Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 346/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

2ο  ΤΜΗΜΑ – ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΑΡΘΡΟΥ 13 Ν. 1418/1984

(Κωδικ. 77 Ν. 3669/2008)

Αριθμός Απόφασης   346/2022

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών, Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη – Εισηγητή και τη Γραμματέα T.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

Καλουσών – Προσφευγουσών: 1) κοινοπραξίας …………… και των μελών εταιριών της, 2) αλλοδαπής εταιρίας, ………… 3) εταιρίας ………. 4) ……………, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Φωτεινή Χατζή.  Και

Καθ’ ης η κλήση – Καθ’ ης η προσφυγή: εταιρείας ……………., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ευαγγελία Χύτα.

Οι προσφεύγουσες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 30.3.2012 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2012 προσφυγή, την οποία άσκησαν ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς. Το δικαστήριο αυτό, με την απόφασή του 1137/2013, απέρριψε την προσφυγή. Κατά της τελευταίας απόφασης οι προσφεύγουσες άσκησαν την από 17.10.2014 αίτηση αναίρεσης και ο Άρειος Πάγος αναίρεσε την απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, παρέπεμψε δε, την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο Δικαστήριο, συγκείμενο από άλλους δικαστές. Οι προσφεύγουσες, με την από 22.12.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2017 κλήση, ζήτησαν και προσδιορίστηκε νέα δικάσιμος ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, η 17.1.2019. Κατά τη δικάσιμο αυτή το τελευταίο Δικαστήριο, με την απόφασή του 335/2020, παρέπεμψε την υπόθεση στο Δικαστήριο τούτο, ως καθ’ ύλην αρμόδιο. Ήδη, οι προσφεύγουσες, με την από 11.9.2020 κλήση τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …………../2019, ζήτησε και προσδιορίστηκε η συζήτηση της ως άνω προσφυγής για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο. Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις, που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.  Με την από 22.12.2017 κλήση των προσφευγουσών, νόμιμα φέρεται για συζήτηση, η από 30.3.2012 προσφυγή τους, μετά τον ορισμό νέας δικασίμου, ύστερα: α) από την απόφαση 1038/2017 του Αρείου Πάγου, με την οποία αναιρέθηκε η απόφαση 1137/2013 του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, που την είχε απορρίψει (ως άνω προσφυγή), παραπέμποντας την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, αποτελούμενο από άλλους δικαστές (άρθρο 580 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ.) και β) την απόφαση 335/2020 του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, που την παρέπεμψε (υπόθεση) στο Δικαστήριο τούτο, ως καθ’ ύλην αρμόδιο να τη δικάσει, μετά την κατάργηση, με το άρθρο 26 του ν. 4491/2017, του πολιτικού Πενταμελούς Εφετείου, που προβλεπόταν από το άρθρο 64 παρ. 4 του Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ. και το άρθρο 28 του ν. 4491/2017, με το οποίο προστέθηκε η παρ. 14 στο άρθρο 379 του ν. 4412/2016, σύμφωνα με το οποίο «προσφυγές ή αγωγές που έχουν κατατεθεί μέχρι την 1.11.2017, δικάζονται από το δικαστήριο, στο οποίο έχουν κατατεθεί. Εξαιρετικά όσες από αυτές εκκρεμούν στο πολιτικό Πενταμελές Εφετείο, αλλά δεν είναι εγγεγραμμένες στο πινάκιο, γιατί έχει ματαιωθεί η συζήτησή τους, όταν επαναφερθούν για συζήτηση, θα εισαχθούν στο πολιτικό Τριμελές Εφετείο», το οποίο κρίθηκε ότι εφαρμόζεται αναλόγως και στην προκείμενη περίπτωση, που η υπό κρίση υπόθεση επαναφέρεται μετ’ αναίρεση και εγγράφηκε στο πινάκιο στις 22.12.2017, ήτοι μετά την 1.11.2017. Το Δικαστήριο δεσμεύεται από την ως άνω απόφαση, περί αναρμοδιότητας του Πενταμελούς Εφετείου, αφού δεν προσβλήθηκε με ένδικα μέσα εντός της προθεσμίας των δύο ετών (άρθρα 564 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ. και 77 παρ. 6 ν.3669/2008), όπως προκύπτει από το πιστοποιητικό ……../2022 της Γραμματείας αυτού.

ΙΙ.   Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 579 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., αν αναιρεθεί η απόφαση, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση, που υπήρχε πριν από την απόφαση που αναιρέθηκε και η διαδικασία πριν από την απόφαση αυτή ακυρώνεται, μόνο εφόσον στηρίζεται στην παράβαση, για την οποία έγινε δεκτή η αναίρεση, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 581 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, στο δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 580 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ., αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2 (δηλαδή για υπέρβαση δικαιοδοσίας ή παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα), παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο δικαστήριο, ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο το οποίο εξέδωσε την απόφαση, που αναιρέθηκε ή στο ίδιο, αν είναι δυνατή η σύνθεση του από άλλους δικαστές. Από τις παραπάνω διατάξεις, προκύπτει ότι η αναίρεση της απόφασης και επομένως και η εξαφάνισή της, μπορεί να είναι ολική ή μερική. Τούτο θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο έχουν προσβληθεί όλα ή κάποιο από τα περισσότερα κεφάλαια αυτής. Ειδικότερα, η απόφαση αναιρείται κατά το μέτρο παραδοχής της αναίρεσης, δηλαδή κατά τα κεφάλαια (αιτήσεις παροχής έννομης προστασίας), τα οποία αφορά ο λόγος της αναίρεσης, που έγινε δεκτός, καθώς και εκείνα που συνάπτονται άρρηκτα προς τα αναιρεθέντα. Η έκταση αυτή της αναίρεσης προκύπτει από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της αναιρετικής απόφασης, κατισχύει δε, από κάθε αντίθετη γενική διατύπωση αυτής και μάλιστα, του τυχόν χαρακτηρισμού της, από την ίδια της έκτασης της αναίρεσης της προσβαλλομένης απόφασης, ως ολικής. Επομένως, στο δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση. Αν η απόφαση αναιρεθεί στο σύνολο  της, αποβάλλει την ισχύ της, οι δε διάδικοι επανέρχονται στην πριν από  αυτήν κατάσταση. Στο σύνολο της θεωρείται ότι αναιρείται μία απόφαση, όταν η αναιρούσα αυτή (απόφαση) δεν περιορίζει με σχετική διάταξη την αναίρεση σε ορισμένο ή ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης ή ως προς μερικούς από τους διαδίκους (Ολ.Α.Π. 27/2007 Νο.Β. 2007, σελ. 1830). Περίπτωση εν όλω αναίρεσης συντρέχει και όταν ο αναιρετικός λόγος, που έγινε δεκτός, πλήττει κατά νομική ακολουθία το κύρος της όλης απόφασης, σύμφωνα με το διατακτικό της αναιρετικής, αλλά σε συνδυασμό και με το αιτιολογικό της (Α.Π. 1282/2018, Α.Π. 711/2018, Α.Π. 1150/2017 και Α.Π. 304/2016 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Εάν η απόφαση αναιρεθεί στο σύνολό της, μετά την κατά ανωτέρω, αποβολή της ισχύος της, αναβιώνει η αίτηση παροχής έννομης προστασίας (Ολ.Α.Π. 27/2007 ό.π. και Α.Π. 886/2017 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”).  Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1 και 3, 2 παρ. 1 και 3 εδ. δ΄ του ν. 1418/1984 και ήδη άρθρο 1 του ν. 3669/2008, με τον οποίο κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείμενο όλες οι κείμενες διατάξεις που αφορούν στην κατασκευή των δημοσίων έργων, συνάγεται ότι τα δημόσια έργα είναι έργα υποδομής της χώρας, που καλύπτουν βασικές ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, συμβάλλουν στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων, στην αύξηση του εθνικού προϊόντος, την ασφάλεια της χώρας και γενικά, αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του λαού, εκτελούμενα από φορείς του δημόσιου τομέα, που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994, μεταξύ των οποίων είναι και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Οι διατάξεις του νόμου αυτού (ν. 1418/1984 και ήδη ν. 3669/2008) εφαρμόζονται ανεξαιρέτως, σε όλα τα έργα, που προγραμματίζονται και εκτελούνται από τους ανωτέρω φορείς. Η υπαγωγή μιας σύμβασης έργου υπό το ιδιαίτερο νομοθετικό καθεστώς των διατάξεων του ν. 1418/1984, όπως αυτός ισχύει, αλλά και του π.δ. 609/1985, προϋποθέτει, μεταξύ άλλων ότι το αντικείμενο αυτής συνίσταται στην εκτέλεση δημοσίου έργου, όπως το εννοιολογικό αυτού περιεχόμενο προσδιορίζεται ανωτέρω, χωρίς να ασκεί έννομη επιρροή ο χαρακτηρισμός της (οικείας εργολαβικής) σύμβασης, ως διοικητικής ή μη. Ο χαρακτηρισμός αυτός απλώς προσδιορίζει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου (διοικητικού ή πολιτικού) προς επίλυση των εκ της εργολαβίας διαφορών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 13 του ν. 1418/1984. Περαιτέρω, η παρ. 3 του άρθρου 77 ν. 3669/2008 (που κωδικοποιεί το άρθρο 13 παρ. 2 του ν. 1418/1984), ρυθμίζοντας τη δικαστική επίλυση των διαφορών, κατά τρόπο ενιαίο και για τις δύο δικαιοδοσίες, ορίζει ότι “Της προσφυγής στο εφετείο προηγείται υποχρεωτικά αίτηση θεραπείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 76 του ίδιου νόμου, διαφορετικά η προσφυγή κηρύσσεται απαράδεκτη. Η προσφυγή στο εφετείο ασκείται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης που εκδόθηκε επί της αιτήσεως θεραπείας ή από τη λήξη της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 14 του άρθρου 76 του παρόντος. Εάν το έργο εκτελείται στην περιφέρεια δύο ή περισσότερων εφετείων, η αίτηση για τον καθορισμό του αρμόδιου εφετείου, σύμφωνα με την παράγραφο 2, υποβάλλεται μέσα στην ίδια δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία. Στην περίπτωση αυτή η δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία για άσκηση προσφυγής αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου. Δεν απαιτείται η τήρηση ενδικοφανούς προδικασίας στις περιπτώσεις που ασκείται από τον ενδιαφερόμενο αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας δεν σωρεύεται αίτημα ακύρωσης ή τροποποίησης διοικητικής πράξης ή παράλειψης”. Πριν από την ανωτέρω κωδικοποίησή τους οι παρ. 1 και 3 του άρθρου 13 του ν. 1418/1984 είχαν τροποποιηθεί διαδοχικά με το άρθρο 3 του ν. 2229/1994, με το άρθρο 3 του ν. 2940/2001 και τέλος με την παρ. 3α του άρθρου 4 του ν. 3481/2006. Πριν από την τελευταία αυτή τροποποίηση, το άρθρο 13 του ν. 1418/1984 προέβλεπε ως το μόνο ένδικο βοήθημα για την δικαστική κρίση των διαφορών, που αναφύονταν κατά την εκτέλεση δημοσίων έργων, τόσο ενώπιον των διοικητικών, όσο και ενώπιον των πολιτικών εφετείων, την προσφυγή, για το παραδεκτό της οποίας έπρεπε να προηγηθεί η προδικασία μίας ειδικής ενδικοφανούς διαδικασίας (αίτησης θεραπείας), προβλεπόμενης στο άρθρο 12 του ν. 1418/1984 και τώρα στο άρθρο 76 του ν. 3669/2008. Η εν λόγω αίτηση θεραπείας ασκούνταν κατά δυσμενών πράξεων: (α) όταν ο εργολάβος διαφωνούσε με πράξη ή παράλειψη ή απόφαση του κυρίου του έργου ή της προϊστάμενης αρχής, βλαπτική για τα συμφέροντά του, (β) όταν ο ανάδοχος δεν συμφωνούσε με απόφαση της προϊστάμενης αρχής επί τυχόν ενστάσεως που υπέβαλε ενώπιον αυτής και (γ) όταν η προϊστάμενη αρχή δεν προέβαινε στην έκδοση της πράξης εντός της νόμιμης προθεσμίας. Η δε παρέλευση της προθεσμίας για την υποβολή της αίτησης θεραπείας συνεπάγονταν την απόσβεση του αντίστοιχου δικαιώματος του αναδόχου, που λαμβάνονταν υπόψη αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, ενώ η εκπρόθεσμη υποβολή της αιτήσεως θεραπείας καθιστούσε την προσφυγή απαράδεκτη. Υπήρχε όμως, ένα δικονομικό κενό για τις περιπτώσεις στις οποίες, αν και οι χρηματικές αξιώσεις των αναδόχων εργολάβων είχαν αναγνωρισθεί με ρητές ή σιωπηρές πράξεις των αρμοδίων οργάνων των κυρίων των έργων, τα οφειλόμενα ποσά δεν τους καταβάλλονταν. Γι’ αυτούς δεν υπήρχε δυνατότητα άσκησης προσφυγής, γιατί η διαφορά δεν προέκυπτε από κάποια δυσμενή πράξη ή παράλειψη και επομένως, η γραμματική διατύπωση του άρθρου 13 του ν. 1418/1984, σε συνδυασμό με το άρθρο 12 του ίδιου νόμου αυτού, δεν παρείχε δυνατότητα στον ανάδοχο να διεκδικήσει τα οφειλόμενα μέσω της κίνησης της – αναγκαίας για το παραδεκτό της προσφυγής – ενδικοφανούς διαδικασίας. Γι’ αυτό, με την τελευταία νομοθετική τροποποίηση ορίσθηκε (ενιαία και για τις δύο δικαιοδοσίες) η δυνατότητα να ασκείται, για την επίλυση διαφοράς από σύμβαση δημοσίου έργου, όχι μόνο προσφυγή, αλλά και ευθεία καταψηφιστική ή αναγνωριστική αγωγή, εκδικαζόμενη από το αρμόδιο κατά δικαιοδοσία εφετείο, στις περιπτώσεις που, αν και ο κύριος του έργου αναγνωρίζει την απαίτηση του αναδόχου, εγκρίνοντας το σχετικό λογαριασμό, ωστόσο ή δεν εκδίδει το σχετικό ένταλμα ή το ποσό του λογαριασμού δεν καταβάλλεται για οποιαδήποτε λόγο, παρά την έκδοση του εντάλματος. Ρητά δε, στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 1418/1984 προστέθηκε εδάφιο ως ακολούθως: “Δεν απαιτείται η τήρηση ενδικοφανούς προδικασίας στις περιπτώσεις που ασκείται από τον ενδιαφερόμενο αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας δεν σωρεύεται αίτημα ακύρωσης ή τροποποίησης διοικητικής πράξης ή παράλειψης”). Η ευθεία ως άνω αγωγή πρέπει να νοηθεί με το περιεχόμενο που έχει στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπου γίνεται διάκριση μεταξύ των ένδικων βοηθημάτων της προσφυγής και της αγωγής (άρθρο 63 και 71 του ΚΔΔ). Για το λόγο αυτό προστέθηκε στην παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 1418/1984 εδάφιο, σύμφωνα με το οποίο “η κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας διάκριση μεταξύ των ενδίκων βοηθημάτων της προσφυγής και της αγωγής (άρθρα 63 και 71) ισχύει και στις διαφορές του παρόντος νόμου”. Ισχύει επομένως για κάθε διαφορά δημόσιου έργου, είτε υπάγεται στη δικαιοδοσία των διοικητικών, είτε των πολιτικών δικαστηρίων. Κατ’ ακολουθίαν, η έννοια της αγωγής, που αναφέρει η παράγραφος αυτή, θα πρέπει να εκληφθεί υπό το πρίσμα της διάπλασης της έννοιας της αγωγής κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (άρθρο 71). Ως αγωγή λοιπόν, θα πρέπει να θεωρηθεί το ένδικο βοήθημα, που ασκείται από το δικαιούχο χρηματικής αξίωσης από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου. Τέτοια όμως, χρηματική αξίωση στη σχέση εργολαβίας δημοσίου έργου δεν υπάρχει, παρά μόνο μετά την εκκαθάριση της αμοιβής του εργολάβου, δια μέσω της εγκρίσεως των σχετικών πιστοποιήσεων. Γι’ αυτό δυνατότητα άσκησης ευθείας αγωγής υφίσταται, αποκλειστικά και μόνο, στην περίπτωση που υπάρχει εκκαθαρισμένη και αναγνωρισμένη από τα αρμόδια όργανα διοίκησης του έργου απαίτηση του εργολάβου. Σε όλες τις άλλες διαφορές από τα δημόσια έργα για την επίλυσή τους ασκείται το ένδικο βοήθημα της προσφυγής με υποχρεωτική τήρηση ενδικοφανούς προδικασίας και αντικείμενο τις προσβαλλόμενες βλαπτικές πράξεις των οργάνων διοίκησης του κυρίου του έργου, που μπορεί μεν να έχουν ως πρότυπα θεσμούς του διοικητικού δίκαιου, προβλέπονται όμως, από τις προαναφερόμενες ειδικές δικονομικές διατάξεις του ν. 1418/1984, οι οποίες κατισχύουν των γενικών διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προς το σκοπό της ενιαίας ρύθμισης και της ταχείας εκδίκασης των διαφορών από δημόσια έργα, χωρίς να ασκεί, όπως προαναφέρθηκε, έννομη επιρροή ο χαρακτηρισμός της (οικείας εργολαβικής) σύμβασης, ως διοικητικής ή μη, που απλώς προσδιορίζει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου. Αντικείμενο της ως άνω προσφυγής θα είναι το κύρος και η νομιμότητα των βλαπτικών για τον ανάδοχο του έργου πράξεων και αποφάσεων των οργάνων διοίκησης του κυρίου του έργου, που ναι μεν ως εκδιδόμενες από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα δεν θεωρούνται με βάση το οργανικό κριτήριο (παρότι λειτουργικά προσομοιάζουν) ως εκτελεστές διοικητικές πράξεις, έχουν ωστόσο – ως δηλώσεις δικαιοπρακτικής βούλησης – έννομη σημασία για την εξέλιξη της εργολαβικής σύμβασης και τις εξ αυτής αξιώσεις του αναδόχου εργολάβου, ο οποίος σαφώς έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει δια της προσφυγής την ακύρωσή τους, επικαλούμενος τα νομικά ελαττώματα αυτών. Τα τελευταία, κατά βάση θα πηγάζουν από παράβαση των ειδικών ορισμών του διέποντος λεπτομερώς τα δημόσια έργα ν. 1418/1984, αλλά και από ακυρότητες των γενικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα, που συμπληρωματικά ρυθμίζει τα δημόσια έργα. Αίτημα δε της προσφυγής θα είναι η ακύρωση ή τροποποίηση της βλαπτικής πράξης ή παράλειψης. Διαφορετικά, όλες οι διαφορές που θα ανέκυπταν, κατά το διάστημα από την έναρξη της εκτέλεσης του έργου μέχρι την περάτωση και παράδοσή του, από βλαπτικές των συμφερόντων του αναδόχου πράξεις και αποφάσεις των οργάνων του κυρίου του έργου, δεν θα ήταν δυνατόν να επιλυθούν και θα παρέμεναν εκκρεμείς, αν οι συμβαλλόμενοι αρνούνταν να τις άρουν συμβατικά. Γι’ αυτό ακριβώς ο νομοθέτης, θέλοντας να εκλείψει το ενδιάμεσο αυτό στάδιο νομικής αβεβαιότητας, πρόβλεψε με συγκεκριμένη και ειδική διάταξη περίπτωση δικαστικής διάπλασης, δηλαδή δυνατότητα άσκησης προσφυγής με ακυρωτικά (διαπλαστικά) αποτελέσματα και στις διαφορές που αναφύονται στα δημόσια έργα των ν.π.ι.δ., μη υπακούοντας σε δογματικές δικονομικές ανάγκες, αλλά αποβλέποντας στο ευεργετικό για την πρόοδο των δημόσιων έργων αποτέλεσμα της εξάλειψης της ανωτέρω αβεβαιότητας (Α.Π. 1066/2018, Α.Π. 1067/2018, Α.Π. 1068/2018 όλες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ» και Α.Π. 1038/2017 προσκομιζόμενη, η οποία αναίρεσε την απόφαση, που απέρριψε την υπό κρίση προσφυγή).

ΙΙΙ.  Στην προκειμένη περίπτωση, με την από 30.3.2012 προσφυγή, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι, κατόπιν προκήρυξης ανοικτού μειοδοτικού διαγωνισμού για την ανάδειξη αναδόχου για την εκτέλεση του αναφερόμενου δημόσιου έργου, η πρώτη από αυτές (κοινοπραξία), η οποία έχει νομίμως συσταθεί και αποτελείται από τις λοιπές προσφεύγουσες εταιρείες, ανέλαβε νομίμως την εκτέλεσή του, το οποίο συμφωνήθηκε να αποπερατωθεί εντός οκταμήνου από της υπογραφής της σύμβασης με την καθ’ ης και συγκεκριμένα, το αργότερο έως την 26η Δεκεμβρίου 2005, ενώ κατόπιν αντίστοιχων νόμιμων παρατάσεων ορίστηκε ως απώτερος χρόνος αποπεράτωσης η 31η Οκτωβρίου 2010. Ότι εν συνεχεία, λόγω μη αποπεράτωσης του έργου εντός της προθεσμίας αυτής, η καθ’ ης με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της προέβη στην οριστική διακοπή των εργασιών και στη διάλυση της σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 48 παρ. 1 του π.δ. 809/1985. Ότι στις 20 Απριλίου 2011, δηλαδή εντός διμήνου από την κατ’ άρθρο 38 παρ. 4 π.δ. 609/1985 βεβαιωμένη περάτωση των εργασιών, η πρώτη προσφεύγουσα με την με αριθμό πρωτοκόλλου ………/20.4.2011 επιστολή της υπέβαλε προς την καθ’ ης έγγραφη τελική επιμέτρηση εργασιών, όπως οι εργασίες αυτές απεικονίζονταν στις τμηματικές επιμετρήσεις και τα συνοδεύοντα αυτά πρωτόκολλα παραλαβής αφανών εργασιών, δηλαδή συνοπτικό πίνακα που ανακεφαλαίωνε τις ποσότητες όλων των τμηματικών επιμετρήσεων, για τις μέχρι τη διακοπή του έργου εκτελεσθείσες και αποπερατωθείσες εργασίες μετά του μητρώου του έργου. Ότι με την από 16.6.2011 και με αριθμό πρωτοκόλλου …….. πράξη της, η διευθύνουσα υπηρεσία του έργου επέστρεψε διορθωμένη την τελική επιμέτρηση, ύστερα από την περικοπή ποσοτήτων εκτελεσθεισών εργασιών, όπως αναλυτικά εκτίθεται στον παρατιθέμενο (στην προσφυγή) αντίστοιχο πίνακα αντιπαραβολής υποβληθεισών και διορθωμένων ποσοτήτων, με την αιτιολογία ότι η υποβληθείσα τελική επιμέτρηση βασίζεται κυρίως στις επιμετρήσεις ποσοτήτων εργασιών, αφενός μη εγκεκριμένων και αφετέρου μη κοστολογημένων (υπολογισθεισών βάσει μη εγκεκριμένων νέων τιμών), αν και η ίδια διευθύνουσα υπηρεσία είχε ήδη, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου, ελέγξει και εγκρίνει διαδοχικά, με προσωρινές πιστοποιήσεις, όλες τις εργασίες τις αναφερόμενες στην υποβληθείσα (από την ανάδοχο προς αυτήν) τελική επιμέτρηση. Ότι, κατά της ως άνω πράξης περικοπής ποσοτήτων εκτελεσθεισών εργασιών, η πρώτη προσφεύγουσα κατέθεσε την με αριθμό πρωτοκόλλου ………. ………./30.6.2011 ένσταση, με την οποία ζήτησε την ακύρωση της πράξης περικοπής ποσοτήτων εκτελεσθεισών εργασιών (κατά το προσβαλλόμενο μέρος της). Ότι στις 29 Αυγούστου 2011 κοινοποιήθηκε στην πρώτη προσφεύγουσα η απόφαση ………../25.8.2011 του διοικητικού συμβουλίου της καθ’ ης, με την οποία η ως άνω ένσταση απορρίφθηκε και ότι, ακολούθως, η πρώτη προσφεύγουσα άσκησε την από 24.11.2011 αίτηση θεραπείας κατά της προαναφερόμενης απόφασης του διοικητικού συμβουλίου της τελευταίας, η οποία απορρίφθηκε σιωπηρά από τον Υπουργό Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων με την παρέλευση άπρακτης της νόμιμης προθεσμίας για την απάντηση στην άνω αίτηση. Με βάση το ιστορικό αυτό και τους εκτιθέμενους (στην προσφυγή) λόγους, από τους οποίους ο πρώτος εμπεριέχει αιτίαση για αναρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου της καθ’ ης, που εξέδωσε με την ιδιότητα της προϊσταμένης αρχής την απορριπτική απόφαση για την ένσταση της αναδόχου κατά της απόφασης της διευθύνουσας υπηρεσίας περί μη αποδοχής του συνόλου της τελικής επιμέτρησης και οι δεύτερος έως και πέμπτος λόγοι εμπεριέχουν αιτιάσεις για αοριστία, άλλως έλλειψη νομιμότητας και αιτιολογίας της ως άνω απόφασης του διοικητικού συμβουλίου της καθ’ ης, οι προσφεύγουσες ζήτησαν: α) Να ακυρωθεί η τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη της από 27.11.2011 αίτησης θεραπείας κατά της απόφασης 4766/25.8.2011 του Δ.Σ. της …….., β) να ανακληθεί, ακυρωθεί, εξαφανισθεί ή τροποποιηθεί η ως άνω απόφαση του Δ.Σ. της ………, δυνάμει της οποίας απορρίφθηκε η από 30.6.2011 και με αριθμό πρωτοκόλλου ………. ένσταση, που της κοινοποιήθηκε στις 29.8.2011 και γ) να ακυρωθεί η με αριθμό πρωτοκόλλου ………/16.6.2011 πράξη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας σχετικά με την Τελική Επιμέτρηση, καθ’ ό μέρος προσβάλλεται και εν τέλει να γίνει δεκτή η Τελική Επιμέτρηση, όπως υποβλήθηκε από την Ανάδοχο προς την καθ’ ης. Το Πενταμελές Εφετείο Πειραιώς, με την απόφασή του 1137/2013, απέρριψε την προσφυγή, ως απαράδεκτη, ως προς όλα τα αιτήματά της, με την αιτιολογία ότι, αφενός οι προσβαλλόμενες με αυτήν πράξεις, οι οποίες θεωρήθηκαν από τις προσφεύγουσες ως εκτελεστές διοικητικές πράξεις, δεν είναι δεκτικές προσβολής ενώπιον του πολιτικού εφετείου, ελλείψει δικαιοδοσίας του και αφετέρου, ως μη δικαιοπρακτικές πράξεις εντός του πεδίου του αστικού δικαίου, αφού δεν παράγουν κάποια δεσμευτική δύναμη εις βάρος των προσφευγουσών, ούτε θίγουν οποιοδήποτε δικαίωμα αυτών από την αναφερόμενη σύμβαση ιδιωτικού δικαίου και ως εκ τούτου, λείπει το έννομο συμφέρον για την προσβολή τους. Και τούτο, επειδή, κατά την κρίση του Πενταμελούς Εφετείου, στην περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση, στην οποία εφαρμόζεται η νομοθεσία περί δημοσίων έργων, δεν είναι διοικητική, αλλά ιδιωτική, οπότε υπάρχει δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, όπως συμβαίνει στην προκείμενη, όλες οι σχετικές με αυτήν αποφάσεις του εργοδότη ή του φορέα του έργου, ακόμη και όταν αυτός είναι το δημόσιο, δεν έχουν διοικητικό χαρακτήρα, αλλά αποτελούν απλές μονομερείς δηλώσεις βούλησης και επομένως, η τυχόν ακυρότητα ή ακυρωσία τους δεν κρίνεται βάσει των αρχών του διοικητικού, αλλά του ιδιωτικού (δικαίου), δίχως, όμως, οι προσφεύγουσες να επικαλούνται νόμιμη αιτία ακυρότητας ή ακυρωσίας αυτών, κατά το ιδιωτικό δίκαιο. Στη συνέχεια, μετά την άσκηση της από 17.10.2014 αίτησης αναίρεσης από τις προσφεύγουσες, εκδόθηκε η απόφαση 1038/2017 του Αρείου Πάγου (Α2´ Τμήμα), με την οποία, αναιρέθηκε η τελευταία απόφαση (του Εφετείου αυτού) και παραπέμφθηκε η υπόθεση, κατ’ άρθρο 580 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ., για περαιτέρω εκδίκαση ενώπιον του ανωτέρω Δικαστηρίου, συγκείμενου από άλλους δικαστές. Ειδικότερα, με την απόφαση αυτή του Αρείου Πάγου, έγινε δεκτός ο λόγος της αναίρεσης, από το άρθρο 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., επειδή το ως άνω Δικαστήριο με το να απορρίψει την ένδικη προσφυγή ως απαράδεκτη με τις προαναφερθείσες αιτιολογίες παραβίασε, ενόψει των όσων αναλυτικά αναφέρθηκαν στην πιο πάνω μείζονα σκέψη, με εσφαλμένη ερμηνεία και μη εφαρμογή, τις διατάξεις των άρθρων: α) 12 και 13 του ν. 1418/1984 (και ήδη 76 και 77 του ν.3669/2008 αντίστοιχα), β) 38 παρ. 2 και 3 του π.δ. 609/1985 και ήδη 52 παρ. 5 του ν. 3669/2008, γ) 1, 2, και 6 του π.δ. 114/1987 και δ) 70 του Κ.Πολ.Δ. Τούτο διότι, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στις σχετικές νομικές σκέψεις, οι προσβαλλόμενες με την προσφυγή πράξεις δεν αποτελούν μεν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, συνιστούν όμως δυσμενείς για τον ανάδοχο δημοσίου έργου πράξεις των οργάνων διοίκησης του κυρίου του έργου, υποκείμενες σε έλεγχο, δυνάμει των προπαρατιθέμενων ειδικών δικονομικών διατάξεων του ν. 1418/1984, οι οποίες κατισχύουν των γενικών διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, έχουν δε – ως δηλώσεις δικαιοπρακτικής βούλησης – έννομη σημασία για την εξέλιξη της εργολαβικής σύμβασης και τις από αυτήν αξιώσεις του αναδόχου εργολάβου, ο οποίος (υπό την προϋπόθεση ότι τήρησε την προβλεπόμενη ενδικοφανή προδικασία) έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει με προσφυγή την ακύρωσή τους, επικαλούμενος τα νομικά ελαττώματα αυτών από παράβαση των ειδικών ορισμών του ν. 1418/1984, αλλά και από ακυρότητες των γενικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα. Επομένως, ο Άρειος Πάγος έκρινε δεσμευτικά για το παρόν Δικαστήριο για το παραδεκτό της ως άνω προσφυγής, κάτι που αποτελεί επίλυση «νομικού ζητήματος», όπως η έννοιά του εκτέθηκε στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, με συνέπεια να επέρχεται δέσμευση του παρόντος δικαστηρίου της παραπομπής ως προς το ζήτημα αυτό (άρθρο 580 παρ. 4 του Κ.Πολ.Δ.), το οποίο δεν υπόκειται σε επανεξέταση. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην ίδια μείζονα σκέψη, εφόσον η απόφαση αναιρέθηκε στο σύνολό της, οι διάδικοι επανέρχονται στη δικονομική κατάσταση, που υπήρχε πριν από την απόφαση που αναιρέθηκε και πρέπει η υπόθεση να ερευνηθεί μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση (άρθρα 579 και 581 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), με συνέπεια η υπό κρίση – από 30.3.2012 προσφυγή να ερευνάται εκ νέου (να επαναδικάζεται). Κατά συνέπεια, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η προσφυγή, για την εκδίκαση της οποίας υφίσταται δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, διότι αφορά σε σύμβαση έργου, που εκτελείται μεν βάσει της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, αλλά ο κύριος του έργου δεν είναι το δημόσιο ή ν.π.δ.δ., αλλά ν.π.ι.δ., που υπάγεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, οι δε διαφορές αυτές υπάγονται στα πολιτικά δικαστήρια (Α.Ε.Δ. 6/2012, Α.Ε.Δ. 4/2012, Α.Π. 178/2015, Α.Π. 371/2014 και Α.Π. 1581/2013 όλες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»), αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατά τόπο, μετά την πράξη 91/14.6.2011 του Προέδρου του Αρείου Πάγου, κατ’ άρθρο 13 παρ. 2 του ν. 1418/1984 – κωδικοποιημένο άρθρο 77 παρ. 2 του ν. 3669/2008 και καθ’ ύλην μετά την απόφαση 335/2020 του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, που την παρέπεμψε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατά της οποίας δεν ασκήθηκε αναίρεση, κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 13 παρ. 4, 5 του ν. 1418/1984 – κωδικοποιημένο άρθρο 77 παρ. 4, 5 του ν. 3669/2008. Εξάλλου, έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη από τα άρθρα 12 παρ. 1, 2 και 3 και 13 παρ. 3 του ν. 1418/1984 – κωδικοποιημένα άρθρα 76 παρ. 1, 2, 3 και 15 και 77 παρ. 3 του ν. 3669/2008 προδικασία, αφού η πρώτη προσφεύγουσα εταιρία άσκησε: α) για την ακύρωση της πράξης ………../16.6.2011 (στο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένων και των αιτημάτων κατ’ άρθρο 38 παρ. 6 του π.δ. 609/1985, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της καθ’ ης) της Διευθύνουσας Υπηρεσίας την .. ………../30.6.2011 ένσταση, εντός της δεκαπενθήμερης ανατρεπτικής προθεσμίας και β) κατά της ………/25.8.2011 απόφασης του Δ.Σ. της καθ’ ης, που απέρριψε την ως άνω ένστασή της και της κοινοποιήθηκε στις 29.8.2011 (άσκησε), την από 24.11.2011 αίτηση θεραπείας ενώπιον του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων, εντός της τρίμηνης ανατρεπτικής προθεσμίας και η οποία επιδόθηκε νόμιμα. Εξάλλου, η προσφυγή ασκήθηκε εμπρόθεσμα, εντός της δίμηνης ανατρεπτικής προθεσμίας από τη λήξη της τρίμηνης προθεσμίας εντός της οποίας όφειλε ο ως άνω Υπουργός να αποφασίσει επί της αίτησης θεραπείας της πρώτης προσφεύγουσας (η αίτηση θεραπείας επιδόθηκε στις 25.11.2011, το τρίμηνο εντός του οποίου όφειλε να απαντήσει ο Υπουργός έληξε στις 25.2.2012 και η προσφυγή ασκήθηκε στις 23.4.2012, με την κατάθεσή της στην Γραμματεία του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς – η αίτηση προς τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, από την οποία προβλέπεται η έναρξη της προθεσμίας που ισχύει, επειδή το έργο έχει εκτελεστεί στην περιφέρεια δύο δικαστηρίων, είχε προηγηθεί χρονικά), είναι δε, νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 13 παρ. 8 του ν. 1418/1984, 57 του ν. 3669/2008, 5 παρ. 13 του ν. 1418/1984, 174 του Α.Κ., 38 παρ. 2, 3 και 6 του π.δ. 609/1985 – ήδη 52 παρ. 5 του ν. 3669/2008, 1, 2 και 6 του π.δ. 114/1987 και δ) 70 του Κ.Πολ.Δ. και πρέπει να ερευνηθεί ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

ΙV.  Κατά το άρθρο 12 παρ. 1 και 2 του ν. 1418/1984, όπως κωδικοποιήθηκε ως άρθρο 76 παρ. 1 και 2 του ν. 3669/2008, «1. Κατά των πράξεων ή παραλείψεων της διευθύνουσας υπηρεσίας, που προσβάλλουν έννομο συμφέρον του αναδόχου, χωρεί ένσταση. Η ένσταση ασκείται με κατάθεση στη διευθύνουσα υπηρεσία, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, από την κοινοποίηση της πράξης ή τη συντέλεση της παράλειψης, εκτός αν σε ειδικές περιπτώσεις ορίζεται διαφορετικά… 2. Η ένσταση απευθύνεται στην προϊσταμένη αρχή, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Η αρμόδια αρχή υποχρεούται να εκδώσει την απόφαση της μέσα σε δύο μήνες από την κατάθεση της ένστασης». Εξάλλου, κατά το άρθρο 1 του π.δ. 114/1987, που εκδόθηκε κατόπιν νομοθετικής εξουσιοδότησης των άρθρων 19 παρ. 3 και 18 παρ. 3 του ν. 1418/1984, «Αρμόδιοι για τη λήψη αποφάσεων, κατά τις διατάξεις του ν. 1418/1984 “Δημόσια έργα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων” και των π.δ/των, τα οποία εκδίδονται σε εκτέλεσή του, για τα έργα που εκτελούνται από τον ……….. (…) είναι το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Γενικός Διευθυντής, οι βοηθοί Γενικοί Διευθυντές ή τα εξουσιοδοτημένα όργανα, σύμφωνα με τις οργανωτικές διατάξεις του ….. και όπως ειδικότερα ορίζεται στα επόμενα άρθρα». Κατά το άρθρο 2 του ίδιου π.δ.  «παρ.1. Τα αρμόδια όργανα στα οποία αναφέρεται το προηγούμενο άρθρο είναι ειδικότερα: α) “Εργοδότης” ή “κύριος του έργου” είναι ο ……… (…..) που ενεργεί με το Διοικητικό Συμβούλιο ή τα υπ’ αυτού εξουσιοδοτούμενα όργανα. β) “Φορέας κατασκευής του έργου” είναι η αρμόδια υπηρεσιακή μονάδα, που έχει την ευθύνη παραγωγής του έργου σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες οργανωτικές διατάξεις του ….. Για τα έργα περιφερειακών υπηρεσιακών μονάδων, που εκτελούνται σε περιοχή που υπάγεται στην αρμοδιότητα περισσοτέρων της μιας ορίζεται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή του …. μία απ’ αυτές ως φορέας κατασκευής. γ) “Διευθύνουσα Υπηρεσία” ή “Επιβλέπουσα Υπηρεσία” είναι η Τεχνική Υπηρεσία του φορέα κατασκευής του έργου. δ) “Προϊσταμένη Αρχή” είναι ο Προϊστάμενος του φορέα κατασκευής του έργου με την επιφύλαξη των διατάξεων της επομένης παραγράφου.  Παρ.2. Το όργανο του ………. το οποίο, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες οργανωτικές διατάξεις έχει την αρμοδιότητα να αποφασίζει ανάλογα με την προϋπολογιζόμενη δαπάνη του έργου, ασκεί και τις ακόλουθες αρμοδιότητες της Προϊσταμένης Αρχής: α) Την έγκριση ή ακύρωση ή τη μερική επανάληψη της δημοπρασίας. β) Τη λήψη απόφασης επί των αντιρρήσεων κατά τους κύρους των δημοπρασιών και γ) Την έγκριση διενέργειας διαγωνισμού μεταξύ περιορισμένου αριθμού προσκαλουμένων εργοληπτικών επιχειρήσεων ή απευθείας ανάθεσης του έργου», ενώ, κατά το άρθρο 6 του ως άνω π.δ. «παρ.1. Στις αιτήσεις θεραπείας του αναδόχου που ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του Νόμου 1418/1984 αποφασίζει ο Γενικός Διευθυντής μετά από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου. Παρ.2. Οι αιτήσεις αυτές απευθύνονται στο Γενικό Διευθυντή του ………… και επιδίδονται στη Διευθύνουσα το έργο Υπηρεσία ή την Προϊσταμένη Αρχή, χωρίς να απαιτείται κοινοποίηση στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. Παρ.3. Αιτήσεις θεραπείας του κυρίου του έργου διέπονται από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 1418/1984».

V. Το άρθρο 38 του π.δ. 609/1985, ορίζει τα εξής: “1. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής του έργου παίρνονται όλα τα αναγκαία στοιχεία για την επιμέτρηση των ποσοτήτων των εκτελούμενων εργασιών. Οι επιμετρήσεις συντάσσονται με μέριμνα και δαπάνη του αναδόχου και υπόκεινται στον έλεγχο της υπηρεσίας. Τα επιμετρητικά στοιχεία λαμβάνονται από κοινού από τους επιβλέποντα και εκπρόσωπο του αναδόχου, καταχωρούνται σε επιμετρητικά φύλλα εις διπλούν, που υπογράφονται από τα δύο μέρη και καθένα παίρνει από ένα αντίγραφο. 2. Στο τέλος κάθε μήνα ο ανάδοχος συντάσσει επιμετρήσεις κατά διακριτά μέρη του έργου για τις εργασίες που εκτελέσθηκαν τον προηγούμενο μήνα. Η επιμέτρηση περιλαμβάνει για κάθε εργασία συνοπτική περιγραφή της με ένδειξη του αντίστοιχου άρθρου του τιμολογίου ή των πρωτοκόλλων κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών, τους αναλυτικούς υπολογισμούς για τον προσδιορισμό της ποσότητας των εργασιών που εκτελέσθηκαν και τα αναγκαία γι’ αυτό επιμετρητικά σχέδια και διαγράμματα με βάση τα στοιχεία απευθείας καταμέτρησης των εργασιών. Οι επιμετρήσεις, συνοδευόμενες από τα αναγκαία επιμετρητικά σχέδια, υποβάλλονται από τον ανάδοχο στη Διευθύνουσα Υπηρεσία για έλεγχο. Η Διευθύνουσα υπηρεσία, μετά την παραβολή προς τα επιμετρητικά στοιχεία, τον έλεγχο και τυχόν διόρθωση των υπολογισμών, εγκρίνει τις επιμετρήσεις και τις κοινοποιεί στον ανάδοχο. Η κοινοποίηση αυτή θεωρείται πράξη της διευθύνουσας υπηρεσίας και ο ανάδοχος αν δεν αποδέχεται τις διορθώσεις μπορεί να ασκήσει το προβλεπόμενο από το Νόμο δικαίωμα της ένστασης… 4. Δύο μήνες το αργότερο μετά τη βεβαιωμένη περάτωση του έργου ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να υποβάλλει στη διευθύνουσα υπηρεσία τυχόν επιμέρους επιμετρήσεις που λείπουν και την “τελική επιμέτρηση”, δηλαδή τελικό συνοπτικό πίνακα που ανακεφαλαιώνει τις ποσότητες όλων των τμηματικών επιμετρήσεων. Αν αυτές έχουν ελεγχθεί από τη διευθύνουσα υπηρεσία, οι ποσότητες τίθενται όπως διορθώθηκαν, έστω και αν εκκρεμούν κατ’ αυτών ενστάσεις του αναδόχου ή αιτήσεις θεραπείας. Η καταχώρηση αυτή στην τελική επιμέτρηση δεν αποτελεί παραίτηση του αναδόχου από τέτοιες αιτήσεις ή ενστάσεις, ούτε παρέχει το δικαίωμα σ’ αυτόν να υποβάλλει νέες. Για τις επιμέρους επιμετρήσεις που δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί από την υπηρεσία ή γι’ αυτές που τυχόν υποβάλλονται για πρώτη φορά μαζί με την τελική επιμέτρηση, καταχωρούνται οι ποσότητες των επιμετρήσεων, όπως συντάχθηκαν από τον ανάδοχο πριν από τον έλεγχο της υπηρεσίας. Η τελική επιμέτρηση υπογράφεται από τον ανάδοχο. Η Διευθύνουσα υπηρεσία έχει υποχρέωση να προβεί στον έλεγχο της τελικής επιμέτρησης μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή της και να κοινοποιήσει στον ανάδοχο την ελεγμένη και τυχόν διορθωμένη επιμέτρηση. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 έχει εφαρμογή για την τελική επιμέτρηση”. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων, προκύπτουν τα εξής: Με το αναφερόμενο στις επιμετρήσεις άρθρο 38 του π.δ/τος 609/1985 δεν τάσσεται προθεσμία στη Διευθύνουσα Υπηρεσία για τον έλεγχο και την έγκριση των υποβαλλομένων τμηματικών επιμετρήσεων, όπως αντιθέτως τάσσεται για τον έλεγχο και την έγκριση της τελικής επιμέτρησης. Εφόσον όμως, η πληρωμή του αναδόχου (η καθυστέρηση της οποίας πέραν του διμήνου επιφέρει υπέρ αυτού τις συνέπειες της παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984, μεταξύ των οποίων και την έναρξη τόκων, εφόσον προηγηθεί όχληση) προϋποθέτει προηγούμενη καταμέτρηση των εκτελεσθεισών εργασιών, καθώς και έλεγχο και έγκριση των υποβληθεισών επιμετρήσεων, ο χρόνος της έγκρισης των εν λόγω επιμετρήσεων έχει ιδιαίτερη σημασία. Για τον λόγο αυτό και προς τον σκοπό να επιλύονται οριστικώς και εγκαίρως διαφορές μεταξύ του αναδόχου και του κυρίου του έργου, που ενδεχομένως ανακύπτουν στα διάφορα στάδια εκτέλεσης του έργου, ώστε να γνωρίζουν και οι δυο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και να μη επικρατεί αβεβαιότητα, πράγμα που εξυπηρετεί και την ανάγκη ταχείας περάτωσης των δημοσίων έργων, η έγκριση ή η άρνηση έγκρισης ή η διόρθωση των τμηματικών επιμετρήσεων δεν είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως, πρέπει να ενεργείται εντός εύλογου χρόνου, τέτοιος δε χρόνος, ελλείψει σχετικής πρόβλεψης, θεωρείται το τρίμηνο από την υποβολή τους προς έγκριση. Συνεπώς, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή τους, οι τμηματικές επιμετρήσεις θεωρούνται, ανεξαρτήτως τυχόν πλημμελειών τους, αυτοδικαίως εγκεκριμένες και η Διευθύνουσα Υπηρεσία, όπως συμβαίνει και επί της εμπρόθεσμης έγκρισης, δεν δύναται πλέον να τις διορθώσει. Επίσης, οι δια της σιωπής εγκριθείσες μερικές επιμετρήσεις δεν μπορούν να τροποποιηθούν, ούτε με αντιρρήσεις κατά της “τελικής επιμέτρησης” ή του “προτελικού λογαριασμού” ή του “τελικού λογαριασμού”, που προβλέπουν τα άρθρα 38 παρ. 4 και 40 παρ. 7 και 9 του π. δ/τος 609/1985, ούτε να αναθεωρηθούν κατά τον έλεγχο της τελικής επιμέτρησης ή την εκκαθάριση του τελικού λογαριασμού, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 38 παρ. 4 και 40 παρ. 8 του τελευταίου τούτου π.δ/τος, καθόσον, κατά τον εν λόγω έλεγχο και την εκκαθάριση δεν προβλέπεται και έρευνα παλαιάς πιστοποίησης, που εγκρίθηκε ρητώς ή σιωπηρώς, κατά τα προεκτιθέμενα, από τη διευθύνουσα υπηρεσία. Η διάταξη δε της παρ. 2 του άρθρου 53 του π.δ. 609/1985, που ορίζει ότι η αρμόδια για τη διενέργεια της προσωρινής παραλαβής του έργου επιτροπή “ελέγχει κατά το δυνατό την επιμέτρηση με γενικές ή σποραδικές καταμετρήσεις, καταγράφει στο πρωτόκολλο τις ποσότητες της τελικής επιμέτρησης, όπως τυχόν διορθώνονται από τους ελέγχους που γίνονται”, δεν έχει την έννοια ότι με το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής μπορούν να αμφισβητηθούν οι εργασίες που περιλήφθηκαν σε τμηματικές επιμετρήσεις, οι οποίες είτε εγκρίθηκαν ρητώς, είτε θεωρούνται ως σιωπηρώς εγκριθείσες, λόγω παρόδου απράκτου τριμήνου από την υποβολή τους προς έγκριση στην Διευθύνουσα Υπηρεσία (Α.Π. 475/2021, Α.Π. 1413/2017, Α.Π. 653/2017, Α.Π. 652/2017, Α.Π. 251/2017, Α.Π. 252/2015 και Α.Π. 1644/2008 όλες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»).

.  Στο άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 1418/1984 ορίζεται ότι: “1. Αν η αρτιότητα ή η λειτουργικότητα του έργου επιβάλλει αύξηση στις ποσότητες των εργασιών   ή εκτέλεση των εργασιών που δεν προβλέπονται από τη σύμβαση, ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να εκτελέσει τις πρόσθετες αυτές εργασίες με τις συμβατικές τιμές ή με νόμιμα κανονιζόμενες τιμές μονάδος νέων εργασιών, αντίστοιχα, μέχρι δαπάνης 50% πλέον του συνολικού συμβατικού ποσού. Αύξηση του συνολικού συμβατικού ποσού πέραν του 50% απαγορεύεται”. Περαιτέρω, η παράγραφος 2 του άρθρου 34 του Π.Δ/τος 609/1985 ορίζει ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημίωση ή αύξηση τιμών για μεταβολές στα έργα, τα οποία έγιναν χωρίς έγγραφο διαταγή, έστω και αν αυτές βελτιώνουν το έργο, ενώ, εξάλλου, σε επείγουσες περιπτώσεις, η διαταγή για τροποποιήσεις ή συμπληρώσεις δίδεται προφορικώς στον τόπο των έργων και καταχωρίζεται στο ημερολόγιο, ενώ στο άρθρο 43 παρ. 1 αυτού ορίζεται ότι ο φορέας κατασκευής του έργου έχει το δικαίωμα, κατά τη διάρκεια της κατασκευής του έργου, να αναθέτει την εκτέλεση συμπληρωματι-κών εργασιών, μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 1418/1984. Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι σε περίπτωση, κατά την οποία ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση, κατά ποσότητα ή είδος, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού, δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημίωσης για τις εργασίες αυτές, ούτε απόδοσης της ωφελείας του λήπτη βάσει των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Κατ’ εξαίρεση, όμως, από τον κανόνα αυτόν, ο ανάδοχος δικαιούται αμοιβής ή αποζημίωσης για τις ως άνω εργασίες, στην περίπτωση κατά την οποία προέβη στην εκτέλεσή τους, κατόπιν εγγράφου εντολής της Υπηρεσίας ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν προφορικής εντολής της Υπηρεσίας, στον τόπο εκτέλεσης του έργου, που καταχωρίζεται στο ημερολόγιο αυτού. Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των άρθρων 34 και 43 του π.δ/τος 609/1985 συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται κατ’ αρχήν να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγουμένη έγγραφη εντολή και χωρίς προηγουμένη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα ή και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, όπως επίσης και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημίωσης για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγουμένη έγγραφη εντολή (ή σε επείγουσες περιπτώσεις, χωρίς προφορική εντολή της Υπηρεσίας στον τόπο εκτέλεσης του έργου, καταχωρισθείσας στο ημερολόγιο αυτού). Εξάλλου, από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι δεν αποκλείεται εργασίες, οι οποίες παρεκκλίνουν από τη σύμβαση και εκτελέσθηκαν χωρίς έγγραφο ή προφορική, κατά τα ανωτέρω, εντολή, να κριθούν, εν συνεχεία, από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ή, σε περίπτωση διαφωνίας και άσκησης εκ μέρους του αναδόχου προσφυγής, από το αρμόδιο εφετείο, ως αναγκαίες, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται εκ των υστέρων με σύνταξη συγκριτικού πίνακα (ήδη αναθεωρητικού πίνακα εργασιών) και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών (Α.Π. 646/2019, Α.Π. 711/2018, ΣτΕ 2875/2019, ΣτΕ 2034/2018 και ΣτΕ 928/2014 όλες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»).

VΙΙ.  Κατά ρητή πρόβλεψη του άρθρου 40 παρ. 4 του π.δ. 609/1985, στο λογαριασμό μπορούν να περιληφθούν και τα υλικά που εισκομίσθηκαν με έγκριση της υπηρεσίας στα εργοτάξια ή σε αποθήκες που δηλώθηκαν και εγκρίθηκαν (υλικά επί τόπου). Εξάλλου, όπως έχει κριθεί, από τις διατάξεις των άρθρων 5 του ν. 1418/1984 και 40 παρ. 1, 4 και 7 του π.δ. 609/1985 συνάγεται ότι η συμπερίληψη σε λογαριασμό των υλικών επί τόπου του έργου δε συνιστά και έγκριση της σχετικής δαπάνης και ως εκ τούτου, σε περίπτωση μεταγενέστερης διαπίστωσης της ακαταλληλότητας του υλικού και μη χρησιμοποίησής του, η άρνηση καταβολής της σχετικής δαπάνης δε συνιστά περίπτωση μη νόμιμης μεταβολής των απόψεων της Διοίκησης, ως προς τη νομιμότητα των σχετικών κονδυλίων (ΣτΕ 2034/2018 και ΣτΕ 3514/2015 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»). Τα ανωτέρω ισχύουν, για την ταυτότητα του λόγου και στην περίπτωση της μη ενσωμάτωσης τελικώς, στο έργο, των υλικών που είχαν περιληφθεί σε λογαριασμό (ΣτΕ 2034/2018).

VΙΙΙ.  Στην προκείμενη περίπτωση, από τις ένορκες βεβαιώσεις ………/16.1.2013, που δόθηκαν ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ……….., μετά από κλήτευση της καθ’ ης προ τριών εργασίμων ημερών, όπως προκύπτει από την έκθεση επίδοσης 8.1.2013 του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …….. (άρθρο 77 παρ. 5 εδ. γ του ν. 3669/2008), καθώς και από όλα τα προσκομιζόμενα με νόμιμη επίκληση από τους διαδίκους έγγραφα (μεταξύ των οποίων και οι ένορκες βεβαιώσεις …/ 16.4.2013, … και …../13.9.2013 που δόθηκαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών, τις οποίες προσκομίζει η καθ’ ης και λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια, αφού έχουν ληφθεί στο πλαίσιο άλλων δικών μεταξύ των διαδίκων), τα οποία λαμβάνονται υπόψη, έστω και αν δεν πληρούν όλους τους όρους του νόμου  (άρθρο 77 παρ. 4 εδ. β του ν. 3669/2008), ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικά κατωτέρω, χωρίς όμως, να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς και χωρίς η ρητή αναφορά ορισμένων να προσδίδει σ’ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά έγγραφα για τα οποία δεν γίνεται ειδική μνεία, αφού όλα είναι ισοδύναμα και όλα συνεκτιμώνται (Α.Π. 1045/2017 και Α.Π. 386/2015 στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»), πιθανολογήθηκαν (αρκεί η πιθανολόγηση κατά το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 5 άρθρου 77 του ν. 3669/2008) τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:  Η καθ’ ης η προσφυγή – ………. ιδρύθηκε με το ν.δ. 674/1970, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το ν.δ. 1116/72, κωδικοποιήθηκε με το β.δ. 532/72, και συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε με τους νόμους 1365/83, 2065/92, 2322/95, 2366/95, 2671/1998, 3710/2008, όπως οι διατάξεις των νόμων αυτών αντικαταστάθηκαν, τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 12 του άρθρου 10 του ν. 2898/2001, του άρθρου 39 του ν. 2912/2001, της παρ. 2 του άρθρου 20 του ν. 3185/ 2003, της παρ. 1 του άρθρου 25 του ν. 3109/2003, του ν. 3891/2010 και το π.δ. 41/2005, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με τις διατάξεις των π.δ. 145/2008 και 149/2009 και του ν. 3891/2010 και αποτελεί δημόσια σιδηροδρομική επιχείρηση, που ανήκει εξ ολοκλήρου στο Ελληνικό Δημόσιο. Επιπλέον, λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος και της κοινής ωφέλειας, υπό καθεστώς διαχειριστικής, διοικητικής, λογιστικής και οικονομικής αυτοτέλειας, σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας που διέπουν τις ανώνυμες εταιρείες, ενώ οργανώνεται, λειτουργεί και διοικείται σύμφωνα: α) με τις διατάξεις του ν. 2190/1920, περί Ανωνύμων Εταιρειών, όπως ισχύει μετά το ν. 3604/2007 και τις αρχές που διέπουν τις εμπορικές ανώνυμες εταιρείες, β) με τις διατάξεις του ν. 3429/2005, όπως ισχύει και του ν. 3891/2010 και γ) με τις τυχόν ειδικές διατάξεις που αφορούν στην οργάνωση, διοίκηση και λειτουργία του εφόσον δεν είναι αντίθετες με τις διατάξεις του ν. 3429/2005 και του ν. 3891/2010. Επιπλέον, η καθ’ ης έχει, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, την ευθύνη για τη διαχείριση και εκμετάλλευση της Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής και των συστημάτων ελέγχου και ασφαλείας της υποδομής, μεριμνά για την συντήρηση, βελτίωση και επέκτασή της, όπως και φέρει την ευθύνη της διαχείρισης των σχετικών επενδύσεων, στο πλαίσιο της γενικότερης εθνικής πολιτικής για τους σιδηροδρόμους. Στις 27.8.2003, εντός του πλαισίου της παραπάνω δραστηριότητας της καθ’ ης, δημοπρατήθηκε το έργο με τίτλο «ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΗ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΣΗΣ – ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ – ΤΗΛΕΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΕΙΡΑΙΑ – ΑΘΗΝΑ – ΤΡΕΙΣ ΓΕΦΥΡΕΣ – ΣΚΑ – ΑΧΑΡΝΕΣ/ΤΡΕΙΣ ΓΕΦΥΡΕΣ – ΑΝΩ ΛΙΟΣΙΑ – ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕ Σ.Γ.Υ.Τ. ΣΚΑ – ΚΟΡΙΝΘΟΥ», με προϋπολογισμό 161.400.000 Ευρώ, χωρίς Φ.Π.Α., σύμφωνα με τη διακήρυξη …/2003. Εξάλλου, με την πράξη σύστασης κοινοπραξίας – διορισμός εκπροσώπων αυτής ……/26.8.2003 της συμβολαιογράφου Αθηνών ……………, συστάθηκε η πρώτη προσφεύγουσα από τις λοιπές προσφεύγουσες εταιρίες. Με την απόφαση ……./5.9.2003 του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ ης, το ανωτέρω έργο κατακυρώθηκε και ανατέθηκε στην πρώτη προσφεύγουσα, με μέση τεκμαρτή έκπτωση 0,964%, ενώ στις 26.4.2005, μετά την τήρηση των νόμιμων διαδικασιών και την διενέργεια του προσυμβατικού ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, υπογράφηκε (μεταξύ της τελευταίας και της καθ’ ης) η σύμβαση 994/2005, με συμβατικό οικονομικό αντικείμενο ποσού 159.844.144,45 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των γενικών εξόδων, του εργολαβικού οφέλους, των απροβλέπτων δαπανών, ύψους 12.632.496,22 ευρώ και των απολογιστικών εργασιών, ύψους 6.850.579,12 ευρώ, χωρίς τον ΦΠΑ. Εξάλλου, ο συμβατικός χρόνος περαίωσης του έργου συμφωνήθηκε σε οκτώ μήνες, με ημερομηνία περαίωσης εργασιών την 26.12.2005, κατόπιν δε, χορήγησης παρατάσεων ορίστηκε ως ημερομηνία περάτωσης του έργου η 31η.10.2010. Από τα ανωτέρω, προκύπτει, ότι το έργο αυτό, που προγραμματίσθηκε, αποφασίσθηκε από το εν λόγω νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και συμφωνήθηκε να εκτελεσθεί για λογαριασμό του, προς εκπλήρωση των σκοπών του, ως κυρίου του έργου, χαρακτηρίζεται ως δημόσιο έργο και εφαρμόζεται επ’ αυτού οι διατάξεις του ν. 1418/1984 και του νεότερου ν. 3669/2008 «Κύρωση της Κωδικοποίησης της Νομοθεσίας Κατασκευής Δημοσίων Έργων», όπως κάθε φορά ισχύουν και εφαρμόζονται. Στη συνέχεια, με την απόφαση ……/17.2.2011 του Δ.Σ. της καθ’ ης, που κοινοποιήθηκε στη πρώτη προσφεύγουσα στις 2.3.2011, αποφασίστηκε η οριστική διακοπή των εργασιών και η διάλυση της σύμβασης, κατ’ άρθρο 62 παρ. 1 του ν. 3669/2008, με στόχο την επαναδημοπράτηση του υπολειπόμενου τμήματος του έργου, που δεν είχε εκτελεστεί και η οποία επέχει θέση βεβαίωσης περάτωσης του έργου (ΣτΕ 2370/2017 Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»). Ακολούθως, κατ’ άρθρο 38 παρ. 4 εδ. α του π.δ. 609/1985, ήτοι εντός διμήνου από τη διάλυση της σύμβασης, η πρώτη προσφεύγουσα υπέβαλε στην καθ’ ης, με την από 20.4.2011 επιστολή της, την τελική επιμέτρηση, δηλαδή τελικό συνοπτικό πίνακα που ανακεφαλαίωνε τις ποσότητες όλων των τμηματικών επιμετρήσεων και πρωτοκόλλων του έργου που είχε εκτελεστεί, καθώς και λοιπά αιτήματα, που σχετίζονταν από τη σύμβαση, κατ’ άρθρο 38 παρ. 6 του ίδιου π.δ. Η καθ’ ης, εντός διμήνου από την υποβολή της ως άνω τελικής επιμέτρησης, κατά το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 38 του ως άνω π.δ., προέβη σε έλεγχο της τελικής επιμέτρησης και διόρθωση αυτής, με το έγγραφό της ……../16.6.2011, με την αιτιολογία ότι είχαν περιληφθεί: α) μεγαλύτερες ποσότητες εργασιών από τις εγκεκριμένες, β) νέες εργασίες, για τις οποίες δεν είχαν συνταχθεί νέες τιμές και γ) συσχετισμένα με συμβατικά άρθρα, «Υλικά επί τόπου», τα οποία δεν είχαν ενσωματωθεί στο έργο, λόγω της διάλυσης της σύμβασης, διότι τα σχετικά συμβατικά άρθρα αφορούσαν σε εγκατεστημένα υλικά με ενιαίο κόστος υλικού και εργασίας. Κατά της ως άνω πράξης της καθ’ ης – διορθωμένης τελικής επιμέτρησης, οι προσφεύγουσες άσκησαν την από 30.6.2011 ένστασή τους, κατ’ άρθρο 76 παρ. 1, 2 του ν. 3669/2008, προς την προϊσταμένη αρχή του έργου. Η ένστασή αυτή κρίθηκε και απορρίφθηκε από το Δ.Σ. της καθ’ ης, με την απόφαση ………/25.8.2011 αυτού, κατόπιν εισήγησης της προϊσταμένης αρχής. Κατά της απορριπτικής αυτής απόφασης του Δ.Σ. της καθ’ ης, οι προσφεύγουσες άσκησαν την από 24.11.2011 αίτηση θεραπείας ενώπιον του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων, η οποία θεωρείται ότι απορρίφθηκε σιωπηρά, με την πάροδο άπρακτης της τρίμηνης προθεσμίας, κατ’ άρθρο 76 παρ. 15 – 14 του ν. 3669/2008. Εξάλλου, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην πιο πάνω μείζονα σκέψη με αριθμό ΙΙ., αρμόδιο όργανο (κατά το π.δ. 114/1987) για την άσκηση ένστασης από τις προσφεύγουσες κατά της δυσμενούς γι’ αυτές πράξης ……/16.6.2011 της καθ’ ης, ήταν η Γενική Διεύθυνση Γραμμής, ως προϊστάμενος του φορέα κατασκευής του έργου, ήτοι της αρμόδιας υπηρεσιακής μονάδας που είχε την ευθύνη παραγωγής του έργου, η οποία ήταν, σύμφωνα με τη σύμβαση η Διεύθυνση Νέων Έργων (προϊστάμενη αρχή ήταν η Διεύθυνση Γραμμής, σύμφωνα με τη διακήρυξη δημοπρασίας), η δε, αίτηση θεραπείας, κατ’ άρθρο 6 του π.δ. 114/1987 έπρεπε να απευθυνθεί προς το Γενικό Διευθυντή ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου, η σύνθεση του οποίου προβλέπεται στο άρθρο 3 του ίδιου π.δ. Και μπορεί το Δ.Σ. της καθ’ ης να μην ήταν το αρμόδιο όργανο για την κρίση της ένστασης αυτής των προσφευγουσών, όμως, η τελευταία κρίθηκε από το ιεραρχικά ανώτερο όργανο, το οποίο προβλέπεται στο π.δ. 114/1987, ύστερα από εισήγηση της προϊσταμένης αρχής. Επομένως, ο πρώτος λόγος της προσφυγής, με τον οποίο οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η απόφαση ……../25.8.2011 του Δ.Σ. της καθ’ ης, με την οποία απορρίφθηκε η ένστασή τους ……….. …/30.6.2011, εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο, επειδή έπρεπε να κριθεί από την Προϊστάμενη Αρχή, που ήταν η Διεύθυνση Γραμμής, είναι αβάσιμος, εφόσον κρίθηκε από το ιεραρχικά ανώτατο όργανο της καθ’ ης – Δ.Σ. Σημειωτέον ότι: α) η αναφορά στην τελευταία απόφαση του Δ.Σ. της καθ’ ης, ότι «απορρίπτεται ως αβάσιμη και ως απαράδεκτη στο σύνολό της», δεν έχει τη νομική έννοια του απαραδέκτου (πολύ περισσότερο λόγω αναρμοδιότητας), αφού δεν συντάσσεται από νομικούς, αλλά προκειμένου να δοθεί έμφαση στην παντελή αβασιμότητά της, όπως άλλωστε συνάγεται από το ότι αναφέρεται πρώτα το ότι είναι αβάσιμη και μετά απαράδεκτη και β) εάν ήθελε γίνει δεκτός ο λόγος αυτός της προσφυγής, θα οδηγούσε στο παράδοξο αποτέλεσμα να πρέπει να κριθεί η ένσταση και κατ’ επέκταση η αίτηση θεραπείας, από όργανα, που λόγω της αναδιάρθρωσης της καθ’ ης, πλέον δεν υφίστανται. Εξάλλου, η τελευταία δεν όφειλε να ενημερώνει τον ανάδοχο για την τηρητέα διαδικασία ως προς την προβλεπόμενη ενδικοφανή προσφυγή (ad hoc ΣτΕ 268/2018 Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»), ούτε επιβάλλεται τέτοια υποχρέωση από τις ειδικές διατάξεις του ν. 1418/1984, σε συνδυασμό μ’ αυτές του π.δ. 114/1987, ενώ δεν καταλείπεται καμία εύλογη αμφιβολία για την τήρηση της προβλεπόμενης ενδικοφανούς διαδικασίας (Ολ.ΣτΕ 876/2013 και ΣτΕ 1595/2016 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»). Επομένως και ως προς το δεύτερο σκέλος του, ο πρώτος λόγος της προσφυγής, με τον οποίο οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι, ενόψει της αρχής της χρηστής διοίκησης, απαιτείται να γνωστοποιείται στον ανάδοχο από την υπηρεσία το αρμόδιο όργανο και οι αρμοδιότητές του, το ένδικο βοήθημα στο οποίο υπόκειται η επιβλαβής πράξη και το αρμόδιο όργανο ενώπιον του οποίου ασκείται εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, με αποτέλεσμα, όπως ισχύει και στην περίπτωση των άρθρων 12 και 13 του ν. 1418/1984, να μην καθίσταται απαράδεκτη η προσφυγή για μόνο το λόγο αυτό (μη άσκηση ή μη προσήκουσα άσκηση της προβλεπόμενης ενδικοφανούς προσφυγής), είναι αβάσιμος. Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι η ένσταση των προσφευγουσών δεν απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, λόγω αναρμοδιότητας, ενώ από το π.δ. 114/1987, σε συνδυασμό με τη διακήρυξη του έργου, τη συγγραφή υποχρεώσεων και τη μεταξύ των διαδίκων σύμβαση προέκυπταν τα αρμόδια όργανα για την άσκηση από τις τελευταίες των σχετικών ένστασης και αίτησης θεραπείας τους. Περαιτέρω, η απόφαση 4766/25.8.2011 του Δ.Σ. της καθ’ ης ανέφερε, αφού έλαβε γνώση της εισήγησης …………/23.8.2011, που συνέταξε η Διεύθυνση Παραγωγής, ότι «απορρίπτει ως αβάσιμη και απαράδεκτη στο σύνολό της την ένσταση της αναδόχου κοινοπραξίας «…………..», η οποία αφορά την ακύρωση της υπ’ αριθμ. ………./16.6.2011 πράξης της διευθύνουσας υπηρεσίας περί μη αποδοχής της υποβαλλόμενης από την ανάδοχο κοινοπραξία τελικής επιμέτρησης των εργασιών ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΗ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΣΗΣ – ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ – ΤΗΛΕΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΕΙΡΑΙΑ – ΑΘΗΝΑ – ΤΡΕΙΣ ΓΕΦΥΡΕΣ – ΣΚΑ – ΑΧΑΡΝΕΣ/ΤΡΕΙΣ ΓΕΦΥΡΕΣ – ΑΝΩ ΛΙΟΣΙΑ – ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕ Σ.Γ.Υ.Τ. ΣΚΑ – ΚΟΡΙΝΘΟΥ». Η απόφαση αυτή μπορεί να στερούνταν αιτιολογίας, ωστόσο, είχε προηγηθεί η εισήγηση ………./23.8.2011 της προϊσταμένης αρχής του έργου, στην οποία στηρίχθηκε (η απόφαση), έστω και αν δεν ανέφερε τούτο (άλλωστε το διατακτικό της είναι ακριβής αντιγραφή της – εισήγησης), η οποία (εισήγηση) απαντούσε, ανεξαρτήτως της βασιμότητάς της ή μη, στις αιτιάσεις, οι οποίες προβάλλονταν με την ένσταση των προσφευγουσών. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί και ο δεύτερος λόγος της προσφυγής, με τον οποίο προβάλλεται ότι η ως άνω απόφαση του Δ.Σ. της καθ’ ης στερούνταν αιτιολογίας και ελέγχου της νομιμότητας της ένστασής τους. Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι δεν πρόκειται για διοικητική πράξη, ώστε να έχει αιτιολογία. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, πιθανολογήθηκε ότι η πρώτη προσφεύγουσα κοινοπραξία είχε υποβάλει στη διευθύνουσα υπηρεσία της καθ’ ης για εργασίες που είχε εκτελέσει, τις τμηματικές επιμετρήσεις – πρωτόκολλα παραλαβής αφανών εργασιών με την περιγραφή της (κάθε επιμέτρησης), κάτι το οποίο άλλωστε, δεν αμφισβητείται από την καθ’ ης (1ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./07-07-06, 2ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/ 02-08-06, 3ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./18-01-07, 5ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../18-01-07, 6ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/24-01-07, 7ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/ 02-02-07, 8ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./25-04-07, 9ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../17-07-07, 10ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../18-01-2007, 11ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./ 25-04-07, 12ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/02-07-07, 13ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../02-02-07, 14ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ….. /24-01-07, 15ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ….. /13-02-07, 16ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……../27-04-07, 17ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……../10-05-07, 18ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./10-09-08, 19ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./26-09-08, 20ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/13-07-07, 21ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………./21-09-07, 22ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./19-06-07, 23ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ….. /03-08-07, 24ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/08-08-07, 25ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./07-09-07, 26ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………/04-10-07, 27ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./22-10-07, 28ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………/24-10-07, 29ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/31-10-07, 30ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./30-11-07, 31ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……../15-11-07, 32ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………/23-01-08, 33ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./22-04-08, 34ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………/14-05-08, 35ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………../16-07-08, 36ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/07-08-08, 37ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/07-10-08, 38ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………/31-10-08, 39ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………./19/6/09, 40ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……/ /19/4/10, 41ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../22-10-08, 42ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………/5-12-08, 43ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………./13-10-08, 44ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …… /04-05-09, 45ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./15-12-08, 46ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……../25-11-08, 47ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………./20-01-09, 48ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./5-11-10, 49ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………./31-8-09, 50ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………./26-05-09, 51ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./14/9/10, 52ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……../2-12-10, 53ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………./15-01-09, 54ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./21-01-09, 55ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………../28-01-09, 56ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …………/06-02-09, 57ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……../12-03-09, 58ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………../28-04-09, 59ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …………./15-05-09, 60ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./09-07-09, 61ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ………./12-05-09, 62ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../05-06-09, 63ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./27-05-09, 64ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../29-05-09, 65ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../02-06-09, 66ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../05-06-09, 67ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./10-06-09, 68ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../23-07-09, 69ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../25-09-09, 70ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./9-6-10, 71ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../23-02-10, 72ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../23-02-10, 73ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./08-03-10, 74ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../13-01-11, 75ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./9-6-10, 76ο με αριθμό πρωτοκόλλου της  καθ’ ης …./28-01-11, 77ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../20-12-10, 78ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../08-02-11, 79ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../13-12-10, 80ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../23-11-10, 81ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../ 29-7-10, 82ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../4-1-11, 83ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../19-01-11, 84ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης ……./29-7-10, 85ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../ 4-1-11, 86ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../23-11-10, 87ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../23-11-10, 88ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./13-01-11, 89ο έως και 97ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../23-11-10, 98ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../9-12-10, 99ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../13-12-10, 100ο και 101ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../22-12-10, 102ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …./4-1-11, 103ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../13-01-11 και 104ο έως και 108ο με αριθμό πρωτοκόλλου της καθ’ ης …../31-01-11). Εφόσον λοιπόν, η πρώτη προσφεύγουσα είχε υποβάλλει στην καθ’ ης τις ανωτέρω τμηματικές επιμετρήσεις – πρωτόκολλα παραλαβής αφανών εργασιών, η Διευθύνουσα Υπηρεσία της καθ’ ης, ήταν υποχρεωμένη να εγκρίνει ή όχι ή να διορθώσει τις τμηματικές επιμετρήσεις των εκτελεσθεισών εργασιών, εντός τριμήνου από την υποβολή τους, μετά δε την άπρακτη πάροδο αυτού κατά τα ανωτέρω, θεωρούνται ως σιωπηρώς εγκριθείσες από εκείνη (οι συμβατικά καθορισθείσες εργασίες και όχι οι νέες – εξωσυμβατικές), χωρίς να δικαιούται μεταγενέστερα να προβεί σε περικοπές τους. Ωστόσο, εφόσον στις 2.3.2011, κοινοποιήθηκε στην πρώτη προσφεύγουσα η απόφαση ……../2011 του Δ.Σ. της καθ’ ης, με την οποία αποφασίστηκε η οριστική διακοπή των εργασιών και η διάλυση της σύμβασης, κατά το άρθρο 62 παρ. 1 του ν. 3669/2008, η οποία επέχει θέση βεβαίωσης περάτωσης του έργου (ΣτΕ 2370/2017 Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»), ξεκίνησε η υποχρέωση της αναδόχου – κοινοπραξίας, κατ’ άρθρο 38 παρ. 4 εδ. α του π.δ. 609/1985, να υποβάλει στην καθ’ ης, εντός διμήνου από τη διάλυση της σύμβασης, τελική επιμέτρηση (τελικό συνοπτικό πίνακα που ανακεφαλαίωνε τις ποσότητες όλων των τμηματικών επιμετρήσεων και πρωτοκόλλων του έργου που είχε εκτελεστεί) και έπαυσε η αντίστοιχη υποχρέωση της καθ’ ης να εγκρίνει ή όχι, ή να διορθώσει τις ανωτέρω τμηματικές επιμετρήσεις των εκτελεσθεισών εργασιών, εντός τριμήνου από την υποβολή τους. Κατόπιν τούτων, έως τις 2.3.2011 είχε παρέλθει το τρίμηνο, εντός του οποίου όφειλε να απαντήσει η καθ’ ης για όλες τις ανωτέρω τμηματικές επιμετρήσεις – πρωτόκολλα παραλαβής αφανών εργασιών, χωρίς να πράξει τούτο, πλην αυτών των 73ου, 75ου, 77ου, 81ου, 82ου, 84ου, 87ου, 101ου, 102ου, 103ου, 104ου, 105ου, 106ου και 107ου, οι οποίες απεστάλησαν εντός του μηνός Ιανουαρίου 2011 και η πάροδος του τριμήνου συμπληρωνόταν εντός του μηνός Απριλίου του ίδιου έτους. Για τον ίδιο λόγο δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός των προσφευγουσών ότι εγκρίθηκαν όλες οι εργασίες, σύμφωνα με τις παρ. 9 και 10 του άρθρου 11 της Ειδικής Συγγραφής Υποχρεώσεων, εξαιτίας παρόδου 10 εβδομάδων από την ημέρα υποβολής των εγγράφων των εργασιών αυτών (των 73ου, 75ου, 77ου, 81ου, 82ου, 84ου, 87ου, 101ου, 102ου, 103ου, 104ου, 105ου, 106ου και 107ου επιμετρήσεων – πρωτοκόλλων) προς την καθ’ ης, αφού δεν παρήλθαν 10 εβδομάδες μέχρι τη διάλυση της σύμβασης, όπως παρήλθαν και εγκρίθηκαν για λοιπές επιμετρήσεις (1η έως 72η, 74η, 76η, 78η έως 80η, 83η, 85η – 86η και 88η έως 100η).  Επομένως, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην υπό στοιχείο V μείζονα σκέψη, οι δια της σιωπής εγκριθείσες ανωτέρω τμηματικές επιμετρήσεις – ΠΠΑΕ (1η έως 72η, 74η, 76η, 78η έως 80η, 83η, 85η – 86η και 88η έως 100η), κατά το μέρος που αφορούν στις συμβατικά καθορισμένες εργασίες (για τις νέες – εξωσυμβατικές εργασίες δεν προβλέπεται από το νόμο αυτοδίκαιη έγκριση), δεν μπορούν να τροποποιηθούν ούτε με αντιρρήσεις κατά της “τελικής επιμέτρησης” ή του “προτελικού λογαριασμού” ή του “τελικού λογαριασμού”, που προβλέπουν τα άρθρα 38 παρ. 4 και 40 παρ. 7 και 9 του π. δ/τος 609/1985, ούτε να αναθεωρηθούν κατά τον έλεγχο της τελικής επιμέτρησης ή την εκκαθάριση του τελικού λογαριασμού, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 38 παρ. 4 και 40 παρ. 8 του τελευταίου τούτου π.δ/τος, καθόσον κατά τον εν λόγω έλεγχο και την εκκαθάριση δεν προβλέπεται και έρευνα παλαιάς πιστοποίησης, εγκριθείσας ρητώς ή εκ του τεκμηρίου της σιωπής της διευθύνουσας υπηρεσίας. Εξάλλου, δεν πιθανολογήθηκε ότι οι πιο πάνω γενόμενες περικοπές αφορούσαν σε προσωρινές επιμετρήσεις εκτελεσθεισών εργασιών, όπως η καθ` ης η προσφυγή αβάσιμα ισχυρίζεται, αφού κάτι τέτοιο ούτε προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις του ν. 1418/1984, ούτε σε κάθε περίπτωση, είχε συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων. Σημειωτέον ότι στις ανωτέρω συμβατικές εργασίες, όπως άλλωστε, συνομολογεί και με τις προτάσεις της, περιλαμβάνονται και οι νέες εργασίες, που είχαν εγκριθεί από την καθ’ ης (άρθρα 1ΝΤ/2, 1ΝΤ/9, 1ΝΤ/10, 1ΝΤ/16, 1ΝΤ/20, 1ΝΤ/21, 1ΝΤ/24, 1ΝΤ25/1, 1ΝΤ25/5, 1ΝΤ25/6, 1ΝΤ25/7, 1ΝΤ25/12 και 1ΝΤ25/15), οι οποίες, αφορούσαν σε διαφορά μεταξύ της εκτελεσμένης ποσότητας της εργασίας και της αντίστοιχης εγκεκριμένης, που οφειλόταν σε λόγους σφάλματος κατά την προμέτρηση και εσφαλμένα περικόπησαν από την καθ’ ης. Ο ισχυρισμός της τελευταίας ότι παρά την αυτοδίκαια έγκριση των ανωτέρω επιμετρήσεων – ΠΠΑΕ, λόγω παρόδου τριμήνου, είχε δικαίωμα να προβεί σε έλεγχο εκ νέου σε επόμενο λογαριασμό, σύμφωνα με το άρθρο 186 παρ. 3 του ν. 4070/10.4.2012 (αντικατέστησε την παρ. 2 του άρθρου 52 του ν. 3669/2008), που καταλαμβάνει όλες τις εργολαβίες, που βρίσκονταν σε εξέλιξη, κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του, είναι αβάσιμος, προεχόντως, διότι η υπό κρίση προσβαλλόμενη πράξη (διόρθωση της τελικής επιμέτρησης) εκδόθηκε πριν την ψήφιση του πιο πάνω νόμου, στις 16.6.2011. Επιπλέον, η καθ’ ης ισχυρίζεται ότι δικαιούται, σύμφωνα με την απόφαση 2370/2017 του ΣτΕ, και μετά την επελθούσα αυτοδίκαιη έγκριση των τμηματικών επιμετρήσεων ή της τελικής επιμέτρησης, να προβεί, εντός εύλογου χρόνου, σε έλεγχο αυτών και κατά το στάδιο ελέγχου της τελικής επιμέτρησης, στο πλαίσιο του οποίου (ελέγχου) μπορεί η διευθύνουσα υπηρεσία να επιφέρει και διορθώσεις ή περικοπές σε ήδη εγκεκριμένες ποσότητες εργασιών, κατά μείζονα λόγο δε, σε περίπτωση που, λόγω παρέλευσης άπρακτου διμήνου από την έκδοση της βεβαίωσης περάτωσης των εργασιών ή από την αποδοχή του αιτήματος διάλυσης της εργολαβίας, η σύνταξη της τελικής επιμέτρησης γίνεται από την ίδια τη διευθύνουσα υπηρεσία και όχι από τον ανάδοχο. Ότι, τέτοια δυνατότητα ελέγχου ή επανελέγχου τμηματικών επιμετρήσεων επ’ ευκαιρία ελέγχου ή σύνταξης της τελικής επιμέτρησης συντρέχει ιδίως, στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο ανάδοχος δεν συνεργάσθηκε, όπως έχει κατά νόμο υποχρέωση με τον επιβλέποντα μηχανικό του έργου και τη διευθύνουσα υπηρεσία για την ορθή επιμέτρηση των εκτελεσθεισών εργασιών, αλλά, αντιθέτως, περιέλαβε (ο ανάδοχος) στις τμηματικές επιμετρήσεις που συνέταξε (και στα τυχόν συνημμένα πρωτόκολλα παραλαβής αφανών εργασιών) εργασίες, οι οποίες ουδέποτε εκτελέσθηκαν, στις περιπτώσεις δε, αυτές απαιτείται ο κύριος του έργου να αποδεικνύει προσηκόντως την εσφαλμένη επιμέτρηση των ποσοτήτων των εργασιών, με βάση αξιόπιστα στοιχεία που συλλέγονται με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο, περιλαμβανομένης και της εξαρχής καταμετρήσεως του συνόλου των εργασιών. Και ο ισχυρισμός αυτός της καθ’ ης η προσφυγή δεν πιθανολογείται βάσιμος, διότι στην προκείμενη περίπτωση η τελική επιμέτρηση έλαβε χώρα από την ανάδοχο και όχι από την ίδια τη διευθύνουσα υπηρεσία, λόγω παρέλευσης άπρακτου διμήνου από την έκδοση της βεβαίωσης περάτωσης των εργασιών ή από την αποδοχή του αιτήματος διάλυσης της εργολαβίας χωρίς να συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες να δικαιολογούν τη σύνταξη της τελικής επιμέτρησης του έργου και των αντίστοιχων πρωτοκόλλων παραλαβής αφανών εργασιών, όχι με απλή ανακεφαλαιοποίηση των εργασιών, που είχαν περιληφθεί στις τμηματικές επιμετρήσεις, αλλά με βάση το αποτέλεσμα του εξαρχής και πλήρους επανελέγχου των εργασιών αυτών, όπως συνέβη στην περίπτωση που έκρινε η ως άνω απόφαση του ΣτΕ (2370/2017). Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος της υπό κρίση προσφυγής και να ακυρωθεί η τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη της από 27.11.2011 αίτησης θεραπείας κατά της απόφασης …………/25.8.2011 του Δ.Σ. της ……… και η ως άνω απόφαση του Δ.Σ. της τελευταίας, δυνάμει της οποίας απορρίφθηκε η από 30.6.2011 και με αριθμό πρωτοκόλλου …………. ένσταση των προσφευγουσών, που τους κοινοποιήθηκε στις 29.8.2011 και (να ακυρωθεί) η με αριθμό πρωτοκόλλου ………./16.6.2011 πράξη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας σχετικά με την Τελική Επιμέτρηση, καθ’ ό μέρος αφορά στην περικοπή ποσοτήτων των συμβατικά καθορισθέντων εργασιών που εκτελέστηκαν. Περαιτέρω, όσον αφορά στα υλικά επί τόπου πιθανολογήθηκε ότι η ανάδοχος – πρώτη προσφεύγουσα, προσκόμισε τα εξειδικευμένα υλικά που απαιτούνταν για να εκτελέσει τις συμβατικές εργασίες εντός του χρονοδιαγράμματος του έργου, όπως αυτά καταχωρήθηκαν στην τελική επιμέτρηση, που απέστειλε στην καθ’ ης. Τούτο βεβαιώνεται όχι μόνο από τους καταθέσαντες με ένορκη βεβαίωση τρεις μάρτυρες των προσφευγουσών, αλλά και αυτού της καθ’ ης …………. Ωστόσο, ο τελευταίος δικαιολόγησε την περικοπή των υλικών αυτών από την τελική επιμέτρηση, επειδή το συμβατικό άρθρο στο οποίο παρέπεμπε περιλάμβανε όχι μόνο το κόστος του υλικού, αλλά και της εργασίας εγκατάστασης, με αποτέλεσμα να μπορεί να αποκτήσει η ανάδοχος δικαίωμα πληρωμής στο σύνολό τους (κόστος υλικού και εργασία εγκατάστασης). Ο όψιμος αυτός ισχυρισμός, ο οποίος δεν περιλαμβάνεται στην αιτιολογία της απόρριψης της ένστασης των προσφευγουσών, ούτε στη σχετική (………./23.8.2011) εισήγηση, που συνέταξε η Διεύθυνση Παραγωγής της καθ’ ης, είναι αβάσιμος, διότι, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στην υπό στοιχείο VΙΙ. μείζονα σκέψη, επρόκειτο για υλικά που εισκομίσθηκαν με έγκριση της υπηρεσίας στα εργοτάξια και αποθήκες που δηλώθηκαν και εγκρίθηκαν (άρθρο 40 του π.δ. 609/1985), το δε, κόστος τους θα προκύψει από τα σχετικά τιμολόγια αγοράς τους. Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στην ίδια μείζονα σκέψη, η συμπερίληψη σε λογαριασμό των υλικών επί τόπου του έργου δε συνιστά και έγκριση της σχετικής δαπάνης και ως εκ τούτου, σε περίπτωση μεταγενέστερης διαπίστωσης της ακαταλληλότητας του υλικού και μη χρησιμοποίησής του, η άρνηση καταβολής της σχετικής δαπάνης δεν συνιστά περίπτωση μη νόμιμης μεταβολής απόψεων, ως προς τη νομιμότητα των σχετικών κονδυλίων. Επομένως, πρέπει να ακυρωθεί η τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη της από 27.11.2011 αίτησης θεραπείας κατά της απόφασης ……/25.8.2011 του Δ.Σ. της …….. και η ως άνω απόφαση του Δ.Σ. της …………, δυνάμει της οποίας απορρίφθηκε η από 30.6.2011 και με αριθμό πρωτοκόλλου ……… ένσταση της καθ’ ης, που κοινοποιήθηκε στις 29.8.2011 και (να ακυρωθεί) η με αριθμό πρωτοκόλλου ……./ 16.6.2011 πράξη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας σχετικά με την Τελική Επιμέτρηση, καθ’ ό μέρος αφορά στα υλικά αυτά, γενομένου δεκτού του σχετικού λόγου της προσφυγής της καθ’ ης. Εξάλλου, όσον αφορά στις νέες (εξωσυμβατικές) εργασίες, που η πρώτη προσφεύγουσα τέλεσε και καταχώρησε στην από 20.4.2011 τελική επιμέτρηση εργασιών και δεν είχαν εγκριθεί από την καθ’ ης (αυτές που είχαν εγκριθεί αναφέρθηκαν παραπάνω με τις συμβατικές), δεν προέκυψε ότι είχαν δοθεί από την τελευταία έγγραφες διαταγές, ούτε προφορικές στον τόπο των έργων που να καταχωρίστηκαν στο ημερολόγιο, εάν επρόκειτο για επείγουσες περιπτώσεις, ούτε είχε συνταχθεί προηγούμενα από την καθ’ ης, ως κυρία του έργου, συγκριτικός πίνακας (ήδη Ανακεφαλαιωτικός Πίνακας Εργασιών) και πρωτόκολλο κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ), όπως απαιτείται από το νόμο. Από αυτές όμως, ήταν αναγκαίες για την εκτέλεση του έργου εκείνες που αφορούσαν στα άρθρα: α) 2ΝΤ/1, για τη στρώση σιδηροδρομικής γραμμής επί ξύλινων στρωτήρων, κατά μήκος του τροχιοδρόμου, αφού επιβαλλόταν, σύμφωνα με τους διεθνείς κανονισμούς για την ασφάλεια του έργου, για τη στρώση αλλαγών σε συνεχώς συγκολλημένη σιδηροτροχιά χωρίς χρήση συσκευής διαστολής, να στρώνονται εμπρός και πίσω (18 μέτρα πριν και μετά) από την τοποθέτηση κάθε αλλαγής, ξύλινοι στρωτήρες, β) 2ΝΤ/18, για την καθαίρεση οπλισμένου σκυροδέματος μέρους των αποβαθρών στο Σ.Σ. Αθηνών, η οποία δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό, προέκυψε όμως, μετά την αλλαγή της περιβαλλοντικής μελέτης και την εκπόνηση νέας και είχε σαν αποτέλεσμα την αλλαγή γραμμολογίας στο ήδη κατασκευασθέν τμήμα. Η αλλαγή αυτή αφορούσε στη συνολική διάταξη γραμμών και αποβαθρών οριζοντιογραφικά και μηκοτομικά του Σ.Σ. Αθήνας, μετά την έκδοση της νέας  ΚΥΑ 105043/ 10.6.08 και ακολούθησαν επανειλημμένες συσκέψεις της αναδόχου με τη Διεύθυνση Παραγωγής, την Δ.Κ. και τον Γενικό Διευθυντή του Εθνικού Διαχειριστή Σιδηροδρομικής Υποδομής. Η εργασία αυτή ήταν αναγκαία για το έργο και πραγματοποιήθηκε, σύμφωνα με τις επιστολές: α) ……/04.02.09 της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, με την οποία εγκρινόταν η μελέτη γραμμολογίας (του Σ.Σ. Αθηνών) και ζητούνταν η συμπλήρωσή τους και η υποβολή τεχνικής έκθεσης για τις απαραίτητες καθαιρέσεις τμημάτων των αποβαθρών, που είχαν ήδη κατασκευαστεί, καθώς και των υπόλοιπων απαιτούμενων εργασιών προσαρμογής των μελετών και έργων στην ανωτέρω γραμμολογία και β) ……/16.2.09, με την οποία υποβλήθηκε από την κοινοπραξία προς τη Διευθύνουσα Υπηρεσία τεχνική έκθεση καθαιρέσεων των αποβαθρών του Σ.Σ. Αθηνών. Εξάλλου, με την επιστολή της ……/14.4.09, η ανάδοχος κοινοπραξία – πρώτη προσφεύγουσα ζητούσε από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία να της γνωστοποιήσει εάν θα πρέπει να προχωρήσει στην προσαρμογή των αποβαθρών με βάση τη νέα χάραξη ή θα τροποποιηθεί η εγκεκριμένη χάραξη, προκειμένου να αποφευχθούν οι τροποποιήσεις των αποβαθρών, έλαβε δε, απάντηση με το ………./6.8.2009 έγγραφο, με το οποίο η Διευθύνουσα Υπηρεσία ζήτησε από την ανάδοχο να προβεί στην κατασκευή των αποβαθρών στο νότιο τμήμα του Σ.Σ. Αθηνών, με βάση την εγκριθείσα, με την ως άνω πρώτη επιστολή της, μελέτη γραμμολογίας, σε συνδυασμό με το έγγραφο οδηγιών 543008/31.1.2009 της Υπηρεσίας Μελετών της ΕΔΙΣΥ. Κατόπιν τούτων και δεδομένου ότι είχε υποβληθεί η σχετική τεχνική έκθεση καθαιρέσεων με το ως άνω …………/16.2.09 έγγραφο της πρώτης προσφεύγουσας προς τη Διευθύνουσα Υπηρεσία, η ανάδοχος προέβη στην εκτέλεση των εργασιών αυτών, που ήταν αναγκαίες και επιβεβλημένες για να λειτουργήσει το έργο, τα νέα δεδομένα χάραξης του οποίου είχαν επηρεάσει ήδη, σημαντικά το χρόνο ολοκλήρωσης του έργου και γ) 2ΝΤ/32 (για την πρόσθετη δαπάνη για απαραίτητες καλωδιώσεις διασύνδεσης όλου του σηματοτεχνικού εξοπλισμού της περιοχής αλληλομανδάλωσης του Σ.Σ. Αγ. Ι. Ρέντη), η οποία δεν είχε προβλεφθεί στην αρχική προμέτρηση, ήταν όμως, αναγκαία και επιβεβλημένη για την ολοκλήρωση και λειτουργία με ασφάλεια του συστήματος σηματοδότησης του έργου, σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια, η 2ΝΤ/33 (για την πρόσθετη δαπάνη για τον εξοπλισμό περιφερειακού συστήματος ηλεκτρονικής αλληλομανδάλωσης περιοχής ελέγχου του Σ.Σ. Α.Ι. Ρέντη), η οποία προέκυψε μετά την αρχική προμέτρηση, ήταν δε, αναγκαία και  επιβεβλημένη για την ολοκλήρωση και λειτουργικότητα της σηματοδότησης του έργου σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια, η 2ΝΤ/34 (για την πρόσθετη δαπάνη για τον Εξοπλισμό Εδάφους Συστήματος Αυτόματου Ελέγχου Συρμών ETCS Level 1 του Σ.Σ Α.Ι. Ρέντη), η οποία προέκυψε μετά την αρχική προμέτρηση, ήταν όμως, αναγκαία και επιβεβλημένη για την ολοκλήρωση και ασφαλή λειτουργία του συστήματος σηματοδότησης του έργου, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και τα εγκεκριμένα σχέδια, η 2ΝΤ/35 (για την πρόσθετη δαπάνη για τον Εξοπλισμός Περιφερειακού Συστήματος Ηλεκτρονικής Αλληλομανδάλωσης Περιοχής Ελέγχου Σ.Σ. Ρουφ), η οποία προέκυψε μετά την αρχική προμέτρηση, αλλά ήταν αναγκαία και επιβεβλημένη για την ολοκλήρωση και λειτουργικότητα της σηματοδότησης του έργου, σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια, η 2ΝΤ/36 (για την πρόσθετη δαπάνη για τον Εξοπλισμό Εδάφους Συστήματος Αυτόματου Ελέγχου Συρμών ETCS Level 1 του Σ.Σ. Ρουφ), η οποία προέκυψε μετά την αρχική προμέτρηση, ήταν όμως, αναγκαία και επιβεβλημένη για την ολοκλήρωση και ασφαλή λειτουργία του συστήματος σηματοδότησης του έργου σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και τα εγκεκριμένα σχέδια και η 2ΝΤ/37 (για την πρόσθετη δαπάνη για την προμήθεια Σταθμού ηλεκτρικής ενέργειας του Σ.Σ. Ρουφ) και δεν είχε προβλεφθεί στην αρχική προμέτρηση, ήταν όμως, αναγκαία και επιβεβλημένη κατά την εκτέλεση του έργου προκειμένου να αυξηθεί η ισχύς στα απαιτούμενα επίπεδα για την κάλυψη όλων των φορτίων που απαιτούνται για την λειτουργικότητα του συστήματος σηματοδότησης του έργου, σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια. Για την αναγκαιότητα των τελευταίων αυτών εργασιών (2ΝΤ/32 έως και 2ΝΤ/37) κατέθεσε και ο ενόρκως βεβαιώσας …………, μηχανολόγος της αναδόχου, ο οποίος έχει άμεση γνώση, επειδή προΐστατο των έργων σηματοδότησης της ως άνω εργολαβίας. Πλην των ανωτέρω, για τις υπόλοιπες νέες (εξωσυμβατικές) εργασίες, που δεν είχαν εγκριθεί από την καθ’ ης, οι ενόρκως βεβαιώσαντες μάρτυρες των προσφευγουσών ανέφεραν αορίστως ότι ήταν αναγκαίες και ότι οι σχετικές εντολές προέκυπταν: α) από το ημερολόγιο του έργου, κάτι το οποίο δεν επικαλούνται ούτε οι προσφεύγουσες, ούτε αναφέρονται τέτοιες εντολές στο τμήμα του ημερολογίου που προσκομίζεται (φύλλο 870/12.9.2007 έως 879/21.9.2007), καθώς και β) από τα προσκομιζόμενα (αορίστως) έγγραφα. Ωστόσο, τέτοια έγγραφα αναφέρονται στις προτάσεις των προσφευγουσών επί λέξει οι  «επιστολές (ενδεικτικές και όχι περιοριστικές) που περιέχουν ρητές εντολές της Διευθύνουσας Υπηρεσίας», που όμως, εκτός του ότι δεν ταυτοποιούνται (τα έγγραφα αυτά) με συγκεκριμένες εργασίες, δεν πιθανολογήθηκε, ούτε από τα επικαλούμενα από τις προσφεύγουσες λοιπά έγγραφα, ότι αφορούν σε εντολές για την εκτέλεση των ανωτέρω νέων εργασιών, από τα όργανα της καθ’ ης. Όσον αφορά στις ειδικότερα αναφερόμενες με τις προτάσεις των προσφευγουσών νέες εργασίες, πρέπει να σημειωθούν τα παρακάτω: 1) άρθρο 2NT/2 (αφορά στην κατασκευή υπογείου φορέα διέλευσης καλωδίων με έξι εγκιβωτισμένους σωλήνες από PVC σε σκυρόδεμα C8/10, που τοποθετήθηκε κατά μήκος του τροχιοδρόμου. Η εργασία αυτή είχε προβλεφθεί στην αρχική σύμβαση με δύο και τρεις σωλήνες, αλλά κατά την εκτέλεση τις εργασίας τοποθετήθηκαν 6 και 10 σωλήνες για πιθανή μελλοντική χρήση, τοποθετήθηκε δε 2,00 μέτρα κάτω από την επιφάνεια του τροχιοδρόμου), άρθρο 2ΝΤ/3 (αφορά στην κατασκευή υπογείου φορέα διέλευσης καλωδίων με δέκα εγκιβωτισμένους σωλήνες από PVC σε σκυρόδεμα C8/10, που τοποθετήθηκε κατά μήκος του τροχιοδρόμου. Η εργασία αυτή είχε προβλεφθεί στην αρχική σύμβαση με δύο και τρεις σωλήνες, αλλά κατά την εκτέλεση της εργασίας τοποθετήθηκαν 6 και 10 σωλήνες για πιθανή μελλοντική χρήση, τοποθετήθηκε δε 2,00 μέτρα κάτω από την επιφάνεια του τροχιοδρόμου) και άρθρο 2ΝΤ/4 (αφορά στην κατασκευή φρεατίων διακλαδώσεων υπογείων καλωδίων σηματοδότησης – τηλεδιοίκησης – τηλεπικοινωνιών κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής, που κατασκευάσθηκαν κατά μήκος του τροχιοδρόμου), έγιναν χωρίς έγγραφη ή προφορική εντολή και δεν ήταν αναγκαίες για την εκτέλεση του έργου, αλλά δευτερεύουσας σημασίας, ώστε να πρέπει να τις εκτελέσει η πρώτη προσφεύγουσα, χωρίς να τηρηθούν οι προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος (ήτοι σύναψη ιδιαίτερης, συμπληρωματικής σύμβασης με τον ανάδοχο του έργου, της οποίας προηγείται η σύνταξη εκ μέρους της Διευθύνουσας Υπηρεσίας του έργου Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (Α.Π.Ε.), ο οποίος περιλαμβάνει όλα τα ουσιώδη στοιχεία της σύμβασης, όπως τις προς εκτέλεση εργασίες, τις τιμές μονάδας των εργασιών, τα μεγέθη των ποσοτήτων, την προβλεπόμενη δαπάνη για αναθεώρηση κ.λ.π., καθώς και Πρωτοκόλλου Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) στην περίπτωση που στον ΑΠΕ περιλαμβάνονται και εργασίες για τις οποίες δεν υπάρχουν τιμές μονάδας και ακολούθως, υπογράφεται η σύμβαση ανάθεσης των συμπληρωματικών αυτών εργασιών μετά από διαπραγματεύσεις με τον ανάδοχο του έργου και αφού ληφθεί και η γνώμη του οικείου τεχνικού συμβουλίου). 2) Άρθρο 2ΝΤ/5 (αφορά στην προμήθεια και τοποθέτηση φωτιστικού σώματος αναρτημένο από την οροφή στηριζόμενο σε σταθερούς βραχίονες άμεσης και συμμετρικής δέσμης φωτός, το οποίο τοποθετήθηκε επί των στεγάστρων των αποβαθρών – δυνατότητα τοποθέτησης σε συνεχή γραμμή και προσαρμογής λοιπού εξοπλισμού (π.χ. ηχεία, φώτα κλπ) στα «τυφλά» τμήματα που δημιουργούνται ανάμεσα στις θέσεις τοποθέτησης των λαμπτήρων. Για την εργασία αυτή οι προσφεύγουσες διατείνονται ότι εγκρίθηκε με τις επιστολές της υπηρεσίας …/18-12-06 και …. /25-06-09, ωστόσο, οι τελευταίες αφορούσαν σε έγκριση όχι της εργασίας, αλλά των προδιαγραφών των επιμέρους υλικών, καθώς και υπενθύμιση να προσκομίσει η ανάδοχος πλήρη κατασκευαστικά στοιχεία για το σύνολο του συστήματος φωτισμού. Επομένως, έγιναν χωρίς έγγραφη ή προφορική εντολή και δεν ήταν αναγκαίες για την εκτέλεση του έργου, ώστε να πρέπει να τις εκτελέσει η πρώτη προσφεύγουσα, χωρίς να τηρηθούν οι ανωτέρω προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος. 3) Άρθρο 2ΝΤ/6 (αφορά στην κατασκευή περίφραξης από αντιθαμβωτικά πάνελ ηλεκτροπρεσσαριστής σχάρας τύπου Γ της ASCO ύψους 160 cm από δομικό χάλυβα κατά DIN EN 10025, γαλβανισμένη εν θερμώ κατά DIN 50976, που τοποθετήθηκε στον περιβάλλοντα του Σ.Σ. Πειραιά. Η εργασία αυτή δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό και προέκυψε μετά τη δημοπράτηση της εργολαβίας, άρθρο 2ΝΤ/7 (αφορά στην κάλυψη επιφανειών με φύλλα σύνθετων πανό αλουμινίου, τύπου Etalbond της ΕΤΕΜ, πάχους 4mm, που τοποθετήθηκαν στο Βοηθητικό Κτίριο του Σ.Σ. Πειραιά. Η εργασία αυτή δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό) και άρθρο 2ΝΤ/10 (αφορά στην προσαύξηση τιμής ξυλοτύπων για πρόσθετο ύψος γένεσης ανά 2m ή κλάσμα αυτού πέραν των 3,50m από το δάπεδο εργασίας). Οι εργασίες των ανωτέρω άρθρων έγιναν χωρίς έγγραφη ή προφορική εντολή και δεν ήταν αναγκαίες για την εκτέλεση του έργου, αλλά δευτερεύουσας σημασίας και δεν έπρεπε να τις εκτελέσει η πρώτη προσφεύγουσα, χωρίς να τηρηθούν οι ανωτέρω προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος. Περαιτέρω, όσον αφορά στην εργασία 2ΝΤ/7 η επικαλούμενη από την ανάδοχο ανάγκη τέλεσής της, με την υποβολή της μελέτης με την επιστολή της ……./12-3-07, δεν πιθανολογήθηκε, αφού η τελευταία αφορά μόνο στην αποστολή προς τη διευθύνουσα υπηρεσία της αρχιτεκτονικής μελέτης εφαρμογής του Σιδηροδρομικού Σταθμού Πειραιά και του Συγκροτήματος των Βοηθητικών Κτιρίων, χωρίς να προσκομίζεται η μελέτη αυτή, ώστε να προκύψει ότι το περιλαμβάνει και χωρίς να υπάρχει σχετική εντολή, ανεξαρτήτως του ότι δεν πιθανολογήθηκε ότι ήταν αναγκαία, όπως βεβαίωσε και ο Προϊστάμενος της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, με την ……./2013 ένορκη βεβαίωσή του. 4) Άρθρο 2ΝΤ/11 (αφορά στην κατασκευή υαλοστασίων από ανοξείδωτο χάλυβα ποικίλων διατομών, που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή των εκδοτηρίων και των αιθουσών αναμονής στις  Αποβάθρες των Σ.Σ. Πειραιά, Λεύκας, Ρέντη, Ταύρου και Ρουφ, που δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό). Το γεγονός ότι η εργασία αυτή εκτελέστηκε, όπως ισχυρίζονται οι προσφεύγουσες, κατόπιν της έγκρισης της μελέτης Εφαρμογής της Υπηρεσίας 4427700/2-12-08 (η οποία σημειωτέον αφορούσε μόνο στο Σ.Σ. του Ταύρου και όχι και τους λοιπούς σταθμούς Πειραιά, Λεύκας, Ρέντη και Ρουφ), δεν την καθιστά και αναγκαία. Αντίθετα, με τον τρόπο αυτό (έγκριση μελέτης εφαρμογής) ακολουθούνταν η ανωτέρω διαδικασία που προβλέπεται από το νόμο, την οποία προκύπτει ότι οι διάδικοι επιθυμούσαν να ακολουθηθεί, χωρίς ωστόσο να ολοκληρωθεί, με την έκδοση σχετικής εντολής, ούτε καν προφορικής, εάν έφερε το χαρακτήρα της επείγουσας. 5) Άρθρο 2ΝΤ/14 (αφορά στην προμήθεια, ενός ολόσωμου στρωτήρα ασφαλείας από προεντεταμένο σκυρόδεμα, τύπου Β93, 1/60100, που τοποθετήθηκε κατά μήκος της γέφυρας του Κηφισού, η οποία δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό, άρθρο 2ΝΤ/15 (αφορά στην προμήθεια, ενός ολόσωμου στρωτήρα ασφαλείας από προεντεταμένο σκυρόδεμα, τύπου Β93, 1/60101-9L, που τοποθετήθηκε κατά μήκος της γέφυρας του Κηφισού, η οποία δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό και άρθρο 2ΝΤ/16 (αφορά στην προμήθεια, ενός ολόσωμου στρωτήρα ασφαλείας από προεντεταμένο σκυρόδεμα, τύπου Β93, 1/60101-9R που τοποθετήθηκε κατά μήκος της γέφυρας του Κηφισού. Ο ισχυρισμός των προσφευγουσών ότι οι εργασίες αυτές εκτελέστηκαν, σύμφωνα με τις επιστολές …../20-12-06 και ……/7-8-07 της Υπηρεσίας, δεν ευσταθεί, διότι οι επιστολές αυτές υποβλήθηκαν από την ανάδοχο προς την καθ’ ης και αφορούσαν η πρώτη στη μελέτη επιδομής – σχέδια στρώσης γραμμής για το τμήμα του έργου ΑΙΡ – ΡΟΥΦ (Χ.Θ. 4+730 – 7+310) και η δεύτερη σε αναθεωρημένα σχέδια της μελέτης, προκειμένου να εγκριθούν από την τελευταία. Επομένως, οι εργασίες αυτές έγιναν χωρίς έγγραφη ή προφορική εντολή και δεν ήταν αναγκαίες για την εκτέλεση του έργου, ώστε να πρέπει να τις εκτελέσει η πρώτη προσφεύγουσα, χωρίς να τηρηθούν οι ανωτέρω προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος, διαδικασία την οποία οι διάδικοι επιθυμούσαν να ακολουθηθεί και ακολουθούσαν, χωρίς όμως, να ολοκληρωθεί, με την έκδοση σχετικής εντολής, ούτε καν προφορικής, εάν έφερε το χαρακτήρα της επείγουσας εργασίας. 6) Άρθρο 2ΝΤ/19 (αφορά στην επένδυση με εκτοξευόμενο σκυρόδεμα (GUNITE) σε υπαίθρια έργα πάχους 14cm., η οποία δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό), έγινε χωρίς έγγραφη ή προφορική εντολή και δεν ήταν αναγκαία για την εκτέλεση του έργου, ώστε να πρέπει να τις εκτελέσει η πρώτη προσφεύγουσα, χωρίς να τηρηθούν οι ανωτέρω προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος. 7) Άρθρο 2NT/76 (αφορά στην προμήθεια σκύρων γραμμής σκληρότητας Dri μεγαλύτερης ή ίσης του 16). Για την εργασία αυτή οι προσφεύγουσες διατείνονται ότι δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό και επειδή το σκύρο δεν έφτασε για να ολοκληρωθούν οι εργασίες της Α´ φάσης του Σ.Σ. Αθηνών, δόθηκε εντολή στην ανάδοχο, με το ……./22-12-2009 έγγραφο για την προμήθεια σκύρου. Ωστόσο, από το τελευταίο αυτό έγγραφο προκύπτει ότι το αναγραφόμενο ποσό των 15.000 τόνων σκύρου, προβλεπόταν στην προμήθεια των συνολικών αναγκών των 80.000 τόνων σκύρων για το τμήμα αυτό του έργου και δεν αφορά σε επιπλέον προμήθεια. 8) Άρθρο 2ΝΤ/30 (αφορά στην προμήθεια και εγκατάσταση υπερυψωμένου αντιστατικού ψευδοδαπέδου τεχνικών δωματίων σηματοτεχνικού εξοπλισμού του Σ.Σ. Πειραιά, η οποία δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό, έγινε χωρίς έγγραφη ή προφορική εντολή και δεν ήταν αναγκαία για την εκτέλεση του έργου, ώστε να πρέπει να τις εκτελέσει η πρώτη προσφεύγουσα, χωρίς να τηρηθούν οι ανωτέρω προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος και 9) Άρθρο 2ΝΤ/31 (αφορά στην πρόσθετη δαπάνη για την προμήθεια Σταθμού ηλεκτρικής ενέργειας του Σιδηροδρομικού Σταθμού Αγ. Ιωάννη Ρέντη), η οποία δεν είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό, έγινε χωρίς έγγραφη ή προφορική εντολή και δεν ήταν αναγκαία για την εκτέλεση του έργου, ώστε να πρέπει να τις εκτελέσει η πρώτη προσφεύγουσα, χωρίς να τηρηθούν οι ανωτέρω προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος. Σημειωτέον ότι ο ισχυρισμός των προσφευγουσών πως εγκρίθηκαν όλες οι εργασίες, σύμφωνα με τις παρ. 9 και 10 του άρθρου 11 της Ειδικής Συγγραφής Υποχρεώσεων, εξαιτίας παρόδου δέκα εβδομάδων από την ημέρα υποβολής των εγγράφων και μελετών των εργασιών αυτών μέσω των τμηματικών επιμετρήσεων – ΠΠΑΕ, δεν ευσταθεί, διότι το άρθρο αυτό αφορά στον ποιοτικό έλεγχο του έργου και στο συγκεκριμένο – εγκεκριμένο έργο (σελ. 23 Ειδικής Συγγραφής Υποχρεώσεων) και όχι σε νέες – εξωσυμβατικές εργασίες, για τις οποίες θα πρέπει να ακολουθηθεί η διαδικασία που προβλέπεται στο νόμο. Κατόπιν τούτων, πλην των νέων εργασιών 2ΝΤ/1, 2ΝΤ/18, 2ΝΤ/32, 2ΝΤ/33, 2ΝΤ/34, 2ΝΤ/35, 2ΝΤ/36 και 2ΝΤ/37, οι οποίες, παρά το γεγονός ότι παρεκκλίνουν από τη σύμβαση και εκτελέσθηκαν χωρίς έγγραφη ή προφορική εντολή της καθ’ ης, κρίνονται ως αναγκαίες, οι λοιπές εργασίες, που δεν είχαν εγκριθεί από την καθ’ ης, δεν πιθανολογήθηκε ότι ήταν αναγκαίες για την εκτέλεση του έργου. Πρέπει επομένως, να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος της προσφυγής ως προς τις ως άνω νέες εργασίες των άρθρων 2ΝΤ/1, 2ΝΤ/18, 2ΝΤ/32, 2ΝΤ/33, 2ΝΤ/34, 2ΝΤ/35, 2ΝΤ/36 και 2ΝΤ/37, να ακυρωθεί ως προς αυτές η τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη της από 27.11.2011 αίτησης θεραπείας κατά της απόφασης 4766/25.8.2011 του Δ.Σ. της καθ’ ης ………., η ως άνω απόφαση του Δ.Σ. της τελευταίας, δυνάμει της οποίας απορρίφθηκε η από 30.6.2011 και με αριθμό πρωτοκόλλου ….. ……. ένσταση των προσφευγουσών, που τους κοινοποιήθηκε στις 29.8.2011 και (να ακυρωθεί) η με αριθμό πρωτοκόλλου ……./16.6.2011 πράξη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας σχετικά με την Τελική Επιμέτρηση, καθ’ ό μέρος αφορά στις νέες εργασίες αυτές, να απορριφθεί δε, ο ίδιος λόγος της προσφυγής, ως προς τις λοιπές νέες εργασίες. Τέλος, όσον αφορά στον τελευταίο λόγο της προσφυγής, με τον οποίο ζητείται η ακύρωση της πράξης ……/ 16.6.2011 της Διευθύνουσας Υπηρεσίας του έργου, καθ’ ο μέρος προσβάλλεται, ώστε να γίνει δεκτή η Τελική Επιμέτρηση, όπως υποβλήθηκε από την Ανάδοχο, ως προς τα συμπληρωματικά αιτήματα που σχετίζονται με την εκτέλεση της σύμβασης, για τα οποία δεν έχει χάσει το σχετικό δικαίωμα από κάποια άλλη αιτία, κατ’ άρθρο 38 παρ. 6 του π.δ. 609/1985, πρέπει να σημειωθούν τα παρακάτω: ως προς: 1) το 2ο αίτημα (το 1ο αίτημα δεν προσβάλλεται με την υπό κρίση προσφυγή), με το οποίο ζητείται να εξοφληθούν όλοι οι εγκεκριμένοι λογαριασμοί (57ος, 58ος, 59ος, 60ος, 61ος, 62ος, 63ος, 64ος και 65ος), που ανέρχονται, μετά την απόσβεση προκαταβολής και τους τόκους προκαταβολής, στο ποσό των 4.322.753,28 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., οι οποίοι, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 10 του Ν. 1418/85 και το άρθρο 40 του Π.Δ. 609/85 ως εγκεκριμένοι από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία λογαριασμοί έπρεπε να έχουν εξοφληθεί, 2) το 3ο αίτημα, με το οποίο ζητείται α) να καταβληθούν οι νόμιμοι τόκοι υπερημερίας των 33ου, 42ου, 43ου, 44ου, 45ου και 46ου λογαριασμών, όπως αυτοί απεικονίζονται στην με αριθμό πρωτ. ……./14.9.2009 επιστολή και ανέρχονται στο ποσό των 210.721,06 ευρώ και β) να καταβληθούν οι τόκοι των ανεξόφλητων 57ου, 58ου, 59ου, 60ου, 61ου, 62ου, 63ου, 64ου και 65ου λογαριασμών, οι οποίοι ανέρχονται στο ποσό των 139.348,04 ευρώ έως τις 2.3.2011, ήτοι τόκοι συνολικά έως 2-3-2011 (α+β) = 210.721,06 + 139.348,04 = 350.069,10 ευρώ (Σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 10 του ν. 1418/84 οι λογαριασμοί πρέπει να εξοφλούνται εντός δύο μηνών από την υποβολή τους. Σε περίπτωση μη εξόφλησής τους οι λογαριασμοί είναι υπερήμεροι και καταβάλλονται τόκοι. Το ποσοστό υπολογισμού των τόκων υπερημερίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παρ. 9 του ν. 3669/08 (μετά την Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας Κατασκευής Δημοσίων Έργων) είναι ίσο με το επιτόκιο της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας προσαυξημένο κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες – Π.Δ. 166/2003) και 3) το 4ο αίτημα, με το οποίο ζητείται να καταβληθούν οι υπολογισμένοι έως 02/03/2011 – νόμιμοι τόκοι επί τόκων υπερημερίας των 33ου, 42ου, 43ου, 44ου, 45ου και 46ου λογαριασμών, αλλά και των 57ου, 58ου, 59ου, 60ου, 61ου, 62ου, 63ου, 64ου και 65ου λογαριασμών, που ανέρχονται στο ποσό των 31.146,19 ευρώ, είναι μη νόμιμος, διότι σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στην ως άνω με αριθμό ΙΙ. μείζονα σκέψη, εφόσον για τις ανωτέρω απαιτήσεις υφίσταται εκκαθαρισμένη και αναγνωρισμένη από τα αρμόδια όργανα της διοίκησης του έργου απαίτηση του εργολάβου, ασκείται ευθεία αγωγή και όχι προσφυγή,  αφού αντικείμενο της τελευταίας είναι η ακύρωση των προσβαλλόμενων βλαπτικών πράξεων των οργάνων διοίκησης του κυρίου του έργου ως προς το κύρος και τη νομιμότητά τους. Για το λόγο αυτό άλλωστε, για τους ως άνω εγκεκριμένους λογαριασμούς των οποίων ζητείται η εξόφληση, όπως και των παρεπόμενων αιτημάτων – τόκων αυτών (ανωτέρω 2ο και 3ο αιτήματα), ασκήθηκαν σχετικές αγωγές από τις προσφεύγουσες και έχουν εκδοθεί οι αποφάσεις 592/2012 (57ος λογαριασμός πλέον τόκων), 593/2012 (58ος λογαριασμός πλέον τόκων), 570/2012 (59ος λογαριασμός πλέον τόκων), 571/2012 (65ος λογαριασμός πλέον τόκων), 572/2012 (60ος λογαριασμός πλέον τόκων), 1051/2013 (61ος λογαριασμός πλέον τόκων) του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, που έχουν ήδη καταστεί αμετάκλητες και η απόφαση 745/2012, που μετά την αναίρεσή της με την απόφαση 271/2016, εκκρεμεί η έκδοση απόφασης (ως προς την αγωγή για την καταβολή τόκων επί των ποσών των 33ου, 42ου, 43ου, 44ου, 45ου και 46ου λογαριασμών). Επιπλέον, ως προς τους 62ο, 63ο και 64ο λογαριασμούς του έργου, που επίσης έχουν ασκηθεί αγωγές, έχουν εκδοθεί οι αποφάσεις 1140/2013, 469/2014 και 1141/2013 αντίστοιχα του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, με τις οποίες αναβλήθηκε η συζήτησή τους, έως την έκδοση απόφασης επί της υπό κρίση προσφυγής, επειδή αφορούσαν και σε εργασίες συμβατικές μη εγκεκριμένες και σε νέες μη εγκεκριμένες και κοστολογημένες. Σημειωτέον ότι ως προς το 4ο αίτημα για την καταβολή τόκων επί τόκων, που επίσης πρέπει να ασκηθεί με αγωγή, ως παρεπόμενο αίτημα των ανωτέρω λογαριασμών, για τους οποίους, όπως προαναφέρθηκε, υφίσταται εκκαθαρισμένη και αναγνωρισμένη από τα αρμόδια όργανα της διοίκησης του έργου απαίτηση του εργολάβου, απαιτείται η επίκληση ότι υφίστανται απαιτητοί τόκοι ενός τουλάχιστον έτους, επίδοση καταψηφιστικής αγωγής με αίτημα περί ανατοκισμού και επίδοσή της μετά την πάροδο έτους, εφόσον υπάρχουν δεδουλευμένοι τόκοι ενός τουλάχιστον έτους (Ολ.Α.Π. 10/2007 Νο.Β. 2008 σελ. 900, Α.Π. 1252/2019, Α.Π. 1403/2013 και Α.Π. 228/2006 όλες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»). Όσον αφορά δε, στα υπόλοιπα αιτήματα, κατ’ άρθρο 38 παρ. 6 του π.δ. 609/1985, που αφορούν στην καταβολή: 4) το 5ο πρόσθετης δαπάνης από σταλίες μηχανημάτων και προσωπικού από 23-07-2010 έως 31-10-2010, που υπολογίσθηκαν σύμφωνα με τις σχετικές επιστολές …/23-7-2010, …../29-7-2010, ……./12.8.2010 και ………./ 24.2.2010 και το ημερολόγιο του έργου και ανέρχεται στο ποσό του 1.320.881,17 ευρώ, 5) το 6ο πρόσθετων δαπανών προμήθειας εγγυητικών επιστολών, οι οποίες ανέρχονται στο ποσό των 828.310,79 ευρώ και προέκυψαν, όπως λεπτομερώς αναλύονται στην Τελική Επιμέτρηση, από την αύξηση του συμβατικού χρόνου άνευ υπαιτιότητας των προσφευγουσών, 6) το 7ο πρόσθετων δαπανών για την ασφάλιση του έργου, οι οποίες ανέρχονται στο ποσό του 1.398.114,73 ευρώ και προέκυψαν, όπως λεπτομερώς αναλύονται στην Τελική Επιμέτρηση, από την αύξηση του συμβατικού χρόνου άνευ υπαιτιότητάς τους (προσφευγουσών), 7) το 8ο πρόσθετης δαπάνης για τη φύλαξη των εργοταξιακών χώρων έως 2.3.2011, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 1.028.936,34 ευρώ και προέκυψαν, όπως λεπτομερώς αναλύονται στην Τελική Επιμέτρηση, από την αύξηση του συμβατικού χρόνου άνευ υπαιτιότητάς τους (προσφευγουσών), 8) το 9ο δαπάνης αμοιβών πρόσθετων εκπονηθεισών μελετών, η οποία  ανέρχεται στο ποσό των 3.584.188,28 ευρώ και προέκυψε μετά την αλλαγή της 1ης περιβαλλοντικής μελέτης, 9) το 10ο αποζημίωσης, λόγω αλλαγής των συμβατικών συνθηκών κατασκευής του έργου, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 9.226.445,20 ευρώ, 10) το 11ο αποζημίωσης, βάσει του άρθρου 9 του ν. 1418/’84 και του άρθρου 50 παρ. 1 και 2 του π.δ. 609/85, λόγω διάλυσης της σύμβασης, η οποία στο ποσό του 1.619.578,65 ευρώ, 11) το 12ο πρόσθετης δαπάνης τεχνικής υποστήριξης σηματοδότησης, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 21.043,23 ευρώ, 12) το 13ο πρόσθετης δαπάνης για την αποξήλωση, μεταφορά και αποθήκευση χειροκίνητων χειριστηρίων αλλαγών γραμμής, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 18.434,90 ευρώ και 13) το 14ο των νόμιμων αναθεωρήσεων όλων των εργασιών που εκτελέσθηκαν εντός του 2010 και αναθεωρήθηκαν προσωρινά, ως ο νόμος ορίζει με τους συντελεστές του προηγούμενου τριμήνου (Δ΄ 2009), οι οποίοι θα υπολογισθούν μετά την έκδοση των συντελεστών από το αρμόδιο Υπουργείο, πρέπει να απορριφθούν προεχόντως ως αόριστα, αφού στερούνται πλήρως, κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., σαφή έκθεση των γεγονότων, που τα θεμελιώνουν και ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς (χρόνος γέννησης του επίδικου δικαιώματος, από που απορρέει το σχετικό δικαίωμα και εξειδίκευση με πληρότητα των πραγματικών περιστατικών, που αποτελούν την προϋπόθεση εφαρμογής του κανόνα δικαίου), περιέχοντας μόνο τα ανωτέρω αιτήματα. Ειδικότερα, ως προς το 5ο αίτημα, ποσού 1.320.881,17 ευρώ για σταλίες μηχανημάτων από 23-7-2010 έως 31-10-2010 δεν προσδιορίζονται τα στοιχεία προσδιορισμού και εξαγωγής του ως άνω ύψους του χρηματικού ποσού για την αιτία αυτή, ως προς το 6ο αίτημα ποσού 828.310,79 ευρώ για πρόσθετες δαπάνες προμήθειας εγγυητικών επιστολών δεν παρατίθενται ούτε ο αριθμός των εγγυητικών επιστολών, η ταυτότητα και το ύψος εκάστης εξ αυτών, ούτε η πρόσθετη δαπάνη προμήθειας για κάθε εγγυητική επιστολή, ούτε η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της εκδόσεως των εγγυητικών επιστολών και της συμφωνηθείσας συμβάσης δημοσίου έργου, ως προς το 7ο αίτημα ποσού 1.398.114,73 ευρώ για πρόσθετες δαπάνες ασφάλισης του έργου δεν προσδιορίζεται ούτε η ταυτότητα της πρόσθετης συμβάσεως ασφάλισης, το ακριβές αντικείμενο αυτής, ούτε η αιτία της σύναψής της και η αιτιώδης συνάφεια αυτής με το επίδικο δημόσιο έργο, ως προς το 8ο αίτημα ποσού 1.028.936,34 ευρώ για πρόσθετη δαπάνη φύλαξης των εργοταξιακών χώρων έως τις 2.3.2011, δεν εξειδικεύεται σε τι συνίσταται η δαπάνη αυτή, γιατί απαιτήθηκε πρόσθετη φύλαξη, ούτε ο τρόπος προσδιορισμού του ως άνω ποσού, ως προς το 9ο αίτημα ποσού 3.584.188,28 ευρώ για δαπάνη προσθέτων αμοιβών εκπονηθεισών μελετών δεν προσδιορίζεται ούτε η ταυτότητα και το είδος των μελετών, η αιτία εκπόνησής τους, ούτε η δαπάνη που αντιστοιχεί σε κάθε μελέτης, ως προς το 10ο αίτημα ποσού 9.226.445,20 ευρώ για αποζημίωση λόγω αλλαγής των συμβατικών συνθηκών κατασκευής του έργου, δεν εκτίθενται οι αλλαγές των συμβατικών συνθηκών κατασκευής του έργου, ούτε τα προσδιοριστικά στοιχεία υπολογισμού του ως άνω ύψους αποζημίωσης, ως προς το 11ο αίτημα ποσού 1.619.578,65 ευρώ για την καταβολή αποζημίωσης των άρθρων 9 του ν. 1418/1984 και π.δ. 609/1985, λόγω διάλυσης της σύμβασης, δεν αναφέρεται ο τρόπος με τον οποίο προσδιορίζεται η ως άνω αποζημίωση και σε τι συνίσταται αυτή, ως προς το 12ο αίτημα ποσού 21.043,23 ευρώ για δαπάνη τεχνικής υποστήριξης σηματοδότησης, δεν εκτίθεται αν αφορά σε αρχική συμβατική υποχρέωση ή μεταγενέστερη και τα επί μέρους στοιχεία προσδιορισμού της ως άνω δαπάνης στο ύψος αυτό, ως προς το 13ο αίτημα ποσού 18.434,90 ευρώ για πρόσθετη δαπάνη αποξήλωσης, μεταφοράς και αποθήκευσης χειροκίνητων χειριστηρίων αλλαγών γραμμής, δεν εκτίθενται τα επί μέρους στοιχεία προσδιορισμού της ως άνω δαπάνης στο ως άνω ύψος (είδος και μέγεθος κάθε εργασίας, τρόπος υπολογισμού κάθε επί μέρους δαπάνης για συμφωνία περί αμοιβής κατ’ αποκοπή ή βάσει αριθμού ημερομισθίων και χρόνου χρησιμοποιηθέντων μηχανημάτων) και ως προς το 14ο αίτημα για τις νόμιμες αναθεωρήσεις των εκτελεσθεισών εργασιών του έτους 2010 δεν προσδιορίζεται καθόλου το χρηματικό ύψος αυτών. Σημειωτέον ότι ως προς τα ανωτέρω 9ο και 14ο αιτήματα οι προσφεύγουσες άσκησαν νέες προσφυγές (με αριθμό κατάθεσης …./2012 και ……./2012), οι οποίες περιέχουν όλα τα ανωτέρω στοιχεία. Τέλος, ως προς το αίτημα για την ακύρωση της ίδιας πράξης (……/16.6.2011), καθ’ ο μέρος αφορά στη μη έγκριση του μητρώου του έργου (δηλαδή των σχεδίων και της τεχνικής περιγραφής του έργου), λαμβανομένου υπόψη ότι με την προσβαλλόμενη πράξη αναφέρεται ότι «η έγκριση του έργου προς το παρόν δεν μπορεί να γίνει καθότι δεν βασίζεται σε εγκεκριμένα στοιχεία όπως και η προσωρινή παραλαβή του έργου», επίσης υποβάλλεται αόριστα, αφού δεν γίνεται επίκληση των γεγονότων που δικαιολογούν την άσκηση της προσφυγής ως προς το αίτημα αυτό από τις προσφεύγουσες, ούτε, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στη με αριθμό ΙΙ. μείζονα σκέψη, οι τελευταίες επικαλούνται ποια είναι τα νομικά ή πραγματικά ελαττώματα αυτής (ως άνω πράξης), εφόσον ζητείται η ακύρωσή της. Σε κάθε περίπτωση, το αίτημα είναι αβάσιμο, διότι, είναι αληθής η αναφορά της Διευθύνουσας Υπηρεσίας στην προσβαλλόμενη πράξη της, ότι, κατά την ημερομηνία υποβολής, του το μητρώο του έργου δεν μπορούσε να εγκριθεί, διότι δεν βασιζόταν σε εγκεκριμένα στοι-χεία.

ΙΧ.  Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος της προσφυγής προς έρευνα, πρέπει να γίνει αυτή εν μέρει δεκτή, να ακυρωθούν, κατά τα ανωτέρω, οι προσβαλλόμενες πράξεις, ως προς την από 20.4.2011 Τελική Επιμέτρηση του έργου και να καταδικαστεί η καθ’ ης η προσφυγή, ανάλογα με την έκταση της ήττας της, στην πληρωμή μέρους της δικαστικής δαπάνης των προσφευγουσών, κατόπιν του σχετικού αιτήματός τους (άρθρα 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., 58 παρ. 4 περ. α, 5 και Παράρτημα Ι περ. Β του ν. 4194/2013), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται εν μέρει την προσφυγή.

Ακυρώνει: α) την τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη από τον Υπουργό Μεταφορών και Δικτύων της από 27.11.2011 αίτησης θεραπείας των προσφευ-γουσών κατά της απόφασης …../25.8.2011 του Δ.Σ. της καθ’ ης – …………, με την οποία απορρίφθηκε η από 30.6.2011 και με αριθμό πρωτοκόλλου ………. ένστασή τους (προσφευγουσών), β) την ως άνω απόφαση του Δ.Σ. της ………. …./25.8.2011, με την οποία απορρίφθηκε η από  30.6.2011 και με αριθμό πρωτοκόλλου …. ένσταση των προσφευγουσών και γ) τη με αριθμό πρωτοκόλλου …………/16.6.2011  πράξη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας του έργου με τίτλο «ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΗ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΣΗΣ – ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ – ΤΗΛΕΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΕΙΡΑΙΑ – ΑΘΗΝΑ – ΤΡΕΙΣ ΓΕΦΥΡΕΣ – ΣΚΑ – ΑΧΑΡΝΕΣ/ΤΡΕΙΣ ΓΕΦΥΡΕΣ – ΑΝΩ ΛΙΟΣΙΑ – ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕ Σ.Γ.Υ.Τ. ΣΚΑ – ΚΟΡΙΝΘΟΥ», με την οποία διορθώθηκε η από 20.4.2011 Τελική Επιμέτρηση αυτού, καθ’ ο μέρος αφορά: α) στην περικοπή των συμβατικά καθορισθέντων εργασιών που εκτελέστηκαν, στις οποίες περιλαμβάνονται και αυτές των άρθρων 1ΝΤ/2, 1ΝΤ/9, 1ΝΤ/10, 1ΝΤ/16, 1ΝΤ/20, 1ΝΤ/21, 1ΝΤ/24, 1ΝΤ25/1, 1ΝΤ25/5, 1ΝΤ25/6, 1ΝΤ25/7,1ΝΤ25/12 και 1ΝΤ25/15, β) στα υλικά επί τόπου και γ) στις νέες εργασίες των άρθρων 2ΝΤ/1, 2ΝΤ/18, 2ΝΤ/32, 2ΝΤ/33, 2ΝΤ/34, 2ΝΤ/35, 2ΝΤ/36 και 2ΝΤ/37, ώστε να γίνει δεκτή η Τελική Επιμέτρηση, όπως υποβλήθηκε από την Ανάδοχο προς την καθ’ ης, ως προς τα ανωτέρω (α) συμβατικά καθορισθείσες εργασίες που εκτελέστηκαν και περικόπησαν, στις οποίες περιλαμβάνονται και αυτές των άρθρων 1ΝΤ/2, 1ΝΤ/9, 1ΝΤ/10, 1ΝΤ/16, 1ΝΤ/20, 1ΝΤ/21, 1ΝΤ/24, 1ΝΤ25/1, 1ΝΤ25/5, 1ΝΤ25/6, 1ΝΤ25/7, 1ΝΤ25/12 και 1ΝΤ25/15, β) υλικά επί τόπου και γ) νέες εργασίες   των άρθρων 2ΝΤ/1, 2ΝΤ/18, 2ΝΤ/32, 2ΝΤ/33, 2ΝΤ/34, 2ΝΤ/35, 2ΝΤ/36 και 2ΝΤ/37).  Και

Καταδικάζει την καθ’ ης η προσφυγή στην πληρωμή μέρους της δικαστι-κής δαπάνης των προσφευγουσών, την οποία καθορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.

Κρίθηκε, και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 2 Ιουνίου 2022.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρου τους, στις 16 Ιουνίου 2022.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ