Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 272/2022

Αριθμός 272/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ……….. ατομικώς και ως ασκούσας την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου της ……….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο της Θεολόγο Μαυρουδή (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο του Εμμανουήλ Γερακιό (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από 9-9-2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2665/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου     η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα  με την από 15.9.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  …………./2020) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………../2020) αυτή  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν, αντίστοιχα.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 63, 64, 67 και 118  περ.  3 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι στο δικόγραφο πρέπει να καθίσταται εφικτός ο προσδιορισμός του προσώπου που είναι διάδικος, χωρίς να απαιτείται πανηγυρική γι΄ αυτό διατύπωση, εφόσον από το όλο περιεχόμενο και αιτητικό του δικογράφου προκύπτουν τα στοιχεία ταυτότητας του διαδίκου και η ιδιότητά του (πρβλ. ΕφΑθ 11687/1995 ΕλλΔνη 37.1116, ΕφΑθ 1527/1992 ΕλλΔνη 35.435, ΕφΑθ 11675/1986 ΕλλΔνη 28.1336, Β. Βαθρακοκοίλη: Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση ΚΠολΔ, στο άρθρο 118, σελ. 736 παρ. 21). Στην προκειμένη περίπτωση, από το όλο περιεχόμενο της ένδικης από 15-9-2020 (αρ. καταθ. …../2020) εφέσεως κατά της υπ΄ αρ. 2665/2020 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 591, 592 παρ. 3, 593-602, 610-613 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο Ν. 4335/2015), αντιμωλία των διαδίκων, προκύπτει σαφώς ότι η έφεση έχει ασκηθεί από την εναγομένη κατά του εφεσίβλητου μόνο ατομικά και όχι ως ασκούσα την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου τους, Αντωνίου, αφού στις δίκες περί επικοινωνίας του γονέως με το τέκνο του, ενάγων-εκκαλών ή εναγόμενος-εφεσίβλητος δεν είναι ο ανήλικος (αφού δεν είναι αυτός υποκείμενο του επίδικου δικαιώματος), αλλά (ατομικά) εκείνοι, οι οποίοι αξιώνουν ή έναντι των οποίων αξιώνεται το εν λόγω δικαίωμα (δηλαδή οι γονείς συνήθως του ανηλίκου), όπως εν προκειμένω. Επομένως, η έφεση παραδεκτώς ασκείται έστω και εάν στο εισαγωγικό μέρος του δικογράφου φέρεται ότι αυτή (έφεση) ασκείται από την εκκαλούσα και ως ασκούσα την επιμέλεια του ως άνω ανήλικου τέκνου των διαδίκων (Αντωνίου). Κατά τα λοιπά η ένδικη έφεση αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως. Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό της ένδικης εφέσεως δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου, λόγω της φύσεως της προκειμένης διαφοράς [αφορά επικοινωνία γονέως με το ανήλικο τέκνο του (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ)], καθώς επίσης ότι κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου και πριν από την εκδίκασή της, δεν επιχειρήθηκε απόπειρα συμβιβασμού διότι οι διάδικοι, παραστάθηκαν στο ακροατήριο διά των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους, με δηλώσεις κατ΄ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ.

Με την από 9-9-2019 (αρ. καταθ. ……../2019) αγωγή του, που συζητήθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την 15-1-2020, κατ΄ εκτίμηση αυτής και για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτή (αγωγή), ο ενάγων, ήδη εφεσίβλητος, ζήτησε να ρυθμιστεί το δικαίωμα της επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του, ….., που έχει αποκτήσει από το νόμιμο γάμο του με την εναγομένη, ήδη εκκαλούσα, πρώην σύζυγό του, κατά τον τρόπο που αναφέρεται σ΄ αυτήν (αγωγή). Επίσης, ζήτησε να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να απειληθεί κατά της εναγομένης χρηματική ποινή ποσού 1.000 ευρώ για κάθε παραβίαση της εκδοθησομένης αποφάσεως ως μέσον εκτέλεσης αυτής και να καταδικαστεί αυτή (εναγομένη) στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 2665/2020 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, αφού έκρινε ότι η ένδικη αγωγή είναι νόμιμη, εκτός από το αίτημα περί κηρύξεως της αποφάσεως προσωρινά εκτελεστής, δέχθηκε εν μέρει ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη αυτή (αγωγή), ρύθμισε το δικαίωμα επικοινωνίας του ενάγοντος με το ως άνω ανήλικο τέκνο τους (διαδίκων) κατά τον αναφερόμενο σ΄ αυτήν (προσβαλλόμενη απόφαση) τρόπο, απείλησε κατά της εναγομένης χρηματική ποινή ποσού 500 ευρώ για κάθε παράβαση της αμέσως προηγούμενης διάταξης και καταδίκασε την εναγομένη στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, το οποίο όρισε στο ποσό των 400 ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την ένδικη έφεση, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου αυτής, η εν μέρει ηττηθείσα εναγομένη και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτήν (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανισθεί και επικουρικά να μεταρρυθμιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να ρυθμιστεί το δικαίωμα επικοινωνίας του με το ως άνω ανήλικο τέκνο του κατά τον αναφερόμενο τρόπο.

Από το όλο περιεχόμενο της ένδικης αγωγής προκύπτει σαφώς ότι αυτή (αγωγή) έχει ασκηθεί από τον ενάγοντα κατά της εναγομένης μόνο ατομικά κατ΄ αυτής και όχι ως ασκούσας την επιμέλεια του ως άνω ανήλικου τέκνου τους, αφού, όπως προαναφέρθηκε, στις δίκες περί επικοινωνίας του γονέως με το τέκνο του, ενάγων-εκκαλών ή εναγόμενος-εφεσίβλητος δεν είναι ο ανήλικος (αφού δεν είναι αυτός υποκείμενο του επίδικου δικαιώματος) αλλά (ατομικά) εκείνοι, οι οποίοι αξιώνουν ή έναντι των οποίων αξιώνεται το εν λόγω δικαίωμα (δηλαδή οι γονείς συνήθως του ανηλίκου), όπως εν προκειμένω που η υπόθεση αφορά την επικοινωνία του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του (……..). Επομένως, η αγωγή παραδεκτώς ασκείται έστω και εάν στο εισαγωγικό μέρος του δικογράφου φέρεται ότι αυτή (αγωγή) ασκείται κατά της εναγομένης και ως ασκούσας την επιμέλεια του ως άνω ανήλικου τέκνου τους και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του, έκρινε, έστω και σιωπηρώς, όμοια και ότι η εναγομένη νομιμοποιείται παθητικά στην άσκηση της ένδικης αγωγής, ορθά έκρινε.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1441 του ΑΚ, όπως ίσχυε κατά τον επίδικο χρόνο εκδόσεως του κατωτέρω αναφερόμενου συναινετικού διαζυγίου των διαδίκων (12-11-2018): «1. Οι σύζυγοι μπορούν με έγγραφη συμφωνία να λύσουν τον γάμο τους. Η συμφωνία αυτή συνάπτεται μεταξύ των συζύγων με την παρουσία πληρεξούσιου δικηγόρου για καθέναν από αυτούς και υπογράφεται από τους ίδιους και από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους ή μόνον από τους τελευταίους, εφόσον είναι εφοδιασμένοι με ειδικό πληρεξούσιο. Η πληρεξουσιότητα πρέπει να έχει δοθεί μέσα στον τελευταίο μήνα πριν από την υπογραφή της συμφωνίας. 2. Αν υπάρχουν ανήλικα τέκνα, για να λυθεί ο γάμος πρέπει να ρυθμίζεται η επιμέλειά τους, η επικοινωνία με αυτά και η διατροφή τους, με την ίδια ή με άλλη έγγραφη συμφωνία μεταξύ των συζύγων, που υπογράφεται όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 και ισχύει για δύο (2) έτη τουλάχιστον. 3. α) Η έγγραφη συμφωνία για τη λύση του γάμου, καθώς και η συμφωνία για την επιμέλεια, την επικοινωνία και τη διατροφή των ανήλικων τέκνων υποβάλλονται από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του κάθε συζύγου, μαζί με τα ειδικά πληρεξούσια σε συμβολαιογράφο. β) Η κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου απέχει τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες από την έγγραφη συμφωνία των συζύγων, η ημερομηνία της οποίας αποδεικνύεται με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής των συζύγων από τη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου της έδρας του συμβολαιογράφου που θα καταρτίσει τη συμβολαιογραφική πράξη. 4. Ο συμβολαιογράφος συντάσσει πράξη με την οποία βεβαιώνει τη λύση του γάμου, επικυρώνει τις συμφωνίες των συζύγων και τις ενσωματώνει σε αυτή. Τη συμβολαιογραφική πράξη υπογράφουν οι σύζυγοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ή μόνον οι τελευταίοι, εφόσον είναι εφοδιασμένοι με ειδικό πληρεξούσιο. Η πληρεξουσιότητα πρέπει να έχει δοθεί μέσα στον τελευταίο μήνα πριν από την υπογραφή της πράξης. Όταν η βεβαίωση αφορά στην επιμέλεια, επικοινωνία και διατροφή των ανήλικων τέκνων, η πράξη αποτελεί εκτελεστό τίτλο, εφόσον έχουν συμπεριληφθεί στη συμφωνία οι ρυθμίσεις των άρθρων 950 και 951 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Μετά τη λήξη ισχύος της επικυρωμένης συμφωνίας, μπορεί να ρυθμίζεται η επιμέλεια, η επικοινωνία και η διατροφή των τέκνων για περαιτέρω χρονικό διάστημα με νέα συμφωνία και με την ίδια διαδικασία. 5. Η λύση του γάμου επέρχεται με την κατάθεση αντιγράφου της συμβολαιογραφικής πράξης στο ληξιαρχείο όπου έχει καταχωρισθεί η σύσταση του γάμου.». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι σε περίπτωση ύπαρξης ανήλικων τέκνων, πέραν της έγγραφης συμφωνίας για τη λύση του γάμου, απαιτείται η προσκόμιση έγγραφης συμφωνίας για την επιμέλεια, την επικοινωνία και τη διατροφή των τέκνων, η οποία επικυρώνεται από το συμβολαιογράφο και ισχύει τουλάχιστον για δύο έτη. Παρά την εν λόγω συμφωνία για τα τέκνα, κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, ο δικαιούχος δύναται να προσφύγει στο Δικαστήριο και πριν παρέλθει η διετία, το Δικαστήριο ωστόσο, θα λάβει υπόψη την υπογραφείσα συμφωνία, χωρίς, όμως, να δεσμεύεται από αυτήν. Ακολούθως, κατά τη διάταξη του άρθρου 1520 του ΑΚ, ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό και τα σχετικά με την επικοινωνία του αυτή κανονίζονται ειδικότερα από το Δικαστήριο. Η επικοινωνία αυτή ρυθμίζεται από το Δικαστήριο με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον του τέκνου. Τούτο αποτελεί αόριστη νομική έννοια και γενική ρήτρα, που εξειδικεύεται ανάλογα με τις συνθήκες κάθε περίπτωσης. Για να κριθεί τι αποτελεί συμφέρον του ανηλίκου, στη συγκεκριμένη περίπτωση, θα εκτιμηθούν τα περιστατικά που διαπιστώθηκαν βάσει αξιολογικών κριτηρίων που αντλεί το Δικαστήριο από τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας και σχετικά με το πρόσωπο του ανηλίκου, θα ληφθούν υπόψη και τα πορίσματα της εξελικτικής ψυχολογίας και παιδοψυχιατρικής. Για τη διαπίστωσή του δε, θα ληφθούν υπόψη και θα αξιολογηθούν όλα τα επωφελή για το ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις, χωρίς να επιδρά στην απόφαση κανένας από τους διαφορετικούς παράγοντες που συνοδεύουν το πρόσωπο κάθε γονέα, η τυχόν υπαιτιότητα του γονέα στη διακοπή της συμβίωσης, οι προκύπτουσες συντρέχουσες συνθήκες και περιστάσεις κάτω από τις οποίες θα ασκείται αυτή η προσωπική επικοινωνία. Το Δικαστήριο, επίσης, με την απόφασή του μπορεί να επιβάλει, εφόσον είναι αναγκαίο για την προστασία του συμφέροντος του τέκνου, περιορισμούς στην άσκηση της επικοινωνίας, οι οποίοι μπορούν να αναφέρονται στον τόπο και τον χρόνο της επικοινωνίας, την παρουσία τρίτων προσώπων κατά τη διάρκειά της ή ακόμη να συνίστανται στη λήψη μέτρων που διαμορφώνουν την επικοινωνία με ιδιαίτερο τρόπο, λόγω ειδικών περιστάσεων (ΑΠ 1023/2020, ΑΠ 1286/2018, ΑΠ 58/2017, ΑΠ 550/2017). Επιπροσθέτως, κατά τη διάταξη του άρθρου 950 παρ. 2 του ΚΠολΔ, αν παρεμποδίζεται το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο, η απόφαση που ρυθμίζει την επικοινωνία μπορεί να απειλήσει με χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση εκείνον που εμποδίζει την επικοινωνία και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 947. Ειδικότερα, η παράγραφος 2 της διατάξεως του άρθρου 950 του ΚΠολΔ, η οποία περιέχει ειδική ρύθμιση σε σχέση με το άρθρο 947 του ίδιου ως άνω Κώδικα (ΚΠολΔ) (ΑΠ 1465/1988 ΝοΒ 1989.1215), θεσπίζει αναπληρωματική εκτέλεση (ΕφΑθ 8100/1986 ΕλλΔνη 1987.862) και έχει ως σκοπό την εξασφάλιση της υποχρεώσεως για παράλειψη της διαταράξεως της επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα του (ΕφΑθ 8100/1986, ανωτ.). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 240 του ΚΠολΔ, για την επαναφορά ισχυρισμών που υποβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση στο ίδιο ή ανώτερο Δικαστήριο, αρκεί η επανυποβολή τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τους περιέχουν και που προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, η επίκληση με τις προτάσεις που υποβάλλονται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ισχυρισμών με γενική αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις, το κείμενο των οποίων ενσωματώνεται στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου, δεν αρκεί, ούτε είναι νόμιμη. Δεν πρόκειται, όμως,  για ενσωμάτωση, όταν στο κείμενο των προτάσεων της δευτεροβάθμιας δίκης περιέχονται, έστω και αυτούσιες, οι προτάσεις προηγούμενης συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξουσίου Δικηγόρου στις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης, διότι με τον τρόπο αυτό οι προηγούμενες προτάσεις και οι τελευταίες (ενώπιον δηλαδή του Εφετείου) κατέστησαν ενιαίες (ΑΠ 1106/2018, ΑΠ 224/2016, ΑΠ 1420/2015).

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, ………….. και ……………, αντίστοιχα, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχονται (οι καταθέσεις) στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του ίδιου (πρωτοβάθμιου) Δικαστηρίου, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα τα οποία νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, [ανάμεσα στα οποία έγγραφα των οποίων για πρώτη φορά στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας γίνεται επίκληση και προσαγωγή, όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια (άρθρο 529 του ΚΠολΔ)], (συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων που ο εφεσίβλητος επικαλείται με την προσθήκη των προτάσεών του, δηλαδή μετά την κατά τη δικάσιμο της 11-11-2021 συζήτηση στο ακροατήριο και εντός της κατά το άρθρο 524 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη, καθόσον από τη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι έγγραφα επικαλούμενα με την προσθήκη των προτάσεων λαμβάνονται υπόψη, εάν προσάγονται για την αντίκρουση ισχυρισμών που προβάλλονται με τις προτάσεις, όπως εν προκειμένω) και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 1088/2019, ΑΠ 394/2012), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προεκτέθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), καθώς επίσης χωρίς την επικοινωνία του Δικαστηρίου αυτού με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, ….., εφόσον από την ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων κρίνει ότι αυτό δεν έχει την απαιτούμενη ωριμότητα για να αντιληφθεί το συμφέρον του, [σημειώνοντας ότι ο εφεσίβλητος στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, περιλαμβάνει, αυτούσιες, τις προτάσεις της πρωτοβάθμιας συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξούσιου Δικηγόρου του (εφεσίβλητου), και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις], αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στο …. Αττικής την 12-9-2015, οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο γάμο. Από το γάμο τους αυτό απέκτησαν ένα τέκνο, τον ….., που γεννήθηκε την 10-10-2017, ήτοι είναι ακόμα ανήλικο και κατά το χρόνο συζητήσεως της ένδικης αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ήταν ηλικίας 2,5 περίπου ετών. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν εξελίχθηκε ομαλά και τελικά δυνάμει της υπ΄ αρ. …./12-11-2018 πράξης συναινετικής λύσης γάμου και ρύθμισης επιμέλειας και διατροφής τέκνου της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………., λύθηκε ο γάμος τους αυτός. Περαιτέρω, με την ανωτέρω συμβολαιογραφική πράξη, επικυρώθηκε και η μεταξύ τους συμφωνία με την οποία ρύθμισαν την επιμέλεια του ως άνω ανήλικου τέκνου τους, την επικοινωνία με αυτό και τη διατροφή του. Συγκεκριμένα η επιμέλεια του προσώπου του ανήλικου τέκνου των διαδίκων ανατέθηκε στην εναγομένη, με την οποία αυτό διαμένει, κατά την άσκηση δε της ένδικης αγωγής στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη Αττικής, αφετέρου, το δικαίωμα επικοινωνίας του ενάγοντος με το εν λόγω ανήλικο τέκνο του ρυθμίστηκε κατά τον διαλαμβανόμενο σ΄ αυτήν τρόπο. Κατά την υλοποίηση του ανωτέρω συμφωνηθέντος μεταξύ των διαδίκων τρόπου επικοινωνίας του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του, εμφανίσθηκαν προβλήματα, ενόψει κυρίως του ωραρίου εργασίας των διαδίκων. Κατόπιν τούτων ο ήδη ενάγων άσκησε, κατά της ήδη εναγομένης, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 10-6-2019 (αρ. καταθ. …./2019) αίτησή του, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 1146/2019 απόφαση (διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων), με την οποία ρυθμίστηκε προσωρινά το σχετικό δικαίωμά του (ενάγοντος). Άσκησε δε και την ένδικη αγωγή. Την αγωγή αυτή μπορούσε να ασκήσει, καθόσον, παρά την προαναφερόμενη συμφωνία για την επικοινωνία με το ως άνω τέκνο τους, μπορούσε να προσφεύγει στο Δικαστήριο και πριν παρέλθει η διετία του άρθρου 1441 του ΑΚ, εφόσον επικαλείται με αυτήν (αγωγή) ότι η επικυρωμένη κατά τα ανωτέρω ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας δεν εξυπηρετεί πλέον το συμφέρον του τέκνου τους (διαδίκων). Ωστόσο, το παρόν Δικαστήριο, θα λάβει υπόψη την υπογραφείσα συμφωνία, χωρίς, όμως, να δεσμεύεται από αυτήν, κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στη νομική σκέψη της παρούσας. Κατόπιν τούτων, ο ενάγων-πατέρας, που δεν διαμένει με το ως άνω τέκνο του, πρέπει και δικαιούται να απολαμβάνει του δικαιώματος επικοινωνίας με το εν λόγω ανήλικο τέκνο του. Επομένως, για να ενισχυθεί ο ψυχικός δεσμός του ανηλίκου με τον πατέρα του και να μην αποξενωθεί ο πατέρας του ανηλίκου από αυτό, (αντιθέτως, να παρέχεται στον ενάγοντα η δυνατότητα να παρακολουθεί την εξέλιξη και την ανάπτυξη του τέκνου του), είναι αναγκαίο ο ενάγων-πατέρας να επικοινωνεί με το ως άνω τέκνο του σε τακτά χρονικά διαστήματα, να έρχεται σε προσωπική επαφή μαζί του. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει, κατά το άρθρο 1520 του ΑΚ, να ρυθμισθεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του ενάγοντος με το ως άνω ανήλικο τέκνο του με τον τρόπο που προκρίνεται από το Δικαστήριο αυτό ως ο πλέον πρόσφορος, μετά τη στάθμιση των εκατέρωθεν συμφερόντων, και ιδίως του συμφέροντος του ανηλίκου, ήτοι ως εξής: α) κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή από ώρα 17:00 έως ώρα 20:00, β) κάθε δεύτερο και τέταρτο Σαββατοκύριακο του μήνα και ειδικότερα από ώρα 10:00 του Σαββάτου έως ώρα 19:00 της Κυριακής, σε περίπτωση δε ασθένειας του ανηλίκου που δεν επιτρέπει την επικοινωνία του ενάγοντος με αυτό, τότε, θα μετατίθεται η επικοινωνία για το επόμενο Σαββατοκύριακο, γ) Κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, κατά τα μονά έτη, από ώρα 10:00 της 24ης Δεκεμβρίου έως ώρα 20:00 της 30ης Δεκεμβρίου, ενώ, κατά τα ζυγά έτη, από ώρα 10:00 της 31ης Δεκεμβρίου έως ώρα 20:00 της 6ης Ιανουαρίου, δ) Κατά τις εορτές του Πάσχα, κατά τα μονά έτη, από ώρα 18:00 της Δευτέρας του Πάσχα έως ώρα 20:00 της Κυριακής του Θωμά, ενώ, κατά τα ζυγά έτη, από ώρα 10:00 της Μεγάλης Δευτέρας έως ώρα 18:00 της Δευτέρας του Πάσχα, ε) Κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών κάθε έτους, κατά τα μονά έτη, από ώρα 10:00 της 15ης Ιουλίου έως ώρα 18:00 της 31ης Ιουλίου, ενώ, κατά τα ζυγά έτη, από ώρα 10:00 της 15ης Αυγούστου έως ώρα 18:00 της 31ης Αυγούστου, στ) αναφορικά με τις ημέρες που δεν ορίζεται επικοινωνία του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του, κατά τα προεκτιθέμενα, καθημερινή τηλεφωνική ή ηλεκτρονική επικοινωνία με βιντεοκλήση μέσω viber ή skype μαζί του (τέκνο), μεταξύ των ωρών 19:00 – 20:00, σε τηλεφωνικό αριθμό ή ηλεκτρονική διεύθυνση, αντίστοιχα, και συσκευή προοριζόμενα αποκλειστικά για την εν λόγω επικοινωνία και σύμφωνα πάντοτε με το πρόγραμμα του τελευταίου (τέκνου των διαδίκων), η δε εναγομένη υποχρεώνεται να διευκολύνει την επικοινωνία αυτή, ενημερώνοντας τον ενάγοντα-πατέρα για το εν λόγω τηλέφωνο ή την ηλεκτρονική διεύθυνση, αντίστοιχα, στα οποία ο τελευταίος θα μπορεί να επικοινωνεί με το ανήλικο τέκνο του. Περαιτέρω, 1) στις ανωτέρω υπό στοιχ. α) έως ε) περιπτώσεις, ο ενάγων θα παραλαμβάνει το τέκνο του από την οικία της εναγομένης, κατά την έναρξη της επικοινωνίας, σε όλες δε τις ανωτέρω υπό στοιχ. α) έως ε) περιπτώσεις, ο ενάγων θα παραδίδει το τέκνο του στην οικία της εναγομένης, κατά τη λήξη της επικοινωνίας αυτής, 2) η ανωτέρω υπό στοιχ. α) και β) επικοινωνία δεν θα πραγματοποιείται κατά τα λοιπά χρονικά διαστήματα, αφενός, των εορτών των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς, του Πάσχα, αφετέρου, των μηνών Ιουλίου και Αυγούστου, που προηγούνται ή έπονται του χρονικού διαστήματος της, στα πλαίσια των οικείων εορτών και των θερινών διακοπών, αντίστοιχα, επικοινωνίας του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του …… και κατά τα οποία η μητέρα του ανηλίκου θα πραγματοποιεί μαζί με το εν λόγω ανήλικο τέκνο της τις αντίστοιχες διακοπές. Περαιτέρω, ως προς το αίτημα για την εκτέλεση της απόφασης με την απειλή χρηματικής ποινής σε βάρος της εναγομένης, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να γίνει δεκτό, ώστε με την ως άνω απειλή χρηματικής ποινής να εξασφαλιστεί η υποχρέωσή της για παράλειψη της διαταράξεως της επικοινωνίας του ως άνω τέκνου της με τον ενάγοντα-πατέρα του. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, ρύθμισε οριστικά την επικοινωνία του ενάγοντος-πατέρα με το ως άνω ανήλικο τέκνο του, κατά τον τρόπο και με τους όρους που ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό αυτής, δεν εκτίμησε ορθά τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά, αλλά έσφαλε και συνεπώς οι σχετικοί λόγοι της ένδικης εφέσεως πρέπει να γίνουν δεκτοί ως κατ΄ ουσίαν βάσιμοι. Επομένως, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της, ήτοι αναγκαίως και κατά τη διάταξη  περί  δικαστικών εξόδων που αφορά την ως άνω αγωγή, το οποίο θα  καθορισθεί εξ αρχής (ενώ μετά ταύτα ο τελευταίος λόγος της έφεσης, που βάλλει κατά της διάταξης της προσβαλλόμενης απόφασης περί των δικαστικών εξόδων, καθίσταται πλέον αλυσιτελής και πρέπει να απορριφθεί). Ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό, πρέπει να δικασθεί η από 9-9-2019 (αρ. καταθ. ……/2019) αγωγή, να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη και να ρυθμιστεί οριστικά η επικοινωνία του ενάγοντος-πατέρα με το ως άνω ανήλικο τέκνο του, κατά τον τρόπο και με τους όρους που ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Επιπλέον, πρέπει να απειληθεί κατά της εναγομένης χρηματική ποινή διακοσίων (200) ευρώ για κάθε παρεμπόδιση της ως άνω επικοινωνίας του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του. Σε περίπτωση δε, που μετά την έκδοση της παρούσας αποφάσεως, μεταβληθούν οι συνθήκες, δύνανται οι διάδικοι να ζητήσουν την προσαρμογή αυτής (παρούσας αποφάσεως) στις νέες συνθήκες, με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον του ανηλίκου (πρβλ. ΕφΔωδ 55/2021, ΕφΘεσ 1560/2003). Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η εκκαλούσα-εναγομένη, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας κάθε πλευράς, στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου-ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, κατά μερική παραδοχή του οικείου αιτήματος του τελευταίου (άρθρα 106, 178, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 15-9-2020 (αρ. καταθ. ……./2020) έφεση.

Εξαφανίζει την υπ΄ αρ. 2665/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς [ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 591, 592 παρ. 3, 593-602, 610-613 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο Ν. 4335/2015)].

Κρατεί και δικάζει την από 9-9-2019 (αρ. καταθ. ……./2019) αγωγή.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Ρυθμίζει το  δικαίωμα  της  προσωπικής  επικοινωνίας  του  ενάγοντος  με το ανήλικο τέκνο του, ……, ως εξής: α) κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή από ώρα 17:00 έως ώρα 20:00, β) κάθε δεύτερο και τέταρτο Σαββατοκύριακο του μήνα και ειδικότερα από ώρα 10:00 του Σαββάτου έως ώρα 19:00 της Κυριακής, σε περίπτωση δε ασθένειας του ως άνω ανηλίκου που δεν επιτρέπει την επικοινωνία του ενάγοντος με αυτό, τότε, θα μετατίθεται η επικοινωνία για το επόμενο Σαββατοκύριακο, γ) Κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, κατά τα μονά έτη, από ώρα 10:00 της 24ης Δεκεμβρίου έως ώρα 20:00 της 30ης Δεκεμβρίου, ενώ, κατά τα ζυγά έτη, από ώρα 10:00 της 31ης Δεκεμβρίου έως ώρα 20:00 της 6ης Ιανουαρίου, δ) Κατά τις εορτές του Πάσχα, κατά τα μονά έτη, από ώρα 18:00 της Δευτέρας του Πάσχα έως ώρα 20:00 της Κυριακής του Θωμά, ενώ, κατά τα ζυγά έτη, από ώρα 10:00 της Μεγάλης Δευτέρας έως ώρα  18:00 της Δευτέρας του Πάσχα, ε) Κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών κάθε έτους, κατά τα μονά έτη, από ώρα 10:00 της 15ης Ιουλίου έως ώρα 18:00 της 31ης Ιουλίου, ενώ, κατά τα ζυγά έτη, από ώρα 10:00 της 15ης Αυγούστου έως ώρα 18:00 της 31ης Αυγούστου, στ) αναφορικά με τις ημέρες που δεν ορίζεται επικοινωνία του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του, κατά τα προεκτιθέμενα, καθημερινή τηλεφωνική ή ηλεκτρονική επικοινωνία με βιντεοκλήση μέσω viber ή skype μαζί του (τέκνο), μεταξύ των ωρών 19:00 – 20:00, σε τηλεφωνικό αριθμό ή ηλεκτρονική διεύθυνση, αντίστοιχα, και συσκευή προοριζόμενα αποκλειστικά για την εν λόγω επικοινωνία και σύμφωνα πάντοτε με το πρόγραμμα του τελευταίου (τέκνου των διαδίκων), η δε εναγομένη υποχρεώνεται να διευκολύνει την επικοινωνία αυτή, ενημερώνοντας τον ενάγοντα-πατέρα για το εν λόγω τηλέφωνο ή την ηλεκτρονική διεύθυνση, αντίστοιχα, στα οποία ο τελευταίος θα μπορεί να επικοινωνεί με το ανήλικο τέκνο του. Περαιτέρω, 1) στις ανωτέρω υπό στοιχ. α) έως ε) περιπτώσεις, ο ενάγων θα παραλαμβάνει το τέκνο του από την οικία της εναγομένης, κατά την έναρξη της επικοινωνίας, σε όλες δε τις ανωτέρω υπό στοιχ. α) έως ε) περιπτώσεις, ο ενάγων θα παραδίδει το τέκνο του στην οικία της εναγομένης, κατά τη λήξη της επικοινωνίας αυτής, 2) η ανωτέρω υπό στοιχ. α) και β) επικοινωνία δεν θα πραγματοποιείται κατά τα λοιπά χρονικά διαστήματα, αφενός, των εορτών των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς, του Πάσχα, αφετέρου, των μηνών Ιουλίου και Αυγούστου, που προηγούνται ή έπονται του χρονικού διαστήματος της, στα πλαίσια των οικείων εορτών και των θερινών διακοπών, αντίστοιχα, επικοινωνίας του ενάγοντος με το ανήλικο τέκνο του ……. και κατά τα οποία η μητέρα του ανηλίκου θα πραγματοποιεί μαζί με το εν λόγω ανήλικο τέκνο της τις αντίστοιχες διακοπές.

Απειλεί κατά της εναγομένης χρηματική ποινή διακοσίων (200) ευρώ για κάθε παράβαση της ανωτέρω διατάξεως.

Καταδικάζει την εκκαλούσα-εναγομένη στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου-ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των 500 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, την 10 Μαΐου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ