Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 228/2023

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Γ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Περίληψη

Κατόπιν αναίρεσης, στο Δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση. Αν η απόφαση αναιρεθεί στο σύνολο της, αποβάλλει την ισχύ της, οι δε διάδικοι επανέρχονται στην πριν από αυτήν κατάσταση. Στο σύνολο της θεωρείται ότι αναιρείται μία απόφαση, όταν η αναιρούσα αυτήν απόφαση δεν περιορίζει με σχετική διάταξη την αναίρεση σε ορισμένο ή ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης ή ως προς μερικούς από τους διαδίκους.

Εξάλλου, επί αδικοπραξίας, σύμφωνα με το άρθρο 932 του ΑΚ, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης. Στα πρόσωπα που δικαιούνται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης από το θάνατο του θύματος, πέραν από τους εγγύτερους και στενά συνδεόμενους μ’ αυτόν συγγενείς του (γονείς, αδερφούς κ.λπ.), περιλαμβάνονται και οι μνηστοί.

Αυτοκινητικό ατύχημα. Αποκλειστική υπαιτιότητα του ανήλικου οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου, ο οποίος, οδηγώντας με υπερβολική ταχύτητα, εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα και συγκρούστηκε με ταξί. Θάνατος και των δύο οδηγών. Δεν αποδείχθηκε ότι ο οδηγός του ταξί εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα λόγω κακοτεχνίας του δρόμου. Απορρίπτει ισχυρισμό συντρέχοντος πταίσματος του οδηγού του ταξί, επειδή δεν φορούσε ζώνη, λόγω έλλειψης αιτιώδους συνδέσμου, καθώς το ταξί συμπιέστηκε με αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό του οδηγού του. Δεκτή εν μέρει η αγωγή των κληρονόμων του οδηγού του ταξί, καθώς και του κυρίου του ταξί, για αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  228/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον  Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ……………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) …………2) …………., 3) ……….. και  4) ………….., οι οποίοι παραστάθηκαν, οι μεν πρώτος και τρίτος μετά, οι δε δεύτερη και τέταρτη διά της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Αικατερίνης Κούστα.

Των ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ………2) ……….., 3) …………., 4) ………………, οι οποίοι (1-4) παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Σωτηρίου Πολυδώρου (με δήλωση, κατ΄ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ), 5) του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ AYTOΚINHTΩN», που εδρεύει στην ……, οδός ……….., νοµίµως εκπροσωπουµένου, ως ειδικού διαδόχου της πρώην, εδρεύουσας στον Πειραιά, ανώνυµης ασφαλιστικής εταιρείας µε την επωνυµία «………….», της οποίας η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε για παράβαση του νόµου, ……………), η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Χρυσάνθης Ρηγάκου (με δήλωση, κατ΄άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ), 6) …………… και 7) …………. οι οποίοι (6,7) δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Eνώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) ασκήθηκαν: Α) Η από 8-6-2007 (με αριθ. καταθ. ……./2007) αγωγή των: 1) …….., 2) ……….., ενεργώντας αμφότεροι για τον εαυτό τους ατομικά και για λογαριασμό του ανηλίκου τότε τέκνου τους (ήδη ενηλίκου) ………., 3) ………. (ήδη αποβιώσαντος στις 7-8-2019) και 4) ……….. κατά των: 1) ……… και 2) Ομίλου ασφαλιστικών εταιρειών με την επωνυμία «………….». Β) Η από 23-7-2007 (με αριθ. καταθ. …………/2007) αγωγή των: 1) …….., 2) ……….., 3) ………… και 4) ………. κατά των: 1) ………, 2) ……… και 3) ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» (ήδη «………….», ως καθολικής διαδόχου της), που αρχικά κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αμαλιάδας, το οποίο, με την υπ΄αρ. 90/2008 απόφασή του, κήρυξε εαυτόν αναρμόδιο και παρέπεμψε αυτήν προς εκδίκαση στο ως άνω Δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς). Γ) Η από 3-2-2011 (με αριθ. καταθ. ……/2011) αγωγή των: 1) ……… και 2) ……….. κατά των: 1) Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» και ήδη «…………….», ως καθολικής διαδόχου της, 2) ………. και 3) ……………. Δ) Η από 14-2-2011 (με αριθ. καταθ. ……/2011) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίμπτουσα αγωγή των 1) …….. και 2) ……….. κατά του Ν.Ι.Π.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ AYTOΚlNHTΩN»  ως ειδικού διαδόχου της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..» και Ε) η από 28-2-2011 (με αριθ. καταθ. ………/2011) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίμπτουσα αγωγή της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την πρώην επωνυμία «……….», κατά των: 1) Ν.Ι.Π.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ AYTOΚΙNHTΩN» ως ειδικού διαδόχου της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» και 2) …………..

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο συνεκδικάζοντας τις ανωτέρω αγωγές και ανακοινώσεις δίκης προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των αυτοκινητικών διαφορών (όπως οι διατάξεις αυτής ίσχυαν πριν την τροποποίηση του ΚΠολΔ με το Ν. 4334/2015), εξέδωσε την υπ΄ αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστική και εν μέρει μη οριστική απόφασή του με την οποία απορρίφθηκε η υπό στοιχ. Α αγωγή, έγινε εν μέρει δεκτή η υπό στοιχ. Β αγωγή, έγινε εν μέρει δεκτή η υπό στοιχ. Γ αγωγή και αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης ως προς τα αναφερόμενα στην ως άνω απόφαση κονδύλια, προκειμένου να προσκομισθούν τα σε αυτήν επίσης αναφερόμενα έγγραφα του ασφαλιστικού φορέα των εναγόντων, ενώ τέλος απορρίφθηκαν οι υπό στοιχ. Δ και Ε ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις- παρεμπίπτουσες αγωγές. Στη συνέχεια, εκδόθηκε η υπ΄αριθ. 1265/2013 οριστική απόφαση του ίδιου ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η υπό στοιχ. Γ αγωγή, κατά το μέρος που είχε αναβληθεί επ΄ αυτής η έκδοση οριστικής απόφασης.

Ακολούθως ασκήθηκαν ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς: 1) η από 6-9-2013 (με αριθ. καταθ. ………/2013) έφεση των: ………….. κατά των: …………, στρεφόμενη κατά της ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, συμπροσβαλλομένης και της υπ΄αρ. 1265/2013 οριστικής απόφασης αυτού. 2) Η από 16-9-2013 (με αριθ. καταθ. ……/2013) έφεση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» κατά των: …………., στρεφόμενη κατά της ίδιας ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθώς και της ως άνω υπ΄αριθ. 1265/2013 οριστικής απόφασης αυτού. 3) Η από 15-2-2012 (με αριθ. καταθ. ……./2012) έφεση των: …………..κατά των: ……….. και της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία « …………», στρεφόμενη κατά της ίδιας ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. 4) Η από 27-3-2012 (με αριθ. καταθ. ………/2012) έφεση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» κατά των: …………., στρεφόμενη κατά της ίδιας ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου.  5) Η από 2-4-2012 (με αριθ. καταθ. ……./2012) έφεση των: ………….. κατά των: ……….. και του Ν.Ι.Π.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» ως ειδικού διαδόχου της πρώην ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», στρεφόμενη κατά της ίδιας ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου.  6) Η από 31-10-2013 (με αριθ. καταθ. ……/2013) έφεση των: ……….κατά της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», ως καθολικής διαδόχου της «……….», του …….. και της ………., στρεφόμενη κατά της υπ΄αριθ. 1265/2013 οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, συμπροσβαλλομένης και της υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης αυτού και 7) η από 7-2-2014 (με αριθ. καταθ. …../2014) έφεση (επικουρική ή υπό όρον) της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………» κατά του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ AYTOΚΙNHTΩN» και του …………., στρεφόμενη κατά της υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου.

Επί των ανωτέρω εφέσεων, εκδόθηκε η υπ΄αριθ. 594/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, οι οποία, αφού τις συνεκδίκασε, κατά την ειδική επίσης διαδικασία των αυτοκινητικών διαφορών, απέρριψε την πρώτη ως άνω (από 6-9-2013 και με αριθ. καταθ. ……/2013) έφεση, ως προς τους τρίτο, τέταρτο και πέμπτη των εκκαλούντων, ως απαράδεκτη. Στη συνέχεια, έκανε τυπικά δεκτή κατά τα λοιπά την ανωτέρω έφεση καθώς και τις υπόλοιπες εφέσεις και απέρριψε αυτές κατ΄ ουσία.

Ακολούθως, οι εκκαλούντες στις ως άνω υπ΄αριθ. 1 και 5 εφέσεις, άσκησαν την από 16-10-2017 {με αριθ. καταθ. (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ). …………/2017} αίτηση αναίρεσης κατά των εφεσίβλητων στις εφέσεις αυτές, ενώπιον του Αρείου Πάγου, ο οποίος με την υπ΄αριθ. 1440/2021 απόφασή του (Δ΄ Πολιτικό Τμήμα), αφού κήρυξε ματαιωμένη τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης κατά το μέρος που ασκήθηκε από τον τέταρτο αναιρεσείοντα ………, κατά των έκτου και έβδομου των αναιρεσίβλητων ……. και ………., καθώς επίσης κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση αυτής κατά το μέρος που ασκήθηκε από τους λοιπούς αναιρεσείοντες πλην του ……….., ως προς τον έβδομο των αναιρεσίβλητων …………., στη συνέχεια, αναίρεσε την παραπάνω τελεσίδικη απόφαση για τον λόγο που αναφέρεται σε αυτήν και παρέπεμψε την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου που την εξέδωσε (Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς), συγκροτούμενο από άλλον δικαστή.

Ήδη με την ένδικη από 17-5-2022 (με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ ……./18-5-2022)  κλήση των καλούντων – εκκαλούντων στις ως άνω 1η και 5η των εφέσεων (πλην του αποβιώσαντος στις 7-8-2019 ……….), επαναφέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, προς συζήτηση, η εν λόγω υπόθεση και ειδικότερα οι ως άνω δύο υπ΄αριθ. 1 και 5 εφέσεις (εφεξής υπό στοιχείο Α΄ και Β΄ αντίστοιχα), προσδιορίστηκε δε για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αρ. ….

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το πινάκιο, η μεν πληρεξούσια δικηγόρος των καλούντων -εκκαλούντων, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις εφέσεις και τις έγγραφες προτάσεις τους, οι δε πληρεξούσιοι δικηγόροι των λοιπών παρόντων διαδίκων (πέντε πρώτων των καθ΄ών η κλήση – εφεσίβλητων), ως ανωτέρω αναφέρθηκαν, ύστερα από δήλωσή τους, που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις.                                      

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ  ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας από 17-5-2022 κλήση των καλούντων – εκκαλούντων, νομίμως επαναφέρονται προς συζήτηση: Α) η από 6-9-2013 (με αριθ. καταθ. ……/2013) έφεση των: ……., …….., …….. και ……. (πλην του αρχικού τέταρτου εκκαλούντος …….., ο οποίος απεβίωσε στις 7-8-2019), κατά των: ……….. και ……….., στρεφόμενη κατά της υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, (που δίκασε κατά την ειδική διαδικασία των αυτοκινητικών διαφορών, όπως οι διατάξεις αυτής ίσχυαν πριν την τροποποίηση του ΚΠολΔ με το Ν.4334/2015), συμπροσβαλλομένης και της υπ΄αριθ. 1265/2013 οριστικής απόφασης αυτού, και Β) η από 2-4-2012 (με αριθ. καταθ. …./2012) έφεση των: …….., ………., ……. και ……… (πλην του αρχικού τέταρτου εκκαλούντος ……., ο οποίος απεβίωσε, όπως προαναφέρθηκε, στις 7-8-2019), κατά των: …….., …….., ……., ………. και του Ν.Ι.Π.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ», ως ειδικού διαδόχου της πρώην ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», στρεφόμενη κατά της ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Οι εφέσεις αυτές επαναφέρονται, με την προαναφερθείσα κλήση, μετά από αναίρεση, δυνάμει της υπ΄αριθ. 1440/2021 απόφασης του Αρείου Πάγου (Δ΄ Πολιτικό τμήμα), της εκδοθείσας επί των ως άνω εφέσεων (και των λοιπών, που αναφέρθηκαν στην αρχή της παρούσας) υπ’αριθ. 594/2015 τελεσίδικης απόφασης του Δικαστηρίου τούτου και την παραπομπή της υπόθεσης, με την ως άνω αρεοπαγητική απόφαση, για περαιτέρω εκδίκαση ενώπιον του ίδιου (παρόντος) Δικαστηρίου, αποτελούμενου από άλλον, εκτός αυτού που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση, δικαστή. Οι παραπάνω εφέσεις πρέπει να συνεκδικαστούν, μεταξύ πλέον των καλούντων και των καθ΄ών οι κλήση διαδίκων, καθώς πρόκειται για απλή ομοδικία, διότι αφορούν στην ίδια εκκαλουμένη απόφαση (άρθρα 31, 246 ΚΠολΔ).

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 4 ΚΠολΔ, σε περίπτωση ερημοδικίας του εφεσίβλητου ως προς την έφεση, (εφόσον βέβαια έχει κλητευθεί νομίμως), η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός παρών. Ο παριστάμενος διάδικος υποχρεούται, μέσα σε πέντε ημέρες από τη συζήτηση, να προσκομίσει αντίγραφα εισαγωγικού δικογράφου και των προτάσεων του ερημοδικούντος διαδίκου, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη καθώς και τα πρακτικά αυτής. Διαφορετικά, η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη. Έτσι, σε περίπτωση που ο παριστάμενος διάδικος δεν προσκομίζει τις προτάσεις που υποβλήθηκαν στον πρώτο βαθμό από τον μη εμφανισθέντα διάδικο, κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση, λόγω της αδυναμίας του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου να κρίνει επί της διαφοράς, από την έλλειψη αυτή, δηλαδή να εκφέρει κρίση επί της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρισμούς αμφοτέρων των διαδίκων μερών (ΑΠ 119/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 122/2003 ΕλλΔ/νη 2003.1326, Εφ.Πατρ. 51/2022, Εφ.Πατρ. 217/2018, Εφ.Δωδ. 288/2017, Εφ.Πειρ. 804/2014, Εφ.Λαρ. 139/2012, Εφ.Πειρ.(Μον). 544/2020, Εφ.Λαμ.(Μον). 140/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επί παράλειψης κήρυξης του ανωτέρω προσωρινού απαραδέκτου, που επιβάλλεται από το νόμο προεχόντως προς κατοχύρωση του θεμελιώδους δικονομικού δικαιώματος της υπεράσπισης (άρθρο 110 παρ. 2 ΚΠολΔ), ιδρύεται λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αρ. 14 ΚΠολΔ (Ολ.ΑΠ 12/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 122/2003 ο.π., Εφ.Πειρ. 170/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ.(Μον). 544/2020 ο.π., Εφ.Λαμ.(Μον). 140/2020 ο.π.).

Στην προκείμενη περίπτωση, τη συζήτηση της προαναφερθείσας από 6-9-2013 και με αριθ. καταθ. ……/2013 (υπό στοιχείο Α) έφεσης, (καθώς και της υπό στοιχείο Β), όπως προκύπτει από την ως άνω από 17-5-2022 και με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……./2022 κλήση με πράξη ορισμού συζήτησης της αρμόδιας Γραμματέα του Εφετείου Πειραιώς, επισπεύδουν  οι καλούντες – εκκαλούντες αυτής. Όσον αφορά, όμως, στον έβδομο καθ΄ού η κλήση – δεύτερο εφεσίβλητο στην ως άνω έφεση (υπ΄αριθ.καταθ…../2013), …….., οι καλούντες – εκκαλούντες δεν επικαλούνται ούτε προσκομίζουν έκθεση επίδοσης προς τον τελευταίο της ανωτέρω κλήσης με την οποία επαναφέρεται η κρινόμενη έφεση. Πρέπει συνεπώς, εφόσον ο εν λόγω εφεσίβλητος δεν εμφανίστηκε κατά τη συζήτηση της έφεσης, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, ως προς αυτόν, να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτησή της (άρθρο 524 παρ. 1 σε συνδ.με άρθρο 271 παρ.1,2, 591 ΚΠολΔ). Όσον αφορά δε στον έκτο καθ΄ών η κλήση – πρώτο εφεσίβλητο στην ως άνω έφεση ….., από την υπ`αρ. ……/27-5-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………., την οποία επικαλούνται προσκομίζουν οι καλούντες – εκκαλούντες, αποδεικνύεται ότι,  ακριβές αντίγραφο της παραπάνω κλήσης, με την οποία επαναφέρεται προς συζήτηση η εν λόγω (υπό στοιχείο Α) έφεση, με την προαναφερόμενη πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα σε αυτόν. Επομένως, εφόσον ο τελευταίος δεν εμφανίστηκε κατά τη συζήτηση της έφεσης, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, θα πρέπει να δικαστεί ερήμην και η συζήτησή της, να προχωρήσει σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 524 παρ.4 εδ.α ΚΠολΔ). Οι εκκαλούντες, όμως, επικαλούνται, στις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προτάσεις τους, και προσκομίζουν μόνο αντίγραφο του εισαγωγικού δικογράφου της δίκης, ήτοι της από 16-1-2009 και με αριθ. καταθ. …../2009 αγωγής των ως άνω εφεσίβλητων, χωρίς ωστόσο να επικαλούνται και να προσκομίζουν αντίγραφο των προτάσεων, που είχαν καταθέσει οι απολειπόμενοι εφεσίβλητοι στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όπως είχαν νομική υποχρέωση να πράξουν (μέσα σε πέντε ημέρες από τη συζήτηση της έφεσης), σύμφωνα με τα αναφερθέντα στην ανωτέρω νομική σκέψη. Πρέπει, συνεπώς, κατά τα επίσης προεκτεθέντα, να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της ένδικης υπό στοιχείο Α έφεσης και ως προς τον δεύτερο εφεσίβλητο αυτής. Τέλος, δεν θα περιληφθούν στην παρούσα απόφαση, όσον αφορά στην ως άνω έφεση, διατάξεις περί ορισμού παράβολου προς άσκηση ανακοπής ερημοδικίας, περί δικαστικής δαπάνης καθώς και περί της τύχης του κατατεθέντος παραβόλου της έφεσης, διότι, ως προς το σκέλος της αυτό, η απόφαση δεν είναι οριστική (ΑΠ 989/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Δωδ. 288/2017 ο.π., Εφ.Λαμ.(Μον).140/2020 ο.π.).

Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 579 παρ.1 του ΚΠολΔ, αν αναιρεθεί η απόφαση, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση, που υπήρχε πριν από την απόφαση που αναιρέθηκε και η διαδικασία πριν από την απόφαση αυτή ακυρώνεται, μόνον εφόσον στηρίζεται στην παράβαση, για την οποία έγινε δεκτή η αναίρεση, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 581 παρ.2 του ίδιου Κώδικα, στο Δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 580 παρ. 3 του ΚΠολΔ, αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2 (δηλαδή για υπέρβαση δικαιοδοσίας ή παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα), παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο δικαστήριο, ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε ή στο ίδιο, αν είναι δυνατή η σύνθεση του από άλλους δικαστές. Από τις παραπάνω διατάξεις, προκύπτει ότι η αναίρεση της απόφασης και επομένως και η εξαφάνισή της, μπορεί να είναι ολική ή μερική. Τούτο θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο έχουν προσβληθεί όλα ή κάποιο από τα περισσότερα κεφάλαια αυτής. Ειδικότερα, η απόφαση αναιρείται κατά το μέτρο παραδοχής της αναίρεσης, δηλαδή κατά τα κεφάλαια (αιτήσεις παροχής έννομης προστασίας), τα οποία αφορά ο λόγος της αναίρεσης, που έγινε δεκτός, καθώς και εκείνα που συνάπτονται άρρηκτα προς τα αναιρεθέντα. Η έκταση αυτή της αναίρεσης προκύπτει από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της αναιρετικής απόφασης, κατισχύει δε, από κάθε αντίθετη γενική διατύπωση αυτής και μάλιστα, του τυχόν χαρακτηρισμού της από την ίδια της έκτασης της αναίρεσης της προσβαλλομένης απόφασης ως ολικής. Επομένως, στο Δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση. Αν η απόφαση αναιρεθεί μερικώς, ως προς ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης, τότε, μόνο ως προς αυτά εξαφανίζεται η απόφαση και η εξουσία του Δικαστηρίου της παραπομπής δεν εκτείνεται στα άλλα κεφάλαια, ως προς τα οποία διατηρείται το δεδικασμένο της απόφασης, το οποίο λαμβάνεται υπόψη και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, εκτός από τα κεφάλαια που συνδέονται άρρηκτα με τα αναιρεθέντα, οπότε συναναιρούνται. Αν η απόφαση αναιρεθεί στο σύνολο της, αποβάλλει την ισχύ της, οι δε διάδικοι επανέρχονται στην πριν από αυτήν κατάσταση. Στο σύνολο της θεωρείται ότι αναιρείται μία απόφαση, όταν η αναιρούσα αυτήν απόφαση δεν περιορίζει με σχετική διάταξη την αναίρεση σε ορισμένο ή ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης ή ως προς μερικούς από τους διαδίκους. Περίπτωση εν όλω αναίρεσης συντρέχει και όταν ο αναιρετικός λόγος που έγινε δεκτός, πλήττει κατά νομική ακολουθία το κύρος της όλης απόφασης, σύμφωνα με το διατακτικό της αναιρετικής, αλλά σε συνδυασμό και με το αιτιολογικό της (ΑΠ 1282/2018, ΑΠ 711/2018, ΑΠ 1150/2017, ΑΠ 304/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Με την αναίρεση της απόφασης, κατά το μέτρο παραδοχής της αντίστοιχης αίτησης, ως προς το σύνολο του ενός ενιαίου κεφαλαίου ή των πλειόνων κεφαλαίων, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από τη συζήτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η αναιρεθείσα, δηλαδή αναβιώνει η αίτηση παροχής έννομης προστασίας, έφεση, αγωγή κ.λπ. Οι διάδικοι ενώπιον του Δικαστηρίου της παραπομπής, προτείνουν όποιους ισχυρισμούς μπορούσαν να προτείνουν και κατά τη συζήτηση που εκδόθηκε η απόφαση που αναιρέθηκε (ΑΠ 886/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,  ΑΠ 921/2015 ΝΟΒ 2016.96).

Στην προκείμενη περίπτωση: Α) Οι ενάγοντες ………….. (ήδη πρώτοι δύο των καλούντων – εκκαλούντων), ενεργώντας αμφότεροι ατομικά και για λογαριασμό του ανηλίκου, κατά τη συζήτηση της αγωγής, τέκνου τους …… (ήδη ενηλίκου – τρίτου των καλούντων – εκκαλούντων) καθώς και οι …… (ήδη αποβιώσας) και ………. (ήδη τέταρτη των καλούντων-εκκαλούντων), άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά του εναγόμενου ……… (ήδη τρίτου των καθ΄ών η κλήση – εφεσίβλητων στην υπ΄ αριθ. καταθ. ……/2012 έφεση) και του Ομίλου ασφαλιστικών εταιρειών με την επωνυμία «…………», η άδεια της οποίας έχει ανακληθεί και στη θέση της έχει υπεισέλθει αυτοδικαίως ως ειδικός διάδοχος, ήδη από το χρόνο συζήτησης στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» (ήδη πέμπτο των καθ΄ών η κλήση – εφεσίβλητων στην υπ΄ αριθ. καταθ. ……/2012 έφεση), την από 8-6-2007 και με αριθ. καταθ. …./2007 (υπό στοιχείο Α) αγωγή. Στην εν λόγω αγωγή εξέθεταν ότι, ο …. … γεννηθείς το έτος 1989, υιός του πρώτου και της δεύτερης εξ αυτών, αδελφός του …….. και εγγονός των λοιπών, οδηγώντας στις 11-8-2006 το υπ΄αριθ. κυκλοφορίας ……. ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του πρώτου των εναγόντων, κινείτο επί της δημοτικής οδού Αμαλιάδας – Κουρούτας στην περιοχή Κουρούτα Αμαλιάδας, με κατεύθυνση από Αμαλιάδα προς Κουρούτα, όταν ο ……….., οδηγός του υπ΄αριθ. κυκλοφορίας ……… ΔΧΕ αυτοκινήτου (ταξί), που ήταν ασφαλισμένο στη δεύτερη των εναγόμενων, κυριότητας του πρώτου εναγόμενου, που εκτελούσε μισθωμένο δρομολόγιο (κούρσα) με δύο συνεπιβάτες (……… και ………), προκάλεσε από υπαιτιότητά του τον θανάσιμο τραυματισμό του πρώτου ως άνω οδηγού ………, κατά τη σύγκρουση των ανωτέρω οχημάτων τους, που έγινε υπό τις ειδικότερες συνθήκες, που περιγράφονται στην αγωγή, με αποτέλεσμα από την άνω σύγκρουση να επέλθει τόσο ο θάνατος του οδηγού του ταξί ακαριαία, όσο και του ανήλικου ……….. μετά από ολιγοήμερη παραμονή του στο νοσοκομείο όπου νοσηλεύθηκε, λόγω βαρέων κακώσεων κεφαλής, καθώς και να τραυματισθούν οι δύο συνεπιβάτες του ταξί. Με βάση το περιεχόμενο αυτό, οι ενάγοντες ζήτησαν, μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά αυτού, καθώς και με τις πρωτόδικες προτάσεις τους, αλλά και όπως επίσης παραδεκτά παραιτήθηκαν, οι δύο πρώτοι των εναγόντων, με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους ενώπιον του ακροατηρίου του Δικαστηρίου τούτου, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά αυτού, αλλά και με τις προτάσεις τους, του αγωγικού κονδυλίου για έξοδα κηδείας και τάφου του εκλιπόντος γιού τους ………..: α) Να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, στον πρώτο ενάγοντα, ως αποζημίωση για την ολοσχερή καταστροφή του ως άνω ΙΧΕ αυτοκινήτου ιδιοκτησίας του, το ποσό των 35.000 ευρώ, καθώς επίσης να υποχρεωθούν να καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από το θάνατο του ως άνω συγγενή τους, σε καθένα από τους πρώτο και δεύτερη των εναγόντων, για λογαριασμό των ιδίων, το ποσό των 30.000 ευρώ και για λογαριασμό του τότε ανηλίκου γιου τους …………. (αδερφού του θανόντος), το ποσό των 20.000 ευρώ και, τέλος, στον καθένα από τους τρίτο και τέταρτη των εναγόντων το ποσό των 10.000 ευρώ. β) Να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, σε καθένα από τους πρώτο και δεύτερη των εναγόντων, για λογαριασμό των ιδίων, το ποσό των 170.000 ευρώ και για λογαριασμό του τότε ανηλίκου γιου τους …. …, το ποσό των 80.000 ευρώ και, τέλος, στον καθένα από τους τρίτο και τέταρτη των εναγόντων το ποσό των 40.000 ευρώ. Όλα δε τα παραπάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Β) Οι ενάγοντες ……… (ήδη πρώτοι τέσσερεις των καθ΄ών η κλήση – εφεσίβλητων στην υπ΄ αριθ. καταθ. …/2012 έφεση), άσκησαν την από 23-7-2007 και με αριθ. εκθ. καταθ. ../…./2007 (υπό στοιχείο Β)  αγωγή,  η οποία αρχικά κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αμαλιάδας, το οποίο με την υπ΄αριθ. 90/2008 απόφασή του, κήρυξε εαυτόν αναρμόδιο και παρέπεμψε αυτήν προς εκδίκαση στο ως άνω Δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς), κατά των εναγόμενων ……., …….. (δύο πρώτων εναγόντων στην υπό στοιχείο Α αγωγή – ήδη δύο πρώτων καλούντων – εκκαλούντων) και της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..», στη θέση της οποίας έχει υπεισέλθει ως καθολική διάδοχος αυτής η ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «……..» (η οποία δεν μετέχει στην παρούσα δίκη, καθώς δεν είναι διάδικος στην ένδικη έφεση, πρόκειται δε για απλή ομοδικία). Στην εν λόγω αγωγή οι ως άνω ενάγοντες εξέθεταν ότι, ο ……., γεννηθείς το έτος 1980, υιός των δύο πρώτων εξ αυτών (εναγόντων), αδελφός του τρίτου και μνηστήρας της τέταρτης των εναγόντων, στις 11-8-2006, έχοντας αναλάβει με σύμβαση την οδήγηση του με αριθμό κυκλοφορίας ……… ΔΧΕ αυτοκινήτου (ταξί), μάρκας MERCEDES, κυριότητας του τρίτου ενάγοντα, βρισκόταν στο χώρο στάθμευσης ταξί στην πλατεία Αγίου Αθανασίου Αμαλιάδας όταν, περί ώρα 2:36, προσκλήθηκε μέσω του ασύρματου δικτύου επικοινωνίας, από την υπεύθυνη του ΡΑΔΙΟ-ΤΑΞΙ Αμαλιάδας να μεταβεί στο κατάστημα «………» στο τέλος της δημοτικής οδού Αμαλιάδας – Κουρούτας, για να παραλάβει δύο άτομα προκειμένου να τα μεταφέρει στην Αμαλιάδα. Ότι, αφού παρέλαβε τα δύο άτομα και συγκεκριμένα τους …… και ………, κατά την επιστροφή του προς Αμαλιάδα και ενώ βρισκόταν σε απόσταση μόλις 300 μέτρων από την αφετηρία του, κινούμενος με μικρή ταχύτητα εντός του ρεύματος κυκλοφορίας των προς Αμαλιάδα κατευθυνόμενων οχημάτων, το όχημά του συγκρούστηκε με το υπ΄αριθ.κυκλοφ. ……… όχημα, που οδηγούσε ο ανήλικος …….., ιδιοκτησίας του πρώτου εναγόμενου, που ήταν ασφαλισμένο στην τρίτη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία. Ότι, η ως άνω σύγκρουση, που είχε ως αποτέλεσμα προκληθεί ακαριαία ο θάνατος του οδηγού του ταξί, καθώς και ο θάνατος του ανήλικου οδηγού, οφείλεται αποκλειστικά σε υπαιτιότητα του τελευταίου (ανήλικου), ο οποίος κινείτο με υπερβολική ταχύτητα με αποτέλεσμα να χάσει τον έλεγχο του αυτοκινήτου και να εισέλθει στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, όπου κινείτο ο ανωτέρω οδηγός του ταξί, κάτω από τις συνθήκες που αναφέρονται ειδικότερα στην αγωγή. Με βάση τα ανωτέρω, οι ενάγοντες ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, α) στον πρώτο εξ αυτών (εναγόντων), το ποσό των 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστη από το θάνατο του ως άνω συγγενή του, το ποσό των 3.240 ευρώ για έξοδα κηδείας και το ποσό των 700 ευρώ για έξοδα μνημοσύνου, β) στη δεύτερη, το ποσό των 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστη από το θάνατο του ως άνω συγγενή της, γ) στον τρίτο, το ποσό των 150.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστη από το θάνατο του ως άνω συγγενή του, το ποσό των 23.000 ευρώ για την ολοσχερή καταστροφή του αυτοκινήτου του, το ποσό των 800 ευρώ για τον εξοπλισμό του (ταξίμετρο και ταμειακή μηχανή ταξιμέτρου), το ποσό των 8.990 ευρώ για διαφυγόντα κέρδη λόγω στέρησης εκμετάλλευσης του ταξί κατά το χρονικό διάστημα από 11-8-2006 (ημέρα του ατυχήματος) μέχρι 23-10-2006 (ημέρα έκδοσης νέας άδειας κυκλοφορίας στο όνομα του τρίτου εξ αυτών, κατόπιν αγοράς από τον ίδιο άλλου αυτοκινήτου, σε αντικατάσταση του καταστραφέντος στο ατύχημα), το ποσό των 6.180 ευρώ ως αποζημίωση για δαπάνες φύλαξης του καταστραφέντος αυτοκινήτου-ταξί, καθώς και το ποσό των 10.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη λόγω της καταστροφής του αυτοκινήτου και της στέρησης της χρήσης του και δ) στην τέταρτη ενάγουσα το ποσό των 100.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστη από το θάνατο του ως άνω μνηστήρα της. Όλα δε τα παραπάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Γ) Οι ενάγοντες …….. και …………. (ήδη έκτος και έβδομος των καθ΄ών η κλήση – εφεσίβλητων στην υπ΄ αριθ. καταθ. …../2013 έφεση, η συζήτηση της οποίας, κατά τα προεκτεθέντα, κηρύχθηκε απαράδεκτη από το παρόν Δικαστήριο), άσκησαν, επίσης ενώπιον του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), την από 3-2-2011 και με αριθ. καταθ. …./2011 (υπό στοιχείο Γ) αγωγή, κατά των εναγόμενων ήτοι της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……» – ήδη «………» (ως καθολικής διαδόχου της), του ……. ……. και της ………. Στην εν λόγω αγωγή, οι ως άνω ενάγοντες εξέθεταν ότι, στις 11-8-2011 και ενώ επέβαιναν στο ως άνω με αριθμό κυκλοφορίας ……. ΔΧΕ αυτοκίνητο (ταξί), το οποίο οδηγούσε ο ……… και κινείτο με κανονική ταχύτητα επί της δημοτικής οδού Κουρούτας – Αμαλιάδας, υπέστησαν τραυματισμό κατά την αναφερόμενη και στις ως άνω αγωγές (Β και Α) σύγκρουση τους οχήματος αυτού, υπό τις περιγραφόμενες στην αγωγή συνθήκες, με το με αριθμό κυκλοφορίας ……… ΙΧΕ αυτοκίνητο, που οδηγούσε ο ανήλικος ………., ιδιοκτησίας του δευτέρου εναγόμενου, το οποίο ήταν ασφαλισμένο έναντι του κινδύνου πρόκλησης ζημιών σε τρίτους στην πρώτη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία. Ότι, το ανωτέρω ατύχημα εξαιτίας του οποίου επήλθε ο τραυματισμός τους, οφείλεται σε υπαιτιότητα του ως άνω οδηγού ……… (υιού των δεύτερου και τρίτης των εναγόμενων), κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Με βάση τα ανωτέρω και κατόπιν παραδεκτού μερικού περιορισμού του αγωγικού αιτήματος, ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να τους καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, Α) στον πρώτο ενάγοντα: α) το ποσό των 1.775 ευρώ ως δαπάνη αποκλειστικής νοσοκόμας, το ποσό των 245 ευρώ για έξοδα μετάβασης των γονέων του από την Αθήνα στην Αμαλιάδα καθώς και για μικροέξοδα στα οποία αυτοί προέβησαν εντός του νοσοκομείου, καθώς και για την επαναμετάβασή τους στην Αθήνα, ήτοι συνολικά το ποσό των 2.000 ευρώ, β) το ποσό των 7.000 ευρώ που αντιστοιχεί στην αξία 100 συνολικά συνεδριών φυσικοθεραπείας στις οποίες υποβλήθηκε στο εργαστήριο του πατέρα του, γ) το ποσό των 4.000 ευρώ για επέμβαση πλαστικής χειρουργικής στην οποία κρίνεται αναγκαίο να υποβληθεί, δ) το ποσό των 60.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Β)  στον δεύτερο ενάγοντα: α) το ποσό των 810 ευρώ ως δαπάνη αποκλειστικής νοσοκόμου, το ποσό των 190 ευρώ για έξοδα μετάβασης της μητέρας του από την Αθήνα στην Αμαλιάδα, καθώς και για μικροέξοδα στα οποία αυτή προέβη εντός του νοσοκομείου, καθώς και για την επαναμετάβασή της στην Αθήνα, ήτοι συνολικά το ποσό των 1.000 ευρώ  β) το ποσό των 6.400 ευρώ, που αντιστοιχεί στην αξία 70 συνολικά συνεδριών φυσικοθεραπείας, γ) το ποσό των 60.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Επιπλέον οι ενάγοντες ζήτησαν να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να τους καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, το ποσό των 90.000 ευρώ σε καθένα εξ αυτών ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστησαν. Όλα δε τα ανωτέρω ποσά, νομιμοτόκως, κατά τις ειδικότερα αναφερόμενες στην αγωγή τους διακρίσεις. Τέλος, οι εναγόμενοι της ως άνω αγωγής, με τις υπό στοιχεία Δ (οι ……… και η ……..) και Ε (η «……..») ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσες αγωγές τους, εξέθεταν ότι, εναντίον τους ασκήθηκε η ως άνω υπό στοιχείο Γ (με αριθ. καταθ. ………../2011) κύρια αγωγή (το περιεχόμενο της οποίας παραθέτουν αυτούσιο) και ζητούσαν, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος των αγωγών τους σε αναγνωριστικό, να παρέμβει το Ν.Π.Ι.Δ.  με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» και ο ……….. στη δίκη μεταξύ αυτών και των ως άνω εναγόντων και σε περίπτωση ευδοκίμησης της ανωτέρω κύριας αγωγής, να αναγνωρισθεί ότι οι παρεμπιπτόντως εναγόμενοι υποχρεούνται, κατά το ποσοστό της συνυπαιτιότητας των δύο προαναφερθέντων οδηγών (………….), να καταβάλουν, νομιμοτόκως, οποιοδήποτε ποσό θα υποχρεωθούν αυτοί να καταβάλουν στους ενάγοντες της κύριας αγωγής με βάση την απόφαση που θα εκδοθεί.

Επί των ως άνω αγωγών και ανακοινώσεων δίκης με προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπιπτουσών αγωγών, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς), εξέδωσε την υπ’ αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστική απόφασή του, με την οποία, αφού τις συνεκδίκασε και τις έκρινε παραδεκτές, ορισμένες (πλην του υπό στοιχείο Αα κονδυλίου των 245 ευρώ της υπό στοιχείο Γ αγωγής το οποίο απέρριψε ως αόριστο) και νομικά βάσιμες (σχετικά με το παρεπόμενο αίτημά τους περί κήρυξης προσωρινά εκτελεστής της απόφασης που θα εκδοθεί, μόνο όσον αφορά στα καταψηφιστικά αιτήματά τους), στη συνέχεια: Α) Απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη στο σύνολό της την υπό στοιχείο Α (από 8-6-2007 και με αριθ. καταθ. …./2007) αγωγή, διότι έκρινε τον ανήλικο οδηγό ………. αποκλειστικά υπαίτιο για το τροχαίο ατύχημα. Β) Δέχθηκε εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη την υπό στοιχείο Β (από 23-7-2007 και με αριθ. καταθ. ………./2007) αγωγή και υποχρέωσε τους εναγόμενους αυτής να καταβάλουν, ο καθένας ολόκληρο:  α) στον πρώτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 63.240 ευρώ, β) στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 60.000 ευρώ, γ) στον τρίτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 80.730 ευρώ και δ) στην τέταρτη ενάγουσα το ποσό των 30.000 ευρώ, όλα τα παραπάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Γ) Δέχθηκε εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη την  υπό στοιχείο Γ (από 3-2-2011 και με αριθ. εκθ. καταθ. ……../2011) αγωγή, ως προς τα αναφερόμενα στην απόφαση αυτή αγωγικά κονδύλια, και υποχρέωσε τους εναγόμενους της άνω αγωγής να καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, α) στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 8.824 ευρώ με το νόμιμο τόκο από 25-7-2008 για την πρώτη εναγόμενη και από 29-7-2008 για τους δεύτερο και τρίτη εναγόμενους και β) στον δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 5.288 ευρώ, με το  νόμιμο τόκο ομοίως ως ανωτέρω. Ανέβαλε δε, περαιτέρω, την έκδοση οριστικής απόφασης ως προς τα κονδύλια της αγωγής αυτής που αφορούσαν στη δαπάνη φυσικοθεραπειών του πρώτου ενάγοντος  κατά τα χρονικά διαστήματα από 15-11-2007 έως 15-2-2008, από 16-4-2008 έως 20-5-2008 και από 20-6-2008 έως 20-7-2008 στο Εργαστήριο Φυσικοθεραπείας ………….. και ως προς τα κονδύλια της δαπάνης φυσικοθεραπειών του δεύτερου ενάγοντος κατά τα χρονικά διαστήματα από 23-10-2006 έως 25-1-2007, από 20-3-2008 έως 25-4-2008 και από 1-6-2008 έως 10-7-2008 στο ίδιο ως άνω εργαστήριο φυσικοθεραπείας, μέχρι να προσκομισθεί με επιμέλεια οιουδήποτε των διαδίκων, βεβαίωση ή απόφαση του ασφαλιστικού τους φορέα (ΙΚΑ) από την οποία να προκύπτει εάν οι ενάγοντες έλαβαν ή δικαιούνται να απαιτήσουν από αυτό παροχές, σχετικές με τα ως άνω κονδύλια και σε ποια έκταση. Δ) Απέρριψε, κατ΄ ουσία, την υπό στοιχείο Δ (από 14-2-2011 και με αριθ. καταθ. ……../2011) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση- παρεμπίπτουσα αγωγή και Ε) απέρριψε, επίσης κατ΄ ουσία,  την υπό στοιχείο Ε (από 28-2-2011 και με αριθ. καταθ. ……/2011) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή. Στη συνέχεια, εκδόθηκε η υπ΄αριθ. 1265/2013 οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, ως προς τα κονδύλια της δαπάνης φυσικοθεραπειών των εναγόντων της υπ΄ αριθ. καταθ. ……./2011 αγωγής (υπό στοιχείο Γ). Η ως άνω απόφαση, κατόπιν των σχετικών βεβαιώσεων του αρμόδιου υποκαταστήματος ΙΚΑ, ότι οι ενάγοντες δεν είχαν λάβει, ούτε δικαιούνται να λάβουν από το τελευταίο, οποιοδήποτε ποσό για τις δαπάνες αυτές, έκανε εν μέρει δεκτή την εν λόγω αγωγή, αναφορικά με τα παραπάνω κονδύλια, ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε τους εναγόμενους, για την ανωτέρω αιτία, να καταβάλουν, ο καθένας εις ολόκληρο, στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 5.600 ευρώ και στον δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 5.120 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από 25-7-2008 για την πρώτη εναγόμενη και από 29-7-2008 για τον δεύτερο εναγόμενο και την τρίτη εναγόμενη, μέχρι την εξόφληση.

Στη συνέχεια, ασκήθηκαν ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς: 1) η από 6-9-2013 (με αριθ. καταθ. ……../2013) έφεση των: ……………… κατά των: ……… ……. και ………, στρεφόμενη κατά της ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 2) η από 16-9-2013 (με αριθ. καταθ. …./2013) έφεση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….» κατά των: ………. και …….., στρεφόμενη κατά της ίδιας ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθώς και της ως άνω υπ΄αριθ. 1265/2013 οριστικής απόφασης αυτού, 3) η από 15-2-2012 (με αριθ. καταθ. …../2012) έφεση των: ……………κατά των: ……… και της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», στρεφόμενη κατά της ίδιας ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, 4) η από 27-3-2012 (με αριθ. καταθ. ……../2012) έφεση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..» κατά των: ……….., στρεφόμενη κατά της ίδιας ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου,  5) η από 2-4-2012 (με αριθ. καταθ. ………/2012) έφεση των: ………. κατά των: ……… και του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» ως ειδικού διαδόχου της πρώην ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία « ………..», στρεφόμενη κατά της ίδιας ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου,  6) η από 31-10-2013 (με αριθ. καταθ. ……/2013) έφεση των: …….. και ………. κατά της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», του …….. και της ……., στρεφόμενη κατά της υπ΄αριθ. 1265/2013 οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, συμπροσβαλλομένης και της υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης αυτού και 7) η από 7-2-2014 (με αριθ. καταθ. ……../2014 έφεση (επικουρική) της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..» κατά του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» και του ……….., στρεφόμενη κατά της ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου.

Επί των ανωτέρω εφέσεων, εκδόθηκε η υπ΄αριθ. 594/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, η οποία, αφού τις συνεκδίκασε, κατά την ειδική επίσης διαδικασία των αυτοκινητικών διαφορών, απέρριψε την πρώτη ως άνω από 6-9-2013 (με αριθ. καταθ. …./2013) έφεση, ως προς τους τρίτο, τέταρτο και πέμπτη των εκκαλούντων ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης αυτών, καθόσον δεν ήταν αντίδικοι των εφεσίβλητων στην πρωτόδικη δίκη, ακολούθως δε, έκανε τυπικά δεκτή  κατά τα λοιπά την ως άνω έφεση καθώς και τις υπόλοιπες εφέσεις και απέρριψε αυτές κατ΄ ουσία.

Στη συνέχεια, οι εκκαλούντες στις ως άνω υπ΄αριθ. 1 και 5 εφέσεις άσκησαν, εναντίον των εφεσίβλητων στις εφέσεις αυτές και κατά της ως άνω (υπ΄αριθ.594/2015) εφετειακής απόφασης, την από 16-10-2017 αίτηση αναίρεσης, ενώπιον του Αρείου Πάγου, ο οποίος με την υπ΄αριθ.1440/2021 απόφασή του (Δ Πολιτικό Τμήμα), κήρυξε ματαιωμένη τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης κατά το μέρος που ασκήθηκε από τον τέταρτο αναιρεσείοντα ………., κατά των έκτου και έβδομου των αναιρεσίβλητων ……… και ……….., καθώς αυτοί δεν παραστάθηκαν, ενώ επίσης κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση αυτής κατά το μέρος που ασκήθηκε από τους λοιπούς αναιρεσείοντες (πλην του ………), ως προς τον έβδομο των αναιρεσίβλητων ……….., λόγω μη προσήκουσας κλήτευσής του. Ακολούθως, δέχτηκε τον πρώτο λόγο αναίρεσης και αναίρεσε την παραπάνω τελεσίδικη απόφαση επειδή, από τα εκτιθέμενα στην αναιρεθείσα αυτή απόφαση, δεν προκύπτει ότι ελήφθησαν υπόψη οι καταθέσεις που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την υπ΄αριθ. 90/2008 (παραπεμπτική λόγω αναρμοδιότητας) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αμαλιάδας. Παρέπεμψε, τέλος, την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση ενώπιον του ίδιου δικαστηρίου (Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς), συγκροτούμενο από άλλον δικαστή.

Ήδη με την ένδικη από 17-5-2022 (με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ. ……/18-5-2022) κλήση των καλούντων – εκκαλούντων στις ως άνω 1η και 5η  (ήδη Α και Β) εφέσεις, επαναφέρεται ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, προς συζήτηση, η εν λόγω υπόθεση και συγκεκριμένα ως προς τις ανωτέρω δύο εφέσεις.  Η συζήτηση της πρώτης (Α) εξ αυτών (με αριθ. καταθ. ……./2023), κηρύχθηκε απαράδεκτη για τους λόγους που αναλυτικά προεκτέθηκαν. Οπότε το παρόν Δικαστήριο, όπως επίσης προεκτέθηκε, θα ασχοληθεί μόνο με την κατ΄ουσία εκδίκαση της δεύτερης (Β) ως άνω (με αριθ. καταθ. …../2012) έφεσης. Ειδικότερα κατά της παραπάνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (εκκαλουμένης), παραπονούνται οι καλούντες – εκκαλούντες με την  υπ΄αριθ. καταθ. …./2012 έφεσή τους (πλην του αρχικού τέταρτου αρχικού εκκαλούντος, ο οποίος απεβίωσε, όπως προαναφέρθηκε, στις 7-8-2019, ως προς τον οποίο δεν επαναφέρεται η κρινόμενη έφεση με την ένδικη κλήση, δεδομένου ότι πρόκειται για απλή ομοδικία), για τους λόγους που αναφέρονται σε αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν δε την εξαφάνισή της, άλλως τη μεταρρύθμισή της, ώστε ακολούθως να γίνει δεκτή η αγωγή τους (υπό στοιχείο Α) και να απορριφθεί η αγωγή (υπό στοιχείο Β) των αντιδίκων τους – εφεσίβλητων. Επομένως, το παρόν Δικαστήριο θα ασχοληθεί μόνο με τις αγωγές αυτές.

Από τις διατάξεις των άρθρων 10 του ΓΠΝ/1911, 297, 298, 300, 330 και 914 ΑΚ προκύπτει ότι, σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος, η ευθύνη προς αποζημίωση προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση ζημίας και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του οδηγού και της ζημίας. Μορφή υπαιτιότητας είναι και η αμέλεια, η οποία υπάρχει, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια, που απαιτείται στις συναλλαγές, δηλαδή αυτή, που, αν είχε καταβληθεί, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς οδηγού αυτοκινήτου, θα καθιστούσε δυνατή την αποτροπή της σύγκρουσης. Η ύπαρξη της υπαιτιότητας δεν αποκλείεται κατ` αρχήν από το γεγονός, ότι στο αποτέλεσμα του ατυχήματος συνετέλεσε και συντρέχον πταίσμα του ζημιωθέντος, εφόσον δεν διακόπτεται ο αιτιώδης σύνδεσμος, αλλά η ύπαρξη αυτού, προβαλλόμενη από τον υπαίτιο κατ` ένσταση, συνεπάγεται τη μη επιδίκαση από το δικαστήριο αποζημίωσης ή τη μείωση του ποσού της (άρθρο 300 ΑΚ). Αν η ζημία οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του παθόντος, δεν οφείλεται αποζημίωση, ενώ, αν διαπιστωθεί οικείο πταίσμα αυτού, το δικαστήριο μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 300 ΑΚ, να μην επιδικάσει αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό της. Η παράνομη συμπεριφορά, ως όρος της αδικοπραξίας, μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη, αλλά και σε παράλειψη, εφόσον στην τελευταία αυτή περίπτωση εκείνος που υπέπεσε στην παράλειψη ήταν υποχρεωμένος σε πράξη από το νόμο ή τη δικαιοπραξία ή από την καλή πίστη, κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη. Αιτιώδης συνάφεια υπάρχει, όταν η πράξη ή η παράλειψη του ευθυνόμενου προσώπου ήταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα. Μόνη δε η παράβαση διατάξεων του ΚΟΚ δεν θεμελιώνει αυτή καθ` εαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος, αποτελεί όμως στοιχείο, η στάθμιση του οποίου από το δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης πράξης και του αποτελέσματος που επήλθε, ενώ μόνη η τήρηση των ελαχίστων υποχρεώσεων που επιβάλλει ο ΚΟΚ, στους οδηγούς των οχημάτων κατά την οδήγησή τους, δεν αίρει την υποχρέωσή τους να συμπεριφέρονται και πέραν των ορίων τούτων, όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν για την αποτροπή ζημιογόνου γεγονότος ή τη μείωση των επιζήμιων συνεπειών (ΑΠ 309/2019, ΑΠ 49/2019, ΑΠ 270/2019, ΑΠ 146/2018, ΑΠ 199/2018, ΑΠ 1754/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 932 του ΑΚ: Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης. Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι, συνεπεία αδικοπραξίας, προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι` αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, την βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών. Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποιήσεως αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται, κατ` αρχήν, σε αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να κριθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, είτε ευθέως, είτε εκ πλαγίου, για έλλειψη νόμιμης βάσεως. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, υπό την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας (Ολ.ΑΠ 10/2017, Ολ.ΑΠ 9/2015, ΑΠ 847/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), πράγμα που, αν συμβαίνει, ελέγχεται ως παραβίαση της πιο πάνω γενικής νομικής αρχής, ήτοι ως πλημμέλειες του άρθρου 559 αριθ. 1 και 19 του ΚΠολΔ. Και τούτο, διότι μία απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσον αφορά τον δικαιούχο – παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσον αφορά τον υπόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (ΑΠ 103/2022, ΑΠ 747/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, στην εν λόγω διάταξη (932 ΑΚ) δεν γίνεται προσδιορισμός του όρου «οικογένεια του θύματος», τα μέλη της οποίας νομιμοποιούνται να ζητήσουν χρηματική ικανοποίηση για ψυχική οδύνη, ερμηνευτική δε βοήθεια παρέχουν μόνο οι διατάξεις των άρθρων 57 και 59 ΑΚ, με τις οποίες κα­θορίζονται τα πρόσωπα που δικαιούνται να ζητήσουν την προστασία της προσωπικότητας του αποθανόντος προσώπου. Πάντως, κατά τη σαφή έννοια της διάταξης του άρθρου 932 ΑΚ, που απορρέει από το σκοπό της θέσπισής της, στην οικογένεια του θύματος περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενά συνδεόμενοι μ’ αυτόν συγγενείς του θανατωθέντος, αδιάφορα αν συζούσαν μ’ αυτόν ή διέμεναν χωριστά (Ολ.ΑΠ 762/1992, ΠοινΧρον MB`. 665, ΑΠ 185/1999 ΕλλΔ/νη 39/837, Εφ.Αθ. 4421/2001 Χρον.Ιδιωτ.Δικ. σελ. 885, Στυλ. Πατεράκης  «Η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης», σελ. 306). Η συνοίκηση, όμως, λαμβάνεται υπόψη κατά τον καθορισμό του ύ­ψους της χρηματικής ικανοποίησης, ενώ ουσιαστική και μάλιστα αυτονόητη προϋπό­θεση επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης είναι επίσης η απόδειξη, ότι στη συγκε­κριμένη περίπτωση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπέστη πραγματικά ψυχική οδύνη για την απώλεια του προσφιλούς του προσώπου, καθώς και ότι μεταξύ αυτού και του θανόντος υπήρχαν, όταν ο τελευταίος ζούσε, συναισθήματα αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό του προσώπου αυτού από την επιδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης (Ολ.ΑΠ 21/2000 ΕλλΔ/νη 42.56, ΑΠ 160/2001 ΕλλΔ/νη 42.1541). Έτσι, αν συντρέχουν και οι πιο πάνω προϋποθέσεις, στην οικογένεια του θύματος περιλαμβάνονται ο ή η σύζυγος, οι ανιό­ντες, οι κατιόντες, οι αδελφοί, πεθερός – πεθερά, γαμπρός και νύφη (ΑΠ 1159/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, η μνηστεία αναγνωρίζεται από το Δίκαιο, και δη στο άρθρο 1346 ΑΚ, ως η πρωτοβαθμίδα του γάμου και της οικογένειας. Οι μνηστοί μεν δεν περιλαμβάνονται στην έννοια της οικογένειας, νομολογιακά, όμως, γίνεται δεκτή η ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ στη θανάτωση του ενός από τους μνηστευμένους υπέρ του άλλου, διότι στην περίπτωση αυτή παραγνωρίζεται η απουσία σχέσης οικογενειακού δικαίου, υπό τη στενή έννοια και σημασία πλέον έχει η πραγματική σχέση και ο δεσμός αγάπης που υπάρχει μεταξύ του θύματος και του ζώντος άλλου προσώπου με το οποίο συνδεό­ταν (ΑΠ 3/2012 ΝοΒ 2012/1474, ΑΠ 775/2011 ΕλλΔνη 2012.962, ΑΠ 1837/2007 ΤΝΠ ΔΣΑ, Εφ.Πατρ.(Μον.) 240/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Αθ. Κρητικού «Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα», εκδ. 1998, αριθ. 960, του ιδίου Αποζημίωση, β` Συμπλήρωμα, εκδ. 2005, αριθ. 957β, όπου και παραπομπές στη νομολογία, Β. Βαθρακοκοίλη ΕΡΝΟΜΑΚ, τόμος Γ`, εκδ. 2006 υπό το άρθρο 932 αριθ. 72).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης (της υπό στοιχείο Β αγωγής) ……….., και της ανωμοτί κατάθεσης του τρίτου ενάγοντος της ως άνω αγωγής ………., ενώπιον του ακροατηρίου του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αμαλιάδας, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την προαναφερθείσα παραπεμπτική λόγω αναρμοδιότητας απόφαση (υπ΄αριθ. 90/2008), πρακτικά αυτού, των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, ήτοι του μάρτυρα απόδειξης στην υπό στοιχείο Α αγωγή και ανταπόδειξης στην υπό στοιχείο Β, ………. και του μάρτυρα ανταπόδειξης στην υπό στοιχείο Α αγωγή και απόδειξης στην  υπό στοιχείο Β, …….., ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση (υπ΄αριθ. 5506/2011) πρακτικά αυτού, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι (χωρίς να παραλείπεται κανένα, ανεξαρτήτως αν γίνεται ειδική μνεία παρακάτω σε ορισμένα από αυτά), μεταξύ των οποίων και οι προσκομιζόμενες φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται, τα έγγραφα της σχηματισθείσας σχετικής ποινικής δικογραφίας και οι καταθέσεις που δόθηκαν κατά την προανάκριση, η από 20-10-2006 έκθεση πραγματογνωμοσύνης των ….. και . ………, που διορίστηκαν πραγματογνώμονες με την υπ΄αρ. ………../11-8-2006 παραγγελία του Τ.Τ. Αμαλιάδας Ηλείας, αλλά και οι προσκομιζόμενες από τους διαδίκους εκθέσεις από τις διενεργηθείσες ιδιωτικές πραγματογνωμοσύνες (ήτοι η από 27-11-2006 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα …….., η από 8-1-2008 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του  πραγματογνώμονα του ειδικού γραφείου ‘’Ανάλυσης Τροχαίων Ατυχημάτων – Τεχνικών Συμβούλων -Δικ. Πραγματογνωμόνων’’ με τον διακριτικό τίτλο ‘…….. ……….., η από 10-11-2008 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα ….., η από 12-2-2009 έκθεση πραγματογνωμοσύνης των ειδικών πραγματογνωμόνων από τον κατάλογο της Εισαγγελίας του Πρωτοδικείου Αθηνών ……… και ……..),  που προσκομίζουν οι ενάγοντες της Α΄ αγωγής (ήδη καλούντες – εκκαλούντες) και τέλος από τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: (Σημειωτέον δε ότι, οι αναφερόμενες στην ως άνω (υπ΄αριθ. 5506/2011) απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ως προσκομισθείσες από τους ενάγοντες της Α΄ αγωγής, υπ΄αριθ. .., …, …/15-1-2008, … και …/16-1-2008 ένορκες βεβαιώσεις, που λήφθηκαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, οι τρεις πρώτες, και ενώπιον του συμβολαιογράφου Αμαλιάδας …………, οι δύο τελευταίες, δεν προσκομίζονται στην παρούσα (μετ΄αναίρεση) δίκη, από τους ως άνω διαδίκους – ήδη καλούντες – εκκαλούντες, ούτε τις επικαλούνται αυτοί στις ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατατεθείσες προτάσεις τους).

Στις 11-8-2006 και περί ώρα 2.45, ο ……….., ετών 26, υιός των πρώτου και δεύτερης, αδελφός του τρίτου και μνηστήρας της τέταρτης των εναγόντων της υπό στοιχείο Β αγωγής (ήδη τεσσάρων πρώτων των καθ΄ών η κλήση – εφεσίβλητων), κατέχοντας άδεια ικανότητας οδηγού Β΄ κατηγορίας, οδηγούσε επί της δημοτικής οδού Αμαλιάδας – Κουρούτας το υπ` αριθ. κυκλοφορίας  …… ΔΧΕ αυτοκίνητο (ταξί), μάρκας MERCEDES 15 HP, ιδιοκτησίας του τρίτου ενάγοντος στη Β΄ αγωγή και πρώτου εναγόμενου στην Α΄ αγωγή, ……., την οδήγηση του οποίου είχε αναλάβει δυνάμει σύμβασης με τον τελευταίο και το οποίο ήταν ασφαλισμένο, έναντι του κινδύνου πρόκλησης ζημιών σε τρίτους, στην αρχικώς δεύτερη εναγόμενη της υπό στοιχείο Α αγωγής ασφαλιστική εταιρεία, με την επωνυμία «………» (της οποίας, εν συνεχεία, ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας, με την υπ` αριθ. 156/16-21/9/2009 απόφαση του Δ.Σ. της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης (ΕΠ.Ε.Ι.Α.), και στη θέση υπεισήλθε αυτοδικαίως εκ του νόμου το Ν.Π.Ι.Δ., με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»). Ειδικότερα, ο ως άνω οδηγός του ταξί, εκτελώντας μισθωμένο δρομολόγιο (κούρσα) είχε παραλάβει, δύο πελάτες – επιβάτες (τον ………… και τον ………..) από το κατάστημα με το διακριτικό τίτλο «……….» στην Κουρούτα, στο τέλος της δημοτικής οδού Αμαλιάδος – Κουρούτας, προκειμένου να τους μεταφέρει στην Αμαλιάδα. Κατά την επιστροφή του προς Αμαλιάδα κινείτο κανονικά επί της ανωτέρω δημοτικής οδού στο ρεύμα κυκλοφορίας προς Αμαλιάδα. Κατά τον ίδιο χρόνο, ο ……., 17 ετών (υιός των πρώτου και δεύτερης, αδελφός του ……… και εγγονός του τρίτου -ήδη θανόντος, ως προς τον οποίο δεν εισάγεται η υπόθεση με την ένδικη κλήση όπως προεκτέθηκε – και τέταρτης των εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής), οδηγώντας, χωρίς να κατέχει άδεια ικανότητας οδήγησης, το υπ` αριθ. κυκλοφορίας ……… ΙΧΕ, αυτοκίνητο μάρκας MERCEDES (DAIMLER-CHRYSLER), μοντέλο CLC 200 KOMPRESSOR, ιδιοκτησίας του πατέρα του – πρώτου ενάγοντος στην Α΄ αγωγή, το οποίο ήταν ασφαλισμένο, κατά του κινδύνου πρόκλησης ζημιών σε τρίτους, στην ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………» (ήδη «………..») και κινούμενος, με μεγάλη ταχύτητα, επί της ίδιας δημοτικής οδού (Αμαλιάδας- Κουρούτας) με κατεύθυνση προς την Κουρούτα. Όταν βρισκόταν έμπροσθεν του πρώην καταστήματος «…….», ο εν λόγω οδηγός (……..) έχασε τον έλεγχο του ως άνω αυτοκινήτου, παραβίασε τη διπλή διαχωριστική γραμμή και εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα πορείας, όπου κινείτο κανονικά, όπως προαναφέρθηκε, το προαναφερθέν ταξί (περίπου 300 μέτρα από το ως άνω σημείο αφετηρίας του), με αποτέλεσμα να επιπέσει με σφοδρότητα με το εμπρόσθιο και κυρίως το εμπρόσθιο δεξιό τμήμα του αυτοκινήτου του στην εμπρόσθια αριστερή γωνία και την συνεχόμενη αυτής εμπρόσθια αριστερή πλευρά του ταξί. Η ανωτέρω σφοδρή σύγκρουση των οχημάτων, είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο του οδηγού του ταξί . ………… και τον σοβαρότατο τραυματισμό του ανηλίκου οδηγού του αυτοκινήτου ………, ο οποίος απεβίωσε λίγες ημέρες αργότερα (στις 19-8-2006) στο Γενικό Νοσοκομείο Πατρών «ΑΓ. ΑΝΔΡΕΑΣ», όπου νοσηλεύτηκε, λόγω βαρέων κακώσεων κεφαλής. Επίσης, από την εν λόγω σύγκρουση επήλθε και ο τραυματισμός των δύο προαναφερθέντων συνεπιβατών του ταξί. Η ως άνω δημοτική οδός, όπου συνέβη το ατύχημα, είναι διπλής κατεύθυνσης με μία λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση και πλάτος οδοστρώματος στο ρεύμα προς Κουρούτα 4,20 μέτρα, ενώ στο ρεύμα προς Αμαλιάδα 7,10 μέτρα, άσφαλτος, με κατάσταση οδοστρώματος, κατά τον χρόνο του ατυχήματος, ξηρά. Η κίνηση των οχημάτων ήταν αραιή, επικρατούσε σκοτάδι χωρίς τεχνητό φωτισμό, ενώ η ορατότητα με χρήση φώτων δεν περιοριζόταν. Ο καιρός ήταν νεφελώδης, είχε προηγηθεί βροχόπτωση περί τις 23 ώρα της 10-8-2006 και σε απόσταση 50,30 μέτρων από το πιθανό σημείο του ατυχήματος, υπήρχε λιμνάζον νερό. Επίσης, το όριο ταχύτητας για τους κινούμενους επί της εν λόγω δημοτικής οδού με κατεύθυνση προς Κουρούτα, καθοριζόταν διά ρυθμιστικής πινακίδας Ρ-32, σε 50 χλμ/ώρα, ενώ για τους κινούμενους με κατεύθυνση προς Αμαλιάδα δεν υπήρχε σήμανση σχετικά με το όριο ταχύτητας, ούτε προκύπτει ότι πρόκειται για κατοικημένη περιοχή (βλ. αναφορικά με τα παραπάνω, την από 11-8-2006 Έκθεση αυτοψίας τροχαίου ατυχήματος καθώς και το με την ίδια ημερομηνία σχεδιάγραμμα των αρμοδίων αστυνομικών οργάνων του Τμήματος Τροχαίας Αμαλιάδας). Οπότε, όσον αφορά στο ρεύμα προς Αμαλιάδα που έβαινε το ταξί, εφόσον δεν ρυθμιζόταν ειδικά, ίσχυαν τα αναφερόμενα στο άρθρο 20 του Ν. 2696/1999 (ΚΟΚ) όρια ταχύτητας, ήτοι στην προκειμένη περίπτωση, 90 χλμ/ώρα. Σύμφωνα δε με την ανωτέρω έκθεση αυτοψίας σε συνδυασμό με το συνοδεύον αυτήν σχεδιάγραμμα, βρέθηκαν θραύσματα γυαλιού και πλαστικών εξαρτημάτων στο πιθανό σημείο σύγκρουσης (ήτοι εντός του ρεύματος κυκλοφορίας προς Αμαλιάδα στο οποίο κινείτο το ταξί). Τα ανωτέρω ενισχύονται και από τα αναφερόμενα στην από 20-10-2006 έκθεση πραγματογνωμοσύνης των διορισθέντων από το Τ.Τ. Αμαλιάδας στα πλαίσια της αστυνομικής προανάκρισης, ………, οι οποίοι ως μηχανικοί αυτοκινήτων έχουν τη σχετική εμπειρία, είναι δε εγγεγραμμένοι ως πραγματογνώμονες στο σχετικό κατάλογο του έτους 2006 της Εισαγγελίας Αμαλιάδας, όπως προκύπτει από το υπ΄αρ. 87/2005 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημ/κών Αμαλιάδας. Περαιτέρω, από την ανωτέρω σύγκρουση το ταξί βρέθηκε εκτός του οδοστρώματος, σε απόσταση 5,70 μέτρων από το σημείο σύγκρουσης και συγκεκριμένα οι δύο αριστεροί τροχοί του βρίσκονταν στην άκρη του οδοστρώματος, ενώ οι δύο δεξιοί, έξω από το οδόστρωμα, μέσα σε ξερά χόρτα, ακριβώς στην είσοδο του πρώην καταστήματος «……………», παρασυρθέν προς τα πίσω σε σχέση με την αρχική του πορεία και πλάγια δεξιά, ενώ το υπ` αριθ. κυκλοφορίας ………. αυτοκίνητο, που οδηγούσε ο ως άνω ανήλικος οδηγός, βρέθηκε, μετά τη σύγκρουση, ακινητοποιημένο επί του οδοστρώματος του ρεύματος προς Κουρούτα, με την εμπρόσθια πλευρά του να έχει κατεύθυνση, αντίθετη προς την αρχική του πορεία, ήτοι να, έχει κατεύθυνση προς Αμαλιάδα, παράλληλα με τον άξονα του οδοστρώματος σε απόσταση 33,50 μέτρων από το σημείο σύγκρουσης, το δε καπό του ανωτέρω αυτοκινήτου αποκόπηκε από το αμάξωμα και εκτινάχθηκε αριστερά της οδού, σε σχέση με την πορεία του και βρέθηκε σε απόσταση 35,40 μέτρων δυτικότερα (προς Κουρούτα) από την τελική θέση του αυτοκινήτου αυτού και συνολικά σε απόσταση 68,90 μέτρων από το σημείο σύγκρουσης. Ανάμεσα από τις τελικές θέσεις των οχημάτων υπήρχαν μεγάλες χαραγές επί του οδοστρώματος ημικυκλικής μορφής, διασταυρούμενες μεταξύ τους, οι οποίες έδειχναν περιστροφική κίνηση του ΙΧΕ αυτοκινήτου μετά τη σύγκρουση (βλ. την ληφθείσα στα πλαίσια της ποινικής προανάκρισης, από 31-8-2006 έκθεση ένορκης εξέτασης του αστυφύλακα του Τ.Τ Αμαλιάδας ………, ο οποίος, κατά την ημέρα του ατυχήματος, ήταν διατεταγμένος σε υπηρεσία και μετέβη στον τόπο του ατυχήματος, λίγο μετά από αυτό, καθώς και την υπ`αριθ. 10 φωτογραφία του Τ.Τ Αμαλιάδας). Ακόμη, όπως αναφέρεται στην ίδια ανωτέρω έκθεση ένορκης εξέτασης, μεταξύ των τελικών θέσεων των οχημάτων, υπήρχαν σε αντίστοιχη μορφή με τις χαραγές, ίχνη πλάγιας ολίσθησης από τα ελαστικά του ως άνω οχήματος, καταλήγοντας στην τελική του θέση και ίχνη λαδιού διάσπαρτα. Οι ισχυρισμοί των εκκαλούντων ότι, τα αναφερόμενα στην έκθεση αυτοψίας τροχαίου ατυχήματος και στο σχεδιάγραμμα του Τ.Τ. Αμαλιάδας (που αποτελούν, κατ΄ άρθρον 438 ΚΠολΔ, δημόσια έγγραφα), αλλά και στην παραπάνω από 20-10-2006 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, όπως και τα όσα κατέθεσε ο ως άνω αστυφύλακας, δεν είναι ακριβή, υποστηρίζοντας ότι τα όργανα της τροχαίας αλλά και οι ανωτέρω πραγματογνώμονες είναι πιθανόν, ως συντοπίτες του θανόντος οδηγού του ταξί, να τον γνώριζαν και να μην ήταν αμερόληπτοι, δεν κρίνονται πειστικά. Το γεγονός άλλωστε ότι, δεν ήταν ο οδηγός του ταξί αλλά ο οδηγός του ΙΧΕ αυτοκινήτου, που εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα, πέραν από τα ανωτέρω στοιχεία, αποδεικνύεται και από το τμήμα του οχήματός του (ταξί) που υπέστη ζημίες, το οποίο ήταν το εμπρόσθιο αριστερό και μέχρι την πόρτα του οδηγού, ενώ το δεξί μέρος ήταν ανέπαφο, όπως, εκτός από τα αναφερόμενα στην έκθεση αυτοψίας, προκύπτει και από τις προσκομιζόμενες τόσο από τους εκκαλούντες όσο και από τους εφεσίβλητους φωτογραφίες. Αν είχε εισέλθει ο οδηγός του ταξί στο αντίθετο ρεύμα, τότε θα έπρεπε να έχει υποστεί ζημίες το δεξί τμήμα του οχήματος αυτού. Το ότι ο τρίτος ενάγων στη Β΄ αγωγή- αδερφός του θανόντος οδηγού του ταξί, ………, στην ανωμοτί κατάθεσή του ενώπιον του ακροατηρίου του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αμαλιάδας, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την προαναφερθείσα υπ΄αριθ. 90/2008 απόφαση, πρακτικά αυτού, αναφέρει, προφανώς εκ λάθους, ότι το αριστερό φτερό του ταξί είναι ανέπαφο (αντί του δεξιού που είναι το ορθό), δεν αναιρεί τα παραπάνω, ούτε συνιστά ομολογία, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι εκκαλούντες. Περαιτέρω, το γεγονός ότι ο ανήλικος ……., οδηγός του ανωτέρω ΙΧΕ (υπ΄αρ. κυκλ. ………) αυτοκινήτου, ιδιοκτησίας του πατέρα του ……….., κινείτο, όπως προεκτέθηκε, με υπερβολική ταχύτητα και συγκεκριμένα με 130-140 χλμ/ώρα, κατά παράβαση του ισχύοντος ανώτατου ορίου ταχύτητας των 50 χλμ, που ίσχυε για την κατεύθυνσή του και καθοριζόταν, κατά τα ως άνω αναφερόμενα, από ρυθμιστική πινακίδα Ρ-32, προ του σημείου σύγκρουσης (βλ. και υπ΄αριθ. 2 φωτογραφία του Τ.Τ Αμαλιάδος), ενώ ο οδηγός του υπ` αριθ. ………. ΔΧΕ αυτοκινήτου (ταξί), ………., κινείτο με κανονική ταχύτητα, ήτοι αυτή των 75-80 χλμ/ώρα, προκύπτει από τα παρακάτω αναφερόμενα περιστατικά: α) από τη σφοδρότητα της ένδικης σύγκρουσης και της συνέπειες αυτής, ήτοι το θάνατο των δύο οδηγών των συγκρουσθέντων οχημάτων, καθώς και την ολική καταστροφή των τελευταίων, β) από το ότι ο οδηγός του ταξί δεν θα ήταν δυνατό να προλάβει να αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα, λόγω του ότι είχε διανύσει απόσταση μόλις 300 μέτρων από το σημείο αφετηρίας, από όπου παρέλαβε του δύο επιβάτες, γ) από τις από 12-12-2006 ένορκες καταθέσεις, ληφθείσες στα πλαίσια της προανάκρισης, των  δύο συνεπιβατών του ταξί, αντίστοιχα. Ειδικότερα, ο ……………… καταθέτει: «…Θυμάμαι ότι ο ταξιτζής πήγαινε κανονικά στη λωρίδα του. Δεν έτρεχε πολύ, αφού είχαμε ξεκινήσει πριν από τριακόσια (300) μέτρα περίπου… Σε κάποια φάση, όταν είδα το κοντέρ του ταξί έγραφε 75-80 χλμ/ώρα. Δεν ήταν υπερβολική η ταχύτητα του ταξί. Ο οδηγός (του ταξί) πήγαινε χαλαρά, χωρίς να βιάζεται. Είχα το κινητό στα χέρια μου και κάτι κοίταξα. Μετά κοίταξα προς τα εμπρός. Είδα φως να έρχεται κατά πάνω μας για ελάχιστο χρονικό διάστημα. Δεν άκουσα, ούτε είδα τίποτε άλλο. Ούτε το μπάμ του τρακαρίσματος… Μεγάλο ρόλο στο ατύχημα έπαιξε η πολύ μεγάλη ταχύτητα του άλλου αυτοκινήτου, που έπεσε πάνω μας σαν βόμβα». Ο δε ………. καταθέτει: «…Ξεκίνησε ο οδηγός και κατευθυνόταν προς Αμαλιάδα. Δεν έδειχνε να βιάζεται, πήγαινε με κανονική ταχύτητα, όχι υπερβολική», δ) από την, επίσης κατά την προανάκριση ληφθείσα, από 17-10-2006 ένορκη κατάθεση του ………, στην οποία αναφέρει: «…Από μακριά κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με το αυτοκίνητo αυτό (εννοεί το υπ` αριθ. κυκλοφορίας …………. αυτοκίνητο), αφού με θάμπωνε με τα φώτα και στις στροφές του δρόμου (από την υπερβολική του ταχύτητα), έβγαινε στο αντίθετο ρεύμα. Η ταχύτητα του ήταν υπερβολική για τα δεδομένα του δρόμου και φοβήθηκα πάρα πολύ όταν το είδα να ξεφεύγει από την πορεία του και να έρχεται κατά πάνω μου…Είχα όμως περιέργεια, αφού διάνυσα ένα (1) χιλιόμετρο, περίπου, να γυρίσω πίσω για να δω, ποιος είναι αυτός, που έκανε αυτές τις εξεζητημένες ενέργειες στο δρόμο και έθεσε τη ζωή μου σε κίνδυνο και τη δική του ζωή φυσικά…». Δεν προέκυψε δε ότι τα όσα αναφέρει στην ως άνω ένορκη κατάθεσή του ο ………. είναι ψευδή, όπως ισχυρίζονται οι εκκαλούντες, ενώ, με την υπ΄αρ. 1255/4-10-2011 απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείου Αμαλιάδας, που έχει καταστεί αμετάκλητη (βλ. υπ΄αρ.πρωτ. ………./2012 βεβαίωση της Προϊσταμένης του Ποινικού Τμήματος του Πρωτοδικείου Αμαλιάδας), αθωώθηκαν τόσο αυτός (……….) για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, σχετικά με την ως άνω ένορκη κατάθεση, όσο κι ο ……… για την ηθική αυτουργία στην ως άνω πράξη. Αντίθετα, οι δύο πρώτοι των εναγόμενων στη Β΄ αγωγή, εναγόντων στην Α΄ – ήδη δύο πρώτοι εκκαλούντες, γονείς του ανήλικου οδηγού ……….., καταδικάστηκαν, σε ποινή φυλάκισης 2 μηνών έκαστος,  με την υπ΄αρ.1575/2011 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αμαλιάδας, για την αξιόποινη πράξη της παραμέλησης εποπτείας ανηλίκου, διότι παρέλειψαν από αμέλεια να παρεμποδίσουν τον ως άνω ανήλικο γιο τους να οδηγήσει χωρίς σύνεση και προσοχή το ως άνω αυτοκίνητο με συνέπεια τη σύγκρουση αυτού κατά το επίδικο ατύχημα με το ανωτέρω όχημα (ταξί) και την τέλεση της αξιόποινης πράξης εκ μέρους του της ανθρωποκτονίας από αμέλεια του ………….. Δεν προκύπτει δε από τα αναφερόμενα στις προτάσεις των διαδίκων, αλλά και τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από αυτούς έγγραφα, αν κατά της ως άνω απόφασης έχει ασκηθεί έφεση και η πορεία αυτής. Σε κάθε περίπτωση, πέραν από την ως άνω κατάθεση, τα όσα αναφέρονται σε αυτήν, σχετικά με την υπερβολική ταχύτητα με την οποία έβαινε ο ανήλικος οδηγός, καθώς και το γεγονός ότι αυτός, οδηγώντας χωρίς σύνεση, έχασε τον έλεγχο του οχήματός του και εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα, αποδεικνύεται και από άλλα αποδεικτικά στοιχεία, όπως προεκτέθηκε. Ακόμη, η ακίδα του κοντέρ (χιλιομετρητή) στο ΙΧΕ αυτοκίνητο (μερσεντές μεγάλου κυβισμού), που οδηγούσε ο …………., βρέθηκε μετά το ατύχημα, στην τελική θέση με την ένδειξη 130 χλμ/ώρα. Η εξήγηση που επιχειρεί να δώσει ο πραγματογνώμονας ……………. (και μάρτυρας ανταπόδειξης στη Β΄ αγωγή) στην προαναφερθείσα έκθεση πραγματογνωμοσύνης του, είναι ότι, επειδή το κοντέρ του αυτοκινήτου ήταν ηλεκτρονικό και δεν είναι γνωστό τα εξαρτήματα που υπέστησαν βλάβη (δείκτης, ηλεκτρικό μοτέρ), η ένδειξη αυτή δεν αντιστοιχεί στην πραγματική τιμή της ένδειξης στη χρονική στιγμή του ατυχήματος. Το επιχείρημα, όμως αυτό, δεν κρίνεται πειστικό, διότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ανωτέρω υπερβολική ταχύτητα που αποτυπώθηκε στο κοντέρ, συνάδει με τα όσα αποδείχθηκαν και από τα λοιπά ανωτέρω αναφερθέντα στοιχεία (μαρτυρικές καταθέσεις, έγγραφα, σφοδρότητα της σύγκρουσης).  Εξάλλου, το γεγονός ότι στο ρεύμα πορείας του ανηλίκου οδηγού του ΙΧΕ αυτοκινήτου υπήρχε ρυθμιστική πινακίδα που καθόριζε το όριο ταχύτητας στα 50 χλμ/ώρα, δεν σημαίνει, όπως υποστηρίζουν οι εκκαλούντες, ότι και στο αντίθετο ρεύμα πορείας,  ήτοι αυτό που έβαινε ο οδηγός του ταξί, ίσχυε το ίδιο όριο, αφού, όπως προαναφέρθηκε στο εν λόγω ρεύμα κυκλοφορίας δεν υπήρχε ειδική σήμανση, οπότε ισχύουν τα γενικά όρια που καθορίζονται από το άρθρο 20 ΚΟΚ. Το όριο των 50 χλμ/ώρα, μπορεί να κρίθηκε επιβεβλημένο στο ρεύμα πορείας προς Κουρούτα, ίσως διότι αυτό είχε μικρότερο πλάτος από το αντίθετο, καθώς επίσης στο ρεύμα αυτό υπήρχε δεξιά στροφή, όπως προκύπτει από τις φωτογραφίες. Ακόμη, όμως κι αν ο οδηγός του ταξί έβαινε με μικρότερη ταχύτητα, δεν θα ήταν δυνατόν να αποφύγει το ατύχημα, καθώς ο ανήλικος οδηγός του ΙΧΕ, εξετράπη της πορείας του και εισήλθε ξαφνικά στο ρεύμα πορείας του (ταξί), κίνηση την οποία δεν μπορούσε να προβλέψει ο οδηγός του τελευταίου και να προβεί εγκαίρως σε αποφευκτικό της σύγκρουσης ελιγμό. Επίσης, ο ισχυρισμός των εκκαλούντων, ότι κατά το χρόνο του ατυχήματος, που έλαβε χώρα στις 11 Αυγούστου 2006, υπήρχε αυξημένη ζήτηση ταξί στην περιοχή, οπότε ο οδηγός του ταξί ανέπτυξε μεγάλη ταχύτητα για να μπορέσει να εξυπηρετήσει μεγαλύτερο αριθμό πελατών, δεν ευσταθεί, διότι η ώρα που συνέβη το ατύχημα ήταν προχωρημένη νυχτερινή, κατά την οποία δεν υπήρχε αυξημένη κίνηση. Το ότι ο ως άνω οδηγός, από την ώρα (2.36) που κλήθηκε ευρισκόμενος στην αφετηρία των ταξί μέσω ασυρμάτου από την υπεύθυνη του ράδιο – ταξί Αμαλιάδας, μετέβη σε σύντομο χρονικό διάστημα στον τόπο όπου παρέλαβε τους δύο προαναφερθέντες επιβάτες, δεν σημαίνει ότι έβαινε με μεγάλη ταχύτητα κατά την επιστροφή του προς Αμαλιάδα, αφού, όπως προεκτέθηκε, είχε διανύσει μόλις 300 μέτρα από το σημείο παραλαβής τους, οπότε δεν είχε το περιθώριο να αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την υπ΄αριθ.πρωτ. ………./11-9-2006 έκθεση τοξικολογικής ανάλυσης του εργαστηρίου τοξικολογίας του Γενικού Νοσοκομείου Πατρών ‘’ΑΓ. ΑΝΔΡΕΑΣ’’, ανιχνεύθηκε αιθυλική αλκόολη στον θανόντα ανήλικο οδηγό του αυτοκινήτου …………. σε συγκέντρωση 0,16g/l αίματος, ενώ επίσης, όπως προκύπτει από την υπ΄αριθ.πρωτ. ……./13-9-2006, έκθεση τοξικολογικής ανάλυσης του ίδιου εργαστηρίου, ανιχνεύθηκε αιθυλική αλκόολη και στον θανόντα οδηγό του ταξί ………., σε συγκέντρωση 0,15g/l αίματος. Ήτοι σε ποσοστό, και για τους δύο ως άνω οδηγούς, κάτω του επιτρεπόμενων από τον ΚΟΚ (άρθρο 42) ορίων, που δεν πιθανολογείται ότι επηρέασε την οδηγική τους συμπεριφορά.

Από τα παραπάνω περιστατικά, προκύπτει ότι η επίδικη σύγκρουση οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του ανήλικου οδηγού του ανωτέρω ΙΧΕ (υπ΄αρ. κυκλ. …) αυτοκινήτου, …………., ο οποίος δεν επέδειξε την επιμέλεια, που όφειλε και μπορούσε υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες να καταβάλει ως μέσος συνετός οδηγός, την οποία, αν είχε επιδείξει, θα είχε αποφευχθεί το ατύχημα. Ειδικότερα, η υπαιτιότητά του συνίσταται στο ότι δεν οδηγούσε με σύνεση και διαρκώς τεταμένη την προσοχή του, μολονότι ήταν υποχρεωμένος προς τούτο, αφού κινείτο κατά τη διάρκεια της νύχτας σε δρόμο, που δεν είχε επαρκή φωτισμό, ενώ, επιπλέον, λίγες ώρες πριν είχε σημειωθεί βροχόπτωση. Επίσης, δεν ασκούσε τον έλεγχο και την εποπτεία επί του οχήματός του (κατά παράβαση των άρθρων 12 παρ.1 και 19 ΚΟΚ), ώστε να μπορεί να εκτελεί σε κάθε περίπτωση τους αναγκαίους ελιγμούς, με αποτέλεσμα να χάσει όπως προαναφέρθηκε τον έλεγχο του αυτοκινήτου του, να παραβιάσει την διπλή διαχωριστική γραμμή (πιθανώς επιχειρώντας, με λανθασμένο χειρισμό, να αποφύγει επιφάνεια με λιμνάζοντα ύδατα που είχε δημιουργηθεί, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, στο ρεύμα κυκλοφορίας του από την προηγηθείσα βροχόπτωση, η οποία βρισκόταν σε απόσταση 50,30 μέτρα από το σημείο σύγκρουσης) και να εισέλθει στο αντίθετο ρεύμα πορείας, ήτοι σε αυτό προς Αμαλιάδα, (κατά παράβαση του άρθρου 16 παρ.4 ΚΟΚ) όπου και επήλθε η σύγκρουση με ως άνω όχημα (ταξί). Στο επελθόν αυτό αποτέλεσμα, συνετέλεσε η υπερβολική ταχύτητα με την οποία κινείτο (ο …………) κατά παράβαση σχετικής ρυθμιστικής πινακίδας, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, καθώς και το ότι ήταν άπειρος οδηγός στερούμενος της κατάλληλης εκπαίδευσης δεδομένου ότι δεν κατείχε άδεια ικανότητας οδήγησης (κατά παράβαση του άρθρου 94 ΚΟΚ), γεγονός που επηρέασε την ως άνω οδηγική του συμπεριφορά. Τα ανωτέρω αποδεικνύονται, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω: 1) Από τις συγκρουσθείσες επιφάνειες των δύο οχημάτων και ειδικότερα το μεν υπ` αριθ. κυκλοφ. …………. ΙΧΕ αυτοκίνητο υπέστη μεγάλης έκτασης υλικές ζημίες στο εμπρόσθιο και κυρίως στο εμπρόσθιο δεξιό μέρος του (βλ. τις υπ` αριθ. 18, 19, 21, 32 φωτογραφίες του Τ.Τ. Αμαλιάδας), ενώ η αριστερή του πλευρά ήταν ανέπαφη, το δε υπ` αριθ. κυκλοφορίας ……….. ΔΧΕ αυτοκίνητο (ταξί) υπέστη εκτεταμένες υλικές ζημίες από το ύψος του εμπρόσθιου αριστερού φαναριού μέχρι και την πόρτα του οδηγού, ενώ η δεξιά του πλευρά ήταν ανέπαφη (βλ. τις υπ` αριθ. 17, 20, 22, 25, 31 φωτογραφίες του Τ.Τ. Αμαλιάδας). 2) Από την από 11-08-2006 έκθεση αυτοψίας τροχαίου ατυχήματος του Τμήματος Τροχαίας Αμαλιάδας, όπου αναφέρεται ότι θραύσματα γυαλιού και πλαστικών εξαρτημάτων βρέθηκαν στο πιθανό σημείο της σύγκρουσης, διάσπαρτα, εντός του ρεύματος κυκλοφορίας της οδού από Κουρούτα προς Αμαλιάδα και σε απόσταση 5,70 μέτρων από την τελική θέση του β΄ οχήματος (ενν. του ταξί) και σε απόσταση 33,50 μέτρων από την τελική θέση του α΄ οχήματος (ενν. του ΙΧΕ αυτοκινήτου), αλλά και τις σχετικές φωτογραφίες του Τ.Τ. Αμαλιάδας, όπου απεικονίζονται λάδια και εξαρτήματα, που προσδιορίζουν το σημείο σύγκρουσης εντός του ρεύματος των προς Αμαλιάδα κινούμενων οχημάτων (δηλαδή αυτό του ταξί), σε συνδυασμό με την ως άνω από 31-8-2006 έκθεση ένορκης εξέτασης του ………. αστυφύλακα του Τ.Τ. Αμαλιάδας, στην οποία αναφέρει ότι «…Λάδια και εξαρτήματα των οχημάτων υπήρχαν και σε άλλο σημείο μέσα στο οδόστρωμα. Συγκεκριμένα υπήρχε μεγάλη σχεδόν στρογγυλή κηλίδα λαδιού πιο μπροστά από την τελική θέση, δηλαδή προς Αμαλιάδα, πλάγια αριστερά του, εντός της λωρίδας κυκλοφορίας των οχημάτων προς Αμαλιάδα, σε απόσταση 5,00 μέτρων, περίπου, από αυτό. Το ακριβές σημείο των λαδιών ήταν μέσα στη λωρίδα κυκλοφορίας προς Αμαλιάδα και το τόξο της στρογγυλής κηλίδας εφάπτετο της διπλής διαχωριστικής γραμμής. Ο όγκος των εξαρτημάτων των οχημάτων, που συγκρούστηκαν και τα λάδια, που χύθηκαν από αυτά βρίσκονταν εξ`ολοκλήρου μέσα στη λωρίδα κυκλοφορίας των οχημάτων προς Αμαλιάδα. Τα ευρήματα αυτά ήταν σε ανεξάρτητη θέση από τα ευρήματα (λάδια κ.λπ. εξαρτήματα), που ευρίσκοντο στην τελική θέση του ταξί». Αντίθετα, οι ισχυρισμοί των εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής, ότι το ταξί, κατά την κίνηση του προς Αμαλιάδα, εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας (τουλάχιστον κατά 50 εκατοστά, όπως αναφέρει και στην ως άνω από 27-11-2006 έκθεση ιδιωτικής πραγματογνωμοσύνης ο …………….), ήτοι σε αυτό των προς Κουρούτα κινούμενων οχημάτων, προκειμένου να αποφύγει χωμάτινο έρεισμα και κακοτεχνίες του οδοστρώματος στο δικό του ρεύμα κυκλοφορίας, δεν κρίνονται από το παρόν Δικαστήριο βάσιμοι, καθόσον, όπως πολλάκις προαναφέρθηκε, αν το ταξί είχε εισέλθει στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, οι συγκρουσθείσες επιφάνειες, θα ήταν διαφορετικές. Συγκεκριμένα, θα έπρεπε να είναι χτυπημένη η αριστερή πλευρά του ΙΧΕ αυτοκινήτου και όχι η δεξιά πλευρά αυτού. Όπως αναλύεται και στην από 20-10-2006 έκθεση πραγματογνωμοσύνης των πραγματογνωμόνων ……………(οι οποίοι, παρά τους ισχυρισμούς των εκκαλούντων, έχουν την ιδιότητα των πραγματογνωμόνων και περιλαμβάνονται, κατά τα προαναφερθέντα, στον οικείο κατάλογο) η κύρια επιφάνεια του με αριθ. κυκλοφ. ………. ΙΧΕ αυτοκινήτου, που συγκρούσθηκε ήταν η εμπρόσθια δεξιά του πλευρά και για το λόγο αυτό το  εν λόγω  αυτοκίνητο μετατοπίστηκε με φορά  από  δεξιά  προς τα αριστερά και βρέθηκε στην προαναφερθείσα τελική θέση, ήτοι ακινητοποιημένο επί του οδοστρώματος του ρεύματος προς Κουρούτα, με την εμπρόσθια πλευρά του να έχει κατεύθυνση αντίθετη προς την αρχική του πορεία, ήτοι προς Αμαλιάδα, παράλληλα με τον άξονα του οδοστρώματος, σε απόσταση 33,50 μέτρων, από το σημείο σύγκρουσης. Η εν λόγω έκθεση δε πραγματογνωμοσύνης, συνδυαστικά και με τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία, κρίνεται ότι παρέχει μεγαλύτερα εχέγγυα αντικειμενικότητας από τις προσκομισθείσες από τους εκκαλούντες ιδιωτικές πραγματογνωμοσύνες, καθώς διατάχθηκε από τα αρμόδια όργανα του Τ.Τ. Αμαλιάδας. Εξάλλου, αν το ταξί είχε εισέλθει στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, με υπερβολική ταχύτητα, η τελική θέση του με αριθ. κυκλοφ. ………… αυτοκινήτου, θα έπρεπε να είναι εκτός του οδοστρώματος της δημοτικής οδού Αμαλιάδος – Κουρούτας και όχι εντός του οδοστρώματος της ανωτέρω δημοτικής οδού. Επιπλέον, οι ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής ισχυρίζονται ότι το σημείο σύγκρουσης των δύο οχημάτων είναι άλλο από αυτό, που αναφέρεται στην έκθεση αυτοψίας της Τροχαίας Αμαλιάδας, ως  πιθανό σημείο σύγκρουσης και τοποθετούν αυτό όπισθεν του υποδεικνυόμενου από την Τροχαία και πλάγια αριστερά, στο ρεύμα από Αμαλιάδα προς Κουρούτα. Ο ισχυρισμός τους, όμως, αυτός, αντικρούεται τόσο από την προαναφερθείσα από 31-8-2006 έκθεση ένορκης εξέτασης του ………., αστυφύλακα του Τ.Τ. Αμαλιάδας, ο οποίος μετέβη στον τόπο του ατυχήματος, αμέσως μετά από αυτό και περιγράφει αναλυτικά το ακριβές σημείο, όπου βρέθηκαν όχι μόνο λάδια αλλά και εξαρτήματα, όσο και από την από 16-9-2006 έκθεση ένορκης κατάθεσης του φίλου του αποβιώσαντος …………., ο οποίος επίσης βρέθηκε στον τόπο του ατυχήματος, αμέσως μετά από αυτό και αναφέρει ότι «στο σημείο όπου είχε σταματήσει το αυτοκίνητο του ….. είχε πάρα πολλά λάδια. Είχε λάδια ακόμη εκεί που βρισκόταν το ταξί, λίγο πιο πάνω δηλαδή βρήκα πρώτα τα λάδια, που ήταν κοντά στο κέντρο της διπλής διαχωριστικής γραμμής και πριν από την τελική θέση του ταξί…». Περαιτέρω, οι αποξέσεις και οι χαραγές, οι οποίες εμφαίνονται στις υπ` αριθ. 29-36 φωτογραφίες, της από 10-11-2008 έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα …….  , οι οποίες υπάρχουν στο οδόστρωμα στο ρεύμα πορείας των προς Κουρούτα κινούμενων οχημάτων, δεν αποδεικνύεται ότι προκλήθηκαν κατά την επίδικη σύγκρουση, δεδομένου ότι οι ανωτέρω φωτογραφίες λήφθηκαν στις 2-11-2008, ήτοι μετά την πάροδο δύο ετών και άνω από αυτήν (σύγκρουση). Οι εκκαλούντες αναφέρουν ότι προσκόμισαν φωτογραφίες στον ως άνω πραγματογνώμονα, που οι ίδιοι τράβηξαν μετά το ατύχημα. Ωστόσο, γεννώνται εύλογες απορίες γιατί οι φωτογραφίες αυτές δεν προσκομίστηκαν στην Τροχαία Αμαλιάδας κατά τη διάρκεια της προανάκρισης. Θα πρέπει, άλλωστε, να σημειωθεί, ότι, σε κάθε περίπτωση, ακόμη δηλαδή κι αν υποτεθεί ότι οι ως άνω χαραγές στο οδόστρωμα προήλθαν από την ένδικη σύγκρουση, δεν αποτελούν στοιχεία επαρκή για τον καθορισμό του σημείου σύγκρουσης, αφού, όπως ήδη προαναφέρθηκε, το ΙΧΕ αυτοκίνητο μετά τη σύγκρουση κινήθηκε με ημικυκλικές περιστροφές στο ρεύμα πορείας των προς Κουρούτα κινούμενων οχημάτων, επομένως ήταν λογικό να προκληθούν αποξέσεις και χαραγές στο οδόστρωμα. Περαιτέρω, οι ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής ισχυρίζονται ότι το ταξί εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, προκειμένου να αποφύγει λακκούβες και κακοτεχνίες του οδοστρώματος, όπως αναφέρεται στην, προσκομισθείσα από τους ως άνω ενάγοντες, έκθεση πραγματογνωμοσύνης των ….…., καθώς και λόγω ύπαρξης χωμάτινου ερείσματος, ύψους 10 εκ. Εντούτοις, από τις προσκομιζόμενες, ληφθείσες από τα όργανα του Τ.Τ. Αμαλιάδας, φωτογραφίες, δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη κακοτεχνιών, τέτοιας έκτασης, ώστε ο οδηγός του ταξί, προκειμένου να τις αποφύγει, να εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας. Με βάση δε τα ίδια παραπάνω αποδειχθέντα περιστατικά, ουδεμία υπαιτιότητα βαρύνει τον οδηγό του ταξί . ……., ο οποίος, ενόψει των προπεριγραφεισών συνθηκών του ατυχήματος, αιφνιδιασθείς από την ανωτέρω αντικανονική και ξαφνική κίνηση του οχήματος που οδηγούσε ο ………., δεν μπορούσε να ενεργήσει διαφορετικά, ήτοι να προβεί σε επιτυχή τροχοπέδηση ή ελιγμό ώστε να αποφευχθεί η επίδικη σύγκρουση. Χαρακτηριστικά δε αναφέρει στην ως άνω κατάθεσή του, ο επιβάτης του ταξί . …., αναφορικά με το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο . …., ότι ‘’…έπεσε πάνω μας σαν βόμβα». Οπότε, τα όσα υποστηρίζουν οι ενάγοντες  της Α΄ αγωγής – εναγόμενοι της Β΄  (εκκαλούντες) περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του οδηγού του ταξί, άλλως περί συνυπαιτιότητάς του στην επέλευση του ένδικου ατυχήματος (άρθρο 300 ΑΚ), τυγχάνουν απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα. Εξάλλου, από τη σύγκρουση, το ταξί συμπιέστηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε η απόσταση της πλάτης του καθίσματος του οδηγού από το τιμόνι του, που μετρήθηκε μετά το ατύχημα να είναι 9 εκατοστά. Επιπρόσθετα, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από 20-9-2006 ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας-νεκροτομής της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών, ο θάνατος του οδηγού του ταξί ………….. επήλθε συνεπεία κακώσεων κοιλίας (από το τιμόνι, συνεπεία της ως άνω περιγραφόμενης προκληθείσης συμπίεσης του αυτοκινήτου) και αριστερού κάτω άκρου. Με τα δεδομένα αυτά, οι σωματικές κακώσεις, που αυτός υπέστη και ο συνεπεία αυτών θάνατος του, δεν συνδέονται αιτιωδώς με την παραβίαση εκ μέρους του του άρθρου 12 παρ. 5 του ΚΟΚ περί μη χρήσης ζώνης ασφαλείας, η οποία (παράβαση), μόνη αυτή, δεν θεμελιώνει, υπαιτιότητα, για την επέλευση τραυματισμού από τροχαίο ατύχημα, κατά τα αναφερθέντα στην οικεία μείζονα σκέψη, καθώς βάσει των προεκτεθέντων, αυτός θα επέρχονταν ακόμη κι αν αυτός την είχε χρησιμοποιήσει. Επομένως, απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη τυγχάνει η προβληθείσα από τους εναγόμενους της Β΄ αγωγής, ένσταση περί συντρέχοντος πταίσματος (άρθρο 300 ΑΚ), κατά ποσοστό 60%, του οδηγού του ταξί, σχετικά με την επέλευση του θανάτου του επειδή αυτός δεν φορούσε τη ζώνη ασφαλείας. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη (υπ΄αριθ. 5506/2011) απόφασή του έκρινε ομοίως, ήτοι έκρινε τον ………. αποκλειστικά υπαίτιο του ένδικου ατυχήματος και της πρόκλησης του θανάτου τόσο του ίδιου όσο και του ως άνω οδηγού του ταξί …………. και ακολούθως απέρριψε κατ΄ουσία την υπό στοιχείο Α (υπ’αριθ. καταθ. …../2007) αγωγή, δεν έσφαλε, αλλά ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου λόγων της κρινόμενης (υπ΄αριθ. καταθ. …../2012) έφεσης, κατά τα προεκτεθέντα, ως αβάσιμων.

Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία προέκυψε, όπως κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ότι, ο πρώτος των εναγόντων της υπό στοιχείο Β αγωγής …………, πατέρας του οδηγού του ταξί ………., λόγω του θανάτου του τελευταίου στο ένδικο ατύχημα, αναγκάστηκε να καταβάλει ως έξοδα κηδείας αυτού, το συνολικό ποσό των 3.240 ευρώ και συγκεκριμένα: Α) Παροχές Γραφείου τελετών για 1) φέρετρο 500 ευρώ, 2) μαξιλάρι, κορδέλες, σεντόνι, σετ 100 ευρώ, 3) ανθρώπους για τακτοποίηση νεκρού  60  ευρώ, 4) νεκροφόρα αυτοκίνητο, μεταφορά 100 ευρώ, 5) νεκροφόρα κηδείας 80 ευρώ, 6) αναγγελτήρια (εκτύπωση, κόλλημα) 50 ευρώ, 7) άνθη φερέτρου 80 ευρώ, 8) σταυρό από άνθη 50 ευρώ, 9) διακόσμηση ναού, άνθη – φυτά 150 ευρώ Β) Αμοιβή Γραφείου (για τις προσφερθείσες υπηρεσίες) 150 ευρώ, Γ) Δαπάνες με εντολή και για λογαριασμό του πελάτη και συγκεκριμένα: 1) Δικαιώματα ναού 100, 2 ) αμοιβή ιερέων, ψάλτη, νεοκόρου 200 ευρώ 3) εργάτες ταφής και φιλοδώρημα 200 ευρώ, 4) σφράγιση οικογενειακού τάφου 100 ευρώ  5) έξοδα παραμονής σε ψυκτικό θάλαμο 100 ευρώ, 6) έξοδα νεκροφορέων 200 ευρώ, 7) αμοιβή στεφανοφορέων 50 ευρώ, 8) έξοδα περιποίησης νεκρού, σάβαννο 150 ευρώ 9) αυτοκίνητο μεταφοράς πραγμάτων 100 ευρώ, 10) δημοσίευση σε εφημερίδα 40 ευρώ, 11) ενδύματα 280 ευρώ και 12) υποδήματα 50 ευρώ (βλ. σχετικά την υπ΄αριθ. ……../19-8-2006 απόδειξη παροχής υπηρεσιών του Γραφείου Τελετών ‘….’’ του ………). Οι εναγόμενοι της ως άνω (Β) αγωγής – εκκαλούντες δεν προβάλλουν ειδικό παράπονο στην ένδικη έφεσή τους όσον αφορά στο ύψος και το είδος των ως άνω δαπανών. Ο δε αποβιώσας δεν ήταν κατά το χρόνο θανάτου του ασφαλισμένος σε κάποιον ασφαλιστικό φορέα -ο οποίος έχει καταβάλει ή οφείλει να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό για τις ανωτέρω αιτίες- οπότε είναι άνευ αντικειμένου ο ισχυρισμός των εκκαλούντων που προβάλλουν στον δεύτερο λόγο της έφεσής τους, ότι το εν λόγω ποσό θα έπρεπε να καταβληθεί από τον ασφαλιστικό φορέα του θανόντος, και να προσκομιστεί σχετική βεβαίωση του φορέα αυτού περί καταβολής και ποιού ποσού. Ακόμη, αποδείχθηκε ότι, λόγω του ανωτέρω ατυχήματος το με αριθμό κυκλοφορίας ……… ΔΧΕ αυτοκίνητο (ταξί) ιδιοκτησίας του τρίτου των εναγόντων της υπό στοιχείο Β αγωγής, ……….., μάρκας MERCEDES, 15 HP, το οποίο κυκλοφόρησε πρώτη φορά την 2-11-2001, υπέστη εκτεταμένες υλικές ζημίες κυρίως στην εμπρόσθια και πλάγια αριστερή πλευρά του με αποτέλεσμα να θεωρείται, από οικονομικής πλευράς, ως ολοσχερώς καταστραφέν, καθώς η επισκευή του ήταν οικονομικά ασύμφορη, γεγονός άλλωστε που δεν αμφισβητείται ειδικά από τους εναγόμενους. Η δε αγοραία αξία του, κατά τον κρίσιμο χρόνο της συζήτησης της υπόθεσης στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ανερχόταν, λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω στοιχείων (του τύπου του αυτοκινήτου, του χρόνου πρώτης κυκλοφορίας αυτού, του χρόνου του ατυχήματος) στο ποσό των 20.200 ευρώ, από το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 200 ευρώ, στο οποίο ανέρχεται η αξία των διασωθέντων υπολειμμάτων του άνω οχήματος, οπότε, από την παραπάνω αιτία, ο τρίτος των εναγόντων δικαιούται ως αποζημίωση το ποσό των 20.000 ευρώ. Το ποσό αυτό, σύμφωνα με τα παραπάνω αλλά και τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν είναι υπερβολικό, παρά τα όσα ισχυρίζονται οι εκκαλούντες με τον δεύτερο επίσης λόγο της έφεσής τους, δεδομένου ότι, ο τρίτος ενάγων της Β΄ αγωγής – ιδιοκτήτης του, είχε καταβάλει για την αγορά του, οκτώ μήνες πριν το ατύχημα, το ποσό των 23.000 ευρώ. Επιπλέον, εξαιτίας της επίμαχης σύγκρουσης, καταστράφηκε ολοσχερώς και ο απαραίτητος για τη λειτουργία του ταξί εξοπλισμός αυτού και συγκεκριμένα το ταξίμετρο και η ταμειακή μηχανή, αγοραίας αξίας κατά τον κρίσιμο χρόνο, 350 και 450 ευρώ, αντίστοιχα. Επομένως, για την αιτία αυτή, ο τρίτος των εναγόντων της δεύτερης αγωγής δικαιούται ως αποζημίωση το συνολικό ποσό των 800 ευρώ. Περαιτέρω προέκυψε ότι, πριν από τη σύγκρουση ο ως άνω ιδιοκτήτης του ταξί, το εκμεταλλευόταν επί 25 ημέρες μηνιαίως και επί 24 ώρες ημερησίως, οδηγούμενο εναλλάξ ανά 12ωρο από τον ίδιο και από τον αποβιώσαντα αδελφό του, έναντι αμοιβής του τελευταίου, η οποία ανερχόταν σε ποσοστό 30% επί των ακαθάριστων εσόδων. Βάσει δε των ανωτέρω, ο τρίτος ενάγων εισέπραττε από την εκμετάλλευση του ταξί κατά μέσο όρο το ποσό των 200 ευρώ ημερησίως και το ποσό των 5.000 ευρώ μηνιαίως (200 ευρώ Χ 25 ημέρες). Από το ποσό αυτό, το ποσό των 1.500 ευρώ (5.000 Χ 30%) αντιστοιχούσε στην αμοιβή του αποβιώσαντος ………….. και το ποσό των 750 ευρώ σε έξοδα εφοδιασμού του ταξί με λάδια και καύσιμα (25 ημέρες Χ 30 ευρώ την ημέρα κατά μέσο όρο για την αιτία αυτή). Συνεπώς, τα καθαρά μηνιαία κέρδη του τρίτου ενάγοντος ανέρχονταν στο ποσό των 2.750 ευρώ. Μετά την ένδικη σύγκρουση, ο τρίτος ενάγων για χρονικό διάστημα 2 μηνών και 12 ημερών, ήτοι από τις 11-8-2006, που συνέβη το ατύχημα, μέχρι τις 23-10-2006, οπότε εκδόθηκε νέα άδεια κυκλοφορίας στο όνομά του (κατόπιν αγοράς απ΄ αυτόν άλλου αυτοκινήτου, σε αντικατάσταση του καταστραφέντος στο ατύχημα), στερήθηκε την εκμετάλλευση του ταξί με αποτέλεσμα να ζημιωθεί από την αιτία αυτή, το συνολικό ποσό των 6.820 ευρώ [(2.750 ευρώ Χ 2 μήνες)  =  5.500 ευρώ  + ( 2.750 ευρώ Χ 12/25 ) = 1.320], το οποίο μετά πιθανότητας και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα αποκόμιζε από την εκμετάλλευση του ταξί ως κέρδος, εάν δεν λάμβανε χώρα η επίδικη σύγκρουση. Το διάστημα δε των 2 μηνών και 12 ημερών, που μεσολάβησε από το ατύχημα, στο οποίο καταστράφηκε το εν λόγω ταξί, μέχρι την αγορά νέου από τον τρίτο ενάγοντα, δεν κρίνεται υπερβολικό (όπως ισχυρίζονται οι εκκαλούντες), αλλά εύλογο για την αναζήτηση ενός επαγγελματικού αυτοκινήτου, λαμβανομένης υπόψη και της ψυχολογικής του κατάστασης, λόγω του πένθους από το θάνατο του αδερφού του. Επίσης, εύλογο κρίνεται και το παραπάνω ποσό των διαφυγόντων κερδών του τρίτου ενάγοντος στη Β΄ αγωγή, αντίθετα με τους ισχυρισμούς των εναγόμενων, λαμβανομένων υπόψη και της εποχής που αυτός στερήθηκε το επαγγελματικό του αυτοκίνητο, κατά την οποία η κίνηση στη συγκεκριμένη περιοχή είναι σχετικά αυξημένη (βλ. σχετικά και κατάθεση μάρτυρα ………., επίσης οδηγού ταξί στην περιοχή), αλλά και του γεγονότος ότι δεν είχε ακόμη ξεκινήσει η οικονομική κρίση, η οποία έπληξε τη χώρα μας λίγα χρόνια αργότερα. Ακόμη αποδείχθηκε ότι, το εν λόγω αυτοκίνητο – ταξί κατασχέθηκε στα πλαίσια της διενεργηθείσας προανάκρισης από το Τμήμα Τροχαίας Αμαλιάδας και παραδόθηκε προς φύλαξη στον διορισθέντα μεσεγγυούχο ως άνω πραγματογνώμονα ………. Στη συνέχεια στις 30-9-2006, μετά από σχετική αίτηση του τρίτου ενάγοντα της δεύτερης αγωγής, παραδόθηκε σ΄ αυτόν η άδεια κυκλοφορίας και οι κρατικές πινακίδες του οχήματος (ταξί) και στις 5-11-2006, το τελευταίο παραδόθηκε στον τρίτο ενάγοντα, χωρίς την άρση της κατάσχεσης, σε αντικατάσταση του διορισμένου μεσεγγυούχου, ενώ, στην από 5-11-2006 έκθεση απόδοσης κατασχεθέντος του Τμήματος Τροχαίας Αμαλιάδας αναφέρεται ρητά η υποχρέωση του (τρίτου ενάγοντος) να διαφυλάξει το παραδοθέν αυτοκίνητο και να το παραδώσει σε κάθε αίτηση της δικαστικής αρχής. Όπως αποδείχθηκε δε, από την ανωτέρω ημερομηνία (5-11-2006) έως και την 23-7-2007, το όχημα αυτό εξακολουθούσε να παραμένει στον ίδιο χώρο ιδιοκτησίας του ως άνω μεσεγγυούχου και ως εκ τούτου για το παραπάνω χρονικό διάστημα ο τρίτος ενάγων είναι υποχρεωμένος να καταβάλει σε αυτόν αποζημίωση για τη χρήση του χώρου του, που αποτελεί και αμοιβή για τη φύλαξή του, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 2.610 ευρώ, ήτοι 261 ημέρες επί 10 ευρώ ημερησίως. Εξάλλου, το Δικαστήριο, βάσει των προαναφερθέντων περιστατικών, κρίνει ότι, ο τρίτος ενάγων στη Β αγωγή, υπέστη ηθική βλάβη από την ως άνω αδικοπρακτική συμπεριφορά του οδηγού του ΙΧΕ αυτοκινήτου …………….., καθώς στεναχωρήθηκε αλλά και ταλαιπωρήθηκε, εξαιτίας της ολοσχερούς καταστροφής του αυτοκινήτου (ταξί) ιδιοκτησίας του, στο ένδικο ατύχημα και της, συνεπεία αυτής, στέρησης της δυνατότητας εκμετάλλευσής του. Λαμβάνοντας δε υπόψη τις συνθήκες του εν λόγω ατυχήματος, τον βαθμό της υπαιτιότητας του ως άνω οδηγού (……………), την έλλειψη συνυπαιτιότητας του οδηγού του ταξί – αδερφού του τρίτου ενάγοντος, την έκταση της ζημίας, καθώς και την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των μερών, πλην της ασφαλιστικής εταιρείας, της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική, κρίνει με βάση τα διδάγματα της ανθρώπινης πείρας και της λογικής, ότι πρέπει να του επιδικασθεί ως χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 500 ευρώ, το οποίο είναι εύλογο, βάσει των ως άνω ληφθέντων υπόψη γεγονότων, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ.1 Σ, όπως αυτή εξειδικεύεται από το άρθρο 932 ΑΚ), όπως ορθά κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Οπότε, ο τέταρτος λόγος της ένδικης έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες υποστηρίζουν ότι δεν θα έπρεπε να επιδικαστεί χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης στον τρίτο ενάγοντα και σε κάθε περίπτωση (έπρεπε να του επιδικαστεί) μικρότερο ποσό, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε τα ίδια και για τις ανωτέρω αιτίες επιδίκασε στον πρώτο ενάγοντα της Β΄ αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την επίδοσή της, το ποσό των 3.240 ευρώ και στον τρίτο ενάγοντα της ίδιας αγωγής, επίσης με το νόμιμο τόκο ως ανωτέρω, το συνολικό ποσό των (20.000+800+6.820+2.610+500=) 30.730 ευρώ, δεν έσφαλε αλλά ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένων των σχετικών λόγων της ένδικης (υπ΄αριθ. καταθ. ………./2012) έφεσης με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, ως αβάσιμων.  

Περαιτέρω προέκυψε ότι ο θανών ………….., υιός του πρώτου και δεύτερης των εναγόντων και αδερφός του τρίτου των εναγόντων στη Β΄ αγωγή, διατηρούσε πολύ καλές σχέσεις με αυτούς, με τους οποίους τον συνέδεε στενός συγγενικός δεσμός, συμβίωναν δε όλοι μαζί στην πατρική οικία. Με τον τελευταίο μάλιστα (τον αδερφό του) εκμεταλλεύονταν, κατά τα προεκτεθέντα, από κοινού το ταξί. Εξάλλου, ο εν λόγω θανών ήταν μνηστευμένος από το έτος 2003 με την τέταρτη ενάγουσα στην ως άνω αγωγή ……….., με την οποία επίσης τον συνέδεε δεσμός αγάπης, σκόπευαν δε σύντομα να τελέσουν γάμο. Όπως καταθέτει δε ο μάρτυρας απόδειξης της Β΄ αγωγής ……….., αυτοκινητιστής, συνάδερφος τόσο του θανόντος όσο και του αδερφού του ………. – τρίτου ενάγοντος, όταν μετέβη στο νοσοκομείο, από όπου του τηλεφώνησαν ότι ο ……….. ήταν νεκρός, για να συμπαρασταθεί στον ως άνω ενάγοντα, του παρέδωσαν τα προσωπικά αντικείμενα του θανόντος. Συγκεκριμένα ο μάρτυρας αναφέρει: «Εγώ πήρα τα λεφτά από το ταξί. Τη βέρα του, το κινητό του και διάφορα προσωπικά αντικείμενα, υπέγραψα και μου τα έδωσαν στο νοσοκομείο». Το γεγονός ότι τα αντικείμενα αυτά παραδόθηκαν στον ανωτέρω (………) και όχι στον αδερφό του νεκρού (ο οποίος, λόγω του συναισθηματικού σοκ στο οποίο βρισκόταν από τον πρόσφατο θάνατο του αδερφού του, ενδεχομένως δεν ήταν σε κατάσταση να τα παραλάβει), καθώς επίσης το γεγονός ότι στα πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, εκ προφανούς παραδρομής, το όνομα της μνηστής του θανόντος ……… (τέταρτης ενάγουσας) αναφέρεται ως …….. -και όχι …., όπως υποστηρίζουν οι εκκαλούντες- αντί για το ορθό ……, δεν αναιρεί βέβαια τη σχέση μνηστείας που συνέδεε τον θανόντα με αυτήν, την οποία αμφισβητούν οι εναγόμενοι – εκκαλούντες στον δεύτερο λόγο της έφεσής τους, ούτε προέκυψε ότι ο μάρτυρας ψεύδεται, όπως οι τελευταίοι ισχυρίζονται στην έφεσή τους. Το Δικαστήριο, επομένως, από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, οδηγείται στην κρίση ότι οι ενάγοντες της Β΄ αγωγής υπέστησαν ψυχική οδύνη, λόγω του θανάτου του προαναφερθέντος υιού των δύο πρώτων, αδερφό του τρίτου και μνηστήρα της τέταρτης εξ αυτών. Λαμβάνοντας δε υπόψη τις συνθήκες του ατυχήματος, την αποκλειστική υπαιτιότητα του ανήλικου οδηγού …………., την έλλειψη υπαιτιότητας του θανόντος οδηγού του ταξί …….., την ηλικία αυτού (26 ετών), των δεσμών συγγένειας που είχε με τους πρώτους τρεις ενάγοντες και μνηστείας με την τέταρτη, καθώς και της αμοιβαίας αγάπης με τον καθένα από τους ενάγοντες και τον ψυχικό πόνο που αυτοί δοκίμασαν ένεκα του θανάτου του, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των μερών, πλην της ασφαλιστικής εταιρείας της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική, κρίνει με βάση τα διδάγματα της ανθρώπινης εμπειρίας και της λογικής ότι πρέπει να επιδικασθούν σ΄ αυτούς, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική παρηγοριά και ψυχική ανακούφιση τους, τα κάτωθι ποσά: α) στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ β) στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, γ) στον τρίτο ενάγοντα το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ και δ) στην τέταρτη ενάγουσα το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Τα ποσά αυτά είναι εύλογα, με βάση τις προπεριγραφείσες συγκεκριμένες περιστάσεις της προκείμενης περίπτωσης, αλλά και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ.1 Σ και 2, 9 παρ.2 και 10 παρ. 2  ΕΣΔΑ), όπως η αρχή αυτή εξειδικεύεται με την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης (Ολ.ΑΠ 6/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο επιδίκασε στους ενάγοντες για την ανωτέρω αιτία τα ίδια ποσά, δεν έσφαλε, αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου λόγου της ένδικης έφεσης ως ουσιαστικά αβάσιμου.

Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που, με την εκκαλουμένη απόφασή του, κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν και απέρριψε την πρώτη ως άνω (υπό στοιχείο Α) αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ έκανε εν μέρει δεκτή τη δεύτερη ως άνω αγωγή (υπό στοιχείο Β), κατά τα προεκτεθέντα, και ως ουσιαστικά βάσιμη, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, παρά τα όσα, αβάσιμα, περί του αντιθέτου υποστηρίζουν οι εκκαλούντες. Επομένως, η κρινόμενη έφεση (με αριθ. καταθ. …../2012) πρέπει να απορριφθεί κατ΄ ουσία. Η δε δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, θα επιβληθεί για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος των καλούντων – εκκαλούντων, λόγω της ήττας τους  (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), όπως προσδιορίζεται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης. Τέλος, θα διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο ταμείο, των παραβόλων της έφεσης που κατέθεσαν οι εκκαλούντες αυτής, κατ΄άρθρο 495 παρ.3 εδ.ε ΚΠολΔ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει τις κάτωθι εφέσεις των καλούντων – εκκαλούντων: Α) την από 6-9-2013 και με αριθ. καταθ. …./2013 έφεση κατά της υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία αυτοκινητικών διαφορών) και της συμπροσβαλλομένης υπ΄αριθ. 1265/2013 οριστικής απόφασης του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου, απόντων των εφεσίβλητων (έκτου και έβδομου των καθ΄ων η κλήση) και Β) την από 2-4-2012 και με αριθ. καταθ. …../2012 έφεση κατά της ως άνω υπ΄αριθ. 5506/2011 εν μέρει οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αντιμωλία των διαδίκων.

Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της υπό στοιχείο Α (από 6-9-2013 και με αριθ. καταθ. ……../2013) έφεσης.

Δέχεται τυπικά την υπό στοιχείο Β (από 2-4-2012 και με αριθ. καταθ. ………/2012) έφεση.

Απορρίπτει αυτήν κατ’ ουσία.

Επιβάλλει σε βάρος των καλούντων – εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων (τεσσάρων πρώτων των καθ΄ών η κλήση) για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των υπ΄ αριθ. ……………/2012 παραβόλων, που κατέθεσαν οι εκκαλούντες της ως άνω έφεσης.

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 28 Απριλίου 2023, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                 H  ΓPAMMATEAΣ