Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 309/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης 309/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις …………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος : …………… ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τη πληρεξούσια δικηγόρο, Θεοδώρα Μαζαράκη.

Της εφεσίβλητης : Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..», με έδρα τη ……. Αττικής, ως νομίμως εκπροσωπείται, ενεργούσα ως εταιρεία διαχείρισης για λογαριασμό της «………….», με έδρα την ……, νομίμως εκπροσωπούμενης, που έχει καταστεί ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», με έδρα την ……, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από  πληρεξούσια δικηγόρο.

Η εκκαλούσα άσκησε την με αρ. κατ. ………./2022 ανακοπή προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, το οποίο με την με αρ. 216/2023 απόφασή του την απέρριψε.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε o ανακόπτων με την από 10.2.2023 με αρ. κατ. ……../2023 έφεση προς το Δικαστήριο τούτο, η οποία ορίστηκε (με την με αρ. ………../2023 έκθ. κατ. Εφετείου Πειραιώς) να συζητηθεί τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή.

Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε και ζήτησε να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 2) και κατατέθηκε και το σχετικό παράβολο (ηλεκτρ. παράβολο …………../2023). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν ερήμην της εφεσίβλητης, η οποία, αν και έλαβε γνώση της έφεσης και της πράξης ορισμού συζήτησης αυτής (βλ. …………../20.2.2023 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμ. ………..), δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Για το παραδεκτό της συζήτησης προσκομίζονται από τον εκκαλούντα οι προτάσεις της εφεσίβλητης που κατατέθηκαν στη δίκη του πρώτου βαθμού και τα πρακτικά αυτής (ΚΠολΔ 524 παρ. 4)

Με την πρωτοδίκως κριθείσα ανακοπή ο εκκαλών ζήτησε να ακυρωθεί η από 29.4.2022 επιταγή προς εκτέλεση επί του αντιγράφου του πρώτου απογράφου της με αρ. ……../2014 Διαταγής Πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και η με αρ. …./1.7.2022 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του δικ. επιμ. ………….., η οποία επιβλήθηκε επιμελεία της εφεσίβλητης (καθ’ ης), με βάση την προαναφερόμενη διαταγή πληρωμής, για τους λόγους που ανέφερε. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την  εκκαλουμένη απέρριψε την ανακοπή. Εναντίον αυτής της απόφασης παραπονείται ο ανακόπτων εκκαλών με την έφεσή του για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της προκειμένου να γίνει δεκτή η ανακοπή του και ακυρωθεί η πράξη εκτέλεσης.

Ειδικότερα, με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής (με την έφεση δεν προσβάλλεται η εκκαλουμένη ως προς την απόρριψη του πρώτου λόγου) ο ανακόπτων εκκαλών ζήτησε την ακύρωση της προαναφερόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του, επειδή σε αυτήν ορίστηκε ο πλειστηριασμός, κατά παράβαση της διατάξεως των άρθρων 993 και 954 παρ. 2 του ΚΠολΔ, που ορίζει ότι ο πλειστηριασμός ακινήτου ορίζεται υποχρεωτικά επτά μήνες από την ημέρα περάτωσης της κατάσχεσης έως οκτώ μήνες κατ’ ανώτατο όριο και όρισε ημέρα πλειστηριασμού την 15.2.2023, υπολογίζοντας και το μήνα Αύγουστο, που δεν θα έπρεπε, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 147 παρ. 2 ΚΠολΔ, αφού κατά τον μήνα αυτόν δεν δύναται να γίνει καμία πράξη εκτέλεσης (ΚΠολΔ 940Α). Ο λόγος αυτός ανακοπής είναι μη νόμιμος, γιατί από τις διατάξεις των άρθρων 940Α και 147 παρ. 2 ΚΠολΔ, δεν συνάγεται ότι ο μήνας Αύγουστος δεν υπολογίζεται στην προπαρασκευαστική προθεσμία του άρθρου 954 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Με τον τρίτο λόγο της ανακοπής ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι δεν προκύπτει ότι μεταξύ των δανείων που μεταβιβάστηκαν στην αλλοδαπή εταιρεία (……………), τις απαιτήσεις της οποίας διαχειρίζεται η εφεσίβλητη, περιλαμβάνεται και το επίδικο δάνειο για την ικανοποίηση του οποίου επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση. Όπως όμως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα με επίκληση από τον εκκαλούντα έγγραφα, μεταξύ των απαιτήσεων που διαχειρίζεται η καθ’ ης είναι και η επίδικη, αφού στην από 8.10.2021 σύμβαση μεταβίβασης των απαιτήσεων της δανείστριας τράπεζας προς την εταιρεία με την επωνυμία ………….. και του πίνακα του παραρτήματος που την συνοδεύει, τις οποίες δυνάμει της από 8.10.2021 σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων διαχειρίζεται η εφεσίβλητη για λογαριασμό της, περιλαμβάνεται και η επίδικη, αφού στα ως άνω έγγραφα αναφέρεται η ημερομηνία σύναψης της δανειακής σύμβασης και ο οφειλέτης εκκαλών, χωρίς ο τελευταίος να επικαλείται την ύπαρξη και άλλης δανειακής σύμβασης που να υπέγραψε με τη δανείστρια τράπεζα την ίδια ημερομηνία, ώστε να δημιουργείται σύγχυση σχετικά με το ποια απαίτηση διαχειρίζεται η εφεσίβλητη. Τα ανωτέρω στοιχεία που προκύπτουν από τις συγκοινοποιηθείσες περιλήψεις (καταχωρήσεις στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών) των συμβάσεων μεταβίβασης και διαχείρισης μετά του παραρτήματος και τα ΦΕΚ αδειοδότησης της εφεσίβλητης είναι αρκετά και ανταποκρίνονται πλήρως στη νομοτυπική μορφή των εγγράφων που αξιώνει το άρθρο 925 παρ. 1 ΚΠολΔ. Όλα τα υπόλοιπα, οσηδήποτε σπουδαιότητα και σοβαρότητα αν παρουσιάζουν για τη διαδικασία της μεταβίβασης καθ’ εαυτήν, δεν παύουν να αποτελούν ειδικότερα στοιχεία, που αφορούν στις εσωτερικές σχέσεις των συμβληθέντων εταιρειών και είναι αδιάφορα για τη συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης από την καθ’ ης (πρβλ. ΑΠ 345/2006, ΕφΘεσ 177/2022, ΕφΑθ 291/2022 δημ. στη ΝΟΜΟΣ, βλ. ΕφΑθ 832/2022 δημ ΝΟΜΟΣ).

Με τον τέταρτο λόγο της ανακοπής του ο εκκαλών ισχυρίστηκε ότι η επισπευδόμενη σε βάρος του αναγκαστική εκτέλεση είναι καταχρηστική, γιατί η δανείστρια τράπεζα προέβη στην έκδοση της διαταγής πληρωμής χωρίς προειδοποίηση, χωρίς να προβεί σε διακανονισμό της οφειλής του. Επιβλήθηκε δε, μετά παρέλευση οκτώ ετών από την έκδοση της διαταγής πληρωμής, κατάσχεση επί ακινήτου ιδιοκτησίας του, η αξία του οποίου είναι ανώτερη των 80.000 ευρώ, δηλαδή πολύ μεγαλύτερη των 48.000 ευρώ, που εκτιμήθηκε, για την ικανοποίηση δυσανάλογα μικρής απαίτησης, που περιορίστηκε στις 50.000 ευρώ. Ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι μη νόμιμος, γιατί και αληθή υποτιθέμενα τα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν αυτόν τόσο η έκδοση της επίδικης διαταγής πληρωμής, όσο και η επισπευδόμενη βάσει αυτής αναγκαστική εκτέλεση δεν υπερβαίνουν προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Και τούτο γιατί, μόνο η αδράνεια της δανείστριας τράπεζας να προβεί σε οποιαδήποτε προσπάθεια διακανονισμού της οφειλής δεν αποτελεί καταχρηστική συμπεριφορά αυτής. Άλλωστε ο εκκαλών δεν επικαλείται συγκεκριμένες προσπάθειες – προτάσεις εκ μέρους του για διευθέτηση της οφειλής του. Η μακροχρόνια δε αδράνεια της δανείστριας τράπεζας επίσης δεν δημιουργεί εύλογη πεποίθηση στον εκκαλούντα ότι δεν θα ασκήσει τα δικαιώματά της για είσπραξη της απαίτησης. Η δυσανάλογη σε σχέση με την απαίτηση πραγματική αξία του κατασχεμένου ακινήτου δεν αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος (ΑΠ 2354/2009 δημ. ΝΟΜΟΣ), ούτε και ο περιορισμός της απαίτησης για την οποία επισπεύδεται η αναγκαστική κατάσχεση.

Με τον πέμπτο λόγο της ανακοπής του ο εκκαλών ισχυρίστηκε ότι η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής και η επιταγή αυτής έπρεπε να ακυρωθούν γιατί εκδόθηκε παράνομα για απαίτηση μη βέβαιη και εκκαθαρισμένη, αφού δεν αναφέρεται σ’ αυτήν (τη διαταγή πληρωμής) χωριστά το ποσό του κεφαλαίου, των δεδουλευμένων τόκων, του ποσοστού επιτοκίου που υπολογίστηκαν οι τόκοι και τα χρονικά διαστήματα, το ποσό των τόκων υπερημερίας, των εξ ανατοκισμού τόκων, χωρίς να δύναται να καταστεί εκκαθαρισμένη από την προσκόμιση του αποσπάσματος των εμπορικών βιβλίων της εφεσίβλητης. Ο λόγος αυτός είναι μη νόμιμος, γιατί δεν είναι απαραίτητο στην αίτηση ή στη διαταγή πληρωμής να αναφέρονται, για το εκκαθαρισμένο της απαίτησης, όλα τα ως άνω επιμέρους κονδύλια που αναφέρει ο εκκαλών, γιατί αυτά δεν αποτελούν αναγκαίο περιεχόμενο της διαταγής πληρωμής, αλλά μπορεί να εξαχθούν και από τα επισυναπτόμενα για την έκδοσή της απαιτούμενα έγγραφα (ΑΠ 196/2020, ΑΠ 999/2019, 368/2019 δημ ΝΟΜΟΣ).

Περαιτέρω ο επικαλούμενος για πρώτη φορά από τον εκκαλούντα με το δικόγραφο της έφεσης λόγος ανακοπής, ότι η σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης της απαίτησης ανάμεσα στη δικαιούχο και την καθ’ ης δεν διέπεται από το άρθρο 2 παρ. 4 του Ν. 4354/2015 αλλά από το Ν. 3156/2003 και, επομένως, δεν δικαιούται η καθ’ ης, ως μη δικαιούχος διάδικος, να επισπεύδει αναγκαστική εκτέλεση, ανεξάρτητα του ότι είναι μη νόμιμος (βλ. ΟλΑΠ 1/2023, ΑΠ 1102/2022, 1343/2022 δημ ΝΟΜΟΣ), απαραδέκτως προτείνεται το πρώτο με το δικόγραφο της έφεσης και ως τέτοιος τυγχάνει απορριπτέος. Λόγοι ανακοπής της εκτέλεσης, όπως αυτός που αφορά την έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης του επισπεύδοντος την αναγκαστική εκτέλεση, προτείνονται (και δεν λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατ’ άρθρο 527 αρ. 3 ΚΠολΔ, γιατί δεν αφορούν τις διαδικαστικές προϋποθέσεις άσκησης της ανακοπής) μόνο με το δικόγραφο της ανακοπής του άρθρου 933 και με το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων αυτής και όχι με το δικόγραφο των προτάσεων, της έφεσης ή των προσθέτων λόγων αυτής (βλ. ΑΠ 267/2021, ΑΠ 1094/2020, ΑΠ 99/2020, ΑΠ 2193/2009, ΑΠ 1898/2008 δημ ΝΟΜΟΣ). Επίσης απαράδεκτοι, επειδή προτείνονται το πρώτον με το δικόγραφο της έφεσης, είναι και οι λόγοι που αφορούν την ακυρότητα της απαίτησης γιατί σ’ αυτήν περιέχονται τόκοι που υπολογίστηκαν με το επιτόκιο που κάθε φορά καθόριζε μονομερώς η δανείστρια τράπεζα κατά παράβαση της αρχής διαφάνειας και επειδή στην οφειλή υπολογίστηκε και η εισφορά του ν. 128/1975, η οποία παρανόμως κεφαλαιοποιούταν και τοκιζόταν και ανατοκιζόταν.

Μετά από αυτά η υπό κρίση ανακοπή έπρεπε να απορριφθεί και τα ίδια που έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση δεν έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου ούτε στην εκτίμηση των αποδείξεων, γι’ αυτό και πρέπει η έφεση να απορριφθεί κατ’ ουσίαν και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο. Σχετικά με το αίτημα περί αναστολής της επισπευδομένης εκτέλεσης μέχρι της έκδοσης οριστικής απόφασης επί της έφεσης, αυτό πλέον, μετά την απόρριψη της έφεσης καθίσταται αλυσιτελές. Παράβολο ερημοδικίας δεν θα οριστεί ενόψει του ότι δεν επιτρέπεται ανακοπή ερημοδικίας στις δίκες περί την εκτέλεση (ΚΠολΔ 937 παρ. 1).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της εφεσίβλητης.

Απορρίπτει την έφεση και την αίτηση αναστολή της εκτέλεσης που επισπεύδεται με βάση την 29.4.2022 επιταγή προς εκτέλεση επί του αντιγράφου του πρώτου απογράφου της με αρ. …../2014 Διαταγής Πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά στις  30 Μαΐου 2023.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ