Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 429/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός απόφασης 429/2022
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη και Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Δ.Π..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ανώνυμης εταιρίας ……………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Ιωάννη Διονύσιο Φιλιώτη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.
Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 7.8.2020 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……../10.8.2020 αίτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’αριθμ.3821/2020 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που την απέρριψε.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η αιτούσα και ήδη εκκαλούσα, με την από 7.4.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……../14.4.2021 και προσδιορισμού στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ……../19.4.2021 έφεση, που προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά την δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσας, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η κρινόμενη από 7.4.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……/14.4.2021 και προσδιορισμού στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ……../19.4.2021 έφεση της εκκαλούσας-αιτούσας, στρέφεται κατά της υπ’αριθμ. 3821/2020 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε παρισταμένης της αιτούσας, κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 739επ.ΚΠολΔ και απέρριψε, ως απαράδεκτη, κατά την κύρια βάση της, αλλά και ως μη νόμιμη και κατά τις δύο βάσεις της, την από 7.8.2020 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………/10.8.2020 αίτηση της, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, εφόσον η αιτούσα δεν επικαλείται, ούτε άλλωστε προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας, ότι έλαβε χώρα επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, μήτε παρήλθε διετία από τη δημοσίευση της [άρθρα, 495 παρ. 1 και 4, 496, 498, 499, 500, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του ν.4335/2015, που εφαρμόζεται στην προκείμενη περίπτωση, κατ’ άρθρον ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4335/2015), 520 παρ.1, 739, 741, 761, 762 ΚΠολΔ], αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011) και για το παραδεκτό της έχει κατατεθεί το αναλογούν παράβολο υπέρ του Δημοσίου και ΤΑΧΔΙΚ (άρθρο 495 παρ. 1 και 3, όπως η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.4055/2012 και αντικαταστάθηκε εκ νέου το άρθρο από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015, ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015). Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, για να ελεγχθεί το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 741 ΚΠολΔ.
ΙΙ. Η αιτούσα ανώνυμη εταιρεία, με την από 7.8.2020 αίτηση της, εξέθεσε ότι η εταιρία «……………” και ορισμένες συνδεδεμένες με αυτή αμέσως ή εμμέσως εταιρείες, οφειλέτριες ή μη, μεταξύ των οποίων και η αιτούσα εταιρία, που έχουν ως σκοπό και ασχολούνται με την προμήθεια πλοίων δια καυσίμων, υπέβαλαν στο αρμόδιο Πτωχευτικό Δικαστήριο των Η.Π.Α. για τη Νότια Περιφέρεια της Νέας Υόρκης, όπου είχε κατά τον κρίσιμο χρόνο η πρώτη ως άνω εταιρεία το κέντρο των κυρίων συμφερόντων της, την από 6.11.2018 αίτηση υπαγωγής τους στην διαδικασία αναδιοργάνωσης του Κεφαλαίου 11 (Chapter 11) του Πτωχευτικού Κώδικα των Η.Π.Α., υποβάλλοντας στη συνέχεια, στις 16.1.2019, προς έγκριση, κοινό σχέδιο αναδιοργάνωσης, το οποίο επιβεβαιώθηκε στις 29.3.2019 από το Πτωχευτικό Δικαστήριο εκδίδοντας την με την ίδια ημερομηνία Απόφαση/Διαταγή Επιβεβαίωσης Σχεδίου, με ημερομηνία ενάρξεως ισχύος τούτου στις 3.4.2019 και ότι το ως άνω εγκριθέν σχέδιο τυγχάνει εκτελεστό και δεσμευτικό για όλους τους δανειστές, αναγγελθέντες ή μη, των αναδιοργανωθεισών εταιριών, οι οποίοι δικαιούνται να ικανοποιηθούν αποκλειστικά και μόνο υπό τους όρους αυτού και στα πλαίσια της εκκρεμούσης αυτής πτωχευτικής διαδικασίας, από τα διαθέσιμα κεφάλαια που έχουν συγκεντρωθεί κατά την διαδικασία αυτή, για οποιαδήποτε απαίτηση τους κατά των εν λόγω εταιρειών, που είχε γεννηθεί μέχρι την 8η.11.2018, απαγορευομένης οποιασδήποτε άλλης δικαστικής ή εξώδικης ενέργειας ή διαδικασίας εκτέλεσης σε βάρος τους για την ικανοποίηση των απαιτήσεων τους. Με βάση το ιστορικό αυτό και τον περαιτέρω ισχυρισμό ότι η πτωχευτική αυτή διαδικασία κινήθηκε από την ως άνω πρώτη εταιρεία και τις συνδεδεμένες με αυτήν αναδιοργανωθείσες εταιρείες και δεν έχει οριστεί σύνδικος, ζήτησε να αναγνωρισθεί στην Ελλάδα, κατ’εφαρμογή των διατάξεων του ν.3858/2010, η περιγραφόμενη πτωχευτική διαδικασία, που κατέληξε στην έκδοση της από 29.3.2019 Απόφασης/Διαταγής του Πτωχευτικού Δικαστηρίου των Η.Π.Α. για τη Νότια Περιφέρεια της Νέας Υόρκης, με την οποία επικυρώθηκε (επιβεβαιώθηκε) το ενσωματωθέν σε αυτήν Σχέδιο Αναδιάρθρωσης των ως άνω εταιρειών, άλλως να αναγνωρισθεί η ισχύς της ως άνω Απόφασης/Διαταγής και των προηγηθεισών Διαταγών/Αποφάσεων, που αναφέρονται σε αυτήν, με βάση τα άρθρα 780 και 905 § 4 ΚΠολΔ, με σκοπό την αναστολή και αδυναμία έναρξης ή συνέχισης δικαστικών διαδικασιών ή διαδικασιών εκτέλεσης κατά της αιτούσας και των ευρισκόμενων στην Ελλάδα περιουσιακών της στοιχείων, προς επιδίκαση ή ικανοποίηση των κατ’ αυτής απαιτήσεων, που εμπίπτουν στο επικυρωθέν σχέδιο αναδιοργάνωσης της.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη έκρινε την αίτηση απορριπτέα, ως απαράδεκτη, κατά το κύριο αίτημα της, με την αιτιολογία ότι δεν κατατέθηκε από τον αλλοδαπό σύνδικο, ούτε συνυποβλήθηκε με αυτήν επικυρωμένο αντίγραφο της απόφασης, ούτε προσκομίστηκε σχετική βεβαίωση του αλλοδαπού Δικαστηρίου περί διορισμού του ή διατήρησης της διοίκησης της πτωχευτικής της περιουσίας από την ίδια την αιτούσα και σε κάθε περίπτωση, τόσο αναφορικά με την κύρια όσο και με την επικουρική της βάση, ως μη νόμιμη, με το σκεπτικό ότι προσκρούει στην εθνική δημόσια τάξη, καθόσον αφορά πτώχευση ομίλου εταιρειών, ήτοι της μητρικής και των συνδεδεμένων με αυτήν θυγατρικών, όπως η αιτούσα, ωστόσο, κατά το ημεδαπό, αλλά και το ενωσιακό δίκαιο, δεν έχει πτωχευτική ικανότητα ο όμιλος, ως σύνολο, αλλά κάθε εταιρεία μέλος του ομίλου, που έχει ξεχωριστή νομική προσωπικότητα.
Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ήδη με την ένδικη έφεση της η ηττηθείσα αιτούσα για τους αναφερομένους λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όπως και πλημμελή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητεί την τυπική και ουσιαστική παραδοχή της έφεσης της, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως και την αναδίκαση της αίτησης από το Δικαστήριο τούτο, ώστε να γίνει δεκτή καθ’ολοκληρίαν.
ΙΙΙ. Με το Ν. 3858/2010 προσαρμόστηκε το Ελληνικό Δίκαιο στον Πρότυπο Νόμο του έτους 1997 για τη «Διασυνοριακή πτώχευση» της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για το Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο (UNCITRAL). 2. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου αυτού, ο παρών νόμος εφαρμόζεται, όταν: α) αλλοδαπό δικαστήριο ή αλλοδαπός σύνδικος ζητά συνδρομή στην Ελλάδα σε σχέση με αλλοδαπή διαδικασία ή β) ζητείται συνδρομή από άλλο Κράτος σχετικά με διαδικασία του Πτωχευτικού Κώδικα ή γ) αλλοδαπή διαδικασία και διαδικασία του Πτωχευτικού Κώδικα διεξάγονται συγχρόνως σε σχέση με τον ίδιο οφειλέτη ή δ) πιστωτές ή άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα σε άλλο Κράτος έχουν έννομο συμφέρον να ζητήσουν την έναρξη ή να συμμετάσχουν σε διαδικασία του Πτωχευτικού Κώδικα. Για τους σκοπούς του ανωτέρω νόμου, σύμφωνα με τους ορισμούς που διαλαμβάνονται στο άρθρο 2: α) “Αλλοδαπή διαδικασία” νοείται η συλλογική δικαστική ή διοικητική διαδικασία σε άλλο Κράτος, συμπεριλαμβανομένης και της σχετικής με την πτώχευση προσωρινής διαδικασίας, η οποία προϋποθέτει την αφερεγγυότητα του οφειλέτη και συνεπάγεται τη μερική ή ολική στέρηση της διοίκησης της περιουσίας του (πτωχευτική απαλλοτρίωση) και το διορισμό συνδίκου προς το σκοπό εκκαθάρισης ή αναδιοργάνωσης. β) “Αλλοδαπή κύρια διαδικασία” νοείται η αλλοδαπή διαδικασία που διεξάγεται στο Κράτος, όπου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του. γ)”Αλλοδαπή μη κύρια διαδικασία” νοείται η αλλοδαπή διαδικασία, που δεν είναι κύρια διαδικασία και διεξάγεται στο Κράτος όπου ο οφειλέτης έχει εγκατάσταση κατά την έννοια της περίπτωσης στ` του παρόντος άρθρου. δ) “Αλλοδαπός σύνδικος” νοείται το πρόσωπο ή όργανο, συμπεριλαμβανομένου και του προσωρινώς οριζόμενου, που έχει αρμοδιότητα στο πλαίσιο της αλλοδαπής διαδικασίας, να διοικεί ή να προβαίνει σε εκκαθάριση της πτωχευτικής περιουσίας ή να επιβλέπει τη διαχείριση των υποθέσεων του οφειλέτη λόγω αναδιοργάνωσης. ε)”Αλλοδαπό δικαστήριο” νοείται η δικαστική ή άλλη αρχή άλλου Κράτους που είναι αρμόδια να ελέγχει ή εποπτεύει μια αλλοδαπή κύρια η μη κύρια διαδικασία. στ) “Εγκατάσταση” νοείται ο τόπος εργασιών, όπου ο οφειλέτης ασκεί οποιαδήποτε μη προσωρινή οικονομική δραστηριότητα στην οποία χρησιμοποιεί τον ανθρώπινο παράγοντα και άλλα περιουσιακά στοιχεία. ζ) “Πτωχευτικός Κώδικας” νοείται το σύνολο των διατάξεων του ν. 3588/2007 “Πτωχευτικός Κώδικας” (ΦΕΚ 153 Α`), όπως αυτός εκάστοτε ισχύει. η) “Διαδικασία του Πτωχευτικού Κώδικα” νοείται η πτωχευτική διαδικασία στην Ελλάδα. Κατά δε το άρθρο 4 του νόμου αυτού, αρμόδιοι για την αναγνώριση αλλοδαπών διαδικασιών και τη συνεργασία με αλλοδαπά δικαστήρια είναι το αρμόδιο, σύμφωνα με τον Πτωχευτικό Κώδικα, για την κήρυξη της πτώχευσης Δικαστήριο και ο σύνδικος, αντιστοίχως. Περαιτέρω στο άρθρο 6 ορίζεται ότι το Δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί ενέργεια, που προβλέπεται από τον παρόντα νόμο, αν αυτή είναι αντίθετη προς τη δημόσια τάξη, στο δε άρθρο 8 ότι κατά την ερμηνεία του παρόντος νόμου, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η διεθνής του προέλευση και η επιδίωξη ομοιογενούς εφαρμογής του και της τήρησης της καλής πίστης. Σύμφωνα δε με το άρθρο 9, ο αλλοδαπός σύνδικος έχει δικαίωμα απευθείας πρόσβασης στο αρμόδιο ημεδαπό Δικαστήριο, κατά δε το άρθρο 10 του νόμου αυτού, αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, σε ημεδαπό Δικαστήριο από αλλοδαπό σύνδικο, δεν επεκτείνει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, ως προς τον αλλοδαπό σύνδικο ή τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποθέσεις του οφειλέτη, σε άλλο Κράτος παρά μόνο σε σχέση με το αντικείμενο της αίτησης.
Ειδικότερα, όσον αφορά την αίτηση για αναγνώριση αλλοδαπής διαδικασίας, προβλέπεται στο άρθρο 15 του εν λόγω νόμου ότι: 1. Ο αλλοδαπός σύνδικος έχει δικαίωμα να υποβάλει αίτηση προς το αρμόδιο δικαστήριο για την αναγνώριση της αλλοδαπής διαδικασίας στην οποία έχει ορισθεί σύνδικος. 2. Με την αίτηση προς αναγνώριση συνυποβάλλεται: α) επικυρωμένο αντίγραφο της απόφασης έναρξης της αλλοδαπής διαδικασίας και ορισμού του αλλοδαπού συνδίκου ή β) βεβαίωση του αλλοδαπού δικαστηρίου που να πιστοποιεί την ύπαρξη της αλλοδαπής διαδικασίας και το διορισμό του αλλοδαπού συνδίκου ή γ) σε περίπτωση έλλειψης των ως άνω εγγράφων, οποιαδήποτε άλλη απόδειξη αποδεκτή από το δικαστήριο ως προς την ύπαρξη της αλλοδαπής διαδικασίας και το διορισμό του αλλοδαπού συνδίκου. 3. Με την αίτηση προς αναγνώριση συνυποβάλλεται και δήλωση του αλλοδαπού συνδίκου, με την οποία προσδιορίζονται όλες οι γνωστές σε αυτόν αλλοδαπές διαδικασίες σχετικά με τον οφειλέτη. H απόφαση αναγνώρισης μίας αλλοδαπής διαδικασίας εκδίδεται από το εθνικό Δικαστήριο, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις, που προβλέπονται στο άρθρο 17 του νόμου και συγκεκριμένα ορίζεται ότι: «1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 6, η αλλοδαπή διαδικασία αναγνωρίζεται, αν: α) είναι διαδικασία, κατά την έννοια της περίπτωσης α΄ του άρθρου 2, β) ο αλλοδαπός σύνδικος, που ζητεί την αναγνώριση, είναι πρόσωπο ή όργανο, κατά την έννοια της περ. δ΄ του άρθρου 2, γ) συνυποβάλλονται με την αίτηση τα αναφερόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 15 στοιχεία, και δ) η αίτηση έχει υποβληθεί στο δικαστήριο που αναφέρεται στο άρθρο 4. 2. Η αλλοδαπή διαδικασία αναγνωρίζεται: α) ως αλλοδαπή κύρια διαδικασία, αν διεξάγεται στο Κράτος όπου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του ή
β) ως αλλοδαπή μη κύρια διαδικασία, αν ο οφειλέτης έχει εγκατάσταση, κατά την έννοια της περίπτωσης στ` του άρθρου 2, σε άλλο Κράτος.
Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο ελέγχει: α) ότι η αλλοδαπή διαδικασία, σε σχέση με την οποία ζητείται αναγνώριση, είναι δικαστική ή διοικητική κατά το αλλοδαπό κράτος, β) ότι η διαδικασία είναι συλλογικής φύσεως, γ) ότι η σχετική διαδικασία αφορά την περιουσία του οφειλέτη, που υπόκειται στον έλεγχο ή την εποπτεία αλλοδαπού δικαστηρίου για τον σκοπό αναδιοργάνωσης ή εκκαθάρισης, δ) ότι ο έλεγχος ή η εποπτεία διενεργούνται από αλλοδαπό δικαστήριο, δηλαδή από δικαιοδοτική ή διοικητική αρχή, που είναι αρμόδια να ελέγχει ή εποπτεύει αλλοδαπή διαδικασία και ε) ότι ο αιτών έχει εξουσιοδοτηθεί, κατά την αλλοδαπή διαδικασία, να διαχειρίζεται την αναδιοργάνωση ή την εκκαθάριση της περιουσίας του οφειλέτη ή να ενεργεί ως αντιπρόσωπος της αλλοδαπής διαδικασίας (Λ.Κοτσίρη, Ο Πρότυπος Νόμος UNCITRAL MODEL LAW για τις διασυνοριακές πτωχεύσεις – η δικαστική προοπτική για ενιαία ερμηνευτική του προσέγγιση ΔΕΕ 2012, σ. 532 επ., Αθανασίου, Η διασυνοριακή πτώχευση της ναυτιλιακής επιχείρησης, 2015 σ.93επ.). Περαιτέρω, το ημεδαπό Δικαστήριο θα κρίνει, κατά την εξέταση της αίτησης αναγνώρισης, αν η αλλοδαπή διαδικασία διεξάγεται πραγματικά στον τόπο των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη (Κοτσίρης, ο.π., σ. 534, Αθανασίου, ο.π., σ. 92). Προς τούτο, το άρθρο 16 του ίδιου νόμου καθιερώνει τεκμήριο, επιτρεπομένης ανταπόδειξης, ότι η αλλοδαπή διαδικασία και ο αλλοδαπός σύνδικος που αναφέρονται στην απόφαση ή την βεβαίωση του προηγούμενου άρθρου είναι οι προβλεπόμενοι από το νόμο, ότι είναι γνήσια τα προσκομιζόμενα έγγραφα, ανεξάρτητα αν είναι επικυρωμένα και ότι ο τόπος της καταστατικής έδρας του οφειλέτη ή της συνήθους διαμονής, στην περίπτωση φυσικού προσώπου, είναι το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του οφειλέτη. Κρίσιμοι δε παράγοντες ως προς τον προσδιορισμό του κέντρου των κυρίων συμφερόντων του οφειλέτη, προκειμένου περί ναυτιλιακής επιχείρησης, είναι ο τόπος όπου πράγματι ασκείται η διοίκηση αυτής κατά την αντικειμενική αντίληψη των τρίτων, στοιχεία («διοίκηση» – «αναγνωρισιμότητα») που ελέγχονται σωρευτικά [Αθανασίου, ο.π., σ. 189 επ., Κοτσίρη, ο.π., σ. 536, Αποφάσεις Bear Stearns High-Grade Structured Credit, United States District Court, S.D. New York May 27, 2008389 B.R. 325 (S.D.N.Y. 2008)· British American Insurance Company Limited United States Bankruptcy Court, S.D. Florida, West Palm Beach Division Mar 22, 2010 Case No. 09-31881-EPK, Case No. 09- 35888-EPK, (Jointly Administered) (Bankr. S.D. Fla. Mar. 22, 2010) και Απόφαση ΔΕΚ 2.5.2006, (C-341/04), Eurofood IFSC Ltd, σκέψεις 32-34]. Επίσης, ο έλεγχος της δημόσιας τάξης έχει την (στενότερη) έννοια του άρθρου 33 ΑΚ, δηλαδή της μη αντίθεσης στις θεμελιώδεις κοινωνικές, νομοπολιτικές και ηθικές αντιλήψεις της ημεδαπής έννομης τάξης, όπως ιδίως οι θεμελιώδεις αρχές και δικαιώματα ή ελευθερίες του ατόμου, που κατοχυρώνονται συνταγματικά (Κοτσίρης, ο.π., σ. 534, Αθανασίου, ο.π., σ. 95), ενώ δεν απαιτείται αμοιβαιότητα για την υποβολή αίτησης αναγνώρισης αλλοδαπής διαδικασίας (Κοτσίρης, ο.π., σ. 534). Η έκδοση της απόφασης αναγνώρισης επιφέρει αυτόματες συνέπειες, ήτοι την αναστολή της έναρξης ή συνέχισης των ατομικών διώξεων των πιστωτών σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις ή την ευθύνη του οφειλέτη, της αναγκαστικής εκτέλεσης σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη και του δικαιώματος μεταβίβασης, επιβάρυνσης ή με άλλον τρόπο διάθεσης οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη (άρθρο 20 § 1), αλλά και δυνητικές (κατά την κρίση του δικαστηρίου) συνέπειες, που επέρχονται μετά την έκδοση της απόφασης (άρθρο 21) ή μέχρι την έκδοση αυτής (άρθρο 19), ως προσωρινά μέτρα προστασίας.
Εξάλλου, στην ελληνική έννομη τάξη, ο όμιλος εταιριών, ως οικονομική και οργανωτική ένωση περισσοτέρων νομικών προσώπων – επιχειρήσεων υπό ενιαία διοίκηση, δεν αποτελεί αναγνωρισμένο νομικό πρόσωπο και στερείται νομικής προσωπικότητας. Η σχετική θέση υιοθετείται τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο. Η νομική δε προσωπικότητα δεν αναγνωρίζεται στο σύνολο του ομίλου, αλλά στα μέλη του ανάλογα με την ειδικότερη μορφή αυτών. Η έλλειψη νομικής προσωπικότητας του ομίλου συνεπάγεται ότι η ένωση δεν αποτελεί αυτοτελές υποκείμενο δικαίου, δεν είναι φορέας εταιρικής περιουσίας και δεν έχει ίδια δικαιοπρακτική και αδικοπρακτική ικανότητα, ούτε αυτοτέλεια έναντι των μελών της. Η διασάφηση αυτή σε συνδυασμό με το άρθρο 2 παρ. 1 του ΠτΚ, το οποίο εισάγει στο ελληνικό δίκαιο την αρχή «ένα πρόσωπο, μια περιουσία, μια πτώχευση», οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν είναι δυνατή η πτώχευση του συνόλου του ομίλου, ούτε αντίστοιχα η υποβολή κοινής αίτησης για την πτώχευση του συνόλου των εταιριών του (συνδυαστικά άρθρο 5 ΠτΚ), αλλά μόνο η πτώχευση επιμέρους εταιριών του, εφόσον στο πρόσωπο κάθε μιας συγκεντρώνονται οι αναγκαίες προϋποθέσεις (άρθρο 3 ΠτΚ). Το ελληνικό πτωχευτικό δίκαιο, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των αλλοδαπών εννόμων τάξεων, δίνει έμφαση στην περιουσία του ενός φυσικού ή νομικού προσώπου, οπότε και η πτώχευση των μεμονωμένων εταιριών του ομίλου καταλαμβάνει αυτόνομα μόνο την εταιρική περιουσία εκάστης εξ αυτών μέχρι τη στιγμή της πτώχευσης, την οποία και στη συνέχεια ανάγει σε πτωχευτική περιουσία. Ακόμη και στην περίπτωση της πτώχευσης της μητρικής εταιρίας δεν καταλαμβάνεται η συνολική περιουσία του ομίλου, παρά μόνο οι συμμετοχές της στα μέλη του ομίλου/θυγατρικές της εταιρίες, αλλά σε κάθε περίπτωση όχι η περιουσία αυτών, ούτε πολύ περισσότερο επέρχεται συμπτώχευση αυτών (Μ. Βαρελά, Ζητήματα Πτώχευσης στους ομίλους ανωνύμων εταιριών, ΔΕΕ 2009.401). Αλλά και στο πλαίσιο του ενωσιακού δικαίου, ο προηγούμενος Κανονισμός 1346/2000 περί των διασυνοριακών διαδικασιών αφερεγγυότητας δεν περιείχε διατάξεις για τις διαδικασίες αφερεγγυότητας των ομίλων. Ο νέος Κανονισμός (ΕΕ) 848/2015, ο οποίος έχει τεθεί σε ισχύ από 26.6.2017, περιέχει κεφάλαιο για τη διαδικασία αφερεγγυότητας μελών ομίλου εταιριών, με σκοπό την αποτελεσματικότερη διαχείριση των διαδικασιών αφερεγγυότητας των εταιριών – μελών του ομίλου και όχι του ομίλου ως συνόλου, ως μία ενιαία διαδικασία. Έτσι, οι όμιλοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται με βάση την νομική έννοια πυρήνα του νομικού προσώπου και όχι με βάση την οικονομική και οργανωτική κεντροποιημένη διοίκηση που χαρακτηρίζει κάθε όμιλο. Οι επιμέρους εταιρίες που εντάσσονται σε έναν όμιλο αποτελούν αυτοτελή υποκείμενα δικαίου είτε αυτές είναι υποκείμενες σε έλεγχο θυγατρικές είτε η ασκούσα τον έλεγχο μητρική. Τρεις είναι οι σημαντικοί νομοθετικοί μηχανισμοί που υιοθετούνται στον νέο Κανονισμό : α) Θέσπιση κανόνων για το σχηματισμό ενιαίας δικαιοδοσίας δικαστηρίου για την έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας σχετικά με τις περισσότερες εταιρίες μέλη του ίδιου ομίλου, όταν το κέντρο κύριων συμφερόντων αυτών των εταιριών βρίσκεται στο ίδιο κράτος-μέλος (παρ. 53 προοιμίου) και για το διορισμό του ίδιου διαχειριστή αφερεγγυότητας, β) προώθηση της συνεργασίας και της επικοινωνίας σε διασυνοριακές κύριες διαδικασίες αφερεγγυότητας που αφορούν εταιρίες-μέλη του ίδιου ομίλου εταιριών, τόσο μεταξύ των διαχειριστών αφερεγγυότητας, των εμπλεκομένων δικαστηρίων, σε τέτοιο βαθμό, όπως στην περίπτωση κύριας και δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας που αφορά όμως τον ίδιο οφειλέτη (παρ. 52 του Προοιμίου και αρ. 56-60 του Κανονισμού) και τέλος γ) προώθηση του συντονισμού, ο οποίος διατηρεί εκούσιο χαρακτήρα, σε επίπεδο ίδιου ομίλου μεταξύ των διαδικασιών αφερεγγυότητας μελών ομίλου εταιριών, θεσπίζοντας διαδικαστικούς κανόνες για το συντονισμό των διαδικασιών αφερεγγυότητας μελών ομίλου εταιριών (άρθρ. 61-77 του Κανονισμού), σχετικά με τον προτεινόμενο συντονιστή, την επιλεξιμότητα του και τις αρμοδιότητές του. Με την υπαγωγή του ομίλου εταιριών σε διαδικασία συντονισμού, επιτυγχάνεται ο συντονισμός και η σύγκληση μεταξύ των διαδικασιών αφερεγγυότητας των μελών ομίλου εταιριών ώστε να καταστεί δυνατή μία συντονισμένη αναδιάρθρωση του ομίλου (παρ.54 του Προοιμίου). Την ίδια πρόβλεψη καθιερώνει και ο Πρότυπος Νόμος της Επιτροπής για το Διεθνές Εμπόριο των Ηνωμένων Εθνών (UNCITRAL) στις διεθνείς πτωχεύσεις προσφέροντας μια σχετική μορφή ευελιξίας στις πτωχεύσεις εταιριών ομίλου επιχειρήσεων. Με τον τρόπο αυτό αξιοποιείται η διαχειριστική φύση της πτωχευτικής διαδικασίας μέσω κυρίως μιας μορφής διαδικαστικής ενοποίησης. Ειδικότερα, ο Πρότυπος Νόμος προκρίνει στο ζήτημα της πτώχευσης του ομίλου επιχειρήσεων τον συντονισμό εργασιών σε δύο επίπεδα, διαδικαστικά και ουσιαστικά και δεν περιλαμβάνει ειδικές ρυθμίσεις για την πτώχευση ομίλου επιχειρήσεων (Ε. Περάκη, Πτωχευτικό Δίκαιο, 2012, σελ. 167). Για κάθε εταιρία μέλος του ομίλου ανοίγει χωριστή διαδικασία και έπειτα ανακύπτει ζήτημα συνεργασίας. Συστάσεις για την αντιμετώπιση της πτώχευσης ομίλου επιχειρήσεων περιλαμβάνονται στο τρίτο μέρος του Νομοθετικού Οδηγού της UNCITRAL του 2012 (Uncitral Legislative Guide on Insolvency Law, Part three: Treatment of enterprise groups). Και στο πλαίσιο αυτό της UNCITRAL, αρχή των σχετικών ρυθμίσεων αποτελεί το άθικτο της νομικής προσωπικότητας κάθε μέλους του ομίλου με δυνατότητα όμως σύγχρονης κήρυξης των πτωχεύσεων, συντονισμό των εργασιών τους, ενιαία εξυγιαντική χρηματοδότηση του ομίλου (post commencement finance), σε ορισμένες δε περιπτώσεις και ενοποίηση των στοιχείων του ενεργητικού (substantive consolidation).
IV. Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που η αιτούσα, ήδη εκκαλούσα, νομίμως προσκομίζει και επικαλείται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004,723), σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες της, που συνάγονται από τα δικόγραφα της και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 352 § 1 και 741 ΚΠολΔ, αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Η αλλοδαπή εταιρία «…………..” και οι συνδεδεμένες με αυτή αμέσως ή εμμέσως 74 θυγατρικές της εταιρείες, οφειλέτριες, που έχουν ως σκοπό και ασχολούνται με την προμήθεια πλοίων δια καυσίμων, μεταξύ των οποίων και η αιτούσα εταιρία με την επωνυμία “……………”, που κατά το καταστατικό της εδρεύει στην Λιβερία και έχει εγκατασταθεί στην Ελλάδα, υπέβαλαν στο Πτωχευτικό Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης, τις από 6.11.2018 εκούσιες αυτοτελείς αιτήσεις υπαγωγής τους στην διαδικασία αναδιάρθρωσης του Κεφαλαίου 11 (Chapter 11) του Πτωχευτικού Κώδικα των Η.Π.Α.. Το Πτωχευτικό αυτό Δικαστήριο με την από 6.11.2018 διαταγή του, κατόπιν αίτησης των ανωτέρω οφειλετών, αποφάσισε την ενοποίηση των εν λόγω υποθέσεων μόνο για σκοπούς διαδικασίας και την υπαγωγή τους σε από κοινού διαχείριση από το Δικαστήριο με αριθμό υπόθεσης 18-13374 (MEW) σε ένα ενοποιημένο πινάκιο και αρχείο. Ακολούθως, στις 16.1.2019, οι ως άνω οφειλέτες υπέβαλαν προς έγκριση, Κοινό Σχέδιο Αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με το Κεφάλαιο 11 του Πτωχευτικού Κώδικα των Η.Π.Α. και τα συναφή έγγραφα, το οποίο στην συνέχεια αναθεωρήθηκε, καθώς και τις προβλεπόμενες δηλώσεις γνωστοποίησης του, επάρκειας πληροφοριών και αίτηση έκδοσης διαταγής για την έγκριση του, όπως και των διαδικασιών υποβολής πρότασης και ειδοποιήσεων, των μορφών ψηφοφοριών και χορήγησης της σχετικής προστασίας, όπως αυτά κατά καιρούς αναθεωρήθηκαν. Το Πτωχευτικό Δικαστήριο, αφού έλεγξε το Σχέδιο και όλες τις συναφείς δηλώσεις και υπομνήματα και εξέτασε τις ενστάσεις και διεξήγαγε την ακρόαση επιβεβαίωσης, προχώρησε στην διατύπωση των επί της ουσίας διαπιστώσεων και νομικών συμπερασμάτων εκδίδοντας την από 29.3.2019 Διαταγή Επιβεβαίωσης του Σχεδίου, με ημερομηνία ενάρξεως ισχύος τούτου στις 3.4.2019. Μεταξύ άλλων, έκρινε ότι έχει δικαιοδοσία επί των υποθέσεων που υπάγονται στο Κεφάλαιο 11, δυνάμει του Πτωχευτικού Κώδικα των Η.Π.Α. και η επιβεβαίωση του Σχεδίου αποτελεί κύρια διαδικασία σύμφωνα με αυτόν, έχει δε την αρμοδιότητα εκ της τοποθεσίας του, να θέσει σε ισχύ μια τελική εντολή, που θα καθορίζει ότι το Σχέδιο και τα σχετικά έγγραφα συμπεριλαμβανομένων της περιγραφής των συναλλαγών αναδιάρθρωσης και των συναλλαγών, των μεταβιβάσεων και των συγχωνεύσεων, που προβλέπονται σε σχέση με αυτό, όπως διατυπώνονται λεπτομερέστερα στην απόφαση του, πληρούν τις ισχύουσες διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα και πρέπει να επιβεβαιωθούν και να εγκριθούν. Επίσης, έκρινε ότι κάθε οφειλέτης είναι δυνάμει του άρθρου 109 του Πτωχευτικού Κώδικα των Η.Π.Α., ένα πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις ώστε να είναι οφειλέτης δυνάμει του κεφαλαίου 11 του Πτωχευτικού Κώδικα. Περαιτέρω, ορίστηκε ότι με την επέλευση της ημερομηνίας έναρξης ισχύος, οι όροι του σχεδίου, τα έγγραφα του σχεδίου και η εκδοθείσα Διαταγή Επιβεβαίωσης, θα έχουν άμεση ισχύ και θα είναι εκτελεστά και δεσμευτικά για τους οφειλέτες, τους αναδιαρθρωμένους οφειλέτες και όλους τους κατόχους απαιτήσεων ή συμφερόντων στους οφειλέτες, ανεξαρτήτως αν έχουν αποδεχθεί ή απορρίψει το Σχέδιο. Ενόψει των ανωτέρω, λαμβανομένου επιπρόσθετα υπόψη ότι τέθηκε ως προϋπόθεση για την υλοποίηση του Σχεδίου η διάλυση της «…………….” πριν την ημερομηνία ισχύος του, όπως και έγινε, όπως παραδέχεται η αιτούσα και η συνεισφορά των περιουσιακών της στοιχείων σε μια νεοσυσταθείσα και άμεσα και εξ ολοκλήρου κατεχόμενη θυγατρική της, που θα είναι η «Αναδιαρθρωμένη Aegean» και θα έχει τις υποχρεώσεις, που προκύπτουν σύμφωνα με το Σχέδιο Αναδιάρθρωσης, όπως ρητά διευκρινίστηκε στην εκδοθείσα Διαταγή του αλλοδαπού Πτωχευτικού Δικαστηρίου, ουδόλως προκύπτει ότι η υπό αναγνώριση αλλοδαπή διαδικασία αφορά πτώχευση ομίλου επιχειρήσεων, ως συνόλου, όπως εσφαλμένα εκτίμησε η εκκαλουμένη απόφαση, αλλά εκκινήθηκε ξεχωριστή πτωχευτική διαδικασία με την άσκηση αυτοτελούς αίτησης από κάθε οφειλέτη εταιρεία, μέλους του ομίλου των επιχειρήσεων, οι οποίες ενοποίηθηκαν μόνο για τους σκοπούς διευκόλυνσης της διαδικασίας ενώπιον του αλλοδαπού Πτωχευτικού Δικαστηρίου υποκείμενες απ’αυτό σε κοινή διαχείριση και δεν υπήχθη σε διαδικασία αναδιάρθρωσης ο όμιλος αυτός καθεαυτός, ως οικονομική και οργανωτική ένωση περισσοτέρων νομικών προσώπων – επιχειρήσεων υπό ενιαία διοίκηση, αλλά κάθε αναδιαρθρωμένη οφειλέτης εταιρεία μέλος τούτου, που κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι πληροί τις προϋποθέσεις, ήτοι έχει την πτωχευτική ικανότητα κατά τις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα των Η.Π.Α., ούτως ώστε να επιτευχθεί ο συντονισμός και η σύγκληση μεταξύ των διαδικασιών αφερεγγυότητας των μελών του ομίλου εταιριών, προκειμένου να καταστεί δυνατή μία συντονισμένη αναδιάρθρωση τούτων, επιδίωξη που προκρίνει ο Πρότυπος Νόμος της Επιτροπής για το Διεθνές Εμπόριο των Ηνωμένων Εθνών (UNCITRAL) και καθιερώνει ο νέος Κανονισμός (ΕΕ) 848/2015 περί διαδικασιών αφερεγγυότητας, με αποτέλεσμα να μην θεμελιώνεται αντίθεση στους κανόνες της εθνικής έννομης τάξης και δη στις διατάξεις του Πτωχευτικού μας Κώδικα, πολλώ μάλλον στην δημόσια τάξη, κατά την έννοια του άρθρου 33 ΑΚ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε αντίθετα ότι πρόκειται για πτωχευτική διαδικασία αναδιάρθρωσης του ομίλου των εταιρειών, ως συνόλου και ότι τούτο προσκρούει στην εθνική δημόσια τάξη, έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελώς εκτίμησε τις αποδείξεις, δεκτού γενομένου εν μέρει του συναφούς δεύτερου λόγου της έφεσης, ως ουσιαστικά βάσιμου.
Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι στην υπό αναγνώριση αλλοδαπή διαδικασία αναδιάρθρωσης των εν λόγω οφειλετών εταιρειών, προβλέφθηκε η δημιουργία Ένδικου Καταπιστεύματος εγκρινομένων όλων των σχετικών διατάξεων του υποβληθέντος Σχεδίου. Ειδικότερα, ορίστηκε ότι κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος, το Ένδικο Καταπίστευμα θα χρηματοδοτηθεί αφενός από το προβλεπόμενο δάνειο και αφετέρου, οι οφειλέτες θα μεταβιβάσουν στο Ένδικο Καταπίστευμα όλα τα δικαιώματα τους, τους τίτλους και τα συμφέροντα τους σε όλες τις ένδικες απαιτήσεις, ο δε διαχειριστής του καταπιστεύματος θα εκτελέσει την σύμβαση του ένδικου καταπιστεύματος και θα λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την ίδρυση του, σύμφωνα με τους όρους του εγκρινόμενου Σχεδίου. Το ένδικο Καταπίστευμα διευθύνεται από την Συμβουλευτική Επιτροπή, που διορίζει τον διαχειριστή. Ο Διαχειριστής Καταπιστεύματος είναι ο αποκλειστικός διαχειριστής των περιουσιακών στοιχείων του Ένδικου Καταπιστεύματος και έχει τις εξουσίες, τα δικαιώματα και τις ευθύνες που προβλέπονται στο άρθρο V του Σχεδίου. Ο Διαχειριστής κατέχει και διανέμει τα στοιχεία του ενεργητικού του καταπιστεύματος για τους σκοπούς του. Σκοπός του καταπιστεύματος είναι η ρευστοποίηση των στοιχείων του ενεργητικού και λειτουργεί, ως καταπίστευμα εκκαθάρισης, με την διανομή των εσόδων από τις απαιτήσεις διαφοράς στους δικαιούχους του καταπιστεύματος. Εκ των ανωτέρω, συνάγεται σαφώς ότι στα πλαίσια της αλλοδαπής διαδικασίας έχει οριστεί Διαχειριστής – Καταπιστευματοδόχος, που έχει την εξουσία της διαχείρισης της πτωχευτικής περιουσίας των αναδιαρθρωμένων εταιρειών και της εκκαθάρισης της, η δε διοίκηση της έχει ανατεθεί στην Συμβουλευτική Επιτροπή του Ένδικου Καταπιστεύματος και, συνεπώς, η αιτούσα εταιρεία δεν διατηρεί την διοίκηση και διαχείριση της πτωχευτικής περιουσίας της για τους σκοπούς της αναδιοργάνωσης της, ως αβασίμως υπολαμβάνει πρωτοδίκως και διαλαμβάνει με την έφεση της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και, ως εκ τούτου, δεν νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκηση της κρινόμενης αίτησης αναγνώρισης της αλλοδαπής αυτής διαδικασίας, απορριπτομένης, ως ουσιαστικά αβάσιμης, καθόσον δεν πληροί τις οικείες προϋποθέσεις του ν.3858/2010 και για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν προκύπτει ότι η αιτούσα έχει την έδρα των κύριων συμφερόντων της στο κράτος, που διεξήχθη η εν λόγω διαδικασία, καθόσον η καταστατική της έδρα φέρεται στην Λιβερία, πλην όμως μήτε εκεί προκύπτει ότι ασκείται πραγματικά η διοίκηση της, αλλά στον τόπο εγκατάστασης της στην Ελλάδα αρχικά επί της ………. στον Πειραιά, γεγονός γνωστό στο Δικαστήριο από άλλη ενέργεια του και πλέον επί της οδού ………….. στην Κηφισιά, απορριπτομένων των αντίθετων ισχυρισμών της, που περιλαμβάνονται στον πρώτο και τον δεύτερο λόγο της έφεσης της, ως ουσιαστικά αβασίμων. Επομένως, η εκκαλουμένη που απέρριψε την κρινόμενη αίτηση, κατά την επιχειρούμενη θεμελίωση της στις διατάξεις του ν.3858/2010, ως απαράδεκτη, διότι δεν κατατέθηκε από αλλοδαπό σύνδικο, ούτε συνυποβλήθηκε με αυτήν επικυρωμένο αντίγραφο της απόφασης ή βεβαίωση του αλλοδαπού δικαστηρίου, ή οποιαδήποτε άλλη απόδειξη ως προς το διορισμό συνδίκου, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, κατά παραδοχή της συναφούς αιτίασης που διαλαμβάνεται στον πρώτο λόγο της έφεσης, ως βάσιμης. Περαιτέρω, αλυσιτελώς επιχειρείται επικουρικώς η θεμελίωση της κρινόμενης αίτησης στις διατάξεις των άρθρων 780 και 905 παρ.4 ΚΠολΔ, καθόσον οι ρηθείσες διατάξεις του ν.3858/2010, ως ειδικές κατισχύουν της γενικής διάταξης του άρθρου 780 ΚΠολΔ, η δε διάταξη του άρθρου 905 παρ.4 ΚΠολΔ, για την αναγνώριση δεδικασμένου από απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου, που αφορά την προσωπική κατάσταση, ανεξαρτήτως του ότι η προκείμενη υπόθεση δεν αφορά την προσωπική κατάσταση, εφαρμόζεται επί της αμφισβητούμενης και όχι της εκουσίας δικαιοδοσίας.
V. Κατ’ακολουθίαν, η έφεση της αιτούσας πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, ως ουσιαστικά βάσιμη, κατά τους προαναφερόμενους λόγους και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια της (ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 26 642, ΕφΑθ 44/2006 ΕλλΔνη 48 1507, Σ. Σαμουήλ «Η έφεση» εκδ. Ε’ σελ. 430-431 παρ. 1143), αφού δε η εν λόγω υπόθεση κρατηθεί προς εκδίκαση κατ’ ουσίαν στο Δικαστήριο αυτό, πρέπει η προαναφερθείσα αίτηση να απορριφθεί, ως ουσιαστικώς αβάσιμη και να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος για την άσκηση της έφεσης παραβόλου στην εκκαλούσα (άρθρ. 495 παρ. 3 εδ.ε΄ ΚΠολΔ όπως αντικαταστάθηκε το άρθρο από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015, ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει παρισταμένης της εκκαλούσας.
Δέχεται την έφεση τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ.3821/2020 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Κρατεί και δικάζει την από 7.4.2020 αίτηση.
Απορρίπτει αυτήν.
Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα του καταβληθέντος για την κατάθεση της έφεσης παραβόλου.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 23 Ιουνίου 2022.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, με άλλη σύνθεση λόγω συνταξιοδότησης της Προέδρου Εφετών Σπυριδούλας Μακρή, αποτελούμενη από τους Δικαστές Χαρίκλεια Σαραμαντή, Προεδρεύουσα Εφέτη, Μαρία Δανιήλ και Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτες και με την ίδια Γραμματέα, χωρίς την παρουσία της αιτούσας και του πληρεξουσίου δικηγόρου της στις 12 Ιουλίου 2022.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΕΦΕΤΗΣ      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ