Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 181/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ  ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός απόφασης  181/ 2023

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Σοφία Καλούδη, Εφέτη, Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……..,  για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ :

ΤΟΥ   ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:  ………….ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του, Παντελεήμονα Καμά,

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του, Γεωργίου Χριστοδούλου.

Ο ενάγων  και ήδη εφεσίβλητος  άσκησε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς την  από 7-2-2020  και με Γ.Α.Κ. …/2020 και Ε.Α.Κ. …/2020 αγωγή του,  επί της οποίας εκδόθηκε ερήμην του εναγόμενου η με αρ. 1888/2021 απόφαση του άνω  Δικαστηρίου, που έκανε αυτή δεκτή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών  με την από 27-12-2021έφεσή του, την οποία κατέθεσε στις 29.12.2021 στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2021 και Ε.Α.Κ. …/2021. Επικυρωμένο αντίγραφο της εν λόγω έφεσης κατατέθηκε στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά την 1.2.2022 για προσδιορισμό δικασίμου με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …./2022, οπότε δικάσιμος για συζήτηση ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή εκφωνήθηκε από πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

AΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ «αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Από την ως άνω διάταξη με την οποία ρυθμίζονται τα αποτελέσματα της έφεσης κατά απόφασης που εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος και είχε συναχθεί σε βάρος του το τεκμήριο σιωπηρής ομολογίας ή παραίτησης ως προς την αγωγή (άρθρα 271, 272 § 1 ΚΠολΔ) προκύπτει ότι η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους, ο δε εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που  μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Με την τυπική παραδοχή της έφεσης, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η πρωτόδικη απόφαση, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, χωρίς, να απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης, και αναδικάζεται η υπόθεση από το εφετείο, η συζήτηση ενώπιον του οποίου γίνεται πλέον προφορικά και αυτό μετατρέπεται ουσιαστικά σε πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Αν ο εκκαλών αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τη βάση της αγωγής η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και εξαφανίζεται, ως προς όλες τις διατάξεις της, μετά την τυπική παραδοχή της έφεσης,  χωρίς έρευνα των λόγων της (ΑΠ 579/2018, ΑΠ 476/2017, ΑΠ 2150/2014, ΑΠ 1906/2008, ΕφΠειρ 226/2021 στην efeteio-peir.gr, ΕφΠειρ 449/2018 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕφΠειρ 67/2016,  ΕφΑνατΚρητ 61/2015, ΕφΠειρ 336/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Μπαλογιάννη σε Απαλαγάκη ΕρμΚΠολΔ άρθρο 528 αρ.3 σ.1468, Πανταζόπολος σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα άρθρο 528 αρ.2-3).

Στην προκείμενη περίπτωση εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου,  η  από 27-12-2021 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2021 και Ε.Α.Κ. …./2021 και για προσδιορισμό δικασίμου στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …/2022) έφεση του εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος κατά της 1888/2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε ερήμην αυτού, κατά την τακτική διαδικασία και έκανε δεκτή την από 7.2.2020 (με Γ.Α.Κ. …./2020 και Ε.Α.Κ. …./2020) σε βάρος του αγωγή του ενάγοντος-νυν εφεσίβλητου, λόγω της ερημοδικίας. Η έφεση  έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα,  δεδομένου ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στον εναγόμενο στις 30-11-2021  (βλ.  την σχετική επισημείωση του δικ. επιμελητή …………, στο αντίγραφο της απόφασης που επιδόθηκε), η δε κρινόμενη έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 29.12.2021 (εντός της προθεσμίας του άρθρου 518 § 1 ΚΠολΔ) ενώ επιπλέον έχει καταβληθεί και το απαιτούμενο κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ παράβολο (βλ. το με κωδικό …………..  e – παράβολο, το οποίο πληρώθηκε σύμφωνα με τη συνημμένη στο εφετήριο από 27.12.2021 απόδειξη συναλλαγής της Τράπεζας Eurobank AE). Δεδομένου ότι ο εκκαλών αρνείται την αγωγή και πλήττει την εκκαλούμενη απόφαση, μεταξύ άλλων, για  εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, η έφεση,  με βάση τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν, πρέπει  να γίνει τυπικά και ουσιαστικά  δεκτή, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, αφού δε κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό, κατά το μέρος, κατά το οποίο μεταβιβάσθηκε σ’ αυτό με την έφεση,  να ερευνηθεί η αγωγή ως προς τη νομική και ουσιαστική της βασιμότητα. Λόγω και της ουσιαστικής παραδοχής της έφεσης πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στον εκκαλούντα, που κατέθεσε αυτό (άρθρο  495 § 4 ΚΠολΔ), σύμφωνα με το διατακτικό.

Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1718 και 1721 παρ. 1 εδ. α ΑΚ. σαφώς συνάγεται ότι είναι άκυρη η ιδιόγραφη διαθήκη εφόσον αυτή δεν έχει γραφεί ολόκληρη με το χέρι του διαθέτη και δεν έχει χρονολογηθεί και υπογράφει απ` αυτόν. Ο νόμος απαίτησε την καθ’ ολοκληρία γραφή της ιδιόγραφης διαθήκης από το χέρι του ίδιου του διαθέτη προς διασφάλιση της γνησιότητας και του περιεχομένου της τελευταίας βούλησής του, μη επιτρέποντας την επέμβαση ξένης χειρός σ` αυτήν, και, εφόσον δεν διακρίνει, απαιτείται να είναι ιδιοχείρως γραμμένη ολόκληρη η διαθήκη απ` αρχής μέχρι τέλους, το οποίο επισημαίνεται με την επίσης ιδιοχείρως γραμμένη υπογραφή του διαθέτη (Α.Π. 463/2019, 579/2016 στην ΤΝΠ Νόμος). Την ακυρότητα αυτής μπορεί να προτείνει καθένας που έχει έννομο συμφέρον, το οποίο πρέπει να είναι άμεσο. Τέτοιο άμεσο έννομο συμφέρον έχουν και οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του διαθέτη, καθώς και οι κληρονόμοι του εξ αδιαθέτου κληρονόμου, αφού αποκτούν εμμέσως την περιουσία του διαθέτη (βλ. ΑΠ 1063/2006 ΕλΔνη 47, σελ. 1417 και ΕφΑΘ 4896/2003 ΕλΔνη 45, σελ. 498, ΕφΠατρ 208/2019 στην ΤΝΠ Νόμος).  Περαιτέρω, από τις προπαρατιθέμενες διατάξεις προκύπτει ότι αυτός που ζητεί τη δικαστική αναγνώριση της ακυρότητας της ιδιόγραφης διαθήκης, αρκεί να επικαλεσθεί την έλλειψη κάποιου από τα παραπάνω ουσιώδη στοιχεία του κύρους εκείνης (ΕφΠειρ 226/2021 στην efeteio-peir.gr). Προσβολή συγχρόνως της διαθήκης ως πλαστής δεν είναι αναγκαία, αφού αυτή είναι εξίσου άκυρη και όταν δεν είναι πλαστή, όπως συμβαίνει όταν γράφηκε από τρίτο με υπαγόρευση του διαθέτη, οπότε χωρίς να είναι πλαστή, είναι άκυρη. Ο επικαλούμενος τη διαθήκη δεν αρκεί να αποδείξει τη γνησιότητα της υπογραφής σ` αυτή, αλλά πρέπει να αποδείξει ότι και όλο το περιεχόμενο γράφτηκε ιδιοχείρως από το διαθέτη. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση της αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής για ακυρότητα της διαθήκης, λόγω της μη ιδιόχειρης γραφής και υπογραφής αυτής, όπου αρκεί μόνο η με την αγωγή αντιτασσόμενη γενική άρνηση του ενάγοντος κατά του προβαλλόμενου, από τη διαθήκη, δικαιώματος του εναγομένου. Στην περίπτωση, δηλαδή, αυτή δεν είναι υποχρεωμένος ο ενάγων να αποδείξει την αναλήθεια των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν το δικαίωμα του εναγομένου, αλλά ο τελευταίος είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την αλήθεια των περιστατικών αυτών, δηλαδή την ιδιόχειρη από το διαθέτη γραφή και υπογραφή της διαθήκης(ΑΠ 453/2017, ΑΠ 993/2012, ΕφΠατρ 208/2019 στην ΤΝΠ Νόμος). Ακόμη, από τις διατάξεις των άρθρων 1871, 1872, 1882 του ΑΚ προκύπτει ότι ο κληρονόμος δικαιούται με την περί κλήρου αγωγή να απαιτήσει από εκείνον που κατακρατεί ως κληρονόμος αντικείμενα της κληρονομιάς, την αναγνώριση του κληρονομικού του δικαιώματος και την απόδοση της κληρονομίας ή κάποιου αντικειμένου της. Ως αντικείμενα δε της κληρονομίας, των οποίων, κατά τα ανωτέρω, την απόδοση δικαιούται να απαιτήσει ο κληρονόμος με την περί κλήρου αγωγή, θεωρούνται και εκείνα επί των οποίων ο κληρονομούμενος κατά το χρόνο του θανάτου του είχε την κυριότητα ή τη νομή ή και απλά κατοχή. Στοιχεία της περί κλήρου αγωγής, η οποία αποσκοπεί στην προστασία του καθολικού κληρονομικού δικαιώματος, είναι: α) ο θάνατος του κληρονομουμένου, β) το κληρονομικό δικαίωμα του ενάγοντος λόγω της συγγενικής του σχέσης με τον κληρονομούμενο ή από διαθήκη, γ) ότι ο κληρονομούμενος είχε στην κυριότητα ή και μόνο στη νομή ή κατοχή του κατά το χρόνο του θανάτου του τα κληρονομιαία πράγματα και δ) ότι ο εναγόμενος κατακρατεί pro herede τα κληρονομιαία, ως κληρονόμος, αντιποιούμενος κληρονομικό δικαίωμα. Δεν αποτελούν όμως στοιχεία της βάσης της αγωγής αυτής η αποδοχή και η μεταγραφή της κληρονομίας και η κυριότητα των εναγόντων στα αντικείμενα της κληρονομίας, εφόσον η αγωγή δεν περιέχει διεκδίκηση, έστω και εάν ζητείται η απόδοση στον ενάγοντα των αντικειμένων της κληρονομίας (ΑΠ 1126/2009, 788/2005).

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά του νυν εκκαλούντος την ως άνω από 7.2.2020 αγωγή του με την οποία υποστηρίζει ότι στις 29.5.2018 απεβίωσε στη Νίκαια Αττικής, ο ………., κάτοικος, όσο ζούσε, Σαλαμίνας. Ότι ο αποβιώσας, κατά τον χρόνο του θανάτου του, κατέλιπε πλησιέστερους εξ αίματος συγγενείς του την επιζώσα σύζυγό του, ………, η οποία μεταπεβίωσε αδιάθετη στις 11.9.2019, καθώς και τα επιζώντα τέκνα του και συγκεκριμένα τον ενάγοντα …….. και τον εναγόμενο ………. Ότι ο ενάγων μετά τον θάνατο του πατέρα του πληροφορήθηκε ότι υπήρχε η από 5.2.2018 φερόμενη ως ιδιόγραφη διαθήκη αυτού, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμό …./4.10.2018 πρακτικό του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας. Ότι με τη διαθήκη αυτή ο αποβιώσας πατέρας των διαδίκων άφησε το βασικό και ουσιαστικά μοναδικό περιουσιακό του στοιχείο, ήτοι το ακίνητο που περιγράφεται λεπτομερώς στο αγωγικό δικόγραφο και βρίσκεται στη θέση «………» της περιφέρειας του Δήμου Σαλαμίνας Αττικής, αντικειμενικής και εμπορικής αξίας περί τις 99.000 ευρώ, στον εναγόμενο, ο οποίος και προέβη σε δήλωση φόρου κληρονομίας και σε συμβολαιογραφική αποδοχή αυτής. Ότι ο ενάγων έχοντας σοβαρές αμφιβολίες για τη γνησιότητα της παραπάνω διαθήκης, απευθύνθηκε σε ειδική δικαστική γραφολόγο, η οποία μετά από αντιπαραβολή με άλλα έγγραφα, προερχόμενα από τον διαθέτη, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ένδικη διαθήκη δεν είναι γνήσια και δεν έχει γραφεί, ούτε υπογραφεί από τον ………., αλλά από τρίτο πρόσωπο. Με βάση το ως άνω ιστορικό, ο ενάγων ζητεί να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 5.2.2018 φερόμενης ως ιδιόγραφης διαθήκης του … ……, η οποία δημοσιεύθηκε με το με αριθμό ……../4.10.2018 πρακτικό του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας και συνεπώς και η ακυρότητα της υπ’ αριθμό ……./4.2.2019 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας …….., κατά κύρια βάση επειδή η διαθήκη δεν είναι γραμμένη και υπογεγραμμένη από το χέρι του διαθέτη, επικουρικά δε επειδή αντίκειται στα χρηστά ήθη κατ’ άρθρο 178 ΑΚ, αφού με τη διαθήκη ο διαθέτης επέδειξε αδικαιολόγητη αδιαφορία και περιφρόνηση έναντι της συζύγου του και του ενάγοντος, συμπεριφορά που καταδεικνύει αδικαιολόγητη ηθική κατάπτωση, αδιαφορία και διαστροφή παρά το γεγονός ότι άπαντες τον περιέβαλαν με αγάπη, ενδιαφέρον και φροντίδα. Επίσης ζητεί να αναγνωρισθεί ο ίδιος ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος σε ποσοστό 50% του αποβιώσαντος πατρός του, να του αποδοθεί η πλήρης κυριότητα κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου επί του περιγραφόμενου με λεπτομέρεια στο αγωγικό δικόγραφο ακινήτου που βρίσκεται στην περιοχή «….» ή «….» στη Σαλαμίνα Αττικής, τέλος δε να επιβληθούν σε βάρος του εναγόμενου τα δικαστικά του έξοδα.

Με το παραπάνω περιεχόμενο κι αιτήματα, η ένδικη αγωγή, στην οποία σωρεύονται αντικειμενικώς κατ’ άρθρο 218 παρ.1 ΚΠολΔ, δύο αιτήσεις του ίδιου ενάγοντος και μάλιστα, α) αγωγή αναγνωριστική της ακυρότητας της επίδικης διαθήκης και β) αγωγή περί κλήρου, παραδεκτώς και αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπο (άρθρα 18, 30, 31 και 22 ΚΠολΔ) εισήχθη ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και ήδη κατόπιν ασκήσεως εφέσεως κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για να δικασθεί με την τακτική διαδικασία. Αναφορικά με την περί κλήρου αγωγή νόμιμο τυγχάνει το αίτημα αναγνώρισης του εξ αδιαθέτου κληρονομικού δικαιώματος του ενάγοντος, πλην όμως κατ’ ορθή εκτίμηση αυτού, με δεδομένο ότι ο ενάγων φέρεται να έχει κληρονομήσει ποσοστό εκ της εξ αδιαθέτου κληρονομικής μερίδας της μεταποβιώσασας μητέρας του, πρέπει να γίνει δεκτό ότι αυτός ζητεί να αναγνωρισθεί ότι τυγχάνει εξ αδιαθέτου κληρονόμος του πατέρα του κατά τα 3/8 εξ αδιαιρέτου της κληρονομίας και ως προς το υπόλοιπο ποσοστό του 1/8 εξ αδιαιρέτου από το μέρος που του αναλογεί από την κληρονομία της μητέρας του και ότι ζητεί να αναγνωρισθεί το εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα αυτής ως δικαιοπαρόχου του ενάγοντος (δηλαδή ως αρχικής κληρονόμου) και απευθείας κληρονόμου του συζύγου της, καθώς ο ίδιος σύμφωνα με όσα περιγράφει στην αγωγή του δεν κληρονόμησε απευθείας από την κληρονομία του πατέρα του το ½  εξ αδιαιρέτου, αφού πλησιέστεροι συγγενείς κατά τον θάνατο του πατέρα του ήταν αυτός, ο εναγόμενος αδελφός του και η μητέρα τους (σύζυγος του θανόντος), οι οποίοι κατά τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1813 και 1820 εδ.1 ΑΚ θα κληρονομούσαν στην πρώτη τάξη της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής εξ αδιαιρέτου η μεν σύζυγος τα 2/8, έκαστο δε τέκνο από τα 3/8 αυτής. Επίσης στην περί κλήρου αγωγή νόμιμο είναι το αίτημα απόδοσης της νομής του κληρονομιαίου ακινήτου και όχι της κυριότητας αυτού, το δε μείζον αίτημα του ενάγοντος να του αποδοθεί η κυριότητα του ως άνω περιγραφόμενου κληρονομιαίου ακινήτου, εμπεριέχει το έλασσον ήτοι την απόδοση της νομής αυτού από τον φερόμενο ως αντιποιούμενο το κληρονομικό του δικαίωμα εναγόμενο. Περαιτέρω, ως προς την σωρευόμενη αγωγή αναγνώρισης της ακυρότητας της επίδικης διαθήκης, το αίτημα να αναγνωρισθεί και η ακυρότητα της υπ’ αριθ. ………/4.2.2019 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ……. εμπεριέχει το αίτημα να αναγνωρισθεί ότι η παραπάνω αποδοχή κληρονομίας τυγχάνει ανίσχυρη κατά το μέρος που θίγει το εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα του ενάγοντος. Ειδικότερα, η δήλωση για την αποδοχή της κληρονομίας, η οποία είναι μονομερής δικαιοπραξία, που δεν έχει ανάγκη ανακοίνωσης σε άλλον, τελειούται με τη δήλωση και δεν υπόκειται ανάκληση. Η δήλωση όμως αυτή είναι άκυρη: 1) αν έγινε από ανίκανο για δικαιοπραξία, χωρίς να τηρηθούν οι νόμιμες γι` αυτό διατυπώσεις, 2) αν έγινε από πλάνη για το λόγο της επαγωγής, 3) αν έγινε πριν από την επαγωγή και 4) αν έγινε με αίρεση ή προθεσμία ή μερικώς, ενώ ακόμη μπορεί να ακυρωθεί για πλάνη, απάτη ή απειλή βάσει των διατάξεων που ισχύουν γενικώς για τις δικαιοπραξίες (άρθρα 1526, 1527, 1625, 1851, 1857, 140 επ., 150 επ. ΑΚ), ενώ η σχετική δήλωση για την αποδοχή της κληρονομίας μπορεί επίσης να προσβληθεί και για εικονικότητα αυτής (βλ. ΕφΑθ 1247/2015 στην ΤΝΠ Νόμος). Όμως, η ακυρότητα ιδιόγραφης διαθήκης που είναι πλαστή γιατί δεν έχει γραφεί με το χέρι του διαθέτη ως αιτία επαγωγής κληρονομίας, καίτοι δεν συνεπάγεται αυτοδικαίως στο πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 180 του ΑΚ και την ακυρότητα της αποδοχής κληρονομίας που επήχθη με την ίδια διαθήκη, εν τούτοις, εφόσον η ίδια πλαστή διαθήκη θεωρείται ως μηδέποτε συνταχθείσα κατ` άρθρ. 180 του ΑΚ, η αποδοχή της κληρονομίας δεν επιφέρει τα έννομα αποτελέσματά της, και η εκ διαθήκης διαδοχή και επαγωγή ανατρέπονται αναδρομικά, επέρχεται δε η εκ του νόμου εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή (άρθρ. 1710 ΑΚ), και στους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του θανόντος διαθέτη επάγεται αναδρομικά η κληρονομία από το χρόνο του θανάτου του διαθέτη. Εν όψει αυτών, η αποδοχή της κληρονομίας εκ μέρους κληρονόμου, δυνάμει άκυρης ιδιόγραφης διαθήκης δεν προσπορίζει στο δηλούντα την αποδοχή το ανύπαρκτο κληρονομικό δικαίωμα. Στην περίπτωση αυτή, ο θιγόμενος από τις πράξεις αυτές στο κληρονομικό του δικαίωμα εξ αδιαθέτου κληρονόμος νομιμοποιείται κατά τα εκτιθέμενα παραπάνω, να ασκήσει την περί κλήρου αγωγή και να ζητήσει δικαστικά την αναγνώριση του ότι η αποδοχή της κληρονομίας εκ της άκυρης διαθήκης και η περαιτέρω μεταβίβαση του κληρονομιαίου ακινήτου είναι ανίσχυρες ως προς αυτόν κατά το μέρος που συμπεριλαμβάνουν το δικό του εξ αδιαθέτου κληρονομικό μερίδιο, ακόμη και αν ο ίδιος δεν έχει αποκτήσει την κυριότητα του κληρονομιαίου λόγω της παράλειψης αυτού να αποδεχθεί και τυπικά την κληρονομία και να μεταγράψει αρμοδίως τη σχετική πράξη, πράγμα το οποίο θα ήταν απαραίτητο μόνο εάν ασκούσε εμπράγματη αγωγή με βάση το κληρονομικό δικαίωμα εξ αδιαθέτου. (ΑΠ 729/2011 στην ΤΝΠ Νόμος). Επομένως, κατά τα λοιπά η αγωγή ως προς τις σωρευόμενες κύριες βάσεις της είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1710, 1712, 1716, 1718, 1721 παρ.1, 159 παρ.1, 180, 1871, 1872 ΑΚ, 70, 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ. Επισημαίνεται ότι για το παραδεκτό της περί κλήρου αγωγής έχει τηρηθεί η απαιτούμενη κατ’ άρθρο 220 ΚΠολΔ προδικασία (βλ. το με αριθ. πρωτ. ……/14.2.2020 πιστοποιητικό καταχώρισης εγγραπτέας πράξης του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας). Εξάλλου, για το παραδεκτό της συζήτησης της ένδικης αγωγής δεν απαιτείται η προσαγωγή του προβλεπόμενου από το άρθρο 106 του ν. 2961/2001 πιστοποιητικού. Ειδικότερα, στο ν. 2961/2001 «Κύρωση του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Λαχεία» ορίζεται στο μεν άρθρο 6 ότι: «1. Η φορολογική υποχρέωση γεννιέται κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου…», στο δε άρθρο 7 ότι: «Κατ’ εξαίρεση, η φορολογική υποχρέωση γεννιέται : … γ) Κατά το χρόνο της με οποιονδήποτε τρόπο λήξης της επιδικίας, όταν το δικαίωμα του κληρονόμου ή του κληροδόχου κατέστη επίδικο, κατόπιν αμφισβήτησής του από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο και ο κληρονόμος ή κληροδόχος δεν έχει τη νομή των αντικειμένων της κτήσης…», ενώ στο άρθρο 63 ορίζεται ότι: «…2. Η προθεσμία για την υποβολή δήλωσης αρχίζει: α) από το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου για τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους…γ) από το χρόνο που ορίζεται κάθε φορά στο άρθρο 7…». Ακόμη, στο άρθρο 106 του ίδιου ως άνω νόμου ορίζεται ότι: «1. Απαγορεύεται οποιαδήποτε ενέργεια σε αίτηση των δικαιούχων της κτήσης κατά το άρθρο 1 ή των διαδόχων τους που έχει υποβληθεί ενώπιον οποιασδήποτε δημόσιας ή δημοτικής ή κοινοτικής αρχής, καθώς και σε αγωγή ή αίτηση και σε κάθε ένδικο μέσο που ασκήθηκε ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου σχετικά με το αντικείμενο της κτήσης, εφόσον δεν προσάγεται πιστοποιητικό του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ότι υποβλήθηκε σε αυτόν η κατά τον νόμο δήλωση ή εκδόθηκε από αυτόν πράξη επιβολής φόρου…2. Η ένσταση για τη μη προσαγωγή του πιστοποιητικού κατά την προηγούμενη παράγραφο προτείνεται από τους ενδιαφερόμενους σε κάθε στάση της δίκης και εξετάζεται αυτεπάγγελτα και από τα δικαστήρια και από τις δημόσιες αρχές. Με την ένσταση αυτή αναστέλλεται η πρόοδος της δίκης καθώς και κάθε άλλη ενέργεια, μέχρι να προσαχθεί το πιστοποιητικό αυτό…». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι δεν απαιτείται η προσαγωγή ενώπιον του δικαστηρίου του προβλεπόμενου από το άρθρο 106 του ν. 2961/2001 πιστοποιητικού, όταν αντικείμενο της οικείας δίκης είναι αυτή καθ’ εαυτή η ύπαρξη του κληρονομικού δικαιώματος του κληρονόμου ή κληροδόχου, όπως εν προκειμένω όπου ο ενάγων δεν νέμεται το επίδικο κληρονομιαίο ακίνητο, τούτο δε διότι στην περίπτωση αυτή και μέχρι τη λήξη της επιδικίας, ο φερόμενος ως κληρονόμος ή κληροδόχος, του οποίου αμφισβητείται το δικαίωμα, δεν υπέχει φορολογική υποχρέωση, ούτε και υποχρέωση υποβολής δηλώσεως φόρου κληρονομίας (βλ. ΔΠρΑθ 2148/2004, ΔΔίκη 2004, σελ. 1027, πρβλ. ΕφΑθ 18/1982, ΝοΒ 1982, σελ. 831). Περαιτέρω, δεν απαιτείται η εκ μέρους του ενάγοντος προσκόμιση πιστοποιητικού ΕΝΦΙΑ ως προς την σωρευόμενη αγωγή περί κλήρου, καθόσον αυτή είναι κληρονομική και όχι εμπράγματη (άρθρο 54Α παρ.5 του ν. 4174/2013). Εξάλλου, για το παραδεκτό της συζήτησης (δεδομένου ότι η αγωγή κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την 11.2.2020), προσκομίζεται το κατ’ άρθρο 3 § 2 ν. 4640/2019, ως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, από 6.2.2020 ενημερωτικό έγγραφο για τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με διαμεσολάβηση, στο οποίο επισημαίνεται ότι δεν υφίσταται υποχρέωση προσφυγής της διαφοράς σε Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία (ΥΑΣ) και η διαφορά δύναται να επιλυθεί εκουσίως με συμφωνία προσφυγής σε διαμεσολάβηση [και πράγματι δεν απαιτείται εν προκειμένω να προσκομισθεί πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης κατ’ άρθρο 6 ν. 4640/2019, διότι ναι μεν πρόκειται για διαφορά που εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου κατά τα εκτιθέμενα στο άρθρο αυτό, πλην όμως αφορά σε ακυρότητα ιδιόγραφης διαθήκης λόγω μη γνησιότητας αυτής, ως προς το αντικείμενο της οποίας δεν έχουν εξουσία διαθέσεως οι διάδικοι].Ακολούθως δε, πρέπει να ερευνηθεί η αγωγή και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το απαιτούμενο για το καταψηφιστικό της αντικείμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων νόμιμες προσαυξήσεις (βλ. το με κωδικό ………. e-παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών/Γ.Γ.Πλ.Σ., σε συνδυασμό με την από 9.10.2020 εξολφητική απόδειξη της Τράπεζας Πειραιώς).

Περαιτέρω, πριν το Δικαστήριο αυτό προχωρήσει στην εκτίμηση των αποδείξεων, αναφορικά με τον άμεσα σχετιζόμενο με την επί της ουσίας κρίση της υπόθεσης λόγο της υπό κρίση έφεσης ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε, καθώς έπρεπε να ορίσει τρίτο πρόσωπο πραγματογνώμονα, ο οποίος θα συγκέντρωνε το σύνολο των εγγράφων που κάθε πλευρά δύναται να προσκομίσει και να καταλήξει σε μια ασφαλή εκτίμηση περί της εγκυρότητας ή μη της ένδικης διαθήκης, πρέπει να σημειωθεί ότι πέραν της ιδιωτικής γνωμοδότησης, ήτοι της από Νοέμβριο 2019 έκθεσης γραφολογικής γνωμοδοτήσεως της ειδικής δικαστικής γραφολόγου-δικηγόρου ………., που συντάχθηκε κατόπιν αίτησης του πληρεξούσιου δικηγόρου του ενάγοντος ήδη εφεσίβλητου, ………. και προσκομίζεται από αυτόν, οι διάδικοι προσκομίζουν την από 16.3.2021 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της δικηγόρου- δικαστικής γραφολόγου ………, την οποία διόρισε η 6η Πταισματοδίκης Πειραιά στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης, κατόπιν υποβολής της με ΑΒΜ ………. εγκλήσεως του ενάγοντος κατά του εναγόμενου για παράβαση των άρθρων 216 παρ.1 και 2 ΠΚ, δηλαδή προσκομίζεται γραφολογική γνωμοδότηση από γραφολόγο, που διόρισε άλλη δικαστική αρχή και όχι ο ενάγων, ώστε να μην υπάρχει μεταξύ τους σχέση εντολής, οπότε δεν συντρέχει λόγος να διορισθεί εκ νέου γραφολόγος πραγματογνώμονας από το παρόν Δικαστήριο, απλώς και μόνο επειδή η υπόθεση κρίνεται στα πλαίσια της πολιτικής δίκης. Κατόπιν τούτου, απορριπτέο τυγχάνει το σχετικό αίτημα του εκκαλούντος για διορισμό πραγματογνώμονα, όπως αυτό περιέχεται στην έφεσή του.

Περαιτέρω, από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα του εκκαλούντος-εναγόμενου, ……………, θείου των διαδίκων, όπως η κατάθεσή του περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου, από την επιμελεία του ενάγοντος-εφεσίβλητου ληφθείσα ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά …………….. υπ’ αριθ. ……………./30.6.2020 ένορκη βεβαίωση της ………….. κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης (προ δύο τουλάχιστον εργάσιμων ημερών κατ’ άρθρο 422 ΚΠολΔ) κλήτευσης του εναγόμενου (κατ’ άρθρο 128 παρ.1 και 4 ΚΠολΔ, βλ. την υπ’αριθ. …………./25.6.2020 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά ………. με τη συνημμένη από 23.6.2020 εξώδικη κλήση πρόσκληση-γνωστοποίηση μαρτύρων με επιφύλαξη δικαιωμάτων), από τα έγγραφα που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων η από 16.3.2021 εγχειρισθείσα στην 6η Πταισματοδίκη Πειραιώς έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της δικηγόρου-δικαστικής γραφολόγου ……… και η προσκομιζόμενη από τον εφεσίβλητο από Νοέμβριο 2019 έκθεση γραφολογικής γνωμοδοτήσεως της ειδικής δικαστικής γραφολόγου- δικηγόρου ……….. αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 29.5.2018 απεβίωσε στη Νίκαια Αττικής, ο πατέρας των διαδίκων, ……. ………., μόνιμος κάτοικος, όσο ζούσε, Σαλαμίνας Αττικής, οδός ………. Ο αποβιώσας είχε τελέσει πρώτο γάμο με τη μητέρα των διαδίκων, ………., στις 6.5.1973 στον Ιερό Ναό του ………….. Σαλαμίνας σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και εκ του γάμου τους αυτού απέκτησαν τρία τέκνα, τον ενάγοντα, τον ……….., ο οποίος προαπεβίωσε στις 31.7.1992 άκληρος και άγαμος, καθώς και τον εναγόμενο. Έτσι, κατά τον χρόνο θανάτου του ……, πλησιέστεροι εν ζωή συγγενείς του ήταν η επιζώσα σύζυγός του, ………….. και τα επιζώντα τέκνα του, ήτοι ο ενάγων και ο εναγόμενος. Η ………. μεταπεβίωσε στις 11.9.2019, στο Γενικό Νοσοκομείο Πειραιά «Τζάνειο». Στις 4.10.2018 δημοσιεύθηκε στο Ειρηνοδικείο Σαλαμίνας συνταχθέντος του υπ’ αριθ. ………./2018 πρακτικού συνεδρίασης του παραπάνω Δικαστηρίου, η από 5.2.2018 ιδιόγραφη διαθήκη με φερόμενο διαθέτη τον ανωτέρω ……….. Στη διαθήκη αυτή διαλαμβάνονται τα εξής: «Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ ΕΓΩ Ο …………….. ΕΠΙΘΥΜΩ ΟΠΩΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΜΟΥ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΠΟΥ ΜΕΝΩ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟ ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ ….-.. ΣΤΗΝ …. ΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ……… ΚΑΙ ……….. ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΚΤΑΣΗ ΠΕΡΙΠΟΥ 4 ΣΤΡΕΜΑΤΑ ΘΕΛΩ ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΕΙ Ο ΓΙΟΣ ΜΟΥ ….. ……. ΚΑΙ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ …….. ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟΜΑ  ΝΑ ΜΕΝΕΙ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΗΣ. ΣΤΟΝ ΑΛΛΟ ΜΟΥ ΓΙΟ ………….. ΤΟΥ ΕΧΩ ΔΩΣΕΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΣΤΟ …….. ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟ ΕΝΑ ΣΠΙΤΙ ΣΤΗΝ ………… ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΘΕΛΩ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΣΕΒΑΣΤΗ. ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΕΥΧΗ ΜΟΥ. ΣΑΛΑΜΙΝΑ 5/2/2018 (υπογραφή)». Μετά ταύτα, ο εναγόμενος τετιμημένος προέβη στην με αριθμό ……./2019 ………/2018 δήλωση φόρου κληρονομίας ενώπιον της Δ.Ο.Υ. Ε’ Πειραιά και ακολούθως αποδέχθηκε την κληρονομία με την υπ’ αριθ. ……./4.2.2019 Πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ………… Κατά τον χρόνο θανάτου του ………, το παραπάνω ακίνητο συνιστούσε το βασικό και ουσιαστικά μοναδικό περιουσιακό του στοιχείο. Πρόκειται για ένα αγροτεμάχιο με τα εντός αυτού υπάρχοντα κτίσματα που βρίσκεται στη θέση «………» ή «……..» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Σαλαμίνας, εκτός σχεδίου, εμφαινόμενο με τα κεφαλαία αλφαβητικά γράμματα (Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Α) στο από Απριλίου 2006 τοπογραφικό διάγραμμα της πολιτικής μηχανικού ……………, με βάση το οποίο υπογεγραμμένο από τη μηχανικό που το συνέταξε, νόμιμα χαρτοσημασμένο, με την επ’ αυτού αναγραφόμενη υπεύθυνη δήλωση της μηχανικού κατά το ν. 651/1977, το ακίνητο βρίσκεται εκτός σχεδίου, εντός Γ.Π.Σ., είναι άρτιο και οικοδομήσιμο και εντός αυτού υπάρχουν τριάντα εννέα δέντρα. Επίσης σύμφωνα με το διάγραμμα το ακίνητο αυτό έχει έκταση 4.103 τετραγωνικά μέτρα και συνορεύει ανατολικά εν μέρει επί πλευράς Γ-Δ μήκους μέτρων είκοσι εννέα και εβδομήντα εκατοστών (29,70) με γειτονική ιδιοκτησία η οποία φέρει ΚΑΕΚ ………. και εν μέρει επί πλευράς Ε-Ζ-Η-Θ συνολικού μήκους μέτρων εβδομήντα ενός και πενήντα εκατοστών (71,50) και αναλυτικά (40,46 + 3,90 + 27,14) με ιδιοκτησία ……….. η οποία φέρει ΚΑΕΚ …………., δυτικά επί προσώπου Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Α, συνολικού μήκους μέτρων εκατόν δύο και εβδομήντα τεσσάρων εκατοστών (102,74) και αναλυτικά (15,67 + 13,32 + 10,62 + 2,42 + 32,94 + 8,86 + 18,91) με τη ………… η οποία φέρει ΚΑΕΚ ………., βόρεια επί προσώπου Α-Β-Γ συνολικού μήκους μέτρων εβδομήντα τριών και ογδόντα έξι εκατοστών (73,86) και αναλυτικά (40,53 + 33,33) με αγροτική οδό ονομαζόμενη …….., η οποία φέρει ΚΑΕΚ ……….. και νότια εν μέρει επί πλευράς Δ-Ε μήκους μέτρων σαράντα έξι και ογδόντα εκατοστών (46,80) και εν μέρει επί πλευράς Θ-Ι μήκους μέτρων είκοσι επτά και εξήντα τριών εκατοστών (27,63) με ιδιοκτησία ……. η οποία φέρει ΚΑΕΚ ………. Το ακίνητο αυτό κατά το Εθνικό Κτηματολόγιο έχει έκταση 4.103 τετραγωνικά μέτρων και φέρει ΚΑΕΚ ………….. Εντός του ανωτέρω ακινήτου υπάρχουν: i) ισόγεια οικοδομή (οικία) εμβαδού εβδομήντα τεσσάρων και εβδομήντα έξι (74,76) τετραγωνικών μέτρων, ii) ισόγεια αποθήκη (αποθήκη 1) εμβαδού είκοσι ενός και εξήντα δύο (21,62) τετραγωνικών μέτρων και iii) δεύτερη ισόγεια αποθήκη (αποθήκη 2) εμβαδού είκοσι τεσσάρων (24) τετραγωνικών μέτρων. Το εν λόγω ακίνητο, εν συνόλω, έχει αντικειμενική αξία 99.643,01 ευρώ και ειδικότερα η ισόγεια οικοδομή-οικία, έχει αντικειμενική αξία 22.585 ευρώ, οι δύο ισόγειες αποθήκες έχουν αντικειμενική αξία 1.984,58 ευρώ και το αγροτεμάχιο έχει αντικειμενική αξία 75.073,43 ευρώ, η δε εμπορική του αξία κυμαινόταν γύρω στις 99.000 ευρώ κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου. Το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει στον κληρονομούμενο ………., δια δωρεάς εν ζωή από τον πατέρα του δυνάμει του υπ’ αριθ. ………./27.3.1974 δωρητηρίου εν ζωή συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ………., νόμιμα μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο 206 με αριθμό ……. σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. ……/1974 πράξη επανάληψης του ίδιου Συμβολαιογράφου, νόμιμα μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο …….., με αριθμό ……… Περαιτέρω, όμως αποδείχθηκε ότι η παραπάνω ιδιόγραφη διαθήκη δεν είναι γνήσια, καθώς δεν φέρει τη γνήσια υπογραφή του ……….. Καταρχάς ο ενάγων αμφισβητώντας τη γνησιότητα της γραφής και υπογραφής του πατέρα των διαδίκων στην ως άνω δημοσιευθείσα από 5.2.2018 ιδιόγραφη διαθήκη απευθύνθηκε μέσω του νυν πληρεξούσιου δικηγόρου του στη δικαστική γραφολόγο …………. και της ζήτησε να εξετάσει υπό την παραπάνω ιδιότητά της την ως άνω ιδιόγραφη διαθήκη και ειδικότερα, την υπό έλεγχο γραφή και υπογραφή ως «………», στο τέλος αυτής, σε σχέση σύγκρισης με γνήσιες υπογραφές και μέσω αυτών, γραφής του ……….., όπως φέρονται στα διατιθέμενα δειγματικά αυτού έγγραφα (1984-2005), επίσης δε να αξιολογήσει τα γραφολογικά ευρήματα της εν λόγω γραφολογικής διερεύνησης και να καταλήξει σε γραφολογικό συμπέρασμα διατυπωμένο σε έγγραφη και αιτιολογημένη γνωμοδότηση. Η παραπάνω γραφολόγος συνέταξε την από Νοέμβριο 2019 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης και με βάση τις δειγματικές υπογραφές από πέντε έγγραφα που προέρχονταν από τον θανόντα κατά το διάστημα από 1984 έως 2005 και εφαρμόζοντας τη συγκριτική μέθοδο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «Η από 05.0.2018 ιδιόγραφη διαθήκη του φερομένου ως συντάκτη και φορέα της, …………, δεν έχει συνταχθεί και υπογραφεί από τον …….., αλλά από διάφορο αυτού γραφέα, νεότερο, με καλό νευρομυικό σύστημα και γραφική εμπειρία, ο οποίος συνέταξε το κείμενο χωρίς γραφικό πρότυπο, καταλείποντας στον γραφικό της χώρο, τα αναγνωριστικά γραφολογικά γνωρίσματα της δικής του εξατομικευμένης γραφής, έθεσε δε, την υπογραφή ως «……….» στο τέλος αυτής, με την μέθοδο της απομιμήσεως γνησίας προτύπου υπογραφής του ………, κατά τόσο ανεπιτυχή μάλιστα, τρόπο, που να μη συνάδει ποιοτικώς, ούτε με την γραφή στο κείμενο της διαθήκης. Αποδεικνύοντας συνεπώς, συνεκτιμωμένων των ευρημάτων της διενεργηθείσας γραφολογικής διερεύνησης, την μη γνησιότητα της από 05.02.2018 ιδιόγραφης διαθήκης». Ακολούθως, στα πλαίσια προκαταρκτικής εξέτασης που ακολούθησε την υποβολή της με Α.Β.Μ. ……… εγκλήσεως του ενάγοντος σε βάρος του εναγόμενου για πλαστογραφία και χρήση πλαστού, διορίσθηκε πραγματογνώμονας με την υπ’ αριθ. πρωτ. ……./15.2.2021 πράξη της 6ης Πταισματοδίκη Πειραιά, η δικαστική γραφολόγος ………., προκειμένου να αποφανθεί με αιτιολογημένη έκθεσή της σχετικά με το αν ο συντάξας την από 5.2.2018 ιδιόγραφη διαθήκη είναι ο ……….  και σε αρνητική περίπτωση αν ο συντάξας αυτή είναι ο ………. Η ανωτέρω γραφολόγος, αφού έδωσε τον όρκο του πραγματογνώμονα κατ’ άρθρο 194 ΚΠοινΔ και παρέλαβε αντίγραφα της δικογραφίας με δείγματα υπογραφής του ……… καθώς και δείγματα της υπογραφής του εναγόμενου …….. από την από 23.2.2021 ανωμοτί εξέταση υπόπτου και την από 25.2.2021 εξουσιοδότηση προς τον δικηγόρο Αθηνών ………, διέλαβε ως τελικό συμπέρασμα στην εγχειρισθείσα στις 17.3.2021 στην 6η Πταισματοδίκη Πειραιώς από 16.3.2021 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης τα εξής: «Από την παραπάνω λεπτομερή εξέταση της γραφής και των υπογραφών που βρίσκονται τόσο στο υπό κρίση έγγραφο, όσο και στα έγγραφα προς σύγκριση και έπειτα από τη συγκριτική αντιπαραβολή και την αξιολόγηση των ευρημάτων, συνάγονται τα ακόλουθα συμπεράσματα για τα οποία κρατώ λίγες επιφυλάξεις, αφ’ ενός όπως για λόγους δεοντολογίας επιβάλλει η επιστήμη της γραφολογίας και αφ’ ετέρου καθ’ ότι η διερεύνηση  τόσο του υπό κρίση εγγράφου, όσο και αρκετών συγκριτικών έγινε από φωτοαντίγραφα και όχι πρωτότυπα: Αναφορικά με το θέμα προς διερεύνηση βάσει του υπ’ αριθμόν Πρωτοκόλλου …./15-02-2021 εγγράφου του Πταισματοδικείου Πειραιώς, η από 05/02/2018 ιδιόγραφη διαθήκη του ……… δεν μπορεί να κριθεί με βεβαιότητα εάν φέρει γνήσια γραφή, καθώς δεν υπάρχει συγκριτικό υλικό γραφής του χαράκτη της, δεν φέρει, όμως, γνήσια υπογραφή του φερομένου ως χαράκτη της τόσο βάσει των εγγράφων προς σύγκριση, όσο και βάσει της μεταξύ γραφής και υπογραφής επί του υπό κρίση εγγράφου συγκριτικής μελέτης. Η γραφή στο υπό κρίση έγγραφο ομοιάζει σε μεγάλο βαθμό με τη γραφή στην από 25-2-2021 εξουσιοδότηση, ώστε, εάν μπορούσε να αποδειχθεί με βεβαιότητα ότι η γραφή δεν είναι γνήσια, να μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο …………. είναι ο χαράκτης του κειμένου της διαθήκης. Η υπογραφή στο υπό κρίση έγγραφο εμφανίζει, επίσης, ομοιότητες με τις υπογραφές του ……., ώστε να μην αποκλείεται το ενδεχόμενο χαράκτης και της υπογραφής στο υπό κρίση έγγραφο να είναι ο ίδιος.» Τα όσα υποστηρίζει με την έφεσή το ο εκκαλών-εναγόμενος ότι τα προς σύγκριση με την επίδικη διαθήκη ληφθέντα από τις γραφολόγους έγγραφα που φέρονται να συντάχθηκαν και υπογράφηκαν από τον μετέπειτα θανόντα πατέρα των διαδίκων μπορεί να συντάχθηκαν και υπογράφηκαν από τρίτα πρόσωπα δεν αποδείχθηκαν. Περαιτέρω, ο μάρτυρας που εξετάσθηκε με επιμέλεια του εκκαλούντος-εναγόμενου στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, ερωτηθείς, δεν γνώριζε να καταθέσει κάτι για την επίδικη διαθήκη, αλλά υποστήριξε ότι στις προθέσεις του θανόντος πατέρα των διαδίκων ήταν να εγκαταστήσει κληρονόμο του στο ένδικο ακίνητο τον εναγόμενο. Αντίθετα, η ενόρκως βεβαιώσασα με επιμέλεια του ενάγοντος ………, οικογενειακή φίλη υποστήριξε ότι πριν πεθάνει ο …….., τον οποίο φρόντιζε η ίδια στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν, της εμπιστεύθηκε ότι επιθυμούσε να συντάξει διαθήκη ενώπιον συμβολαιογράφου, με την οποία θα εγκαθιστούσε στο ένδικο ακίνητο κληρονόμους του, αμφότερους τους διαδίκους και την εγγονή του ………, κόρη του ενάγοντος. Ενόψει των ανωτέρω και ιδίως με βάση τις πιο πάνω γραφολογική γνωμοδότηση και γραφολογική πραγματογνωμοσύνη που δόθηκε στα πλαίσια προκαταρκτικής εξέτασης και εκτιμάται ως έγγραφο, αποδεικνύεται ότι η ως άνω από 5.2.2018 ιδιόγραφη διαθήκη με φερόμενο διαθέτη τον ……….. δεν φέρει τη γνήσια υπογραφή του, όπως αμφότερες οι δικαστικές γραφολόγοι ……….…. και ………. γνωμοδότησαν και ως εκ τούτου τυγχάνει άκυρη κατά τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1718 και 1721 παρ.1 ΑΚ, η δε υπ’ αριθ. ………../4.2.2019 πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομίας ενώπιον της Συμβ/φου Σαλαμίνας ………, με την οποία ο εναγόμενος αποδέχθηκε την εκ της ως άνω διαθήκης επαχθείσα σε αυτόν κληρονομία του πατέρα του, ………, τυγχάνει ανίσχυρη. Εξάλλου, δεν έχει δημοσιευθεί άλλη διαθήκη του θανόντος, εκτός από την επίδικη σύμφωνα με το προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. ……/7.3.2019 πιστοποιητικό που υπογράφει η γραμματέας του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας. Ως εκ τούτου, εν προκειμένω συντρέχει εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή της πρώτης τάξεως κατά τις διατάξεις των άρθρων 1813 και 1820 παρ.1 ΑΚ, καθώς κατά τον θάνατο του ………. ζούσε η χήρα του ………., η οποία τον κληρονόμησε στο ¼ ή 2/8 της κληρονομιαίας περιουσίας, καθώς και τα ζώντα τέκνα του, ήτοι ο ενάγων ………. και ο εναγόμενος ………. που τον κληρονόμησαν έκαστος στα 3/8 της κληρονομιαίας περιουσίας. Ακολούθως η …….. μεταπεβίωσε στις 11.9.2019, χωρίς να αφήσει διαθήκη (βλ. το υπ’ αριθ. ………/23.1.2020 πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης διαθήκης της γραμματέως του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας) και έχοντας πλησιέστερους συγγενείς τα δύο ζώντα τέκνα της, τους διαδίκους. Στον ενάγοντα επήχθη υπό την ιδιότητα του εξ αδιαθέτου κληρονόμου της μητέρας του με τον θάνατό της το ½ της κληρονομιαίας περιουσίας της, στην οποία περιλαμβανόταν και ποσοστό 1/8 της κληρονομιαίας περιουσίας του προαποβιώσαντος συζύγου της, …………… και χωρίς να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ο εναγόμενος αποποιήθηκε την κληρονομία της μητέρας του που αναλογούσε στον ίδιο, οπότε το κληρονομικό μερίδιο που θα λάμβανε από αυτή, προσαυξάνει αντίστοιχα το κληρονομικό μερίδιο του ενάγοντος, δεδομένου ότι ο ενάγων στο αίτημα της αγωγής του δεν συνυπολογίζει το αποποιηθέν κληρονομικό μερίδιο του αδελφού του. Περαιτέρω, με την ως άνω αποδοχή της πατρικής κληρονομίας από τον εναγόμενο, ο τελευταίος εκδήλωσε τη θέλησή του να νέμεται το προπεριγραφόμενο κληρονομιαίο ακίνητο ως μοναδικός εκ διαθήκης κληρονόμος του …………. αντιποιούμενος το εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα του ενάγοντος αδελφού του. Ο εκκαλών υποστηρίζει ότι έσφαλε η εκκαλούμενη απόφαση, κρίνοντας την ένδικη αγωγή ως νόμιμη και βάσιμη, ενώ έπρεπε να την απορρίψει ως καταχρηστική. Ότι ειδικότερα αφού στις 29.5.2018απεβίωσε ο πατέρας των διαδίκων, ακολούθως απεβίωσε στις 14.2.2019 και η μητέρα τους την οποία ο εναγόμενος φρόντιζε και ότι ενώ ο ενάγων δεν είχε προβεί σε καμία πράξη αποδοχής της κληρονομίας του πατέρα του, ο δε εναγόμενος αποποιήθηκε την κληρονομία της μητέρας του, ώστε να καταστεί απρόσβλητη η όποια εκ μέρους του διεκδίκηση της ακίνητης περιουσίας που είχε λάβει ο ενάγων αδελφός του από τη μητέρα τους με δωρεά εν ζωή στη θέση «…..» στην ενορία Αγίου ……… Σαλαμίνας, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι κάποια στιγμή πληροφορήθηκε μετά τον θάνατο του πατέρα τους, ότι υπάρχει ιδιόγραφη διαθήκη του, χωρίς να προσδιορίζει επακριβώς τον χρόνο της γνώσεως και ότι δήθεν διαπίστωσε ότι αυτή είναι άκυρη και συγκεκριμένα πλαστογραφημένη και ότι κατόπιν τούτου απευθύνθηκε σε γραφολόγο και δύο χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα τους, άσκησε την ένδικη αγωγή και υπέβαλε την προαναφερόμενη έγκληση κατά του εναγόμενου για να τον υποχρεώσει να απεκδυθεί των δικαιωμάτων του. Ότι στην πραγματικότητα ο ίδιος ο εναγόμενος ενημέρωσε τον ενάγοντα για την ύπαρξη της διαθήκης και ότι προτίθεται να τη δημοσιεύσει και ότι ο ενάγων του δήλωσε ότι δεν τον ενδιαφέρει, αφού εκείνος είχε λάβει ό,τι ήταν να λάβει από την κληρονομία. Ότι την επίδικη διαθήκη την παρέδωσε στον εναγόμενο ο πατέρας του, ότι αυτή ήταν σε γνώση και της αποβιώσασας μητέρας τους και αποτύπωνε ό,τι οι διάδικοι είχαν συμφωνήσει μεταξύ τους για τη διανομή της περιουσίας των γονέων τους. Ότι είναι πρόδηλο ότι η ένδικη αγωγή υπερβαίνει τον κατ’ άρθρο 281 ΑΚ οικονομικό και κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος, αφού στην πραγματικότητα με αυτή επιδιώκεται μία λεόντειος διανομή της περιουσίας των γονέων των διαδίκων, όπου ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος έχει ήδη διασφαλίσει ό,τι δικαιούται με δωρεές εν ζωή, την ίδια ώρα που αποστερεί μέρος των όσων ο εναγόμενος δικαιούται από την κοινή περιουσία των γονέων του, αφού προηγουμένως ο ενάγων βεβαιώθηκε ότι εκείνος θα είχε απεκδυθεί κάθε νόμιμου μέσου άμυνας στην αδικία αυτή, όπως η αγωγή της μέμψης άστοργης δωρεάς της μητέρας του προς τον ενάγοντα. Με τον ανωτέρω λόγο έφεσης εισάγεται ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος του ενάγοντος να προσβάλει ως άκυρη την επίδικη ιδιόγραφη διαθήκη, δεδομένου ότι πρωτοδίκως ο εναγόμενος- ήδη εκκαλών ήταν απών, η δε σχετική ένσταση του άρθρου 281 ΑΚ προτείνεται από τον εναγόμενο και δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει αυτός ως εκκαλών. Περαιτέρω, ο σχετικός ισχυρισμός, όπως προβάλλεται, συνιστά κατά ένα μέρος άρνηση της αγωγής και δη κατά το μέρος με το οποίο προβάλλεται ότι τη διαθήκη παρέδωσε ο ίδιος ο πατέρας των διαδίκων στον εναγόμενο, υπονοώντας ότι ήταν δική του, δηλαδή γνήσια και όχι ένσταση κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, κατά έτερο μέρος της τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη και δη κατά το σκέλος αυτής με το οποίο υποστηρίζεται ότι η εν λόγω διαθήκη απέδιδε δικαιοσύνη, επειδή με αυτή επιδιωκόταν μία λεόντειος διανομή της περιουσίας των γονέων των διαδίκων στα ζώντα τέκνα τους, δεδομένου ότι αν πρόκειται για μη γνήσια διαθήκη δεν εμποδίζεται ο θιγόμενος από αυτή να την προσβάλλει, ανεξαρτήτως του εάν με τη διαθήκη αποδίδεται δικαιοσύνη ή μη στη διανομή της περιουσίας των γονέων των διαδίκων στα ζώντα τέκνα τους, ενώ τέλος κατά το μέρος με το οποίο υποστηρίζεται ότι ο ενάγων καίτοι ενημερώθηκε αρχικά για την ύπαρξη της διαθήκης και ότι ο εναγόμενος προτίθεται να τη δημοσιεύσει, εκείνος του δήλωσε ότι δεν τον ενδιαφέρει γιατί είχε λάβει ό,τι είχε να λάβει από την κληρονομιά, ομοίως τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη, καθώς ο ενάγων φέρεται να δήλωσε τα ανωτέρω κατόπιν ενημέρωσης του εναγόμενου, επομένως θεωρώντας τη διαθήκη γνήσια, η δε παραπάνω δήλωση θα καθιστούσε τη συμπεριφορά του καταχρηστική μόνο σε περίπτωση που εν γνώσει της μη γνησιότητας της διαθήκης δήλωνε ότι δεν τον ενδιαφέρει η δημοσίευση της διαθήκης αφού εκείνος έλαβε ό,τι ήταν να λάβει από την κληρονομιά του πατέρα του. Επομένως, απορριπτέος τυγχάνει ο προβληθείς ως άνω με την υπό κρίση έφεση ισχυρισμός του εκκαλούντος-εναγόμενου περί καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος του εφεσίβλητου-ενάγοντος. Πρέπει, λοιπόν, δεδομένου ότι αποδείχθηκε ότι η ανωτέρω ιδιόγραφη διαθήκη είναι μη γνήσια, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αγωγή κατά τα κύρια αιτήματα αυτής και αφού αναγνωρισθεί η ακυρότητα της επίδικης από 5.2.2018 ιδιόγραφης διαθήκης και το ανίσχυρο έναντι του ενάγοντος κατά το μέρος που θίγει το εξ αδιαθέτου κληρονομικό του μερίδιο της υπ’ αριθ. ……/4.2.2019 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας του εναγόμενου ενώπιον της Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ……………, να αναγνωρισθεί ο ενάγων εξ αδιαθέτου κληρονόμος του αποβιώσαντος πατέρα του ……… σε ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου και ότι η μητέρα του την οποία κληρονόμησε εξ αδιαθέτου ως τέκνο της ο ενάγων, υπήρξε εξ αδιαθέτου κληρονόμος της κληρονομιαίας περιουσίας του ανωτέρω συζύγου της …….. στο ποσοστό 1/8 εξ αδιαιρέτου της κληρονομιαίας περιουσίας που περιήλθε εν συνεχεία λόγω κληρονομικής διαδοχής στον ενάγοντα και να του αποδοθεί από τον εναγόμενο η νομή στο συνολικό ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου του προαναφερόμενου αγροτεμαχίου στη θέση «……..» ή «………» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Σαλαμίνας, όπως ειδικότερα τούτο περιγράφεται στο διατακτικό της παρούσας. Τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου-ενάγοντος για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας κατόπιν σχετικού αιτήματός του, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος-εναγόμενου λόγω της ήττας του σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 27.12.2021 έφεση.

Διατάσσει την επιστροφή του ………….  e – παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ στον εκκαλούντα.

Εξαφανίζει την 1888/2021 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).

Κρατεί και δικάζει την από 7.2.2020 (με Γ.Α.Κ. …./2020 και Ε.Α.Κ. ……/2020) αγωγή.

Δέχεται αυτή κατά τα κύρια αιτήματά της.

Αναγνωρίζει την ακυρότητα της από 5-2-2018 ιδιόγραφης διαθήκης του ………., κατοίκου, εν ζωή, Σαλαμίνας Αττικής, που απεβίωσε στη Νίκαια Αττικής στις 29.5.2018 και η οποία δημοσιεύθηκε με το με αριθμό ……/4.10.2018 πρακτικό του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας.

Αναγνωρίζει έναντι του ενάγοντος και δη κατά το μέρος που προσβάλλεται το εξ αδιαθέτου κληρονομικό του μερίδιο, το ανίσχυρο της με αριθμό ……./4.2.2019 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας στην οποία προέβη ο εναγόμενος ενώπιον της Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας …….. ως μοναδικός εκ διαθήκης κληρονόμος του …………

Αναγνωρίζει ότι ο ενάγων είναι νόμιμος εξ αδιαθέτου κληρονόμος σε ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου στην κληρονομιαία περιουσία του ως άνω πατέρα του και ότι η μητέρα του ……… υπήρξε νόμιμος εξ αδιαθέτου κληρονόμος στην κληρονομιαία περιουσία του συζύγου της . ……… στο ποσοστό που στη συνέχεια ο ενάγων κληρονόμησε εξ αδιαθέτου από αυτή, ήτοι στο 1/8 εξ αδιαιρέτου της κληρονομιαίας περιουσίας του προαποβιώσαντος συζύγου της.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο να αποδώσει στον ενάγοντα, κατά το ποσοστό του κληρονομικού του δικαιώματος, ήτοι κατά συνολικό ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου το εξής κληρονομιαίο ακίνητο: ένα αγροτεμάχιο με τα εντός αυτού υπάρχοντα κτίσματα που βρίσκεται στη θέση «…..» ή «..» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Σαλαμίνας, εκτός σχεδίου, εμφαινόμενο με τα κεφαλαία αλφαβητικά γράμματα (Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Α) στο από Απριλίου 2006 τοπογραφικό διάγραμμα της πολιτικής μηχανικού …….., με βάση το οποίο υπογεγραμμένο από τη μηχανικό που το συνέταξε, νόμιμα χαρτοσημασμένο, με την επ’ αυτού αναγραφόμενη υπεύθυνη δήλωση της μηχανικού κατά το ν. 651/1977, το ακίνητο βρίσκεται εκτός σχεδίου, εντός Γ.Π.Σ., είναι άρτιο και οικοδομήσιμο και εντός αυτού υπάρχουν τριάντα εννέα δέντρα. Επίσης σύμφωνα με το διάγραμμα το ακίνητο αυτό έχει έκταση 4.103 τετραγωνικά μέτρα και συνορεύει ανατολικά εν μέρει επί πλευράς Γ-Δ μήκους μέτρων είκοσι εννέα και εβδομήντα εκατοστών (29,70) με γειτονική ιδιοκτησία η οποία φέρει ΚΑΕΚ ……. και εν μέρει επί πλευράς Ε-Ζ-Η-Θ συνολικού μήκους μέτρων εβδομήντα ενός και πενήντα εκατοστών (71,50) και αναλυτικά (40,46 + 3,90 + 27,14) με ιδιοκτησία ……. η οποία φέρει ΚΑΕΚ ……., δυτικά επί προσώπου Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Α, συνολικού μήκους μέτρων εκατόν δύο και εβδομήντα τεσσάρων εκατοστών (102,74) και αναλυτικά (15,67 + 13,32 + 10,62 + 2,42 + 32,94 + 8,86 + 18,91) με τη ……….. η οποία φέρει ΚΑΕΚ ……….., βόρεια επί προσώπου Α-Β-Γ συνολικού μήκους μέτρων εβδομήντα τριών και ογδόντα έξι εκατοστών (73,86) και αναλυτικά (40,53 + 33,33) με αγροτική οδό ονομαζόμενη ………, η οποία φέρει ΚΑΕΚ ……… και νότια εν μέρει επί πλευράς Δ-Ε μήκους μέτρων σαράντα έξι και ογδόντα εκατοστών (46,80) και εν μέρει επί πλευράς Θ-Ι μήκους μέτρων είκοσι επτά και εξήντα τριών εκατοστών (27,63) με ιδιοκτησία ………. η οποία φέρει ΚΑΕΚ …….. Το ακίνητο αυτό κατά το Εθνικό Κτηματολόγιο έχει έκταση 4.103 τετραγωνικά μέτρων και φέρει ΚΑΕΚ …….. Εντός του ανωτέρω ακινήτου υπάρχουν: i) ισόγεια οικοδομή (οικία) εμβαδού εβδομήντα τεσσάρων και εβδομήντα έξι (74,76) τετραγωνικών μέτρων, ii) ισόγεια αποθήκη (αποθήκη 1) εμβαδού είκοσι ενός και εξήντα δύο (21,62) τετραγωνικών μέτρων και iii) δεύτερη ισόγεια αποθήκη (αποθήκη 2) εμβαδού είκοσι τεσσάρων (24) τετραγωνικών μέτρων.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου-ενάγοντος για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας σε βάρος του εκκαλούντος-εναγόμενου και ορίζει αυτά στο ποσό των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 2.2.2023.

Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 29.3.2023.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ