Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 487/2018

Αριθμός  487/2018

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών,  Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη-Εισηγήτρια, Γεώργιο Βερούση, Εφέτη  και από τη Γραμματέα Γ. Λ.

 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 27-10-2016 (αρ. καταθ. ……/2016) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 4266/2015 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011) και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε κατά νόμο στην ανακόπτουσα, ήδη εκκαλούσα, με επιμέλεια της καθ΄ ης η ανακοπή, ήδη εφεσίβλητης, την 29-9-2016 (βλ. την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από την εφεσίβλητη υπ΄ αρ. ……… έκθεση επιδόσεως της Δικαστικής Επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Ανατολικής Κρήτης με έδρα το Πρωτοδικείο Ηρακλείου – Κρήτης ……….), η δε ένδικη έφεση ασκήθηκε εντός της προβλεπόμενης κατ΄ άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ προθεσμίας των 30 ημερών, ήτοι την 27-10-2016 (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό αυτής (εφέσεως) κατατέθηκε από την εκκαλούσα παράβολο, συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ (βλ. τα υπ΄ αρ. …… παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. …… παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ), κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ.

Με την από 25-10-2013 (αρ. καταθ. …../2013) ανακοπή ερημοδικίας της, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η ανακόπτουσα, ήδη εκκαλούσα, στράφηκε κατά της υπ΄ αρ. 4147/2013 οριστικής αποφάσεως του Δικαστηρίου αυτού (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), που εκδόθηκε ερήµην της, κατά την τακτική διαδικασία, µε την οποία έγινε δεκτή η από 24-4-2012 [αρ. καταθ. …./2012 (εξαίρεση: ….)] αγωγή της καθ΄ ης η ανακοπή, ήδη εφεσίβλητης, σε βάρος της και ζήτησε την εξαφάνισή της για τον αναφερόµενο λόγο, προκειμένου να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αγωγή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 4266/2015 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, αφού έκρινε ότι η ανακοπή ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως, απέρριψε αυτήν (ένδικη ανακοπή) ως νόμω αβάσιμη, διέταξε την εισαγωγή του παραβόλου των 250 ευρώ (υπ΄ αρ. ……… γραµµάτιο του Ταµείου Παρακαταθηκών και Δανείων) στο Δηµόσιο Ταµείο και καταδίκασε την ανακόπτουσα στα δικαστικά έξοδα της καθ΄ ης η ανακοπή, τα οποία όρισε στο ποσό των διακοσίων εξήντα (260) ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την ένδικη έφεση η ηττηθείσα ανακόπτουσα για την απόρριψη της ανακοπής ερημοδικίας και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτήν (έφεση) λόγους, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να γίνει δεκτή η ένδικη ανακοπή ερημοδικίας της, να εξαφανισθεί η ανακοπτόμενη απόφαση και να απορριφθεί στο σύνολό της η αγωγή της εφεσίβλητης.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 501 του ΚΠολΔ, ανακοπή κατά απόφασης που έχει εκδοθεί ερήμην επιτρέπεται, αν εκείνος που δικάστηκε ερήμην, δεν κλητεύθηκε καθόλου ή δεν κλητεύθηκε νόμιμα ή εμπρόθεσμα ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας. Κατά τη διάταξη αυτή, η οποία δεν αντίκειται σε οποιαδήποτε διάταξη του ισχύοντος Συντάγματος και ιδίως στο άρθρο 20 παρ. 1 και 28 παρ. 1 αυτού, ούτε στο άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, και συμπίπτει με την ομώνυμη έννοια της κατ΄ άρθρο 152 παρ. 1 του ΚΠολΔ, ενώ ταυτίζεται κατά τον πυρήνα της προς την ομώνυμη έννοια του ουσιαστικού δικαίου (ΑΠ 484/2010, ΑΠ 302/2007, ΑΠ 141/2005), ως ανώτερη βία νοείται κάθε απρόβλεπτο και εξαιρετικό γεγονός, είτε αντικειμενικό είτε σχετικό με το πρόσωπο του διαδίκου που ερημοδικάστηκε ή του πληρεξουσίου του Δικηγόρου, το οποίο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν μπορεί να αποτραπεί ούτε με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και σύνεσης. Γεγονότα ανώτερης βίας είναι δυνατόν να θεωρηθούν, μεταξύ άλλων, η αιφνίδια ασθένεια ή τυχόν ατύχημα, υπό ορισμένες περιστάσεις, του διαδίκου ή του πληρεξουσίου Δικηγόρου του, όπως και κάθε άλλο, εξαιτίας του οποίου ο διάδικος ή ο Δικηγόρος περιέρχεται σε κατάσταση αδυναμίας να εμφανιστεί στο Δικαστήριο ή να προβεί στις δέουσες ενέργειες για την ανάθεση σε άλλο Δικηγόρο της εκτέλεσης της εν λόγω πράξεως, εφόσον τα γεγονότα αυτά υπήρξαν απρόβλεπτα και αναπότρεπτα και επί πλέον συνέβαλαν στην επέλευση της ερημοδικίας (ΑΠ 544/2016, ΑΠ 1778/2013, ΑΠ 1568/2013, ΑΠ 1347/2012, ΑΠ 774/2011, ΑΠ 1260/2010, ΑΠ 1588/2009). Εξάλλου, αν η ανακοπή ερηµοδικίας ασκήθηκε εµπροθέσµως και σύµφωνα µε τις νόµιµες διατυπώσεις (άρθρα 503 παρ. 1 και 505 παρ. 1 του ΚΠολΔ) και αν πιθανολογείται ότι είναι βάσιµος ο λόγος που προτάθηκε, τότε το Δικαστήριο εξαφανίζει την ερήµην απόφαση, που ανακόπηκε και τις πράξεις που ενεργήθηκαν μετά την απόφαση αυτή και διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο και αµέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέλθουν στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίστηκε. Άλλως, αν δηλαδή η ανακοπή δεν ασκήθηκε νοµίµως και εµπροθέσµως ή αν δεν πιθανολογείται η βασιµότητα του λόγου της, το Δικαστήριο απορρίπτει την ανακοπή και διατάσσει να εισαχθεί το παράβολο στο Δηµόσιο Ταµείο (άρθρο 509 εδ. β΄ του ΚΠολΔ, ΕφΑθ 2931/2007, ΕφΔωδ 339/2006). Στην προκειμένη περίπτωση, με το μοναδικό λόγο της ανακοπής της, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου αυτής, η ανακόπτουσα, ήδη εκκαλούσα, ισχυρίσθηκε ότι η απουσία της κατά τη δικάσιµο της 22 Μαρτίου 2013, οπότε συζητήθηκε ερήµην της η από 24-4-2012 [αρ. καταθ. …./2012 (εξαίρεση: ….)] αγωγή της καθ΄ ης η ανακοπή, ήδη εφεσίβλητης, σε βάρος της, οφείλεται, σε ανώτερη βία. Ειδικότερα, η ανακόπτουσα ισχυρίσθηκε ότι, αν και παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου της, ………., υποβάλλοντας νόµιµα αίτηµα αναβολής της συζήτησης της αγωγής, η οποία ήταν πρωτοείσακτη, το Δικαστήριο άνευ αιτιολογίας και χωρίς ύπαρξη σπουδαίου και κατεπείγοντος λόγου, που να δικαιολογεί την απόρριψη του αιτήματός της, απέρριψε το αίτηµα αναβολής και προέβη ερήµην της στην εκδίκαση της ένδικης αγωγής. Με το περιεχόµενο αυτό τα επικαλούµενα από την ανακόπτουσα περιστατικά δεν συνιστούν λόγο ανώτερης βίας, υπό την έννοια, που προαναφέρθηκε στη νομική σκέψη της παρούσας, αφού η µη προσήκουσα παράσταση της ανακόπτουσας ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τη συζήτηση της αγωγής της καθ΄ ης η ανακοπή, ήδη εφεσίβλητης, στη δικάσιµο της 22 Μαρτίου 2013, δεν οφειλόταν, κατά τα εκτιθέµενα στην ένδικη ανακοπή, σε γεγονός εξαιρετικής φύσης, που ήταν απρόβλεπτο και άλλως ανυπέρβλητο, αλλά στην απόρριψη του αιτήματός της περί αναβολής της υπόθεσης και στη µη κανονική παράστασή της κατά τη συζήτηση, που επακολούθησε, δεδοµένου ότι η ανακόπτουσα δεν είχε καταθέσει ούτε προτάσεις πριν από 20 τουλάχιστον ηµέρες από τη δικάσιµο, όπως συνοµολογεί και η ίδια µε την ανακοπή ερηµοδικίας της. Ενόψει τούτων, συνάγεται ότι δεν είχαν ληφθεί από την ανακόπτουσα τα προσήκοντα µέτρα επιµέλειας και σύνεσης για τη νοµότυπη συµµετοχή αυτής  κατά τη  συζήτηση στο ακροατήριο  της σε βάρος της αγωγής και την αποφυγή ερηµοδικίας της και συνεπώς, δεν στοιχειοθετείται ανώτερη βία. Περαιτέρω, η ανακόπτουσα, απαραδέκτως εξειδικεύει, το πρώτον με την ένδικη έφεση (αντί με την ένδικη ανακοπή ερημοδικίας) το λόγο για τον οποίο η πληρεξούσια Δικηγόρος της, κατά την ως άνω δικάσιμο της 22 Μαρτίου 2013, υπέβαλε αίτημα αναβολής της υπόθεσης σε μεταγενέστερη δικάσιμο, το οποίο, αφού κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, απορρίφθηκε. Σε κάθε περίπτωση, ο λόγος που αναφέρεται στην ένδικη έφεση ότι ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της ανακόπτουσας, μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Ηρακλείου, στον οποίο είχε αναθέσει την υπόθεσή της, αδυνατούσε να μεταβεί από την Κρήτη στον Πειραιά, και δη στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, καθόσον την προηγούμενη της ορισθείσας δικασίμου, ήτοι την 21 Μαρτίου 2013, έπρεπε να παρευρίσκεται στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης, όπου εκδικαζόταν ποινική υπόθεση, από αναβολή, και εκπροσωπούσε τον κατηγορούμενο, χωρίς να μπορεί να προβλέψει τη διάρκεια της συγκεκριμένης ποινικής δίκης, ώστε να παραβρεθεί και στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς την επόμενη ημέρα (22 Μαρτίου 2013), καθώς επίσης ότι την ίδια ημέρα, 21 Μαρτίου 2013, έπρεπε να παρευρεθεί και ενώπιον του Β΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου, για να εκπροσωπήσει, δυνάμει εξουσιοδοτήσεως εντολέα του, η υπόθεση της οποίας αναβλήθηκε για την 19 Δεκεμβρίου 2013, δεν συνιστά περίπτωση ανώτερης βίας, κατά την προαναφερόμενη έννοια, διότι τα επικαλούμενα με αυτόν (λόγο) περιστατικά δεν είναι απρόβλεπτα και αναπότρεπτα, με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης, συνεπαγόμενα αντικειμενικώς αδυναμία της ανακόπτουσας να εμφανιστεί στην ως άνω δικάσιμο, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι, όπως προαναφέρθηκε, η ανακόπτουσα δεν είχε καταθέσει προτάσεις πριν από 20 τουλάχιστον ηµέρες από τη δικάσιµο. Επομένως, ο πρώτος λόγος της ένδικης εφέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Οι λοιποί δε, διαλαμβανόμενοι στην ως άνω έφεση λόγοι (δεύτερος και τρίτος), με τους οποίους η εκκαλούσα παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του έσφαλε, διότι ουδόλως έλαβε υπόψη του τους λοιπούς λόγους της ανακοπής περί του, νομικά και ουσιαστικά, αβάσιμου, αναπόδεικτου, ανεπίδεκτου δικαστικής εκτιμήσεως και, όλως, καταχρηστικού της αγωγής της εφεσίβλητης, παρότι προσκόμισε και επικαλέσθηκε όλα τα σχετικά έγγραφα και ειδικότερα ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του και δεν αξιολόγησε τα αναφερόμενα με την ως άνω έφεση έγγραφα και την από 30-11-2012 εξώδικη δήλωση και πρόσκληση, που αναφέρονται, (οι λόγοι της ανακοπής δηλαδή), στην ουσιαστική κρίση της ανακοπτόμενης απόφασης, είναι απορριπτέοι, αφού απορριπτέοι ως απαράδεκτοι, ως λόγοι ανακοπής ερημοδικίας, είναι και οι επικαλούμενοι σ΄ αυτήν λόγοι. Ειδικότερα, είναι απορριπτέοι, αφού το Δικαστήριο εξαφανίζει την ερήµην απόφαση, που ανακόπηκε και τις πράξεις, που ενεργήθηκαν μετά την απόφαση αυτή και διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο και αµέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέλθουν στην κατάσταση, που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίστηκε, μόνο αν πιθανολογείται, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, ότι είναι βάσιµος ο λόγος που προτάθηκε για τη μη κλήτευση ή τη μη νόμιμη ή εμπρόθεσμη κλήτευση ή τη συνδρομή λόγου ανώτερης βίας, ήτοι στην προκειμένη περίπτωση ο πρώτος (και μοναδικός) λόγος της ανακοπής ερημοδικίας με τον οποίο η ανακόπτουσα επικαλείται τη συνδρομή ανώτερης βίας. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε όμοια και απέρριψε την ένδικη ανακοπή ως νόμω αβάσιμη, έστω και με εν μέρει διάφορη αιτιολογία, ορθά κατ΄ αποτέλεσμα έκρινε και δεν έσφαλε. Συνεπώς, αφού αντικατασταθεί η εν μέρει διάφορη αιτιολογία της εκκαλουμένης με αυτή της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 του ΚΠολΔ), πρέπει, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς έρευνα, η ένδικη έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της. Επίσης, το Δικαστήριο, λόγω της ήττας της εκκαλούσας, πρέπει να διατάξει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, συνολικού ποσού 200 ευρώ, που κατατέθηκε για το παραδεκτό της εφέσεως, με τα υπ΄ αρ. ………. παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. ……….. παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από 27-10-2016 (αρ. καταθ. …./2016) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 4266/2015 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου, συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που κατατέθηκε με τα υπ΄ αρ. ……… παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. ………. παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ, στο Δημόσιο Ταμείο.

Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 21η Ιουνίου 2018  και δημοσιεύθηκε στις 27 Ιουνίου 2018 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών Δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ