Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 54/2023

Αριθμός     54/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α. ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Εταιρίας περιορισμένης ευθύνης …………… η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Βασιλική Ζαμπέλη.

Α.ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:       1) Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία ………………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της Δικηγόρο Θεοδόσιο Τσιβόλα (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.) και 2) Εταιρείας με την επωνυμία «………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της Δικηγόρο Μιχαήλ Πατεράκη.

Β. ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία …………………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της Δικηγόρο Μιχαήλ Πατεράκη.

Β. ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Εταιρείας με την επωνυμία ……………… η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Βασιλική Νακοπούλου και 2)   Μεταφορικής εταιρείας με την επωνυμία ……………. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Βασιλική Καλύβα.

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν α) η πρώτη εκ των υπό στοιχ Α εφεσιβλήτων την από 4.7.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2018) αγωγή, β) η υπό στοιχ Α εκκαλούσα την από  26.7.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2018 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή και γ) η δεύτερη εκ των υπό στοιχ Β εφεσιβλήτων-Β εκκαλούσα την από 5.10.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………../2018) ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή, επί των οποίων εκδόθηκε η υπ΄αριθμ.  1766/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) η υπό στοιχ Α ήδη εκκαλούσα με την από  22.9.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Πρωτοδικείο  ………../2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Εφετείο  ………./2020) έφεσή της και β) η υπό στοιχ Β ήδη εκκαλούσα με την από 12.2.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Πρωτοδικείο  ………/2021, ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Εφετείο  ………./2021) έφεσή της.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της πρώτης εκ των υπό στοιχ Α εφεσιβλήτων, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε, οι δε πληρεξούσιοι δικηγόροι των λοιπών διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στην προκειμένη περίπτωση, οι κρινόμενες εφέσεις: Α) Η από 25.9.2020 (υπ’ αριθ………/2020 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και ………/2020 έκθεση καταθ. Εφετείου) έφεση της εταιρείας με την επωνυμία «………….. » Β) η από 12.01.2021 (υπ’ αριθ. ……./2021 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και υπ’ αριθμό ………../2021 έκθεση κατάθεσης Εφετείου) (επικουρική) της εταιρίας με την επωνυμία «………..» οι οποίες στρέφονται κατά της με αριθμ. 1766/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της υπαγωγής τους στην αυτή διαδικασία και της προφανούς μεταξύ τους συνάφειας ενώ περαιτέρω κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επί πλέον δε επέρχεται μείωση εξόδων (άρθρο 31 και 246 ΚΠοΛΔ).

Κατά τις διατάξεις των άρθρων 152 έως 155 παρ. 1 του ΚΠολΔ, αν κάποιος διάδικος δεν μπόρεσε να τηρήσει κάποια προθεσμία εξαιτίας ανωτέρας βίας ή δόλου του αντιδίκου, μπορεί να ζητήσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγουμένη κατάσταση. Η επαναφορά μπορεί να ζητηθεί εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημέρα της άρσεως του εμποδίου που συνιστούσε την ανώτερη βία ή της γνώσεως του δόλου. Ανωτέρα βία που μπορεί να στηρίξει σχετική αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων, κατά την προδιαληφθείσα του όρου έννοια, είναι κάθε γεγονός, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορούσε να αποτραπεί με μέτρα άκρας επιμελείας και συνέσεως (ΟλΑΠ 29/1992 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 214/2016 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 178/2011 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 366/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1587-8/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 308/2007 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 338/2004 ΝΟΜΟΣ). Τέτοιο γεγονός μπορεί να θεωρηθεί η διαταγή της αρχής, η από πρόθεση μη παράδοση από τους συνοίκους του εγγράφου που επιδόθηκε σε αυτούς, η παρακώλυση συγκοινωνιών λόγω φυσικών ή άλλων αιτίων, η μη διενέργεια από τη δημόσια αρχή πράξεως από την οποία εξαρτάται η διαδικαστική ενέργεια του διαδίκου, η εσφαλμένη ενέργεια ή παράλειψη των υπαλλήλων της γραμματείας του δικαστηρίου ή του δικαστικού επιμελητή ή αιφνίδια ασθένεια του πληρεξουσίου δικηγόρου ή και η, υπό ορισμένες περιστάσεις, αιφνίδια ασθένεια του ίδιου του διαδίκου και η από αυτή αδυναμία παραστάσεως του και νομιμοποιήσεως του πληρεξουσίου δικηγόρου του (ΑΠ 633/2011 ΝΟΜΟΣ). Τέτοιο γεγονός μπορεί να θεωρηθεί και η έλλειψη διοικήσεως του νομικού προσώπου (ΕφΘεσ 199/2017 Αρμ. 2017. 384). Εξάλλου, δόλος του αντιδίκου είναι κάθε από πρόθεση συμπεριφορά που συνίσταται στην παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή στην αποσιώπηση των αληθινών και τείνει στην παραγωγή, την ενίσχυση ή τη διατήρηση της κρίσιμης εσφαλμένης αντίληψης ή εντύπωσης (ΑΠ 1266/2001 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 747/2009 ΕλλΔνη 2009. 1461, ΕφΠατρ 291/2006 ΑΧΑΝΟΜ 2007. 301, ΕφΘεσ 987/1999 Αρμ ΝΔ’. 246). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 518 παρ. 1, 151, 152 παρ. 1 και 155 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η παρέλευση άπρακτης της νόμιμης προθεσμίας άσκησης του ενδίκου μέσου της έφεσης, συνεπάγεται έκπτωση από αυτή. Ο διάδικος, όμως, που δεν μπόρεσε να ασκήσει εμπρόθεσμη έφεση, δύναται, αν η εκπρόθεσμη άσκηση αυτής οφείλεται σε ανωτέρα βία ή σε δόλο του αντιδίκου του, να ζητήσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, με την έννοια του να προσδοθεί, με δικαστική απόφαση, στην εκπρόθεσμη άσκηση της έφεσης, η έννομη ενέργεια που αυτή θα είχε αν ήταν εμπρόθεσμη (ΜονΕφΠειρ 380/2014 ΝΟΜΟΣ). Η αίτηση επαναφοράς, απευθυνόμενη στο κατά νόμο αρμόδιο δικαστήριο, ασκείται είτε με το δικόγραφο της έφεσης, είτε με τις προτάσεις, είτε με αυτοτελές δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου και επιδίδεται στον αντίδικο και στο υποχρεωτικό περιεχόμενό της ανήκει η αναφορά των λόγων, για τους οποίους δεν ήταν δυνατό να τηρηθεί η ως άνω προθεσμία, του χρόνου άρσης του εμποδίου που συνιστούσε την ανωτέρα βία ή της γνώσης του δόλου του αντιδίκου, καθώς και των αποδεικτικών μέσων για την εξακρίβωση της αλήθειας τους, ώστε να μπορέσει το δικαστήριο, χωρίς την έκδοση παρεμπίπτουσας περί αποδείξεως αποφάσεως, να σχηματίσει σχετική δικανική πεποίθηση (ΑΠ 275/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 204/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 980/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 462/2002 ΝΟΜΟΣ, ΕΦ. Αθηνών 6487/2019 αδημ.).

Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 69 ΑΚ, που έχει εφαρμογή και στις εμπορικές εταιρίες, όπως η ΕΠΕ (άρθρο 3 παρ. 1 Ν. 3190/1955) το Δικαστήριο μόνο σε δύο περιπτώσεις διορίζει προσωρινή διοίκηση του νομικού προσώπου και συγκεκριμένα όταν λείπουν τα πρόσωπα που απαιτούνται για τη διοίκησή του, τούτο δε συμβαίνει σε περίπτωση θανάτου, βαριάς ασθένειας, μακράς απουσίας, απαγόρευσης, ανάκλησης, έκπτωσης λήξης της θητείας, μονίμων διαφωνιών μεταξύ των διοικούντων και εντεύθεν αδυναμίας λήψης απόφασης κλπ, καθώς και όταν τα συμφέροντα των προσώπων της διοίκησης συγκρούονται προς εκείνα του νομικού προσώπου, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις που αναφέρει το άρθρο 66 ΑΚ και επί αυτοσύμβασης (άρθρο 235 ΑΚ). Και ναι μεν υποστηρίζεται η άποψη ότι η περίπτωση δικαστικού διορισμού προσωρινών διαχειριστών ΕΠΕ υπάρχει μόνο επί συγκρούσεως συμφερόντων, ενώ επί ελλείψεως διαχειριστών τίθεται σε εφαρμογή η νόμιμη διαδικασία του άρθρου 16 του Ν. 3190/1955, δηλαδή η διαχείριση θα ασκείται από όλους τους εταίρους συλλογικώς, τούτο όμως θα μπορούσε να γίνει δεκτό όταν δεν υπάρχουν εντελώς διαχειριστές (θάνατος, παραίτηση) όχι και όταν υπάρχουν μεν, αλλά συντρέχει περίπτωση αδυναμίας νομίμως ή πραγματικής για την άσκηση των καθηκόντων τους. Οπωσδήποτε πάντως θα πρέπει να γίνει δεκτό, ότι η διάταξη του άρθρου 16 του Ν. 3190/1955 λειτουργεί “εάν δεν συνεφωνήθη άλλως” και έτσι σε περίπτωση ύπαρξης σχετικής συμφωνίας και αδυναμίας για οποιοδήποτε λόγο λειτουργίας αυτής θα πρέπει να λάβει χώρα διορισμός προσωρινών διαχειριστών κατά το άρθρο 69 ΑΚ και δεν θα λειτουργήσει το άρθρο 16. Προκειμένου όμως το δικαστήριο να διορίσει κατά το άρθρο 69 ΑΚ προσωρινή διοίκηση ΕΠΕ απαιτείται ως προϋπόθεση η προηγούμενη καταφατική απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, διότι ο νομοθέτης θέλησε να μην αγνοείται η γνώμη των εταίρων. (Άρειος Πάγος 294/2009 , ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Το άρθρο 19 του ν. 3190/1955 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 19 του νόμου 4541/2018 ως εξής: « 8. Σε περίπτωση ανάκλησης του διαχειριστή, καθώς και σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή έκπτωσής του για άλλο λόγο, ο νέος διαχειριστής διορίζεται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο καταστατικό. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη συνέχιση της διαχείρισης από τους λοιπούς διαχειριστές χωρίς αντικατάσταση. Αν οι εταίροι δεν προβούν σε εκλογή διαχειριστή και το καταστατικό δεν περιέχει σχετικές προβλέψεις, ισχύει η διαχείριση του άρθρου 16.».

Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 129 του ΚΠολΔ αν ο παραλήπτης της επίδοσης δεν βρίσκεται στο κατάστημα, το γραφείο ή το εργαστήριο, που προβλέπει το άρθρο 124 παράγραφος 2, το έγγραφο παραδίδεται στα χέρια του διευθυντή του καταστήματος, του γραφείου, ή του εργαστηρίου ή σε έναν από τους συνεταίρους, συνεργάτες, υπαλλήλους ή υπηρέτες, εφόσον έχουν συνείδηση των πράξεών τους και δεν συμμετέχουν στη δίκη ως αντίδικοι του παραλήπτη της επίδοσης. Από τις ίδιες ως άνω διατάξεις, συνδυαζόμενες με εκείνες των άρθρων 159, 160 και 161 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι η παραβίασή τους επάγεται όχι την ανυπαρξία της επίδοσης, αλλά την ακυρότητα αυτής και μάλιστα υπό την πρόσθετη προϋπόθεση ότι η εν λόγω ακυρότητα προκάλεσε στο διάδικο που την προτείνει βλάβη που δεν μπορεί να αποκατασταθεί διαφορετικά, παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας, αφού για τη τήρηση του σχετικού τύπου, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 159, 544 και 559 του ΚΠολΔ δεν προβλέπεται ακυρότητα, αλλά ούτε δίδεται αναψηλάφηση ή αναίρεση. Το δικαστήριο έχει εξουσία να δεχθεί ή να απορρίψει την ύπαρξη του προτεινόμενου πραγματικού γεγονότος της βλάβης από τα στοιχεία της ικογραφίας, χωρίς να είναι υποχρεωμένο να διατάξει γι’ αυτό απόδειξη (ΑΠ 139/2018 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 754/2001 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 482/2015 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 302/2007 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 320/2020 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 117, 139, 438 και 440 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι η έκθεση επίδοσης, που συντάσσει ο αρμόδιος δικαστικός επιμελητής, συνιστά δημόσιο έγγραφο, το οποίο παρέχει πλήρη απόδειξη ως προς όσα βεβαιώνονται σ’ αυτό ότι έγιναν από το δικαστικό επιμελητή ή ενώπιον του. Ανταπόδειξη επιτρέπεται μόνο με την προσβολή της ως πλαστής. Τα περιστατικά αντίθετα που βεβαιώνονται σ αυτήν, την αλήθεια των οποίων όφειλε να διαπιστώσει ο δικαστικός επιμελητής, αλλά τα οποία δεν υποπίπτουν από τη φύση τους στην άμεση αντίληψη του, αποδεικνύονται μεν πλήρως από την έκθεση επίδοσης, επιτρέπεται όμως ως προς αυτά ανταπόδειξη, με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο και με μάρτυρες, από εκείνον που αμφισβητεί την αλήθεια τους (ΑΠ 350/2013 ΝΟΜΟΣ). Πλέον ειδικά από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 126 παρ. 1 στοιχ. δ’, 127 παρ. 1, 129 παρ. 1 και 139 παρ. 1 στοιχ. δ’ του ΚΠολΔ συνάγεται, πλην άλλων, ότι στην περίπτωση επίδοσης δικογράφου σε νομικό πρόσωπο πρέπει να παραδίδεται τούτο σε εκείνον που είναι εκπρόσωπός του κατά το νόμο ή το καταστατικό και αν αυτός δεν ευρεθεί στο κατά το 124 παρ. 2 γραφείο του, το έγγραφο, κατά τη διάταξη του άρθρου 129 παρ. 1 του ΚΠολΔ, παραδίδεται στα χέρια του διευθυντή του γραφείου ή σε έναν από τους συνεταίρους, συνεργάτες, υπαλλήλους ή υπηρέτες, οπότε πρέπει και αρκεί να αναγράφεται στην έκθεση η ιδιότητα και το ονοματεπώνυμο του προσώπου αυτού (Ολ.ΑΠ 900/1985, ΑΠ 532/1999), για να μπορεί να διαπιστωθεί αν είναι ένα από τα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα παραλαβής εγγράφου, σύμφωνα με την ως άνω διάταξη του άρθρου 129 παρ. 1 του ΚΠολΔ. Κατά την τελευταία αυτή διάταξη ως “υπάλληλοι ή υπηρέτες” προφανώς νοούνται οι υπάλληλοι ή υπηρέτες του νομικού προσώπου προς το οποίο γίνεται η επίδοση. Εξάλλου, η έκθεση επίδοσης ως δημόσιο έγγραφο, αφού συντάσσεται από δημόσιο όργανο, το δικαστικό επιμελητή, έχει την αποδεικτική δύναμη δημόσιου εγγράφου, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 438 επ. του ΚΠολΔ και επομένως ως προς τα βεβαιούμενα σ’ αυτή ότι ο παραλήπτης του εγγράφου είναι υπάλληλος εκείνου προς τον οποίο γίνεται η επίδοση, γεγονότα που είναι υποχρεωμένος να διαπιστώσει ο δικαστικός επιμελητής για να ενεργήσει, κατά το άρθρο 129 παρ. 1 του ΚΠολΔ, νομότυπη επίδοση, αποτελεί πλήρη απόδειξη, επιτρέπεται όμως ανταπόδειξη στην οποία υποχρεούται όποιος προβάλλει αμφισβήτηση (ΑΠ 1005/2005, Α.Π 532/1999).

Στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη από 25.9.2020 (υπ’ αριθ………/2020 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και ……/2020 έκθεση καταθ. Εφετείου) έφεση της εταιρείας με την επωνυμία «……………» έφεση κατά της με αριθμ. 1766/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η από 4.7.2018 αγωγή με αριθμό κατ. ……./2018 ενώ για το παραδεκτό της έφεσης έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα – εναγομένη το παράβολο των 100,00 ευρώ (αριθμός ……………/2020) που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, ασκήθηκε εκπροθέσμως. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την εφεσίβλητη – ενάγουσα υπ’ αριθ. …../20.7.2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθήνας …………, την 20.7.2020 έλαβε χώρα επίδοση προς την πρώτη εναγόμενη, ήδη εκκαλούσα αντίγραφο της με αριθμό 1766/2020 οριστικής απόφασης (ακριβές ψηφιακό αντίγραφο) του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και συντάχθηκε για το σκοπό αυτό η ανωτέρω έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών, στην έδρα της στον Πειραιά Αττικής επί της οδού ………. προς γνώση του και για τις νόμιμες συνέπειες. Η κρινόμενη έφεσή ασκήθηκε με την κατάθεσή της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου την 25.9.2020, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό …………../2020 έκθεσης κατάθεσης της γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση, τέσσερις (4) ημέρες μετά την παρέλευση της προθεσμίας των τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης που παρήλθε την 21.9.2020 κατ’ άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, η δε εφεσίβλητη – ενάγουσα ζήτησε με τις έγγραφες προτάσεις της την απόρριψή της έφεσης ως απαράδεκτης λόγω εκπρόθεσμης άσκησής της, ζήτημα ερευνώμενο και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Η εκκαλούσα – εναγόμενη ισχυρίζεται, με την προσθήκη επί των προτάσεών της, αφενός ότι η επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης είναι άκυρη διότι κατά το χρόνο της επίδοσης υπήρχε έλλειψη διοικήσεως του νομικού προσώπου και αφετέρου ότι ο παραλαβών το δικόγραφο δεν είχε την ιδιότητα του ιδιότητα του υπάλληλου της εταιρείας η οποία κατά το χρόνο εκείνο δεν λειτουργούσε. Ειδικότερα ισχυρίζεται ότι ο ………… υπήρξε διαχειριστής της πρώτης εναγομένης και νυν εκκαλούσας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης από την 7.7.2000, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο ΦΕΚ Α.Ε & ΕΠΕ 7686/18.7.2000 μέχρι την 22.9.2019, οπότε απεβίωσε. Ότι μετά το θάνατο του ορισθέντος με το καταστατικό διαχειριστή η εταιρεία βρίσκονταν σε αδράνεια, δεν λειτουργούσε, ούτε απασχολούσε προσωπικό και για το λόγο αυτό ο παραλαβών το αντίγραφο της πρωτόδικης απόφασης δεν είχε την ιδιότητα του υπαλλήλου της εκκαλούσας καθώς και ότι η εκπροσώπηση της εταιρείας αποκαταστάθηκε το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2020 με την τροποποίηση του καταστατικού εταιρείας που αναρτήθηκε στο ΓΕΜΗ την 17.12.2020. Τέλος ισχυρίζεται ότι η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη είχε ενημερωθεί από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της εναγομένης- εκκαλούσας για το θάνατο του νόμιμου εκπροσώπου της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας, όπως προκύπτει από το από 7.7.20020 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Συνεπώς η ανωτέρω επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης την 20.7.2020 είναι άκυρη, μη παράγουσα οποιοδήποτε αποτέλεσμα και μη αφετηριάζουσα την γνήσια τριακονθήμερη προθεσμία της έφεσης, λόγω του επισυμβάντος θανάτου του νομίμου εκπροσώπου της εκκαλούσας, γεγονός που συνιστά ανωτέρα βία και που γνώριζε η εφεσίβλητη – ενάγουσα, η οποία ενήργησε καταχρηστικώς και δολίως προβαίνοντας στην επίδοση της απόφασης, με σκοπό να απωλέσει η ίδια το δικαίωμά της να ασκήσει εμπρόθεσμη έφεση, ζητεί δε με την προσθήκη των προτάσεων της την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, ήτοι στην κατάσταση προ της επίδοσης αυτής, ώστε να θεωρηθεί εμπρόθεσμη η άσκηση της έφεσής της. Το αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, προβάλλεται παραδεκτώς, εντός της προθεσμίας του άρθρου 153 του ΚΠολΔ των τριάντα ημερών από την ημερομηνία και γνώσης του δόλου των αντιδίκων, η οποία, κατά τα εκτιθέμενα σ’ αυτήν, έλαβε χώρα την 25.11.2021 με τη λήψη αντιγράφου των προτάσεων της αντιδίκου της, αφετέρου γίνεται αναφορά σ’ αυτήν, κατ’ άρθρο 155 παρ. 2 του ΚΠολΔ, των λόγων για τους οποίους δεν ήταν δυνατό να τηρηθεί η ως άνω προθεσμία της έφεσης, του χρόνου άρσης του εμποδίου που συνιστούσε την ανωτέρα βία αλλά και της γνώσης του δόλου της αντιδίκου καθώς και των αποδεικτικών μέσων προς εξακρίβωση της αλήθειας των προβαλλόμενων λόγων ανωτέρας βίας και δόλου των αντιδίκων. Το κρινόμενο αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση είναι απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο, καθόσον δεν αποδείχθηκαν οι επικαλούμενοι από την εκκαλούσα λόγοι ανωτέρας βίας και δόλου του αντιδίκων της, εξαιτίας των οποίων δεν τηρήθηκε η προθεσμία άσκησης εμπρόθεσμης έφεσης. Ειδικότερα, από τα έγγραφα που προσκομίζει με επίκληση η εκκαλούσα προέκυψε ότι ο ……………… υπήρξε διαχειριστής της πρώτης εναγομένης και νυν εκκαλούσας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης από την 7.7.2000 όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο ΦΕΚ Α.Ε & ΕΠΕ 7686/18.7.2000 μέχρι την 22.9.2020, οπότε απεβίωσε. Όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο ΦΕΚ Α.Ε & ΕΠΕ 7686/18.7.2000 στο οποίο έχει δημοσιευτεί η τροποποίηση του καταστατικού της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας με το με αριθμό ………../7.2000 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου ……….. που καταχωρήθηκε νόμιμα στο βιβλίο εταιρειών του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό …………/17.7.2000 η παραπάνω εταιρεία προέβη σε τροποποίηση του άρθρου 12 του καταστατικού ως προς το διαχειριστή και σύμφωνα με το τροποποιηθέν άρθρο ορίστηκε ότι : «τη διαχείριση και εκπροσώπηση της εταιρείας αναλαμβάνει ο ……………. Ο διαχειριστής θα ενεργεί πάντοτε κατά την εκπροσώπηση και προπάντων κατά τη δέσμευση και θα διαχειρίζεται και θα εκπροσωπεί την εταιρεία σε κάθε δικαστήριο, οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας ακόμη και στον Άρειο Πάγο και το Συμβούλιο της Επικράτειας, στα Φορολογικά Δικαστήρια και στις εκδικαστικές επιτροπές καθώς και σε κάθε άλλη διοικητική, οικονομική ή άλλη αρχή ή σε επιτροπή και σε κάθε νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου Τράπεζες ή και φυσικό πρόσωπο, ενεργεί κάθε είδους συμβάσεις, εκδίδει αποδέχεται ή μεταβιβάζει συναλλαγματικές ή γραμμάτια σε διαταγή ή τραπεζικές επιταγές και γενικά ενεργεί κάθε πράξη εκπροσώπησης διαχείριση ή διάθεσης και σε κάθε περίπτωση που αφορά το σκοπό της εταιρικής υπόθεσης ή επιχείρησης. Πράξεις του διαχειριστή ακόμη και αν είναι εκτός εταιρικού σκοπού, δεσμεύουν την εταιρεία απέναντι σε τρίτους, εκτός αν ο τρίτος δεν γνώριζε την υπέρβαση του σκοπού. Η εταιρεία δεσμεύεται δια της υπογραφής κάτω από την εταιρική επωνυμία του ………….. Έγγραφο της εταιρείας για να τη δεσμεύει πρέπει να φέρει την εταιρική επωνυμία και κάτω από αυτήν την υπογραφή του διαχειριστή ως ανωτέρω διαφορετικά δεν δεσμεύει την εταιρεία. Ο διαχειριστής ανακαλείται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της εταιρείας με την πλειοψηφία του άρθρου 9 του παρόντος». Περαιτέρω προέκυψε ότι ο ανωτέρω παράμεινε διαχειριστής της εταιρείας μέχρι το χρόνο του θανάτου του το έτος 2019 (μέχρι την 22.9.2019). Με βάση το κωδικοποιημένο καταστατικό της η εταιρεία έχει έδρα στην οδό ……… στον Πειραιά και συμμετέχουν σε αυτή ο ………. με πεντακόσια ενενήντα εννέα (599) εταιρικά μερίδια και η …………. με ένα (1) εταιρικό μερίδιο . Έκτοτε η εταιρεία δεν λύθηκε σύμφωνα με το άρθρο 31 του καταστατικού της αλλά τα εταιρικά μερίδια περιήλθαν αυτοδικαίως στους εξ’ αδιαθέτου κληρονόμους του ανωτέρω αποβιώσαντος εταίρου, κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και συγκεκριμένα στη σύζυγο του ………… κατά ποσοστό 2/8 εξ’ αδιαιρέτου, στην κόρη του ………. κατά ποσοστό 3/8 εξ’ αδιαιρέτου και στην κόρη του …….. κατά ποσοστό 3/8 εξ’ αδιαιρέτου οι οποίες αποδέχθηκαν την κληρονομιά του, όπως προκύπτει από το με αριθμό ……./05.03.2020 και φακέλου ……../2019 δήλωση φόρου κληρονομιάς που υπέβαλλαν στη ΔΟΥ Παλαιού Φαλήρου. Η Γενική Συνέλευση των εταίρων που είναι το αρμόδιο όργανο να αποφασίζει για κάθε τροποποίηση του καταστατικού σύμφωνα με το άρθρο 10 του καταστατικού με την από 30.3.2020 απόφαση της που καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία πρακτικών των γ.σ της εταιρείας, αποφάσισε να προβεί στην αποδοχή των 599 εταιρικών μεριδίων που αποτελούσαν την μερίδα συμμετοχής του αποβιώσαντος στην εκκαλούσα εταιρεία, τη συνέχιση των εργασιών της εταιρείας και την εκλογή νέου διαχειριστή σε αντικατάσταση του αποβιώσαντος και στη σχετική τροποποίηση των άρθρων του καταστατικού περί εταιρικού κεφαλαίου και περί διαχείρισης. Σύμφωνα με το τροποποιηθέν άρθρο 8 του καταστατικού η διοίκηση της εταιρείας, η διαχείριση γενικά των εταιρικών υποθέσεων και η δικαστική και εξώδική εκπροσώπηση της εταιρείας ανατίθεται για αόριστη διάρκεια η οποία ορίζεται μέχρι την 5.1.2026 στην εκ των εταίρων ……………. η οποία θα ενεργεί για λογαριασμό και στο όνομα της εταιρείας πράξεις διαχείρισης και διάθεσης που σε κάθε περίπτωση ανάγονται στο σκοπό της εταιρεία και δεσμεύει της εταιρεία νόμιμα υπογράφοντας κάτω από την εταιρική επωνυμία. Την 17.12.2020 αναρτήθηκε στο ΓΕΜΗ η με αριθμό …………/14.12.2020 πράξη της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………… από την οποία προκύπτει ότι με την από 30.3.2020 απόφαση της συνέλευσης των εταίρων αποφασίστηκε μεταξύ άλλων και η τροποποίηση του καταστατικού της εταιρείας και ως προς τις περί διαχείρισης διατάξεις και την ίδια ημερομηνία καταχωρίσθηκε στο ΓΕΜΗ ολόκληρο το νέο κείμενο καταστατικού μαζί με τις τροποποιήσεις του. Δεδομένου ότι σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων 4541/2018 αρ.2 παρ. 6 που ορίζει ότι για τα στοιχεία και τις πράξεις της ε.π.ε για τα οποία προβλέπεται υποχρέωση δημοσιότητας εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3419/2005 που στα άρθρα 15 και 16 προβλέπει ότι πρέπει να δημοσιεύεται κάθε τροποποίηση του καταστατικού της Ε.Π.Ε και η δημοσιότητα έχει συστατικό χαρακτήρα και συνεπώς πριν τη δημοσίευση των διατάξεων του τροποποιηθέντος καταστατικού δεν υπήρχε νόμιμα διορισμένος διαχειριστής με το καταστατικό. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 19 του ν. 3190/1955 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 του νόμου 4541/2018 εφόσον οι εταίροι δεν είχαν προβεί σε εκλογή διαχειριστή μέχρι το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2020 και δεν είχε συμφωνηθεί άλλως σύμφωνα με το καταστατικό ήτοι δεν υπήρχε σχετική συμφωνία των εταίρων άρα στην εταιρεία ίσχυε η διαχείριση του άρθρου 16 του ν. 3190/1955 που είναι η συλλογική διαχείριση και συνεπώς από το χρόνο του θανάτου του ανωτέρω διαχειριστή μέχρι το μήνα Δεκέμβριο του 2020 ίσχυε η εκ του νόμου προβλεπόμενη συλλογική διαχείριση και διαχειρίστρια της εταιρείας ήταν εκ του νόμου η εταίρος …………. η οποία στη συνέχεια ορίστηκε διαχειρίστρια σύμφωνα με το τροποποιηθέν το Δεκέμβριο του 2020 καταστατικό. Συνεπώς κατά το χρόνο που επιδόθηκε η πρωτόδικη απόφαση την 20.7.2020 και το μετέπειτα χρονικό διάστημα μέχρι το μήνα Δεκέμβριο του 2020 η εκκαλούσα εταιρεία είχε διαχειρίστρια την …………. και δεν στερείτο διαχειριστή όπως ισχυρίζεται κατά τα ανωτέρω. Όπως δε προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την εφεσίβλητη – ενάγουσα υπ’ αριθ. ……../20.7.2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθήνας ……………., έλαβε χώρα επίδοση προς την πρώτη εναγομένη, ήδη εκκαλούσα της με αριθμό 1766/2020 οριστικής απόφασης (ακριβές ψηφιακό αντίγραφο) του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και συντάχθηκε για το σκοπό αυτό η ανωτέρω έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών, ………… στο κείμενο της οποίας, ως προς το πρόσωπο που παρέλαβε το άνω δικόγραφο, αναγράφεται ότι: “Και αφού δεν βρήκα το νόμιμο αυτής εκπρόσωπο στα γραφεία της στην οδό …….. έδρα της εταιρείας, αλλά τον εκεί εργαζόμενο σ’ αυτήν υπάλληλο της που ονομάζεται ………., όπως μου δήλωσε, παρέδωσε σε αυτόν”. Η κατά τα ανωτέρω γενομένη επίδοση νομίμως έγινε σύμφωνα με το άρθρο 129 ΚΠΟΛΔ εφόσον ο διαχειριστής δεν βρέθηκε στην έδρα της εταιρείας προς το κατονομαζόμενο στην εν λόγω έκθεση επίδοσης πρόσωπο και είναι έγκυρη και παράγει έννομα αποτελέσματα. Εξάλλου δεν αποδείχθηκε ότι η εταιρεία κατά το χρόνο της επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης είχε περιέλθει σε αδράνεια και δεν λειτουργούσε, δεδομένου ότι με την από 30.3.2020 απόφαση της γενικής συνέλευσης των εταίρων αποφασίστηκε η συνέχιση των εργασιών της , όπως προκύπτει από την προσαγόμενη με αριθμό 8221 τροποποίηση του καταστατικού της εταιρείας. Εξάλλου η εκκαλούσα η οποία αμφισβητεί την ιδιότητα του παραλαβόντος ως υπαλλήλου της δεν απόδειξε με κανένα αποδεικτικό μέσο τον ισχυρισμό της αν και αυτή υποχρεούτο προς τούτο ήτοι περί του ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος στην έκθεση επίδοσης παραλήπτης της εκκαλουμένης απόφασης δεν νομιμοποιείτο να παραλάβει το δικόγραφο αυτό, επειδή κατά τον κρίσιμο χρόνο που έλαβε χώρα η προς αυτόν επίδοση του προαναφερόμενου δικογράφου, δεν είχε τη δηλούμενη ιδιότητα του υπαλλήλου της εναγόμενης – εκκαλούσας. Τέλος δεν αποδείχθηκε ούτε δόλος του αντιδίκου της εκκαλούσας, δεδομένου ότι ο πληρεξούσιος δικηγόρος της έδωσε παραγγελία για επίδοση προς το νόμιμο εκπρόσωπο της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας που κατά τα προαναφερόμενα ήταν η συνεταίρος της εταιρείας ………. που ήταν διαχειρίστρια εκ του νόμου και όχι προς τον αποβιώσαντα διαχειριστή, του οποίου ο θάνατος δεν είχε δημοσιευτεί στο ΓΕΜΗ πλην όμως ο πληρεξούσιος της εφεσίβλητης είχε λάβει γνώση μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το οποίο του απέστειλε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας χωρίς συγκοινοποίηση ληξιαρχικής πράξης θανάτου. Κατόπιν τούτων, το προβαλλόμενο αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση κρίνεται απορριπτέο και ως ουσιαστικά αβάσιμο, καθόσον δεν αποδείχθηκε η συνδρομή των προϋποθέσεων που τάσσονται για την ευδοκίμησή του. Μετά την απόρριψη όλων των ανωτέρω ισχυρισμών της εκκαλούσας – εναγομένης, πρέπει η υπό κρίση έφεσή της, που ασκήθηκε εκπροθέσμως, κατά τα προαναφερθέντα, να απορριφθεί ως απαράδεκτη (άρθρο 532 του ΚΠολΔ). Τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων που εφαρμόστηκαν αρ. 179 ΚΠΟΛΔ, ενώ, λόγω της απόρριψης της έφεσης πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος απ’ αυτόν παράβολου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠΔ), κατά τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.

Περαιτέρω, όσον αφορά στην από 12.01.2021 (υπ’αριθ. ……./2021 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και υπ’ αριθμό ………/2021 έκθεση κατάθεσης Εφετείου) επικουρική έφεση της εταιρίας με την επωνυμία «……….», που ασκήθηκε επικουρικά, δηλαδή για την περίπτωση που θα ευδοκιμούσε η από 25.9.2020 (υπ’ αριθ………../2020 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και ………/2020 έκθεση καταθ. Εφετείου) κύρια έφεση της εταιρείας με την επωνυμία «…………» ήτοι της πρώτης εναγομένης της κύριας αγωγής και ακολουθούσε η ουσιαστική έρευνα αυτής (της αγωγής), οπότε με αυτήν (επικουρική έφεση) θα καθίστατο δυνατή η μεταβίβαση στο Εφετείο και η εξέταση της ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης και παρεμπίπτουσας αγωγής αποζημίωσης, εφόσον απορρίπτεται η ως άνω από 25.9.2020 (υπ’ αριθ…………/2020 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και ………./2020 έκθεση καταθ. Εφετείου) κύρια έφεση, καθίσταται πλέον άνευ αντικειμένου, διότι δεν πληρώθηκε η αίρεση υπό την οποία ασκήθηκε. Επομένως, το Δικαστήριο δεν θα ασχοληθεί περαιτέρω με αυτήν, συνακόλουθα δε, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παράβολου, που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης, στην καταθέσασα. (Εφετείο Πειραιά 789/2014 Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 25.9.2020 (υπ’ αριθ………../2020 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και ………./2020 έκθεση καταθ. Εφετείου) έφεση και την από 12.01.2021 (υπ’ αριθ. ……../2021 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και υπ’ αριθμό ………./2021 έκθεση κατάθεσης Εφετείου) (επικουρική) έφεση οι οποίες στρέφονται κατά της με αριθμ. 1766/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία.

Απορρίπτει το αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην πρότερα κατάσταση.

Απορρίπτει την 25.9.2020 (υπ’ αριθ……../2020 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και ………/2020 έκθεση καταθ. Εφετείου) έφεση ως απαράδεκτη.

Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παράβολου συνολικού ποσού εκατό (100,00) ευρώ που προκατέβαλε η εκκαλουσα – εναγόμενη.

Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

ΚΡΙΝΕΙ ότι παρέλκει η περαιτέρω εξέταση της από 12.01.2021 (υπ’ αριθ. ……./2021 έκθεσης κατάθεσης Πρωτοδικείου και υπ’ αριθμό …………../2021 έκθεση κατάθεσης Εφετείου) επικουρικής έφεσης.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παράβολου, που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης, στην καταθέσασα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 25 Ιανουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ