Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 666/2022

Αριθμός   666/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α) ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………………, χήρας ………………, για τον εαυτό της ατομικά και ως έχουσας την γονική μέριμνα-κηδεμονία και για λογαριασμό των δύο ανήλικων τέκνων της ………………… (γεννημένης  στις 15.9.2010) και ………………….. (γεννημένου στις 22.2.20213), 2) ………………………….., μητέρας του  θανόντα ……………………., 3) …………………………, αδελφού του θανόντα ……………………. και  4 ……………………………, αδελφού του θανόντα …………………………. κατοίκων  ……………………….., σε ανώνυμη οδό, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Χρήστο Μόσχο.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………………………., κατοίκου ………………………… , ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο, Ειρήνη Ζαννίκου.

Β) ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………………………., κατοίκου της …………………………… , ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο, Ειρήνη Ζαννίκου.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:   1) ……………………….., χήρας ……………………., για τον εαυτό της ατομικά και για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων της ………………… και ………………, 2) ………………………… , 3) ……………………….. , 4) ………………………., κατοίκων  …………………….. Αιγύπτου, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Χρήστο Μόσχο.

Γ) ΑΣΚΟΥΝΤΟΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΕΦΕΣΗΣ: …………………………, κατοίκου της ……………………………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο, Ειρήνη Ζαννίκου.

ΚΑΘΏΝ ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ ΕΦΕΣΗΣ: 1) …………………………, χήρας ……………………, για τον εαυτό της ατομικά και για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων της …………………. και …………………., 2) …………………………, 3) ………………………… και 4) ……………………….,   κατοίκων ……………………., οι οποίοι, άπαντες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Χρήστο Μόσχο.

Οι υπό στοιχ Α εκκαλούντες-Β εφεσίβλητοι-Γ καθ΄ ων οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από  21.7.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …./…./2021) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 282/2022  απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) οι ενάγοντες και ήδη υπό στοιχ Α εκκαλούντες-Β εφεσίβλητοι-Γ καθ΄ ων οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης με την από  3.3.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ κατάθεσης στο Πρωτοδικείο  …./…/2022, ΓΑΚ/ΕΑΚ προσδιορισμού στο Εφετείο  …/…/2022) έφεσή τους, β) ο εναγόμενος και ήδη υπό στοιχ.  Α εφεσίβλητος-Β εκκαλών-Γ ασκών τους πρόσθετους λόγους έφεσης με την από  2.3.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ κατάθεσης στο Πρωτοδικείο  …./…/2022, ΓΑΚ/ΕΑΚ προσδιορισμού στο Εφετειο …/…/2022) έφεση, καθώς και με τους από 10.9.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  …/…/2022) πρόσθετους λόγους έφεσης. Δικάσιμος αμφοτέρων των προαναφερόμενων εφέσεων ορίσθηκε αρχικά η 5η.5.2022, μετά δε από αναβολή, αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης. Δικάσιμος των  προαναφερόμενων πρόσθετων λόγων έφεσης ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων,  αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι κρινόμενες από 2.3.2022 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./…/2022 και 3.3.2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./…/2022 εφέσεις αμφοτέρων των διαδίκων μερών και εν μέρει ηττηθέντων ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά της με αριθμό 282/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία περιουσιακών: εργατικών διαφορών (άρθρα 621επ. ΚΠολΔ και 82 του ΚΙΝΔ) αντιμωλία των διαδίκων επί της από 21.7.2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./…./2021 αγωγής ασκήθηκαν νομοτύπως και εμπροθέσμως η πρώτη εντός της τριακονθήμερης προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι ο εκκαλών επικαλείται επίδοσης της εκκαλουμένης την 4.2.2022 και άσκησε την έφεση του την επομένης της 30ης ημέρας διότι αυτή συνέπιπτε με την αργία της Καθαράς Δευτέρας στις 8.3.2022. Η έφεση των συγγενών του αποβιώσαντος αλιεργάτη ασκήθηκε εντός της διετούς καταχρηστικής προθεσμίας από την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης, αφού δεν προκύπτει επίδοση τελευταίας, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1β΄, 518 παρ. 2 (όπως ισχύει μετά το ν. 4335/2015), 517, 518  παρ. 1, 520 παρ. 1 ΚΠολΔ). Οι εφέσεις αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) και παραδεκτώς αφού για τις υποθέσεις που αφορούν εργατικές διαφορές δεν καταβάλεται παράβολο εφέσεως του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 (εκ παραδρομής δε έχει καταβληθεί παράβολο στη με αριθμό …./…/2022 έφεση). Επομένως, πρέπει να γίνουν δεκτές κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την ίδια παραπάνω ειδική διαδικασία (άρθρα 522 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ) ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους  συνεκδικαζόμενες λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, καθόσον εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ανάμεσα στους ίδιους διαδίκους και στρέφονται κατά της ίδιας αποφάσεως και διότι έτσι διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων αυτής (άρθρα 246 και 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Με αυτές θα συνεκδικαστούν οι από 10.9.2022 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/…/2022 πρόσθετοι λόγοι έφεσης που άσκησε ο ήδη εκκαλών εφεσίβλητος εναγόμενος ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου  με δικόγραφο που κατατέθηκε στις 13.9.2022 στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, και επιδόθηκε στον πληρεξούσιο Δικηγόρο των ήδη εκκαλούντων εφεσιβλήτων εναγόντων ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου σύμφωνα με την προσκομιζόμενη μετ’επικλήσεως με αριθμό …../13.9.2022, έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ………. . Ακολούθως θα γίνουν τυπικά δεκτοί και να ερευνηθούν περαιτέρω κατ` ουσίαν, συνεκδικαζόμενοι με τις προαναφερόμενες εφέσεις δεδομένου ότι οι  λόγοι που περιέχουν συνέχονται με τα εκκληθέντα κεφάλαια της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθρο 520 του ΚΠολΔ).

Στη συγκεκριμένη περίπτωση με την ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου από 10.10.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./…./2016 αγωγή τους οι ήδη εκκαλούντες εφεσίβλητοι κάτοικοι εξωτερικού (…..) εξέθεταν ότι ο …………., υπήκοος ……, σύζυγος της πρώτης και πατέρας των εκπροσωπούμενων από την ιδία ανηλίκων τέκνων της, υιός της δεύτερης και αδελφός των τρίτου και τετάρτου των εναγόντων ήδη εκκαλούντων εφεσιβλήτων, είχε προσληφθεί από τον ήδη εφεσίβλητο εκκαλούντα εναγόμενο κατοίκου ………..  με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, προκειμένου να εργασθεί ως αλιεργάτης στο υπό ελληνική σημαία αλιευτικό σκάφος τύπου μηχανότρατα (Α/Κ.) «ΑΓΙΙΙ» (αριθμός νηολογίου …….., Xιου πλοιοκτησίας του εκκαλούντος εφεσιβλήτου εναγομένου. Ότι την 1η-1-2021 και ενώ εργαζόταν υπέστη εργατικό ατύχημα, υπό τις αναλυτικά αναφερόμενες στο δικόγραφο της αγωγής συνθήκες εξαιτίας του οποίου επήλθε ο θάνατος του, και το οποίο οφείλεται σε υπαίτιες πράξεις και παραλείψεις τoυ προαναφερόμενου πλοιοκτήτη και του προστηθέντος αυτού κυβερνήτη του σκάφους, …………………., οι οποίες συνιστούν παραβάσεις των ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών περί υγιεινής και ασφαλείας των εργαζομένων και περιγράφονται στο δικόγραφο της αγωγής. Ακολούθως αιτήθηκαν να υποχρεωθεί ο εναγόμενος πλοιοκτήτης να τους καταβάλει με την κύρια βάση της αγωγής με προσωρινά εκτελεστή απόφαση και με προσωπική κράτηση του λόγω της αδικοπραξίας για τη διατροφή που στερούνται λόγω του θανάτου του συγγενικού τους προσώπου που τους διέτρεφε το α) στην πρώτη σύζυγο του ατομικά το ποσό των 124.800 ευρώ εντόκως από την επίδοση της αγωγής, άλλως το ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως για το χρονικό διάστημα από 2.1.2021 έως 2.1.2047 εντόκως από τη δεύτερη μέρα κάθε μήνα και επικουρικά την αποζημίωση που προβλέπεται από τις διατάξεις του ν. 551/1914 δηλαδή το ποσό των 13.732 ευρώ εντόκως από την επίδοση της αγωγής καθώς και το ποσό των 250.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, β) στην πρώτη για λογαριασμό της ανήλικης κόρης της ………… : το ποσό των 28.800 ευρώ για στέρηση διατροφής με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, άλλως το ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως για το χρονικό διάστημα από 2.1.2021 έως 2.1.2033 με το νόμιμο τόκο από τη δεύτερη ημέρα εκάστου μηνός, άλλως και όλως επικουρικώς το ποσό των 10.299 ευρώ ως αποζημίωση κατ’ άρθρο 3 ν. 551/1915 με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, καθώς και το ποσό των 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, γ) στην πρώτη για λογαριασμό του ανήλικου υιού της ………… :  το ποσό των 36.000 ευρώ για στέρηση διατροφής με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, άλλως το ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως για το χρονικό διάστημα από 2.1.2021 έως 2.1.2033 με το νόμιμο τόκο από τη δεύτερη ημέρα εκάστου μηνός, άλλως και όλως επικουρικώς το ποσό των 10.299 ευρώ ως αποζημίωση κατ’ άρθρο 3 ν. 551/1915 με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, καθώς και το ποσό των 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, δ) στη δεύτερη (μητέρα του θανόντος) το ποσό των 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, ε) στον τρίτο (αδερφό του θανόντος) το ποσό των 75.000 ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, και στ) στον τέταρτο (αδερφό του θανόντος) το ποσό των 75.000 ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έκρινε ορθώς ότι έχει τοπική και υλική αρμοδιότητα και συνεπώς διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της υπόθεσης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 3, 4, 16 παρ. 2, 42 παρ. 2 του ΚΠολΔ και 51 παρ. 3α του ν. 2172/1993 σε συνδυασμό με τα άρθρα 4 παρ. 1, 35 και 62 του κανονισμού του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου 1215/2012 “για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις” κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 αριθμ. 3 και 621 του ΚΠολΔ). Έκρινε εφαρμοστέο το ελληνικό δίκαιο με βάση το άρθρο 8 παρ. 2 του κανονισμού 593/2008 του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του συμβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) ως το δίκαιο της χώρας που ο θανών παρείχε την εργασία του και στη συνέχεια αφού απέρριψε ένσταση αοριστίας έκρινε νόμιμη την αγωγή ως προς την κύρια βάση της (αλλά και την επικουρική βάση της) με έρεισμα στις διατάξεις των άρθρων 648, 662, 71, 298,299,914,922,928, 932, 330,.340,345, 346 ΑΚ, 176,191 αρ. 2, 907, 908 παρ. 1 δ’, ε’, 1047 παρ. 1 ΚΠολΔ, άρ. 1, 2,3 του Ν. 551/1915. Εντέλει αφού  απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο το κύριο αίτημα περί καταβολής αποζημίωσης με το κοινό δίκαιο (διατάξεις περί αδικοπραξιών) λόγω παράβασης μέτρων για την ασφάλεια των εργαζομένων τη δέχθηκε κατά ένα μέρος κατ’ουσίαν ως προς την επικουρική της βάση επιδικάζοντας την προβλεπόμενη από το ν. 551/1914 αποζημίωση και ποσά για την αποκατάσταση ψυχικής οδύνης και συνολικά το ποσό των 83.732 ευρώ για τη σύζυγο του θανόντος ατομικά, για λογαριασμό καθενός από τα ανήλικα τέκνα του θανόντος το ποσό των 70.299 ευρώ, στη μητέρα του θανόντος το ποσό των 10.000 ευρώ και σε καθένα από τους αδερφούς του θανόντος το ποσό των 5.000 ευρώ με εν μέρει προσωρινά εκτελεστή απόφαση ως προς τη σύζυγο και τα ανήλικα τέκνα του θανόντος, απορρίπτοντας ως ουσιαστικά αβάσιμο το αίτημα περί προσωπικής κράτησης. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες συγγενείς του θανόντος για κακή εκτίμηση αποδείξεων παραπονούμενοι για το γεγονός πως κρίθηκε ότι η παραβίαση των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας δεν συνδεόταν αιτιωδώς με το εργατικό ατύχημα που συνετέλεσε στο θάνατο του συγγενικού τους προσώπου και για παράβαση της αρχής της αναλογικότητας κατά την επιδίκαση χρηματικών ποσών για την αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης και αιτούνται ακολούθως την παραδοχή των λόγων εφέσεως προκειμένου να μεταρρυθμιστεί κατά τα ανωτέρω η εκκαλουμένη απόφαση, ενώ με την έφεση του και τους προσθέτους λόγους αυτής ο πλοιοκτήτης παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή νόμου και κακή εκτίμηση αποδείξεων, και ζητεί την παραδοχή τους προκειμένου να απορριφθεί η αγωγή. Να σημειωθεί ότι δεν θα ληφθούν υπόψη προσκομιζόμενα έγγραφα περί καταθέσεως μηνύσεως και εγκλήσεως σε βάρος του δικηγόρου των εφεσιβλήτων εκκαλούντων από τον εκκαλούντα εφεσίβλητο και την πληρεξουσία δικηγόρο του, τα οποία κοινοποιήθηκαν μέσω δικαστικού επιμελητή δια της καταθέσεως στο πρωτόκολλο του Εφετείου και επιδόθηκαν στις 20.10.2022 με εντολή του Προϊσταμένου του Δικαστηρίου, πρωτίστως διότι η πολιτική δικονομία έχει συγκεκριμένες προθεσμίες αναφορικά με την προσκόμιση εγγράφων και το δικαίωμα αυτό του διαδίκου εκτείνεται εξαιρετικά μόνο μέχρι την προθεσμία καταθέσεως προσθήκης αντίκρουσης. Επιπλέον του απαραδέκτου δεν γίνεται αντιληπτή από αυτό το δικαστήριο ούτε η σκοπιμότητα της συγκεκριμένης κοινοποιήσεως διότι από την επισκόπηση των διαδικαστικών της δίκης εγγράφων τα παραπάνω έγγραφα δεν συνδέονται με λόγους εφέσεως αλλά μόνο με την τηρηθείσα στην περίπτωση αυτή διαδικασία (βλ. σχετ. Σ) του άρθρου 6 παρ. 1β του ν. 4640/2019 διαδικασία διαμεσολάβησης. Δεν κρίνεται ωστόσο ότι ο εκκαλών έχει σκοπό να παρελκύσει τη διαδικασία με την εξώδικη επίδοση των παραπάνω εγγράφων και για και συνεπώς δεν θα του επιβληθούν οι προβλεπόμενες από το άρθρο 205 του ΚΠολΔ ποινές τάξης.

Στην περίπτωση που εισάγεται προς διάγνωση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, καθίσταται αναγκαία η προσφυγή στις οικείες διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Eνωσης της 17ης Ιουνίου 2008 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι)», οι οποίες, λόγω του οικουμενικού χαρακτήρα του ανωτέρω Κανονισμού, που ρητώς διατυπώνεται στο άρθρο 2 αυτού, αντικαθιστούν τους εθνικούς κανόνες συγκρούσεως των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Eνωσης, όσον αφορά τις συμβατικές ενοχές που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής τους (δηλαδή για τις συμβάσεις που συνάπτονται μετά την 17-12-2009, κατ’ άρθρον 28 του Κανονισμού), προς ανεύρεση του εφαρμοστέου δικαίου που διέπει τη σχετική διαφορά. Ειδικότερα, με τη διάταξη του άρθρου 3 του Κανονισμού αυτού τίθεται ο γενικός κανόνας, ότι στις συμβατικές ενοχές εφαρμόζεται, κατ` αρχήν, το δίκαιο που επέλεξαν ελεύθερα τα μέρη, με την επιλογή αυτή, η οποία πρέπει να γίνεται ρητώς ή να συνάγεται σαφώς από τις διατάξεις της σύμβασης ή τα δεδομένα της υπόθεσης, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να επιλέξουν το εφαρμοστέο δίκαιο στο σύνολο ή σε μέρος μόνο της σύμβασης. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει επιλογή του εφαρμοστέου στη σύμβαση δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 3, το εφαρμοστέο δίκαιο καθορίζεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του εν λόγω Κανονισμού. Το δίκαιο αυτό (εφαρμοστέο) μπορεί να είναι οποιοδήποτε, ακόμα και δίκαιο που δεν έχει καμία σχέση με την αντίστοιχη σύμβαση. Oμως, η αυτονομία αυτή των συμβαλλομένων, όπως καθιερώνεται από τον ανωτέρω Κανονισμό, υπόκειται σε περιορισμούς, οι οποίοι περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και στις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 3, 9 παρ. 2 και 8 παρ. 1 αυτού, από τις οποίες οι δύο πρώτες αφορούν γενικώς τους κανόνες δημόσιας τάξης του δικαίου που παρουσιάζει το στενότερο σύνδεσμο προς την σύμβαση και του δικαίου του FORUM, ενώ η τελευταία αφορά ειδικούς κανόνες δικαίου δημόσιας τάξης ή κανόνες αναγκαστικού δικαίου που σχετίζονται με τις συμβάσεις εργασίας. Oλες οι ανωτέρω διατάξεις αφορούν κανόνες αναγκαστικού δικαίου, που περιορίζουν, υπό προϋποθέσεις, την αρχή της αυτονομίας των συμβαλλομένων, όταν το δίκαιο που έχει επιλεγεί από τα συμβαλλόμενα μέρη έρχεται σε αντίθεση προς αυτές. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 8 του Κανονισμού αυτού, που αφορά τις ατομικές συμβάσεις εργασίας, ορίζεται ότι «1. Η ατομική σύμβαση εργασίας διέπεται από το δίκαιο που επιλέγουν τα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3. Ωστόσο, η επιλογή αυτή δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να στερήσει τον εργαζόμενο από την προστασία που του εξασφαλίζουν οι διατάξεις από τις οποίες δεν μπορεί να γίνει παρέκκλιση με συμφωνία κατά το δίκαιο που θα ήταν εφαρμοστέο βάσει των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, ελλείψει επιλογής. 2. Στο μέτρο που το εφαρμοστέο στην ατομική σύμβαση εργασίας δίκαιο δεν έχει επιλεγεί από τα μέρη, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία ή, ελλείψει αυτού, από την οποία, ο εργαζόμενος παρέχει συνήθως την εργασία του κατά εκτέλεση της σύμβασης. Η χώρα της συνήθους εκτέλεσης εργασίας δεν θεωρείται ότι μεταβάλλεται όταν ο εργαζόμενος παρέχει την εργασία του σε μια άλλη χώρα προσωρινά. 3. Oταν δεν μπορεί να καθορισθεί το εφαρμοστέο δίκαιο σύμφωνα με την παράγραφο 2, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας όπου ευρίσκεται η εγκατάσταση της επιχείρησης που προσέλαβε τον εργαζόμενο. 4. Oταν προκύπτει από το σύνολο των περιστάσεων ότι η σύμβαση συνδέεται στενότερα με χώρα άλλη από την προβλεπόμενη στις παραγράφους 2 ή 3, εφαρμόζεται το δίκαιο της άλλης αυτής χώρας». Επίσης, συναφώς με τα ανωτέρω, στην παρ. 2 του άρθρου 9 του ίδιου Κανονισμού ορίζεται ότι «Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να περιορίσουν την εφαρμογή υπερισχυουσών διατάξεων αναγκαστικού δικαίου του δικαίου του δικάζοντος δικαστή». Από τις προαναφερθείσες διατάξεις συνάγεται ότι, σε κάθε περίπτωση δηλαδή είτε έχει γίνει έγκυρη επιλογή εφαρμοστέου δικαίου είτε δεν έχει γίνει θα εφαρμοστούν διατάξεις που εξασφαλίζουν στον εργαζόμενο (ναυτικό) τουλάχιστον ίση προστασία και καθίσταται ανεκτή η εφαρμογή του σε σχέση με τις διατάξεις αναγκαστικού δικαίου ενός (διαζευκτικά) από τα ακόλουθα δίκαια, που τείνουν στην προστασία του (ναυτικού), την οποία αυτός δεν μπορεί να στερηθεί. Ειδικότερα, τα δίκαια αυτά είναι: α)το δίκαιο της χώρας όπου ο εργαζόμενος παρέχει την εργασία του σε εκτέλεση της σύμβασης. Σημειωτέον ότι στη ναυτική εργασία τόπος (όχι απλώς συνήθους αλλά) μόνιμης παροχής εργασίας είναι το πλοίο στο οποίο εργάζεται ο ναυτικός και κατά την κρατούσα διεθνώς άποψη, εφαρμόζεται σχετικώς το δίκαιο της σημαίας του πλοίου «ως ο πιο σεβαστός και παγκόσμιος κανόνας του ναυτικού δικαίου», εκτός αν αυτή είναι σημαία ευκαιρίας με την οποία το πλοίο δεν έχει γνήσιο αλλά χαλαρό και τεχνητό σύνδεσμο, β) το δίκαιο (άλλης) χώρας εκτός από το δίκαιο της χώρας που συμφωνήθηκε, εφόσον από το σύνολο των περιστάσεων συνάγεται ότι η σύμβαση εργασίας (ναυτολόγησης) συνδέεται στενότερα με την άλλη χώρα, γ) το δίκαιο της χώρας όπου βρίσκεται η εγκατάσταση που προσέλαβε τον εργαζόμενο (ναυτικό), αν αυτός δεν παρέχει την εργασία του σε μία μόνο χώρα και δ) το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή (FORUM) κατ’ άρθρον 9 παρ. 2 του ανωτέρω Κανονισμού. Οι εν λόγω διατάξεις αφορούν τους αποκαλούμενους «κανόνες αμέσου εφαρμογής» του δικαίου του δικάζοντος δικαστή, που ρυθμίζουν αναγκαστικά τη σχετική περίπτωση, ανεξαρτήτως από το εφαρμοστέο στη σύμβαση δίκαιο. Οι κανόνες αυτοί αναγκαστικού δικαίου προσδιορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 3 του ανωτέρω Κανονισμού, δηλαδή εκείνοι από τους οποίους δεν είναι δυνατόν να παρεκκλίνουν οι συμβαλλόμενοι με ιδιωτική συμφωνία. Τέτοιοι κανόνες αναγκαστικού δικαίου είναι εκείνοι που η ίδια η πολιτεία θεσπίζει για λόγους κοινωνικοοικονομικούς (ΑΠ 561/2001 ΕΝΔ 29,283 – ΑΠ 541/2001 ΕΝΔ 29,286 – ΑΠ 654/1997 ΕΝΔ 25,372 – ΑΠ 515/1998 ΕΝΔ 26,375 – ΑΠ 1197/1999 ΕΝΔ 27,355, ΑΠ 668/85, ΕΝΔ 1476, ΕφΠειρ 520/1993, ΕΝΔ 21,431). ‘Oσον αφορά το Ελληνικό δίκαιο στους κανόνες αυτούς αναγκαστικού δικαίου και «αμέσου εφαρμογής», κατά την προεκτεθείσα έννοια, περιλαμβάνεται και ο ν. 551/1915 που παρέχει τη δυνατότητα αξίωσης αποζημίωσης στο ναυτικό ή σε περίπτωση θανάτου του στους συγγενείς του λόγω εργατικού ατυχήματος κατά τη διάρκεια της εργασίας του στο πλοίο και εξ αφορμής αυτής (ΕφΠειρ 229/2016, δημ νόμος και ΕφΠειρ 466/2016 δημ. Νόμος). Περαιτέρω από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 551/1915, που κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ.της 24-7/25.08.1920, διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (αρθρ. 38 εδ. α` ΕισΝΑΚ) και ισχύει και επί ναυτικής εργασίας (άρθρα 2 του άνω νόμου και 66 εδ. β` του κυρωθέντος με το ν. 3816/1958 Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου), προκύπτει ότι εργατικό ατύχημα, δηλαδή ατύχημα από βίαιο συμβάν, που επέρχεται σε εργάτη ή υπάλληλο των αναφερομένων στο άρθρο 2 του πρώτου ως άνω νόμου επιχειρήσεων, θεωρείται και ο τραυματισμός του μισθωτού εξαιτίας έκτακτης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, άσχετου προς τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος, αλλά συνδεομένου με την εργασία του, λόγω της εμφάνισής του κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την εκτέλεση αυτής (ΟλΑΠ 1287/1986 ΝοΒ 1987.1605, ΑΠ 804/2008, ΑΠ 792/2008, ΑΠ 73/2007). Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 Ν.551/1915, υπόχρεος προς αποζημίωση για εργατικό ατύχημα του παθόντος και των εξ αυτού δικαιουμένων προσώπων είναι «ο κύριος της επιχείρησης». Στο πλαίσιο του ναυτεργατικού δικαίου, κύριος της ναυτικής επιχείρησης είναι ο πλοιοκτήτης, εκτός δε αυτού και ο εφοπλιστής, καθώς και ο απλός κύριος του πλοίου, που δεν έχει τον εφοπλισμό (νόθος παθητική εις ολόκληρον ενοχή), ο οποίος ευθύνεται μόνο με το πλοίο (άρθρα 84, 105 και 106 του ΚΙΝΑ, ΕφΠειρ 482/2008 ΕΝαυτΔ 2008 401). Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 16 ν. 551/1915 προκύπτει ότι ο παθών από εργατικό ατύχημα έχει επιλεκτικό δικαίωμα να ασκήσει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει σύμφωνα με τα άρθρα 297, 298 και 914 ΑΚ πλήρη αποζημίωση, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν έλαβε χώρα, σε εργασία ή επιχείρηση, στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων, βρίσκεται δε σε αιτιώδη συνάφεια με την μη τήρηση των διατάξεων αυτών, διαφορετικά, εάν δηλαδή δεν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις αυτές, μπορεί ν` ασκήσει μόνο την αγωγή από το ν. 551/1915. Τέτοιες διατάξεις είναι εκείνες, οι οποίες ειδικά προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και ειδικότερα προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφαλείας των εργαζομένων. Δεν αρκεί δηλαδή ότι το ατύχημα επήλθε από την μη τήρηση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση προνοίας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (ΟλΑΠ 26/1995 ΕλλΔνη 37.38 , ΑΠ 274/2000 ΕλλΔνη 39.105, ΑΠ 1858/2011, ΑΠ 11/2012, ΕφΠειρ 281/2011 δημ. νόμος). Οι αξιωσεις συρρέουν διαζευκτικά, με την έννοια ότι σε περίπτωση επιλογής της μιας απ` αυτές τις αξιώσεις αποζημίωσης αποκλείεται να ζητήσει ταυτόχρονα ή διαδοχικά την άλλη, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 306 ΑΚ, που αφορά την διαζευκτική ενοχή. Σε κάθε, όμως, περίπτωση, δηλαδή και όταν ακόμη ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση για αποζημίωση, ο παθών από εργατικό ατύχημα διατηρεί την αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά του εργοδότη, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα (δόλο ή αμέλεια οποιασδήποτε μορφής) αυτού ή των προστηθέντων απ` αυτόν προσώπων, που κρίνεται κατά το κοινό δίκαιο (άρθρα 914, 922, 932 ΑΚ), μη απαιτουμένης της συνδρομής του ειδικού πταίσματος της μη τηρήσεως επιβαλλομένων όρων ασφαλείας (ΟλΑΠ 1117/1986 ΝοΒ 35. 891, ΑΠ 1438/2002 ΕλλΔνη 45. 716), ενώ η αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη κατά το ν. 551/1915 δεν επεκτείνεται και στη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, καθόσον γι` αυτήν απαιτείται υπαιτιότητα (ΑΠ 274/2000 ό.π.). Είναι βέβαια δυνατή η σώρευση στο ίδιο δικόγραφο αγωγής, εφόσον συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις για τη γένεση καθεμίας, τόσο της αξιώσεως για επιδίκαση αποζημιώσεως του ν. 551/1915, όσο και της αξιώσεως για χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη ο παθών από εργατικό ατύχημα (ΑΠ 1438/2002 ο.π., ΑΠ 1373/2002 ΕλλΔνη 44. 420, ΕφΠειρ 281/2011 ΕΝΔ 2011/304, ΕφΠειρ 155/2014 δημ. νόμος). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 281 του ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής για να θεωρηθεί η άσκηση του δικαιώματος ως καταχρηστική, θα πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος να προκύπτει από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που δημιουργήθηκε ή τις περιστάσεις που μεσολάβησαν ή από άλλα περιστατικά, τα οποία, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν την γέννηση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος καθιστούν μη ανεκτή την άσκηση του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (ΟλΑΠ 8/2001 ΝοΒ 49.1814, ΟλΑΠ 1/1997 ΕλλΔνη 38. 534, ΟλΑΠ 17/1995 ΕλλΔνη 1995.1531, ΟλΑΠ 62/1990 ΕλλΔνη 1991. 301).   Η αγωγή με το περιεχόμενο που προαναφέρθηκε είχε όλα τα απαιτούμενα από το νόμο στοιχεία και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που την έκρινε ορισμένο ερμήνευσε ορθά το νόμο. Επομένως τα όσα περί του αντιθέτου αναφέρονται στον τρίτο λόγο της με αριθμό …./…/2022 εφέσεως είναι αβάσιμα και πρέπει να απορριφθούν. Επιπλέον κρίνεται απορριπτέος ο έβδομος λόγος εφέσεως περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος επειδή το αλιευτικό σκάφος παραμένει σφραγισμένο με εντολή εισαγγελέα με απαγόρευση απόπλου και θέτει σε κίνδυνο την αυτοσυντήρηση του, ο οποίος δεν έχει έρεισμα στην ουσιαστική διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ, ούτε στη δικονομική διάταξη του 116 του ΚΠολΔ, και ο οποίος προβάλλεται αλυσιτελώς διότι η οικονομική κατάσταση του πλοιοκτήτη δεν καθιστά δικονομικό βοήθημα καταχρηστικό όταν εργαζόμενος ετών 40 απώλεσε τη ζωή του στο χώρο εργασίας του.

Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1, 96 παρ. 1 και 97 παρ. 3 ΚΠολΔικ προκύπτει ότι α) στα πολιτικά δικαστήρια οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο, β) η πληρεξουσιότητα δίνεται, μεταξύ άλλων, είτε με συμβολαιογραφική πράξη, είτε με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση, μπορεί δε να αφορά ορισμένες ή όλες τις δίκες εκείνου που την παρέχει, γ) η πληρεξουσιότητα για όλες τις δίκες παύει να ισχύει μετά πέντε χρόνια από τη χορήγησή της και δ) εκείνος που παρίσταται με δικηγόρο , του οποίου η πληρεξουσιότητα έπαυσε να ισχύει, θεωρείται σαν να μην είχε εμφανιστεί στη συζήτηση της υπόθεσης. Το Δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης, την έλλειψη πληρεξουσιότητας, καθώς και την υπέρβασή της (ΑΠ 89/14, ΑΠ 60/14, ΑΠ 23/14, ΑΠ 18/14, ΑΠ 1794/12, ΑΠ 1436/12 Νόμος). Κατά το άρθρο 105 ΚΠολΔ, αν αυτός που παρίσταται ως πληρε­ξούσιος δεν αποδεικνύει την ύπαρξη πληρεξουσιότητας, το Δικαστήριο μπορεί να ορίσει σύντομη προθεσμία για τη συμπλήρωση της έλλειψης και να επιτρέψει σε εκείνον που δεν αποδεικνύει την πληρεξουσιότητά του να συμμετάσχει στη δίκη προσωρινά. Τούτο διότι από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 96,104 ΚΠολΔ και 159 § 1, 211, 217 § 2, 238 ΑΚ, προκύπτει ότι ο διάδικος, για λογαριασμό του οποίου παρέστη δικηγόρος που δεν είχε δικαστική πληρεξουσιότητα, δικαιούται να εγκρίνει μεταγενεστέρως τις πράξεις του δικηγόρου αυτού που προηγήθηκαν. Η έγκριση αυτή μπορεί να γίνει και σιωπηρά σε μεταγενέστερο στάδιο της δίκης, δηλαδή και στην κατ` έφεση δίκη, με το διορισμό του ίδιου ή άλλου δικηγόρου, καθόσον η έγκριση αφορά τις πράξεις και όχι το πρόσωπο, οπότε θεραπεύονται και οι άκυρες διαδικαστικές πράξεις της πρωτοβάθμιας δίκης (ΑΠ 932/14, ΑΠ 835/2010 δημ. νόμος ΑΠ 602/2004 ΕλλΔνη 2006.177, ΑΠ 203/2003 ΕλλΔνη 2004. 475, ΑΠ 1085/2000 ΕλλΔνη 42. 434, ΕφΑιγ 161/2011 δημ. νόμος). Εξάλλου, από το άρθρο 11 του ΑΚ, που ορίζει ότι η δικαιοπραξία είναι έγκυρη ως προς τον τύπο, αν είναι σύμφωνη είτε με το δίκαιο που διέπει το περιεχόμενό της είτε με το δίκαιο του τόπου όπου επιχειρείται, προκύπτει ότι για το κύρος της πληρεξουσιότητας, που δόθηκε στην αλλοδαπή, αρκεί ο τύπος που προβλέπεται είτε από την lex fori είτε από τη lex loci actus (ΑΠ 1144/2007 ΧρΙΔ 2008.137). Με τις ανωτέρω διατάξεις του ΚΠολΔικ, που αποτελούν δημόσιο δίκαιο, ρυθμίζεται ειδικότερα σε σχέση με το άρθρο 11 ΑΚ ο τύπος της μονομερούς δικαιοπραξίας της πληρεξουσιότητας, όταν αυτή δίνεται για την διενέργεια διαδικαστικών πράξεων και παράσταση στο ακροατήριο ενώπιον των ημεδαπών δικαστηρίων. Η δόση τέτοιας πληρεξουσιότητας συνιστά αυτή καθ` εαυτή, πέραν του ουσιαστικού δικαίου, διαδικαστική πράξη του δικονομικού δικαίου υποβαλλόμενη στον οριζόμενο από την εσωτερική έννομη τάξη πανηγυρικό (συστατικό) τύπο, χωρίς διάκριση αν δίνεται με δικαιοπραξία στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή. Επιλέγεται έτσι από το νόμο αποκλειστικά ως κατάλληλο για τη ρύθμιση αυτή το δίκαιο του τόπου, όπου οι διαδικαστικές πράξεις επιχειρούνται, κατ΄ ειδική ρύθμιση σε σχέση με το άρθρο 11 ΑΚ, το οποίο ως προς τον τύπο της δικαιοπραξίας δέχεται το παραπάνω δίκαιο διαζευκτικά εφαρμοζόμενο με τα αναφερόμενα εκεί άλλα δίκαια (ΑΠ 909/2004 ΕλΔ 2005.1684 ΑΠ 292/2002 Δίκη 2002.1295 , Σπ.Βρέλλη «Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο», έκδοση Γ΄ (2008) σελ.163-164) . ΕφΠειρ 155/2013  δημ. νομος. Δηλαδή ο αναφερόμενος στις διατάξεις του άρθρου 96 παρ. 1, 2 και 97 παρ. 3 του ΚΠολΔ τύπος απαιτείται, επί ποινή απαραδέκτου, για την παροχή πληρεξουσιότητας που δίδεται στην ημεδαπή, ενώ όταν η δικαστική πληρεξουσιότητα, για δίκη ενώπιον ημεδαπού Δικαστηρίου, δίδεται στην αλλοδαπή, για το κύρος της αρκεί η τήρηση του τύπου που προβλέπεται είτε από το ημεδαπό είτε από το αλλοδαπό δίκαιο (πρβλ. ΑΠ 1144/07, ΑΠ 909/04, ΑΠ 292/02 Νόμος). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθ. 1 εδ. α`, γ` και δ` της από 05-10-1961 Συμβάσεως της Χάγης, για την κατάργηση της υποχρεωτικής Επικύρωσης αλλοδαπών εγγράφων, η οποία κυρώθηκε με το Ν. 1497/1984, ως δημόσια έγγραφα που έχουν συνταχθεί στο έδαφος ενός συμβαλλόμενου Κράτους, θεωρούνται και τα συμβολαιογραφικά έγγραφα, καθώς και οι επίσημες βεβαιώσεις, όπως βεβαιώσεις καταχωρήσεως, θεωρήσεις για βέβαια χρονολογία και επικυρώσεις υπογραφής που τίθεται σε ιδιωτικό έγγραφο. Σύμφωνα δε με το άρθρο 3 της ίδιας Συμβάσεως, η μόνη διατύπωση που είναι δυνατόν να απαιτηθεί για να βεβαιωθεί η γνησιότητα της υπογραφής, η ιδιότητα με την οποία ενήργησε ο υπογράφων το έγγραφο και, ενδεχομένως, η ταυτότητα της σφραγίδας ή του επιθήματος που φέρει το έγγραφο, είναι η επίθεση (επί του εγγράφου) της επισημείωσης που προβλέπεται από το άρθρο 4 αυτής (EPISTILLE) και χορηγείται από την αρμόδια αρχή του Κράτους από το οποίο προέρχεται το έγγραφο ή σε πρόσθεμα. Εκ τούτων συνάγεται, ότι, επί ιδιωτικών εγγράφων, χορηγείται κατ` εξαίρεση η σφραγίδα της Χάγης μόνον όταν αυτά φέρουν βεβαιώσεις, καταχω­ρήσεις, θεωρήσεις για βέβαια χρονολογία και επικυρώσεις υπογραφής, που έχουν τεθεί από δημόσια αρχή, διότι, με αυτόν τον τρόπο, το ιδιωτικό έγγραφο, ως προς το σκέλος (και μόνο) της βεβαιώσεως του γνησίου της υπογραφής από αρμόδιο υπάλληλο φέρει την επίσημη σφραγίδα του Κράτους (βλ. ΑΠ 926/2014 (Ποιν), δημ. ΝΟΜΟΣ). Τα ανωτέρω ισχύουν, όταν πρόκειται περί δημοσίων εγγράφων Πολιτείας, η οποία έχει προσχωρήσει στη Σύμβαση της Χάγης. Όταν, όμως, πρόκειται περί Πολιτείας, η οποία δεν έχει προσχωρήσει σε αυτή ή περί Πολιτείας που έχει μεν προσχωρήσει σε αυτή, αλλά η Ελλάδα έχει εγείρει (κατ` άρθ. 12 της Σύμβασης) αντιρρήσεις για την προσχώρησή της, για να γίνουν αποδεκτά τα προαναφερόμενα δημόσια έγγραφα, πρέπει να φέρουν επικύρωση των Ελληνικών Προξενικών Αρχών στη χώρα προέλευσης των εγγράφων, ως προς το γνήσιο της υπογραφής του αλλοδαπού οργάνου, και μάλιστα αφού έχει προηγηθεί η επικύρωσή τους από το Υπουργείο Εξωτερικών της χώρας προέλευσης των εγγράφων. Τέτοιες αντιρρήσεις έχει εγείρει η Ελλάδα για το Περού, το Κιργιστάν τη Μογγολία και το Ουζμπεκιστάν (βλ. τη διαθέσιμη στο διαδίκτυο από 8.3.2018 ενημέρωση του ΥΠ. Εξωτερικών).

Από την εκτίμηση των καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου …………… και ……………. που έχουν συντάξει και γνωμοδοτήσεις (ο δεύτερος στα πλαίσια πραγματογνωμοσύνης) για  το επίδικο ατύχημα, τις ένορκες βεβαιώσεις κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων που εκτιμώνται για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αλλά και την με αριθμό ……/25.11.2021 ένορκη βεβαίωση του αλιεργάτη και κατοίκου ………… ……………………… σύμφωνα με τις διατυπώσεις των άρθρων 421 επ. του ΚΠολΔ, δηλαδή ενώπιον του συμβολαιογράφου Πειραιώς …………………… και μετά από προηγούμενη κλήτευση της άλλης πλευράς σύμφωνα με την …./19.11.2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Βορείου Αιγαίου …………………… σε συνδυασμό με την απόδειξη ταχυδρομείου, την από 16.6.2021 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, τις με αριθμό …../7.9.2021 και …../7.9.2021 ένορκες βεβαιώσεις των κατοίκων …………. …………….και ………….. κατά τις διατυπώσεις των άρθρων 421επ. του ΚΠολΔ και μετά από προηγούμενη κλήτευση του άλλου διάδικου μέρους σύμφωνα με τη με αριθμό …../2.9.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιώς ………………….., τη με αριθμό …./2.12.2021 ένορκη βεβαίωση του κυβερνήτη του αλιευτικού ……………….. κατοίκου ……………… ενώπιον της συμβολαιογράφου ………. …………………. μετά τη με αριθμό ……/24.11.2021 έκθεση επιδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιώς ………………., και την κατ’άρθρο 5 παρ. 3 του ν. 4539/2021 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του δικηγόρου Πειραιώς ………. κατοίκου ……… …………………… μετά τη με αριθμό …../30.11.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιώς …………………. , τις προσκομιζόμενες τεχνικές εκθέσεις που εκτιμώνται ως έγγραφα, τις φωτογραφίες που εκτιμώνται ως έγγραφα, το πόρισμα του ΑΣΝΑ και όλα τα έγγραφα της ποινικής δικογραφίας από τα οποία συνάγονται τεκμήρια και όλα τα προσκομιζόμενα από τα διάδικα μέρη έγγραφα τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ), πλήρως αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Ο εκκαλών εφεσίβλητος εναγόμενος είναι πλοιοκτήτης του υπό ελληνική σηµαία αλιευτικού σκάφους – µηχανότρατα (Α/Κ) “ΑΙΙΙ” με αριθμό νηολογίου  …………. Για τις ανάγκες τις αλιείας είχε τοποθετηθεί στο σκάφος βαρούλκο αλιείας, το οποίο έχει σκοπό την ανάσυρση των διχτύων αλιεύµατος και των αλιευτικών εργαλείων (υδραετών) από τη θάλασσα στο κατάστρωµα. Ειδικότερα, ο συγκεκριµένος µηχανισµός, ο οποίος είναι εγκατεστηµένος εγκαρσίως επί του πρυµναίου καταστρώµατος του σκάφους και απέχει από τη πρύµνη 6,70 µέτρα, αποτελείται από ένα βαρούλκο (βίντσι), το οποίο περιλαµβάνει δυο τύµπανα µε συρµατόσχοινο, δυο τύµπανα µε χονδρό σχοινί (κάβο) και δυο µικρότερα τύµπανα για ελεύθερη χρήση σχοινιού. Το βαρούλκο δε παίρνει κίνηση µέσω άξονα, ο οποίος καταλήγει σε κυλινδρική τροχαλία επιπέδου ιµάντα στο άνω µέρος του µηχανοστασίου. Στο κάτω δε µέρος αυτού και επί της εξόδου του εµπρόσθιου κινητήριου άξονα της µηχανής υπάρχει µηχανισµός σύµπλεξης και αποσύµπλεξης που δίνει κίνηση σε ένα µικρό άξονα µε κυλινδρική τροχαλία επιπέδου ιµάντα. Τις δυο τροχαλίες ενώνει επίπεδος ιµάντας που φέρει µηχανισµό τάνυσης (τροχός τάσης), ο οποίος ελέγχεται από το χειριστή του βιντσιού, µέσω µοχλού χειριστηρίου, ο οποίος έχει µετατραπεί σε ποδοχειριστήριο, o δε µηχανισµός αποσύµπλεξης µεταξύ κινητηρίου άξονα σύµπλεξης µηχανής και υπολοίπου µηχανισµού µετάδοσης του βιντσιού ελέγχεται µε χειροµοχλό επί της µηχανής και επί πλέον µε ένα σχοινί που ευρίσκεται πίσω από το βίντσι, εντός του χώρου του µηχανοστασίου. Περαιτέρω, το συγκεκριµένο σκάφος διενεργεί αλιεία στα εσωτερικά θαλάσσια ύδατα και σε αυτό υπάρχει, σύμφωνα με το Π.Δ. 16/2004 υπoxρέωση ναυτολόγησης ενός Κυβερνήτη Γ’, ενός Μηχανοδηγού Β’ και ενός ναύτη. Την 1.1.2021 το ανωτέρω σκάφος διενεργούσε 2 ν.μ. από τα Καρδάμυλα, βορειοανατολικά της νήσου αλιεία στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή Καρδαμύλων Χίου, έχοντας προς τούτο σχετική άδεια αλίευσης με το εργαλείο δίχτυ τράτας βυθού  (βλ.  τη  με  αριθμό  πρωτ.   4599/2-11-2020 απόφαση του Αντιπεριφειάρχη Αιγαίου), με πλήρωμα τον Κυβερνήτη …………….. και τέσσερις αλιεργάτες Αιγύπτιους υπηκόους και κατόχους ατομικών αδειών αλιείας μεταξύ των οποίων και ο σύζυγος της πρώτης εκκαλούσας εφεσίβλητης ενάγουσας πατέρας των εκπροσωπούμενων από αυτή ανήλικων τέκνων ……….. και ………., υιός της δεύτερης και αδερφός των λοιπών εκκαλούντων εφεσίβλητων εναγόντων. Ο προαναφερόμενος είχε προσληφθεί από τον εναγόμενο πλοιοκτήτη στις 16.10.2020 δυνάμει άτυπης (προφορικής) συμβάσεως εργασίας, προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως λιμενεργάτης στο σκάφος. Επισημαίνεται δε ότι πέραν δε των καθηκόντων που άπτονταν, της αλιευτικής δραστηριότητας ο θανών εκτελούσε, κατόπιν ρητών εντολών και οδηγιών του πλοιοκτήτη, και καθήκοντα πηδαλιούχου τις ώρες κατά τις οποίες γινόταv η ανέλκυση των διχτύων αλιείας στο κατάστρωμα του σκάφους και ο ως άνω κυβερνήτης του σκάφους αναπαυόταν, εκτελώντας ο ίδιος (…………………) του απαιτούμενους ελιγμούς του σκάφους κατά τη διάρκεια της ανέλκυσης και συνέδραμε στη συνέχεια τους λοιπούς αλιεργάτες στην ανέλκυση των αλιευτικών διχτύων και στις λοιπές απαιτoύμενες εργασίες σχετικά με το αλίευμα. Την προαναφερόμενη ημερομηνία περί ώρα δε 23:30′ – 23:45′ και ενώ ο καιρός ήταν νεφελώδης με νοτιοδυτικούς ανέμους 4 με 5 μποφόρ και μέτρια ορατότητα και ενώ ο κυβερνήτης του σκάφους αναπαυόταν σε κουκέτα που ευρίσκεται στη γέφυρα του σκάφους σύμφωνα με την από 2.1.2021 κατάθεση του στην αυτεπάγγελτη προανάκριση του λιμενικού σώματος του αυτόπτη μάρτυρα εργαζόμενου στο προαναφερόμενο αλιευτικό σκάφος αλιεργάτη …………………… (ενώ προφανώς και δεν κρίνεται στο θέμα αυτό πειστική η δήλωση του κυβερνήτη του αλιευτικού περί του αντιθέτου, από τον οποίο δε θα έπρεπε να έχει ζητηθεί η ένορκη βεβαίωση αυτού του γεγονός από το διάδικο πλοιοκτήτη διότι ενδεχομένως να ερευνάται ακόμη το θέμα ευθύνης του κυβερνήτη κατά την ποινική διαδικασία), ήταν σε εξέλιξη ανέλκυση των διχτύων, στην οποία συµµετείχε και ο …………………, τοποθετημένος για τις ανάγκες της εργασίας του, αριστερά του βιντσίου και πλησίον του αριστερού τυµπάνου του βαρούλκου. Την ώρα που το αριστερό τύµπανο του βαρούλκου βρισκόταν σε περιστροφική λειτουργία το αδιάβροχο ένδυµα του …………. πιάστηκε στο σχοινί τακτοποίησης του διχτύο του τυµπάνου, µε αποτέλεσµα τον εγκλωβισµό του σώµατός του και στην περιστροφή αυτού γύρω από το τύµπανο για χρονικό διάστηµα 4-5 δευτερολέπτων, µε αποτέλεσµα το σώµα του αλιεργάτη να συµπιεστεί και να προσκρούσει επανειληµµένως στο κατάστρωµα, κατά τη διάρκεια της περιστροφής. Ο ανωτέρω εγκλωβισµός έγινε αντιληπτός, όταν ο ………………. άρχισε να φωνάζει, οπότε ο προαναφερόμενος αλιεργάτης ……………………….. πήγε στο µοχλό φρένο και επιχείρησε να σταµατήσει τη λειτουργία του βιντσίου, πλην όµως αυτό συνέχισε να λειτουργεί, πραγµατοποιώντας περαιτέρω 4 περίπου περιστροφές, µε αποτέλεσµα την επιβάρυνση της σωµατικής κατάστασης του ………………. , ο οποίος είχε ήδη υποστεί σωµατικές βλάβες και κακώσεις. Ακολούθως, περί ώρα 01:00′ της 2ας Ιανουαρίου 2021 το ανωτέρω αλιευτικό σκάφος κατέπλευσε στο λιµένα Καρδαµύλων, και ο τραυµατισθείς αλιεργάτης διακοµίσθηκε µέσω ΕΚΑΒ, στο Γ.Ν. Χίου «ΣΚΥΛΙΤΣΕΙΟ», όπου και διαπιστώθηκε ο θάνατός του, ο οποίος σύµφωνα µε την ιατροδικαστική έκθεση με αριθμό …./18-2-2021 του ιατροδικαστή …………….., οφείλεται του σε θλαστικές κακώσεις θώρακα και κοιλίας. Να σημειωθεί ότι από την τοξικολογική εξέταση που διενεργήθηκε επί του πτώματος του θανόντος αποδείχθηκε ότι αυτός δεν είχε πάρει ουσίες που επηρεάζουν την ικανότητα στο χειρισμό μηχανημάτων, δηλαδή αλκοόλη, υπναγωγά ή ναρκωτικές ουσίες. Κατόπιν όλων των ανωτέρω κρίνεται ότι ο θάνατος του αλιεργάτη ………….. συνιστά εργατικό ατύχημα αφού είναι βίαιο συμβάν που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της εργασίας του και επέφερε το θάνατο του. Δεν χρειάζεται δε να προηγηθεί γι’αυτό άσκηση ποινικής δίωξης όπως αβάσιμα υποστηρίζεται με το δεύτερο πρόσθετο λόγο εφέσεως διότι η ποινική διαδικασία έχει διαφορετικές προϋποθέσεις, και για το λόγο  αυτό εξάλλου η κρίση ποινικών δικαστηρίων δεν δεσμεύει τα αστικά δικαστήριο αλλά εκτιμάται ελεύθερα. Εξάλλου στη συγκεκριμένη περίπτωση από το με αριθμό …./2022 (σχετ. 75) προσκομιζόμενο πιστοποιητικό πορείας της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών εμφαίνεται ότι η συγκεκριμένη υπόθεση βρίσκεται ως προς το ποινικό της σκέλος στο στάδιο της προκαταρτικής εξέτασης και συνεπώς για το αμετάκλητο της δικαστικής κρίσης ενδεχομένως να απαιτηθούν έξι και πλέον έτη.

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το προαναφερόμενο εργατικό ατύχημα επήλθε σύμφωνα με το μάρτυρα απόδειξης …………….. ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου επειδή συνέτρεξαν τρεις παράγοντες: α) οι εργαζόμενοι απασχολούνταν πολλές ώρες  με αποτέλεσμα να υπάρχει κόπωση οργανισμού, β) στη δυσλειτουργία του βαρούλκου αλιείας από το καλοκαίρι του 2020 και γ) στο ότι κατ’εντολή του πλοιάρχου και του πλοιοκτήτη οι τέσσερις αλιεργάτες αγκύρωναν στην ουσία πάνω στο κατάστρωμα το πεντάλ λειτουργίας έτσι ώστε το βίντσι να λειτουργεί χωρίς άμεση εποπτεία επιτρέποντας στον τέταρτο αλιεργάτη ……….. να μην είναι συνέχεια πάνω από τα χειριστήρια του βιντσίου, αλλά να πηγαίνει σε άλλους χώρους και να βοηθάει σε άλλες εργασίες. Μάλιστα ο προαναφερόμενος μάρτυρας τονίζει ότι μίλησε με τον προαναφερόμενο αλιεργάτη προσωπικά και ότι συνεπώς τα όσα καταθέσει δεν είναι συμπέρασμα του. Αποδεικνύεται επομένως ότι την ώρα του ατυχήματος κατά τη διάρκεια της ανέλκυσης των  διχτύων, δεν υπήρχε εποπτεία εκ µέρους του κυβερνήτη του σκάφους, ούτε αλιεργάτης χειριστής του βιντσιού, αλλά ουσιαστικά ο µηχανισµός είχε αφεθεί να λειτουργεί µόνος του, µετά την ενεργοποίησή του, δεδοµένου ότι άπαντες οι αλιεργάτες του σκάφους ασχολούνταν µε τη διαδικασία της ανέλκυσης των διχτύων. Η ανωτέρω δε κρίση ενισχύεται από την προαναφερόμενη από 2.1.2021 ένορκη προανακριτική κατάθεση του αλιεργάτη …………… , ο οποίος κατά τα προαναφερθέντα κατέθεσε ότι βρισκόταν στη δεξιά πλευρά του βιντσιού όταν αντελήφθη τις φωνές του θανόντος ο οποίος έτρεξε να σταματήσει τη λειτουργία του μηχανισμού. Δηλαδή δεν είχε προσληφθεί από τον πλοιοκτήτη εργαζόμενος ο οποίος να ασχολείται αποκλειστικά με το συγκεκριμένο μηχανισμό κατά τη διάρκεια ανέλκυσης των διχτυών αλλά με αυτό ήταν επιφορτισμένοι οι αλιεργάτες που βρίσκονταν δεξιά και αριστερά όταν βρίσκονταν διαφορετικά η συνεχής λειτουργία του είχε επιτευχθεί μέσω του μηχανισμού μόνιμης συγκράτησης του ποδοχειριστηρίου στη θέση τάνυση (μετάδοσης κίνησης στο βίντσι). Αυτό όμως όπως είναι σαφές ακύρωνε ουσιαστικά κάθε κανόνα ασφαλείας και καθιστούσε ουσιαστικά ανέφικτη την ακαριαία αποµόνωση της µετάδοσης της κίνησης προς το βίντσι. Μάλιστα ο πλοιοκτήτης δεν αμφισβητεί την ύπαρξη του μηχανισμού αλλά ισχυρίζεται ότι ήταν αναγκαίος για την ασφαλή ανάσυρση των διχτύων. Έτσι όμως είχε δημιουργηθεί επικίνδυνη για τους εργαζόμενους συνθήκη διότι λόγω ελαττωματικής ή απορρυθμισμένης λειτουργίας του μηχανισμού τάνυσης του ιμάντα δεν υπήρχε με την άφεση του ποδιού από το ποδοχειριστήριο άμεση παύση της κίνησης και χρειαζόταν επιπλέον έλξη με το χέρι. Αυτό αποδεικνύεται και από το από 2.1.2021 πόρισµα της έκτακτης επιθεώρησης του συγκεκριµένου µηχανισµού που συνέταξε ο Επιθεωρητής ΤΚΕΠ ……………….  Μηχανικός Α’ ………………… , η οποία έλαβε χώρα την εποµένη ηµέρα από το ένδικο συµβάν, µε την παρουσία του Λιµενοσταθµάρχη στο ………… …… . Ο αμέσως προαναφερόμενος είχε εξεταστεί στις 2.1.2021 στην αυτεπάγγελτη προανάκριση που διενεργήθηκε από το λιμενικό σώμα και κατέθεσε για την υπάρχουσα και διαπιστωθείσα δυσλειτουργία του βιντσίου. Η δυσλειτουργία αυτή αποδεικνύεται επίσης από 23.6.2021 τεχνική πραγµατογνωµοσύνη του ορισθέντος από το Κεντρικό Λιµεναρχείο Χίου Μηχανολόγου – Μηχανικού Τ.Ε. ……………….. , σχετικά µε την ορθή ή µη λειτουργία του ανωτέρω αλιευτικού εργαλείου καθώς και τα αίτια του θανάσιµου τραυµατισµού του ανωτέρω αλιεργάτη. Και ναι μεν σύμφωνα με την από 16.6.2021 έκθεση πραγματογνωμοσύνης των ……………….. και ………………..  αναφέρεται ότι το αλιευτικό μηχάνημα λειτουργούσε ασφαλώς, όμως το πόρισμα τους αυτό συντάχθηκε μετά από επίσκεψη στο αλιευτικό σκάφος πλοιοκτησίας του εκκαλούντος μήνες μετά. Το συμπέρασμα τους αυτό δεν κρίνεται πειστικό κατά την ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου τούτου διότι έρχεται σε αντίθεση με την τεχνική έκθεση του …………………  Μηχανολόγου Μηχανικού ΕΜΠ που υπεβλήθη μάλιστα στη βάσανο της αποδεικτικής διαδικασίας ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Εξάλλου σύμφωνα με το προσκομιζόμενο σχετικό Π που αφορά το πόρισμα της με αριθμό 24/2022 έκθεσης του ΑΣΝΑ το συγκεκριμένο βίντσι δεν λειτουργούσε ασφαλώς για τους εργαζόμενους λόγω της μη υπάρξεως χειριστή στη θέση του μοχλού χειρισμού. Με την παραπάνω έκθεση επιπλέον αναφέρεται ότι ο θάνατος του αλιεργάτη συνιστά εργατικό ατύχημα που οφείλεται σε αμέλεια του πλοιοκτήτη. Επιπλέον κατά την κρίση του παρόντος δικαστηρίου, επειδή από την από 5.2.2021 δήλωση διορισμού τεχνικού συμβούλου εκ μέρους του πλοιοκτήτη εκκαλούντος προκύπτει ότι ως τεχνικός του σύμβουλος δηλώθηκε ο ……………….., υπάρχει το ενδεχόμενο ο συγκεκριμένος πραγματογνώμονας να ενστερνίζεται την άποψη του εντολέα του λόγω σύγκρουσης καθηκόντων. Μάλιστα από το προσκομιζόμενο σχετ. 25 δηλαδή το από 28.7.2021 υπόμνημα της ήδη χήρας πρώτης εκκαλούσας ενάγουσας εφεσίβλητης προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Χίου, αυτή αιτείται την ακύρωση της προαναφερόμενης πραγματογνωμοσύνης για το λόγο ότι ο πρώτος εκ των διορισθέντων πραγματογνωμόνων (…………………..) είχε δηλωθεί ως ο τεχνικός σύμβουλος του πλοιοκτήτη και ο δεύτερος (…………………) ως ο τεχνικός σύμβουλος του κυβερνήτη του αλιευτικού. Να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο κυβερνήτης από το καλοκαίρι του 2020 είχε διαπιστώσει τη δυσλειτουργία στο βίντσι και είχε ενημερώσει τον πλοιοκτήτη ο οποίος τον συμβούλεψε να μην ασχοληθεί περαιτέρω διότι το πρόβλημα θα αποκαθίστατο από μόνο του (με τη χρήση), σύμφωνα με τα όσα χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος ο κυβερνήτης στην από 5.1.2021 συμπληρωματική του εξέταση κατά την αυτεπάγγελτη προανάκριση του λιμενικού, στην οποία μάλιστα αναφέρει ότι ο ιμάντας κίνησης και διακοπής λειτουργίας ήταν κοντός σε μήκος και για το λόγο αυτό δεν σταματούσε άμεσα. Αντίθετα δεν κρίνονται πειστικές ως προς τις συνθήκες του εργατικού ατυχήματος και τη λειτουργία του αλιευτικού εργαλείου οι ένορκες βεβαιώσεις των ………………., ……………. και ……………. μη αυτοπτών μαρτύρων που περιλαμβάνουν κυρίως συμπεράσματα και κρίσεις και εκφεύγουν του θέματος απόδειξης. Ο τρίτος πρόσθετος λόγος εφέσεως με τον οποίο υποβάλλεται παράπονο περί λήψεως υπόψη ελλιπών πραγματογνωμοσύνων είναι απορριπτέος πρωτίστως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος αλλά και ως νομικά αβάσιμος διότι όλα τα έγγραφα, όπως είναι και οι τεχνικές εκθέσεις στην παρούσα ειδική διαδικασία περί περιουσιακών διαφορών εκτιμώνται ελεύθερα και λαμβάνονται υπόψη για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων.  Να σημειωθεί περαιτέρω ότι το προαναφερόμενο εργατικό ατύχημα δεν συνδέεται αιτιωδώς με παράβαση κάποιου ειδικού όρου ασφαλείας. Ειδικότερα ο ν. 3850/2010, το άρθρο 3 παρ. 1, 6 και 7 Π.δ. 395/1994  και τα άρθρα 3, 7 και 14 Π.δ. 281/1996 μετά των παραρτημάτων του δεν προβλέπουν συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπoυς προς επίτευξη της ασφάλειας των την πλήρη αποζημίωση των διατάξεων του αστικού κώδικα και συνεπώς θα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο πρώτος λόγος εφέσεως των εκκαλούντων, με τον οποίο αυτοί παραπονούνται για κακή εκτίμηση αποδείξεων διότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε.

Από το άρθρο 36 παρ. 2δ’ του ν. 4194/2013 (Φ.Ε.Κ. Α’ 208/27.09.2013) «Κώδικας Δικηγόρων»: υπό τον τίτλο «Περιγραφή του έργου του δικηγόρου» «1. … 2. Ομοίως στο έργο του δικηγόρου περιλαμβάνονται: α)…., β)…, γ) Η μετάφραση εγγράφων που έχουν συνταχθεί σε ξένη γλώσσα, καθώς και η μετάφραση ελληνικών εγγράφων σε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα. Η μετάφραση έχει πλήρη ισχύ έναντι οποιοσδήποτε Δικαστικής ή άλλης Αρχής, εφόσον συνοδεύεται από επικυρωμένο αντίγραφο του εγγράφου που μεταφράστηκε και ο δικηγόρος βεβαιώνει ότι έχει επαρκή γνώση της γλώσσας από και προς την οποία μετέφρασε, δ) …». Με την τελευταία ως άνω διάταξη και δη την περίπτωση γ’ αυτής, προκειμένου η υπό δικηγόρου μετάφραση ξενόγλωσσου εγγράφου να έχει πλήρη ισχύ έναντι οιασδήποτε δικαστικής αρχής πρέπει αφενός μεν να συνοδεύεται από επικυρωμένο αντίγραφο του εγγράφου που μεταφράστηκε, αφ’ ετέρου δε ο δικηγόρος που διενήργησε τη μετάφραση να βεβαιώνει την επάρκεια της εκ μέρους του γνώσης τόσο της γλώσσας από την οποία μετέφρασε όσο και την επάρκεια της γνώσης εκ μέρους του της γλώσσας προς την οποία έκανε τη μετάφραση. Ως τέτοια βεβαίωση επάρκειας της γλώσσας, κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, δεν δύναται να εκτιμηθεί η υπογραφή του δικηγόρου κάτω από τη φράση ο μεταφράσας, δεδομένης της σαφούς πλέον διατυπώσεως του νόμου (άρθρο 36 παρ. 2 περ.γ του Ν. 4194/2013) έναντι της διατύπωσης της διάταξης του άρθρου 53 του προηγούμενου Κώδικα περί δικηγόρων (Ν.Δ. 26/1954) κατά την οποία «Μεταφράσεις των εν τη ξένη γλώσση συντεταγμένων εγγράφων, γενόμεναι υπό Δικηγόρου, λαμβάνονται υποχρεωτικώς υπ’ όψιν, εφ’ όσον συνοδεύονται υπό του μεταφρασθέντος εγγράφου, φέροντος επ’ αυτού χρονολογημένην και ενυπόγραφον του μεταφράσαντος δικηγόρου, βεβαίωσιν, ότι η μετάφρασις αφορά αυτό τούτο το έγγραφον. Αι μεταφράσεις ισχύουν ως τα αντίγραφα κατά το άρθρον 52». Από τη διατύπωση και μόνον του νέου άρθρου προκύπτει ότι ο νομοθέτης, προκειμένου η υπό δικηγόρου μετάφραση να έχει πλήρη ισχύ, απαιτεί όπως συνοδεύεται από τη σχετική βεβαίωση [βλ. όμως και την αντίθετη άποψη ότι κατά την αληθή έννοια της άνω διάταξης, η βεβαίωση της επαρκούς γνώσης από το μεταφράσαντα δικηγόρο, της γλώσσας από και προς την οποία μετάφρασε ένα ξενόγλωσσο έγγραφο, δεν χρειάζεται να είναι ως προς το στοιχείο αυτό πανηγυρική, μπορεί δε να τεκμαίρεται από το γεγονός ότι ο μεταφράσας δικηγόρος βεβαιώνει την ακρίβεια της μετάφρασης στην ελληνική γλώσσα από το συνημμένο στη μετάφραση ξενόγλωσσο κείμενο (Δ.Εφ.Αθ. 2914/2019, Δ.Εφ.Αθ. 2959/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Δ.Εφ.Αθ. 994/2020, αδημ)].

Να σημειωθεί ότι η Αίγυπτος δεν έχει επικυρώσει την από 5.10.1961 σύμβαση της Χάγης, αλλά η Ελλάδα δεν διατύπωσε επιφύλαξη ως προς την εισαγωγή της χώρας αυτής. Σε κάθε περίπτωση από τα προσκομιζόμενα μετ’επικλήσεως από 20.4.2022 επίσημα ειδικά πληρεξούσια (σχετ. Ι και Κ) με αριθμούς .././2021 και .././2021 της συμβολαιογράφου στο …………… Αιγύπτου τα οποία προσκομίζονται μετά από καταβολή των προξενικών τελών σε επίσημη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα από τα αιγυπτιακά από μεταφραστικό κέντρο της Αθήνας αποδεικνύεται ότι έχει δοθεί η ειδική πληρεξουσιότητα στο δικηγόρο που παραστάθηκε κατά την εκδίκαση της υπόθεσης και συνεπώς θα πρέπει να απορριφθούν ο σχετικός πρώτος έφεσης και ο πρώτος πρόσθετος λόγος εφέσεως του πλοιοκτήτη περί του αντιθέτου για το λόγο ότι οι πρωτοδίκως παρασχεθείσες πληρεξουσιότητες είχαν μεταφραστεί από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο χωρίς αυτός να βεβαιώνει πανηγυρικά σύμφωνα με τη νέα διάταξη του ΚωδΔικ ότι έχει επάρκεια της συγκεκριμένης ξένης γλώσσας. Τα συμβολαιογραφικά πληρεξούσια σε επίσημη μετάφραση νομίμως προσκομίζονται το πρώτος σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 529 του ΚΠολΔ. Παρουσιάζει συνάφεια ο δεύτερος λόγος εφέσεως με τον οποίον διατυπώνεται το παράπονο ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατά παράβαση του νόμου έλαβε υπόψη του ξενόγλωσσα έγγραφα. Πρέπει επομένως στο σημείο αυτό να αναφερθεί και πάλι ότι στην ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, σύμφωνα με το άρθρο 591 εφαρμόζεται το άρθρο 270 παρ. 2 του ΚΠολΔ και επομένως συμπληρωματικά λαμβάνονται υπόψη και εκτιμώνται ελεύθερα που δεν πληρούν τους όρου του νόμου. Επομένως λαμβάνεται υπόψη και εκτιμάται ελεύθερα και η επικυρωμένη μετάφραση από τον πληρεξούσιο δικηγόρο στου οποίου τα καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 2 εδ. του 4194/2013 περιλαμβάνεται και η μετάφραση εγγράφων σε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα (που με την πανηγυρική βεβαίωση έχει πλήρη ισχύ έναντι οιασδήποτε δικαστικής αρχής), καθώς κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών λαμβάνονται υπόψη και έγγραφα που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου (βλ. και άρθρο 340 παρ. 2 του ΚΠολΔ), και επομένως και η επικυρωμένη μετάφραση από τον πληρεξούσιο δικηγόρο χωρίς την υπεύθυνη δήλωση του ότι γνωρίζει την αγγλική γλώσσα. Σε κάθε περίπτωση ήδη τα έγγραφα αυτά προσκομίζονται εκ νέου νομίμως κατ’άρθρο 529 του ΚΠολΔ, (σχετ. ζ, η, θ) και έχει τεθεί σε αυτά η βεβαίωση του πληρεξουσίου δικηγόρου ότι έχει επαρκή γνώση της γλώσσας. Ακολούθως κρίνεται απορριπτέος και ο δεύτερος πρόσθετος λόγος εφέσεως.

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ο θανών ασφαλιζόταν, κατά το χρόνο επέλευσης του ένδικου ατυχήματος στο ΝΑΤ σύμφωνα με την από 7.1.2021 δήλωση του εκκαλούντος εφεσίβλητου εναγομένου πλοιοκτήτη  με αποτέλεσμα να παραμένει σε ισχύ ως προς αυτόν το σύστηµα σωρευτικής απόληψης της αποζηµιώσεως που καθιερώνει η διάταξη του άρθρου 930 ΑΚ και συνακόλουθα το δικαίωµα των διατρεφόμενων από αυτόν πρόσωπα να απαιτήσουν αποζηµίωση από τον υπόχρεο πλοιοκτήτη, ανεξαρτήτως του εάν το ΝΑΤ κάλυψε µέρος της ζηµίας τους για την αυτή αιτία και συνεπώς ο σχετικός πέμπτος λόγος του πλοιοκτήτη περί του αντιθέτου είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ως βάση για τον υπολογισµό της πιο πάνω αποζηµίωσης λαµβάνονται οι πραγµατικές αποδοχές που καταβάλλονταν πράγµατι στον θανόντα µέσα στο πριν από το ατύχηµα δωδεκάµηνο και, αν η εργασία του δεν διήρκησε σε όλο αυτό το χρονικό διάστηµα. Από τις διατάξεις των άρθρων 3 αρ. 5, 6 αρ. 2 περ. α’ και 4 παρ. 2 ν. 551/1915 προκύπτει ότι σε περίπτωση θανάτου η αποζηµίωση περιλαµβάνει τους µισθούς πέντε ετών, προκύπτει ότι η οφειλόµενη κατά τις ανωτέρω διατάξεις στη σύζυγο του θανόντος και τα ανήλικά τέκνα της αποζηµίωση ανέρχεται στο ποσό των 34.331 ευρώ (2.167 ευρώ οι πραγµατικές αποδοχές του θανόντος χ 12 µήνες χ 5 έτη), τα 2/5 εκ των οποίων δικαιούται η σύζυγος και τα 3/5 τα δύο ανήλικα τα οποία αυτή εκπροσωπεί. Από όλα τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι το παραπάνω εργατικό ατύχημα συνδέεται αιτιωδώς στην αμελή συμπεριφορά του πλοιοκτήτη και δη στο ότι αυτός, από έλλειψη της προσοχής που όφειλε και µπορούσε να καταβάλει ως µέσος συνετός κοινωνός του αντίστοιχου κύκλου συναλλασσοµένων, δεν φρόντισε για την αποκατάσταση του προβλήµατος του αλιευτικού εργαλείου (βίντσι) του σκάφους τ ου και ειδικότερα για την αποκατάσταση του ελέγχου του εργαλείου µέσω το ποδοχειριστηρίου, κατά τρόπον ώστε μέσω της άφεσης αυτού να επέρχεται  ακαριαία διακοπή της κίνησης του τυμπάνου, χωρίς να επέρχεται βίαιη, με την πίεση του χεριού, μετατόπιση του προς τα επάνω, ούτε διασφάλισε την εποπτεία του προαναφερόμενου αλιευτικού εργαλείου δια της συνεχούς παρουσίας του πλοιάρχου σε όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του και τον ενδεδειγμένο χειρισμό αυτού από εργαζόμενο που θα βρισκόταν συνεχώς στο σημείο του ποδόφρενου έτσι ώστε να μην προκληθεί ατύχημα. Επομένως ο σχετικός λόγος εφέσεως περί μη ύπαρξης ευθύνης (έκτος) και συνυπαιτιότητας του θανόντος (έβδομος) είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Απαράδεκτος δε λόγω της αοριστίας του είναι ο λόγος εφέσεως (τέταρτος) με τον οποίο  ο πλοιοκτήτης παραπονείται για λήψη μαρτυρικών καταθέσεων προσώπων που στη συνέχεια εξαφανίστηκαν από την Ελλάδα.

Από την αμελή συμπεριφορά του πλοιοκτήτη που είχε ως συνέπεια το κατά τα ανωτέρω περιγραφόμενο εργατικό ατύχημα και το θάνατο του εργαζόμενου ηλικίας περίπου 40 ετών εγγάμου με 2 ανήλικα τέκνα ηλικίας  8 και 11 ετών τα συγγενικά του πρόσωπα υπέστησαν βαρύτατη ψυχική οδύνη. Μα σημειωθεί ότι η συγγενική σχέση των εκκαλούντων εφεσιβλήτων με το θανόντα αποδεικνύεται από τα νομιμοποιητικά τους έγγραφα, δηλαδή τα δύο συμβολαιογραφικά πληρεξούσια που προσκομίζονται (ενόψει του ότι, όπως προαναφέρθηκε, η Αίγυπτος δεν έχει υπογράψει την από 5.10. 1961 σύμβαση της Χάγης, που έχει κυρωθεί με το ν. 1497/1984) σε επικύρωση του υπουργείου εξωτερικών της Αιγύπτου και σε επίσημη μετάφραση στα ελληνικά. Επιπλέον αποδεικνύεται από την ένορκη βεβαίωση του …………………  (σχετ. 33). Το αλλοδαπό δίκαιο που αφορούσε την υποχρέωση των γονέων να διατρέφουν τα τέκνα τους, δηλαδή την κύρια βάση της αγωγής είχε επίσης προσκομιστεί. Εξάλλου, στην περίπτωση θανατώσεως προσώπου εξετάζεται η ηλικία τόσο του θύματος όσο και των μελών της οικογένειας του τα οποία δοκιμάζουν ψυχική οδύνη ενώ επιπλέον λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες υπό τις οποίες προκλήθηκε η βλάβη (βλ. Πατεράκη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης 1995 σελ. 336 και 338) και στη συγκεκριμένη περίπτωση το γεγονός ότι ο θανών απεβίωσε την ώρα της εργασίας του θεωρείται αυξητικός παράγων του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης. Επιπλέον λαμβάνεται υπόψη η αμέλεια του πλοιοκτήτη όπως προαναφέρθηκε, καθώς και η έλλειψη συνυπαιτιότητας από την πλευρά του θύματος (Πατεράκη ο.π. 339 και 343). Επομένως το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να τους επιδικαστεί εύλογη χρηματική ικανοποίηση, το ύψος της οποίας, ενόψει του είδους της προσβολής, της έκτασης της βλάβης, των συνθηκών του δυστυχήματος, της ηλικίας του θανόντος (40 ετών), της βαρύτητας του πταίσματος του πλοιοκτήτη, την κοινωνική και οικονοµική θέση, αλλά και την εν γένει κατάσταση των συγκεκριμένων διαδίκων, πρέπει να προσδιοριστεί στο ποσό των 70.000 ευρώ ως προς την σύζυγο και από 60.000 ευρώ για καθένα από τα δύο τέκνα του θανόντος, σε 10.000 ευρώ για τη μητέρα του θανόντος και σε 5.000 για καθένα από τους αδερφούς του θανόντος. Τα παραπάνω ποσά κρίνονται δίκαια και εύλογα κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου ύστερα από την εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων της υποθέσεως, χωρίς υπαγωγή σε νομική έννοια (βλ. ΟλΑΠ 9/2015 πλειοψ.) και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας. Κρίνοντας τα ίδια το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και τήρησε την αρχή της αναλογικότητας. Επομένως ο σχετικός δεύτερος λόγος της με αριθμό …./…/2022 εφέσεως περί του αντιθέτου κρίνεται απορριπτέος. Ακολούθως των ανωτέρω και εφόσον δεν υφίσταται άλλος λόγος προς έρευνα πρέπει να απορριφθούν αμφότερες οι εφέσεις ως ουσιαστικά αβάσιμες, και τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων μερών λόγω της αρχής εν μέρει νίκης και ήττας (άρθρα 178 και 183 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων τις από 2.3.2022 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./…/2022 και ./..2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./…/2022 εφέσεις και τους από 10.9.2022 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … /…/2022 πρόσθετους λόγους έφεσης κατά της με αριθμό 282/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών αντιμωλία των διαδίκων επί της από 21.7.2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./…./2021 αγωγής

Δέχεται τυπικά τις εφέσεις και τις απορρίπτει στην  ουσία τους

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων μερών

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 16 Νοεμβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ