Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 432/2018

Αριθμός 432/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ,Δ

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

   Οι κρινόμενες με αριθμούς …./11.7.2017 και …../18.7.2017 εφέσεις κατά της οριστικής με αριθμό 2694/7.6.2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ) με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων, επί της με αριθμό …./17.12.2015 αγωγής του ήδη εφεσίβλητου εκκαλούντος κατά της ήδη εκκαλούσας εφεσίβλητης ναυτικής εταιρίας, έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις με κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αρμοδίως (άρθρο 19 του ΚΠολΔ όπως ίσχυε κατά το χρόνο κατάθεσης του ενδίκου μέσου) και εμπροθέσμως, αφού αφενός δεν προκύπτει ότι έγινε επίδοση της εκκαλουμένης ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση, ενώ δεν έχει παρέλθει διετία από την έκδοση της εκκαλουμένης (άρθρα 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Ακολούθως οι προαναφερόμενες εφέσεις πρέπει να γίνουν δεκτές κατά το τυπικό τους μέρος και να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την ίδια παραπάνω ειδική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι ως προς τις διαφορές αυτές υπάρχει απαλλαγή από το παράβολο εφέσεως του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 συνεκδικαζόμενες, λόγω της προφανούς συνάφειας αυτών αφού πλήττουν την ίδια απόφαση (άρθρα 246, 524 και 591 ΚΠολΔ).

Με τη με αριθμό κατάθεσης ,,,,/2015 αγωγή του ο ήδη εφεσίβλητος εκκαλών ενάγων εξέθετε ότι δυνάµει προσυµφώνου ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στο Πέραµα στις 27-9-2013, µεταξύ αυτού και της ήδη εκκαλούσας εφεσίβλητης εναγοµένης, πλοιοκτήτριας του µε ελληνική σηµαία Δ/Ξ-Π/Φ πλοίου «Α», µε αριθµό νηολογίου Πειραιά ….., ναυτολογήθηκε σε αυτό αυθηµερόν µε την ειδικότητα του ναύτη, σύµφωνα µε τους όρους της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε. Ότι στις 7-5-2015 απολύθηκε στο Πέραµα λόγω κλεισίµατος ναυτολογίου, χωρίς να του καταβληθεί η νόµιµη αποζηµίωση ποσού 2.627,64 ευρώ, το οποίο και του οφείλεται, ενώ ναυτολογήθηκε και πάλι στο ίδιο πλοίο στις 1-7-2015, και παρέµεινε έως 8-12-2015, οπότε απολύθηκε κοινή συναινέσει. Ότι αυτός εργαζόταν επί επτά ηµέρες την εβδοµάδα και επί 18 ώρες την ηµέρα, και ότι συνεπώς του οφείλονται διαφορές υπερωριακής αµοιβής συνολικού ποσού 47.605,44 ευρώ για το χρονικό διάστηµα της εργασίας του από 1-1-2014 και έπειτα. Με βάση τα παραπάνω εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά αιτήθηκε να υποχρεωθεί η εργοδότρια του εναγοµένη µε προσωρινά εκτελεστή απόφαση να του καταβάλει το ποσό των 50.233,08 ευρώ, νοµιµότοκα από την εποµένη της απόλυσης, άλλως από την επίδοση της αγωγής και µέχρι την εξόφληση και τη δικαστική του δαπάνη.  Επικουρικά αιτήθηκε την επιδίκαση των ανωτέρω ποσών κατά τις περί αδικαιολόγητου πλουτισµού διατάξεις. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή ως έχουσας έρεισμα κατά την κύρια βάση της στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 648, 652, 653, 655, 656, 669 ΑΚ, 68, 176, 191 παρ. 2, 219, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε ΚΠολΔ, άρθρα 1, 2, 53, 54, 72 επ., 82, 84 του ΚΙΝΔ, της Συλλογικής Σύµβασης Εργασίας Πληρωµάτων Μεσογειακών Φορτηγών Πλοίων έτους 2010, που κυρώθηκε µε τη µε αριθµό 3525.1.4/01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β 127/9-2-2011), κατά την επικουρική δε βάση της, στις ανωτέρω διατάξεις και στις διατάξεις των άρθρων 3, 174, 180, σε συνδυασµό µε το άρθρο 904 επ. ΑΚ και στη συνέχεια τη δέχθηκε εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη ως προς την κύρια βάση, καθώς. αφού εξέτασε υποβληθείσα εκ μέρους της εργοδότριας ένσταση εξόφλησης, δέχθηκε κατ’ουσίαν ένα μέρος τους αγωγικού αιτήματος περί υπερωριακής απασχόλησης, καθώς και το αίτημα περί αποζημίωσης απόλυσης (αποδοχές 15 ημερών) το οποίο υπολόγισε με αποδοχές δωδεκάωρης καθημερινής απασχόλησης. Να σημειωθεί ότι με δήλωση στο ακροατήριο ο ενάγων ήδη εφεσίβλητος εκκαλών υπέβαλε αίτημα επίδειξης εγγράφων που η εργοδότρια είχε στην κατοχή της, δηλαδή ζήτησε να προσκοµισθούν από την εργοδότρια το ηµερολόγιο του πλοίου για το επίδικο  χρονικό διάστηµα και οι φορτωτικές από τα ΕΛΠΕ Ασπροπύργου και Πετρόλα. Το αίτημα αυτό απορρίφθηκε ως απαράδεκτο από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο καθόσον δεν είχε περιληφθεί στο διαδικαστικό έγγραφο των πρωτοβάθμιων προτάσεων. Ακολούθως, όπως προαναφέρθηκε, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε κατά ένα μέρος κατ’ουσίαν ως προς την κύρια βάση της την αγωγή και υποχρέωσε την ήδη εκκαλούσα εφεσίβλητη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα ήδη εφεσίβλητο εκκαλούντα το ποσό των 8.719,41 ευρώ με το νόμιμο τόκο από τις 9.12.2015 και μέχρι την εξόφληση. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ήδη αμφότερα τα διάδικα μέρη με τους αναφερόμενους στα δικόγραφα των εφέσεων λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία νόμου και κακή εκτίμηση αποδείξεων αιτούμενοι η μεν εκκαλούσα να απορριφθεί εξ ολοκλήρον η αγωγή, ο δεν ενάγων να γίνει δεκτή η αγωγή στο σύνολο της. Ο τελευταίος με τον πρώτο λόγο έφεσης αφενός παραπονείται διότι το αίτημα επίδειξης εγγράφων που προέβαλε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου απορρίφθηκε ως απαράδεκτο και σε κάθε περίπτωση υποβάλει το σχετικό αίτημα ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου.

Κατά τις διατάξεις του άρθρου 525 παρ. 1 ΚΠολΔ “κάθε αίτηση που έχει υποβληθεί στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της έφεσης και της δευτεροβάθμιας δίκης και αν δεν έχει αποφανθεί γι` αυτήν το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο”. Περαιτέρω κατά τις διατάξεις του επόμενου άρθρου (526) “Είναι απαράδεκτη στην κατ` έφεση δίκη κάθε μεταβολή της βάσης του αντικειμένου της αγωγής και αν ο αντίδικος συναινεί. Το απαράδεκτο λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως. Επιτρέπεται εξαιτίας γεγονότων που επήλθαν μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης να ζητηθεί, αντί για το αντικείμενο που ζητήθηκε αρχικά, άλλο ή η αξία του ή το διαφέρον”. Από τις τελευταίες αυτές διατάξεις προκύπτει ότι κάθε μεταβολή (επέκταση, αλλαγή κ.λπ.) του αιτήματος της αγωγής στην κατ` έφεση δίκη είναι καταρχήν απαράδεκτη, ανεξαρτήτως εάν ο ενάγων έχει σ` αυτήν τη θέση εκκαλούντος ή εφεσίβλητου, κατ` εξαίρεση όμως επιτρέπεται: Α) η μεταβολή του αντικειμένου της αγωγής με άλλο ή την αξία του ή το διαφέρον, εφόσον μετά την έκδοση της πρωτόδικης αποφάσεως επήλθαν γεγονότα που επέφεραν κατά το ουσιαστικό δίκαιο αλλοίωση της ενοχής. ΄Ετσι αν μετά την έκδοση της πρωτόδικης αποφάσεως κατέστη αδύνατη η εκπλήρωση της υποχρεώσεως για παροχή πράγματος, μπορεί κατ` έφεση να ζητηθεί η αξία αυτού ή το διαφέρον. Β) η επέκταση του αντικειμένου και του αιτήματος της αγωγής εφόσον πρόκειται να ζητηθεί η επιδίκαση παρεπομένων απαιτήσεων που γεννήθηκαν μετά τη συζήτηση κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη οριστική απόφαση (Σ. Σαμουήλ: Η Έφεση, έκδοση 2003, παρ. 670, 672). Από τις ως άνω διατάξεις σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 12 παρ. 2 και 283 παρ. 2 του ίδιου κώδικα συνάγεται ότι δεν μπορεί να εισαχθεί για πρώτη φορά στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο αυτοτελές αίτημα που δεν φέρει το χαρακτήρα του παρεπομένου της απαιτήσεως της κυρίας δίκης και αν τυχόν εισαχθεί απορρίπτεται ως απαράδεκτο και αυτεπαγγέλτως (Βλ. Σ. Σαμουήλ ό.π. παρ. 695, πρβλ. Εφθεσ 575/1990 ΕλλΔνη 31,1331). Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 450 παρ. 2 και 451 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι κάθε διάδικος υποχρεούται να επιδείξει τα έγγραφα, τα οποία κατέχει και που μπορούν να χρησιμεύσουν για απόδειξη, ο δε αντίδικος αυτού που κατέχει το έγγραφο, εφόσον δικαιολογεί έννομο συμφέρον μπορεί να ζητήσει την επίδειξη του εγγράφου με τις προτάσεις του ακόμη και για πρώτη φορά ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου (ΑΠ 575/2004 ΕΕργΔ 2005,725 Εφθεσ 415/2008 δημ. Νομος). Για την πληρότητα του αιτήματος επιδείξεως εγγράφου πρέπει να εκτίθεται ότι αυτό βρίσκεται στα χέρια του αντιδίκου, να προσδιορίζεται αυτό και να περιγράφεται με ακρίβεια το περιεχόμενο του (ΑΠ 953/2002 ΕλλΔνη 44,1310). Η ως άνω αίτηση για την επίδειξη εγγράφων για να είναι ορισμένη πρέπει: α) να αναφέρει ότι το έγγραφο βρίσκεται στην κατοχή του αντιδίκου, β) να προσδιορίζει το έγγραφο και να περιγράφει με ακρίβεια το περιεχόμενο του, ώστε να μπορεί να κριθεί αν σχετίζεται με το αντικείμενο της αποδείξεως που αφορά την υπό κρίση υπόθεση και επίδειξη. Έτσι, προϋπόθεση της δημιουργίας αξιώσεως για την επίδειξη εγγράφου είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος αυτού που ζητεί την επίδειξη. Μάλιστα, οι περιπτώσεις εννόμου συμφέροντος για επίδειξη εγγράφου ή τη χορήγηση αντιγράφου, εξειδικεύονται στο νόμο και αναφέρονται περιοριστικά (άρθρο 902 ΑΚ), δηλαδή υπάρχει τέτοιο έννομο συμφέρον α) όταν το έγγραφο έχει συνταχθεί προς το συμφέρον του αιτούντος και γενικότερα αφορά τη σύσταση, απόδειξη ή γενικά διατήρηση των δικαιωμάτων του αιτούντος, χωρίς να είναι αναγκαίο να αφορά αποκλειστικά το συμφέρον του τελευταίου, β) όταν το έγγραφο πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και τον αιτούντα, εάν δηλαδή πρόκειται για έγγραφο συστατικό ή αποδεικτικό δικαιοπραξίας και γ) όταν το έγγραφο σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν και έχουν σχέση με τον αιτούντα. (Βλ. ΑΠ 209/1994 ΕΕΝ 1995,195, ΑΠ 508/1993 ΕλλΔνη 1994,1299, Εφθεσ 1150/2001 ΕλλΔνη 2003,524, ΕφΑΘ 1741/1994 ΕλλΔνη 1996,1261, ΕφΑΘ 11203/1986 ΕλλΔνη 1988,141, Γ. Νικολόπουλο σε ΑΚ Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, άρθρο 902, αρ. 5, σελ. 558,1. Τέντε σε ΚΠολΔ Κεραμέως/Κονδυλη/Νίκα Ι (2000) άρθρο 451 αρ. 4, Ε. Κρουσταλάκη, Δ 1, 648).

Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο εκκαλών στον πρώτο λόγο της με αριθμό ……/18.7.2017 εφέσεως του αναφέρει ότι επαναφέρει νομίμως το αίτημα περί επίδειξης εγγράφων και ειδικότερα ότι ζητεί να επιδειχθούν από την εφεσίβλητη τα παρακάτω αναφερόμενα έγγραφα τα οποία αυτή έχει στην κατοχή της αυτή και με τα οποία μπορούν να αποδειχθούν μετά πλήρους βεβαιότητος τα δρομολόγια του πλοίου κατά την επίδικη περίοδο καθώς και οι φορτώσεις και οι εκφορτώσεις καυσίμων αυτού ανά ημέρα και ώρα, δηλαδή τα περιστατικά για το χρόνο της υπερωριακής του απασχόλησης: Συγκεκριμένα ζητεί την επίδειξη: Α) Αντιγράφων του ημερολογίου του επιδίκου πλοίου Α. (Α) Ν.Π. ….. για τη χρονική περίοδο από την 27-9-2013 έως την 7-5-2015 και από την 1-7-2015 έως την 8-12-2015, Β) Αντιγράφων των φορτωτικών του ανωτέρω πλοίου από την εταιρεία «,,,,,,» που εδρεύει στο ,,,, Αττικής και διατηρεί εγκαταστάσεις στον Ασπρόπυργο Αττική; και από την απορροφηθείσα από αυτήν εταιρεία ……… – που διατηρεί εγκαταστάσεις στην …… Αττικής, για τις χρονικές περιόδους από την 27-9-2013 έως την 7-5-2015 και από την 1-7-2015 έως την 8-12- 2015.  Γ)  Αντιγράφων των φορτωτικών του ανωτέρω πλοίου από την εταιρεία «,,,,» που εδρεύει στο ….. Αττικής, για τις χρονικές περιόδους από την 27-9-2013 έως την 7-5-2015 και από την 1-7-2015 έως την 8-12-2015 και Δ) Αντιγράφων των φορτωτικών του ανωτέρω πλοίου από την εταιρεία ……….., που εδρεύει στο ….. Αττικής και διατηρεί εγκαταστάσεις Διυλιστηρίων στους Αγίους Θεοδώρους Κορινθίας για τις χρονικές περιόδους από την 27-9-2013 έως την 7-5-2015 και από την 1-7-2015 έως την 8-12-2015. Το αίτημα αυτό υποβάλεται παραδεκτώς για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου καθόσον διευκρινίζεται το έννομο συμφέρον του αιτούντος, και εξειδικεύονται τα έγγραφα τα οποία αναφέρεται στο αίτημα ότι κατέχει η καθής η αίτηση, ενώ η τελευταία δεν αρνείται ότι τα κατέχει ούτε προβάλει την ένσταση του άρθρου 903 εδ. Γ ΑΚ.

Περαιτέρω κατά το άρθρο 254 ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην κατ` έφεση δίκη (άρθρο 524 § 1 ΚΠολΔ): «το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζητήσεως στο ακροατήριο η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υποθέσεως ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Η απόφαση μνημονεύει απαραιτήτως τα ειδικά θέματα που αποτελούν αντικείμενο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης. Η συζήτηση αυτή θεωρείται συνέχεια της προηγούμενης». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η επαναλαμβανόμενη συζήτηση θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης, με την έννοια ότι πρόκειται για δύο συνεχόμενα δικονομικά στάδια που συνθέτουν μία και μόνη συζήτηση, ένα αδιάσπαστο δικονομικό σύνολο, ως εκ τούτου δε και όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 254, 271 επ., 280 ΚΠολΔ εάν κάποιος παρέστη κανονικά κατά την προηγουμένη συζήτηση, κατά την οποία διατάχθηκε η επανάληψη, όπως και στην αντίστροφη περίπτωση, όταν δηλ. δεν παρέστη στην αρχική αλλά μόνο στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση δικάζεται κατ` αντιμωλία (β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική-νομολογιακή ανάλυση, τ. Β`, σ. 165). Ισχυρισμοί μπορούν να προβληθούν παραδεκτώς για πρώτη φορά και κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, αφού έως τη δεύτερη εκφώνηση της υπόθεσης αυτή θεωρείται ότι διαρκεί (ΕφΔωδ 212/2009 ΤΝΠ-Νόμος). Κατά συνέπεια δεν απαιτείται η κατάθεση νέων προτάσεων ούτε η επίκληση νέων αποδεικτικών μέσων ή η επανυποβολή των ενστάσεων. Επιπλέον, δεν είναι αναγκαία η παράσταση του διαδίκου στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση. Ο διάδικος που παρίσταται νόμιμα σε ένα από τα δύο στάδια, ενώ απουσιάζει από το άλλο δικάζεται κατ`αντιμωλία (βλ. ΕφΠατρ. 463/2009, ΕφΘεσ.2976/2005 δημ. ΝΟΜΟΣ).

Κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου τα έγγραφα των οποίων ζητείται η επίδειξη είναι κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία στην δίκη, διότι από αυτά ενδεχομένως να αποδειχθούν πληρέστερα οι συνθήκες απασχόλησης του ενάγοντος και εξ αυτού του λόγου αποδεικνύεται το έννομο συμφέρον του ενάγοντος προς χορήγηση των αιτούμενων αντιγράφων των ως άνω εγγράφων. Επομένως θα πρέπει να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης χωρίς να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση προκειμένου η εναγομένη ήδη εκκαλούσα εφεσίβλητη χορηγήσει στον ενάγοντα ήδη εφεσίβλητο εκκαλούντα τα αναφερόμενα στο διατακτικό έγραφα, με δαπάνες του αιτούντος ενάγοντος, εντός προθεσμίας δέκα πέντε (15) ημερών από της επιδόσεως σ’ αυτή της παρούσης αποφάσεως, απειλουμένης χρηματικής κατ’ αυτής ποινής, ύψους τετρακοσίων (400) ευρώ, για κάθε ημέρα καθυστερήσεως πέραν του κατά τα άνω δεκαπενθημέρου, καθώς αυτή καταδικάζεται μετά την υποβολή σχετικού αιτήματος σε υλική πράξη που δεν μπορεί να γίνει από τρίτο πρόσωπο, αλλά εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούλησή της (άρθρο 946 ΚΠολΔ), η δε χρηματική ποινή ως μέσο εξαναγκασμού της μπορεί να επιβληθεί και αυτεπάγγέλτως από το Δικαστήριο (ΟλΑΠ 2/1995 ΕλΔικ 36, 583) και έχει εφαρμογή και επί νομικού προσώπου. Δε θα γίνει λόγος για δικαστικά έξοδα διότι η παρούσα δεν είναι οριστική.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων τις με αριθμούς …./11.7.2017 και …../18.7.2017 εφέσεις κατά της με αριθμό 2694/7.6.2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ) αντιμωλία των διαδίκων, επί της με αριθμό …../17.12.2015 αγωγής

Δέχεται τυπικά τις εφέσεις

Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης προκειμένου η εναγομένη ήδη εκκαλούσα της με αριθμό …../2017 εφέσεως χορηγήσει στον ενάγοντα ήδη εφεσίβλητο με δαπάνες του τελευταίου, εντός προθεσμίας δέκα πέντε (15) ημερών από της επιδόσεως σ’ αυτή της παρούσης αποφάσεως, απειλουμένης χρηματικής κατ’ αυτής ποινής, ύψους τετρακοσίων (400) ευρώ, για κάθε ημέρα καθυστερήσεως πέραν του κατά τα άνω δεκαπενθημέρου, τα παρακάτω αναφερόμενα έγγραφα:

Α) Αντίγραφα του ημερολογίου του επιδίκου πλοίου Α (Α) Ν.Π. ….. για τη χρονική περίοδο από την 27-9-2013 έως την 7-5-2015 και από την 1-7-2015 έως την 8-12-2015,

Β) Αντίγραφα των φορτωτικών του ανωτέρω πλοίου από την εταιρεία «……..» που εδρεύει στο …. Αττικής και διατηρεί εγκαταστάσεις στον Ασπρόπυργο Αττικής και από την απορροφηθείσα από αυτήν εταιρεία ………. – που διατηρεί εγκαταστάσεις στην ….. Αττικής, για τις χρονικές περιόδους από την 27-9-2013 έως την 7-5-2015 και από την 1-7-2015 έως την 8-12- 2015.

Γ)  Αντίγραφα των φορτωτικών του ανωτέρω πλοίου από την εταιρεία «….» που εδρεύει στο ….. Αττικής, για τις χρονικές περιόδους από την 27-9-2013 έως την 7-5-2015 και από την 1-7-2015 έως την 8-12-2015 και

Δ) Αντίγραφα των φορτωτικών του ανωτέρω πλοίου από την εταιρεία ………., που εδρεύει στο ….. Αττικής και διατηρεί εγκαταστάσεις Διυλιστηρίων στους Αγίους Θεοδώρους Κορινθίας για τις χρονικές περιόδους από την 27-9-2013 έως την 7-5-2015 και από την 1-7-2015 έως την 8-12-2015.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  6 Ιουλίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ