Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 355/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ   355/2021

TO ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Ιωάννη Αποστολόπουλο Προεδρεύοντα Εφέτη, (κωλυομένων των υπηρετούντων Προέδρων Εφετών και των αρχαιότερων Εφετών) Αικατερίνη Κοκκόλη Εφέτη και Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη-Εισηγήτρια και τη Γραμματέα Ε.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………… , 2) ………. και 3) …………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αθανάσιο Ψάλτη, με δήλωση  κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Λιαπάκη, με δήλωση  κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ.

Οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες, άσκησαν κατά της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης την από 19.4.2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2013 αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία και επ’ αυτής εκδόθηκε αρχικά η με αριθμό 3698/2015 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου, με την οποία διατάχθηκε η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης και η επανάληψη της συζήτησης. Η υπόθεση επαναφέρθηκε προς συζήτηση με την από 7.11.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2017 κλήση της εφεσίβλητης, και εκδόθηκε η με αριθμό 4188/2018 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή. Κατά της πρωτόδικης οριστικής απόφασης, οι ενάγοντες άσκησαν την από 2.11.2018 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ΓΑΚ/ ΕΑΚ/ ………… /5.11.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ΓΑΚ/ ΕΑΚ/ ……../6.11.2018 έφεση. Η συζήτηση της έφεσης προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 7.11.2019, και μετά από αναβολή για τη δικάσιμο της 2.4.2020 οπότε και ματαιώθηκε λόγω της αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων. Ήδη δε, η υπόθεση επαναφέρεται αυτεπαγγέλτως προς συζήτηση, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατ’ άρθρο 74 § 2 του ν. 4690/2020 (περί κυρώσεως : α) της από 13.4.2020 Π.Ν.Π. «Μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και άλλες κατεπείγουσες διατάξεις» (A’ 84) και β) της από 1.5.2020 Π.Ν.Π. «Περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και την επάνοδο στην κοινωνική και οικονομική κανονικότητα» (Α’ 90) και άλλες διατάξεις), με την υπ’ αριθμ. 55/2020 Πράξη της Προέδρου Εφετών Σπυριδούλας Μακρή, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Δικαστηρίου τούτου. Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου υπό α.α. 38 και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση των ηττηθέντων στον πρώτο βαθμό εναγόντων κατά της  με αριθμό 4188/2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, με την τακτική διαδικασία, επί της με ημερομηνία 19.4.2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 3271/22.4.2013 αγωγής, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, (άρθρα 499, 511, 513 § 1β, 516, 517, 518 παρ.1 και 144 παρ.1 και 3 του Κπολ.Δ) αφού η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στους εκκαλούντες την 4.10.2019 (όπως προκύπτει από την επισημείωση του Δικαστικού Επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς …………, σε ακριβές αντίγραφο της εκκαλουμένης), ενώ, η συμπλήρωση της προθεσμίας των 30 ημερών από την επίδοσή της συνέπιπτε με εξαιρετέα ημέρα (Σάββατο 3.11.2018), και το δικόγραφο της έφεσης κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την αμέσως επόμενη μη εξαιρετέα ημέρα, ήτοι στις 5.11.2018 (ημέρα Δευτέρα). Επίσης, κατά την άσκηση της έφεσης οι εκκαλούντες κατέθεσαν το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ. Α στ. γ του ΚΠολΔ παράβολο Δημοσίου, και δη το με κωδικό . . . ηλεκτρονικό παράβολο, σε συνδυασμό με την από 4.11.2018 απόδειξη πληρωμής της Εθνικής Τράπεζας. Πρέπει, επομένως, η έφεση εισαγόμενη ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου που είναι αρμόδιο για την εκδίκασή της (άρθρο 19 ΚΠολΔ)  να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και  βάσιμο των λόγων της, κατά το μέρος που μεταβιβάζεται η υπόθεση στο παρόν δικαστήριο (άρθρα 522 και 533 § 1 ΚΠολΔ).

Με την προαναφερθείσα αγωγή, που άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου  Πειραιώς,  οι   ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες, ισχυρίστηκαν ότι, στις 22.7.2012, απεβίωσε, στη Νίκαια Αττικής, ο ……………, κάτοικος εν ζωή Πειραιά, υιός της πρώτης και ετεροθαλής αδελφός των λοιπών εναγόντων. Ότι κατά το χρόνο θανάτου του, κατέλιπε την από 16.2.2011 ιδιόγραφη διαθήκη του, η οποία είχε κατατεθεί προς φύλαξη στη Συμβολαιογράφο Νίκαιας …………., με την οποία εγκατέστησε γενική κληρονόμο του σε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του – στην οποία περιλαμβάνονται οι υπό στοιχεία Δ-2 και Υ-10 οριζόντιες ιδιοκτησίες πολυόρωφης οικοδομής κείμενης στη Νίκαια, επί της οδού ………….., καθώς και οι υπό στοιχεία Δ1, Δ2, Κ1, Κ2 οριζόντιες ιδιοκτησίες διώροφης οικοδομής, κείμενης στη Νίκαια, επί της οδού …………. – την εναγομένη. Ότι συγχρόνως όρισε ότι σε περίπτωση αμφισβήτησης του κύρους της διαθήκης και διεκδίκησης της κληρονομιαίας περιουσίας από την πρώτη ενάγουσα, να περιέλθουν στην τελευταία, οι ανωτέρω υπό στοιχεία Κ1 και Δ1 οριζόντιες ιδιοκτησίες της κείμενης επί της οδού ………….. διώροφης οικοδομής. Ότι κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ο διαθέτης βρισκόταν σε ψυχική και διανοητική διαταραχή που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής του, δοθέντος οτι έπασχε από ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση, για την οποία ελάμβανε φαρμακευτική αγωγή με χρήση δραστικών ψυχοφαρμάκων, ενώ το Νοέμβριο του έτους 2009, υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση στον εγκέφαλο για εμφύτευση ενθέματος. Με βάση το ιστορικό αυτό, οι ενάγοντες, επικαλούμενοι έννομο συμφέρον, ζήτησαν να αναγνωριστεί η ακυρότητα της ως άνω ιδιόγραφης διαθήκης λόγω της ως άνω ανικανότητας του διαθέτη κατά το χρόνο σύνταξής της, και επικουρικά, με δεδομένη την αμφισβήτηση του κύρους της διαθήκης, λόγω της άσκησης της κρινόμενης αγωγής να ισχύσουν ως προς την πρώτη των εναγόντων, τα όσα διαλαμβάνονται σε αυτήν. Επίσης ζήτησαν να καταδικαστεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού δίκασε την υπόθεση κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, εξέδωσε την με αριθμό 3698/2015 μη οριστική απόφασή του. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε το επικουρικό αίτημα της αγωγής ως ανεπίδεκτο δικαστικής εκτίμησης και απαράδεκτο, ενώ αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης, διατασσομένης της διενέργειας ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης προκειμένου να γνωμοδοτήσει ο πραγματογνώμονας κυρίως περί του εάν ο διαθέτης κατά το χρόνο σύνταξης της επίδικης διαθήκης βρισκόταν σε κατάσταση ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής του. Μετά τη διενέργεια της διαταχθείσας πραγματογνωμοσύνης, η εναγομένη, με την από 7.11.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2017 κλήση, επανέφερε την αγωγή προς συζήτηση και επ’ αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 4188/2018 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την οποία η αγωγή απορρίφθηκε ως ουσία αβάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες, με την υπό κρίση έφεσή τους για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, επειδή η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τους ισχυρισμούς τους, εσφαλμένα δέχθηκε αφενός ότι ο διαθέτης, κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης, δεν είχε έκπτωση των νοητικών λειτουργιών του και ήταν σε θέση να την συντάξει  και αφετέρου έκρινε ότι δεν απαιτούνταν η διενέργεια νέας πραγματογνωμοσύνης, και ζητούν να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή η αγωγή τους, άλλως να διαταχθεί από το Δικαστήριο, η διενέργεια νέας πραγματογνωμοσύνης.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 254 παρ. 1, 368, 387, 388, 522, 527, 529, 533 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι το Εφετείο δεν κωλύεται για την κατά την κρίση του ολοκλήρωση της έρευνας και την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς, χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλούμενη απόφαση, να διατάξει νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις με τα αναφερόμενα στο άρθρο 339 του ίδιου Κώδικα αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και η πραγματογνωμοσύνη, είτε αυτή δεν είχε διαταχθεί, είτε κρίνεται αναγκαία η συμπλήρωσή της ή η επανάληψή της, οσάκις πρόκειται για ζήτημα, για την αντίληψη του οποίου απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, έτσι ώστε μετά τη συνεκτίμηση των αποδείξεων αυτών, που θα διεξαχθούν και εκείνων που η εκκαλούμενη εκτίμησε, να κρίνει αν είναι εσφαλμένη η απόφαση που προσβλήθηκε με την έφεση και σε καταφατική περίπτωση να αποφανθεί για τη βασιμότητα του λόγου έφεσης και ως εκ τούτου, κατά την επιταγή του νόμου (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ) να εξαφανίσει τότε την εκκαλουμένη (ΟλΑΠ 1285/1982 Δ 14.568, ΑΠ 755/2012  ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 2/2006 ΕλλΔνη 47.1047, ΑΠ 527/1985 ΝοΒ 34.196, ΕφΠατρ 166/2019, ΕφΠειρ 409/2018, ΕφΠειρ 678/2015, ΕφΠειρ 277/2014, ΕφΛαρ 2/2014, ΕφΘεσ 2382/2013 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 63/2013 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 24/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 162/2011, ΕφΛαμ 139/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2516/2008 ΝΟΜΟΣ, ΕφΚρητ 93/2008, ΕφΑθ 3671/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 163/2006 ΝΟΜΟΣ, ΕφΙωαν 95/2005 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5827/2004 ΕλλΔνη 46.43, ΕφΑθ 5509/2001 ΕλλΔνη 43.502). Η συμπλήρωση δε της πραγματογνωμοσύνης διατάσσεται όταν, μετά την αποδεικτική διαδικασία, προκύπτει η ανάγκη της επεκτάσεως αυτής και σε άλλα συναφή θέματα στην εν λόγω δε περίπτωση μπορεί να διεξαχθεί αυτή (συμπληρωματική πραγματογνωμοσύνη) είτε από τους αρχικούς πραγματογνώμονες, είτε από καινούργιους (ΕφΘεσ 621/1995 Αρμ 1996.74, ΕφΠειρ 1026/1986 ΕλλΔνη 29.710). Το Δικαστήριο που δικάζει την υπόθεση διατάζει την διεξαγωγή νέας, συμπληρωματικής ή την επανάληψη της πραγματογνωμοσύνης, είτε με αίτηση των διαδίκων ή και αυτεπαγγέλτως (ΕφΠατρ 166/2019, ΕφΠατρ 3992009, ΕφΘεσ 621/1995). Εξάλλου δύναται να διατάξει νέα πραγματογνωμοσύνη και από άλλον πραγματογνώμονα προκειμένου να διασταυρωθεί το  πόρισμα της αρχικής εφόσον καταλείπονται αμφιβολίες για την ορθότητα της κρίσης του σχετικού  πορίσματος (ΕφΑθ 12247/1990). Στην περίπτωση που το Δικαστήριο διατάσσει νέα πραγματογνωμοσύνη, είτε διότι η προηγούμενη είναι ατελής ή ασαφής ή ακόμη, και όταν αντιφάσκει με άλλα αποδεικτικά μέσα, δεν υφίσταται ακυρότητα της προηγούμενης διενεργηθείσας πραγματογνωμοσύνης, αφού στο Δικαστήριο εναπόκειται να προσδώσει σ΄ αυτήν την προσήκουσα αποδεικτική βαρύτητα (ΑΠ 200/2001 ΕλλΔνη 42.732, ΕφΠειρ 277/2014, ΕφΑθ 3482/1999 ΕλλΔνη 41.1688). Επίσης  επανάληψη της συζητήσεως διατάσσεται και όταν δεν έχουν προσκομισθεί από τους διαδίκους κρίσιμα διαδικαστικά και αποδεικτικά έγγραφα της δίκης, των οποίων έχει γίνει επίκληση χωρίς τα οποία είναι ανέφικτη η έκδοση της αποφάσεως, οπότε μαζί με την επανάληψη διατάσσεται και η προσαγωγή των αναγκαίων εγγράφων (βλ. σχετ. ΑΠ 243/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 336/2013 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 62/2015 (Ναυτ) Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 63/2014 (Ναυτ) Δημ. Νόμος, Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα, Ερμ. ΚΠολΔ, υπό άρθρο 254 ΚΠολΔ, σημ. 3, Χ. Απαλαγάκη, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, υπό άρθρο 254 ΚΠολΔ).

Στην προκειμένη περίπτωση, το κρίσιμο ζήτημα για τη διάγνωση της ένδικης διαφοράς αναφορικά με την ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής συνίσταται στο εάν ο θανών, την 22.7.2012, …………… κατά το χρόνο σύνταξης της από 6.12.2011 ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία δημοσιεύθηκε με τα υπ΄ αρ. 561/2013 πρακτικά του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, βρισκόταν σε διανοητική ή ψυχική διαταραχή που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής του. Για το εριζόμενο κρίσιμο τούτο θέμα, το οποίο απαιτεί ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με  την  υπ΄  αρ. 3698/2015  απόφασή του, διέταξε τη διενέργεια ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης και όρισε πραγματογνώμονα τον Νευρολόγο-Ψυχίατρο ………… Ο ως άνω πραγματογνώμονας μετά τη διενέργεια αυτής, την 25-7-2017, κατέθεσε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την από 6-7-2017 (αρ. καταθ. ……./2017) έκθεση ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης. Σύμφωνα με τα πορίσματα της έκθεσης αυτής, ο διαθέτης έπασχε από ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση, η οποία δεν προκαλεί ψυχωσικά συμπτώματα, τα οποία με τη σειρά τους θα μπορούσαν να προκαλέσουν αποφασιστική μείωση της αντικειμενικής πραγματικότητας, και θα επηρέαζαν σημαντικά τις ανώτερες νοητικές λειτουργίες και τον ελεύθερο προσδιορισμό της βούλησης. Παρά δε την αυτοκτονία αυτού, η οποία συνδέεται με καταθληπτικά συμπτώματα, κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ο οποίος απείχε δεκαεπτά μήνες από την ημέρα της αυτοκτονίας του, δεν προέκυψε ψυχική αλλοίωση της πραγματικότητας και σημαντική αδυναμία έκφρασης της βούλησής του. Στο ερώτημα που είχε τεθεί με την ως άνω μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου, περί της φύσης της διαταραχής και ειδικότερα αν πρόκειται για πάθηση περιοδικού η παροδικού χαρακτήρα ή άλλως αν πρόκειται για πάθηση μη ιάσιμη ή για βαρειά ψυχική διαταραχή, ο πραγματογνώμων γνωμοδότησε ότι η ιδεοψηχαναγκαστική νεύρωση δεν ανήκει στις ψυχώσεις, σε ανοική συνδρομή ή σε οργανικά ψυχοσύνδρομα. Ότι περαιτέρω, οι νευρώσεις είναι διαφορετικής φύσης διαταραχές από τις ψυχώσεις και συνήθως δεν επηρεάζουν την κατανόηση της αντικειμενικής πραγματικότητας και τη λογική νοητική επεξεργασία, εκτός του συγκεκριμένου πεδίου που τα συμπτώματα της ιδεοψυχαναγκαστικής νεύρωσης εστιάζουν. Ότι επιπλέον ούτε τα καταθληπτικά συμπτώματα του διαθέτη φαίνονται να είχαν αποκτήσει ψυχωσικό χαρακτήρα κατά την περίοδο σύνταξης της διαθήκης. Στο ερώτημα που τέθηκε με την ίδια ως άνω μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου,  περί του εάν ο διαθέτης κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης βρισκόταν  υπό την επίδραση της  επιμόλυνσης που εμφάνιζε το σύστημα νευροδιέγερσης, το οποίο του εμφυτεύθηκε από τον Σεπτέμβριο του έτους 201,0 και σε θετική περίπτωση να περιγραφούν οι συνέπειες στην ψυχική και νοητική του κατάσταση και το μέγεθος αυτών ο πραγματογνώμων γνωμοδότησε ότι η επιμόλυνση του συστήματος νευροδιέγερσης δεν επηρέασε τη φύση της ιδεοψυχαναγκαστικής νεύρωσης και επομένως δεν επηρεάστηκε και η ψυχική και νοητική κατάσταση του διαθέτη. Τέλος ο πραγματογνώμων, σε απάντηση σχετικού ερωτήματος του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, εκθέτει ότι το γεγονός ότι ο διαθέτης, κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 2009 έως και το έτος 2011, επέδειξε ευχέρεια στις οικονομικές του συναλλαγές και κατάρτιζε συμφωνητικά και συμβόλαια ενισχύει την άποψη οτι δεν είχε ψυχωσικά ή άλλα οργανικά συμπτώματα τα οποία θα επηρέαζαν σημαντικά την δικαιοπρακτική του ικανότητα. Επί της ως άνω εκθέσεως, οι εκκαλούντες επικαλούνται και προσκομίζουν τρια έγγραφα που τους χορηγήθηκαν από το θεραπευτήριο «ΥΓΕΙΑ», σε εκτέλεση εισαγγελικής παραγγελίας, μετά την διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης. Ήτοι α) αντίγραφο ιατρικού ιστορικού του διαθέτη από το θεραπευτήριο «ΥΓΕΙΑ» με ημερομηνία 13.4.2011, β) αντίγραφο αξιολόγησης του ιδίου με την κλίμακα «Norton» ίδιας ως άνω ημερομηνίας σύμφωνα με το οποίο κατά την αξιολόγηση της πνευματικής του κατάστασης τοποθετείται σε στάδιο 3 ήτοι σε στάδιο απάθειας και γ) έντυπο περιεγχειρητικής νοσηλευτικής εκτίμησης από το θεραπευτήριο «ΥΓΕΙΑ» στο οποίο καταγράφεται και η ημερήσια φαρμακευτική του αγωγή. Τα ως άνω έγγραφα, κατά την κριση του Δικαστηρίου είναι αναγκαίο να συνεκτιμηθούν από ειδικό ψυχίατρο πραγματογνώμονα, προκειμένου να εξαχθεί ασφαλές δικανικό συμπέρασμα για την ψυχική και νοητική κατάσταση του διαθέτη, κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης του. Τούτο διότι αναφέρεται στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης ότι η επιμόλυνση του συστήματος νευροδιέγερσης δεν επηρέασε την δικαιοπρακτική ικανότητα του διαθέτη, πλην όμως κατά την εκτίμηση αυτή δεν λήφθηκε υπόψη το γεγονός ότι η πνευματική του κατάσταση χαρακτηρίστηκε ως απαθής και όχι ως διαυγής. Περαιτέρω, πρέπει να διερευνηθεί ο ισχυρισμός των εκκαλούντων, ο οποίος περιλαμβάνεται και στην από 17.1.2018 ψυχιατρική έκθεση του ειδικού ψυχιάτρου ……………., ότι η φαρμακευτική αγωγή του διαθέτη, κατά την οποία ελάμβανε το αντικαταθληπτικό «Ladose» και τα αγχολυτικά – υπναγωγά φάρμακα «tab Stilnox» και «tab Xanax» συνιστούν θεραπεία βαρειάς μορφής ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής και κατάθλιψης με ψυχωτικά στοιχεία. Επιπλέον, χρήζει διευκρίνησης το συμπέρασμα της διεξαχθείσας πραγματογνωμοσύνης κατά το οποίο τα καταθληπτικά συμπτώματα του διαθέτη δεν φαίνονται να είχαν αποκτήσει ψυχωσικό χαρακτήρα κατά την περίοδο σύνταξης της διαθήκης, ως προς τα στοιχεία από τα οποία αντλήθηκε το συμπέρασμα αυτό, το οποίο αμφισβητούν οι εκκαλούντες βασιζόμενοι και στην προαναφερθείσα ψυχιατρική έκθεση. Λόγω δε της ύπαρξης των ως άνω εγγράφων, τα οποία δεν ήταν στη διάθεση του πραγματογνώμονα κατά τη σύνταξη της πραγματογνωμοσύνης του, της ανάγκης διευκρίνησης της διεξαχθείσας πραγματογνωμοσύνης, σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι προς απόδειξη και ανταπόδειξη των περιστατικών, τα οποία επικαλούνται σε σχέση με το επίδικο ζήτημα της δικαιοπρακτικής ικανότητας ή μη του διαθέτη κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, καθίσταται αμφίβολος ο σχηματισμός ασφαλούς δικανικής πεποιθήσεως προς ορθή επίλυση της επίδικης διαφοράς. Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω, το παρόν Δικαστήριο  κρίνει αναγκαίο για την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 254 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης (άρθρο 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ, βλ. και ΑΠ 1088/2018), και κατά τα σχετικώς εκτιθέμενα στην έφεση, χωρίς την προηγούμενη εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως και την περαιτέρω έρευνα της ένδικης υπόθεσης, να αναβάλει, την έκδοση οριστικής αποφάσεως και να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης της ένδικης υπόθεσης, που έχει κηρυχθεί περατωμένη, στο σύνολό της, (οπότε στην επαναλαμβανόμενη δίκη θα ερευνηθούν και όσοι από τους ισχυρισμούς προβλήθηκαν στην πρωτόδικη δίκη και επανυποβάλλονται νομίμως κατ’ άρθρο 240 του ΚΠολΔ στην παρούσα δίκη ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου), προκειμένου να συμπληρωθεί η ανωτέρω πραγματογνωμοσύνη, κατά τα άρθρα 368 επ. του ΚΠολΔ, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, για τα θέματα που αναφέρονται παρακάτω, για τα οποία απαιτούνται, όπως προαναφέρθηκε, ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης (άρθρο 368 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.

Περαιτέρω, κατά την επισκόπηση των στοιχείων της σχετικής δικογραφίας, προέκυψε ότι δεν προσκομίζονται η ανωτέρω από 12.2.2018 έκθεση ιδιωτικής γνωμοδότησης του ιατροδικαστή …………., η οποία ρητά αναφέρεται στην εκκαλουμένη απόφαση, και αντίγραφο της επίδικης από 6.12.2011 ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία δημοσιεύθηκε με τα υπ΄ αρ. 561/2013 πρακτικά του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ούτε αντίγραφο της μνημονευόμενης στην διενεργηθείσα πραγματογνωμοσύνη ανακληθείσα από 31.7.2009 διαθήκης του διαθέτη στην οποία επίσης ο διαθέτης φερεται να καταλίπει την περιουσία του στην εναγομένη. Πρέπει επομενως κατά την επαναληφθείσα συζήτηση της υπόθεσης να προσκομιστούν τα ως άνω έγγραφα με μέριμνα του επιμελέστερου των διαδίκων. Τέλος, διάταξη περί δικαστικών εξόδων δεν τίθεται, καθόσον η παρούσα απόφαση δεν είναι οριστική (άρθρο 191 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων την έφεση

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά αυτήν.

ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ κατά τα λοιπά την έκδοση οριστικής αποφάσεως.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, προκειμένου:

Α) Να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη, που θα διεξαχθεί με επιμέλεια του επιμελεστέρου των διαδίκων.

Διορίζει πραγματογνώμονα τον ……….., πτυχιούχο Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Νευρολόγο-Ψυχίατρο, κάτοικο ………. οδός ……….. τηλ. ……../………., ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο πραγματογνωμόνων, που τηρείται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, ο οποίος αφού δώσει το νόμιμο όρκο του πραγματογνώμονα, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη νόμιμη σ’ αυτόν επίδοση αντιγράφου της παρούσας αποφάσεως, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού και σε ημέρα και ώρα που θα οριστεί αρμοδίως, και αφού λάβει γνώση όλων των κρίσιμων εγγράφων της δικογραφίας, μεταξύ των οποίων και τα αναφερόμενα στο σκεπτικό έγγραφα του θεραπευτηρίου «ΥΓΕΙΑ», συγκεντρώσει από τους διαδίκους όσες πληροφορίες κρίνει απαραίτητες, καθώς και όσα άλλα στοιχεία θεωρήσει αναγκαία και ενεργήσει κάθε αναγκαία πράξη, να γνωμοδοτήσει με πλήρως αιτιολογημένη έκθεσή του, 1) εάν ο διαθέτης …………….., κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης (16.2.2011) έπασχε από κατάθλιψη με ψυχωτικά στοιχεία που να περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής του, ή οχι και να αιτιολογήσει ειδικά τα στοιχεία από τα οποία αντλεί το συμπέρασμά του αυτό 2) εάν η επιμόλυνση, που από το Σεπτέμβριο του έτους 2010, εμφάνιζε το σύστημα νευροδιέγερσης που εμφυτεύτηκε στον προαναφερθέντα διαθέτη επηρέασε και κατά ποιό τρόπο την ψυχική και νοητική του κατάσταση, σε σχέση και με την κατάθλιψη αυτού, καθώς και, σε καταφατική περίπτωση, το μέγεθος της σχετικής επίδρασής του, λαμβανομένης υπόψη της αδυναμίας εξέτασης του ασθενούς, με ειδικότερα αξιολόγηση της αναφοράς της πνευματικής κατάστασης του διαθέτη ως απαθή την 13.4.2011, 3) εάν η φαρμακευτική αγωγή που φέρεται ότι ακολουθούσε ο διαθέτης κατά τον χρόνο σύνταξης της επίδικης διαθήκης  i) αποτελούνταν από το αντικαταθληπτικό «Ladose» και τα αγχολυτικά – υπναγωγά φάρμακα «tab Stilnox» και «tab Xanax» (να διευκρινιστεί η δοσολογία αυτών κατά το δυνατόν), ii)εάν τα ως άνω φάρμακα συνιστούν θεραπεία βαρειάς μορφής ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής και κατάθλιψης με ψυχωτικά στοιχεία ή και κατάθλιψης χωρίς ψυχωτικά στοιχεία, iii)ποιές οι τυχόν συνέπειες της λήψης των παραπάνω φαρμάκων ως προς τη νοητική και ψυχική κατάσταση του διαθέτη, σε σχέση με την έκφραση της βούλησής του, μέσω της επίδικης διαθήκης. Τη σχετική έκθεση πραγματογνωμοσύνης πρέπει να καταθέσει ο ανωτέρω πραγματογνώμονας στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, όπου θα συνταχθεί και η σχετική έκθεση καταθέσεως, μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την όρκισή του.

Β) Να προσκομιστούν, με μέριμνα του επιμελέστερου των διαδίκων, i) η από 12.2.2018 έκθεση ιδιωτικής γνωμοδότησης του ιατροδικαστή Σωκράτη Τσαντίρη, ii)αντίγραφο της επίδικης από 6.12.2011 ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία δημοσιεύθηκε με τα υπ΄ αρ. 561/2013 πρακτικά του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, και iii)αντίγραφο της μνημονευόμενης στην διενεργηθείσα με αριθμό κατάθεσης ………../2017 πραγματογνωμοσύνη από 31.7.2009 διαθήκη του διαθέτη στην οποία επίσης ο διαθέτης φέρεται να καταλίπει την περιουσία του στην εναγομένη.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις  11 Μαΐου 2021   και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Εφέτη, Κωνσταντίνας Παπαντωνίου, αποτελούμενη από τους Δικαστές, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκκόλη και Εμμανουηλία –Αλεξάνδρα Κεχαγιά  Εφέτες και με την Γραμματέα, Τ.Λ., λόγω αποσπάσεως και αναχωρήσεως της Γραμματέως Ε.Τ., χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων στις  16 Ιουλίου 2021.

 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ