Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 590/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙKΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης:    590/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα  Κ.Δ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 51 παρ. 1 του ν. 4387/2016 «Συνιστάται Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», αποκαλούμενο στο εξής «Ε.Φ.Κ.Α.», το οποίο τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και έχει την έδρα του στην Αθήνα. Από 1.1.2017, οπότε και αρχίζει η λειτουργία του ως φορέα κύριας κοινωνικής ασφάλισης, εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α. αυτοδίκαια οι υφιστάμενοι φορείς κύριας κοινωνικής ασφάλισης, σύμφωνα με τα άρθρα 53 επ. και ο Ε.Φ.Κ.Α. καθίσταται οιονεί καθολικός διάδοχος αυτών. Το Ν.Α.Τ. και ο Ο.Γ.Α. εξακολουθούν, και μετά την κατά τα ως άνω ένταξή τους, να διατηρούν αυτοτελή νομική προσωπικότητα για την άσκηση των μη ασφαλιστικών τους αρμοδιοτήτων», κατά δε το άρθρο 53 παρ. 1ΣΤ του ίδιου νόμου «Ο Ε.Φ.Κ.Α. αποτελείται από ένα (1) κλάδο κύριας ασφάλισης και λοιπών παροχών, στον οποίο εντάσσονται, σύμφωνα με τα ειδικώς οριζόμενα στο άρθρο 51 του παρόντος, οι παρακάτω φορείς, με τους κλάδους, τομείς και λογαριασμούς τους . . . ως εξής: Α. . . . Β. . . . ΣΤ. Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (Ν.Α.Τ.), συμπεριλαμβανομένου του Κεφαλαίου Δυτών και του Κεφαλαίου Ανεργίας – Ασθενείας Ναυτικών (ΚΑΑΝ)». Τέλος κατά το άρθρο 70 παρ. 1 και 9 του ίδιου νόμου «1. 1. Το σύνολο του ενεργητικού και του παθητικού που προέρχεται από τους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, οι πόροι που προβλέπονται υπέρ αυτών από τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και η κινητή και ακίνητη περιουσία τους, περιέρχονται αυτοδίκαια στον Ε.Φ.Κ.Α. ως καθολικό διάδοχό τους. Ο Ε.Φ.Κ.Α. υπεισέρχεται στα πάσης φύσεως δικαιώματα και υποχρεώσεις των εντασσόμενων φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων των εντασσόμενων φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών στον Ε.Φ.Κ.Α. εκδίδονται διαπιστωτικές πράξεις από τον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι οποίες μεταγράφονται ατελώς στα βιβλία μεταγραφών των οικείων υποθηκοφυλακείων ή κτηματολογικών γραφείων. . . . 9. Εκκρεμείς δίκες που αφορούν διαφορές ή υποθέσεις των εντασσόμενων φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών συνεχίζονται από τον Ε.Φ.Κ.Α., χωρίς να επέρχεται διακοπή δίκης, από την ένταξη αυτών στον Ενιαίο Φορέα, σύμφωνα με το άρθρο 53. Δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται ισχύουν έναντι του Ε.Φ.Κ.Α.». Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι από τη σύσταση του νέου ασφαλιστικού φορέα Ε.Φ.Κ.Α. εντάσσονται σε αυτόν αυτοδικαίως όλοι οι υφιστάμενοι φορείς κύριας κοινωνικής ασφάλισης, μεταξύ των οποίων είναι και το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (Ν.Α.Τ.), του οποίου η νομική προσωπικότητα παύει να υφίσταται μόνο όμως για τα θέματα που άπτονται της ασφαλιστικής αρμοδιότητάς του. Για τα υπόλοιπα θέματα, μεταξύ των οποίων και εκείνων που αφορούν την εκμίσθωση της ακίνητης περιουσίας του, η οποία ρυθμίζεται από τον «Κανονισμό περί εκποιήσεως και εκμισθώσεως ακινήτων του Ν.Α.Τ.», που εγκρίθηκε με το β.δ. 925 της 9/21 Δεκ. 1961 (ΦΕΚ Α΄ 233) κατ’ εφαρμογή του άρθρου 58 του ν. 3170/1955, το Ν.Α.Τ. διατήρησε τη νομική προσωπικότητά του έως τη μεταβίβαση των ακινήτων του στο νέο φορέα, που συντελείται με την μεταγραφή στα βιβλία μεταγραφών του οικείου Υποθηκοφυλακείου ή την εγγραφή στο οικείο Κτηματολογικό Γραφείο της διαπιστωτικής πράξης από τον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Εν προκειμένω από την παραδεκτή επισκόπηση της κρινόμενης έφεσης, που ασκήθηκε την 20/3/2017 κατά της υπ’ αριθ. 407/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, προκύπτει ότι η ένδικη διαφορά των διαδίκων προέρχεται από τη μισθωτική σχέση τους, στα πλαίσια της οποίας το εκκαλούν – εναγόμενο ν.π.δ.δ. εκμίσθωσε στην εφεσίβλητη – ενάγουσα τις περιγραφόμενες εκεί οριζόντιες ιδιοκτησίες, που βρίσκονται σε οικοδομή ευρισκόμενη στον Πειραιά, στη συμβολή των οδών ………….., ιδιοκτησίας του εκκαλούντος, η μεταβίβαση των οποίων στον Ε.Φ.Κ.Α. συντελέστηκε με τη μεταγραφή της υπ’ αριθμ. Β1/ΕΦΚΑ/45148/2655/2.10.2017 απόφασης (διαπιστωτικής πράξης) της Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΦΕΚ Β΄ 4743/29.12.2017). Συνεπώς το εναγόμενο – εκκαλούν, που ηττήθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο παραδεκτά κατ’ άρθρο 516 του ΚΠολΔ άσκησε την υπό κρίση έφεση, διότι μόνο αυτό νομιμοποιείται ενεργητικά για την άσκησή της και όχι ο Ε.Φ.Κ.Α., ο οποίος υπεισήλθε στη μισθωτική σχέση μετά τη μεταγραφή της πιο πάνω υπουργικής απόφασης, απορριπτομένης της περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εφεσίβλητης, περί απαραδέκτου της υπό κρίση έφεσης. Περαιτέρω η έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 1, 520 του ΚΠολΔ), δοθέντος ότι η προβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στο εκκαλούν την 10/3/2017 (υπ’ αριθμ. ……../10.3.2017 έκθεση επίδοσης της αρμόδιας δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ……..) η δε έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 20/3/2017 και αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ), χωρίς να απαιτείται για την παραδεκτή άσκησή της η κατάθεση παράβολου, κατά το άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, διότι το εκκαλούν ως ν.π.δ.δ. εξαιρείται από την υποχρέωση της κατάθεσής του (28 παρ. 4 του ν. 2579/1998).  Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρα 533 παρ.1 και 591 παρ. 7 του ΚΠολΔ).

Η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη ετερόρρυθμη εταιρία, στην από 7/6/2016 αγωγή της ισχυρίστηκε ότι δυνάμει των από 16/12/1982 τριών μισθωτηρίων συμβολαίων και του από 15/12/1986 μισθωτηρίου συμβολαίου έχει μισθώσει από το εναγόμενο, ήδη εκκαλούν, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου τα περιγραφόμενα στην αγωγή μίσθια ακίνητα, που βρίσκονται σε οικοδομή, κείμενη στον Πειραιά, στη συμβολή των οδών ………, ότι με διαδοχικά μεταγενέστερα ιδιωτικά συμφωνητικά η διάρκεια των μισθώσεων παρατάθηκε έως την 30/4/2015, ότι σε κάθε ένα από τα αρχικά μισθωτήρια συμβόλαια είχε ρητά συμφωνηθεί ότι αυτή (η ενάγουσα) υποχρεούται να καταβάλει στο εναγόμενο (για κάθε μίσθωση) εγγύηση για την εμπρόθεσμη καταβολή του μισθώματος και την καλή εκτέλεση των όρων του, ισόποση με δύο μηνιαία μισθώματα, το ποσό της οποίας θα συμπληρώνεται σε κάθε αναπροσαρμογή του μισθώματος, ώστε πάντα να είναι ίσο με το ποσό δυο μηνιαίων μισθωμάτων, ότι εκείνη (η ενάγουσα) σε εκτέλεση των συμβατικών υποχρεώσεών της κατέβαλε στο εναγόμενο κατά την κατάρτιση των μισθωτικών συμβάσεων τις αντίστοιχες εγγυήσεις ισόποσες δυο μηνιαίων μισθωμάτων, το ποσό των οποίων συμπλήρωνε σε κάθε αναπροσαρμογή του μισθώματος κατά τα συμφωνηθέντα, σύμφωνα με όσα λεπτομερώς ανέφερε στην αγωγή της, ότι από την έναρξη των μισθώσεων έως τη λήξη τους κατέβαλε στο εναγόμενο για την ανωτέρω αιτία το συνολικό ποσό των 20.497,18 ευρώ, παραθέτοντας λεπτομερώς στην αγωγή της κάθε επί μέρους καταβολή, ότι μετά το πέρας της συμβατικής διάρκειας των μισθώσεων το εναγόμενο προκήρυξε δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκμίσθωση των μισθίων αυτών, ο οποίος διενεργήθηκε την 5/5/2015 και κατακυρώθηκε σε αυτή (την ενάγουσα), ότι την 22/6/2015 μεταξύ των διαδίκων καταρτίστηκε νέα μίσθωση και ότι το εναγόμενο αν και υποχρεούτο να της επιστρέψει την 30/4/2015, ημέρα λήξης των μισθώσεων, το ως άνω ποσό της εγγύησης, της επέστρεψε μόνο το ποσό των 6.000,96 ευρώ, αρνούμενο να της καταβάλει το υπόλοιπο ποσό. Ζητούσε να υποχρεωθεί το εναγόμενο να της καταβάλει το ποσό των 14.496,22 ευρώ με το νόμιμο τόκο κατά τις διακρίσεις της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση του δέχθηκε την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το εκκαλούν – εναγόμενο με την υπό κρίση έφεση του για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να γίνει αυτή δεκτή ώστε να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να απορριφθεί η αγωγή.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά, το εναγόμενο δεν εξέτασε μάρτυρα και όλων των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως άμεσα αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Μεταξύ των διαδίκων καταρτίστηκαν οι ακόλουθες συμβάσεις μίσθωσης: 1) Με το υπ’ αριθμ. 16/12/1982 μισθωτήριο συμβόλαιο το εναγόμενο εκμίσθωσε στην ενάγουσα ισόγειο κατάστημα (ΙΚ-1) εμβαδού 71 τ.μ., και κατά νεότερη καταμέτρηση 62,35 τ.μ. κτιρίου, που βρίσκεται στον Πειραιά στη συμβολή των οδών …………, για χρονική διάρκεια από την 16/11/1982 έως την 16/11/1988, με συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα ανερχόμενο στο ποσό των 53.460 δραχμών, αναπροσαρμοζόμενο κατά τις διατάξεις του ν. 813/1978, προκειμένου η ενάγουσα να το χρησιμοποιήσει αποκλειστικά για κατάστημα φωτοοπτικών ειδών. Στον υπ’ αριθμ. 31 όρο του εν λόγω συμβολαίου συμφωνήθηκε μεταξύ άλλων ότι: «Δια την εμπρόθεσμον καταβολήν του μισθώματος και την επακριβή τήρησιν των προδιαληφθέντων όρων του παρόντος συμβολαίου  εκ μέρους του μισθωτού, υποχρεούται ούτος όπως άμα τη υπογραφή του παρόντος καταθέσει εις χείρας του εκμισθωτού διά μισθωτικήν εγγύησιν αυτού το ποσόν των δραχ. 106920 (εκατόν έξι χιλιάδες εννιακόσιες είκοσι). Το ποσό τούτο της εγγυήσεως θα συμπληρώνεται στην αναπροσαρμογή του μισθώματος εις τρόπον ώστε να εξισούται με δυο μηνιαία μισθώματα. Η εγγύησης αύτη θα παραμείνει εις χείρας του εκμισθωτού ατόκως καθ’ όλην την διάρκειαν της μισθώσεως, μη συμψηφιζομένη εν ουδεμία περιπτώσει προς δεδουλευμένα ή τρέχοντα μισθώματα, θα επιστραφή δε είς τον μισθωτήν κατά την λήξιν της μισθώσεως και μετά την παράδοσιν του μισθίου συμφώνως προς τους όρους του παρόντος μισθωτηρίου συμβολαίου εφόσον ούτος έχει εκπληρώσει πλήρως πάσας τας έναντι του εκμισθωτού κυρίας και προσθέτους υποχρεώσεις του». Σε εκτέλεση της υποχρέωσης της αυτής η ενάγουσα κατέβαλε στο εναγόμενο το πιο πάνω ποσό των 106.920 δραχμών (313,78 ευρώ). Η διάρκεια της μίσθωσης αυτής παρατάθηκε αναγκαστικά κατά τις διατάξεις του ν. 813/1978 έως την 30/4/1997 και στη συνέχεια με το από 2/9/1997 ιδιωτικό συμφωνητικό έως την 30/4/2006, με το από 15/11/2004 ιδιωτικό συμφωνητικό έως την 30/4/2009 και με το από 4/5/2009 ιδιωτικό συμφωνητικό έως την 30/4/2015. Κατά τη διάρκεια της μισθωτικής σχέσης το μηναίο μίσθωμα, αναπροσαρμόστηκε διαδοχικά ως εξής: α) Με το από 5/12/1984 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 72.000 δραχμών από την 16/11/1984 έως τη συμπλήρωση της διετίας, β) με το από 1/4/1987 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 85.000 δραχμών από την 16/11/1986 έως τη συμπλήρωση της διετίας, γ) με το από 29/10/1993 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 219.240 δραχμών από την 1/9/1993 έως τη συμπλήρωση έτους, δ) με το από 28/12/1994 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 236.998 δραχμών από την 1/9/1994 έως τη συμπλήρωση έτους, ε) με το από 6/11/1995 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 254.773 δραχμών από την 1/9/1995 έως τη συμπλήρωση του έτους, στ) με μεταγενέστερο συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 271.588 δραχμών από την 1/9/1996 έως τη συμπλήρωση έτους ζ) με το από 2/9/1997 συμφωνητικό μίσθωσης οι διάδικοι συμφώνησαν την αύξηση του μηναίου μισθώματος από την 1/5/1997 στο ποσό των 744.198 δραχμών, η) με το από 15/11/2004 τροποποιητικό συμφωνητικό μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 2.770,31 ευρώ από την 1/5/2004 έως τη συμπλήρωση της διετίας, θ) με μεταγενέστερο συμφωνητικό στο ποσό των 3.166,46 ευρώ έως την 30/4/2009 και ι) με το από 4/5/2009 συμφωνητικό παράτασης μίσθωσης οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή από την 1/5/2009 του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 5.429,59 ευρώ. Έκτοτε κατόπιν νεότερης συμφωνίας των διαδίκων το μηναίο μίσθωμα ορίσθηκε την 1/5/2013 στο ποσό των 4.615,15 ευρώ και την 1/5/2014 στο ποσό των 4.647,46 ευρώ, το οποίο ήταν το καταβαλλόμενο μίσθωμα έως τη λήξη της μίσθωσης. 2) Με το από 16/12/1982 μισθωτήριο συμβόλαιο το εναγόμενο εκμίσθωσε στην ενάγουσα το υπ’ αριθμ. 5/Α γραφείο (Α-1) εμβαδού 136 τ.μ. του πρώτου ορόφου κτιρίου που βρίσκεται στον Πειραιά στη συμβολή των οδών ………., για χρονική διάρκεια από την 16/11/1982 έως την 16/11/1988, με συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα ανερχόμενο στο ποσό των 23.400 δραχμών, αναπροσαρμοζόμενο κατά τις διατάξεις του ν. 813/1978, προκειμένου η ενάγουσα να το χρησιμοποιήσει αποκλειστικά ως γραφείο του ως άνω καταστήματος φωτοοπτικών ειδών. Στον υπ’ αριθμ. 31 όρο του εν λόγω συμβολαίου συμφωνήθηκε μεταξύ άλλων ότι: «Δια την εμπρόθεσμον καταβολήν του μισθώματος και την επακριβή τήρησιν των προδιαληφθέντων όρων του παρόντος συμβολαίου  εκ μέρους του μισθωτού, υποχρεούται ούτος όπως άμα τη υπογραφή του παρόντος καταθέσει εις χείρας του εκμισθωτού διά μισθωτικήν εγγύησιν αυτού το ποσόν των δραχ. 46800 (σαράντα έξι χιλιάδες οκτακόσιες). Το ποσό τούτο της εγγυήσεως θα συμπληρώνεται στην αναπροσαρμογή του μισθώματος εις τρόπον ώστε να εξισούται με δυο μηνιαία μισθώματα. Η εγγύησις αύτη θα παραμείνει εις χείρας του εκμισθωτού ατόκως καθ’ όλην την διάρκειαν της μισθώσεως, μη συμψηφιζομένη εν ουδεμία περιπτώσει προς δεδουλευμένα ή τρέχοντα μισθώματα, θα επιστραφή δε είς τον μισθωτήν κατά την λήξιν της μισθώσεως και μετά την παράδοσιν του μισθίου συμφώνως προς τους όρους του παρόντος μισθωτηρίου συμβολαίου εφόσον ούτος έχει εκπληρώσει πλήρως πάσας τας έναντι του εκμισθωτού κυρίας και προσθέτους υποχρεώσεις του». Σε εκτέλεση της υποχρέωσης της αυτής η ενάγουσα κατέβαλε στο εναγόμενο το πιο πάνω ποσό των 46.800 δραχμών (137,34 ευρώ). Η διάρκεια της μίσθωσης αυτής παρατάθηκε αναγκαστικά κατά τις διατάξεις του ν. 813/1978 έως την 30/4/1997 και στη συνέχεια με το από 2/9/1997 συμφωνητικό έως την 30/4/2006, με το από 15/11/2004 ιδιωτικό συμφωνητικό έως την 30/4/2009 και με το από 4/5/2009 ιδιωτικό συμφωνητικό έως την 30/4/2015. Κατά τη διάρκεια της μισθωτικής σχέσης το μηναίο μίσθωμα, αναπροσαρμόστηκε διαδοχικά ως εξής: α) Με το από 5/12/1984 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 32.000 δραχμών από την 16/11/1984 έως τη συμπλήρωση της διετίας, β) με το από 1/4/1987 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 38.000 δραχμών από την 16/11/1986 έως τη συμπλήρωση της διετίας, γ) με το από 20/1/1994 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 136.305 δραχμών από την 1/9/1993 έως τη συμπλήρωση έτους, δ) με το από 28/12/1994 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 147.345 δραχμών από την 1/9/1994 έως τη συμπλήρωση έτους, ε) με το από 6/11/1995 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 158.397 δραχμών από την 1/9/1995 έως τη συμπλήρωση του έτους, στ) με μεταγενέστερο συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 169.427 δραχμών από την 1/9/1996 έως τη συμπλήρωση έτους ζ) με το από 2/9/1997 συμφωνητικό μίσθωσης οι διάδικοι συμφώνησαν την αύξηση του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 478.633 δραχμών από την 1/5/1997, η) με το από 15/11/2004 τροποποιητικό συμφωνητικό μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 1.781,74 ευρώ από την 1/5/2004 έως τη συμπλήρωση της διετίας θ) έως την 30/4/2009 στο ποσό των 2.063,53 ευρώ και ι) με το από 4/5/2009 συμφωνητικό παράτασης μίσθωσης οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος από την 1/5/2009 στο ποσό των 2.679,09 ευρώ. Έκτοτε κατόπιν νεότερης συμφωνίας των διαδίκων το μηναίο μίσθωμα ορίσθηκε την 1/5/2013 στο ποσό των 2.277,23 ευρώ και την 1/5/2014 στο ποσό των 2.293,17 ευρώ, το οποίο ήταν το καταβαλλόμενο μίσθωμα έως τη λήξη της μίσθωσης. 3) Με το από 16/12/1982 μισθωτήριο συμβόλαιο το εναγόμενο εκμίσθωσε στην ενάγουσα αποθήκη (Υ-1) εμβαδού 100 τ.μ. του υπογείου, κτιρίου που βρίσκεται στον Πειραιά στη συμβολή των οδών ……….., για το χρονικό διάστημα από την 16/11/1982 έως την 16/11/1988, με συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα ανερχόμενο στο ποσό των 7.800 δραχμών, αναπροσαρμοζόμενο κατά τις διατάξεις του ν. 813/1978, προκειμένου η ενάγουσα να το χρησιμοποιήσει αποκλειστικά ως αποθήκη του ως άνω καταστήματος φωτοοπτικών ειδών. Στον υπ’ αριθμ. 31 όρο του εν λόγω συμβολαίου συμφωνήθηκε μεταξύ άλλων ότι: «Δια την εμπρόθεσμον καταβολήν του μισθώματος και την επακριβή τήρησιν των προδιαληφθέντων όρων του παρόντος συμβολαίου  εκ μέρους του μισθωτού, υποχρεούται ούτος όπως άμα τη υπογραφή του παρόντος καταθέσει εις χείρας του εκμισθωτού διά μισθωτικήν εγγύησιν αυτού το ποσόν των δραχ. 15600 (δέκα πέντε χιλιάδες εξακόσιες). Το ποσό τούτο της εγγυήσεως θα συμπληρώνεται στην αναπροσαρμογή του μισθώματος εις τρόπον ώστε να εξισούται με δυο μηνιαία μισθώματα. Η εγγύησις αύτη θα παραμείνει εις χείρας του εκμισθωτού ατόκως καθ’ όλην την διάρκειαν της μισθώσεως, μη συμψηφιζομένη εν ουδεμία περιπτώσει προς δεδουλευμένα ή τρέχοντα μισθώματα, θα επιστραφή δε είς τον μισθωτήν κατά την λήξιν της μισθώσεως και μετά την παράδοσιν του μισθίου συμφώνως προς τους όρους του παρόντος μισθωτηρίου συμβολαίου εφόσον ούτος έχει εκπληρώσει πλήρως πάσας τας έναντι του εκμισθωτού κυρίας και προσθέτους υποχρεώσεις του». Σε εκτέλεση της υποχρέωσης της αυτής η ενάγουσα κατέβαλε στο εναγόμενο το πιο πάνω ποσό των 15.600 δραχμών (45,78 ευρώ). Η διάρκεια της μίσθωσης αυτής παρατάθηκε αναγκαστικά κατά τις διατάξεις του ν. 813/1978 έως την 30/4/1997 και στη συνέχεια με το από 2/9/1997 συμφωνητικό έως την 30/4/2006, με το από 15/11/2004 ιδιωτικό συμφωνητικό έως την 30/4/2009 και με το από 4/5/2009 ιδιωτικό συμφωνητικό έως την 30/4/2015. Κατά τη διάρκεια της μισθωτικής σχέσης το μηναίο μίσθωμα, αναπροσαρμόστηκε διαδοχικά ως εξής: α) Με το από 5/12/1984 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 11.000 δραχμών από την 16/11/1984 έως τη συμπλήρωση της διετίας, β) με το από 1/2/1994 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 129.920 δραχμών από την 1/9/1993 έως τη συμπλήρωση έτους, γ) με το από 28/12/1994 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 140.443 δραχμών από την 1/9/1994 έως τη συμπλήρωση έτους, δ) με το από 6/11/1995 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 150.976 δραχμών από την 1/9/1995 έως τη συμπλήρωση του έτους, ε) με μεταγενέστερο συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 169.940 δραχμών από την 1/9/1996 έως τη συμπλήρωση έτους στ) με το από 2/9/1997 συμφωνητικό μίσθωσης οι διάδικοι συμφώνησαν την αύξηση του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 427.700 δραχμών από την 1/5/1997, ζ) με το από 15/11/2004 τροποποιητικό συμφωνητικό μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 1.592,13 ευρώ από την 1/5/2004 έως τη συμπλήρωση της διετίας η) έως την 30/4/2009 στο ποσό των 1.819,80 ευρώ και ι) με το από 4/5/2009 συμφωνητικό παράτασης μίσθωσης οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος από την 1/5/2009 στο ποσό των 1.819,80 ευρώ. Έκτοτε κατόπιν νεότερης συμφωνίας των διαδίκων το μηναίο μίσθωμα ορίσθηκε την 1/5/2013 στο ποσό των 1.546,84 ευρώ και την 1/5/2014 στο ποσό των 1.557,67 ευρώ, το οποίο ήταν το καταβαλλόμενο μίσθωμα έως τη λήξη της μίσθωσης. 4) Με το από 15/12/1986 μισθωτήριο συμβόλαιο το εναγόμενο εκμίσθωσε στην ενάγουσα γραφείο (Ι-2) εμβαδού 26 τ.μ. του ισογείου ορόφου κτιρίου που βρίσκεται στον Πειραιά στη συμβολή των οδών ………., για το χρονικό διάστημα από την 1/2/1986 έως την 30/11/1988, με συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα ανερχόμενο στο ποσό των 10.500 δραχμών, αναπροσαρμοζόμενο κατά τις διατάξεις του ν. 813/1978, προκειμένου η ενάγουσα να το χρησιμοποιήσει αποκλειστικά ως γραφείο του ως άνω καταστήματος φωτοοπτικών ειδών. Στον υπ’ αριθμ. 31 όρο του εν λόγω συμβολαίου συμφωνήθηκε μεταξύ άλλων ότι: «Δια την εμπρόθεσμον καταβολήν του μισθώματος και την επακριβή τήρησιν των προδιαληφθέντων όρων του παρόντος συμβολαίου εκ μέρους του μισθωτού, υποχρεούται ούτος όπως άμα τη υπογραφή του παρόντος καταθέσει εις χείρας του εκμισθωτού διά μισθωτικήν εγγύησιν αυτού το ποσόν των δραχ. 21000 (είκοσι μία χιλιάδες). Το ποσό τούτο της εγγυήσεως θα συμπληρώνεται στην αναπροσαρμογή του μισθώματος εις τρόπον ώστε να εξισούται με δυο μηνιαία μισθώματα. Η εγγύησις αύτη θα παραμείνει εις χείρας του εκμισθωτού ατόκως καθ’ όλην την διάρκειαν της μισθώσεως, μη συμψηφιζομένη εν ουδεμία περιπτώσει προς δεδουλευμένα ή τρέχοντα μισθώματα, θα επιστραφή δε είς τον μισθωτήν κατά την λήξιν της μισθώσεως και μετά την παράδοσιν του μισθίου συμφώνως προς τους όρους του παρόντος μισθωτηρίου συμβολαίου εφόσον ούτος έχει εκπληρώσει πλήρως πάσας τας έναντι του εκμισθωτού κυρίας και προσθέτους υποχρεώσεις του». Σε εκτέλεση της υποχρέωσης της αυτής η ενάγουσα κατέβαλε στο εναγόμενο το πιο πάνω ποσό των 21.000 δραχμών (61,63 ευρώ). Η διάρκεια της μίσθωσης αυτής παρατάθηκε αναγκαστικά κατά τις διατάξεις του ν. 813/1978 έως την 30/4/1997 και στη συνέχεια με το από 2/9/1997 συμφωνητικό έως την 30/4/2006, με το από 15/11/2004 ιδιωτικό συμφωνητικό έως την 30/4/2009 και με το από 4/5/2009 ιδιωτικό συμφωνητικό έως την 30/4/2015. Κατά τη διάρκεια της μισθωτικής σχέσης το μηναίο μίσθωμα, αναπροσαρμόστηκε διαδοχικά ως εξής: α) με το από 20/1/1994 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 15.080 δραχμών από την 1/9/1993 έως τη συμπλήρωση έτους, β) με το από 28/12/1994 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 16.300 δραχμών από την 1/9/1994 έως τη συμπλήρωση έτους, γ) με το από 6/11/1995 συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 17.522 δραχμών από την 1/9/1995 έως τη συμπλήρωση του έτους, δ) με μεταγενέστερο συμφωνητικό καθορισμού μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 18.678 δραχμών από την 1/9/1996 έως τη συμπλήρωση έτους ε) με το από 2/9/1997 συμφωνητικό μίσθωσης οι διάδικοι συμφώνησαν την αύξηση του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 52.954 δραχμών από την 1/5/1997, η) με το από 15/11/2004 τροποποιητικό συμφωνητικό μισθώματος οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος στο ποσό των 197,13 ευρώ από την 1/5/2004 έως τη συμπλήρωση της διετίας θ) έως την 30/4/2009 στο ποσό των 225,32 ευρώ και ι) με το από 4/5/2009 συμφωνητικό παράτασης μίσθωσης οι διάδικοι συμφώνησαν την αναπροσαρμογή του μηναίου μισθώματος από την 1/5/2009 στο ποσό των 320,11 ευρώ. Έκτοτε κατόπιν νεότερης συμφωνίας των διαδίκων το μηναίο μίσθωμα ορίσθηκε την 1/5/2013 στο ποσό των 272,09 ευρώ και την 1/5/2014 στο ποσό των 273,99 ευρώ, το οποίο ήταν το καταβαλλόμενο μίσθωμα έως τη λήξη της μίσθωσης. Καθ’ όλη τη διάρκεια των μισθώσεων και σε κάθε αναπροσαρμογή των μισθωμάτων η ενάγουσα, κατ’ εφαρμογή του υπ’ αριθμ. 31 όρου των πιο πάνω αρχικών μισθωτηρίων συμβολαίων και του υπ’ αριθμ. 32 όρου του από 4/5/2009 συμφωνητικού παράτασης μίσθωσης κατέβαλλε στο εναγόμενο συμπληρωματική εγγύηση ώστε κάθε φορά αυτή να είναι ισόποση δυο μισθωμάτων όπως τα μηνιαία μισθώματα κάθε φορά καθορίζονταν με αποτέλεσμα έως τη λήξη των μισθώσεων να έχει καταβάλει τμηματικά στο εναγόμενο το συνολικό ποσό των 20.497,18 ευρώ [(5.429,59 + 2.679,09 + 1.819,80 + 320,11) Χ 2]. Συγκεκριμένα στο υπ’ αριθμ. 32 όρο του από 4/5/2009 συμφωνητικού παράτασης μίσθωσης ορίστηκε ότι: «Για την εμπρόθεσμη καταβολή του μισθώματος και την επακριβή τήρηση των προαναφερόμενων όρων του παρόντος συμφωνητικού από την μισθώτρια, αυτή υποχρεούται να καταθέσει ταυτόχρονα με την υπογραφή του μισθωτηρίου στα χέρια του εκμισθωτή, για διαφορά μισθωτικής εγγύησης το ποσό των έξι χιλιάδων Ευρώ και ενενήντα έξι λεπτών (6.000,96) το οποίο αναλύεται ως εξής: α) Για το ισόγειο κατάστημα ΙΚ-1, συμπληρωματική εγγύηση ποσού τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων είκοσι έξι Ευρώ και είκοσι έξι λεπτών (5.429,59 – 3.166,46 = 2.263,13 X 2 = 4.526,26),  β) Για το γραφείο Α΄ ορόφου Α1, συμπληρωματική εγγύηση ποσού χιλίων διακοσίων ογδόντα πέντε Ευρώ και δώδεκα (2.679,09 – 2.036,53 = 642,56 Χ 2 = 1.285,12) γ) Για το γραφείο ισογείου Ι-2, συμπληρωματική εγγύηση ποσού εκατόν ογδόντα εννέα Ευρώ και πενήντα οκτώ λεπτών (320,11 – 225,32 = 94,79 Χ 2 = 189,58) δ) Για το υπόγειο Υ-1, δεν θα καταβληθεί συμπληρωματική εγγύηση, καθώς το μηνιαίο μίσθωμα δεν μεταβάλλεται». Το πιο πάνω ποσό της συμπληρωματικής εγγύησης καταβλήθηκε στο εναγόμενο σύμφωνα με τις υπ’ αριθμ. ………/5.6.2009 αντίστοιχα αποδείξεις είσπραξης.

Εν όψει της λήξης των ως άνω μισθώσεων την 30/4/2015 το εναγόμενο ν.π.δ.δ. – εκμισθωτής με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ../13.11.2014 έγγραφο του ενημέρωσε την ενάγουσα μισθώτρια ότι λόγω της πολυετούς μίσθωσης και της μη δυνατότητας παράτασης της διάρκειας αυτής, προτίθεται να κινήσει διαδικασία διενέργειας δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού για την μίσθωση των ανωτέρω και την καλούσε να προσκομίσει συμβολαιογραφική πράξη με την οποία θα δεσμεύεται ότι θα παραδώσει τα μίσθια στον πλειοδότη του διαγωνισμού, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών, από την κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού. Η ενάγουσα ανταποκρινόμενη στην πρόσκληση αυτή δια του νομίμου εκπροσώπου της δήλωσε ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ….. τη δέσμευση παράδοσης των μισθίων στον πλειοδότη εντός 2 μηνών από την κατακύρωση τους, συνταχθείσας της υπ’ αριθμ. …/16.1.2015 συμβολαιογραφικής πράξης. Μετά ταύτα ο δημόσιος πλειοδοτικός διαγωνισμός διεξήχθη την 5/5/2015, κατακυρώθηκε στην μόνη εμφανισθείσα ενάγουσα και καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων νέα μίσθωση των ως άνω ακινήτων με το από 22/6/2015 συμφωνητικό μίσθωσης. Στη συνέχεια εξαιτίας της λήξης των προηγούμενων μισθώσεων και την τυπική παράδοση των μισθίων στο εναγόμενο, η ενάγουσα υπέβαλε σε αυτό την υπ’ αριθμ. πρωτ. …./19.8.2015 αίτησή της με την οποία ζητούσε να της επιστραφούν οι πιο πάνω καταβληθείσες εγγυήσεις κατά εφαρμογή των οριζόμενων στα πιο πάνω μισθωτήρια συμβόλαια. Το Δ.Σ. του εναγόμενου με απόφαση του στη συνεδρίαση της 29/10/2015, αφού επισήμανε τον όρο των συμφωνητικών μίσθωσης περί της υποχρέωσής του να επιστρέψει τις καταβληθείσες εγγυήσεις κατά τη λήξη των μισθώσεων και την παράδοση της χρήσης των μισθίων, ότι οι μισθώσεις έληξαν την 30/4/2015 και ότι κατά τη διάρκεια τους δεν προέκυψε οικονομική εκκρεμότητα σε βάρος της ενάγουσας, ενέκρινε την επιστροφή του συνολικού ποσού των 6.000,96 ευρώ, διότι η καταβολή του ποσού αυτού αποδεικνύεται από τις πιο πάνω αποδείξεις είσπραξης, αρνούμενο έκτοτε το εναγόμενο να επιστρέψει και το υπόλοιπο ποσό των 14.496,22 ευρώ, ισχυριζόμενο με τις πρωτόδικες προτάσεις του, ο οποίος αποτελεί περιεχόμενο του μοναδικού λόγου της έφεσής του, ότι η καταβολή του δεν αποδεικνύεται. Η καταβολή του ως άνω συνολικού ποσού των εγγυήσεων όμως αποδεικνύεται, εκτός από την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αφενός μεν από την παραδοχή του Δ.Σ. του εναγόμενου, με την πιο πάνω απόφασή του, της έλλειψης οικονομικών εκκρεμοτήτων της ενάγουσας, και αφετέρου από τη μακροχρόνια διάρκεια των συμβάσεων μίσθωσης, οι οποίες οπωσδήποτε όχι μόνο δεν θα παρατείνονταν διαδοχικά, αλλά θα είχαν καταγγελθεί αν η ενάγουσα δεν τηρούσε την αντίστοιχη υποχρέωση της. Επίσης, όπως αποδεικνύεται από το περιεχόμενο του υπ’ αριθμ. 32 όρου του από 4/5/2009 συμφωνητικού παράτασης της μίσθωσης το ποσό των 6.000,96 ευρώ είναι η συμπληρωματική, μετά την αναπροσαρμογή των μισθωμάτων με το συμφωνητικό αυτό και όχι η συνολική εγγύηση, που σημαίνει ότι τα έως τότε ποσά των εγγυήσεων, συνολικού ποσού 14.496,22 ευρώ, είχαν ήδη καταβληθεί, διαφορετικά θα αναζητούντο. Άλλωστε για την επιστροφή του ποσού αυτού το εναγόμενο οχλήθηκε με την από 21/3/2016 εξώδικη δήλωσή της η οποία επιδόθηκε στο τελευταίο με την υπ’ αριθμ. ….. έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο πρωτοδικείο Αθηνών ….., χωρίς το εναγόμενο έως την άσκηση της αγωγής να αρνηθεί την οφειλή του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του τα ίδια έκρινε και υποχρέωσε το εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 14.496,22 ευρώ με το νόμιμο τόκο ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ο μοναδικός περί του αντίθετου λόγου της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Κατόπιν των ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως, πρέπει να απορριφθεί η έφεση στο σύνολό της και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης – ενάγουσας γι’ αυτό το βαθμό της δικαιοδοσίας σε βάρος του εκκαλούντος – εναγόμενου λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό, μη εφαρμοζομένης της διάταξης του άρθ. 22 παρ. 1 ν. 3693/1957, αφού η νομική υπεράσπισή του δεν έλαβε χώρα από αντιπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΑΠ 589/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1228/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1382/2009 ΝΟΜΟΣ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 407/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή κατ’ ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης γι’ αυτό το βαθμό της δικαιοδοσίας  τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 20η Σεπτεμβρίου 2018.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ