Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 57/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός        57 /2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα   Τ.Λ..            Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ  :         

ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ: 1] Της εταιρίας ……….,  2] Της εταιρίας …………., οι οποίες αμφότερες  παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου τους, Θεονίκης Παπαδονικολάκη.

Της ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:  Της Ομόρρυθμης Εταιρίας ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον  πληρεξούσιο δικηγόρο της, Ιωάννη Αλεβίζο που παραστάθηκε με δήλωση (άρθρα 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Οι εκκαλούσες εταιρίες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 21-05-2019 με Γ.Α.Κ. …/2019 και με Ε.Α.Κ. …/2019 ανταγωγή τους κατά της  εφεσίβλητης εταιρίας η οποία άσκησε ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου την  από 21-03-2019 με Γ.Α.Κ. …./2019 και με Ε.Α.Κ. …../2019 αγωγή κατά των εφεσίβλητων εταιριών. Μετά την συνεκφώνηση και συζήτηση των υποθέσεων εκδόθηκε η 2445/2020 οριστική απόφαση του άνω Δικαστηρίου.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι αντενάγουσες -εναγόμενες εταιρίες   με την από 12-9-2020 και με αριθ. έκθ. κατάθ. στο Εφετείο ……../2021 έφεση, η οποία προσδιορίστηκε για  συζήτηση στη δικάσιμο της 18-3-2021,  οπότε και ματαιώθηκε εξαιτίας της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων λόγω της πανδημίας COVID-19. Δυνάμει δε της με  αριθμό 89/2021 Πράξης της Προέδρου Εφετών Σπυριδούλας Μακρή, που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν. 4786/2021 (ΦΕΚ Α’ 43/23-3-2021) αλλά και του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 (ΦΕΚ Α’ 48/31-3-2021), η συζήτηση της υπό κρίση έφεσης νομίμως επαναπροσδιορίσθηκε, αυτεπαγγέλτως, για την αναφερομένη στην αρχή δικάσιμο. Κατά την εν λόγω δικάσιμο αυτή η  πληρεξούσια δικηγόρος των εφεσίβλητων έλαβε το λόγο και  αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης  ανέπτυξε τις απόψεις του με τις προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου η  με αριθμό κατάθεσης στο Πρωτοδικείο ………/8-10-2020 έφεση των εναγομένων κατά της 2445/2020  οριστικής  απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε την ένδικη διαφορά, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία,  της οποίας η συζήτηση είχε οριστεί για την δικάσιμο της 18-3-2021,  οπότε και ματαιώθηκε εξαιτίας της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων λόγω της πανδημίας COVID-19. Δυνάμει δε της με  αριθμό 89/2021 Πράξης της Προέδρου Εφετών Σπυριδούλας Μακρή, που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν. 4786/2021 (ΦΕΚ Α’ 43/23-3-2021) αλλά και του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 (ΦΕΚ Α’ 48/31-3-2021), η συζήτηση της υπό κρίση έφεσης νομίμως επαναπροσδιορίσθηκε, αυτεπαγγέλτως, για την αναφερομένη στην αρχή δικάσιμο. Η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα σύμφωνα με τα άρθρα  495, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 1 ΚΠολΔ σε συνδ με την ………./8-9-2020 έκθεση επίδοσης της εκκαλούμενης απόφασης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή ……….. Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το προβλεπόμενο στο άρθρο 495 παρ. 3 Α β] παράβολο για την άσκησή της, να ερευνηθεί περαιτέρω κατά την ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της μέσα στα διαγραφόμενα από αυτούς όρια (άρθρο 522 και 5334 ΚΠολΔ),  αντιμωλία των διαδίκων και με την αυτή άνω αναφερόμενη διαδικασία.     Με την από 21-3-2019 αγωγή  η ενάγουσα ομόρρυθμη εταιρία ισχυρίστηκε   ότι δραστηριοποιείται στην συντήρηση-επισκευή-ανακατασκευή σκαφών και πλωτών μέσων, υπό μορφή αρχικά ατομικής επιχείρησης στο όνομα του ………. και στη συνέχεια, από 2-2-2018 υπό την σημερινή της μορφή ήτοι της ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «……..». Ότι ενεργών για λογαριασμό της (ενάγουσας) ο …….. συμβλήθηκε στην φέρουσα  χρονολογία 26-1-2018 έγγραφη συμφωνία με την πρώτη εναγόμενη εταιρία, με την  οποία η ενάγουσα ανέλαβε την εκτέλεση των περιγραφόμενων στο  περιεχόμενό της εργασιών, στο υπό σημαία Νήσων Κέιμαν σκάφος αναψυχής «SF» (πρώην «M»), κυριότητας της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας εδρεύουσας, κατά το καταστατικό της στο Λονδίνο πραγματικά όμως στην ημεδαπή, αντί κατ’ αποκοπήν αμοιβής, η οποία, μετά από διαπραγματεύσεις, συμφωνήθηκε στο ποσό των 110.000 ευρώ, πλέον του αναλογούντος Φ.Π.Α. 24%, ποσού 26.400 ευρώ. Ότι στο εν λόγω έγγραφο συμφωνητικό η πρώτη εναγομένη αναφερόταν ως πλοιοκτήτρια του σκάφους με νόμιμο εκπρόσωπό της τον ………… ενώ συμπεριελήφθη όρος ότι σε περίπτωση που το έργο ολοκληρωνόταν μέχρι τις 15-4-2018 θα καταβαλλόταν στην ενάγουσα το επιπλέον ποσό των 30.000 ευρώ. Ότι παρά την δυνατότητά της να παραδώσει το έργο την προαναφερόμενη ημερομηνία, αυτό δεν κατέστη δυνατό λόγω του αναποτελεσματικού συντονισμού από μέρους της πρώτης εναγομένης, τόσο των σχεδιαστών των αλλαγών που γίνονταν στο σκάφος, όσο και των άλλων πλην της ίδιας συνεργείων από διάφορες ειδικότητες που εργάζονταν παράλληλα σ’ αυτό, η ολοκλήρωση δε των εργασιών τους ήταν αναγκαία προκειμένου και η ίδια να ολοκληρώσει το εναπομένον τμήμα του αναληφθέντος ένδικου έργου, το οποίο δεν ολοκληρώνετο από υπαιτιότητα της πρώτης εναγομένης, λόγω  της ως άνω έλλειψης σωστού συντονισμού αλλά και λόγω συνεχούς ανάθεσης από την πρώτη εναγομένη νέων εργασιών. Ότι για τις τελευταίες αυτές εργασίες διατηρεί αξίωση σε βάρος των εναγομένων ύψους 80.211,26 ευρώ αναλυόμενη σε 64.686,5 ευρώ αμοιβή και σε φπα ποσοστού 24%.  Ότι στις 28-7-2018 και αφού εν τέλει τοποθετήθηκαν οι μηχανές στο σκάφος μόλις στις 28-6-2018 που ήταν αναγκαίο να γίνει για να εκτελεστούν εργασίες στο σαλόνι, ολοκληρώθηκε από μέρους της το ένδικο έργο,  οπότε και παραδόθηκε στις εναγόμενες έναντι των οποίων διατηρεί τις ακόλουθες αξιώσεις. α] υπόλοιπο  αμοιβής της σύμφωνα με το αρχικά συμφωνηθέν έργο 22.880 ευρώ (της κατέβαλαν 113.000 ευρώ), β] ποσό 30.000 ευρώ πλέον φπα ποσοστού 24% ως πρόσθετη αμοιβή που συμφωνήθηκε στην περίπτωση της παράδοσης του έργου στις 15-4-2018 το οποίο δεν συνέβη από αποκλειστική υπαιτιότητα των εναγομένων, γ] ποσό 80.211,26 ευρώ, όπως αναλύθηκε παραπάνω, ως αμοιβή για τις πρόσθετες εργασίες που εκτέλεσε στο σκάφος των εναγομένων.  Με βάση το παραπάνω ιστορικό, η ενάγουσα, επικαλούμενη κυρίως ενδοσυμβατική ευθύνη της πρώτης εναγόμενης, άλλως και επικουρικά ευθύνη αυτής  ως εφοπλίστρια, της δε δεύτερης ευθύνη γα τις ένδικες αξιώσεις της ως κυρίας του σκάφους και επικουρικά ευθύνη αμφοτέρων κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, ζητά με την αγωγή της  να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να της καταβάλουν, σ’ ολόκληρον η καθεμία: α) το ποσό των 22.880 ευρώ, ως υπόλοιπο εργολαβικής αμοιβής, νομιμότοκα από την επομένη της ολοκλήρωσης των εργασιών, β) το ποσό των 37.500 ευρώ, ως επιπλέον αμοιβή, συμπεριλαμβανομένου του αναλογούντος Φ.Π.Α., νομιμότοκα από την επομένη της ολοκλήρωσης των εργασιών, και γ) το ποσό των 80.211,26 ευρώ, ως αμοιβή για πρόσθετες εργασίες, συμπεριλαμβανομένου του αναλογούντος Φ.Π.Α., νομιμότοκα από την επομένη της ολοκλήρωσης των πρόσθετων εργασιών, άλλως από την επίδοση του από 05.10.2018 εξώδικου εγγράφου, άλλως το συνολικά αιτούμενο ποσό των (22.880 + 37.500 + 80.211,26 =) 140.591,26 ευρώ, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

Οι εναγόμενες με την από 21-5-2019 ανταγωγή τους, όπως ορθά εκτιμήθηκε το δικόγραφό της από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο καθόσον δεν μπορεί να συμπέσει η ιδιότητα του πλοιοκτήτη και εφοπλιστή στο ίδιο πρόσωπο, αφού ο πλοιοκτήτης είναι ο ιδιοκτήτης σκάφους που ο ίδιος ασκεί τον εφοπλισμό του-την κατά προορισμό εκμετάλλευσή του, ισχυρίστηκαν ότι με σύμβαση που καταρτίσθηκε εγγράφως κατά τον αναφερόμενο στο δικόγραφο χρόνο μεταξύ της αντεναγόμενης-ενάγουσας και της πρώτης αντενάγουσας (πρώτης εναγομένης – εφοπλίστριας) του υπό σημαία Νήσων Κέιμαν σκάφους αναψυχής «SF» (πρώην «Μ»), κυριότητας της δεύτερης αντενάγουσας, η αντεναγόμενη ανέλαβε την εκτέλεση του περιγραφόμενου στο δικόγραφο έργου, αντί κατ’ αποκοπήν αμοιβής που συμφωνήθηκε στο ποσό των 110.000 ευρώ, πλέον του αναλογούντος Φ.Π.Α. 24%, ποσού 26.400 ευρώ, και με συμφωνηθέντα χρόνο παράδοσης στις  15-04-2018. Ότι με όρο που συμπεριελήφθη στη σύμβαση ορίσθηκε ότι κάθε παράβαση των όρων παρείχε το δικαίωμα στην πρώτη αντενάγουσα να κηρύξει έκπτωτη την αντεναγόμενη εργολάβο και να ολοκληρώσει το έργο σε βάρος της και για λογαριασμό της, με επίδοση σχετικής εξώδικης δήλωσης προς αυτήν, καθώς και ότι προβλέφθηκε ενδεικτικά ότι η πρώτη αντενάγουσα δικαιούνταν να κηρύξει έκπτωτη την αντεναγόμενη σε περίπτωση που η τελευταία επιδείκνυε προφανή αδυναμία για την ορθή και εμπρόθεσμη εκτέλεση των εργασιών, άρνηση ή αδιαφορία για την τήρηση των όρων της σύμβασης, των κανονισμών, νόμων και κανόνων ασφαλείας, καθώς επίσης και στην περίπτωση που η αντεναγόμενη από υπαιτιότητά της καθυστερούσε την έναρξη των εργασιών ή διέκοπτε αναιτιολόγητα την εκτέλεση των εργασιών για δέκα ημερολογιακές ημέρες. Ότι με άλλο όρο που συμπεριελήφθη στη σύμβαση προβλέφθηκε η επιβάρυνση της αντεναγόμενης με το ποσό των 3.000 ευρώ ανά ημέρα, ως ποινική ρήτρα, για χρονικό διάστημα μέχρι δέκα ημερολογιακών ημερών, για την περίπτωση που αυτή δεν ολοκλήρωνε το αναληφθέν έργο μέχρι τις 15-04-2018. Ότι, ενώ το έργο ήταν σε εξέλιξη, συμφωνήθηκε προφορικά με την αντεναγόμενη, η εκτέλεση και των περιγραφόμενων με το δικόγραφο πρόσθετων εργασιών, αντί αμοιβής που συμφωνήθηκε βάσει προϋπολογισμού, κατά τα ειδικότερα ιστορούμενα με την ανταγωγή. Ότι το έργο που ανέλαβε να εκτελέσει η αντεναγόμενη με την αρχική σύμβαση δεν ολοκληρώθηκε εντός της αρχικά συμφωνημένης προθεσμίας, δηλαδή δεν ολοκληρώθηκε μέχρι την 15-04-2018, ούτε όμως ολοκληρώθηκε εντός της νέας προθεσμίας των δέκα ημερών που έταξε η πρώτη αντενάγουσα με το από 04-07-2018 μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας. Ότι, ακολούθως, με το από 25-09-2018 εξώδικο έγγραφο η πρώτη αντενάγουσα κατήγγειλε τη σύμβαση, λόγω καθυστέρησης στην ολοκλήρωση του έργου και ζήτησε από την αντεναγόμενη να της καταβάλει: Α) το ποσό των 30.000 ευρώ, λόγω κατάπτωσης της ποινικής ρήτρας, και Β) το ποσό των 8.761 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε αμοιβές που κατέβαλε σε τρίτους για να εκτελέσουν τις εργασίες που είχαν ανατεθεί με την αρχική σύμβαση στην αντεναγόμενη και δεν τις εκτέλεσε, σε δαπάνη για την αγορά υλικών, τα οποία επιβάρυναν την αντεναγόμενη, δυνάμει σχετικού συμβατικού όρου, καθώς και σε δαπάνη αποκατάστασης της αναφερόμενης στο δικόγραφο κακοτεχνίας. Ότι, ειδικότερα, η πρώτη αντενάγουσα ανέθεσε σε τρίτους την εκτέλεση των περιγραφόμενων με το δικόγραφο εργασιών, τις οποίες είχε αναθέσει στην αντεναγόμενη με την αρχική σύμβαση και δεν εκτελέσθηκαν από αυτήν, και κατέβαλε για την αιτία αυτή σε τρίτους το συνολικό ποσό των (3.280 + 650 + 700 + 2.342 =) 6.972 ευρώ, κατά τα ειδικότερα ιστορούμενα με το δικόγραφο, ότι, επιπλέον, η αντεναγόμενη, κατά παράβαση του σχετικού συμβατικού όρου, με τον οποίο είχε αναλάβει το κόστος προμήθειας δαπέδου μέχρι του ποσού των 30 ευρώ ανά τ.μ., επιβάρυνε την πρώτη αντενάγουσα με τη σχετική δαπάνη, ποσού 1.517 ευρώ, καθώς και ότι η πρώτη αντενάγουσα ζημιώθηκε με το ποσό των 272 ευρώ, για την αγορά υφάσματος για την επένδυση της οροφής καμπίνας, προκειμένου να αποκαταστήσει κακοτεχνία που προκλήθηκε από την αντεναγόμενη σε τμήμα του εκτελεσθέντος έργου. Ότι, περαιτέρω, το εκτελεσθέν από την αντεναγόμενη έργο από υπαιτιότητα της αντεναγόμενης εμφάνισε τα ελαττώματα και τις κακοτεχνίες που ιστορούνται με το δικόγραφο, για την αποκατάσταση των οποίων θα απαιτηθεί το ποσό των 46.050 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. 24% ποσού 11.052 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό, οι αντενάγουσες ζητούν  να υποχρεωθεί η αντεναγόμενη να τους καταβάλει: α] Το ποσό των 30.000 ευρώ, λόγω κατάπτωσης της ποινικής ρήτρας, νομιμότοκα από την επίδοση του από 25-09-2018 εξώδικου εγγράφου, άλλως από την επίδοση της ανταγωγής, β) Το ποσό των 57.102 ευρώ, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση των κακοτεχνιών και ελαττωμάτων, νομιμότοκα από την επίδοση της ανταγωγής, και γ) Το ποσό των 8.761 ευρώ, νομιμότοκα από την επίδοση του ίδιου όπως και παραπάνω εξώδικου εγγράφου, άλλως από την επίδοση της ανταγωγής.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού έκρινε ότι έχει διεθνή  δικαιοδοσία και  αρμοδιότητα να εκδικάσει την  ενώπιον του διαφορά που εμπεριείχε στοιχεία αλλοδαπότητας λόγω της έδρας στην αλλοδαπή της δεύτερης εναγομένης-αντενάγουσας, συνεκδίκασε τις προαναφερόμενες αγωγή και ανταγωγή με βάση το ελληνικό δίκαιο και απέρριψε Α] την αγωγή ως αόριστη, μερικά, Β] την ανταγωγή ως προς την δεύτερη αντενάγουσα καθώς, όπως έκρινε, αυτή, με μόνη την ιδιότητα της κυρίας του σκάφους χωρίς να έχει συμβληθεί στις ένδικες συμφωνίες μεταξύ των λοιπών διαδίκων, δεν νομιμοποιείται (ενεργητικά) στην έγερση της ανταγωγής, Γ] την ανταγωγή, μερικά, ως αόριστη  κατά το αίτημά της με το οποίο διώκεται η καταβολή ποσού 57.102 ευρώ, που απαιτήθηκε κατά τους ισχυρισμούς των αντεναγουσών για την αποκατάσταση των κακοτεχνιών στο έργο που τους παρέδωσε η αντεναγόμενη, στη συνέχεια, αφού έκρινε ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση του συμφωνηθέντος έργου δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα  της ενάγουσας-αντεναγομένης εταιρίας –εργολάβου του ένδικου έργου και επομένως δεν υποχρεούται σε καταβολή ποινικής ρήτρας 3.000 ευρώ για δέκα ημέρες, απέρριψε το σχετικό αίτημα ως ουσιαστικά αβάσιμο,  δέχθηκε μερικά την  ανταγωγή και υποχρέωσε την ενάγουσα να καταβάλει στην  πρώτη αντενάγουσα το ποσό των 5.708,30 ευρώ που οι τελευταίες κατέβαλαν εξ ιδίων για την ολοκλήρωση του εναπομείναντος μη εκτελεσθέντος έργου.

Ήδη οι αντενάγουσες  με την  υπό κρίση έφεσή τους  παραπονούνται κατά της ανωτέρω κρίσης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και συγκεκριμένα για την μερική απόρριψη της ανταγωγής τους ως προς την ποινική ρήτρα ποσού 30.000 ευρώ καθώς και  των ποσών 700 ευρώ και 2.342 ευρώ που οι ίδιες κατέβαλαν για την ολοκλήρωση του έργου που ελλιπώς τους παρέδωσε η αντεναγομένη.    Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 404 ΑΚ «Ο οφειλέτης μπορεί να υποσχεθεί στο δανειστή ως ποινή χρηματικό ποσό ή κάτι άλλο (ποινική ρήτρα), για την περίπτωση που δεν θα εκπλήρωνε ή που δεν θα εκπλήρωνε προσηκόντως την παροχή», ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 405 ΑΚ «Η ποινή καταπίπτει αν ο οφειλέτης αδυνατεί υπαίτια να εκπληρώσει την παροχή ή αν περιέλθει σε υπερημερία. Η κατάπτωση της ποινής επέρχεται και αν ακόμη ο δανειστής δεν έχει υποστεί καμιά ζημία».  Εξάλλου σύμφωνα με το άρθρο 330 ΑΚ «Ο οφειλέτης ενέχεται, αν δεν ορίστηκε κάτι άλλο, για κάθε αθέτηση της υποχρέωσής του, από δόλο ή αμέλεια, δική του ή των νομίμων αντιπροσώπων του. Αμέλεια υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές» ενώ σύμφωνα με το άρθρο 341 παρ. 1 ΑΚ «αν για την εκπλήρωση της παροχής έχει συμφωνηθεί ορισμένη ημέρα, ο οφειλέτης γίνεται υπερήμερος με μόνη την παρέλευση της ημέρας αυτής» και κατά το άρθρο 342 ΑΚ «Ο οφειλέτης δεν γίνεται υπερήμερος αν η καθυστέρηση της παροχής οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, ότι η συμφωνηθείσα ποινική ρήτρα καταπίπτει, δηλαδή δημιουργείται η απαίτηση του δανειστή, σε σχέση με το αντικείμενο αυτής, όταν ο οφειλέτης αθετεί υπαίτια τις υποχρεώσεις του, όπως όταν αδυνατεί να εκπληρώσει την κύρια παροχή ή όταν περιέλθει σε υπερημερία, καθώς και όταν εκπληρώσει πλημμελώς την παροχή. Οι προϋποθέσεις για την κατάπτωση της ποινικής ρήτρας, όταν συνομολογείται για την περίπτωση της μη έγκαιρης εκπλήρωσης της παροχής, είναι η υπερημερία του οφειλέτη, ως προς την εκπλήρωσή της, η οποία επέρχεται είτε με την όχληση, κατ’ άρθρο 340 ΑΚ, είτε με την παρέλευση της δήλης ημέρας, που συμφωνήθηκε, κατ’ άρθρο 341 παρ. 1 ΑΚ, καθώς και η υπαιτιότητά του, που προβλέπεται στο άρθρο 330 ΑΚ. Γεγονός δε για το οποίο υπέχει ευθύνη ο οφειλέτης, κατά το προαναφερόμενο άρθρο 330 ΑΚ, είναι κατά κανόνα, κάθε δόλια ή από αμέλεια αθέτηση της ενοχικής υποχρέωσής του ενώ  γεγονός για το οποίο δεν υπέχει ευθύνη είναι κάθε εύλογη αιτία, λόγω της οποίας δικαιολογείται η μη εκπλήρωση ή η μη προσήκουσα εκπλήρωση της παροχής του, η οποία όμως δεν μπορεί να αποδοθεί σε δόλο ή αμέλειά του, αλλά σε τυχηρό, ήτοι σε γεγονός, που δεν προβλέφθηκε, ούτε μπορούσε να προβλεφθεί ή να αποφευχθεί σε σχέση με τη μη εκπλήρωση ή  τη μη προσήκουσα εκπλήρωση της παροχής από ένα μέσο συνετό άνθρωπο, όταν δηλαδή την ίδια συμπεριφορά θα επεδείκνυε κάθε επιμελής άνθρωπος, ευρισκόμενος υπό τις ίδιες συνθήκες, καταβάλλοντας τη συνήθη προσπάθεια εκπλήρωσης (ΑΠ 1967/2017, ΑΠ 513/2016, ΑΠ 1980/2008). Η υποκειμενική προϋπόθεση του οφειλέτη, ήτοι το γεγονός για το οποίο υπέχει ευθύνη, τεκμαίρεται και την έλλειψή της, οφείλει να επικαλεστεί και να αποδείξει ο ίδιος και ειδικότερα στην περίπτωση της υπερημερίας του, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 342 ΑΚ, κατά την οποία ο οφειλέτης καταλύει τις στηριζόμενες στην υπερημερία του απαιτήσεις του δανειστή, με την ένσταση, ότι η καθυστέρηση της παροχής του οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη (ΑΠ 1184/2019, ΑΠ 269/2012, ΑΠ 224/2012, ΑΠ 1011/2010, ΑΠ 1484/2009, ΑΠ 1980/2008 δημοσ στη τνπ ΝΟΜΟΣ ).    Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου νομότυπα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα και συγκεκριμένα από την εκτίμηση των με  αριθμούς …….., …., …. της 08ης-07-2019, ενόρκων βεβαιώσεων των ………., αντίστοιχα, που δόθηκαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά …….., με επιμέλεια της εφεσίβλητης-ενάγουσας-αντεναγομένης, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των αντιδίκων της (σχετ. οι με αριθ. …../3-7-2019, ……/3-7-2019 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …… με τις συνημμένες σε αυτές από 02-07-2019 κλήσεις), σε συνδυασμό με το σύνολο των εγγράφων που νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν οι διάδικοι, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, τα οποία συνδυάζονται με τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται σύμφωνα με τα  άρθρα 261 εδαφ. β και 352 παρ.1  ΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:    Μεταξύ της εφεσίβλητης – αντεναγομένης – ενάγουσας εταιρίας με την επωνυμία «…….. » και  τον διακριτικό τίτλο «………», με την ιδιότητα της εργολάβου και της  εκκαλούσας-αντενάγουσας-εναγόμενης  εταιρίας με την επωνυμία «…….», με την ιδιότητα της κυρίας του έργου, συμφωνήθηκε με το φέρον ημερομηνία 26-1-2018 ιδιωτικό συμφωνητικό, η πρώτη να αναλάβει την εκτέλεση ξυλουργικών εργασιών στο υπό ανακατασκευή σκάφος αναψυχής «M», το οποίο ήδη έχει νηολογηθεί υπό ελληνική σημαία στο νηολόγιο Πειραιώς και έχει μετονομασθεί σε «SF», όπως δεν αμφισβητούν οι διάδικοι, ανήκε δε στον επίδικο χρόνο στην κυριότητα της δεύτερης εκκαλούσας-αντενάγουσας-εναγόμενης εταιρίας, μη συμβληθείσας στο εν λόγω συμφωνητικό. Οι αναληφθείσες εργασίες περιγράφηκαν στην με αριθμό 3 παράγραφο αυτού η έναρξη των οποίων ορίστηκε στις 29-1-2018 (4 παράγραφος του συμφωνητικού). Στη συνέχεια καθορίστηκε η αμοιβή της εφεσίβλητης (5η παράγραφος),  στην δε  6η παράγραφο συμφωνήθηκε αφενός ότι η εργολάβος ανέλαβε  να αποπερατώσει το σύνολο των εργασιών που της ανατέθηκαν μέχρι την 15-04-2018 (παρ. 6.1) και αφετέρου ότι,  για την περίπτωση της μη ολοκλήρωσης των εργασιών στην προβλεπόμενη ημερομηνία (ολοκλήρωσης αυτών, στις 15-04-2018), η εργολάβος θα επιβαρύνεται με ημερήσια  ποινική ρήτρα, ποσού 3.000 ευρώ, «για διάστημα όχι μεγαλύτερο των 10 – δέκα – ημερολογιακών ημερών. Όπως συνομολογείται από τα διάδικα μέρη οι εργασίες πράγματι ξεκίνησαν στη συμφωνηθείσα χρονολογία αλλά δεν ολοκληρώθηκαν στις 15-4-2018. Το γεγονός αυτό δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα της εργολάβου-εφεσίβλητης εταιρίας, καθώς, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα και ιδίως τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της τελευταίας, οι οποίες δεν αντικρούονται από άλλα, αντίθετα, αποδεικτικά μέσα, μάλιστα επιρρωνύονται από τα προσκομιζόμενα και μη αμφισβητούμενα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (emails) που ανταλλάχθηκαν μεταξύ της εργολάβου και της κυρίας του έργου, αποδεικνύεται ότι στο σκάφος εκτελούνταν εργασίες από διαφορετικά συνεργεία (ηλεκτρολόγων, υδραυλικών κ.ά), ενόψει της εκτεταμένης ανακαίνισης και ανακατασκευής αυτού. Αυτό είχε ως συνέπεια οι εργασίες που όφειλε να εκτελέσει η εφεσίβλητη να παρεμποδίζονται από τις εργασίες και την παρουσία των άλλων συνεργείων (σχετ. το από 3-3-2018 μέιλ της εργολάβου προς την κυρία του έργου και το από 4-7-2018 μέιλ της τελευταίας στο οποίο συνομολογεί την παρουσία άλλων συνεργείων), με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις εργασίες που δεν μπορούσε να ολοκληρώσει στο σαλόνι του σκάφους  αφού το δάπεδό του παρέμενε ανοικτό μέχρι να τοποθετηθούν κάτω από αυτό οι μηχανές του, οι οποίες τελικά τοποθετήθηκαν στις 4-7-2018.  Ειδικά δε για τις εργασίες αυτές, η κυρία του έργου, στο από 4-7-2018 μέιλ της προς την εφεσίβλητη, δηλώνει σαφώς ότι δεν την θεωρεί υπεύθυνη  για την καθυστέρησή τους, της αποδίδει όμως καθυστέρηση στις λοιπές εργασίες. Η δε εργολάβος, απαντώντας στο εν λόγω μέιλ, αυθημερόν και με τον ίδιο τρόπο (μέιλ), αρνείται οποιαδήποτε ευθύνη για την καθυστέρηση του όλου έργου την οποία αποδίδει στην έλλειψη διαχείρισης από μέρους της εκκαλούσας των λοιπών συνεργείων, που δεν είχαν παραδώσει τις δικές τους εργασίες μέχρι τις 2-7-2018, στην πλήρη έλλειψη συντονισμού αυτών γεγονός που  επιβεβαιώνουν οι μάρτυρές της στις ένορκες βεβαιώσεις τους. Αποδεικνύεται ακόμα ότι κατά την έναρξη των ένδικων εργασιών  δεν είχαν παραδοθεί στην  εφεσίβλητη-εναγομένη τα τελικά σχέδια με βάση τα οποία όφειλε να εκτελεί αυτές, καθώς άλλα εξ αυτών καθυστέρησαν να της παραδοθούν ενώ  άλλα τροποποιούνταν. Ενδεικτικά στις 29-3-2018 παραδόθηκαν στην εργολάβο τα τελικά σχέδια για τα μπάνια, ξυλουργικά-υδραυλικά –όψεις και τομές στις ντουζιέρες όπως αναγράφεται σ’ αυτό και στις 14-5-2018 παραδόθηκαν τα αντίστοιχα των καμπινών. Εξάλλου στο από 29-6-2018 μέιλ της κυρίας του έργου προς την εργολάβο, περιέχονται  οδηγίες  για εργασίες στο tv-room του σκάφους, ενώ με το από 18-9-2018 μέιλ η τελευταία διαμαρτύρεται στην πρώτη, διότι, όταν άρχισε εργασίες παρουσιάστηκε ψυκτικός ο οποίος προκειμένου να εκτελέσει εργασίες της ειδικότητάς του αποξήλωσε την επένδυση στη δεξιά πλευρά  του σαλονιού. Το γεγονός ότι στις εργασίες της εφεσίβλητης παρεμβάλλονταν άλλα συνεργεία και την καθυστερούσαν αποδεικνύεται και από το από 18-9-2018 μέιλ που απέστειλε ο νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης εκκαλούσας, στο οποίο εμφατικά αναφέρει ότι δεν θεωρεί την εργολάβο υπεύθυνη για ζημιές που προκάλεσαν άλλα συνεργεία και αυτό που της ζητά είναι να του υποδείξει από ποια συνεργεία έγιναν αυτές και να τον ενημερώσει για το κόστος αποκατάστασής τους.  Ενόψει του αναμφισβήτητου γεγονότος ότι οι εν γένει εργασίες ανακατασκευής του σκάφους συνεχίζονταν καθ’ όλο το αναφερόμενο ανωτέρω χρονικό διάστημα, από αρχές του έτους 2018 έως τουλάχιστον και τον Σεπτέμβρη του ίδιου έτους, με περαιτέρω συνέπεια να καθυστερεί η εκτέλεση των εργασιών που η εφεσίβλητη ανέλαβε με το από 26-1-2018 συμφωνητικό, αλλά και να προκύπτει η ανάγκη για, επιπλέον των αρχικά συμφωνηθέντων, εργασίες, μεταξύ των οποίων και εκείνες που αφορούσαν ζημιές τις οποίες προκαλούσαν τα άλλα συνεργεία και τεχνίτες που απασχολούνταν στο σκάφος,  αποδεικνύεται ότι η εφεσίβλητη-ενάγουσα-αντεναγομένη δεν είχε ευθύνη για την αδυναμία της να παραδώσει το έργο στις 15-4-2018, όπως αρχικά συμφώνησε, εκτιμώντας ότι η έγκαιρη ολοκλήρωση και παράδοση του (αρχικά) συμφωνηθέντος έργου ήταν εφικτή με βάση την  εμπειρία της και τους τεχνίτες που διέθετε. Ωστόσο παράγοντες που ήταν εκτός της δικής της σφαίρας επιρροής όπως η παρουσία (και) άλλων συνεργείων που εμπόδιζαν την εργασία του δικού της συνεργείου και προξενούσαν επιδιορθωτέες ζημιές, η ανάθεση πρόσθετων εργασιών τις οποίες συνομολογούν οι εναγόμενες με τις προτάσεις που κατέθεσαν στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όπου αποδέχονται  τέτοιες εργασίες, πρόσθετες αλλά και προς αποκατάσταση των εν λόγω ζημιών, με προϋπολογισθέν κόστος 22.900 ευρώ και η έλλειψη επιτυχούς συντονισμού όλων των εμπλεκομένων στην ανακατασκευή του σκάφους, συνέβαλαν στην καθυστέρηση των δικών της εργασιών. Επομένως η μη έγκαιρη ολοκλήρωση του ένδικου έργου και η παρέλευση άπρακτης της δήλης ημέρας παράδοσης αυτού δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα της εφεσίβλητης αλλά σε γεγονότα απρόβλεπτα σύμφωνα με τις αναλυθείσες παραπάνω σκέψεις και ως εκ τούτου δεν οφείλει να καταβάλει ποινική ρήτρα στην κυρία του έργου. Επομένως η εκκαλουμένη, η οποία κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα με αιτιολογία που συμπληρώνεται από την παρούσα,  ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και όσα αντίθετα υποστηρίζουν με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους οι εκκαλούσες είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα.

Με το δεύτερο λόγο της έφεσής τους οι εκκαλούσες παραπονούνται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων που είχε ως συνέπεια να απορριφθούν τα αιτούμενα με την ανταγωγή τους ποσά των 700 ευρώ και 2.342 ευρώ που αφορούσαν το μεν πρώτο την κατασκευή μεταλλικών βάσεων, το δεύτερο πάγκων για τα τραπέζια της κουζίνας του σκάφους,  εργασίες που αν και όφειλε να εκτελέσει η εφεσίβλητη δεν το έπραξε και  ανατέθηκαν σε άλλο συνεργείο, όπως ισχυρίζονται. Από την εκτίμηση των ίδιων, άνω αναφερόμενων, αποδεικτικών μέσων δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός των εκκαλουσών ότι οι προαναφερόμενες εργασίες  ήταν μέρος του ένδικου έργου που είχε αναλάβει να εκτελέσει η εφεσίβλητη. Από την ανάγνωση των εργασιών που περιγράφονται στο από 26-1-2018 συμφωνητικό αποδεικνύεται ότι αυτές δεν περιλαμβάνονται στο αρχικά συμφωνηθέν έργο ενώ από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδεικνύεται ότι ανατέθηκαν μεταγενέστερα στην εφεσίβλητη. Άλλωστε και στην έφεσή τους οι εκκαλούσες παραπονούνται όλως αόριστα για την απόρριψη αυτών ισχυριζόμενες ότι η εκτέλεσή τους και μόνο, αποδεικνύεται από φωτογραφίες χωρίς να προσκομίζουν αποδεικτικά μέσα  από τα οποία να αποδεικνύεται η ανάθεσή τους στην εφεσίβλητη. Εξάλλου οι εργασίες αυτές δεν αναφέρονται ούτε στο δικόγραφο των πρωτόδικων προτάσεων τους στις συνομολογούμενες από μέρους τους πρόσθετες εργασίες. Επομένως η εκκαλουμένη η  οποία απέρριψε ως αβάσιμο κατ’ ουσίαν το  οικείο αίτημα της ανταγωγής ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και δεν έσφαλε όπως αβάσιμα παραπονούνται οι εκκαλούσες με τον δεύτερο και τελευταίο λόγο της έφεσής τους.

Κατά συνέπεια και ενόψει  του ότι δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα θα πρέπει η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί κατ’ ουσίαν,  να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας της εφεσίβλητης σε βάρος των εκκαλουσών, κατόπιν παραδοχής σχετικού αιτήματός της σύμφωνα με τα άρθρα 176, 183 και 191 ΚΠολΔ και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της απόφασης, τέλος δε, να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου για την άσκηση της έφεσης στο δημόσιο ταμείο όπως επίσης ορίζεται στο διατακτικό (άρθρο 495 παρ.3 Γ  εδ. τελευταίο ΚΠολΔ).

ΓΙΑ  ΤΟΥΣ  ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ     

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία την αριθμό κατάθεσης ………/8-10-2020 έφεση  κατά της 2445/2020 οριστικής  απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε την ένδικη διαφορά αντιμωλία των διαδίκων κατά την ίδια διαδικασία.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ ουσίαν την έφεση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, σε βάρος των εκκαλουσών και τα ορίζει  σε χίλια πενήντα (1.050) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του ……….. ηλεκτρονικού παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.

ΚΡΙΘΗΚΕ αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 3 Φεβρουαρίου  2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.  

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ