Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 524/2022

Αριθμός     524/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

 Α. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:  ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (e-ΕΦΚΑ)», το οποίο εδρεύει  στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από το Διοικητή του, ως καθολικού διαδόχου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Γαρυφαλλιά Φραντζή    (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:  1) Δήμου Πειραιά, που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Δήμαρχό του και εν προκειμένω και από τον Διευθυντή της Ταμειακής Υπηρεσίας του,  οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Εμμανουήλ Δρυλεράκη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ) και 2) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……………δεν εκπροσωπήθηκε δε από  πληρεξούσιο δικηγόρο.

Β. ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣAΣ : Ανώνυμης εταιρείας ……………υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια απαιτήσεων, εντολοδόχου και ειδικού πληρεξουσίου, αντιπροσώπου και αντικλήτου της εταιρίας με την επωνυμία ………………, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο, Σταυρούλα Παπαδήμα.

ΥΠΕΡ ΗΣ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ : Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία ………….. ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρίας …………..

ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ : 1) ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (Ε.Φ.Κ.Α.)», ως καθολικού διαδόχου του Ν.Π.Δ.Δ., με την επωνυμία ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ – ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ» [ΙΚΑ-ΕΤΑΜ], που εδρεύει στην Αθήνα, νόμιμα εκπροσωπούμενου, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο, Γαρυφαλλιά Φραντζή (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ) και 2) Δήμου Πειραιά που εδρεύει στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Δήμαρχό του και εν προκειμένω και από τον Διευθυντή της Ταμειακής Υπηρεσίας του, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο, Εμμανουήλ Δρυλεράκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Το Ελληνικό Δημόσιο και το ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (e-ΕΦΚΑ)» άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τις από  30.5.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2019) και  από 15.5.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2019), αντίστοιχα, ανακοπές τους, κατά του υπ΄ αριθμ. …../12-4-2019 πίνακα κατάταξης δανειστών της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………. Επί των ανακοπών αυτών εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  1747/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε αυτές.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (e-ΕΦΚΑ)» (ανακόπτον, ήδη υπό στοιχ Α εκκαλούν, ήδη πρώτο των υπό στοιχ Β καθ΄ ων η πρόσθετη παρέμβαση), με την από  28.9.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου  ……./2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου  ………./2020) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η ήδη υπό στοιχ Β αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα κατέθεσε την από 16.11.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  …………./2021) αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος της υπό στοιχ Β αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, οι δε πληρεξουσιοι δικηγόροι των λοιπών  παρασταθέντων διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρονται προς συζήτηση α) η από 28.9.2020 (υπ΄αριθ. κατάθ. …………../28.9.2020) έφεση του πρωτοδίκως ηττηθέντος νπδδ με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e – ΕΦΚΑ)» κατά 1) του πρωτοδίκως ηττηθέντος νπδδ με την επωνυμία «Δήμος Πειραιά» εδρεύοντος  στον Πειραιά, νομίμως εκπροσωπουμένου και 2), της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και β) η από 16.11.2021 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………./25.11.2021) αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση της εταιρίας με την επωνυμία «…………..» που εδρεύει στη ….. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, υπέρ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «………..» και κατά 1) του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e – ΕΦΚΑ) και 2) του Δήμου Πειραιά.  Επί της πρόσθετης αυτής παρέμβασης σημειώνονται τα εξής: Από τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, συνεπώς για πρώτη φορά και ενώπιον του Εφετείου, περιοριζόμενος σε μόνη την υποστήριξη ή αντίκρουση των λόγων της έφεσης, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 παρ. 1 και 215 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η πρόσθετη παρέμβαση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, δηλαδή με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, που είναι αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας και ολοκληρώνεται, με την κοινοποίηση αυτής στους διαδίκους, η οποία, στην περίπτωση που ασκείται για πρώτη φορά στο Εφετείο, πρέπει, να γίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 591 παρ. 1 εδ. β’ ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά το ν. 4335/2015, σε όλους τους μέχρι την άσκησή της διαδίκους, τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από τη συζήτηση. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με την πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης, που είτε απειλείται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής του από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως τρίτος δε, κατά την έννοια της ίδιας διάταξης του άρθρου 80 ΚΠολΔ, νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιονδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υποθέσεως (ΑΠ 368/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1260/2019 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1329/2017 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1171/2012, ΧρΙΔ 2013, σελ. 34). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 έως 78. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών, που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά στις σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης, ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΑΠ 368/2019 ό.π., ΑΠ 1564/2017, ΑΠ 177/2017, ΑΠ 1485/2006, Νόμος). Η άσκηση αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης συνεπάγεται μεταξύ άλλων και την εκπροσώπηση του αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνοντος, κατά την απουσία του, από τον υπέρ ου η παρέμβαση και αντιστρόφως (ΕφΘεσ 78/2017, Αρμ. 2017, σελ. 1156, ΕφΠειρ 111/2016 στην ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑθ 1250/2009 ΕλλΔ/νη 2012, σελ. 790). Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2 ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατ’ αυτού κατά το άρθρο 325 αριθ. 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 368/2019 ό.π., ΑΠ 1564/2017 ό.π., ΑΠ 1731/2011, ΜονΕφΘεσσαλ 982/2021 στην ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 περ. γ` του ν. 4354/2015 «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κλπ»: Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους. Οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις. Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 2 του άνω νόμου 4354/2015: Οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014 (Α` 246). Εφόσον, οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη, με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου, το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης (ΑΠ 368/2019 ό.π, ΑΠ 877/2019, ΜονΕφΘεσσ 982/2021 στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ανωτέρω πρόσθετη παρέμβαση επιδόθηκε νόμιμα στην υπέρ ης αυτή, Alpha Τράπεζα – 2η εφεσίβλητη, αλλά και στον 1ο εφεσίβλητο Δ. Πειραιά, όπως και στο εκκαλούν e–EΦΚΑ (βλ.υπ΄αριθ. …, …. και …./26.11.2021 εκθέσεις επίδοσης, αντίστοιχα, των Δικαστικών Επιμελητών Εφετείου Πειραιά ….………. οι 1η και 3η και Εφετείου Αθηνών ……………. η 2η).

Στην προκειμένη περίπτωση, η αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού τιτλοποίησης με την επωνυμία «………..» (…………….) και τον διακριτικό τίτλο «……………….», με έδρα το ….. Ιρλανδίας (………….) και αριθμό καταχώρισης στο μητρώο εταιρειών της Ιρλανδίας 682652, μετά την γέννηση της εκκρεμοδικίας, κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….» και τον διακριτικό τίτλο «…………», με έδρα την Αθήνα, επί της οδού ………., με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ……… και Α.Φ.Μ. …… νομίμως εκπροσώπουμένης (Επωφελούμενη), υπό την ιδιότητά της ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…………» (και ήδη μετονομασθείσας σε «………….») με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ….. και Α.Φ.Μ. …… (Διασπώμενη), κατόπιν διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς του στη νεοσυσταθείσα εταιρία – πιστωτικό ίδρυμα, στην έννομη σχέση, από την οποία απορρέουν οι απαιτήσεις εκ της ως άνω με αριθμό ……./30.12.1999 σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό και ως εκ τούτου τυγχάνει μοναδική δικαιούχος κατ’ άρθρα 455 επ. Α.Κ. τόσο της ως άνω αξίωσης της δικαιοπαρόχου, όσο και του ουσιαστικού δικαιώματος για την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει εκτελεστού τίτλου κατ’ άρθρα 325 § 2 και 919 Κ.Πολ,Δ.

Ειδικότερα, δυνάμει της από 25.06.2021 Σύμβασης Πώλησης και Μεταβίβασης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Ν. 3156/2003 σε συνδυασμό με το άρθρο 3 του Ν. 2844/2000, που καταρτίσθηκε μεταξύ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» και τον διακριτικό τίτλο «……….», με έδρα την Αθήνα, επί της οδού Σταδίου αριθ. 40, με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. …. και Α.Φ.Μ. ….., καθολικής διαδόχου της «……………» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ….. και ΑΦΜ ….. και της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού τιτλοποίησης με την επωνυμία “…………….”, η οποία καταχωρήθηκε νόμιμα με αριθμ. πρωτ. …./28.06.2021, στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με την σχετική πράξη καταχώρισης του εντύπου δημοσίευσης συμβάσεων του άρθρου 10 παρ. 8 του ν. 3156/2003, στον τόμο …. και αριθμ. ….., η οποία επέχει θέση αναγγελίας κατ’ άρθρο 10 § 10 Ν. 3156/2003, οι απαιτήσεις και τα δικαιώματά της (διαπλαστικά και μη) εκ της υπ’ αριθμ. ……/30.12.1999 σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό μεταβιβάσθηκαν από την «……………..» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. …… και Α.Φ.Μ. ……, στην εδρεύουσα στο ……. Ιρλανδίας (……………) και αριθμό καταχώρισης στο μητρώο εταιρειών της Ιρλανδίας 682652, εταιρεία ειδικού σκοπού τιτλοποίησης με την επωνυμία “………………” νομίμως εκπροσωπούμενη, υπέρ της οποίας ως ειδικής διαδόχου – αποκτώσας εκτελείται ο τίτλος κατ’ άρθρο 919 § 2 ΚΠολΔ.

Ειδικότερα η μεταβίβαση της απαίτησης από την με αριθμό ………/30.12.1999 σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, έχει καταχωρηθεί στον τόμο …. αριθμό ….. των δημόσιων βιβλίων του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αριθμούς καταχώρισης …. έως ….., όπως προκύπτει από το υπ’ αριθμ. …. επικυρωμένο από το Ενεχυροφυλακείο Αθηνών απόσπασμα από το κατατεθειμένο με αριθμ. πρωτ. …../28.06.2021 ως άνω Παράρτημα της ανωτέρω σύμβασης μεταβίβασης δια τιτλοποιήσεως του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών.

Στο σημείο αυτό σημειώνουμε ότι στις 16.04.2021 εγκρίθηκε και καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. η διάσπαση της τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. …. και ΑΦΜ ….. (εφεξής η «Διασπώμενη»), με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας της Διασπώμενης και εισφοράς του στη νεοσυσταθείσα τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «………………» και τον δ.τ. «………», με έδρα την Αθήνα, οδός ………….., με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ….. και ΑΦΜ …… (εφεξής η «Επωφελούμενη»), σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 του Ν. 2515/1997, την παρ. 3 του άρθρου 54, την παρ. 3 του άρθρου 57 και των άρθρων 59 έως και 74 και 140 του ν. 4601/2019, όπως ισχύουν, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμ. ………/7.4.2021 Πράξη Διάσπασης του συμβολαιογράφου Αθηνών ……….. Η ως άνω διάσπαση ολοκληρώθηκε με την υπ’ αριθμ. πρωτ. ………/16.4.2021 απόφαση της Δ/νσης Εταιρειών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. και δημοσιεύθηκε στα στοιχεία της Διασπώμενης και της Επωφελούμενης με τις υπ’ αριθμ. πρωτ. …../16.4.2021, ……../16.4.2021 και …………./02.10.2020 Ανακοινώσεις αντίστοιχα.

Από τη δημοσίευση της εγκριτικής απόφασης της διάσπασης με απόσχιση κλάδου στο Γ.Ε.ΜΗ. στις 16.04.2021, η Επωφελούμενη υπεισήλθε αυτοδικαίως ως καθολική διάδοχος της Διασπώμενης, στα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας, όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία της διάσπασης και εν γένει σε κάθε δικαίωμα ή υποχρέωση ή έννομη σχέση ή δραστηριότητα που αφορά τον ανωτέρω κλάδο. Ως εκ τούτου, η Επωφελούμενη, ως καθολική διάδοχος της Διασπώμενης κατά τα ανωτέρω, υπεισήλθε στη θέση της «Διασπώμενης», για όλες οι έννομες σχέσεις δανείων και πιστώσεων, που η τελευταία επρόκειτο να μεταβιβάσει στη νέα δικαιούχο “…………. “, μεταξύ των οποίων και οι απαιτήσεις εκ της ως άνω υπ’ αριθ. ……../30.12.1999 σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό και τις τυχόν τροποποιητικές πράξεις αυτής και στις παρεπόμενες εξασφαλίσεις αυτής.

Η νέα δικαιούχος “…………..” ανέθεσε τη διαχείριση των απαιτήσεων και των δικαιωμάτων που απορρέουν από την ανωτέρω Σύμβαση Πιστώσεως και των προσωπικών και εμπράγματων εξασφαλίσεων αυτής στην εταιρεία με την επωνυμία «…………….» (η «………»), με έδρα στη …….. Αττικής επί της ………, με Α.Φ.Μ. …… και αρ. Γ.Ε.ΜΗ ……, νομίμως αδειοδοτηθείσης από την Τράπεζα της Ελλάδος (Απόφαση υπ’ αριθ. 207/1/29.11.2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος) ως εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις δυνάμει των Διατάξεων του Ν. 4354/2015 και της Πράξης 118/19.5.2017 της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως τροποποιήθηκε από την υπ’ αριθ. 153/8.1.2019 Πράξη, δυνάμει του από 25 Ιουνίου 2021 Ιδιωτικού Συμφωνητικού Διαχείρισης Απαιτήσεων, το οποίο καταχωρήθηκε νομίμως στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 28.06.2021 με αριθμό πρωτοκόλλου …./28.06.2021 στον τόμο ….. και αύξοντα αριθμό ……, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 10 του Ν. 3156/2003, όπως ισχύει και του υπ’ αρ. ……./25.06.2021 Ειδικού Πληρεξουσίου του Συμβολαιογράφου Αθηνών ………………..

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η εταιρεία με την επωνυμία «…………..» (η «……….»), νομιμως εκπροσωπούμενη, με έδρα στη ………. επί της ………….., με Α.Φ.Μ. ….. και αρ. Γ.Ε.ΜΗ ….., νομίμως αδειοδοτηθείσης από την Τράπεζα της Ελλάδος (Απόφαση υπ’ αριθ. 207/1/29.11.2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος) ως εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις δυνάμει των Διατάξεων του Ν. 4354/2015 και της Πράξης 118/19.5.2017 της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως τροποποιήθηκε από την υπ’ αριθμ. 153/8.1.2019 Πράξη, με την ιδιότητα της ως διαχειρίστρια και πληρεξούσια των απαιτήσεων, των οποίων δικαιούχος τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «…………» (………), ειδική διάδοχος της ……….., στα δικαιώματα της τελευταίας, που αποτελούν αντικείμενο της δίκης, έχει έννομο συμφέρον προς άσκηση και υποστήριξη της παρούσας παρεμβάσεως υπέρ της αρχικής διαδίκου Τράπεζας (δικαιοπαρόχου της σημερινής δικαιούχου αλλοδαπής εταιρίας ως προς την επίδικη έννομη σχέση), καθ’ όσον η ισχύς της εκδοθησομένης απόφασης, δηλαδή το εξ αυτής δεδικασμένο, η εκτελεστότητα και η τυχόν διαπλαστική ενέργεια, καταλαμβάνει και αυτή (μετά την εκκρεμοδικία, παρά το γεγονός ότι η αποκλειστική νομιμοποίηση στην συνέχιση της δίκης, παραμένει στη δικαιοπάροχo της παρεμβαίνουσας (βλ. άρθρα 83, 225, 325 και 919 ΚΠολΔ).

(Βλ. προσκομιζόμενα :

  1. Ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο του από 25 Ιουνίου 2021 Ιδιωτικού Συμφωνητικού Διαχείρισης Απαιτήσεων, μετά της επίσημης πιστής μεταφράσεώς του από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα.

2.Ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της Περίληψης του από 25 Ιουνίου 2021 Ιδιωτικού Συμφωνητικού Διαχείρισης Απαιτήσεων, όπως αυτό καταχωρήθηκε νομίμως στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 28.06.2021 με αριθμό πρωτοκόλλου  …./28.06.2021 στον τόμο …. και αύξοντα αριθμό ……

3.Αντίγραφο της απόφασης με αριθμό 207/1/29.11.2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος περί αδειοδοτήσεως της εταιρείας με την επωνυμία «……………», της υπ’ αριθμ. πρωτ. …../10.02.2017 Ανακοίνωσης Καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. της από 16.01.2017 απόφασης της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της εταιρίας με την επωνυμία «……………..» περί αλλαγής της επωνυμίας της ίδιας σε «…………», καθώς και της υπ’ αριθμ. πρωτ. …….. από 17.10.2019 Ανακοίνωσης Καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ της τροποποίησης της εταιρικής επωνυμίας μας.

4.Ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της από 25 Ιουνίου 2021 Σύμβασης Πώλησης και Μεταβίβασης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, όπως αυτή καταχωρήθηκε νομίμως στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου …./28.06.2021 στον τόμο ….. και αύξοντα αριθμό ……..

  1. Ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο των αποσπασμάτων του Παραρτήματος της από 25 Ιουνίου 2021 Σύμβασης Πώλησης και Μεταβίβασης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, όπως αυτή καταχωρήθηκε νομίμως στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 28.06.2021 με αριθμό πρωτοκόλλου …../28.06.2021 στον τόμο …. και αύξοντα αριθμό …., στο οποίο περιλαμβάνονται και τα στοιχεία των με αριθ. καταχώρησης ….. έως ….. τιτλοποιουμενων απαιτήσεων που απορρέουν εκ της υπ’ αριθ. ……/30.12.1999 συμβάσεως πίστωσης.

6.Αντίγραφο της υπ’ αριθ. πρωτ. 45.089/16.04.2021 Απόφασης της Διεύθυνσης Εταιριών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία εγκρίθηκε η διάσπαση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «………..» και αριθ. Γ.Ε.ΜΗ. ….. και ΑΦΜ ….. (η «Διασπώμενη») δι’ απόσχισης του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της με σύσταση νέας εταιρίας – πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «…………..», αριθ. Γ.Ε.ΜΗ. ….. και ΑΦΜ …… (η «Επωφελούμενη»),

7.Αντίγραφο της υπ’ αριθ. πρωτ. 45.116/16.04.2021 Ανακοίνωσης της Διεύθυνσης Εταιριών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία δημοσιεύθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. στα στοιχεία της Διασπώμενης Εταιρίας, η έγκριση της διάσπασης της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……………» και αριθ. Γ.Ε.ΜΗ. …. και ΑΦΜ …. (η «Διασπώμενη») δι’ απόσχισης του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας της με σύσταση νέας εταιρίας – πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «……………..», αριθ. Γ.Ε.ΜΗ. ….. και ΑΦΜ ….. (η «Επωφελούμενη»).

8.Αντίγραφο της υπ’ αριθ. πρωτ. 45.123/16.04.2021 Ανακοίνωσης της Διεύθυνσης Εταιριών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία δημοσιεύθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. στα στοιχεία της Επωφελούμενης Εταιρίας, η έγκριση της διάσπασης της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «………» και αριθ. Γ.Ε.ΜΗ. …. και ΑΦΜ ….. (η «Διασπώμενη») δι απόσχισης του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της με σύσταση νέας εταιρίας – πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «………..», αριθ. Γ.Ε.ΜΗ. ….. και ΑΦΜ ….. (η «Επωφελούμενη»).

 

  1. Αντίγραφο της υπ’ αριθ. πρωτ. 103.127/02.10.2020 Ανακοίνωσης της Διεύθυνσης Εταιριών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία καταχωρίσθηκαν στο Γ.Ε.ΜΗ. με κωδικό καταχώρισης 2264792 (α) το από 15/9/2020 σχέδιο πράξης διάσπασης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…… .» και αριθ. Γ.Ε.ΜΗ. …. και ΑΦΜ ….. και (β) η από 15/9/2020 έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας προς την Γενική Συνέλευση των μετόχων της και (γ) η από 15/9/2020 έκθεση του Ορκωτού Ελεγκτή κου ………..
  2. Ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο του υπ’ αριθ. …………./25.06.2021 Ειδικού Πληρεξουσίου του Συμβολαιογράφου Αθηνών ………..

Επομένως, η ως άνω πρόσθετη παρέμβαση, η οποία, σύμφωνα με τα ανωτέρω έχει χαρακτήρα αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης και είναι παραδεκτή και νόμιμη (80 και 83 ΚΠολΔ), πρέπει να συνεκδικασθεί  (31 παρ. 1, 246 και 524 παρ. 1 ΚΠολΔ) με την ως άνω έφεση, αντιπροσωπευόμενης της 2ης εφεσίβλητης που είναι απούσα από την προσθέτως παρεμβαίνουσα που παρίσταται στη συζήτηση και καθίσταται αναγκαία ομόδικός της, κατ΄άρθρ. 76 παρ. 1 εδ. τελ. ΚΠολΔ.

Με την από 15.5.2019 ανακοπή του, το νπδδ με την επωνυμία Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), στρεφόμενη κατά των ήδη εφεσιβλήτων, [η οποία συνεκδικάστηκε με την από 30.5.2019 ανακοπή του Ελληνικού Δημοσίου (μη διαδίκου στην παρούσα δίκη) κατά του ήδη εκκαλούντος και της 2ης εφεσίβλητης], ζητούσε την ακύρωση, άλλως μεταρρύθμιση του υπ΄αριθ. …../12.4.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., που συνετάγη κατόπιν αναγκαστικού πλειστηριασμού στον οποίο είχε αναγγελθεί νόμιμα για απαιτήσεις του ποσού 379.523,81 €, προερχόμενες από καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές από 3.3.2008 – 31.12.2014, επί ακινήτου της οφειλέτιδάς του, ανώνυμης εμπορικής βιομηχανικής και εισαγωγικής αυτοκινήτων και ανταλλακτικών εταιρίας με το διακριτικό τίτλο “… (….) ………..”, με επίσπευση της 2ης ανακόπτουσας – 2ης εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρίας, με συνολικό επιτευχθέν εκπλειστηρίασμα 916.000 €, επί τη βάσει απογράφου α΄εκτελεστού της υπ΄αριθ. …../2012 διαταγής πληρωμή του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και της επακολουθησάσης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου, με σκοπό να καταταγεί το ίδιο (ανακόπτον – εκκαλούν) στο ποσό των 245.295,14 €, επιπλέον του ποσού των  134.228,67 € για το οποίο είχε ήδη καταταγεί, αποβάλλοντας τους καθ΄ους η ανακοπή και ήδη εφεσιβλήτους, ισχυριζόμενο ότι εσφαλμένα η επί του πλειστηριασμού υπάλληλος, εφήρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 975, 976 και 977 ΚΠολΔ, όπως αυτές ίσχυαν μετά την ισχύ του ν. 4335/2015, ενώ, κατά τους ισχυρισμούς του, θα έπρεπε να εφαρμοστεί το προϊσχύον νομοθετικό καθεστώς, σύμφωνα με το οποίο το ανακόπτον, για απαιτήσεις από ασφαλιστικές εισφορές κατατασσόταν στην 3η τάξη των γενικών προνομίων, χωρίς διαίρεση του πλειστηριάσματος  (σε 1/3 και 2/3) και έτσι, θα προηγείτο, τόσο του 1ουκαθ΄ου η ανακοπή – 1ουεφεσιβλήτου (ο οποίος κατατάσσεται στην 5η τάξη των γενικών προνομίων) όσο και έναντι της 2ηςκαθ΄ής η ανακοπή – 2ης εφεσίβλητης, διότι η απαίτησή του προηγείται στη σειρά ικανοποίησης, λαμβάνοντας υπ΄όψιν ότι κρίσιμος χρόνος για την εφαρμογή των κανόνων των προνομίων είναι αυτός της επίδοσης της πρώτης επιταγής προς εκτέλεση κάτω από αντίγραφο του πρώτου απογράφου  του εκτελεστού τίτλου, δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση, προ της 1.1.2016 και όχι αυτός της σύνταξης του πίνακα κατάταξης, ούτε και των μεταγενέστερων επιδόσεων επακολουθησασών, μετά την 1.1.2016,  επιταγών προς πληρωμή.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του απέρριψε την ανακοπή, ως προς το μοναδικό λόγο αυτής, ως μη νόμιμη. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται τώρα το εκκαλούν με την υπό κρίση έφεσή του, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί, γενομένης δεκτής της υπό κρίση έφεσης, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη κατά το μέρος που απορρίπτει την ανακοπή του κατά των ήδη εφεσιβλήτων, με σκοπό να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή η ανακοπή του και να καταδικασθούν οι αντίδικοί του στη δικαστική του δαπάνη και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας.

Οι νόμοι που ρυθμίζουν τη συνδρομή των δανειστών στη διαδικασία της κατάταξης δεν αφορούν, κυρίως τα ίδια τα δικαιώματα, αλλά κανονίζουν τον τρόπο της ενάσκησής τους επί της ομάδας περιουσίας που υπάρχει σε ορισμένο χρόνο. Επομένως και τα καθιερούμενα από τους νόμους αυτούς προνόμια κρίνονται όχι σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο της γένεσης του δικαιώματος ή της έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά σύμφωνα με αυτόν που ισχύει κατά το χρόνο της κατάταξης, αφού η λόγω του προνομίου προτίμηση δεν αποτελεί στοιχείο της απαίτησης, αλλά αφορά τη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους, λόγω της συνδρομής περισσοτέρων δανειστών. Το αντίθετο δεν συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 50 παρ. 1 του ΕισΝΚΠολΔ που ορίζει, ότι οι σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση διατάξεις του ΚΠολΔ εφαρμόζονται στις εκτελέσεις που αρχίζουν από την εισαγωγή του και ότι η αναγκαστική εκτέλεση θεωρείται ότι άρχισε από την επίδοση της επιταγής, γιατί η διάταξη αυτή δεν εισάγει γενικό κανόνα διαχρονικού δικαίου για όλες τις πράξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά ρυθμίζει ειδικώς την εφαρμογή του ΚΠολΔ σε θέματα αναγκαστικής εκτέλεσης σε σχέση προς το προγενέστερο αυτού δικονομικό δίκαιο (ΟλΑΠ 21/1994, ΑΠ 1056/2020, ΑΠ 1441/2017, ΑΠ 1404/2007, ΑΠ 1340/2004). Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου ένατου παρ.3 του Ν. 4335/2015 «Μεταβατικές και άλλες διατάξεις» ορίζεται ότι οι διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση εφαρμόζονται όταν η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά την 1-1-2016. Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 43 του Ν. 4715/2020 «Ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας κλπ», το οποίο φέρει τον τίτλο «Ερμηνευτική διάταξη ως προς τον χρόνο εφαρμογής των νόμων 4335/2015 και 4336/2015 σε εκκρεμείς διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης και ήδη κηρυχθείσες πτωχεύσεις» ορίζεται, μεταξύ άλλων, στο εδ. α΄ αυτού ότι κατά την αληθή τους έννοια οι διατάξεις του άρθρου ογδόου του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (δηλαδή οι τροποποιήσεις που επέφερε ο νόμος αυτός στο δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης) δεν έχουν εφαρμογή σε διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης που βρίσκονταν ήδη σε εξέλιξη και σε πτωχεύσεις που είχαν ήδη κηρυχθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, στο δε εδ. β΄ ότι για την κατάταξη των πιστωτών στην παραπάνω περίπτωση λαμβάνεται υπόψη το δίκαιο που ίσχυε κατά τον χρόνο επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση και της υποβολής της αίτησης για την κήρυξη της πτώχευσης. Σύμφωνα με την ως άνω διάταξη του άρθρου 43 του Ν. 4715/2020, που είναι γνήσια ερμηνευτική και ως εκ τούτου έχει αναδρομική δύναμη, το προϊσχύσαν δίκαιο θα εφαρμόζεται σε όλα τα ζητήματα αναγκαστικής εκτέλεσης, περιλαμβανομένου και του ζητήματος της κατάταξης των δανειστών στο σχετικό πίνακα, όταν η επιταγή με βάση την οποία άρχισε η εκτέλεση, είχε επιδοθεί πριν την 1-1-2016. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η ως άνω σαφής βούληση του νομοθέτη αναφέρεται μόνο στο ως άνω συγκεκριμένο ζήτημα και δεν αναιρεί τα πιο πάνω γενικώς ισχύοντα για τα προνόμια, ενόψει της απόλυτης ειδικότητας της σχετικής ρύθμισης. Δηλαδή, ο νομοθέτης ακολούθησε τη βασική διαχρονικού δικαίου αρχή του άρθρου 50 παρ. 1 ΕισΝΚΠολΔ και υπήγαγε την εκτελεστική διαδικασία, ως σύνολο, στο νεότερο ή στο παλαιότερο καθεστώς, αναλόγως του χρόνου επίδοσης της επιταγής του άρθρου 924 ΚΠολΔ (ΑΠ 1151/2021, 1455/2021, ΝΟΜΟΣ). Υπό το πρίσμα του ν. 4715/2020, στο άρθρο 43 αυτού, ορίζεται ότι : «Άρθρο 43.Ερμηνευτική διάταξη ως προς τον χρόνο εφαρμογής των νόμων 4335/2015 και 4336/2015 σε εκκρεμείς διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης και ήδη κηρυχθείσες πτωχεύσεις. Κατά την αληθή τους έννοια, οι διατάξεις: α) της περ. 19 της υποπαρ. Γ3 της παρ. Γ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α` 94), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 της παρ. 2 του ν. 4446/2016 και (β) του άρθρου όγδοου του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 (Α` 87) δεν έχουν εφαρμογή σε διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης που βρίσκονταν ήδη σε εξέλιξη και σε πτωχεύσεις που είχαν ήδη κηρυχθεί μέχρι την έναρξη ισχύος των παραπάνω νόμων. Για την κατάταξη των πιστωτών στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου λαμβάνεται υπόψιν το δίκαιο που ίσχυε κατά τον χρόνο επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση και της υποβολής της αίτησης για την κήρυξη της πτώχευσης. Η άσκηση ενδίκων μέσων και βοηθημάτων κατά της κατάταξης των πιστωτών με βάση τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου δεν αναστέλλει τη διανομή στις περιπτώσεις του εδαφίου αυτού». Περαιτέρω, ως επιταγή νοείται εκείνη που στηρίζει την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, η οποία αρχίζει με την επιβολή κατάσχεσης επί χρηματικών απαιτήσεων, όχι δε τυχόν προηγούμενες επιταγές, κατόπιν των οποίων δεν επακολούθησε κατάσχεση εντός έτους ή και άλλες περαιτέρω πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των δικονομικών τους συνεπειών (άρθρο926 παρ. 2ΚΠολΔ), ή, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, εκείνες από τις οποίες εγκύρως παραιτήθηκε ο επισπεύδων (ΑΠ 1151/2021, ό.π.). Από τα προαναφερθέντα, συνάγεται ότι διαδικασίες εκτέλεσης που βρίσκονται σε εξέλιξη, είναι όσες άρχισαν με επίδοση επιταγής πριν την 1.1.2016, στις οποίες εφαρμόζεται το προϊσχύον καθεστώς. Από δε το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 43 εδ. β ν 4715/2020, 1 άρθρου ένατου παρ. 3 εδ. α ν 4335/2015 και 926 παρ. 2 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι κρίσιμος χρόνος για την εφαρμογή του δικαίου που εισήχθη με το ν. 4335/2015, θεωρείται ο χρόνος επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση, η οποία οδήγησε στη συνέχεια στην έναρξη της κύριας εκτελεστικής διαδικασίας δια της επιβολής κατάσχεσης και όχι τυχόν προηγούμενες επιταγές, οι οποίες επιδόθηκαν μεν, αλλά χωρίς όμως ν΄αρχίσει η εκτελεστική διαδικασία εντός έτους από την επίδοσή τους και στις οποίες δεν μπορεί να βασισθεί η έναρξή της, κατ΄άρθρ. 926 παρ. 2 ΚΠολΔ. Επιπλέον, κατά τη διάταξη του άρθρου 61 παρ. 1 του Ν.Δ. 356/26-3-1974, όπως ίσχυε μετά την προσθήκη του δεύτερου εδαφίου με την παράγραφο 2 του άρθρου 33 του Ν. 4141/2013 (ΦΕΚ Α 81/5-4-2013), «Το Δημόσιον κατατάσσεται εν αναγκαστική εκτελέσει κινητού ή ακινήτου διά τας ληξιπρόθεσμους μέχρι της ημέρας του πλειστηριασμού απαιτήσεις αυτού εκ πάσης αιτίας, μετά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων και εν τη υπ΄ αριθ. 5 σειρά του άρθρου 975 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας. Κατ΄ εξαίρεση, για τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του από φόρο προστιθέμενης αξίας, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, το Δημόσιο κατατάσσεται στην υπ΄ αριθ. 2 σειρά του ίδιου άρθρου και πριν από την ικανοποίηση των απαιτήσεων του άρθρου 976 ΚΠολΔ.». Η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 61 του Ν.Δ. 356/26-3-1974, όπως είχε τροποποιηθεί και συμπληρωθεί, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 404 παρ. 13 Ν. 4512/2018 (ΦΕΚ Α 5/17-1-2018), ως ακολούθως «1. Σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης κινητού ή ακινήτου κατά οφειλέτη του, το Δημόσιο κατατάσσεται για τις μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού απαιτήσεις του από κάθε αιτία, με τις κάθε φύσης προσαυξήσεις, τόκους και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής που επιβαρύνουν τις απαιτήσεις αυτές, σύμφωνα με τα άρθρα 975 έως 977Α και 1007 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.2. Ως ημέρα του πλειστηριασμού θεωρείται η ημέρα κατά την οποία διενεργήθηκε ο πλειστηριασμός, ανεξάρτητα από την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίσθηκε αρχικά. 3. Οι μη ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, για τις οποίες κατατάχθηκε το Δημόσιο, θεωρούνται ληξιπρόθεσμες ως προς τη διανομή του πλειστηριάσματος. 4. Σε περίπτωση πτώχευσης οφειλέτη του, το Δημόσιο κατατάσσεται, σύμφωνα με τα άρθρα 154 έως 160 του Πτωχευτικού Κώδικα (Ν. 3588/2007, Α΄ 153), για όλες τις απαιτήσεις του που γεννήθηκαν ή ανάγονται σε χρόνο πριν από την πτώχευση, ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαίωσής τους.». Κατά τη μεταβατικού δε δικαίου διάταξη του άρθρου 405 παρ. 4 εδ. α΄ του Ν. 4512/2018 ορίζεται ότι «Οι διατάξεις του άρθρου 61 του ΚΕΔΕ, όπως αντικαθίστανται με την παράγραφο 13 του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται ως εξής: α. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 3 εφαρμόζονται σε διαδικασίες διοικητικής και αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν η κατάσχεση ή η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση αντίστοιχα διενεργείται μετά την 1η Ιανουάριου 2016, με εξαίρεση την παραπομπή στο άρθρο 977Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η οποία εφαρμόζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού.».

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά έστω και εάν δεν μνημονεύεται ειδικά, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο ένδικος πλειστηριασμός διενεργήθηκε ηλεκτρονικά στις 7.11.2018, συνταχθείσας της υπ΄αριθ. … έκθεσης πλειστηριασμού ακινήτου της συμβολαιογράφου Αθηνών ….., μετά από επίσπευση της εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας, …………, με βάση αντίγραφο από το πρώτο απόγραφο εκτελεστό της υπ΄αριθ. ……./2.2.2012 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που εκδόθηκε με αίτηση της επισπεύδουσας για το ποσό των 1.116.325,10 €, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας, από 23.3.2010 «…Για το κεφάλαιο των 54.283,22 €, εκ του υπ΄αριθ. ………….. λογαριασμού και από 18.6.2010 για το ποσό των 1.062.041,88 € εκ του υπ΄αριθ. ……………, επομένη του κλεισίματος αυτών, πλέον τόκων υπερημερίας επί των καθυστερούμενων τόκων, των τόκων ανατοκιζομένων ανά εξάμηνο από της πρώτης ημέρας καθυστέρησης, νομίμως δε κατά τη διάταξη του άρθρου 12 ν. 2601/1998 μέχρις εξοφλήσεως», πλέον δικαστικής δαπάνης 18.980 €, αμοιβής για σύνταξη επιταγής, εξόδων κλπ., το οποίο επιδόθηκε με επιταγή προς πληρωμή στην οφειλέτιδα στις 2.2.2018, με κάτω από αυτήν την από 31.1.2018 επιταγή προς πληρωμή (βλ. …./2.2.2018 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή Αθηνών …………) και κατόπιν της υπ΄αριθ. …../30.3.2018 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του Δικαστικού Επιμελητή Αθηνών …… ….. Εκπλειστηριάσθηκε δε, ακίνητο ανήκον στην εταιρία «……………» με το διακριτικό τίτλο «…. (…..) …..», οφειλέτιδα της εφεσίβλητης επισπεύδουσας στην οποία και κατακυρώθηκε, έναντι πλειστηριάσματος 916.000 €, το οποίο δεν επαρκούσε για διανομή στους αναγγελθέντες δανειστές, δηλαδή, α) τη Δ.Ο.Υ ΦΑΕ Πειραιά για 437.499,53 €, εκ των οποίων 210.200,58 € για κεφάλαιο – τόκους και ποσό 227.298,95 € για προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, β) το εκκαλούν ΕΦΚΑ για ποσό 379.523,81 €, ως ανωτέρω, για ποσό 194.792,33 €, πλέον πρόσθετων τελών 184.731,48 €, γ) ο Διευθυντής της Ταμειακής Υπηρεσίας του Δήμου Πειραιά, για συνολικό ποσό απαίτησης  37.688,77 € και δ) η επισπεύδουσα ………….., για το ποσό των 1.135.375,10 €.  Για το λόγο αυτόν συνετάγη ο υπ΄αριθ. ……/12.4.2019 (ανακοπτόμενος) πίνακας κατάταξης της ανωτέρω συμβολαιογράφου. Με βάση τον πίνακα αυτόν και αφού αφαιρέθηκαν τα έξοδα εκτέλεσης από 9.125,12 €, απομένοντος προς διανομή υπολοίπου από 906.940,60 €, κατετάγησαν οι απαιτήσεις της Δ.Ο.Υ ΦΑΕ σε ποσό 154.733,32 €, του εκκαλούντος για ποσό 134.228,67 € και του Δ. Πειραιά, για ποσό 13.329,63 €, στο 1/3 του πλειστηριάσματος και οι απαιτήσεις της προσημειούχου επισπεύδουσας, για ποσό 604.583,26 €, στα 2/3 αυτού. Η παραπάνω κατάταξη έλαβε χώρα εφαρμοζομένων των διατάξεων των άρθρων 975, 976 και 977 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως αυτές ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το ν. 4335/2015, δοθέντος ότι η επιταγή προς πληρωμή με βάση την οποία άρχισε (και συνεχίστηκε η αναγκαστική εκτέλεση με τη σύνταξη έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης) επιδόθηκε μετά την 1.1.2016 και ο ανακοπτόμενος πίνακας συνετάγη στις 12.4.2019, και έτσι, και εφαρμόστηκε το νομοθετικό καθεστώς που εισήχθη με το νόμο αυτόν. Η επικαλούμενη από το εκκαλούν, ημερομηνία επίδοσης της επιταγής προς πληρωμή (6.3.2012, δυνάμει της υπ΄αριθ. …../6.3.2012 έκθεσης επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή Αθηνών ……………..), δεν ασκεί επιρροή, λόγω του ότι από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι την επιδοθείσα  στις 6.3.2012 επιταγή προς πληρωμή, ακολούθησε οποιαδήποτε πράξη εκτέλεσης εντός έτους από την επίδοση. Συνεπώς, ακόμη και αν υποτεθεί ότι με την τελευταία αυτή επιταγή προς πληρωμή, έγινε επιχείρηση αναγκαστικής εκτέλεσης, πράγμα που δεν προκύπτει, αυτή αποδυναμώθηκε και απέβαλε την ισχύ της, ώστε δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί έναρξη αναγκαστικής εκτέλεσης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε όμοια και απέρριψε το μοναδικό λόγο ανακοπής ως μη νόμιμο, δεν έσφαλε και ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε  και ο ανωτέρω λόγος έφεσης με τον οποίο το εκκαλούν παραπονείται ότι έσφαλε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο γιατί έπρεπε να εφαρμοστούν στον πίνακα κατάταξης οι διατάξεις των άρθρων 975-977 και 1007 ΚΠολΔ όπως ίσχυαν πριν την ισχύ του ν. 4335/2015,  πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος. Μη υπάρχοντος  άλλου λόγου έφεσης προς εξέταση, αυτή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της. Παράβολο ανακοπής ερημοδικίας δεν ορίζεται, καθώς στη δίκη της ανακοπής κατά πίνακα κατάταξης δεν επιτρέπεται άσκηση ανακοπής ερημοδικίας (979 παρ. 2 εδ. γ ΚΠολΔ). Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ τους επειδή η ερμηνεία των κανόνων που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (176, 179, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει ερήμην της 2ης εφεσίβλητης και αντιμωλία των λοιπών  διαδίκων, α) την από 28.9.2020 έφεση κατά της υπ΄αριθ. 1747/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Διαδικασίας Περιουσιακών Διαφορών) και β) την από 16.11.2021 αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.

Δέχεται τυπικά την ανωτέρω έφεση και

Απορρίπτει αυτήν στην ουσία.

Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις    29 Αυγούστου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ