Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 513/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης   513/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: ………. ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του, Κωνσταντίνου Σπανορρήγα (πλην όμως επειδή δεν έφερε μαζί του στο ακροατήριο αστυνομική ταυτότητα ή άλλο έγγραφο αποδεικνύον την ταυτότητά του, προσκόμισε στη συνέχεια κατ’ άρθρο 227 ΚΠολΔ το υπ’ αριθ. ……/20.7.2022 ειδικό δικαστικό πληρεξούσιο του συμβολαιογράφου Αθηνών ………… προς τον παραπάνω πληρεξούσιο δικηγόρο του, με το οποίο ενέκρινε όλες τις προηγηθείσες δικαστικές του ενέργειες),

Των εφεσίβλητων:  1) ……….., η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 2) ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του, Βάια Μυρτσιώτη, δυνάμει του υπ’ αριθ. …../17.5.2022 ειδικού πληρεξούσιου του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………, 3) ………. υπό την ιδιότητα του ειδικού επιτρόπου του γεννηθέντος την …. ανήλικου τέκνου …………., ο οποίος διορίσθηκε με την …../2018 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας) και ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως.

Ο νυν εκκαλών άσκησε κατά των νυν εφεσίβλητων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 29-7-2016 (με Γ.Α.Κ. …../2016 και Ε.Α.Κ. ……/2016) αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε, ερήμην των πρώτης και δεύτερου των εναγόμενων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων η 3432/2019 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση), που την απέρριψε.

Ο ενάγων προσέβαλε την ανωτέρω οριστική απόφαση με την από 1-7-2021 έφεσή του, την οποία κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, στις 6.7.2021 με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …../2021. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε αυθημερόν στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …../2021, οπότε δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμος και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του εκκαλούντος και του δεύτερου εφεσίβλητου, αφού έλαβαν τον λόγο, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την προσκομιζόμενη από τον εκκαλούντα υπ’ αριθ. …../18.3.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, διορισμένου στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………… αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της ένδικης από 1.7.2021 (κατατεθείσας στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …./2021 και για προσδιορισμό δικασίμου στο Εφετείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2021 και Ε.Α.Κ. …../2021) έφεσης του εκκαλούντος . ………… κατά της 3432/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με πράξη ορισμού της αναφερόμενης στην αρχή της παρούσας δικασίμου και κλήση σε αυτή για συζήτηση επιδόθηκε στην πρώτη εφεσίβλητη, ………… νόμιμα κατά τα άρθρα 124 παρ.1, 2, 126 παρ.1α και 127 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 ΚΠολΔ. Εντούτοις, αυτή, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά της από το οικείο πινάκιο, δεν εμφανίσθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Επίσης από την προσκομιζόμενη από τον εκκαλούντα υπ’ αριθ. …..΄/6.4.2022 έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικ. επιμελητή αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της ίδιας έφεσης, με πράξη ορισμού της αναφερόμενης στην αρχή της παρούσας δικασίμου και κλήση σε αυτή για συζήτηση επιδόθηκε στον τρίτο εφεσίβλητο ………. ως ειδικό επίτροπο του ανήλικου άρρενος τέκνου που απέκτησε η ………… στις 4.8.2014, όπως εκείνος διορίσθηκε στη θέση αυτή με την με την 4547/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας), προκείμενου να εκπροσωπήσει το ανήλικο τέκνο στην παρούσα δίκη για την προσβολή της πατρότητάς του που έχει ανοιχθεί με την άσκηση της ένδικης αγωγής εκ μέρους του νυν εκκαλούντος, νόμιμα κατά τα άρθρα 124 παρ.1, 2, 126 παρ.1α και 127 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 ΚΠολΔ. Εντούτοις, αυτός καίτοι εμφανίσθηκε αυτοπροσώπως ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, παρότι τούτο προβλέπεται στο άρθρο 94 σε συνδυασμό με το άρθρο 591 παρ.1 στοιχ.α’ ΚΠολΔ και ως προς την νυν εφαρμοζόμενη ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση και όπως στη δευτεροβάθμια δίκη οι διάδικοι υποχρεούνται να παρίστανται με δικηγόρο, διαφορετικά επέρχεται ερημοδικία τους, ούτε κατέθεσε προτάσεις καίτοι η κατάθεση προτάσεων ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου είναι υποχρεωτική όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111, 115 παρ.1, 3 και 524 παρ.1 ΚΠολΔ (βλ. Κυριάκου Οικονόμου, Η έφεση, έκδοση 2017, Κ. Παναγόπουλος, σελ. 220, παρ. 1 και σελ. 221, παρ.8). Επομένως και αυτός δικάζεται ερήμην, πλην όμως η διαδικασία πρέπει να προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 παρ.4 ΚΠολΔ) και δεδομένου ότι οι απολιπόμενοι μητέρα και ανήλικο τέκνο, ως διάδικοι, αντιπροσωπεύονται στη δίκη πλασματικά από τον παριστάμενο αναγκαίο ομόδικο τους, ήτοι τον δεύτερο εφεσίβλητο, τεκμαιρόμενο πατέρα του ανήλικου τέκνου, λόγω της μεταξύ τους υφιστάμενης σχέσης αναγκαστικής ομοδικίας, για το λόγο ότι η διαφορά επιδέχεται μόνο ενιαία ρύθμιση, επιπλέον δε λόγω των συντρεχουσών περιπτώσεων δεν μπορούν να υπάρξουν αντίθετες αποφάσεις ως προς διαφόρους διαδίκους (άρθρο 76 παρ. 1 ΚΠολΔ, ΑΠ 214/1998 ΕλλΔνη 1998. 1320, ΑΠ 1199/1997 ΕλλΔνη 1999. 133) ή κατ’ άλλη άποψη καθόσον οι ομόδικοι μπορούν να εναχθούν μόνον από κοινού [άρθρο 76 παρ. 1 ΚΠολΔ, ΕφΑθ 2206/1993 ΑρχΝ 46.554, ΕφΑΘ 3291/1991 ΑρχΝ 43.264, βλ. και Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 76 αριθμ. 4, σελ. 175, Γέσιου- Φαλτσή, Η Ομοδικία (1970), σελ. 239].Σημειώνεται ότι την ιδιότητα του τέκνου ως γεννημένου σε γάμο, μπορεί να προσβάλλει κατ’ άρθρο 1469 περ. 5 του ΑΚ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 παρ.1 του ν. 2521/1997 και ο άνδρας, με τον οποίο η μητέρα, ευρισκόμενη σε διάσταση με το σύζυγό της, είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια, κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης, μέσα σε δύο έτη από τον τοκετό σύμφωνα με το άρθρο 1470 περ. 5 ΑΚ. Κατά το άρθρο 609παρ.1 ΚΠολΔ, η αγωγή για την προσβολή της πατρότητας τέκνου γεννημένου σε γάμο, απευθύνεται, αν ασκείται από τη μητέρα, κατά του τέκνου ή του ειδικού επιτρόπου του και κατά του συζύγου – τεκμαιρόμενου πατέρα. Ο νομοθέτης του ν. 2521/1997, που προσέθεσε στους ενάγοντες στη σχετική δίκη και τον άνδρα με τον οποίο η μητέρα ευρισκόμενη σε διάσταση με το σύζυγό της, είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια, κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης, παρέλειψε να κάνει την αντίστοιχη προσθήκη για την παθητική νομιμοποίηση στο άρθρο 609 παρ. 1 ΚΠολΔ, ερμηνευτικά όμως συνάγεται ότι, όταν ο ενάγων είναι το ανωτέρω πρόσωπο, εναγόμενοι θα πρέπει να είναι οι δύο σύζυγοι και το τέκνο (βλ. Πουρνάρα σε ΣΕΑΚ, σελ. 775 και Ε. Κουνουγέρη – Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο, τόμοςII, έκδ. 1998, σελ. 22), οι οποίοι κατά τα ανωτέρω τυγχάνουν αναγκαίοι ομόδικοι. Η ως άνω έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 του ίδιου Κώδικα, καθώς η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς την οποία από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι έχει γίνει επίδοσή της από τον ένα διάδικο στον άλλο, δημοσιεύθηκε στις 11.10.2019 και η κατ’ αυτής έφεση ασκήθηκε στις 6.7.2021, ήτοι πριν παρέλθουν δύο έτη από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης. Επομένως, η έφεση, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με την ίδια, όπως πρωτοδίκως, ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση κατ’ άρθρο 591 παρ.7 του ως άνω Κώδικα, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της. Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό της εφέσεως ο εκκαλών κατέθεσε κατ’ άρθρο 495 παρ.3 στοιχ.Αβ’ ΚΠολΔ το με κωδικό …………….e-Παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών, ποσού 100 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. συνημμένα στην έφεση αντίγραφο του e-Παράβολου και την από 18.6.2021 βεβαίωση τραπεζικής πληρωμής του από την ………..), ενώ προσκομίζει και τις πρωτοδίκως κατατεθείσες από 2.11.2018 προτάσεις του νυν απολιπόμενου, πλην όμως παραστάντος στον πρώτο βαθμό, ειδικού επιτρόπου του ανήλικου τέκνου, ………… (νυν τρίτου εφεσίβλητου) μαζί με αντίγραφο του εισαγωγικού της δίκης δικογράφου και των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης κατ’ άρθρο 524 παρ.4 ΚΠολΔ. Επίσης σημειώνεται ότι επειδή ο ενάγων- ήδη εκκαλών τόσο πρωτοδίκως, όσο και στον δεύτερο βαθμό φέρεται να εμφανίζεται ο ίδιος στο ακροατήριο για να νομιμοποιήσει με την παράστασή του τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, πλην όμως κάθε φορά δήλωνε ότι δεν κατείχε την αστυνομική του ταυτότητα, ούτε κάποιο άλλο αποδεικτικό της ταυτότητάς του έγγραφο, με αποτέλεσμα να ζητείται να επιβεβαιώσουν οι παριστάμενοι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο και δεδομένου ότι στην παρούσα δίκη απαιτείται ειδική πληρεξουσιότητα κατ’ άρθρο 98 στοιχ.α’ του ΚΠολΔ, ζητήθηκε από τον δικαστή αυτού του Δικαστηρίου στα πλαίσια του άρθρου 227 του ΚΠολΔ η προσκομιδή ειδικού συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου από τον εκκαλούντα, με τον οποίο θα εγκρίνονταν όλες οι δικαστικές ενέργειες που έγιναν από τον ως άνω δικηγόρο Αθηνών, ……….. (Δ.Σ.Α.: ….) για λογαριασμό του εκκαλούντος και αφορούν στην υπό κρίση έφεση, προσκομίσθηκε δε το υπ’ αριθ. …./20.7.2022 ειδικό δικαστικό πληρεξούσιο του συμβολαιογράφου Αθηνών ………………, με το οποίο δίνεται η σχετική έγκριση από τον ως άνω εκκαλούντα, ο οποίος και πάλι δεν προσκόμισε δελτίο αστυνομικής ταυτότητας, πλην όμως τα στοιχεία της ταυτότητάς του βεβαίωσαν δύο μάρτυρες κατ’ άρθρο 8 παρ.2 του Συμβολαιογραφικού Κώδικα.

Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 1465 παρ. 1 του ΑΚ, το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του γάμου της μητέρας του ή μέσα σε τριακόσιες ημέρες από τη λύση ή την ακύρωση του, τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα το σύζυγο της μητέρας του (τέκνο γεννημένο σε γάμο). Βάσει του άρθρου 1467 του ΑΚ, η ιδιότητα του τέκνου, ως προς το οποίο συντρέχει ένα από τα τεκμήρια των άρθρων 1465 και 1466 του ΑΚ, ως τέκνου γεννημένου σε γάμο, μπορεί να προσβληθεί δικαστικώς αν αποδειχθεί ότι η μητέρα δεν συνέλαβε πράγματι από το σύζυγο της ή ότι κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της σύλληψης ήταν φανερά αδύνατο να συλλάβει από αυτόν, ιδίως εξαιτίας ανικανότητας ή αποδημίας του ή επειδή δεν είχαν σχέσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 1468 του ίδιου Κώδικα κρίσιμο διάστημα της σύλληψης θεωρείται το χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοσιοστή και την εκατοστή ογδοηκοστή ημέρα πριν από τον τοκετό, τη δε ιδιότητα του τέκνου ως γεννημένου σε γάμο μπορεί κατά το άρθρο 1469 περ. 5 ΑΚ, να προσβάλει μεταξύ άλλων, ο άνδρας με τον οποίο η μητέρα, βρισκόμενη σε διάσταση με τον σύζυγό της, είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης. Ωστόσο με βάση το άρθρο 1470 περ.5 του ΑΚ, η προσβολή της πατρότητα αποκλείεται για τον άνδρα που είχε σαρκική συνάφεια με τη μητέρα, δύο χρόνια από τον τοκετό. Τέλος, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 1472 ΑΚ το τέκνο χάνει την ιδιότητα τέκνου που γεννήθηκε σε γάμο, αναδρομικά από τη γέννησή του, μόλις γίνει αμετάκλητη η απόφαση που δέχεται την προσβολή αυτής της ιδιότητάς του, ενώ κατά την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, σε περίπτωση προσβολής από τον άνδρα που είχε σαρκική συνάφεια με τη μητέρα, η απόφαση της προηγούμενης παραγράφου επιφέρει αυτοδικαίως δικαστική αναγνώριση του παιδιού από τον άνδρα αυτόν.

Ο ήδη εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά των εφεσίβλητων την από 29.7.2016 (με Γ.Α.Κ. …/2016 και Ε.Α.Κ. …../2016) αγωγή του με την οποία υποστήριζε ότι οι δύο πρώτοι των εναγόμενων είχαν τελέσει νόμιμο θρησκευτικό γάμο στις 7.10.1989 στον Πειραιά, από τον οποίο απέκτησαν δύο ενήλικα σήμερα τέκνα, πλην όμως η έγγαμη συμβίωσή τους διασπάστηκε ήδη από τον Μάιο του 2003, έκτοτε δε ότι αυτοί επικοινωνούσαν μόνο για τα θέματα που αφορούσαν τα τέκνα τους. Ότι με την 4169/2013 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία κατέστη αμετάκλητη στις 9.1.2014, με την παραίτηση από τα ένδικα μέσα κατά αυτής, λύθηκε ο γάμος μεταξύ των ανωτέρω. Ότι ο ενάγων από τον μήνα Μάρτιο του 2011 διατηρεί μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια με την πρώτη των εναγόμενων, από τη σχέση τους δε αυτή γεννήθηκε στις 4.8.2014, ένα άρρεν τέκνο, το οποίο, επειδή γεννήθηκε μέσα σε χρονικό διάστημα 300 ημερών από τη λύση του πιο πάνω γάμου της πρώτης εναγόμενης, θεωρείται τέκνο του δεύτερου των εναγομένων, πλην όμως βιολογικός του πατέρας είναι ο ίδιος ο ενάγων, καθόσον κατά το κρίσιμο κατά το άρθρο 1468 ΑΚ χρονικό διάστημα της σύλληψής του, δηλαδή από 9.10.2013 έως και 3.2.2014, αυτός είχε σαρκική συνάφεια με την πρώτη των εναγομένων, ενώ αντίστοιχα δεν υπήρχε καμία συνάφεια στο διάστημα αυτό, λόγω της διάσπασης της έγγαμης σχέσης, μεταξύ της πρώτης και του δεύτερου των εναγόμενων. Ζητούσε, λοιπόν, να προσβληθεί για τους παραπάνω λόγους, η τεκμαιρόμενη από το νόμο (άρθρο 1465 ΑΚ) πατρότητα του δεύτερου εναγόμενου σχετικά με το ανήλικο τέκνο που γεννήθηκε στις 4.8.2014 και αποτέλεσε καρπό της σαρκικής συνάφειας του ενάγοντος με την πρώτη εναγόμενη, να αναγνωρισθεί για τους ίδιους λόγους η μη ύπαρξη σχέσης γονέα (πατέρα) και τέκνου μεταξύ του δεύτερου εναγόμενου και του ανήλικου υιού του ενάγοντος που γεννήθηκε κατά τα ανωτέρω από τη σαρκική συνάφεια αυτού και της πρώτης εναγόμενης και να αναγνωρισθεί ο ίδιος (ο ενάγων) βιολογικός πατέρας του ως άνω ανήλικου τέκνου. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε ότι κατά τη δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου και του αιτήματος των νόμιμων κατατεθειμένων από 2.11.2018 έγγραφων προτάσεων του ενάγοντος, σε συνδυασμό και με τη δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του στο ακροατήριο του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία καταχωρίσθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση απομαγνητοφωνημένα πρακτικά (βλ. σελίδα 2 πρακτικών όπου ο πληρεξούσιος δικηγόρος αναφέρει ότι με την αγωγή ζητείται η αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου), ο ενάγων περιόρισε τα αιτήματα της αγωγής του με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι αυτή δεν ασκήθηκε ως προς αυτά που αφορούν σε προσβολή της πατρότητας και αναγνώρισης μη ύπαρξης σχέσης γονέα και τέκνου (άρθρα 223 εδ.β’, 295 παρ.1 και 297 του ΚΠολΔ) και ότι πλέον ζητεί μόνο να αναγνωριστεί ότι είναι πατέρας του εκπροσωπούμενου στη δίκη από τον τρίτο εναγόμενο- υπό την ιδιότητα του ειδικού επιτρόπου του- άρρενος τέκνου της πρώτης των εναγόμενων, που γεννήθηκε στις 4.8.2014. Κατόπιν τούτου, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι η αγωγή, η οποία μετά την ανωτέρω παραίτηση, αποτελεί την προβλεπόμενη στο άρθρο 1479 παρ.1 εδ.γ’ του ΑΚ αγωγή δικαστικής αναγνώρισης πατρότητας, πρέπει να απορριφθεί. Ειδικότερα ότι: α) κατά το μέρος που στρέφεται κατά των δεύτερου και τρίτου των εναγόμενων πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης, καθόσον σύμφωνα με το άρθρο 1480 εδ.γ’ του ΑΚ, η αγωγή δικαστικής αναγνώρισης, όταν ασκείται από τον πατέρα του τέκνου, στρέφεται κατά της μητέρας (ή των κληρονόμων της), η οποία και μόνο νομιμοποιείται παθητικά, β) κατά το μέρος που στρέφεται κατά της πρώτης των εναγόμενων πρέπει να απορριφθεί, αφενός μεν ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης, καθόσον, αν και ο πατέρας έχει αυτοτελές δικαίωμα δικαστικής αναγνώρισης της πατρότητας του τέκνου ως δικό του μόνον στην περίπτωση που επιχείρησε προηγουμένως να αναγνωρίσει εκούσια το τέκνο και απέτυχε εξαιτίας της άρνησης της μητέρας να δώσει τη συναίνεσή της στην εκούσια αναγνώριση του τέκνου της από αυτόν (άρθρο 1479 παρ.1 εδ.β του ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 1475 του ίδιου Κώδικα), στο αγωγικό δικόγραφο δεν εκτίθεται η συνδρομή της ανωτέρω προϋπόθεσης, αφετέρου δε και ως μη νόμιμη, καθόσον προϋπόθεση για την άσκηση αγωγής αναγνώρισης της πατρότητας τέκνου από τον πατέρα αυτού είναι το αναγνωριζόμενο τέκνο να έχει την ιδιότητα τέκνου που γεννήθηκε εκτός γάμου, δηλαδή τέκνου που δεν καλύπτεται από το μαχητό τεκμήριο καταγωγής από γάμο (άρθρο 1465 ΑΚ), το οποίο ανατρέπεται, σύμφωνα με το άρθρο 1472 του ΑΚ, μόλις καταστεί αμετάκλητη η διαπλαστική απόφαση που δέχεται την κατ’ άρθρο 1467 του ίδιου Κώδικα διαπλαστική αγωγή που άσκησαν τα νομιμοποιούμενα σύμφωνα με το άρθρο 1469 του ΑΚ πρόσωπα, οπότε το τέκνο χάνει την ανωτέρω ιδιότητά του αναδρομικά από τη γέννησή του, πλην όμως ότι σύμφωνα με τα ιστορούμενα στο αγωγικό δικόγραφο, το τέκνο της πρώτης των εναγόμενων, το οποίο γεννήθηκε μέσα στο χρονικό διάστημα 300 ημερών από την αμετάκλητη λύση του γάμου της με τον δεύτερο εναγόμενο, εξακολουθεί να καλύπτεται από το ανωτέρω τεκμήριο και να θεωρείται ότι έχει πατέρα τον τελευταίο, δεδομένου ότι το τεκμήριο αυτό δεν έχει ακόμη ανατραπεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση η οποία να δέχεται την ασκηθείσα αγωγή προσβολής της πατρότητας αυτού από τα νομιμοποιούμενα προς τούτο πρόσωπα. Ήδη με την υπό κρίση έφεση, ο εκκαλών παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση της διόρθωσης αιτήματος της αγωγής του, στην οποία αυτός προέβη με τις ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προτάσεις του καθώς και της σχετικής δήλωσης του πληρεξούσιου δικηγόρου του στο ακροατήριο του ίδιου Δικαστηρίου και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και να γίνει δεκτή καθ’ ολοκληρίαν η από 29.7.2016 αγωγή του, ως προς τα παραπάνω αιτήματα αυτής. Ειδικότερα, με τον πρώτο λόγο της έφεσής του ο εκκαλών υποστηρίζει ότι δεν παραιτήθηκε κατά τη συζήτηση της αγωγής του στο ακροατήριο του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά από τα αιτήματα τα σχετικά με την προσβολή της πατρότητας του δεύτερου εναγόμενου και δεν περιόρισε το αίτημα της αγωγής του μόνο στην αναγνώριση ότι ο ίδιος είναι ο βιολογικός πατέρας του ως άνω ανήλικου άρρενος τέκνου, όπως τούτο προκύπτει από τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθώς και ότι στις ως άνω προτάσεις που κατέθεσε δεν περιέχεται δήλωση παραίτησης από τα παραπάνω αιτήματα της αγωγής του, η δε δήλωση διόρθωσης στις ως άνω από 2.11.2018 προτάσεις του αφορά μόνο στο τρίτο αγωγικό αίτημα περί αναγνώρισης της δικής του πατρότητας και δη στη διόρθωση ως προς τη διατύπωση του εν λόγω αιτήματος και ως προς την προσθήκη του βαπτιστικού ονόματος του ανηλίκου άρρενος τέκνου. Σχετικά με τον λόγο αυτό έφεσης σημειώνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 223 ΚΠολΔ που εφαρμόζεται και στην προκείμενη διαδικασία κατ’ άρθρο 591 παρ.1 του ίδιου Κώδικα «Όταν επέλθει η εκκρεμοδικία, είναι απαράδεκτη η μεταβολή του αιτήματος της αγωγής. Κατ’ εξαίρεση μπορεί ο ενάγων με τις προτάσεις ή με δήλωση στα πρακτικά εωσότου περατωθεί η δίκη στον πρώτο βαθμό να περιορίσει το αίτημα της αγωγής…», περαιτέρω, δε, κατά το άρθρο 295 παρ.1 εδ. 2 του ίδιου Κώδικα «Ο περιορισμός του αιτήματος θεωρείται ως μερική παραίτηση από το δικόγραφο». Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 224 ΚΠολΔ που ομοίως εφαρμόζεται και στην προκείμενη διαδικασία, «Είναι απαράδεκτο να μεταβληθεί η βάση της αγωγής. Με τις προτάσεις που κατατίθενται ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ή με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά, μπορεί ο ενάγων να συμπληρώσει, να διευκρινίσει ή να διορθώσει τους ισχυρισμούς του, αρκεί να μη μεταβάλλεται η βάση της αγωγής». Στην προκειμένη περίπτωση από την ανάγνωση των από 2.11.2018 προτάσεων του ενάγοντος (ήδη εκκαλούντος) ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προκύπτει ότι αυτός στο τέλος διέλαβε τα εξής: «ΑΙΤΟΥΜΑΙ Ο,τι και στην από 29-7-2016 αγωγή μου. Διορθώνω το αίτημα της από 29-7-2016 αγωγής μου ως κάτωθι: Να αναγνωρισθώ πατέρας του ανηλίκου άρρενος τέκνου ………. γεννηθέντος την 4η-8-2014 στο Αμαρούσιο Αττικής από την πρώτη (1η) των εναγομένων, …………., καρπού της σαρκικής μας συνάφειας κατά το κρίσιμο χρόνο σύλληψης σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1468 ΑΚ Και να μην καταδικασθούν οι εναγόμενοι στη συνολική δικαστική δαπάνη μου.». Καίτοι υπάρχει κάποια ασάφεια στο αιτητικό των εν λόγω προτάσεων του ενάγοντος, δεδομένου ότι αυτός κάνει λόγο ότι διορθώνει το αίτημα της από 29-7-2016 αγωγής του ενώ η αγωγή αυτή περιέχει τρία κύρια αιτήματα, δεν μπορεί να συναχθεί από την παραπάνω διατύπωση ότι ο ενάγων παραιτείται από τα αιτήματα τα σχετικά με την προσβολή της πατρότητας του δεύτερου εναγόμενου, καθώς αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα το δήλωνε ρητά  και δεν θα αιτείτο «ό,τι και στην από 29-7-2016 αγωγή». Αυτό το οποίο άνευ αμφιβολίας προκύπτει από το αιτητικό των ως άνω προτάσεων είναι ότι ο ενάγων παραιτείται από το αίτημα επιδίκασης υπέρ αυτού και σε βάρος των αντιδίκων του της δικαστικής του δαπάνης και ότι διορθώνει- συμπληρώνει το τρίτο αίτημα της αγωγής του με το οποίο ζητούσε να αναγνωρισθεί βιολογικός πατέρας του ανήλικου τέκνου, γεννηθέντος την 4η-8-2014 στο Αμαρούσιο Αττικής από την πρώτη εναγόμενη, ……….. ., καρπού της σαρκικής του συνάφειας με αυτή κατά το κρίσιμο χρονικό (διάστημα) σύλληψης σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1468 ΑΚ, ώστε να συμπληρωθεί το βαπτιστικό όνομα του ανήλικου τέκνου, «………..». Επιπλέον κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 2.11.2018 σε ερώτηση της Δικαστή προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ενάγοντος «- Επί της αγωγής έχετε κάτι να δηλώσετε;» ακολούθησε η εξής στιχομυθία «- Έχω να πω το εξής. Ότι κατ’ αρχάς παραιτούμεθα από τη δικαστική δαπάνη και επίσης ο κύριος ……, ο ειδικός επίτροπος διορίστηκε με την απόφαση η οποία δημοσιεύτηκε τώρα πρόσφατα. -Είναι προσβολή πατρότητας;- Αναγνώριση πατρότητας, ναι.» (βλ. σελίδα 2 των σχετικών πρακτικών). Είναι σαφές ότι ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ενάγοντος δηλώνει παραίτηση μόνο από το αίτημα επιδίκασης δικαστικής δαπάνης, ενώ ουδέν αναφέρει περί παραιτήσεως από τα αιτήματα προσβολής πατρότητας που περιέχονται στην αγωγή. Το γεγονός ότι σε ερώτηση της Δικαστή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αν η αγωγή είναι (ενν. αφορά σε) προσβολή πατρότητας, ο πληρεξούσιος δικηγόρος απαντά «αναγνώριση πατρότητας, ναι» δεν μπορεί να οδηγήσει σε συμπέρασμα ότι ο ενάγων παραιτήθηκε των αιτημάτων της αγωγής για την προσβολή πατρότητας του δεύτερου εναγόμενου, καθώς κάτι τέτοιο ασφαλώς και θα το δήλωνε, ενώ προφανώς ο πληρεξούσιος δικηγόρος του θεωρεί το τρίτο αίτημα της αγωγής του, ήτοι εκείνο της αναγνώρισης πατρότητας του ενάγοντος ως το σημαντικότερο για τον εντολέα του. Ενόψει των ανωτέρω, εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι υπήρξε παραίτηση από τα αιτήματα τα σχετικά με την προσβολή της πατρότητας του ανήλικου τέκνου και ότι επρόκειτο πλέον αμιγώς για αγωγή δικαστικής αναγνώρισης πατρότητας τέκνου.  Ως εκ τούτου, ως προς τα αιτήματα αυτά, από τα οποία εσφαλμένα έγινε δεκτό πρωτοδίκως ότι έχει χωρήσει παραίτηση εκ μέρους του ενάγοντος-ήδη εκκαλούντος, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να δικασθεί κατ’ ουσίαν κατ’ άρθρο 535 παρ.1 του ΚΠολΔ. Ωστόσο, ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι το σωρευόμενο στο αγωγικό δικόγραφο αίτημα δικαστικής αναγνώρισης πατρότητας στοιχειοθετεί την αγωγή που προβλέπεται στο άρθρο 1479 παρ.1 εδ.γ’ του ΑΚ η οποία τυγχάνει απορριπτέα και ειδικότερα: α) κατά το μέρος που στρέφεται κατά των δεύτερου και τρίτου των εναγόμενων ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης, καθόσον, σύμφωνα με το άρθρο 1480 εδ.γ’ του ΑΚ, η αγωγή δικαστικής αναγνώρισης, όταν ασκείται από τον πατέρα του τέκνου, στρέφεται κατά της μητέρας (ή των κληρονόμων της), η οποία και μόνο νομιμοποιείται παθητικά, β) κατά το μέρος που στρέφεται κατά της πρώτης εναγόμενης πρέπει να απορριφθεί, αφενός μεν ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης, καθόσον, αν και ο πατέρας έχει αυτοτελές δικαίωμα δικαστικής αναγνώρισης της πατρότητας του τέκνου ως δικό του μόνο στην περίπτωση που επιχείρησε προηγουμένως να αναγνωρίσει εκούσια το τέκνο και απέτυχε εξαιτίας της άρνησης της μητέρας να δώσει τη συναίνεσή της στην εκούσια αναγνώριση του τέκνου της από αυτόν (άρθρο 1479 παρ.1 εδ.β’ του ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 1475 του ίδιου Κώδικα), στο αγωγικό δικόγραφο δεν εκτίθεται η συνδρομή της ανωτέρω προϋπόθεσης, αφετέρου δε και ως μη νόμιμη, καθόσον προϋπόθεση για την άσκηση αγωγής αναγνώρισης της πατρότητας τέκνου από τον πατέρα αυτού είναι το αναγνωριζόμενο τέκνο να έχει την ιδιότητα τέκνου που γεννήθηκε εκτός γάμου, δηλαδή τέκνου που δεν καλύπτεται από το μαχητό τεκμήριο καταγωγής από γάμο (άρθρο 1465 ΑΚ), το οποίο ανατρέπεται, σύμφωνα με το άρθρο 1472 ΑΚ, μόλις καταστεί αμετάκλητη η διαπλαστική απόφαση που δέχεται την κατ’ άρθρο 1467 του ίδιου Κώδικα διαπλαστική αγωγή που άσκησαν τα νομιμοποιούμενα σύμφωνα με το άρθρο 1469 του ΑΚ πρόσωπα, οπότε το τέκνο χάνει την ανωτέρω ιδιότητά του αναδρομικά από τη γέννησή του, πλην όμως, σύμφωνα με τα ιστορούμενα στο αγωγικό δικόγραφο, το τέκνο της πρώτης εναγόμενης, το οποίο γεννήθηκε μέσα σε χρονικό διάστημα 300 ημερών από την αμετάκλητη λύση του γάμου της με τον δεύτερο εναγόμενο, εξακολουθεί να καλύπτεται από το ανωτέρω τεκμήριο και να θεωρείται ότι έχει πατέρα τον τελευταίο, δεδομένου ότι το τεκμήριο αυτό δεν έχει ακόμη ανατραπεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση η οποία να δέχεται την ασκηθείσα αγωγή προσβολής της πατρότητας αυτού από τα νομιμοποιούμενα προς τούτο πρόσωπα. Περαιτέρω, το αίτημα να προσβληθεί η τεκμαιρόμενη από το νόμο πατρότητα του δεύτερου εναγόμενου ως προς τον ανήλικο γιο του ενάγοντος, που γεννήθηκε από την πρώτη εναγόμενη στο Αμαρούσιο Αττικής, την 4.8.2014 ως καρπός της σαρκικής συνάφειας μεταξύ τους κατά το κρίσιμο διάστημα σύλληψης δεν είναι νόμιμο καθώς δεν μπορεί να αποτελέσει μέρος του διατακτικού της δικαστικής απόφασης, αφού εκ των πραγμάτων ο ενάγων είναι αυτός που προσβάλλει με την αγωγή του την τεκμαιρόμενη πατρότητα ζητώντας να αναγνωριστεί από το Δικαστήριο μη γνήσιο το ανήλικο τέκνο ως προς τον τεκμαιρόμενο πατέρα και δεν είναι το Δικαστήριο που προσβάλλει την τεκμαιρόμενη πατρότητα με την απόφασή του. Κατά τα λοιπά η αγωγή είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1463, 1465 παρ. 1, 1467, 1468, 1469 αριθμ. 1, 1470 αριθμ. 1 και 1472 παρ. 1 του ΑΚ. Σημειώνεται δε ότι ο ενάγων άσκησε την ένδικη αγωγή εντός της προθεσμίας των δύο ετών από τον τοκετό του ανήλικου τέκνου, το οποίο γεννήθηκε σύμφωνα με την αγωγή στις 4.8.2014, η δε αγωγή προσβολής της τεκμαιρόμενης πατρότητας κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 29.7.2016 σύμφωνα με την έκθεση κατάθεσης δικογράφου που υπογράφει η γραμματέας του Πρωτοδικείου Πειραιά ……., ακολούθως δε επιδόθηκε στους δύο πρώτους εναγόμενους στις 2.8.2016 και στον τρίτο εναγόμενο στις 3.8.2016 (βλ. αντίστοιχα τις υπ’ αριθ. …../2.8.2016 και …./2.8.2016 εκθέσεις επιδόσεως του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών . ……… και την υπ’ αριθ. ……/3.8.2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………..). Κατά το μέρος που η αγωγή κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη πρέπει να εξεταστεί στην ουσία της. Ο δεύτερος εναγόμενος- ήδη δεύτερος εφεσίβλητος τεκμαιρόμενος πατέρας με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου ομολογεί ότι το ανήλικο τέκνο που γέννησε η πρώην σύζυγός του …………. στις 4.8.2014 δεν το συνέλαβε από αυτόν καθώς βρίσκονται σε διάσταση από  τον Μάρτιο του έτους 2003, αλλά από τον ενάγοντα με τον οποίο διατηρούσε κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της σύλληψης σαρκικές σχέσεις. Η ομολογία αυτή δεν δεσμεύει το Δικαστήριο, αλλά κατ’ άρθρο 597 παρ.1 του ΚΠολΔ λαμβάνεται υπόψη σε συνδυασμό με τις άλλες αποδείξεις και εκτιμάται ελεύθερα. Επίσης δεν λαμβάνεται υπόψη η ένορκη κατάθεση που έδωσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η πρώτη εναγόμενη, καθώς αυτή είναι διάδικος και όχι τρίτο πρόσωπο, ώστε να μπορεί να καταθέσει ως μάρτυρας για την ένδικη υπόθεση, ενώ επισημαίνεται ότι ακόμη κι αν επιθυμούσε να εξετασθεί ως διάδικος, δεν θα μπορούσε να καταθέσει με όρκο σύμφωνα με τη ρητή απαγόρευση του άρθρου 597 παρ2 ΚΠολΔ. Λαμβάνεται πάντως υπόψη ως δικαστικό τεκμήριο η ένορκη κατάθεση αυτής ως μάρτυρα στα πλαίσια άλλης δίκης και δη αυτής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας) με αιτούντα τον νυν εκκαλούντα για διορισμό ειδικού επιτρόπου προς εκπροσώπηση του ως άνω ανήλικου τέκνου στην παρούσα δίκη, όπου εκεί η νυν πρώτη εφεσίβλητη δεν ήταν διάδικος και όπως η κατάθεσή της περιέχεται στα υπ’ αριθ. 240/2017 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παραπάνω Δικαστηρίου. Περαιτέρω, από την εκτίμηση των εγγράφων που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ακόμη και αυτών που το πρώτον προσκομίζονται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 529 παρ.1 εδ.1 ΚΠολΔ, όπως η εκτιμώμενη ως ιδιωτική γνωμοδότηση κατ’ άρθρο 390 ΚΠολΔ από 22.3.2021 «Έκθεσης Πραγματογνωμοσύνης Ανάλυσης DNA(Τεστ Πατρότητας)» του ……….., Δρ Μοριακής Βιολογίας, Γενετικής  και Γενικού Διευθυντή του Ευρωπαϊκού Κέντρου Γενετικής και Ταυτοποίησης DNA, που προσκομίζει ο εκκαλών, περαιτέρω δε λαμβανομένης υπόψη και της από 2.6.2016 υπεύθυνης δήλωσης του δεύτερου εναγόμενου προς τον Ι. Ν. ………., η οποία κρίνεται αξιολογήσιμη αποδεικτικά καθώς δεν δόθηκε με σκοπό να χρησιμοποιηθεί στην παρούσα δίκη, αλλά προκειμένου να γίνει η βάπτιση του ανήλικου τέκνου που εκπροσωπείται από τον τρίτο εναγόμενο, συνεκτιμωμένων ελεύθερα των ομολογιών του δεύτερου εφεσίβλητου ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και του τρίτου εναγόμενου-ήδη τρίτου εφεσίβλητου που συνομολόγησε με τις προτάσεις του πρωτοδίκως το περιεχόμενο της υπό κρίση αγωγής, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι δύο πρώτοι εναγόμενοι είχαν τελέσει νόμιμο θρησκευτικό γάμο στις 7.10.1989 στον Πειραιά, από τον οποίο απέκτησαν δύο ήδη ενήλικα τέκνα, την …….. που γεννήθηκε στις 6.7.1992 και την ………. που γεννήθηκε στις 24.7.1998, πλην όμως η έγγαμη συμβίωσή τους διασπάστηκε κατά τα αναφερόμενα από τον δεύτερο εφεσίβλητο από τον Μάιο του 2003, σε κάθε δε περίπτωση σύμφωνα με την 4169/2013 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία γαμικών διαφορών) από τον Μάιο του 2005 κι έκτοτε οι σχέσεις τους περιορίζονταν σε συναντήσεις για να συνεννοούνται για όποιο θέμα υπήρχε γύρω από τα παιδιά τους και για κανένα άλλο λόγο (βλ. την από 2.6.2016 υπεύθυνη δήλωση του δεύτερου εναγόμενου). Με την αμέσως προαναφερόμενη 4169/2013 απόφαση, η οποία κατέστη αμετάκλητη στις 9.1.2014, κατόπιν παραίτησης των διαδίκων (νυν δύο πρώτων εφεσίβλητων) από όλα τα ένδικα μέσα κατά αυτής, λύθηκε ο γάμος μεταξύ των ανωτέρω, λόγω υπερδιετούς διάστασης των συζύγων. Κατά το έτος 2012, η πρώτη εναγόμενη δημιούργησε ερωτική σχέση με τον ενάγοντα, στα πλαίσια της οποίας ανέπτυξαν μεταξύ τους και σαρκική συνάφεια. Στις 4.8.2014, δηλαδή μετά την αμετάκλητη λύση του γάμου της με τον δεύτερο εναγόμενο, η πρώτη εναγόμενη γέννησε στο Αμαρούσιο Αττικής, ένα άρρεν τέκνο, το οποίο λόγω της γέννησής του εντός τριακοσίων ημερών από την ως άνω αμετάκλητη λύση του γάμου των δύο πρώτων εναγόμενων στις 9.1.2014, τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα τον δεύτερο εναγόμενο κατ’ άρθρο 1465 παρ.1 ΑΚ. Ωστόσο, κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοσιοστή και στην εκατοστή ογδοηκοστή ημέρα πριν τον τοκετό στις 4.8.2014, ήτοι στο διάστημα από την 9.10.2013 έως και την 4.2.2014, ο δεύτερος εναγόμενος δεν είχε καμία ερωτική επαφή με την πρώτη εναγόμενη, καθώς όπως ο ίδιος αναφέρει στην από 2.6.2016 υπεύθυνη δήλωσή του από τον Μάιο του 2003 ήταν σε διάσταση με αυτή και οι όποιες συναντήσεις τους ήταν για να συνεννοηθούν για θέματα των δύο θυγατέρων που είχαν αποκτήσει από τον γάμο τους. Αντίθετα, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, η πρώτη εναγόμενη διατηρούσε μόνιμη ερωτική σχέση με σαρκική συνάφεια με τον ενάγοντα, με τον οποίο και τέλεσαν πολιτικό γάμο λίγους μήνες μετά τη γέννηση του ως άνω ανήλικου άρρενος τέκνου, στις 26.11.2014 στο Δημαρχείο Αγίων Αναργύρων-Καματερού (βλ. το προσκομιζόμενο σε αντίγραφο απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης γάμου του Ληξιαρχείου Δ.Ε. Αγίων Αναργύρων, με στοιχεία ληξ. Πράξης …../1/2014 που υπογράφει η ληξίαρχος ………). Περαιτέρω, ενόψει της βαπτίσεως του ανήλικου τέκνου (όπως εδώ εκπροσωπείται από τον τρίτο εναγόμενο-τρίτο εφεσίβλητο ειδικό επίτροπο) στις 26.6.2016 στον Ιερό Ναό ………… και προκειμένου να δηλωθεί ως πατέρας του ανήλικου, ο ενάγων και όχι ο δεύτερος εναγόμενος, ο τελευταίος χορήγησε την ως άνω από 2.6.2016 υπεύθυνη δήλωση, με την οποία δήλωνε ότι παρότι ο ανήλικος καταχωρίσθηκε στη μερίδα του και φέρει το επώνυμό του δεν είναι φυσικό του τέκνο, αλλά κατά τους ισχυρισμούς της μητέρας πρώτης εναγόμενης είναι φυσικό τέκνο του ενάγοντος. Πράγματι στη συνταχθείσα υπ’ αριθ. πρωτ. …../2016 δήλωση βαπτίσεως που συνέταξε ο Ιερέας ……. ως ονοματεπώνυμο πατρός αναφέρεται «………….», δηλαδή ο Ιερέας συμπλήρωσε τα στοιχεία του ενάγοντος. Περαιτέρω, κατόπιν συγκατάθεσης των δύο πρώτων εναγόμενων, οι διάδικοι απευθύνθηκαν στα ιδιωτικά εργαστήρια δικανικής γενετικής ….. και στις 11.3.2021 ελήφθη από τον ………., Δρ. Μοριακής Βιολογίας, Γενετικής, Γενικό Διευθυντή  του Ευρωπαϊκού Κέντρου Γενετικής και Ταυτοποίησης DNA, βιολογικό υλικό από το ανήλικο τέκνο, την πρώτη εναγόμενη μητέρα και από τον ενάγοντα, για την εξακρίβωση ύπαρξης βιολογικών δεσμών μεταξύ των συμμετεχόντων με ανάλυση DNA, σύμφωνα δε με το πόρισμα της από 22.3.2021 συνταχθείσας έκθεσης που συνυπογράφεται από τον ως άνω Δρ. ……… και τη ………, πραγματογνώμονα-βιολόγο αναλύτρια Εργαστηρίου ………. συμπεραίνεται ότι «ο ……….. είναι ο βιολογικός πατέρας του τέκνου ………… ακο με πιθανότητα μεγαλύτερη από 99.999999%». Ενόψει των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι η πρώτη εναγόμενη-ήδη πρώτη εφεσίβλητη δεν συνέλαβε πράγματι από τον τεκμαιρόμενο πατέρα δεύτερο εναγόμενο- δεύτερο εφεσίβλητο, το ανήλικο τέκνο που εκείνη γέννησε στο Αμαρούσιο Αττικής στις 4.8.2014 και ήδη φέρει το βαπτιστικό όνομα ……….., αφού λόγω της μακροχρόνιας διάστασής τους δεν είχαν καμία ερωτική επαφή κατά το κρίσιμο κατά το άρθρο 1468 ΑΚ χρονικό διάστημα πριν από τον τοκετό και για τον λόγο αυτό πρέπει η αγωγή κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, να γίνει δεκτή στην ουσία της και να κηρυχθεί (αντί του χρησιμοποιούμενου στην αγωγή ρήματος «αναγνωρισθεί» που δεν ταιριάζει σε διαπλαστική απόφαση) μη γνήσιο τέκνο του δεύτερου εναγόμενου, το ως άνω άρρεν ανήλικο τέκνο ……. όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον διορισθέντα ειδικό επίτροπο …………. Δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται σε βάρος των εναγόμενων-εφεσίβλητων, δεδομένου ότι ήδη με τις προτάσεις του στον πρώτο βαθμό ο ενάγων παραιτήθηκε του σχετικού αιτήματος και δεν υπέβαλε αντίστοιχο αίτημα για τα έξοδα της κατ’ έφεση δίκης. Περαιτέρω, πρέπει να ορισθεί παράβολο ερημοδικίας για καθένα των πρώτης και τρίτου των εφεσίβλητων για την περίπτωση που ασκήσουν ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 501, 502 παρ.1 και 505 παρ.2 του ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, λόγω της εν μέρει νίκης του εκκαλούντος πρέπει να διαταχθεί κατ’ άρθρο 495 παρ.4 του ΚΠολΔ η επιστροφή σε αυτόν του κατατεθέντος για την άσκηση της κριθείσας εφέσεως e- παράβολου, ομοίως κατά το διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της πρώτης και του τρίτου των εφεσίβλητων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας για καθένα από τους πρώτη και τρίτο των εφεσίβλητων στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

Δέχεται τυπικά την από 1.7.2021 (κατατεθείσα στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …../2021 και για προσδιορισμό δικασίμου στο Εφετείο Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2021 και Ε.Α.Κ. ……/2021) έφεση κατά της 3432/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση).

Απορρίπτει ό,τι έκρινε απορριπτέο επί της ουσίας στην έφεση.

Δέχεται την έφεση στην ουσία της ως προς τα αιτήματα της από 29.7.2016 (με Γ.Α.Κ. …./2016 και Ε.Α.Κ. ……/2016) αγωγής που αφορούν στην προσβολή της πατρότητας.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση ως προς τα κεφάλαια αυτά.

Κρατεί και δικάζει την από 29.7.2016 αγωγή ως προς τα αμέσως παραπάνω αιτήματα αυτής.

Απορρίπτει ό,τι έκρινε απορριπτέο στην αγωγή.

Δέχεται εν μέρει αυτή.

Κηρύσσει μη γνήσιο τέκνο του δεύτερου εναγόμενου ………. το ανήλικο άρρεν τέκνο που γέννησε η πρώτη εναγόμενη, πρώην σύζυγός του, στο Αμαρούσιο Αττικής στις 4.8.2014 και φέρει το βαπτιστικό όνομα …………..

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του κατατεθέντος από αυτόν για την άσκηση της κριθείσας εφέσεως αναφερόμενου στο σκεπτικό της παρούσας e-παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 24.8.2022.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ