Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 469/2022

Αριθμός  469/2022

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών,  Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη και Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη- Εισηγήτρια   και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ………..,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, καθώς και από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Ε΄ Πειραιά, που κατοικοεδρεύει στη Δραπετσώνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον Δικαστική Πληρεξούσιο ΝΣΚ Δημήτριο Βολτή (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ:    ……… ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Κωνσταντίνο Φλέγκα.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  29.1.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  249/2021 απόφαση τους ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε τα αναφερόμενα σ΄ αυτήν.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το πρώτο εκ των εναγομένων και  ήδη εκκαλούν με την από  22.3.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2021) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………/2021) η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο Δικαστικός Πληρεξούσιος ΝΣΚ του εκκαλούντος, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και ο πληρεξούσιος Δικηγόρος του εφεσιβλήτου, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 22-3-2021 (αρ. καταθ. ………/2021) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 249/2021 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ και 591 παρ. 7 του ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό της εφέσεως δεν απαιτείται η κατάθεση από το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο του προβλεπόμενου από το άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ παραβόλου (άρθρο 19 παρ. 1 του Διατάγματος της 26-6/10-7-1944 «Περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου»).

Με την από 29-1-2018 (αρ. καταθ. …../2018) αγωγή του, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά α) του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών και ήδη από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, β) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή της και γ) της ΔΟΥ Ε΄ Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Προϊστάμενό της, που συζητήθηκε την 16-11-2018, ο ενάγων, ήδη εφεσίβλητος, ισχυρίσθηκε ότι την 17-11-2016, απεβίωσε στην Αθήνα ο πατέρας του, …………, ο οποίος κατέλιπε την υπ΄ αρ. ………/15-11-2016 δημόσια διαθήκη του, που δημοσιεύθηκε με τα υπ΄ αρ. 68/7-3-2017 πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Ειρηνοδικείου Νίκαιας, δυνάμει της οποίας εγκατέστησε κληρονόμους του, στα λεπτομερώς αναφερόμεvα σ΄ αυτήν (αγωγή) περιουσιακά στοιχεία, την εκ του δεύτερου γάμου του σύζυγό του, τα δύο ετεροθαλή αδέρφια τoυ (ενάγοντος) από το γάμο του (πατέρα του) με την τελευταία, τον ίδιο (ενάγοντα) και τον αμφιθαλή αδερφό του, με αποτέλεσμα να περιέλθει σ΄ αυτόν το 1/4 εξ αδιαιρέτου του αναφερόμενου σ΄ αυτήν (αγωγή) διαμερίσματος. Ότι για τη δημοσίευση της διαθήκης μερίμνησαν αποκλειστικά τα δύο ετεροθαλή αδέρφιά του, ενώ ο ίδιος δεν γνώριζε ούτε για την ύπαρξη ούτε για τη δημοσίευση αυτής, καθόσον από πολλών ετών δεν είχε σχέσεις με τον πατέρα του, ως εκ τούτου δεν ανέμενε ότι θα περιερχόταν σ΄ αυτόν κληρονομία, ούτε όμως και με τα ετεροθαλή αδέρφια του, τα οποία τον ενημέρωσαν μόνο για το γεγονός του θανάτου του πατέρα τους. Ότι την 6-7-2017, χωρίς οποιαδήποτε προηγούμενη όχληση, έλαβε ειδοποιητήριο από τη ΔΟΥ Ε΄ Πειραιά για ληξιπρόθεσμες οφειλές ποσού 34.041,52 ευρώ, τις οποίες αυτός καλούνταν να εξοφλήσει ως κληρονόμος του πατέρα του. Ότι, τελικά, αυτός ενημερώθηκε τηλεφωνικά για τη δημοσίευση της διαθήκης του πατέρα του από τον ετεροθαλή αδερφό του την 30-7-2017, ημέρα Κυριακή, επιστρέφοντας από ταξίδι για την εργασία του τις τελευταίες ημέρες του Ιουλίου, καθόσον είναι ναύκληρος. Ότι κατόπιν συμβουλής υπαλλήλου της ΔΟΥ Ε΄ Πειραιά, [στην οποία μετέβη την επόμενη ημέρα από την ως άνω ενημέρωση από τον ετεροθαλή αδερφού του (31-7-2017)], ότι θα έπρεπε να απευθυνθεί σε Δικηγόρο και να προβεί σε δήλωση αποποίησης της κληρονομίας του πατέρα του διότι υπήρχε ο κίνδυνος να του καταλογιστούν τα ανωτέρω χρέη, προέβη αυθημερόν (την 31-7-2017) σε δήλωση αποποίησης της κληρονομίας του πατέρα του, ενώ την ίδια ημέρα απευθύνθηκε σε Δικηγόρο, ο οποίος τον ενημέρωσε για το δικαίωμά του να αποποιηθεί την κληρονομία, για τις νόμιμες προς τούτο διαδικασίες και για τις συνέπειες σε περίπτωση μη αποποίησης, τα οποία αγνοούσε λόγω του χαμηλού μορφωτικού του επιπέδου και της έλλειψης εμπειρίας του περί των κληρονομικών ζητημάτων. Ότι, σε κάθε περίπτωση, εάν αυτός γνώριζε τις συνέπειες από τη μη αποποίηση της κληρονομίας του πατέρα του, δηλαδή ότι θα επιβαρυνόταν για τα χρέη αυτής, τότε θα προέβαινε σε αποποίηση λόγω της παντελούς ψυχικής απομάκρυνσης από τον αποβιώσαντα, από τον οποίο ουδέποτε θέλησε ή ζήτησε οτιδήποτε λόγω της συμπεριφοράς που είχε επιδείξει προς τη μητέρα του, τον ίδιο (ενάγοντα) και τον αδερφό του. Ότι τελικά ο ίδιος (ενάγων) δεν αποποιήθηκε έγκαιρα την επαχθείσα σ΄ αυτόν κληρονομία του εν λόγω πατέρα του επειδή αγνοούσε τις διατάξεις του νόμου περί του εν γένει συστήματος κτήσης κληρονομίας, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων (διατάξεων) περί αποποίησής της (κληρονομίας) και περί των συνεπειών που θα επέρχονταν σε περίπτωση παραμέλησης της προθεσμίας αποποίησης. Ότι η άγνοια αυτή συνεχίστηκε μέχρι την 31-7-2017. Με βάση τα ανωτέρω, ισχυριζόμενος δε περαιτέρω ότι λόγω της περιγραφόμενης σχέσης του με τον πατέρα του και τη νέα οικογένειά του, δεν είχε κανένα απολύτως κίνητρο να διερευνήσει τυχόν περίπτωση επαγωγής σ΄ αυτόν κληρονομίας από τον πατέρα του, αφού αυτό ήταν γεγονός που ουδέποτε περίμενε να συμβεί, ένεκα του ότι για αρκετά χρόνια δεν είχαν μιλήσει, με την ένδικη αγωγή του, στρεφόμενη και κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ως δανειστή της κληρονομίας, ζήτησε (ο ενάγων) την ακύρωση, λόγω ουσιώδους πλάνης του, της εκ μέρους του πλασματικής αποδοχής κληρονομίας του πατέρα του, ……………, και τη χορήγηση σ΄ αυτόν προθεσμίας, από την τελεσιδικία της εκδοθησόμενης αποφάσεως, για την αποποίηση της κληρονομίας. Τέλος, ζήτησε να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 249/2021 οριστική απόφασή του, δικάζοντας, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, αφού έκρινε ότι η αγωγή τυγχάνει απαράδεκτη ως προς τις δύο τελευταίες εναγόμενες για το λόγο ότι αυτές στερούνται νομικής προσωπικότητας, ότι το εναγόμενο, Ελληνικό Δημόσιο, νομιμοποιείται παθητικώς στην ένδικη αγωγή και ότι ο ενάγων έχει έννομο συμφέρον προς άσκηση αυτής, παρά των περί του αντιθέτου αντίστοιχων ισχυρισμών αυτού (Ελληνικού Δημοσίου), καθώς επίσης (αφού έκρινε) ότι η αγωγή είναι νόμιμη, πλην του αιτήματος χορήγησης προθεσμίας αποποίησης της επίδικης κληρονομίας από την τελεσιδικία της εκδοθησομένης αποφάσεως, το οποίο έκρινε ότι πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο, απέρριψε την αγωγή ως προς τις δεύτερη και τρίτη των εναγομένων, δέχθηκε εν μέρει αυτή (αγωγή) ως προς το πρώτο των εναγομένων (Ελληνικό Δημόσιο), ακύρωσε την στο σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως αναφερόμενη εκ μέρους του ενάγοντος πλασματική αποδοχή της κληρονομίας του αποβιώσαντος στην Αθήνα, την 16-11-2016, ………………, κατοίκου εν ζωή Πειραιά, η οποία έλαβε χώρα λόγω της παραμέλησης της σχετικής προθεσμίας αποποίησης και καταδίκασε το πρώτο των εναγομένων στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία όρισε στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την προαναφερόμενη έφεση το ηττηθέν εναγόμενο, Ελληνικό Δημόσιο, και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί, κατ΄ εκτίμηση αυτής (εφέσεως), να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να απορριφθεί η ένδικη αγωγή.

Κατά τα άρθρα 1847 παρ. 1 εδ. α΄ και 1850 εδ. β΄ του ΑΚ ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών που αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και το λόγο της. Αν περάσει η προθεσμία, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή. Κατά δε το άρθρο 1857 παρ. 2 περ. 1, 3 και 4 του ίδιου Κώδικα, η αποδοχή της κληρονομίας που οφείλεται σε πλάνη κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δικαιοπραξίες. Η πλάνη σχετικά με το ενεργητικό ή το παθητικό της κληρονομίας δεν θεωρείται ουσιώδης. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και σε αποδοχή που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας για αποποίηση. Εξάλλου, κατά το άρθρο 1901 εδ. α΄ του ΑΚ ο κληρονόμος ευθύνεται και με τη δική του περιουσία για τις υποχρεώσεις της κληρονομίας. Τέλος κατά τα άρθρα 140 και 141 του ΑΚ, αν κάποιος καταρτίζει δικαιοπραξία και η δήλωσή του δεν συμφωνεί, από ουσιώδη πλάνη, με τη βούλησή του, έχει δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Η πλάνη είναι ουσιώδης, όταν αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την όλη δικαιοπραξία, ώστε, αν το πρόσωπο γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε τη δικαιοπραξία. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι η αποδοχή της κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποίησης, μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης, όταν η με τον τρόπο αυτό συναγόμενη κατά πλάσμα του νόμου αποδοχή δεν συμφωνεί με τη βούλησή του από ουσιώδη πλάνη, δηλαδή από άγνοια ή εσφαλμένη γνώση της καταστάσεως που διαμόρφωσε τη βούλησή του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης. Η εσφαλμένη δε γνώση ή άγνοια, που δημιουργεί τη μεταξύ βουλήσεως και δηλώσεως διάσταση, η οποία όταν είναι ουσιώδης θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δηλώσεως λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των προαναφερομένων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας (ΟλΑΠ 3/1989, ΑΠ 189/2017, ΑΠ 496/2013, ΕφΠειρ 325/2020, ΕφΛαρ 117/2019, ΕφΑθ 442/2017). Υπάρχει δε πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομίας και όταν ο κληρονόμος τελεί σε άγνοια που ανάγεται α) στο σύστημα της κτήσης της κληρονομίας κατά τον ΑΚ που επέρχεται αμέσως μετά το θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία του άρθρου 1847 του ΑΚ δεν αρχίζει, γιατί η άγνοια αποκλείει την γνώση της επαγωγής της κληρονομίας και β) σε άγνοια μόνο της υπάρξεως της προθεσμίας του άρθρου 1847 του ΑΚ προς αποποίηση ή της κατά το άρθρο 1850 του ΑΚ νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης. Η αγωγή δε προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας και η αντίστοιχη ένσταση είναι δυνατό να στραφεί και κατά του δανειστή της κληρονομίας (ΑΠ 951/2013, ΑΠ 1087/2011, ΑΠ 1211/2010, ΑΠ 338/2004, ΕφΠειρ 325/2020, ΕφΛαρ 117/2019, Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου: Αγωγές κληρονομικού δικαίου, εκ. 1994, σελ. 172, παρ. 84, αρ. 2). Ακολούθως, από τις διατάξεις των άρθρων 157 και 1857 παρ. 2 του ΑΚ προκύπτει ότι η αγωγή για την ακύρωση της αποδοχής της κληρονομιάς που οφείλεται σε εξακολουθητική πλάνη παραγράφεται μετά εξάμηνο, το οποίο αρχίζει αφότου παρήλθε η κατάσταση αυτή, από την άρση δηλαδή της πλάνης, διακόπτεται δε η παραγραφή αυτή με την άσκηση της αγωγής, σύμφωνα με τον γενικό κανόνα του άρθρου 261 εδ. α΄ του ΑΚ (ΑΠ 173/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 442/2017). Κατόπιν τούτων στην άσκηση της ένδικης αγωγής το εναγόμενο, Ελληνικό Δημόσιο, ήδη εκκαλούν, νομιμοποιείται παθητικά, δοθέντος ότι, κατά τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο αυτής, φέρει την ιδιότητα του δανειστή της κληρονομίας, η οποία αρκεί για τη θεμελίωση της παθητικής του νομιμοποίησης.

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων, που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα, ήδη εφεσίβλητο, υπ΄ αρ. …../8-5-2018 ένορκη βεβαίωση του …………., που, με επιμέλεια αυτού (ενάγοντος, ήδη εφεσίβλητου), λήφθηκε, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά την 8-5-2018, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 421, 422 και 423 παρ. 1 του ΚΠολΔ (όπως τα άρθρα αυτά προστέθηκαν με το Ν. 4335/2015), μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εναγομένου, Ελληνικού Δημοσίου, ήδη εκκαλούντος, (βλ. τις υπ΄ αρ. ….΄/3-5-2018, ….΄/3-5-2018 και ……΄/3-5-2018 εκθέσεις επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ………….), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προεκτέθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 16-11-2016 απεβίωσε στην Αθήνα ο ………. ……., κάτοικος όσο ζούσε Πειραιά Αττικής, ο οποίος με την υπ΄ αρ. …………../15-11-2016 δημόσια διαθήκη του, συνταχθείσα από τον Συμβολαιογράφο Νίκαιας ………, που δημοσιεύθηκε με τα υπ΄ αρ. 68/7-3-2017 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Νίκαιας, εγκατέστησε κληρονόμους του, αφενός μεν τον υιό του από το δεύτερο γάμο του-μη διάδικο στην παρούσα δίκη, στον οποίο κατέλιπε το λεωφορείο τύπου ΒΑΝ και την άδεια κυκλοφορίας αυτού καθώς και διαμέρισμα του ισογείου ορόφου της ευρισκόμενης στον Πειραιά Αττικής, επί της οδού Αιτωλικού αρ. 183, πολυκατοικίας, αφετέρου δε την ανωτέρω σύζυγό του, τη θυγατέρα του από το γάμο του με την τελευταία, μη διάδικο στην παρούσα δίκη, καθώς και τα τέκνα του από τον προηγούμενο γάμο του υιό του-μη διάδικο στην παρούσα δίκη και τον ενάγοντα, γεννηθέντα την 17-1-1976, σε καθένα από τους οποίους κατέλιπε, σε ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου, το διαμέρισμα του πρώτου ορόφου της ίδιας ανωτέρω πολυκατοικίας. Ωστόσο, ο ενάγων δεν προέβη εμπρόθεσμα και δη εντός χρονικού διαστήματος τεσσάρων μηνών από τη δημοσίευση της ανωτέρω διαθήκης, ήτοι έως την 7-7-2017, στις νόμιμες ενέργειες για την αποποίηση της επαχθείσας σ΄ αυτόν κληρονομίας, με συνέπεια την κατά την 7-7-2017 επέλευση πλασματικής αποδοχής (άρθρο 1850 του ΑΚ) της κληρονομίας του ανωτέρω ……… σύμφωνα με το εκ διαθήκης κληρονομικό μερίδιό του, και την ως εκ τούτου δε, ευθύνη του, κατά τον λόγο της κληρονομικής του μερίδας (άρθρο 1885 του ΑΚ), για τα χρέη αυτής. Την 6-7-2017 κοινοποιήθηκε στον ενάγοντα το υπ΄ αρ. ………/27-6-2017 ειδοποιητήριο της ΔΟΥ Ε΄ Πειραιά, με το οποίο καλούνταν, υπό την ιδιότητα του κληρονόμου του αποβιώσαντος πατέρα του, προς εξόφληση των χρεών του τελευταίου, τα οποία είχαν δημιουργηθεί από επιχειρηματική του δραστηριότητα, συνολικού ποσού 34.041,52 ευρώ. Μετά την ανωτέρω εξέλιξη, ο ενάγων, ο οποίος δεν διατηρούσε κοινωνικές σχέσεις ούτε με τον πατέρα του, μετά το διαζύγιο των γονέων του, αλλά ούτε και με τα ετεροθαλή αδέρφια του και την εκ του δεύτερου γάμου σύζυγο του πατέρα του, και συνεπώς δεν είχε κανένα απολύτως ενδιαφέρον να διερευνήσει τυχόν περίπτωση επαγωγής σ΄ αυτόν κληρονομίας από τον πατέρα του, αφού ουδέποτε ανέμενε να συμβεί αυτό, ένεκα του γεγονότος ότι αρκετά χρόνια δεν είχαν επικοινωνήσει καθόλου μεταξύ τους, την 31-7-2017, κατόπιν συμβουλής τρίτων προσώπων, που δεν ανήκαν στο οικείο περιβάλλον του, προέβη σε εκπρόθεσμη αποποίηση της ανωτέρω κληρονομίας που είχε επαχθεί σ΄ αυτόν, τόσο με την ανωτέρω δημόσια διαθήκη όσο και εξ αδιαθέτου, με δηλώσεις του στο Ειρηνοδικείο Πειραιά, για τις οποίες συντάχθηκαν οι υπ΄ αρ. …/31-7-2017 και ………../31-7-2017 σχετικές εκθέσεις, αντίστοιχα, την ίδια δε ημέρα προσκόμισε αυτές, μαζί με αντίγραφο της διαθήκης, πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών και ληξιαρχική πράξη θανάτου στην ανωτέρω ΔΟΥ, αιτούμενος την απαλλαγή του από τα προαναφερόμενα χρέη. Στη συνέχεια, την ίδια ημέρα, ο ενάγων, ακολουθώντας τη συμβουλή των ως άνω τρίτων προσώπων, απευθύνθηκε σε Δικηγόρο προκειμένου να ενημερωθεί για τις δέουσες ενέργειες σε σχέση με τα ανωτέρω χρέη, από τον οποίο το πρώτον πληροφορήθηκε (ρητά και με σαφήνεια) ότι θα έπρεπε να είχε προβεί σε αποποίηση της κληρονομίας του πατέρα του εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από τη δημοσίευση της διαθήκης αυτού, προκειμένου αυτός να μην ευθύνεται για τα χρέη, γνώσεις που αυτός στερούνταν. Από τα προαναφερόμενα πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι η ανωτέρω άπρακτη παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας αποποίησης κληρονομίας οφείλεται στην εκ μέρους του ενάγοντος, [ηλικίας, κατά τη συζήτηση της ένδικης αγωγής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, περίπου 43 ετών, απόφοιτος Λυκείου, ο οποίος εργάζεται ως ναυτικός (ναύκληρος), χωρίς ιδιαίτερη νομική κατάρτιση], άγνοια των οικείων διατάξεων του Αστικού Κώδικα για την ύπαρξη της συγκεκριμένης προθεσμίας και την έννομη συνέπεια από την άπρακτη παρέλευση αυτής, επιρρωνυόµενων των ανωτέρω και από τη γενικότερη άγνοια του ενάγοντος περί του νοµικού συστήµατος επαγωγής κληρονοµίας, αφού είχε την πεποίθηση ότι δεν ετίθετο ζήτηµα εγκατάστασής του στην κληρονοµία του αποβιώσαντος πατέρα του επειδή, όπως προεκτέθηκε, δεν διατηρούσε κοινωνικές σχέσεις ούτε με τον πατέρα του, μετά το διαζύγιο των γονέων του, αλλά ούτε και με τα ετεροθαλή αδέρφιά του και την εκ του δεύτερου γάμου σύζυγο του πατέρα του. Εξάλλου, ούτε στο οικείο περιβάλλον του ενάγοντος υπάρχουν πρόσωπα από τα οποία θα μπορούσε να ενημερωθεί έγκυρα για τη σχετική προθεσμία. Άλλωστε, η, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, διάσταση μεταξύ της πραγματικής βουλήσεως του ενάγοντος και, εν τέλει, της εκ μέρους του άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας αποποίησης της κληρονομίας του ανωτέρω αποβιώσαντος, η οποία δεν σχετίζεται με το κατάχρεο της κληρονομίας, αλλά οφείλεται (η εν λόγω διάσταση), στην άγνοιά του περί των οικείων νομικών διατάξεων για την επαγωγή της κληρονομίας ήταν ουσιώδης, ως αναφερόμενη σε σημείο τόσο σπουδαίο για την κτήση (ή όχι) της κληρονομίας (τετράμηνη προθεσμία αποποίησης), ώστε αν (ο ενάγων) γνώριζε την αληθινή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η σχετική προθεσμία, αλλά θα αποποιούνταν εμπρόθεσμα την κληρονομία. Η διάσταση δε αυτή συνεχίστηκε υφισταμένη, όπως προαναφέρθηκε, έως την 31-7-2017. Περαιτέρω το εναγόμενο, Ελληνικό Δημόσιο, προέβαλε πρωτοδίκως και επαναφέρει με τον δεύτερο λόγο της εφέσεώς του ένσταση παραγραφής με την οποία ισχυρίζεται ότι η ένδικη αγωγή ασκήθηκε, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σ΄ αυτήν (ένσταση), μετά την πάροδο του προβλεπόμενου, από το άρθρο 1857 του ΑΚ, εξαμήνου. Η ένσταση αυτή είναι απορριπτέα ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη, αφού η πλάνη του ενάγοντος εξακολούθησε μέχρι την 31-7-2017, οπότε ήρθη, και η ένδικη αγωγή κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 29-1-2018 και επιδόθηκε στο εναγομένο, Ελληνικό Δημόσιο, ήδη εκκαλούν, την 30-1-2018, προτού δηλαδή συμπληρωθεί η εξάμηνη παραγραφή των άρθρων 157 και 1857 παρ. 2 του ΑΚ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε όμοια, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και επίσης ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά, ώστε ο σχετικός λόγος της ένδικης εφέσεως με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε όμοια [δέχθηκε την αγωγή ως προς το πρώτο των εναγομένων, (κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη), και ως ουσιαστικά βάσιμη], ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και επίσης ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά, ώστε τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον σχετικό λόγο της εφέσεως πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς έρευνα, πρέπει η έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί το εκκαλούν, Ελληνικό Δημόσιο, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος του τελευταίου (άρθρα 106, 176, 180, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), μειωμένα, όμως, κατά το άρθρο 22 παρ. 1 του Ν. 3693/1957 και την υπ΄ αρ. 134423/8-12-1992 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ Β΄ 11/20-11-1993), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από 22-3-2021 (αρ. καταθ. …./2021)  έφεση κατά της υπ΄ αρ. 249/2021 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.

Καταδικάζει το εκκαλούν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 6η Ιουλίου 2022  και δημοσιεύθηκε στις 25 Ιουλίου 2022 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους, τον Δικαστικό Πληρεξούσιο ΝΣΚ του εκκαλούντος και τον πληρεξούσιο Δικηγόρο του  εφεσιβλήτου.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ