Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 493/2022

Αριθμός 493/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία μετακινήθηκε στο Β΄ Πολιτικό Τμήμα για την δικάσιμο της 13ης Ιανουαρίου 2022, με την υπ’ αριθ. 2/2022 Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα  Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ : 1. Ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας …………. 2. Αλλοδαπής εταιρείας ……….. 3. ………….οι οποίοι,  εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο, Αικατερίνη Μητρογιάννη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

  ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ  : 1. Εταιρείας ………….2.  Εταιρείας με την επωνυμία ……….., οι οποίες, εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο, Γεωργία Σταυροπούλου. 3. Ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας ……… 4. Ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας …………, η οποία εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα. 5. ………… οι οποίοι δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Β. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ : 1. Ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας ………. 2. Ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας …………3.  ………….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο, Χρήστο Οικονομάκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ : 1. Εταιρείας ………… 2.  Εταιρείας ………… οι οποίες, εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο, Γεωργία Σταυροπούλου. 3. Ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας …………..4. Αλλοδαπής εταιρείας ………… 5. …………… οι οποίοι  δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Οι πρώτη και δεύτερη εκ των υπό στοιχ Α και Β εφεσιβλήτων  άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν    την από  1-7-2019  (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2222/2020  απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου     α) οι υπό στοιχ Α ήδη εκκαλούντες (3η, 4η και 6ος εκ των εναγομένων) με την από 26-10-2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ……../2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου  ………./2020) έφεσή τους  και β)  οι υπό στοιχ Β ήδη εκκαλούντες (1η, 2η και  και 5ος εκ των εναγομένων)  με την από 26-10-2020    (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ……../2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου  ………./2020)  έφεσή τους, των οποίων δικάσιμος ορίστηκε αυτή  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος των υπό στοιχ Α εκκαλούντων και ο πληρεξούσιος δικηγόρος των υπό στοιχ Β εκκαλούντων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν  και η πληρεξούσια δικηγόρος των 1ης και 2ης  εκ των υπό στοιχ Α και Β εφεσιβλήτων,  αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου φέρονται προς κρίση: α) η από 26-10-2020 (γεν.αριθμ.καταθ………./2020) έφεση: 1. Της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» και τον διακριτικό τίτλο «………..»  2. Της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…………….» και 3. Του …..  κατά των : 1. Της εταιρείας με την επωνυμία «……….», 2. Της εταιρείας με την επωνυμία «……..», 3. Της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία « ………….» και τον διακριτικό τίτλο «………», 4. Της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» και τον διακριτικό τίτλο ««…………» και 4. Του ………….. και β) η από 26-10-2020  (γεν.αρ.καταθ………./2020) έφεση : 1. Της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» και τον διακριτικό τίτλο «…………», 2. Της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «……….» και τον διακριτικό τίτλο «…………..» και 3. Του ………. κατά των : 1. Της εταιρείας με την επωνυμία «………….», 2. Της εταιρείας με την επωνυμία «………..», 3. Της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» και τον διακριτικό τίτλο «………..», 4. Της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «……….» και 5. Του …………….

Αν ο  εφεσίβλητος δεν εμφανισθεί ή  δεν λάβει μέρος κανονικά στη συζήτηση,  το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έχει υποχρέωση να ερευνήσει την ύπαρξη ή μη κλητεύσεώς του. Στις υποθέσεις που δικάζονται κατά τη διαδικασία ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, αν κατά την συζήτηση της εφέσεως ερημοδικεί ο εφεσίβλητος, η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός παρών, εφόσον αυτός επέσπευσε τη συζήτηση ή κλήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως να παραστεί σ΄αυτή,  σύμφωνα με τα άρθρα  271 και 524 παρ.4 εδ. α` του ΚΠολΔ, (ΕφΑθ 3212/2004 ΕλλΔνη 2005.558, βλ.επ. Σαμ.Σαμουήλ, η έφεση κατά τον ΚΠολΔ έκδ. 2003 παρ.1078 έως 1080 σελ. 406, 4070), το δε Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο, τις πρωτόδικες προτάσεις του απόντος διαδίκου, τα πρακτικά και τις πρωτόδικες προτάσεις του απόντος διάδικου, τα πρακτικά και τις εκθέσεις εξέτασης των μαρτύρων τα οποία οφείλει με ποινή απαραδέκτου της συζητήσεως να προσκομίσει ο εκκαλών, ο οποίος παρίσταται. (ΕφΑΘ 4804/2006, ΕλλΔνη 2007.06, ΕφΑΘ 242/2001, ΕλλΔνη 2002.815). Αν ο εφεσίβλητος δεν κλητεύθηκε ή δεν κλητεύθηκε νομίμως ή εμπροθέσμως, το δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση.

Στην προκειμένη περίπτωση : α) από τις προσκομιζόμενες 2141 Ε΄, …. Ε΄ και ….. Ε΄/15-06-2021 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, ……….., προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της από 26-10-2020 (γεν.αριθμ.καταθ……/2020) υπο στοιχ.α΄ (πρώτης) κρινόμενης έφεσης κατά της υπ΄αριθμ.2222/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα από τους εφεσίβλητους : 1. Στην ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία «……….» και τον διακριτικό τίτλο « ………..», 2. Στην ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία «……………» και τον διακριτικό τίτλο ««…………..» και 3. Στον ………….. Οι τελευταίοι όμως δεν εμφανίσθηκαν ,ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου. Ωστόσο η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτοί παρόντες (524 παρ.4 ΚΠολΔ)  και β) από τις προσκομιζόμενες υπ΄αριθμ…. Ε΄, …. Ε΄και …. Ε΄/15-06-2021 εκθέσεις επίδοσης του ιδίου ως ανω δικαστικού επιμελητή, προκύπτει επίσης ότι ακριβές αντίγραφο της από 26-10-2020 (γεν.αριθμ.καταθ……/2020) υπο στοιχ. β΄ (δεύτερης) κρινόμενης έφεσης κατά της υπ΄αριθμ. 2222/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα από τους εφεσίβλητους : 1. Στην ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία «…………» και τον διακριτικό τίτλο «…………..», 2. Στην αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «………..» και 3. Στον ………….. Οι τελευταίοι όμως δεν εμφανίσθηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου. Ωστόσο η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτοί παρόντες ( 524 παρ.4 ΚΠολΔ)..

Περαιτέρω, οι υπό κρίση εφέσεις κατά της υπ΄αριθμ. 2222/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθόσον η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στους εναγόμενους  στις 25-09-2020 (βλ. υπ΄αριθμ…..΄,…. Ε΄, …. Ε΄,…. Ε΄, …. Ε΄ και …. Ε΄/25-09-2020 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, …………) και οι εφέσεις κατατέθηκαν στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 26-10-2020 (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.)

Πρέπει, επομένως, να γίνουν τυπικά δεκτές (άρθρο 532 ΚΠολΔ ) και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρ. 533 παρ.1του ίδιου Κώδικα),από το παρόν Δικαστήριο, το οποίο είναι καθ` ύλην αρμόδιο για την εκδίκασή τους (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3994/2011), αφου συνεκδικασθούν, λόγω της μεταξύ τους πρόδηλης συνάφειας, επειδή  επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31,246,524 ΚΠολΔ), δοθέντος ότι για το παραδεκτό της συζήτησής τους έχουν κατατεθεί από τους εκκαλούντες τα σχετικά παράβολα κατ΄άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ ως ισχύει κατά το χρόνο άσκησης των ένδικων εφέσεων. Σημειώνεται δε ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση τυγχάνουν εφαρμογής οι νέες διατάξεις του ν. 4335/2015, κατά το μέρος που τροποποίησαν τις διατάξεις του τρίτου βιβλίου του ΚΠολΔ (άρθρα 495 – 590 ΚΠολΔ), οι οποίες αφορούν και τα ένδικα, μέσα, δεδομένου ότι, κατά την μεταβατική διάταξη του άρθρου 1 άρθρου ένατου παρ. 2 του ως άνω νόμου, οι διατάξεις αυτές τυγχάνουν εφαρμογής για τα ένδικα μέσα τα κατατιθέμενα από την 1.1.2016 και εφεξής, όπως συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Από τις διατάξεις των άρθρων 121, 122, 124, 125, 134, 135, 139, 145 παρ. 1, 147 παρ. 1 και 2, 148 παρ. 1 και 2 και 150 του Ν. 4072/2012 “Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος – Νέα εταιρική μορφή – Σήματα – Μεσίτες ακινήτων – Ρύθμιση θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλλες διατάξεις”, καθώς και εκείνες των άρθρων 1, 3, 4, 6, 8 παρ. 1, 14, 15, 18 και 26 του προϊσχύσαντος Ν. 2239/1994 “περί σημάτων”, ερμηνευόμενες σύμφωνα με την οδηγία 89/104/Ε.Κ της 21-12-1988, οι οποίες εφαρμόζονται στην προκείμενη υπόθεση, κατά τα άρθρα 2 ΑΚ και 24 ΕισΝΑΚ, λόγω του χρόνου που έγινε δεκτό ότι έλαβε χώρα η προσβολή των σημάτων της αναιρεσίβλητης (Μάρτιος 2012 και Ιούλιος 2013) προκύπτουν τα εξής : α) Σήμα θεωρείται κάθε σημείο επιδεκτικό παράστασης, ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης, από εκείνα άλλων επιχειρήσεων, τέτοιο δε σημείο είναι και η απεικόνιση του σχήματος του προϊόντος ή της συσκευασίας αυτού, ιδίως όταν πρόκειται για εντελώς πρωτότυπη και ιδιόμορφη συσκευασία ή σχήμα. β) Με την καταχώριση του σήματος στο μητρώο σημάτων (άρθρα 122, 147 Ν. 4072/2012 και άρθρα 6 επ. του Ν. 2239/1994) παρέχεται στον καταθέτη το απόλυτο δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης του σήματος (μέχρι να διαγραφεί κατά τη νόμιμη διαδικασία) στα προϊόντα ή εμπορεύματα, για την διάκριση των οποίων αυτό προορίζεται, όποιος δε χρησιμοποιεί, χωρίς τη θέληση του δικαιούχου και κατά τρόπο που προσήκει μόνο στον τελευταίο, σημείο το οποίο προσβάλλει το σήμα του δικαιούχου, μπορεί να εναχθεί για παράλειψη ή αποζημίωση ή και για τα δύο. γ) Η απαγόρευση προσβολής προγενέστερου σήματος διαβαθμίζεται σε δύο επίπεδα. Στο πρώτο εμπίπτει η περίπτωση στην οποία το μεταγενέστερο σημείο ταυτίζεται με το προγενέστερο σήμα και προορίζεται να διακρίνει προϊόντα που επίσης ταυτίζονται με εκείνα για τα οποία προστατεύεται το προγενέστερο σήμα (ταύτιση σήματος – σημείου και προϊόντων). Στο δεύτερο επίπεδο εμπίπτει η περίπτωση στην οποία, είτε το μεταγενέστερο σημείο ταυτίζεται με το προγενέστερο σήμα και προορίζεται να διακρίνει προϊόντα όμοια με εκείνα που διακρίνει το τελευταίο είτε το μεταγενέστερο σημείο ομοιάζει με το προγενέστερο σήμα και προορίζεται να διακρίνει προϊόντα που ταυτίζονται με εκείνα που διακρίνει επίσης το τελευταίο (ταυτότητα σήματος – σημείου και ομοιότητα προϊόντων ή ταυτότητα προϊόντων και ομοιότητα σήματος -σημείου). Στην πρώτη περίπτωση της ταυτότητας σήματος – σημείου και προϊόντων η προστασία του προγενέστερου σήματος είναι απόλυτη, χωρίς την ανάγκη επίκλησης και απόδειξης κινδύνου σύγχυσης, ο οποίος θεωρείται κατ` αμάχητο τεκμήριο ότι συντρέχει, αφού το σήμα δεν μπορεί να επιτελέσει τη λειτουργία του, που είναι να διακρίνει στην αγορά την προέλευση του προϊόντος από ορισμένη επιχείρηση (βλ. ΔΕΚ υπόθεση C- 206/2001, απόφαση από 12-11-2002, Arsenal, σκέψη 50). Στη δεύτερη περίπτωση η προστασία του προγενεστέρου σήματος είναι σχετική και απαιτείται ως πρόσθετο στοιχείο κίνδυνος σύγχυσης ή συσχέτισης του σήματος και του σημείου .δ) Εκείνος που έχει καταθέσει νομίμως για ορισμένο προϊόν ή αντικείμενο εμπορίας σήμα, εγκεκριμένο τελεσίδικα από το αρμόδιο πρωτοβάθμιο ή δευτεροβάθμιο διοικητικό όργανο, δικαιούται από την κατάθεση αυτού και εφεξής για όσο χρόνο δεν διαγράφεται νομίμως, να ζητήσει από κάθε τρίτο, που χρησιμοποιεί σε όμοια προϊόντα ή αντικείμενα εμπορίας του αυτούσιο το σήμα, ή που χρησιμοποιεί σε όμοια ή παρόμοια προϊόντα ή αντικείμενα εμπορίας του το σήμα κατά παραποίηση ή απομίμηση, να παραλείπει τη χρήση ή να αποκαταστήσει τη σχετική ζημιά, ή και τα δύο. Τα πολιτικά δικαστήρια δεν έχουν αρμοδιότητα να ελέγξουν ούτε παρεμπιπτόντως τη συνδρομή των προϋποθέσεων περί διαγραφής του σήματος (άρθρο 158 του ν. 4072/20102 και 32 του προϊσχύσαντος ν. 2239/1994) και δεν έχουν το δικαίωμα να αρνηθούν τη νόμιμη προστασία του έστω και αν υποπέσει στην αντίληψη τους ύπαρξη λόγου μη έγκρισης ή διαγραφής του (ΑΠ 575/2017,ΑΠ 1731/2014, ΑΠ 344/2013, ΑΠ 62/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, ιδιαίτερη κατηγορία σημάτων αποτελούν τα “σήματα φήμης” (άρθρο 4 παρ. 1γ του προϊσχύσαντος ν. 2239/1994 και 124 παρ. 1γ` του ν. 4072/2012). Στα σήματα αυτά ο νομοθέτης παρέχει διευρυμένη νομική προστασία, πέραν της προβλεπόμενης για τα κοινά διακριτικά γνωρίσματα, προς τον σκοπό αφ` ενός της αποτροπής του παρασιτικού ανταγωνισμού από τρίτους, πλην του δικαιούχου, συνισταμένου στην εμπορική αξιοποίηση της φήμης του σήματος προς το ίδιο αθέμιτο όφελος και αφ` ετέρου του κινδύνου υπονόμευσης της ιδιαίτερης διακριτικής δύναμης των σημάτων αυτών Η έννοια του σήματος φήμης, μη προσδιοριζόμενη από το νομοθέτη, δύναται να καθοριστεί με βάση ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια, όπως, α) αυξημένος βαθμός καθιέρωσης του σήματος στις συναλλαγές, με την έννοια ότι η ανταγωνιστική δύναμη της ένδειξης να εκδηλώνεται σε μεγάλο βαθμό, να έγινε δηλαδή γνωστή πέρα από το σχετικό κύκλο των καταναλωτών, β) μοναδικότητα του σήματος, με την έννοια ότι αυτό δεν έχει φθαρεί χρησιμοποιούμενο κατά τρόπο ευρύ από τρίτους σε ανόμοια προϊόντα, γ) η ιδιοτυπία στην εν γένει εμφάνιση και στην εκφραστική του δύναμη, δ) η ύπαρξη μια ιδιαίτερα θετικής εκτίμησης καταναλωτικού του κοινού (παραστάσεις ποιότητας) σχετικά με τα προϊόντα που διακρίνει, ε) το καλυπτόμενο από το σήμα σημαντικό μερίδιο αγοράς, η χρονική διάρκεια της χρησιμοποίησης του, στ) το μέγεθος των επενδύσεων που έχει πραγματοποιήσει η επιχείρηση για την προβολή του, ζ) η γεωγραφική έκταση, εντός της οποίας το σήμα χαίρει φήμης (ΔΕΚ, υπόθεση C- 375/97, ……….). Αν πρόκειται περί σήματος φήμης, η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σημείου- σήματος είναι απαγορευμένη, αν θα προσπόριζε στο χρήστη αυτού, χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο όφελος από το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος. Επί ενός τέτοιου σήματος δεν είναι απαραίτητο να δημιουργείται κίνδυνος σύγχυσης (ΔΕΚ, υπόθεση C -252/2007, ΑΠ 575/2017, ΑΠ 486/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αρκεί ότι η χρήση του θα βλάψει τον διακριτικό χαρακτήρα ή την φήμη του σήματος φήμης ή θα προσπορίσει χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο όφελος στον μεταγενέστερο μη δικαιούχο. Ειδικότερα, ενόψει της ανωτέρω διευρυμένης νομικής προστασίας του σήματος φήμης, η προστασία του έναντι του κινδύνου της υπόσκαψης, δεν συναρτάται οπωσδήποτε από την διαπίστωση τέτοιου βαθμού ομοιότητος μεταξύ του φημισμένου σήματος και του υπό του μη δικαιούχου χρησιμοποιημένου σημείου, ώστε να υφίσταται κίνδυνος συγχύσής τους από το ενδιαφερόμενο κοινό. Αρκεί η ύπαρξη, για την προστασία του σήματος φήμης, κάποιου βαθμού ομοιότητος μεταξύ των δύο σημάτων, ώστε να είναι δυνατή υπό του καταναλωτικού κοινού συνειρμική διασύνδεση του υπό του μη σηματούχου χρησιμοποιουμένου σημείου και του σήματος φήμης. Αθέμιτο δε όφελος προσπορίζεται ο τρίτος, όταν, χρησιμοποιώντας το ξένο σήμα φήμης, μεταφέρει στα προϊόντα που παράγει ή εμπορεύματα ή υπηρεσίες που προσφέρει την καλή εντύπωση που έχουν για το σήμα οι συναλλαγές, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ο δικαιούχος του σήματος φήμης βρίσκεται σε οικονομικό και εν γένει οργανωτικό δεσμό με τον τρίτο ή ότι επεξέτεινε τη δραστηριότητά του και στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες του τρίτου και εφόσον αυτός ο (τρίτος) καρπώνεται χωρίς αντάλλαγμα την προσπάθεια του σηματούχου να καθιερώσει το σήμα του στην αγορά. Βλάβη του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος φήμης επέρχεται, κυρίως, όταν αυτό χάνει την ελκτική του δύναμη. Το τελευταίο επέρχεται ακόμη και όταν το διακριτικό γνώρισμα του τρίτου χρησιμοποιείται σε ανόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες. Παρά δε την γραμματική διατύπωση των διατάξεων του εδαφίου γ του άρθρου 4 παρ. 1 του προϊσχύσαντος Ν. 2239/1994 και 124 παρ 1γ του Ν. 4072/2012, στις οποίες γίνεται μνεία περί μη παρομοίων προϊόντων ή υπηρεσιών, οι διατάξεις αυτές τελολογικώς ερμηνευομένες πρέπει να ερμηνευθούν διασταλτικώς, καταλαμβάνουσες και τις περιπτώσεις που το προγενέστερο σήμα φήμης χρησιμοποιείται από τον μη δικαιούχο προς διάκριση πανομοιότυπων ή παρομοίων προϊόντων ή υπηρεσιών. Τούτο δε, γιατί η ανωτέρω μνεία έχει ως σκοπό μόνο να υπογραμμίσει, ότι οι κανόνες αυτοί έχουν εφαρμογή και όταν δεν είναι παρόμοια τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες (βλ. Απόφαση ΔΕΚ στην υπόθεση C- 408/01 ως προς την ερμηνεία του άρθρου 5§2 της οδηγίας 89/104/ΕΟΚ για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων, που είναι ταυτόσημο με τις προαναφερόμενες διατάξεις, ΑΠ 575/2017, Α.Π.1030/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην περίπτωση χρήσης του προγενέστερου ξένου σήματος φήμης από μη δικαιούχο σε πανομοιότυπα προϊόντα του, ο κίνδυνος άντλησης αθέμιτου οφέλους είναι αυταπόδεικτος (ΑΠ 966/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, εκείνος που έχει καταθέσει νομίμως για ορισμένο προϊόν ή αντικείμενο εμπορίας σήμα, εγκεκριμένο τελεσίδικα από το αρμόδιο πρωτοβάθμιο ή δευτεροβάθμιο διοικητικό όργανο, δικαιούται, από την κατάθεση αυτού και εφεξής για όσο χρόνο δεν διαγράφεται νομίμως, να ζητήσει από κάθε τρίτο, που χρησιμοποιεί σε όμοια προϊόντα ή αντικείμενα εμπορίας του αυτούσιο το σήμα, ή που χρησιμοποιεί σε όμοια ή παρόμοια προϊόντα ή αντικείμενα εμπορίας του το σήμα κατά παραποίηση ή απομίμηση, να παραλείπει τη χρήση ή να αποκαταστήσει τη σχετική ζημιά, ή και τα δύο. Κάθε δηλαδή επέμβαση στο απόλυτο και αποκλειστικό δικαίωμα του καταχωρισμένου σήματος συνιστά παράνομη πράξη, η οποία με τη συνδρομή υπαιτιότητας συνιστά αδικοπραξία και γεννά αξίωση αποζημίωσης και ηθικής βλάβης. Τα πολιτικά δικαστήρια δεν έχουν αρμοδιότητα να ελέγξουν ούτε παρεμπιπτόντως την συνδρομή των προϋποθέσεων περί διαγραφής του σήματος και δεν έχουν το δικαίωμα να αρνηθούν την νόμιμη προστασία του σήματος έστω και αν υποπέσει στην αντίληψη τους ύπαρξη λόγου μη έγκρισης ή διαγραφής του (ΑΠ 575/2017, 2030/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για να γεννηθεί αξίωση προστασίας από προσβολή της προσωπικότητας, εξάλλου, κατά τις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 932 του ΑΚ, θα πρέπει η προσβολή να είναι παράνομη, να αντίκειται δηλαδή σε διάταξη που απαγορεύει συγκεκριμένη πράξη, με την οποία προσβάλλεται έκφανση αυτής, είναι δε αδιάφορο σε ποιο τμήμα δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την προσβολή. Έτσι, η προσβολή μπορεί να προέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη (ΑΠ599/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Από τις διατάξεις δε των άρθρων 1, 2, 3 και 4 του ν. 2121/1993 “Πνευματική ιδιοκτησία, συγγενικά δικαιώματα και πολιτιστικά θέματα” σε συνδυασμό προς εκείνες της επικυρωθείσας με το ν. 100/1975 Διεθνούς Συμβάσεως της Βέρνης (Παρισιού), συνάγονται τα εξής: Το έργο, ως πνευματικό δημιούργημα λόγου, τέχνης ή επιστήμης που εκφράζεται με οποιαδήποτε μορφή προσιτή στις αισθήσεις, προστατεύεται από την πνευματική ιδιοκτησία, εφόσον ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις της γενικής ρήτρας (άρθρο 2 § 1), δηλαδή εφόσον είναι πρωτότυπο. Η “πρωτοτυπία”, η έννοια της οποίας δεν προσδιορίζεται γενικά από το νόμο είναι, κατά τη θεωρία της στατιστικής μοναδικότητας, που επικρατεί στη νομολογία, η κρίση, ότι κάτω από παρόμοιες συνθήκες και με τους ίδιους στόχους, κανένας άλλος δημιουργός, κατά λογική πιθανολόγηση, δεν θα ήταν σε θέση να δημιουργήσει έργο όμοιο ή ότι παρουσιάζει μία ατομική ιδιομορφία ή ένα ελάχιστο όριο “δημιουργικού ύφους” έτσι ώστε να ξεχωρίζει και να διαφοροποιείται από τα έργα της καθημερινότητας ή από άλλα παρεμφερή γνωστά έργα, εκφράζοντας ταυτόχρονα και κάτι από την μοναδικότητα της προσωπικότητας του δημιουργού. Το αν ένα πνευματικό δημιούργημα είναι και πρωτότυπο έργο ή όχι, αποτελεί πραγματικό ζήτημα, υποκείμενο σε απόδειξη, άρα κρίνεται ανελέγκτως από το δικαστήριο της ουσίας. Ο δικαιούχος δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας έχει (α) το αποκλειστικό δικαίωμα οικονομικής εκμετάλλευσης του έργου του, στο οποίο περιλαμβάνεται, κυρίως, η αναπαραγωγή του έργου και η παρουσίασή του στο κοινό (περιουσιακό δικαίωμα) και (β) το αποκλειστικό δικαίωμα προστασίας του προσωπικού του δεσμού με το έργο, το οποίο συνίσταται στην εξουσία του δημιουργού να αποφασίζει για τον τρόπο, χρόνο και τόπο δημοσίευσης του έργου και στην εξουσία να απαιτεί και υποχρεώνει κάθε τρίτο που χρησιμοποιεί το έργο του (ακόμα και αν έχει δώσει άδεια για τη χρήση αυτή) να αναγράφει το όνομά του ως δικαιούχου των πνευματικών δικαιωμάτων επί του έργου (ηθικό δικαίωμα). Αναπαραγωγή ενός πνευματικού έργου, είναι η ενσωμάτωση του πνευματικού έργου σε σταθερά αντίτυπα καθ` οιονδήποτε τρόπο η οποία το καθιστά προσιτό στις αισθήσεις. Ειδικά, στο περιεχόμενο του ηθικού δικαιώματος του δημιουργού περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η εξουσία δημοσίευσης του έργου και η εξουσία αναγνώρισης της πατρότητας. Ακολούθως σύμφωνα με το άρθρο 65 § 1 του ίδιου νόμου (2121/1993), είναι σαφές, ότι ο δικαιούχος δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας δικαιούται σε κάθε περίπτωση προσβολής να αξιώσει την αναγνώριση του δικαιώματος του, την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον. Με την προσβολή δε, θα πρέπει να θίγεται το αντικείμενο του προστατευομένου δικαιώματος, δηλαδή το πρωτότυπο “έργο”, όπως αυτό εκφράζεται με “ορισμένη μορφή” (άρθρο 2 § 1). Ως προσβολή θεωρείται κάθε πράξη που επεμβαίνει στις εξουσίες (ηθικές και περιουσιακές), εφ΄ όσον η πράξη αυτή γίνεται χωρίς την άδεια του υποκειμένου της πνευματικής ιδιοκτησίας και δεν συντρέχουν λόγοι άρσης του παρανόμου (συναίνεση του δημιουργού, συμβατικός περιορισμός και- θεωρητικώς – άμυνα). Το εύρος του περιουσιακού και ηθικού δικαιώματος κρίνεται με βάση τα άρθρα 3, 4 και 6 του ν. 2121/1993. Σημειώνεται ότι η απαρίθμηση των εξουσιών στα άρθρα 3 και 4 του ανωτέρω νόμου είναι ενδεικτική. Η προσβολή της πνευματικής ιδιοκτησίας υπάρχει στο ίδιο ακριβώς πεδίο, στο οποίο κινείται η αποκλειστική εκμετάλλευση του έργου, η κλασσική πάντως μορφή προσβολής της πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά και των συγγενικών δικαιωμάτων, είναι η επανάληψη ξένου έργου, είτε πρόκειται για πιστή αναπαραγωγή του, είτε για αναπαραγωγή του με αποκλίσεις και τροποποιήσεις (διασκευή). Η καθ`οιονδήποτε τρόπο προσβολή του απολύτου και αποκλειστικού δικαιώματος της πνευματικής ιδιοκτησίας συνιστά πράξη παράνομη(ως ενέχουσα εναντίωση προς την αποκλειστική εξουσία του δικαιούχου) και, εφ` όσον γίνεται υπαιτίως, από έναν ή και περισσότερους συνιστά αδικοπραξία που παρέχει στον τελευταίο αξίωση αποζημίωσης και ικανοποίησης της ηθικής του βλάβης (ΑΠ 415/ 2018 , ΑΠ 1051/2015, 509/2015, 537/2010, 1493/2009, 963/2006, 20/2005, 124 8/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγουσες αλλοδαπές εταιρείες  «…………» και  «………….» και ήδη πρώτη και δεύτερη εφεσίβλητες (στην υπο στοιχ. α΄έφεση) και ήδη πρώτη και δεύτερη εφεσίβλητες (στην υπο στοιχ. β΄έφεση), με την από 1-07-2019 (γεν.αριθμ.καταθ……./2019) αγωγή τους ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, στρεφόμενες κατά: 1. Της εταιρείας με την επωνυμία «………….» και τον διακριτικό τίτλο ««…………» και ήδη δεύτερης εκκαλούσας (στην υπο στοιχ.β΄έφεση) και τέταρτης εφεσίβλητης (στην υπο στοιχ. α΄έφεση), 2. Της εταιρείας  με την επωνυμία «…………» και τον διακριτικό τίτλο «………» και ήδη πρώτης εκκαλούσας (στην υπο στοιχ.β΄έφεση) και τρίτης εφεσίβλητης (στην υπό στοιχ.α΄έφεση)  3.Της  εταιρείας με την επωνυμία «……….» και ήδη δεύτερης εκκαλούσας (στην υπο στοιχ.α΄έφεση ) και τέταρτης εφεσίβλητης ( στην υπο στοιχ.β΄έφεση )  4. Της εταιρείας με την επωνυμία « …………..» και τον διακριτικό τίτλο «…………» και ήδη πρώτης εκκαλούσας (στην υπο στοιχ.α΄έφεση) και τρίτης εφεσίβλητης (στην υπο στοιχ.β΄έφεση)  5. Του …………. και ήδη τρίτου εκκαλούντα  (στην υπο στοιχ. β΄έφεση ) και πέμπτου εφεσίβλητου (στην υπο στοιχ.α΄έφεση) και 6. Του ………….. και ήδη τρίτου εκκαλούντα (στην υπο στοιχ.α΄έφεση) και πέμπτου εφεσίβλητου (στην υπο στοιχ.β΄έφεση), εξέθεσαν τα ακόλουθα: Ότι παράγουν λογισμικά, τα οποία αποτελούν πρωτότυπα έργα, επι των οποίων έχουν αποκτήσει δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και έχουν κατοχυρώσει νόμιμα η μεν πρώτη από αυτές (ενάγουσες) απεικονιστικούς και λεκτικούς χαρακτήρες  «…», «…», «…….» και «…..», δε δεύτερη από αυτές τις λεκτικές ενδείξεις «….», «….», «….» και «…..», ως αλλοδαπά κοινοτικά σήματα, που συνιστούν σήματα φήμης, των οποίων είναι δικαιούχοι. Ότι οι τέσσερις πρώτες εναγόμενες εταιρείες αποτελούν συνδεδεμένες επιχειρήσεις οι οποίες χρησιμοποιούν τις ίδιες εγκαταστάσεις, το ίδιο προσωπικό και τα ίδια μηχανήματα ηλεκτρονικών υπολογιστών για την εκτέλεση των σκοπών της εμπορίας τους, μεταξύ των οποίων και η παροχή ναυτιλιακών και τουριστικών εργασιών, επιπροσθέτως δε ότι η μεν πρώτη και η δεύτερη εκπροσωπούνται από τον πέμπτο των εναγομένων, η δε τρίτη και η τέταρτη εκπροσωπούνται από τον έκτο των εναγομένων. Οτι κατόπιν νόμιμης έρευνας, η οποία διεξήχθη με επιμέλεια των εναγουσών, δυνάμει της από 07-11-2018 προσωρινής διαταγής της Προέδρου Πρωτοδικών Πειραιά, στα επι της οδού ………. γραφεία των εναγομένων στον Πειραιά, διαπιστώθηκε η από τις τελευταίες  – ανευ αδείας των εναγουσών – από κοινού εγκατάσταση και χρήση των αναφερόμενων αναλυτικά σ΄αυτήν (αγωγή) λογισμικών (λειτουργικών συστημάτων και εφαρμογών) στους χρησιμοποιούμενους από τους υπαλλήλους των τεσσάρων πρώτων εναγομένων ηλεκτρονικούς υπολογιστές, όπως αυτά αναλυτικά εκτίθενται στην αγωγή κατά κατηγορία, επωνυμία και έκδοση.

Με βάση το ιστορικό αυτό, οι ενάγουσες, επικαλούμενες υπαίτια και από κοινού εκ μέρους των εναγομένων, προσβολή του πνευματικού δικαιώματος επι των προγραμμάτων και των σημάτων φήμης τους, ζήτησαν (όπως το αίτημά τους παραδεκτά κατ΄άρθο 224 ΚΠολΔ συμπληρώθηκε με τις προτάσεις του που κατέθεσαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να καταβάλουν αλληλλεγγύως και εις ολόκληρον καθένας από αυτούς στην πρώτη από αυτές (ενάγουσες) το ποσό των 23.744 ευρώ και στη δεύτερη (ενάγουσα) το ποσό των 154.020 ευρώ, ως αποζημίωση, για την παράνομη, ανευ αδείας χρήση των λογισμικών τους, υπολογιζόμενη κατά τη διάταξη του άρθρου 65 παρ.2 του ν.2121/1993, καθώς και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη καθεμία από αυτές από την παράνομη και υπαίτια προσβολή των μεν προϊόντων πνευματικής ιδιοκτησίας της, το ποσό των 4.000 ευρώ, των δε σημάτων της το ποσό των 4.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Επικουρικώς δε, για την περίπτωση της μη υπαίτιας παραβίασης των προϊόντων πνευματικής ιδιοκτησίας τους, οι ενάγουσες ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 11.872 ευρώ και στη δεύτερη από αυτές το ποσό των 77.025 ευρώ, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 65 παρ.3 του ν.2121/ 1993,νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Τέλος ζήτησαν να διαταχθεί η δημοσίευση του διατακτικού της εκδοθησομένης απόφασης εντος 15 ημερών από την έκδοσή της, σε δύο περιοδικά που ασχολούνται με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, με δαπάνες των εναγομένων και τέλος να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην εν γένει δικαστική τους δαπάνη.

Επι της αγωγής αυτής, στην οποία παραδεκτά σωρεύονται κατ άρθρο 218 παρ.1 ΚΠολΔ, αγωγή αποζημίωσης λόγω προσβολής προϊόντων πνευματικής ιδιοκτησίας και αγωγή αποζημίωσης λόγω προσβολής κοινοτικών και αλλοδαπών σημάτων φήμης, εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο ως άνω Δικαστήριο η εκκαλουμένη υπ΄αριθμ.2222/2020  απόφαση η οποία, αφού απέρριψε τη σωρευόμενη στο αγωγικό δικόγραφο ως άνω αγωγή αποζημίωσης λόγω προσβολής αλλοδαπών και κοινοτικών σημάτων ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης των εναγομένων, κατόπιν έκρινε ορισμένη και νόμιμη τη σωρευόμενη στο αγωγικό δικόγραφο αγωγή αποζημίωσης λόγω προσβολής προϊόντων πνευματικής ιδιοκτησίας, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ελληνικό δίκαιο στην έχουσα στοιχεία αλλοδαπότητας εν προκειμένω ένδικη διαφορά, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 2,3,40,63β, 65 παρ.2,3,66γ, 67 του ν.2121/ 1993, 71, 481, 914, 922, 926, 932, 340,345,346 του ΑΚ και 176,180,190,907 και 908 ΚΠολΔ και δέχθηκε εν μέρει αυτήν (άνω αγωγή) ως κατ΄ουσίαν βάσιμη, υποχρέωσε τους εναγόμενους εις ολόκληρον να καταβάλουν στην πρώτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 18.480,00 ευρώ και στη δεύτερη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 159.050,00 ευρώ, νομιμοτόκως τα ανωτέρω ποσά από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, διέταξε τη με δαπάνες των εναγομένων δημοσίευση του διατακτικού της απόφασης εντος 15 ημερών από ην έκδοσή της, σε δύο περιοδικά επιλογής των εναγουσών, τα οποία περιέχουν πληροφορίες για ηλεκτρονικούς υπολογιστές και τέλος καταδίκασε τους εναγόμενους σε μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγουσών, τα οποία όρισε στο ποσό των 8.400,00 ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες με τις κρινόμενες εφέσεις τους για τους λόγους που αναφέρονται σ` αυτές ,οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε στη συνέχεια  να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της.

Με αυτό το περιεχόμενο η ένδικη αγωγή είναι αρκούντως ορισμένη, καθώς σ΄αυτήν διαλαμβάνονται όλα τα απαραίτητα και αναφερόμενα στις διατάξεις της προηγηθείσας νομικής σκέψης στοιχεία, απορριπτομένου ως αβάσιμου  του ισχυρισμού που προέβαλαν οι εναγόμενοι ήδη εκκαλούντες, τον οποίο επαναφέρουν  με σχετικό λόγο των εφέσεών τους, περί αοριστίας της ένδικης αγωγής.

Από τις υπ΄αριθμ………./ 1-11-2019 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων των εναγουσών, ………….. αντίστοιχα, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, ληφθείσες κατόπιν νομότυπης κλήτευσης των αντιδίκων τους –εναγομένων, από τις υπ΄αριθμ. …… και ……/ 08-11-2019 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της πρώτης, δεύτερης και πέμπτου των εναγομένων, ………. και  ……….. αντίστοιχα, ενώπιον της Συμβ/φου Πειραιά, ……….., ληφθείσες κατόπιν νομότυπης κλήτευσης των αντιδίκων τους–εναγουσών, από την υπ΄αριθμ. ……./08-11-2018 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα των τρίτης, τέταρτης και έκτου των εναγομένων, ………..,  ενώπιον της ίδιας ως ανω Συμβ/φου, ληφθείσα κατόπιν νομότυπης κλήτευσης των αντιδίκων τους – εναγουσών, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους (άρθρα 261, 352 του ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ  βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη ενάγουσα με την επωνυμία «………….», η οποία εδρεύει στην Ουάσιγκτον των Η.Π.Α., είναι εταιρεία παραγωγής λειτουργικών συστημάτων και εφαρμογών ηλεκτρονικών υπολογιστών και η δεύτερη ενάγουσα  με την επωνυμία «……….» και έδρα το Σαν Ραφαέλ της Καλιφόρνια των Η.Π.Α., είναι εταιρεία παραγωγής εφαρμογών ηλεκτρονικού υπολογιστή, αμφότερες δε διανέμουν τα προϊόντα τους διεθνώς. Μεταξύ δε των προϊόντων της πρώτης ενάγουσας περιλαμβάνεται το λειτουργικό σύστημα ………………..”, ενώ μεταξύ των προϊόντων της δεύτερης ενάγουσας περιλαμβάνονται οι εφαρμογές …………… Τα εν λόγω λογισμικά συνιστούν πρωτότυπα πνευματικά έργα, τα οποία προστατεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ.3 και 40 επ. του ν.2121/1993 και έχουν δημιουργηθεί από υπαλλήλους των εναγουσών στο πλαίσιο των ερευνητικών προγραμμάτων των εταιρειών, ώστε τα περιουσιακά δικαιώματα επ΄αυτών έχουν μεταβιβασθεί αυτοδικαίως στις εργοδότριές τους – ενάγουσες εταιρείες (άρθρ.40 ν.2121/1993). Όλα δε τα ανωτέρω συνομολόγησαν  και οι εναγόμενοι με τις προτάσεις τους που κατέθεσαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο (άρθρ.352 παρ.1 ΚΠολΔ). Συνεπώς, οι ενάγουσες, ως αποκλειστικές δικαιούχοι του περιουσιακού δικαιώματος επι των ως ανω προγραμμάτων (άρθρ.3 παρ.1 περ.α΄ και δ΄και 42 παρ.2 του ν.2121/1993), έχουν τη νόμιμη εξουσία να επιτρέπουν, με τη χορήγηση σχετικής άδειας, τη χρήση των λογισμικών τους, ήτοι την εγκατάσταση, εμφάνιση, εκτέλεση ή αποθήκευσή τους σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Κάθε άδεια δε που παραχωρείται, από καθεμία από τις ενάγουσες εταιρείες, επιτρέπει την αναπαραγωγή, υπο τη μορφή της εγκατάστασης, εμφάνισης και χρήσης του λογισμικού σε έναν μόνον χρήστη (ή συσκευή, όπου η άδεια συνδέεται με τον αριθμό χρήσης συσκευών), αποκλειομένης της εγκατάστασης, εμφάνισης ή χρήσης του προγράμματος από δεύτερο χρήστη (ή σε δεύτερη συσκευή, όπου η άδεια συνδέεται με τον αριθμό χρήσης συσκευών), χωρις νέα και ρητή προς τούτο άδεια του εκάστοτε δικαιούχου. Για τη διαπίστωση δε της νομιμότητας του λογισμικού απαιτείται σωρευτικά ο έλεγχος και η ταυτοποίηση των τιμολογίων αγοράς των προϊόντων με τα εντοπισθέντα λογισμικά και η αντιπαραβολή τους με τις «άδειες χρήσης τελικού χρήστη λογισμικού». Ελλείψει δε των τελευταίων, η νομιμότητα του λογισμικού, ειδικά για τις περιπτώσεις των προεγκατεστημένων λογισμικών (λειτουργικών συστημάτων και εφαρμογών), δύναται να διαπιστωθεί και από τον σωρευτικό έλεγχο και την αντιπαραβολή των τιμολογίων αγοράς των προϊόντων και του πιστοποιητικού αυθεντικότητας του λογισμικού, το οποίο φέρει έναν 25ψηφιο συνδυασμό γραμμάτων και αριθμών (product key), μοναδικό για κάθε άδεια χρήσης.

Στη συνέχεια από τα ίδια ως ανω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι η πρώτη των εναγομένων είναι ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία «………….» και τον διακριτικό τίτλο «…………», με έδρα τον Πειραιά (οδός …. αριθ. …..) και εμπορικό σκοπό, μεταξύ άλλων, την ανέγερση και εκμετάλλευση τουριστικών καταλυμάτων σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, την παροχή κάθε μορφής τουριστικών υπηρεσιών και τη χρήση και εκμετάλλευση πλοίων. Η δεύτερη των εναγομένων είναι επίσης ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία «………» και τον διακριτικό τίτλο «……….», με έδρα στον …….. και εμπορικό σκοπό, μεταξύ άλλων, την ανέγερση και εκμετάλλευση τουριστικών καταλυμάτων σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, την παροχή κάθε μορφής τουριστικών υπηρεσιών, καθώς και τη ναυπήγηση, επισκευή, συντήρηση κάθε είδους πλοίων, σκαφών και πλωτών ναυπηγημάτων, και διατηρεί γραφεία στον Πειραιά επι της οδού ………… Η τρίτη των εναγομένων είναι ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «….. .» η οποία εδρεύει στη Λιβερία και διατηρεί υποκατάστημα στον Πειραιά επι της οδού ………… με εμπορικό σκοπό τη διαχείριση, εκμετάλλευση, ναύλωση, μεσιτεία ναύλωσης ή αγοραπωλησιών ή ναυπηγήσεων πλοίων (με ελληνική ή ξένη σημαία) άνω των 500 κόρων ολικής χωρητικότητας, με εξαίρεση τα επιβατηγά ακτοπλοϊκά πλοία και τα εμπορικά πλοία που εκτελούν εσωτερικούς πλόες, καθώς και την αντιπροσώπευση πλοιοκτητριών εταιρειών και επιχειρήσεων που έχουν ως αντικείμενο εργασιών τις παραπάνω δραστηριότητες. Η τέταρτη των εναγομένων είναι ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία «……….» και τον διακριτικό τίτλο «……….», με έδρα τον ………. και εμπορικό σκοπό, μεταξύ άλλων, την ανέγερση και εκμετάλλευση τουριστικών καταλυμάτων σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, την παροχή κάθε μορφής τουριστικών υπηρεσιών και την εκτέλεση παντός είδους ναυτιλιακών εργασιών και διατηρεί γραφεία στον Πειραιά επι της οδού … αρ…… Κατά τον χρόνο δε άσκησης της αγωγής, ο μεν πέμπτος των εναγομένων ήταν καταστατικός διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης των εναγομένων (βλ.σχετ. άρθρο 9ο του καταστατικού που δημοσιεύθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. στις 4-12-2018 ) και έμμισθος διαχειριστής της πρώτης των εναγομένων (βλ.σχετ.το από 24-01-2019 αποδεικτικό πληρωμής του από την Τράπεζα Alpha Bank), ο δε έκτος των εναγομένων ήταν καταστατικός διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της τέταρτης των εναγομένων (βλ.σχετ. άρθρο 9ο του καταστατικού που δημοσιεύθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. στις 4-1-2018), καθώς και νόμιμος εκπρόσωπος στην Ελλάδα της τρίτης των εναγομένων.

Περαιτέρω, σε εκτέλεση της από 07-11-2018 προσωρινής διαταγής της Προέδρου Πρωτοδικών του Πρωτοδικείου Πειραιά, την 08-11-2018 διενεργήθηκε, στα ευρισκόμενα στον Πειραιά και επι της οδού …. αρ….. γραφεία των εναγομένων, αναλυτική απογραφή λειτουργικών συστημάτων και εφαρμογών ηλεκτρονικών υπολογιστών, συνταχθείσας της υπ΄αριθμ…../08-11-2018 «έκθεσης απογραφής προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών και αδειών αυτών» του διορισμένου στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών δικαστικού επιμελητή ………, υποβοηθούμενου από τους μάρτυρες- τεχνικούς ηλεκτρονικών υπολογιστών ……….. και …………, από την οποία (απογραφή) προέκυψε ότι ήταν εγκατεστημένα στους σκληρούς δίσκους των 21 ηλεκτρονικών υπολογιστών, που βρέθηκαν στον χώρο, τα εξής λειτουργικά συστήματα : Α) Πέντε (5) λειτουργικά συστήματα ………….., επικολλημένο στον καθένα ηλεκτρονικό υπολογιστή, πιστοποιητικό γνησιότητας αυτών (CoA), B) Δεκαέξι (16) λειτουργικά συστήματα Windows,των παρακάτω εκδόσεων : 1……………….. Όπως αποδείχθηκε, τα ως ανω λειτουργικά συστήματα δεν συνοδεύονταν από πιστοποιητικό γνησιότητας, με εξαίρεση δύο από τα αναφερόμενα στο υπο στοιχ. « 5» λειτουργικά συστήματα, για τα οποία είχε επικολληθεί στους αντίστοιχους ηλεκτρονικούς υπολογιστές πιστοποιητικό γνησιότητας του ίδιου λειτουργικού συστήματος «…..», διαφορετικής όμως έκδοσης, ήτοι  « …………..» αντι για τα εγκατεστημένα «…….». Γ) Οι παρακάτω εφαρμογές ηλεκτρονικών υπολογιστών:  …………………….

Όπως δε βεβαιώνεται στην προαναφερομένη έκθεση απογραφής, τα ως ανω προγράμματα δεν έφεραν, στους αντίστοιχους εγκατεστημένους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, επικολλημένα πιστοποιητικά γνησιότητας, η δε απουσία νόμιμης άδειας χρήσης τους συνομολογήθηκε και από τους εναγόμενους με τις προτάσεις που κατέθεσαν στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (άρθρ.352 παρ.1ΚΠολΔ) αποτελώντας πλήρη απόδειξη εναντίον αυτών.

Οι εναγόμενοι δε, ισχυρίστηκαν ότι το σύνολο των 21 ηλεκτρονικών υπολογιστών που βρέθηκαν στις εγκαταστάσεις της επι της οδού ………. οικοδομής, ανήκει κατά κυριότητα στη δεύτερη από αυτούς, περιήλθαν δε οι 5 πρώτοι αρχικά, κατά τον Απρίλο του 2016, ως καινούριοι υπολογιστές με εγκατεστημένα και νομίμως αδειοδοτημένα τα λειτουργικά συστήματα «……», οι δε υπόλοιποι 16, κατά τον Ιανουάριο του 2018,ως μεταχειρισμένοι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, από τους οποίους οι 5 διέθεταν επικολλημένη άδεια χρήσης του λειτουργικού συστήματος  «….», με σειριακούς αριθμούς λογισμικού ……………. προσκομίζοντας προς απόδειξη του ισχυρισμού τους τα υπ΄αριθμ…../05-01-2018, …./10-01-2018, …./15-01-2018, …./18-01-2018, …./ 18-01-2018, …./ 22-01-2018 και …./ 26-01-2018 τιμολόγια πώλησης της εταιρείας με την επωνυμία «…………..». Όσον δε αφορά τους 5 πρώτους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, οι οποίοι περιήλθαν στην κυριότητα της δεύτερης εναγομένης, κατά τον Απρίλιο του 2016, αυτοί βρέθηκαν πράγματι να φέρουν εγκατεστημένα λειτουργικά συστήματα, τα οποία έφεραν τις νόμιμες άδειες χρήσης, όπως και οι ίδιες οι ενάγουσες συνομολόγησαν σε καθ΄υποφοράν απάντηση της αγωγής τους (άρθρ.352 παρ.1 ΚΠολΔ),  και για τον λόγο αυτό τα λειτουργικά συστήματα αυτών εξαιρέθηκαν από την επίδικη αξίωση αποζημίωσης των εναγουσών και αποτελούν τα πέντε πρώτα από τα καταγραφόμενα, στην προαναφερόμενη έκθεση απογραφής, λειτουργικά συστήματα με νομίμως επικολλημένο σε κάθε ηλεκτρονικό υπολογιστή πιστοποιητικό γνησιότητας (CoA).

Ενώ, ως προς τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές που περιήλθαν στην κυριότητα της δεύτερης εναγομένης τον Ιανουάριο του 2018, δεν αποδείχθηκε ότι αυτοί έφεραν νόμιμες άδειες χρήσης των λειτουργικών συστημάτων τους και των εγκατεστημένων προγραμμάτων των εναγουσών, και αυτό διότι, ανεξάρτητα από το ότι στα επικαλούμενα από τις εναγόμενες τιμολόγια πώλησης ηλεκτρονικών υπολογιστών δεν αναφέρεται ως πωληθείσα και μεταβιβασθείσα προς τη δεύτερη των εναγομένων η άδεια χρήσης οιουδήποτε εκ των εγκατεστημένων στους πωληθέντες ηλεκτρονικούς υπολογιστές λογισμικού (βλ.σχετ. τα υπ΄αριθμ…./05-01-2018, …./10-01-2018, …./15-01-2018, …/18-01-2018, …/ 22-01-2018 και 127/ 26-11-2018 τιμολόγια πώλησης της εταιρείας με την επωνυμία ‘……………), πλην όμως από την υπ΄αριθμ……/08-11-2018 έκθεση απογραφής του διορισμένου στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών, δικαστικού επιμελητή ……………. αποδεικνύεται ότι στους προαναφερόμενους και επικαλούμενους από τη δεύτερη εναγομένη πέντε μεταχειρισμένους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, βρισκόταν εγκατεστημένη διαφορετική της επικαλούμενης από τη δεύτερη εναγομένη έκδοση του λειτουργικού συστήματος «………….», φέρουσα διαφορετικό σειριακό κωδικό, η δε εγκατάστασή τους έλαβε χώρα σε χρόνο (Ιουνιο του 2018) μεταγενέστερο της κτήσης της κυριότητας από τη δεύτερη εναγομένη των μηχανημάτων των ηλεκτρονικών υπολογιστών (Ιανουάριο του 2018) (βλ.σχετ.την υπ΄αριθμ. …./08-11-2018 έκθεση απογραφής). Συγκεκριμένα, στον με κωδικό «……» ηλεκτρονικό υπολογιστή εγκαταστάθηκε στις 26-06-2018 η έκδοση «………..» με σειριακό αριθμό λογισμικού (Product ID) «…………….», στον με κωδικό «…» ηλεκτρονικό υπολογιστή εγκαταστάθηκε στις 26-06-2018, η έκδοση «……….» με σειριακό αριθμό λογισμικού (Product ID) « ………», στον με κωδικό «….» ηλεκτρονικό υπολογιστή εγκαταστάθηκε στις 26-06-2018, η έκδοση «……….» με σειριακό αριθμό λογισμικού (Product ID) «………..», στον με κωδικό «….» ηλεκτρονικό υπολογιστή εγκαταστάθηκε στις 26-06-2018, η έκδοση «………….» με σειριακό αριθμό λογισμικού (Product ID) «………»  και στον κωδικό «……….» ηλεκτρονικό υπολογιστή εγκαταστάθηκε στις 26-06-018,η έκδοση  «…………» με σειριακό αριθμό λογισμικού (Product ID) «………..».

Επομένως ο ισχυρισμός της δεύτερης των εναγομένων ότι οι ανωτέρω 5 από τους αποκτηθέντες, κατά τον μήνα Ιανουάριο του 2018, μεταχειρισμένους ηλεκτρονικούς υπολογιστές της είχαν εγκατεστημένα νομίμως αδειοδοτημένα λειτουργικά συστήματα …………, απορριπτέος τυγχάνει ως κατ΄ουσίαν αβάσιμος.

Στη συνέχεια από τα ίδια ως ανω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι αν και η κυριότητα των παραπάνω ηλεκτρονικών υπολογιστών ανήκε στη δεύτερη των εναγομένων, όμως η χρήση τους ανήκε από κοινού και στις πρώτη, τρίτη και τέταρτη από τους εναγομένους, η δε παράνομη εγκατάσταση και χρήση των προϊόντων πνευματικής ιδιοκτησίας των εναγουσών, έλαβε χώρα κατόπιν κοινής απόφασης και σύμπραξης των εναγομένων. Ειδικότερα, όπως προαναφέρθηκε, οι 4 πρώτες των εναγομένων αποτελούν κεφαλαιουχικές εταιρείες που στεγάζονται σε ενιαία επι της οδού ………… γραφεία, στον Πειραιά Αττικής, με συναφές (και κάποιες φορές ταυτόσημο) αντικείμενο εργασιών (ήτοι, τουριστικές και ναυτιλιακές εργασίες, εκμετάλλευση ακινήτων και σκαφών), κατά τον χρόνο δε άσκησης της αγωγής την εκπροσώπησή τους είχαν, της μεν πρώτης και δεύτερης από αυτές ο πέμπτος των εναγομένων, της δε τρίτης και τέταρτης από αυτές ο έκτος των εναγομένων. Παρά όμως τον φαινομενικό αυτό διαχωρισμό των εναγόμενων εταιρειών, η εν τοις πράγμασι διασύνδεση των συμφερόντων τους προκύπτει από τα ακόλουθα: Οι εν λόγω εταιρείες διατηρούν γραφεία στην επι της οδού ……….. οικοδομή που βρίσκεται στον Πειραιά, με κοινή είσοδο, ενιαίο χώρο εργασίας και λειτουργίας και κοινή χρήση του κινητού εξοπλισμού τους από το υπαλληλικό προσωπικό τους.

Συγκεκριμένα, όπως αποδείχθηκε από την υπ΄αριθμ……/2018 έκθεση απογραφής του δικαστικού επιμελητή ………, το σύνολο των ηλεκτρονικών υπολογιστών που βρέθηκαν στις εγκαταστάσεις των εναγομένων εταιρειών ήταν συνδεδεμένο σε κοινό δίκτυο που εξυπηρετούσε ο με αρ…… διακομιστής (server) δια μέσου του οποίου γινόταν η επιπλέον χρήση του λειτουργικού συστήματος «……….» και του προγράμματος «…………..» της πρώτης ενάγουσας, ενώ δεν υφίστατο διαχωρισμός των γραφείων των εναγομένων, ούτε κατέστη αυτός εφικτός κατά την διάρκεια της απογραφής (βλ.τον προσδιορισμό των χώρων μόνον κατά ορόφους και σειριακό αριθμό ηλεκτρονικού υπολογιστή). Η συστέγαση αυτή και η παντελής έλλειψη διαχωρισμού του κινητού εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων των εναγόμενων εταιρειών επιβεβαιώνεται και από την υπ΄αριθμ. ………../ 2013 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά του ………., ο οποίος συνέδραμε τον ανωτέρω δικαστικό επιμελητή στην απογραφή των λογισμικών των ηλεκτρονικών υπολογιστών και ο οποίος, αναφέρθηκε επιπλέον σε μία ενιαία είσοδο των γραφείων των εταιρειών, οι οποίες στεγάζονταν στο κτίριο («κ………..»), καθώς και σε ενιαία συμπεριφορά των υπαλλήλων των εναγομένων, οι οποίοι αρνήθηκαν να διαχωρίσουν τον κινητό εξοπλισμό κατά πρόσωπο χρήστη, αποσυνέδεσαν τους χειριζόμενους από αυτούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές από το κεντρικό δίκτυο, προκειμένου να αποτραπεί η απογραφή περισσότερων λογισμικών ηλεκτρονικών υπολογιστών των εναγουσών και αποχώρησαν από το κτίριο. Επίσης, οι μοναδικοί μέτοχοι της πρώτης και δεύτερης των εναγομένων, κυπριακές εταιρείες με τις επωνυμίες «……..» και «…………» διατηρούν την ίδια έδρα και στη Λευκωσία στην Κύπρο και επι της οδού ………. (βλ. σχετ. τις υπ΄αριθμ……/24-02-2017 και …../ 04-1-20018 ανακοινώσεις καταχώρισης καταστατικού στο Γ.Ε.ΜΗ.), ενώ οι πέμπτος και έκτος των εναγομένων συμμετείχαν εως το τέλος του έτους 2018 στη διοίκηση και εκπροσώπηση των εταιρειών, τις οποίες δεν εκπροσωπούσαν κατά τον χρόνο άσκησης της ένδικης αγωγής. Ειδικότερα, ο πέμπτος των εναγομένων εταιρειών, εκπρόσωπος της πρώτης και δεύτερης από αυτές, ήταν μέχρι τις 24-01-2019,με τον έκτο των εναγομένων, νόμιμος εκπρόσωπος και της τέταρτης των εναγομένων (βλ.σχετ.την υπ.΄αριθμ.  πρωτ……./ 24-01-2019 ανακοίνωση καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ.), ενώ ο έκτος των εναγομένων, εκπρόσωπος της τρίτης και τέταρτης των εναγομένων κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής, αποτελούσε εως τις 29-01-2019, με τον πέμπτο των εναγομένων, και νόμιμο εκπρόσωπο της δεύτερης των εναγομένων (βλ.σχετ. την υπ΄αριθμ.πρωτ……./29-01-2019 ανακοίνωση καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ.). Εξάλλου, η δεύτερη και η τέταρτη των εναγομένων απέκτησαν τη μορφή της μονοπρόσωπης ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας μετα από μετατροπή τους από ανώνυμες εταιρείες, με έδρα τον Αδάμαντα Μήλου (βλ.σχετ.τις υπ΄αριθ……/04-12-2018 και ……/04-12-2018 ανακοινώσεις καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ.). Ο ισχυρισμός δε των εναγομένων περι διαχωρισμού προσωπικού και εξοπλισμού των εταιρειών δια του δανεισμού συγκεκριμένων προσώπων και ηλεκτρονικών υπολογιστών της δεύτερης των εναγομένων προς τις υπόλοιπες εναγόμενες εταιρείες απορριπτέος τυγχάνει ως αναπόδεικτος και τούτο για τους ακόλουθους λόγους :  Οι εναγόμενοι για την απόδειξη του σχετικού ισχυρισμού τους προσκομίζουν τις από 12-02-2018 και από 02-01-2019 «συμβάσεις παραχώρησης δανεισμού προσωρινά απασχολουμένων μετά παραχωρήσεως χρήσεως ηλεκτρονικών υπολογιστών», οι οποίες φέρονται να έχουν καταρτισθεί μεταξύ της δεύτερης και καθεμίας από τις πρώτη, τρίτη και τέταρτη από αυτούς. Τα έγγραφα αυτά όμως, ως ιδιωτικά έγγραφα που εκδόθηκαν από τις ίδιες (εναγόμενες εταιρείες) και όχι από τις αντιδίκους τους – ενάγουσες εταιρείες, δεν αποτελούν απόδειξη υπερ των εναγομένων εκδοτριών τους (άρθρ.447 ΚΠολΔ), ενώ επίσης δεν συνοδεύονται ως προς τη βεβαιότητα του χρόνου σύνταξής τους, από θεώρησή τους (άρθρ.446 ΚΠολΔ), ούτε επίσης αποδείχθηκε ότι τα εν λόγω έγγραφα ως αποδεικτικά των συμβάσεων δανεισμού προσωρινώς απασχολούμενου προσωπικού, χρησιμοποιήθηκαν ενώπιον των αρμόδιων αρχών (ασφαλιστικών φορέων, Επιθεώρησης Εργασίας, ΟΑΕΔ κλπ), για την αναγγελία του δανεισμού των εργαζομένων προς αυτές, με τις συνεπαγόμενες έννομες συνέπειες, ενώ δεν συνδυάζονται ούτε με προσκομιδή επίσημου πίνακα απασχόλησης προσωπικού εκάστης των εναγομένων εταιρειών ή βεβαιώσεις του απασχολούμενου προσωπικού περι της ταυτότητας του εργοδότη του. Επιπλέον, αν και τα έγγραφα αυτά φέρεται να συντάχθηκαν για τον δανεισμό συγκεκριμένου υπαλληλικού προσωπικού από τη μία εταιρεία προς την άλλη, εντούτοις ο αριθμός, τα πρόσωπα των φερόμενων ως δανεισθέντων υπαλλήλων, αλλά και η ειδικότητά τους, δεν αναφέρονται σ΄αυτά (καταλείπεται κενό το σχετικό χωρίο), ενώ τα μοναδικά στοιχεία τα οποία ρητώς καταχωρούνται, είναι οι σειριακοί αριθμοί των ηλεκτρονικών υπολογιστών, οι οποίο φέρονται να συνοδεύουν το μη προσδιορισθέν και δανεισθέν υπαλληλικό προσωπικό. Εξάλλου, αν και οι εναγόμενοι επικαλούνται πλήρη αποσύνδεση των ηλεκτρονικών υπολογιστών που φέρονται να χρησιδανείσθηκαν από την δεύτερη προς τις λοιπές εναγόμενες εταιρείες από το κοινό δίκτυο, ο ισχυρισμός τους αυτός, καθώς και οι συνδεόμενες με αυτόν προαναφερθείσες ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων ……… και ………., αντικρούονται από την υπ΄αριθμ……./08-11-2018 έκθεση απογραφής του ως ανω δικαστικού επιμελητή ………., στην οποία βεβαιώνεται ότι οι προαναφερόμενοι υπολογιστές συνδέονται «μέσω remote desktop (απομακρυσμένη πρόσβαση) με τονserver 1007»,με τον οποίο βρίσκονταν συνδεδεμένοι όλοι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές των εναγομένων. Μετά από τα ανωτέρω δεν αποδείχθηκε ότι η σύμβαση δανεισμού υπαλληλικού προσωπικού από τη δεύτερη προς καθεμία από τις λοιπές εναγόμενες εταιρείες, ούτε η παρεπόμενη αυτής σύμβαση χρησιδανείου κινητού εξοπλισμού, απορριπτομένου έτσι ως κατ΄ουσίαν αβάσιμου του σχετικου ισχυρισμού των εναγομένων. Ως εκ τούτου αποδείχθηκε ότι η ως ανω από κοινού χρήση των παρανόμως εγκατεστημένων λειτουργικών συστημάτων και εφαρμογών ηλεκτρονικού υπολογιστή από τους εναγόμενους ήταν υπαίτια και ο συναφής ισχυρισμός των εναγομένων ότι αγνοούσαν την παράνομη εγκατάσταση και χρήση των εν λόγω προγραμμάτων και λειτουργικών συστημάτων, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ουσίαν αβάσιμος, τούτο δε διοτι τα προαναφερόμενα λειτουργικά συστήματα και προγράμματα βρέθηκαν εγκατεστημένα στο μεγαλύτερο μέρος των ηλεκτρονικών υπολογιστών (σε 16 από τους συνολικά 21 ηλεκτρονικούς υπολογιστές), στους οποίους το σύνολο των υπαλλήλων των εναγομένων είχαν πρόσβαση είτε άμεση (physical), είτε απομακρυσμένη (remote desktop) και εκτελούμενη διαμέσου του κοινού δικτύου, στο οποίο ήταν συνδεδεμένο το σύνολο των ηλεκτρονικών υπολογιστών των εναγομένων, τους οποίους αυτοί (οι υπάλληλοι) χρησιμοποιούσαν γνωρίζοντας την εγκατάστασή τους, επρόκειτο δε για προγράμματα ευρείας χρήσης, τα οποία αποτελούσαν αναγκαία εργαλεία για τις δραστηριότητες των εναγομένων και των παρεχόμενων από αυτούς υπηρεσιών, ενώ παράλληλα η δεύτερη των εναγομένων εταιρεία διέθετε και εξειδικευμένους υπαλλήλους, τεχνικούς δικτύου και ηλεκτρονικών υπολογιστών, όπως τους ……… και ……… (βλ.σχετ. τις υπ΄αριθμ…. και …./ 08-11-2019 ένορκες βεβαιώσεις τους), οι οποίοι είχαν τον έλεγχο και την εποπτεία της λειτουργίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών, σημειωτέον δε ότι τα μεγαλύτερο μέρος των προαναφερόμενων λειτουργικών συστημάτων και προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών είχε εγκατασταθεί σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο (Μάιο 2018 – Νοέμβριο 2018) του χρόνου αγοράς των ηλεκτρονικών υπολογιστών εκ μέρους της δεύτερης εναγόμενης (Ιανουάριο του 2018), από το προσωπικό των εναγομένων εταιρειών, το οποίο έκανε χρήση τούτων χωρις οποιοδήποτε διαχωρισμό. Ενώ το γεγονός ότι για ορισμένα από τα παραπάνω λειτουργικά συστήματα (6/16) και εφαρμογές ηλεκτρονικών υπολογιστών (4/30) διαπιστώθηκε η εγκατάστασή τους σε χρονικό διάστημα προγενέστερο της κτήσης της κυριότητας των υπολογιστών από τη δεύτερη εναγομένη, δεν αναιρεί την κρίση και του παρόντος Δικαστηρίου περι της ως ανω γνώσης των εναγομένων, αφου και στην περίπτωση αυτή ευχερώς με το εξειδικευμένο προσωπικό τους, δεν θα ήταν δυνατό να διαφύγει της αντίληψης τούτου η έλλειψη νόμιμης άδειας για τα ανωτέρω προγράμματα, κατά την παραλαβή τους και την συνεχόμενη λειτουργία των ηλεκτρονικών υπολογιστών, και τούτο δε, ανεξάρτητα από το ότι, όπως προαναφέρθηκε, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, κατά την αγορά τους, δεν συνοδεύονταν από κάποιο αποδεικτικό κτήσης νόμιμης άδειας χρήσης των προαναφερόμενων λογισμικών.

Κατόπιν όλων των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι οι πέμπτος και έκτος των εναγομένων, νόμιμοι εκπρόσωποι των πρώτης, δεύτερης και τέταρτης των εναγομένων, ως προαναφέρθηκε, ο δε έκτος των εναγομένων, ως νόμιμος εκπρόσωπος στην Ελλάδα και της τρίτης των εναγομένων, κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου – Νοεμβρίου του 2018,εν γνώσει τους επέτρεψαν την αποδοχή και αποθήκευση των επίδικων, χωρις άδεια, λογισμικών, στους χρησιμοποιούμενους από τις τέσσερις πρώτες ενάγουσες ηλεκτρονικούς υπολογιστές, καθώς και τη χρήση αυτών από τους αρμόδιους υπαλλήλους, δεδομένου ότι επρόκειτο για προγράμματα ευρείας χρήσης, τα οποία αποτελούσαν αναγκαία εργαλεία για τις δραστηριότητες των εναγομένων και των παρεχόμενων από αυτούς υπηρεσιών.

Εξαιτίας δε της ως ανω παράνομης και υπαίτιας προσβολής των προϊόντων πνευματικής ιδιοκτησίας τους, οι ενάγουσες εταιρείες ζημιώθηκαν με τα ποσά, τα οποία οι εναγόμενοι θα δαπανούσαν προκειμένου να αγοράσουν γνήσια αντίγραφα, συνοδευόμενα από τις νόμιμες άδειες χρήσης των ανωτέρω εφαρμογών και λειτουργικών συστημάτων, που βρέθηκαν στους υπολογιστές των εγκαταστάσεών τους. Η δε ζημία που υπέστησαν οι ενάγουσες εταιρείες σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 65 παρ.2 του ν.2121/1993, που καθιερώνει αφηρημένο τρόπο υπολογισμού της ζημίας ,δεν δύναται να είναι κατώτερη από το διπλάσιο της αμοιβής, που συνήθως ή κατά το νόμο καταβάλλεται για το είδος της εκμετάλλευσης, που έκανε χωρις άδεια ο υπόχρεος. Στην ένδικη υπόθεση το ποσό της αποζημίωσης πρέπει να προσδιορισθεί με βάση την τιμή που καταβάλλεται ως αντίτιμο για την αγορά γνήσιων αντιγράφων, με τις νόμιμες άδειες χρήσης των παραπάνω προγραμμάτων κατά τον χρόνο επέλευσης της ζημίας, ήτοι κατά τον χρόνο εγκατάστασης και χρήσης των προγραμμάτων από τους εναγόμενους και ειδικότερα κατά το χρονικό διάστημα Μαϊου 2018 – Νοεμβρίου 2018 (για όσα από τα ανωτέρω λογισμικά εγκαταστάθηκαν μεταγενέστερα της κτήσης των ηλεκτρονικών υπολογιστών από τους εναγόμενους) και κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου 2018 – Νοεμβρίου 2018 (για όσα από τα προαναφερόμενα λογισμικά είχαν ήδη εγκατασταθεί, κατά την κτήση των υπολογιστών τον Ιανουάριο του 2018 και χρησιμοποιούνταν χωρις τη νόμιμη άδεια από τους εναγόμενους μέχρι τον Νοέμβριο του 2018). Το εν λόγω δε αντίτιμο πρέπει να προσδιορισθεί με βάση τη μέση αγοραία αξία των γνήσιων αντίστοιχων προϊόντων των εναγουσών, δεδομένου ότι η διάθεση των προϊόντων αυτών δεν λαμβάνει χώρα αποκλειστικά από τις ίδιες τις ενάγουσες, αλλά και από πληθώρα μεταπωλητών και διαμεσολαβητών τους, οι οποίοι δύνανται να μεταπωλούν τα ίδια τα προϊόντα σε χαμηλότερες τιμές από αυτές που τα διαθέτουν απευθείας οι ίδιες οι ενάγουσες, αφου έχουν ήδη προμηθευθεί αυτά σε μεγάλες ποσότητες με χαμηλότερη τιμή αγοράς από αυτή της πώλησης μεμονωμένων προϊοντων, που τους επιτρέπει την επικερδή μεταπώλησή τους σε χαμηλότερες τιμές. Έτσι, για τον λόγο αυτό λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της μέσης αγοραίας αξίας των προϊόντων των εναγουσών τα προσκομιζόμενα από τους διαδίκους τιμολόγια πώλησης και οι προσφορές ηλεκτρονικών καταστημάτων πώλησης των γνήσιων προϊόντων των εναγουσών, χωρις όμως να λαμβάνονται υπόψη οι προσκομισθείσες από τους εναγόμενους προσφορές των ηλεκτρονικών καταστημάτων «…….» και «…….», τη γνησιότητα των οποίων (προϊόντων) αμφισβήτησαν ρητά οι ενάγουσες (με την προσθήκη στις προτάσεις τους που κατέθεσαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο), λόγω του διαχωρισμού της πώλησης και παράδοσης του προγράμματός τους σε σχέση με τον κωδικό ενεργοποίησης του προϊόντος, καθόσον η πρακτική αυτή είναι αντίθετη στον τρόπο πώλησης των γνήσιων προγραμμάτων των εναγουσών και συνιστά ένδειξη μη νόμιμης αδειοδότησης των προϊόντων τους.

Επίσης, λόγω της απόσυρσης από την αγορά των περισσότερων από τα επίδικα προϊόντα αυτών (εναγουσών), κατά τον χρόνο πρόκλησης της ζημίας τους και της αντικατάστασής τους με νεότερες εκδόσεις τους, το ύψος του αντιτίμου γνήσιων λειτουργικών συστημάτων και εφαρμογών, που αποτελεί και τη βάση υπολογισμού της αποζημίωσης, πρέπει να υπολογισθεί με βάση το σχετικό αντίτιμο των διατιθέμενων στην αγορά – κατά τον χρόνο επέλευσης της ζημίας – νεότερων εκδόσεων, που καλύπτει τη χρήση και εκμετάλλευση των παλαιότερων εκδόσεων, τις οποίες είχαν εγκαταστήσει στους υπολογιστές τους οι εναγόμενοι.

Ειδικότερα, οι εκδόσεις των λειτουργικών προγραμμάτων …..  «……….» και «……..» αντικαταστάθηκαν από την έκδοση «. ….», ενώ οι εκδόσεις του προγράμματος . «……..» και «. ……..»  αντικαταστάθηκαν από την έκδοση « ……….». Αντίθετα, οι εκδόσεις των προγραμμάτων της δεύτερης ενάγουσας κατά τον χρόνο επέλευσης της ζημίας διετίθετο στην αγορά έναντι μηνιαίας ή ετήσιας συνδρομής, λόγω του απεριόριστου όμως χρόνου χρήσης, που παρείχαν στους εναγόμενους οι παλαιότερες εκδόσεις (perpetual licences), η αγοραία αξία τους πρέπει να προσδιορισθεί επι της εγκατεστημένης παλαιότερης έκδοσης, της οποίας είχαν δυνατότητα να κάνουν απεριόριστη χρονικά χρήση οι εναγόμενοι.

Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η δεύτερη των εναγομένων προέβη μεν, κατά τον μήνα Ιανουάριο του 2019 σε αγορά 10 λειτουργικών συστημάτων «….» υπο την ισχύουσα έκδοση «………» της πρώτης ενάγουσας και 2 προγραμμάτων «….» έκδοσης 2019 της δεύτερης ενάγουσας, πλην όμως δεν αποδείχθηκε από κάποιο πειστικό αποδεικτικό μέσο ότι τα ανωτέρω εγκαταστάθηκαν στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές που ανήκαν σ΄αυτή κατά κυριότητα και ήταν εγκατεστημένα στα γραφεία της, επι της οδού ………. στον Πειραιά, αφου παραδόθηκαν στον …… στη …, στην έδρα της δεύτερης εναγόμενης και όχι στα γραφεία της στον Πειραιά (βλ.σχετ. το υπ΄αριθμ……/2019 τιμολόγιο πώλησης της εταιρείας με την επωνυμία «…………. σε συνδ. με το υπ΄αριθμ…../ 31-01-2019 τιμολόγιο πώλησης της εταιρείας με την επωνυμία «………….».

Κατόπιν αυτών, η νόμιμη αποζημίωση των εναγουσών, ανέρχεται, σύμφωνα με τον εφαρμοζόμενο κατά τη διάταξη του άρθρου 65 παρ.2 του ν.2121/1993 αφηρημένο τρόπο υπολογισμού της ζημίας, στα εξής ποσά : Α ) όσον αφορά την πρώτη ενάγουσα : 1. …………..

Β) Όσον αφορά τις άδειες απεριόριστης χρήσης των προϊόντων της δεύτερης ενάγουσας ………….

Κατά το άρθρο 932 ΑΚ, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι` αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των μερών.

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως αποδείχθηκε, εκτος από την προαναφερόμενη περιουσιακή ζημία των εναγουσών, καθεμία από αυτές υπέστη ηθική βλάβη εξαιτίας της προσβολής της φήμης και του κύρους της για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούνται χρηματική ικανοποίηση, το ύψος της οποίας πρέπει να καθορισθεί στο ποσό των χιλίων (1.000,00) ευρώ για την πρώτη και στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000,00) ευρώ για τη δεύτερη από αυτές (ενάγουσες). Τα εν λόγω ποσά κρίνονται εύλογα, λαμβανομένων υπόψη του βαθμού υπαιτιότητας των εναγομένων, των συνθηκών τέλεσης των αδικοπραξιών, της βαρύτητας της προσβολής και φήμης και του κύρους των εναγουσών, της έκτασης και της φύσης της ζημίας εκάστης αυτών καθώς και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων (ολΑΠ 13/02, ΑΠ 8/09, ΑΠ 298/09, ΑΠ 44/09  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τα ποσά αυτά κρίνονται ως δίκαια και εύλογα (βλ. και ΑΠ 716/08, ΑΠ 433/08, ΑΠ 1779/08, ΑΠ 635/07 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), δηλαδή, ανάλογα με τις συγκεκριμένες περιστάσεις της προκείμενης ένδικης υπόθεσης, αλλά και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (αρθ. 25§1 του Συντάγματος και 2, 9§2 και 10§2 της ΕΣΔΑ), όπως η αρχή αυτή, εξειδικεύεται με την ανωτέρω διάταξη του αρθ. 932 ΑΚ για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης (βλ. και ολΑΠ 6/09, ΑΠ 79/10, ΑΠ 123/10 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τα συγκεκριμένα ποσά χρηματικής ικανοποίησης αξιολογούνται ως εύλογα και επαρκή να αποκαταστήσουν  πλήρως την επίδικη ηθική βλάβη των εναγουσών.

Συνακόλουθα των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που για την αγωγή δέχθηκε τα ίδια, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και  την εκτίμηση των αποδείξεων και ως εκ τούτου οι αντίθετοι περι των ανωτέρω ισχυρισμοί των εναγομένων, που αποτελούν λόγους των εφέσεών τους πρέπει ν΄απορριφθούν ως αβάσιμοι  όπως και οι υπο κρίση εφέσεις τους.

Κατόπιν των ανωτέρω πρέπει  ν΄απορριφθούν οι ένδικες εφέσεις ως ουσιαστικά αβάσιμες και να επιβληθούν στους εκκαλούντες λόγω της ήττας τους, τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κάθε έφεσης, κατόπιν σχετικού αιτήματος  των τελευταίων (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό. Επίσης πρέπει να ορισθεί το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας σε περίπτωση ασκήσεως από τους ερημοδικασθέντες εφεσίβλητους  ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης.

Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης, που οι εκκαλούντες κατέθεσαν, κατ` άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει ερήμην των εφεσιβλήτων : 1. Της κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» και τον διακριτικό τίτλο «…………..», 2. Της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..» και τον διακριτικό τίτλο ««…………» 3. …………  4. Της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία « ………..» και τον διακριτικό τίτλο «…………..», 5. Της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…………» και 6. ……….. και κατ΄ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων: α) την από 26-10-2020 (γεν.αριθμ.καταθ……/2020) έφεση και β) την από 26-10-2020  (γεν.αρ.καταθ……./2020) έφεση κατά της υπ΄αριθμ. 2222/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).

Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων εβδομήντα (270,00) ευρώ.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν αυτές (εφέσεις).

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, κάθε έφεσης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700,00) ευρώ, για κάθε έφεση. Και

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των e-παραβόλων με αριθμούς ……../2020 και ……./2020, άσκησης εφέσεων, που κατέθεσαν οι εκκαλούντες, ποσού εκατό (100,00) ευρώ αντίστοιχα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 8 Αυγούστου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων όσων από αυτούς παραστάθηκαν.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ