Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 150/2022

Αριθμός  150/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Σ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ:  …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Αθανάσιο Ψάλτη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ….», που εδρεύει στον ….. και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκε δε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Θεοδώρα Γούλα  (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από  27.12.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 378/2021 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου  η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από 29.7.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2021) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………../2021) αυτή  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, η δε πληρεξούσια δικηγόρος του εφεσιβλήτου, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 29-7-2021 (γεν.αριθμ.καταθ. ……/2021) έφεση της ηττηθείσας ενάγουσας κατά της υπ΄αριθμ. 378/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών (άρθρ.614 αρ.3 ΚΠολΔ), ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, μέσα στην προβλεπόμενη κατ` άρθρο 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ προθεσμία των δύο (2) ετών από την δημοσίευση της εκκαλούμενης απόφασης, στις 19-02-2021 (όπως το άρθρο 518 παρ. 2 ισχύει μετά την τροποποίησή του με το ν. 4335/2015, ενόψει του χρόνου δημοσίευσης της εκκαλούμενης απόφασης, μετά την 1.1.2016), δεδομένου ότι ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, αλλά ούτε και από τα στοιχεία της οικείας δικογραφίας προκύπτει επίδοσης αυτής. Για το παραδεκτό της δε, δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου (άρθρο 495 περ. Γ εδ. τελευταίο, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 – ΦΕΚ Α` 87/23.7.2015, με έναρξη ισχύος από 1.1.2016 – άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 του ν. 4335/2015 – και όπως το α` εδ. της περ. Γ αντικαταστάθηκε από το άρθρο 35 παρ. 2 του ν. 4446/2016, ΦΕΚ Α` 240/22.12.2016 – έναρξη ισχύος ένας μήνας από τη δημοσίευση – άρθρο 45 του ν. 4446/2016), καθόσον η υποχρέωση κατάθεσης του παραβόλου σε εκείνον που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης δεν ισχύει, μεταξύ άλλων, και για τις διαλαμβανόμενες στο άρθρο 614 αριθ. 3 του ΚΠολΔ εργατικές διαφορές (προϊσχύον άρθρο 663 του ΚΠολΔ για τις εργατικές διαφορές, υπό την ισχύ του οποίου, επίσης – πριν την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου 4335/2015 – δεν απαιτούνταν η κατάθεση παραβόλου, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 4 εδ. ε` του ΚΠολΔ – βλ. ΕφΛαρ 168/2019 δημοσίευση σε ΤΝΠ ΔΣΑ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της, κατά την ίδια ειδική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ως άνω απόφαση (533 παρ.1 ΚΠολΔ), από το παρόν Δικαστήριο, το οποίο είναι καθ` ύλην αρμόδιο για την εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3994/2011). Σημειώνεται δε ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση τυγχάνουν εφαρμογής οι νέες διατάξεις του ν. 4335/2015, κατά το μέρος που τροποποίησαν τις διατάξεις του τρίτου βιβλίου του ΚΠολΔ (άρθρα 495 – 590 ΚΠολΔ), οι οποίες αφορούν και τα ένδικα, μέσα, δεδομένου ότι, κατά την μεταβατική διάταξη του άρθρου 1 άρθρου ένατου παρ. 2 του ως άνω νόμου, οι διατάξεις αυτές τυγχάνουν εφαρμογής για τα ένδικα μέσα τα κατατιθέμενα από την 1.1.2016 και εφεξής, όπως συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Με την από 27-12-2019 (γεν.αριθμ.καταθ……/2019) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η ενάγουσα ήδη εκκαλούσα εξέθεσε τα ακόλουθα: Ότι προσλήφθηκε από τον εναγόμενο Δήμο, αρχικά με την υπ΄αριθμ. …/14-9-1994 απόφαση της Δημαρχιακής του Επιτροπής, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, ως εργάτρια καθαριότητας και απασχολήθηκε σύμφωνα με την ίδια απόφαση από την 1-12-1994 έως τις 31-12-1994, ενώ με την υπ΄αριθμ…../ 14-12-1994 απόφαση του Δημάρχου … τοποθετήθηκε στη Δ/νση Διοίκησης, επακολούθησαν δε οι υπ΄αριθμ. …../1994 και ……./1997 αποφάσεις του Δημάρχου …., δυνάμει των οποίων παρέμεινε στην υπηρεσία με την ίδια ειδικότητα, μετακινούμενη δυνάμει της υπ΄αριθμ. ……../22-2-1995 απόφασης του Δημάρχου, στο ιδιαίτερο γραφείο του Αντιδημάρχου …., με την υπ΄αριθμ. ……../1-4-1996 στο Τμήμα Ειδικής Υπηρεσίας και με την υπ΄αριθμ. ……./9-10-1997 απόφαση του ιδίου, στο Τμήμα Βεβαίωσης Παράνομων Σταθμεύσεων. Ότι μετά τη δημοσίευση του ν.2508/ 1997 παρέμεινε στην υπηρεσία με την υπ΄αριθμ……../ 1997 διαπιστωτική πράξη του Δημάρχου και καθ΄όλο το χρονικό διάστημα της απασχόλησής της και συνέχισε να παρέχει τις προπεριγραφείσες υπηρεσίες της ως διοικητική υπάλληλος υπό τις εντολές και δεσμευτικές οδηγίες των διευθυντών και προϊσταμένων της, εντος του προβλεπόμενου ωραρίου και στον καθορισμένο από τον εργοδότη της χώρο, έως και 31-7-2013 οπότε τοποθετήθηκε και τοποθετήθηκε στην Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων Πειραιά (Ε.Π.Α.Π.), το οποίο τυγχάνει ΝΠΔΔ, και πάλι με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, αρχικά ως διοικητική υπάλληλος και μετά ως διευθύντρια. Ότι συνέχισε να εργάζεται αδιαλείπτως και συνεχώς στον εναγόμενο Δήμο χωρίς κενά, καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες του, ειδικότερα δε παρέμεινε στη θέση της αρχικά από την 1-12-1994 έως τις 26-5-1998 και από τις 10-6-1999 έως 31-7-2013, όπως αυτό αναγνωρίστηκε τελεσίδικα με δικαστική απόφαση. Ότι την 01-6-2010 κατατάχθηκε σε οργανική στον εναγόμενο Δήμο με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου με την παραπάνω ειδικότητα, πλην όμως παρανόμως δεν αναγνωρίστηκε το σύνολο της προϋπηρεσίας της ήτοι 14 έτη, 5 μήνες και 17 ημέρες, αντιθέτως της αναγνωρίστηκε προϋπηρεσία μόνο 5 έτη, 7 μήνες και 25 ημέρες, με αποτέλεσμα να καταταγεί σε εσφαλμένο μισθολογικό κλιμάκιο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ΔΕ) και επειδή ο εναγόμενος Δήμος αρνήθηκε να αναγνωρίσει την συνολική ως άνω προϋπηρεσία της και δεν της κατέβαλε τα αναλογούντα χρονοεπιδόματα, άσκησε εναντίον του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία εργατικών διαφορών) την από 01-03-2012 (αριθμ. καταθ. ……/2012) αγωγή της επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 4476/2012 απόφαση του ως άνω δικαστηρίου. Ότι κατόπιν άσκησης έφεσης κατ΄αυτής, εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 478/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά με την οποία αναγνωρίστηκε τελεσίδικα ως χρόνος προϋπηρεσίας της στον εναγόμενο και κρίθηκε ότι απασχολήθηκε με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, αρχικά από την 1-12-1994 έως τις 26-5-1998 και από τις 10-6-1999 και εντεύθεν έως την 01-6-2010 με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος Δήμος να συνυπολογίσει τον χρόνο αυτό και να της καταβάλλει το αντίστοιχο επίδομα χρόνου προϋπηρεσίας για τον μετά την κατάταξή της χρόνο, πλην όμως αν και αναγνωρίστηκε η προϋπηρεσία της, ο εναγόμενος αρνείται να της καταβάλει τις αιτηθείσες με την υπό κρίση αγωγή μισθολογικές διαφορές.

Ότι σύμφωνα με την εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση του προσωπικού των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης του έτους 2008, εφόσον υπάγεται στη μισθολογική κατηγορία ΔΕ, δικαιούται διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών σε σχέση με εκείνες που της καταβλήθηκαν κατά την εσφαλμένη υπαγωγή της στο 17ο ΜΚ έως και 31-10-2007, στο 16ο ΜΚ από 1-1-2007 έως 31-12-2008, στο 14ο ΜΚ από 1-9-2009 έως 31-10-2010, στο 15ο ΜΚ από 1-11-2010 έως 31-12-2010, στο 3ο ΜΚ από 1-11-2011 έως 31-7-2013.Οτι έπρεπε να καταταγεί με βάση την προϋπηρεσία της, από 14-12-2006 στο 12ο ΜΚ της ΔΕ κατηγορίας, στις 14-12-2008 στο 12ο ΜΚ και από 15-12-2008 έως 14-12-2010 στο 11ο. Ότι ο εναγόμενος Δήμος για τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα της κατέβαλε αποδοχές κατώτερες των νομίμων στις οποίες συμπεριλαμβάνονται διαφορές μηνιαίων μισθών και διαφορές επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και διαφορές επιδόματος αδείας, συνολικού ποσού 19.279,74 ευρώ, όπως κάθε κονδύλιο αναλύεται ειδικότερα κατ΄είδος και ποσό σ΄αυτήν (κρινόμενη αγωγή). Στη συνέχεια η ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι η υπαίτια άρνηση του εναγομένου να την κατατάξει στην ορθή μισθολογική κατηγορία ενώ γνώριζε την άμεση ανάγκη προς λήψη των νόμιμων αποδοχών της, προξένησε σ΄αυτήν ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της οποίας πρέπει να της επιδικασθεί εύλογη χρηματική ικανοποίηση ύψους 3.000,00 ευρώ.

Με βάση το ιστορικό αυτό ζήτησε, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του καταψηφιστικού αγωγικού αιτήματος σε εν μέρει αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγομένου να της καταβάλει κυρίως λόγω της σύμβασης, άλλως σε περίπτωση που αυτή κριθεί άκυρη κατά τις περι αδικαιολόγητου πλουτισμού διατάξεις, το ποσό των 2.457,00 ευρώ που αφορά τις διαφορές μισθών για το έτος 2011, να υποχρεωθεί το εναγόμενο να της καταβάλει το ποσό των 19.822,74 ευρώ, νομιμοτόκως τα ανωτέρω ποσά από τότε που κάθε κονδύλιο κατέστη απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή τους, να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην εν γένει δικαστική της δαπάνη.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο η εκκαλούμενη υπ΄αριθμ. 378/2021 απόφαση η οποία αφού απέρριψε όσα κονδύλια έκρινε μη νόμιμα, κατόπιν απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την αγωγή τόσο κατά τη κύρια βάση της όσο και κατά τη επικουρική και συμψήφισε συνολικά τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η ενάγουσα με την κρινόμενη έφεσή της για τους αναφερόμενους σ΄αυτήν λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ώστε στη συνέχεια να γίνει δεκτή στο σύνολό της η αγωγή της.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 254 ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στο Εφετείο (βλ. ΕφΠειρ 63/2014 και 134/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 925/2000, Αρμ 54. 1132, ΕφΑθ 9839/1995, ΕλλΔ/νη 37. 1099), το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζητήσεως στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περαιωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υποθέσεως ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία που χρειάζονται συμπλήρωση ή εξήγηση. Η παρεχομένη από την παραπάνω διάταξη ευχέρεια περιλαμβάνει τη δυνατότητα του δικαστηρίου να διατάξει, πλην άλλων, την προσκομιδή των αναγκαίων για το σχηματισμό της κρίσεώς του εγγράφων ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων που αν και γίνεται επίκλησή τους δεν προσκομίστηκαν (ΑΠ 412/ 2020, ΑΠ 820/2018, ΑΠ1212/2017, 2154/2014, ΑΠ 2114/2009, ΑΠ 145/2011, ΕφΠειρ 78/ 2020, ΕφΠατρ 244/ 2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 108/1987, ΕλλΔ/νη 1988/295, ΕφΠειρ 63/2014 και 134/2014 ό.π, ΕφΑθ 9839/1995 ό.π, ΕφΑθ 1675/1991, ΑρχΝ 1992/28, ΕφΘεσ 1043/1994, Αρμ. 1994/818).

Στην προκειμένη περίπτωση, η εκκαλούσα – ενάγουσα, αν και επικαλείται με τις προτάσεις της, και ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, τα κάτωθι έγγραφα και δη : α) την υπ΄αριθμ. 478/2017 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου με την οποία κρίθηκε τελεσίδικα ο χρόνος συνολικής προϋπηρεσίας της ενάγουσας στον εναγόμενο Δήμο, ζήτημα προδικαστικό στην παρούσα δίκη, όπως ισχυρίζεται και η εκκαλούσα με σχετικό λόγο έφεσης, β) την υπ΄αριθμ. πρωτ. …./27-9-2018 βεβαίωση του Δήμου …. (Διεύθυνση Ανθρωπίνου Δυναμικού), γ) την υπ΄αριθμ. …/31-3-06 βεβαίωση του Δήμου …. (Τμήμα Προσωπικού), δ) την υπ΄αριθμ. …./16-5-07 βεβαίωση του Δήμου …., ε) την από 01-6-09 βεβαίωση του Δήμου …. και στ) πίνακα εκτυπωμένων ενσήμων της 20-12-2019 από τον ΕΦΚΑ (πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ), ωστόσο δεν τα προσκομίζει. Πλην όμως αν και τα ανωτέρω έγγραφα είναι απολύτως κρίσιμα και αναγκαία για τον σχηματισμό της κρίσης αυτού του Δικαστηρίου το οποίο καλείται να αποφανθεί στην παρούσα δευτεροβάθμια δίκη για το ουσιαστικά βάσιμο ή μη των εκατέρωθεν αιτημάτων και ισχυρισμών των διαδίκων, ωστόσο δεν προσκομίζονται ενώπιόν του.

Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, πρέπει κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 254 του ΚΠολΔ, σύμφωνα και με τα όσα αναφέρονται στην ως άνω μείζονα σκέψη της παρούσας, να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης για να προσκομιστούν τα προαναφερθέντα έγγραφα, με επιμέλεια της ενάγουσας – εκκαλούσας, κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση της υπόθεσης, που θα επαναφερθεί προς συζήτηση, με την επιμέλεια του επιμελέστερου από τους διαδίκους. Τα δικαστικά δε έξοδα των διαδίκων, θα αντιμετωπισθούν κατά την τελειωτική κρίση αυτού του δικαστηρίου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.

Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης.

Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης προκειμένου να προσκομισθούν, με την επιμέλεια της ενάγουσας – εκκαλούσας, τα αναφερόμενα, στο σκεπτικό έγγραφα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 14 Μαρτίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ