Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 115/2022

Αριθμός     115/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Σ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………. 2) Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας …………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Παύλο Ανδροβιτσανέα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) α) …….. β) ……….γ) ………, οι οποίοι υπεισήλθαν στην βιαίως διακοπείσα δίκη με την ιδιότητά τους ως κληρονόμοι του αποβιώσαντος την 18η.7.2021, αρχικώς ενάγοντος ……., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Γεωργία Θεοδωροπούλου,  2)  Κυπριακής Ασφαλιστικής Εταιρείας ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Μαρία-Ελένη Δημαράτου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ)  και 3) Αλλοδαπής Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρείας …………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Ανδρέα Γκρέκα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Β. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: α) ………. β) ………. γ) ……….. οι οποίοι υπεισήλθαν στην βιαίως διακοπείσα δίκη με την ιδιότητά τους ως  κληρονόμοι του αποβιώσαντος την 18η.7.2021, αρχικώς ενάγοντος …….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Γεωργία Θεοδωροπούλου,

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ : 1) ……….και 2) Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρείας …………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Παύλο Ανδροβιτσανέα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν α) ο αρχικώς ενάγων …….., -ο οποίος απεβίωσε την 18η.7.2021 και την βιαίως διακοπείσα δίκη συνεχίζουν οι υπό στοιχ Α εφεσίβλητοι-Β εκκαλούντες, με την ιδιότητά τους ως κληρονόμοι αυτού-, την από 11.2.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2019) αγωγή και β) η δεύτερη εκ των υπό στοιχ Α εκκαλούντων- δεύτερη εκ των υπό στοιχ Β εφεσιβλήτων με την από 13.9.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2019) προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή. Επί των ως άνω αγωγών εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  2701/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε εν μέρει την υπό στοιχ α ως άνω αγωγή και απέρριψε  την υπό στοιχ. β ως άνω προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) οι υπό στοιχ Α ήδη εκκαλούντες  με την από 26.9.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ……../2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………/2020) έφεσή τους και β) ο αρχικώς εκκαλών ……. -και ήδη οι υπό στοιχ Β εκκαλούντες με την προαναφερθείσα ιδιότητά τους-, με την από 23.10.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  Πρωτοδικείου ………/2021, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……../2021) έφεσή τους. Δικάσιμος των ως άνω εφέσεων ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος Γεωργία Θεοδωροπούλου, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και οι  λοιποί πληρεξούσιοι δικηγόροι, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: Α) η από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………/15-10-2020) έφεση: 1) του ………. και 2) της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..» κατά: 1) του ………., 2) της αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..» και 3) της αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» και Β) η από 23-10-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………/6-9-2021) έφεση του ……… κατά: 1) του ………. και 2) της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….». Οι εφέσεις αυτές, οι οποίες στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 2701/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 614 παρ. 6 ΚΠολΔ ειδική διαδικασία των περιουσιακών (αυτοκινητικών) διαφορών, πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ).

Οι ως άνω υπό κρίση εφέσεις έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ), αρμοδίως, δε, φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες εκάστης των ως άνω εφέσεων το νόμιμο παράβολο, ποσού εκατό (100) ευρώ, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις αυτές να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού συνεκδικασθούν, κατά τα ανωτέρω.

Από τις διατάξεις των άρθρων 286 περ α΄, 287, 290, 291 και 292 ΚΠολΔ, που εφαρμόζονται, κατά το άρθρο 524 παρ.1 του ίδιου Κώδικα και στη δευτεροβάθμια δίκη, σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 1846 και 1847 ΑΚ, προκύπτει ότι η  δίκη διακόπτεται και όταν, μετά την άσκηση της εφέσεως και μέχρι να τελειώσει η προφορική συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση του Εφετείου, αποβιώσει κάποιος διάδικος. Η διακοπή επέρχεται  από τη γνωστοποίηση του λόγου της διακοπής προς τον αντίδικο με επίδοση  δικογράφου ή με προφορική δήλωση στο ακροατήριο ή εκτός ακροατηρίου κατά την επιχείρηση διαδικαστικής πράξης από εκείνον που έχει το δικαίωμα να  επαναλάβει τη δίκη ή και από εκείνον που μέχρι την επέλευση του θανάτου  ήταν πληρεξούσιος του θανόντος. Ως διάδικος  υπέρ του οποίου επήλθε η  διακοπή της δίκης, στην περίπτωση θανάτου του αρχικού διαδίκου, νοείται ο  καθολικός του διάδοχος (κληρονόμος του). Η επανάληψη δε της δίκης, που έχει διακοπεί, μπορεί να είναι είτε εκούσια, με ρητή ή σιωπηρή δήλωση του διαδίκου, υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή, είτε και αναγκαστική με πρόσκληση του αντιδίκου ή του ομοδίκου, που πρέπει να γίνει με κοινοποίηση δικογράφου (βλ. ΑΠ 1054/2012, ΑΠ 992/2012, ΑΠ 1187/2012 ΝΟΜΟΣ).

Στην από 11-2-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……./20190) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ο ενάγων …………. ιστορούσε ότι, στον αναφερόμενο σ’ αυτήν τόπο και χρόνο, ο πρώτος εναγόμενος, ……….., οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλ. ……… Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη έναντι τρίτων από την κυκλοφορία του στη δεύτερη των εναγομένων ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………….», προκάλεσε από υπαιτιότητά του το περιγραφόμενο στην αγωγή τροχαίο αυτοκινητικό ατύχημα, κατά το οποίο το ως άνω όχημά του συγκρούσθηκε με την οδηγούμενη από τον ίδιο (ενάγοντα) υπ’ αριθμ. κυκλ. ………. δίκυκλη μοτοσικλέτα ιδιοκτησίας του, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό του, καθώς και την πρόκληση υλικών ζημιών. Με βάση τα περιστατικά αυτά, ζητούσε, ύστερα από παραδεκτή τροπή του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι σε ολόκληρο, οφείλουν να του καταβάλουν το συνολικό ποσό των 46.352,50 ευρώ (εκ των οποίων 6.352,50 ευρώ ως αποζημίωση λόγω υλικών ζημιών και 40.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.

Εξάλλου, με την από 13-9-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……./2019) προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή η προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα, ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………..», αναφερόμενη στην ως άνω κύρια αγωγή, ισχυριζόταν ότι το παραπάνω ένδικο τροχαίο ατύχημα, στο οποίο είχε εμπλακεί ο ασφαλισμένος της, …….., οφείλεται στην κατά ποσοστό 90% συγκλίνουσα συνυπαιτιότητα των ιδιοκτητών και οδηγών των ζημιογόνων υπ’ αριθμ. κυκλ. ….. και …. Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτων, που ήταν ασφαλισμένα για την αστική ευθύνη έναντι τρίτων από την κυκλοφορία τους στην πρώτη και τη δεύτερη αντίστοιχα των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών με τις επωνυμίες «……..» και «….», τα οποία (αυτοκίνητα) ήταν παρανόμως σταθμευμένα ακριβώς στο ύψος της διασταύρωσης των οδών Σπετσών και Κρήτης στον Κορυδαλλό Αττικής, όπου έλαβε χώρα το ένδικο τροχαίο ατύχημα. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε, μετά από παραδεκτή τροπή του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωριστεί ότι οι προσεπικαλούμενες – παρεμπιπτόντως εναγόμενες οφείλουν να της καταβάλουν το 90% του ποσού, που τυχόν αυτή θα υποχρεωνόταν να καταβάλει στον ενάγοντα της ως άνω κύριας αγωγής ……….., σε περίπτωση ευδοκίμησης αυτής, ήτοι μέχρι του ποσού των 41.717,25 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή προς αυτόν (………..). Σημειώνεται ότι στο αιτητικό της ως άνω από 13-9-2019 (με αριθμ. κατάθ. …………/2019) προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής αναγράφεται ότι η προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθούν αμφότερες οι παρεμπιπτόντως εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες «να καταβάλουν στον κ. ενάγοντα ……… το 90% του συνολικού ποσού, το οποίο τυχόν εγώ υποχρεωθώ να καταβάλω προς αυτόν συνεπεία της από 11-2-2019 και με αριθμό κατάθεσης ……/2019 (ΓΑΚ) και ……/2019 (ΕΑΚ) ένδικης κύριας αγωγής εναντίον μου….». Ωστόσο, ενόψει του γεγονότος ότι στο ιστορικό της από 13-9-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……../2019) προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής επανειλημμένως αναφέρεται ότι οι δύο παρεμπιπτόντως εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες υποχρεούνται να καταβάλουν στην ίδια (προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα), σε περίπτωση ήττας της, το 90% του ποσού, που αυτή θα υποχρεωνόταν να καταβάλει στον ενάγοντα της κύριας αγωγής, είναι προφανές ότι το αιτητικό της ως άνω προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής διατυπώθηκε, κατά τα προαναφερόμενα, από προφανή παραδρομή.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε τα ως άνω δικόγραφα, δέχθηκε εν μέρει την από 11-2-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……/20190) αγωγή και απέρριψε την από 13-9-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……/2019) προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή προεχόντως ως απαράδεκτη, λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης και επικουρικά ως αόριστη, επικουρικότερα δε διότι η ικανοποίηση του αιτήματος της παρεμπίπτουσας αγωγής θα συνεπαγόταν τον αδικαιολόγητο πλουτισμό του ενάγοντος της κύριας αγωγής ……. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες των δύο εφέσεων για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητούν, δε, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και ακολούθως, οι μεν εκκαλούντες της από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……./15-10-2020) έφεσης ζητούν να απορριφθεί η από 11-2-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……/20190) αγωγή, άλλως η δεύτερη των εκκαλούντων ζητεί να γίνει δεκτή η ως άνω από 13-9-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……./2019) παρεμπίπτουσα αγωγή της, ο, δε, εκκαλών της από 23-10-2020 (με αριθμ. κατάθ. …../6-9-2021) έφεσης ζητεί να γίνει δεκτό το κονδύλιο της αγωγής του, που αναφέρεται στην καταβολή πλασματικής δαπάνης για την παροχή υπηρεσιών αποκλειστικής νοσοκόμου-οικιακής βοηθού κατά τη διάρκεια του τραυματισμού του και να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτό το αιτούμενο κονδύλιο για τη χρηματική του ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Περαιτέρω, μετά την άσκηση των υπό κρίση εφέσεων, απεβίωσε ο εφεσίβλητος της από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. …../15-10-2020) έφεσης και εκκαλών της από 23-10-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……/6-9-2021) έφεσης ……….. στις 18-7-2021. Επομένως, όπως προαναφέρθηκε, υπήρξε ως προς αυτόν βίαιη διακοπή της δίκης, την οποία επανέλαβαν με σχετική δήλωσή τους ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η σύζυγός του ……. τα προσκομιζόμενα έγγραφα και δεν αμφισβητείται, είναι οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του, που συνεχίζουν τη δίκη.

Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 926 παρ.1 ΑΚ, αν από κοινή πράξη περισσότερων προήλθε ζημία ή αν για την ίδια ζημία ευθύνονται παράλληλα περισσότεροι, ενέχονται σε ολόκληρο. Κατά δε την διάταξη του άρθρου 927 ΑΚ, εκείνος που κατά το προηγούμενο άρθρο κατέβαλε ολόκληρη την αποζημίωση, έχει δικαίωμα αναγωγής κατά των λοιπών. Η παραπάνω διάταξη ρυθμίζει τη δυνατότητα που έχει εκείνος από τους περισσότερους συνοφειλέτες, που κατέβαλε όλη την αποζημίωση, να στραφεί κατά των άλλων συνοφειλετών και να απαιτήσει από αυτούς να αναλάβουν μέρος ή και όλη την αποζημίωση (δικαίωμα αναγωγής). Το τελευταίο άρθρο ρυθμίζει την εσωτερική σχέση μεταξύ των κατά το άρθρο 926 συνυποχρέων, ανεξαρτήτως του είδους της ευθύνης καθενός από αυτούς. Η διάταξη αναφέρει μεν ρητώς τη συνηθέστερη περίπτωση, κατά την οποία οι συνοφειλέτες ευθύνονται όλοι από πταίσμα, πλην όμως εφαρμόζεται και όταν ευθύνονται όλοι αντικειμενικά ή μερικοί αντικειμενικά και μερικοί υποκειμενικά ή μερικοί υποκειμενικά και μερικοί και υποκειμενικά αλλά και αντικειμενικά (βλ.ΑΠ 561/2009, ΕφΑθ 3148/2013, ΕφΛαρ 110/2006 ΝΟΜΟΣ). Το δικαίωμα αναγωγής στην εσωτερική σχέση μεταξύ των περισσότερων συνοφειλετών, κατά κανόνα ασκείται με αγωγή. Η αγωγή έχει τη μορφή αυτοτελούς ή παρεμπίπτουσας, αναλόγως του αν: α) ο συνοφειλέτης στην εξωτερική σχέση αποκατέστησε όλη τη ζημία του ζημιωθέντος ή κατέβαλε περισσότερα από τη μερίδα του ή β) αν ο συνοφειλέτης, που ενήχθη είτε μόνος είτε μαζί με άλλους συνοφειλέτες στη δίκη αποζημιώσεως, δεν έχει ακόμη καταβάλει τίποτε και, για την περίπτωση ήττας του, εγείρει αγωγή (αναγωγή) κατά των λοιπών συνοφειλετών. Στην (α) περίπτωση το δικαίωμα αναγωγής ασκείται με αυτοτελή αγωγή, ενώ στη (β) περίπτωση ασκείται με παρεμπίπτουσα αγωγή. Εξάλλου, όταν την ίδια ζημία υποχρεούνται να αποκαταστήσουν διάφορα πρόσωπα, έστω και βάσει διαφορετικής αιτίας, όπως π.χ. είναι από τη μια πλευρά το Επικουρικό Κεφάλαιο και από την άλλη ο κύριος, ο κάτοχος και οδηγός και ο ασφαλιστής τους ή περισσότερα συναίτια πρόσωπα τότε μεταξύ τους υπάρχει σε ολόκληρο ευθύνη (βλ. ΑΠ 64/2011ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, τόσο στην αυτοτελή όσο και στην παρεμπίπτουσα αγωγή εξ αναγωγής ενός συνοφειλέτη κατά άλλου συνοφειλέτη, ο ενάγων οφείλει να ισχυρισθεί και σε περίπτωση αμφισβητήσεως να αποδείξει το ποσοστό ευθύνης καθενός από τους εναγόμενους συνυπόχρεους. Δηλαδή, να ισχυρισθεί και να αποδείξει το βαθμό πταίσματος ή (και) της αιτιώδους συμβολής στην πρόκληση της ζημίας, καθορίζοντας και το ποσοστό ευθύνης. Η αγωγή είναι αόριστη αν δεν καθορίζονται τα ανωτέρω στοιχεία. Στην περίπτωση που ο ενάγων δεν μπορέσει να αποδείξει τους ισχυρισμούς του ή ο καθ`ου η αναγωγή προβάλλει γεγονότα που δικαιολογούν τον ισχυρισμό ότι ο βαθμός υπαιτιότητας και αιτιότητας καθενός από τους συνοφειλέτες δεν είναι δυνατό να εξακριβωθεί, το δικαστήριο θα εφαρμόσει τον κανόνα τηςΑΚ927 εδ.3 και θα κατανείμει τη ζημία μεταξύ όλων των συνυπόχρεων κατ` ίσα μέρη (βλ. ΑΠ 1491/2011, ΕφΛαρ. 646/2006, ΕφΛαρ. 26/2004 ΝΟΜΟΣ, Αθ. Κρητικό, Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα, έκδ. 2008 σελ. 183, Γεωργιάδη σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλου  ΑΚ, άρθρο 927 αριθ. 29). Σε περίπτωση προκλήσεως του ατυχήματος από τη συγκλίνουσα υπαιτιότητα των οδηγών περισσότερων οχημάτων, εφόσον ασκηθεί αγωγή αποζημίωσης από τον παθόντα τρίτο κατά του ασφαλιστή ενός των περισσότερων εμπλακέντων οχημάτων, ο τελευταίος (ασφαλιστής) δύναται είτε με παρεμπίπτουσα αγωγή είτε με αυτοτελή αγωγή να στραφεί κατά των άλλων ασφαλιστών για τη μεταξύ τους κατανομή της ζημίας, αναλόγως της συμμετοχής του οδηγού του κάθε οχήματος στην πρόκληση της ζημίας (πρβλ. ΑΠ 1070/2015, ΑΠ 81/2012 ΝΟΜΟΣ).

Με τον τρίτο λόγο της από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………../15-10-2020) έφεσης η δεύτερη των εκκαλούντων ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα απορρίφθηκε, κατά τα ανωτέρω, η από 13-9-2019 (με αριθμ. κατάθ. …………/2019) προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της. Όπως προεκτέθηκε, στο δικόγραφό της, η προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθούν αμφότερες οι παρεμπιπτόντως εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες να καταβάλουν στην ίδια το 90% του συνολικού ποσού, το οποίο τυχόν η ίδια θα υποχρεωνόταν να καταβάλει προς τον ενάγοντα της κύριας αγωγής ……… και από παραδρομή αναφέρεται στο αιτητικό ότι ζητείται να υποχρεωθούν οι παρεμπιπτόντως εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες να καταβάλουν στον ενάγοντα …….. το 90% του ως άνω ποσού. Σύμφωνα, δε, με τα προαναφερόμενα, η προσεπικαλούσα -παρεμπιπτόντως ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία, κατά της οποίας είχε ασκηθεί η κύρια αγωγή, νομιμοποιείται ενεργητικά να στραφεί με παρεμπίπτουσα αγωγή εξ αναγωγής κατά των ασφαλιστών άλλων οχημάτων, που κατά τους ισχυρισμούς της συνετέλεσαν στην πρόκληση του ατυχήματος,  για τη μεταξύ τους κατανομή της ζημίας, αναλόγως της συμμετοχής του οδηγού του κάθε οχήματος στην πρόκληση της ζημίας. Όμως, στην ως άνω παρεμπίπτουσα αγωγή εξ αναγωγής δεν καθορίζεται συγκεκριμένα το ποσοστό της ευθύνης του οδηγού κάθε σταθμευμένου οχήματος, που φέρεται ότι εμπλέκεται στην πρόκληση του ατυχήματος, αλλά αναφέρεται συλλήβδην ότι αυτοί τυγχάνουν συνυπαίτιοι μεταξύ τους κατά ποσοστό τουλάχιστον 90%. Επομένως, σύμφωνα με τα ανωτέρω, η παρεμπίπτουσα αγωγή εξ αναγωγής είναι αόριστη κατ’ άρθρο 216 παρ. 1α ΚΠολΔ και συνακόλουθα, ορθώς μεν απορρίφθηκε αυτή ως απαράδεκτη, πλην όμως με εσφαλμένη αιτιολογία, ήτοι ως ενεργητικά ανομιμοποίητη αντί ως αόριστη. Συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί ο παραπάνω λόγος της έφεσης και να αντικατασταθεί η εσφαλμένη αιτιολογία με την ανωτέρω ορθή (άρθρο 534 ΚΠολΔ).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος, που νόμιμα εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και όλων των εγγράφων, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα, τα οποία λαμβάνονται υπόψη για άμεση απόδειξη ή για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Στις 16-6-2018 και περί ώρα 13:05 ο ενάγων της κύριας αγωγής ………., οδηγώντας την υπ’ αριθμ. κυκλ. ……… δίκυκλη μοτοσικλέτα ιδιοκτησίας του, εργοστασίου κατασκευής SUZUΚΙ, έτους πρώτης κυκλοφορίας 2010, κινούνταν επί της οδού Σπετσών, στον Κορυδαλλό Αττικής, που είναι μονόδρομος, πλάτους 6,5 μ., με κατεύθυνση από τη Λεωφόρο Γρ. Λαμπράκη προς την οδό Ταξιαρχών. Κατά τον ίδιο χρόνο, ο πρώτος των εναγομένων της κύριας αγωγής ……., οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλ. …. Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη προς τρίτους από την κυκλοφορία του στη συνεναγομένη του ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………», κινούνταν επί της οδού Κρήτης, που είναι μονόδρομος, πλάτους 6,5 μ., με κατεύθυνση από την οδό Ψαρρών προς την οδό Αγίου Αρτεμίου. Όταν όμως ο ……., κινούμενος με κανονική για τις περιστάσεις ταχύτητα, εισήλθε στη διασταύρωση της οδού Σπετσών με την οδό Κρήτης, προσέκρουσε στη δεξιά πλευρά της δίκυκλης μοτοσυκλέτας του, με το εμπρόσθιο μέρος του, το όχημα του ……, ο οποίος εισήλθε ανέλεγκτα στη διασταύρωση, μολονότι στην πορεία του υπήρχε ρυθμιστική της κυκλοφορίας πινακίδα SΤΟΡ, την οποία παραβίασε. Ο τελευταίος και η ασφαλιστική του εταιρεία ισχυρίζονται ότι, προκειμένου να εισέλθει στην ως άνω διασταύρωση, ενόψει της ύπαρξης στην πορεία του της πινακίδας STOP, ακινητοποίησε αρχικά το όχημά του για να ελέγξει την κίνηση των οχημάτων επί της οδού Σπετσών, πλην όμως, εξαιτίας της παρεμπόδισης της ορατότητάς του, λόγω της παράνομης στάθμευσης δύο οχημάτων στην προς τ’ αριστερά του γωνία της οδού Κρήτης με την οδό Σπετσών, αναγκάσθηκε να κινηθεί με ελάχιστη ταχύτητα επί της οδού Κρήτης για να μπορέσει να αποκτήσει ορατότητα ως προς την κίνηση των οχημάτων, οπότε η οδηγούμενη από το ……. δίκυκλη μοτοσυκλέτα, κινούμενη επί της οδού Σπετσών από τα αριστερά του, συγκρούσθηκε με το όχημά του. Ο ισχυρισμός αυτός δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθόσον, όπως αποδείχθηκε,  ο …… ουδόλως ανέκοψε την πορεία του προ της διασταύρωσης, αλλά εισήλθε σ’ αυτήν ανέλεγκτα, κινούμενος με την ταχύτητα που ήδη είχε, γι’ αυτό, μετά την πρόσκρουση του οχήματός του στη δεξιά πλευρά της δίκυκλης μοτοσυκλέτας, αυτή μαζί με τον αναβάτη της ωθήθηκαν προς τα εμπρός και κατευθύνθηκαν παραπλεύρως της απέναντι δεξιάς γωνίας της διασταύρωσης, σε σχέση με την πορεία του υπ’ αριθμ. κυκλ. ………… Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου. Βέβαια, όπως αποδείχθηκε, στην προς τα αριστερά, κατά την πορεία του οχήματος του ……. , γωνία της διασταύρωσης ήταν πράγματι σταθμευμένα δύο οχήματα και συγκεκριμένα: α) το υπ’ αριθμ. κυκλ. ……… ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας . …., που ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη προς τρίτους από την κυκλοφορία του στην πρώτη προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «……….» επί της οδού Κρήτης και  β) το υπ’ αριθμ. κυκλ. ……. ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας ……….., που ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη προς τρίτους από την κυκλοφορία του στη δεύτερη προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία  «………» επί της οδού Σπετσών. Τα ανωτέρω δύο σταθμευμένα οχήματα παρεμπόδιζαν μεν εν μέρει την καλή ορατότητα του οδηγού του υπ’ αριθμ. κυκλ. ….. Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου ως προς την κίνηση των εξ αριστερών ερχόμενων οχημάτων, πλην όμως, εάν ο ……… διέκοπτε την πορεία του πριν την είσοδό του στη διασταύρωση, θα μπορούσε να αντιληφθεί εγκαίρως και από επαρκή απόσταση την προσέγγιση της δίκυκλης μοτοσυκλέτας του ……., ώστε να του παραχωρούσε προτεραιότητα και να απέφευγε τη σύγκρουση. Υπό τις ως άνω περιστάσεις, υπαίτιος της ως άνω σύγκρουσης υπήρξε ο οδηγός του υπ’ αριθμ. κυκλ. …….. Ι.Χ.Ε. οχήματος ……., ο οποίος από έλλειψη της προσοχής, που ένας μέσος συνετός και ευσυνείδητος οδηγός μπορούσε και όφειλε να καταβάλει, εισήλθε ανέλεγκτα στη διασταύρωση παραβιάζοντας την προτεραιότητα του ……… Επομένως, είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός των εκκαλούντων της από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……./15-10-2020) έφεσης περί αποκλειστικής υπαιτιότητας, για την πρόκληση του ατυχήματος, τρίτων, ήτοι των οδηγών των ως άνω παρανόμως σταθμευμένων οχημάτων, ενώ δεν ασκεί έννομη επιρροή και είναι επίσης απορριπτέος ο επικουρικός ισχυρισμός τους περί συγκλίνουσας συνυπαιτιότητας των οδηγών των ως άνω παρανόμως σταθμευμένων οχημάτων κατά ποσοστό 90%, καθόσον, στην περίπτωση αυτή, οι οδηγοί όλων των εμπλακέντων οχημάτων- ήτοι και ο ………. – θα ευθύνονταν σε ολόκληρο για την αποζημίωση του ενάγοντος της κύριας αγωγής κατ’ άρθρο 926 ΑΚ. Συνεπώς, είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο σχετικός πρώτος λόγος της ως άνω από 26-9-2020 έφεσης. Αποδείχθηκε επίσης ότι, εξαιτίας της ένδικης σύγκρουσης και της συνακόλουθης πτώσης του στο οδόστρωμα, ο ενάγων της κύριας αγωγής …….. τραυματίστηκε και συγκεκριμένα υπέστη θλάση εγκεφάλου, θλαστικό τραύμα (ΔΕ) οφρύος και μετωπιαίας, εγκαύματα τριβής προσώπου, (ΔΕ) οφρύος, χειρός και (ΔΕ) ωμικής χώρας και κάταγμα σκαφοειδούς στην αριστερή πηχεοκαρπική. Νοσηλεύτηκε, δε, στο Γ.Ν. Πειραιά «ΤΖΑΝΕΙΟ», μέχρι τις 20-6-2018,όπου υποβλήθηκε σε συρραφή του θλαστικού τραύματος (ΔΕ) οφρύος και μετωπιαίας και τοποθετήθηκε πηχεοκαρπικός γυψονάρθηκας στο κάταγμα σκαφοειδούς. Του συστήθηκε, δε, η χρήση αυχενικού κηδεμόνα για οκτώ εβδομάδες, του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και έλαβε αναρρωτική άδεια, κατόπιν διαδοχικών παρατάσεων, μέχρι τις 3-8-2018. Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε, ο τραυματισθείς ενάγων βαρύνεται με συνυπαιτιότητα κατά ποσοστό 50% αναφορικά με την έκταση της επελθούσας ζημίας του (άρθρ. 300 ΑΚ), δεδομένου ότι αυτός, όπως ήδη προεκτέθηκε, κατά την οδήγηση της δίκυκλης μοτοσικλέτας του, δεν φορούσε κράνος, καθόσον, αν το φορούσε, δεν θα είχε υποστεί μεγάλο μέρος των σωματικών βλαβών, τις οποίες τελικά υπέστη και συγκεκριμένα θλάση εγκεφάλου, θλαστικό τραύμα (ΔΕ) οφρύος και μετωπιαίας, εγκαύματα τριβής προσώπου και (ΔΕ) οφρύος. Περαιτέρω, εξαιτίας της πτώσης του στο οδόστρωμα και της τριβής του σ’ αυτό, καταστράφηκαν τα ρούχα και τα υποδήματα που φορούσε, ενώ απώλεσε το ρολόϊ που είχε στο χέρι του, για τα οποία δικαιούται αποζημίωση ποσού 200 ευρώ, στο οποίο θα ανερχόταν η συνολική αξία των ως άνω αντικειμένων κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής. Όπως αποδείχθηκε, ο ενάγων, κατά το χρόνο του ένδικου τροχαίου ατυχήματος, εργαζόταν ως υπάλληλος στην εταιρεία ταχυμεταφορών με την επωνυμία «……….», λαμβάνοντας μικτές μηνιαίες αποδοχές ύψους 800 ευρώ. Εξαιτίας του ως άνω τραυματισμού του, αναγκάστηκε να απόσχει από την εργασία του από την ημέρα του ατυχήματος μέχρι τις 3-8-2018 και έτσι απώλεσε ποσό 1.280 ευρώ (ήτοι 400 ευρώ για 15 ημέρες τον Ιούνιο του 2018, 800 ευρώ για όλο τον Ιούλιο του 2018 και 80 ευρώ για τρεις ημέρες τον Αύγουστο του 2018), από το οποίο όμως πρέπει να αφαιρεθεί ποσό 600 ευρώ, με το οποίο επιδοτήθηκε από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και, συνεπώς, δικαιούται ως αποζημίωση για την ως άνω αιτία το ποσό των 680 ευρώ. Το ποσό αυτό δεν πρέπει να μειωθεί, όπως ισχυρίζονται οι εκκαλούντες της από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……../15-10-2020) έφεσης, κατά το ποσοστό της συνυπαιτιότητας του ενάγοντος της κύριας αγωγής στην έκταση της επελθούσας ζημίας του, εκ του λόγου ότι αυτός, κατά το χρόνο του ένδικου τροχαίου ατυχήματος, δεν φορούσε κράνος, καθόσον το γεγονός αυτό δεν συνδέεται αιτιωδώς με την απουσία του από την εργασία του, αφού αυτή κρίνεται ότι θα επερχόταν, ακόμη και αν φορούσε κράνος, συνεπεία του κατάγματος σκαφοειδούς που υπέστη στην αριστερή του πηχεοκαρπική. Όσον αφορά στο αιτούμενο αγωγικό κονδύλιο περί πλασματικής δαπάνης απασχόλησης ως οικιακής βοηθού, καθώς και ως αποκλειστικής νοσοκόμου, της συζύγου του, …… ., αυτό κρίνεται ότι πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό του ως ουσιαστικά αβάσιμο, διότι δεν αποδείχθηκε ότι εξαιτίας του τραυματισμού του ήταν ανίκανος να αυτοεξυπηρετηθεί, αλλά αντίθετα μπορούσε, έχοντας την ακώλυτη χρήση του δεξιού του χεριού και με τη βοήθεια και του αυχενικού κηδεμόνα, που φορούσε μετά από ιατρική σύσταση και σταθεροποιούσε τον αυχένα του, να μετακινείται μόνος του και να ικανοποιεί αυτοδύναμα τις βασικές βιολογικές του ανάγκες χωρίς τη βοήθεια άλλου ατόμου, καθόσον μάλιστα το αντίθετο από κανένα ιατρικό έγγραφο δεν πιστοποιείται. Είναι, δε, αβάσιμος και απορριπτέος ο σχετικός πρώτος λόγος της από 23-10-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………../6-9-2021) έφεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Επομένως, για τις υλικές ζημίες που υπέστη ο ενάγων ………. από το ένδικο ατύχημα, δικαιούται το συνολικό ποσό των 1.805 ευρώ, ήτοι 200 +680 ευρώ, πλέον των ποσών των 25 ευρώ για αγορά αυχενικού κηδεμόνα και 900 ευρώ για την αποκατάσταση των ζημιών της μοτοσυκλέτας του, κονδύλια που δεν αμφισβητήθηκαν στη δευτεροβάθμια δίκη. Περαιτέρω, εξαιτίας του τραυματισμού του στο ένδικο τροχαίο ατύχημα, ο ανωτέρω υπέστη  ηθική βλάβη, δεδομένου ότι βίωσε σωματικό και ψυχικό άλγος και υποβλήθηκε σε ταλαιπωρίες (νοσηλεία σε νοσοκομείο, παραμονή κατ’ οίκον προς αποθεραπεία, χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής κλπ,), γι’ αυτό δικαιούται χρηματική ικανοποίηση για την ικανοποίησή της. Λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό του πταίσματος (αμέλεια) του ………., το είδος και την έκταση της ζημίας του, ως και την κατά ποσοστό 50% συνυπαιτιότητα του ίδιου του παθόντος αναφορικά με την έκταση της επελθούσας ζημίας του, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των οδηγών των δύο οχημάτων και όλες εν γένει τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, πρέπει να του επιδικαστεί το ποσό των 6.000 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο. Έσφαλε, επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που επιδίκασε μεγαλύτερο ποσό για τη χρηματική ικανοποίηση του ενάγοντος λόγω ηθικής βλάβης, γι’ αυτό είναι βάσιμος κατ’ αυτό ο σχετικός δεύτερος λόγος της από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………/15-10-2020) έφεσης, ενώ είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο δεύτερος λόγος της από 23-10-2020 (με αριθμ. κατάθ………/6-9-2021) έφεσης, με τον οποίο ζητείται η επιδίκαση μεγαλύτερου ποσού για το παραπάνω κονδύλιο.

Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη η από 23-10-2020 (με αριθμ. κατάθ……../6-9-2021) έφεση, να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που είχε κατατεθεί για την άσκησή της στο δημόσιο ταμείο (άρθρ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστούν οι ήδη εκκαλούσες, λόγω της ήττας τους, στα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων τους του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό. Εξάλλου, πρέπει να απορριφθεί η από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……../15-10-2020) έφεση ως προς το σκέλος της που αναφέρεται στην απόρριψη της από 13-9-2019 (με αριθμ. κατάθ. ………/2019) προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής και να καταδικαστεί η εκκαλούσα ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………..», λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα  των αντιδίκων της του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό, ενώ πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν η ως άνω έφεση, κατά το σκέλος της που αφορά στην από 11-2-2019 (με αριθμ. κατάθ. ………../20190) αγωγή, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη κατ’ αυτό και μάλιστα στο σύνολό της για την ενότητα της εκτέλεσης, να δικαστεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν, σε ολόκληρο στον ενάγοντα και ήδη στις νόμιμες εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, που συνέχισαν τη δίκη του, το ποσό των 7.805 ευρώ (1.805 + 6.000) με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου, που κατατέθηκε από τους εκκαλούντες για την άσκηση της ως άνω έφεσης (άρθρ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστούν οι εκκαλούντες – εναγόμενοι στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων των αντιδίκων τους αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρ. 178, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων: Α) την από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……. με την επωνυμία «………» κατά: 1) του ….., 2) της αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..» και 3) της αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «….» και Β) την από 23-10-2020 (με αριθμ. κατάθ………/6-9-2021) έφεση του …… κατά: 1) του ……. και 2) της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..».

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά το τυπικό της μέρος και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 23-10-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……/6-9-2021) έφεση κατά το ουσιαστικό της μέρος.

ΔΙΑΤΑΖΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου, που είχε κατατεθεί για την άσκηση  της έφεσης, στο δημόσιο ταμείο.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τις ήδη εκκαλούσες στα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων τους του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, που ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά το τυπικό της μέρος την από 26-9-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……../15-10-2020) έφεση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ως άνω έφεση ως προς το σκέλος της που αναφέρεται στην από 13-9-2019 (με αριθμ. κατάθ. …../2019) προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…….» στα δικαστικά έξοδα  των αντιδίκων της του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, που ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ την ως άνω έφεση, κατά το ουσιαστικό της μέρος, ως προς το σκέλος της που αφορά στην από 11-2-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……../20190) αγωγή.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη με αριθμό 2701/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 614 παρ. 6 ΚΠολΔ ειδική διαδικασία των περιουσιακών (αυτοκινητικών) διαφορών, κατά το παραπάνω σκέλος της.

ΚΡΑΤΕΙ την αγωγή.

ΔΙΚΑΖΕΙ επί της ουσίας την υπόθεση.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν, σε ολόκληρο ο καθένας, στον ενάγοντα και ήδη στις νόμιμες εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, που συνέχισαν τη δίκη του, το ποσό των επτά χιλιάδων, οκτακοσίων πέντε (7.805) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.

ΔΙΑΤΑΖΕΙ την  επιστροφή του παραβόλου, που είχε κατατεθεί από τους εκκαλούντες για την άσκηση της έφεσης.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εκκαλούντες – εναγομένους στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων των αντιδίκων τους, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, που ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, την 1η Μαρτίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ