Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 532/2022

Αριθμός     532/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ:   1) Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και  2) ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων» (Τ.Α.Π.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, τα οποία εκπροσωπήθηκαν από τη Δικαστική Πληρεξουσία ΝΣΚ Ελένη Πλασσαρά.

ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ:  1) ……….2) ………….. 3) …………., 4) ……….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους Δικηγόρο Κωνσταντίνο Γρανά, 5) …………, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του Δικηγόρου  Κωνσταντίνου Γρανά, 6) …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Κωνσταντίνο Γρανά, 7) …………. και 8) …………. οι οποίοι  δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο Δικηγόρο.

Τα αιτούντα κατέθεσαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (Διαδικασία Απαλλοτριώσεων) την από 26.6.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) αίτησή τους περί καθορισμού προσωρινής τιμής μονάδας του απαλλοτριουμένου ακινήτου που αναφέρεται σ΄ αυτήν (αίτηση). Δικάσιμος της ως άνω αιτήσεως ορίσθηκε αρχικά η  7η.5.2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων (από 13.3.2020 έως 31.5.2020). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 2 του ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α 104/30-5-2020) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς, την υπ΄ αριθμ. 37/2020 Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 85/2020 Πράξη  του ορισθέντος από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο  της 22ας.4.2021, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων (από 10.4.2021 έως 26.4.2021). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 4786/2021 (ΦΕΚ Α 43/23.3.2021) περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς  και την υπ΄αριθμ. 133/2021 Πράξη  της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Αικατερίνης Νομικού, Προέδρου Εφετών, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η Δικαστική Πληρεξουσία ΝΣΚ των αιτούντων και ο πληρεξούσιος Δικηγόρος όσων εκ των καθ΄ ων αίτηση παραστάθηκαν, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις υπ΄ αρ. …./1-7-2019 και …../1-7-2019 εκθέσεις επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …………, που έχει την έδρα του στο Πρωτοδικείο Πειραιά, τις οποίες επικαλούνται και προσκομίζουν οι αιτούντες, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της ένδικης αιτήσεως, με πράξη καταθέσεως, ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 7-5-2020, επιδόθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως στους έβδομη και όγδοο των καθ΄ ων η αίτηση, αντίστοιχα. Κατά την ως άνω ορισθείσα δικάσιμο η συζήτηση της αιτήσεως ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των Δικαστηρίων (από 13-3-2020 έως 31-5-2020), οπότε δυνάμει της υπ΄ αρ. 85/2020 Πράξης του ορισθέντος, από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά, Εφέτη Ιωάννη Αποστολόπουλου ορίσθηκε, κατά τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ. 2 του Ν. 4690/2020, να συζητηθεί στη δικάσιμο της 22-4-2021. Κατά την ως άνω ορισθείσα δικάσιμο όμως, δεν εκφωνήθηκε λόγω της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων (από 10-4-2021 έως 26-4-2021), οπότε δυνάμει της υπ΄ αρ. 133/2021 Πράξης της ορισθείσας, από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Προέδρου Εφετών Αικατερίνης Νομικού ορίσθηκε, κατ΄ άρθρο 21 του Ν. 4786/2021 γι΄ αυτή, νέα δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας. Η εγγραφή δε της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο με πρωτοβουλία της Γραμματέα ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Ωστόσο, οι έβδομη και όγδοος των ως άνω καθ΄ ων η αίτηση δεν εμφανίστηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο Δικηγόρο κατά την παρούσα δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα στη σειρά της από το οικείο πινάκιο. Κατά συνέπεια (οι διάδικοι αυτοί-έβδομη και όγδοος των καθ΄ ων η αίτηση) πρέπει να δικαστούν ερήμην, πλην όμως, η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτοί παρόντες (άρθρα 18 παρ. 1β΄ και 19 παρ. 7δ΄ του Ν. 2882/2001).

Κατά το άρθρο 17 παρ. 1, 2 και 3 του Συντάγματος του 1975, όπως ισχύει μετά την αναθεώρησή του: «1. Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος. 2. Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία είχε το απαλλοτριούμενο κατά το χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης. Αν ζητηθεί απευθείας ο οριστικός προσδιορισμός της αποζημίωσης, λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της σχετικής συζήτησης στο δικαστήριο. 3. Η ενδεχόμενη μεταβολή της αξίας του απαλλοτριουμένου μετά τη δημοσίευση της πράξης απαλλοτρίωσης, και μόνο εξαιτίας της, δεν λαμβάνεται υπόψη». Με την αναθεώρηση των συνταγματικών διατάξεων, που έγινε με το από 6-4-2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, στην παραπάνω παράγραφο 2 του άρθρου 17 προστέθηκε τρίτο εδάφιο, το οποίο ορίζει ότι «Αν η συζήτηση για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης διεξαχθεί μετά την παρέλευση έτους από τη συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό, τότε για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της συζήτησης για τον οριστικό προσδιορισμό». Η πιο πάνω νέα διάταξη του Συντάγματος (άρθρο 17 παρ. 2 εδ. γ΄), σύμφωνα με τη διάταξη του κεφαλαίου Δ΄ του Ψηφίσματος, τέθηκε σε ισχύ από την δημοσίευση αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 18-4-2001, έχει δε εφαρμογή, ως συνταγματική και επί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, που κηρύχθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος του. Τα ίδια ορίζονται και στο άρθρο 13 παρ. 1 εδ. α΄ και β΄ του Ν. 2882/2001 (Κ.Α.Α.Α.), στο οποίο περαιτέρω ορίζεται, στο εδάφιο γ΄, ότι ως κριτήριο για την εκτίμηση της αξίας του απαλλοτριωμένου ακινήτου λαμβάνονται υπόψη, ιδίως, η αξία που έχουν κατά τον κρίσιμο χρόνο παρακείμενα και ομοειδή ακίνητα, που προσδιορίζεται κυρίως από την αντικειμενική αξία, τα τιμήματα σε συμβόλαια μεταβίβασης κυριότητας ακινήτων, τα οποία συντάχθηκαν κατά το χρόνο της κήρυξης της απαλλοτρίωσης, καθώς και η πρόσοδος του απαλλοτριωμένου. Περαιτέρω, κατά την διάταξη του άρθρου 15 παρ. 6 εδ. δ΄ ιδίου νόμου, που προστέθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 76 του Ν. 4146/2013 (ΦΕΚ 90Α/18-4-2013) και εφαρμόζεται και στις κηρυχθείσες απαλλοτριώσεις για τις οποίες δεν έχει συζητηθεί η αίτηση καθορισμού προσωρινής ή οριστικής αποζημιώσεως (άρθρο 76 παρ. 8 του Ν. 4146/2013) «Το δικαστήριο υποχρεούται να αιτιολογεί ειδικά την τυχόν απόκλιση της προσδιοριζομένης από το ίδιο αξίας του ακινήτου τόσο από την προκύπτουσα κατά το αντικειμενικό σύστημα αξία του, όσο και από την προκύπτουσα από την έκθεση της εκτιμητικής επιτροπής της παραγράφου 1 του παρόντος ή του ανεξάρτητου εκτιμητή της παρούσας παραγράφου». Τέλος, με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, για την προστασία των δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) που κυρώθηκε με το Ν.Δ. 53/1974 και έχει, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, αυξημένη έναντι των κοινών νόμων τυπική ισχύ, ορίζεται ότι «Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθή της ιδιοκτησίας αυτού ειμή δια λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους. Αι προαναφερόμεναι διατάξεις δεν θίγουσι το δικαίωμα παντός κράτους όπως  θέση εν ισχύϊ νόμους ους ήθελε κρίνει αναγκαίον προς ρύθμισιν της χρήσεως αγαθών συμφώνως προς το δημόσιον συμφέρον  ή  προς  εξασφάλισιν της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων.». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι για τον υπολογισμό της αξίας των απαλλοτριωμένων ακινήτων λαμβάνεται υπόψη η αξία αυτών κατά τον χρόνο συζητήσεως για τον οριστικό προσδιορισμό στο Εφετείο, αν η συζήτηση αυτή διεξαχθεί μετά από ένα έτος από την συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημιώσεως ή αν εισάγεται απευθείας αίτηση στο Εφετείο για καθορισμό οριστικής μονάδας αποζημίωσης χωρίς να έχει προηγηθεί αίτηση για καθορισμό προσωρινής τιμής μονάδας και ότι τα Δικαστήρια, κατά τον καθορισμό τιμής μονάδας αποζημιώσεως ακινήτου, που εμπίπτει στο ισχύον σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας του, υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη και την αντικειμενική αξία αυτού, καθώς και των όμορων και ομοειδών προς αυτό ακινήτων, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ως ασφαλές και αντικειμενικό μέτρο κρίσεως για την εξεύρεση της πραγματικής αξίας του απαλλοτριωμένου ακινήτου, η οποία πάντως σε καμιά περίπτωση δεν δεσμεύει την δικαστική κρίση για την πραγματική αξία του. Κατά την έννοια της προαναφερόμενης διατάξεως του άρθρου 13 παρ. 1 εδ. α΄ και β΄ του Ν. 2882/2001 τα διαγραφόμενα από αυτήν κριτήρια δεν είναι αποκλειστικά και υποχρεωτικά για το Δικαστήριο για την διάγνωση της πραγματικής αξίας του απαλλοτριωμένου, κατά τον κρίσιμο χρόνο, έτσι, ώστε να θεωρείται ότι παραβιάζεται στην περίπτωση που το Δικαστήριο δεν τα λάβει υπόψη του ή θα λάβει υπόψη άλλα τέτοια. Το Δικαστήριο μπορεί να στηρίζει την κρίση του για την πραγματική αξία του απαλλοτριουμένου ακινήτου, ενόψει της χρησιμοποιούμενης στην παραπάνω διάταξη λέξεως «ιδίως», σε κάθε πρόσφορο συγκριτικό στοιχείο, αφού το αξιολογήσει κατάλληλα. Μεταξύ των κριτηρίων, τα οποία μπορεί να λάβει υπόψη του το Δικαστήριο είναι και οι υπάρχουσες, κατά τον ανωτέρω χρόνο, οικονομικές και νομισματικές συνθήκες, χωρίς να είναι υποχρεωμένο να τις αναλύει διεξοδικά, όταν αυτές είναι πασίγνωστες και οι οποίες λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως και χωρίς απόδειξη (άρθρο 336 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Ωστόσο, μετά την προσθήκη της παρ. 6 του άρθρου 15 του Ν. 2882/2001, με την παρ. 8 του άρθρου 76 του Ν. 4146/2013, τα Δικαστήρια κατά τον καθορισμό της τιμής μονάδας αποζημιώσεως ακινήτου, που εμπίπτει στο ισχύον σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας του, υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη και την αντικειμενική αξία αυτού, καθώς και την αξία σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής Προεκτιμήσεως, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ως ασφαλές και αντικειμενικό μέτρο κρίσεως για την εξεύρεση της πραγματικής αξίας του απαλλοτριωμένου ακινήτου. Και ναι μεν η αντικειμενική αξία, καθώς και η έκθεση της Επιτροπής Προεκτιμήσεως δεν δεσμεύουν την δικαστική κρίση για την πραγματική αξία του ακινήτου, πλην όμως, αν το Δικαστήριο αποκλίνει από αυτήν ή από την τιμή της αρμόδιας Επιτροπής, τότε θα πρέπει να αιτιολογεί ειδικά με την κρίση του τους παράγοντες που το οδήγησαν στην εκτίμηση της ανώτερης αυτής πραγματικής αξίας (ΑΠ 125/2021, ΕφΠατρ 74/2021 ΝΟΜΟΣ). Ακολούθως, το Δικαστήριο προκειμένου να καθορίσει την πραγματική αξία του απαλλοτριωθέντος ακινήτου κατά το άρθρο 13 παρ. 1 του Ν. 2882/2001, η οποία ως τοιαύτη δεν αποτελεί πραγματικό γεγονός επιδεκτικό δικαστικής ομολογίας από τον υπόχρεο κατά το άρθρο 352 του ΚΠολΔ, δεν δεσμεύεται από τον χρηματικό προσδιορισμό της αξίας του απαλλοτριωμένου που γίνεται είτε με την αίτηση είτε με τις προτάσεις του υπόχρεου, αλλά τον καθορισμό της πραγματικής αξίας του ακινήτου θα επιχειρήσει κατά συνείδηση εκτιμώντας ελευθέρως τα προσκομισθέντα από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα. Τούτο σημαίνει ότι το Δικαστήριο μπορεί να καθορίσει την πραγματική αξία του απαλλοτριούμενου και σε ποσό μικρότερο από το οριζόμενο από τον υπόχρεο σε αποζημίωση. Αντίθετη άποψη που θα προσέδιδε δεσμευτικότητα σε μία τέτοια πρόταση του υπόχρεου στην περίπτωση που αυτή ήθελε θεωρηθεί ότι αποτελεί ομολογία με τη στενή τεχνική έννοια του όρου θα ήταν ασύμβατη με τις διατάξεις των παρ. 7 εδ. τελ. και. 10 εδ. α΄ του άρθρου 19 του Ν. 2882/2001, που παρέχουν στο Δικαστήριο τη δυνατότητα της ελεύθερης αποδείξεως (ΑΠ 844/2015, ΕφΘεσσαλ 53/2017). Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 24 του Ν. 2882/2001, όπως συμπληρώθηκε με τη διάταξη του άρθρου 131 παρ. 4 του Ν. 4070/2012, προβλέφθηκε ότι το Δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης καθορισμού αποζημίωσης δύναται να υποχρεώσει τον δικαιούχο σε εγγυοδοσία για την περίπτωση προσδιορισμού ως οριστικής αποζημίωσης τιμής μονάδας μικρότερης εκείνης που προσδιορίστηκε προσωρινά, ενώ πριν από την παροχή εγγυήσεως, ο δικαιούχος της αποζημίωσης δεν μπορεί να αναλάβει ποσό μεγαλύτερο από το 70% της αποζημίωσης που έχει καθοριστεί προσωρινά. Ήδη, το άρθρο 24,όπως είχε συμπληρωθεί με το άρθρο 131 παρ. 4 του Ν. 4070/2012, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 172 του Ν. 4512/2018 (ΦΕΚ Α 5/17-1-2018) ως εξής: «Άρθρο 24:1. Η προσωρινά καθορισμένη αποζημίωση αποδίδεται ελεύθερα σε ποσοστό 70%. Το υπόλοιπο μπορεί να αποδοθεί ύστερα από προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής πιστωτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή της αλλοδαπής που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, χωρίς καμία άλλη διατύπωση. Ο δικαιούχος της αποζημίωσης μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο προσωρινού καθορισμού ή αναγνώρισης των δικαιούχων, τη μείωση ή την αντικατάσταση της εγγυητικής επιστολής με άλλο είδος εγγύησης και στην περίπτωση αυτή ορίζεται το μέγεθος και ο τρόπος εγγυοδοσίας. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται αναλογικά και για τις καταβαλλόμενες δικηγορικές αμοιβές των πληρεξούσιων Δικηγόρων. 2. Κατά το μέρος που επήλθε η περίπτωση για την οποία δόθηκε η εγγύηση, αυτή καταπίπτει υπέρ εκείνου προς χάρη του οποίου δόθηκε, αλλιώς αποδίδεται, μετά τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης σε εκείνον που την έδωσε ή παύει να ισχύει εφεξής. Κάθε διαφορά σχετική με την κατάπτωση ή την απόδοση εγγύησης λύεται οριστικά από το δικαστήριο της παρ. 2 του άρθρου 26 του ν. 2882/2001 κατά τη διαδικασία των άρθρων 683 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας».

Με την από 26-6-2019 (αρ. καταθ. …./2019) αίτησή τους οι αιτούντες ζητούν να καθορισθεί προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης του αναφερόμενου απαλλοτριούμενου ακινήτου που βρίσκεται επί των οδών ……….. . στον Δήμο Πειραιά και απαλλοτριώθηκε αναγκαστικά για λόγους δημόσιας ωφέλειας, ήτοι για αρχαιολογικούς λόγους, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και με δαπάνη του δεύτερου των αιτούντων Ταμείου Αρχαιολογικού Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΚΑΕ …… του προϋπολογισμού του ως άνω Ταμείου), σύμφωνα με την από 15-12-2015 έκθεση εκτίμησης του άρθρου 15 του Ν. 2882/2001, ήτοι κατά ανώτατο όριο στο ποσό των 358.000 ευρώ. Επίσης, ζητούν να διαταχθεί η απόδοση στους καθ΄ ων της προσωρινά καθοριζομένης αποζημίωσης σε ποσοστό 70% και η παροχή εγγύησης εκ μέρους των καθ΄ ων σε ποσοστό 30% επί της προσωρινής αποζημίωσης που θα καθορισθεί με την απόφαση, κατ΄ άρθρο 24 του Ν. 2882/2001 και να υποχρεωθεί το δεύτερο των αιτούντων (Τ.Α.Π.Α.) τόσο στην καταβολή της αποζημίωσης που θα οριστεί, όσο και στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αίτηση για καθορισμό προσωρινής αποζημίωσης του ένδικου ακινήτου λόγω απαλλοτρίωσης αυτού, αρμοδίως (άρθρο 19 παρ. 1 του Ν. 2882/2001) εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το απαλλοτριούμενο ακίνητο, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των άρθρων 18, 19 παρ. 5, 7-9 του Ν. 2882/2001, έχει ασκηθεί εμπροθέσμως, με επίδοση αυτής 10 τουλάχιστον ημέρες πριν την ορισθείσα δικάσιμο στους καθ΄ ων η αίτηση, ήτοι επιδόθηκε στους καθ΄ ων η αίτηση την 1-7-2019 σύμφωνα με τις υπ΄ αρ. ………………………/1-7-2019, αντίστοιχα, εκθέσεις επιδόσεως του ως άνω Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …………., που έχει την έδρα του στο Πρωτοδικείο Πειραιά. Περαιτέρω, η συζήτηση της ένδικης αιτήσεως είναι παραδεκτή, δεδομένου ότι έχει τηρηθεί η προδικασία, που προβλέπεται από τα άρθρα 15 και 17παρ. 3 του Ν. 2882/2001, καθόσον προσκομίζονται μετ΄ επικλήσεως: 1) η υπ΄ αρ. ΔΔΠΓ0009746ΕΞ2018/25-5-2018 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού & Αθλητισμού, η οποία δημοσιεύτηκε νόμιμα στην Εφημερίδα της κυβερνήσεως (ΦΕΚ 132/22-6-2018 τεύχος Α.Α.& Π.Θ.), 2) το υπ΄ αρ. πρωτ. …./30-11-2018 πιστοποιητικό καταχώρισης εγγραπτέας πράξης του αρμόδιου Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά, από το οποίο προκύπτει ότι η ως άνω απόφαση περί κήρυξης της ένδικης απαλλοτρίωσης καταχωρήθηκε στο κτηματολογικό φύλλο του απαλλοτριούμενου ακινήτου με ΚΑΕΚ …………., καθώς επίσης προκύπτουν οι εμπράγματες εγγραφές -βάρη και διεκδικήσεις-,σε συνδυασμό και με το υπ΄αρ. …../27-1-2022 αντίγραφο του κτηματολογικού φύλλου και αποσπάσματος κτηματολογικού διαγράμματος του ως άνω ακινήτου, 3) το από Ιουνίου 2014 κτηματολογικό διάγραμμα υπ΄αρ. ….. και ο επ΄ αυτού πίνακας της Διεύθυνσης Αποτυπώσεων και Συντήρησης Κτηρίων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, τα οποία συντάχθηκαν από τους …………., θεωρημένος από τον Προϊστάμενο της Δ/νσης ……….., στις 25-06-2014 και 4) η από 15-12-2015 έκθεση εκτίμησης της Επιτροπής του άρθρου 15 του Ν.2882/2001, περί της αγοραίας αξίας του απαλλοτριούμενου ακινήτου. Η ένδικη αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 17 του Συντάγματος, 13, 14, 15, 17, 18, 19 και 24 του Ν. 2882/2001 και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ΄ ουσίαν.

Από την έκθεση της Επιτροπής του άρθρου 15 του Ν. 2882/2001, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται νομίμως, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ΄ αρ. ΔΔΠΓ0009746ΕΞ2018/25-5-2018 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού & Αθλητισμού (ΦΕΚ 132/22-6-2018 τεύχος Α.Α. & Π.Θ.) κηρύχθηκε αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου για λόγους δημόσιας ωφέλειας, ήτοι για αρχαιολογικούς σκοπούς και ειδικότερα για τη συμβολή του στην προστασία και ανάδειξη του διατηρητέου κτηρίου του παλαιού Αρχαιολογικού Μουσείου Πειραιά και του αρχαιολογικού χώρου του ελληνιστικού θεάτρου Ζέας, που βρίσκεται επί των οδών …………….. στον Δήμο Πειραιά του νομού Αττικής, εμβαδού 199,48 τ.μ., όπως αυτό απεικονίζεται με περιμετρικά στοιχεία 1-2-3-4-1 στο από Ιουνίου 2014 και υπό κλίμακα 1:500 κτηματολογικό διάγραμμα υπ΄ αρ. ….. και στον επ΄ αυτού πίνακα της Διεύθυνσης Αποτυπώσεων και Συντήρησης Κτηρίων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, τα οποία συντάχθηκαν από τους ………..…….., θεωρημένου από τον Προϊστάμενο της Δ/νσης ……….., στις 25-6-2014. Η απαλλοτρίωση αυτή κηρύχθηκε υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (πρώτου των αιτούντων) και βαρύνει τον ΚΑΕ ……. του προϋπολογισμού του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων {δεύτερου των αιτούντων [Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων» (Τ.Α.Π.Α.), και ήδη, όπως μετονομάσθηκε Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων» (Ο.Δ.Α.Π.)]}. Σύμφωνα με το από Ιουνίου 2014 και υπ΄ αρ. ….. κτηματολογικό διάγραμμα – πίνακα το απαλλοτριούμενο ακίνητο, υπό περιμετρικά στοιχεία 1, 2, 3, 4, 1 έχει εμβαδόν 199,48 τ.μ. βρίσκεται στη συμβολή των οδών ……….. στη θέση «………..» του Δήμου Πειραιά στην περιφερειακή ενότητα Πειραιά της περιφέρειας Αττικής και εντός αυτού υφίσταται ένα (1) διώροφο διατηρητέο κτίριο (ΦΕΚ 410/Δ/1982) κτισμένο το 1890, λιθόκτιστο κεραμοσκεπές, εγκαταλελειμμένο σε κακή κατάσταση, τμήμα της στέγης του οποίου έχει καταρρεύσει, με τα ακόλουθα εσωτερικά χαρακτηριστικά: οροφές από μπαγδατί και σοβά, ξύλινα πατώματα, σε κακή κατάσταση. Το κτίριο διέθετε ηλεκτρικό, ύδρευση, παλιά εγκατάσταση φωταερίου και είναι χωρίς κεντρική θέρμανση. Η όψη του παρουσιάζει χαρακτηριστική συμμετρία με κεντρικό άξονα. Τα ανοίγματα είναι συμμετρικά διατεταγμένα πλαισιωμένα με γλυπτούς πεσσούς που στρέφονται σε ανάγλυφο τραβηχτό. Η οροφή του καλύπτεται με γείσο που κοσμείται με οδοντωτή περιμετρική ταινία. Τα μπαλκόνια του συμμετρικά διατεταγμένα με μαρμάρινους γλυπτούς κυλίβαντες ολοκληρώνουν τον διάκοσμο της όψης. Το κτίριο έχει εσωτερικό ακάλυπτο χώρο για φωτισμό, διαστάσεων 3,5 μ. Χ 3,5 μ. εμβαδού 12,25 τ.μ. Στο επίπεδο του ορόφου υπάρχει χώρος που χρησιμοποιείται ως βατό δώμα. Το υπόγειο αποτελείται από ένα βοηθητικό χώρο συνολικής έκτασης 66,96 τ.μ. (εμβαδόν κατά δήλωση ιδιοκτήτη, δεν ήταν δυνατή η πρόσβαση σε αυτό) ο οποίος χρησιμοποιούνταν ως αποθήκη για το γωνιακό κατάστημα. Το ισόγειο αποτελείται από δύο χώρους καταστημάτων (Ε1 = 93,19 τ.μ. και Ε2 = 66,96 τ.μ.) και έναν χώρο εισόδου – κλιμακοστασίου (Ε3 = 14,74 τ.μ.) για την κατοικία στον δεύτερο όροφο. Η θύρα εισόδου (ξύλινο κούφωμα) η οποία οδηγεί στην κατοικία μέσω εσωτερικού κλιμακοστασίου (ξύλινη σκάλα) βρίσκεται επί της οδού ……. Τα δύο ισόγεια καταστήματα παλαιότερα χρησιμοποιούνταν ως αρτοποιείο και παντοπωλείο και στη συνέχεια διαμορφώθηκαν σε εργαστήριο ταπετσαρίας, ενώ πλέον έχουν εγκαταλειφθεί. Η είσοδος για τα καταστήματα γινόταν από την οδό …….. Το γωνιακό κατάστημα εμβαδού Ε2 = 66,96 τ.μ. έχει δύο παράθυρα και την θύρα εισόδου επί της οδού …… ενώ επί της οδού …… (2) ακόμα θύρες και δύο (2) παράθυρα. Το άλλο κατάστημα εμβαδού Ε1 = 93,19 τ.μ. έχει δύο θύρες και ένα παράθυρο επί της οδού ……. Τα εξωτερικά κουφώματα είναι ξύλινα με τζάμι. Στον Α΄ όροφο υπάρχει κατοικία η οποία αποτελείται από πέντε κύρια δωμάτια, λοιπούς αναγκαίους χώρους και άλλα δύο ανεξάρτητα υπερυψωμένα δωμάτια, έκτασης 144,91 τ.μ.. Επίσης διαθέτει βατό δώμα έκτασης 29,98 τ.μ.. Στον όροφο υπάρχουν δύο (2) παράθυρα και δύο (2) μπαλκονόπορτες επί της οδού ….. καθώς και τέσσερα (4) παράθυρα και μία μπαλκονόπορτα επί της οδού …….. Τα μπαλκόνια είναι μικρού μήκους με σιδερένια σκαλιστά κάγκελα. Όλα τα κουφώματα είναι ξύλινα. Ο χώρος που βρίσκεται το ακίνητο είναι χαρακτηρισμένος για ανέγερση αρχαιολογικού μουσείου σύμφωνα με το ΠΔ/22-2-1974 «Περί τροποποιήσεως του ρυμοτομικού σχεδίου Πειραιώς» (ΦΕΚ 57/Δ/8-3-1974) και θεωρείται απαλλοτριωτέος, όπως αναφέρεται και στο υπ΄ αρ. …………/9/30-7-2009 έγγραφο της Δ/νσης Πολεοδομίας του Δήμου Πειραιά. Επίσης το ακίνητο είναι εντός του παραδοσιακού τμήματος του Πειραιά, το δε κτίριο (…………..) έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο σύμφωνα με το άρθρο 4 του ΠΔ/27-7-1982 «Περί χαρακτηρισμού τμήματος της πόλης του Πειραιά σαν παραδοσιακό (Ιστορικό Κέντρο Πειραιά)» ΦΕΚ 410/Δ/27-8-1982, με συντελεστή δόμησης 2,40. Περαιτέρω στο προσαρτώμενο κτηματολογικό διάγραμμα – πίνακα φέρεται να είναι συγκύριοι του ως άνω ακινήτου οι καθ΄ ων η αίτηση και συγκεκριμένα ο πρώτος των καθ΄ ων, ………., σε ποσοστό 11/144 εξ αδιαιρέτου, ο δεύτερος των καθ΄ ων, ………….., σε ποσοστό 8/144 εξ αδιαιρέτου, η τρίτη των καθ΄ ων, ……….., σε ποσοστό 44/144 εξ αδιαιρέτου, η τετάρτη των καθ΄ ων, …………., και ο όγδοος των καθ΄ ων, ………………, ως κληρονόμοι του ……….. σε ποσοστό 24/144 εξ αδιαιρέτου, ο πέμπτος των καθ΄ ων, ………….., σε ποσοστό 24/144 εξ αδιαιρέτου, ο έκτος των καθ΄ ων, …………., σε ποσοστό 11/144 εξ αδιαιρέτου και η έβδομη των καθ΄ ων, ……….., σε ποσοστό 22/144 εξ αδιαιρέτου. Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι το ως άνω ακίνητο βρίσκεται στο κέντρο του Πειραιά, σε απόσταση 150-200 μέτρων από τη θάλασσα, χωρίς όμως να έχει πρόσοψη ή θέα προς αυτή. Η περιοχή στην οποία βρίσκεται έχει γενική χρήση κατοικίας, καλή πρόσβαση στις συγκοινωνίες και θεωρείται από τις καλές περιοχές του Πειραιά. Το κτίριο δε που έχει ανεγερθεί επ΄ αυτού έχει χαρακτηριστεί, όπως προαναφέρθηκε, διατηρητέο, αλλά χρήζει εκτεταμένων και αρκετά δαπανηρών επισκευών. Η Επιτροπή του άρθρου 15 του Ν. 2882/2001 προσδιόρισε την αγοραία αξία ολόκληρου του ως άνω ακινήτου, κατά ανώτατο όριο, στο ποσό των 358.000 ευρώ, ενώ οι αιτούντες ζητούν, κατά ανώτατο όριο, να καθοριστεί η προσωρινή αποζημίωση στο ως άνω ποσό των 358.000 ευρώ, οι δε παριστάμενοι καθ΄ ων η αίτηση συνομολογούν, χωρίς να πρόκειται για ομολογία με τη στενή έννοια του όρου, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, ότι το ποσό αυτό είναι εύλογο και δίκαιο και στο ποσό αυτό ανέρχεται η αγοραία αξία του ως άνω ακινήτου τους. Κατόπιν των ανωτέρω, σύμφωνα με όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, το Δικαστήριο κρίνει ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο συζήτησης της ένδικης αιτήσεως (3-2-2022), με βάση τις υπάρχουσες οικονομικές και νομισματικές συνθήκες και ενόψει της θέσης, του είδους, της πραγματικής κατάστασης και της χρησιμότητάς του, η πραγματική αξία ολόκληρου του απαλλοτριουμένου ακινήτου και των συστατικών του, η οποία καλύπτει πλήρως την οφειλόμενη αποζημίωση και επιτρέπει την αντικατάστασή του με άλλο ισάξιο, σύμφωνα και με τη συνταγματική επιταγή (άρθρο 17 παρ. 2 του Συντ.), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ενδεχόμενη μεταβολή της αξίας του μετά τη δημοσίευση της πράξης της απαλλοτρίωσης, ανέρχεται στο ποσό των 358.000 ευρώ και συγκεκριμένα: α) η αξία του υπογείου (αποθήκης) της διώροφης οικοδομής στο ποσό των 210 ευρώ/τ.μ., ήτοι 14.061,60 (= 210 ευρώ/τ.μ. Χ 66,96 τ.μ.) ευρώ, β) η αξία των δύο καταστημάτων του ισογείου της διώροφης οικοδομής, εμβαδού 160,15 (=93,19 + 66,96) τ.μ., στο ποσό των 1.140 ευρώ/τ.μ., ήτοι 182.571 (= 1.140 ευρώ/τ.μ. Χ 160,15 τ.μ.) ευρώ, γ) η αξία του χώρου εισόδου – κλιμακοστασίου της εν λόγω οικοδομής στο ποσό των 725 ευρώ/τ.μ., ήτοι 10.686,50 (= 725 ευρώ/τ.μ. Χ 14,74 τ.μ.) ευρώ, δ) η αξία της οικίας του πρώτου ορόφου της εν λόγω οικοδομής στο ποσό των 808 ευρώ/τ.μ., ήτοι 117.087,28 (= 808 ευρώ/τ.μ. Χ  144,91 τ.μ.) ευρώ, ε) η αξία του δώματος της εν λόγω οικοδομής στο ποσό των 808 ευρώ ευρώ/τ.μ., ήτοι 24.223,84 (= 808 ευρώ/τ.μ. Χ 29,98 τ.μ.) ευρώ και στ) η αξία του υπολοίπου της δόμησης που απομένει στο ποσό των 9.369,78 ευρώ, ήτοι στο ποσό των 358.000 (= 14.061,60 + 182.571 + 10.686,50 + 117.087,28 + 24.223,84 + 9.369,78) ευρώ, ποσό στο οποίο πρέπει να καθοριστεί και η προσωρινή αποζημίωση (πρβλ. ΕφΝαυπλ 33/2018). Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει, η ένδικη αίτηση καθορισμού προσωρινής τιμής μονάδας αποζημίωσης, να γίνει δεκτή ως κατ΄ ουσίαν βάσιμη και να καθοριστεί αυτή (προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωση) κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Όσον αφορά την απόδοση στους δικαιούχους της προσωρινής καθορισθείσας αποζημίωσης, πρέπει να ορισθεί η ελεύθερη απόδοσή της σε ποσοστό 70% και για το υπόλοιπο ποσοστό 30% αυτής ύστερα από προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής πιστωτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή της αλλοδαπής που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, χωρίς καμία άλλη διατύπωση. Περαιτέρω, στη διαδικασία προσδιορισμού αποζημίωσης, κατά το άρθρο 18 παρ. 4 του Ν. 2882/2001 (όπως το πρώτο εδάφιό της αντικαταστάθηκε με το άρθρο 130 παρ. 1 του Ν. 4070/2012 και το τρίτο εδάφιο αυτής αντικαταστάθηκε με το άρθρο 130 παρ. 2 του ίδιου ως άνω νόμου): α) η δικαστική δαπάνη βαρύνει τον υπόχρεο προς αποζημίωση και επιδικάζεται από το Δικαστήριο με την ίδια απόφαση, με την οποία καθορίζεται το ύψος της καταβλητέας αποζημίωσης, β) η εκκαθάριση της δικαστικής δαπάνης γίνεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, γ) το άρθρο 22 του Ν. 3693/1957 δεν εφαρμόζεται, δ) όταν υπόχρεος προς αποζημίωση είναι φορέας που υπάγεται στη Γενική Κυβέρνηση κατά την έννοια του άρθρου 14 του Ν. 4270/2014 (προϊσχύσαν άρθρο 1Β του Ν. 2362/1995), η επιδικαζόμενη από τα Δικαστήρια αμοιβή του πληρεξούσιου Δικηγόρου των δικαιούχων αποζημίωσης καθορίζεται υποχρεωτικά έως το ήμισυ των νομίμων αμοιβών του Κώδικα Δικηγόρων, ε) η απόφαση του Μονομελούς Εφετείου ή (πριν την τροποποίηση που επέφερε το άρθρο 76 παρ. 11 του Ν. 4146/2013) του Μονομελούς Πρωτοδικείου, με την οποία καθορίζεται η προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης αποτελεί ως προς την δικαστική δαπάνη εκτελεστό τίτλο σε βάρος του υπόχρεου προς αποζημίωση, εάν και οι δύο διάδικοι αποδέχθηκαν την απόφαση αυτή ή παρήλθε άπρακτη η προθεσμία άσκησης αίτησης οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης, στ) σε περίπτωση εμπρόθεσμης αίτησης, το Εφετείο (με τριμελή σύνθεση) αποφαίνεται ενιαία τόσο για την δικαστική δαπάνη της ενώπιον αυτού διαδικασίας, όσο και για την δικαστική δαπάνη του προσωρινού προσδιορισμού της αποζημίωσης, ζ) στη δίκη του προσωρινού ή οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης του απαλλοτριουμένου, σύμφωνα με τα άρθρα 18, 19 και 20 του Ν. 2882/2001, ένα είναι το αντικείμενο της δίκης, ο προσδιορισμός της αποζημίωσης (προσωρινός ή οριστικός) και, συνεπώς, ορίζεται μία αμοιβή του Δικηγόρου σε ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου αυτού της δίκης (ΟλΑΠ 17/2000 ΕλλΔνη 2000.958, ΑΠ 423/2019, ΑΠ 1993/2017, ΑΠ 413/2012, ΕφΑθ 420/2018, ΕφΑθ 416/2018 ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, η αμοιβή του Δικηγόρου του δικαιούχου σε ποσοστά επί της καθοριζομένης αποζημίωσης, σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων που ισχύει από 27-9-2013 (Ν. 4194/2013-ΦΕΚ 208Α/27-9-2013) και ειδικότερα σύμφωνα με τα άρθρα 63, 65, 68, 69 παρ. 3 και 84 παρ. 1 αυτού, προσδιορίζεται: αα) για τη σύνταξη αίτησης, σε ποσοστό 2% έως το ποσό των 200.000 ευρώ, 1,5% από το ποσό των 200.001 ευρώ μέχρι 750.000 ευρώ, 1% από το ποσό των 750.001 ευρώ μέχρι 1.500.000 ευρώ, 0,5% από το ποσό των 1.500.001 ευρώ μέχρι 3.000.000 ευρώ, 0,3% από το ποσό των 3.000.001 ευρώ μέχρι 6.000.000 ευρώ, 0,2% από το ποσό των 6.000.001 ευρώ μέχρι 12.000.000 ευρώ, 0,1% από το ποσό των 12.000.001 ευρώ μέχρι 25.000.000 ευρώ [όπως η περίπτωση ζ΄ του άρθρου 63 παρ. 1 του Ν. 4194/2013 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 7 παρ. 10β΄ του Ν. 4205/2013 (ΦΕΚ 242Α/6-11-2013)] και 0,05% από το ποσό των 25.000.001 ευρώ και άνω και ββ) για τη σύνταξη των προτάσεων του αιτούντος επί της αίτησης, το ήμισυ της ως άνω αμοιβής στην περίπτωση που δεν προκύπτει ύπαρξη έγκυρης έγγραφης συμφωνίας περί αμοιβής για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών, σχετιζομένων με την έναρξη και διεξαγωγή της δίκης, οπότε ισχύουν οι οριζόμενες σύμφωνα με τα ανωτέρω νόμιμες αμοιβές (άρθρο 58 του Ν. 4194/2013) και για τη σύνταξη των προτάσεων του καθ΄ ου η αίτηση, εφόσον η αποζημίωση υπερβαίνει το ποσό των 200.001 ευρώ δεν υπερβαίνει, όμως, το ποσό των 750.000 ευρώ, σε ποσοστό 1,5% επί της καθοριζομένης αποζημίωσης. Ακολούθως, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 17 του Συντάγματος, 189 του ΚΠολΔ, 58 επ. του Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013), συνάγεται ότι η αμοιβή, την οποία καταβάλλει ο δικαιούχος της αποζημίωσης στον Δικηγόρο του για τη σύνταξη της αίτησης και των προτάσεων, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, προκειμένου να επιτύχει τον προσδιορισμό και την είσπραξη της αποζημίωσης, αποτελεί παρακολούθημα αυτής, προσαυξάνει το ποσόν της, βαρύνει τον υπόχρεο και πρέπει να επιδικάζεται σε βάρος του και να περιέρχεται στον δικαιούχο, ώστε να μην επέρχεται φαλκίδευση της πλήρους αποζημίωσης (ΕφΠειρ 368/2020). Στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με την προαναφερόμενη νομική σκέψη, τα δικαστικά έξοδα των παρισταμένων καθ΄ ων η αίτηση για την προκειμένη δίκη προσδιορισμού της προσωρινής αποζημίωσης, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους (άρθρο 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), πρέπει, κατά τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, να επιβληθούν σε βάρος του δεύτερου των αιτούντων [Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων» (Τ.Α.Π.Α.), ήδη, όπως μετονομάσθηκε Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων» (Ο.Δ.Α.Π.)] (μειωμένα κατά το ήμισυ, εφόσον υπάγεται στη Γενική Κυβέρνηση κατά την έννοια του άρθρου 14 του Ν. 4270/2014), ως υπόχρεου προς καταβολή της επίδικης αποζημίωσης, περιλαμβάνουν δε: α) τα πάσης φύσεως δικαστικά τους έξοδα, κατ΄ άρθρο 189 παρ. 1 του ΚΠολΔ, ενώπιον του παρόντος Μονομελούς Εφετείου τα οποία πρέπει να καθοριστούν στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ και β) την αμοιβή του πληρεξούσιου Δικηγόρου τους για τη σύνταξη των προτάσεων τους ενώπιον, επίσης, του παρόντος Μονομελούς Εφετείου, η οποία πρέπει να καθοριστεί, ενόψει του ότι το αντικείμενο της δίκης ως προς το ύψος της οφειλόμενης αποζημίωσης είναι ανώτερο του ποσού των 200.001 ευρώ, αλλά κατώτερο του ποσού των 750.000 ευρώ σε ποσοστό 0,75%(= 1,5% : 2) επί της ως άνω καθορισθείσας αποζημίωσης, κατά το διατακτικό. Παράβολο ερημοδικίας δεν θα οριστεί γιατί κατά της αποφάσεως αυτής δεν επιτρέπονται ένδικα μέσα (άρθρα 19 παρ. 10 του Ν. 2882/2001, πρβλ. ΕφΠειρ 704/2020).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην των έβδομης και όγδοου των καθ΄ ων η αίτηση και κατ΄ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων την από 26-6-2019 (αρ. καταθ. …../2019) αίτηση.

Δέχεται την αίτηση.

Καθορίζει την προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης του αναφερομένου στο σκεπτικό της παρούσας ακινήτου και των συστατικών του ως ακολούθως α) την αξία του υπογείου (αποθήκης) της διώροφης οικοδομής στο ποσό των 210 ευρώ/τ.μ., ήτοι 14.061,60 (= 210 ευρώ/τ.μ. Χ 66,96 τ.μ.) ευρώ, β) την αξία των δύο καταστημάτων του ισογείου της διώροφης οικοδομής, εμβαδού 160,15 (=93,19 + 66,96) τ.μ. στο ποσό των 1.140 ευρώ/τ.μ., ήτοι 182.571 (= 1.140 ευρώ/τ.μ. Χ 160,15 τ.μ.) ευρώ, γ) την αξία του χώρου εισόδου – κλιμακοστασίου της εν λόγω οικοδομής στο ποσό των 725 ευρώ/τ.μ., ήτοι 10.686,50 (= 725 ευρώ/τ.μ. Χ 14,74 τ.μ.) ευρώ, δ) την αξία της οικίας του πρώτου ορόφου της εν λόγω οικοδομής στο ποσό των 808 ευρώ/τ.μ., ήτοι 117.087,28 (= 808 ευρώ/τ.μ. Χ  144,91 τ.μ.) ευρώ, ε) την αξία του δώματος της εν λόγω οικοδομής στο ποσό των 808 ευρώ/τ.μ., ήτοι 24.223,84 (= 808 ευρώ/τ.μ. Χ 29,98 τ.μ.) ευρώ και στ) την αξία του υπολοίπου της δόμησης που απομένει στο ποσό των 9.369,78 ευρώ. Συνολικά δε, η αξία του υπό απαλλοτρίωση ακινήτου ανέρχεται στο ποσό των 358.000 ευρώ, στην οποία προσδιορίζεται και η προσωρινή του αποζηµίωση, την οποία υποχρεούται να καταβάλει το δεύτερο των αιτούντων [Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων» (Τ.Α.Π.Α.), ήδη, όπως μετονομάσθηκε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων» (Ο.Δ.Α.Π.)].

Ορίζει την ελεύθερη απόδοση στους δικαιούχους της προσωρινής καθορισθείσας αποζημίωσης σε ποσοστό 70% και για το υπόλοιπο ποσοστό 30% αυτής ύστερα από προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής πιστωτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή της αλλοδαπής που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, χωρίς καμία άλλη διατύπωση.

Επιβάλλει σε βάρος του δεύτερου των αιτούντων [Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων» (Τ.Α.Π.Α.), ήδη, όπως μετονομάσθηκε Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων» (Ο.Δ.Α.Π.)], ως υπόχρεου προς καταβολή της επίδικης αποζημίωσης, τα δικαστικά έξοδα των παρισταμένων με τον ίδιο Δικηγόρο καθ΄ ων η αίτηση, τα οποία καθορίζει α) στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ και β) σε ποσοστό 0,75% επί της καθορισθείσας αποζημίωσης.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, την 9η.9.2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, της Δικαστικής πληρεξουσίας Ν.Σ.Κ και του πληρεξούσιου Δικηγόρου των παρισταμένων καθ΄ ων η αίτηση.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ