Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 391/2021

Αριθμός     391/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……….., ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Χρήστο Κρανιδιώτη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  18.2.2019 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………./2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 3688/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την  αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου  ο ενάγων και ήδη εκκαλών  με την από  29.1.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2020)  έφεσή του,  της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………../2020) αυτή  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του  με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 3 εδ. α’ ΚΠολΔ ορίζεται ότι σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται. Σημειώνεται ότι οι παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 524 ΚΠολΔ τροποποιήθηκαν με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015, σύμφωνα, δε, με το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του ίδιου ως άνω νόμου, οι διατάξεις για τα ένδικα μέσα και τις ειδικές διαδικασίες των άρθρων 591-645 εφαρμόζονται για τα κατατεθειμένα από 1-1-2016 ένδικα μέσα και αγωγές. Καταργείται λοιπόν η ρύθμιση που είχε εισαχθεί με το άρθρο 44 παρ. 1 ν. 3994/2011, που όριζε ότι στην εν λόγω περίπτωση εφαρμόζονταν οι διατάξεις περί ερημοδικίας του ενάγοντος και με τη νέα διάταξη επανέρχεται η διατύπωση της παρ. 3 ως είχε πριν από την τροποποίηση της με το ν. 3994/2011, οπότε η απόρριψη της έφεσης ένεκα της ερημοδικίας του εκκαλούντος θεωρείται ότι γίνεται στην ουσία, όπως γινόταν δεκτό κατά την εφαρμογή της διάταξης αυτής πριν το ν. 3994/2011, που όριζε ότι σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται. Τα ίδια ισχύουν πλέον, εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη ειδική ρύθμιση και σε οποιαδήποτε ειδική διαδικασία του προϊσχύσαντος δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των μισθωτικών διαφορών (άρθρα 615 έως 620 ΚΠολΔ), ενόψει της διάταξης του άρθρου 591 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 και εφαρμόζεται εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του ν. 4335/2015 (ΕφΑιγ 40/2020ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΠειρ 241/2019, ΜΕφΠειρ 155/2018, αδημ., πρβλ.και ΜΕφΠειρ 33/2019 αδημ. ΜΕφΠειρ 338/2018 αδημ., Κ.Οικονόμου, Η Έφεση, έκδ. 2017. σελ. 228). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 524 και 271 ΚΠολΔ και κατ’ εφαρμογή των θεμελιακών δικονομικών αρχών της εκατέρωθεν ακρόασης και της τήρησης της προδικασίας (άρθρα 110 παρ. 2 και 111 ΚΠολΔ), προκύπτει ότι για να επέλθει το αποτέλεσμα της απόρριψης της έφεσης, θα πρέπει το δευτεροβάθμιο δικαστήριο να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως ποιος από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση, επίσπευση η οποία, μετά την άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης, συντελείται, κατ’ άρθρο 498 ΚΠολΔ, με κλήση κατά την προσδιορισθείσα με επιμέλεια του διαδίκου δικάσιμο, που επιδίδεται στον αντίδικο και δεν αρκεί μόνο ο προσδιορισμός δικασίμου, αλλά απαιτείται και επίδοση της κλήσης, η οποία έχει τα ίδια αποτελέσματα και για εκδίκαση της. Αν τη συζήτηση επισπεύδει ο εκκαλών ή αν αυτός δεν εμφανίστηκε κατά τη συζήτηση ή δε συμμετείχε σ’ αυτήν προσηκόντως, παρόλο που είναι εκείνος, με παραγγελία του οποίου έγινε και υποδηλώνει τη βούλησή του ότι επιθυμεί τη συζήτηση της υπόθεσης η έφεση του απορρίπτεται, χωρίς να ερευνηθεί η ουσία της υπόθεσης. Η απόρριψη της έφεσης στην περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος και προσήκουσας παράστασης του εφεσίβλητου γίνεται κατ’ ουσίαν και όχι για τυπικό λόγο, χωρίς να ερευνηθεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, επειδή, παρόλο που στην πραγματικότητα οι λόγοι της έφεσης δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και βάσιμο τους, θεωρείται, κατά πλάσμα του νόμου, ότι είναι αβάσιμοι και για την αιτία αυτή πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίδεται στο δικαστήριο η δυνατότητα έκδοσης αντίθετης απόφασης περί παραδοχής τους (Ολ ΑΠ 16/1990 ΕλλΔνη 41.804, ΑΠ 651/2012 ΝοΒ 2012. 2393, Β. Βαθρακοκοίλης, Η έφεση, έκδ. 2015, σελ. 443 και 450, αρ. 1773 και 1792 ιζ-ιθ αντίστοιχα, Ν.Νίκας, Εγχειρίδιο πολιτικής δικονομίας, β’ έκδ. 2016, σελ. 829, Χ.Απαλαγάκη, ΚΠολΔ, άρθρο 524 αρ. 1 και 9, Κ.Οικονόμου, Η έφεση, έκδ. 2017, σελ. 228-229, αρ. 29-20).

Στην προκείμενη περίπτωση φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, η υπό κρίση, από 29-1-2020 (αριθμ.κατάθ……../31-1-2020 έφεση, που ασκήθηκε κατά της υπ’ αριθμόν 3668/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (μισθωτικών) διαφορών (άρθρ.614επ. ΚΠολΔ), αντιμωλία των διαδίκων,  επί της από 18-2-2019, με αριθμ.έκθ.κατάθ……../18-2-2019 αγωγής του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, που άσκησε σε βάρος της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης, με την οποία ζητούσε την αναπροσαρμογή του μισθώματος μισθίου καταστήματος, επικαλούμενος κατά την κύρια βάση της αγωγής, την ύπαρξη πραγματικού ελαττώματος στο μίσθιο και κατά την επικουρική της βάση, την επελθούσα, λόγω του ιδίου ελαττώματος, μείωση της μισθωτικής αξίας του μισθίου, αγωγή, η οποία και, κατά τα, ειδικότερον, διαλαμβανόμενα σ’αυτήν, απορρίφθηκε. Ο ηττηθείς ενάγων και ήδη, εκκαλών άσκησε την υπό κρίση έφεση, συνταχθείσης σχετικώς της υπ’ αριθμ………./31-1-2020 έκθεσης κατάθεσης από τη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, κατέθεσε, δε και το υπ’ αριθμ. ………../2020 παράβολο Δημοσίου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ [όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 ν. 4055/2012 (ΦΕΚ 51/τ.Α/12-3-2012), που σύμφωνα με το άρθρο 113 του ίδιου νόμου σε συνδ. με άρθρ. 25 παρ. 2 ΕισΝΚΠολΔ ισχύει για τις κατατεθειμένες από 2-4-2012 και εφεξής εφέσεις και μετά την τροποποίηση του άρθρου αυτού (495) με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο ν. 4335/2015 (ΦΕΚ 87/τ.Α/23-7-2015), που σύμφωνα με το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του ίδιου νόμου εφαρμόζεται για τα κατατεθειμένα από 1/1/2016 ένδικα μέσα και αγωγές και με τα άρθρα 35 παρ. 2 και 45 ν. 4446/2016 (ΦΕΚ 240/τ.Α/22-12-2016) με έναρξη ισχύος από 23-1-2017]. Ακολούθως, με την υπ’ αριθμ…./60/31-1-2020 πράξη της Γραμματέως του Δικαστηρίου τούτου, η έφεση προσδιορίστηκε προς συζήτηση, με επιμέλεια της υπογράφουσας το δικόγραφο της εν λόγω έφεσης, πληρεξούσιας δικηγόρου του εκκαλούντος, για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (5-11-2020) και εγγράφηκε στο πινάκιο. Ωστόσο, παρά την επίσπευση της συζήτησης της έφεσης για την ως άνω δικάσιμο, ο εκκαλών δεν παραστάθηκε και συνεπώς, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Ακολούθως, πρέπει η έφεσή του να απορριφθεί κατ’ ουσίαν, χωρίς να επακολουθήσει περαιτέρω έρευνα της υπόθεσης, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται σχετικώς, στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει, δεκτού γενομένου του σχετικού νόμιμου αιτήματος που υπέβαλε παραδεκτώς με τις προτάσεις του, να επιβληθούν σε βάρος του ηττηθέντος εκκαλούντος (άρθρα 106, 176, 183, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στο διατακτικό. Για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από τον ερήμην δικασθέντα εκκαλούντα πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα, επίσης, οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, εφόσον η έφεση απορρίπτεται, πρέπει, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, που καταβλήθηκε από τον εκκαλούντα κατά την άσκηση της έφεσης του, με το ως άνω παράβολο Δημοσίου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην του εκκαλούντος.

Ορίζει το παράβολο, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από τον εκκαλούντα, στο ποσό των διακοσίων ογδόντα (280) ευρώ.

Απορρίπτει την έφεση κατά της υπ’ αριθμ.3688/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδικής διαδικασίας περιουσιακών (μισθωτικών) διαφορών.

Διατάσσει να εισαχθεί το παράβολο της έφεσης που καταβλήθηκε με το υπ’ αριθμ…………/2020 παράβολο Δημοσίου, ποσού εκατό (100) ευρώ, στο Δημόσιο Ταμείο.

Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και της πληρεξούσιας δικηγόρου της εφεσίβλητης, στον Πειραιά, την 6η Αυγούστου 2021.

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ