Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 646/2018

Αριθμός  646/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

   Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Γεώργιο Βερούση, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινομένη από 4-10-2016 (γεν.αριθ. καταθ. ………..) έφεση της ενάγουσας της από 5-3-2012 (αριθ. εκθ. καταθ. ……..) αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείο Πειραιά κατά της με αριθμό 4562/2015 απόφασης του παραπάνω Δικαστηρίου το οποίο δίκασε την παραπάνω αγωγή κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων (άρθρο 681Β του Κ.Πολ.Δ.), αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθόσον από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι η εκκαλουμένη επιδόθηκε στην εκκαλούσα, η δε έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 4-10-2016 και επομένως αυτή ασκήθηκε εμπρόθεσμα (άρθρα 144 παρ. 1, 495 παρ. 1 και 2, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ. 1, 517 εδ. α’, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.) ενώ κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 12-1-2017, ήτοι μετά την έναρξη ισχύος του Ν 3994/25-7-2011 (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 2, 511 , 513 παρ. 1 β’, 516 παρ. 1, 517 εδ. α’, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), ενώ δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου που προβλέπεται στο άρθρο 495 παρ. 4 του Κ.Πολ.Δ. κατά την άσκηση της έφεσης, καθόσον, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 4 εδαφ. ε’ του Κ.Πολ.Δ. (ως η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν 4055/2012 και έναρξη ισχύος 2-4-2012 σύμφωνα με το άρθρο 113 του Ν 4055/2012 και ίσχυε κατά το χρόνο δημοσίευσης της εκκαλουμένης απόφασης), η υποχρέωση κατάθεσης του προβλεπόμενου στη διάταξη αυτή παραβόλου σε εκείνον που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης δεν ισχύει μεταξύ άλλων και για τις διαφορές των άρθρων 681Β του ΚΠολΔ (διαφορές που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων). Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος η έφεση (άρθρο 532 και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ),

Με την από 5-3-2012 (αριθ. εκθ. καταθ. ……..) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείο Πειραιά επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα ως ασκούσα τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της που γεννήθηκε στις 6-11-2000 από την εκτός γάμου σχέση της με τον εφεσίβλητο, ζήτησε, κατά το μέρος που εκκαλείται η απόφαση να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, να της καταβάλει για λογαριασμό του ως άνω ανηλίκου, διατροφή, σε χρήμα το ποσό των 1.030 ευρώ μηνιαίως, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής, που αντιστοιχεί στην προς συνεισφορά υποχρέωση του εναγομένου στη διατροφή του ανηλίκου τέκνου της, το οποίο διαμένει μαζί της και αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του, αφού δεν έχει κανένα εισόδημα και λόγω της ανηλικότητάς του δεν μπορεί να εργαστεί και να διατρέφεται μόνο του, προκαταβαλλόμενη στην αρχή κάθε μήνα, με το νόμιμο τόκο από της καθυστερήσεως καταβολής εκάστης μηνιαίας παροχής μέχρι την εξόφληση, καθώς και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Επί της παραπάνω αγωγής, εκδόθηκε η εκκαλουμένη οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιάς, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666παρ. 1, 667, 670, 671 παρ. 1-3, 672 -676 και 681Β Κ.Πολ.Δ., με την οποία, κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη η αγωγή στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341 παρ. 1, 345, 346, 1485, 1486, 1489 παρ. 2, 1492, 1493, 1496 ΑΚ και έγινε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος και ήδη εφεσίβλητος να καταβάλει στην ενάγουσα για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση σε αυτόν της αγωγής και στην αρχή κάθε μήνα, ως διατροφή σε χρήμα, το ποσό των 500 ευρώ για το ως άνω ανήλικο τέκνο τους, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε παροχής και μέχρι την εξόφληση, κηρύχθηκε η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και επιβλήθηκαν τα δικαστικά έξοδα εκ ποσού 400 ευρώ σε βάρος του εναγομένου. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται, με την κρινομένη έφεση της η εκκαλούσα – ενάγουσα διατεινόμενη ότι η εκκαλουμένη απόφαση εσφαλμένως εκτίμησε τις αποδείξεις και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και ζητεί να εξαφανισθεί άλλως να μεταρρυθμιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, έτσι ώστε να γίνει δεκτή η αγωγή στο σύνολο της καθώς και να καταδικαστεί ο εφεσίβλητος στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης.

Από την εκτίμηση της ανωμοτί κατάθεσης της ενάγουσας, της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα που εξετάστηκε με επιμέλεια του εναγομένου στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, του καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και επαναπροσκομίζουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει της με αριθμό 4559/2007 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η οποία είναι ήδη αμετάκλητη, αναγνωρίστηκε ότι το θήλυ τέκνο της εκκαλούσας που γεννήθηκε στις 6-11-2000 είναι τέκνο της του εφεσίβλητου από την εκτός γάμου σχέση των διαδίκων και η εκκαλούσα ήδη ασκεί την γονική μέριμνα επί της ανήλικης. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι το ανωτέρω ανήλικο δεν διαθέτει προσοδοφόρα περιουσία και λόγω της ανηλικότητάς της δεν μπορεί να εργαστεί και να διατρέφεται μόνο του και συνεπώς, υπάρχει αδυναμία αυτοσυντηρήσεως του και ως εκ τούτου δικαιούται διατροφή από τους γονείς του, οι οποίοι έχουν την υποχρέωση να διατρέφουν τα τέκνα τους από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, κατά τους όρους του άρθρου 1489 παρ. 2 του Α.Κ., ενώ οι δαπάνες διαβίωσης (τροφής, ένδυσης, ψυχαγωγίας, της εν γένει εκπαίδευσης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, κ.λ.π.) του ως άνω ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, είναι οι συνήθεις δαπάνες τέκνων της ηλικίας του. Διαμένει, με τη μητέρα του σε μισθωμένη οικία στην πόλη ………, μηνιαίο μίσθωμα της οποίας ανέρχεται στο ποσό των 200 ευρώ πλέον των αναλογούντων δαπανών ύδρευσης, θέρμανσης και ηλεκτροφωτισμού της εν λόγω οικίας, στην οποία διαμένει και έχει αδυναμία αυτοδιατροφής. Συνεπώς, συνυπόχρεοι στην διατροφή του είναι οι διάδικοι γονείς του κατά το μέτρο της συνεισφοράς εκάστου. Επίσης αποδεικνύεται ότι η εκκαλούσα δεν έχει σταθερή εργασία και εργάζεται περιστασιακά ως καθαρίστρια και από την παραπάνω εργασία της λαμβάνει εισόδημα, το ποσό των 250 ευρώ μηνιαίως. Άλλα εισοδήματα από άλλες πηγές δεν αποδείχθηκε ότι λαμβάνει η ενάγουσα. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος διαμένει ήδη από τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 2013 με την μητέρα του σε ιδιόκτητη οικία και πριν από τον παραπάνω χρόνο διέμενε σε μισθωμένη οικία για την οποία κατέβαλε ως μίσθωμα το ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι συμμετέχει κατά ποσοστό 50% σε επιχείρηση – πρακτορείο του ΟΠΑΠ η οποία στεγάζεται σε μισθωμένο κατάστημα στον Πειραιά και από την παραπάνω εργασία του αποκερδαίνει το ποσό των 1.500 ευρώ μηνιαίως, αφαιρουμένων των λειτουργικών εξόδων της παραπάνω επιχείρησης. Από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα, δεν αποδεικνύονται άλλα εισοδήματα από άλλες πηγές για τον εφεσίβλητο ενώ η ακίνητη περιουσία του δεν αποδεικνύεται προσοδοφόρα. Με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των διαδίκων και τις εν γένει περιστάσεις, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών της ζωής των διαδίκων και του ανηλίκου τέκνου τους και ειδικότερα, την ηλικία τους, τον τρόπο διαβίωσης και την οικονομική τους κατάσταση και των δυνάμεων του εναγομένου από τις οποίες αυτές συμπροσδιορίζονται, η κατά μήνα διατροφή για το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των 600 ευρώ. Το ποσό αυτό είναι ανάλογο με τις ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του και ανταποκρίνεται στα απαραίτητα έξοδα για τη διατροφή, συντήρηση, περίθαλψη, ψυχαγωγία και την εν γένει εκπαίδευση του τέκνου των διαδίκων και στο ποσόν αυτό συνυπολογίζεται και η αναλογία του στις κοινόχρηστες και λοιπές λειτουργικές δαπάνες της οικίας διαμονής του (βλ. ΑΠ 826/94 Δνη 1997.1078), καθώς και η προσφορά της προσωπικής εργασίας και απασχόλησης της μητέρας του για τη φροντίδα και ανατροφή του, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, είναι αποτιμητή σε χρήμα. Για τον προσδιορισμό της συνεισφοράς που βαρύνει τους γονείς του (δεδομένου ότι ζητείται μόνο η επιδίκαση του ποσού, που κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας αντιστοιχεί στην προς συνεισφορά υποχρέωση του εναγομένου στην ανάλογη διατροφή του τέκνου τους και όχι το προσδιοριζόμενο από τις ανάγκες αυτών συνολικό ποσό της διατροφής του), πρέπει να γίνει αναγωγή της οικονομικής δυνατότητας κάθε γονέα στο σύνολο των εισοδημάτων τους. Με τα δεδομένα αυτά, ο εναγόμενος πρέπει να μετέχει στην ανάλογη διατροφή του ως άνω τέκνου του με το ποσό των 500 ευρώ. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στην προς συνεισφορά υποχρέωση του εναγομένου στην ανάλογη διατροφή του ως άνω ανηλίκου τέκνου του, το οποίο είναι σε θέση να καταβάλει, χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο εναγόμενος με την παραδεκτά προβληθείσα με τον τρίτο λόγο έφεσης ένσταση περί διακινδυνεύσεως ιδίας διατροφής (βλ. ΑΠ 282/2012 ΧρΙδ 2013.425, ΑΠ 676/2000 [Θ. Ααφαζάνος] ΕλλΔνη 41 [2000], 1597, ΕΠειρ 195/2010 ΠειρΝομ 2011.37, Σημ. Μ.Διαθεσόπουλος, ΕφΘεσ 1439/2005 Nomos, Ανδρουλιδάκη, στον ΑΚ Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, άρθρο 1487 αρ. 47 και 58), η οποία πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσία. Κατά το υπόλοιπο ποσό, που απαιτείται προς συμπλήρωση της ανάλογης διατροφής του, συμμετέχει και η ενάγουσα με την προσφορά της προσωπικής της απασχόλησης για την περιποίηση και φροντίδα του τέκνου τους, η οποία ως προεκτέθηκε αποτιμάται σε χρήμα. Συνεπώς κρίνοντας κατά τον ίδιο τρόπο και η εκκαλούμενη απόφαση, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε με το να δεχτεί, με την ίδια κατά βάση αιτιολογία, τα αυτά σε σχέση με ανωτέρω. Γι’αυτό και οι τα αντίθετα υποστηρίζοντες σχετικοί λόγοι της υπό κρίση εφέσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι από ουσιαστική άποψη. Κατά ακολουθίαν των ανωτέρω αποδειχθέντων και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, είναι δε αβάσιμοι και απορριπτέοι οι λόγοι της εφέσεως καθώς και η έφεση στο σύνολο της ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Τέλος, η δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του (άρθρο 183 του Κ.Πολ.Δ., ΑΠ 1382/2005 αδημ., ΑΠ 1617/1999), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την έφεση.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την έφεση.

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 25  Οκτωβρίου  2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ