Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 403/2022

Αριθμός    403/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)

Β΄ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία – Αλεξάνδρα Ζήκου, Εφέτη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Δικαστηρίου τούτου, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ : 1. …………… και 2. ……………, τους οποίους εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος (ΑΜ …. Δ.Σ. Αθηνών).

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ – ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ : 1. …………., 2. ………….., τους οποίους εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Παναγιώτης Γεωργόπουλος (ΑΜ ….. Δ.Σ. Πειραιώς) με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ.

Οι ενάγοντες – εφεσίβλητοι άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την τακτική διαδικασία, την από 10-6-2013, με αριθμό κατάθεσης ….., αγωγή τους, κατά των εναγόμενων – εκκαλούντων. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η με αριθμό 4808/2017 οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία έγινε μερικά δεκτή η ανωτέρω αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής οι εκκαλούντες – εναγόμενοι άσκησαν την από 2-1-2018 έφεσή τους, η οποία κατατέθηκε, στις 12-1-2018, στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, με ΓΑΚ….. και ΕΑΚ……../2018, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 18-6-2019, με ΓΑΚ……… και ΕΑΚ…../2019 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 2ης Απριλίου 2020, κατά την οποία η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων για την προστασία της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 (από 13-3-2020 έως 31-5-2020), και στη συνέχεια, προσδιορίστηκε αυτεπαγγέλτως για τη δικάσιμο της 19ης-11-2020 με τη με αριθμό 75/2020 πράξη του ορισθέντος από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Ιωάννη Αποστολόπουλου, Εφέτη, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, και γράφηκε στο οικείο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι εκκαλούντες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, ο οποίος αφού έλαβε το λόγο από τη Δικαστή, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις, που κατέθεσε, και οι εφεσίβλητοι από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ, που ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις, που είχε προκαταθέσει.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τη διάταξη του άρθρου 518 § 1 του ΚΠολΔ, αν ο εκκαλών διαμένει στην Ελλάδα, η προθεσμία της εφέσεως είναι τριάντα ημέρες και αρχίζει από την επίδοση της αποφάσεως που περατώνει τη δίκη. Κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, η οριζόμενη από αυτήν τριακονθήμερη προθεσμία αρχίζει από την επομένη ημέρα της επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, καθόσον με τη διάταξη αυτή καθορίζεται απλώς η διάρκεια της προθεσμίας και το γεγονός που την κινεί, ενώ ο τρόπος υπολογισμού της προθεσμίας ρυθμίζεται από τη διάταξη του άρθρου 144 § 1 του ΚΠολΔ, κατά την οποία οι προθεσμίες που ορίζονται από το νόμο αρχίζουν από την επομένη ημέρα μετά την επίδοση του σχετικού εγγράφου και λήγουν στις επτά το βράδυ της τελευταίας (δηλαδή εν προκειμένω της τριακοστής) ημέρας και αν αυτή είναι κατά νόμο εξαιρετέα, την ίδια ώρα της επόμενης μη εξαιρετέας ημέρας. Από την αδίστακτη διατύπωση της εν λόγω διάταξης του άρθρου 144 § 1 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι αυτή, ως προς τη λήξη της προθεσμίας που καθιερώνει, εφαρμόζεται τόσο επί των προθεσμιών ενεργείας όσο και επί των προπαρασκευαστικών προθεσμιών, έτσι ώστε αν η τελευταία ημέρα των προθεσμιών αυτών συμπίπτει προς εξαιρετέα ή Σάββατο αυτή δεν υπολογίζεται και η προθεσμία λήγει την ίδια ώρα, 7 μ.μ., της επόμενης εργάσιμης ημέρας (ΟλΑΠ 33/1996). Επίσης κατά την παρ.3 του άρθρου 144 ΚΠολΔ το Σάββατο θεωρείται για τον παρόντα κώδικα εξαιρετέα και μη εργάσιμη ημέρα. Εξάλλου κατά τη διάταξη της παρ.1 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ τα ένδικα μέσα της ανακοπής ερημοδικίας, της έφεσης, της αναψηλάφησης και της αναίρεσης ασκούνται με δικόγραφο που κατατίθεται στο πρωτότυπο στη γραμματεία του δικαστηρίου, που έχει εκδώσει τη προσβαλλομένη απόφαση ή στη γραμματεία του πρωτοδικείου της μεταβατικής έδρας, αν προσβάλλεται απόφαση εφετείου που συνεδρίασε σε μεταβατική έδρα. Τέλος κατά τη διάταξη του άρθρου 532 του ίδιου κώδικα το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, με βάση τα προαποδεικτικώς προσκομιζόμενα έγγραφα, το εμπρόθεσμο της άσκησης της έφεσης που είναι προϋπόθεση του παραδεκτού αυτής και, αν διαπιστώσει ότι η έφεση ασκήθηκε εκπρόθεσμα, την απορρίπτει ως απαράδεκτη (Α.Π. 118/2011, ΑΠ 1532/2009). Μάλιστα το εκπρόθεσμο της έφεσης αφορά τη δημόσια τάξη και κατά συνέπεια δεν είναι αναγκαία η προβολή ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου σχετικού ισχυρισμού εκ μέρους του αντιδίκου του εκκαλούντος, προκειμένου αυτό να χωρήσει στη σχετική έρευνα περί του εμπροθέσμου αυτής (ΑΠ 535/2020, ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω στη διάταξη του άρθρου 128 §§ 1 και 4 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 § 2 του Ν 3994/2011, που ρυθμίζει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η επίδοση στην κατοικία του προσώπου προς τον οποίο απευθύνεται, ορίζονται τα ακόλουθα : Στην παρ.1 ότι, αν ο παραλήπτης δεν βρίσκεται στην κατοικία του, το έγγραφο παραδίδεται σε έναν από τους ενήλικους συγγενείς ή υπηρέτες που συνοικούν μαζί του. Αν απουσιάζουν ή δεν υπάρχουν και αυτοί η παράδοση γίνεται σε έναν από τους άλλους ενηλίκους συνοίκους που έχουν συνείδηση των πράξεων τους και δεν συμμετέχουν στη δίκη ως αντίδικοι του ενδιαφερομένου και στην παρ. 4 ότι, αν κανείς από όσους αναφέρονται στην παρ. 1 δεν βρίσκεται στην κατοικία, α) το έγγραφο πρέπει να κολληθεί στην πόρτα της κατοικίας και σε ενσφράγιστο φάκελο επί του οποίου θα υπάρχουν μόνο τα στοιχεία του δικαστικού επιμελητή και του προς ον η επίδοση μπροστά σε έναν μάρτυρα…, β) το αργότερο την επομένη εργάσιμη ημέρα μετά τη θυροκόλληση, αντίγραφο του εγγράφου, που συντάσσεται ατελώς, πρέπει να παραδοθεί στα χέρια του προϊσταμένου του αστυνομικού τμήματος ή του σταθμού της περιφέρειας της κατοικίας και αν λείπει ο προϊστάμενος, στον αξιωματικό υπηρεσίας ή στο σκοπό του αστυνομικού καταστήματος. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η παράδοση βεβαιώνεται με απόδειξη που συντάσσεται ατελώς κάτω από την έκθεση της επίδοσης που αναφέρεται στο άρθρο 140 § 1. Η απόδειξη αυτή πρέπει να αναφέρει την ημερομηνία που έγινε η παράδοση, και το ονοματεπώνυμο, καθώς και την ιδιότητα εκείνου που παρέλαβε το αντίγραφο, ο οποίος υπογράφει την απόδειξη και τη σφραγίζει με την υπηρεσιακή σφραγίδα…, γ) το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την παράδοση, σύμφωνα με την περίπτωση β, εκείνος που ενήργησε την επίδοση του εγγράφου πρέπει να ταχυδρομήσει σε εκείνον προς τον οποίο απευθύνεται η επίδοση έγγραφη ειδοποίηση…. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι, σε περίπτωση που τόσο εκείνος προς τον οποίο γίνεται η επίδοση, όσο και τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 1 απουσιάζουν από την κατοικία, τότε η επίδοση γίνεται με θυροκόλληση και παράλληλα το βραδύτερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα, αντίγραφο του θυροκολληθέντος εγγράφου παραδίδεται στα χέρια του προϊσταμένου του αστυνομικού τμήματος ή του σταθμού της περιφέρειας της κατοικίας και μόνο αν αυτός απουσιάζει παραδίδεται στον αξιωματικό ή υπαξιωματικό υπηρεσίας ή στο σκοπό του αστυνομικού καταστήματος, γεγονός που πρέπει να βεβαιώνεται στην απόδειξη που συντάσσεται κάτω από την έκθεση επίδοσης (ΑΠ 272/2015, ΑΠ 660/2015, ΑΠ 1133/2009). Στην παραπάνω δε περίπτωση της επίδοσης σε παραλήπτη που απουσιάζει από την κατοικία του, η επίδοση θεωρείται, κατ’ άρθρο 136 § 2 του ίδιου κώδικα, ότι συντελέστηκε με τη θυροκόλληση του εγγράφου, με την προϋπόθεση ότι έγιναν όσα ορίζονται παραπάνω (ΑΠ 1908/2008, ΑΠ 903/2007) (ΑΠ 1181/2019, ΤΝΠ Νόμος). Σημειώνεται, ότι επί απλής ομοδικίας η επίδοση της πρωτόδικης απόφασης από ή σε ένα ομόδικο κινεί την προθεσμία της έφεσης μόνο κατά του παραγγείλαντος και του προς ον η επίδοση και όχι κατά των λοιπών ομοδίκων (Μ. Μαργαρίτης, σε Κεραμέα/ Κονδύλη/Νίκη Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 518, αρ. 6, σελ. 921, ΕφΠειρ 394/2020, ΤΝΠ Νόμος).

Στην προκείμενη περίπτωση, οι ενάγοντες, ήδη εφεσίβλητοι, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την τακτική διαδικασία, την από 10-6-2013, με αριθμό κατάθεσης ……./2013, αγωγή τους, κατά των εναγόμενων, ήδη εκκαλούντες, με την οποία ζήτησαν για τους περιεχόμενους σ’ αυτήν λόγους, να υποχρεωθούν οι τελευταίοι να τους καταβάλλουν σε ολόκληρο το ποσό των 30.000 ευρώ προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης τους, καθώς και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική δαπάνη τους. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού δίκασε την υπόθεση αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, με τη με αριθμό 4808/6-11-2017 οριστική απόφασή του δέχθηκε μερικά την αγωγή, υποχρέωσε τους εναγόμενους να καταβάλουν σε ολόκληρο έκαστος σε κάθε ενάγοντα το ποσό 10.000 ευρώ, και καταδίκασε τους εναγόμενους στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, τα οποία όρισε στο ποσό των 900 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι ενάγοντες, ήδη εκκαλούντες, με την από 2-1-2018 έφεσή τους, η οποία κατατέθηκε, στις 12-1-2018, στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με ΓΑΚ…… και ΕΑΚ……./2018, αντίγραφο, δε, αυτής κατατέθηκε στη Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού, στις 18-6-2019, με ΓΑΚ…….και ΕΑΚ………./2019, για τους περιεχομένους σε αυτήν λόγους, επιδιώκοντας την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί η ως άνω αγωγή. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε νομότυπα, κατόπιν γραπτής παραγγελίας του δικηγόρου Πειραιώς ………….., ως πληρεξούσιου δικηγόρου των εναγόντων της ανωτέρω αγωγής, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό, στους αντίδικους των τελευταίων, ήδη εκκαλούντων, με θυροκόλληση στις διευθύνσεις, όπου είχε επιδοθεί η αγωγή, και συγκεκριμένα στον πρώτο, …………, στον Κορυδαλλό Αττικής, στην οδό ………, και στο δεύτερο …… (πρώην ….) …. στον Πειραιά, στην οδό ……….., όπως αποδεικνύεται από τις με αριθμούς ……./4-12-2017 για τον πρώτο και ……./7-12-2017 για το δεύτερο εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς ………., σε συνδυασμό α) για τον πρώτο εκκαλούντα, με την από 4-12-2017 απόδειξη παραλαβής εγγράφου του Αξιωματικού Υπηρεσίας του Αστυνομικού Τμήματος Νίκαιας, ………, Αστυφύλακα (Α.Υ.), και για το δεύτερο εκκαλούντα, με την από 7-12-2017 απόδειξη παραλαβής εγγράφου του Αξιωματικού Υπηρεσίας του Αστυνομικού Τμήματος Καμινίων, ……….., Υπαστυνόμου Β’, σύμφωνα με τις οποίες αντίγραφο της εκκαλούμενης απόφασης παραδόθηκαν στους ανωτέρω, που παρέλαβαν την πρωτοβάθμια απόφαση, υπέγραψαν επί της απόδειξης και τη σφράγισαν με την υπηρεσιακή σφραγίδα, εξαιτίας της απουσίας των Διοικητών των ανωτέρω αστυνομικών τμημάτων, και β) τις από 5-12-2017, για τον πρώτο εκκαλούντα, και 8-12-2017, για το δεύτερο εκκαλούντα, βεβαιώσεις παραλαβής από τον ταχυδρομικό υπάλληλο του ταχυδρομικού γραφείου Αθηνών, ……………, που προσυπέγραψε αυτές, σύμφωνα με τις οποίες έγγραφες ειδοποιήσεις περί των επιδόσεων με θυροκόλληση της πρωτόδικης απόφασης ταχυδρομήθηκε προς τους εκκαλούντες, ………. και …. (πρώην …..) …..· οι προαναφερόμενες, δε, αποδείξεις παραλαβής εγγράφου και βεβαιώσεις, έχουν συνταχθεί κάτω από τις ανωτέρω εκθέσεις επίδοσης, όπως προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 128 § 4 ΚΠολΔ. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι εκθέσεις επίδοσης συνιστούν δημόσιο έγγραφο, το οποίο περιέχει πλήρη απόδειξη ως προς όσα βεβαιώνονται σ’ αυτό ότι έγιναν από το δικαστικό επιμελητή, ή ενώπιόν του, στα οποία υπάγονται – μεταξύ άλλων – και ο χρόνος της επίδοσης, η προσέλευση του δικαστικού επιμελητή στον τόπο της επίδοσης, η απουσία επιδεκτικών επίδοσης προσώπων, καθώς και η θυροκόλληση της πρωτόδικης απόφασης, και, συνεπώς, ανταπόδειξη ως προς αυτά χωρεί μόνον εφόσον προσβληθεί η εν λόγω έκθεση ως πλαστή. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, σύμφωνα και με την ανωτέρω νομική σκέψη, αποδεικνύεται ότι η κρινόμενη έφεση έχει ασκηθεί εκπρόθεσμα, καθόσον η επίδοση πραγματοποιείται την ημέρα της θυροκόλλησης, εφόσον τηρηθούν οι επιπρόσθετες ενέργειες της παράδοσης του εγγράφου στην αστυνομική αρχή του τόπου κατοικίας του προς ον η επίδοση και της ταχυδρόμησης της σχετικής ειδοποίησης για την επίδοση προς ον η επίδοση. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε ότι οι επιδόσεις πραγματοποιήθηκαν στον πρώτο εκκαλούντα, ………., στις 4-12-2017, και στο δεύτερο, …. (πρώην …) …. στις 7-12-2017, ενώ η κατάθεση του δικογράφου της κρινόμενης έφεσης πραγματοποιήθηκε στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, στις 12-1-2018, ημέρα Παρασκευή, και ώρα 10.38. Επομένως, η προθεσμία των τριάντα ημερών για την κατάθεση της έφεσης συμπληρώθηκε για τον πρώτο εκκαλούντα στις 3-1-2018, ημέρα Τετάρτη, και για το δεύτερο εκκαλούντα στις 8-1-2018, ημέρα Δευτέρα, καθώς η 7-1-2018, τριακοστή ημέρα ήταν Κυριακή – αργία. Οι ισχυρισμοί των εκκαλούντων ότι παρά τη θυροκόλληση της πρωτόδικης απόφασης στις διευθύνσεις των κατοικιών τους, τις οποίες δεν αμφισβητούν, ο πρώτος παρέλαβε την απόφαση στις 13-12-2017 από το Αστυνομικό Τμήμα, και ο δεύτερος ουδέποτε παρέλαβε την απόφαση, ανεξάρτητα από την ουσιαστική βασιμότητά τους, προβάλλονται αλυσιτελώς, όπως αναφέρεται και στην ανωτέρω νομική σκέψη, καθόσον για την έναρξη της προθεσμίας της έφεσης λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία θυροκόλλησης και όχι η ημερομηνία πραγματικής παραλαβής του εγγράφου, εφόσον τηρηθούν οι λοιπές προϋποθέσεις της διάταξης του άρθρου 128 § 4 ΚΠολΔ, οι οποίες και τηρήθηκαν, όπως αναλυτικά προαναφέρθηκε. Συνεπώς, η ένδικη έφεση, εφόσον ασκήθηκε εκπρόθεσμα και από τους δύο εκκαλούντες, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη αυτεπάγγελτα, αλλά και κατόπιν παραδοχής σχετικού ισχυρισμού, που προέβαλαν οι εφεσίβλητοι με τις προτάσεις τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 532 του ΚΠολΔ. Τέλος, οι εκκαλούντες πρέπει να καταδικαστούν στη δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό (άρθρα 176, 191 § 2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 2-1-2018, με ΓΑΚ……. και ΕΑΚ………./2019, έφεση κατά της με αριθμό 4808/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, τακτική διαδικασία, ως απαράδεκτη λόγω εκπρόθεσμης άσκησης.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου (με κωδικό αριθμό ……………., ποσού 100 ευρώ), που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εκκαλούντες στη δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων γι’ αυτό το βαθμό δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στον Πειραιά, στις 30-6-2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ