Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 580/2022

Αριθμός    580/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία  μετακινήθηκε στο Β΄ Πολιτικό Τμήμα για τη δικάσιμο της 13ης. Ιανουαρίου 2022 με την υπ΄ αριθ. 2/2022 Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

 ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ:  …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Όλγα Σαββίδου.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:  1) ………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Δημοσθένη Σκληρη, 2) ……..,  ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Δημοσθένη Σκληρη, 3) …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Ελλάδα Χριστοδούλου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ), 4) …………., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Ειρήνη Αποστολοπούλου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ), 5) …………, ως εκ διαθήκης κληρονόμου του αποβιώσαντος ………….  (αρχικού διαδίκου) και 6) ……….., ως εκ διαθήκης κληρονόμου του αποβιώσαντος …………….. (αρχικού διαδίκου), οι οποίες  συνεχίζουν την βιαίως διακοπείσα δίκη, εκπροσωπήθηκαν δε από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Δημοσθένη Σκληρη.

Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  17.7.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  3453/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου  η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από  28.11.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2019) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος (ΓΑΚ/ΕΑΚ προσδιορισμού στο Εφετείο ………/2019) ορίσθηκε αρχικά η 19η.11.2020, μετά δε από αναβολή η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι  πληρεξούσιες δικηγόροι των τρίτου και τέταρτης εκ των εφεσιβλήτων, οι οποίες παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν, οι δε πληρεξούσιοι δικηγόροι των λοιπών διαδίκων, αφού έλαβαν το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 28-11-2019 (με αριθμ. κατάθ. ………../29-11-2019) έφεση της ενάγουσας, ήδη εκκαλούσας, που στρέφεται κατά της με αριθμ. 3453/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία. Η ένδικη έφεση έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ), αρμοδίως, δε, φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), ενώ έχει κατατεθεί το απαιτούμενο για την άσκησή της παράβολο, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η έφεση αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 286 επ. ΚΠολΔ, οι οποίες, κατά το άρθρο 524 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, εφαρμόζονται και στη διαδικασία της δίκης για την έφεση, αν ο διάδικος είναι στη ζωή κατά την έναρξη της δίκης, αποβιώσει όμως στη συνέχεια (πριν από την αμετάκλητη περάτωσή της), αν ο θάνατός του επήλθε μέχρι πέρατος της προφορικής συζήτησης, μετά την οποία εκδίδεται οριστική απόφαση, τότε, τηρουμένων και των λοιπών διατυπώσεων, μεταξύ των οποίων και εκείνης της γνωστοποίησης του θανάτου προς τον αντίδικο, επέρχεται διακοπή της δίκης, με συνέπεια όλες οι επιχειρούμενες στο μεταξύ και μέχρι τη νόμιμη επανάληψή της διαδικαστικές πράξεις, εκτός της τυχόν εκδιδόμενης απόφασης, να λογίζονται άκυρες, μόνο, όμως, εφόσον ο θάνατος του διαδίκου επήλθε μέχρις ότου τελειώσει η προφορική συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται οριστική απόφαση και όχι όταν ο θάνατος του διαδίκου επήλθε μετά το πέρας της συζήτησης αυτής, πολύ δε περισσότερο μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης, οπότε δεν υπάρχει εκκρεμής δικαστικός αγώνας, ούτε στάδιο εφαρμογής των διατάξεων για διακοπή και επανάληψη της δίκης και, συνακόλουθα, τα ασκούμενα κατά της απόφασης αυτής ένδικα μέσα, άρα και η έφεση, πρέπει να απευθύνονται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 517 εδ. α` ΚΠολΔ, κατά των καθολικών διαδόχων του αποβιώσαντος, απευθυνόμενα δε κατά του τελευταίου είναι άκυρα, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ο εκκαλών είχε λάβει, με οποιονδήποτε τρόπο, γνώση του θανάτου του αντιδίκου του, ώστε να διαπιστώσει τους κληρονόμους του και να απευθύνει κατ` αυτών την έφεση. Η έφεση, επομένως, που απευθύνεται κατά του αποβιώσαντος, χωρίς ο εκκαλών να γνωρίζει το θάνατό του, δεν είναι άκυρη και νόμιμα χωρεί η συζήτηση αυτής με τους κληρονόμους του (αποβιώσαντος), οι οποίοι καλούνται προς τούτο ή εμφανίζονται κατά τη συζήτηση με την ιδιότητα αυτή στη θέση του εφεσίβλητου και προβάλλουν υπεράσπιση επί της ουσίας της διαφοράς (βλ. ΟλΑΠ 27/1987 ΔΙΚΗ 1988/573, ΑΠ 826/2015, AΠ 34/2015, ΑΠ 2211/2014, ΑΠ 2167/2014, ΑΠ 2125/2014  ΝΟΜΟΣ).

Στην από 17-7-2018 (με αριθμ. κατάθ. ………../8-8-2018)  αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η ενάγουσα ιστορούσε ότι ήταν πτυχιούχος του Οικονομικού Τμήματος του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών, εργαζόμενη επί 34 συνεχή έτη στην ………. (…………), έχοντας τη θέση της διευθύντριας από το έτος 2012 του άνω ιστορικού κοινωφελούς ιδρύματος, το οποίο συστάθηκε, με έδρα την Αθήνα, κατόπιν της από 1-11-1928 διαθήκης του …………. Ότι με το ΦΕΚ 72/ΥΟΔΔ/11-2-2016 διορίσθηκαν τα εννέα μέλη της διοίκησης (Εκτελεστικής Επιτροπής) του Ιδρύματος, μεταξύ των οποίων οι πρώτη, δεύτερος, τρίτος και τέταρτη των εναγομένων. Ότι, από την αρχή της συγκρότησης της συγκεκριμένης Εκτελεστικής Επιτροπής, ήταν διάχυτη η δυσπιστία, η έλλειψη διάθεσης συνεργασίας και η πρόθεση σύγκρουσης στους κόλπους της, εντός των οποίων είχαν διαμορφωθεί δύο ομάδες αποτελούμενες ή πρώτη από τον πρόεδρό της ………… και δύο ακόμη μέλη και η δεύτερη  από τους πρώτη, δεύτερο, τρίτο και τέταρτη των εναγομένων μαζί με δύο ακόμη μέλη. Ότι η ίδια (η ενάγουσα), λόγω της νευραλγικής της θέσης εντός του ιδρύματος, βρέθηκε στο μέσο αυτής της κατάστασης και αντιμετώπισε μια πρωτοφανώς εκφοβιστική και απειλητική συμπεριφορά. Ότι, στο πλαίσιο της διαμάχης αυτής, απεστάλησαν επιστολές από τα δύο μέρη προς το εποπτεύον Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, που οδήγησε στην υπογραφή της από 11-7-2016 κοινής υπουργικής απόφασης του τότε Υπουργού Παιδείας και της τότε Αναπληρώτριας Υπουργού Παιδείας, με την οποία αντικαταστάθηκαν οι πρώτη, δεύτερος, τρίτος και τέταρτη των εναγομένων από τη θέση τους ως μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής του ιδρύματος. Ότι, μετά την υπογραφή της ανωτέρω απόφασης και, ενόσω οι ως άνω πρώτη, δεύτερος, τρίτος και τέταρτη των εναγομένων είχαν απωλέσει την προαναφερόμενη ιδιότητά τους, προσήλθαν απροειδοποίητα στις 20-7-2016 στα γραφεία του ιδρύματος στην Αθήνα, προκαλώντας επεισόδιο σε βάρος της. Ότι, συγκεκριμένα, την πίεσαν να τους παραδώσει διάφορα έγγραφα από το αρχείο του ιδρύματος, καθώς και την σφραγίδα του, απειλώντας την ότι διαφορετικά θα καλούσαν την αστυνομία. Ότι η ίδια αρνήθηκε να παραδώσει οτιδήποτε προτού συνεννοηθεί με τον πρόεδρο του Ιδρύματος και λάβει σχετικές οδηγίες. Ότι, ακολούθως, η πρώτη εναγόμενη κάλεσε την αστυνομία, που την οδήγησε με περιπολικό στο Αστυνομικό Τμήμα, στο οποίο προσήλθαν  οι πρώτη, δεύτερος και τρίτος των εναγομένων, όπου υπέβαλαν την από 20-7-2016 και με αριθμό …./3300 έγκλησή τους σε βάρος της και κατά του προέδρου του ιδρύματος ……………., για αυτοδικία και ότι εν συνεχεία αφέθηκε ελεύθερη. Ότι, στο πλαίσιο της ανωτέρω εγκλήσεως, οι πρώτη, δεύτερος και τρίτος των εναγομένων προέβησαν σε καταμήνυση αυτής (ενάγουσας), με το αναφερόμενο στην αγωγή και εν γνώσει τους ψευδές περιεχόμενο, κατά τα λεπτομερώς ιστορούμενα στο δικόγραφο της αγωγής, προκειμένου να προκαλέσουν την ποινική δίωξή της. Ότι, επιπλέον, στις 28-3-2017, οι ανωτέρω εναγόμενοι κατέθεσαν συμπληρωματικό υπόμνημα, με το οποίο κατηγορούσαν την ενάγουσα, τον ………… και τα κατονομαζόμενα σε αυτό πολιτικά πρόσωπα για απιστία και παράβαση καθήκοντος. Ότι η τέταρτη και  ο πέμπτος των εναγομένων, καταθέτοντας ως μάρτυρες επί της ανωτέρω εγκλήσεως, ισχυρίστηκαν εν γνώσει τους, αναληθώς, διάφορα ψευδή και δυσφημιστικά γεγονότα για την ίδια (ενάγουσα), όπως αυτά εκτίθενται ειδικότερα στην αγωγή. Ότι, εν τέλει, λόγω του αβασίμου των κατηγοριών, η ως άνω δικογραφία τέθηκε στο αρχείο με σχετική εισαγγελική διάταξη. Ότι η πρώτη των εναγομένων, λόγω της κομματικής της θέσης, είχε τη δυνατότητα να διαδώσει τους ανωτέρω συκοφαντικούς ισχυρισμούς σε βάρος της ίδιας (ενάγουσας) σε πλήθος πολιτικών παραγόντων, όπως δε συνομολογεί με το από 28-3-2017 υπόμνημά της, συναντήθηκε στις 10-6-2016 με την τότε Αναπληρώτρια Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, στην οποία επανέλαβε τους ανωτέρω ισχυρισμούς, ενώ την 1-7-2016 απέστειλε, μαζί με τους δεύτερο, τρίτο και τέταρτη των εναγομένων προς τον τότε υπουργό Ναυτιλίας, επιστολή, στην οποία ομοίως επανέλαβαν τους ανωτέρω συκοφαντικούς ισχυρισμούς και, τέλος, η πρώτη των εναγομένων απέστειλε την από 31-8-2016 επιστολή της προς τον Πρωθυπουργό με συναφές συκοφαντικό περιεχόμενο. Ότι, με τον ισχυρισμό των ψευδών αυτών περιστατικών, μειωτικών της τιμής και της υπόληψής της, ενώπιον τρίτων, που έγινε με σκοπό τη συκοφάντησή της και την ποινική της δίωξη, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, οι εναγόμενοι προσέβαλαν παράνομα και υπαίτια την προσωπικότητά της, καθόσον επλήγη δι’ αυτών η τιμή και η υπόληψή της. Με βάση το ιστορικό αυτό και μετά το νομότυπο περιορισμό του αιτήματος της αγωγής της, από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, ζητούσε να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να της καταβάλουν, σε ολόκληρο ο καθένας, το ποσό των 200.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστη από την παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητάς της, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εκκαλούσα με την υπό κρίση έφεσή της, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητεί δε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή η αγωγή της.

Μετά τη συζήτηση της αγωγής ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και, ενόσω εκκρεμούσε η έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, απεβίωσε στις 23-7-2019 ο πέμπτος εναγόμενος, ……………… Η ασκηθείσα έφεση απευθύνθηκε  από την εκκαλούσα και κατ’ αυτού, πλην όμως δεν προκύπτει από οποιοδήποτε στοιχείο ότι αυτή γνώριζε κατά την άσκηση της έφεσης τον ήδη επελθόντα θάνατό του. Επομένως, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, νομίμως συνεχίζεται η δίκη από τις εμφανισθείσες κατά τη συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου μη αμφισβητούμενες εκ διαθήκης κληρονόμους του ………. και …………….., που είναι θυγατέρες του θανόντος.

Κατά το άρθρο 65 του ΑΚ, «Το νομικό πρόσωπο διοικείται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα. Όταν η διοίκηση είναι πολυμελής, αν δεν  ορίζεται  κάτι  άλλο  στη συστατική  πράξη  ή  στο καταστατικό, οι αποφάσεις λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων», ενώ, βάσει του άρθρου 67 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, «Όποιος  έχει  τη  διοίκηση  νομικού  προσώπου  φροντίζει  τις υποθέσεις του και το αντιπροσωπεύει δικαστικά και εξώδικα». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι τα μέλη της διοίκησης νομικού προσώπου δεν είναι αντιπρόσωποι, αλλά καταστατικά όργανα αυτού, ενσαρκώνοντας τη βούλησή του. Η διοίκηση του νομικού προσώπου, ήτοι η ιδιότητα του διοικητή του νομικού προσώπου, αποτελεί λειτούργημα, από το οποίο πηγάζει τόσο το δικαίωμα, όσο και η υποχρέωση (καλής) διαχείρισης των υποθέσεών του και εκπροσώπησης αυτού (βλ. Κρητικό σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλου ΑΚ άρθρ. 67 αριθμ. 1, Ι. Σπυριδάκη, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, έκδ. 2007,  τ. Α’ σελ. 344). Ενόψει αυτών, είναι προφανές ότι τα μέλη της διοίκησης του νομικού προσώπου έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να λαμβάνουν γνώση όλων των ζητημάτων που το αφορούν, ώστε να μπορούν με επάρκεια να διαχειρίζονται τις υποθέσεις του. Στο πλαίσιο αυτό, έχουν απεριόριστη πρόσβαση, προς γνώση και λήψη αντιγράφων κάθε εγγράφου, που βρίσκεται στην κατοχή του νομικού προσώπου, αναφερόμενου στις δραστηριότητές του, που πρέπει να πραγματώνεται από τα πρόσωπα, που έχουν στην κατοχή τους τα έγγραφα αυτά, είτε υπαλλήλους του νομικού προσώπου είτε άλλα μέλη της (πολυμελούς) διοίκησής του (πρβλ. για το σχετικό δικαίωμα ενημέρωσης του εταίρου εταιρείας σε Λιακόπουλο, Γεωργιάδη-Σταθόπουλου ΑΚ άρθρ. 755).

Η αγωγή, με το προαναφερόμενο περιεχόμενο, είναι επαρκώς ορισμένη, κατά το άρθρο 216 παρ. 1α ΚΠολΔ, καθώς γίνεται σαφής έκθεση των στοιχείων εκείνων που είναι αναγκαία για την ιστορική και νομική θεμελίωσή της. Είναι δε αβάσιμα και απορριπτέα όσα περί του αντιθέτου ισχυρίζονται οι εφεσίβλητοι.

Από την εκτίμηση της υπ’ αριθμ. ……/30-11-2018 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών …………., των υπ’ αριθμ. …./3-12-2018 και ………../4-12-2018 ένορκων βεβαιώσεων ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ………. και των υπ’ αριθ. …../5-12-2018 και ……/5-12-2018 ένορκων βεβαιώσεων ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ……….., που νομίμως μετεπικλήσεως προσκομίζει η ενάγουσα, οι οποίες ελήφθησαν για την παρούσα δίκη, με τήρηση των νόμιμων διατυπώσεων των άρθρων 421 και 422 ΚΠολΔ (βλ. τις υπ’ αριθμ. …./27-11-2018, ………../27-11-2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ………, με τη συνημμένη γνωστοποίηση μαρτύρων), των υπ’ αριθμ. …../21-12-2018 και ……/21-12-2018 ένορκων βεβαιώσεων ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, που νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι εναγόμενοι, οι οποίες ελήφθησαν για την παρούσα δίκη, με τήρηση των νόμιμων διατυπώσεων των άρθρων 421 και 422 ΚΠολΔ (βλ. την υπ’ αριθμ. …../18-12-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Αθηνών …………. με τη συνημμένη γνωστοποίηση μαρτύρων)και όλων των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι προσκομίζουν νομίμως με επίκληση, για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά γεγονότα: Η ενάγουσα είναι πτυχιούχος του Οικονομικού Τμήματος του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών και επί 34 συναπτά έτη εργάζεται στην ……….. (εφεξής «……………»). Αρχικά, προσλήφθηκε το έτος 1984 ως υπάλληλος αρμόδια για την οικονομική διαχείριση του ιδρύματος, το έτος 1987 ορίσθηκε ως λογίστρια και από το έτος 2012 αναβαθμίστηκε σε διευθύντρια αυτού. Στις 10 Ιουλίου 2015 υπέβαλε αίτηση συνταξιοδότησης, δηλώνοντας στον ασφαλιστικό της φορέα ότι θα συνέχιζε να εργάζεται μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης περί απονομής της συντάξεώς της. Συναφώς δε, με την υπ’ αριθμ. 9102/18-5-2016 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ανεστάλη η καταβολή της απονεμηθείσας στην ενάγουσα σύνταξης από 10-7-2015 μέχρι τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας της. Η ……….. είναι κοινωφελές ίδρυμα (ν.π.ι.δ.), συσταθέν με το από 28-5-1919 β.δ. και υπαχθέν στις διατάξεις του α.ν. 2039/1939 «Περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως των νόμων περί εκκαθαρίσεως και διοικήσεως των εις το Κράτος και υπέρ κοινωφελών σκοπών καταλειπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών» και ήδη στις διατάξεις του ν. 4182/2013 «Κώδικας Κοινωφελών Περιουσιών – Σχολαζουσών Κληρονομιών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 185 10.9.2013). Με την από 1-11-1928 διαθήκη του, νομίμως δημοσιευθείσα και κηρυχθείσα κυρία, ο ………. εγκατέστησε αυτό αποκλειστικό κληρονόμο του, με τον όρο η περιουσία του Ιδρύματος να χρησιμοποιηθεί για την ίδρυση στις ….. Σχολής κατά το πρότυπο των βρετανικών Public Schools. Με την υπ’ αριθμ. 2359/1986 απόφαση του Εφετείου Αθηνών επιτράπηκε η αλλαγή του σκοπού του διαθέτη και έκτοτε η μεν λειτουργήσασα μέχρι το έτος 1983 Σχολή λειτουργεί ως Πρότυπο Πανελλήνιο Εκπαιδευτικό, Πολιτιστικό και Αθλητικό Κέντρο, ενώ η λοιπή περιουσία του αξιοποιείται κατά τους κανόνες της τακτικής εκμεταλλεύσεως και καρπώσεώς της. Οι εγκαταστάσεις του Ιδρύματος …………., κοντά στον παραδοσιακό οικισμό των ….. και το μοναδικό πευκοδάσος του ιδρύματος – που καλύπτει περίπου το μισό νησί και διασφαλίζει τη βιώσιμη ανάπτυξή του – έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στις δραστηριότητες της ………. κατά την περίοδο λειτουργίας της Σχολής και του οικοτροφείου της (1928-1983) και κατά την περίοδο που ακολούθησε. Η διοίκηση και η διαχείριση της περιουσίας του, με βάση τη διάταξη του άρθρου 4 του καταστατικού του, το οποίο κυρώθηκε με το π.δ. 14/22-1-1928 και με το β.δ. 13/21-9-1928 (όπως τροποποιήθηκε με την από 22-6-1945 απόφαση (ΦΕΚ Α 172/1945) ανατίθεται σε Εκτελεστική Επιτροπή, αποτελούμενη από έξι έως εννέα μέλη, η οποία σύμφωνα με το άρθρο μόνο του ν. 1897/1939, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του ν.δ. 4113/1960 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ. 21 του ν. 2817/2000, ορίζεται από τον Υπουργό Παιδείας (ανανεούμενη κατά το 1/3 ανά διετία), στον οποίο περιήλθε η εποπτεία του Ιδρύματος με το π.δ. 365/1980. Μετά την υποχρεωτική λήξη της θητείας όλων των διοικήσεων των εποπτευόμενων από το Υπουργείο Παιδείας νομικών προσώπων (άρθρο 32 του ν. 4327/2015), με την υπ’ αριθμ. 19085/Ζ1/4-1-2016 (ΦΕΚ τ. ΥΟΔΔ 72/11-2-2016) απόφαση του Υπουργού Παιδείας και της Αναπληρώτριας Υπουργού, ορίστηκε εννεαμελής Εκτελεστική Επιτροπή με Πρόεδρο τον ……… (αρχιτέκτονα, εκλεγμένο μέλος του Δ.Σ. της Διεθνούς Ένωσης Αρχιτεκτόνων και μέλος του ΔΣ της Πανελλήνιας Ένωσης Αρχιτεκτόνων) και μέλη τον ……….. (Αντιπεριφερειάρχη Περιφερειακής Ενότητας Νήσων Αττικής, πρώην αξιωματικό Πολεμικού Ναυτικού, απόφοιτο της ………….), τον ……… (Δήμαρχο …….), την πρώτη των εναγομένων, ………. (οικονομολόγο), τον δεύτερο των εναγομένων, …….. (αρχιτέκτονα), τον τρίτο των εναγομένων ……… (τεχνικό του Πολεμικού Ναυτικού), την τέταρτη των εναγομένων, …….. (καθηγήτρια φυσικής αγωγής), τον …… . (ιατρό, τότε διευθυντή του πολυδύναμου ιατρείου ………) και την ………. (πτυχιούχο πληροφορικής). Η ως άνω νέα Εκτελεστική Επιτροπή συγκροτήθηκε σε σώμα δυνάμει του από 26-2-2016 πρακτικού της 1ης συνεδρίασής της, με πρόεδρο τον …….., αντιπρόεδρο τον ……. …, γραμματέα την ……. (πρώτη των εναγομένων), ταμία τον ………. (τρίτο των εναγομένων) και μέλη τους ……… (δεύτερο των εναγομένων……….. (τέταρτη των εναγομένων) και την …….. Κατόπιν δε πρότασης του προέδρου της, εκλέχθηκε ο ……….. ως επίτιμος αντιπρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής (βλ. προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από τους εναγομένους απομαγνητοφωνημένα πρακτικά 1ης συνεδρίασης της Ε.Ε., σελ. 32). Η συνεργασία των μελών της ως άνω Εκτελεστικής Επιτροπής δεν κατέστη εφικτή, καθώς από την αρχή της συγκρότησής της δεν υπήρξε σύμπνοια μεταξύ των μελών της αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας της, γεγονός που  πυροδότησε προστριβές και συγκρούσεις στους κόλπους της και ιδιαίτερα μεταξύ αφενός των πρώτης, δευτέρου, τρίτου και τέταρτης των  εναγομένων και αφετέρου του πρόεδρου της, ………, στον οποίο οι εναγόμενοι καταλόγιζαν ότι παραβίαζε τους κανόνες διαφάνειας και χρηστής διοίκησης του Ιδρύματος. Ενδεικτική της δυσλειτουργίας της εν λόγω Επιτροπής υπήρξε, μεταξύ άλλων, η αναβολή της από 3-5-2016 συνεδρίασής της, λόγω μη απαρτίας, ενόψει της απουσίας της πλειοψηφίας των μελών της και δη απάντων πλην του προέδρου αυτής, του ……. και του ………. ., κατά την οποία ωστόσο κατατέθηκε εκ μέρους του πέμπτου των εναγομένων, ……………., η αποσταλείσα από τα έξι απόντα μέλη επιστολή, αναφορικά με την εκ μέρους τους ενδεδειγμένη αντιμετώπιση διαφόρων θεμάτων για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία της Ε.Ε. Ενόψει της ανωτέρω σφοδρής αντιπαράθεσης, που είχε ανακύψει, η πρώτη των εναγομένων προσήλθε στα γραφεία του Ιδρύματος στην Αθήνα, στις 23-5-2016 και ζήτησε από την ενάγουσα να ελέγξει το βιβλίο του πρωτοκόλλου, καθώς επίσης να λάβει αντίγραφα της πρόσφατης εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας, στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων της, όπως είχε αιτηθεί και στο παρελθόν (βλ. την από 20-4-2016 επιστολή της προς τον πρόεδρο του Ιδρύματος), πλην όμως το σχετικό αίτημά της δεν ικανοποιήθηκε εκ μέρους της ενάγουσας, η οποία επικαλέσθηκε σχετική εντολή, που της είχε δοθεί από τον πρόεδρο της Ε.Ε., να μην χορηγεί αντίγραφα των εγγράφων, άνευ προηγούμενης υποβολής έγγραφου αιτήματος. Ακολούθως, την 30-5-2016 υποβλήθηκε εκ μέρους των τεσσάρων πρώτων εναγομένων και των μελών ……. και …….. αίτημα για σύγκληση της Ε.Ε. στις 4-6-2016, σύμφωνα με το άρθρο 6 του καταστατικού της …….., το οποίο δεν έγινε αποδεκτό από τον πρόεδρο αυτής για τους λόγους που εκθέτει στην από 1-6-2016 με αρ. πρωτ. …….. επιστολή του, εμπεριέχουσα ωστόσο πρόσκληση για σύγκληση της Ε.Ε. σε τακτική συνεδρίαση στις 2-7-2016, η οποία, όπως  προέκυψε, δεν έλαβε χώρα. Σχετικό αίτημα υποβλήθηκε εκ νέου από τα παραπάνω μέλη της Ε.Ε. της …………….. στις 7- 7-2016 για σύγκληση της Ε.Ε. στις 10-7-2016, κατά την οποία (ημερομηνία), ομοίως, δεν έλαβε χώρα συνεδρίαση της Ε.Ε. Συναφείς είναι οι από 2-6-2016 (με αρ. πρωτ. ….) και 8-7-2016 (με αρ. πρωτ. …../Υ1) επιστολές του Γενικού Γραμματέα και του εποπτεύοντος Υπουργού Παιδείας, ……… και ……. . αντίστοιχα, προς τον πρόεδρο της …………….., περί αναβολής της συνεδρίασης της Ε.Ε. της …………….στις 4-6-2016 και 10-7-2016. Συνεπεία της ανωτέρω διαμάχης, απεστάλησαν εκ μέρους αμφότερων των μερών επιστολές διαμαρτυρίας προς το εποπτεύον Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Ακολούθως, πριν την υποχρεωτική λήξη της θητείας της εν λόγω διοικήσεως της …………….., με την υπ’ αριθμ. 113617/21/11-7-2016 (ΦΕΚ τ. ΥΟΔΔ 7398/25-7-2016) απόφαση του Υπουργού Παιδείας και της Αναπληρώτριας Υπουργού έληξε αζημίως, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 32 παρ. 1 του ν. 4327/2015, η θητεία του προέδρου και των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής της …………….. και ορίστηκε νέα διοίκηση, με πρόεδρο τον ……….. και μέλη . ………, ήτοι αντικαταστάθηκαν οι πρώτη, δεύτερος, τρίτος και τέταρτη των εναγομένων με νέα μέλη. Μετά ταύτα, υπέβαλαν τις από 28-7-2016 και 2-8-2016 παραιτήσεις τους τα μη αντικατασταθέντα μέλη …….. και …………., με αποτέλεσμα η Εκτελεστική Επιτροπή να απομείνει επταμελής. Στο πλαίσιο της ανωτέρω αντιπαράθεσης και πριν την αντικατάστασή τους, κατά τα ανωτέρω, η πρώτη, ο δεύτερος και ο τρίτος των εναγομένων προσήλθαν στις 20-7-2016 στα γραφεία της …………….. στην Αθήνα, επί της οδού ………., αιτούμενοι από την ενάγουσα την παράδοση διαφόρων εγγράφων από το αρχείο του Ιδρύματος, καθώς και της σφραγίδας του, αίτημα που δεν ικανοποιήθηκε από την τελευταία, κατ’ επίκληση προφορικής εντολής του προέδρου της …………, με αποτέλεσμα η πρώτη εναγόμενη να καλέσει την αστυνομία, κατηγορώντας την ενάγουσα για το αδίκημα της αυτοδικίας. Ακολούθως, η ενάγουσα οδηγήθηκε στο Α.Τ. Συντάγματος, συνοδευόμενη από τους πρώτη, δεύτερο και τρίτο των εναγομένων, όπου οι τελευταίοι υπέβαλαν έγκληση σε βάρος αυτής και του προέδρου της Ε.Ε. της …………….. για την πταισματική παράβαση της αυτοδικίας και της ηθικής αυτουργίας σε αυτοδικία αντίστοιχα και, στη συνέχεια, αυτή (ενάγουσα) αφέθηκε ελεύθερη. Στην από 20-7-2016 ένορκη εξέτασή της, η πρώτη των εναγομένων ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «Είμαι διορισμένη από το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων από τις 11-2- 2016 ως μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής. Εκλέχθηκα γενική γραμματέας κατά την πρώτη συνεδρίαση της …………….. Από την ημέρα εκείνη όσες φορές, όπως είχα υποχρέωση και δικαίωμα, προσήλθα να εκτελέσω τα καθήκοντά μου δεν έγινε δυνατό αυτό, διότι αφενός ο πρόεδρος …….. με εξαίρεσε από το να λαμβάνω γνώση και να υπογράφω την εξερχόμενη αλληλογραφία, την εισερχόμενη αλληλογραφία, να φυλάττω την σφραγίδα και να τηρώ τα πρακτικά κατά παράβαση του καταστατικού και του νόμου και αφετέρου η κυρία ………, όσες φορές προσήλθα στα γραφεία του ιδρύματος στην Αθήνα …….., αρνήθηκε να λάβω γνώση της εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας παραβαίνοντας τα καθήκοντά της επικαλούμενη προφορική εντολή του προέδρου ……….. Επιθυμώ την ποινική δίωξη του προέδρου . ………. ως ηθικού αυτουργού καθώς και της κυρίας ………….». Αντιστοίχως, ο δεύτερος εναγόμενος, εξεταζόμενος ενόρκως την ίδια ως άνω ημερομηνία ανέφερε τα ακόλουθα : «Είμαι μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της …………….. και σε καμία περίπτωση δεν έχω μπορέσει να λάβω γνώση τεχνικών στοιχείων και οικονομικών (τοπογραφικά – σχέδια- παραστατικά) με αποτέλεσμα μέχρι σήμερα να μην μπορώ ούτε εγώ αλλά ούτε και κανένα μέλος της επιτροπής να γνωρίζει την πραγματική κατάσταση της περιουσίας του ιδρύματος. Όσες φορές προσήλθα στα γραφεία της σχολής όπου και κρατούνται όλα τα αρχεία, κατά παράβαση του κανονισμού της σχολής, μου απαγορεύθηκε να λάβω οποιοδήποτε στοιχείο ζήτησα από την υπάλληλο της σχολής κα …….., προφασιζόμενη ότι είχε προφορική εντολή από τον πρόεδρο του ιδρύματος κ. ……….., αλλά όπως διαπίστωσα και στην συνέχεια είχε πράγματι ρητή εντολή από τον πρόεδρο του Ιδρύματος κ. ……….. να μην μας παραδοθεί σε καμία περίπτωση οποιοδήποτε στοιχείο (υπό μορφή φωτοτυπίας) αφορά το ίδρυμα. Όλα αυτά γίνανε κατά παράβαση του καταστατικού του ιδρύματος, το οποίο ορίζει σαφώς ότι όλα τα μέλη της επιτροπής οφείλουν να έχουν πρόσβαση σε οποιοδήποτε στοιχείο του αρχείου της σχολής. Γι’ αυτόν τον λόγο θεωρώ συνυπεύθυνους την κ. ……. και τον κ. …….. ότι έδρασαν παρανόμως και δεν μου έδωσαν περιθώριο να έχω καμία ενημέρωση, θεωρώ τον ……….. ηθικό αυτουργό του όλου θέματος…». Στο ίδιο πνεύμα ο τρίτος εναγόμενος, εξεταζόμενος ενόρκως στις 20-7-2016, κατέθεσε τα ακόλουθα: «Είμαι διορισμένος από το Υπουργείο Παιδείας ως μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής και ταμίας…στην …………….. Η κυρία ………., η οποία είναι διευθύντρια της ανωτέρω σχολής, αρνείται για διάστημα περίπου έξι μηνών να μου δώσει έγγραφα, που αφορούν οικονομικά στοιχεία του Ιδρύματος, δηλαδή πληρωμές, εισπράξεις, επιχορηγήσεις, καθώς και τις τρέχουσες πληρωμές, που βάσει του καταστατικού οφείλω να γνωρίζω. Επιθυμώ την ποινική δίωξη της ……… και θεωρώ ως ηθικό αυτουργό τον ………, πρόεδρο της …………….., διότι είναι τελείως αντικαταστατικός και οι αποφάσεις του δεν έχουν εγκριθεί από την Εκτελεστική Επιτροπή…». Μεταγενεστέρως και συγκεκριμένα στις 30-3-2017, οι ανωτέρω εναγόμενοι κατέθεσαν το από 28-3-2017 συμπληρωματικό υπόμνημά τους ενώπιον του Δημοσίου Κατηγόρου Αθηνών, ο οποίος χειριζόταν τη δικογραφία για την ανωτέρω πταισματική παράβαση και ο οποίος την 4-10-2017 διαβίβασε αυτό (υπόμνημα) στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών. Βάσει του ανωτέρω υπομνήματος, σχηματίσθηκε η ΑΒΜ …….. δικογραφία, η οποία διαβιβάσθηκε στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για τις καταγγελλόμενες σε βάρος Υπουργών (Παιδείας και Ναυτιλίας) πράξεις και, αφού εξήχθησαν πλήρη αντίγραφά της, σχηματίσθηκε η υπ’ αριθ. …….. δικογραφία σε βάρος α) του ………., υπό την ιδιότητά του ως προέδρου της Εκτελεστικής Επιτροπής της …………….. και β) της ενάγουσας, υπό την ιδιότητά της ως διευθύντριας της …………….., προς διερεύνηση τυχόν τέλεσης των αξιόποινων πράξεων της απιστίας στην υπηρεσία και της παράβασης καθήκοντος, η οποία (δικογραφία) τέθηκε στο αρχείο με την υπ’ αριθμ. πρωτ. ……./24-5-2018 Διάταξη του Εισαγγελέα Εφετών, κατόπιν πρότασης της αρμόδιας Αντεισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών. Στο ανωτέρω από 28-3-2017 συμπληρωματικό υπόμνημά τους ενώπιον του Δημοσίου Κατηγόρου Αθηνών, η πρώτη, ο δεύτερος και ο τρίτος των εναγομένων ανέφεραν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «…Ο 2ος μηνυόμενος, …………, ως πρόεδρος, αποστέρησε άμα τη εκλογή του τον . ……………. από την ιδιότητα του Αντιπροέδρου και έχρησε αντ’ αυτού μη νομίμως τον εκλεκτό του ………, με το σαθρό επιχείρημα, ότι στην απόφαση διορισμού μας, το όνομα του εκλεγέντος αναφερόταν σαν …. (και όχι …..) … Εν συνεχεία έδωσε εντολή στην 1η μηνυομένη να παρεμποδίζει συστηματικά, εν τέλει δε και να απαγορεύει στους 1η, 2ο και 3ο εξ ημών να ασκούμε τα εκ του καταστατικού καθήκοντά μας. Επανειλημμένως προσήλθαμε επί ματαίω, στα επί της οδού …….. των Αθηνών (ΤΚ ………) γραφεία του ιδρύματος της …………….. 3.2.1 Η 1η εξ ημών αναφέρω τις εξής χρονολογίες α) 14/04/2016, β) 23/05/2016, γ) 20/07/2016 (χρόνος υποβολής εγκλήσεως). Συγκεκριμένα α) Την 14/04/2016 προσήλθα στα γραφεία της ……………. μετά από μήνυμα που έλαβα στο κινητό μου από τον νομικό σύμβουλο κ. ……., που ο κ. ……… είχε καταθέσει στο αρμόδιο δικαστήριο επί αγωγής της …………….. περί αναγνωρίσεως της κυριότητας επί του δασοκτήματός της, που βρίσκεται στις ……. Τα έγγραφα είχε αφήσει « …σε έναν υποφάκελο της υπόθεσης…κλπ», όπως μου είχε δηλώσει. Η 1ημηνυομένη, επικαλούμενη προφορική εντολή 2ουμηνυομένου μου «απαγόρευσε» την πρόσβαση στον υποφάκελο …Όταν μάλιστα αγνόησα την απαγόρευση, λόγω της ιδιότητάς μου και εισήλθα στο δωμάτιο που φυλάσσονταν οι φάκελοι, με έκπληξη διαπίστωσα, ότι οι συγκεκριμένοι, που αφορούσαν το ιδιοκτησιακό καθεστώς, δεν βρίσκονταν πλέον εκεί. β) Την ίδια ημέρα (14/4/2016), ζήτησα να λάβω γνώση της αλληλογραφίας με την ……., για δωρεά 20.000 ευρώ προς την …………….., του έτους 2016 (με βάση το νόμο 4374) όπως δημοσιοποιήθηκε …προκειμένου το θέμα να τεθεί σε συνεδρίαση για αποδοχή ή μη αποδοχή της δωρεάς αυτής. Η 1η μηνυόμενη αρνήθηκε να μου επιτρέψει να λάβω γνώση των εγγράφων, επικαλούμενη προφορική εντολή του 2ουμηνυομένου με το επιπλέον σαθρό αιτιολογικό, ότι η δωρεά αυτή της …….. «δεν αφορά αυτή την Ε.Ε, αλλά την προηγούμενη»!! γ) Την 23/05/2016 προσήλθα με αίτημα να λάβω γνώση της εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας, όπως ρητά από το καταστατικό ορίζεται. Η 1η μηνυομένη επικαλούμενη προφορική εντολή του 2ουμηνυομένου μου απαγόρευσε και πάλι την πρόσβαση…3.2.2. Ο 2°ς εξ ημών ουδέποτε έλαβα στοιχειώδη γνώση των δεδομένων του ταμείου της ΑΚΣΣ, προς άσκηση των καθηκόντων μου. Οι μηνυόμενοι τα κρατούσαν ως επτασφράγιστα μυστικά για τον εαυτό τους. Αναφέρω χαρακτηριστικά τα εξής α) Την 18-3-2016 προσήλθα προς μία αρχική και γενική ενημέρωσή μου ως ταμία, από την 1ημηνυομένη ως ασκούσα και χρέη λογίστριας, όπως μου είχε δηλώσει. Διαπίστωσα αμέσως, ότι ο τρόπος λειτουργίας των οικονομικών θεμάτων είναι τελείως εκτός των προβλεπόμενων από το Καταστατικό και ζήτησα να έχω ουσιώδη ενημέρωση. Επειδή λοιπόν δεν έλαβα την ενημέρωση αυτήν, όπως ανέμενα, κατέθεσα το από 18-3-2016 αριθ. πρωτ. ……… έγγραφό μου (Ιδετε σχετ. 8), με το οποίο ζητώ να αποφασίσει η Ε.Ε και να υποχρεώσει την 1ημηνυόμενη να με ενημερώσει. Ο 2°ςμηνυόμενος ουδέποτε εισήγαγε το θέμα προς συζήτηση με σκοπό να με παρεμποδίσει στην άσκηση των καθηκόντων μου. Έκτοτε ουδεμίαν ενημέρωση έλαβα από την 1ημηνυομένη για τα οικονομικά του Ιδρύματος, β) Την 01/06/2016 έστειλα με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο το αίτημά μου για ενημέρωση, καθότι οι δύο μηνυόμενοι είχαν επιβάλει αυθαιρέτως και παρανόμως απόλυτη συσκότιση ως προς τα οικονομικά θέματα της …………….. Ζήτησα ειδικότερα να λάβω γνώση εσωλογιστικών στοιχείων – αξιόπιστων δηλαδή στοιχείων που αφορούσαν το ταμείο του ιδρύματος (Ιδετε σχετ. 9) Ουδέποτε έλαβα απάντηση!! Σημείωση: Όλες οι οικονομικές συναλλαγές, εισπράξεις, πληρωμές διαμέσου των συνεργαζόμενων με το Ίδρυμα τραπεζών δεν έφεραν την υπογραφή μου ως ταμία, αλλά, εξ όσων άκουσα, την υπογραφή του δήθεν «αντιπροέδρου» …………!! 3.2.3 Ο 3°ς εξ ημών αναφέρω τις εξής χρονολογίες α) 14/4/2016 β) 20/07/2016 (χρόνος εγκλήσεως). Συγκεκριμένα την 14/04/2016 προσήλθα με αίτημα να λάβω γνώση και ενδεχομένως και φωτοτυπίες εγγράφων, που αφορούν αμοιβές και συμφωνητικά του τοπογράφου μηχανικού ………., καθώς και πλήρη σειρά τοπογραφικών, που φέρεται ότι είχε αυτός συντάξει για την ενώπιον των Δικαστηρίων υποστήριξη της παραπάνω αγωγής της ……………. για το δασόκτημά της. Σκοπός μου ήταν να συμβάλω εις την προστασία της περιουσίας του Ιδρύματος κατά παντός κακόβουλου καταπατητή, ακόμη και αν παρουσιαστεί υποκριτικά εκμεταλλευόμενος υστερόβουλα κάποιον κρατικού φορέα. Η 1ημηνυόμενη αρνήθηκε την ενημέρωσή μου, επικαλούμενη προφορική εντολή του 2ου (Ιδετε σχετ. …, αριθ. πρωτ. ….). 3.3. Σημείωση: Επειδή η 1η εξ ημών, ασκώντας τα καθήκοντά μου, είχα λάβει γνώση κάποιων εγγράφων, την 30η  και την 31η Μαρτίου 2016, αγνοώντας τις ιταμές απαγορεύσεις των 1ης και 2ου εκ των μηνυομένων, είχαν έκτοτε αυτοί σχεδιάσει να κλειδώνουν τους «ευαίσθητους» χώρους, ώστε να καταστήσουν την ενημέρωσή μας ανέφικτη. 3.4.1. Την 20η Ιουλίου 2016 μεταβήκαμε και οι τρεις στα γραφεία της …………….., προκειμένου να ασκήσουμε τα καθήκοντά μας, καθώς αφενός μεν ο πρόεδρος δεν συγκαλούσε εις συνεδρίαση την Ε.Ε, αφετέρου δε οι όποιες προσκλήσεις για σύγκληση εις συνεδρίαση της Ε.Ε, που έγιναν με πρωτοβουλία έξι μελών (όπως προβλέπει και το καταστατικό), δεν πραγματοποιήθηκαν με την αυθαίρετη και μη σύννομη παρέμβαση του τέως υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων ………. και του Γενικού Γραμματέα του ιδίου Υπουργείου . ………. Και την 20-7-2016 η 1ημηνυομένη, κατά τη πάγια πρακτική της, μας απαγόρευσε την πρόσβαση στα έγγραφα, τα οποία ζητήσαμε, επικαλούμενη για πολλοστή φορά προφορική εντολή του 2ουμηνυομένου. Τότε τους καταμηνύσαμε στο αρμόδιο Αστυνομικό Τμήμα.3.4.2. Συγκεκριμένα αναφέρουμε, ότι οι κ.κ ….. και ..….., κατά παράβαση του νόμου, αυθαιρέτως και αναιτιολογήτως, ματαίωσαν δύο φορές δια των υπ’ αριθ. πρωτ. …../02-06-2016…και …/Υ1 /08-07-2016 …εγγράφων τους, αντίστοιχες συνεδριάσεις της ΕΕ του ιδρύματος (της 04-06-2016 και της 10-7-2016). Οι υπουργοί δηλαδή θα έκριναν, πότε θα συνεδριάσει η διοίκηση του Ιδρύματος, ποία θέματα θα συζητήσει και τί θα αποφασίσει, άλλως οι συνεδριάσεις ματαιώνονταν παρανόμως!! Οι συνεδριάσεις αυτές είχαν ορισθεί, κατά το καταστατικό, με πρωτοβουλία έξι εκ των εννέα μελών της Ε.Ε., καθώς ο 2°ςμηνυόμενος ως πρόεδρός της, απέφευγε πεισμόνως να ορίσει τις δέουσες ημέρες συνεδριάσεως, πέραν των τριών αρχικών (της 25/02/2016, 22/03/2016, 10/04/2016). Κατ’ αυτές – σημειωτέον – το μεν έγιναν τα αποκαλυπτήρια των μη σύννομων προθέσεών του, το δε προέκυψε, ότι η συντριπτική πλειονοψηφία των μελών της Ε.Ε. ουδόλως ήταν διατεθειμένοι να ενεργήσουν, παρά την συνείδησή τους, σαν διακοσμητικά στοιχεία. Συγκεκριμένα κατά την 3η συνεδρίαση της ΕΕ της 10-4-2016 θέσαμε το θέμα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του δασοκτήματος του ιδρύματος της …………….με το υπ’ αριθ. πρωτ. ………/2016 έγγραφο μας (σχετ. 13), το οποίο παραθέτουμε αυτούσιο  …… Όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. 4/2001 απόφαση του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιώς, το δικαίωμα νομής του Ιδρύματος επί των εν θέματι δασικών εκτάσεων απετέλεσε αντικείμενο αντιδικίας, μεταξύ του Ιδρύματος και του Δημοσίου. Η ανωτέρω απόφαση δικαίωσε πλήρως το Ίδρυμα…Υπό οποιαδήποτε εκδοχή το ιδιοκτησιακό καθεστώς πρέπει να αποσαφηνισθεί οριστικά, δια της ολοκληρώσεως της δικαστικής οδού, …Εξυπακούεται, ότι η δικαίωση του Ιδρύματος θα αποτρέψει και τον προφανή κίνδυνο να περιέλθουν κατ’ ουσίαν οι εν θέματι εκτάσεις στο ΤΑΙΠΕΔ και έτσι να ματαιωθεί το όραμα του αείμνηστου …………». 4. Η εμπλοκή των κατωτέρω τεσσάρων κρατικών λειτουργών ιδιοτελής στόχος και πάλι το δασόκτημα των …………….!! 4.1. Στην αρχή πιστεύαμε αφελώς, ότι ο 2°ς μηνυόμενος ενεργούσε, όπως ανωτέρω, αφ’ εαυτού και βάσει δικού του αποκλειστικού μη νόμιμου σχεδίου, χρησιμοποιώντας την 1η ως πειθήνιο εκτελεστικό όργανο. Οι εξελίξεις όμως μας έπεισαν ακραδάντως, ότι οι πράξεις και οι παραλείψεις του τελούσαν υπό την αιγίδα των κατωτέρω τεσσάρων κρατικών λειτουργών, ως αρμόδιων κυβερνητικών παραγόντων και ηθικών αυτουργών του. Στόχος του σχεδίου απάντων είναι η αποστέρηση του Ιδρύματος της …………….από το δασόκτημά του και η ένταξή του εις το ΤΑΙΠΕΔ, με άγνωστο «προορισμό». Την πεποίθησή μας αυτήν αντλούμε και από προφορικές επικοινωνίες μας μετ’ αυτών και από τα έγγραφα, που εκείνοι εξέδωσαν σχετικώς…4.2.3. Την 10η Ιουνίου η 1η εξ ημών ….. ……………. συνάντησα την τέως αναπληρώτρια υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων  κ. ………. και της εξέθεσα τα θέματα, που είχαν ανακύψει από: α) την δημόσια αμφισβήτηση των δικαιωμάτων της …………….. επί του δασοκτήματος εκ μέρους του 1ουμηνυομένου, β) την μη τήρηση από αυτόν του καταστατικού και την προκλητική παρεμπόδιση άσκησης των καθηκόντων μας από τον ίδιο και την 1η μηνυομένη, γ) την εμφάνιση σαν αντιπροέδρου, αντί του εκλεγμένου, κ. .. ……………., του «εκλεκτού» του προέδρου κ. ……, δ) την μη προσήκουσα τήρηση των πρακτικών των συνεδριάσεων της ΕΕ, σύμφωνα με τις μαγνητοφωνήσεις, ε) την παράλειψη παράδοσης – παραλαβής από την προηγούμενη Ε.Ε. 5. Το από 31/08/2016 έγγραφο προς τον κύριο Πρωθυπουργό 5.1. Καθώς οι 1η και 2°ς μηνυόμενοι προέβαιναν δολίως εις κατ’ εξακολούθηση μη νόμιμες και επιβλαβείς για το ίδρυμα της …………….. πράξεις και παραλείψεις, με την ηθική αυτουργία και την κάλυψη των κατωτέρω τεσσάρων κρατικών λειτουργών, αντιδράσαμε αρχικά με το προσαγόμενο έγγραφο μας προς τον 1ο εξ αυτών …… …………………2. Εν συνεχεία η 1η εξ ημών απηύθυνα, δια του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, το υπ’ αριθ. πρωτ. .. …../2016 έγγραφό μου προς τον κύριο Πρωθυπουργό. Στο έγγραφό μου αυτό περιγράφονται συνοπτικώς οι δόλιες κατ’ εξακολούθηση μη νόμιμες και επιβλαβείς για την …………….πράξεις και παραλείψεις τόσο των μηνυομένων, όσο και των κατωτέρω τεσσάρων κρατικών λειτουργών. …7. Εν κατακλείδι 7.1. Από τα ανωτέρω προκύπτει, ότι η 1ημηνυομένη προέβη εσκεμμένως στις πράξεις και παραλείψεις, που καταμηνύσαμε, με την ηθική αυτουργία του 2ουμηνυομένου, ενώ ο τελευταίος την υποκίνησε προς τούτο, ενεργώντας βάσει προδιαγεγραμμένου σχεδίου και των εξής κρατικών λειτουργών 1. . ………………..2. ………. 3. ……… 4. …………….». Περαιτέρω, στο από 28-3-2017 υπόμνημα αναφέρεται ότι η πρώτη των εναγομένων είχε αποστείλει στις 31-8-2016 επιστολή προς τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας, ………., με τις εξής αναφορές στο πρόσωπο της ενάγουσας «…4.3. Περαιτέρω, η υπάλληλος του Ιδρύματος κ. ………, κατ’ εντολήν του κ.  . ……………., όπως η ίδια δήλωσε, την 20-7-2016, αρνήθηκε καθ’ υποτροπήν – σημειωτέον- να επιτρέψει εις εμένα, ως Γενική Γραμματέα, εις τον κ.  . ……………. ως ταμία και εις τον κ. ……, ως μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής, που είχαμε προσέλθει εις τα γραφεία του Ιδρύματος, να ασκήσουμε τα καθήκοντά μας. Καθώς η μεθοδευμένα απαξιωτική συμπεριφορά της αυτή είχε καταστεί πλέον πάγια, αναγκαστήκαμε να πράξουμε τα νόμιμα, κατόπιν δε ενεργειών μας η κ. ……… οδηγήθηκε, κατά την διαδικασία του αυτοφώρου, στο πλησιέστερο Αστυνομικό Τμήμα, όπου ακολούθησαν τα περαιτέρω. …». Στο πλαίσιο της ανωτέρω από 20-7- 2016 εγκλήσεως, η τέταρτη των εναγομένων στην από 9-12-2018 ένορκη κατάθεσή της ανέφερε τα ακόλουθα: «Είμαι Διευθύντρια του Γενικού Λυκείου ……………. και διετέλεσα μέλος της ΕΕ της …………….από τις 11.2.2016 έως 24.7.2016. Συντάσσομαι πλήρως με το κατατεθέν υπόμνημα και έχω να πω τα εξής: … Ακόμα θέλω να τονίσω γεγονότα απαξιωτικά για το ήθος και την ιδέα της ….. ανά την Ελλάδα και τον κόσμο από τους ίδιους τους αντιπροσώπους του ιδρύματος όπως τον κ. ……. και την κ. ………, διευθύντρια από 1.11.2012,σε συνεργασία με τον κ. Αντιπεριφερειάρχη ……….Στην συνεδρίαση λοιπόν της 10ης Απριλίου 2016, επειδή η κ. …… θεώρησε ότι δεν πέρασε η επιθυμία της για πρόσληψη συγκεκριμένου ατόμου καθαριότητας που ήταν η προτίμησή της, το έθεσε θέμα με αποτέλεσμα ενώπιον των προτεινόμενων, φορέων της νήσου, περί τα 60 άτομα, να δεχόμαστε επίθεση σκαιότατη τόσο εγώ όσο και τα λοιπά μέλη της υποεπιτροπής από τον κ. …….., ενώ ο κ. …. παρακολουθούσε γελώντας και επικροτώντας την συμπεριφορά αυτή…Ακόμα θέλω να επισημάνω τις αιτιάσεις του κ. ……………. ., ταμία του ιδρύματος προς την κ. ……, διευθύντρια του ιδρύματος κυρίως κατά την δεύτερη συνεδρίαση αλλά και στην πρώτη όταν δηλαδή ο εν λόγω ταμίας έκρινε και επέπληξε την κ. ……. για τα ελλιπή οικονομικά στοιχεία, που έδινε στην επιτροπή αναφορικά με την οικονομική πορεία του ιδρύματος και του γεγονός ότι δεν επιμελείτο, ως όφειλε, να υπάρχουν πρακτικά παράδοσης – παραλαβής στις συναλλαγές των μελών της εκτελεστικής επιτροπής. Γνωρίζω ακόμα ότι η εν λόγω κυρία υπακούοντας σε προφορικές εντολές του κ. ……….. απαγόρευσε σε αρμόδια μέλη της Ε.Ε την πρόσβαση σε αρχεία του ιδρύματος για έγγραφα, όπως τοπογραφικά, οικονομική διαχείριση, αλληλογραφία». Στο πλαίσιο της ανωτέρω από 20-7-2016 εγκλήσεως, ο πέμπτος των εναγομένων, σύζυγος της πρώτης εξ αυτών, στην από 9-12-2018 ένορκη κατάθεσή του ανέφερε τα ακόλουθα: Συντάσσομαι με το κατατεθέν υπόμνημα και έχω να πω ότι προσωπικά στον κ. …… πρότεινα τα άνω μέλη της Ε.Ε χωρίς κομματικά κριτήρια, η οποία πρόταση έγινε αποδεικτή. Τον κ. …….. τον πρότεινε ο κ. ….. στον Υπουργό κ. …….. Οι συνεδριάσεις ήταν ανοικτές και εγώ παρακολουθούσα τα τεκταινόμενα….Ζητήθηκε επισήμως από τον ταμία του ιδρύματος γραπτώς να δοθούν στοιχεία σχετικά με τους ειδικούς λογαριασμούς για τις 800.000 ευρώ που εισέρευσαν στο ταμείο του ιδρύματος το 2012 και τα 280.000 ευρώ επιχορήγησης του Υπουργείου Παιδείας ως και προϋπολογισμοί – απολογισμοί των ετών 2011, 2012, 2013, 2014 και 2015 με εξωλογιστικά στοιχεία από την κ. …., διευθύντρια του ιδρύματος, η οποία αρνήθηκε επικαλούμενη προφορική εντολή του κ. ……….Ο κ. . …………….. ταμίας του ιδρύματος ουδέποτε ελάμβανε γνώση για οικονομικά θέματα και είχε αντικατασταθεί η υπογραφή του από του κ. .». Η ενάγουσα διατείνεται στην αγωγή της ότι όσα διέλαβαν σε βάρος της η πρώτη, ο δεύτερος και ο τρίτος των εναγομένων στις από 20-7-2016 ένορκες καταθέσεις τους, επέχουσες θέση εγκλήσεως σε βάρος της και στο από 28-3-2017 συμπληρωματικό τους υπόμνημα, για την προβαλλόμενη εκ μέρους της συστηματική παρεμπόδιση να ασκούν τα καταστατικά τους καθήκοντα και ιδίως αυτό της ενημέρωσης για τις υποθέσεις του Ιδρύματος, είναι ψευδή, κατατέθηκαν δε εν γνώσει του ψεύδους από τους ως άνω εναγόμενους, για να την συκοφαντήσουν ως άνθρωπο και επαγγελματία και να προκαλέσουν την ποινική της δίωξη. Σχετικά με το πιο πάνω ζήτημα αποδείχθηκαν από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η διοίκηση και η διαχείριση της περιουσίας της …………….., με βάση τη διάταξη του άρθρου 4 του Καταστατικού του, το οποίο κυρώθηκε με το π.δ. 14/22-1-1928 και με το β.δ. 13/21-9-1928 (όπως τροποποιήθηκε με την από 22-6- 1945 Απόφαση (ΦΕΚ Α 172/1945), ανατέθηκε σε Εκτελεστική Επιτροπή αποτελούμενη από έξι έως εννέα μέλη, η οποία σύμφωνα με το άρθρο μόνο του ν. 1897/1939 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του ν.δ. 4113/1960 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ. 21 του ν. 2817/2000, ορίζεται από τον Υπουργό Παιδείας (ανανεούμενη κατά το 1/3 ανά διετία), στον οποίο περιήλθε η εποπτεία του Ιδρύματος με το π.δ. 365/1980. Σύμφωνα α) με το άρθρο 5 του καταστατικού αυτής «Η Εκτελεστική Επιτροπή εκλέγει εκ των μελών αυτής τον Πρόεδρον, Αντιπρόεδρον, Ταμίαν και Γραμματέα. Ο Πρόεδρος εκπροσωπεί το ίδρυμα ενώπιον πάσης Δικαστικής, Διοικητικής ή άλλης Αρχής. Τον Πρόεδρο απόντα ή κωλυόμενον, αναπληροί ο Αντιπρόεδρος. Τον Ταμία απόντα ή κωλυόμενον, αναπληροί ο Αντιπρόεδρος», β) με το άρθρο 6 του Καταστατικού της «Η Εκτελεστική Επιτροπή συνέρχεται εις συνεδρίαν τη προσκλήσει του Προέδρου ή τη αιτήσει δύο τουλάχιστον των μελών αυτής, ευρίσκεται δε εν απαρτία παρόντων τεσσάρων τουλάχιστον εκ των μελών αυτής. Αι αποφάσεις του Συμβουλίου λαμβάνονται δια πλειοψηφίας των παρόντων κατά την Συνεδρίασιν μελών, εν περιπτώσει δε ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προεδρεύοντος», γ) με το άρθρο 7 του Καταστατικού της «Η Εκτελεστική Επιτροπή έχει την διοίκησιν και διαχείρισιν της περιουσίας της …….. Σχολής ……………., προερχομένης εκ δωρεών, κληρονομικών, κληροδοτημάτων, διδάκτρων και οιωνδήποτε άλλων πόρων και εισπράξεων. Συντάσσει τον Εσωτερικόν Κανονισμόν της ρηθείσης Σχολής και καθορίζει εν γένει πάντα τα αφορώντα την λειτουργία της Σχολής, προσλαμβάνουσα άπαν το αναγκαιούν εις την λειτουργίας της σχολής προσωπικόν… .Τα του οργανισμού της οικονομικής υπηρεσίας και εν γένει ζητήματα του μη διδάσκοντος προσωπικού κανονίζονται εκάστοτε δια πράξεων της Εκτελεστικής Επιτροπής. Η Επιτροπή δύναται να αναθέση εις εν ή πλείονα των μελών της την ενάσκησιν όλων ή τινών εκ των δικαιωμάτων αυτής, δ) με το άρθρο 8 του Καταστατικού της «Ο Γραμματεύς της Εκτελεστικής Επιτροπής συντάσσει τα πρακτικά αυτής, τηρεί την αλληλογραφίαν του ιδρύματος, φυλάττει την σφραγίδα εις το Αρχείον και συνυπογράφει μετά του Προέδρου τα εξερχόμενα έγγραφα. Ο Ταμίας ενεργεί τας εισπράξεις και τας πληρωμάς, καθ’ όν τρόπον ήθελεν ορίσει η Εκτελεστική Επιτροπή». Εκ των ανωτέρω διατάξεων του καταστατικού της …………….. σαφώς συνάγεται ότι το εν λόγω Ίδρυμα εκπροσωπείται επί δικαστηρίου και εξωδίκως από τον πρόεδρο της Εκτελεστικής Επιτροπής και κατά τα λοιπά όσον αφορά την εν γένει διοίκηση και διαχείριση της περιουσίας του από την Εκτελεστική Επιτροπή, τα μέλη της οποίας ενεργούν συλλογικά, λαμβάνοντας αποφάσεις δια πλειοψηφίας των παρόντων κατά τις συνεδριάσεις αυτής μελών της. Σαφώς καθορισμένα εκ του Καταστατικού της …………….. είναι και τα καθήκοντα του γραμματέα και του ταμία της Εκτελεστικής Επιτροπής του ιδρύματος, αντίστοιχα, εκ των οποίων ο μεν γραμματέας συντάσσει τα πρακτικά αυτής, τηρεί την αλληλογραφία του ιδρύματος και φυλάσσει την σφραγίδα του στο αρχείο αυτού, συνυπογράφοντας μετά του προέδρου τα εξερχόμενα έγγραφα, ο δε ταμίας ενεργεί τις εισπράξεις και τις πληρωμές, καθ’ ον τρόπο ήθελε ορίσει η Εκτελεστική Επιτροπή. Από την διεξοδική επισκόπηση του εισφερθέντος στην παρούσα δίκη αποδεικτικού υλικού και δη, μεταξύ άλλων, των απομαγνητοφωνημένων πρακτικών της 1ης και 2ης συνεδρίασης της Εκτελεστικής Επιτροπής της …………….., η γνησιότητα του περιεχομένου των οποίων δεν αμφισβητήθηκε εκ μέρους της ενάγουσας, προέκυψε ότι οι εναγόμενοι (η πρώτη υπό την ιδιότητά της ως γενικής γραμματέως, ο δεύτερος ως μέλους και ο τρίτος ως ταμία της Εκτελεστικής Επιτροπής), ως εκ της ιδιότητάς τους είχαν νόμιμο και καταστατικό δικαίωμα (και υποχρέωση προς άσκηση των σχετικών καθηκόντων τους) ενημέρωσής τους για την πορεία των υποθέσεων, που άπτονταν της διοίκησης και διαχείρισης του ιδρύματος δια της ελεύθερης προσβάσεως στο αρχείο αυτής, εξετάσεως των βιβλίων και εγγράφων της και λήψεως φωτοαντιγράφων αυτών. Ειδικότερα δε, η πρώτη των εναγομένων είχε υποχρέωση σύνταξης των πρακτικών συνεδριάσεως της Εκτελεστικής Επιτροπής, συνυπογραφής μετά του προέδρου των εξερχομένων εγγράφων, τήρησης της αλληλογραφίας του ιδρύματος και φύλαξης της σφραγίδας αυτής στο αρχείο αυτού και ο τρίτος των εναγομένων διενέργειας των εισπράξεων και πληρωμών, συνακόλουθα τήρησης του ταμείου του Ιδρύματος. Πάρα ταύτα, από τον χρόνο διορισμού τους έως την αντικατάστασή τους δεν κατέστη εφικτό να λάβουν μια επαρκή ενημέρωση για την πορεία των υποθέσεων του ιδρύματος, δια της εξετάσεως των βιβλίων και εγγράφων αυτού και δια της λήψεως φωτοαντιγράφων αυτών. Όπως προεκτέθηκε, η σχέση των ανωτέρω μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής με τον πρόεδρο αυτής, που ασκούσε τα καθήκοντά του απολύτως συγκεντρωτικά, θεωρώντας ότι είχε υπερέχουσα θέση έναντι των λοιπών μελών της Ε.Ε., υπήρξε εξαρχής συγκρουσιακή, γεγονός που ευλόγως αξιολογήθηκε αρνητικά από τους εναγομένους, πυροδοτώντας προστριβές και συγκρούσεις. Η ενάγουσα, που κατείχε την υπαλληλική θέση της διευθύντριας του Ιδρύματος, συμμορφωνόταν άκριτα στις μη σύννομες εντολές του προέδρου της Εκτελεστικής Επιτροπής, σχετικά με τη μη παροχή πλήρους ενημέρωσης και στοιχείων, που αφορούσαν στο Ίδρυμα, προς τα υπόλοιπα μέλη της  Ε.Ε,. ενόσω, όπως αποδείχθηκε, (κάνοντας διακριτική μεταχείριση), στον πρόεδρο της Ε.Ε παρείχε πλήρη ενημέρωση, θέτοντας στη διάθεσή του όλα τα στοιχεία και τα έγγραφα, που βρίσκονταν στην κατοχή του Ιδρύματος. Ειδικότερα, κατά την επίσκεψη της πρώτης των εναγομένων στα γραφεία του Ιδρύματος, στις 14-4-2016,  προκειμένου να λάβει αντίγραφα των προτάσεων και των σχετικών, που ο δικηγόρος  του Ιδρύματος ……. είχε καταθέσει επί αγωγής της …………….. κατά του Δημοσίου, για την αναγνώριση της κυριότητας αυτού στο ως άνω δασόκτημα, όπως είχε συνεννοηθεί προηγουμένως με τον ως άνω δικηγόρο, η ενάγουσα, επικαλούμενη προφορική εντολή του προέδρου του Ιδρύματος, της απαγόρευσε την πρόσβαση και όταν αυτή (1η εναγόμενη)αγνόησε την απαγόρευση αυτή και εισήλθε στο χώρο όπου φυλάσσονταν οι φάκελοι, διαπίστωσε ότι ο συγκεκριμένος φάκελος δεν βρισκόταν εκεί. Επίσης, την ίδια ημέρα (14-4-2016), η πρώτη των εναγομένων ζήτησε να λάβει γνώση της αλληλογραφίας με την ……, σχετικά με μια δωρεά ποσού 20.000 ευρώ προς την …………….., το έτος 2016, πλην όμως η ενάγουσα αρνήθηκε και πάλι, επικαλούμενη προφορική εντολή του προέδρου του Ιδρύματος και επιπλέον ότι το αίτημά της αυτό δεν είχε συνάφεια με τα καθήκοντά της. Ομοίως, στις 23-5-2016, όταν η πρώτη των εναγομένων είχε προσέλθει στα γραφεία του Ιδρύματος στην Αθήνα, ζητώντας από την ενάγουσα να ελέγξει το βιβλίο του πρωτοκόλλου, καθώς επίσης να λάβει αντίγραφα της πρόσφατης εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας, στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων της, όπως είχε αιτηθεί και στο παρελθόν (βλ. την από 20-4-2016 επιστολή της προς τον πρόεδρο του Ιδρύματος), δεν κατέστη δυνατή η εκ μέρους της άσκηση του δικαιώματός της πληροφόρησης, λόγω άρνησης της ενάγουσας, με την αιτιολογία ότι είχε εντολή από τον πρόεδρο της Ε.Ε. να μην χορηγεί αντίγραφα των εγγράφων άνευ υποβολής προηγούμενου έγγραφου αιτήματος. Αναφορικά με τον δεύτερο εναγόμενο, μέλος της Ε.Ε., αποδείχθηκε ότι, επί σχετικού αιτήματός του προς την ενάγουσα, στις 14-4-2016, να λάβει γνώση και αντίγραφα των εγγράφων, που αφορούσαν σε αμοιβές και συμφωνητικά του τοπογράφου μηχανικού …….., καθώς και πλήρη σειρά των τοπογραφικών διαγραμμάτων, που αυτός είχε συντάξει για την ενώπιον των δικαστηρίων υποστήριξη της προαναφερόμενης αγωγής της …………….., για το δασόκτημά της, η ενάγουσα αρνήθηκε την ενημέρωσή του κατά το σκέλος της λήψης  αντιγράφων των σχετικών εγγράφων, επικαλούμενη προφορική εντολή του προέδρου της …………….., στον οποίο τον παρέπεμψε προκειμένου να αιτηθεί τη λήψη των σχετικών εγγράφων. Ο δε τρίτος των εναγομένων, υπό την ιδιότητά του ως ταμία της Ε.Ε. του ιδρύματος, καίτοι είχε θέσει το ζήτημα της ενημέρωσής του επί των οικονομικών θεμάτων του ιδρύματος και της ανάγκης τήρησης της διαδικασίας παράδοσης – παραλαβής του ταμείου αυτού από την προηγούμενη διοίκηση, ήδη από τις πρώτες συνεδριάσεις της Ε.Ε., επειδή (πέραν μιας γενικής εικόνας και των ισολογισμών του Ιδρύματος των ετών 2012, 2013 και 2014), δεν έλαβε ουσιαστική ενημέρωση από την ενάγουσα, υποχρεώθηκε σε υποβολή έγγραφου αιτήματος για την λήψη άδειας ενημέρωσής του από την Ε.Ε. για τα οικονομικά ζητήματα του Ιδρύματος, το οποίο δεν ικανοποιήθηκε, καθόσον ο πρόεδρος της …………….. ουδέποτε εισήγαγε το θέμα αυτό προς συζήτηση στην Ε.Ε. (βλ. σχετ. τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά της 1ης και 2ης συνεδρίασης της Ε.Ε., σε συνδυασμό αφενός μεν με την από 1-6-2016 επιστολή του τρίτου εναγομένου προς τον πρόεδρο της Ε.Ε. και τα μέλη αυτής, αφετέρου δε με το μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της ενάγουσας προς τα μέλη της Ε.Ε. με ημερομηνία 30-3-2016, περί αποστολής σε ηλεκτρονική μορφή των ισολογισμών των ετών 2013 και 2014). Εξάλλου, κατά την επίσκεψη της πρώτης, του δευτέρου και της τρίτης των εναγομένων στα γραφεία του Ιδρύματος στην Αθήνα στις 20-7-2016, η ενάγουσα αρνήθηκε να τους χορηγήσει τα έγγραφα που αιτήθηκαν προτού συνεννοηθεί με τον πρόεδρο της Ε.Ε., λόγω της εντολής που είχε εκ μέρους του τελευταίου να μην χορηγεί αντίγραφα των εγγράφων, άνευ υποβολής προηγούμενου έγγραφου αιτήματος, όπως συνομολογεί στην αγωγή της και όπως προκύπτει άλλωστε και από το προσκομισθέν μετ’ επικλήσεως από 23-5-2016 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της ενάγουσας προς τον πρόεδρο της Ε.Ε. Σημειώνεται δε ότι, όπως αποδείχθηκε, κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή (20-7-2016) υποβολής της εγκλήσεως, οι εναγόμενοι δεν είχαν λάβει θετική γνώση της αντικαταστάσεώς τους, δοθέντος ότι και η σχετική απόφαση δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος Υ.Ο.Δ.Δ.) μεταγενεστέρως, ήτοι στις 25-7-2016, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως με αρ. φυλ. 398 ΦΕΚ. Συνεπώς, κατά το νόμο, οι εναγόμενοι παρέμεναν μέλη της Ε.Ε του Ιδρύματος μέχρι τις 25-7-2016.

Κατά τα ανωτέρω αναφερθέντα, η άρνηση της ενάγουσας να ικανοποιήσει το νόμιμο και βάσιμο δικαίωμα των ως άνω εναγομένων να λαμβάνουν γνώση για κάθε υπόθεση του ιδρύματος, να εξετάζουν τα βιβλία και έγγραφα και να λαμβάνουν αντίγραφα αυτών, εντός του πλαισίου λειτουργίας του Ιδρύματος και των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της διοίκησής του, έλαβε χώρα κατά παράβαση του νόμου και του  καταστατικού της …………….. Υπό το πρίσμα αυτό, η εν λόγω συμπεριφορά της ενάγουσας, που, λόγω της μόρφωσής της και της μακράς διοικητικής της εμπειρίας, γνώριζε ότι δεν ήταν σύννομη, δικαιολογημένα εκλήφθηκε από τους εναγόμενους ως προσπάθεια παρεμπόδισης άσκησης των καθηκόντων τους, ιδίως ενόψει της κατ’ επανάληψη και για ικανό χρονικό διάστημα διάρκειάς της. Κατ’ επέκταση, τα όσα ανέφεραν σχετικώς η πρώτη, ο δεύτερος και ο τρίτος των εναγομένων, τόσο στην από 20-7-2016 έγκλησή τους, όσο και στο από 28-3-2017 συμπληρωματικό τους υπόμνημα και κατέθεσαν ενόρκως προς επίρρωση του περιεχομένου της ως άνω έγκλησης η τέταρτη και ο πέμπτος των εναγομένων, αποδείχθηκε ότι ήταν αληθή, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της ενάγουσας. Προκύπτει δε ότι, όταν η πρώτη, ο δεύτερος και ο τρίτος των εναγομένων καταμήνυσαν την ενάγουσα για την προαναφερόμενη πράξη της αυτοδικίας, δεν επεδίωξαν την ποινική της δίωξη με πρόθεση να προσβάλουν την προσωπικότητά της και να θίξουν την τιμή και την υπόληψή της, όπως η ίδια ισχυρίζεται, αλλά ενήργησαν κατ’ αυτόν τον τρόπο προκειμένου να ασκήσουν προσηκόντως τα καθήκοντά τους, σύμφωνα με το νόμο και τις διατάξεις του καταστατικού και να προασπίσουν τα συμφέροντα του Ιδρύματος, τα οποία, κατά την κρίση τους, θίγονταν, χωρίς οποιοδήποτε σκοπό εξύβρισής της. Ομοίως, η τέταρτη και ο πέμπτος των εναγομένων, στο πλαίσιο του καθήκοντος μαρτυρίας, κατέθεσαν τα όσα γνώριζαν σχετικά με τις δυσχέρειες, που αντιμετώπιζαν οι λοιποί εναγόμενοι, κατά την ενάσκηση του δικαιώματος πληροφόρησής τους για την πορεία των υποθέσεων του Ιδρύματος, χωρίς σκοπό εξύβρισής της. Επίσης, οι εναγόμενοι δεν ευθύνονται για το γεγονός της σύλληψης της ενάγουσας, το οποίο έλαβε χώρα λόγω της εφαρμογής της αυτόφωρης διαδικασίας και, συνεπώς, δεν προκύπτει κάποιας μορφής υπαιτιότητα των εναγομένων για την πρόκληση στενοχώριας και ταλαιπωρίας στην ενάγουσα από το περιστατικό αυτό. Η ως άνω ενέργειά τους κρίνεται ότι δεν υπερβαίνει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, το επιβαλλόμενο και αντικειμενικά αναγκαίο μέτρο για την άσκηση των δικαιωμάτων τους και, συνεπώς, αυτοί δεν ενήργησαν παράνομα, υποβάλλοντας τη σχετική έγκληση.

Περαιτέρω, όσον αφορά στα  αναφερόμενα από την πρώτη, τον δεύτερο και τον τρίτο των εναγομένων στο από 28-3-2017 συμπληρωματικό τους υπόμνημα, σχετικά με την εν γνώσει συμμετοχή της ενάγουσας σε ένα ευρύτερο  σχέδιο, του οποίου ενορχηστρωτές ήταν ο τότε Υπουργός Παιδείας, η τότε Αναπληρώτρια Υπουργός Παιδείας, ο τότε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας και ο τότε Υπουργός Ναυτιλίας, ώστε να αποστερηθεί το Ίδρυμα από  το ευρισκόμενο επί των ……… πευκοδάσος του, με κίνδυνο να υπαχθεί στο ΤΑΙΠΕΔ και με τον τρόπο αυτόν να ζημιωθεί οικονομικά το Ίδρυμα, δεν προέκυψε ότι αυτά ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Ειδικότερα, όπως αποδείχθηκε, μετά την υποβολή του από 28-3-2017  υπομνήματος των τριών πρώτων εναγομένων, διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση για απιστία στην υπηρεσία και παράβαση καθήκοντος σε βάρος του προέδρου της Ε.Ε της …………………………… και της ενάγουσας (υπό συμμετοχική μορφή ως προς αυτήν), πλην όμως η δικογραφία  τέθηκε στο αρχείο, λόγω μη υπάρξεως επαρκών ενδείξεων ενοχής, με την υπ’ αριθμ. ………/2018 πράξη της αρμόδιας Αντεισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών, η οποία εγκρίθηκε από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο τοπικός ευεργέτης των ……………. και ιδρυτής της …………….., …………., αφού αγόρασε με πλήθος αγοραπωλητήριων συμβολαίων μεγάλες εκτάσεις καλλιεργούμενης αγροτικής γης στο νησί των …….., επιμελήθηκε για τη φύτευσή τους με πεύκα και τη δημιουργία δάσους, έκτασης 9.500 στρεμμάτων, που κληροδότησε στο Ίδρυμα, το οποίο είχε προηγουμένως δημιουργήσει. Συνεπώς, είναι αδιαμφισβήτητη η κυριότητα της ως άνω δασικής έκτασης από το Ίδρυμα, όπως είχε κριθεί παρεμπιπτόντως με την υπ’ αριθμ. …../2001 απόφαση του Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά, με την οποία  είχε αναγνωρισθεί το Ίδρυμα διακάτοχος του εν λόγω πευκοδάσους έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, στο οποίο απαγορεύτηκε οιαδήποτε διακατοχική πράξη στην εκεί επίδικη έκταση. Περαιτέρω, κατά τα ειδικώς εκτιθέμενα στο από 28-3-2017 συμπληρωματικό υπόμνημα, στο οποίο περιλαμβάνεται η σχετική από 31-8-2016 ηλεκτρονική επιστολή της πρώτης των εναγομένων προς τον τότε πρωθυπουργό,  η ως άνω κρίση των εναγομένων βασίστηκε στα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που φέρονται να συνιστούν παραβίαση των κανόνων διαφάνειας και χρηστής διοίκησης εκ μέρους του προέδρου της Ε.Ε. και της ενάγουσας, υπό την ιδιότητά της ως διευθύντριας της …………….. 1) Αμέσως μετά τον διορισμό τους και τη συγκρότηση της Ε.Ε. σε σώμα, υπήρξε αδράνεια ως προς την διαδικασία παράδοσης – παραλαβής από την προηγούμενη Ε.Ε., με αποτέλεσμα την ανυπαρξία ελέγχου των μέχρι τότε πεπραγμένων. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα όσα διαμείφθηκαν κατά τις δύο πρώτες συνεδριάσεις της Ε.Ε., ήτοι στις 26-2- 2016 και 22-3-2016, τέθηκε εκ μέρους των μελών της Ε.Ε. και δη του τρίτου των εναγομένων, ο οποίος είχε και την ιδιότητα του ταμία αυτής, το ζήτημα της ανυπαρξίας πρωτοκόλλου παράδοσης – παραλαβής πεπραγμένων της προηγούμενης Ε.Ε. και κατ’ επέκταση ελέγχου των πεπραγμένων αυτής. Σχετικά προέκυψε ότι η μεταγενέστερη Ε.Ε. με την από 16-1-2017 σύμβαση παροχής υπηρεσιών ανέθεσε στους ορκωτούς λογιστές …….. και …………… της εταιρείας ΣΟΛ ΑΕ τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης του Ιδρύματος κατά τις διαχειριστικές περιόδους 2010 έως 6/2016 και σχετικώς παραδόθηκαν επτά από Νοεμβρίου 2017 εκθέσεις, όπως προκύπτει από το σχετικό δελτίου τύπου συνεδρίασης της 8-2-2017. Από το ίδιο ως άνω δελτίου τύπου, συνταχθέν από την ενάγουσα, προκύπτει ότι τα μέλη της Ε.Ε. ενημερώθηκαν από τους ορκωτούς λογιστές για τα πρώτα αποτελέσματα του ελέγχου, που επισημαίνει έναν μεγάλο αριθμό παρατυπιών κατά την οικονομική διαχείριση από προηγούμενες Εκτελεστικές Επιτροπές και προς ολοκλήρωση του ελέγχου ζητήθηκε από την Ε.Ε. η έγκριση των ισολογισμών των ετών 2010, 2011 και 2015 του Ιδρύματος, οι οποίοι δεν είχαν εγκριθεί από τις προηγούμενες Εκτελεστικές Επιτροπές. Η δε Ε.Ε., υπό την προεδρία του .. ……………., αποφάσισε να εγκρίνει τους παραπάνω ισολογισμούς αποκλειστικά και μόνον για τις ανάγκες του ελέγχου, χωρίς η έγκριση αυτή να αποτελεί έγκριση των οικονομικών πράξεων που αποτυπώνονται σ’ αυτούς. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι αφενός μεν υπήρξε καθυστέρηση στον έλεγχο των πεπραγμένων των προηγούμενων διοικήσεων του Ιδρύματος, αφετέρου δε ότι οι ανησυχίες των εναγομένων αναφορικά με τυχόν παρατυπίες και παραλείψεις δεν ήταν  ανεδαφικές. Γνώστρια σαφώς της εν λόγω κατάστασης υπήρξε η ενάγουσα ως εκ της θέσεώς της (υπάλληλος επιφορτισμένη με την οικονομική διαχείριση του Ιδρύματος, λογίστρια αυτού, ιδιότητα που διατήρησε και μετά την ανάθεση σε αυτήν διευθυντικών καθηκόντων) και της μακροχρόνιας ενασχόλησης της στην …………….. 2) Ο Πρόεδρος της Ε.Ε. αποστέρησε, αμέσως μετά την εκλογή του,  τον . ……………. από την ιδιότητα του αντιπροέδρου και έχρισε αντ’ αυτού, μη νομίμως, με την ιδιότητα αυτή τον …………, με το επιχείρημα ότι στην απόφαση διορισμού των μελών της Ε.Ε. το όνομα του εκλεγέντος αναφερόταν ως …. και όχι …. Συγκεκριμένα, όπως αποδείχθηκε, κατά την 1η συνεδρίαση της Ε.Ε. και τη συγκρότηση αυτής σε σώμα, ορίστηκε ως αντιπρόεδρος ο …………. και, κατόπιν πρότασης του προέδρου της ΕΕ, ορίσθηκε ο ……….. ως επίτιμος αντιπρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής (βλ. προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από τους εναγομένους απομαγνητοφωνημένα πρακτικά συνεδρίασης της Ε.Ε.). Παρά ταύτα, στο σχετικό αντίγραφο αποσπάσματος της 1ης συνεδρίασης της 26-2-2016 της Ε.Ε., αναφέρεται ο ………… ως αντιπρόεδρος, ενώ δεν γίνεται μνεία περί της ιδιότητάς του ως επίτιμου αντιπροέδρου ή περί της ιδιότητας του……………. ως εκλεγέντος αντιπροέδρου της Ε.Ε. Συνακόλουθα, προκύπτει ότι έλαβε χώρα παρατυπία, εν γνώσει της ενάγουσας και του προέδρου της Ε.Ε, που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την  εσφαλμένη αναγραφή του ονόματος του Διονυσίου ……………. στο ΦΕΚ διορισμού του, που πράγματι έλαβε χώρα, καθώς η ενδεδειγμένη ενέργεια θα ήταν η διόρθωση του σχετικού σφάλματος, όπως πράγματι συνέβη μεταγενέστερα και δη τον μήνα Μάϊο του 2016 (ΦΕΚ αρ. φυλ. 235/10-5-2016). Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι για τις οικονομικές συναλλαγές της …………….., κατόπιν πρωτοβουλίας του   . ……………., παράτυπα, δεν υπέγραφε ο ορισθείς ταμίας   ……………. , αλλά ο ως άνω ……………., με βάση τη διάταξη του Καταστατικού (άρθρο 5) ότι τον «Τον Ταμίαν απόντα ή κωλυόμενον, αναπληροί ο Αντιπρόεδρος», μολονότι ο τρίτος των εναγομένων δεν είχε δηλώσει ποτέ κώλυμα.3) Κατά τα ανωτέρω, υπήρξε συστηματική παρεμπόδιση των εναγομένων εκ μέρους της ενάγουσας να ενημερώνονται για κάθε υπόθεση του ιδρύματος, να εξετάζουν τα βιβλία και έγγραφα αυτού, μέσα στον σκοπό και το λειτουργικό πλαίσιο του ιδρύματος (18-3-2016,14-4-2016, 23-5-2016, 20-7-2016) και ιδίως να λαμβάνουν αντίγραφα των σχετικών εγγράφων, προκειμένου να μπορούν να ασκούν ουσιαστικά τα εκ του καταστατικού καθήκοντά τους. Η αιτίαση αυτή, όπως προεκτέθηκε, αποδείχθηκε αληθής, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η ενάγουσα ακολουθούσε άκριτα και συμμορφωνόταν στις μη σύννομες  εντολές του προέδρου της Ε.Ε.4) Κατόπιν παρέμβασης του Γενικού Γραμματέα του εποπτεύοντος Υπουργείου Παιδείας και του Υπουργού Παιδείας, που έκαναν σχετική υπόδειξη στον πρόεδρό της, αναβλήθηκαν οι συνεδριάσεις της Ε.Ε, που είχαν οριστεί με πρωτοβουλία έξι μελών της (μεταξύ αυτών και των εναγομένων) στις 4-6-2016 και 10-7-2016, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από τους εναγομένους από 2-6-2016 (με αρ. πρωτ. …..) και 8-7-2016 (με αρ. πρωτ. …./Υ1) επιστολές των ως άνω αξιωματούχων αντίστοιχα, προς τον πρόεδρο της …………….., περί αναβολής της συνεδρίασης της Ε.Ε. της …………….στις 4-6-2016 και 10-7-2016. Επισημαίνεται ότι οι αναβολές αυτές δεν είχαν νόμιμο έρεισμα, καθόσον η εποπτεία του αρμόδιου Υπουργού Παιδείας στο ως άνω Ίδρυμα δεν περιλαμβάνει και τη δυνατότητα αναβολής ή ματαίωσης καθορισμένης, βάσει του καταστατικού του,  συνεδρίασης του διοικητικού του οργάνου. Οι παρεμβάσεις δε αυτές αντικειμενικά εναρμονίζονταν με την πρακτική αδιαφάνειας, που εφάρμοζε ο πρόεδρος της Ε.Ε και ακολουθούσε άκριτα η ενάγουσα.5) Η προαναφερόμενη αντικατάσταση των εναγομένων ως μελών της Ε.Ε της …………….., στις 25-7-2016, κατόπιν σχετικής απόφασης του Υπουργού Παιδείας και της Αναπληρώτριας Υπουργού Παιδείας, μολονότι είχαν προηγηθεί α)  στις 23-4-2016 συνάντηση των τεσσάρων πρώτων εναγομένων  με τον τότε Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής……………., β) στις 31-5-2016 επιστολή των εναγομένων προς τον τότε Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων ……….. και γ) στις 10-6-2016 συνάντηση της πρώτης των εναγομένων με την Αναπληρώτρια Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων  ……….., στις οποίες οι εναγόμενοι είχαν εκθέσει τα ως άνω προβλήματα αδιαφάνειας και κακοδιοίκησης εκ μέρους του προέδρου της Ε.Ε ……… και ιδίως την ανεπίτρεπτη στάση εκ μέρους του τελευταίου ως προς τα δικαιώματα κυριότητας του Ιδρύματος στο πευκοδάσος, που εκδήλωσε κατά τη 2η συνεδρίαση της Ε.Ε στις 22-3-2016. Συγκεκριμένα, το εν λόγω ζήτημα της αποσαφηνίσεως του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του ως άνω δασοκτήματος, έκτασης 9.500 στρεμμάτων, είχε τεθεί ήδη κατά τις πρώτες συνεδριάσεις της Ε.Ε., από τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά των οποίων προκύπτει ότι η θέση του προέδρου της Ε.Ε. ήταν ότι για την αξιοποίηση (δια παραχωρήσεως, εκμισθώσεως κλπ.) της εν λόγω κτηματικής περιουσίας του Ιδρύματος έπρεπε να προηγηθεί η αποσαφήνιση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του σε σχέση με το Δημόσιο και για το λόγο αυτό είχε πρόθεση να προωθήσει συνεργασία με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, για την έγκριση ερευνητικού προγράμματος αναφορικά με τις δυνατότητες χωρικής στρατηγικής παρεμβάσεων για την ανάδειξη και αξιοποίηση της κτηματικής περιουσίας του Ιδρύματος. Μέχρι την εν λόγω αποσαφήνιση ο πρόεδρος της Ε.Ε. είχε την άποψη ότι δεν έπρεπε να γίνει οιαδήποτε παραχώρηση/εκμίσθωση της εν λόγω περιουσίας, προς αποφυγή τυχόν ευθυνών των μελών της Ε.Ε. Με την εν λόγω στρατηγική διαφώνησαν ευθέως η πρώτη, ο δεύτερος, ο τρίτος και η τέταρτη των εναγομένων, οι οποίοι, συνδυάζοντάς την με ορισμένες εκφράσεις του. ……………., που υποδήλωναν σαφή αμφισβήτηση εκ μέρους του για την ύπαρξη ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων του Ιδρύματος επί του πευκοδάσους, θεώρησαν ότι υπέκρυπτε μια συνολική επιδίωξη αμφισβήτησης από αυτόν του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του Ιδρύματος επί του πευκοδάσους, προκειμένου να περιέλθει στο Δημόσιο, πράγμα που θα δημιουργούσε τον κίνδυνο να καταλήξει εν τέλει στο ΤΑΙΠΕΔ. Για τον λόγο αυτόν, έθεσαν το θέμα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του δασοκτήματος του Ιδρύματος και εγγράφως κατά την 3η συνεδρίαση της Ε.Ε. της 10-4-2016, στηρίζοντας τις απόψεις τους στο γεγονός ότι κατά το παρελθόν είχε κριθεί παρεμπιπτόντως το ιδιοκτησιακό καθεστώς του πευκοδάσους υπέρ του Ιδρύματος, καθόσον με την 4/2001 απόφαση του Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά είχε αναγνωρισθεί το Ίδρυμα διακάτοχος του εν λόγω πευκοδάσους έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, στο οποίο απαγορεύτηκε οιαδήποτε διακατοχική πράξη επ’ αυτού. Επισημαίνεται εξάλλου ότι, ενόψει της ως άνω στάσης του .. ……………., υπήρξαν σχετικές αντιδράσεις ακόμη και από τα προσκείμενα στον τελευταίο πρόσωπα της Ε.Ε. και συγκεκριμένα τον Δήμαρχο ……. … … και τον ….. ……., που αναφέρθηκαν στον κίνδυνο περιέλευσης του πευκοδάσους στο Δημόσιο και στο ΤΑΙΠΕΔ, εκφράζοντας την έντονη αντίθεσή τους σε μια τέτοια προοπτική. (βλ. τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά της 26-2-2016 και της 22-3-2016 της Ε.Ε). Προσθέτως, η ως άνω ασύμβατη προς τη θέση του συμπεριφορά του προέδρου της Ε.Ε δημιούργησε στην ευρύτερη κοινωνία των ……………. την αίσθηση ότι αμφισβητείται ο χαρακτήρας του πευκοδάσους ως ιδιοκτησίας της …………….., με κίνδυνο να υπαχθεί εντέλει στο ΤΑΙΠΕΔ, όπως διαφαίνεται και από την επιστολή με ημερομηνία 23-4-2016 των τριών πρώτων εναγομένων προς τον τότε Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων …………., στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρεται: «…Ο κ. πρόεδρος, κατά τη 2η συνεδρίαση της Ε.Ε. την 22-3-2016, δημοσίως αμφισβήτησε τα δικαιώματα του Ιδρύματος, με αποτέλεσμα ολόκληρη η κοινωνία των ……… να μας ελεεινολογεί ότι θέλουμε να απεμπολήσουμε την ιδιοκτησία του Ιδρύματος της …………….. για να μπει στο γνωστό ταμείο αποκρατικοποιήσεων για ευνόητους λόγους…». Σημειώνεται ότι, κατά το παρελθόν, το Ίδρυμα είχε εγείρει ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά τη με αριθμό …………/28-7-2009 αναγνωριστική της κυριότητάς του αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου, αναφορικά με τμήμα 7.600 στρεμμάτων της μείζονος έκτασης των 9.500 στρεμμάτων, η οποία με την 3662/2012 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, είχε απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, για το λόγο ότι το επίδικο τμήμα των 7.600 στρεμμάτων, δεν προσδιοριζόταν με σαφήνεια ως προς τη θέση του μέσα στο μείζον ακίνητο. Έκτοτε το Ίδρυμα δεν είχε επανέλθει με αντίστοιχη αναγνωριστική της κυριότητας αγωγή.

Ενόψει όλων των ανωτέρω, η ως άνω διατυπωθείσα στο από 28-3-2017 συμπληρωματικό υπόμνημα κρίση των εναγομένων, αναφορικά με την ενδεχόμενη επιδίωξη των παραπάνω αξιωματούχων για την περιέλευση του πευκοδάσους στο Δημόσιο, πράγμα που ενείχε τον κίνδυνο να καταλήξει στο ΤΑΙΠΕΔ, με τις ενέργειες του προέδρου της Ε.Ε, τον οποίο συνέδραμε με τις προαναφερόμενες πράξεις  της η ενάγουσα, δεν ήταν εντελώς αδικαιολόγητη, αλλά βασίστηκε εν μέρει σε αληθή γεγονότα. Λαμβάνοντας δε υπόψη όλα τα προαναφερόμενα πραγματικά περιστατικά, κρίνεται ότι, όταν οι εναγόμενοι διατύπωσαν την ως άνω κρίση τους, το έπραξαν γιατί πίστευαν ότι όσα ανέφεραν ήταν αληθή και όχι, όπως αβασίμως διατείνεται η ενάγουσα, γνωρίζοντας την αναλήθεια αυτών. Επομένως, αναφορικά με το προαναφερόμενο συμπέρασμα-κρίση των εναγομένων, δεν στοιχειοθετούνται οι άδικες πράξεις, που αποδίδει η ενάγουσα με την αγωγή της στους εναγομένους (συκοφαντική δυσφήμηση, ψευδής καταμήνυση και ψευδορκία μάρτυρα για την τέταρτη και πέμπτο των εναγομένων), αφού, σε κάθε περίπτωση, οι τελευταίοι πίστευαν ότι η εν λόγω κρίση τους ανταποκρινόταν στην αλήθεια. Εξάλλου, εν προκειμένω δεν προκύπτει πρόθεση των εναγομένων να βλάψουν την τιμή ή την υπόληψη της ενάγουσας και επιπλέον δεν προκύπτει εκ μέρους τους σκοπός εξύβρισης της τελευταίας, ούτε αμελής συμπεριφορά τους. Οι εναγόμενοι διέλαβαν τα ανωτέρω στο επίμαχο υπόμνημά τους και στην αντίστοιχη επιστολή τους προς τον Πρωθυπουργό, κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους ως μελών της Ε.Ε. της …………….. και προς διαφύλαξη (προστασία) των νόμιμων συμφερόντων του Ιδρύματος της …………….., οι δε τέταρτη και πέμπτος κατ’ ενάσκηση του καθήκοντος μαρτυρίας και όχι για λόγους εκδίκησης ή κακεντρέχειας, ήτοι (όχι) για να βλαφτεί η τιμή ή η υπόληψη της ενάγουσας. Από το γλωσσικό δε ύφος των χρησιμοποιούμενων εκφράσεων δεν προκύπτει σκοπός καταφρόνησης στο πρόσωπο της ενάγουσας, ούτε οι εναγόμενοι υπερέβησαν το αναγκαίο μέτρο στη διατύπωση των απόψεών τους. Κατόπιν τούτων, πρέπει η ένσταση, κατ’ άρθρο 367 παρ. 1 ΠΚ, περί άρσης του αδίκου της παραπάνω πράξης (απλής δυσφήμησης) των εναγομένων να γίνει δεκτή και ως κατ’ ουσίαν βάσιμη. Συνακόλουθα, δεν στοιχειοθετούνται εν προκειμένω ούτε τα αδικήματα της απλής δυσφήμησης και της εξύβρισης και, επομένως,  πρέπει η κρινόμενη αγωγή να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια, αν και με εν μέρει ελλιπή αιτιολογία, που πρέπει να συμπληρωθεί με την ανωτέρω, δεν έσφαλε. Τα αντίθετα, συνεπώς, υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα, κρίνονται κατ’ ουσίαν αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και η υπό κρίση έφεση στο σύνολό της. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης, στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων της του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά το τυπικό της μέρος και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση κατά το ουσιαστικό της μέρος.

ΔΙΑΤΑΖΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου, που είχε κατατεθεί για την άσκηση της έφεσης, στο δημόσιο ταμείο.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων της, που ορίζει για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε τέσσερις χιλιάδες (4000) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 26 Σεπτεμβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ