Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 735/2020

Περίληψη

Κατά τη διάταξη του άρθρου 10 του Ν. 4182/2013που εκδόθηκε κατ΄ επιταγή της διάταξης του άρθρου 109 Συντάγματος, περιουσίες, που καταλείπονται υπέρ κοινωφελών σκοπών, αξιοποιούνται κατά τον τρόπο, που όρισε ο διαθέτης ή δωρητής. Απαγορεύεται η μεταβολή τόσο των παραπάνω κοινωφελών σκοπών όσο και του τρόπου και των όρων διαχείρισης της περιουσίας, καθώς και των ορισμών για τον τρόπο διοίκησής της. Αν υπάρχει αμφιβολία περί του περιεχομένου της βούλησης του διαθέτη ή δωρητή ή αμφισβήτηση επ΄ αυτού, αυτή επιλύεται από το αρμόδιο, κατ΄ άρθρο 825 του ΚΠολΔ, Δικαστήριο, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η αίτηση για έκδοση απόφασης βάσει των ως άνω διατάξεων, υποβάλλεται από την αρμόδια αρχή αλλά και από κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που έχει έννομο συμφέρον και κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης. Ως έννομο συμφέρον νοείται κάθε υλικό ή ηθικό όφελος, που αναγνωρίζει ο νόμος υπέρ αυτού που ζητεί δικαστική προστασία, εφόσον επιπλέον είναι άμεσο και παρόν, νοείται δε εκείνο το οποίο αντλείται από αυτό καθεαυτό το περιεχόμενο της διαθήκης. Η διαδικαστική προϋπόθεση της συνδρομής εννόμου συμφέροντος, συνιστά ουσιαστική προϋπόθεση παροχής δικαστικής προστασίας, η ύπαρξη της οποίας ελέγχεται κα αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, η δε έλλειψή της, οδηγεί στην απόρριψη της αίτησης.

Αριθμός    735/2020

ΤΟ TΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Ανδρεοπούλου και Ελένη Σκριβάνου, Εισηγήτρια, Εφέτες και από τη Γραμματέα Ε.Τ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Με τις προαναφερθείσες στην αρχή της παρούσας κλήσεις, επαναφέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, (μετά την έκδοση της υπ΄αρ.451/2020 απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου, που κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτησή τους) : α) η υπ΄αρ. από 19-7-2018 και με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) ……/2018 αίτηση των αναφερομένων επίσης στην αρχή της παρούσας αιτούντων και β) η από 19-3-2019 και με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ/ΕΑ.Κ) …./2019 κύρια παρέµβαση του Ν.Π.Ι.Δ Κοινωφελούς Ιδρύματος µε την επωνυµία «ΙΔΡΥΜΑ …………». Των δικογράφων αυτών πρέπει να διαταχθεί η συνεκδίκαση, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246 ΚΠολΔ).

Επίσης με την ως άνω αίτηση και κύρια παρέμβαση, πρέπει να συνεκδικασθεί η αυτοτελής παρέμβαση του Υπουργού Οικονομικών και  του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, που ασκήθηκε, κατ΄άρθρο 69 παρ.1 περ.δ του Ν.4182/2013, με δήλωση της  αναφερόμενης στην αρχή της παρούσαςδικαστικής πληρεξούσιας του Ν.Σ.Κ, ενώπιον του ακροατηρίου του Δικαστηρίου τούτου, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά αυτού, αλλά και με τις έγγραφες προτάσεις τους.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 109 παρ. 1 του Συντάγματος, “δεν επιτρέπεται η μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων διαθήκης, κωδικέλλου ή δωρεάς, ως προς τις διατάξεις τους υπέρ του Δημοσίου ή υπέρ κοινωφελούς σκοπού”. Η συνταγματική αυτή διάταξη αποβλέπει στην προστασία και κατοχύρωση της θέλησης των διαθετών και δωρητών και εναντίον των πράξεων της πολιτείας ακόμη που έχουν νομοθετικό περιεχόμενο και, σύμφωνα με αυτήν, δεν επιτρέπεται, κατ` αρχήν, η μεταβολή σκοπού περιουσίας που έχει ταχθεί υπέρ του Δημοσίου ή προς εξυπηρέτηση κοινής ωφέλειας, όχι μόνο με διατάγματα, αλλά ούτε και με νόμο (Ολ.ΑΠ 1241/1979). Κατ` εξαίρεση, όμως, επιτρέπεται, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου του Συντάγματος, η επωφελέστερη αξιοποίηση ή διάθεση, για τον ίδιο ή άλλο κοινωφελή σκοπό, εκείνου που καταλείφθηκε ή δωρήθηκε, στην περιοχή που καθόρισε ο δωρητής ή ο διαθέτης ή στην ευρύτερη περιφέρεια, όταν βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση ότι η θέληση του διαθέτη ή του δωρητή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οποιονδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της, καθώς και αν μπορεί να ικανοποιηθεί πληρέστερα με τη μεταβολή της εκμετάλλευσης, όπως νόμος ορίζει. Η επωφελέστερη αξιοποίηση ή διάθεση της περιουσίας που καταλείφθηκε ή δωρήθηκε αποτελεί νομική αξιολογική έννοια, η οποία πρέπει να προσδιορίζεται στην αίτηση ως προς τα προτεινόμενα προς υπαγωγή σε αυτήν πραγματικά περιστατικά, προκειμένου να κριθεί από το δικαστήριο αν αυτά πράγματι την συνιστούν, αφού συγκριθεί η προτεινόμενη λύση με την ήδη υπάρχουσα κατάσταση (ΑΠ 1355/2017, ΑΠ 2013/2014, ΑΠ 1495/2013, ΑΠ 13/2013, ΑΠ 138/2011, ΑΠ 1547/2010,δημοσιευμένες όλες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατ` επιταγή της συνταγματικής αυτής διάταξης, εκδόθηκε αρχικά ο Ν. 455/1976 και, στη συνέχεια, ο Ν.4182/2013, στο άρθρο 10 του οποίου ορίζεται ότι: ‘’Περιουσίες που καταλείπονται υπέρ κοινωφελών σκοπών αξιοποιούνται κατά τον τρόπο που όρισε ο διαθέτης ή δωρητής. Απαγορεύεται η μεταβολή, τόσο των παραπάνω κοινωφελών σκοπών, όσο και του τρόπου και των όρων διαχείρισης της περιουσίας, καθώς και των ορισμών για τον τρόπο διοίκησής της (παρ.1). Αν υπάρχει αμφιβολία περί του περιεχομένου της βούλησης του διαθέτη ή δωρητή ή αμφισβήτηση επ` αυτού, αυτή επιλύεται από το αρμόδιο κατ` άρθρο 825 ΚΠολΔ Δικαστήριο (παρ. 2)’’. Το κατά την προηγούμενη παράγραφο Δικαστήριο αποφαίνεται ακόμη, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, επί του εάν η βούληση του διαθέτη ή δωρητή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, για οποιονδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος της, και καθορίζει τον τρόπο της επωφελέστερης ή ασφαλέστερης αξιοποίησης της περιουσίας, καθώς και το σκοπό και την περιοχή για την οποία πρέπει αυτή να διατεθεί. Περαιτέρω, κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 10 του ως άνω Ν.4182/2013, η αίτηση προς το Δικαστήριο υποβάλλεται από την αρμόδια αρχή, μετά από προηγούμενη ακρόαση του οργάνου διοίκησης της περιουσίας, ή και από κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης (ΑΠ 846/2018). Το συμφέρον αυτό, όπως έχει κριθεί και κατά την ερμηνεία της όμοιας διάταξης του άρθρου 68 ΚΠολΔ, πρέπει εκτός από έννομο, να είναι ατομικό του αιτούντος και άμεσο, δηλαδή το απειλούμενο με την αίτηση δικαίωμα του αιτούντος πρέπει να είναι υπαρκτό κατά την άσκηση της αίτησης (ΑΠ 1372/2015, ΑΠ 1877/2014, ΑΠ 205/2014 και ΑΠ 1915/2014ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως έννομο συμφέρον νοείται κάθε υλικό ή ηθικό όφελος, που αναγνωρίζει ο νόμος υπέρ αυτού που ζητεί δικαστική προστασία, εφόσον επιπλέον είναι άμεσο και παρόν. Άμεσο έννομο συμφέρον υπάρχει, όταν από την ύπαρξη κάποιας έννομης σχέσης (άκυρη δικαιοπραξία κ.λπ.),προκαλείται αβεβαιότητα ως προ ορισμένη έννομη σχέση του ενάγοντος με τρίτο πρόσωπο και συνακόλουθος κίνδυνος για τα συμφέροντα αυτού, (άμεσος και επικείμενος ή και εξαρτώμενος από πρόσθετα μελλοντικά περιστατικά), για την αποτροπή του οποίου ζητείται, ως πρόσφορη και αναγκαία δικαιοδοτική πράξη, η έκδοση δικαστικής απόφασης. Ενώ παρόν είναι το έννομο συμφέρον όταν αφορά έννομες σχέσεις υπαρκτές και παρούσες, και όχι υποθετικές και μελλοντικές ή ενδεχόμενες. Ακόμη, νομιμοποίηση των διαδίκων ως διακριτή, μη ταυτιζόμενη με το έννομο συμφέρον, διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, νοείται η εξουσία διεξαγωγής ορισμένης δίκης για συγκεκριμένη έννομη σχέση, δηλαδή για βιοτική σχέση προσώπου με άλλο πρόσωπο ή με αντικείμενο, η οποία καθορίζεται κατά κανόνα από το ουσιαστικό δίκαιο ως προς τους φορείς της και το αντικείμενό της και η οποία έχει ως περιεχόμενο ή ως έννομη συνέπεια δικαίωμα ή υποχρέωση ή δέσμη δικαιωμάτων και υποχρεώσεων (ΑΠ 875/2015, ΑΠ 772/2014). Υπό το πρίσμα αυτό, για την υποβολή της αίτησης του άρθρου 825 ΚΠολΔ, νομιμοποιείται εκτός από την αρμόδια αρχή, και κάθε πρόσωπο το οποίο έχει άμεσο έννομο συμφέρον και ιδίως ο κληρονόμος ή συγγενής του διαθέτη, ο εκτελεστής της διαθήκης, ο διαχειριστής της περιουσίας, ο εκκαθαριστής, ο ωφελούμενος από τον σκοπό που έταξε ο διαθέτης, ο Υπουργός των Οικονομικών, καθώς επίσης και η Αποκεντρωμένη Διοίκηση. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται τέλος, ότι κατά την έννοια του άρθρου 825 ΚΠολΔ, στην εφαρμογή του οποίου παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 10 παρ. 2 Ν. 4182/2013, έννομο συμφέρον κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου που υποβάλλει ενώπιον του αρμοδίου Εφετείου αίτηση, περί των αναφερομένων στις παρ. 2 και 3 εδ. α` του ίδιου άρθρου ζητημάτων, (επίλυση αμφιβολίας περί του περιεχομένου της βούλησης του διαθέτη ή δωρητή ή αμφισβήτηση επ` αυτού, τροποποίηση κοινωφελών σκοπών, καθορισμός επωφελέστερης ή ασφαλέστερης αξιοποίησης της περιουσίας κ.λπ.), νοείται εκείνο το οποίο αντλούν από αυτό καθεαυτό το περιεχόμενο της διαθήκης. Ο κύκλος των εχόντων έννομο συμφέρον είναι μεν ευρύς, πλην όμως δεν φτάνει μέχρι του σημείου να περιλαμβάνει οποιονδήποτε τρίτον, ο οποίος κατά την υποκειμενική του κρίση θεωρεί ότι δικαιούται να παρεμβαίνει αυτοβούλως σε θέματα διοίκησης και διαχείρισης των κληροδοτημάτων. Έτσι,η από το άρθρο 825 ΚΠολΔ δικονομική δυνατότητα της ουσιαστικής διερεύνησης από το κατά τόπο αρμόδιο Εφετείο της αληθούς θέλησης του διαθέτη ή του δωρητή και της διαπίστωσης, αν αυτή εναρμονίζεται ή όχι με τον σκοπό του ιδρύματος, δεν παρέχεται σε τρίτους (φυσικά ή νομικά πρόσωπα) που δεν έχουν ενοχικό δικαίωμα άμεσα συνδεόμενο ή εξαρτώμενο από το περιεχόμενο της βούλησης του διαθέτη ή του δωρητή. Περαιτέρω η διαδικαστική προϋπόθεση, της συνδρομής εννόμου συμφέροντος, συνιστά ουσιαστική προϋπόθεση παροχής δικαστικής προστασίας. (ΑΠ 55/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Εξάλλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 1, 3 του  προαναφερθέντος νόμου 4182/2013, το Δημόσιο έχει την υποχρέωση να διασφαλίζει την πιστή και επακριβή εκτέλεση της βούλησης των διαθετών και δωρητών. Αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης υφίσταται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 και τυχόν ειδικών διατάξεων, στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Όταν ο σκοπός της περιουσίας εκπληρώνεται κατά κύριο λόγο μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ανεξαρτήτως του τόπου όπου βρίσκεται η περιουσία…, β)…, γ)… Σύμφωνα δε με την παρ. 4 του ίδιου άρθρου: Στις υπόλοιπες περιπτώσεις αρμόδιος είναι ο Υπουργός Οικονομικών. Αρμοδιότητα του Υπουργού Οικονομικών υφίσταται επίσης κατ` εξαίρεση: α) Για την εποπτεία εκκαθάρισης και διαχείρισης περιουσιών που καταλείπονται στο Δημόσιο, β) για την εποπτεία της επιτροπής Ολυμπίων και κληροδοτημάτων και του Βαρβακείου Ιδρύματος, γ) για την εκκαθάριση και εποπτεία κοινωφελών περιουσιών που έχουν τα κύρια περιουσιακά στοιχεία στην αλλοδαπή, δ) για περιουσίες του κεφαλαίου Ε΄ του παρόντος κώδικα που υπάγονται στην άμεση διαχείριση του Υπουργείου Οικονομικών, ε) για την εποπτεία περιουσιών των οποίων η αξία εκτιμάται, ως ανώτερη του ποσού των 10.000.000 ευρώ ή των οποίων οι σκοποί εκτελούνται σε όλη την επικράτεια. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 69 παρ.1 περ.δ του ίδιου νόμου, η αρμόδια αρχή νομιμοποιείται, πέραν των εκκαθαριστών, εκτελεστών διαθήκης και διοικητών κοινωφελών ιδρυμάτων, μεταξύ άλλων, να ασκεί παρέμβαση σε κάθε στάση δίκης η οποία αφορά περιουσία υπέρ κοινωφελούς σκοπού ή κοινωφελών ιδρυμάτων ή αφορά το κύρος των πράξεών τους, με την υποβολή προτάσεων και χωρίς την κοινοποίηση δικογράφου παρέμβασης. Κατά το άρθρο 82 παράγραφος 9 του αυτού πιο πάνω νόμου ορίζεται ότι: ‘’Με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου, κάθε παραπομπή στον αναγκαστικό νόμο 2039/1939 ή γενικά στη νομοθεσία περί Εθνικών κληροδοτημάτων νοείται από την έναρξη ισχύος του παρόντος κώδικα ότι γίνεται στις αντίστοιχες διατάξεις του‘’. Τέλος, το άρθρο 82 παρ.1 του Ν.4282/2013 ορίζει τα εξής: Μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις. 1. Όπου δεν ορίζεται διαφορετικά, οι διατάξεις του Κώδικα εφαρμόζονται και στις κοινωφελείς περιουσίες που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του, ανεξάρτητα από τον τρόπο σύστασης τους. Κοινωφελή ιδρύματα που έχουν εξαιρεθεί με ειδικές διατάξεις του Α.Ν 2039/1939 εξακολουθούν να εξαιρούνται του παρόντος Κώδικα και της εποπτείας της αρμόδιας αρχής αλλά υπέχουν σε κάθε περίπτωση υποχρέωση υποβολής προς έλεγχο του προϋπολογισμού και του απολογισμού τους, κατά τις διατάξεις του άρθρου 59. ‘’Διαδικασίες που έχουν ήδη αρχίσει, δύνανται να ολοκληρώνονται και κατά την προϋφιστάμενη διαδικασία’’ (όπως το τελευταίο εδάφιο αντικαταστάθηκε με την παρ.12 του άρθρου 32 του Ν. 4182/2013). Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται ότι μετά την ισχύ του Ν. 4182/2013 (11-11-2013) σε δίκες κοινωφελών περιουσιών αρμόδια αρχή στην άσκηση εποπτείας επί των κοινωφελών ιδρυμάτων και περιουσιών που καταλείπονται για κοινωφελείς σκοπούς όταν ο σκοπός της περιουσίας εκπληρώνεται κατά κύριο λόγο μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ανεξαρτήτως του τόπου όπου βρίσκεται η περιουσία αποτελεί ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Σε διαδικασίες, όμως, που έχουν ήδη αρχίσει, δύνανται να ολοκληρώνονται κατά την προϋφιστάμενη διαδικασία και ειδικότερα, δύναται και νομιμοποιείται και ο Υπουργός Οικονομικών ως ασκών την εποπτεία επί των κοινωφελών ιδρυμάτων και περιουσιών που καταλείπονται για κοινωφελείς σκοπούς να συνεχίσει δίκες που έχουν αρχίσει με την προϋφιστάμενη διαδικασία (ΑΠ 808/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, οι αιτούντες, εκθέτουν στην κρινόμενη αίτησή τους,  ότι, δυνάµει της υπ’ αρ. ……../9-1-1967 δηµόσιας διαθήκης της ………., που συνέταξε ο συµβολαιογράφος Αθηνών ………, σε συνδυασµό µε το υπ’ αρ. 571/9-10-1967 Βασιλικό Διάταγµα (ΦΕΚ Α’ 180/21- 10-1967), συστάθηκε το Ίδρυµα µε την επωνυµία «ΙΔΡΥΜΑ ………..», το οποίο εδρεύει στον Πειραιά και αποβλέπει στην εκτέλεση φιλανθρωπικών, µορφωτικών και ευαγών γενικά σκοπών υπέρ της νήσου της …… και ιδίως της Κοινότητας …… αυτής. Ότι, στο άρθρο 4 του κυρωθέντος οργανισµού του προαναφερθέντος ιδρύµατος, ορίζεται ότι αυτό διοικείται υπό πενταµελούς διοικητικού συµβουλίου (Δ.Σ) και ότι τα τρία από τα ανωτέρω µέλη ορίζονται για ισόβια θητεία, όπως ειδικότερα εκτίθεται στην αίτηση. Ζητούν δε οι αιτούντες, επικαλούµενοι έννοµο συµφέρον και συγκεκριµένα, το πρώτο από αυτούς, ως σωµατείο, που έχει ως σκοπό τηνανάπτυξη της Κοινότητας ………, όπως ειδικότερα οι σκοποί αυτού αναφέρονται στην αίτηση και στο καταστατικό του, η δεύτερη από αυτούς, ως µέλος του Δ.Σ. του προαναφερθέντος ιδρύµατος και του πρώτου των αιτούντων σωµατείου, η τρίτη,  η τέταρτη, η πέµπτη, η έκτη και η έβδοµη από αυτούς, ως µέλη του Δ.Σ. του πρώτου των αιτούντων σωµατείου, ο όγδοος των αιτούντων ως Πρόεδρος της Κοινότητας ………… και ο ένατος, ως κάτοικος της ίδιας Κοινότητας, καθώς και όλοι οι αιτούντες (τα φυσικά πρόσωπα) ως διαθέτοντες οικίες και ακίνητη περιουσία στην Κοινότητα ………), να αναγνωριστεί ότι, κατά την ερµηνεία της ανωτέρω διαθήκης, η ισοβιότητα των αναφεροµένων τριών µελών του Δ.Σ. του προαναφερθέντος ιδρύµατος, που ορίζεται στο άρθρο 4 παρ.1 του οργανισµού του, αφορούσε αποκλειστικώς και µόνο στα πρόσωπα των ορισθέντων αρχικώς µελών του και όχι γενικώς στις θέσεις ή αξιώµατα των µελών του Δ.Σ. που αυτά καταλάµβαναν, καθώς και ότι το ζήτηµα της θητείας, αντικατάστασης κ.λπ των µελών του Δ.Σ. αυτού, διέπεται από τον εκάστοτε ισχύοντα νόµο περί των εν λόγω ιδρυµάτων, και στη συγκεκριµένη περίπτωση από τις διατάξεις του Ν. 4182/2013 «Κώδικας κοινωφελών περιουσιών, σχολαζουσών κληρονοµιών λοιπές διατάξεις».

Επίσης, το προαναφερθέν Ίδρυµα µε την ως άνω κύρια παρέµβασή του ζητεί, για τους εκτιθέµενους σ’ αυτήν λόγους, να απορριφθεί η ανωτέρω αίτηση, ενώ ο Υπουργός Οικονοµικών και ο Γενικός Γραµµατέας Αποκεντρωµένης Διοίκησης Αιγαίου, επικαλούµενοι ότι αποτελούν τις αρχές που εποπτεύουν το ίδρυµα αυτό, µε την ανωτέρω αυτοτελή παρέµβαση, που άσκησαν, (κατ’ εκτίµηση του περιεχοµένου αυτής ως πρόσθετης παρέµβασης υπέρ των αιτούντων),ζητούν να γίνει δεκτή η ανωτέρω αίτηση.

Η αίτηση και οι ανωτέρω παρεµβάσεις αρμοδίως φέρονται προς συζήτηση, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα της η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αιγαίου, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739, 742 έως 781, 825 ΚΠολΔ, 10 παρ. 2, 3 του Ν. 4182/2013), δεδομένου ότι τηρήθηκε η προβλεπόμενη από το νόμο προδικασία, ήτοι αντίγραφο της αίτησης και της κλήσης με την οποία επαναφέρεται,επιδόθηκαν νομίμως και εμπροθέσμως στο Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, ως ασκούντα την εποπτεία της πιστής εκτέλεσης της βούλησης της διαθέτιδος, και στο κυρίως παρεμβαίνον ίδρυμα, (βλ.υπ’αρ. ……./4-9-2018 και ……/17-1-2019 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ……… και υπ΄αρ. …. και .……../22-7-2020 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, ……., αντίστοιχα), ενώ, περίληψη της αίτησης,όπως και της ένδικης κλήσης με την οποία αυτή επαναφέρεται προς συζήτηση, αναρτήθηκαν τόσο στον πίνακα ανακοινώσεων, όσο και στην ιστοσελίδα της αρμόδιας αρχής, ένα μήνα πριν από τη δικάσιμο και παρέμειναν αναρτημένες έως και την προηγούμενη της ημέρας της δικασίμου, κατ΄άρθρο 2 παρ. 3 περ. α, 10 παρ.4 Ν. 4182/2013, όπως προκύπτει από την υπ΄αρ. πρωτ. ……../23-9-2020 βεβαίωση της αν. Γενικής Διευθύντριας Εσωτερικής Λειτουργίας της ως άνω Αποκεντρωμένης Διοίκησης (Δ/νση Κοινωφελών Περιουσιών), ……….., καθώς επίσης τοιχοκολήθηκαν στο Δημαρχείο Πειραιά και αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα του (βλ. σχετικά την από 20-7-2020 έκθεση δημοσίευσης του κλητήρα του Δήμου Πειραιά και το από 20-7-2020 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Τμήματος διαφάνειας και διαδικτυακής πύλης του ίδιου Δήμου).

Σύμφωνα, όμως, με τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη και με βάση τα εκτιθέμενα στην ένδικη αίτηση, εν προκειμένω, αρμόδια αρχή, ασκούσα την εποπτεία της πιστής και επακριβούς εκτέλεσης της βούλησης της διαθέτιδος, με βάση τα οριζόμενα στη διαθήκη της οποίας, ιδρύθηκε το ανωτέρω Ίδρυμα, είναι η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αιγαίου, καθώς ο σκοπός της περιουσίας εκπληρώνεται κατά κύριο λόγο μέσα στα όρια της Διοίκησης αυτής, ανεξαρτήτως του τόπου όπου βρίσκεται η περιουσία, οπότε μόνο ο Γενικός Γραμματέας της, νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκηση της παρέμβασης και όχι ο Υπουργός Οικονομικών, ως προς τον οποίο πρέπει η τελευταία να απορριφθεί, λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης.

Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα αναλυτικά, επίσης, αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, η κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος των αιτούντων, όπως βασίμως ισχυρίζεται το κυρίως παρεμβαίνον «ΙΔΡΥΜΑ …………»,, αλλά και κατ΄αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου. Ειδικότερα, η επίκληση της ιδιότητας τους ως εξής: του πρώτου των αιτούντων, ως σωµατείου, που έχει σκοπό την εν γένει ανάπτυξη της Κοινότητας …….., (άσχετου, κατά τα λοιπά, και εντελώς διακριτού με τoως άνω ίδρυμα, του οποίου ζητείται, με την αίτηση, να αναγνωριστεί ότι η ισοβιότητα των αναφεροµένων τριών µελών του Δ.Σ. του, που ορίζεται στο άρθρο 4 παρ.1 του οργανισµού του, αφορούσε αποκλειστικώς και µόνο στα πρόσωπα των ορισθέντων αρχικώς, από τη διαθέτιδα, μελών αυτού, κατά τα εκτιθέμενα στην αίτηση ως ανωτέρω), της δεύτερης από αυτούς, ως µέλος του Δ.Σ. του πρώτου των αιτούντων σωµατείου και του προαναφερθέντος ιδρύµατος, των τρίτης, τέταρτης, πέµπτης, έκτης και  έβδοµης από αυτούς, ως µελών του Δ.Σ. επίσης του πρώτου των αιτούντων, του όγδοου των αιτούντων ως Προέδρου της Κοινότητας ……… και του ένατου, ως κατοίκου της ίδιας Κοινότητας,  καθώς και του γεγονότος ότι όλοι οι αιτούντες (τα φυσικά πρόσωπα) διαθέτουν οικία και άλλη ακίνητη περιουσία στην Κοινότητα ……….., δεν αρκεί για τη θεμελίωση εννόμου συμφέροντός τους να ζητήσουν τα στην αίτηση αιτηθέντα. Πιο συγκεκριμένα, οι αιτούντες δεν εμπίπτουν στα πρόσωπα, που, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, έχουν τέτοιο συμφέρον, δηλ. δεν είναι κληρονόμοι, συγγενείς της διαθέτιδος, εκτελεστές της διαθήκης, διαχειριστές ή εκκαθαριστές της περιουσίας, ή ωφελούμενοι άμεσα από τον σκοπό που έταξε η διαθέτις, ούτε ανήκουν στον κύκλο των προσώπων, που έχουν άμεσοέννομο συμφέρον, ο οποίος (κύκλος) δεν φτάνει μέχρι του σημείου να περιλαμβάνει οποιονδήποτε τρίτο, όπως εν προκειμένω οι αιτούντες, που, κατά την υποκειμενική του κρίση θεωρεί ότι δικαιούται να παρεμβαίνει σε θέματα διοίκησης του ιδρύματος. Η μόνη σχέση που έχει το αιτούν σωματείο με το ως άνω ίδρυμα είναι ότι, ένα από τα μη ισόβια μέλη του Δ.Σ του δεύτερου, καθώς κι ένα αναπληρωματικό μέλος αυτού, είναι από τα μέλη του Δ.Σ του πρώτου και ειδικότερα η δεύτερη αιτούσα είναι μέλος τόσο του Δ.Σ του αιτούντος όσο και του ιδρύματος και η έκτη αιτούσα είναι μέλος του Δ.Σ του αιτούντος και αναπληρωματικό μέλος του Δ.Σ του ιδρύματος. Σε κάθε περίπτωση, οι αιτούντες (ακόμη κι η δεύτερη και η έκτη εξ αυτών που έχουντην ανωτέρω αναφερθείσα σχέση με το ίδρυμα), έστω κι αν υποτεθεί ότι ανήκουν στα πρόσωπα που δικαιούνται να ασκήσουν την ένδικη αίτηση, πράγμα που δεν συμβαίνει, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, δεν εξειδικεύουν το άμεσο έννομο συμφέρον τους, που ναδικαιολογεί την άσκησή της εκ μέρους τους, αφού δεν αναφέρουν, ποιά είναι η βλάβη που υφίστανται ή ο άμεσος και επικείμενος κίνδυνος από την προβλεπόμενηισοβιότητα των εν λόγω τριών εκ των πέντε μελών του Δ.Σ του παραπάνω ιδρύματος, ούτε πώς επηρεάζει αυτή (ισοβιότητα) κάποια έννομη σχέση τους, όπως απαιτείται.

Πέραν τούτου, δηλ. της έλλειψης εννόμου συμφέροντος εκ μέρους των αιτούντων, η εξέταση του οποίου προηγείται, ο διορισμός των μελών του Δ.Σ του εν λόγω ιδρύματος -ήδη κυρίως παρεμβαίνοντος, πραγματοποιήθηκε, με βάση την προβλεπόμενη νόμιμη διαδικασία που όριζε ο τότε εφαρμοστέος νόμος 2039/1939, με Υπουργικές Αποφάσεις, οι οποίες, ως ατομικές διοικητικές πράξεις, εφόσον δεν ακυρώθηκαν, εξοπλίζονται με το τεκμήριο νομιμότητας. Η δε προσβολή αυτών γίνεται με τα προβλεπόμενα από το νόμο ένδικα βοηθήματα ενώπιον του Σ.Τ.Ε και εντός των νομίμων προθεσμιών και δεν μπορούν να ελεγχθούν παρεμπιπτόντως στα πλαίσια άλλης δίκης ακυρωτικής ή ουσιαστικής.

Πρέπει, συνεπώς, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, γενομένης δεκτής της κύριας παρέμβασης του ως άνω ιδρύματος, να απορριφθείη κρινόμενη αίτηση λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος των αιτούντων  και συνακόλουθα και η πρόσθετη παρέμβαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου,κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα θα συμψηφιστούν συνολικά μεταξύ των διαδίκων, διότι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρα 179,183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, τις αναφερόμενες στο σκεπτικό αίτηση, κύρια παρέμβαση και αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.

Απορρίπτει την αίτηση και τηνπρόσθετη παρέμβαση.

Δέχεται την κύρια παρέμβαση.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα, συνολικά, μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 19 Νοεμβρίου 2020 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 8 Δεκεμβρίου 2020, χωρίς την παρουσία των αιτούντων, των παρεμβαίνοντων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους .

  Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                        Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ