Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 562/2022

Αριθμός     562/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:    ……………….., ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας του δικηγόρου Μαρίας Αναστασιάδου.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:  1) ………. και 2) ………, ως ασκούσας την επιμέλεια της ανήλικης κόρης της, ………., ο οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Αικατερίνη Μάλλιαρη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Οι εφεσίβλητοι άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 26.6.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 3551/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από 13.12.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2019) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά (ΓΑΚ/ΕΑΚ προσδιορισμού στο Εφετείο …………./2019) η 5η.11.2020, μετά δε από αναβολή, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος των εφεσιβλήτων, η οποία  παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 13.12.2019 (αριθμ. καταθ. …………../13.12.2019) έφεση του εναγομένου ήδη εκκαλούντος, κατά της υπ’ αριθμ. 3554/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρ. 592 παρ. 3 ως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015), αρμόδια φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (άρθρ. 19, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3994/2011), έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού την επίδοση της απόφασης στον εκκαλούντα την 13.11.2019 έως την άσκηση της υπό κρίση εφέσεως την 13.12.2019 δεν παρήλθε χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών (άρθρα 495 παρ. 1, 498, 51 1, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517, 518 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής (εφέσεως) δεν απαιτείται η κατάθεση παράβολου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ. τελευταίο ΚΠολΔ).

Οι ενάγοντες με την από 26.6.2018 (αριθμ. κατάθ. …………/2018) αγωγή τους ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ζήτησαν, η πρώτη ως ασκούσα την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου της ………….. που έχει αποκτήσει με τον εναγόμενο εν διαστάσει σύζυγό της και ο δεύτερος ως ενήλικο τέκνο αυτού (εναγομένου), κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος της αγωγής σε εν μέρει καταψηφιστικό και εν μέρει αναγνωριστικό, Α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα υπό την ως άνω ιδιότητά της, και για χρονικό διάστημα δύο ετών από την κοινοποίηση της αγωγής, μηνιαία σε χρήμα διατροφή, ποσού 300 ευρώ και να αναγνωριστεί ότι υποχρεούται να της καταβάλει μηνιαίως σε χρήμα διατροφή ποσού 310 ευρώ, για το λόγο ότι το ανήλικο τέκνο τους, ………., στερείται περιουσίας και εισοδημάτων και λόγω της ανηλικότητάς του αδυνατεί να αυτοδιατραφεί, νομιμοτόκως από την καθυστέρηση κάθε δόσης και έως την εξόφληση, Β) να υποχρεωθεί να καταβάλει στον ίδιο τον δεύτερο ενάγοντα διατροφή σε χρήμα ποσού 300 ευρώ και να αναγνωριστεί ότι υποχρεούται να του καταβάλει διατροφή σε χρήμα ποσού 429,00 ευρώ, διότι λόγω των σπουδών του αδυνατεί να εργαστεί, στερείται περιουσία και αδυνατεί να αυτοδιατραφεί, για χρονικό διάστημα δυο ετών από την επίδοση της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρησης κάθε μηνιαίας δόσης αυτής (διατροφής). Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την επικαλούμενη απόφασή του, αφού έκρινε ότι η αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390, 1485, 1486, 1489, 1493, 1496, 1516 παρ. 2, 341, 345 ΑΚ, 70, 176, 191 παρ. 2, 907, 908 και 910 αριθμ. 4 ΚΠολΔ, δέχτηκε αυτή εν μέρει ως κατ’ ουσία βάσιμη και, Α) επιδίκασε σε αυτή (ενάγουσα υπό την ως άνω ιδιότητά της), για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της), μηνιαία σε χρήμα διατροφή ποσού 270 ευρώ για χρονικό διάστημα δυο ετών από την επίδοση της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι και την εξόφληση, εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα, Β) υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στον δεύτερο ενάγοντα το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα από την επίδοση της αγωγής έως και 30.06.2019, ως διατροφή σε χρήμα, το ποσό των 250 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας παροχής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται τώρα ο εκκαλών – εναγόμενος, με τους λόγους της εφέσεώς του, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί, κατ’ ορθή νομική εκτίμηση, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, να απορριφθεί η ανωτέρω από 26.6.2018 αγωγή και να επιβληθούν σε βάρος των εφεσιβλήτων τα δικαστικά τους έξοδα.

I) Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 και 1493 του ΑΚ προκύπτει, ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωσή τους, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμα και αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον όμως τα εισοδήματα από αυτήν, ή το προϊόν της εργασίας του, ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του. Συνακόλουθα προς όλα τα παραπάνω, για το κατά το άρθρο 216 του ΚΠολΔ ορισμένο της αγωγής διατροφής σε χρήμα ανηλίκου τέκνου, λόγω διάστασης ή λύσης του γάμου των γονέων του, αρκεί να εκτίθενται στο δικόγραφο αυτής, η συγγενική σχέση ενάγοντος – εναγομένου, η έλλειψη εισοδημάτων του ανηλίκου και η αδυναμία του να εργαστεί, τα περιουσιακά στοιχεία του εναγόμενου γονέα του, οι ανάγκες του που είναι προσδιοριστικές του ύψους της διατροφής, η οποία πρέπει να του καταβληθεί και το αιτούμενο, για όλες αυτές τις ανάγκες του, συνολικό ύψος της δαπάνης που αποτελεί την, κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις, ανάλογη διατροφή του, χωρίς να απαιτείται ο προσδιορισμός στο δικόγραφο της αγωγής με ακρίβεια των αναγκών του τέκνου, αφού με τον συνηθισμένο και εύχρηστο νομικό όρο “διατροφή” νοείται σαφώς το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών του δικαιούχου, δηλαδή για την τροφή, τη στέγαση, το φωτισμό, τη θέρμανση, την ένδυση, την ψυχαγωγία και τη νοσηλεία αυτού, καθώς και για την ανατροφή και την εκπαίδευσή του (Β. Βαθρακοκοίλης “ΤΟ ΝΕΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ” κατ’ άρθρο Ερμηνεία – Νομολογία – Βιβλιογραφία – Νομοθεσία, β’ έκδ. Σελ. 704, ΕφΠειρ (Μον) 718/2015 αδημ. ΤΝΠ “ΝΟΜΟΣ”), και του απαραίτητου, για την κάλυψη κάθε επιμέρους ανάγκης του, χρηματικού ποσού (ΕφΑΘ 854/2010 ΕΦΑΔ 201 1.531, ΕφΠειρ (Μον) 677/2017, ΕφΑΘ (Μον) 93/2017, ΕφΠειρ (Μον) 677/2014 αδημ. ΤΝΠ “ΝΟΜΟΣ”) που προκύπτει από τις συνθήκες της ζωής του, καθώς και των εισοδημάτων και της οικονομικής δυνατότητας και του άλλου γονέα και των συγκεκριμένων δαπανών που βαρύνουν καθέναν από τους γονείς (ΕφΑΘ 854/2010,  ΕφΑΘ (Μον) 93/2017, ΕφΠειρ (Μον) 677/2014    ό.π., ΕφΠειρ 227/2020, ΕφΔωδ 42/2020, ΕφΠειρ 447/220, ΕφΘεσ 200/2019, ΝΟΜΟΣ).

Επομένως, στην υπό κρίση περίπτωση, η από 26.6.2018 (αριθμ. κατάθ. ………./2018) αγωγή περί διατροφής του ανηλίκου και ενηλίκου τέκνου των διαδίκων είναι πλήρως ορισμένη, όπως ορθώς έκρινε και το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού εκτίθενται στο δικόγραφό της, όλα τα αναγκαία κατ’ άρθρο 226 παρ. 1 ΚΠολΔ προς Θεμελίωσή της στοιχεία. Ειδικότερα, Α) τα περιουσιακά στοιχεία του εναγομένου, η έλλειψη παντελώς εισοδημάτων της ανήλικης Θυγατέρας των διαδίκων καθώς και η αδυναμία της, λόγω της ανηλικότητάς της να εργαστεί, το αιτούμενο, για όλες τις ανάγκες της συνολικό ποσό καθώς και τα εισοδήματα του εναγομένου από την εργασία του, χωρίς να είναι αναγκαίο να εκτίθενται σε αυτή (αγωγή), τα εισοδήματα και η οικονομική δυνατότητα και του άλλου γονέα (ΑΠ 204/2020, ΕφΑΘ 218/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθώς και να προσδιορίζεται με ακρίβεια και το επιμέρους χρηματικό ποσό που προϋπολογίζεται για την ικανοποίηση κάθε επιμέρους ανάγκης του (Καλλιρόη Παντελίδου Το Διαζύγιο και οι Συνέπειές του 2η έκδοση, σελ. 291-292 αριθμ. 178 όπου και παραπομπές στη νομολογία), Β) Η συγγένεια του ενάγοντος ενηλίκου τέκνου προς τον εναγόμενο, η αδυναμία του να αυτοδιατραφεί και το απαιτούμενο για την κάλυψη των εν γένει βιοτικών αναγκών του συνολικό χρηματικό ποσό, χωρίς να απαιτείται να προσδιορίζεται στο δικόγραφο με ακρίβεια το απαραίτητο για την κάλυψη κάθε επιμέρους ανάγκης του ενάγοντος ενηλίκου δικαιούχου κονδύλιο (ΑΠ 67/1999, ΕφΠειρ 447/2020 ό.π.). Κατά συνέπεια, ο πρώτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο ο εκκαλών παραπονείται ότι εσφαλμένως δέχτηκε η εκκαλουμένη την αγωγή ως ορισμένη, ενώ έπρεπε να την απορρίψει ως αόριστη, για το λόγο ότι δεν εκτίθεται στο δικόγραφό της, εάν η ανήλικη θυγατέρα τους διαθέτει εισοδήματα από περιουσιακά στοιχεία, τα εισοδήματα και οι οικονομικές δυνατότητες του άλλου γονέα, ο προσδιορισμός με ακρίβεια και το απαραίτητο, για την κάλυψη κάθε επιμέρους ανάγκης των τέκνων του (ανήλικης/ενηλίκου), είναι ουσιαστικά αβάσιμος.

II) Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 και 1493 του ΑΚ, προκύπτει ότι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπή η συμβίωσή τους, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμη και αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον όμως τα εισοδήματα από αυτήν ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του έξοδα και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του (βλ. ΑΠ 416/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η διατροφή προκαταβάλλεται σε χρήμα κάθε μήνα, εκτός αν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι να καταβληθεί με άλλο τρόπο. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβίωσης, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη εκπαίδευσης και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου. Εκείνος ο γονέας ο οποίος έχει την επιμέλεια του τέκνου μπορεί να συνυπολογίσει καθετί που συνδέεται με την εξαιτίας αυτής πραγματική διάθεση χρημάτων για τις ανάγκες του τέκνου καθώς και άλλες παροχές σε είδος, οι οποίες απορρέουν από τη συνοίκηση, η οποία, κατά κανόνα, συνοδεύει την επιμέλεια. Η αποτίμηση πάντως των ιδιαίτερων φροντίδων και παροχών του γονέα που έχει την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου είναι δυσχερείς (βλ. ΕφΑΘ 4902/1995, ΕλλΔνη 37/1117, ΕΑ 10372/ΝοΒ 35/555). Για τον προσδιορισμό του προσήκοντος μέτρου της ανατροφής κατ’ αρχήν λαμβάνονται υπ’ όψιν και αξιολογούνται τα εισοδήματα των γονέων απ’ οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου. Συνθήκες ζωής νοούνται οι όροι διαβίωσης χωρίς να ικανοποιούνται οι παράλογες αξιώσεις και η σπατάλη χρημάτων (βλ. ΕφΑΘ 1984/2008, ΕλλΔνη 49/1099 – ΕΑ 15715/1998, ΝοΒ 38/80). Η διατροφή θα μειώνεται κάτω από το επίπεδο διαβίωσης του δικαιούχου, αν οι δυνατότητες του υπόχρεου είναι περιορισμένες και δεν επαρκούν (βλ. πρακτικά Συντ. Προσχ. και Αιτιολογική έκθεση σελ. 133 ΕΑ 4902/1995 ό.π.). Εξάλλου, η κατά τα άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, βαρύνει αυτούς, κατά το άρθρο 1489 εδ. 2 ΑΚ ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Για την αποτίμηση αυτών των δυνάμεων λαμβάνονται υπ’ όψη τα εισοδήματα και η περιουσία εκάστου γονέα, καθώς και οι δυνατότητες για προσωπική εργασία αυτών. Υπό την έννοια αυτή, ως δυνάμεις λογίζονται οι εν γένει οικονομικές δυνατότητες, τις οποίες, κατά τις αρχές της καλής πίστης (άρθρο 288 ΑΚ), διαθέτει ή είναι σε θέση να αναπτύξει ή να ποριστεί ο κάθε γονέας, με την κατάλληλη αξιοποίηση όχι μόνο του κεφαλαίου της περιουσίας του, αλλά και της εκάστοτε δυνατότητάς του για εργασία, που είναι πρόσφορη για την εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσης διατροφής (ΑΠ 1507/2001 Δικ 44/1592, όπως και οι ΕφΠειρ 909/2005, ΕΑ 951/2004, ΕφΠειρ 155/2004 στη ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 8716/2003 Δικ 2004/146, ΕφΛαρ 476/2003 ΝΟΜΟΣ και Γ. Γραμμένο, Δικ. Διατροφές Β’ έκδοση, σελ. 52 επ.). Ο εναγόμενος γονέας, προς καταβολή ολοκλήρου του ποσού της διατροφής, μπορεί να επικαλεστεί κατ’ ένσταση, κατ’ άρθρο 262 ΚΠολΔ, ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα, μικρότερη ή υπέρτερη σε σχέση με τη δική του και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις του, να καλύψει μέρος της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου, οπότε, με την απόδειξη της ένστασης αυτής, περιορίζεται η υποχρέωση του εναγομένου γονέα κατά το ποσό που αντιστοιχεί στις οικονομικές δυνατότητες και στη βάση αυτών στην υποχρέωση συνεισφοράς του άλλου γονέα (βλ. ΑΠ 416/2007 Δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 380/2002, Δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σε περίπτωση μη καταβολής της ένστασης αυτής, δεν μπορεί το δικαστήριο να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως την οικονομική δυνατότητα του άλλου γονέα και να κανονίσει, ανάλογα με τις δυνάμεις του κάθε γονέα, το επιδικαστέο σε βάρος του εναγομένου ποσό της διατροφής (ΑΠ 416/2007 ό.π.). Όμως, σε περίπτωση που, σύμφωνα και με τα ανωτέρω εκτιθέμενα, με την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιμώνται οι διατροφικές ανάγκες του δικαιούχου, αλλά μόνο το μέρος, το οποίο κατά την άποψη του ενάγοντος πρέπει να βαρύνει τον εναγόμενο γονέα, σε αναλογία προς τις οικονομικές δυνάμεις αυτού και του άλλου γονέως (του εναγομένου), ο αμυντικός ισχυρισμός ότι η αναλογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην αγωγή, λειτουργεί ως άρνηση. Τότε, ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα προς τα εκατέρωθεν αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά και δη ισχυρισμού στα πρακτικά ή τις προτάσεις του εναγομένου (ΕφΘεσσαλ. 1101/2002, ΕφΘεσσαλ. 1303/2019 ό.π.).

III. Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1489 και 1493 του ΑΚ, όπως ισχύουν, προκύπτει ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπή η συμβίωσή τους, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμη και αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον όμως τα εισοδήματα από αυτήν ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Περαιτέρω, οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν και το ενήλικο τέκνο τους, η δε αντίστοιχη έναντι αυτού υποχρέωση αυτών, η οποία προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1389, 1390, 1485, 1486, 1489 εδ. Β’ και 1493 του ΑΚ, υφίσταται με την συνδρομή των προϋποθέσεων της ΑΚ 1486 παρ. 1, η οποία προβλέπει ότι “δικαίωμα διατροφής έχει μόνο όποιος δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βιοτικές του συνθήκες ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαίδευσής του” (Β. Βαθρακοκοίλης, ΕΡΜΝΟΜΑΚ, άρθρο 1486 ΑΚ, σελ. 742 – 743). Για την κάλυψη των δαπανών διατροφής του τέκνου με την ανωτέρω έννοια επιβαρύνονται και οι δύο γονείς του, κάθε ένας από τους οποίους είναι υποχρεωμένος να καλύψει ένα ποσοστό από τις ανάγκες του τέκνου του, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητές του, που πηγάζουν από τα εισοδήματα ή τους πόρους του ή την περιουσία του υπόχρεου, που λαμβάνεται υπόψη, εφόσον οι πρόσοδοι απ’ αυτήν είναι επαρκείς (ΑΠ 212/1999 ΝοΒ 48.640). Με σαφήνεια δηλαδή συνάγεται από τις ανωτέρω διατάξεις ότι και το ενήλικο τέκνο έχει διατροφική αξίωση, εφόσον αδυνατεί να αυτοδιατραφεί από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βιοτικές του συνθήκες και τις ανάγκες της εκπαίδευσής του (ΑΠ 1060/93 ΕλλΔνη 35, σελ. 1292, ΕφΠειρ 267/98 ΕλλΔνη 39, σελ. 896, Γεωργιάδη – Σταθοπούλου ΑΚ, υπ’ άρθρο 1486, αριθμ. 94 επ.). Άλλωστε, ο νόμος δεν εξαρτά το δικαίωμα διατροφής του τέκνου από κάποιο όριο ηλικίας και δη αυτό της ενηλικίωσής του, με συνέπεια και το ενήλικο τέκνο να μπορεί να αξιώσει την παροχή διατροφής από τους γονείς του. Συνεπώς, καθιερώνεται υποχρέωση των γονέων για διατροφή του τέκνου τους, η οποία δεν διαρκεί μόνο μέχρι την ενηλικίωσή του, αλλά αυτοί υποχρεούνται να διατρέφουν και το ενήλικο τέκνο τους εάν αυτό δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βασικές του συνθήκες, ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαιδεύσεώς του (ΑΠ 1060/1993, Δνη 35/1251, ΕφΑΘ 977/1986, Δνη 27/516, ΕφΑΘ 6133/1983 Δνη 25/475, ΕφΘεσ 2510/2000/Αρμ. 5548, ΕφΑΘ  4299/1993/Δνη 35, σ. 451).

Αν ο ενήλικος επιθυμεί να συνεχίσει τις σπουδές του στην τριτοβάθμια ή την επαγγελματική του εκπαίδευση τότε δικαιούται διατροφής από τα πρόσωπα που ορίζει το άρθρο 1485 ΑΚ, αν δεν έχει περιουσία, στην περίπτωση όμως αυτή συνεκτιμώνται οι μέχρι τώρα σπουδές του ενήλικου τέκνου σε σχέση με τη δυνατότητά του να εργασθεί. Η ιδιότητα του τέκνου ως σπουδαστού συνεπάγεται συνήθως ότι αυτό δεν είναι σε θέση να ασκήσει παραλλήλως οιονδήποτε επάγγελμα ή εργασία χωρίς βλάβη της υγείας του και της επιτυχούς αντιμετωπίσεων των σπουδών του (ΕφΘεσ 510/2000, ΕφΑΘ 3689/1985, Δνη 261169). Η διατροφή του ενηλίκου περιλαμβάνει, σύμφωνα με το άρθρο 1493 του ΑΚ, όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του. Ως εκπαίδευση νοείται όχι μόνο η κατώτερη αλλά και η μέση γενικά εκπαίδευση, καθώς και η ανώτερη ή ανώτατη. Λαμβάνονται δε προς τούτο υπόψη οι επιδόσεις του δικαιούχου, δηλαδή η ικανότητα του να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ορισμένου βαθμού και επιπέδου σπουδών. Μάλιστα, πρέπει να αναγνωρισθεί διατροφική αξίωση του ενηλίκου τέκνου και μετά το πέρας των σπουδών του, εφόσον καθίσταται αδύνατη η εξεύρεση κατάλληλης εργασίας γι’ αυτό και συνεχίζεται η περαιτέρω επιμόρφωσή του (π.χ. μεταπτυχιακές σπουδές στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή, απόκτηση διδακτορικού διπλώματος, απόκτηση δεύτερου πτυχίου), αν αυτή δικαιολογείται από τις προηγούμενες επιδόσεις του και τις κρατούσες συνθήκες και αντιλήψεις γενικότερα στον κλάδο της επιστήμης που ακολουθεί. Προϋπόθεση για να αξιώσει διατροφή από τους γονείς του το ενήλικο τέκνο είναι η απορία του και συγκεκριμένα η έλλειψη επαρκών περιουσιακών στοιχείων ή η αδυναμία του να μετάλθει κατάλληλης εργασίας. Η ευπορία του υπόχρεου δεν αποτελεί προϋπόθεση της υποχρέωσης διατροφής. Συνεπώς, δεν λαμβάνεται υπόψη αν ο υπόχρεος είναι εύπορος ή άπορος, αφού και η απορία, συντρεχόντων των κρινόμενων όρων, γεννά υποχρέωση διατροφής. Δικαιούχος διατροφής είναι και εκείνος που, ενόψει των αναγκών της εκπαίδευσής του, δεν μπορεί να μετέλθει κατάλληλη εργασία, που να επιτρέπει την απρόσκοπτη συνέχιση των σπουδών του. Οι ανάγκες της εκπαίδευσης εξαρτώνται από τις λοιπές βιοτικές συνθήκες του δικαιούχου (ΑΠ 212/1999 ΕλλΔνη 40, σελ. 2043, ΕφΘεσ 2943/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Δηλαδή το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του και περιλαμβάνει τα αναγκαία για την εν γένει συντήρηση του έξοδα. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβιώσεως, που ποικίλλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη εκπαιδεύσεως και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου. Το ζήτημα επίσης του αν το ενήλικο τέκνο πρέπει να εργαστεί ή αντιθέτως να σπουδάσει κρίνεται σε πρώτη φάση από τα πρόσωπα που ασκούν την επιμέλειά του, ενώ έχει κριθεί νομολογιακά ότι η προοπτική εκπαίδευσης του τέκνου προέχει προκειμένου αυτό να αποκτήσει τα αναγκαία τυπικά προσόντα που απαιτούνται για την διεκδίκηση μίας θέσης στην αγορά εργασίας, έστω και ανάλογης με την οικονομική και κοινωνική θέση των γονέων του, ώστε να μην είναι εν τέλει υποχρεωμένο να εργαστεί, στο μέτρο που η εργασία θα αποτελέσει πρόσκομμα στη συνέχιση των σπουδών του. Επομένως, υποχρέωση για εργασία δεν υπάρχει, εφόσον το ενήλικο τέκνο έχει την πρόθεση να σπουδάσει (Κωνσταντίνου Α. Παπαδόπουλου, “Αγωγές Οικογενειακού Δικαίου”, Θεωρία – Νομολογία – Πράξη, Τόμος Β’, 2003, σελ. 154). Η ιδιότητα του τέκνου ως σπουδαστή συνήθως αποκλείει τη δυνατότητα να ασκήσει τούτο παράλληλα εργασία, γιατί αυτό θα έχει δυσμενή επίδραση στις σπουδές του. Σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορεί να αξιώσει το Δικαστήριο από τους μαθητευόμενους προς εκμάθηση τέχνης ή φοιτητές να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους, προκειμένου να εργαστούν (Κ. Παπαδόπουλος, ό.π., σελ. 154). Η διατροφή που δικαιούται να λαμβάνει το ανήλικο τέκνο που στερείται περιουσιακών στοιχείων, είναι εν προκειμένω, όπως και στην περίπτωση του ανηλίκου, ανάλογη, υπό την έννοια ότι οριοθετείται, όπως ελέχθη ανωτέρω, από τις ανάγκες του και συνίσταται στην παροχή όλων των απαραίτητων μέσων για τη συντήρησή του και των αναγκαίων δαπανών για την εκπαίδευσή του. Ειδικότερα, περιλαμβάνεται η δαπάνη για τροφή, στέγαση και εν γένει συντήρησή του, επιπλέον δε και η δαπάνη για την επαγγελματική του εκπαίδευση, θεωρητική ή τεχνική, οποιασδήποτε εκπαιδευτικής βαθμίδος, περιλαμβανόμενης και της πανεπιστημιακής και των μεταπτυχιακών σπουδών (βλ. ΑΠ 884/2003, ΕλλΔνη 45, σελ. 117, ΑΠ 212/1999, ΕλλΔνη 40 σελ. 1043). Περαιτέρω, για να καθοριστεί το ποσό της δικαιούμενης διατροφής, αξιολογούνται κατ’ αρχήν τα εισοδήματα των γονέων από οιοδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου, καθοριστικό δε στοιχείο είναι οι συνθήκες της ζωής του, δηλαδή οι όροι διαβιώσεώς του, χωρίς όμως να ικανοποιούνται οι παράλογες αξιώσεις. Είναι χαρακτηριστικό, όπως έχει κριθεί νομολογιακά, ότι η διατροφή περιλαμβάνει ακόμη και την δαπάνη εκμάθησης ξένης γλώσσας με σκοπό την εγγραφή και παρακολούθηση μαθημάτων σε αλλοδαπό πανεπιστήμιο από το τέκνο, το οποίο έλαβε μέρος σε πανελλαδικές εξετάσεις για την εισαγωγή σε ανώτατη πανεπιστημιακή σχολή στην Ελλάδα και απέτυχε, εκτός εάν η αποτυχία αυτή οφείλεται σε έλλειψη εργατικότητας και επιμέλειας του τέκνου ή σε πρόδηλη πνευματική ανικανότητά του (ΑΠ 1486/2016, ΕφΠειρ 379/2021, ΕφΠειρ 23/2017, ΕφΛαμίας 44/2015, ΕφΠειρ 292/2015, ΝΟΜΟΣ).

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης (…………) και ανταπόδειξης (………….), που εξετάστηκαν μετά από πρόταση των διαδίκων ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα προσαγόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους, ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση, πρακτικά του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, εκτιμώμενες (άρθρο 340 ΚΠολΔ) χωριστά και σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες αποδείξεις, ανάλογα με τον τρόπο γνώσης και τον βαθμό της αξιοπιστίας αυτών (μαρτύρων) και από όλα χωρίς εξαίρεση τα έγγραφα, τα οποία προσκομίζουν οι διάδικοι για άμεση απόδειξη αλλά και για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339, 395 και 529 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στη Νίκαια Αττικής στις 26.6.1993 και από το γάμο τους αυτό απέκτησαν δύο τέκνα, τον …., που γεννήθηκε την 19.3.1997 ήδη ενήλικο και τη ……….. που γεννήθηκε την 18.7.2007. Η έγγαμη συμβίωσή τους δεν εξελίχθηκε ομαλά, διασπάστηκε οριστικά στις αρχές του έτους 2012 και η ενάγουσα ήδη εφεσίβλητη με την ανήλικη θυγατέρα της και τον ήδη ενηλικιωθέντα υιό της διαμένει στην πρώην οικογενειακή στέγη ψιλής κυριότητας του εναγομένου ήδη εκκαλούντος, που βρίσκεται στη Νίκαια Αττικής επί της οδού …..  αριθμ. ….., επιφάνειας 77 τ.μ. Με την υπ’ αριθμ. 5878/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ανατέθηκε οριστικά σε αυτήν (ενάγουσα ήδη εφεσίβλητη) η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων (…. και …………), και επιδικάσθηκε μηνιαία σε χρήμα διατροφή για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων και για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την επίδοση της από 23.4.2013 αγωγής, ποσού 400 ευρώ και 150 ευρώ αντιστοίχως για το καθένα από αυτά, και με την υπ’ αριθμ. 403/2019 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου επιδικάσθηκε μηνιαία σε χρήμα διατροφή για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την επίδοση της από 19.5.2015 αγωγής, ποσού 180 ευρώ για την ανήλικη ………. και ποσού 220 ευρώ για τον ενήλικο υιό του …… Το ανήλικο τέκνο των διαδίκων ……….., ηλικίας 11 ετών κατά τον χρόνο εγέρσεως της υπό κρίση από 26.6.2018 αγωγής, αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του, αφού δεν έχει δική του περιουσία ούτε εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή και επιπλέον, δεν έχει τη δυνατότητα, λόγω της ηλικίας της και των σπουδών της να εργασθεί, ως εκ τούτου κατά το ένδικο χρονικό διάστημα έχει αξίωση διατροφής και από τους δύο γονείς της, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητές τους (άρθρο 1489 εδ. β’ ΑΚ). Ο εναγόμενος ήδη εκκαλών, εργάζεται ως μόνιμος υπάλληλος με ειδικότητα ΔΕ ………. στο Δήμο …………., με μηνιαίες αποδοχές, κατά τον κρίσιμο χρόνο άσκησης της υπό κρίση αγωγής, ανερχόμενες σε 1.100 ευρώ. Ο εναγόμενος ήδη εκκαλών διαμένει από την έναρξη της διαστάσεως των διαδίκων σε διαμέρισμα επιφάνειας 43,26 τ.μ., επί της οδού …. αριθμ. …. στην Νίκαια Αττικής, ψιλής κυριότητας αυτού κατά ποσοστό 50%, χωρίς να επιβαρύνεται με δαπάνες μισθώματος, παρά μόνο με τις λειτουργικές δαπάνες της οικίας (ηλεκτρικό ρεύμα, θέρμανση, νερό, τηλέφωνο). Έχει την ψιλή κυριότητα, α) ενός διαμερίσματος, επιφάνειας 77 τ.μ., επί της οδούς …. αριθμ. ….., στη Νίκαια Αττικής, το οποίο αποτελούσε την πρώην οικογενειακή στέγη, η χρήση της οποίας, όπως προεκτίθεται, έχει παραχωρηθεί στην ενάγουσα και στα κοινά τους τέκνα, β) του ανωτέρω αναφερόμενου διαμερίσματος, κατά το προαναφερόμενο ποσοστό συγκυριότητας επί της οδού …. αριθμ. ….. στη Νίκαια Αττικής, στο οποίο και διαμένει, γ) την πλήρη κυριότητα ενός αγροτεμαχίου επιφάνειας 210 τ.μ., που βρίσκεται στα ……. Σαλαμίνας. Το ως άνω αγροτεμάχιο εντάσσεται στα περιουσιακά του στοιχεία και λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό των οικονομικών του δυνατοτήτων (ΟλΑΠ 9/1991), παρά το ότι αποδείχθηκε ότι δεν του αποφέρει κάποιο εισόδημα κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, πλην όμως δύναται να αξιοποιήσει ώστε να το καταστήσει προσοδοφόρο (ΕφΠατρών 746/2003, ΕφΠατρ 480/2004, ΕφΛαρ 50/2013 ΝΟΜΟΣ, Γεωργιάδη/Σταθόπουλο ΑΚ, αρθρ. 1487 σελ. 720 αρ. 30). Έχει επίσης στην κατοχή του Ι.Χ.Ε. επιβατικό αυτοκίνητο μάρκας «ALFA ROMEO» έτους πρώτης κυκλοφορίας 1997, το οποίο χρησιμοποιεί για τις μετακινήσεις του και επιβαρύνεται με τις συνήθεις δαπάνες λειτουργίας και συντήρησής του. Αυτός (εναγόμενος) βαρύνεται με την καταβολή μηνιαίας δόσης ποσού 65 ευρώ, για την αποπληρωμή καταναλωτικού δανείου που έλαβε από την Τράπεζα Πειραιώς, που δεν προαφαιρείται από τα εισοδήματά του, απλώς λαμβάνεται υπόψη ως στοιχείο προσδιοριστικό της αξίας της περιουσίας του, η οποία μειώνεται κατά το αντίστοιχο ποσό, καθώς και ως στοιχείο προσδιοριστικό των συνθηκών διαβίωσης του και ως επιπλέον βιοτική του ανάγκη. Λοιπές υποχρεώσεις (χρέη ληξιπρόθεσμα και απαιτητά) δεν αποδείχθηκε ότι βαρύνουν τον υπόχρεο εναγόμενο κατά το επίδικο χρονικό διάστημα κατά το οποίο ζητείται η διατροφή. Κατά τα λοιπά οι δαπάνες διαβιώσεώς του είναι οι συνήθεις ανδρών αντίστοιχης με αυτόν ηλικίας και οικονομικής καταστάσεως. Άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν αποδείχθηκε ότι έχει ο εναγόμενος, ο οποίος δεν βαρύνεται κατά νόμο με τη διατροφή άλλων προσώπων, πλην των τέκνων του (ανήλικης θυγατέρας του/ενηλίκου υιού του). Η ενάγουσα ήδη εφεσίβλητη, υπό την προαναφερόμενη ιδιότητά της, της ασκούσας την επιμέλεια της ανήλικης ………….., κατά τον κρίσιμο χρόνο άσκησης της υπό κρίση από 26.6.2018 αγωγής, που αποτελεί και τον κρίσιμο χρόνο για τον καθορισμό των προϋποθέσεων επιδικάσεως εκτάσεως, και ύψους διατροφής (ΟλΑΠ 9/1994, ΑΠ 132/2003), είναι άνεργη, εγγεγραμμένη στο Μητρώο Ανέργων ΟΑΕΔ από 18.5.2018 και επιδοτείται από τον ως άνω Οργανισμό έως 22.5.2019 τουλάχιστον, με ποσό που δεν υπολείπεται το ποσό των 350 ευρώ μηνιαίως. Διαθέτει ποσό 45.000 ευρώ, που ανέλαβε, πριν την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής της με τον εναγόμενο, από κοινό τους λογαριασμό, που τηρούνταν στην Τράπεζα Proton, το οποίο διατηρεί ακόμη, όπως, άλλωστε, δεν αμφισβητείται ειδικά από την ίδια (ενάγουσα). Έχει, α) στην κυριότητά της, ισόγεια οικία, εμβαδού 58,40 τ.μ., κτισμένης επί οικοπέδου 58,40 τ.μ. στον Αστικό Προσφυγικό Συνοικισμό ……, επί της οδού ………., η οποία χρήζει επισκευών, λόγω της παλαιότητας και δεν μπορεί να αξιοποιηθεί ώστε να καταστεί προσοδοφόρα είτε να απαλλοτριωθεί και ρευστοποιηθεί, β) στην ψιλή κυριότητά της, οικία, πρώτου ορόφου, επιφάνειας 61,08 τ.μ., που βρίσκεται επί της οδού ……….., στη Νίκαια Αττικής, την επικαρπία του οποίου έχουν παρακρατήσει οι γονείς της, οι οποίοι και κατοικούν σε αυτή και, ως εκ τούτου, δεν της αποδίδει οιοδήποτε εισόδημα. Περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν αποδείχθηκε ότι διαθέτει. Διαμένει με το ενήλικο τέκνο της ………. και την ανήλικη θυγατέρα της ……. στην ως άνω πρώην οικογενειακή στέγη, η χρήση της οποίας, όπως προεκτέθηκε έχει παραχωρηθεί σε αυτή, με συνέπεια να επιβαρύνεται μόνο με τις λειτουργικές δαπάνες της εν λόγω οικίας (ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση, θέρμανση κλπ) κατά το μέρος που της αναλογούν, ενώ δεν βαρύνεται κατά νόμο με τη διατροφή άλλων προσώπων πλην των τέκνων της (ενηλίκου/ανήλικης). Κατά τα λοιπά οι ανάγκες διαβίωσής της είναι οι συνήθεις γυναικών αντίστοιχης με αυτήν ηλικίας και οικονομικής κατάστασης. Περαιτέρω, το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, ………., ηλικίας έντεκα (11) ετών, κατά τον κρίσιμο χρόνο ασκήσεως της ένδικης αγωγής, ήταν μαθήτρια της έκτης τάξεως Δημοτικού δημόσιου σχολείου. Η ανήλικη θυγατέρα των διαδίκων, όπως ήδη προεκτέθηκε, διαμένει με την ενάγουσα μητέρα της στην προαναφερόμενη πρώην οικογενειακή στέγη (ψιλής κυριότητας του εναγομένου πατέρα της – επικαρπίας της γιαγιάς της από την πατρική γραμμή), συμμετέχοντας στα λειτουργικά έξοδα της κατοικίας τους κατά το μέρος που αναλογεί στον καθένα, εφόσον δεν βαρύνεται με δαπάνη μισθώματος κατοικίας. Οι λοιπές δαπάνες διαβιώσεώς της, όπως τροφής, ενδύσεως, υποδήσεως, ψυχαγωγίας, ανατροφής, εκπαίδευσης, παραθερισμού, είναι οι συνήθεις δαπάνες διαβιώσεώς τέκνων της ιδίας ηλικίας και περιουσιακής καταστάσεως των γονέων της, ενώ για το επίδικο χρονικό διάστημα, δεν αποδείχθηκε δαπάνη (καταβολής μηνιαίων διδάκτρων, αγοράς ξενόγλωσσων βιβλίων) εκμάθησης ξένης γλώσσας. Τέλος, η συνήθης ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη της ανήλικης θυγατέρας των διαδίκων, καλύπτεται πλήρως από τον ασφαλιστικό φορέα του εναγομένου πατέρα της. Με βάση επομένως τις ως άνω οικονομικές δυνατότητες των διαδίκων και τις εν γένει περιστάσεις, η κατά μήνα διατροφή του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, ανέρχεται σε 400 ευρώ. Το ποσό αυτό είναι ανάλογο με τις ανάγκες της, όπως προκύπτει από τις συνθήκες της ζωής της (ηλικία, τόπος κατοικίας, ανάγκες εκπαίδευσης, οικονομικές δυνατότητες γονέων, ΑΠ 541/2015, ΑΠ 839/2009) και ανταποκρίνονται στα απαραίτητα έξοδα για τη συντήρηση, τη διατροφή, την ψυχαγωγία, την εκπαίδευση, την αναλογία συμμετοχής της στις λειτουργικές δαπάνες της κατοικίας που διαμένει, τον παραθερισμό, την ιατροφαρμακευτική της περίθαλψη. Στο ποσό αυτό συνυπολογίζεται και η προσφορά της προσωπικής εργασίας και απασχόλησης της ενάγουσας για την περιποίηση και φροντίδα της. Από το παραπάνω ποσό, ο εναγόμενος ήδη εκκαλών, κατόπιν συνεκτιμήσεως όλων των ανωτέρω και σύμφωνα με τις οικονομικές του δυνατότητες, είναι σε θέση να καταβάλλει για το επίδικο χρονικό διάστημα στην ενάγουσα για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους …………, το ποσό των 270 ευρώ. Το ποσό αυτό δύναται και οφείλει να καταβάλει ο εναγόμενος, ως συμμετοχή του και μέρος της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου τέκνου του, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, με μέτρο τις ανάγκες του τέκνου, και λαμβανομένων υπόψη, των προσωπικών του εξόδων, των λειτουργικών δαπανών της οικίας που διαμένει, των λοιπών ως άνω υποχρεώσεών του, χωρίς να διακινδυνεύει η δική του διατροφή. Το υπόλοιπο ποσό της δικαιούμενης διατροφής της ανήλικης οφείλει να το καλύψει η ενάγουσα ήδη εφεσίβλητη. Επομένως, το σύνολο της απαιτούμενης ανάλογης διατροφής του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων …………, ανέρχεται σε 400 ευρώ και ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλλει ως συμμετοχή του το ποσό των διακοσίων εβδομήντα (270) ευρώ, κατά το ένδικο χρονικό διάστημα δύο ετών από της επιδόσεως της κρινόμενης αγωγής, νομιμοτόκως από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης έως και την ολοσχερή εξόφληση. Ο δεύτερος ενάγων φοιτά από το έτος 2015 στην Σχολή …………, η οποία ανήκει στην τρίτη βαθμίδα της Ανώτερης Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. Η διάρκεια της φοίτησης είναι υποχρεωτική και περιλαμβάνει έξι (6) εξάμηνα θεωρητικής διδασκαλίας και δύο (2) εξάμηνα πρακτικής άσκησης επί πλοίου, τα οποία υποχρεούται να πραγματοποιήσει πριν από την φοίτησή του στο Β και Δ εξάμηνο θεωρητικής διδασκαλίας αντίστοιχα. Ο παραπάνω σπουδαστής, το εκπαιδευτικό έτος 2018 – 2019 φοιτά στα Ε’, ΣΤ’ εξάμηνα (βλ. το από 11.10.2018 Πιστοποιητικό Σπουδών Σχολής …..) και ως εκ τούτου κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα διατηρεί την φοιτητική του ιδιότητα. Ο δεύτερος ενάγων διαμένει με την μητέρα του και την ανήλικη αδελφή του, στην παραπάνω οικία που τους έχει παραχωρηθεί η χρήση και επομένως δεν βαρύνεται με την καταβολή μισθώματος, αλλά μόνο με τις λειτουργικές δαπάνες της εν λόγω οικίας (ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση, θέρμανση κλπ) κατά το μέρος που του αναλογούν. Κατά το επίδικο χρονικό διάστημα (από τον χρόνο εγέρσεως της υπό κρίση αγωγής έως την ολοκλήρωση των σπουδών του την 30.6.2019) στερείται περιουσίας και εισοδημάτων και δεν είναι δυνατόν να εργαστεί λόγω της υποχρεωτικής καθημερινής παρακολούθησης μαθημάτων, έως ώρα 17:00, καθώς και των αναγκών της εκπαίδευσής του, ήτοι μελέτης και προετοιμασίας για να ολοκληρώσει με επιτυχία αυτές (σπουδές του). Τυχόν υποχρέωση του δεύτερου ενάγοντος να ασκήσει βιοποριστικό επάγγελμα, παράλληλα με τις σπουδές του, για την κάλυψη των αναγκών εν όλω είτε και εν μέρει διατροφής του, θα αποτελούσε, ανασταλτικό παράγοντα και θα του στερούσε τη δυνατότητα να αποφοιτήσει, με δυσμενείς συνέπειες για την επαγγελματική του αποκατάσταση, και κατά συνέπεια αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου αυτού, λαμβανομένων υπόψη της ηλικίας του τέκνου, της κατάστασης της υγείας και της κοινωνικής θέσεως των γονέων του τέκνου, το ποσό της μηνιαίας δαπάνης διατροφής του δεύτερου ενάγοντος θα πρέπει να συνάδει και να είναι ανάλογο της οικονομικής κατάστασης των γονέων του. Με βάση τα παραπάνω, τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των γονέων του δεύτερου ενάγοντος, όπως αυτές προκύπτουν από τις πιο πάνω συνθήκες της ζωής τους, η ανάλογη διατροφή που δικαιούται αυτός έναντι αμφοτέρων των γονέων του, η οποία περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του και επιπλέον τα έξοδα για την εκπαίδευσή του, την κάλυψη των δαπανών διατροφής, ένδυσης, υπόδησης, ψυχαγωγίας, ανέρχεται στο ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως. Από το συνολικό αυτό ποσό ο εναγόμενος πατέρας του δεύτερου ενάγοντος είναι σε θέση, με βάση τη προαναφερθείσα οικονομική του δυνατότητα και την προσωπική του κατάσταση, συσχετιζόμενη με την αντίστοιχη οικονομική δυνατότητα και την προσωπική κατάσταση της μητέρας του, να καλύψει ποσό 250 ευρώ και το ποσό των 150 ευρώ μηνιαίως υποχρεούται να το καλύψει η μητέρα του ενηλίκου τέκνου. Περίπτωση διακινδυνεύσεως της διατροφής του εναγομένου με την καταβολή της διατροφής του δεύτερου ενάγοντος, όπως οι δυνατότητες και οι υποχρεώσεις του αναλύθηκαν ανωτέρω δεν υφίστανται. Επομένως, το σύνολο της απαιτούμενης ανάλογης διατροφής του δεύτερου ενάγοντα – ενήλικου τέκνου των διαδίκων, ………., ανέρχεται σε 400 ευρώ και ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλλει ως συμμετοχή του, κατά τα αμέσως ανωτέρω εκτιθέμενα ως προς τον αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο επιμερισμό μεταξύ των γονέων αυτού (δεδομένου ότι με την υπό κρίση αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού των διατροφικών αναγκών, αλλά μόνο το μέρος που πρέπει) το ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, κατά το ένδικο χρονικό διάστημα από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής έως και 30.6.2019, νομιμοτόκως από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης έως και την ολοσχερή εξόφληση. Ο επιμερισμός αυτός μεταξύ των γονέων της ανήλικης ……………. και του ενηλίκου …………., γίνεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο σύμφωνα με τα εκατέρωθεν αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά καθώς η επίκληση διαφορετικής αναλογίας συμμετοχής στις ανάγκες διατροφής αυτών (ανήλικης ………… / ενηλίκου ………..) από την επικαλούμενη στην αγωγή συνιστά άρνηση και όχι ένσταση (ΕφΑΘ 856/2020, ΕφΠειρ 476/2016, ΕφΠειρ 749/2014).

Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε τα ίδια έστω και με ελλιπή και συνοπτική αιτιολογία, αναφορικά με ότι, α) το σύνολο της απαιτούμενης ανάλογης διατροφής της ανήλικης ………., ανέρχεται σε τετρακόσια (400) ευρώ, και, ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλλει ως συμμετοχή στη διατροφή αυτής, το ποσό των 270 ευρώ μηνιαίως, μέσα στις πρώτες πέντε ημέρες κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα δύο ετών από της επιδόσεως της αγωγής, β) το σύνολο της απαιτούμενης ανάλογης διατροφής του ενηλίκου τέκνου ………., ανέρχεται σε τετρακόσια (400) ευρώ και, ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλλει ως συμμετοχή του στη διατροφή αυτού, το ποσό των 250 ευρώ μηνιαίως, μέσα στις πρώτες πέντε ημέρες κάθε μήνα και για το χρονικό διάστημα από την επίδοση της αγωγής έως και 30.6.2019, νομιμοτόκως από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης έως την ολοσχερή εξόφληση, ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις.

Συνεπώς, με την συμπλήρωση των ελλιπών αιτιολογιών (άρθρ. 534 ΚΠολΔ), πρέπει οι σχετικοί λόγοι της έφεσης του εναγομένου (δεύτερος, τρίτος, τέταρτος, πέμπτος), με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα ως προς τα εισοδήματα και τις οικονομικές δυνατότητες του ιδίου και της ενάγουσας εν διαστάσει συζύγου του, την συνεισφορά στις διατροφικές ανάγκες των τέκνων τους, την δυνατότητα παράλληλης εργασίας του δεύτερου ενάγοντα και διακινδύνευσης ιδίας αυτού (εναγομένου) διατροφής, να απορριφθούν ως αβάσιμοι, όπως και η έφεση στο σύνολό της, να απορριφθεί στην ουσία της ως αβάσιμη. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστούν ολικά, λόγω της σχέσης αυτών ως συγγενών εξ αίματος (άρθρο 179, 591 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την από 13.12.2019 (αριθμ. καταθ. ………./ 13.12.2019) έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 3551/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Απορρίπτει αυτή κατ’ ουσίαν.

Συμψηφίζει ολικά μεταξύ των διαδίκων την δικαστική δαπάνη για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  16 Σεπτεμβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ