Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 72/2023

Αριθμός  72/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Ευφημία Κεφαλιάκου.

Α. ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) …….., 2)………,   3) ……….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Κωνσταντίνα Παπακώστα.

Β.ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ:   Ανώνυμης εταιρείας …………….., ως καθολικού διαδόχου της εταιρείας ………… όπως μετονομάστηκε αυτή με Πράξη συγχώνευσης των ανωνύμων εταιρειών ………… ως απορροφώσα αυτές, ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά τη δικηγόρο  Σολομονή Παραλίδου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Β. ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1)  ………, 2)……..   3)………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Κωνσταντίνα Παπακώστα και 4)   Κοινοπραξίας με την επωνυμία «……..», ………… νόμιμα εκπροσωπούμενη από την διαχειρίστρια και νόμιμη εκπρόσωπο της ………… (όπως κατωτέρω), 5)   ανώνυμης εταιρείας  με την επωνυμία «……….»  και το διακριτικό τίτλο «………..» (πρώην επωνυμία «………..» και διακριτικό τίτλο («…………»), που εδρεύει …………,  6)   Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «…………….» και το διακριτικό τίτλο «………..» (πρώην επωνυμία «…………..») …………οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Χαράλαμπο Ζησιμάτο (με δήλωση κατ΄΄αρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν α) οι υπό στοιχ Α εφεσίβλητοι-1η, 2ος και 3η εκ των υπό στοιχ Β εφεσιβλήτων την από 7.6.2012 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………/2013) αγωγή  και β) η υπό στοιχ Β εκκαλούσα την από 17.3.2014 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2014) ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση-παρεμπίπτουσα αγωγή,   επί των οποίων εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 997/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου α) ο ήδη υπό στοιχ Α εκκαλών με την από 14.10.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Πρωτοδικείο ……./2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Εφετείο  ……../2020) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης και β) η ήδη υπό στοιχ Β εκκαλούσα με την από  5.6.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Πρωτοδικείο  ………./2019, ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Εφετείο …………./2019) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 22α.10.2020, μετά δε από αναβολή, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του υπό στοιχ Α εκκαλούντος και των υπό στοιχ Α εφεσιβλήτων- 1ης, 2ου και 3ης εκ των υπό στοιχ Β εφεσιβλήτων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της υπό στοιχ Β εκκαλουσας και των 4ης, 5ης και 6ης εκ των υπό στοιχ. Β εφεσιβλήτων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στην προκειμένη περίπτωση εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου : Α) η από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. Πρωτ. ………../2019  και αρ. εκ. κατ. εφ……./2019)0 έφεση της εν μέρει ηττηθείσας έβδομης εναγομένης  και ήδη εκκαλούσας, Β) η από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ……../2020 και αρ. εκ. κατ. εφ……./2020)  έφεση του εν μέρει ηττηθέντα πρώτου εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος οι οποίες (εφέσεις) στρέφονται, αμφότερες, κατά της με αριθμό 997/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία και έκανε εν μέρει δεκτή την από 07.06.2012 με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης ……../2013 αγωγή των  εναγόντων κατά των εναγομένων.  Οι υπό κρίση αντίθετες εφέσεις έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης πριν την άσκηση αυτών (εφέσεων), ούτε παρήλθε διετία από τη δημοσίευσή της (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ.1, 517, 518 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ) που έλαβε χώρα την 19.3.2019, (ούτε προκύπτει άλλος λόγος απαραδέκτου).  Οι ως άνω εφέσεις αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγονται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου (άρθρα 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/2011 και 495 παρ. 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις αυτές να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια τακτική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, κατά το μέρος που μεταβιβάζεται η υπόθεση με την άσκηση έφεσης στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο άρθρο 522 ΚΠΟΛΔ,  αφού συνεκδικαστούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ).

Με την από 07.06.2012 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2013 αγωγή οι ενάγοντες εκθέτουν ότι ο ………, Γερμανός Πολίτης, ο οποίος ήταν γιος της πρώτης και αδελφός των λοιπών, στις 22 Φεβρουάριου 2008 και περί ώρα 12.30 μ.μ., ευρισκόμενος στον Πειραιά, στο κοινόχρηστο πεζοδρόμιο, έξω από τις εγκαταστάσεις του τερματικού σταθμού του αστικού ηλεκτροκίνητου σιδηροδρόμου, καταπλακώθηκε από τμήμα του εξωτερικού τοίχου των παραπάνω εγκαταστάσεων, που κατέρρευσε μετά από την πρόσκρουση σε αυτό συρμού του ανωτέρω σιδηροδρόμου που εκτροχιάσθηκε, με αποκλειστική υπαιτιότητα των εναγομένων, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, συνεπεία δε τούτου επήλθε ο θάνατός του. Ότι ένεκα του θανάτου του οικείου τους, υπέστησαν ψυχική οδύνη, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο. Με βάση το ιστορικό αυτό οι ενάγοντες ζήτησαν όπως το αγωγικό αίτημα τράπηκε παραδεκτώς εξ ολοκλήρου από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου τους στο ακροατήριο, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά και επαναλαμβάνεται στις προτάσεις τους κατ΄αρθρο 223 ΚΠΟΛΔ, να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν ο καθένας εις ολόκληρον στην πρώτη εκ των εναγόντων το ποσό των 100.000,00 ευρώ και σε καθένα των λοιπών το ποσό των 70.000,00 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, πλέον ποσού 44,00 ευρώ έκαστος, το οποίο επιφυλάσσονται να απαιτήσουν, παριστάμενοι ως πολιτικώς ενάγοντες ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων. Ακόμη, ζήτησαν να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινώς εκτελεστή, καθώς επίσης να επιβληθούν σε βάρος των εναγομένων τα δικαστικά τους έξοδα.  Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μετά από συζήτηση αντιμωλία των διαδίκων, εξέδωσε την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, με την οποία έκρινε ότι η ως άνω αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, πλην του παρεπομένου αγωγικού αιτήματος για την κήρυξη της αποφάσεως που θα εκδοθεί προσωρινώς εκτελεστής το οποίο, μετά την ολοσχερή τροπή του καταψηφιστικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό, απέρριψε ως μη νόμιμο. Ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ασκήθηκε η ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της εβδόμης εναγόμενης της κύριας, υπό στοιχείο Α’ αγωγής και ανακοινούσας τη δίκη – προσεπικαλούσας – παρεμπιπτόντως ενάγουσα, η οποία δηλώνοντας ότι αποτελεί καθολική διάδοχο της πρώην ανώνυμης εταιρείας με διακριτικό τίτλο «……..», εξέθεσε ότι  δυνάμει της από 18-8-2003 συμβάσεως εκτελέσεως του έργου καθαρισμού των σταθμών και αποβαθρών, των οχημάτων και των κτηριακών εγκαταστάσεων της γραμμής της «…………» που συνήψε η παραπάνω δικαιοπάροχός της με την πρώτη των καθών – παρεμπιπτόντως εναγομένη κοινοπραξία, για την οποία δεν έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις δημοσιότητας και μέλη της οποίας είναι η λοιπές των καθών – παρεμπιπτόντως εναγόμενες και συνεπώς η κοινοπραξία έχει αποκλειστική ευθύνη για ζημίες που προκαλούνται εξ΄ αιτίας ή εξ αφορμής της παραπάνω σύμβασης. Με βάση τα προαναφερόμενα ανακοίνωσε τη δίκη στις καθών-παρεμπιπτόντως εναγόμενες και τις προσεπικάλεσε ως δικονομικούς της εγγυητές σε αναγκαστική παρέμβαση υπέρ αυτής, ενώ, περαιτέρω, ζήτησε, σε περίπτωση που γίνει η αγωγή δεκτή να υποχρεωθούν οι καθών – παρεμπιπτόντως εναγόμενες με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή να της καταβάλουν η κάθε μία εις ολόκληρον οποιοδήποτε ποσό υποχρεωθεί εκείνη να καταβάλει στους ενάγοντες της υπό κρίση υπό στοιχείο Α’ κύριας αγωγής. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του έκρινε την ανωτέρω προσεπίκληση με την ενωμένη σε αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή μη νόμιμη και εντεύθεν απορριπτέα. Περαιτέρω, ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ασκήθηκε η ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση- παρεμπίπτουσα αγωγή με την οποία οι ανακοινούσες τη δίκη-προσεπικαλούσες- παρεμπιπτόντως ενάγουσες εκθέτουν ότι σε βάρος τους έχει ασκηθεί η υπό κρίση υπό στοιχείο Β’ ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσα αγωγή, με την οποία ζητείται να υποχρεωθούν να καταβάλουν στην ασκούσα αυτήν οποιοδήποτε ποσό υποχρεωθεί εκείνη να καταβάλει στους ενάγοντες της υπό κρίση υπό στοιχείο Α κύριας αγωγής. Ότι, δυνάμει έγκυρης και ενεργού ασφαλιστικής συμβάσεως με την καθής – παρεμπιπτόντως εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, η τελευταία είχε αναλάβει να καλύπτει, σύμφωνα με τους όρους και μέχρι τα ποσά που αναγράφονται σε αυτήν, την αστική ευθύνη τους έναντι των τρίτων για υλικές ζημίες, για σωματική βλάβη ή θάνατο. Με βάση τα ανωτέρω ανακοίνωσαν  τη δίκη στην καθής – παρεμπιπτόντως εναγομένη, την οποία προσεπικάλεσαν ως δικονομική τους εγγυήτρια σε αναγκαστική παρέμβαση υπέρ αυτών, ενώ, περαιτέρω, ζήτησαν , σε περίπτωση που γίνει η υπό στοιχείο Β’ παρεμπίπτουσα αγωγή δεκτή, όπως το αίτημα της παρεμπίπτουσας αγωγής τράπηκε παραδεκτώς εξ ολοκλήρου από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της καθής – παρεμπιπτόντως εναγομένης να της καταβάλει οποιοδήποτε ποσό υποχρεωθεί εκείνη να καταβάλει στην παρεμπιπτόντως ενάγουσα της υπό κρίση υπό στοιχείο Β’ προσεπίκλησης σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσας αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του έκρινε ότι μετά την απόρριψη ως μη νόμιμης της υπό κρίση υπό στοιχείο Β’ προσεπίκλησης σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσας αγωγής, πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη και η υπό στοιχείο Γ ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσα αγωγή, η οποία ασκήθηκε υπό τον όρο της ευδοκίμησης του ως άνω υπό στοιχείο Β’ ενδίκου βοηθήματος. Στη συνέχεια απέρριψε ως αβάσιμη στην ουσία της την υπό στοιχεία Α  αγωγή ως προς τους τρίτο, τέταρτο, πέμπτο και έκτη των εναγομένων και κατά τα λοιπά  το Δικαστήριο  έκανε την ως άνω αγωγή εν μέρει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη ως προς τον πρώτο εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, τον δεύτερο εναγόμενο και την έβδομη εναγομένη και ήδη εκκαλούσα και αναγνώρισε την υποχρέωση των ανωτέρω εναγομένων να καταβάλουν ο καθένας εις ολόκληρον στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 40.000,00  ευρώ και σε έκαστο των δεύτερου και τρίτης των εναγόντων το ποσό των 20.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση  λόγω ψυχικής οδύνης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως  Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη τόσο ο πρώτος εναγόμενος και ήδη εκκαλών όσο και η έβδομη εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με τις υπό κρίση εφέσεις τους  για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτές λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητούν την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η ως άνω αγωγή.

Σύμφωνα με το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου, η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης. Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός της έννοιας του όρου ‘’οικογένεια του θύματος’’, προφανώς γιατί ο νομοθέτης δεν θέλησε να διαγράψει δεσμευτικώς τα όρια ενός θεσμού, ο οποίος, ως εκ της φύσης του, υφίσταται αναγκαίως τις επιδράσεις από τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις, κατά τη διαδρομή του χρόνου. Κατά την αληθή, όμως, έννοια της εν λόγω διάταξης, που απορρέει από τον σκοπό της θέσπισής της, στην οικογένεια του θύματος, ως αόριστης νομικής έννοιας, περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και για την ανακούφιση του ηθικού πόνου των οποίων στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συμβίωναν μαζί του ή διέμεναν χωριστά. Υπό την έννοια αυτή, μεταξύ των προσώπων τούτων περιλαμβάνονται ο σύζυγος, τα τέκνα, οι αδελφοί του θανόντος, οι γονείς, oι παππούδες και από τους αγχιστείς μόνο οι του πρώτου βαθμού (πεθερός, πεθερά, γαμπρός, νύφη) ενώ, σημειωτέον, η επιδίκαση της, από το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ προβλεπόμενης χρηματικής ικανοποίησης, στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της ύπαρξης, κατ’ εκτίμηση του δικαστή της ουσίας, μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς, από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης (Ολ.ΑΠ 21/2000, ΑΠ 870/2020, ΑΠ 345/2012,ΑΠ 43/2012, ΑΠ 528/2011, ΑΠ 260/2011, ΑΠ 937/2010, Μ.Εφ.Αιγ. 3/2021, Μ.Εφ.Πειρ. 275/2020, Μ.Εφ.Πειρ. 159/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Με τον πρώτο λόγο της από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. πρωτ………./2019  και αρ. εκ . κατ. εφ………../2019) έφεσης η έβδομη εναγομένη και ήδη εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση διότι έκρινε την από 07.06.2012 με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης ………./2013 αγωγή ως παραδεκτή αν και οι ενάγοντες που αναφέρουν στο αγωγικό δικόγραφο ότι είναι συγγενείς του θανόντος στο ένδικο ατύχημα δεν αποδεικνύουν τη συγγενική σχέση που τους συνδέει με τον ανωτέρω, ούτε το κατά πόσο με βάση το Αυστριακό δίκαιο συνδέονται με αυτόν με σχέση συγγενείας. Με αυτό το περιεχόμενο ο ανωτέρω λόγος τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος διότι για την νομιμοποίηση των διαδίκων προκειμένου να ασκηθεί αξίωση  χρηματικής ικανοποίησης για ψυχική οδύνη κατ΄ άρθρο 914 και 932 Α.Κ αρκεί  η επίκληση της συγγενικής σχέσης που συνδέει τους ενάγοντες με τον θανόντα οι οποίοι περιλαμβάνοντα στην οικογένεια του θύματος, ως  εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και για την ανακούφιση του ηθικού πόνου των οποίων στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συμβίωναν μαζί του ή διέμεναν χωριστά, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Η δε απόδειξη της επικαλούμενης συγγενικής σχέσης δεν αποτελεί ίδιο και αυτοτελές στοιχείο, ώστε η παράθεση τους να είναι απαραίτητη η επίκληση των αποδεικτικών μέσων για την πληρότητα της αγωγής, εξάλλου είναι στοιχείο που εξετάζεται κατά την ουσιαστική έρευνα της αγωγής και περί του οποίου χωρεί απόδειξη. Συνεπώς, με το περιεχόμενο που εκτίθεται ανωτέρω η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, περιέχουσα σαφή έκθεση των πραγματικών περιστατικών που την θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από τους ενάγοντες κατά των εναγομένων, καθώς και ορισμένο αίτημα. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί ο ανωτέρω  λόγος της ως άνω έφεσης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια για όλα τα ανωτέρω δεν έσφαλε, αλλά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της ανωτέρω εκκαλούσας που διαλαμβάνονται στον πρώτο  λόγο της υπό κρίση έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

Με τον τέταρτο λόγο της από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. πρωτ…………/2019  και αρ. εκ . κατ. εφ………/2019) έφεσης η έβδομη εναγομένη και ήδη εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση διότι απέρριψε ως μη νόμιμη την από 17-3-2014 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσα αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου τούτου με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………../20-3-2014,   με την οποία η εβδόμη εναγόμενη της κύριας, υπό στοιχείο Α’ αγωγής και ανακοινούσα τη δίκη-προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα, δηλώνοντας ότι αποτελεί καθολική διάδοχο της πρώην ανώνυμης εταιρείας με διακριτικό τίτλο «…………», εκθέτει ότι έχει ασκηθεί σε βάρος της η παραπάνω υπό στοιχείο Α’ κύρια αγωγή, την οποία, αρνούμενη, παραθέτει αυτούσια, ενώ, περαιτέρω, εκθέτει ότι, δυνάμει της από 18-8-2003 συμβάσεως εκτελέσεως του έργου καθαρισμού των σταθμών και αποβαθρών, των οχημάτων και των κτηριακών εγκαταστάσεων της γραμμής της «…………» που συνήψε η παραπάνω δικαιοπάροχός της με την πρώτη των καθών – παρεμπιπτόντως εναγομένη κοινοπραξία, για την οποία δεν έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις δημοσιότητας και μέλη της οποίας είναι η λοιπές των καθών – παρεμπιπτόντως εναγόμενες, η κοινοπραξία έχει αποκλειστική ευθύνη για ζημίες που προκαλούνται εξ αιτίας ή εξ αφορμής της παραπάνω σύμβασης. Ότι κατά της αναδόχου κοινοπραξίας, η ανακοινούσα τη δίκη – προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα έχει ασκήσει την από 17-12-09 (αριθ. εκθ. καταθ. ………./09) αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, αιτούμενη την καταβολή αποζημίωσης για αποκατάσταση των ζημιών της, ποσού 2.826.282,24 ευρώ. Ότι, ειδικότερα, στο άρθρο ΓΟΣ-17 (Γενικοί όροι Σύμβασης, σελ. ΓΌΣ-10/12) με τίτλο «ευθύνη αναδόχου», έχει προβλεφθεί ότι «ο ανάδοχος έχει την αποκλειστική ποινική και αστική ευθύνη για οποιοσδήποτε ζημίες, βλάβες, ατυχήματα κ.λπ. που θα προκληθούν εξ αιτίας ή εξ αφορμής της παρούσας σύμβασης, σε πρόσωπα ή σε πράγματα του προσωπικού του, των υπεργολάβων του ή της ……… και του προσωπικού της ή σε οποιονδήποτε τρίτο και από οιονδήποτε λόγο ή αιτία και αν προέρχονται, έστω κι αν οφείλονται σε τυχαία γεγονότα ή ανωτέρα βία ή απειρία ή αμέλεια κ.λπ. του αναδόχου ή τρίτων τους οποίους ήθελε χρησιμοποιήσει για την εκτέλεση των εργασιών, της ……. απαλλασσόμενης από οιαδήποτε ευθύνη από αυτήν την αιτία ή για οποιαδήποτε άλλη αιτία που δεν κατονομάζεται ειδικά. Οι υποχρεώσεις αυτές του αναδόχου, θα ισχύουν ακόμη και στην περίπτωση συντρέχουσας υπαιτιότητας της ……….. και των υπό αυτής προστηθέντων προσώπων αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα ισχύουν για ευθύνες που προκλήθηκαν από δόλια ενέργεια της». Ότι η ανωτέρω ανάδοχος κοινοπραξία, παρείχε υπηρεσίες καθαρισμού των σταθμών και αποβαθμών, των οχημάτων και των κτηριακών εγκαταστάσεων της γραμμής της πρώην ……….., ενώ τμήμα της εν λόγω σύμβασης αποτελούσε και η εργολαβία ημερήσιου καθαρισμού, πλυσίματος και απολύμανσης οχημάτων στο πλυντήριο Πειραιά – Ομάδα Γ, Τμήμα 2. Ότι στις 22-02- 2008, χρόνο, κατά τον οποίο φέρεται να συνέβη το ένδικο ατύχημα, που περιγράφεται στην κύρια υπό στοιχείο Α’ αγωγή, η σύμβαση της αναδόχου κοινοπραξίας βρισκόταν σε εξέλιξη. Με βάση τα προαναφερόμενα ανακοίνωσε τη δίκη στις καθών – παρεμπιπτόντως εναγόμενες και τις προσεπικάλεσε ως δικονομικούς της εγγυητές σε αναγκαστική παρέμβαση υπέρ αυτής, ενώ, περαιτέρω, ζητεί, σε περίπτωση που γίνει η αγωγή δεκτή να υποχρεωθούν οι καθών – παρεμπιπτόντως εναγόμενες με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή να της καταβάλουν η κάθε μία εις ολόκληρον οποιοδήποτε ποσό υποχρεωθεί εκείνη να καταβάλει στους ενάγοντες της υπό κρίση υπό στοιχείο Α’ κύριας αγωγής. Με τον ανωτέρω λόγο έφεσης εκθέτει ότι αν ορθά είχε κρίνει το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο θα είχα κάνει δεκτή την ανωτέρω ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσα αγωγή ως νόμιμη και ουσιαστικά βάσιμη. Με το περιεχόμενο αυτό ο ανωτέρω λόγος έφεσης τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος διότι βάση αυτής δεν αποτελεί, όπως θα έπρεπε,  η τυχόν συνδέουσα την προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα και τις καθών – παρεμπιπτόντως εναγόμενες έννομη σχέση, με βάση την οποία απορρέει υποχρέωση αυτών να καταβάλουν στην πρώτη οποιοδήποτε ποσό υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει στους ενάγοντες της κύριας δίκης, αφού δεν γίνεται επίκληση προϋφιστάμενης έννομης σχέσης δικονομικής εγγύησης μεταξύ των διαδίκων είτε συμβατική, είτε εκ του νόμου, η δε επικαλούμενη από 18-8-2003 σύμβαση   εκτελέσεως του έργου καθαρισμού των σταθμών και αποβαθρών, των οχημάτων και των κτηριακών εγκαταστάσεων της γραμμής της «…………..» που συνήψε η παραπάνω δικαιοπάροχός της με την πρώτη των καθών – παρεμπιπτόντως εναγομένη κοινοπραξία και δη ο όρος 17 αυτής που προβλέπει την ευθύνη της αναδόχου και για  ατυχήματα κ.λπ. που θα προκληθούν εξ αιτίας ή εξ αφορμής της παρούσας σύμβασης, σε οποιονδήποτε τρίτο και από οιονδήποτε λόγο δεν συνιστά σύμβαση δικονομικής εγγύησης  η οποία, σε περίπτωση ήττας της στην κύρια δίκη του παρέχει το δικαίωμα αποζημίωσης κατά του προσεπικαλουμένου, διότι δεν συνιστά την συνδέουσα τον προσεπικαλούντα και τον προσεπικαλούμενο ειδική έννομη σχέση, από την οποία απορρέει υποχρέωση της δεύτερης  να καταβάλει στον πρώτη την αποζημίωση που αξιώνει απ’ αυτήν (προσεπικαλούμενη) ο κυρίως ενάγων αλλά προβλέπει ίδια ευθύνη της κοινοπραξίας υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις και όχι εγγυητική.  Συνεπώς, ο  ισχυρισμός ότι αποκλειστικές υπόχρεοι για την ικανοποίηση των ενδίκων αξιώσεων των εναγόντων της κύριας δίκης είναι οι προσεπικαλούμενες, συνιστά αρνητικό της κυρίας αγωγής ισχυρισμό, η αλήθεια του οποίου συνεπάγεται την απόρριψη αυτής (αγωγής) και επομένως αίρει το νομικό λόγο της, κατά τη διάταξη του άρθρου 88 ΚΠολΔ, προσεπίκλησης, που συνίσταται στην ικανοποίηση του κυρίου διαδίκου που ηττήθηκε στην ίδια δίκη. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί ο ανωτέρω  λόγος της ως άνω έφεσης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια για όλα τα ανωτέρω δεν έσφαλε, αλλά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της ανωτέρω εκκαλούσας που διαλαμβάνονται στον πρώτο  λόγο της υπό κρίση έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι .

Με τον πέμπτο λόγο της από η από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ………/2020 και αρ. εκ. κατ. εφ………./2020)  έφεσης ο πρώτος εναγομένος και ήδη εκκαλών ισχυρίζεται ότι έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση διότι έκρινε την από 07.06.2012 με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης ………/2013 αγωγή ως ορισμένη αν και οι ενάγοντες που αναφέρουν στο αγωγικό δικόγραφο ότι είναι συγγενείς του θανόντος στο ένδικο ατύχημα δεν αναφέρουν περιστατικά που να περιγράφουν τη βαθιά αγάπη και τον ψυχικό δεσμό που τους συνέδεε με τον θανόντα  Με αυτό το περιεχόμενο ο ανωτέρω λόγος τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος διότι για να είναι ορισμένη η αγωγή για την επιδίκαση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης, πρέπει ο ενάγων να εκθέτει σε αυτήν τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, το είδος της προσβολής του, την βαρύτητα και την έκταση της βλάβης, το βαθμό προσβολής της προσωπικότητας του, το βαθμό πταίσματος του υπαιτίου και την περιουσιακή και κοινωνική κατάσταση των μερών [ΑΠ 361/2016 Η.-Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, ΑΠ 1325/1996  ΕλλΔικ 38/1047, ΕφΠειρ 181/2013 ΕΝαυτΔ 2014/18, Κατρά “Αγωγές Αστικού Δικαίου και Ενστάσεις”, 2005, σελ. 583] Ειδικότεροι προσδιορισμοί, όπως και οι συμπαρομαρτούσες συνθήκες, ήτοι η περιουσιακή κατάσταση των διαδίκων, η κοινωνική τους θέση, οι προσωπικές σχέσεις των διαδίκων, ο ποινικός χαρακτήρας της πράξης του υπαιτίου κ.λπ., αποτελούν είτε ιδιότητες των στοιχείων που συνθέτουν την ιστορική βάση της αγωγής (έκταση βλάβης, βαρύτητα πταίσματος), είτε περιστατικά που λαμβάνονται υπ’ όψιν για να καθορισθεί το εύλογο χρηματικό ποσό για την ικανοποίηση του παθόντος (συμπαρομαρτούσες συνθήκες), δεν αποτελούν, δηλαδή, ίδια και αυτοτελή στοιχεία, ώστε η παράθεση τους να είναι απαραίτητη για την πληρότητα της αγωγής, ούτε περί τούτων διατάσσεται απόδειξη, αλλά το Δικαστήριο αποφαίνεται γι’ αυτά κατά κρίση ελεύθερη [ΑΠ 981/2015 Ε7 2016/415, ΑΠ 732/-2013 Η.Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, ΑΠ 242/2008 ΝοΒ 2009/595, ΕφΑΘ (Μον) 152/2017, ΕφΠειρ 15/2015 δημοσιευμένες σε Η.Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”]. Συνεπώς, με το περιεχόμενο που εκτίθεται ανωτέρω η αγωγή  είναι επαρκώς ορισμένη, περιέχουσα σαφή έκθεση των πραγματικών περιστατικών που την θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από τους ενάγοντες κατά των εναγομένων, καθώς και ορισμένο αίτημα. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί ο ανωτέρω  λόγος της ως άνω έφεσης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια για όλα τα ανωτέρω δεν έσφαλε, αλλά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του ανωτέρω εκκαλούντος  που διαλαμβάνονται στον πρώτο  λόγο της υπό κρίση έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

Με τον τρίτο λόγο της από η από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ………./2020 και αρ. εκ. κατ. εφ………./2020)  έφεσης ο πρώτος εναγομένος και ήδη εκκαλών ισχυρίζεται ότι έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση διότι απέρριψε ως αόριστη την προταθείσα πρωτοδίκως ένσταση συνυπαιτιότητας κατ’ άρθρο 300 ΑΚ του αποβιώσαντος στο ζημιογόνο αποτέλεσμα του θανάσιμου τραυματισμού του ισχυριζόμενος ότι ο αποβιώσας συνέβαλε και ο ίδιος κατά ποσοστό 20% στον εις βάρος του κίνδυνο, δοθέντος ότι ήταν άστεγος και με τον τρόπο αυτό είχε επιλέξει να εκθέτει τη ζωή του σε ποικίλους κινδύνους, ενώ η καθημερινή εκτός κατοικίας διαβίωσή του φανερώνει ότι και ο ίδιος είχε παραιτηθεί από τη διαφύλαξη των δικών του αγαθών, καθόσον, διαφορετικά θα προσπαθούσε να προφυλαχθεί από τυχόν κινδύνους. Ο ανωτέρω λόγος έφεσης τυγχάνει απορριπτέος διότι το επικαλούμενο γεγονός περί του ότι ένα πρόσωπο είναι άστεγο και διαβιεί εκτός δομημένης κατοικίας, δεν συνιστά συμβολή του ζημιωθέντος στην επέλευση της ζημίας  υπό την έννοια ότι δεν συνιστά η μη τήρηση της από τις περιστάσεις κοινωνικά επιβαλλόμενης συμπεριφοράς από το ζημιούμενο, ώστε από αυτή να επέρχεται η ζημία. Εξάλλου δεν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ συγκεκριμένης πράξεως ή παραλείψεως του παθόντος με το συγκεκριμένο ζημιογόνο γεγονός και κατ’ επέκταση με το θάνατό του, δεδομένου ότι από το ένδικο ατύχημα θα μπορούσε να τραυματιστεί θανάσιμα οποιοσδήποτε  διερχόμενος έξω από τις εγκαταστάσεις του τερματικού σταθμού του αστικού ηλεκτροκίνητου σιδηροδρόμου, ούτε  καταφάσκεται ότι κάθε άστεγος βαρύνεται με γενική συνυπαιτιότητα για κάθε ζημία που μπορεί να υποστεί στη διάρκεια της ζωής του. Κατόπιν των ανωτέρω, το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο που κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα, ως προς την ανωτέρω ένσταση α, έστω και με διαφορετική εν μέρει  αιτιολογία, την οποία αιτιολογία το Δικαστήριο τούτο αντικαθιστά με την ορθή παραπάνω αιτιολογία (αρθ. 534 Κ.Πολ.Δ), όπως αναλυτικά έχει εκτεθεί χωρίς να πρέπει να εξαφανιστεί, η εκκαλουμένη απόφαση, εφόσον η εσφαλμένη αιτιολογία δεν περιέχει στοιχεία διατακτικού και δεν δημιουργεί δεδικασμένο (Εφ Αθ 8662/2007 δημ. Νόμος, Σαμουήλ «η έφεση», έκδοση σελ.427 παρ. 1136), ορθά εφήρμοσε το νόμο ς, τα δε περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα στην κρινόμενη έφεση, κρίνονται ως αβάσιμα και απορριπτέα.

Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ανταπόδειξης που εξετάστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβαθμιου Δικαστηρίου (οι ενάγοντες δεν επιμελήθηκαν για την εξέταση μάρτυρα στο ακροατήριο), καθώς και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν νόμιμα με επίκληση οι διάδικοι, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και η από Απριλίου 2014 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του μηχανολόγου–μηχανικού …….., που εκπονήθηκε στο πλαίσιο της οικείας ποινικής προδικασίας, αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Στις 22 Φεβρουάριου 2008 και περί ώρα 12:30 μ.μ., στην περιοχή των ελιγμών του ………., συρμός αποτελούμενος από έξι (6) οχήματα (βαγόνια) με αριθμούς …………, ενώ βρισκόταν σε διαδικασία εσωτερικού καθαρισμού στην τροχιά Τ 17 του ίδιου σταθμού, κινήθηκε χωρίς να επιβαίνει σε αυτόν ηλεκτροδηγός και στη συνέχεια, παραβιάζοντας (αλλάζοντας θέση) τις αλλαγές τροχιάς, με αριθμό 5 και 2, κατευθύνθηκε προς την τροχιά Τ 9, διανύοντας απόσταση περίπου 300 μέτρων και προσέκρουσε με το πρώτο όχημα με αριθμό ….. με ταχύτητα περίπου 40 χλμ./ώρα επί της μηχανικής κεφαλής συνδέσμου με δακτύλιο απορροφήσεως ενέργειας παλαιού μεταλλικού οχήματος που ήταν στερεωμένη στο τοιχίο που βρισκόταν στο τέρμα της τροχιάς αυτής και λειτουργούσε ως αποσβεστήρας συγκρούσεως. Κατόπιν, παρέσυρε αυτήν, καθώς και μέρος του τοιχίου της περιφράξεως και συνέχισε την πορεία του προς την οδό Καλλιμασιώτη και το ανωτέρω όχημα εξήλθε σε αυτήν. Αποτέλεσμα της προσκρούσεως ήταν να καταπλακωθεί από το πρώτο όχημα ο Γερμανός πολίτης ……….., γιος της πρώτης των εναγόντων και αδελφός των λοιπών, που βρισκόταν επί του πεζοδρομίου της οδού Καλλιμασιώτη  ο οποίος υπέστη πολλαπλές κακώσεις κεφαλής, θώρακος, κοιλίας, λεκάνης και άκρων, εκ των οποίων, εκ των οποίων, ως μόνης ενεργού αιτίας επήλθε ο θάνατός του. Ο ανωτέρω συρμός που προκάλεσε το θανάσιμο τραυματισμό του οικείου των εναγόντων αποτελούνταν από δύο ημισυρμούς, δηλαδή τον ημισυρμό των οχημάτων …….., ο οποίος την 22η Ιανουάριου 2008 ολοκλήρωσε τη μεγάλη χιλιομετρική επισκευή του και παραδόθηκε στο Τμήμα Συντήρησης του ………., αλλά δεν είχε ακόμα δοθεί σε  κυκλοφορία, αποτελούσε δε το προς Αθήνα τμήμα του συρμού, και τον ημισυρμό των τριών οχημάτων ………., ο οποίος αποτελούσε το προς Πειραιά τμήμα του συρμού και ο οποίος παρέμενε ακινητοποιημένος στο σταθμό του Πειραιά για μεγάλο χρονικό διάστημα, ίσως και μεγαλύτερο των τριών ετών, μέχρι την 23η Ιανουάριου 2008, λόγω προβλημάτων στη λειτουργία του inventer  (μετατροπέα) κινήσεως στο όχημα ……. Την ανωτέρω ημερομηνία (23-1-2008) ο ημισυρμός αυτός, προκειμένου να μετακινηθεί στο σταθμό Θησείου του ……. για την εγκατάσταση κλιματισμού στο χώρο των επιβατών, επισκευάσθηκε με την τοποθέτηση δύο νέων κινητήρων έλξεως και μίας μονάδας inveter. Η επισκευή του ολοκληρώθηκε στις 29-1-2008, αλλά λόγω ελλείψεως ανταλλακτικών, παρέμεινε σε εκκρεμότητα η επισκευή κάποιων μονάδων θυρών, με αποτέλεσμα να υπάρχει διακοπή στη μεταφορά δεδομένων στην κεντρική  μονάδα συρμού (ΙΜΣ) του ημισυρμού και οι πόρτες επιβατών του συρμού να μην ανοιγοκλείνουν αυτομάτως από τα χειριστήρια, παρά μόνο χειροκίνητα από το εσωτερικό του οχήματος και με την ειδική χειρολαβή και να εμφανίζεται στην οθόνη του οδηγού η ένδειξη «βλάβη μετάδοσης σημάτων». Εξαιτίας τούτου ο μόνος τρόπος κινήσεως του συρμού ήταν αυτός να τεθεί σε κατάσταση «πορείας ανάγκης», ενώ, παραλλήλως, απαιτούνταν και η χρήση του διακόπτη «φραγή εκκίνησης» και η τοποθέτησή του σε θέση «1» (θέση εκτός λειτουργίας της διατάξεως αυτής του συρμού), προκειμένου να επιτραπεί η κίνηση του συρμού,  χωρίς την ύπαρξη ελέγχου των θυρών του οχήματος, αφού έλειπαν κάποιες μονάδες θυρών. Την 31η Ιανουάριου 2008, ο ημισυρμός αυτός συνδέθηκε με τον πρώτο (των οχημάτων ………….) και αποτέλεσαν ένα συρμό έξι (6) οχημάτων, ο οποίος μετακινήθηκε στο σταθμό Θησείου του ………. για την εγκατάσταση του κλιματισμού στο χώρο των επιβατών με «πορεία ανάγκης» και το διακόπτη «φραγή εκκίνησης» στη θέση «1», δηλαδή χωρίς έλεγχο των θυρών  επιβατών και με τις υπόλοιπες ασφαλιστικές διατάξεις εντός λειτουργίας. Την 15η Φεβρουάριου 2008, με τον ίδιο τρόπο οδηγήσεως, δηλαδή με «πορεία ανάγκης» και «φραγή εκκίνησης» γεφυρωμένες, ο συρμός μετακινήθηκε από το Θησείο στον Πειραιά και αποσύρθηκε στην τροχιά Τ4 για να γίνουν οι λοιπές εργασίες που επιβάλλονταν μετά την εγκατάσταση του κλιματιστικού συστήματος.  Οι ανωτέρω μετακινήσεις από του παραπάνω συρμού από Πειραιά προς Θησείο και αντίστροφα έγιναν χωρίς επιβάτες, για λόγους ασφαλείας. Την 21η Φεβρουάριου ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αυτές και, στη συνέχεια, δρομολογήθηκε ο καθαρισμός του συρμού για την 22-2-2008 και η συντήρησή του για την 25-2-2008. Το απόγευμα της 21-2-2008 έγινε προσπάθεια μετακίνησης του συρμού από την τροχιά Τ 4 προς την τροχιά Τ 17 (γραμμή πλυντηρίου), πλην όμως αυτή ήταν ανεπιτυχής και έτσι αποφασίσθηκε να αναβληθεί η μετακίνηση για την επόμενη ημέρα (22-2-2008). Τις πρωινές ώρες της 22-2-2008, ο πρώτος εναγόμενος και ήδη εκκαλών, …….., αρχιτεχνίτης του Τμήματος Συντήρησης Βλαβών και εκπαιδευμένος ελιγμοδηγός, κατέχων σχετικό δίπλωμα, ληφθέν από τον ……….., έλαβε τηλεφωνική εντολή να μεταφέρει τον εν λόγω συρμό από την τροχιά Τ 4 στην τροχιά Τ 17 (πλυντήριο). Εκτελώντας την εντολή αυτή περί ώρα 8.00 πμ, μετακίνησε το συρμό σε κατάσταση «πορείας ανάγκης» με κανονικές χαράξεις διαδρομών και κανονικά σήματα και τον ακινητοποίησε στην τροχιά Τ 17 περί ώρα 8.20 πμ. Κατά την τελευταία αυτή μετακίνηση, εμφανίσθηκε πρόβλημα κατά την αποπέδηση ενός εκ των έξι οχημάτων του συρμού και έγινε χρήση του συστήματος της ηλεκτρικής υδραυλικής αποπέδησης. Η ανωτέρω βλάβη δεν ήταν συνεχής, αλλά εμφανιζόταν σε αραιά χρονικά διαστήματα. Για το λόγο αυτό, περί ώρα 8.30 πμ, επισκέφθηκε τον ακινητοποιημένο συρμό, από τον οποίο ο … …… είχε αφαιρέσει το κλειδί από το διακόπτη μηχανής και είχε τοποθετήσει τον διακόπτη πορείας στη θέση «0», συνεργείο ηλεκτρονικών, το οποίο εντόπισε τη βλάβη στο όχημα 3126 και αφού την αποκατέστησε, αποχώρησε περί ώρα 9.30 πμ. Μετά την αποκατάσταση της βλάβης αυτής ο συρμός είχε 100% λειτουργική πέδη και αποπέδηση. Ο επίδικος πλήρης συρμός αποτελούνταν, όπως προεκτέθηκε, από δύο ημισυρμούς, τριών οχημάτων έκαστος, ήτοι από δύο αυτόνομες μονάδες που μπορούσαν να κινηθούν και προς τις δύο κατευθύνσεις (Κηφισιά – Πειραιάς) εζευγμένες ανάλογα προς τις λειτουργικές συνθήκες. Ο ημισυρμός προς Πειραιά αποτελούνταν από δύο κινητήρια ιθυντήρια οχήματα, ήτοι τα …………. και ένα ρυμουλκούμενο όχημα, ήτοι το ……, ενώ ο ημισυρμός προς Κηφισιά αποτελούνταν από δύο κινητήρια ιθυντήρια οχήματα, ήτοι τα 3157 και 3158 και ένα ρυμουλκούμενο όχημα, ήτοι το ….. Τα κινητήρια ιθυντήρια οχήματα διέθεταν διαμέρισμα ηλεκτροδηγού, στο οποίο υπήρχε χειριστήριο ηλεκτροδηγού με επιλογέα λειτουργίας, διακόπτη με κλειδί, κομβίο «νεκρού ανθρώπου» και μοχλό πορείας – πέδης. Ο επιλογέας λειτουργίας (κατευθύνσεως) αντιπροσώπευε τις ενδιαφέρουσες εν προκειμένω θέσεις «ΟΠ», δηλαδή όπισθεν πορεία συρμού με ταχύτητα μέχρι 10 χλμ./ώρα, «0», κατά την οποία δεν ήταν δυνατή η πορεία με το μοχλό πορείας – πέδης, και «IND», ήτοι κίνηση προς τα εμπρός με σηματοδότηση «INDUSI», στη γραμμή 1 ….., ενώ για την κίνηση στις γραμμές 2 και 3 του υπόγειου σιδηροδρόμου ίσχυε περιορισμός ταχύτητας στα 20 χλμ./ώρα. Ο διακόπτης με το κλειδί μηχανής ασφάλιζε (μάνδάλωνε) μηχανικά το μοχλό πορείας – πέδης, εξασφαλίζοντας την ασφαλή λειτουργία, οι θέσεις δε αυτού ήταν οι εξής: θέση «0», κατά την οποία το χειριστήριο ήταν εκτός λειτουργίας και μπορούσε να αφαιρεθεί το κλειδί από τη μηχανή, θέση «πορεία ανάγκης», η οποία χρησιμοποιούνταν μόνο σε περίπτωση βλάβης της ιθυντηριακής μονάδας του συρμού (ΙΜΣ) ή του αγωγού επικοινωνίας των μονάδων και κατά την ενεργοποίηση αυτής (λειτουργίας πορείας ανάγκης), η μεγίστη ταχύτητα πορείας και προς τις δύο κατευθύνσεις κινήσεως ήταν 40 χλμ./ώρα και ο χειρισμός των θυρών επιβατών γινόταν μόνο από το επανδρωμένο χειριστήριο και η θέση «ΕΝΤΟΣ» που ήταν η θέση κανονικής λειτουργίας του συρμού. Το κομβίο «νεκρού ανθρώπου» βρισκόταν στο μοχλό πορείας – πέδης και επιτηρούνταν από τον ηλεκτροδηγό, κατά την οδήγηση του συρμού. Τέλος, ο μοχλός πορείας – πέδης ενεργοποιούνταν μόνο εφόσον είχαν τοποθετηθεί τα κλειδιά μηχανής στο διακόπτη και είχε γίνει επιλογή πορείας στον επιλογέα λειτουργίας, άλλως ήταν μανδαλωμένος, είχε δε τις εξής θέσεις: α) θέση «πορεία», κατά την οποία, κατά τη μετακίνηση του μοχλού προς τα εμπρός κατά 39° από τη θέση «0» αυξανόταν συνεχώς η επιτάχυνση του συρμού μέχρι τη μέγιστη δυνατή τιμή της που αντιστοιχούσε στις 39° και δεν είναι μανδαλωμένη, β) θέση «0», στην οποία αποδιεγειρόταν ο μηχανισμός πορείας και ο συρμός ρόλαρε ή παρέμενε σε στάση. Στην κάθετη θέση του συρμού υπήρχε μανδάλωση, γ) θέση πέδησης. Kατά τη μετακίνηση του μοχλού προς τα πίσω μέχρι 39° από τη θέση «0» αυξανόταν συνεχώς η επιβράδυνση του συρμού μέχρι τη μέγιστη τιμή της που αντιστοιχούσε στη θέση των 39° χωρίς μανδάλωση και δ) θέση «ΤΠ», κατά την οποία ενεργοποιούνταν σε όλο το συρμό η ταχεία (διακοπή δακτυλίου ασφαλείας). Ο ανωτέρω συρμός τύπου «11ης παραλαβής» (έτους 2000), διέθετε και τη διάταξη «φωτισμός καθαριστών», η οποία είχε προβλεφθεί για τη διευκόλυνση του καθαρισμού των οχημάτων και παρείχε τη δυνατότητα ενεργοποιήσεως του φωτισμού των οχημάτων και χειρισμού των θυρών τους. Αυτό επιτυγχανόταν με την ενεργοποίηση ενός διακόπτη στο διαμέρισμα του ηλεκτροδηγού αριστερά του χειριστηρίου, που έφερε την ένδειξη «φωτισμός καθαριστών», χωρίς να απαιτείται η τοποθέτηση κλειδιού επί του χειριστηρίου για την ενεργοποίησή του. Ωστόσο, η δυνατότητα ενεργοποιήσεως της διατάξεως αυτής δεν υπήρχε στο συγκεκριμένο συρμό, κατά τον προαναφερόμενο χρόνο, λόγω βλάβης μεταδόσεως σημάτων που εμφανιζόταν σε αυτόν. Για να κινηθεί ο ανωτέρω συρμός έπρεπε να εκτελεσθούν αθροιστικά τα εξής: 1) στο χειριστήριο ενός εκ των κινητηρίων – ιθυντηρίων οχημάτων να τεθεί στο διακόπτη και να ενεργοποιηθεί ένα κλειδί είτε στη θέση «πορεία ανάγκης», είτε στη θέση «εντός», 2) να επιλεγεί η κατεύθυνση λειτουργίας έμπροσθεν ή όπισθεν, 3) να κινηθεί προς τα εμπρός ο μοχλός πορείας – πέδης του ενεργοποιημένου οχήματος. Εκτός των ανωτέρω που υπήρχαν στο χειριστήριο του ηλεκτροδηγού, ο επίδικος συρμός διέθετε σειρά ασφαλιστικών διατάξεων και, συγκεκριμένα, τη διάταξη «νεκρού ανθρώπου», τη διάταξη απαγορεύσεως εκκινήσεως με ανοικτές θύρες, και τη διάταξη σηματοδοτήσεως (INDUSI,ATP). Οι διατάξεις αυτές μπορούσαν να απενεργοποιηθούν μέσω διακοπτών που βρίσκονταν σε ερμάρια πίσω και δεξιά από τη θέση του ηλεκτροδηγού. Η δυνατότητα απενεργοποιήσεώς τους υπήρχε για να αποφεύγεται η περίπτωση ακινητοποιήσεως του συρμού στην κύρια γραμμή λόγω βλάβης και να επιτρέπεται η κίνηση του συρμού από τον ηλεκτροδηγό μέχρι το σημείο αποσύρσεώς του. Στην περίπτωση αυτή η μετακίνηση του συρμού γινόταν με ιδιαίτερη προσοχή εκ μέρους του ηλεκτροδηγού και γενικότερα με αυξημένα μέτρα ασφαλείας. Επίσης, σε κάθε χειριστήριο οχήματος υπήρχε το κομβίο «πέδη ανάγκης» που όταν ήταν ενεργοποιημένο απέκλειε την κίνηση του οχήματος. Τέλος, στο χώρο επιβατών των οχημάτων, υπήρχαν τα σήματα κινδύνου που όταν κάποιος τα τραβούσε πέδιζαν το συρμό κατά την αρχή της κινήσεώς του. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ………. είχε συνάψει από 18-8-2003 σύμβαση για την ανάθεση εργασιών καθαρισμού των σταθμών, αποβαθρών, οχημάτων και κτιριακών εγκαταστάσεων στην κοινοπραξία «……………….». Κατά τη διαδικασία καθαρισμού των, οχημάτων ακολουθούνταν τα εξής: ο υπεύθυνος ηλεκτροδηγός βάρδιας πλυντηρίου παραλάμβανε το συρμό και τον οδηγούσε στο χώρο του πλυντηρίου, μετά δε το πέρας καθαρισμού του, τον παραλάμβανε και τον οδηγούσε στην προβλεπόμενη θέση του. Όταν όμως ο συρμός προερχόταν από βλάβη η οποία δεν είχε επιδιορθωθεί, την ευθύνη αυτού είχε το τμήμα συντηρήσεως οχημάτων, γιατί οι ηλεκτροδηγοί δεν παρελάμβαναν για κίνηση το συρμό που είχε παρουσιάσει βλάβη. Με την υπ’ αριθμ. ……/19-7-2000 διαταγή του Διευθυντή Διεύθυνσης Έλξης και Αποκλεισμού Γραμμής της …….., ο ηλεκτροδηγός της βάρδιας 12.00 – 19.45 του σταθμού Πειραιά έλαβε την εντολή όπως: α) κατά τη διάρκεια της πλύσεως των οχημάτων στις εγκαταστάσεις του πλυντηρίου να παρακολουθεί και να ελέγχει τις εργασίες καθαρισμού, β) μετά την ολοκλήρωση των εργασιών καθαρισμού και απολυμάνσεως να παραλαμβάνει τα οχήματα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τη σχετική σύμβαση, και γ) να παραδίδει το φύλλο παραλαβής στον εργοδηγό ηλεκτροδηγών Πειραιά, απ’ όπου θα παραλαμβάνονταν από τη συντήρηση για τα περαιτέρω. Την 21-7-2004, με την υπ’ αριθμ. 4232 απόφαση της ως άνω διευθύνσεως της ……. με θέμα «εργασίες πλυντηρίου οχημάτων σιδ/μου (εργολαβία Γ2) καθορίσθηκε το ωράριο εκτελέσεως των εργασιών από την ανάδοχο εταιρεία καθαρισμού κατά τις εργάσιμες ημέρες Δευτέρα έως Παρασκευή από 9.00 έως 18.30 και τα Σάββατα από 8.00 έως 13.00, ενώ το προσωπικό κίνησης που επάνδρωνε το Σταθμό Πειραιά (εργοδηγός ηλεκτροδηγών, αρχηλεκτροδηγός, υπηρεσία πλυντηρίου, καθώς και οι εργολάβοι συντηρήσεως σιδηροδρομικών οχημάτων) έλαβαν την εντολή να εξασφαλίζουν την εκτέλεση εργασιών πλυντηρίου οχημάτων πέντε συρμών τις καθημερινές και τεσσάρων συρμών τα Σάββατα. Εξάλλου, με την με αριθμό 4233/21-7-2004 απόφαση της ίδιας ως άνω Διευθύνσεως με θέμα «Εργασίες Πλυντηρίου Οχημάτων Σιδηροδρόμου», οι εργολάβοι ηλεκτροδηγοί, αρχηλεκτροδηγοί, και ηλεκτροδηγοί σιδηροδρόμου έλαβαν την εντολή όπως οι μετακινήσεις των συρμών για την εκτέλεση των εργασιών πλυντηρίου στο σταθμό Πειραιά εκτελούνται από τις υπηρεσίες έλξεως παράλληλα με τα άλλα καθήκοντά τους. Ο συντονισμός δε των μετακινήσεων των συρμών για τις εργασίες πλυντηρίου έπρεπε να γίνεται από τους εργοδηγούς – αρχηλεκτροδηγούς υπηρεσίας. Την 22-2-2008, ο δεύτερος των εναγομένων …….., ηλεκτροδηγός, εκτελούσε τη βάρδια πλυντηρίου στο σταθμό Πειραιά με ωράριο 10.00 έως 17.45 και, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες αποφάσεις 4232 και 4233/21-7- 2004 της Διεύθυνσης Έλξης και Αποκλεισμού Γραμμής, θα απασχολούνταν αποκλειστικά με τις εργασίες πλάσεως των συρμών, ενώ επικουρικά θα επιβοηθούνταν στις μετακινήσεις των συρμών και από τις άλλες βάρδιες που είχαν χρονική επικάλυψη με τη βάρδια πλυντηρίου, δηλαδή με τις βάρδιες με ωράρια 04.15- 12.00, 11.00-18.45, 12.00-19.45 και 17.00-00.45. Λίγο πριν τις 10.00 πμ της 22-2-2008 συνεργείο καθαρισμού της παραπάνω αναδόχου κοινοπραξίας αποτελούμενο από εννέα (9) άτομα προσήλθε στο χώρο πλυντηρίου (τροχιά Τ 17) επιβιβάσθηκε στα οχήματα του συρμού και ξεκίνησε τις εργασίες γενικού καθαρισμού του. Παρά δε το γεγονός ότι κατά τη συγκεκριμένη εργάσιμη ημέρα έπρεπε να καθαρισθούν πέντε συρμοί, εντούτοις θα καθαριζόταν μόνο ο επίδικος συρμός, ο οποίος λόγω των εργασιών εγκαταστάσεως κλιματισμού είχε εκτεταμένη ρυπαρότητα. Όταν το συνεργείο καθαρισμού ξεκίνησε τις εργασίες του, διαπίστωσε ότι οι πόρτες (τα καπάκια)  των ερμαρίων με τον εξοπλισμό των θυρών επιβατών που βρίσκονταν στα οχήματα ήταν ανοικτά, ειδοποίησε τον αρμόδιο εργοδηγό συντήρησης βλαβών, ο οποίος απέστειλε στο χώρο του πλυντηρίου τον πρώτο των εναγομένων ………. καθώς και τον ………. αρχιτεχνίτες, οι οποίοι έκλεισαν τα καπάκια των ερμαρίων. Στη συνέχεια, ο ……….. αποχώρησε, ενώ ο πρώτος των εναγόμενων έθεσε τα κλειδιά που είχε μαζί του στον διακόπτη κλειδιού (μηχανής) του χειριστηρίου του οχήματος …….., που ήταν το πρώτο κινητήριο – ιθυντήριο όχημα του ημισυρμού προς Αθήνα, και το οποίο είχε μέτωπο προς αυτόν, ώστε να ανοίξει τις θύρες για να εργασθεί το συνεργείο καθαρισμού. Όταν όμως αφαίρεσε το κλειδί από το διακόπτη, διαπίστωσε ότι οι θύρες των οχημάτων έκλειναν αμέσως, πράγμα που οφειλόταν στο ότι λόγω ελλείψεως ανταλλακτικών, παρέμενε ακόμα σε εκκρεμότητα η επισκευή κάποιων μονάδων θυρών του ημισυρμού τριών οχημάτων …………., ήτοι του ημισυρμού προς Πειραιά, με αποτέλεσμα οι θύρες επιβατών του συρμού να μην ανοιγοκλείνουν αυτόματα από το χειριστήριο, παρά μόνο χειροκίνητα από το εσωτερικό του οχήματος και την ειδική χειρολαβή, ενώ όπως προεκτέθηκε, η λειτουργία «Φωτισμού Καθαριστών», που υπήρχε στο συγκεκριμένο συρμό και ενεργοποιείτο μέσω ενός διακόπτη που υπήρχε στο διαμέρισμα του ηλεκτροδηγού αριστερά του χειριστηρίου που έφερε ως ένδειξη <<φωτισμός καθαριστών>> και με την ενεργοποίηση του οποίου εκτός του φωτισμού στα οχήματα άνοιγαν οι θύρες των οχημάτων του συρμού, χωρίς να απαιτείται και η τοποθέτηση κλειδιού στο χειριστήριο ήταν εκτός λειτουργίας στο συρμό αυτό τη δεδομένη στιγμή, λόγω βλάβης μεταδόσεως σημάτων που εμφανίζονταν στο συρμό αυτό. Τότε οι καθαριστές ζήτησαν από τον πρώτο των εναγομένων να τοποθετήσει στο διακόπτη κλειδιού του οχήματος ……… του ημισυρμού προς Αθήνα κλειδί χειριστηρίου που είχαν στην κατοχή τους, προκειμένου να παραμείνουν ανοικτές οι θύρες του συρμού και να εκτελέσουν τις εργασίες καθαρισμού εντός αυτού. Ωστόσο, η κατοχή και χρήση κλειδιών μηχανής από τρίτα, μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα, απαγορευόταν ρητώς με βάση τους ισχύοντες κανονισμούς της …… (απόφαση 4551/13-12-2004 του Διευθυντή Έλξης και Αποκλεισμού Γραμμής) και μάλιστα από μέλη των συνεργείων καθαρισμού και πολύ περισσότερο η χρήση αυτού. Παρά ταύτα τα συνεργεία καθαρισμού της αναδόχου κοινοπραξίας καθαρισμού είχαν προμηθευτεί με άγνωστο τρόπο αντίγραφα των κλειδιών του χειριστηρίου των οχημάτων και έκαναν χρήση αυτών, γεγονός που γνώριζε ο πρώτος των εναγομένων, όπως και ο ίδιος εξέθεσε στην από 27.2.2008 αναφορά συμβάντος την οποία υπέβαλε προς το Διευθυντή Δ.Ε.Α της <<…….>> , πλην όμως είχε παραλείψει να αναφέρει στον προϊστάμενό του …………., ή σε οποιονδήποτε άλλο υπεύθυνο της παραπάνω εταιρείας, αν και είχε νόμιμη προς τούτο υποχρέωση, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του τότε ισχύοντος Κανονισμού Προσωπικού ήτοι το άρθρο 133 του κανονισμού <<…….>> που ορίζει ότι <<πας υπάλληλος, τεχνίτης ή εργάτης οφείλει να αναφέρει αμέσως στην υπηρεσία παν γεγονός όπερ υπέπεσε στην αντίληψη του και όπερ προξένησε ή δύνατο να προξενήσει ανωμαλία είτε ζημία εις την επιχείρηση , είτε ατύχημα εις πρόσωπον>>. Εξάλλου με το άρθρο 124 του ίδιου κανονισμού που τιτλοφορείται <<ενέργεια εκ πρωτοβουλίας>> όταν  υπάλληλος, τεχνίτης ή εργάτης ευρεθή εις την αναπόδραστον ανάγκη να κλάβει υπό προσωπική του ευθύνη μέτρα αντικείμενα εις υπηρεσιακάς διατάξεις, οφείλει να ειδοποιήσει νπερί τούτο ως τάχιον, τον αμέσως αυτού Προϊστάμενο, δικαιολογών την τοιαύτη ενέργεια του. Τοιάυτης φύσεως μέτρα δύναται να ληφθώσι όλως εξαιρετικώς εν επείγουσαις και αναπόφευκταις περιπτώσεις και εν ελλείψει οποιουδήποτε προϊσταμένου. Περαιτέρω όπως όριζε ο κανονισμός υπηρεσίας ηλεκτροδηγών του …..  που εγκρίθηκε με την με αριθμό  6650/144/24-2-1979 απόφασης του Υπουργού Συγκοινωνιών η οποια δημοσιεύτηκε στο 239/10.3.1979 ΦΕΚ, ΤΕΥΧΟΣ Β και ο οποίος ορίζει ότι ο ηλεκτροδηγός και πας έτερος εκ του προσωπικού οφείλει να τηρεί τους κατωτέρω κανόνες ασφαλείας (άρθρο 73). Ειδικότερα επιτρέπεται χειρισμός συρμού ή οργάνων αυτού μόνο εις προσωπικόν κεκτημένον ειδικής αδείας. Ακινητούντες συρμοί πρέπει να ασφαλίζονται εν τη ακινησία  και δια χειροκλινητον τροχοπέδης μετά την παρέλευση πέντε λεπτών ή όποτε η ανάγκη του καλεί. Εξάλλου, ο πρώτος εναγόμενος παραβίασε την ανωτέρω 4551/13.12.2004 απόφαση του Διευθυντή της Διευθύνσεως Έλξης και Αποκλεισμού Γραμμής ………., για το περιεχόμενο της οποίας ήταν ενήμερος αλλά τις προεκτεθείσες διατάξεις του κανονισμού προσωπικού του ……  και του κανονισμού Υπηρεσίας Ηλεκτροδηγών …  τοποθέτησε περί ώρα 10.00.53 π.μ το κλειδί που του έδωσε το συνεργείο καθαρισμού στον διακόπτη κλειδιού επιλέγονται τη θέση «πορεία ανάγκης» και αποχώρησε από το βαγόνι, αφήνοντας εντός αυτού το συνεργείο καθαρισμού, χωρίς επίβλεψη από εξουσιοδοτημένο προσωπικό, δεδομένου ότι δεν είχε ακόμη προσέλθει σ΄ αυτό ο ηλεκτρολόγος του …, ……… δεύτερος εναγόμενος που δεν είναι εκκαλών για να τον ενημερώσει για τις βλάβες που παρουσίαζε ο συγκεκριμένος συρμός και για την τοποθέτηση από τον ίδιο κλειδιού στον διακόπτη του χειριστηρίου και παρά το γεγονός ότι την συγκεκριμένη ημερομηνία δεν υπήρχε στο χώρο του πλυντηρίου είτε τεχνικός ασφάλειάς εκ μέρους της <<………>> είτε επόπτης της εργολαβίας πλυντηρίου …….. εκ μέρους της αναδόχου κοινοπραξίας <<…………>>. Συγχρόνως δε δεν ασφάλισε τον συρμό, προκειμένου να εργαστεί σε αυτόν το συνεργείο καθαρισμού και δεν έλεγξε την κατάσταση των ασφαλιστικών διατάξεων του συρμού. Επιπροσθέτως μετά την αποχώρηση του από το χώρο του πλυντηρίου, δεν ενημέρωσε όπως είχε νόμιμη προς τούτο υποχρέωση τον άμεσα προϊστάμενο του ……. . για την κατοχή του κλειδιού του συρμού από το συνεργείο καθαρισμού της αναδόχου και για την τοποθέτηση εκ μέρους του του κλειδιού στον διακόπτη του χειριστηρίου του με αριθμό …… οχήματος αλλά και για τη μη παρουσία στο χώρο στο χώρου του πλυντηρίου οποιουδήποτε υπευθύνου ασφαλείας είτε εκ μέρους της εκ μέρους της <<………>> είτε εκ μέρους της  αναδόχου κοινοπραξίας <<…..>>.  Περί ώρα 12.34 και ενώ μέλη του συνεργείου καθαρισμού εργάζονταν στους χώρους των οχημάτων, ο ανωτέρω συρμός κινήθηκε χωρίς να επιβαίνει σε αυτόν ηλεκτροδηγός και στη συνέχεια, παραβιάζοντας (αλλάζοντας θέση) τις αλλαγές τροχιάς, με αριθμό 5 και 2, κατευθύνθηκε προς την τροχιά Τ 9, διανύοντας απόσταση περίπου 300 μέτρων προσέκρουσε αρχικά με ταχύτητα επί του αποσβεστήρος απορροφήσεως ενέργειας και στη επί τοιχίου περιφράξεως του σταθμού με αποτέλεσμα να καταπλακωθεί από το πρώτο όχημα ο ………., Γερμανός πολίτης, ο οποίος ήταν γιος της πρώτης και αδελφός των λοιπών εναγόντων.  Μετά την πρόσκρουση του συρμού στο χειριστήριο του οχήματος ….. βρέθηκαν : α) το κλειδί της μηχανής (διακόπτης με κλειδί) ενεργοποιημένο σε θέση <<πορεία ανάγκης>> β) ο διακόπτης επιλογής πορείας τοποθετημένος στη θέση <<οπ>> (όπισθεν) γ) Ο μοχλός πορείας – πέδης μετακινημένος προς τη θέση <<πορεία>> δηλαδή προς τα εμπρός. Επίσης στο πίσω ερμάριο  του ανωτέρω οχήματος βρέθηκαν : α) ο διακόπτης βλάβης (indusi)  στη θέση 2 (γεφυροποιημένος), ενώ θα έπρεπε να είναι στη θέση 1 (ενεργοποιημένος), διότι τότε μόνο λειτουργεί το σύστημα indusi, το οποίο δεν ήταν τοποθετημένο στις τροχιές που έγινε η κίνηση του συρμού, β) ο διακόπτης <<φραγή εκκίνησης>> που αφορούσε στην ασφάλεια θυρών επιβατών βρέθηκε στη θέση 1 (γεφυροποιημένος), ενώ κανονικά θα έπρεπε να βρίσκεται στη θέση <<0>> για να υπάρχει ασφάλεια σε περίπτωση σε περίπτωση που ο συρμός εκκινούσε με κάποια πόρτα ανοικτή γ) ο διακόπτης <<νεκρός άνθρωπος>>  διακόπτης <<φραγή εκκίνησης>> που αφορούσε στην ασφάλεια θυρών επιβατών βρέθηκε στη θέση 1 (γεφυροποιημένος), ενώ κανονικά θα έπρεπε να βρίσκεται στη θέση << 0 >> ήτοι θέση ενεργοποιήσεως για παροχή ασφάλειας δηλαδή παρουσία οδηγού σε περίπτωση κινήσεως του συρμού, γεγονός που δεν είχε  σημασία διότι η θέση του χειριστηρίου ήταν σε <<πορεία ανάγκης>>. Οι ανωτέρω αναφερόμενες αιτίες είχαν ως αποτέλεσμα την κίνηση του συρμού, χωρίς ηλεκτροδηγό, με σταθερή επιτάχυνση και ανώτερο όριο ταχύτητας 40 Km/h και χωρίς την ύπαρξη ασφαλιστικών διατάξεων που θα τον ακινητοποιούσαν. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στο διαμέρισμα του οχήματος …… εισήχθη και ενεργοποιήθηκε για τελευταία φορά στο χειριστήριο το κλειδί την 10.00.53 και παρέμεινε εκεί μέχρι την  ώρα του ατυχήματος την 12.34 μμ. Την τοποθέτηση και ενεργοποίηση του κλειδιού έκανε ο πρώτος εναγόμενος και ήδη εκκαλών, στο διαμέρισμα άλλου οχήματος …… του συρμού εισήχθη και ενεργοποιήθηκε κλειδί 18 φορές μεταξύ των ωρών 10.32.27 έως 10.49.22 προφανώς  εκ του χρόνου που έλαβε χώρα απο μέλος ή μέλη του συνεργείου καθαρισμού, γεγονός όμως το οποίο δεν άσκησε καμία επιρροή στην κίνηση του συρμού, καθόσον η θέση  και ενεργοποίηση συγχρόνως δυο κλειδιών στα χειριστήρια δύο διαφορετικών οχημάτων του συρμού προκαλεί την ακινητοποίηση του συρμού ο οποίος αναγνωρίζει τη βλάβη που εμφαίνεται με κωδικό 173. Η επιλογή πορείας όπισθεν έγινε μεταξύ 10.16 και 10.32 σε χρόνο που ο εκκαλών είχε αποχωρήσει από το χώρο του πλυντηρίου και συνεπώς έγινε από μέλος του συνεργείου καθαρισμού όπως και η ενεργοποίηση του μοχλού πορείας  – πέδης. Συνεπώς το επίδικο ατύχημα και ο θανάσιμός τραυματισμός του ανωτέρω Γερμανού υπηκόου οφείλεται σε αμέλεια του πρώτου κατηγορουμένου δηλαδή σε έλλειψη της προσοχής που όφειλε και μπορούσε να καταβάλλει, όντας υπόχρεος προς τούτο από το επάγγελμα του, ως ηλεκτροδηγός βάρδιας πλυντηρίου που συνίσταται στις κατωτέρω αναφερόμενες ενέργειες και παραλείψεις αυτού. Ειδικότερα, στο πλαίσιο των καθηκόντων του,  η αμελής ενέργεια του πρώτου συνίσταται στο ότι είχε τοποθετήσει το κλειδί << μηχανής>> στο διακόπτη κλειδιού του χειριστηρίου του ….. οχήματος του ενδίκου συρμού για να μείνουν  ανοικτές οι πόρτες αυτού και στο ότι το είχε ενεργοποιήσει στη θέση <<πορεία ανάγκης>> και στη συνέχεια αποχώρησε γεγονός που αποτέλεσε τη βασική αιτία για την μεταγενέστερη εκκίνηση του συρμού, χωρίς ηλεκτροδηγό, καθόσον σε διαφορετική περίπτωση ο συρμός δεν θα ετίθετο σε κίνηση ακόμη και αν μετακινούνταν από αναρμόδια άτομα ο διακόπτης επιλογής πορείας και ο μοχλός πορείας πέδης και από αποφεύγονταν η πρόσκρουση αυτού στο τοιχίου με αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό του προαναφερομενου θανόντος. Ο πρώτος εναγόμενος  αποχώρησε από το χώρο του πλυντηρίου, όπως προαναφέρθηκε, παρότι γνώριζε ότι είχε κληθεί για να επισκευάσει ορισμένες από τις βλάβες που παρουσίαζε ο ως άνω συρμός  και τον οποίο είχε μετακινήσει  ο ίδιος από την τροχιά Τ4 στην τροχιά Τ7, λόγω της άρνησης των ηλεκτρολόγων του ………. να τον μετακινήσουν και δεν ασφάλισε το συρμό, προκειμένου να εργαστεί σε αυτόν το συνεργείο καθαρισμού ενεργοποιώντας είτε τα κομβία  <<πέδη ανάγκης>>  τα οποία  θα ανέκοπταν την κίνηση των κινητηρίων ιθυντηρίων οχημάτων ………., εφόσον ήταν ενεργοποιημένα στο χειριστήριο τους, είτε τους διακόπτες <<φραγή εκκίνησης>> του συρμού με ανοικτές θύρες. Δεν έλεγξε πριν την αναχώρηση του από το συρμό την κατάσταση των προεκτεθέντων ασφαλιστικών διατάξεων οι οποίες ήταν απενεργοποιημένες πριν την 08.00 που εισήλθε για πρώτη φορά σε αυτόν. Αποχώρησε δε από το συρμό, παρά το γεγονός ότι την συγκεκριμένη χρονική στιγμή δεν υπήρχε στο χώρο του πλυντηρίου, είτε ο υπεύθυνος ηλεκτρολόγο βάρδιας πλυντηρίου ή άλλος τεχνικός ασφάλειάς εκ μέρους της << ………. >>, είτε επόπτης της εργολαβίας πλυντηρίου εκ μέρους της αναδόχου κοινοπραξίας <<………>> και τέλος δέχθηκε και χρησιμοποίησε κλειδί χειριστηρίου που του έδωσε μέλος του συνεργείου καθαρισμού, παρότι γνώριζέ την ρητή απαγόρευση περί τούτου και δεν ενημέρωσε τον άμεσο προϊστάμενο του ή οποιονδήποτε άλλο υπεύθυνο για το γεγονός της κατοχής κλειδιού από το προσωπικό καθαρισμού μετά την αποχώρηση και μέχρι την ώρα που συνέβη το ένδικό ατύχημα αλλά ούτε είχε προβεί  σε τέτοιά ενημέρωση κατά το προηγηθέν χρονικό διάστημα. Συνεπώς οι προαναφερόμενες παραλείψεις του πρώτου των εναγομένων, συντέλεσαν στην επέλευση του συγκεκριμένου εγκληματικού αποτελέσματος, το οποίο ο ίδιος είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να εμποδίσει. Η υποχρέωσή του αυτή απέρρεε από τις διατάξεις των άρθρων 124 και 133 του κανονισμού προσωπικού της ……… σύμφωνα με τις οποίες όφειλε να αναφέρει στον άμεσο προϊστάμενό του και στην υπηρεσία την κατοχή κλειδιών από το προσωπικό καθαρισμού και την ενεργοποίηση του κλειδιού στη θέση «Πορεία Ανάγκης» από τον ίδιο, χωρίς την παρουσία στο χώρο του συρμού υπευθύνου ασφαλείας και από τις διατάξεις των άρθρων 73 και 84 του κανονισμού υπηρεσίας ηλεκτροδηγών …….., τις οποίες γνώριζε και είχε αποδεχθεί με την ανάληψη υπηρεσίας ως αρχιτεχνίτης και πτυχιούχος ελιγμοδηγός της ………… με την οποία θεμελίωσε ειδική σχέση συνάπτοντας  σύμβαση εργασίας, σύμφωνα με τις οποίες επιτρεπόταν ο χειρισμός οργάνων του συρμού μόνο στο προσωπικό που είχε ειδική άδεια και όχι σε ανειδίκευτο προσωπικό καθαρισμού και οριζόταν ότι οι ακινητοποιούμενοι συρμοί, όπως ο επίδικος, έπρεπε να ασφαλίζονται στην ακινησία και με χειροκίνητη τροχοπέδη μετά την παρέλευση πέντε λεπτών ή όποτε παρίστατο ανάγκη, πράγμα που δεν έκανε ο πρώτος των εναγομένων, ελιγμοδηγός του παραπάνω συρμού. Τέλος, αποδείχθηκε η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της ενέργειας του πρώτου εναγομένου  ήτοι στο ότι  είχε τοποθετήσει το κλειδί στο διακόπτη κλειδιού του χειριστηρίου του …….. οχήματος του ενδίκου συρμού και το είχε ενεργοποιήσει και των παραλείψεων του  να ασφαλίσει τον μετακινηθέντα από τον ίδιο και ακινητοποιηθέντα στον χώρο του πλυντηρίου συρμό, να διασφαλίσει την παρουσία υπευθύνου ασφαλείας στο χώρο του πλυντηρίου και τέλος να ενημερώσει τον άμεσο προϊστάμενο τόσο για την κατοχή κλειδιών του χειριστηρίου του βαγονιού από ανειδίκευτο προσωπικό καθαρισμού όσο και για την αποχώρηση του ίδιου με ενεργοποιημένο τον διακόπτη κλειδιού του κινητήριού οχήματος ……. Είναι δε προφανές ότι αν δεν είχαν λάβει χώρα στην προκειμένη περίπτωση οι προεκτεθείσες ενέργεια και παραλείψεις του πρώτου των εναγομένων, δεν θα είχε επέλθει το εγκληματικό αποτέλεσμα, έστω και αν είχε μετακινηθεί με οποιονδήποτε τρόπο ο διακόπτης επιλογής πορείας και ο μοχλός πορείας – πέδης, αφού δεν θα είχε τεθεί σε κίνηση ο ένδικος συρμός και έτσι θα αποφευγόταν η πρόσκρουση αυτού στο τοιχίο με το επελθόν αποτέλεσμα του θανάτου άλλου. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο πρώτος εναγόμενος και ήδη εκκαλών κρίθηκε τελεσιδίκως ένοχος του αδικήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια δυνάμει της με αριθμό 1367/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά. Η έβδομη εναγομένη προέκυψε κατόπιν της απορρόφησης της «………..» (δ.τ. «……….») και της «………» (δ.τ.«…..») από την εταιρία «………» (δ.τ. «………»). Περαιτέρω, η απορροφώσα εταιρία «……….» (δ.τ. «……….») τροποποίησε την επωνυμία της σε «……….» (δ.τ. «……»), Η ανωτέρω δε απορρόφηση συντελέστηκε δυνάμει της υπ΄ αριθμ. 28737/2637/10.06.2011 κοινής Υπουργικής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών – Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (ΦΕΚ Β 1454/2011) και δημοσιεύθηκε νόμιμα στο υπ΄ αριθμ. 6082/08.07.2011 ΦΕΚ. Οι πρώτος των εναγομένων λειτούργησε κατά το χρόνο του ένδικου δυστυχήματος ως προστηθέντες της έβδομης εξ αυτών, στην υπηρεσία της οποίας απασχολούνταν με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, προς ικανοποίηση των σκοπών της και των συμφερόντων της, τελώντας υπό τις εντολές και οδηγίες αυτής υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται. Οι προεκτεθείσες πράξεις και παραλείψεις του πρώτου  των εναγομένων έλαβε  χώρα στο πλαίσιο των καθηκόντων που τους είχα ανατεθεί από την έβδομη εναγομένη και τελούσαν σε αιτιώδη συνάφεια με την εκτέλεση των υπηρεσιών που είχαν αναλάβει να φέρουν εις πέρας κατά την διεκπεραίωση υποθέσεων που συνδέονταν με την λειτουργία της έβδομης εναγομένης. Ως εκ τούτου, η έβδομη εναγομένη ευθύνεται αντικειμενικά και εις ολόκληρον με τον προστηθέντα αυτής για το σύνολο των ζημιογόνων πράξεων και παραλείψεων τους. Αντιθέτως, δεν αποδείχθηκε ότι η έκτη των εναγόμενων και ήδη εφεσίβλητη βαρύνεται με αμελή συμπεριφορά ως προς την επέλευση του ζημιογόνου αποτελέσματος.  Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι η κατοχή κλειδιών από τα μέλη του συνεργείου καθαρισμού της έκτης των εναγομένων δεν συνετέλεσε στην προκειμένη περίπτωση στο εγκληματικό αποτέλεσμα, καθόσον, κατά τα ανωτέρω αποδειχθέντα  το κλειδί του διακόπτη μηχανής, κυριότητας της έβδομης των εναγομένων, μέλος του προσωπικού της οποίας είχε παραδώσει στο συνεργείο καθαρισμού,  δεν τοποθετήθηκε και ενεργοποιήθηκε από κάποιο μέλος του προσωπικού της έκτης των εναγομένων, προστήσασας αυτούς, αλλά από τον πρώτο των εναγομένων και ήδη εκκαλούντα. Συνεπώς, ακόμα και αν τα μέλη του συνεργείου καθαρισμού διέθεταν πράγματι στην κατοχή τους τέτοιο κλειδί, της κυριότητας, πάντως, της έβδομης των εναγομένων, γεγονός που όπως προεκτέθηκε απαγορευόταν ρητώς από τους οικείους κανονισμούς της ……….., αυτό, πάντως, στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν χρησιμοποιήθηκε από μέλη του προσωπικού του συνεργείου καθαρισμού, αλλά από τον πρώτο των εναγομένων, προστηθέντα της έβδομης εξ αυτών, ο οποίος, εξ άλλου, ως εκ της ιδιότητας του διέθετε και εκείνος στην κατοχή του τέτοια κλειδιά. Αναφορικά δε με την απουσία επόπτη ασφαλείας της έκτης των εναγομένων, αυτή δεν αποδείχθηκε ότι συνάπτεται αιτιωδώς με το εγκληματικά αποτέλεσμα, αφού σύμφωνα με όσα τα ανωτέρω αποδειχθέντα, την ευθύνη για την ακινησία του ζημιογόνου συρμού στην προκειμένη περίπτωση είχαν ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγομένων, υπό τις ιδιότητες που ορίζονται ρητώς και περιοριστικούς στα οικεία κανονιστικά κείμενα της ………, τέτοια δε ευθύνη δεν θα μπορούσε να αποδοθεί σε μη εξειδικευμένο πρόσωπο που δεν διαθέτει καν πτυχίο ηλεκτροδηγού, ούτε άλλωστε είχε δυνατότητα οποιοσδήποτε παρέμβασης, ως προς την κίνηση η μη των οχημάτων, με βάση τις αναληφθείσες από την προστήσασα αυτό κοινοπραξία υποχρεώσεις, μέλος της οποίας ευθυνόμενο εις ολόκληρον με αυτήν, ήταν η έκτη των εναγομένων ανώνυμη εταιρεία.Tο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε  τα ίδια,  δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου , ούτε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένων των σχετικών λόγων της από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. πρωτ………./2019  και αρ. εκ . κατ. εφ……../2019) έφεσης και της  από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ………/2020 και αρ. εκ. κατ. εφ……./2020)  έφεσης ως ουσιαστικά αβάσιμων. Περαιτέρω  αποδείχθηκε ότι εξ αιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς (914 και 57 ΑΚ) του πρώτου και της έβδομής των εναγομένων  και ήδη εκκαλούντων, οι ενάγοντες, οι οποίοι αποτελούσαν την στενή  οικογένεια του θανόντος, βίωσαν ταραχή, θλίψη και ψυχικό πόνο και ο θανάσιμος τραυματισμός του τους προξένησε και μη περιουσιακή ζημία στα έννομα αγαθά τους, προς αποκατάσταση της οποίας δικαιούνται, για την αιτία αυτή, εύλογης χρηματικής ικανοποιήσεως. Ειδικότερα αναφορικά με το κεφάλαιο της χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ψυχικής οδύνης των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων αποδείχθηκε ότι η πρώτη ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη  μητέρα έχει γεννηθεί κατά το έτος 1938, έχει Γερμανική ιθαγένεια και  κατοικεί στη Γερμανία, ο δεύτερος ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, αδελφός έχει γεννηθεί το έτος 1960, έχει Γερμανική  υπηκοότητα και  κατοικεί στη Γερμανία, η τρίτη ενάγουσα αδελφή έχει γεννηθεί  το έτος 1961 έχει Γερμανική ιθαγένεια και κατοικεί στη Γερμανία και συνεπώς  περιλαμβάνεται στα πρόσωπα που αποτελούν την “οικογένεια” του θανόντος, ο οποίος γεννήθηκε στις 27-2-1963, ως μητέρα και αμφιθαλή αδέλφια του  αντίστοιχα, όπως προκύπτει από το  με αριθμό …../1963 πιστοποιητικό γέννησης του Ληξιαρχείου της πόλεως KOENIGSTEIN IM TAUNUS, σε συνδυασμό με τα από 7-8-2014 αποσπάσματα του Ληξιαρχείου KRONBERG και KOENIGSTEIN IM TAUNUS της Γερμανίας των με αριθμούς …/1960 και 1…..97/1961 ληξιαρχικών πράξεων γεννήσεως του Ληξιαρχείου της πόλεως KOENIGSTEIN IM TAUNUS  της ίδιας χώρας που προσκομίζουν νόμιμα με επίκληση σε ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα.  Για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης που δικαιούνται οι ενάγοντες συνεκτιμώνται οι συνθήκες του δυστυχήματος, ο στενός συγγενικός δεσμός του θανόντος με έκαστο των εναγόντων και ο ψυχικός πόνος που αυτοί δοκίμασαν από τον θάνατο του προσφιλούς τους προσώπου, καθώς και η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων. Στην προκειμένη περίπτωση, πρέπει, να ληφθεί υπόψη ότι, οι ενάγοντες έτρεφαν συναισθήματα αγάπης και στοργής, προς τον θανόντα, πλην όμως ο θανών  κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του διέμενε μόνιμα στην Ελλάδα, στερούμενος μάλιστα στέγης και δεν αποδείχθηκε η ύπαρξη στενής και τακτικής επικοινωνίας μεταξύ τους, όσο εκείνος βρισκόταν ακόμη εν ζωή, δεδομένου ότι οι ενάγοντες δεν επικαλούνται κάτι τέτοιο και δεν εξετάστηκε με επιμέλεια των εναγόντων μάρτυρας, στο ακροατήριο, ούτε προσκομίστηκε ένορκη βεβαίωση, που να επιβεβαιώνει την ύπαρξη τέτοιας επικοινωνίας εναγόντων και του αποβιώσαντος οικείου τους. Εξάλλου από κανένα αποδεικτικό δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός των εκκαλούντων περί εγκατάλειψης του θανόντος από την οικογένεια του  υπό την έννοια της ύπαρξης διαφωνιών  και διενέξεων μεταξύ τους ή και της αδιαφορίας προς το πρόσωπο του θανόντος και εν τέλει της ανυπαρξίας συναισθημάτων αγάπης και στοργής προς το πρόσωπο του. Ενόψει όλων των προαναφερθεισών περιστάσεων και αφού ληφθούν υπόψιν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα η αιφνίδια θανάτωση του συγγενούς του, η αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου εναγομένου και της έκτης των εναγόμενων και ήδη εκκαλούντων στην επέλευση του ατυχήματος, η ηλικία του θανατωθέντος κατά το χρόνο του θανάτου του, η ηλικία και η ευαισθησία των  παραπάνω δικαιούχων, σε συνδυασμό με το βαθμό του συναισθηματικού συνδέσμου τους  με τον  θανατωθέντα,  ο πόνος και η οδύνη που δοκίμασαν και η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων φυσικών προσώπων (ήτοι ότι ο έβδομός εναγόμενος είναι συνταξιούχος και λαμβάνει σύνταξη 1.463, 94 ευρώ ενώ κατά το χρόνο του ατυχήματος ήταν εργαζόμενος και λάμβανε αποδοχές κατ΄ έτος ύψους 73.924,74 ευρώ.), το Δικαστήριο κρίνει ότι οι ενάγοντες υπέστησαν ψυχική οδύνη, για την χρηματική ικανοποίηση της οποίας κρίνεται εύλογο το ποσό των τριάντα  χιλιάδων (30.000,00) ευρώ για την πρώτη ενάγουσα μητέρα του θανόντος, και το ποσό των δέκα  πέντε χιλιάδων (15.000,00) ευρώ για καθέναν από τους δεύτερο και τρίτη των εναγόντων, ποσά στα οποία δεν συμπεριλαμβάνεται ποσό 44,00 ευρώ το οποίο επιφυλάχθηκε έκαστος να αξιώσει, παριστάμενος ως πολίτικώς ενάγων ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων. Τα ανωτέρω ποσά,  κατά την κρίση του Δικαστηρίου, είναι εύλογο (άρθρο 932 Α.Κ.), δηλαδή ανάλογο με τις ως άνω συγκεκριμένες περιστάσεις της ένδικης περίπτωσης, αλλά και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος και 2, 9 παρ.2 της Ε.Σ.Δ.Α.), όπως η αρχή αυτή, εξειδικεύεται με την διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης. (ΟλΑΠ 9/2015 ΧΡΙΔ 2015.575, ΑΠ 88/2018 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).  Επίσης, τα ως άνω ποσά δεν υπερβαίνουν τα ακραία όρια της διακριτικής  ευχέρειας του Δικαστηρίου, αφού, κατά την κοινή πείρα, τη δικαστηριακή πρακτική και την περί δικαίου συνείδηση, ούτε υπερβαίνει  (και μάλιστα καταφανώς) το συνήθως επιδικαζόμενο σε περιπτώσεις διαφορών με όμοια πολιτισμικά στοιχεία. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που επιδίκασε μεγαλύτερο ποσό χρηματικής ικανοποίησης και δη και αναγνώρισε την υποχρέωση των ανωτέρω εναγομένων να καταβάλουν ο καθένας εις ολόκληρον στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 40.000,00  ευρώ και σε έκαστο των δεύτερου και τρίτης των εναγόντων το ποσό των 20.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση  λόγω ψυχικής οδύνης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως   , παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας και υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, δεδομένου ότι το εν λόγω ποσό, κατά την κοινή πείρα, τη δικαστηριακή πρακτική και τη συνείδηση για το δίκαιο, υπερβαίνει τα ποσά  που συνήθως επιδικάζονται σε παρόμοιες περιπτώσεις χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τα αναφερόμενα στην απόφαση προσδιοριστικά κριτήρια για τον καθορισμό αυτής. Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα εφάρμοσε την αρχή της αναλογικότητας και τα κριτήρια της διάταξης του άρθρου 932 Α.Κ και εκτίμησε λανθασμένα τις αποδείξεις ως προς το κονδύλιο αυτό και θα πρέπει αφού γίνει δεκτοί ως βάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. πρωτ……../2019  και αρ. εκ . κατ. εφ……../2019) έφεσης και της  από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ……./2020 και αρ. εκ. κατ. εφ………./2020)  έφεσης,  να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το ανωτέρω κεφάλαιο της χρηματικής ικανοποίησης  λόγω ψυχικής οδύνης  αναγκαίως δε και κατά τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων, τα οποία και θα επανακαθοριστούν. Για το ενιαίο, όμως, του τίτλου της εκτέλεσης, πρέπει η εκκαλουμένη απόφαση να εξαφανισθεί στο σύνολό της, ήτοι ως προς τo άνω κεφάλαιo κατά τα οποία έσφαλε, αλλά και ως προς εκείνα που δεν έσφαλε (μη προσβληθέντα και προσβληθέντα αλλά μη ανατραπέντα) και, ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), πρέπει η άνω αγωγή να γίνει  εν μέρει  δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση των ανωτέρω εναγομένων να καταβάλουν ο καθένας εις ολόκληρον στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 30.000,00  ευρώ και σε έκαστο των δεύτερου και τρίτης των εναγόντων το ποσό των 15.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση  λόγω ψυχικής οδύνης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει  να γίνει δεκτή η από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. πρωτ……/2019  και αρ. εκ . κατ. εφ……/2019) έφεσης και της  από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ……../2020 και αρ. εκ . κατ. εφ……../2020)  έφεση ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση,  και στη συνέχεια αφού  κρατηθεί η υπόθεση από  το παρόν  Δικαστήριο (άρθρο 535 § 1 ΚΠολΔ) και δικασθεί στην ουσία η από 07.06.2012 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2013 αγωγή των  εναγόντων κατά των εναγομένων,  να  γίνει εν μέρει δεκτή η ως άνω αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση των ανωτέρω εναγομένων να καταβάλουν ο καθένας εις ολόκληρον στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 30.000,00  ευρώ και σε έκαστο των δεύτερου και τρίτης των εναγόντων το ποσό των 15.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση  λόγω ψυχικής οδύνης, εντόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των  εναγομένων  και ήδη εκκαλουσών, αμφοτέρων των συνεκδικαζομένων εφέσεων εφέσεων, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν κατά ένα μέρος σε βάρος των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων, λόγω της μερικής νίκης και ήττας της, όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό (άρθρα 178, 183, 191 § 2 ΚΠολΔ), και να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στον πρώτο ενάγοντα  και ήδη εκκαλούντα της από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ………./2020 και αρ. εκ . κατ. εφ…../2020)  έφεσης .

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. πρωτ……../2019  και αρ. εκ. κατ. εφ………/2019) έφεση και την  από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ……../2020 και αρ. εκ . κατ. εφ………../2020)  έφεση κατά της με αριθμό 997/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. πρωτ………/2019  και αρ. εκ . κατ. εφ…………/2019) έφεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ………/2020 και αρ. εκ . κατ. εφ………./2020)  έφεση .

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την με αριθμό 997/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει την υπόθεση κατ΄ ουσίαν .

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 07.06.2012 με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης …./2013 αγωγή των  εναγόντων κατά του πρώτου και έβδομής των εναγομένων .

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση του πρώτου και της έβδομής των εναγομένων να καταβάλουν ο καθένας εις ολόκληρον στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των τριάντα χιλίαδων (30.000,00) ευρώ και σε έκαστο των δεύτερου και τρίτης των εναγόντων το ποσό των δέκα πέντε χιλιάδων (15.000,00) ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση  λόγω ψυχικής οδύνης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγομένων – εκκαλούντων της από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. πρωτ……../2019  και αρ. εκ . κατ. εφ………./2019) έφεση,   αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, σε βάρος των εναγόντων – εφεσιβλήτων,  τα οποία καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων  (600,00) ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγομένων – εκκαλουσών, της από την από 14.10.2020 (αρ. εκθ. κατ. πρωτ……../2020 και αρ. εκ. κατ. εφ………../2020) έφεσης,   αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, σε βάρος των εναγόντων – εφεσιβλήτων,  τα οποία καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων  (600,00) ευρώ

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στον καταθέσαντα  πρώτο εναγόμενο – εκκαλούντα  της από της από 14.6.2019  (αρ. εκθ. κατ. πρωτ………/2019  και αρ. εκ . κατ. εφ………../2019) έφεσης .

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  31 Ιανουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ