίες καθημερινών ημερών της εβδομάδας και Κυριακών ελάμβανε το ποσό των 259,50 ευρώ (στις ως άνω αποδείξεις αναφέρεται με τα στοιχεία «ΥΠΕΡ.ΕΤΑΙΡ.»), για υπερωρίες Σαββάτων το ποσό των 351,58 ευρώ (αναφέρεται στις ίδιες αποδείξεις ως «ΥΠΕΡ.ΣΣ.»),  και για υπερωρίες αργιών το ποσό των 107,13 ευρώ (όπερ στις εν λόγω αποδείξεις έχει καταχωρηθεί ως «ΑΡΓΙΕΣ. ΑΚΤ. ΥΠΟΛ. ΠΛΗΡΩΜΑ.»), ήτοι συνολικά του καταβαλλόταν το ποσό των 718,21 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο, αυτό εκτελούσε καθημερινά εγκεκριμένα τακτικά δρομολόγια, κυκλικά (λιγότερα όμως από 5 την εβδομάδα), και πολύωρα, τα οποία πάντοτε σε διάρκεια υπερέβαιναν κατά πολύ τις 12 ώρες, και ολοκληρώνονταν συνήθως μετά παρέλευση αρκετών ημερών από την αναχώρηση του πλοίου από τον λιμένα αφετηρίας εκάστου δρομολογίου, με την επιστροφή του στον ίδιο λιμένα (και συγκεκριμένα κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας διαρκούσαν τις περισσότερες φορές από τη Δευτέρα, όταν το πλοίο αναχωρούσε από τον καθορισμένο λιμένα αφετηρίας του, κυρίως τον Πειραιά, μέχρι και την Παρασκευή, όταν και επέστρεφε στον ανωτέρω λιμένα, για να ακολουθήσει η πραγματοποίηση έτερου δρομολογίου, που διαρκούσε από την Παρασκευή έως και την Κυριακή με τον κατάπλου του πλοίου στον εκάστοτε λιμένα αφετηρίας του), όπερ κατά λογική αναγκαιότητα συνεπάγεται ότι πλειστάκις εκτείνονταν και κατά τις νυκτερινές ώρες της ημέρας, σε γραμμή ενταγμένη στο γενικό δίκτυο ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών, τα οποία ανά περιόδους του έτους διαφοροποιούνταν, αλλά και εντός της εβδομάδας εναλλάσσονταν κατά τις καθημερινές και τα Σαββατοκύριακα, κατά τα προεκτεθέντα, με αφετηρία συνήθως το λιμένα του Πειραιά και προορισμού εκ περιτροπής τους λιμένες των νήσων Κυθήρων, και Αντικυθήρων, του Καστελλίου Κισσάμου Κρήτης, και του Γυθείου Λακωνίας, ενώ εντός του έτους 2015 επεξέτεινε τους δρομολογιακούς πλόες του, περιλαμβάνοντας στους ενδιάμεσους λιμένες ή στους λιμένες προορισμού του και αυτούς των νήσων Θήρας, Ανάφης, Κάσου, Καρπάθου (Πηγάδια και Διαφάνι), Χάλκης, Ρόδου, Μήλου, καθώς και αυτούς της Σητείας και του Ηρακλείου της Κρήτης, προσεγγίζοντας συνήθως κάθε φορά μεγάλο αριθμό λιμένων κατά τη διάρκεια εκάστου δρομολογίου, με την επισήμανση ότι τινά εκ των εν λόγω δρομολογίων, ή τμήματα αυτών, επιδοτούνταν, καθώς πραγματοποιούνταν σε εκτέλεση συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, που είχαν συναφθεί μεταξύ της εναγομένης και του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, για τα οποία χορηγείτο στον ενάγοντα κάθε μήνα το ειδικό επίδομα, ως μέλος του πληρώματος πλοίου που δραστηριοποιείται σε τέτοιες (άγονες) γραμμές (βλ.σχετ.περί των επιδοτούμενων και μη δρομολογίων, τα οποία εκτελούσε το εν λόγω πλοίο κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, τα προσκομιζόμενα από τον ενάγοντα υπ’αριθμ.πρωτ. 2252.3.-6/24156/29.9.2015 και 2252.3-6/67035/28.7.2016 έγγραφα του Τμήματος Β΄ της Διεύθυνσης Θαλασσίων Συγκοινωνιών του Κλάδου Ναυτιλίας του Αρχηγείου του Λιμενικού Σώματος- Ελληνικής Ακτοφυλακής του ως άνω Υπουργείου). Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι το εν λόγω πλοίο κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα πραγματοποίησε τα εξής δρομολόγια:  (Α) Από 1.1.2015 έως 22.1.2015, από 28.2.2015 έως 5.3.2015 και από 8.6.2015 έως 15.6.2015: 1. Από Δευτέρα έως Παρασκευή εκάστης εβδομάδας: Πειραιάς – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Γύθειο – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από το λιμένα του Πειραιά τη Δευτέρα και ώρα 17.00 και επιστροφή την Παρασκευή στον ίδιο λιμένα και ώρα 06.30. 2. Από Παρασκευή έως Δευτέρα: Πειραιάς  – Κύθηρα  – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Παρασκευή και ώρα 17.00 και επιστροφή στον ίδιο λιμένα τη Δευτέρα και ώρα 06.30. (Β) Από 23.1.2015 έως 27.2.2015: 1. Πειραιάς – Μήλος – Θήρα – Ανάφη – Κάσος – Πηγάδια – Διαφάνι – Χάλκη – Ρόδος – Χάλκη – Διαφάνι – Κάρπαθος – Κάσος – Ανάφη – Θήρα – Μήλος – Πειραιάς με αναχώρηση από το λιμένα του Πειραιά την Τρίτη και ώρα 21.00 και επιστροφή στον ίδιο λιμένα την Παρασκευή  και ώρα 07.15. 2. Πειραιάς – Μήλος – Θήρα – Ανάφη – Ηράκλειο – Σητεία – Κάσος – Πηγάδια – Διαφάνι – Χάλκη – Ρόδος – Χάλκη – Διαφάνι – Πηγάδια – Κάσος – Σητεία – Ηράκλειο -Ανάφη – Θήρα – Μήλος – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Παρασκευή και ώρα 18.00 και επιστροφή τη Δευτέρα και ώρα 15.25. (Γ) Από 6.3.2015 έως 16.3.2015: 1. Πειραιάς – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά τη Δευτέρα και ώρα 16.00 και επιστροφή στον λιμένα της αφετηρίας του την Τρίτη και ώρα 18.30. 2. Πειραιάς – Θήρα – Ανάφη – Σητεία – Κάσος – Πηγάδια – Διαφάνι – Χάλκη – Ρόδος – Χάλκη – Διαφάνι – Πηγάδια – Κάσος – Σητεία – Ανάφη – Θήρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Τρίτη και ώρα 21.00 και επιστροφή την Παρασκευή και ώρα 10.25. 3. Πειραιάς – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Γύθειο – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Παρασκευή και ώρα 18.00 και επιστροφή στον ανωτέρω λιμένα αφετηρίας τη Δευτέρα και ώρα 06.30. Σημειωτέον ότι την Παρασκευή 6.3.2015 το πλοίο αναχώρησε από τον Πειραιά περί ώρα 18.00, κατέπλευσε στο λιμένα της νήσου Θήρας την επομένη, ήτοι το Σάββατο 7.3.2015 (02.30 – 03.00) και εν συνεχεία ακολούθησε το εξής δρομολόγιο: Ανάφη (04.45 – 05.00) – Σητεία (09.45 – 10.10) – Κάσο (13.10 – 13.30) – Πηγάδια (15.10-15.30) – Διαφάνι (16.30 – 16.45) – Χάλκη (18.55 – 19.10) – Ρόδο (21.25), απ’ όπου αναχώρησε την επομένη ημέρα (Κυριακή 8.3.2015) στις 04.00 προς Χάλκη (06.15 – 06.30) – Διαφάνι (08.40 – 08.55) – Πηγάδια (09.55 – 10.15) – Κάσο (11.55 – 12.15) – Σητεία (15.15 – 15.40) – Ανάφη (20.25 – 20.40) – Θήρα (22.25 – 22.55) και τελικά επέστρεψε στο λιμένα του Πειραιά, όπου κατέπλευσε τη Δευτέρα 9.3.2015 και ώρα 07.25  (Δ). Από 17.3.2015 έως 25.3.2015 και από 15.4.2015 έως 20.4.2015: 1. Πειραιάς – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά τη Δευτέρα και ώρα 16.00 και επιστροφή την Τρίτη και ώρα 17.45. 2. Πειραιάς – Θήρα – Ανάφη – Σητεία – Κάσος – Πηγάδια – Διαφάνι – Χάλκη – Ρόδος – Χάλκη – Διαφάνι – Πηγάδια – Κάσος – Σητεία – Ανάφη – Θήρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Τρίτη και ώρα 21.00 και επιστροφή στον ανωτέρω λιμένα την Παρασκευή και ώρα 11.00. 2. Πειραιάς – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Γύθειο – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Παρασκευή και ώρα 18.00 και επιστροφή την Δευτέρα και ώρα 06.30. (Ε) Από 4.4.2015 έως 14.4.2015 (δρομολόγια της περιόδου του Πάσχα 2015): 1. Πειραιάς – Θήρα – Ανάφη – Σητεία – Κάσος – Πηγάδια – Διαφάνι – Χάλκη – Ρόδο – Χάλκη – Διαφάνι Καρπάθου – Πηγάδια Καρπάθου – Κάσος – Σητεία – Ανάφη – Θήρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά το Σάββατο 4.4.2015 και ώρα 17.00 και επιστροφή την Μεγάλη Τρίτη και ώρα 04.00. 2. Πειραιάς – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Μ. Τρίτη και ώρα 10.00 και επιστροφή την Μ. Τετάρτη και ώρα 11.10. 3. Πειραιάς – Θήρα – Ανάφη – Σητεία – Κάσος – Πηγάδια – Διαφάνι – Χάλκη – Ρόδος – Χάλκη – Διαφάνι – Πηγάδια – Κάσος – Σητεία – Ανάφη – Θήρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Μ. Τετάρτη και ώρα 14.00 και επιστροφή την Μ. Παρασκευή και ώρα 23.59. 4. Πειραιάς – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος, με αναχώρηση από τον Πειραιά το Μ. Σάββατο ώρα 08.00 και άφιξη στην Κίσσαμο στις 19.30. 5. Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από την Κίσσαμο τη Δευτέρα του Πάσχα και ώρα 18.00 και άφιξη στον Πειραιά την επόμενη ημέρα (Τρίτη του Πάσχα) και ώρα 06.30. (ΣΤ) Από 21.4.2015 έως 26.4.2015: 1. Πειραιάς – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Γύθειο – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Δευτέρα και ώρα 07.00 και επιστροφή στον ίδιο λιμένα την Τετάρτη και ώρα 23.59. 2. Πειραιάς – Θήρα – Ανάφη – Σητεία – Κάσος – Πηγάδια – Διαφάνι – Χάλκη – Ρόδος – Χάλκη -Διαφάνι – Πηγάδια – Κάσος – Σητεία – Ανάφη – Θήρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από το λιμένα του Πειραιά την Πέμπτη και ώρα 08.00 καιεπιστροφή το Σάββατο και ώρα 19.00. 3. Πειραιάς – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Κυριακή και ώρα 06.00 και επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας του τη Δευτέρα και ώρα 06.30. (Ζ) Από 27.4.2015 έως 3.5.2015: 1. Πειραιάς – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Δευτέρα 27.4.2015 και ώρα 16.00 και επιστροφή την Τρίτη 28.4. 2015 ώρα 17.45. 2. Πειραιάς – Θήρα – Ανάφη – Σητεία – Κάσος – Πηγάδια – Διαφάνι – Χάλκη – Ρόδος – Χάλκη – Διαφάνι – Πηγάδια – Κάσος – Σητεία – Ανάφη – Θήρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Τρίτη 28.4.2015 και ώρα 21.00 και επιστροφή την Παρασκευή 1.5.2015 και ώρα 11.00. 3. Πειραιάς – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Γύθειο – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Παρασκευή 1.5.2015 και ώρα 18.00 και επιστροφή την Δευτέρα 4.5.2015 και ώρα 06.30. (Η) Από 16.6.2015 έως 27.8.2015: 1. Πειραιάς – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Γύθειο – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Δευτέρα και ώρα 17.00 και επιστροφή την Παρασκευή και ώρα 06.30. 2. Πειραιάς – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα – Καλαμάτα – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά στην Παρασκευή και ώρα 17.00 και επιστροφή την Δευτέρα και ώρα 06.30. (Θ) Από 28.8.2015 έως 14.9.2015: 1. Πειραιάς – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Γύθειο – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Δευτέρα ώρα και ώρα 17.00 και επιστροφή στον ίδιο λιμένα Παρασκευή και ώρα 05.15. 2. Πειραιάς – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα – Καλαμάτα – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Παρασκευή ώρα 17.00 και επιστροφή στον ίδιο λιμένα την Δευτέρα και ώρα 05.25. (Ι) Από 15.9.2015 έως 13.11.2015: 1. Πειραιάς – Κύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Γύθειο – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Δευτέρα και ώρα 17.00 και επιστροφή στον ίδιο λιμένα την Παρασκευή ώρα 06.30. 2. Πειραιάς – Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κίσσαμος – Αντικύθηρα – Κύθηρα – Πειραιάς, με αναχώρηση από τον Πειραιά την Παρασκευή και ώρα 17.00 και επιστροφή στο λιμένα της αφετηρίας του τη Δευτέρα και ώρα 06.30. Λεκτέον επίσης ότι κατά τα χρονικά  διαστήματα της ναυτολόγησης του ενάγοντος από 26.3.2015 έως και 3.4.2015, καθώς και από 4.5.2015 έως και 7.6.2015 το πλοίο δεν πραγματοποίησε δρομολόγια, ενώ στις 13.11.2015 διέκοψε τους πλόες του, ενόψει της διενέργειας της ετήσιας επιθεώρησής του, οπότε και ο ενάγων αποναυτολογήθηκε κατά τα προεκτεθέντα, χωρίς να επαναπροσληφθεί από την εναγόμενη εντός 60 ημερών. Εξάλλου, κατά τις παρ. 1 και 6 του υπό τον τίτλο «Προσωπικόν Ενδιαιτημάτων» άρθρου 6 του ΠΔ 177/1974 «Περί οργανικής συνθέσεως των πληρωμάτων των επιβατηγών (ακτοπλοϊκών – μεσογειακών – τουριστικών) πλοίων» (ΦΕΚ Α 64/13.3.1974), όπως η δεύτερη από τις διατάξεις αυτές, αφού αντικαταστάθηκε, αναριθμήθηκε από § 7 σε § 6 με το άρθρο 3 του ΠΔ 319/1996 (ΦΕΚ Α 216/1996), τα επιβατηγά πλοία υποχρεούνται σε πρόσληψη ενός (1) θαλαμηπόλου ανά είκοσι τέσσερις (24) κλίνες, στον αριθμό των οποίων συνυπολογίζονται και οι κλίνες των αξιωματικών και ενός (1) επίκουρου ανά τρεις (3) θαλαμηπόλους, συμπεριλαμβανομένων και των αρχιθαλαμηπόλων (§ 1), ενώ κατά τη χειμερινή περίοδο η οργανική σύνθεση σε θαλαμηπόλους και επίκουρους μειώνεται κατά το 1/3 (§ 6). Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο υπηρετούσαν ως μέλη του πληρώματος της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων αυτού κατά το μήνα Ιανουάριο του έτους 2015 9 άτομα (1 αρχιθαλαμηπόλος, 5 θαλαμηπόλοι και 3 επίκουροι), κατά το μήνα Φεβρουάριο του ιδίου έτους 11 άτομα (1 αρχιθαλαμηπόλος, 6 θαλαμηπόλοι – ο ένας εξ αυτών από 27.1.2015 – και 4 επίκουροι – ο ένας εξ αυτών από 9.2.2015), κατά το μήνα Μάρτιο 11 άτομα (1 αρχιθαλαμηπόλος, 6 θαλαμηπόλοι και 4 επίκουροι), κατά το μήνα Απρίλιο 11 άτομα (1 αρχιθαλαμηπόλος, 6 θαλαμηπόλοι – ο ένας εξ αυτών από 8.4.2015 – και 4 επίκουροι),  κατά τους μήνες Μάιο, Ιούνιο και Ιούλιο του ίδιου έτους 12 άτομα (1 αρχιθαλαμηπόλος, 7 θαλαμηπόλοι και 4 επίκουροι) και κατά τους μήνες Αύγουστο, Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Νοέμβριο του ως άνω έτους 12 άτομα (1 αρχιθαλαμηπόλος, 6 θαλαμηπόλοι και 5 επίκουροι). Τα προπαρατεθέντα περί των δρομολογίων, που εκτέλεσε το πλοίο, στο οποίο είχε ναυτολογηθεί ο ενάγων, και περί της οργανικής σύνθεσης της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων του ιδίου πλοίου, κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησης του ανωτέρω σ’αυτό, συνιστούν επίσης αποδεικτικές παραδοχές της εκκαλουμένης απόφασης, οι οποίες δεν πλήττονται ειδικά από τον ενάγοντα με την κρινόμενη έφεσή του. Κατά δε τις διατάξεις των άρθρων 116 και 118 του ΒΔ 683/1960 «Περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων πεντακοσίων κ.ο.χ. και άνω» (ΦΕΚ Α΄ 158/4.10.1960), οι θαλαμηπόλοι, οι οποίοι ανάλογα με την εκτελούμενη από αυτούς ειδική εργασία διακρίνονται σε θαλαμηπόλους ενδιαιτημάτων, εστιατορίων και κυλικείων, τελούν υπό τις άμεσες διαταγές και τον έλεγχο του αρχιθαλαμηπόλου της θέσης στην οποία ανήκουν και βοηθούν αυτόν στην εκτέλεση των καθηκόντων του, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 117, στα ειδικότερα καθήκοντα των θαλαμηπόλων περιλαμβάνονται – μεταξύ άλλων – η επιμέλεια της απόλυτης καθαριότητας, της καλής συντήρησης και της ευπρέπειας των ανατιθεμένων σε αυτούς ενδιαιτημάτων των θέσεων, η καταβολή ιδιαίτερης μέριμνας προς εξυπηρέτηση των επιβατών και η παροχή σ’αυτούς κάθε δυνατής περιποίησης και άνεσης, καθώς και η εκτέλεση φυλακών αναλόγως των προσεγγίσεων του εκτελουμένου δρομολογίου. Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 118 του ιδίου ως άνω β.δ./τος, που επίσης αναφέρεται στα ειδικότερα καθήκοντα των θαλαμηπόλων ενδιαιτημάτων, εστιατορίων, και κυλικείων, προβλέπεται ότι: «1…2. Οι θαλαμηπόλοι εστιατορίων βοηθούμενοι υπό επικούρων και υπό την άμεσον εποπτείαν και διεύθυνσιν του Αρχιθαλαμηπόλου επιμελούνται του  ευπρεπισμού των αιθουσών των επιβατών (φαγητού, υποδοχής, χορού, μουσικής, αναγνωστηρίου, καπνιστηρίου κ.λ.π.) και της κοινωνικής προετοιμασίας των τραπεζών διά το πρωϊνόν ρόφημα, πρόγευμα, γεύμα, πρόδειπνον και δείπνον και εξυπηρετούσι τους εν αυταίς επιβάτας μετά προθυμίας και συμφώνως προς τους κανόνας της καλής συμπεριφοράς και της ξενοδοχειακής εθιμοτυπίας. 3. Οι θαλαμηπόλοι κυλικείων βοηθούμενοι υπό επικούρων επιμελούνται του ευπρεπισμού του κυλικείου και εξυπηρετούσι τους επιβάτας, παρέχοντες αυτοίς κατά την παραγγελίαν των αφεψήματα, ποτά και είδη κυλικείου, εις την κεκανονισμένην ποσότητα και τιμήν, βάσει τιμολογίου μονίμως ανηρτημένου εις πινακίδα. 4. Οι θαλαμηπόλοι ενδιαιτημάτων βοηθούμενοι υπό επικούρων επιμελούνται του ευπρεπισμού των κοιτωνίσκων των επιβατών και τίθενται προθύμως, και ανελλιπώς εις την διάθεσίν των διά την αρτιωτέραν εξυπηρέτησίν των κατά την διάρκειαν του ταξειδίου εξασφαλίζουσι την ησυχίαν κατά την νυκτερινήν φυλακήν των, και επιμελούνται της παραλαβής και μεταφοράς των αποσκευών των επιβατών από του καταστρώματος εις τας θέσεις και τανάπαλιν κατά την επιβίβασιν και αποβίβασίν των». Εν προκειμένω, το ξενοδοχειακό τμήμα του ανωτέρω πλοίου, το οποίο υπάγεται στην αρμοδιότητα της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων, μέλος της οποίας αποτελούσε ο ενάγων ως ναυτολογημένος θαλαμηπόλος, περιελάμβανε 2 αίθουσες επιβατών με καθίσματα αεροπορικού τύπου, κοιτωνίσκους (καμπίνες) επιβατών, χωρητικότητας 110 συνολικά κλινών, 1 σαλόνι με κυλικείο (μπαρ), 1 κυλικείο καταστρώματος, 1 τραπεζαρία πληρώματος, 1 τραπεζαρία αξιωματικών, 1 εστιατόριο αυτοεξυπηρέτησης («self service») κλιμακοστάσια, διαδρόμους και κοινόχρηστες τουαλέτες, που εκτείνονταν σε 3 ορόφους εντός του πλοίου. Αποδείχθηκε επίσης στην προκειμένη περίπτωση ότι ο ενάγων, ο οποίος ως θαλαμηπόλος, κατά την άσκηση των καθηκόντων του τελούσε υπό  τις άμεσες διαταγές, την εποπτεία, και τον έλεγχο του αρχιθαλαμηπόλου του πλοίου, μεταφορικής ικανότητας 1.103 επιβατών και 280 Ι.Χ. οχημάτων, ήταν επιφορτισμένος κυρίως με την προετοιμασία, τη συντήρηση, τον ευπρεπισμό και τον καθαρισμό των κοιτωνίσκων (καμπινών) των επιβατών, που ανατίθεντο στον ίδιο με βάση το σχετικό πρόγραμμα, το οποίο κάθε φορά κατήρτιζε ο προϊστάμενός του αρχιθαλαμηπόλος, κατανέμοντας καθήκοντα μεταξύ των υφισταμένων του/μελών του πληρώματος της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων (θαλαμηπόλων και επίκουρων θαλαμηπόλων) του πλοίου, με την υποδοχή των επιβατών κατά την επιβίβασή τους στο πλοίο προ του απόπλου του από το λιμένα αφετηρίας και στους ενδιάμεσους λιμένες εκάστου δρομολογίου, τη συνοδεία τους στις καμπίνες της αρμοδιότητάς του και τη μεταφορά των αποσκευών τους και των προσωπικών τους αντικειμένων, εφόσον απαιτείτο, καθώς και την εν γένει εξυπηρέτησή τους και την παροχή σ’αυτούς κάθε δυνατής περιποίησης και άνεσης κατά τη διάρκεια του πλου και την άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση των πάσης φύσης προβλημάτων τους, που περιέρχονταν σε γνώση του, αλλά και με την εκτέλεση κάθε άλλης εργασίας της ειδικότητάς του, την οποία, ανάλογα με τις ανάγκες που ανέκυπταν κατά το δρομολόγιο, αναλάμβανε κάθε φορά να διεκπεραιώσει, κατόπιν εντολών του αρχιθαλαμηπόλου, πέραν αυτών, που αναφέρονταν στο καταρτισθέν από τον τελευταίο πρόγραμμα, και κυρίως αφορούσε στη συμμετοχή του στην εύρυθμη λειτουργία του εστιατορίου αυτοεξυπηρέτησης του πλοίου και στην παροχή στους επιβάτες των πωλουμένων ειδών, στην εκτέλεση φυλακών στην υποδοχή (“ρεσεψιόν”), αλλά και στην παροχή συνδρομής στο καθαρισμό των μεγάλης έκτασης κοινοχρήστων χώρων του, η οποία εκ των πραγμάτων ελάμβανε χώρα όποτε τούτο καθίστατο εφικτό, κυρίως όμως όταν το πλοίο κατέπλεε σε λιμένα (συνήθως του Πειραιώς κάθε Δευτέρα και Παρασκευή), στον οποίο με βάση το εκάστοτε δρομολόγιό του παρέμενε για ικανό χρονικό διάστημα μετά την αποβίβαση των επιβατών και μέχρι τον απόπλου του, οπότε πλέον και διενεργούντο εκτεταμένες εργασίες καθαριότητας στους χώρους αυτούς από τα μέλη του πληρώματος της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων (συγκεκριμένα καθαρίζονταν τα καθίσματα, οι μοκέτες, τα ταβάνια, οι φρακτές, οι κλίμακες, τα τραπέζια, οι καμπίνες περισσότερο επισταμένα κλπ.), ώστε να είναι καθόλα έτοιμοι και λειτουργικοί για το επόμενο δρομολόγιο προς χρήση των επιβατών, όπως σαφώς κατατίθεται από αμφότερους τους εξετασθέντες σε ένορκες βεβαιώσεις τους – δοθείσες στην πρωτοβάθμια δίκη ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς – μάρτυρες απόδειξης, οι οποίοι έχουν ίδιαν αντίληψη περί των εν γένει συνθηκών της καθημερινής απασχόλησης του ενάγοντος στο εν λόγω πλοίο, και των ειδικότερων καθηκόντων, με τα οποία είχε αυτός επιφορτισθεί, αλλά και περί των εργασιών που πράγματι εκτελούσε, πέραν αυτών που αναφέρονταν στο πρόγραμμα, που κάθε φορά, ενόψει της εκτέλεσης ενός δρομολογίου, συνέτασσε ο αρχιθαλαμηπόλος του πλοίου αναφορικά με τα καθήκοντα των υφισταμένων του, το οποίο, όπως αμφότεροι επισημαίνουν, συνήθως δεν τηρείτο, καθώς σχεδόν πάντοτε ανέκυπταν ανάγκες που έχρηζαν άμεσης αντιμετώπισης από το ανεπαρκές πλήρωμα της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων, έχοντας συνυπηρετήσει μαζί του στο ως άνω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του από το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2014 έως και το μήνα Ιούλιο του έτους 2015, ο μεν ……….. με την ίδια ειδικότητα (του θαλαμηπόλου), ο δε …………. ως επίκουρος θαλαμηπόλος, δηλαδή αμφότεροι ως μέλη της αυτής ως άνω υπηρεσίας του πλοίου, χωρίς οι καταθέσεις τους να αναιρούνται πειστικά από κάποιο άλλο εκ των προσκομιζομένων ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αποδεικτικών μέσων. Η καθημερινή διάρκεια της απασχόλησης του ενάγοντος δεν ήταν εκ των προτέρων επακριβώς καθορισμένη, ενόψει της συνάρτησης αυτής με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, την εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών, αλλά και τον αυξομειούμενο ανά περιόδους του έτους όγκο της επιβατικής κίνησης αυτών. Με βάση τις ανωτέρω παραδοχές συνάγεται, κατά την κρίση και του παρόντος Δικαστηρίου, το συμπέρασμα ότι ο ενάγων, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του, και εντός των πλαισίων της καλύτερης λειτουργίας των υπηρεσιών του πλοίου, απαιτήθηκε να εργασθεί και πράγματι εργαζόταν καθημερινά, για την εξυπηρέτηση των αναγκών αυτού, που σχετίζονταν με την ειδικότητά του, κατ’εντολήν του προϊσταμένου του αρχιθαλαμηπόλου, πέραν του νομίμου ωραρίου του, που προβλέπεται από την ισχύσασα και εν προκειμένω εφαρμοστέα κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., των 8 ωρών ημερησίως. Σύμφωνα με όλα όσα προεκτέθηκαν, και λαμβανομένων επίσης υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω ακτοπλοϊκές γραμμές και εκτελούσε τα συγκεκριμένα δρομολόγια που αναφέρθηκαν, του αριθμού των λιμένων, που προσέγγιζε το πλοίο σε κάθε δρομολόγιο, της αυξομείωσης της επιβατικής κίνησης αναλόγως των περιόδων του έτους (μειωμένη τη χειμερινή, περισσότερο αυξημένη κατά τη θερινή), της συνολικής διάρκειας εκάστου δρομολογίου από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμένα της αφετηρίας του μέχρι την άφιξη και τον κατάπλου του στον ίδιο λιμένα, που υπερέβαινε κατά πολύ τις 12 ώρες κατά τα αναλυτικά προεκτεθέντα, και ενίοτε εκτεινόταν και κατά τις νυκτερινές ώρες της ημέρας, της σταθερής καταβολής σ’αυτόν από την εναγόμενη, εργοδότριά του και πλοιοκτήτρια, κάθε μήνα συγκεκριμένων χρηματικών ποσών ως πάγια, κατ’αποκοπήν αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση Σάββατα και αργίες, και για εκτέλεση υπερωριών κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές, όπερ εκ των πραγμάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αντίδικός του αναγνώριζε στην πράξη την ανάγκη παροχής υπερωριακής εργασίας από τα μέλη του πληρώματος του πλοίου της για την εύρυθμη λειτουργία του, της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του, όπως αυτά επίσης εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω, και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, ενόψει του ότι οι ώρες ευθύνης ή ετοιμότητάς του στο πλοίο δε θα μπορούσαν εξ ορισμού να χαρακτηριστούν ως χρόνος υπερωριακής εργασίας του, εφόσον ο ναυτικός, λόγω της φύσης του επαγγέλματός του, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε διαρκή ετοιμότητα παροχής υπηρεσιών υπακούοντας στις διαταγές των προϊσταμένων του, κατ’ άρθρον 57 παρ. 1 του ΚΙΝΔ (βλ. ΕφΠειρ 45/2010 ΕΝαυτΔ 2010 405, ΜονΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013 220, ΕφΠειρ 548/2001 ΕΕργΔ 61.340, Ι. Ληξουριώτη «Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις» εκδ.3η, σελ. 160), με αποτέλεσμα ο χρόνος παραμονής αυτού στο πλοίο κατά τον ημερήσιο πλου, να μην ταυτίζεται με χρόνο πραγματικής απασχόλησής του σ’αυτό, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας εργασίας του ανήλθε σε 12 ώρες, και όχι σε 14 ώρες, όπως καθ’υπερβολήν ισχυρίσθηκε αυτός με την αγωγή του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε ότι ο ενάγων απασχολείτο καθημερινά επί 10 ώρες στο πλοίο της εναγομένης, κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του σ’αυτό με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, πλην των περιόδων, που αναφέρθηκαν, κατά τις οποίες το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια, και ως προς τις οποίες θα γίνει αναλυτικά λόγος κατωτέρω, εσφαλμένα τις ενώπιόν του προσκομισθείσες αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα διατείνεται αυτός με το πρώτο σκέλος της κρινόμενης έφεσής του, με την οποία βέβαια ζήτησε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά το κεφάλαιο αυτό, προκειμένου να αναδικασθεί η υπόθεση και να γίνει καθ’ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του, κατόπιν,  όμως, παραδοχής ως βασίμου του ισχυρισμού του ότι η διάρκεια της ημερήσιας απασχόλησής του στο ως άνω πλοίο ανερχόταν σε 14 ώρες, ούτως ώστε, αφενός μεν να του επιδικασθεί ολόκληρο τo αιτούμενο με την αγωγή του ποσό της αμοιβής του για υπερωριακή εργασία, αφετέρου δε να επανυπολογισθούν τα ποσά, που δικαιούται αναφορικά με τα λοιπά κονδύλια, λαμβανομένων όμως πλέον υπόψη για τον εκ νέου υπολογισμό τους των αποδοχών, που αντιστοιχούν στις πραγματικές ώρες, κατά τις οποίες απασχολήθηκε υπερωριακά. Επομένως, αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησής του, όταν το πλοίο εκτελούσε δρομολογιακούς πλόες σε ακτοπλοϊκές γραμμές, ο ενάγων απασχολήθηκε καθημερινά σ’αυτό υπερωριακά, ήτοι πέραν των 8 ωρών, που καθορίζονται στο άρθρο 11 της εν προκειμένω εφαρμοστέας ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. του έτους 2014, ως ώρες υποχρεωτικής ημερήσιας εργασίας για όλους τους ναυτικούς, εν πλω και στο λιμάνι, και δη επί 4 ώρες κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, ενώ η δωδεκάωρη εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες του επίμαχου χρονικού διαστήματος θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή, όπως αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας, με αποτέλεσμα να δικαιούται της προβλεπομένης αμοιβής για τις πραγματοποιηθείσες υπερωρίες. Συνεπώς, κατά το αιτούμενο χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του, κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, και απασχολήθηκε υπερωριακώς (πέραν του οκταώρου τις καθημερινές και τις Κυριακές και καθόλη τη διάρκεια της εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες) δικαιούται: α) Για τις καθημερινές και τις Κυριακές το ποσό των 7.466,04 ευρώ (223 καθημερινές και Κυριακές του ως άνω χρονικού διαστήματος Χ 4 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως = 892 ώρες Χ 8,37 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του θαλαμηπόλου, με βάση την ισχύσασα κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2014, για τις καθημερινές και τις Κυριακές = 7.466,04), και β) για τα Σάββατα και τις αργίες του ανωτέρω χρονικού διαστήματος το ποσό των 5.903,52 ευρώ (49 Σάββατα και αργίες του ως άνω διαστήματος Χ 12 ώρες εργασίας του ημερησίως = 588 ώρες Χ 10,04 ευρώ, που προβλέπεται από την προαναφερθείσα ΣΣΝΕ για κάθε ώρα εργασίας του ναυτικού της ειδικότητας αυτής κατά τα Σάββατα και τις αργίες = 5.903,52), ήτοι συνολικά το ποσό των 13.369,56 ευρώ (7.466,04 ευρώ +  5.903,52 ευρώ), έναντι του οποίου έχει λάβει συνολικά το ποσό των 7.794,01 ευρώ, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες μηνιαίες ατομικές αποδείξεις πληρωμής του (και ο ίδιος καθ’υποφοράν στο δικόγραφο της αγωγής του συνομολογεί ότι έχει εισπράξει για την αιτία αυτή το ποσό των 7.530,67 ευρώ, αφαιρώντας το από το αιτούμενο ποσό), και όχι το ποσό των 8.537,32 ευρώ, όπως εσφαλμένα ισχυρίσθηκε η εναγόμενη στο πλαίσιο της πρωτοδίκως υποβληθείσας ένστασής της εξόφλησης της εν λόγω αγωγικής απαίτησης, και, όπως επίσης αναφέρεται στις κατατεθείσες στον πρώτο βαθμό προτάσεις της, συνυπολογίζοντας όμως στο συνολικά φερόμενο ως καταβληθέν ποσό, και το ποσό των 743,31 ευρώ, που αναγράφεται στις προτάσεις της ως καταβληθείσα σ’αυτόν αμοιβή υπερωριών συνολικά για το μήνα Μάιο του έτους 2015, για τον οποίο, ωστόσο, δεν προσκομίσθηκε, προς επίρρωση του ισχυρισμού της, η αντίστοιχη απόδειξη πληρωμής, με αποτέλεσμα να του οφείλεται η διαφορά ποσού 5.575,55 ευρώ (13.369,56 ευρώ – 7.794,01 ευρώ). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται ως αμοιβή υπερωριών για το επίμαχο χρονικό διάστημα το ποσό των 115,30 ευρώ, αφού προηγουμένως δέχθηκε ότι αυτός εργαζόταν στο πλοίο της εναγομένης επί 10 ώρες καθημερινά, καθώς και ότι εισέπραξε από την αντίδικό του για την ίδια αιτία το ποσό των 8.537,32 ευρώ συνολικά, κατά παραδοχήν εν όλω της προβληθείσας ένστασης εξόφλησης της ανωτέρω διαδίκου ως ουσιαστικά βάσιμης, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίσθηκε ο ενάγων με τα αντίστοιχα σκέλη του πρώτου λόγου της κρινόμενης έφεσής του. Πλην όμως, όσον αφορά τα προαναφερθέντα χρονικά διαστήματα, κατά τα οποία το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια, από τα αυτά ως άνω αποδεικτικά μέσα ουδόλως αποδείχθηκε ότι η κατά τη ναυτολόγησή του καταρτισθείσα συμφωνία του με την εργοδότριά του/εναγομένη περί καταβολής σ’αυτόν μηνιαίως πάγιου ποσού υπερωριών (δηλαδή για εργασία του πέραν του νομίμου ωραρίου κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας, και κατά τις Κυριακές, αλλά και για εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες) προβλέφθηκε να ισχύει πάντοτε και σε κάθε περίπτωση και για όλους τους μήνες της ναυτολόγησής του, και δη ανεξαρτήτως της παροχής εκ μέρους του τέτοιας εργασίας, πολλώ δε μάλλλον είτε εργαζόταν, είτε όχι, ούτως ώστε και στην περίπτωση αυτή, δηλαδή ακόμη και εάν δεν παρείχε καθόλου εργασία, έστω και όχι υπερωριακή, να δικαιούται εύλογα να αξιώσει της συμφωνηθείσης αμοιβής. Αντίθετα είναι προφανές, κατά την κοινή πείρα και λογική, και την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, ότι η εν λόγω συμφωνία τους, ερμηνευόμενη με βάση τα προαναφερθέντα κριτήρια, ειδικότερα συνίστατο, και μάλιστα εξαρχής κατά την κατάρτισή της, στο ότι ο ενάγων θα εδικαιούτο μεν την αμοιβή αυτή, υπό την αυτονόητη, όμως, προϋπόθεση ότι πράγματι θα εργαζόταν υπερωριακώς στο πλοίο, όπερ βέβαια δεν του στερεί το δικαίωμα να διεκδικήσει τις αποδοχές, που αντιστοιχούν στις πράγματι πραγματοποιηθείσες υπερωρίες του, εφόσον υπερβαίνουν το ποσό της ως άνω μηνιαίας κατ’αποκοπήν αμοιβής του, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, όπως και έπραξε με την άσκηση της αγωγής του, πολλώ δε μάλλον που στην προκειμένη περίπτωση δεν προέκυψε ότι κατά τα διαστήματα αυτά ο ενάγων πράγματι παρείχε οποιαδήποτε εργασία στο πλοίο ως θαλαμηπόλος, ή άλλου είδους, έστω και όχι καθ’υπέρβαση του προβλεπομένου ημερησίου ωραρίου του, λαμβανομένου υπόψη και του ότι ουδείς εκ των εξετασθέντων μαρτύρων απόδειξης κατέθεσε τι σχετικώς, με αποτέλεσμα το αγωγικό κονδύλιο, που αφορά στην καταβολή της συμφωνηθείσας «κλειστής» μηνιαίας αμοιβής του για τα συγκεκριμένα διαστήματα απορριπτέο να τυγχάνει ως ουσιαστικά αβάσιμο. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου επιρρωνύεται και από το γεγονός ότι η εναγόμενη κατά το μήνα Μάιο του έτους 2015, κατά το μεγαλύτερο μέρος του οποίου, πλην των τριών (3) πρώτων ημερών του, το πλοίο της δεν εκτέλεσε δρομολόγια, δεν κατέβαλε αποδοχές στον ενάγοντα για παρασχεθείσα εργασία ως μέλος του πληρώματός του, όπερ συνάγεται από το γεγονός ότι δεν προσκομίζεται η αντίστοιχη ατομική απόδειξη πληρωμής του, ενώ προσκομίζονται οι σχετικές αποδείξεις για όλους τους υπόλοιπους μήνες του χρονικού διαστήματος της ναυτολόγησής του. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του επίσης απέρριψε ως κατ’ουσίαν αβάσιμο το σχετικό κονδύλιο, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από τον ενάγοντα με το αντίστοιχο σκέλος του πρώτου λόγου της κρινόμενης έφεσής του απορριπτομένως ως αβασίμων. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησης του ενάγοντος στο πλοίο της εναγομένης, και συγκεκριμένα κατά τους μήνες Φεβρουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο και Ιούλιο του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, το εν λόγω πλοίο πραγματοποίησε συνολικά 4,15 δρομολόγια «εξπρές», όπως η έννοια ενός τέτοιου δρομολογίου ειδικότερα αναφέρεται στο άρθρο 33 παρ.1 και 3 της εν προκειμένω εφαρμοστέας Σ.Σ.Ν.Ε., και όπως ο ενάγων ισχυρίσθηκε με την αγωγή του και συνομολογήθηκε από την εναγόμενη, τα οποία η τελευταία αναγνώρισε και καταχώρησε ως εκτελεσθέντα στους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, και για τα οποία δικαιούται της αμοιβής, που προβλέπεται στο άρθρο 7 α της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., καθώς έκαστο εξ αυτών διαρκούσε άνω των 12 ωρών, ήτοι το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του για το κάθε τέτοιο δρομολόγιο, και συγκεκριμένα (δικαιούται) του ποσού των 135,5 ευρώ [(βασικός μισθός 1.157,99 ευρώ + επίδομα Κυριακών 254,76 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 ευρώ + ο μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του 1.392,66 ευρώ {13.369,56 ευρώ το σύνολο της αμοιβής των υπερωριών του κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του, κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια κατά τα προεκτεθέντα :9,6 μήνες της ναυτολόγησής του, η οποία διήρκεσε από τις 17.12.2014 έως τις 13.11.2015, αφαιρουμένων των χρονικών διαστημάτων από 26.3.2015 έως 3.4.2015 και από 4.5.2015 έως 7.6.2015, κατά τα οποία το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια, και ο ενάγων δεν παρείχε υπερωριακή εργασία, ήτοι συνολικά 290 ημέρες, άλλως 9,6 μήνες = 1.392,66} + επίδομα άγονης γραμμής 58,54 ευρώ + κατά μέσο όρο επίδομα θαλαμηπόλου 174,10 ευρώ + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 417,13 ευρώ + αντίτιμο τροφής 576,30 ευρώ = 4.066,7 ευρώ το σύνολο των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του) Χ 1/30 = 135,5 ευρώ]  ανά δρομολόγιο εξπρές, και συνολικά το ποσό των 562,32 ευρώ (135,5 ευρώ Χ 4,15 δρομολόγια), έναντι του οποίου έχει ήδη εισπράξει το ποσό των 284,84 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του και το αφαιρεί από την απαίτησή του, με αποτέλεσμα να δικαιούται της διαφοράς ποσού 277,48 ευρώ (562,32 ευρώ – 284,84 ευρώ), με την επισήμανση ότι οι περιληφθείσες στην εκκαλουμένη απόφαση παραδοχές του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου περί του ύψους των ποσών του επιδόματος άγονης γραμμής και του μέσου όρου του επιδόματος θαλαμηπόλου, που έγινε δεκτό ότι ελάμβανε σε σταθερή βάση κάθε μήνα από την εναγόμενη και συνυπολογίσθηκαν για τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του, και, συνακόλουθα, της ειδικής πρόσθετης αμοιβής, που δικαιούται για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων «εξπρές», δεν πλήττονται ειδικά με την ένδικη έφεση. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 216,60 ευρώ, συνυπολογίζοντας κατά τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του το μικρότερο ποσό των 950,84 ευρώ ως μέσο όρο της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίζεται αυτός με το αντίστοιχο σκέλος του δεύτερου λόγου της ένδικης έφεσής του, αφού σημειωθεί ότι ορθά δε συμπεριλήφθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο στις μηνιαίες αποδοχές του το ιδιαίτερο επίδομα για την αντιμετώπιση των δαπανών του ειδικού ιματισμού, που πρέπει να φέρει κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ως θαλαμηπόλου, αφού προηγουμένως έγινε δεκτό ότι δεν του οφείλεται, διότι κρίθηκε ότι η εναγόμενη χορηγούσε ιματισμό σε είδος στα μέλη του πληρώματος του πλοίου της, που το εδικαιούντο, και απορρίφθηκε το σχετικό αγωγικό κονδύλιο ως κατ’ουσίαν αβάσιμο, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από τον ενάγοντα στο αυτό σκέλος του ίδιου λόγου της έφεσής του, σύμφωνα με τα οποία θα έπρεπε και το ποσό αυτό του επιδόματος ιματισμού να συνυπολογισθεί κατά τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του, και, επομένως, εσφαλμένα εκτιμήθηκαν εν προκειμένω οι αποδείξεις, χωρίς όμως η ανωτέρω απορριπτική κρίση της εκκαλουμένης, που αφορά σε αυτό καθεαυτό το κονδύλιο του επιδόματος ιματισμού, να πλήττεται ειδικά με την έφεση, ως θα έδει, προκειμένου το σχετικό κεφάλαιο της πρωτόδικης απόφασης να μεταβιβασθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και να επανακριθεί η βασιμότητα του εν λόγω κονδυλίου, απορριπτομένων ως αβασίμων. Περαιτέρω για επιδόματα εορτών (Χριστουγέννων και Πάσχα) ο ενάγων δικαιούται για το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο, τα κάτωθι αναφερόμενα χρηματικά ποσά: 1) Για δώρο Πάσχα του έτους 2014, κατά το οποίο η εργασιακή του σχέση διήρκεσε καθόλο το χρονικό διάστημα από 1.1.2015 έως 30.4.2015, δικαιούται το ήμισυ των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, οι οποίες ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των 4.066,7 ευρώ, όπως αυτές αναλυτικά υπολογίσθηκαν ανωτέρω, και συγκεκριμένα το ποσό των 2.033,35 ευρώ (4.066,7 ευρώ:2 =2.033,35), από το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 1.029,52 ευρώ, κατά το οποίο η απαίτησή του έχει εξοφληθεί, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του και το αφαιρεί από το αιτούμενο να του καταβληθεί ποσό, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 1.003,83 ευρώ (2.033,35 – 1.029,52 = 1.003,83). Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 782,92 ευρώ, συνυπολογίζοντας κατά τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του το μικρότερο ποσό των 950,84 ευρώ ως μέσο όρο της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίζεται αυτός με το αντίστοιχο σκέλος του δεύτερου λόγου της ένδικης έφεσής του, με την επισήμανση ότι για τον υπολογισμό από το παρόν Δικαστήριο του ποσού των μηνιαίων αποδοχών του δεν θα συμπεριληφθεί και το επίδομα ιματισμού, όπως ορθά εκτιμώντας τις αποδείξεις έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, των περί του αντιθέτου αιτιάσεων του ενάγοντος, που διαλαμβάνονται στον ίδιο λόγο της έφεσής του, απορριπτομένων ως αβασίμων, διότι, όπως έχει ήδη αναφερθεί, το σχετικό κονδύλιο απορρίφθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση ως ουσιαστικά αβάσιμο, χωρίς το συγκεκριμένο κεφάλαιο αυτής να πλήττεται ειδικά με την κρινόμενη έφεση, ενώ ούτε οι παραδοχές του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου περί του ύψους των ποσών του επιδόματος άγονης γραμμής και του μέσου όρου του επιδόματος θαλαμηπόλου, που έγινε δεκτό ότι ελάμβανε ο ενάγων σε σταθερή βάση κάθε μήνα από την εναγόμενη και συνυπολογίσθηκαν για τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του πλήττονται επίσης ειδικά από τον ανωτέρω διάδικο με την έφεσή του. 2) Για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων του έτους 2015, εφόσον η εργασιακή του σχέση εντός του έτους αυτού δε διήρκεσε καθ’όλο το χρονικό διάστημα από την 1η Μαΐου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, αλλά από 1.5.2015 έως 13.11.2015, ήτοι επί 10,37 δεκαεννεαήμερα, δικαιούται το ποσό των 3.373,6 ευρώ  (4.066,7 ευρώ το σύνολο των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, όπως αυτές υπολογίσθηκαν ανωτέρω, Χ 2/25 = 325,33 ευρώ για κάθε 19ήμερο εργασίας Χ 10,37 δεκαεννεαήμερα = 3.373,6), έναντι του οποίου έχει εισπράξει συνολικά από την εναγόμενη το ποσό των 1.638,66 ευρώ, όπως δέχθηκε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατά παραδοχήν ως κατ’ουσίαν βάσιμης νομότυπα προβληθείσας ένστασης εξόφλησης της εναγομένης με αυτό το περιεχόμενο, χωρίς η σχετική κρίση να προσβάλλεται με την ένδικη έφεση, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά ποσού 1.734,94 ευρώ (3.373,6 ευρώ – 1.638,66 ευρώ). Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 1.368,54 ευρώ, συνυπολογίζοντας κατά τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του το μικρότερο ποσό των 950,84 ευρώ ως μέσο όρο της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίζεται αυτός με το αντίστοιχο σκέλος του δεύτερου λόγου της ένδικης έφεσής του, με την επισήμανση ότι όσον αφορά τα ποσά του επιδόματος άγονης γραμμής και του μέσου όρου του επιδόματος θαλαμηπόλου, που συμπεριλήφθηκαν στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του, και το επίδομα ιματισμού, που δε συνυπολογίσθηκε, ισχύουν όσα έχουν αναφερθεί ανωτέρω. Τέλος, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων παρείχε τις υπηρεσίες του στην εναγομένη μέχρι τις 13.11.2015, οπότε και απολύθηκε καθόσον το πλοίο διέκοψε τους πλόες του λόγω «ετήσιας επιθεωρήσεως», όπως προκύπτει από τη σχετική εγγραφή στο ναυτικό του φυλλάδιο, χωρίς το γεγονός αυτό να αμφισβητηθεί από την εναγόμενη στον πρώτο βαθμό, και δεν επαναυτολογήθηκε εντός χρονικού διαστήματος εξήντα (60) ημερών από την απόλυσή του. Συνεπώς, δικαιούται για την αιτία αυτή τη νόμιμη αποζημίωση απόλυσης ίση με τις αποδοχές του 22 ημερών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 27 της εν προκειμένω εφαρμοστέας Σ.Σ.Ν.Ε., και  συγκεκριμένα δικαιούται το ποσό των 3.395,27 ευρώ  [4.066,7 ευρώ το σύνολο των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, όπως αυτές υπολογίσθηκαν ανωτέρω + 563,22 ευρώ ο μέσος όρος των επιδομάτων εορτών του έτους 2015 (2.033,35 ευρώ + 3.373,6 ευρώ = 5.406,95 ευρώ : 9,6 μήνες της ναυτολόγησής του, η οποία διήρκεσε από τις 17.12.2014 έως τις 13.11.2015, αφαιρουμένων των χρονικών διαστημάτων από 26.3.2015 έως 3.4.2015 και από 4.5.2015 έως 7.6.2015, κατά τα οποία το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια, και ο ενάγων δεν παρείχε εργασία = 563,22) = 4.629,92 : 30 Χ 22 = 3.395,27]. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 1.368,54 ευρώ, συνυπολογίζοντας κατά τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του το μικρότερο ποσό των 950,84 ευρώ ως μέσο όρο της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας, και το επίσης μικρότερο ποσό των 461,96 ευρώ ως μέσο όρο των επιδομάτων εορτών, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίζεται αυτός με το αντίστοιχο σκέλος του δεύτερου λόγου της ένδικης έφεσής του, με την επισήμανση ότι όσον αφορά τα ποσά του επιδόματος άγονης γραμμής και του μέσου όρου του επιδόματος θαλαμηπόλου, που συμπεριλήφθηκαν στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του, και το επίδομα ιματισμού, που δε συνυπολογίσθηκε, ισχύουν όσα έχουν αναφερθεί ανωτέρω.

Πρέπει, επομένως, ενόψει των ανωτέρω, να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση και ως κατ’ουσίαν βάσιμη, να εξαφανισθεί στο σύνολό της η εκκαλουμένη απόφαση για λόγους ενότητας της εκτέλεσης, και, αφού κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 11.987,07 ευρώ    (5.575,55 ευρώ + 277,48 ευρώ + 1.003,83 ευρώ +1.734,94 ευρώ + 3.395,27 ευρώ = 11.987,07), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του, που έλαβε χώρα στις 13.11.2015 κατά τα προκτεθέντα, μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, ο οποίος υπέβαλε σχετικό αίτημα με το εφετήριο, ανάλογη με την έκταση της νίκης και ήττας των διαδίκων (άρθρα 178 παρ.1, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να ορισθεί το παράβολο ερημοδικίας, το οποίο οφείλει να προκαταβάλει η εφεσίβλητη/εναγόμενη σε περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσης απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εφεσίβλητης.

ΟΡΙΖΕΙ το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από την εφεσίβλητη κατά της παρούσας απόφασης στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ουσίαν την από 10.12.2018 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………../28.12.2018 και ……../17.12.2019) έφεση κατά της υπ’αριθμ.2903/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει την υπόθεση επί της από 15.12.2016 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……………/21.12.2016) αγωγής.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των ένδεκα χιλιάδων εννιακοσίων ογδόντα επτά ευρώ και επτά λεπτών του ευρώ (11.987,07), με το νόμιμο τόκο από τις 14.11.2015 μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 8.7.2021

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ