Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 448/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(3ο Τμήμα)

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ (Εργατικών) ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης 448/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και τη Γραμματέα, Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις …………. για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Των εκκαλούντων-εφεσίβλητων : 1) ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας ……….. 2) ………. και 3) ……….. οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας δικηγόρου τους, Θεοδώρας Γιαννακοπούλου, με δήλωση κατ’άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Των εφεσιβλήτων-εκκαλουσών : 1) ………2) …………., οι οποίες παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, Λεωνίδα Θεοδώρου, με δήλωση κατ’άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Οι ενάγουσες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 23-7-2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ………./30-7-2020) αγωγή τους, η οποία ζήτησαν να γίνει δεκτή.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η υπ’αριθμ. 2189/2021 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν.

Οι εναγόμενοι, με την από 27-10-2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………/29-10-2021) έφεσή τους και οι ενάγουσες με την από 17-11-2021 (με αύξ.αριθμ.εκθ.καταθ…………/18-11-2021) έφεσή τους, οι οποίες προσδιορίσθηκαν προς συζήτηση για την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, και γράφτηκαν στο πινάκιο, προσβάλλουν  την ανωτέρω πρωτόδικη απόφαση.

Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου των ανωτέρω εφέσεων, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν εμφανίστηκαν αλλά παραστάθηκαν με δήλωσή τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ, και προκατέθεσαν τις προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ   ΜΕΛΕΤΗΣΕ   ΤΗ  ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΣΥΜΦΩΝΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΝΟΜΟ

Αρμόδια φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/2011 – Φ Ε.Κ. Α` 165/25.07.2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 72 § 13 του ίδιου νόμου), οι : Α)  υπό στοιχ. Α΄, από 27-10-2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……../29-10-2021) έφεση των εναγομένων, ως εν μέρει ηττηθέντων πρωτοδίκως διαδίκων,  Β) Η υπό στοιχ. Β΄ από 17-11-2021 (με αύξ.αριθμ.εκθ.καταθ………/18-11-2021) έφεση των εναγουσών, ως εν μέρει, επίσης, πρωτοδίκως ηττηθέντων διαδίκων, κατά της υπ’αριθμ. 2189/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών, αντιμωλία των διαδίκων, και δέχθηκε εν μέρει την από 23-7-2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……./30-7-2020) αγωγή των εναγουσών περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης. Έχουν δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα [άρθρα 495 § 4, 499, 500, 511, 513 παρ. 1 εδαφ.β΄, 516 § 1, 517, 518 § 2, όπως η τελευταία αυτή διάταξη αντικαταστάθηκε από το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015) και 520 § 1 του ΚΠολΔ], δηλαδή πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης (14-10-2021), δεδομένου ότι ουδείς εκ των διαδίκων επικαλείται ότι έχει λάβει χώρα επίδοσή της, ούτε από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο, ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου, μη απαιτούμενης της κατάθεσης παραβόλου, λόγω της φύσης της προκείμενης διαφοράς (άρθρο 495 παρ.3 εδ. τελευταίο, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015). Επομένως, πρέπει, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ.α΄ και 591 § 1του ΚΠολΔ, να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 § 1 του ΚΠολΔ).

Οι ενάγουσες εξέθεταν στην αγωγή τους, η οποία στρεφόταν και κατά της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………», που δεν είναι πλέον διάδικος, ότι  την 11η-1-2019 τραυματίστηκε θανάσιμα ο …………, κατά την εκτέλεση της εργασίας του, ως υπάλληλος γραφείου, συνδεόμενος με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας με την πρώτη εναγομένη, με αντικείμενο δραστηριότητας τις υπηρεσίες μεταφοράς και αποθήκευσης εμπορευματοκιβωτίων, σύζυγος της πρώτης και αδελφός της δεύτερης και ότι το ένδικο ατύχημα, οφείλεται στην υπαίτια παράλειψη τήρησης εκ μέρους του δευτέρου εναγομένου, νομίμου εκπροσώπου και τεχνικού ασφαλείας της πρώτης εναγομένης, να λάβει τα αναγκαία για την ασφάλεια των εργαζομένων μέτρα αλλά και τους άστοχους χειρισμούς του προστηθέντος από αυτήν τρίτου εναγομένου, υπαλλήλου της. Ακολούθως, ζητούσαν να υποχρεωθούν οι άνω εναγόμενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον στην πρώτη, το ποσό των 500.000 ευρώ και στη δεύτερη των 350.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από το θάνατο του άνω συγγενούς τους, να απαγγελθεί σε βάρος του δευτέρου και τρίτου των εναγομένων προσωπική κράτηση διάρκειας ενός (1) έτους, ως μέσον εκτελέσεως της εκδοθησομένης απόφασης, και να επιβληθούν σε βάρος τους τα δικαστικά τους έξοδα.

Επί της αγωγής εκδόθηκε η εκκαλουμένη, με την οποία απορρίφθηκε αυτή, ως προς την άνω ασφαλιστική εταιρεία, και, απορριπτομένου του ισχυρισμού των εναγομένων περί αοριστίας, έγινε κατά τα λοιπά δεκτή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον, στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 60.000 ευρώ και στη δεύτερη, το ποσό των 30.000 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, επιβλήθηκε δε σε αυτούς μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγουσών, που ορίστηκε στο ποσό των 2.700 ευρώ.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται οι ενάγουσες και οι εναγόμενοι, με τους αναφερόμενους στις υπό κρίση εφέσεις τους λόγους, που συνιστούν αιτιάσεις, αναγομένες, σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν, μετά την τυπική και κατ’ουσίαν παραδοχή τους, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, και την εν όλω αποδοχή (με τη Β΄έφεση) και απόρριψη (με την Α΄έφεση), αντίστοιχα, της αγωγής.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 914 του AK, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 297, 298 και 330 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση ή (και) χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης από αδικοπραξία είναι : α) ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή της παράλειψης, γ) υπαιτιότητα που περιλαμβάνει το δόλο και την αμέλεια, δ) ζημία ή αναλόγως ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη και ε) πρόσφορος αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς και αποτελέσματος, δηλαδή της ζημίας. Η παράνομη συμπεριφορά, ως όρος της αδικοπραξίας μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη, αλλά και σε παράλειψη, εφόσον στην τελευταία αυτή περίπτωση εκείνος που υπέπεσε στην παράλειψη ήταν υποχρεωμένος σε πράξη από το νόμο ή τη δικαιοπραξία, είτε από την καλή πίστη, κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη (ΑΠ 811/2021, ΑΠ 367/2020, ΑΠ 46/2020, δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Αμέλεια, ως μορφή υπαιτιότητας, υπάρχει όταν, εξαιτίας της παράλειψης του δράστη να καταβάλει την επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, δηλαδή αυτή που αν κατέβαλλε, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς προσώπου του κύκλου δραστηριότητάς του, θα ήταν δυνατή η αποτροπή του ζημιογόνου αποτελέσματος και έτσι αυτός (δράστης) είτε δεν προέβλεψε την επέλευση του εν λόγω αποτελέσματος, είτε προέβλεψε μεν το ενδεχόμενο επέλευσής του, ήλπιζε όμως ότι θα το αποφύγει (ΑΠ 811/2021 ό.π, ΑΠ 263/2021 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Όταν η ζημιογόνος συμπεριφορά συνίσταται σε υπαίτια παράλειψη, αμέλεια και εντεύθεν υποχρέωση αποζημιώσεως υφίσταται, μόνο όταν υπήρχε υποχρέωση του υπαίτιου προς ενέργεια της παραλειφθείσας πράξεως από τον νόμο ή δικαιοπραξία ή την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη και ιδία προηγούμενη συμπεριφορά του (υπαίτιου) από την οποία δημιουργήθηκε κατάσταση που επέβαλε τη λήψη μέτρων προς αποτροπή του απειλουμένου κινδύνου (ΑΠ 46/2020, ΑΠ 534/2017 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ). Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 811/2021, ΑΠ 367/2020 ό.π). Από τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με αυτή του άρθρου 216 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι για το ορισμένο της αγωγής από αδικοπραξία, αρκεί να εκτίθενται στο δικόγραφο αυτής τα πραγματικά περιστατικά που κατά τον νόμο θεμελιώνουν την παράνομη και υπαίτια ζημιογόνο συμπεριφορά του εναγομένου (ή των προστηθέντων από αυτό προσώπων, κατ’άρθρο 922 του ΑΚ), η πρόκληση ζημίας ή αναλόγως ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (σε περίπτωση θανάτου) και η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της ζημίας ή της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης που προκλήθηκαν (ΑΠ 29/2021 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 46/2020 ό.π). Αν με το δικόγραφο της αγωγής γίνεται επίκληση της αμέλειας του εναγομένου, που είναι αόριστη νομική έννοια, είναι επιτρεπτή η συγκεκριμενοποίηση αυτής με βάση τα ειδικότερα (διευκρινιστικά) περιστατικά που προκύπτουν από την αποδεικτική διαδικασία και θεμελιώνουν την αμέλεια τούτου, έστω και αν τα τελευταία δεν συμπίπτουν πλήρως με τα εκτιθέμενα στην αγωγή (ΑΠ 83/2021 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 46/2020, ό.π). Συνεπώς, έχοντας το ανωτέρω περιεχόμενο, η αγωγή περιείχε όλα τα στοιχεία που απαιτούνταν και αρκούσαν κατά νόμον για τη νομική της πληρότητα, αναφορικά με την (αντικειμενική) ευθύνη της πρώτης εναγομένης, ως προστήσασα τον τρίτο εναγόμενο, καθώς το επικαλούμενο πταίσμα αυτού συνίστατο, κατά τα εκτιθέμενα, στην μη επιτήρηση του χώρου που κινείτο, και του δευτέρου εναγομένου, ως εργοδότη του θανόντος στην παράλειψή του να προβεί στις ειδικότερα μνημονευόμενες ενέργειες και να λάβει τα αναφερόμενα και ενδεδειγμένα μέτρα ασφαλείας προς προστασία των εργαζομένων, που επιβάλλονται από διατάξεις νόμων, ενώ οι ακριβείς συνθήκες του ατυχήματος, δεν αποτελούν ίδια και αυτοτελή στοιχεία και ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 534/2017, ΑΠ 981/2015  δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Παράλληλα, αν και δεν αποδίδεται συγκεκριμένη αιτίαση από τους εκκαλούντες της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, εκτίθεται ο βαθμός συγγένειας των εναγουσών με τον θανόντα και η ύπαρξη εργασιακής σχέσης μεταξύ αυτού και της πρώτης εναγομένης, η βλάβη του σώματος ή της υγείας και ο συνεπεία αυτών θάνατος του εργαζόμενου και η επέλευση του ατυχήματος κατά την εκτέλεση της εργασίας (ΑΠ 534/2017 ό.π δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Συνεπώς, τα αυτά δεχόμενο το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθά τον νόμο εφάρμοσε και πρέπει ο περί του αντιθέτου τέταρτος λόγος της άνω υπό στοιχ. Α΄εφέσεως, να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 299, 914, 932 του ΑΚ, 1 και 16 του ν. 551/1915, που κωδικοποιήθηκε με το β.δ. της 24.7/25.8.1920, και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ, (άρθρο 38 εδ. α` του ΕισΝ ΑΚ), προκύπτει ότι για να δικαιούται ο παθών σε εργατικό ατύχημα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή, σε περίπτωση θανάτου του, οι συγγενείς του χρηματική ικανοποίηση, λόγω ψυχικής οδύνης, αρκεί να συντέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν, με την έννοια του άρθρου 914 του ΑΚ, δηλαδή της υπαίτιας ζημιογόνου πράξης ή παράλειψης (ΟλΑΠ 18/2008 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), επομένως, αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνο η ειδική αμέλεια ως προς την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 παρ. 1 του κ.ν. 551/1915. Η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ή ψυχικής οδύνης), για την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον ως άνω ν.551/1915, κρίνεται πάντοτε κατά τις γενικές διατάξεις (ΑΠ 518/2021, 160/2021, ΑΠ 408/2021, ΑΠ 218/2018 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν μπορεί να θεμελιωθεί και στο ότι δεν τηρήθηκαν απ’ αυτούς οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών, που επιβάλλουν τους όρους ασφαλείας για τη διαφύλαξη της υγείας, της σωματικής ακεραιότητας και της ζωής των εργαζομένων, σύμφωνα με το άρθρο 662 του ΑΚ (ΑΠ 518/2021, ΑΠ 408/2021, ΑΠ 218/2018, ό.π). Τέτοιες είναι και οι διατάξεις του ν.3850/2010 (ΦΕΚ Α΄/2-6-2010) «κύρωση κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων», ο οποίος περιέχει γενικές αρχές σχετικά με την πρόληψη των επαγγελματικών κινδύνων και την προστασία της υγείας και της ασφάλειας, την εξάλειψη των συντελεστών κινδύνου των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών, την ενημέρωση, τη διαβούλευση, την ισόρροπη συμμετοχή, την κατάρτιση των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους, καθώς και τους κανόνες για την εφαρμογή των γενικών αυτών αρχών. Σύμφωνα με αυτούς, σε επιχειρήσεις είναι υποχρεωτική η απασχόληση τεχνικού ασφαλείας (άρθρο 8), ως τέτοιος δε, μπορεί να οριστεί και ο ίδιος ο εργοδότης στις επιχειρήσεις της κατηγορίας Β΄ που δεν υπάγονται στις κατηγορίες Α και Γ΄, εφόσον απασχολεί λιγότερους από 50 υπαλλήλους, όπως εν προκειμένω η πρώτη εναγομένη (άρθρο 12 παρ.5), για το είδος της δραστηριότητας της οποίας, ο ορισθείς τεχνικός ασφαλείας θα πρέπει να διαθέτει εναλλακτικά, πτυχίο Τ.Ε.Ι με αντικείμενο, μεταξύ άλλων, και εκείνο του μηχανολόγου (άρθρο 13 αρ.20), με πενταετή τουλάχιστον προϋπηρεσία, υπολογιζόμενη από τον χρόνο απόκτησης του πτυχίου (άρθρο 11 παρ.1 και 2). Ο εργοδότης, ως τεχνικός ασφαλείας, θα πρέπει να ελέγχει την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των τεχνικών μέσων, πριν από τη λειτουργία τους, καθώς και των παραγωγικών διαδικασιών και μεθόδων εργασίας πριν από την εφαρμογή τους και επιβλέπει την εφαρμογή των μέτρων υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων και πρόληψης των ατυχημάτων, ενημερώνοντας σχετικά τους αρμόδιους προϊσταμένους των τμημάτων (άρθρο 14 παρ.2 β), έχοντας την υποχρέωση να μεριμνά ώστε οι εργαζόμενοι στην επιχείρηση να τηρούν τους κανόνες υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων, να τους ενημερώνει και καθοδηγεί για την αποτροπή του επαγγελματικού κινδύνου που συνεπάγεται η εργασία τους και να συμμετέχει στην κατάρτιση και εφαρμογή των προγραμμάτων εκπαίδευσης των εργαζομένων σε θέματα υγείας και ασφάλειας (άρθρο 15 παρ.2) . Παράλληλα, ο εργοδότης, ελεγχόμενος προς τούτο και ποινικά (άρθρο 72 ), έχει τη γενική υποχρέωση να εξασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας και να λαμβάνει μέτρα που να εξασφαλίζουν την υγεία και ασφάλεια των τρίτων (άρθρο 43) καθώς και την ειδική υποχρέωση να έχει στη διάθεση του μια γραπτή εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων για την ασφάλεια και την υγεία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν ομάδες εργαζομένων που εκτίθενται σε ιδιαίτερους κινδύνους, η οποία πραγματοποιείται από τον τεχνικό ασφαλείας- ή τον ίδιο, αν αυτός έχει οριστεί ως τέτοιος- (άρθρο 43 παρ.1 α). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 5 του πδ 16/1996 (ΦΕΚ Α΄10/1996) «προδιαγραφές ασφαλείας εργασιακών χώρων», στην περίπτωση που οι χώροι εργασίας υφίστανται μετά την 31η Δεκεμβρίου 1994, μεταβολές, επεκτάσεις ή/και μετατροπές, ο εργοδότης λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα ούτως ώστε οι παραπάνω μεταβολές, επεκτάσεις ή/και μετατροπές να είναι σύμφωνες με τις αντίστοιχες ελάχιστες προδιαγραφές που περιέχονται στο παράρτημα Ι του άρθρου 10   του παρόντος διατάγματος. Στον αριθμό δε 13 του εν λόγω Παραρτήματος προβλέπεται η δημιουργία διαδρόμων κυκλοφορίας για τους οποίους ορίζεται ειδικότερα ότι : « 1.Οι διάδρομοι κυκλοφορίας, στους οποίους περιλαμβάνονται και τα κλιμακοστάσια, οι μόνιμες σκάλες και οι αποβάθρες και οι εξέδρες φόρτωσης, πρέπει να σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, διαρρυθμίζονται και διατηρούνται έτσι ώστε οι πεζοί ή τα οχήματα να μπορούν να τις χρησιμοποιούν εύκολα με πλήρη ασφάλεια και σύμφωνα με τον προορισμό τους. 2. Από τη χρήση των διαδρόμων κυκλοφορίας δεν πρέπει να δημιουργείται κίνδυνος για τους εργαζόμενους που απασχολούνται κοντά σ`αυτούς. 3. Ο υπολογισμός των διαστάσεων των διαδρόμων κυκλοφορίας προσώπων ή και εμπορευμάτων πρέπει να γίνεται με βάση τον αναμενόμενο αριθμό  χρηστών και το είδος της επιχείρησης. Εφόσον χρησιμοποιούνται  μεταφορικά μέσα σ` αυτούς τους διαδρόμους κυκλοφορίας, πρέπει να προβλέπεται επαρκής χώρος ασφαλείας για τους πεζούς. 4. Οι οδοί κυκλοφορίας που προορίζονται για οχήματα πρέπει να βρίσκονται σε αρκετή απόσταση από θύρες, πύλες, διαβάσεις πεζών, διαδρόμους και κλιμακοστάσια.5. Εφόσον η χρήση και ο εξοπλισμός των χώρων το απαιτούν, για την εξασφάλιση της προστασίας των εργαζομένων, πρέπει να τοποθετείται, σε εμφανές σημείο, το σχεδιάγραμμα των διαδρόμων κυκλοφορίας». Επίσης, στο πδ 395/1994 «προδιαγραφές εξοπλισμού ασφάλεια εργαζομένων», καθορίζονται οι ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζόμενους κατά την εργασία τους, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 2. Οι διατάξεις του εφαρμόζονται επιπλέον των γενικών διατάξεων για την υγιεινή και την ασφάλεια της εργασίας που ισχύουν κάθε φορά και εφαρμόζονται σε όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, ανεξαρτήτως κλάδου οικονομικής δραστηριότητας στον οποίο κατατάσσονται, και προβλέπουν επίσης ποινικές κυρώσεις για τον υπόχρεο εργοδότη (άρθρο 11). Επομένως, η αιτίαση που προβάλλεται με τον δεύτερο λόγο της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, ότι στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζονται μόνον οι διατάξεις του πδ 395/1994 ως ειδικές έναντι του ν.3850/2010 και του πδ 16/1996, ελέγχεται ως ουσιαστικά αβάσιμη και πρέπει ο συγκεκριμένος λόγος να απορριφθεί. Περαιτέρω, κατά τους σκοπούς του ανωτέρω πδ/τος, στο άρθρο 2 αυτού ορίζεται ότι, ως εξοπλισμός εργασίας νοείται κάθε μηχανή, συσκευή, εργαλείο ή εγκατάσταση που χρησιμοποιείται κατά την εργασία (παρ.1), ως χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας, κάθε δραστηριότητα σχετική με τον εξοπλισμό εργασίας, όπως η θέση σε λειτουργία ή εκτός λειτουργίας, η χρήση, η μεταφορά, η επισκευή, η μετατροπή, ο προληπτικός έλεγχος και η συντήρηση, συμπεριλαμβανομένου και του καθαρισμού (παρ.2), ως επικίνδυνη ζώνη, κάθε ζώνη  εντός ή και πέριξ του εξοπλισμού εργασίας στην οποία εκτιθέμενος ο εργαζόμενος υπόκειται σε κίνδυνο, όσον αφορά την ασφάλεια ή την υγεία του (παρ.3), ως εκτιθέμενος, κάθε εργαζόμενος που βρίσκεται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει σε επικίνδυνη ζώνη (παρ.4) και ως χειριστής, ο εργαζόμενος που είναι επιφορτισμένος με τη χρήση εξοπλισμού εργασίας (παρ.5). Ο εργοδότης, όταν δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί πλήρως η ασφάλεια και η υγεία των εργαζομένων, κατά την επιλογή του εξοπλισμού εργασίας, λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να περιορίσει τους κινδύνους στο ελάχιστο (άρθρο 3 παρ.3). Επίσης, στα πλαίσια της ενημέρωσης των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο εργοδότης  πρέπει να εφιστά την προσοχή των εργαζομένων στους κινδύνους που τους αφορούν, σχετικά με τον εξοπλισμό εργασίας που υπάρχει στο άμεσο εργασιακό τους περιβάλλον (άρθρο 6 παρ.1 εδ.β΄περ.α, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 2 παρ.4 του πδ 89/1999). Περαιτέρω, στο πδ 105/1995 (ΦΕΚ Α΄67/1995) «προδιαγραφές σηματοδότησης ασφαλείας εργασιακών χώρων» ορίζεται στο άρθρο 3 ότι ο εργοδότης πρέπει να προβλέπει και να εξασφαλίζει την ύπαρξη σήμανσης ασφάλειας ή/και υγείας κατά την εργασία σύμφωνα με τις  διατάξεις του παρόντος, όταν οι υπαρκτοί ή πιθανοί κίνδυνοι δεν μπορούν να αποφευχθούν ή να μειωθούν επαρκώς με τα τεχνικά μέσα συλλογικής προστασίας ή με μέτρα, μεθόδους ή διαδικασίες οργάνωσης της εργασίας (παρ.1). Η σηματοδότηση ασφάλειας των χώρων εργασίας, σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά ή περιορίζει την λήψη των αναγκαίων εκάστοτε μέτρων προστασίας των εργαζομένων (παρ.2). Για τη επιλογή της κατάλληλης σήμανσης, ο εργοδότης οφείλει να λαμβάνει υπόψη την γραπτή εκτίμηση κινδύνου που γίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (παρ.3). Η σήμανση που εφαρμόζεται στην οδική, σιδηροδρομική, ποτάμια, θαλάσσια και εναέρια κυκλοφορία πρέπει να χρησιμοποιείται, αν χρειάζεται, και για την κυκλοφορία στο εσωτερικό των επιχειρήσεων ή/και των εγκαταστάσεων, τηρουμένων σε κάθε περίπτωση των διατάξεων του  παραρτήματος του άρθρου 9 (παρ.4). Ακόμη, στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V του άρθρου 9 με τον τίτλο «ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΗΜΑΝΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΣΗΜΑΝΣΗ ΤΩΝ ΟΔΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ» ορίζεται στην παρ.2.1 ότι «όταν, για την προστασία των εργαζομένων, απαιτείται η χρησιμοποίηση κι ο εξοπλισμός των χώρων, οι οδοί που προορίζονται ειδικά για την κυκλοφορία οχημάτων πρέπει να επισημαίνονται από τις δύο πλευρές τους με συνεχή λωρίδα ιδιαίτερα ορατού χρώματος, κατά προτίμηση άσπρου ή κίτρινου, λαμβανόμενου υπόψη του χρώματος του δαπέδου», στην παρ. 2.2 ότι «η τοποθέτηση των λωρίδων πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις απαραίτητες αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ οχημάτων που ενδεχομένως κυκλοφορούν και κάθε αντικειμένου που μπορεί να βρίσκεται είτε κοντά είτε ανάμεσα στους πεζούς και τα οχήματα» και στην παρ. 2.3 ότι « οι μόνιμες οδοί που βρίσκονται εκτός των οικοδομημένων ζωνών πρέπει επίσης να επισημαίνονται εφόσον χρειάζεται, εκτός εάν είναι εφοδιασμένες με κατάλληλα περιφράγματα ή πλακοστρώσεις».

Περαιτέρω, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 922 ΑΚ, για να υπάρχει σχέση προστήσεως θα πρέπει να υπάρχει εξάρτηση, έστω και χαλαρή, ανάμεσα στον προστήσαντα και στον προστηθέντα, ώστε ο πρώτος να μπορεί να δίνει στο δεύτερο εντολές ή οδηγίες και να τον ελέγχει ή επιβλέπει κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που του ανέθεσε (ΑΠ 182/2015, ΑΠ 876/2014, ΑΠ 934/2013, ΑΠ 1168/2007). Επιπλέον, από τις διατάξεις των άρθρων 300 εδ. α` και 932 ΑΚ, προκύπτει ότι, αν στη γένεση ή την έκταση της ζημίας συνετέλεσε και πταίσμα του παθόντος κατά το εργατικό ατύχημα, το δικαστήριο της ουσίας μπορεί να μην επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση ή να μειώσει το ποσό της. Προϋποθέσεις εφαρμογής της ως άνω διάταξης είναι (α) η ύπαρξη υποχρέωσης προς αποζημίωση, συνακόλουθα δε και καταβολής χρηματικής ικανοποίησης και (β) ο ζημιωθείς να συντέλεσε από δικό του πταίσμα στην ζημία του ή την έκτασή της, δηλαδή να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της υπαίτιας συμπεριφοράς του και της επέλευσης ή της έκτασης της ζημίας του. Τέτοιος αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει όταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, η συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψή του ήταν ικανή και μπορούσε να επιφέρει, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα, το οποίο διαφορετικά δεν θα επερχόταν. Η ένσταση του συντρέχοντος πταίσματος του παθόντος σε εργατικό ατύχημα παραδεκτά προτείνεται κατ` αυτού και όταν αυτό οφείλεται σε μη τήρηση ειδικών όρων και μέτρων ασφαλείας, αφού το άρθρο 16 παρ. 4 του ν. 551/1915, κατά το οποίο επί εργατικού ατυχήματος το συντρέχον πταίσμα του παθόντος αντιτάσσεται νομίμως μόνον αν αφορά παραβίαση διατάξεων ή κανονισμών που θέτουν όρους ασφαλείας στην εργασία, αναφέρεται στην επιδίκαση αποζημίωσης για περιουσιακή ζημία (ΑΠ 160/2021, ό.π, ΑΠ 1212/2019, ΑΠ 834/2019, ΑΠ 327/2017 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») και όχι χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης –και για την ταυτότητα του νομικού λόγου, λόγω ψυχικής οδύνης- και συνεπώς για τον καθορισμό του ποσού αυτής το συντρέχον πταίσμα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο, ανεξάρτητα από την συνδρομή των ως άνω προϋποθέσεων (ΑΠ 160/2021, ΑΠ 327/2017 ό.π). Στην περίπτωση αυτή, για να δικαιούται η οικογένεια του θανατωθέντος σε εργατικό ατύχημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης αρκεί να συνετέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη του θανατωθέντος απ` αυτόν ή του κυρίου του έργου ή των προστηθέντων απ` αυτούς (άρθρο 922 του ΑΚ), με την έννοια της διάταξης του άρθρου 914 του ΑΚ (ΑΠ 1059/2020, ΑΠ 1212/2019, ΑΠ 834/2019 ό.π).

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων ………., που εξετάστηκαν νομότυπα με επιμέλεια των διαδίκων, ενώπιον του ακροατηρίου του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού, που τηρήθηκαν με τη μέθοδο της φωνοληψίας, και από την εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, μεταξύ των οποίων οι προσκομιζόμενες από τους διαδίκους φωτογραφίες, που απεικονίζουν τους χώρους των εγκαταστάσεων της πρώτης εναγομένης-εκκαλούσας-εφεσίβλητης, το σημείο που έλαβε χώρα το ένδικο ατύχημα και το ανυψωτικό μηχάνημα που παρέσυρε τον εργαζόμενο …………..,  των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 § 1 περ. γ΄, 448 § 2, 457 § 4 του ΚΠολ), τα έγγραφα της ποινικής (προανακριτικής) δικογραφίας, και εκείνα που έχουν συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα, χωρίς να συνοδεύονται από επίσημη μετάφρασή τους στα ελληνικά, ως μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, που επιτρεπτώς λαμβάνονται υπόψη στην προκείμενη διαδικασία, κατ’άρθρο 671 παρ.1 εδ.α΄του ΚΠολΔ [ΑΠ 1627/2010, ΕλλΔνη 2011, 432, ΕφΠειρ (Μον) (Ναυτ) 809/2014 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»], καθώς και από τις υπ’αριθμ. ……… και ……../20-4-2021 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ……… και …………, αντίστοιχα, ενώπιον της συμβολαιογράφου Περιστερίου, ………… και της συμβολαιογράφου Νίκαιας …. ….., αντίστοιχα, που ελήφθησαν, με επιμέλεια των δύο πρώτων εναγομένων, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγουσών, η μεν πρώτη, προ δύο τουλάχιστον ημερών, κατ’άρθρο 422 § 1 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο δεύτερο του άρθρου πρώτου του ν.4335/2015-(υπ’αριθμ. ….. Γ και …… Γ΄/15-4-2021 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά, ………..), ενώ η δεύτερη, μετά από σχετική δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου τους που καταχωρήθηκε στα πρακτικά, και επιτρεπτώς ελήφθη μετά τη συζήτηση στο ακροατήριο, διότι ως εκ του περιεχομένου της, κατατείνει στην απόκρουση ισχυρισμού που προτάθηκε κατ’αυτήν, καθώς και τις υπ’αριθμ. …/5-4-2022 και  …../6-4-2022 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ……… και ……….. ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά, . …………., που ελήφθησαν με επιμέλεια των εναγομένων, μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης και επιτρεπτώς λαμβάνονται υπόψη (ΑΠ 284/2018, ΑΠ 186/2017 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») και τις από 12-3-2020 και 30-3-2020 τεχνικές εκθέσεις (αρχική και συμπληρωματική) των επιθεωρητών του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Περιφερειακή Διεύθυνση Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Πειραιώς-Δυτ.Αττικής-Αιγαίου), λαμβάνοντας υπόψη και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § § 3 και 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η πρώτη εναγομένη, και ήδη εκκαλούσα-εφεσίβλητη, είναι ιδιότυπη μεταφορική κεφαλαιουχική εταιρεία, με έδρα τον Δήμο Περάματος, με σκοπό και αντικείμενο δραστηριότητας, μεταξύ άλλων, την εκτέλεση υπηρεσιών αποστολής και προώθησης εμπορευμάτων, εθνικώς και διεθνώς, την παροχή σχεδιασμού μεταφορών (logistics), την ανά τον κόσμο διεκπεραίωση μεταφορών, οδικώς, αεροπορικώς, σιδηροδρομικώς και δια θαλάσσης, με μεταφορικά μέσα που ανήκουν στην ίδια ή τρίτους, στην παραλαβή, συγκέντρωση, συσκευασία, ταξινόμηση και αποθήκευση των μεταφερόμενων εμπορευμάτων, την παροχή υπηρεσιών χώρων στάθμευσης, μεταφοράς και πώλησης εμπορευματοκιβωτίων και τη διεξαγωγή κάθε συναφούς εργασίας και δραστηριότητας. Προς επίτευξη του σκοπού της χρησιμοποιεί μισθωμένο χώρο, επί της ……….. στο Πέραμα, επιφάνειας 8.129 τμ, που αποτελείται από προαύλιο  χώρο, όπου διακινούνται και αποθηκεύονται εμπορευματοκιβώτια, και διώροφο κτίσμα γραφείων και βοηθητικών χώρων. Εταίρος και νόμιμος εκπρόσωπός της τυγχάνει ο δεύτερος εναγόμενος και ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος, …………., ο οποίος έχει την ειδικότητα του μηχανικού παραγωγής και διοίκησης (ΤΕΕ Κρήτης) και κατέχει άδεια εκτέλεσης και συντήρησης ηλεκτρικών εγκαταστάσεων όλων των ειδικοτήτων και κατηγοριών, ενώ παράλληλα είχε οριστεί και ως τεχνικός ασφαλείας της. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι το έτος 2013 διενεργήθηκε στις εγκαταστάσεις της πρώτης εναγομένης αυτοψία από τεχνικούς υπαλλήλους (πολιτικό μηχανικό και μηχανολόγο-μηχανικό) της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Πειραιά, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι στο όριο της έκτασης παρά τη λεωφόρο ………. και σε μήκος 200 περίπου μέτρων, είχε τοποθετηθεί πρόχειρη μεταλλική κατασκευή από λαμαρίνες, που συγκρατούσε το μπάζωμα στον προαύλιο χώρο, ο οποίος ήταν τεχνητά διαμορφωμένος με φερτά υλικά (μπάζα) επικαλυμμένα με άγνωστο πάχος σκυροδέματος ή ασφαλτόστρωσης, πλην όμως, παρατηρήθηκε διαρροή φερτών υλικών κάτω από την κατασκευή αυτή και υποδείχθηκε επισκευή της και επιμήκυνσή της με κατάλληλα υλικά. Σε επόμενο χρόνο (27-10-2014) διαπιστώθηκε συμμόρφωση της εταιρείας με την εκτέλεση των απαραίτητων εργασιών, σύμφωνα και με τεχνική έκθεση του πολιτικού μηχανικού ……….., ως συνημμένη σε αίτηση που υπέβαλε η εταιρεία προς την άνω Υπηρεσία. Στην τεχνική αυτή έκθεση, με ημερομηνία Ιούλιος 2014, που έγινε στο πλαίσιο νομιμοποίησης των εργασιών διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου και του κτιρίου των γραφείων της πρώτης εναγομένης, γίνεται μνεία της ύπαρξης διαγραμμισμένου διαδρόμου κυκλοφορίας πεζών, παράλληλα με τη μεταλλική περιτοίχιση, η οποία εμφαίνεται και στο από Αυγούστου 2015 τοπογραφικό διάγραμμα του ανωτέρω πολιτικού μηχανικού. Στο σχεδιάγραμμα αυτό αποτυπώνεται το επαγγελματικό γεωτεμάχιο που χρησιμοποιούσε η πρώτη εναγομένη, μετά του τριώροφου κτιρίου γραφείων, των βοηθητικών χώρων και διαμορφώσεων περιβάλλοντος χώρου. Ειδικότερα, αποτυπώνεται το κτίριο των γραφείων, ο διάδρομος κυκλοφορίας των πεζών, πλάτους 1,8 μέτρων από το ύψος περίπου της εισόδου έως και το κτίσμα στη δεξιά πλευρά, το οποίο αποτελεί το όριο κίνησης πεζών. Το όριο αυτό τοποθετείται στην αρχή του κτιρίου των γραφείων και εκτείνεται κάθετα μέχρι το αριστερό όριο του γεωτεμαχίου, που βρίσκεται σε επαφή με τη λεωφόρο …… Παραπλεύρως, επίσης, της άνω λεωφόρου, και παράλληλα προς τον προαύλιο χώρο κίνησης φορτηγών, αποτυπώνεται διαγραμμισμένος με κίτρινο χρώμα ο προαναφερθείς διάδρομος κίνησης των πεζών, πλάτους 1,8 μέτρων, που εφάπτεται της λαμαρινοκατασκευής και εκτείνεται μέχρι το τέλος του προαύλιου χώρου κίνησης φορτηγών, όπου βρίσκεται λαμαρινοκατασκευή (υπόστεγο), που χρησιμοποιείται ως χώρος στάθμευσης των μηχανημάτων της πρώτης εναγομένης. Επίσης, από τις προσκομιζόμενες από τους εναγόμενους φωτογραφίες του χώρου των εγκαταστάσεων, παρ’ότι αυτές ελήφθησαν μετά το ατύχημα, αλλά απεικονίζουν και την προϋπάρχουσα αυτού κατάσταση, ο διάδρομος κυκλοφορίας των πεζών από την είσοδο που καταλήγει στον χώρο των γραφείων είναι επίσης διαγραμμισμένος με κίτρινο χρώμα, ενώ κάθετα προς την είσοδο του χώρου των γραφείων, υπάρχει επί του δαπέδου ευμεγέθης ένδειξη «STOP» με κίτρινο επίσης χρώμα, στη νοερή προέκταση της οποίας προς τα αριστερά βρίσκεται η αφετηρία του διαδρόμου κυκλοφορίας των πεζών, παραπλεύρως του μεταλλικού φράκτη. Στο σημείο αυτό σταματούν τα εισερχόμενα οχήματα, προκειμένου να γίνει η απαραίτητη πιστοποίηση, για την οποία θα γίνει λόγος στη συνέχεια, ενώ έμπροσθεν αυτού εκτείνεται ο υπόλοιπος προαύλιος χώρος, που οριοθετείται από τα εμπορευματοκιβώτια που τοποθετούνται παραπλεύρως αυτού, στιβαζόμενα στη σειρά και σε ορισμένα σημεία σε περισσότερες σειρές, με παράλληλη διάταξη, με αποτέλεσμα η εξωτερική πλαϊνή πλευρά των εμπορευματοκιβωτίων προς τον ελεύθερο χώρο του προαυλίου να μην είναι καθ’όλο το μήκος του ευθύγραμμη αλλά να σχηματίζονται από τη διάταξή τους εσοχές. Μάλιστα, σε σχετική φωτογραφία που επισυνάπτεται στην τεχνική έκθεση των επιθεωρητών-ο χρόνος λήψης της οποίας δεν προκύπτει- οι σειρές των εμπορευματοκιβωτίων από την πλευρά της λεωφόρου …… είναι έξι συνολικά σε συγκεκριμένο σημείο, με αποτέλεσμα αφενός μεν να καταλαμβάνεται μεγάλο μέρος, κατά πλάτος, του προαύλιου χώρου στο ίδιο σημείο και αφετέρου να δημιουργείται μεγάλη εσοχή μετά από αυτές, αφού αμέσως μετά υπάρχει μία μόνον σειρά από τέτοια εμπορευματοκιβώτια. Η ύπαρξη του διαγραμμισμένου διαδρόμου κυκλοφορίας των πεζών, παράλληλα προς τη λεωφόρο, που χρησιμοποιείτο από τους χειριστές των ανυψωτικών μηχανημάτων για να φτάσουν έως τον χώρο στάθμευσής τους, η κίτρινη ένδειξη «STOP» όπως και ο διαγραμμισμένος διάδρομος κυκλοφορίας των πεζών στην είσοδο του γεωτεμαχίου, ο οποίος μάλιστα είναι εμφανής και σε φωτογραφία (υπ’αριθμ. 1) που ενσωματώνεται στην τεχνική έκθεση των επιθεωρητών, επιβεβαιώνεται από μαρτυρικές καταθέσεις υπαλλήλων της πρώτης εναγομένης προ του χρόνου του ατυχήματος (σχετ. οι υπ’αριθμ. ……… και ………./20-4-2021 ένορκες βεβαιώσεις, ……. και ……., ένορκες καταθέσεις ….. και ……..). Στην προαναφερθείσα φωτογραφία εμφαίνεται η μεταλλική περίφραξη στην είσοδο της επιχείρησης όπου έχουν τοποθετηθεί δύο μεταλλικές πινακίδες, η πρώτη με την ένδειξη «απαγορεύεται η είσοδος στους μη έχοντες εργασία» και η δεύτερη «οδηγείται αργά και προσεκτικά μέγιστο επιτρεπόμενο όριο 20 χλμ», ενώ λόγω της λήψης της, από απόσταση από την είσοδο της επιχείρησης, δεν εμφαίνεται η ένδειξη «STOP». Επομένως, η παραδοχή της εκκαλουμένης περί παντελούς έλλειψης οριοθετημένων ζωνών ασφαλείας, είναι εσφαλμένη, όπως βασίμως ισχυρίζονται οι εκκαλούντες της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, με τον πρώτο αλλά και τον δεύτερο λόγο της έφεσής τους, χωρίς ωστόσο το στοιχείο αυτό να οδηγεί άνευ ετέρου και στην άρση της οποιαδήποτε ευθύνης τους ως προς την επέλευση του αποτελέσματος. Με βάση όσα προαναφέρθηκαν και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι, εκτός από τη μία φωτογραφία που επισυνάπτεται στην τεχνική έκθεση των επιθεωρητών και απεικονίζει την είσοδο της επιχείρησης από τη λεωφόρο ….., οι λοιπές τρεις απεικονίζουν μόνον τον προαύλιο χώρο εναπόθεσης εμπορευματοκιβωτίων, συνάγεται ευχερώς το συμπέρασμα ότι η παρατήρηση των επιθεωρητών περί μη καθορισμού διαδρόμων κυκλοφορίας οχημάτων και πεζών, μη δημιουργίας σχετικής διαγράμμισης όλων των παραπάνω και περί μη τοποθέτησης σχετικής σήμανσης, αφορά τον συγκεκριμένο χώρο και μόνον, αφού μάλιστα, όπως ήδη εκτέθηκε, ο διαγραμμισμένος διάδρομος κυκλοφορίας πεζών που αρχίζει από την είσοδο και φτάνει έως το κτίριο των γραφείων διαπιστώθηκε και από τους ίδιους.  Επίσης, αποδείχθηκε, ότι ο δεύτερος εναγόμενος είχε συντάξει, υπό την ιδιότητά του ως τεχνικός ασφαλείας, μελέτη επαγγελματικού κινδύνου, που επισυνάπτεται στην τεχνική  έκθεση των επιθεωρητών. Σε αυτήν μνημονεύονται οι υποχρεώσεις του να επιθεωρεί τακτικά τις θέσεις εργασίας από πλευράς υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, να αναφέρει οποιαδήποτε παράλειψη, να προτείνει μέτρα αντιμετώπισης και να επιβλέπει την εφαρμογή τους, να μεριμνά ώστε οι εργαζόμενοι να τηρούν τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και να τους ενημερώνει και καθοδηγεί για την αποτροπή του επαγγελματικού κινδύνου, συμμετέχοντας στην κατάρτιση και εφαρμογή των προγραμμάτων εκπαίδευσης των εργαζομένων στα θέματα αυτά, του ιδίου υποχρεούμενου να προσδιορίζει τις πηγές επαγγελματικού κινδύνου, μέσω της αναγνώρισης και καταγραφής τους. Στους επαγγελματικούς αυτούς κινδύνους, ωστόσο, δεν έχει περιληφθεί και εκείνος από την κυκλοφορία πεζών εργαζομένων-χειριστών μηχανημάτων και μη-εντός του προαύλιου χώρου κίνησης φορτηγών, ενώ η τυχόν εκπαίδευση των εργαζομένων στο ειδικό θέμα της ασφαλούς συμπεριφοράς δεν αποδείχθηκε ότι αφορούσε και το συγκεκριμένο ζήτημα. Πλέον αυτών, αποδείχθηκε ότι η εταιρεία, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, που συνήψε στις 12-2-2018, με τον ήδη θανόντα, ……………., απόφοιτο ενιαίου λυκείου, σύζυγο της πρώτης και αδελφό της δεύτερης ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητες-εκκαλούσες, τον προσέλαβε ως υπάλληλο γραφείου πλήρους απασχόλησης στην έδρα της, με πενθήμερη εργασία επί οκτάωρο (08.00-16.00), αντί του μηνιαίου μισθού των 739 ευρώ. Τα καθήκοντα που του ανατέθηκαν ήταν η καταμέτρηση και καταγραφή των εμπορευματοκιβωτίων που εισέρχονταν και εξέρχονταν από τις εγκαταστάσεις της, μέσω μηχανογραφικού συστήματος, δηλαδή κυρίως με σχετική καταχώρισή τους σε ηλεκτρονικό ή ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Σε αυτούς είναι εγκατεστημένο λογισμικό της εταιρείας «…………..», που επιτρέπει την αναλυτική παρακολούθηση της διακίνησης των εμπορευματοκιβωτίων, την έκδοση παραστατικών διακίνησης (δελτίων εισαγωγής/δελτίων αποστολής), την τήρηση λίστας και εύρεσης εμπορευματοκιβωτίων με πολλαπλά κριτήρια αναζήτησης, την αναλυτική παρακολούθηση εργασιών εμπορευματοκιβωτίων κ.α. Η συνήθης διαδικασία μέχρι τότε ήταν, όταν μεν επρόκειτο να παραληφθεί ένα κενό εμπορευματοκιβώτιο (container) ο εκάστοτε οδηγός με το φορτηγό να εισέρχεται στον χώρο των εγκαταστάσεων, και πριν προχωρήσει στον προαύλιο χώρο αποθήκευσης/παραλαβής, να επιδεικνύει στον υπάλληλο της εταιρείας, από το ειδικό παράθυρο επικοινωνίας που υπάρχει στο ισόγειο του κτίσματος, τη διατακτική, με τον αναγραφόμενο σε αυτήν κωδικό. Αφού ελεγχόταν η ορθότητά της, γινόταν σχετική καταχώριση, πέραν της ημερομηνίας, της εταιρείας που αφορούσε, των στοιχείων κυκλοφορίας του φορτηγού και της ενέργειας που ελάμβανε χώρα (αποθήκευση). Αντίστοιχα, όταν επρόκειτο για εξαγωγές κενών  εμπορευματοκιβωτίων, η εταιρεία ειδοποιείτο με  e mail από τη ναυτιλιακή εταιρεία που τα ζητούσε, στο οποίο αναγραφόταν ο κωδικός (booking number), ο αριθμός και ο τύπος των εμπορευματοκιβωτίων προς παράδοση. Στη συνέχεια οι οδηγοί κινούνταν στον προαύλιο χώρο, όπου γινόταν η παράδοση ή η φόρτωση των εμπορευματοκιβωτίων, με τη βοήθεια των χειριστών των ανυψωτικών μηχανημάτων  που διαθέτει η εταιρεία, και στη συνέχεια επέστρεφαν στο γραφείο, απ’όπου σε περίπτωση παραλαβής εμπορευματοκιβωτίου παρελάμβαναν το αντίστοιχο δελτίο αποστολής, με υπογραφή και σφραγίδα. Για την εισαγωγή και εξαγωγή εμπορευματοκιβωτίων υπήρχε αντίστοιχη καρτέλα κίνησης στο πληροφοριακό σύστημα της εταιρείας (gate in, gate out), και γι’αυτές πραγματοποιείτο ανά μία ώρα ενημέρωση της εκάστοτε ναυτιλιακής εταιρείας, μέσω  e mail. Έτσι, για τη διεκπεραίωση της εργασίας του, ο θανών δεν ήταν αναγκαίο να μεταβαίνει στην πίστα διακίνησης των εμπορευματοκιβωτίων, αφενός διότι ήταν απαραίτητη η παρουσία του στον χώρο του γραφείου, ώστε να προβαίνει στις καταχωρίσεις που προαναφέρθηκαν και να δέχεται και αποστέλλει τα σχετικά  e mail προς τις ναυτιλιακές εταιρείες, αφετέρου δε διότι, μέσω του συστήματος αυτού, είχε εικόνα των εξερχόμενων και εισερχόμενων και, επομένως, των διαθέσιμων κοντεϊνερ, ανά τύπο, κάθε στιγμή. Για να διαπιστωθεί, όμως, ότι ο αριθμός των εμπορευματοκιβωτίων που υπήρχαν στον προαύλιο χώρο της εναγομένης εταιρείας, συμφωνεί με εκείνον που προέκυπτε από το μηχανογραφικό της σύστημα, κάθε Παρασκευή, γινόταν απογραφή τους, με φυσική παρουσία του αρμοδίου υπαλλήλου και εν προκειμένω του θανόντος, σε ώρες που δεν λειτουργούσαν τα μηχανήματα, ενώ, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενοι, γινόταν σχετική επισημείωση και στον πίνακα ανακοινώσεων των γραφείων. Περί αυτού κατέθεσαν προανακριτικά, ο δεύτερος και τρίτος εναγόμενος, χωρίς να διευκρινίζουν, ωστόσο, τον χρόνο ανάρτησης της σχετικής ανακοίνωσης και  το περιεχόμενό της, ειδικώς μάλιστα, για την ημέρα του ατυχήματος, που συνέπιπτε με Παρασκευή. Οι ίδιοι επιβεβαιώνουν ακόμη ότι θα έπρεπε να προηγηθεί σχετική ρητή εντολή του δεύτερου εναγομένου, γεγονός, όμως που δεν ανταποκρίνεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, στην πραγματικότητα, καθώς κάτι τέτοιο δεν είχε νόημα, εφόσον η ημέρα του ελέγχου ήταν προκαθορισμένη, και η ώρα επίσης προσδιοριζόταν εκ των προτέρων. Άλλωστε, και ο ίδιος δεν ήταν πάντοτε παρών στις εγκαταστάσεις της εταιρείας, ούτε επιβεβαιώθηκε είτε από τον ίδιο είτε από τρίτον ότι το ημερήσιο πρόγραμμα φορτοεκφορτώσεων ήταν προκαθορισμένο, ώστε να έχει εικόνα της κίνησης οχημάτων και ανυψωτικών μηχανημάτων για να αναρτήσει σχετική ανακοίνωση και να δώσει ρητή εντολή είτε με φυσική παρουσία είτε τηλεφωνικά. Eπιπλέον, η κίνηση των ανυψωτικών μηχανημάτων, όπως εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται, δεν συνδυαζόταν απόλυτα με τις φορτοεκφορτώσεις εμπορευματοκιβωτίων, καθώς την ημέρα και ώρα του ατυχήματος δεν αποδείχθηκε ούτε οι διάδικοι επικαλούνται ότι, πραγματοποιείτο φόρτωση ή παράδοση εμπορευματοκιβωτίου. Έτσι, με αυτές τις παραδοχές ούτε και ο προσδιορισμός της ώρας φαίνεται λογικός, αφού έπρεπε να εξασφαλίζεται ότι τα μηχανήματα δεν θα ήταν σε λειτουργία, γεγονός που δεν θα μπορούσε να γνωρίζει ο δεύτερος εναγόμενος εκ των προτέρων, συντάσσοντας την ανακοίνωση. Επομένως, η μόνη λογική εκδοχή είναι οι ώρες αυτές, αν πράγματι προσδιορίζονταν, να συνέπιπταν με τη λήξη του ωραρίου των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων και των χειριστών, κατά την οποία δεν αναμένετο κίνηση οχημάτων και μηχανημάτων, οπότε η κυκλοφορία πεζού θα ήταν ασφαλής. Υπό τα δεδομένα αυτά ανατρέπεται πλήρως ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα η μαρτυρία του ………, εργαζόμενου της πρώτης εναγομένης, τον οποίο αντικατέστησε ο θανών στη συγκεκριμένη θέση εργασίας, αλλά και βασικός ισχυρισμός των εναγομένων. Είναι μάλιστα χαρακτηριστική, στον διάλογο που φέρεται ότι ο ανωτέρω είχε με τον θανόντα, πριν αυτός εξέλθει για να μεταβεί στον προαύλιο χώρο την ημέρα του ατυχήματος, η προσπάθειά του να τον αποτρέψει, όχι επειδή η ενέργειά του ήταν παράτυπη και αντίθετη προς τις οδηγίες τις εργοδοσίας αλλά επειδή έβρεχε και ο ίδιος ήταν αδιάθετος. Άλλωστε, σε ανακοίνωση του δεύτερου εναγομένου, που βρίσκεται στον χώρο εργασίας, της οποίας ο χρόνος σύνταξης και ανάρτησης δεν αποδεικνύεται, ακόμη και αν αυτή προϋπήρχε του ατυχήματος αναγράφεται απλώς «Προσοχή ! σημαντική ανακοίνωση  Παρακαλούνται οι εργαζόμενοι της «……….» αλλά και οι επισκέπτες να μην κινούνται στον ευρύτερο χώρο της μάντρας κατά την εκτέλεση των εργασιών των ανυψωτικών μηχανημάτων» και δεν διευκρινίζεται αν αυτή είναι η ανάρτηση για την οποία έκαναν λόγο οι εναγόμενοι. Έτσι, σε απόλυτη συμμόρφωση προς τις συστάσεις της πρώτης εναγομένης, είτε απλώς προφορικές είτε και γραπτές, αλλά και προς τη συνήθη διαδικασία που ακολουθείτο για τον έλεγχο δια φυσικής παρουσίας, στις 11-1-2019, ημέρα Παρασκευή, και περί ώρα 16.15, δηλαδή σε χρόνο πλησιόχρονο προς τη λήξη της εργασίας του (16.00) ο …………, ο οποίος είχε ήδη συμπληρώσει απασχόληση 11 μηνών, και, επομένως, είχε εμπειρία της ακολουθούμενης διαδικασίας φορτοεκφόρτωσης εμπορευματοκιβωτίων, εξήλθε από τα γραφεία όπου εργαζόταν και μετέβη πεζός στον προαύλιο χώρο, όπου με φυσική παρουσία επιχείρησε να ελέγξει τον αριθμό και τύπο των εμπορευματοκιβωτίων που βρίσκονταν εκεί. Συνεπώς, τα αυτά δεχόμενο και το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει ο δεύτερος λόγος της υπό στοιχ.Α΄έφεσης, κατά το οικείο σκέλος τους, με τους οποίους οι εκκαλούντες διατείνονται ότι η εργασία του θανόντος εκτελούνταν μηχανογραφικά και δεν υφίστατο ανάγκη να μεταβαίνει ο ίδιος στον προαύλιο χώρο καθώς και ότι αυτός κατά την ημέρα του ατυχήματος μετέβη εκεί, άνευ της απαιτούμενης ρητής εντολής της πρώτης εναγομένης, να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Κατά τον ίδιο χρόνο, ο τρίτος εναγόμενος, …………, ο οποίος είναι κάτοχος σχετικής αδείας χειριστή, εισήλθε στο υπ’αριθμ. πλαισίου ……… ανυψωτικό μηχάνημα, το οποίο ήταν κενό φορτίου, και το έθεσε σε λειτουργία. Χωρίς να ενεργήσει οπισθοπορεία, κινήθηκε εντός του προαύλιου χώρου, αρχικά ευθύγραμμα με μέτωπο προς την έξοδο (σχετ. 2Α φωτογραφία επισυναπτόμενη στην άνω από 20-3-2020 τεχνική έκθεση των επιθεωρητών ασφαλείας, που διενήργησαν έρευνα για την ανεύρεση των πιθανών αιτίων που προκάλεσαν το ατύχημα) ενώ στη συνέχεια πραγματοποίησε ελιγμό προς τα δεξιά. Η θέση του μηχανήματος σε λειτουργία και η μετακίνησή του εντός του προαύλιου χώρου έγινε για άγνωστο λόγο, καθώς δεν αποδεικνύεται ότι ήταν εκείνη την ώρα σε εξέλιξη φορτοεκφόρτωση και ο τρίτος εναγόμενος δεν δικαιολογεί την ενέργειά του αυτή. Επισημαίνεται ότι στο συγκεκριμένο τύπο ανυψωτικού μηχανήματος η καμπίνα με τη θέση του οδηγού και το χειριστήριο είναι υπερυψωμένη-ο χειριστής ανεβαίνει 6-7 σκαλιά για να φτάσει εκεί-και βρίσκεται στο μέσον του και οι οπίσθιες ρόδες είναι μεγάλες, φθάνοντας το ύψος ενός ενήλικα, και προστατεύονται από προφυλακτήρα. Λόγω του όγκου τους, συμπεριλαμβανομένων και των προφυλακτήρων τους αλλά και της βάσης του ανυψωτικού εξαρτήματός του, που βρίσκεται πίσω ακριβώς από την καμπίνα του χειριστή, δεν είναι πλήρης η ορατότητα στο οπίσθιο τμήμα του («νεκρές» γωνίες), παρότι το μηχάνημα διαθέτει εξωτερικούς πλαϊνούς καθρέπτες. Οι εμπρόσθιες ρόδες είναι μικρότερες και διαθέτουν και αυτές προφυλακτήρες, παρέχοντας ορατότητα στο εμπρόσθιο τμήμα του αλλά όχι πλήρως (υπ’αριθμ. σχετ. 14 φωτογραφία των εναγομένων). Κατά τη διαδικασία του ελιγμού, οι οπίσθιες ρόδες, οι οποίες μετακινούνται προς τα δεξιά και αριστερά, ώστε να πραγματοποιήσει το μηχάνημα τον αντίστοιχο ελιγμό, μετακινήθηκαν προς τα δεξιά και ο θανών παρασύρθηκε από τον οπίσθιο αριστερό τροχό, ο οποίος διαπέρασε το κάτω μέρος του σώματός του. Ο χειριστής ειδοποιήθηκε από οδηγό φορτηγού, που εκείνη την ώρα βρισκόταν στο ύψος των γραφείων, με το ηχητικό σύστημα προειδοποίησης του οχήματός του, οπότε αυτός ακινητοποιήθηκε, ενώ στο σημείο έσπευσαν ο …….. και ο χειριστής ανυψωτικού, επίσης, μηχανήματος, ………., ο οποίος βρισκόταν στον χώρο των γραφείων. Ειδοποιήθηκε τηλεφωνικά  ο δεύτερος εναγόμενος και κλήθηκε σταθμός του ΕΚΑΒ για να παραλάβει τον τραυματία, ο οποίος μεταφέρθηκε στη Γ΄Χειρουργική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ σε βαριά κωματώδη κατάσταση. Διαπιστώθηκε τραυματικός ακρωτηριασμός του δεξιού κάτω άκρου του με πλήρη σύνθλιψη οστών και μυϊκού συστήματος και με απογαντισμό από τη λεκάνη και κάτω, συνεπεία δε των τραυμάτων αυτών κατέληξε λίγο αργότερα, την ίδια ημέρα. Επομένως, ο θάνατός αυτού ως υπαλλήλου, αποτελεί εργατικό ατύχημα, που προήλθε από βίαιη και αιφνίδια επενέργεια εξωτερικού αιτίου, άσχετου μεν προς τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος και τη βαθμιαία φθορά του από τις συνθήκες της εργασίας, αλλά συνδεόμενου οπωσδήποτε μ’ αυτή λόγω της εμφάνισής του κατά την εκτέλεση αντεθειμένης σε αυτόν εργασίας [ΑΠ 1072/2018, ΑΠ 959/2018,  ΕφΠειρ 281/2014 ΕφΑθ (Μον) 423/2020 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»]. Η ακριβής θέση του θανόντος, λίγο πριν την παράσυρσή του δεν διαπιστώθηκε, αφού δεν υπήρχαν άλλα άτομα εντός του προαύλιου χώρου εκείνη την ώρα. Από το σημείο της παράσυρσής του συνάγεται ότι βρισκόταν στα αριστερά του ανυψωτικού μηχανήματος αλλά δεν προέκυψε η προηγούμενη πορεία του. Εκτιμάται, ωστόσο, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, ότι εάν ο θανών βρισκόταν στο σημείο της παράσυρσής του για ικανό χρόνο, και ο ίδιος θα είχε αντιληφθεί τη θέση σε λειτουργία και την κίνηση του ανυψωτικού μηχανήματος, λόγω  του παραχθέντος από αυτήν θορύβου, ελλείψει μάλιστα άλλων λειτουργούντων μηχανημάτων ή οχημάτων στον ίδιο χώρο, αλλά και ο τρίτος εναγόμενος θα τον είχε αντιληφθεί πριν φθάσει στο ύψος του. Η παραδοχή αυτή οδηγεί στο περαιτέρω συμπέρασμα ότι ο θανών, λίγο πριν το ατύχημα δεν βρισκόταν στο οπτικό πεδίο του τρίτου εναγομένου αλλά ανάμεσα σε εμπορευματοκιβώτια, η απόσταση των οποίων είναι μεν μικρή αλλά τέτοια ώστε να μπορέσει να διέλθει ανάμεσά τους ένας πεζός, ή σε δημιουργούμενη από τη διάταξή τους εσοχή, κατά τα προεκτεθέντα, με αποτέλεσμα ο ίδιος να μην έχει ακούσει και να μην έχει αντιληφθεί την παρουσία του ανυψωτικού μηχανήματος, και εξήλθε στο ελεύθερο τμήμα του προαύλιου αυτού χώρου ακριβώς τη στιγμή που διερχόταν από το σημείο ο τρίτος εναγόμενος. Η ακριβής τροχιά κίνησης του τελευταίου δεν προκύπτει από τα υπάρχοντα αποδεικτικά στοιχεία, δεν αποκλείεται όμως προκειμένου να πραγματοποιήσει ελιγμό προς τα δεξιά, να μετακινήθηκε αμέσως πριν ελαφρώς προς τα αριστερά, ώστε να πραγματοποιήσει ευχερέστερα τον ελιγμό, όπως συνήθως συμβαίνει ακόμη και με τα οχήματα που κινούνται σε οδό, πλησιάζοντας έτσι πιο κοντά στις σειρές των εμπορευματοκιβωτίων που υπήρχαν στα αριστερά του. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι γενικά δεν επιτρεπόταν η είσοδος πεζών στον προαύλιο χώρο, καθώς δεν αποτελούσε θέση εργασίας παρά μόνον για τους χειριστές των ανυψωτικών μηχανημάτων και των οδηγών των φορτηγών που μετέβαιναν εκεί για φορτοεκφόρτωση, χωρίς όμως να εξέρχονται από τα οχήματά τους, αφού δεν ήταν αναγκαίο. Οι δε χειριστές έφθαναν στον χώρο στάθμευσης των μηχανημάτων από τον διαγραμμισμένο διάδρομο. Με βάση όσα προεκτέθηκαν, συνάγεται ότι στον προαύλιο χώρο κίνησης των φορτηγών, που συνέβη το ατύχημα, δεν υπήρχαν ούτε θα μπορούσαν να υπάρχουν λωρίδες κυκλοφορίας των πεζών και των αυτοκινούμενων ανυψωτικών μηχανημάτων και των εισερχόμενων και εξερχόμενων φορτηγών, διότι τα ανυψωτικά μηχανήματα, ως εκ του προορισμού τους και της διάταξης των εμπορευματοκιβωτίων, που δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική, θα έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να κινούνται ελεύθερα καθ’όλο το μήκος και πλάτος του, όπως ορθώς επισημαίνουν οι εναγόμενοι. Άλλωστε, ο χώρος αυτός δεν αποτελούσε χώρο εργασίας για τους λοιπούς εργαζομένους-υπαλλήλους της εταιρείας, που απασχολούνταν στο κτίριο των γραφείων και κατ’εξαίρεση στον χώρο αυτό, κατά την προκαθορισμένη ημέρα και χρονική στιγμή, προκειμένου να γίνει ο προαναφερθείς έλεγχος με φυσική παρουσία. Παράλληλα, οι χώροι που επιτρεπόταν η κυκλοφορία πεζών, ήταν σαφώς προσδιορισμένη και η ευμεγέθης ένδειξη «STOP» επί του δαπέδου μπροστά από το κτίριο των γραφείων ήταν δηλωτική της απαγόρευσης κυκλοφορίας πέραν αυτού του σημείου. Ακόμη, όμως, και για την κατ’εξαίρεση επιτρεπόμενη κυκλοφορία άλλων εργαζομένων σε αυτόν αλλά και σε κάθε περίπτωση, προς αποτροπή κυκλοφορίας πεζών σε αυτόν τον χώρο ανεπίτρεπτα, θα έπρεπε να υπάρχει σαφής εκτίμηση του σχετικού, ενδεχόμενου μεν αλλά όχι ανύπαρκτου κινδύνου για την ασφάλειά τους, από την κυκλοφορία οχημάτων και μηχανημάτων, στην οποία δεν προέβη ο δεύτερος εναγόμενος, ως τεχνικός ασφαλείας, αλλά και σχετική ενημέρωσή τους, η οποία επίσης δεν αποδείχθηκε ότι είχε προηγηθεί του ατυχήματος, όπως ορθώς δέχθηκε η εκκαλουμένη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου αιτιάσεων των εκκαλούντων της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, με τον δεύτερο λόγο της έφεσής τους, κατά το αντίστοιχο σκέλος του. Ο ίδιος, επίσης, ως εργοδότης δεν είχε επιστήσει επαρκώς την προσοχή των εργαζομένων για τους κινδύνους αναφορικά με τον συγκεκριμένο εξοπλισμό εργασίας, δηλαδή τα ανυψωτικά μηχανήματα, ως όφειλε, εξασφαλίζοντας την τήρησή τους δια της κατάλληλης επίβλεψης, όπως εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί είτε δια της φυσικής παρουσίας του κατά την προκαθορισμένη ημέρα και χρόνο ελέγχου των εμπορευματοκιβωτίων είτε δια του καθορισμού πράγματι συγκεκριμένης ώρας, κατά την οποία με ρητή εντολή, οδηγία και ανακοίνωσή του, θα απαγορευόταν οποιαδήποτε κίνηση μηχανήματος ή φορτηγού ή θα επιτρεπόταν μετά από εξακρίβωση εκ μέρους των χειριστών, δια της επικοινωνίας τους με τα κτίρια των γραφείων, ότι κανείς πεζός εργαζόμενος δεν βρισκόταν στην πίστα κίνησης των εμπορευματοκιβωτίων. Η αυτονόητη επικινδυνότητα από τη λειτουργία των μηχανημάτων αυτών, την οποία κάθε νοήμων άνθρωπος θα έπρεπε να αντιληφθεί, δεν αρκεί, καθώς, όπως συνέβη και στην προκειμένη περίπτωση, το ανυψωτικό μηχάνημα δεν έγινε αντιληπτό από τον θανόντα, και θα έπρεπε να εξαλειφθεί οποιοσδήποτε κίνδυνος, με τον τρόπο που προαναφέρθηκε και που αποδεδειγμένα δεν τηρήθηκε. Έτσι, η έλλειψη διαδρόμων κυκλοφορίας πεζών, μηχανημάτων και φορτηγών και σχετικής διαγράμμισής τους, όπως και ο καθορισμός ζωνών τοποθέτησης εμπορευματοκιβωτίων, για τον οποίο δεν υπάρχει σχετική εκ του νόμου υποχρέωση, δεν στοιχειοθετεί παραβίαση των προαναφερθέντων διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας εκ μέρους του δευτέρου εναγομένου, παρά το ότι στην παραπάνω – χρονικά πρώτη- έκθεση των επιθεωρητών, η επέλευση του ατυχήματος αποδίδεται ενδεχομένως στην παράλειψη καθορισμού τέτοιων διαδρόμων, αλλά η αδικοπρακτική συμπεριφορά του θεμελιώνεται στην, από υπαιτιότητά του και δη αμέλεια, παράλειψή του να προβεί στις παραπάνω ενέργειες. Ανεξαρτήτως, όμως, της δικής του σχετικής παράλειψης, ο τρίτος εναγόμενος όφειλε και αυτός, ως εκ της ιδιότητάς του αλλά και της γνώσης του περί της διαδικασίας ελέγχου δια φυσικής παρουσίας του θανόντος κάθε Παρασκευή, στη λήξη του ωραρίου εργασίας του, να εξασφαλίσει με τον τρόπο που προαναφέρθηκε την απουσία του τελευταίου εντός του προαυλίου χώρου κίνησης των οχημάτων, ακόμα και αν δεν αντιλαμβανόταν κατ’αρχήν την παρουσία του ή, δια της χρήσης των ηχητικών σημάτων προειδοποίησης του μηχανήματος, να καταστήσει γνωστή την πρόθεσή του να κινηθεί στον χώρο αυτόν, ώστε να γίνει  αντιληπτός, εφόσον ο θανών δεν είχε κατ’αρχήν οπτική επαφή του. Επομένως, παραλείποντας να προβεί στις ενέργειες αυτές παρέβη το γενικό καθήκον επιμέλειας, ώστε να αποφύγει την προσβολή των αγαθών και των εννόμων συμφερόντων τρίτων προσώπων, σύμφωνα με το οποίο αξιώνεται από κάθε κοινωνό να συμπεριφέρεται όπως ο μέσος συνετός συναλλασσόμενος (ΑΠ 367/2020, ΑΠ 715/2019 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Η σχετική παράλειψή του υποδηλώνει και την ύπαρξη υπαιτιότητας με την μορφή ειδικότερα της αμέλειας στο πρόσωπό του (ΑΠ 367/2020 ό.π). Αντιθέτως, δεν μπορεί να του καταλογιστεί ευθύνη, κατά τον χειρισμό του ανυψωτικού μηχανήματος, αφού δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε αμέλειά του. Επιπλέον, υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος (αναγκαία αιτιότητα), μεταξύ των παραπάνω παραλείψεων του δεύτερου και τρίτου των εναγομένων, εφόσον, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, αυτές κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων καθώς και τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης, όπως αναλυτικά προεκτέθηκαν, ήταν επαρκώς ικανές (πρόσφορες) να επιφέρουν το επιζήμιο αποτέλεσμα, το οποίο και επέφεραν πράγματι. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατ’ορθή εφαρμογή του νόμου και εκτίμηση των αποδείξεων, κατέληξε στην κρίση ότι υπήρξε αμελής συμπεριφορά του δεύτερου και τρίτου των εναγομένων που οδήγησε αιτιωδώς στην επέλευση του θανάτου του …………., αν και με ελλιπή και εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, που συμπληρώνεται και αντικαθίσταται αντίστοιχα από την αιτιολογία της παρούσας, και πρέπει ο πρώτος και δεύτερος λόγος της υπό στοιχ.Α΄έφεσης, κατά τα οικεία σκέλη τους, με τους οποίους οι εκκαλούντες ισχυρίζονται ότι ουδεμία παράλειψη βαρύνει τον δεύτερο και τρίτο από αυτούς, να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Το δε γεγονός ότι η συγκεκριμενοποίηση της αμέλειάς τους με βάση όσα ήδη προεκτέθηκαν, δεν συμπίπτει με εκείνη που δέχθηκε η εκκαλουμένη δεν συνιστά σφάλμα αυτής, αλλά αποτελεί λόγο επιτρεπτής αντικατάστασης και συμπλήρωσης της αιτιολογίας της. Επομένως, καθ’ιδρύεται εις ολόκληρον ευθύνη του δεύτερου και τρίτου των εναγομένων (άρθρο 926 του ΑΚ), ανεξαρτήτως του ότι οι παραλείψεις τους ανάγονται σε διαφορετικό χρόνο προ του ατυχήματος και της αιτιώδους συμβολής καθενός στην επέλευση του συγκεκριμένου αποτελέσματος. Παράλληλα, η υπαίτια παράβαση των παραπάνω νόμιμων υποχρεώσεων του δευτέρου εναγομένου, ως νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης αλλά και ως τεχνικού ασφαλείας της, εξομοιώνεται με υπαίτια παράβαση ίδιας νομικής υποχρέωσής της (άρθρο 71 του ΑΚ) ενώ οι υπαίτιες παραλείψεις του τρίτου εναγομένου, ως προστηθέντος από αυτήν υπαλλήλου, με την έννοια που προεκτέθηκε στην οικεία σκέψη, που παρείχε διαρκώς σε αυτήν υπηρεσίες διεκπεραίωσης των υποθέσεών της, ενεργώντας υπό τον έλεγχο ή έστω υπό την επίβλεψη των νομίμων εκπροσώπων της, βάσει οδηγιών, μη απαιτούμενης της διαρκούς επίβλεψής του (ΑΠ 218/2018, ΑΠ 585/2017, ΑΠ 910/2015 δημ ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), καθιδρύουν εις ολόκληρον αντικειμενική ευθύνη της, με αυτόν, ως προστήσασας, κατ’άρθρο 922 του ΑΚ. Στην πρόκληση όμως του ατυχήματος και του συνεπεία αυτού θανάσιμου τραυματισμού του συνετέλεσε, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, συντρέχον πταίσμα και του θανόντος, σε ποσοστό 30 %, o οποίος λόγω της απασχόλησής του επί ένα έτος στην πρώτη εναγομένη, γνώριζε ότι δεν υπάρχουν σημάνσεις και διάδρομος κυκλοφορίας των πεζών στον προαύλιο χώρο κίνησης των οχημάτων και παρ’όλ’αυτά μετέβη εκεί, χωρίς να βεβαιωθεί προηγουμένως ότι μπορούσε να το πράξει με ασφάλεια και κάνοντας γνωστή την παρουσία του, και κινήθηκε πλησίον του διερχόμενου ανυψωτικού μηχανήματος, σε σημείο που ο χειριστής του δεν μπορούσε να έχει οπτική επαφή του. Επομένως, τα αυτά δεχόμενο και το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και προσδιορίζοντας το ποσοστό συνυπαιτιότητάς του στο παραπάνω ποσοστό, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, και πρέπει οι συναφείς τρίτος λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεσης  και ο μοναδικός λόγος της  υπό στοιχ. Β΄έφεσης, κατά το οικείο σκέλος του, να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι ο θανών είχε γεννηθεί στις 20-8-1991 και κατά τον χρόνο του ατυχήματος διήνυε το 28ο έτος της ηλικίας του. Διέμενε με τη μητέρα του και την αδερφή του, πρώτη και δεύτερη ενάγουσα, όσες περιόδους η τελευταία βρισκόταν στην Ελλάδα, και συνδέονταν με τον θανόντα με στενούς δεσμούς στοργής και αγάπης. Ο αιφνίδιος θάνατός του τους προκάλεσε αναμφισβήτητα θλίψη και στενοχωρία, προς απάμβλυνση της οποίας δικαιούνται, ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 60.000 και 30.000 ευρώ, αντίστοιχα, που κρίνεται εύλογο και δίκαιο, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας (ΟλΑΠ 9/2015 ΧΡΙΔ 2015.575, ΑΠ 88/2018 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες του ατυχήματος, το είδος της υπαιτιότητας (αμέλεια) του δεύτερου και τρίτου των εναγομένων, τον βαθμό αυτής, τον στενό συγγενικό δεσμό του θανόντος με τις ενάγουσες, τις συνθήκες του ατυχήματος και την συνυπαιτιότητα του θανόντος, και την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων, όπως αυτή προεκτέθηκε. Για δε την καταβολή τους ευθύνονται εις ολόκληρον όλοι οι εναγόμενοι. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο καταλήγοντας στην ίδια κρίση, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει  ο πέμπτος λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεσης και ο μοναδικός λόγος της υπό στοιχ. Β΄έφεσης, κατά το οικείο σκέλους του, να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι.

Τέλος, με τον έκτο και τελευταίο λόγο της υπό στοιχ. Α΄έφεσής τους, οι εκκαλούντες πλήττουν την εκκαλουμένη, ως προς τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων, ισχυριζόμενοι ότι το επιδικασθέν για την αιτία αυτή ποσό είναι υπερβολικό, καθώς μάλιστα οι ενάγουσες απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου. Ο λόγος αυτός παραδεκτά προβάλλεται, κατ` άρθρο 193 του ΚΠολΔ, αφού με την ένδικη έφεση προσβάλλεται ταυτόχρονα και η ουσία της υπόθεσης [ΕφΠατρ (Μον) 104/2021, ΕφΑιγ (Μον) 84/2021 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»]. Με βάση δε το επιδικασθέν στις ενάγουσες ποσό, που υπολείπεται του αιτούμενου, η αποδοτέα σε αυτές αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, για τη σύνταξη της αγωγής και των προτάσεων και την κατάθεση των τελευταίων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 58 παρ.3, 68 παρ.1 και 63 παρ.1 περ. i αρ. α΄ του ν. 4194/2013 (κώδικα Δικηγόρων), προσδιορίζεται σε ποσοστό 2 % επί της αξίας του αντικειμένου της δίκης, καθόσον αυτή δεν υπερέβαινε το ποσό των 200.000 ευρώ, ανερχόμενη σε 2.700 [(60.000 + 30.000) Χ 3 %] ευρώ, μη συνυπολογιζομένης μάλιστα της αμοιβής του ανωτέρω για την παράστασή του ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και των εξόδων αμοιβής δικαστικού επιμελητή για την επίδοση της αγωγής στους εναγομένους. Το ποσό δε αυτό συμπίπτει με το καθοριζόμενο για την αιτία αυτή από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ως εκ τούτου πρέπει ο άνω λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεσης να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς έρευνα, πρέπει οι ένδικες εφέσεις να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων αμφοτέρων των εφέσεων σε βάρος των εκκαλούντων αυτών, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, λόγω της ήττας τους, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό, λαμβάνοντας υπόψη ότι όλοι οι διάδικοι εκπροσωπήθηκαν σε αμφότερες από τους ίδιους πληρεξουσίους δικηγόρους  (106, 176, 183 και 191 § 2 του ΚΠολΔ, 63 § § 1iα, 68 § 1,  69 παρ.1 εδ.α΄, 166 και παράρτημα Ι Β του ν.4194/2013).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την από 27-10-2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………/29-10-2021) υπό στοιχ.Α΄ έφεση των εναγομένων και την από 17-11-2021 (με αύξ.αριθμ.εκθ.καταθ…………../18-11-2021), υπό στοιχ. Β΄ έφεση των εναγουσών, κατά της υπ’αριθμ. 2189/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ  αυτές τυπικά και απορρίπτει αυτές κατ’ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων εννιακοσίων (1.900) ευρώ, και σε βάρος των εκκαλουσών της υπό στοιχ. Β΄έφεσης τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων επτακοσίων (3.700) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται  οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 18-7-2022.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ