Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 571/2022

Αριθμός απόφασης 571/2022

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιά.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, χωρίς την παρουσία γραμματέως, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: ………….., που νόμιμα παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ιωάννη Γιαντζουράκη, που κατάθεσε το Α ……/2022 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Π.

ΤΗΣ ΚΑΘΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Ανώνυμη Εταιρεία …………… που παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της, Ιωάννας Ασπρούδα, που κατάθεσε το Α ….. γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Π.

Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 8/9/2022 (αριθ.καταθ. …………../9.9.2022) αίτησή της, που κατατέθηκε στην Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, προσδιορίστηκε για τη συζήτηση στη σημερινή δικάσιμο και εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στα έγγραφα σημειώματά τους που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ

Ι) Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 937 παρ. 1 περ.β΄ Κ.Πολ.Δ, όπως η διάταξη αυτή ισχύει από 1.1.2016 και εφαρμόζεται επί ανακοπών κατά της εκτέλεσης και αιτήσεων αναστολής, εφόσον η επίδοση της επιταγής προς πληρωμή διενεργείται μετά την προαναφερόμενη ημερομηνία (άρθρο 1 άρθρου ενάτου παρ. 3 εδ.α΄ Ν.4335/2015 “Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Ν.4334/2015” (Α 80), “Σε περίπτωση εκτέλεσης που στηρίζεται ες δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση μόνο έφεσης. Στις λοιπές περιπτώσεις των εκτελεστών τίτλων του άρθρου 904 παράγραφος 2, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση όλων των ένδικων μέσων πλην της ανακοπής ερημοδικίας. Στις περιπτώσεις των προηγουμένων εδαφίων ,η άσκηση ένδικου μέσου δεν αναστέλλει την πρόοδο της εκτέλεσης, εκτός αν το δικαστήριο του ένδικου μέσου, μετά από αίτηση του ασκούντος αυτό, που υποβάλλεται και αυτοτελώς, δικάζοντας με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάξει την αναστολή, με παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ένδικου μέσου. Επίσης, μπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση αφού δοθεί εγγύηση. Ειδικά, όταν ζητείται η αναστολή πλειστηριασμού, αυτή είναι απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Η απόφαση πρέπει να δημοσιεύεται έως τις 12:00΄ το μεσημέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού”. Από την ως άνω διάταξη σαφώς  συνάγεται ότι προϋποθέσεις παραδεκτής ασκήσεως αιτήσεως αναστολής της αναγκαστικής εκτελέσεως, επισπευδόμενης δυνάμει δικαστικής αποφάσεως ή διαταγής πληρωμής, είναι: α)η νομότυπη και εμπρόθεσμη άσκηση έφεσης κατά της οριστικής (απορριπτικής της ανακοπής του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ), β)ο κίνδυνος πρόκλησης ανεπανόρθωτης βλάβης στον αιτούντα από την επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης. “Ανεπανόρθωτη” είναι η βλάβη, όταν με την αναγκαστική εκτέλεση δημιουργούνται οριστικές καταστάσεις, οι οποίες θα είναι αδύνατον ή εξαιρετικός δυσχερές να ανατραπούν ή επανορθωθούν, έστω και εάν η πράξη ακυρωθεί 9ΕΑ 481/2019 ΤΝΠ Νόμος, Μ.Μαργαρίτης – Α.Μαργαρίτη, Ερμηνεία Κ.Πολ.Δ, Θεωρία-Νομολογία, Τ.ΙΙ, 2012, υπό το προ της 1.1.2016 ισχύον άρθρο 938, αριθ. 9). Το Δικαστήριο προβαίνει στην περίπτωση αυτή σε στάθμιση των συγκρουόμενων συμφερόντων των μερών ήτοι της ωφέλειας του δανειστή από την επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης και της εξ αυτής ζημίας του οφειλέτη, αρκεί δε η πιθανολόγηση με ελεύθερη απόδειξη και γ)η πιθανολόγηση ευδοκίμησης (ενός τουλάχιστον) λόγου έφεσης. Πρόσθετη προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης είναι, εάν ζητείται η αναστολή πλειστηριασμού, η κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του αρμόδιο (δευτεροβάθμιου) Δικαστηρίου το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες προ της ημέρας του πλειστηριασμού. Η προϋπόθεση αυτή είναι αυτοτελής και δεν τελεί υπό τη δικονομική αίρεση της δημοσίευσης της εκκαλούμενης οριστικής (απορριπτικής της ανακοπής) απόφασης σε χρόνο προ της ως άνω (προπαρασκευαστικής) προθεσμίας, δεδομένου ότι η ακριβής ημερομηνία διενέργειας του πλειστηριασμού είναι ήδη γνωστή στον καθ’ ου η εκτέλεση με την προς αυτόν επίδοση της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου και έχει αυτός πλέον το βάρος να μεριμνήσει για την έγκαιρη επίσπευση της συζήτησης της ανακοπής του, κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις των άρθρων 934 παρ. 1 περ.α΄ και 933 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι τη θέση σε ισχύ από 1.1.2022 του ν.4842/2021 “Ταχεία πολιτική δίκη, προσαρμογή των διατάξεων της πολιτικής δικονομίας για την ψηφιοποίηση της πολιτικής δικαιοσύνης, άλλες τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολ. Δικονομίας, και λοιπές επείγουσες διατάξεις” (ΦΕΚ Α΄ 190/13.10.2021). Με τις διατάξεις των άρθρων 59 και 60 του αμέσως προαναφερόμενου Νόμου, το Μέρος Α΄ του οποίου υπό τον τίτλο “ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ”, ισχύει από την 1.1.2022, κατά τα ρητώς οριζόμενα στο άρθρο 120 αυτού, τροποποιήθηκε η διάταξη του άρθρου 937 Κ.Πολ.Δ και προστέθηκε (εκ νέου) άρθρο 938 Κ.Πολ.Δ. Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 937 Κ.Πολ.Δ αντικαταστάθηκε από τη διάταξη του άρθρου 59 του ως άνω Νόμου ως εξής: “1.Στις δίκες τις σχετικές με την εκτέλεση: α)….,β)….,γ)η προθεσμία και η άσκηση του ενδίκου μέσου δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης……3.Στις δίκες σχετικά με την εκτέλεση για την εκδίκαση των ανακοπών εφαρμόζονται οι διατάξεις της διαδικασίας των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ., εκτός αν ορίζεται διαφορετικά¨. Κατά τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 116 παρ. 6 περ.β΄ του ως άνω Νόμου “Το άρθρο 937 του Κώδικα Πολ. Δικονομίας, όπως τροποποιείται με το άρθρο 59 του παρόντος, εφαρμόζεται και για τις αποφάσεις που θα δημοσιευθούν μετά από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου”.

Η αιτούσα, με την υπό κρίση αίτησή της, κατ’ ορθή νομική εκτίμηση, του δικογράφου της, επικαλούμενη ανεπανόρθωτη βλάβη, ζητεί την αναστολή του πλειστηριασμού, που ορίσθηκε για την 21.9.2022, μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της υπ’ αριθ.καταθ. …………./7.9.2022 έφεσης που νομότυπα και εμπρόθεσμα άσκησε κατά της υπ’ αριθ. 2573/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών), δυνάμει της οποίας απορρίφθηκε η υπ’ αρ.καταθ. …………/2022 ανακοπή της κατά της επισπευδόμενης σε βάρος της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθ. 937 παρ. 1 περ.β΄ Κ.Πολ.Δ), κατά την ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθ. 686 επ. Κ.Πολ.Δ). Έχει δε ασκηθεί παραδεκτά δεδομένου ότι η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (προ πάσης επιδόσεως), ενώ η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε την 9.9.2022, ήτοι εντός πέντε εργάσιμων ημερών πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού (21.9.2022, άρθρο 937 παρ. 1 περ.β΄ Κ.Πολ.Δ). Πρέπει, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

ΙΙ) Σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 1 του Ν.3156/2003, “Τιτλοποίηση απαιτήσεων είναι η μεταβίβαση επιχειρηματικών απαιτήσεων λόγω πώλησης με σύμβαση που καταρτίζεται εγγράφως μεταξύ “μεταβιβάζοντος” και “αποκτώντος” σε συνδυασμό με την έκδοση και διάθεση, με ιδιωτική τοποθέτηση μόνον, ομολογιών οποιουδήποτε είδους ή μορφής, η εξόφληση των οποίων πραγματοποιείται: (α) από το Προϊόν είσπραξης των επιχειρηματικών απαιτήσεων που μεταβιβάζονται ή (β) δάνεια, πιστώσεις ή συμβάσεις παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων….. (παρ.2). Για τους σκοπούς του νόμου αυτού “μεταβιβάζων” είναι έμπορος με κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή, εφόσον έχει εγκατάσταση στην Ελλάδα, “Αποκτών” είναι το νομικό πρόσωπο ή νομικά πρόσωπα τα οποία έχουν ως αποκλειστικό σκοπό την απόκτηση επιχειρηματικών απαιτήσεων για την τιτλοποίηση τους σύμφωνα με το νόμο αυτόν (“εταιρεία ειδικού σκοπού”), προς τα οποία μεταβιβάζονται λόγω πώλησης οι επιχειρηματικές απαιτήσεις, εκδότης των ομολογιών είναι ο ίδιος ο αποκτών, (παρ.3). Αν η εταιρεία ειδικού σκοπού εδρεύει στην Ελλάδα, πρέπει να είναι ανώνυμη εταιρεία και διέπεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού και συμπληρωματικά από τις διατάξεις περί ανωνύμων εταιριών και τις διατάξεις του Ν.Δ 17 Ιουλίου/13 Αυγούστου 1923, εφόσον δεν είναι αντίθετες με τον νόμο αυτόν. Η διάταξη της περιπτώσεως (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 48 του Κ.Ν 2190/1929 δεν εφαρμόζεται [….] (παρ. 6). Οι απαιτήσεις που μεταβιβάζονται με σκοπό την τιτλοποίηση μπορεί να είναι απαιτήσεις κατά οποιουδήποτε τρίτου, ακόμη και των καταναλωτικών, υφιστάμενες ή μελλοντικές, εφόσον αυτές προσδιορίζονται ή είναι δυνατόν να προσδιοριστούν με οποιονδήποτε τρόπο. Επίσης μπορεί να μεταβιβάζονται και απαιτήσεις υπό αίρεση. Διαπλαστικά ή άλλα δικαιώματα, ακόμη και αν δεν αποτελούν παρεπόμενα δικαιώματα κατά την έννοια του άρθρου 458 του ΑΚ, εφόσον συνδέονται με τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις, μπορούν να μεταβιβάζονται μαζί με αυτές. Ο μεταβιβάζων υποχρεούται να γνωστοποιεί τη γένεση των απαιτήσεων στην εταιρεία ειδικού σκοπού. Η πώληση των μεταβιβαζομένων απαιτήσεων διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 513επ.του ΑΚ, η δε μεταβίβαση από τις διατάξεις των άρθρων 455 επ.του ΑΚ, εφόσον οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού, (παρ.8). Η σύμβαση μεταβίβασης των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων καταχωρίζεται σε περίληψη που περιέχει τα ουσιώδη στοιχεία αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν.2844/2000 (ΦΕΚ 220 Α΄) και κατισχύει των συμφωνιών μεταξύ μεταβιβάζοντος και τρίτων περί ανεκχώρητου των μεταξύ τους απαιτήσεων. Επιτρέπεται η μεταβίβαση περαιτέρω απαιτήσεων στην εκδότρια και η προσθήκη αυτών σε εκείνες οι οποίες ήδη χρησιμοποιούνται για την εξασφάλιση των απαιτήσεων που σχετίζονται με την τιτλοποίηση, εφόσον η μεταβίβαση δεν επιφέρει την υποβάθμιση της αξιολόγησης του ομολογιακού δανείου (παρ.9). Από την καταχώριση της σχετικής σύμβασης σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο επέρχεται η μεταβίβαση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, εκτός αν όμως ορίζεται στους όρους της σύμβασης, η μεταβίβαση αναγγέλλεται εγγράφως από τον μεταβιβάζονται ή την εταιρεία ειδικού σκοπού στον οφειλέτη. Με την αναγγελία πρέπει να ορίζονται και οι απαιτήσεις στις οποίες αφορά μεταβίβαση (παρ.10). Ως αναγγελία λογίζεται η καταχώριση της σύμβασης αυτής στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν.2844/2000, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 8 του άρθρου αυτού. Πριν από την αναγγελία δεν αποκτώνται έναντι τρίτων δικαιώματα που απορρέουν από τη μεταβίβαση λόγω  πώλησης της παραγράφου 1. Καταβολή προς την εταιρεία ειδικού σκοπού πριν από την αναγγελία ελευθερώνει τον οφειλέτη έναντι του μεταβιβάζοντος και των ελκόντων δικαιώματα  από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού (παρ. 11). Καταπιστευτική μεταβίβαση των απαιτήσεων δεν επιτρέπεται και οποιοσδήποτε καταπιστευτικός όρος δεν ισχύει. Επιτρέπεται η αναπροσαρμογή ή πίστωση του τιμήματος της πωλήσεως και η υπαναχώρηση από τη σύμβαση πώλησης κατά τους όρους της σχετικής σύμβασης και τις διατάξεις των άρθρων 513 επ.του ΑΚ, καθώς και μεταγενέστερη συμφωνία για την αναμεταβίβαση στον μεταβιβάζοντα απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν για τους σκοπούς τιτλοποίησης (παρ.14). Με σύμβαση  που συνάπτεται εγγράφως η είσπραξη και εν γένει διαχείριση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων μπορεί να ανατίθεται σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό Ίδρυμα που παρέχει νομίμως υπηρεσίες σύμφωνα με τον σκοπό του στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, στον μεταβιβάζοντα ή και σε τρίτο, εφόσον ο τελευταίος είτε είναι εγγυητής των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων είτε ήταν επιφορτισμένο με την διαχείριση ή την είσπραξη των απαιτήσεων πριν τη μεταβίβασή τους στον αποκτώντα. Αν η εταιρεία ειδικού σκοπού δεν εδρεύει στην Ελλάδα και οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις είναι απαιτήσεις κατά καταναλωτών πληρωτέες στην Ελλάδα, τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται η διαχείριση πρέπει να έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα. Σε περίπτωση υποκατάστασης του διαχειριστή, ο υποκατάστατος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρου με τον διαχειριστή (παρ.15). Ο διαχειριστής των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο υποχρεούται να καταθέτει, αμέσως με την είσπραξή τους, το προϊόν των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, υποχρεωτικό σε χωριστή έντοκη κατάθεση που τηρείται στον ίδιο, εφόσον είναι πιστωτικό Ίδρυμα, διαφορετικά σε πιστωτικό ίδρυμα που δραστηριοποιείται στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό χώρο. Στην κατάθεση γίνεται ειδική μνεία ότι αυτή αποτελεί χωριστή περιουσία διακριτή από την περιουσία του διαχειριστή και του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο κατατίθεται (παρ. 16). Στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 της έδρας του μεταβιβάζοντος σημειώνεται η σύμφωνα με την παράγ.14 ανάθεση της διαχείρισης και κάθε σχετική μεταβολή. Η ανωτέρω νομοθετική ρύθμιση κρίθηκε απαραίτητη για τον εκσυγχρονισμό των χρηματοδοτικών τεχνικών στην Ελλάδα προς όφελος των ελληνικών επιχειρήσεων και της οικονομίας όπως ρητά αναφέρεται και στην οικεία εισηγητική έκθεση. Ειδικότερα, με το άρθρο 10 του άνω νόμου προβλέπεται ρύθμιση για την τιτλοποίηση των απαιτήσεων που αποτελούν ένα ιδιαίτερο διαδεδομένο τρόπο χρηματοδότησης στην αλλοδαπή καλύπτοντας (κατ’ αρχήν απαιτήσεις από στεγαστικά δάνεια) και στη συνέχεια πάσης φύσεως επιχειρηματικές απαιτήσεις (π.χ απαιτήσεις μιας τράπεζας από δάνεια που αποτελούν μια από τις πλέον διαδεδομένες περιπτώσεις τιτλοποιήσεων διεθνώς). Στην πιο απλή μορφή της συνίσταται στην εκχώρηση απαιτήσεων από έναν ή περισσότερους τομείς δραστηριότητας μιας εταιρείας προς μια άλλη εταιρεία που έχει ως ειδικό σκοπό την αγορά των εν λόγω απαιτήσεων έναντι τιμήματος. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι: (α) Προκειμένου εμπορικές επιχειρήσεις (πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις) να αντλήσουν περισσότερα κεφάλαια για τις χρηματοδοτικές τους ανάγκες, προσφεύγουν στον συγκεκριμένο θεσμό μεταβιβάζοντας τις επιχειρηματικές τους απαιτήσεις λόγω πώλησης στις προς τούτο συνιστάμενες εταιρείες ειδικού σκοπού, οι οποίες τις “τιτλοποιούν” ενσωματώνοντας τες σε ομολογίες, που εκδίδουν, συγκεκριμένες ονομαστικής αξίας τουλάχιστον 100.000 ευρώ εκάστη που εν συνεχεία διαθέτουν (με ιδιωτική τοποθέτηση) σε ένα περιορισμένο κύκλο προσώπων όχι άνω των 150, η δε εξόφλησή τους πραγματοποιείται από το προϊόν είσπραξης των επιχειρηματικών απαιτήσεων που μεταβιβάζονται ή από δάνεια πιστώσεις ή συμβάσεις παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων.(β) Η μεταβίβαση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων επέρχεται από την καταχώρηση της σχετικής έγγραφης σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν.2844/2000, (γ) Η είσπραξη και εν γένει διαχείριση των μεταβιβαζομένων απαιτήσεων μπορεί να ανατίθεται με σύμβαση εντολής/διαχείρισης από την αποκτώσα εταιρεία ειδικού σκοπού με έγγραφη σύμβαση, σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, νομίμως λειτουργούν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, στον μεταβιβάζοντα ή σε τρίτο (είτε είναι εγγυητής των εν λόγω απαιτήσεων, είτε ήταν επιφορτισμένος με τη διαχείριση ή την είσπραξή τους πριν τη μεταβίβαση), καταχωρίζεται δε και αυτή η σύμβαση (όπως κάθε μεταβολή) στο παραπάνω δημόσιο βιβλίο, χωρίς ωστόσο ο νόμος (3156/2003) να απονέμει στην εταιρεία διαχείρισης την ιδιότητα του κατ’ εξαίρεση νομιμοποιούμενου διαδίκου (μη δικαιούχου), όπως ρητά πράττει για τις εταιρείες διαχειρίσεως του Ν.4354/2015 στο άρθρο 2 παρ. 4 αυτού, (δ) Επιτρέπεται η μεταγενέστερη συμφωνία για την αναμεταβίβαση στον μεταβιβάζοντα απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν για σκοπούς τιτλοποίησης, για δε τη σημείωση της μεταβολής του δικαιούχου στη συγκεκριμένη περίπτωση αρκεί η καταχώρηση στο δημόσιο βιβλίο του άνω νόμου, (ε) οι εν λόγω συμβάσεις (τιτλοποίησης) συντάσσονται σε συγκεκριμένο έντυπο (όπως τούτο περιγράφεται λεπτομερώς στην ΥΑ 161388/2003) (ΑΠ 909/2021). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 Ν. 4354/2015 “Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, όπως αυτός τροποποιηθείς ισχύει, “ΙΑ.Η διαχείριση των απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που χορηγούνται ή έχουν χορηγηθεί από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και των απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, εκτός των αναφερόμενων στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν.4261/2014 (Α΄107), ανατίθεται στους κατωτέρω, ως προς μεν τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα αποκλειστικά, ως προς δε τις εταιρείες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας δυνητικά: αα)σε ανώνυμες εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, ειδικού και αποκλειστικού σκοπού, υπό την επιφύλαξη της παρ.20, που εδρεύουν στην Ελλάδα,….β.Η  μεταβίβαση απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, πλην  της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν.4261/2014 (Α΄ 107), μπορεί να λάβει χώρα μόνο λόγω πώλησης, δυνάμει σχετικής έγγραφης συμφωνίας, σύμφωνα και με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 3, προς τους κατωτέρω, ως προς μεν τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα αποκλειστικά, ως προς δε τις εταιρείες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας δυνητικά: αα)Ανώνυμες εταιρείες που σύμφωνα με το καταστατικό τους μπορούν να προβαίνουν σε απόκτηση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, εδρεύουν στην Ελλάδα και καταχωρίζονται στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ)….γ.Η πώληση των παραπάνω απαιτήσεων είναι ισχυρή μόνο εφόσον έχει υπογραφεί συμφωνία ανάθεσης διαχείρισης μεταξύ εταιρείας απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις και εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων που αδειοδοτείται και εποπτεύεται κατά τον παρόντα νόμο από την Τράπεζα της Ελλάδας. Η προϋπόθεση αυτή οφείλει να πληρούνται και σε κάθε περαιτέρω μεταβίβαση. Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύναται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους. Οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις, δ.Οι διατάξεις του παρόντος δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των διατάξεων των νόμων 3156/2003 (Α΄ 157), ν.1905/1990 (Α΄ 147), 1665/1986 (Α΄ 194), 3606/2007 (Α΄ 195) και 4261/2014 (Α΄ 107)….” (άρθρο 1), περαιτέρω δε η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 έως 4 του ιδίου Νόμου προβλέπει ότι “1.Στις εταιρείες της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου δύναται να ανατίθεται η διαχείριση απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων ή και πιστώσεων που έχουν χορηγηθεί ή χορηγούνται από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, πλην της περίπτωσης δ΄ της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν.4261/2014. 2.Η σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης των απαιτήσεων αυτών υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο περιεχόμενο τα ακόλουθα: α.Τις προς διαχείριση απαιτήσεις και το τυχόν στάδιο μη εξυπηρέτησης κάθε απαίτησης, β.Τις πράξεις της διαχείρισης, οι οποίες, μπορεί να συνίστανται ιδίως στη νομική και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τη διενέργεια διαπραγματεύσεων με τους οφειλέτες των προς διαχείριση απαιτήσεων και τη σύναψη συμβάσεων συμβιβασμού κατά την έννοια των άρθρων 871-872 ΑΚ ή ρύθμισης και διακανονισμού οφειλών σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως έχει θεσπισθεί με την υπ’ αριθ. 116/25.8.2014 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος κατ’ εφαρμογή της παρ.2 του άρθρου 1 του ν.4224/2013, γ.Την καταβλητέα αμοιβή διαχείρισης , η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να μετακυλίεται στον υπόχρεο καταβολής της απαίτησης. Αντίγραφο της συμβάσεως κοινοποιείται στην Τράπεζα της Ελλάδος εντός δέκα (10) ημερών από την υπογραφή της. 3.Το ελάχιστο περιεχόμενο της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης της προηγούμενης παραγράφου δύναται να εξειδικεύεται περαιτέρω με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος. Τα σχέδια των συμβάσεων ανάθεσης διαχείρισης αποτελούν αντικείμενο εποπτείας από την Τράπεζα της Ελλάδος για σκοπούς συμμόρφωσης στον παρόντα νόμο. 4.Οι Εταιρείες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προ πτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ.του ν.4307/2014 (Α΄ 246). Εφόσον οι Εταιρείες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης………¨.Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 919 Κ.Πολ.Δ προσδιορίζεται η έκταση των υποκειμενικών ορίων της εκτελεστότητας όσων προσώπων μετέχουν στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Ειδικότερα ,κατά μεν την παράγραφο 1 του άρθρου 919 Κ.Πολ.Δ, η αναγκαστική εκτέλεση, όταν πρόκειται για δικαστικές και διαιτητικές αποφάσεις, γίνεται υπέρ και κατά των προσώπων έναντι των οποίων ισχύει το δεδικασμένο, καθώς και κατά των προσώπων εκείνων τα οποία απέκτησαν τη νομή ή την κατοχή του επίδικου πράγματος κατά τη διάρκεια της δίκης ή μετά το τέλος αυτής, κατά δε την περίπτωση 2, όμως, του ίδιου άρθρου, που αφορά σε όλους τους άλλους εκτελεστούς τίτλους (πλην των αποφάσεων), η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται υπέρ των δικαιούχων και κατά των υποχρέων που αναφέρονται σε αυτούς, υπέρ και κατά των προσώπων τα οποία αναφέρονται στα άρθρα 325 έως 327 Κ.Πολ.Δ, καθώς και κατά των προσώπων τα οποία απέκτησαν τη νομή ή την κατοχή του πράγματος μετά τη σύνταξη του εγγράφου ή την έκδοση του τίτλου. Από τις πιο πάνω διατάξεις σαφώς συνάγεται ότι, όταν πρόκειται για τους υπόλοιπους, πλην των δικαστικών και διαιτητικών αποφάσεων, εκτελεστούς τίτλους, όπως είναι και η διαταγή πληρωμής, κατά νομική επιταγή, τα υποκειμενικά όρια της εκτελεστότητας δεν επεκτείνονται και υπέρ και των προσώπων εκείνων που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 329 Κ.Πολ.Δ, αφού η τελευταία αυτή διάταξη δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των αναφερομένων στην ως άνω περίπτωση (2η του άρθρου 919) και επομένως δεν επεκτείνονται υπέρ και κατά των μελών νομικού προσώπου, αναφορικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του νομικού αυτού προσώπου έναντι των τρίτων (ΑΠ 909/2021 δημ.ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Εφ.Αθ. 3577/2022 δημ. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Εφ.Πειρ. 349/2021 δημ.Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιά, Εφ.Αθ. 1858/2022, Εφ.Θεσσαλ. 2103/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 467/2022 αδημ.στο νομικό τύπο, Γεώργιος Στ.Αποστολάκης, Αντιπρόεδρος Αρείου Πάγου, “Ζητήματα από την κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση των εταιριών διαχειρίσεως απαιτήσεων από τραπεζικά δάνεια”, Επιθεώρηση Ακινήτων 2021. 705-707).

ΙΙΙ) Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 925 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ, ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου οφείλει να κοινοποιήσει στον καθού η εκτέλεση επιταγή προς εκτέλεση και τα νομιμοποιούντα αυτόν έγγραφα. Η υποχρέωση αυτή επιβάλλεται τόσο, για την έναρξη, όσο και για τη συνέχιση της υπό του δικαιοπαρόχου αρξαμένης εκτελέσεως, είναι δε ανεξαρτήτως και πρέπει να γίνεται ακόμα και όταν ο καθού η εκτέλεση έλαβε άλλοθεν γνώση της διαδοχής. Ως  νομιμοποιούντα έγγραφα νοούνται τα αποδεικνύοντα τη διαδοχή και πρέπει να κοινοποιούνται είτε αυτά είναι δημόσια είτε ιδιωτικά. Απαιτείται δε η επίδοση ολοκλήρων των εγγράφων και όχι αποσπασμάτων. Αυτά πρέπει να κοινοποιούνται ως πρωτότυπα επίσημα έγγραφα, μη αρκούσης, της απλής μνείας τούτων στην επιταγή. Η παράβαση του άρθρου 925 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ συνεπάγεται ακυρότητα της εκτέλεσης ανεξαρτήτως βλάβης, δεδομένου ότι η φράση του νόμου “δεν δύναται να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση” είναι ισοδύναμη με την απειλή ακυρότητας (ΑΠ 345/2006 ΝΟΜΟΣ, Χ.Απαλαγάκη, Κ.Πολ.Δ, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, άρθρο 924 σελ. 2858 αρ.10, 925 σελ. 2861 αριθμ.2, Κεραμέας/Κονδύλης/Νίκας Ερμηνεία Κ.Πολ.Δ (2000), άρθ. 925 σελ. 1762, Εφ.Θεσσαλ. 2103/2021, Εφ.Λαρ. 544/2019 ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 467/2022, Εφ.Πειρ. 557/2020, Εφ.Θεσσαλ. 1939/2020, αδημ.στο νομικό τύπο).

Στην προκειμένη περίπτωση η αιτούσα ζητεί με τον τρίτο και τέταρτο λόγο της υπό κρίση εφέσεώς της να ακυρωθεί η επισπευδόμενη σε βάρος της από την καθ’ ης η ανακοπή, νόμιμη διαχειρίστρια των απαιτήσεών της εταιρείας με την επωνυμία “…………………” (μη διάδικος), διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που κινήθηκε δυνάμει της από 9.4.2021 επιταγής προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου της με αριθμό ……./2014 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και επισπεύδεται ήδη πλειστηριασμός της ακίνητης περιουσίας της, βάσει της με αριθ. …../17.1.2022 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, ………….., επικαλούμενη ότι είναι άκυρη η διαδικασία αυτής για το λόγο ότι η καθ’ ής, κατά παράβαση του άρθρου 925 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, δεν της συγκοινοποίησε με την από 9.4.2021 επιταγή προς πληρωμή τα έγγραφα από τα οποία προκύπτει η νομιμοποίηση, α)της εταιρείας με την επωνυμία “………..” ως ειδικής διαδόχου και δικαιούχου της απαίτησης εκ της προαναφερθείσας  διαταγής πληρωμής της τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “……………………” παρότι ισχυρίζεται ότι επισπεύδει την αναγκαστική εκτέλεση βάσει της από 18.6.2019 σύμβασης πώλησης που συνήφθη μεταξύ τους καθώς και της μεταβίβασης προς είσπραξη και β)της μεταβίβασης προς είσπραξη και διαχείρισης της επίμαχης δανειακής απαίτησης σε αυτή (καθής) υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων.

Από όλα ανεξαιρέτως τα νομίμως προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως έγγραφα από τους διαδίκους και από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα, ……………., που εξετάσθηκε προφορικά κατά τη συζήτηση της αιτήσεως με επιμέλεια της αιτούσας, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ’ αριθ. …………./26.6.2007 σύμβασης τοκοχρεωλυτικού δανείου και της από 13/5/2009 πρόσθετης πράξης, χορηγήθηκε από την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία “……………” προς την αιτούσα, δάνειο συνολικού ποσού Ελβετικών Φράγκων 502.900, διάρκειας 120 μηνών, η οποία (σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου) καταγγέλθηκε την 8.9.2010, το δε ανεξόφλητο υπόλοιπο ανέρχονταν κατά την ημερομηνία αυτή στο ποσό, α)άληκτο κεφάλαιο Ελβετικά Φράγκα 418.867,11, β)ληξιπρόθεσμες δόσεις κεφαλαίου μετά των κεφαλοποιοηθέντων τόκων Ελβετικά Φράγκα 47.993,50 και γ)τόκοι άληκτου κεφαλαίου και τόκοι υπερημερίας ληξιπρόθεσμων δόσεων κεφαλαίου Ελβετικά Φράγκα 3.529,18. Ακολούθως, κατόπιν υποβολής αίτησης της ως άνω Τράπεζας (“……………….”) εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ……./2014 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία υποχρεώθηκε η αιτούσα (εγγυήτρια) να καταβάλει, το συνολικό ποσό των Ελβετικών Φράγκων 470.389,79, με την επίσημη ισοτιμία τους σε ευρώ κατά την ημέρα εξόφλησης, το οποίο αντιστοιχεί κατά την ημέρα κατάθεσης της αίτησης, στο ποσό των 388.591,32 ευρώ, εντόκως από 20.9.2013 και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση, καθώς και 6.610 ευρώ για δικαστική δαπάνη. Μετά την έκδοση της άνω διαταγής πληρωμής, η Τράπεζα μεταβίβασε, απαιτήσεις της από στεγαστικά δάνεια σε ευρώ και σε Ελβετικά Φράγκα, με την από 18.6.2019 σύμβαση μεταβίβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, διεπόμενης από το Ελληνικό Δίκαιο και τα άρθρα 10 και 14 του ν.3156/2003, στην εταιρεία ειδικού σκοπού, εδρεύουσα στο Δουβλίβο Ιρλανδίας, με την επωνυμία “………..”, η οποία δημοσιεύθηκε σε περίληψη στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο …. με αριθμό …./18.6.2019,  και την οποία προκύπτει ότι, μεταξύ των απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν είναι και (ακριβές αντίγραφο συννημένου παραρτήματος) “δανειακή σύμβαση-δανεικός λογαριασμός ………. για οφειλή 456.857,67 Ελβετικά Φράγκα με συμβαλλόμενους ……….., ………. ……… – ……….”. Η άνω εταιρεία ειδικού σκοπού, ως ειδική διάδοχος – αποκτήσασα εταιρεία, υπεισερχόμενη στη θέση της δικαιοπαρόχου Τράπεζας, ανέθεσε,  κατ’ άρθρο 10 παρ. 14 Ν.3156/2003 την είσπραξη και διαχείριση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων αρχικά στην εταιρεία με την επωνυμία “. …………”, και μεταγενέστερα με την επωνυμία “…………….”, η οποία αποτελεί εταιρεία παροχής υπηρεσιών διαχείρισης απαιτήσεων κατά το Ν.4354/2015, σύμφωνα με την 220/1/2017 απόφαση της ΕΠΑΘ της Τράπεζας της Ελλάδος (ΦΕΚ Β΄880/16.3.2017), με την οποία χορηγήθηκε η άδεια διαχείρισης απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4354/2015. Η καθ’ ης η αίτηση ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “………………..” επέδωσε στις 12.10.2021 στην αιτούσα την από 9.4.2021 επιταγή προς πληρωμή, με την οποία την επιτάσσει να καταβάλει σε αυτή, ως διαχειρίστριας της εν λόγω ως άνω απαίτησης, το ποσό των “1) 470.389,79 Ελβετικά Φράγκα συνολικά, με την επίσημη ισοτιμία τους σε ευρώ κατά την ημέρα της εξόφλησης έντοκα από 20/9/2013 μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης, ήδη ανερχομένης την 9.4.2021 στο ποσό των 841.698,82 Ελβετικά Φράγκα, με την επίσημη ισοτιμία τους σε ευρώ κατά την ημέρα της εξόφλησης, έντοκα με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας, το οποίο ανέρχεται σήμερα σε 7.3502% από την 10.4.2021 και με εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης, 2)6.610 ευρώ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, 3)35 ευρώ για σύνταξη επιταγής και 4)35 ευρώ για δαπάνη επίδοσης. Στη συνέχεια δε προέβη αυτή (καθ’ ης) σε αναγκαστική κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας της αιτούσας, η οποία περιγράφεται στην υπ’ αριθ. …../17.2.2022 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή Αθηνών, …………, για μέρος του επιδικασθέντος κεφαλαίου, ποσού 104.395,04 Ελβετικά Φράγκα, άλλως για το ισόποσο σε ευρώ, με βάση την ισοτιμία CHF/Ευρώ σήμερα, ήτοι ποσού 100.000 ευρώ δυνάμει της οποίας εκτίθεται αυτή (ακίνητη περιουσία καθής η εκτέλεση), σε αναγκαστικό πλειστηριασμό την 21.9.2022, ημέρα Τετάρτη και ώρες 10.00 έως 12 το πρωί της ιδίας ημέρας, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά, …………. Με την επίμαχη επιταγή της προς πληρωμή η καθής, υπό την ανωτέρω ιδιότητά της, συγκοινοποίησε στην αιτούσα προς νομιμοποίησή της, τα κάτωθι έγγραφα: 1)την με αριθ.πρωτ. …………/18.6.2019 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (ΤΜ ………..) περίληψης της από 18.6.2019 σύμβασης εκχώρησης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων σύμφωνα με τα άρθρα 10, 14 Ν. 3156/2003, 2)Ακριβές αντίγραφο από Ενεχυροφυλακείο Αθηνών αποσπάσματος τιτλοποιούμενης απαίτησης που επισυνάφθηκε ως Παράρτημα στην υπ’ αριθ. …./18.6.2019 περίληψη, από το οποίο προκύπτει η μεταβίβαση (εκχώρηση) της προαναφερόμενης δανειακής σύμβασης με συμβαλλόμενη και την αιτούσα. 3)Την  υπ’ αριθ.πρωτ. …./18.6.2019 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (ΤΝ ……..) περίληψης της από 18.6.2019 σύμβασης διαχείρισης τιτλοποιούμενων επιχειρηματικών απαιτήσεων. Από τα εν λόγω έγγραφα δεν πιθανολογείται η νομιμοποπίηση της δικαιούχου της απαίτησης έναντι της αιτούσας, για την επίμαχη απαίτηση που ενσωματώνεται στον εκτελεστό τίτλο, καθώς το κεφάλαιο που επιδικάσθηκε με αυτόν (εκτελεστό τίτλο) “ανέρχεται σε 470.389,79 Ελβετικά Φράγκα συνολικά, με την επίσημη ισοτιμία τους κατά την ημέρα κατάθεσης της αίτησης στο ποσό των 388.591,32 ευρώ” και στον ως άνω παράρτημα αναγράφεται ως   κεφάλαιο ποσό “456.857,67 Ελβετικά Φράγκα”, χωρίς να αναγράφεται και οποιαδήποτε ημερομηνία κατάρτισης της επίμαχης δανειακής σύμβασης, ενώ δεν προσκομίστηκε και κανένα άλλο έγγραφο αποδεικτικό της εκχώρησης της επίμαχης δανειακής σύμβασης για την οποία επισπεύδεται η εν λόγω αναγκαστική εκτέλεση, Β)Η μεταβίβαση της είσπραξης και διαχείρισης της ως άνω τιτλοποιηθείσας επίμαχης απαίτησης από σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου στην καθής η αίτηση-εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων, καθόσον η υπ’ αριθ. ……/18.6.2019 σύμβαση διαχείρισης απαιτήσεων δεν συνοδεύεται από σχετικό παράρτημα με τις μεταβιβάσεις στην τελευταία των απαιτήσεων για τις οποίες τις παρέχεται η υπηρεσία είσπραξης και διαχείρισης και κατά συνέπεια δεν πιθανολογείται η νομιμοποίησή της υπό την ως άνω  ιδιότητα της (της διαχειρίστριας απαιτήσεων), αφού δεν προκύπτει ότι αυτή (καθής) ανέλαβε τη διαχείριση της επίδικης απαίτησης. Και αυτό διότι η σύμβαση διαχείρισης απαιτήσεων υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τούτο (2 παρ. 2 εδ.α΄ Ν.4354/2015) και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο περιεχόμενο τα ακόλουθα: (α)τις προς διαχείριση απαιτήσεις και το τυχόν στάδιο μη εξυπηρέτησης κάθε απαίτησης, (β)τις πράξεις της διαχείρισης, οι οποίες μπορεί να συνίστανται “ιδίως” στη νομική και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τη διενέργεια διαπραγματεύσεων με τους οφειλέτες των προς διαχείριση απαιτήσεων και τη σύναψη συμβάσεων συμβιβασμού κατά την έννοια των άρθρων 871-872 ΑΚ ή ρύθμισης και διακανονισμού οφειλών σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως έχει θεσπισθεί με την  υπ’ αριθ. 116/25.8.2014 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος κατ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.4224/2013, (γ) την καταβλητέα αμοιβή διαχείρισης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να μετακυληθεί στον υπόχρεο καταβολής της απαίτησης. Το αντίγραφο δε της σύμβασης διαχείρισης κοινοποιείται στην Τράπεζα της Ελλάδος εντός δέκα (10) ημερών από την υπογραφή της (2 παρ. 2 εδ.τελ.Ν.4354/2015), ενώ το ελάχιστο περιεχόμενο της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης της προηγούμενης παραγράφου δύναται να εξειδικεύεται περαιτέρω με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος (βλ.άρθρο 2 παρ. 3 Ν.4354/2015 – βλ.Ζητήματα ως προς το χαρακτήρα της νομιμοποίησης της εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις ν.4354/2015 κατά τη δικαστική άσκηση υπό διαχείριση απαιτήσεων τραπεζικού ιδρύματος, Παναγιώτη Σ. Γιαννόπουλου, Επίκουρου Καθηγητή Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ., Αρμ. 11/2018.1924 = sakkoulas-online). Με την συγκοινοποίηση ωστόσο των επίμαχων συμβάσεων μεταβίβασης ολόκληρων των αποσπασμάτων από τη λίστα με τη συγκεκριμένη απαίτηση-δεδομένου ότι η κοινοποίηση ολόκληρης λίστας με τα μεταβιβαζόμενα δάνεια θα προσέκρουε στις απαγορευτικές διατάξεις όσο και του νόμου περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων – η καθ’ ης η εκτέλεση – αιτούσα και ήδη εκκαλούσα, θα είχε τη δυνατότητα να ελέγξει επαρκώς και με πληρότητα την ενεργητική νομιμοποίηση της δικαιούχου της απαίτησης και ιδίως αν στη σύμβαση μεταβίβασης περιλαμβάνεται και η επίδικη απαίτηση της πιστώτριας Τράπεζας , αν σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης έχει καταρτιστεί νομίμως και περιλαμβάνεται η επίδικη απαίτηση στις μεταβιβασθείσες και προς διαχείριση απαιτήσεις, ακόμη και με παραπομπή της στο σχετικό παράρτημα. Συνεπώς, πρέπει, να ακυρωθούν οι επίμαχες, από 9.4.2021 επιταγή προς πληρωμή κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της πιο πάνω διαταγής πληρωμής, καθώς, και η δυνάμει αυτής προς ικανοποίηση της χρηματικής απαίτησης της δικαιούχου, υπ’ αριθ. …………./17.1.2022 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Αθηνών, …………., κατά παραδοχή ως  βάσιμων των τρίτου και τέταρτου λόγου της υπό κρίση από 2.2.2022 ανακοπής του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ, με τους οποίους η αιτούσα επικαλείται έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης της καθής και της μη διαδίκου-δικαιούχου της απαίτησης, ενώ παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων αυτής (ανακοπής). Επομένως, πιθανολογείται η ευδοκίμηση των σχετικών λόγων της υπό κρίση εφέσεως (τρίτος/τέταρτος) και άρα της εξαφάνισης της εκκαλούμενης και εκδίκασης της ανακοπής από το Εφετείο και εν συνεχεία η αποδοχή ως βάσιμων (νομικά και κατ’ ουσίαν) των λόγων αυτής της ανακοπής (τρίτου/τέταρτου). Περαιτέρω, πιθανολογείται, από τα προεκτεθέντα, ότι η ενέργεια και η συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει στην αιτούσα ανεπανόρθωτη βλάβη, η οποία τα επίδικα ακίνητα, χωρίς πιθανολογούμενο ίδιον, της καθής συμφέρον, ενόψει και των προτάσεων αυτής (αιτούσας) για συμβιβαστική επίλυση με ρύθμιση και εξόφληση της οφειλής. Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη, παρελκόμενης της εξέτασης των λοιπών λόγων αναγκαστικής εκτέλεσης, έως την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας έφεσης της αιτούσας, χωρίς παροχή εγγυήσεως εκ μέρους της καθής η εκτέλεση, λόγω της πιθανολογηθείσας ανεπανόρθωτης βλάβης από τη συνέχιση στην τελευταία (καθής η εκτέλεση). Τέλος, πρέπει να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων, διότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθ. 179 Κ.Πολ.Δ η εφαρμογή του οποίου δεν αποκλείεται από τη διάταξη του άρθρου 84 παρ. 2 εδ.γ΄ Ν.4194/2013 “Κώδικας Δικηγόρων”, όπως έχει τροποποιηθεί από το άρθρο 14 παρ. 3 Ν.4236/2014).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την αίτηση.

Αναστέλλει τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό που επισπεύδεται σε βάρος της αιτούσας, την 21.9.2022 ημέρα Τετάρτη και ώρα 10:00 π.μ έως 14:00 μ.μ, δυνάμει της από 9.4.2021 επιταγής προς πληρωμή, επιδοθείσας την 12.10.2021, κάτω από το αντίγραφο πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθ. ……/2014 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και της υπ’ αριθ……/17.1.2022 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Αθηνών, …………….., μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 6.9.2022 (αριθ.καταθ. …………./20220 έφεσης, που άσκησε η αιτούσα κατά της υπ’ αριθ. 2573/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών).

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, στις 19.9.2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, με παρούσα τη Γραμματέα Γ.Λ (για τη δημοσίευση)

Η Δικαστής                                                                     Η Γραμματέας

(Για τη δημοσίευση)